Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 6/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

4ο τμήμα

Αριθμός  απόφασης :     6/ 2024

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(4ο τμήμα)

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Χριστίνα Λίμουρα, Εφέτη, Δημήτριο Καβαλλάρη, Εισηγητή Εφέτη και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………….  για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

 ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Γεώργιο Κεφαλιακό.

ΤΩΝ ΚΑΘ ΏΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ (Α και Β εφέσεων) :  Α) ……….., Β) ………… εδρεύοντος ενοριακού Ιερού Ναού ……….. Κορινθίας, όπως εκπροσωπείται  νόμιμα, οι οποίοι δεν παρα…………….καν καθόλου.

Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς την από 31.3.2011 (αριθμ. εκθ. καταθ. …./2011) αγωγή και  το υπό στοιχ Β εκκαλούν την από 19.10.2012 (αριθμ. εκθ. καταθ. …/2012) πρόσθετη παρέμβαση κατά του  ……. (υπό στοιχ. Α και Β εφεσιβλήτου) και υπέρ του ……….. (υπό στοιχ. Α εκκαλούντος).  Επί αυτών εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ. 2586/2014 μη οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία διέταξε  την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη και η υπ΄ αριθμ. 2916/2019 απόφαση αυτού, που  δέχθηκε την προαναφερόμενη αγωγή και απέρριψε την προαναφερόμενη πρόσθετη παρέμβαση.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου : α) ο εναγόμενος- υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση και ήδη υπό στοιχ. Α εκκαλών με την από 24.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2019)  έφεσή του και β) ο προσθέτως παρεμβαίνων και ήδη υπό στοιχ. Β εκκαλών με την από 24.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2019) έφεσή του.  Επί των εφέσεων αυτών εκδόθηκε η με αρ. 262/2021 μη οριστική απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία διέταξε επανάληψη συζητήσεως προκειμένου να διεξαχθεί πραγματογνωμοσύνη.  Ήδη η υπόθεση φέρεται προς περαιτέρω συζήτηση με την από 9.11.2022 και με αρ. καταθ.  (ΓΑΚ/ΕΑΚ) ………./2022 κλήση του εφεσίβλητου  και προσδιορίστηκε για δικάσιμο που αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης,  αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο,   οι καθ΄ών η κλήση εκκαλούντες  δεν παρα…………….καν, ο δε πληρεξούσιος Δικηγόρος του καλούντος – εφεσίβλητου αναφέρθηκε στα πρακτικά και τις προτάσεις του.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με το άρθρο 254 του ΚΠολΔ, το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, έχει εφαρμογή και επί της διαδικασίας της κατ’ έφεση δίκης, ορίζεται, κατ’ απόκλιση από το καθιερούμενο με το άρθρο 106 του ίδιου Κώδικα σύστημα της συζήτησης, ότι το δικαστήριο μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περαιωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση (ΑΠ 846/2017, ΑΠ 1314/2013). Η επαναλαμβανόμενη συζήτηση θεωρείται, κατ’ άρθρο 254 εδ. β’ ΚΠολΔ, συνέχεια της προηγουμένης, με την έννοια ότι πρόκειται για δύο συνεχόμενα δικονομικά στάδια, που συνθέτουν μία και μόνη συζήτηση, ένα αδιάσπαστο δικονομικό σύνολο. Επομένως, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 254, 271 επ., 280 ΚΠολΔ, εάν κάποιος παρέστη κανονικά, κατά την προηγουμένη συζήτηση, κατά την οποία διατάχθηκε η επανάληψη, όπως και στην αντίστροφη περίπτωση, όταν δηλ. δεν παρέστη στην αρχική, αλλά μόνο στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, δικάζεται αντιμωλία και δεν  υποχρεούνται οι διάδικοι να καταθέσουν, κατ’ αυτή την (επαναλαμβανόμενη) συζήτηση, νέες (ιδιαίτερες) προτάσεις, αλλ’ αρκούν αυτές, που κατατέθηκαν, νομίμως και εμπροθέσμως στην αρχή της συζήτησης (ΟλΑΠ 30/1997,  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ., ΑΠ 1806 / 2022, ΑΠ 1095 / 2020, ΑΠ 428 / 2020, ΑΠ  1024 / 2019,  ΑΠ 27/2015, σε www.areiospagos.gr. ΕφΑθ 5077/2022 ΤΝΠ ΔΣΑ).

