Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 67/2024

Αριθμός     67/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη  Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις    ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

 Α. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:   ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Κωνσταντίνο Κολοβό (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», η οποία εδρεύει στην Αθήνα (………… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Αναστασία Νταραντάνη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Β. ΑΝΤΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1)  Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», η οποία εδρεύει στην Αθήνα (………..) (ΑΦΜ ……….) και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) ………… και 3) ………. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Αναστασία Νταραντάνη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΑΝΤΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Κωνσταντίνο Κολοβό (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν α) ο ……… την με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2021 αγωγή και β) η ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «……………», ο ………. και η ……… την με ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2021) προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση-παρεμπίπτουσα αγωγή, επί των οποίων εκδόθηκε η υπ΄ αριθ.  1302/2022 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε εν μέρει την ως άνω υπό στοιχ (β) κύρια υπό στοιχ (α) ως άνω αγωγή και απέρριψε την προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση- παρεμπίπτουσα αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο υπό στοιχ Α ήδη εκκαλών με την από  21.6.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2022- ………./2022) έφεσή του και οι υπό στοιχ Β ήδη αντεκκαλούντες με την από  1.9.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2022) αντέφεσή τους. Δικάσιμος των ως άνω εφέσεως και αντεφέσεως  ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση (αριθ. εκθ. Καταθ.  ………23.6.2022) κατά της υπ΄αριθμ. 1302/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία συνεκδικάσθηκαν η από 16.4.2021 κύρια αγωγή και η από 31.5.2021 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση και παρεμπίπτουσα αγωγή κατά την διαδικασία των περιουσιακών – αυτοκινητικών διαφορών (άρθρο 614 παρ.1 ΚπολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε άλλωστε προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως (άρθρα 495, 499, 511, 513 παρ. 1 εδ. β`, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 Κπολ.Δ.). Εξ άλλου, η έφεση  αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ), και για το παραδεκτό της έχει κατατεθεί και το υπ΄αριθμ. …………… νόμιμο παράβολο (άρθρ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ.,  όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρ. 35 παρ. 2 ν. 4446/2016, ΦΕΚ Α 240/22-12-2016),  Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την αυτή ως άνω  διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρα 524παρ. 1, 532, 533 παρ. 1 ΚπολΔ.).

