Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 98/2024

Αριθμός     98/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

 ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ:1) ………. και 2) …………, οι οποίοι παραστάθηκαν μετά του πληρεξούσιού τους δικηγόρου Ηλία Φουφόπουλου.

 ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» («………»), εδρεύουσας στη ……. Αττικής νομίμως εκπροσωπούμενης, ενεργούσας ως ανατεθείσας σε αυτήν της διαχείρισης των τιτλοποιημενών απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………»,     (……………….), με έδρα στο …….. Ιρλανδίας και με αριθμό καταχώρισης στο μητρώο εταιρειών της Ιρλανδίας …., όπως νόμιμα εκπροσωπείται (δικαιούχος της απαίτησης), κατά τα οριζόμενα στην από 17-12-2021 Σύμβαση Διαχείρισης Τιτλοποιημενών Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, σύμφωνα με τις παρ. 14 και 16 του άρθρου 10 του Ν. 3156/2003, στην οποία (δικαιούχο) έχει εκχωρήσει και μεταβιβάσει η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «………..» ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της από δάνεια και πιστώσεις, δυνάμει της από 08-10-2021 Σύμβασης Μεταβίβασης Τιτλοποιούμενων Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, του άρθρου 10 του Ν. 3156/2003, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της Δικηγόρο Θωμά Νικολό [ΔΕ Ν. ΠΑΝΟΥ-Α. ΤΣΙΑΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ] (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).

Οι εκκαλούντες κατέθεσαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  10.11.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2022) ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1175/2023 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  απέρριψε την ανακοπή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες με την από  24.4.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ………./2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………../2023) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενης την αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, ο οποίος  παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εισάγεται προς συζήτηση η από 24.4.2023 (με Γ.Α.Κ. …../2023 και με Ε.Α.Κ. …/2023) κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 24.4.2023 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 24.4.2023 (με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ. …./2023) με σωρευμένη αίτηση αναστολής εκτέλεσης (κατ’ άρθρο 938 παρ.2 ΚΠολΔ) των εκκαλούντων-αιτούντων κατά της μονοπρόσωπης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» ως μη δικαιούχου διάδικου και διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού “…………………>> προς εξαφάνιση της 1175/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών), το οποίο δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων την από 10.11.2022 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2022 ανακοπή των νυν εκκαλούντων κατά της εφεσίβλητης και κατά της με αριθμό …../30.09.2022 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …………., απέρριψε την ανακοπή. Ήδη με το υπό κρίση δικόγραφο οι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες ζητούν : 1) να ανασταλεί μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της παρούσας έφεσης κατά της ως άνω 1175/2023 απόφασης η αναγκαστική εκτέλεση που διενεργείται σε βάρος τους δυνάμει της με αριθμό ……./30.09.2022 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …………., με την οποία τίθεται σε πλειστηριασμό στις 12.5.2023, με ηλεκτρονικά μέσα (ηλεκτρονικός πλειστηριασμός) ένα διαμέρισμα ισογείου- ορόφου οικοδομής κτισμένης επί οικοπέδου που βρίσκεται στη δημοτική κοινότητα Δραπετσώνας του Δήμου Δραπετσώνας-Κερατσινιού Αττικής, κατόπιν της από 30.06.2022 επιταγής προς εκτέλεση που του κοινοποιήθηκε κάτωθι του υπ’ αριθ. …../2021 α’ εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθ. …./2021 διαταγής πληρωμής και 2) να εξαφανισθεί για τους λόγους που αναπτύσσονται στο εφετήριο ως μη νόμιμη κι εσφαλμένη η με αριθμό 1175/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και