Στην προκείμενη περίπτωση, φέρονται προς περαιτέρω συζήτηση με την  από 9.11.2022 και με αρ. καταθ.  (ΓΑΚ/ΕΑΚ) ………/2022 κλήση του ενάγοντος και  ήδη εφεσίβλητου οι α) από 24.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2019)  και  β) από 24.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2019) εφέσεις του εναγόμενου και προσθέτως παρεμβαίνοντος  Ιερού Ναού …………. Κορινθίας αντίστοιχα, κατά της με αρ.  2916/2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (και της συνεκκαλουμένης με αρ. 2586/2014 μη οριστικής απόφασης αυτού). Με την άνω εκκαλούμενη οριστική  απόφαση έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η από 31-3-2011 (αρ. καταθ. …./2011) αγωγή του ενάγοντος -εφεσίβλητου με την οποία δίωκε την αναγνώριση της ακυρότητας της  από 20/7/2006 ιδιόγραφης διαθήκης της … … και απορρίφθηκε η από 19.10.2012 (αριθμ. εκθ. καταθ. …./2012) πρόσθετη παρέμβαση  του Β εκκαλούντος. Το  παρόν Δικαστήριο περαιτέρω, με την με αρ.  262/2021 μη οριστική του απόφασή του, αφού έκρινε παραδεκτές τις Α και Β εφέσεις ανέβαλλε την έκδοση οριστικής απόφασης και  διέταξε επανάληψη συζητήσεως προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη από τον γραφολόγο …………, μετά τη ολοκλήρωση  της οποίας, εισάγονται οι άνω υποθέσεις με την προαναφερόμενη κλήση του εφεσίβλητου.  Αντίγραφο  της κλήσης προς περαιτέρω  συζήτηση των εφέσεων με πράξη κατάθεσης και ορισμό δικασίμου  επιδόθηκε νομότυπα κι εμπρόθεσμα στους εκκαλούντες (των Α και Β εφέσεων, βλ. τις με αρ. ….. και …./17.11.2022 εκθέσεις επιδόσεως του δικ. επιμελητή του Εφετείου Ναυπλίου  …….) και οι άνω εκκαλούντες δεν παρασταθηκαν κατά την εκφώνηση των υποθέσεων στη σειρά του πινακίου. Ωστόσο,  με δεδομένο ότι στην προηγούμενη συνεδρίαση του παρόντος Δικαστηρίου (5.11.2020) επί της οποίας εκδόθηκε η με αρ. 262/2021 μη οριστική απόφαση, που διέταξε επανάληψη συζητήσεως για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, οι  εκκαλούντες (βλ. τα με αρ. 262/2021 πρακτικά συνεδρίασης) είχαν εκπροσωπηθεί κανονικά από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο τους ………..,   η παρούσα συζήτηση, με βάση τα όσα  προεκτέθηκαν,  είναι επαναλαμβανόμενη συζήτηση της προηγούμενης, λογιζόμενη ως ενιαίο σύνολο με  αυτήν (άρθρο  254 εδ β ΚΠολΔ), ώστε οι άνω εκκαλούντες θεωρείται  ότι δικάζονται αντιμωλία, ωσεί παρόντες. Το Δικαστήριο συνεπώς πρέπει να προχωρήσει στην έκδοση οριστικής απόφασης, η οποία είναι πλέον ώριμη προς τούτο, με την δικονομική παρουσία των άνω εκκαλούντων, συνεκδικάζοντας τις εφέσεις τους (άρθρο 246 ΚΠολΔ) που εισάγονται με την προαναφερόμενη κλήση του καλούντος – εφεσίβλητου. Εξάλλου νομίμως συγκροτήθηκε από την αναφερόμενη στα προκαταρκτικά της παρούσας σύνθεση, από την Πρόεδρο Εφετών Θεώνη Μπούρη ως νόμιμη αναπληρώτρια της Προέδρου Εφετών Αικατερίνης Νομικού στο τέταρτο πολιτικό τμήμα, λόγω κωλύματος αυτής (βλ. την με αρ. 66/2022 πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς) και τους Εφέτες Χριστίνα Λίμουρα και Δημήτριο Καβαλλάρη, λόγω  προαγωγής των Εφετών Παρασκευής Μπερσή και Αικατερίνης Κοκόλη σε Προέδρους Εφετών.

Kατά τη διάταξη του άρθρου 254 παρ.2  του  ΚΠολΔ, όπως ίσχυε μετά  την τροποποίησή της από το  άρθρο  9 του Ν.2915/2001 και πριν την τροποποίησή  της από το ν. 4335/2015. «2. Στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση οι διάδικοι κλητεύονται τριάντα τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτήν, με την εξαίρεση των περιπτώσεων ειδικών διαδικασιών, στις οποίες προβλέπεται συντομότερη προθεσμία κλητεύσεως. Οι διάδικοι μπορούν να καταθέσουν σημείωμα πέντε ημέρες πριν από τη δικάσιμο, μόνο για τα θέματα που θα συζητηθούν. Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 237 εφαρμόζεται ανάλογα και για την επαναλαμβανόμενη συζήτηση». Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο ένατο του ν. 4335/2015 « 1. Οι διατάξεις των άρθρων 237 και 238 εφαρμόζονται για τις κατατιθέμενες μετά την 1.1.2016 αγωγές». Με την ανωτέρω ρύθμιση, ο νομοθέτης του ν. 4335/2015 διαφοροποιείται από τη γενική αρχή του διαχρονικού δικαίου που αποτυπώνεται στο άρθρο 12 ΕισΝΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο οι διαδικαστικές πράξεις και όχι οι δίκες συνολικά ρυθμίζονται από το δίκαιο που ισχύει κατά το χρόνο άσκησής τους και κατά τη ορθότερη άποψη η προαναφερθείσα διάταξη αφορά το σύνολο των διατάξεων της νέας διαδικασίας (ότι εφαρμόζονται δηλαδή για τις αγωγές που κατατίθενται μετά την 1.1.2016) και όχι μόνο  τα συγκεκριμένα άρθρα, η  αναφορά, στα οποία  έγινε προκειμένου να προσδιορίσει στα γενικά της χαρακτηριστικά  την τακτική διαδικασία, και όχι για να περιορίσει το περιεχόμενό της αποκλειστικά σε συγκεκριμένες διατάξεις (βλ. ΑΠ 1029 / 2020,   κατά την οποία για αγωγές που έχουν ασκηθεί πριν την 1.1.2016 ισχύει το προγενέστερο δίκαιο και το ίδιο ισχύει και για τριτανακοπή,   ………, Ζητήματα δικονομικού διαχρονικού δικαίου με βάση το ν. 4335/2015», διπλωματική εργασία σ. 18,  Π. Αρβανιτάκη, Παρατηρήσεις στην ΑΠ 140/2016, ΕΠολΔ 2016, σελ. 422). Στην προκείμενη περίπτωση οι εκκαλούντες με τον ταυτόσημο δεύτερο λόγο των εφέσεών τους μέμφονται την εκκαλούμενη απόφαση ότι εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη της  τις από 5.11.218 και 26.7.2018 γνωμοδοτήσεις των γραφολόγων  ….. και …………… που επικαλέσθηκαν  και προσκόμισαν με τις προτάσεις τους που είχαν κατατεθεί την προηγούμενη ημέρα της επαναλαμβανόμενης  δικασίμου (15.11.2018), λόγω εκπροθέσμου κατάθεσης αυτών.  Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όμως ορθά εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου  254 παρ.2  του  ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή της από το ν. 4335/2015, που απαιτούσε την κατάθεση σημειώματος (ή προτάσεων,  χωρίς να απαιτείτο αυτό) πέντε ημέρες πριν τη συζήτηση, (όπου αναγκαίως θα έπρεπε να γίνεται επίκληση και προσκόμιση νέων αποδεικτικών στοιχείων), αφού η αγωγή είχε κατατεθεί  προ της ισχύος του ν. 4335/2015, ήτοι την 5.4.2011 και απέρριψε ως απαράδεκτες τις άνω γνωμοδοτήσεις. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση οι εκκαλούντες έχουν  τη δυνατότητα να προσκομίσουν παραδεκτά στο παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο νέα αποδεικτικά στοιχεία, κατά άρθρο 529 ΚΠολΔ, (με μόνο τον περιορισμό της δυνατότητας αυτού να τα απορρίψει ως απαράδεκτα λόγω στρεψοδικίας ή βαρείας αμέλειας του διαδίκου), που  θεωρούνται και αυτά που είχαν προσκομισθεί απαραδέκτως στον πρώτο βαθμό (Πανταζόπουλος στον Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας ΚΠολΔ2,  άρθρο 529 αρ.  2), τα οποία  τελικώς δεν προσκόμισαν (λόγω της απουσίας τους).  Συνεπώς ο άνω λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως νομικά  αβάσιμος, αλλά  και ως αλυσιτελής.

Σύμφωνα με την παρ. 3 της διάταξης του άρθρου 254 ΚΠολΔ (ταυτόσημη ρύθμιση και υπό το Ν. 4335/2015), «η  υπόθεση εκδικάζεται από τον ίδιο δικαστή και από την ίδια σύνθεση δικαστών επί πολυμελών δικαστηρίων, εκτός αν τούτο είναι για φυσικούς ή νομικούς λόγους αδύνατο». Με την τελευταία αυτή διάταξη, και για τη διαφύλαξη της αμεσότητας της διαδικασίας, εισάγεται καταρχήν υποχρέωση εκδίκασης της υπόθεσης από την ίδια σύνθεση του δικαστηρίου, δηλαδή εκείνου που με την απόφασή του διέταξε την επανάληψη της συζητήσεως, εκτός αν αυτό είναι αδύνατο για νομικούς ή φυσικούς λόγους. Επομένως, η διάφορη σύνθεση του δικαστηρίου, κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, χωρίς να συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι, όπως προαγωγή, μετάθεση, θάνατος, παραίτηση, απόλυση του δικαστή, θεωρείται κακή σύνθεση και ιδρύει τον λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 559 αριθμ. 2 του Κ.Πολ.Δ. (Α.Π. 1404/2022, ΑΠ 1095/2020, Α.Π. 428/2020, Α.Π. 2016/2013, Α.Π. 834/2010).  Κατά μία άποψη περίπτωση εφαρμογής της διάταξης  του άρθρου 254 ΚΠολΔ, συντρέχει και, όταν μετά τη συζήτηση στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, αναβάλλεται η έκδοση οριστικής αποφάσεώς του, για τη διενέργεια  πραγματογνωμοσύνης ή συμπλήρωση αυτής (ΑΠ 1095/2020, ΑΠ 428/2020). Κατά άλλη άποψη, περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 254 του Κ.Πολ.Δ.  δεν υπάρχει, όταν, μετά τη συζήτηση στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, διατάσσονται, με μη οριστική (προδικαστική) απόφαση του, συμπληρωματικές αποδείξεις, όπως λ.χ. πραγματογνωμοσύνη και στην περίπτωση αυτή γίνεται όχι επανάληψη, αλλά ανασυζήτηση της υπόθεσης,  οπότε στη σύνθεση του Δικαστηρίου μπορεί να μετέχουν και άλλοι δικαστές (ΑΠ 187/2023, ΑΠ 712/2021, Α.