Κατά τη διάταξη του άρθρου 523 παρ.1 ΚΠολΔ, ο εφεσίβλητος μπορεί και αφού περάσει η προθεσμία της έφεσης, να ασκήσει αντέφεση ως προς τα κεφάλαια της απόφασης που προσβάλλονται με την έφεση και ως προς εκείνα που συνέχονται αναγκαστικά με αυτά, και αν ακόμη αποδέχθηκε την απόφαση ή παραιτήθηκε από την έφεση. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με τη διάταξη της παρ.3 του ίδιου άρθρου, που προβλέπει την τύχη της αντέφεσης όταν απορρίπτεται για τυπικούς λόγους η έφεση, σαφώς προκύπτει ο παρεπόμενος χαρακτήρας της αντέφεσης έναντι της έφεσης του αντιδίκου (ΟλΑΠ 180/1979), με συνέπεια για την άσκηση αντέφεσης να νομιμοποιείται ενεργητικά μόνο ο εφεσίβλητος και παθητικά μόνο ο εκκαλών (ΑΠ 1174/2009). Εξάλλου σύμφωνα με το άρθρο 75 παρ.1 ΚΠολΔ, που ορίζει τη λειτουργία της απλής ομοδικίας, κάθε ομόδικος, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ενεργεί στη δίκη ανεξάρτητα από τους άλλους. Οι πράξεις και οι παραλείψεις κάθε ομοδίκου δεν βλάπτουν, ούτε ωφελούν τους άλλους. Έτσι, επί απλής ομοδικίας, η οποία ιδρύεται και επί περισσότερων υποχρέων  προς αποζημίωση εξ αδικοπραξίας ή εκ του νόμου (ΑΠ 244/2019), ο εφεσίβλητος ομόδικος ασκεί χωριστή ή κοινή με τους λοιπούς εφεσίβλητους αντέφεση, αλλ’ όμως ο απλός ομόδικος που δεν είναι εφεσίβλητος δεν μπορεί να ασκήσει αντέφεση  ΑΠ1513/2021, ΕφΑθ 3162/2017). Εξάλλου, κατά το άρθρο 591 παρ. 1 εδ. ζ ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του ν. 4335/2015, οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης και η αντέφεση στις ειδικές διαδικασίες, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι περιουσιακές διαφορές στις οποίες υπάγονται και οι διαφορές για ζημιές από αυτοκίνητο και από τη σύμβαση ασφάλισής του (άρθρ. 614 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του ν. 4335/2015) ασκούνται, μόνον, με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και αφού συνταχθεί έκθεση κάτω από αυτό, κοινοποιείται στον αντίδικο οκτώ (8) ημέρες πριν από τη συζήτηση της εφέσεως. Η αντέφεση, θα πρέπει να αναφέρεται στα κεφάλαια της αποφάσεως που έχουν εκκληθεί με την έφεση του αντιδίκου ή σε αναγκαίως με αυτά συνεχόμενα κεφάλαια, δηλαδή η άσκησή της πρέπει να βρίσκεται μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως (άρθρ. 522 ΚΠολΔ), αφού με την άσκησή της δεν μεταβιβάζεται στο σύνολό της η υπόθεση στο Εφετείο, αλλά, μόνον, κατά τα διαγραφόμενα με την έφεση όρια (ΟλΑΠ 10/2015, ΑΠ 1061/2015, ΑΠ 729/2013, ΑΠ 214/2000, ΝΟΜΟΣ). Κατά την έννοια του άρθρ. 523 παρ. 1 ΚΠολΔ, κεφάλαιο είναι κάθε οριστική διάταξη της πρωτόδικης αποφάσεως που κρίνει για το παραδεκτό ή το βάσιμο κάθε αυτοτελούς αιτήσεως παροχής έννομης προστασίας, η οποία εισάγει αντίστοιχα ένα ιδιαίτερο αντικείμενο δίκης, διαφοροποιούμενο από τα λοιπά είτε ως προς το αίτημα είτε ως προς την ιστορική βάση, είτε ως προς αμφότερους τους παράγοντες που το οριοθετούν (ΑΠ 207/2017, ΑΠ 1116/2013, ΝΟΜΟΣ). Αντίθετα πρόκειται για το αυτό αντικείμενο δίκης και επομένως και για το αυτό κεφάλαιο της αποφάσεως, όταν υπάρχει ταύτιση τόσο ως προς το αίτημα όσο και ως προς την ιστορική βάση (ΑΠ 1061/2015, ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω, η εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία “…………”, καθώς και οι ……. και …….. με το από 1.9.2022 (αριθμ. κατ. ……./2022) ιδιαίτερο δικόγραφό τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, στις 5.9.2022 και έχει επιδοθεί στον αντεφεσίβλητο-εκκαλούντα, οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ορισθείσα δικάσιμο της 8ης Δεκεμβρίου 2022 (βλ. την υπ’ αριθμ. ………/7.9.2022 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Αθηνών, ……….) άσκησαν αντέφεση κατά της αυτής ως άνω αποφάσεως που προσβάλλεται με την έφεση. Η αντέφεση, με τους λόγους της οποίας προσβάλλονται τόσο τα κεφάλαια της εκκαλουμένης που προσβάλλονται και με την έφεση, (ήτοι α) της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης προκληθείσης από τις υλικές ζημίες και την συνεπεία του ενδίκου ατυχήματος αναπηρία του ενάγοντος λόγω ρήξης του σπληνός και β) της ιδιαίτερης αποζημίωσης του άρθρου 931 ΑΚ), όσο και το αυτοτελές κεφάλαιο της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης προκληθείσης στον ενάγοντα από την έτερη σωματική του βλάβη του αριστερού άκρου ποδός (ρήξη εμπρόσθιου και οπίσθιου χιαστού), είναι ως προς την αντεκκαλούσα – εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία παραδεκτή και νόμιμη (άρθρο 523 § 1 ΚΠολΔ, Ολ. ΑΠ 10/2015 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ), μόνον ως προς τα δύο πρώτα κεφάλαιά της που προσβάλλονται και με την έφεση. Αντιθέτως, κατά το μέρος που προσβάλλεται το τρίτο ως άνω αυτοτελές κεφάλαιο της εκκαλουμένης και αντίστοιχα της αγωγής, με το οποίο ζητούνταν χρηματική ικανοποίηση 30.000 ευρώ λόγω ηθικής βλάβης προκληθείσης στον ενάγοντα ειδικά εκ της σωματικής βλάβης του αριστερού άκρου ποδός και των μελλοντικών χειρουργικών επεμβάσεων που θα απαιτηθούν για την αποκατάστασή της, το οποίο απερρίφθη με την εκκαλουμένη ως αόριστο, η αντέφεση τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη, διότι το κεφάλαιο αυτό δεν προσβάλλεται με την έφεση, ούτε συνέχεται με τα προσβαλλόμενα κεφάλαιά της διότι έχει διάφορη ιστορική αιτία και αυτοτελές αίτημα.  Επομένως, ως προς την αντεκκαλούσα αυτή η αντέφεση, η οποία έχει ασκηθεί, σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρο 591 παρ.1 εδ. ζ’ του ΚΠολΔ) πρέπει, κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς την  βασιμότητα των λόγων της, συνεκδικαζόμενη με την έφεση λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρο 246 ΚΠολΔ).  Αντιθέτως, ως προς τους λοιπούς αντεκκαλούντες, (………. και ……….), κατά των οποίων δεν στρέφεται η έφεση, αλλά ούτε και ήταν αντίδικοι του εκκαλούντα στην ένδικη υπόθεση, η αντέφεση πρέπει, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην μείζονα σκέψη, να απορριφθεί ως απαράδεκτη ελλείψει ενεργητικής νομιμοποίησης. Δικαστικά έξοδα σε βάρος των αντεκκαλούντων, δεν επιβάλλονται, δεδομένου ότι ο αντεφεσίβλητος ενάγων δεν υποβλήθηκε σε δικαστικά έξοδα από την άσκηση της. Ειδικότερα αναφορικά με την συμμετοχή των αντεκκαλούντων αυτών στην παρούσα δίκη πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Όπως προκύπτει από την επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων η ένδικη διαφορά άρχισε με την άσκηση ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου από τον εκκαλούντα ……… της από 16.4.2021 αγωγής με αντικείμενο την αναγνώριση ποσού αποζημίωσης για θετικές ζημίες, για πρόσθετη χρηματική παροχή του άρθρου 931 ΑΚ και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, συνεπεία του τραυματισμού του σε τροχαίο ατύχημα από αυτοκίνητο που οδηγούσε ο πρώτος εναγόμενος ………., ιδιοκτησίας της δεύτερης εναγομένης ………., το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική τους ευθύνη στην τρίτη εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία “……………”. Στην συνέχεια άπαντες οι εναγόμενοι της άνω κύριας αγωγής άσκησαν εναντίον του μη διαδίκου …….. και της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “…………” την από 31.5.2021 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση και παρεμπίπτουσα αγωγή τους, με την οποία καλούσαν τους καθ΄ων η ανακοίνωση – προσεπικαλούμενους και παρεμπιπτόντως εναγομένους να παρέμβουν στην ανοιγείσα με την κύρια αγωγή δίκη και ζητούσαν, όπως, σε περίπτωση ευδοκιμήσεως της κύριας αγωγής,  αναγνωρισθεί (μετά τον νόμιμο περιορισμό του αιτήματός τους), ότι οι παρεμπιπτόντως εναγόμενοι οφείλουν να τους καταβάλλουν ό,τι αυτοί θα υποχρεωθούν να καταβάλλουν στον ενάγοντα της κύριας αγωγής, για τους λόγους που αναφέρονταν στο δικόγραφό τους. Κατά την δικάσιμο της 8.10.2021 που συζητήθηκαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο  οι δύο ως άνω υποθέσεις, ο ενάγων στην κύρια αγωγή και ήδη εκκαλών παραιτήθηκε του δικογράφου του ως προς τους εναγόμενους …….. και ………., (οδηγό και ιδιοκτήτρια αντίστοιχα του φερομένου ως ζημιογόνου αυτοκινήτου), οι δε τελευταίοι, (καθώς και η παρεμπιπτόντως συνενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία), παραιτήθηκαν από την  ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση και παρεμπίπτουσα αγωγή τους μόνο ως προς τον πρώτο των καθ΄ων – προσεπικαλούμενο και παρεμπιπτόντως εναγόμενο  ………… Επομένως, ως προς τους παραπάνω εναγομένους τόσο  στην κύρια αγωγή όσο και στην παρεμπίπτουσα τα αντίστοιχα δικόγραφα θεωρούνται ότι δεν ασκήθηκαν, όπως δέχθηκε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Η παραίτηση του εκκαλούντα ενάγοντα από το δικόγραφο της αγωγής του ως προς τους αντεκκαλούντες . …. και ………. επιφέρει την αναδρομική κατάργηση της εκκρεμοδικίας που ανοίχθηκε με την κύρια αγωγή του, η οποία συμπαρασύρει αυτόματα και την, μη αυτοτελή εν προκειμένω, παρεμπίπτουσα αγωγή των τελευταίων, η οποία θεωρείται σαν να μην ασκήθηκε ως προς όλους τους παρεμπιπτόντως εναγομένους Παρά ταύτα, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, προχώρησε στην συνεκδίκασή της με την κύρια αγωγή και απέρριψε την τελευταία ως αβάσιμη στην ουσία της. Κατόπιν αυτών, ναι μεν οι ως άνω αντεκκαλούντες συμμετείχαν στην πρωτοβάθμια δίκη, αλλά μόνον ως διάδικοι στην παρεμπίπτουσα αγωγή τους με αντίδικό τους την παρεμπιπτόντως εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, ενώ  δεν ήταν διάδικοι στην καταγόμενη με την έφεση προς κρίση κύρια αγωγή, η οποία άλλωστε (έφεση) δεν στρέφεται κατ΄αυτών. Εξ άλλου, η αντέφεση ως προς τους αντεκκαλούντες αυτούς, η οποία ασκήθηκε πριν την εκπνοή της προθεσμίας για την έφεση, δεν μπορεί να ισχύσει ούτε ως έφεση, δεδομένου ότι οι λόγοι της, που αποκρούουν τους λόγους της εφέσεως,  δεν συνδέονται με το αντικείμενο της προσεπίκλησης και της παρεμπίπτουσας αγωγής τους, ούτε άλλωστε η ανέφεση στρέφεται κατά της παρεμπιπτόντως εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας “……….”, η οποία ήταν και η μόνη αντίδικός τους στην πρωτοβάθμια δίκη.