να γίνει δεκτή από το παρόν Δικαστήριο ως νόμιμη και βάσιμη η υπ’ αριθ. με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2022 κατ’ άρθρο 933 ΚΠολΔ ανακοπή του εκκαλούντων ώστε να ακυρωθεί: α) η υπ’ αριθμό ……../30.09.2022 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………. και κάθε μεταγενέστερη αυτών πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης. Τέλος, να καταδικασθεί η εφεσίβλητη-καθ’ης η ανακοπή στη συνολική δαπάνη των εκκαλούντων -ανακόπτοντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα, οι σωρευμένες στο ίδιο δικόγραφο αίτηση αναστολής και έφεση αρμοδίως εισάγονται για να συζητηθούν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αντίστοιχα κατά τα άρθρα 938 παρ.2 ΚΠολΔ (ως αυτό ισχύει, μετά τη γενόμενη τροποποίησή του με το Ν. 4842/2021, που τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω, λόγω του χρόνου επιδόσεως της από 30.06.2022 επίδικης επιταγής προς πληρωμή, στις 06.07.2022) και 19 περ.α’ του ΚΠολΔ. Ειδικότερα ως προς την αίτηση αναστολής της εκτέλεσης σημειώνεται ότι και μετά την προσθήκη του άρθρου 938 ΚΠολΔ με το άρθρο 60 του ν. 4842/2021, στην κατάσχεση ακινήτων εξακολουθεί να μην παρέχεται η δυνατότητα αναστολής της εκτελεστικής διαδικασίας με την άσκηση της ανακοπής, αφού με βάση τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 938 ΚΠολΔ παρέχεται τέτοια δυνατότητα μόνο κατόπιν ασκήσεως ενδίκου μέσου κατά της απορριπτικής απόφασης που εκδόθηκε επί της ανακοπής, όχι αυτοδικαίως, αλλά μετά από αίτηση του ασκούντος το ένδικο μέσο που υποβάλλεται στο δικαστήριο του ένδικου μέσου όχι αυτοτελώς, αλλά είτε με το ένδικο μέσο, είτε με τις προτάσεις επ’ αυτού. Το δικαστήριο του ένδικου μέσου δικάζει την αίτηση αυτή με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και διατάσσει την αναστολή με ή χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ένδικου μέσου. Επίσης, μπορεί να διαταχθεί η πρόοδος της αναγκαστικής εκτέλεσης αφού δοθεί εγγύηση. Η αναστολή ή η εγγυοδοσία παρέχεται στην περίπτωση αυτή μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί του ένδικου μέσου κατ’ άρθρο 938 παρ.5 ΚΠολΔ, δεδομένου όμως ότι η αίτηση δεν υποβάλλεται κατά τα προαναφερθέντα αυτοτελώς, αλλά με το ένδικο μέσο ή με τις προτάσεις επ’ αυτού, είναι βέβαιο ότι θα συνεκδικασθεί με το ένδικο μέσο και συνεπώς θα εκδοθεί ενιαία απόφαση και επί της αιτήσεως αναστολής και επί του ένδικου μέσου (εκτός από την περίπτωση που ζητηθεί και προσδιορισθεί για τη σωρευμένη στο εφετήριο αίτηση αναστολής χωριστή δικάσιμος και μάλιστα νωρίτερα από τη δικάσιμο της έφεσης). Ως εκ τούτου, πρακτικά η σημασία της υποβολής αιτήσεως αναστολής κατόπιν ασκήσεως ενδίκου μέσου έγκειται στο ότι παρέχεται από τη διάταξη του άρθρου 938 παρ.3 ΚΠολΔ, η δυνατότητα να ζητηθεί σημείωμα (προσωρινή διαταγή) μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί του ενδίκου μέσου (βλ. Π. Ρεντούλη σε Απαλαγάκη- Σταματόπουλου, Ο Νέος ΚΠολΔ 2, Νομική Βιβλιοθήκη 2022, σελ. 3029, παρ.4 και 5). Στην προκειμένη, λοιπόν, περίπτωση παραδεκτά μεν υποβάλλεται με το εφετήριο και αίτηση αναστολής εκτέλεσης με βάση την επιβληθείσα αναγκαστική κατάσχεση ακινήτου, πλην όμως δεδομένου ότι υποβλήθηκε με το ίδιο δικόγραφο από τους εκκαλούντες -αιτούντες και αίτημα έκδοσης σημειώματος περί αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης μέχρι την έκδοση απόφασης επί του ενδίκου μέσου, το οποίο εξετάσθηκε κι έγινε δεκτό από την Πρόεδρο Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιά στις 26.4.2023, η οποία ανέστειλε την εκτέλεση που επισπεύδεται σε βάρος των εκκαλούντων -αιτούντων με την με αρ. με αριθμό ………/30.09.2022 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………., μέχρι την έκδοση απόφασης επί της υπό κρίση έφεσης, χωρίς μέχρι την ορισθείσα δικάσιμο για τη συζήτηση της έφεσης η εκδοθείσα προσωρινή διαταγή να έχει ανακληθεί, καθίσταται άνευ αντικειμένου, ελλείψει έννομου συμφέροντος η εξέταση της σωρευμένης στο ίδιο δικόγραφο αίτησης αναστολής εκτέλεσης μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της παρούσας έφεσης.