Π. 689/2021, Α.Π. 1126/2019, Α.Π.1190/2017, Α.Π. 2006/2013 www.areiospagos.gr). Σε περίπτωση που η κακή σύνθεση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου είχε προβληθεί με λόγο έφεσης, ο οποίος απορρίφθηκε ρητά ή σιωπηρά, τότε, ελέγχεται η κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου με τον προβλεπόμενο από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. αναιρετικό λόγο, δηλαδή, για μη κήρυξη, παρά το νόμο, ακυρότητας (ΑΠ 20/2022). Στην προκείμενη περίπτωση οι εκκαλούντες με τον ταυτόσημο δεύτερο λόγο των εφέσεων τους  επικαλούνται ότι μη νόμιμα έλαβε χώρα η επαναλαμβανόμενη συζήτηση της υπόθεσης  στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς (επί της οποίας εκδόθηκε η οριστική εκκαλούμενη απόφαση)  με διάφορη σύνθεση σε σχέση με  την αρχική αυτής επί της οποίας εκδόθηκε η με αρ. 2586/2014 μη οριστική απόφαση, ενώ δεν συνέτρεξαν φυσικοί ή νομικοί λόγοι,  αφού δεν αναγράφονται στην εκκαλούμενη απόφαση ή τα πρακτικά αυτής.  Όμως οι εκκαλούντες δεν επικαλούνται ότι πράγματι στην  συγκεκριμένη περίπτωση δεν συνέτρεξε, στο πρόσωπο των Δικαστών που εξέδωσαν τη  μη οριστική απόφαση, νομικός ή φυσικός λόγος,  ως  συνέπεια του οποίου δεν ήταν δυνατή η συμμετοχή τους στο Δικαστήριο, που εξέδωσε την οριστική απόφαση, ώστε να στοιχειοθετείται μη νόμιμη συγκρότηση αυτού, χωρίς να αρκεί μόνη η μη αναγραφή (από ενδεχόμενη παραδρομή) του σχετικού κωλύματος στα πρακτικά ή την απόφαση για τη στοιχειοθέτηση της σχετικής πλημμέλειας (ΑΠ 20/2022 www.areiospagos.gr).  Σε κάθε περίπτωση από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης και από αυτεπάγγελτη έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου προκύπτουν τα εξής : Η αγωγή (από 31.3.2011 (αριθμ. εκθ. καταθ. …./2011) και η πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του εναγόμενου (από 19.10.2012   και αριθμ. εκθ. καταθ. …/2012)  συζητήθηκαν στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς) στη δικάσιμο αυτού της  17.1.2014, συγκροτούμενο από τους Δικαστές ………. Πρόεδρο Πρωτοδικών – Εισηγήτρια, …….. και ……… Πρωτοδίκες. Το άνω Δικαστήριο  με την με αρ. 2586/2014 απόφασή του διέταξε επανάληψη συζήτησης προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη και όρισε ως πραγματογνώμονα τη γραφολόγο ………… Συνεδρίασε εκ νέου στις 16.11.2018, συγκροτούμενο από τους Δικαστές ………, Πρόεδρο Πρωτοδικών, …….. και ……….. – Εισηγήτρια,  Πρωτοδίκες και με τη σύνθεση αυτή  εκδόθηκε η με αρ. 2916/2019 οριστική απόφαση.  Ήδη όμως, πριν την  ανωτέρω ημερομηνία η Πρόεδρος Πρωτοδικών ……., που ήταν και Εισηγήτρια είχε προαχθεί σε Εφέτη (από τις 11.8.2016, Απόφαση Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου  της  2ας Ιουνίου 2016), η Πρωτοδίκης ……… σε Πρόεδρο Πρωτοδικών (από τις 11.6.014, Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου  της 28.5.2014) ο δε Πρωτοδίκης ……….. είχε ορισθεί  τακτικός Ανακριτής στο Ε΄ ανακριτικό τμήμα (π.δ. της 27ης Σεπτεμβρίου 2018, ΦΕΚ  Γ’ 1139).   Στη διάταξη δε του ισχύοντος Εσωτερικού Κανονισμού του Πρωτοδικείου Πειραιώς (υπ’ αριθμ. 42/20 και 24−11−2015 απόφαση της Ολομέλειας του Πρωτοδικείου Πειραιώς, που επικυρώθηκε με την με αρ. 3/2016  Απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου (ΦΕΚ 813/28.3.2016), ορίζεται: «Ειδικές Διατάξεις. Αν έχει διαταχθεί αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων ή μαρτύρων (αρθρ. 245 του ΚΠολΔ) ή επανάληψη της συζητήσεως κατά το άρθρο 254 ΚΠολΔ για υποθέσεις αρμοδιότητας Μονομελούς Πρωτοδικείου οποιασδήποτε διαδικασίας, η υπόθεση μπορεί να ανατεθεί από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης στον ίδιο Δικαστή, είτε αυτός υπηρετεί στο ίδιο είτε σε άλλο Τμήμα. Η ανωτέρω διάταξη εφαρμόζεται μόνο για τις υποθέσεις που θα δικάζονται με την τακτική διαδικασία και με το προ του Ν. 4335/2015 δικονομικό καθεστώς». Συνεπώς, παρά το ότι από παραδρομή δεν αναγράφηκε σχετικώς  στα πρακτικά, εισαγωγικό μέρος και σκεπτικό της  με αρ. 2916/2019 οριστικής απόφασης  του άνω Δικαστηρίου, δεν ήταν δυνατή η συγκρότηση  του Δικαστηρίου στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση της 16.11.2018 για νομικούς λόγους (λόγω προαγωγής των δύο δικαστών και