Α) Με την από 16.4.2021 αγωγή του, που ο ενάγων και ήδη εκκαλών άσκησε ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου εναντίον των ……….., ……….., (ως προς τους οποίους παραιτήθηκε από το δικόγραφό του με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου), και κατά της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “…………..”, ισχυρίσθηκε ότι την 30.11.2020 ο πρώτος εξ αυτών ……….., οδηγώντας το υπ΄αριθμ. ….. ΙΧΕ αυτοκίνητο επί της  οδού Κορίνθου στην Νίκαια Αττικής, το οποίο ήταν ιδιοκτησίας της δεύτερης εναγομένης …….. και ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική της ευθύνη στην τρίτη εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία “………”, προκάλεσε από αποκλειστική υπαιτιότητά του οδικό τροχαίο ατύχημα υπό τις συνθήκες που περιγράφονται στην αγωγή του, κατά το οποίο καταστράφηκε ολοσχερώς η υπ΄αριθμ. ……… δίκυκλη μοτοσυκλέτα ιδιοκτησίας του και τραυματίσθηκε σοβαρά ο ίδιος, με συνέπεια την μόνιμη μερική αναπηρία του. Ζητούσε δε, μετά τον νόμιμο περιορισμό του αρχικά καταψηφιστικού αιτήματός του, να αναγνωρισθεί, ότι η εναγόμενη οφείλει να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 156.429,47 ευρώ, αναλυόμενο ως εξής α) ποσό 500 ευρώ για την ολοσχερή καταστροφή του οχήματός του, β) ποσό 4.000 ευρώ για την πρόσληψη οικιακής βοηθού, γ) ποσό 250 ευρώ για βελτιωμένη διατροφή, δ) ποσό 1.679 ευρώ για απώλεια εισοδήματος, ε) ποσό 70.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που  υπέστη από τις υλικές ζημίες  και  την μόνιμη μερική αναπηρία του, στ) ποσό 30.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη  που θα υποστεί από την απαιτούμενη μελλοντικά χειρουργική αποκατάσταση της εκ του ατυχήματος ρήξης του πρόσθιου και οπίσθιου χιαστού αριστερού άκρου ποδός και ζ) ποσό 50.000 ευρώ ως πρόσθετη χρηματική παροχή κατ΄άρθρο 931 ΑΚ συνεπεία της μόνιμης αναπηρίας του.

Β) Με την από 31.5.2021 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή τους, που άσκησαν ενώπιον του αυτού ως άνω δικαστηρίου η εναγομένη στην κύρια αγωγή και ήδη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία “………..”, καθώς και οι ……….. και  ……….., (ως προς τους οποίους ο ενάγων της κύριας αγωγής παραιτήθηκε του δικογράφου του), εναντίον του ………. και της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “…………”, αναφερόμενοι στο ίδιο ως άνω βιοτικό συμβάν, ισχυρίσθηκαν ότι αποκλειστικά υπαίτιος, άλλως συνυπαίτιος στην πρόκληση του ενδίκου ατυχήματος σε ποσοστό 60% ήταν ο οδηγός και ιδιοκτήτης του υπ΄άριθμ. ……… ΙΧΕ αυτοκινήτου ……….., ο οποίος στάθμευσε παράνομα το αυτοκίνητό του επί της οδού Αγίας Σοφίας στην Νίκαια και με τρόπο που παρεμπόδιζε την ορατότητα στους κινούμενους επί της οδού Κορίνθου οδηγούς στο σημείο αμέσως πριν την συμβολή της με την οδό Αγίας Σοφίας. Εκθέτοντας δε περαιτέρω, ότι το εν λόγω όχημα ήταν ασφαλισμένο στην δεύτερη εναγομένη ως άνω ασφαλιστική εταιρεία,  καλούσαν, (μετά την παραίτηση από το δικόγραφό τους ως προς τον …………), την προσεπικαλούμενη ασφαλιστική εταιρεία να παρέμβει στην ανοιγείσα μεταξύ αυτών και του ενάγοντα κύρια δίκη και, ζητούσαν, σε περίπτωση ευδοκίμησης της εναντίον τους κύριας αγωγής, να αναγνωρισθεί ότι η παρεμπιπτόντως εναγομένη, οφείλει να τους καταβάλει ό,τι αυτοί θα υποχρεωθούν να καταβάλουν στον ενάγοντα της κύριας αγωγής.