Περαιτέρω, η υπό κρίση από 24.4.2023 (με Γ.Α.Κ. …./2023 και με Ε.Α.Κ. …/2023) κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 24.4.2023 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 24.4.2023 (με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …../2023) έφεση κατά της με αριθμό 1175/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, με την παρουσία των διαδίκων, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα κατά τα άρθρα 495, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της με το άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 που εφαρμόζεται για τις εφέσεις που ασκούνται από την 1.1.2016,499,500, 511,513 παρ1 εδ. β, 516 παρ. 1 εδ. β και 517 και 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το ανωτέρω άρθρο, δηλαδή πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευση της, εφόσον δεν προκύπτει αλλά ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε προκύπτει άλλος λόγος απαραδέκτου, καθόσον η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 10.04.2023, το δε εφετήριο κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 23.04.2023. Είναι παραδεκτή, εφόσον κατατέθηκε από τους εκκαλούντες στο δημόσιο ταμείο παράβολο ποσού 100 ευρώ (με αριθμό …………/2023) για την άσκηση αυτής (βλ. άρθρ. 495 § 3Α περ. β’ Κ.Πολ.Δ.) και συνεπώς πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, για να κριθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της (άρθρα 532, 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2022 ανακοπή οι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες ζητούσαν για τους ειδικότερα αναφερόμενους λόγους, την ακύρωση της με αριθμό ………../30.09.2022 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …………, με την οποία κατασχέθηκε το ειδικότερα αναφερόμενο ακίνητο (διαμέρισμα ισογείου ορόφου), σε οικοδομή στο Δήμο Κερατσινίου-Δραπετσώνας Αττικής, και ορίστηκε ημέρα πλειστηριασμού η 12-3-2023. Επ’ αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη οριστική απόφασή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που την απέρριψε στο σύνολό της. Ήδη οι ανακόπτοντες με την κρινόμενη έφεση τους παραπονούνται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε η ανακοπή τους να γίνει δεκτή στο σύνολό της.

Με τον πρώτο και δεύτερο λόγο της έφεσης τους οι εκκαλούντες παραπονούνται για εσφαλμένη απόρριψη του πρώτου και δεύτερου λόγου της ανακοπής τους αντίστοιχα. Με τον πρώτο λόγο προβάλλουν, την έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης της εφεσίβλητης να επισπεύδει τη σε βάρος τους διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, και με το δεύτερο λόγο προβάλλουν την μη τήρηση εκ μέρους της της προδικασίας, που επιτάσσει το άρθρο 925 παρ.1 ΚΠολΔ, με την κοινοποίηση των εγγράφων που την νομιμοποιούν. Ειδικότερα, διατείνονται, ότι η εφεσίβλητη δεν νομιμοποιείται κατ’ εξαίρεση ενεργητικά στην προκειμένη εκτελεστική διαδικασία κατ’ άρθρο 2 παρ.4 ν. 4354/2015, διότι αυτή κατέστη διαχειρίστρια της ένδικης απαίτησης, δυνάμει σχετικής σύμβασης του ν. 3156/ 2003 (και όχι του ν. 4354/2015), που συνήψε με την ειδική διάδοχο της αρχικής δανείστριας, εταιρία ειδικού σκοπού, στην οποία μεταβιβάστηκε αυτή (απαίτηση) σύμφωνα με τις διατάξεις του ίδιου νόμου. Με αυτό ντο περιεχόμενο, ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι όπως κρίθηκε από την με αριθμό 1/2023 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, κατά την παράλληλη και συνδυαστική εφαρμογή των Ν. 4354/2015 και Ν. 3156/2003, οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π), όπως η εφεσίβλητη, έχουν την κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση του άρθρου 2 παρ. 4 του Ν. 4354/2015, προς άσκηση κάθε ένδικου βοηθήματος και κάθε άλλης δικαστικής ενέργειας προς είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, ανεξάρτητα από το ειδικότερο νομικό πλαίσιο, με βάση το οποίο συντελείται η μεταβίβαση των υπό διαχείριση απαιτήσεων, δηλαδή ακόμη και όταν η μεταβίβαση των απαιτήσεων και η ανάθεση της διαχείρισής