ορισμού καθηκόντων τακτικού ανακριτή στον τρίτο)  από τους ίδιους  Δικαστές που είχαν συμμετάσχει στη σύνθεση αυτού που εξέδωσε την με  αρ. 2586/2014 απόφαση,  η οποία είχε διατάξει επανάληψη συζήτηση και πραγματογνωμοσύνη (που – κατά την  μάλλον κρατούσα άποψη – συνιστά κατ΄ουσίαν προδικαστική απόφαση, ώστε να μην εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 245 παρ.3 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι   με βάση τον ισχύοντα Κανονισμό του Πρωτοδικείου Πειραιώς, που μεταξύ άλλων είχε προβλέψει τη δημιουργία αυτοτελούς πινακίου εκδικαζομένων υποθέσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4335/2015 και για το Πολυμελές Πρωτοδικείο  τέσσερα πολιτικά τμήματα, μόνο  για τις υποθέσεις Μονομελούς Πρωτοδικείου τακτικής διαδικασίας,  με το προ του Ν. 4335/2015 δικονομικό καθεστώς, ήταν δυνατός ο ορισμός του ιδίου Δικαστή στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, ανεξαρτήτως του τμήματος που υπηρετούσε. Κατόπιν αυτών ο άνω λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1718, 1721 παρ. 1 εδ. α΄ και 180 του ΑΚ συνάγεται ότι η ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία δεν έχει γραφεί ολόκληρη, χρονολογηθεί και υπογραφεί με το χέρι του διαθέτη, αλλά με το χέρι άλλου προσώπου, είναι άκυρη (ΑΠ 708/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1912/2014, ΑΠ 609/2014, ΑΠ 1336/2009). Την ακυρότητα αυτής μπορεί να προτείνει καθένας, που έχει άμεσο έννομο συμφέρον, όπως οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του διαθέτη, στους οποίους, λόγω της ακυρότητας της διαθήκης, περιέρχεται η κληρονομία του (ΑΠ 1337/2021, ΑΠ 195/2017, ΑΠ 708/2015, ΑΠ 103/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 729/2011, ΑΠ 1063/2006 ΤΝΠ  ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 409/2018). Ο επικαλούμενος τη διαθήκη δεν αρκεί να αποδείξει τη γνησιότητα της υπογραφής σ΄ αυτή, αλλά πρέπει να αποδείξει ότι και όλο το περιεχόμενο γράφτηκε ιδιοχείρως από τον διαθέτη. Η κήρυξη ως κυρίας της ιδιόγραφης διαθήκης δεν παράγει τεκμήριο γνησιότητας υπέρ εκείνου που την επικαλείται. Τότε μόνο αποτελεί τεκμήριο, μέχρις ανταποδείξεως, όταν από τη δημοσίευση της διαθήκης παρήλθε πενταετία, χωρίς στο μεταξύ να αμφισβητηθεί η γνησιότητα της διαθήκης σε δίκη μεταξύ κάποιου από αυτούς που αντλούν δικαιώματα απ΄ αυτή και κάποιου από αυτούς που βλάπτονται από την ύπαρξή της (άρθρο 1777 του ΑΚ, ΑΠ 707/2015 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 409/2018, ΕφΔωδ 1/2016). Το νόημα του μαχητού αυτού τεκμηρίου γνησιότητας συνίσταται στην ανατροπή του βάρους απόδειξης, δηλαδή, ενώ μέχρι τη συμπλήρωση της πενταετίας όποιος επικαλείται τη γνησιότητα της διαθήκης βαρύνεται και με την απόδειξή της, μετά την πάροδο της πενταετίας ανατρέπεται το βάρος της απόδειξης και αυτός που αμφισβητεί το κύρος της διαθήκης βαρύνεται να αποδείξει την έλλειψη γνησιότητας (ΑΠ 1595/2006, ΑΠ 1377/2006 ΝΟΜΟΣ). Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση της αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής για ακυρότητα της διαθήκης, λόγω της μη ιδιόχειρης γραφής και υπογραφής αυτής, όπου αρκεί μόνο η με την αγωγή αντιτασσόμενη γενική άρνηση του ενάγοντος κατά του προβαλλομένου, από τη διαθήκη, δικαιώματος του εναγομένου. Στην περίπτωση, δηλαδή, αυτή δεν είναι υποχρεωμένος ο ενάγων να αποδείξει την αναλήθεια των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν το δικαίωμα του εναγομένου, αλλά ο τελευταίος είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την αλήθεια των περιστατικών αυτών, δηλαδή την ιδιόχειρη, από τον διαθέτη, γραφή και υπογραφή της διαθήκης (ΑΠ 1337/2021, ΑΠ 726/2016, ΑΠ 618/2016, ΑΠ 708/2015, ΑΠ 1595/2006, ΕφΠειρ 409/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η προσβολή συγχρόνως της διαθήκης ως πλαστής δεν είναι αναγκαία, αφού αυτή είναι εξίσου άκυρη και όταν δεν είναι πλαστή, όπως συμβαίνει όταν έχει γραφεί από τρίτο με υπαγόρευση του διαθέτη. Όταν, όμως, προβάλλεται αυτοτελής ισχυρισμός για πλαστότητα της ιδιόγραφης διαθήκης, τα πραγματικά περιστατικά που τον στηρίζουν οφείλει να αποδείξει αυτός που τον προβάλλει (ΕφΑθ 399/2010, ΕφΑθ 2781/2008, Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, άρθρο 1721, αρ. 2).