Επί της αγωγής και της προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής, οι οποίες συνεκδικάσθηκαν από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, εκδόθηκε η εκκαλουμένη  απόφασή του, η οποία, έκρινε νόμιμη την προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, καθώς και την κύρια αγωγή ως προς τα λοιπά αιτήματά της, πλην του υπό στοιχεία στ΄ κονδυλίου της  (χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη  ποσού 30.000 ευρώ), το οποίο απερρίφθη ως αόριστο. Ακολούθως, αφού απέρριψε την παρεμπίπτουσα αγωγή ως αβάσιμη στην ουσία της, καθώς και τα υπό στοιχεία γ΄ και δ΄ κονδύλια της κύριας αγωγής (περί βελτιωμένης διατροφής και απώλειας εισοδημάτων),  έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή κατά τα λοιπά, και επιδίκασε στον ενάγοντα τα αναφερόμενα σαυτή ποσά.

Κατά της αποφάσεως αυτής, και μόνον ως προς τις διατάξεις της που αφορούν τα κεφάλαια της κύριας αγωγής περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης από τις υλικές ζημίες και την μόνιμη μερική αναπηρία του ενάγοντα και της πρόσθετης εκ του άρθρου 931 ΑΚ χρηματικής παροχής), παραπονούνται ήδη ο εκκαλών – ενάγων με την έφεσή του και η αντεκκαλούσα – εναγομένη με την αντέφεσή της για λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της κατά το μέρος που προσβάλλεται με την έφεση, και δη ο μεν ενάγων προκειμένου να  γίνει καθ΄ ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαιά της, η δε εναγομένη προκειμένου αυτά να απορριφθούν

Κατά τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ για το ορισμένο του αγωγικού αιτήματος περί επιδικάσεως ιδιαίτερης αποζημιώσεως κατά το άρθρο 931 ΑΚ, πρέπει να εκτίθενται στο δικόγραφο της αγωγής συγκεκριμένα στοιχεία, τα οποία συγκροτούν τις έννοιες της αναπηρίας ή της παραμορφώσεως, αλλά και τα προσδιοριστικά της αποζημιώσεως αυτής στοιχεία, τα οποία ανάγονται στις ιδιαίτερες ικανότητες, την ηλικία, τις συνθήκες ζωής κ.λ.π. του παθόντος και διακρίνουν την εν λόγω αξίωση από εκείνες των άρθρων 929 και 932 ΑΚ (ΑΠ 1399/2017, ΑΠ 361/2016, ΤΝΠΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, ο εκκαλών – ενάγων με την ένδικη αγωγή του και το συναφές κεφάλαιό της που αφορά την επιδίκαση πρόσθετης χρηματικής παροχής λόγω μόνιμης αναπηρίας, εκθέτει στην αγωγή του τόσο τα περιστατικά που συγκροτούν την αναπηρία του, προσδιορίζοντας ειδικότερα, ότι συνεπεία του ενδίκου ατυχήματος υπέστη ρήξη σπληνός και υποβλήθηκε σε χειρουργική σπληνεκτομή, με τις εντεύθεν συνέπειες στο ανοσολογικό και αιμοποιητικό σύστημα του οργανισμού του, τις οποίες εντοπίζει στην απουσία των αντίστοιχων λειτουργιών του ζωτικού αυτού οργάνου, (παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων, λειτουργία ως φίλτρο που καθαρίζει το αίμα από γηρασμένα ή παθογόνα ερυθρά αιμοσφαίρια, συμμετοχή στο μεταβολισμό του σιδήρου, αποθήκευση λευκών αιμοσφαιρίων και αιμοπεταλίων και πρωταρχικός ρόλος του στην ανοσία του οργανισμού), όσο και τα προσδιοριστικά στοιχεία της αποζημιώσεως που επιζητεί, αναφέροντας την ηλικία του (36 ετών), το επάγγελμά του (διανομέας) και την έλλειψη ειδικών γνώσεων για την άσκηση άλλου παρεμφερούς επαγγέλματος. Σύμφωνα δε με τα αναφερόμενα στην άνω νομική σκέψη, δεν απαιτούνταν για το ορισμένο του δικογράφου της περαιτέρω στοιχεία, και μάλιστα αναφορά στην πιστοποίηση της αναπηρίας του εκκαλούντα από το ΚΕΠΑ, ή από άλλη ιατρική βεβαίωση, όπως αβάσιμα υποστηρίζει η αντεκκαλούσα με το πρώτο σκέλος του δευτέρου λόγου της αντεφέσεως. Επομένως, ορθά το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ορισμένη την αγωγή κατά το κεφάλαιό της αυτό και ο  ως άνω λόγος της αντεφέσεως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος στην ουσία του.

Ι) Σύμφωνα με το άρθρο 932 του ΑΚ “Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης”. Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί, ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι` αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών. Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, υπό την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας,  (Ολ. ΑΠ 9/2015, ΑΠ 548/2021, ΑΠ 525/2021, ΑΠ 553/2019, ΑΠ 1207/2017).