τους στις εν λόγω εταιρείες συντελείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003 για την τιτλοποίηση των απαιτήσεων. Περαιτέρω, η εφεσίβλητη με την από 30.6.2022 επιταγή προς πληρωμή, τεθείσα παρά πόδας αντιγράφου τού με αριθμό …./2021 πρώτου απογράφου εκτελεστού τής με αριθμό …../2021 διαταγής πληρωμής τής Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, συγκοινοποίησε στους ανακόπτοντες τα εξής έγγραφα: α. ακριβές αντίγραφο της με αριθμό πρωτοκόλλου …/28.06.2021 δημοσίευσης στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο … και με αριθμό …., περίληψης της από 25.06.2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 14 Ν. 3156/2003, συναφθείσας μεταξύ αφενός της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», νόμιμα εκπροσωπούμενης, αφετέρου της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…………..», νόμιμα εκπροσωπούμενης, β. ακριβές αντίγραφο από το Ενεχυροφυλακείο Αθηνών της σελίδας 10473 του αποσπάσματος των στοιχείων των κατά τα ως άνω τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, που επισυνάφθηκε ως παράρτημα στη με αριθμό πρωτοκόλλου …/28.06.2019 περίληψη, από το οποίο αποδεικνύεται η εκχώρηση της ένδικης απαίτησης προς την «………….», γ. ακριβές αντίγραφο της με αριθμό πρωτοκόλλου ……../28.06.2019 δημοσίευσης στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο …. και με αριθμό …, περίληψης της από 28.06.2019 σύμβασης διαχείρισης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 14 Ν. 3156/2003, συναφθείσας μεταξύ αφενός της «……………», νόμιμα εκπροσωπούμενης, αφετέρου της καθ’ ης, νόμιμα εκπροσωπούμενης, δ. ακριβές αντίγραφο της με αριθμό πρωτοκόλλου …./30.09.2021 δημοσίευσης στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο … και με αριθμό …., περίληψης της από 17.09.2021 σύμβασης επανεκχώρησης απαιτήσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 14 Ν. 3156/2003, συναφθείσας μεταξύ αφενός της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………….», νόμιμα εκπροσωπούμενης, αφετέρου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….», νόμιμα εκπροσωπούμενης, ε. ακριβές αντίγραφο της με αριθμό πρωτοκόλλου ……./11.10.2021 δημοσίευσης στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο …. και με αριθμό …, περίληψης της από 08.10.2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 14 Ν. 3156/2003,συναφθείσας μεταξύ αφενός της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», νόμιμα εκπροσωπούμενης, αφετέρου της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………….», νόμιμα εκπροσωπούμενης, στ. ακριβές αντίγραφο από το Ενεχυροφυλακείο Αθηνών της σελίδας 2734 του αποσπάσματος των στοιχείων των κατά τα ως άνω τιτλοποιούμήνων απαιτήσεων, που επισυνάφθηκε ως παράρτημα στη με αριθμό πρωτοκόλλου …/11.10.2021 περίληψη, από το οποίο αποδεικνύεται η εκχώρηση της ένδικης απαίτησης προς την «…………….», και ζ. ακριβές αντίγραφο της με αριθμό πρωτοκόλλου …../11.10.2(321 δημοσίευσης στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο … και με αριθμό …, περίληψης της από 08.10.2021 σύμβασης διαχείρισης τιτλοποιούμενων επιχειρηματιών απαιτήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 14 Ν. 3156/2003, συναφθείσάς μεταξύ αφενός της «………..», νόμιμα εκπροσωπούμενης, αφετέρου της καθ’ ης, νόμιμα εκπροσωπούμενης. Από τα ανωτέρω προκύπτει σαφώς, ότι στους εκκαλούντες συγκοινοποιήθηκαν με την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή όλα τα αναγκαία έγγραφα κατ’ άρθρο 925 παρ.1 ΚΠολΔ, που αποδεικνύουν την ιδιότητα της εφεσίβλητης ως κατ’ εξαίρεση νομιμομοποιούμενης να επισπεύσει την αναγκαστική εκτέλεση για την είσπραξη της διαχειριζόμενης από αυτήν απαίτησης και συγκεκριμένα οι περιλήψεις των συμβάσεων μεταβίβασης λόγω πώλησης και ανάθεσης της της ένδικης απαίτησης, οι οποίες (περιλήψεις) περιέχουν όλα τα ουσιώδη στοιχεία των συμβάσεων αυτών. Τούτο, διότι, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς των εκκαλούντων, στην περίπτωση της διαδοχής του δικαιούχου λόγω σύμβασης μεταβίβασης των τιτλοποιούμενων