Από την εκτίμηση της χωρίς όρκο κατάθεσης του ενάγοντος και των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων του εναγομένου και του προσθέτως παρεμβαίνοντος (βλ. τα με αρ. 8354/2012   πρακτικά συνεδρίασης επί της με αρ. 2586/2014 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά)  της από 16.6.2018 (αρ. ……../2018) έκθεσης δικαστικής πραγματογνωμοσύνης της γραφολόγου …….., που διενεργήθηκε δυνάμει της με αρ. 2586/2014 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, της με αρ. …./2022 έκθεσης γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης του γραφολόγου ……., που διενεργήθηκε κατόπιν της με αρ. 262/2021 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου και των λοιπών εγγράφων που προσκομίστηκαν με νόμιμη επίκληση από τον εφεσίβλητο, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά :  Στις 27.8.2007 απεβίωσε σε ηλικία 91 ετών η …………….., κάτοικος εν ζωή …… (….) και κατέλιπε ως  πλησιέστερους συγγενείς της τα ανίψια της, . ……………. . (ενάγοντα), ……. . ……………. . και . ……………. ., τέκνα των  προαποβιωσάντων αδελφών της θανούσας . ……………., οι δύο πρώτοι και του . …………….  ο τελευταίος, οι οποίοι καλούνται και ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι αυτής κατά ποσοστά ¼ οι δύο πρώτοι και ½ (2/4)  ο τρίτος (βλ. το με αρ. ……/3.6.2018 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών του Δημάρχου Πειραιά).  Κατόπιν αίτησης του εναγόμενου, με την με αρ. 654/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά  στις  10/7/2008 δημοσιεύτηκε και κηρύχθηκε κυρία η από 20/7/2006 ιδιόγραφη διαθήκη, που φερόταν ότι έχει συνταχθεί από την άνω αποβιώσασα, με την οποία εγκαθιστούσε ως κληρονόμους της  τον εναγόμενο, καθώς και τον ………. Κορινθίας.  Το περιεχόμενο της φερόμενης διαθήκης της ανωτέρω διαθέτιδος έχει ως κατωτέρω: «Όλη την περιουσία μου αφήνω στον ………. …. Κορινθίας. Ο .. ……………… θα πουλάει και θα κατασκευάζει στους ναούς του χωριού ότι αυτός νομίζει, χωρίς καμία απολύτως άδεια από δικαστήριο, Μητρόπολη η Εκκλησ. Συμβούλιο, αυτοκίνητο, καταθέσεις, κλειδιά αφήνω στον .. ……………. που με φροντίζει. – Πειραιάς 20 Ιουλίου 2006 ….» Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι στην κληρονομία της αποβιωσάσης περιλαμβάνονται τα κάτωθι δύο ακίνητα: 1. Μια παλαιά διώροφη πέτρινη οικοδομή με το οικόπεδο και την εν γένει περιοχή της που βρίσκεται στον Πειραιά, μέσα στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο και περιφέρεια του Δήμου Πειραιά και ειδικότερα στην οδό …., στην οποία φέρει τον αριθμό … (παλιότερα έφερε τον αριθμό ….), εκτάσεως, κατά τον παρακάτω αναφερόμενο τίτλο κτήσεις περίπου, 156 τετραγωνικών μέτρων ή 278 πήχεων τεκτονικών τετραγωνικών. Το παραπάνω οικόπεδο συνορεύει, σύμφωνα με τον παρακάτω αναφερόμενο τίτλο κτήσεως, ανατολικά με ιδιοκτησία ………, βόρεια με οικία …. και ήδη ……….., δυτικά με την οδό …. και νότια με οικία πρώην ………. ήδη κληρονόμων ………. Η παραπάνω οικία αποτελείται από ισόγειο όροφο, 78 τετραγωνικών μέτρων και πρώτο όροφο ομοίως  εμβαδού 78 τετραγωνικών μέτρων. 2. Μια αυτοτελή και ανεξάρτητη (κάθετη) ιδιοκτησία κτισμένη σε τμήμα του παρακάτω οικοπέδου της αποκλειστικής χρήσεως της, το οποίο οικόπεδο βρίσκεται μέσα στον υφιστάμενο, προ του 1923 οικισμό του Δημοτικού διαμερίσματος (πρώην Κοινότητας) … του Δήμου …. της Κορινθίας και έχει συνολική έκταση 1.694,2 τετραγωνικά μέτρα. Η παραπάνω οικοδομή αποτελείται από ανώγεια οικία εμβαδού 80 τετραγωνικών μέτρων και αποθήκη – σταύλο εμβαδού 80 τετραγωνικών μέτρων. Το παραπάνω τμήμα του όλου οικοπέδου της αποκλειστικής χρήσεως της οικοδομής αυτής, εμβαδού 794,20 τ.μ. συνορεύει, σύμφωνα με το παραπάνω σχεδιάγραμμα: ανατολικά στην πλευρά Α-Μ-Λ 25,50 μέτρων, συν 20,07 με κοινοτικό δρόμο, που έχει πλάτος 2.00 μέτρα, δυτικά στην πλευρά Β-Γ-Δ 23,70 μέτρων, συν 16,92 με ιδιοκτησία ……….., νότια στην πλευρά Α- 17,48 με το άλλο τμήμα του οικοπέδου και βόρεια στην πλευρά Α-Β, 16,30 μέτρων, με κοινοτικό δρόμο.  