ΙΙ) Κατά τη διάταξη του άρθρου 931 του ΑΚ “η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης αν επιδρά στο μέλλον του”. Ως “αναπηρία” θεωρείται κάποια έλλειψη της σωματικής, νοητικής ή ψυχικής ακεραιότητας του προσώπου, ενώ ως “παραμόρφωση” νοείται κάθε ουσιώδης αλλοίωση της εξωτερικής εμφάνισης του προσώπου, η οποία καθορίζεται όχι αναγκαίως κατά τις απόψεις της ιατρικής, αλλά κατά τις αντιλήψεις της ζωής. Περαιτέρω, ως “μέλλον” νοείται η επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του προσώπου. Δεν απαιτείται βεβαιότητα δυσμενούς επιρροής της αναπηρίας ή παραμόρφωσης στο μέλλον του προσώπου. Αρκεί και απλή δυνατότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Στον επαγγελματικό -οικονομικό τομέα η αναπηρία ή η παραμόρφωση του ανθρώπου, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, αποτελεί αρνητικό στοιχείο στα πλαίσια του ανταγωνισμού και της οικονομικής εξέλιξης και προαγωγής του. Οι δυσμενείς συνέπειες είναι περισσότερο έντονες σε περιόδους οικονομικών δυσχερειών και στενότητας στην αγορά εργασίας. Οι βαρυνόμενοι με αναπηρία ή παραμόρφωση μειονεκτούν και κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός εργασίας έναντι των υγιών συναδέλφων τους. Η διάταξη του άρθρου 931 του ΑΚ προβλέπει επιδίκαση από το Δικαστήριο χρηματικής παροχής στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση, εφόσον συνεπεία αυτών επηρεάζεται το μέλλον του. Η χρηματική αυτή παροχή δεν αποτελεί αποζημίωση, εφόσον η τελευταία εννοιολογικά συνδέεται με την επίκληση και απόδειξη ζημίας περιουσιακής, δηλαδή διαφοράς μεταξύ της περιουσιακής κατάστασης μετά το ζημιογόνο γεγονός και εκείνης που θα υπήρχε χωρίς αυτό. Εξάλλου, η ένεκα της αναπηρίας ή παραμόρφωσης ανικανότητα προς εργασία, εφόσον προκαλεί στον παθόντα περιουσιακή ζημία αποτελεί βάση αξίωσης προς αποζημίωση που στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 929 του ΑΚ (αξίωση διαφυγόντων εισοδημάτων). Όμως, η αναπηρία ή η παραμόρφωση ως τοιαύτη δεν σημαίνει κατ` ανάγκη πρόκληση στον παθόντα περιουσιακής ζημίας. Δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη ότι η αναπηρία ή η παραμόρφωση θα προκαλέσει στον παθόντα συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία. Είναι όμως βέβαιο ότι η αναπηρία ή η παραμόρφωση, ανάλογα με το βαθμό της και τις λοιπές συντρέχουσες περιστάσεις (ηλικία, φύλο, κλίσεις και επιθυμίες του παθόντος), οπωσδήποτε θα έχει δυσμενή επίδραση στην κοινωνική – οικονομική εξέλιξη τούτου, κατά τρόπο όμως που δεν δύναται επακριβώς να προσδιορισθεί. Η δυσμενής αυτή επίδραση είναι δεδομένη και επομένως δεν δικαιολογείται εμμονή στην ανάγκη προσδιορισμού του ειδικού τρόπου της επιδράσεως αυτής και των συνεπειών της στο κοινωνικό – οικονομικό μέλλον του παθόντος. Προέχον και κρίσιμο είναι το γεγονός της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης ως βλάβης του σώματος ή της υγείας του προσώπου, δηλαδή ως ενός αυτοτελούς έννομου αγαθού, που απολαύει και συνταγματικής προστασίας σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 6 του άρθρου 21 του Συντάγματος, όχι μόνο στις σχέσεις των πολιτών προς το Κράτος, αλλά και στις μεταξύ των πολιτών σχέσεις, χωρίς αναγκαία η προστασία αυτή να συνδέεται με αδυναμία πορισμού οικονομικών ωφελημάτων ή πλεονεκτημάτων. Έτσι, ορθότερη κρίνεται η ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 931 του ΑΚ, που την καθιστά εφαρμόσιμη, σύμφωνα με την οποία προβλέπεται από τη διάταξη αυτή η επιδίκαση στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση ενός εύλογου χρηματικού ποσού ακριβώς λόγω της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, η οποία άλλωστε και δεν δύναται να προσδιορισθεί. Επομένως, το ποσό που δικαιούται ο παθών κατά το άρθρο 931 του ΑΚ, δεν υπολογίζεται με τα μέτρα της αποζημίωσης, αλλά εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστή να το καθορίσει κατά δίκαιη κρίση σε εύλογο χρηματικό ποσό, με βάση αφενός το είδος, την έκταση και τις συνέπειες της αναπηρίας ή παραμόρφωσης του παθόντος και αφετέρου την ηλικία, το φύλο, τις κλίσεις του παθόντος και τον βαθμό συνυπαιτιότητάς του (ΑΠ 842/2018, ΑΠ 91/2017, ΤΝΠΝΟΜΟΣ).

Από την επανεκτίμηση των καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάσθηκαν ενόρκως ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με  την εκκαλουμένη πρακτικά του, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που προσκομίζονται με επίκληση από τους διαδίκους, τα οποία λαμβάνονται υπόψιν είτε προς άμεση ή έμμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3 , 339 και 395 του ΚΠολΔ – ΑΠ 60/2008, ΑΠ 1201/2007 Νόμος), για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία παρακάτω, χωρίς, όμως, να αγνοείται η σημασία και η σπουδαιότητα των υπολοίπων και χωρίς να παραλείπεται κανένα, κατά την επανεκτίμηση της ουσίας της διαφοράς (ΑΠ 1697/2010 Δημ. Νόμος, ΑΠ 211/2006 ΝοΒ 54.849, ΑΠ 1659/2005 ΔΕΕ 2006,173, ΑΠ 250/2000 ΕλλΔνη 41.980), τις φωτογραφίες των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (444 αριθμ. 3, 448 παρ. 2, 457 παρ. 4 ΚπολΔ), τις επιμέρους ομολογίες των διαδίκων, στα σημεία που ειδικά αναφέρονται στη συνέχεια (άρθρο 261 του ίδιου κώδικα), και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 § § 3,4 του ΚπολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Στις 30.11.2020 ο εκκαλών – αντεφεσίβλητος, επιβαίνοντας στην υπ΄αριθμ. ………. δίκυκλη μοτοσυκλέτα 124 cc, ιδιοκτησίας του και κινούμενος επί της οδού Αγίας Σοφίας στην περιοχή Νίκαιας Αττικής ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα με το υπ΄αριθμ. ………. ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της ………., το οποίο οδηγούσε ο …….. και ήταν ασφαλισμένο στην εφεσίβλητη – αντεκκαλούσα ασφαλιστική εταιρεία Από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κρίθηκε, και κατά τούτο δεν προσβάλλεται η απόφασή του με την έφεση και την αντέφεση, ότι αποκλειστικά υπαίτιος του ενδίκου ατυχήματος ήταν ο οδηγός του ΙΧΕ αυτοκινήτου  ……….., ο οπoίος, κινούμενος επί της οδού Κορίνθου στην ίδια περιοχή, παραβίασε την υπάρχουσα στην συμβολή της οδού αυτής με την οδό Αγίας Σοφίας σήμανση υποχρεωτικής διακοπής της πορείας του Ρ-2 (stop). Από το εν λόγω ατύχημα, πέραν των υλικών ζημιών, για τις οποίες αποφάνθηκε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, χωρίς, επίσης, να προσβάλλεται κατά τούτο η απόφασή του με την έφεση, τραυματίσθηκε σοβαρά ο εκκαλών, ο οποίος διακομίσθηκε την ίδια ημέρα με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο Γενικό Νοσοκομείο Θριάσιο Ελευσίνας. Από τον κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο διαπιστώθηκε ότι έπασχε από Αιμοπεριτόναιο και ρήξη σπληνός, αιτία για την οποία οδηγήθηκε άμεσα στο χειρουργείο και υποβλήθηκε σε λαπαροτομία – σπληνεκτομή. Παρέμεινε στο νοσοκομείο μέχρι την 10.12.2020, οπότε και εξήλθε με σύσταση για αναρρωτική άδεια 30 ημερών και οδηγίες άμεσου εμβολιασμού μέχρι τις 14.12.2020 για πνευμονιόκοκκο, αιμόφιλο και μηνιγγιτιδόκοκκο, καθώς και επανεξέταση της αντιαιμοπεταλικής και αντιλιπιδαιμικής αγωγής (σχετ. η από 10.12.2020 ιατρική βεβαίωση – γνωμάτευση και το από 10.12.2020 ενημερωτικό σημείωμα εξόδου ασθενούς του επίκουρου ιατρού χειρουργού του παραπάνω νοσοκομείου ……. και τα από  25.1.2021 αντίγραφα εισιτηρίου και εξιτηρίου του τμήματος Κίνησης Ασθενών του ιδίου νοσοκομείου). Την 13.1.2021 ο εκκαλών υπεβλήθη σε μαγνητική τομογραφία αριστερού γόνατος, από την οποία διαπιστώθηκε, ως επιπρόσθετη συνέπεια του ενδίκου ατυχήματος, μερική ρήξη του πρόσθιου χιαστού και πλήρης ρήξη του οπίσθιου χιαστού. Εξ αιτίας του παραπάνω τραυματισμού του, και ειδικότερα εξαιτίας της σπληνεκτομής, του χορηγήθηκε τρίμηνη (μέχρι και την 27.3.2019) διαδοχική αναρρωτική άδεια από τους ιατρούς του ΙΚΑ, που παρακολουθούσαν την εξέλιξη της υγείας του, ενώ, όπως κατέθεσε η συζυγός του στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, απαιτήθηκε να νοσηλευτεί και στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο, συνεπεία δευτερογενούς βλάβης του στομάχου (γαστρορραγία), απότοκο της φαρμακευτικής αγωγής που λάμβανε. Πριν από το ένδικο ατύχημα, ο εκκαλών, ο οποίος ήταν κατά το χρόνο του ατυχήματος 36 ετών και υγιής, εργαζόταν σε καφετέρια ως διανομέας (delivery) και τα εισοδήματά του, ανέρχονταν στο ποσό των 340 ευρώ τον μήνα Με το ποσό αυτό, το οποίο προσαυξάνονταν και με τα φιλοδωρήματα, που κατά την κοινή πείρα ελάμβανε, συντηρούσε όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά και την σύζυγο και το εννέα ετών ανήλικο τέκνο του. Εξ άλλου, η αφαίρεση του σπληνός, στην οποία υποβλήθηκε ο εκκαλών, αποτελεί μόνιμη κατάσταση μερικής αναπηρίας, η οποία οπωσδήποτε επήλθε και στον εκκαλούντα, χωρίς να απαιτείται προς τούτο ιατρική βεβαίωση, ή σχετική πιστοποίηση του ποσοστού της από το ΚΕΠΑ, ή και η διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης, καθώς η μεν αφαίρεση του οργάνου αυτού προκύπτει από τις ιατρικές βεβαιώσεις που προαναφέρθηκαν, οι δε εξ αυτής γενικότερες συνέπειες στον ανθρώπινο οργανισμό, είναι γνωστές από την δικαστηριακή πείρα και την κοινή λογική και, εν προκειμένω, συνάγονται και από τις οδηγίες και την συνιστώμενη από τους θεράποντες ιατρούς φαρμακευτική αγωγή, αλλά και συνομολογούνται από την εφεσίβλητη (άρθρο 261 ΚΠολΔ), η οποία δεν αρνείται ειδικά καμία από τις αναφερόμενες στην αγωγή συνέπειες της σπληνεκτομής, που επέρχονται οπωσδήποτε από μόνη την έλλειψη λειτουργίας του συγκεκριμένου οργάνου Η μερική μόνιμη αναπηρία του εκκαλούντα ταυτίζεται με την μερική ανικανότητά του για εργασία, δεδομένου ότι κατά την ιατρική επιστήμη η σπληνεκτομή επηρεάζει δυσμενώς την άμυνα του οργανισμού και ανά πάσα στιγμή ο εκκαλών κινδυνεύει να υποστεί θρομβοκυττάρωση, (όπως συνάγεται  και από την επανεξέταση της αντιαιμοπεταλικής και αντιλιπιδαιμικής αγωγής, που συστήνεται από τον θεράποντα ιατρό του με το από 10.12.2020 ενημερωτικό σημείωμα εξόδου, που προαναφέρθηκε), καθώς και σοβαρή ή λιγότερο σοβαρή λοίμωξη, λόγω της απουσίας του σπληνός, οργάνου που συμβάλλει καθοριστικά στον αυτοκαθαρισμό του αίματος. Ειδικότερα ο σπλήνας αποτελεί σημαντικό μέρος του συστήματος άμυνας του ανθρώπινου οργανισμού, ενώ έχει εξίσου σημαντικό ρόλο και στον “καθαρισμό” του αίματος, αφού απομακρύνει τα ερυθρά αιμοσφαίρια όταν είναι γηρασμένα ή έχουν παθολογικές βλάβες, συμμετέχει στο μεταβολισμό του σιδήρου και λειτουργεί ως αποθήκη λευκών αιμοσφαιρίων. Στο ανοσοποιητικό σύστημα ο σπλήνας συμμετέχει καθοριστικά στην άμυνα του οργανισμού απέναντι σε λοιμώξεις από ιούς, μικρόβια και βακτήρια. Και ναι μεν επί σπληνεκτομής, τις λειτουργίες του σπληνός, αναλαμβάνουν άλλα όργανα, όπως το συκώτι, αλλά μόνον εν μέρει και υπό την αβέβαιη προϋπόθεση ότι αυτά δεν θα προσβληθούν στο μέλλον από παθογένειες. Έτσι, ο στερούμενος του ζωτικού αυτού οργάνου βρίσκεται σε αυξημένο κίνδυνο για σοβαρές, ή ακόμη και θανατηφόρες, λοιμώξεις και βακτηριδιακές μολύνσεις. Για τον λόγο ακριβώς αυτό συστήθηκε και στον εκκαλούντα ο άμεσος, ήτοι εντός τριών ημερών από την έξοδό του από το νοσοκομείο, εμβολιασμός του, γεγονός από το οποίο συνάγεται και ο αυξημένος κίνδυνος από την έλλειψη του ως άνω οργάνου. Εξ άλλου, μολονότι ο εμβολιασμός που συστήνεται σε περίπτωση σπληνεκτομής περιλαμβάνει μια σειρά γνωστών εμβολίων για ενήλικες, όπως της γρίπη, του πνευμονιόκοκκου,  του αιμόφιλου, του μηνιγγιτιδόκοκκου, κ.λ.π, που δεν εξαλείφουν, αλλά απλώς μειώνουν τον κίνδυνο, οι ασθενείς, δεν εξασφαλίζονται από άγνωστους ιούς και μικρόβια που είναι πιθανόν να εμφανισθούν στο μέλλον και τους οποίους δεν έχει ακόμα αντιμετωπίσει η ιατρική επιστήμη. Σε κάθε δε περίπτωση, ακόμα δηλαδή και μετά τον εμβολιασμό τους,  πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί τόσο ως προς την πρόληψη όσο και ως προς έγκαιρη αντιμετώπιση των συμπτωμάτων οποιασδήποτε λοίμωξης, γεγονός που περιορίζει αντίστοιχα και την ελεύθερη επαγγελματική και κοινωνική τους δραστηριότητα. Από τα παραπάνω, καθίσταται προφανές, ότι, η ανωτέρω μόνιμη μερική αναπηρία του εκκαλούντα, θα επιβαρύνει την υγεία του εφ` όρου ζωής, γεγονός που θα αποτελεί στο μέλλον σοβαρό εμπόδιο στην ατομική, οικογενειακή, κοινωνική και επαγγελματική του εξέλιξη, κατά τρόπο που δεν δύναται επακριβώς να προσδιοριστεί, αλλά οπωσδήποτε θα αποτελέσει σοβαρό παράγοντα στη μείωση επαγγελματικών ευκαιριών και δημόσιων δραστηριοτήτων και συναναστροφών, λόγω ακριβώς του ευπαθούς της υγείας του και του αυξημένου σε σχέση με τους συνομηλίκους του κινδύνου προσβολής από διάφορες λοιμώξεις και ασθένειες. Οπωσδήποτε πάντως, και χωρίς να χρειάζεται να προκύπτει και πρόκληση συγκεκριμένης μελλοντικής περιουσιακής ζημίας, όπως αναφέρεται στη υπό στοιχεία ΙΙ μείζονα σκέψη, δεν θα δύναται πλέον να ασκεί, χωρίς να εκτίθεται σε κίνδυνο η υγεία του, επάγγελμα με επίπονη δραστηριότητα, όπως αυτή του διανομέα (delivery), που ήταν και η μόνη εργασία στην οποία είχε γνώσεις και εμπειρία, ή άλλη παρεμφερή χειρωνακτική εργασία, ή και οποιαδήποτε εργασία στην οποία παρατηρείται συνωστισμός, που εκ των πραγμάτων αυξάνει τον κίνδυνο προσβολής από λοιμώξεις. Ήδη μάλιστα οι συνέπειες αυτές στον επαγγελματικό και οικονομικό τομέα του εκκαλούντα έχουν αναφανεί, καθώς, λόγω της άνω κατάστασης της υγείας του, αδυνατεί να εργασθεί με την ειδικότητα που είχε μέχρι πριν το ατύχημα και εργάζεται πλέον στην ίδια μεν επιχείρηση καφετέριας, αλλά μόνον στην τηλεφωνική λήψη των παραγγελιών της πελατείας της, εργασία για την οποία λαμβάνει τον ίδιο μισθό των 340 ευρώ το μήνα, στερούμενος  έτσι των πρόσθετων απολαβών από τα φιλοδωρήματα που είχε ως διανομέας.  Ευνόητο είναι, ότι η μερική αυτή ανικανότητά του και ο διαρκής φόβος των λοιμώξεων θα επηρεάζει οπωσδήποτε αρνητικά και την όλη ψυχοσύνθεσή του, δεδομένου ότι θα διαφοροποιείται πάντοτε η επαγγελματική και η κοινωνική του ζωή από αυτήν των συνομηλίκων του με τα ίδια προσόντα. Η δυσμενής αυτή επίδραση εξ άλλου είναι αυτονόητη, αφού, κατ` αντικειμενική κρίση με βάση τη λογική και τα διδάγματα της κοινής πείρας, μια μόνιμη αναπηρία είναι δεδομένο ότι επιδρά στο μέλλον του παθόντος και, επομένως, δεν δικαιολογείται εμμονή στην ανάγκη προσδιορισμού του ειδικού τρόπου της επίδρασης αυτής και των συνεπειών της στο κοινωνικό και οικονομικό μέλλον του παθόντος, διότι προέχον και κρίσιμο είναι το γεγονός της ίδιας της αναπηρίας ως βλάβης του σώματος του προσώπου και προσβολής του αυτοτελούς έννομου αγαθού της αρτιμελείας του. Για την αντιμετώπιση των δυσμενών ως άνω επιπτώσεων της μόνιμης μερικής αναπηρίας του στην κοινωνική, επαγγελματική και οικονομική του εξέλιξη, πρέπει να του επιδικαστεί ως πρόσθετη χρηματική παροχή,  το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο, ενόψει της ηλικίας του (36 ετών κατά το χρόνο του ατυχήματος), του βαθμού στον οποίο θα επηρεάσει η αναπηρία του την μετέπειτα ζωή του και της έλλειψης υπαιτιότητας του ιδίου στην πρόκληση του ατυχήματος και της συνεπεία αυτού μερικής αναπηρίας του.