Ωστόσο από τα άνω αποδεικτικά μέσα, και ιδίως τις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης δεν αποδείχθηκε ότι η ανωτέρω ιδιόγραφη διαθήκη είναι γνήσια διαθήκη της διαθέτιδος, αλλά αντίθετα ότι  δεν έχει γραφεί και υπογραφεί με το χέρι αυτής. Ειδικότερα σύμφωνα με την με αρ. 264/2018 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της  γραφολόγου …………, η οποία ορίστηκε με την απόφαση του  πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κατά την συγκριτική αντιπαραβολή της γραφής της επίδικης διαθήκης με τη δειγματική γνήσια γραφή της θανούσας (σε 11 έγγραφα, από τα οποία τα 6 έχουν ημερομηνίες από   2002 έως 2004, ήτοι  χρονικά πλησίον της συνταχθείσας διαθήκης), διαπιστώθηκαν σημαντικές και επαναλαμβανόμενες διαφορές στη γενική εικόνα, στην ποιότητα χάραξης, στον ρυθμό αυτοματισμό, στην κλίση, στο μέγεθος/αναλογίες γραμματικών χαρακτήρων, στην ευθυγράμμιση, στις αποστάσεις,  στο σύστημα τονισμού, στο βαθμό και το είδος συνδέσεων, στην μορφή και τον  τρόπο σχηματισμού των γραμματικών χαρακτήρων που αποτελούν και τη φυσική τους ποικιλομορφία τους.  Επίσης από την αντιπαραβολή της αμφισβητούμενης ολόγραφης υπογραφής, που έχει τεθεί στην επίδικη διαθήκη με τις υπογραφές του συγκριτικού υλικού (σχηματισμένες επίσης ολογράφως) διαπιστώθηκαν διαφορές στη γενική εικόνα, την ποιότητα χάραξης, στο ρυθμό/αυτοματισμό, την κλίση των επιμέρους γραμμάτων και του συνολικού αναπτύγματος, στην ασκούμενη γραφική πίεση, στην ευθυγράμμιση, στις αποστάσεις και στη μορφή και τον τρόπο σχηματισμού των γραμματικών χαρακτήρων που την αποτελούν και τη φυσική ποικιλομορφία τους. Κατόπιν αυτών η άνω πραγματογνώμονας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επίδικη διαθήκη δεν έχει γραφεί και υπογραφεί με το χέρι της θανούσας. Αντίστοιχες είναι και οι διαπιστώσεις του πραγματογνώμονα ειδικού δικαστικού γραφολόγου   …………, ο οποίος ορίστηκε με την με αρ. 262/2021 μη οριστική  απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου. Ο ανωτέρω διαπίστωσε επίσης ουσιώδεις διαφορές της γνήσιας γραφής της θανούσας με την γραφή της επίδικης διαθήκης  και ορισμένες μερικές  ομοιότητες. Ειδικότερα,  ενώ στους γραμματικούς τύπους της γραφής του συγκριτικού υλικού παρατηρείται σειρά ομαδοποιήσεων και συνδέσεων οι γραμματικοί τύποι της υπό έλεγχο διαθήκης δεν συνδέονται μεταξύ τους, αλλά χαράσσονται, είτε ανεξάρτητα είτε μέσω τεχνητών συνδέσεων. Ακόμα, ενώ η γνήσια γραφή της θανούσας έχει προοδευτικά κατά βάση  δεξιά κλίση, παρατηρείται σ΄αυτή η χρήση τόσο πνευμάτων όσο και περισπωμένης, η υπό έλεγχο γραφή έχει κάθετη κατά  βάση κλίση,  δεν γίνεται σ΄αυτή η χρήση πνευμάτων και περισπωμένης, ενώ χαράσσονται επίσης σημεία στίξης  (τελεία και παύλα) που δεν συναντώνται στη γραφή του συγκριτικού υλικού.  Περαιτέρω και  η ολόγραφη υπογραφή που έχει τεθεί στην επίδικη διαθήκη σε σχέση με την (επίσης ολόγραφη)  υπογραφή της θανούσας στο συγκριτικό υλικό εμφανίζει διαφορές ως προς την κλίση των χαράξεων,  συνδέσεις μεταξύ των γραμμάτων,  τον τονισμό  και  τον σχηματισμό των γραμματικών  τύπων. Και ο ανωτέρω πραγματογνώμων καταλήγει στη συμπέρασμα ότι η από 20.7.2006 διαθήκη δεν έχει γραφεί και υπογραφεί από την θανούσα …………, αλλά   από άλλο άτομο σε προσπάθεια μίμησης του γραφικού- υπογραφικού της τύπου, επισημαίνοντας ότι στην υπό έλεγχο γραφή εντοπίζονται επιτηδευμένες χαράξεις και γραφολογικά γνωρίσματα, τα οποία στερούνται φυσικότητας και αυτοματισμών με έλλειψη ρυθμικής συνοχής. Στο ίδιο πόρισμα  καταλήγει και ο τεχνικός σύμβουλος του ενάγοντος ……….., στην από 6.3.2023 