Τέλος, λαμβάνοντας υπόψιν τις εν γένει συνθήκες του ατυχήματος, τον βαθμό του πταίσματος της υπαιτίου οδηγού, (παραβίαση stop – αποκλειστική υπαιτιότητα), σε συνάρτηση και προς την απουσία συνυπαιτιότητας του εκκαλούντα στην πρόκληση του ατυχήματος και   του τραυματισμού του, την φύση και την βαρύτητα της σωματικής του βλάβης και την μόνιμη εξ αυτής μερική αναπηρία του, (χωρίς να λαμβάνεται υπόψιν η βλάβη του αριστερού άκρου ποδός με την ρήξη του εμπρόσθιου και οπίσθιου χιαστού, διότι το αντίστοιχο αίτημα σε σχέση με την ηθική του βλάβη απερρίφθη πρωτοβαθμίως ως αόριστο και κατά τούτο δεν προσβάλλεται η εκκαλουμένη με την έφεση), την παρατεταμένη διάρκεια της αποθεραπείας του (τρεις μήνες), τον πόνο και την σωματική και ψυχική ταλαιπωρία που δοκίμασε, συνεκτιμώμενης και της ηλικίας του κατά το χρόνο του ατυχήματος (36 ετών) και της εν γένει της οικογενειακής, κοινωνικής και  οικονομικής του κατάστασης, (έγγαμος με ανήλικο τέκνο, εργαζόμενος ως διανομέας με μισθό 340 ευρώ τον μήνα), κρίνεται ότι πρέπει να του επιδικασθεί χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που έχει υποστεί, ποσού 15.000 ευρώ, το οποίο  κρίνεται εύλογο και δίκαιο μετά τη στάθμιση των κατά νόμο στοιχείων, όπως στην υπό στοιχεία Ι νομική σκέψη εκτίθενται, και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 25 παρ 1δ Συντάγματος σε συνδυασμό με το άρθρο 2 παρ 1 Συντάγματος, το άρθρο 932 ΑΚ και το άρθρο 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (ΟλΑΠ 9/2015 ΑΠ 90/2017, 211/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή κατά τα αντίστοιχα κεφάλαιά της και αναγνώρισε ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα τα μικρότερα ποσά των 10.000 και 5.000 ευρώ αντίστοιχα για τις ως άνω αιτίες, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να γίνουν δεκτοί αμφότεροι οι λόγοι της εφέσεως ως βάσιμοι και κατ΄ουσίαν και να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι αντίστοιχοι λόγοι της αντεφέσεως της εφεσιβλήτου ασφαλιστικής εταιρείας..

Κατ΄ακολουθίαν, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν και να απορριφθεί η αντέφεση ως προς μεν τους εκκαλούντες …………. και ……… ως απαράδεκτη, ως προ δε την εκκαλούσα ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία “………….. ως απαράδεκτη κατά το μέρος που προσβάλει το μη εκκληθέν με την έφεση  κεφάλαιο της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ρήξης χιαστού και ως ως αβάσιμη στην ουσία της κατά τα λοιπά. Δικαστικά έξοδα σε βάρος των αντεκκαλούντων δεν επιβάλλονται, διότι, όπως προαναφέρθηκε, ο αντεφεσίβλητος  ενάγων δεν υποβλήθηκε σε δικαστικά έξοδα από την άσκηση της. Να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση ως προς τα κεφάλαιά της που προσβάλλονται με την έφεση (της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από την μόνιμη μερική αναπηρία του ενάγοντα και της πρόσθετης χρηματικής παροχής του άρθου 931 ΑΚ) και, αναγκαία και ως προς τη δικαστική δαπάνη της κύριας αγωγής και, αφού κρατηθεί η υπόθεση κατά τούτο και δικαστεί στην ουσία της (άρθρο 535 ΚΠολΔ), να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως προς τα κεφάλαια αυτά ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν, και να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 35.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας, διότι πρόκειται για χρηματικές απαιτήσεις που επιδικάζονται κατά την εύλογη κρίση του δικαστηρίου και η εναγομένη ευλόγως αντιδικεί, από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν εν μέρει σε βάρος της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας της (άρθρα 178, 183 και 191 παρ 2 ΚΠολΔ). Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή των παραβόλων που κατατέθηκαν στον μεν εκκαλούντα λόγω της παραδοχής της εφέσεώς του στους δε αντεκκαλούντες, διότι δεν απαιτείται παράβολο για την άσκηση αντέφεσης (άρθ. 495 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων

Συνεκδικάζει την υπ’ αριθμ. κατ. ………./23.6.2022 έφεση  με την αριθμ. κατ. ………../2022 αντέφεση κατά της υπ΄αριθμ. 1302/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Απορρίπτει ως απαράδεκτη την αντέφεση ως προς τους αντεκκαλούντες  ………. και ……….

Δέχεται εν μέρει τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την αντέφεση ως προς την αντεκκαλούσα ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία “…………….

Δέχεται τυπικά και κατ΄ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει εν μέρει την εκκαλουμένη απόφαση και δη ως προς τις διατάξεις της που αφορούν την χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης συνεπεία της μόνιμης μερικής αναπηρίας του ενάγοντα και  της πρόσθετης χρηματικής παροχής του άρθρου 931 ΑΚ

Κρατεί και δικάζει κατ΄ουσίαν την από 16.4.2021 αγωγή ως προς τα παραπάνω κεφάλαιά της

Δέχεται εν μέρει την αγωγή

Αναγνωρίζει ότι η εναγομένη  ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία “………….” οφείλει να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των τριάντα πέντε χιλιάδων (35.000) ευρώ,  με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

Επιβάλλει εν μέρει τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντα  και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας σε βάρος της εναγομένης, το ποσό των οποίων καθορίζει σε χίλια επτακόσια (1.700) ευρώ

Διατάσσει την επιστροφή των παραβόλων της έφεσης και της αντέφεσης στους καταθέσαντες.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 13 Φεβρουαρίου 2024,  χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

                   Κι αντ΄ αυτής  λόγω

συνταξιοδοτήσεως

και αναχωρήσεώς της,

η ορισθείσα από τον Πρόεδρο                                                               του  Τριμελούς Συμβουλίου

Διεύθυνσης του Εφετείου

Πειραιώς,  Γραμματέας,

Καλλιόπη Σκούρτη