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης. Οι διαπιστώσεις αυτές δεν αναιρούνται από τα λοιπά (προσκομιζόμενα) αποδεικτικά μέσα και ειδικότερα μόνο από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων του εναγόμενου και προσθέτως παρεμβάντος, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Ο πρώτος από αυτούς κατέθεσε ότι η  θανούσα, που  φρόντιζε τα τελευταία έτη της ζωής της  ο εναγόμενος,  επιδείκνυε  ενδιαφέρον  για την εκκλησία του χωριού της (προσθέτως παρεμβαίνοντα Ιερό Ναό),  στην δε επίδικη διαθήκη αναγνώρισε τη γραφή της. Ο δεύτερος ανέφερε επίσης για τις φιλικές σχέσεις και τη μέριμνα του εναγόμενου για τη θανούσα και το ενδιαφέρον αυτής για τα ζητήματα της τοπικής εκκλησίας, με τα οποία  ασχολείτο και  ο εναγόμενος, εκφράζοντας την πεποίθησή του ότι η διαθήκη προέρχεται από τη θανούσα. Όμως οι ανωτέρω μάρτυρες στερούνται ειδικών γνώσεων, ώστε από μόνη την μαρτυρία τους δεν μπορεί να ανατραπούν οι παραδοχές των άνω πραγματογνωμοσυνών.  Κατόπιν αυτών η αγωγή  του ενάγοντος έπρεπε να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωρισθεί ότι η επίδικη διαθήκη   είναι άκυρη, λόγω του ότι  δεν έχει γραφεί και υπογραφεί από την θανούσα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο,  το οποίο  με την εκκαλούμενη απόφασή του έκανε δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη,  αναγνώρισε την ακυρότητα της από 20-7-2006 ιδιόγραφης διαθήκης της ………… και απέρριψε την  πρόσθετη παρέμβαση του (β) εκκαλούντος υπέρ του εναγόμενου, ορθά εφάρμοσε το νόμο κι εκτίμησε τις αποδείξεις, ώστε και οι λοιποί ταυτόσημοι λόγοι των εφέσεων των εκκαλούντων πρέπει να απορριφθούν και κατ΄επέκταση και οι  εφέσεις τους στο σύνολό τους ως αβάσιμες.  Σε βάρος των εκκαλούντων  θα πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου του παρόντος  βαθμού δικαιοδοσίας για κάθε έφεση (άρθρο 179, 183 και 191 ΚΠολΔ). Τέλος θα πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή των παραβόλων  των εφέσεων στο Δημόσιο Ταμείο, με αρ.  …………./2019 και  ………/2019 e – παραβόλων ποσών 150 € (άρθρο 495 αρ.4 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των  διαδίκων.

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις α) από 24.10.2019 με αρ. καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ …./2019 και β) από 24.10.2019, με αρ. καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2019 εφέσεις.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά τις εφέσεις και  απορρίπτει αυτές  κατ΄ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των   παραβόλων των εφέσεων  που αναφέρθηκαν στο σκεπτικό.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων των (Α) και (Β) εφέσεων τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των  εξακοσίων (600) € για κάθε έφεση.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 30/11/2023.

      Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ  ΕΦΕΤΩΝ         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κι αντ΄ αυτής, λόγω συνταξιοδοτήσεως και αναχωρήσεώς της η ορισθείσα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Κ.Σ, Γραμματεας

Δημοσιεύθηκε δε στον Πειραιά, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, με άλλη σύνθεση, λόγω του ότι η Εφέτης Χριστίνα Λίμουρα, απουσιαζει με αναρρωτική άδεια, αποτελούμενη από τους Δικαστές, Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Νικόλαο Κουτρούμπα και Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτες και με Γραμματέα την Κ.Σ, λόγω συνταξιοδοτήσεως και αναχωρήσεως της Γραμματέως Τ.Λ., με απόντες τους διαδίκους και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος-καλούντος-εφεσιβλήτου,  στις   8.1.2024.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΦΕΤΩΝ                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