τραπεζικών απαιτήσεων κατά τους ορισμούς των ν. 4354/2015 και 3156/2003, με δεδομένη τη συνθετότητα και την έκταση των επιμέρους πράξεων, από τις οποίες απαρτίζεται η μεταβίβαση των απαιτήσεων και εν συνεχεία η ανάθεση της διαχείρισης αυτών, άρα και των αντιστοίχων εγγράφων που την πιστοποιούν, η απαίτηση συγκοινοποίησης στον καθού η εκτέλεση οφειλέτη, στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, ολόκληρων των σχετικών συμβάσεων μεταβίβασης και ανάθεσης της διαχείρισης, εκτός του ότι δεν συμπορεύεται με το πνεύμα της ρύθμισης του ανωτέρω άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, είναι ιδιαιτέρως πολυτελής, εξόχως δαπανηρή, στείρα τυπολατρική και παρεμβάλει σοβαρά εμπόδια στην εκτελεστική διαδικασία, παρεμποδίζοντας αδικαιολογήτως την πρόσβαση σε αυτήν των δανειστών. Κατ’ ανάγκη λοιπόν, θα πρέπει να επιλεγούν εκείνα μόνο τα έγγραφα, που αποδεικνύουν την συντέλεση της μεταβίβασης και στοιχειοθετούν τη νομιμοποίηση του επισπεύδοντος. Καθώς δε τα αποτελέσματα της μεταβίβασης επέρχονται αυτοδικαίως εκ του νόμου και χωρίς άλλη διατύπωση και έναντι τρίτων από την καταχώριση της κάθε σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο του αρ. 3 του ν. 2844/2000, είναι προφανές ότι και η νομιμοποίηση της εταιρίας που αναλαμβάνει τη διαχείριση των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων αρχίζει ακριβώς από τότε. Άρα, τα έγγραφα, που πιστοποιούν τις ανωτέρω πράξεις και ολοκληρώνουν τη μεταβίβαση και την ανάθεση της διαχείρισης, είναι τα μόνα κρίσιμα και θα πρέπει να συγκοινοποιούνται στον οφειλέτη με την επιταγή. Όλα τα υπόλοιπα, οσηδήποτε σπουδαιότητα και σοβαρότητα αν παρουσιάζουν για τη διαδικασία της μεταβίβασης καθ’ εαυτήν, δεν παύουν να αποτελούν στοιχεία, που αφορούν στις εσωτερικές σχέσεις των εταιρειών. Τα έγγραφα που νομιμοποιούν, συνεπώς, την εταιρεία που ανέλαβε τη διαχείριση των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων, είναι η καταχώριση σε περίληψη που περιέχει τα ουσιώδη στοιχεία των συμβάσεων μεταβίβασης και ανάθεσης της διαχείρισης, σύμφωνα με το αρ. 3 του ν. 2844/2000, ήτοι η δημοσίευση του εντύπου που καθορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 161/337/2003 (ήδη ΥΑ 207/2020) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης στο ενεχυροφυλακείο του τόπου της κατοικίας ή της έδρας του μεταβιβάζοντος, με το σχετικό απόσπασμα των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων απ’ όπου θα φαίνεται η καταχώριση της μεταβίβασης της απαίτησης του καθ’ ου η εκτέλεση. Η κοινοποίηση των εγγράφων αυτών είναι αρκετή και ανταποκρίνεται πλήρως στη νομοτυπική μορφή των εγγράφων που αξιώνει το όρθρο 925 παρ. 1 ΚΠολΔ (βλ.Μ ΕφΠειρ 585/2022, ΜΕφΑΘ 832/2022, ΕφΘεσ 177/022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,     ΕφΠειρ 574/2020 http://www.efeteio- peir.gr/,  ΕφΘεσ 1643/2019 αδημ., Π. Γιαννόπουλο, Η Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις ως μη δικαιούχος διάδικος στη διαγνωστική δίκη και στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης- Κριτική επισκόπηση των ρυθμίσεων του Ν. 4354/2015 και delegeferenda προτάσεις, Αρμ 2019/233 επ., Ν.Κατηφόρης σχόλιο κάτωθι ΜΠρΝαξ 57/2020, ΕΠολΔ 2020 σελ. 432 επ, αντίθετα Κ. Παπαχρήστου-Δημητράς. Η νομιμοποίηση των διαδίκων στην πολιτική δίκη εκδ. 2021). Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως και απέρριψε τον πρώτο και δεύτερο λόγο της ανακοπής δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου και ο ως άνω πρώτος και δεύτερος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο τους ως αβάσιμοι.

Με τον τρίτο λόγο της έφεσης τους οι εκκαλούντες παραπονούνται για εσφαλμένη απόρριψη  του τρίτου λόγου της ανακοπής τους. Με τον λόγο αυτό προβάλλουν ότι το κοινοποιηθέν από την καθ’ ης και ήδη εφεσίβλητη ακριβές αντίγραφο της σελίδας 2734 του αποσπάσματος εκ του παραρτήματος της με αριθμό πρωτοκόλλου …./11.10.2021 περίληψης, από το οποίο αποδεικνύεται η εκχώρηση της ένδικης απαίτησης προς την «…………», ουδόλως προκύπτει το ύψος τής σε βάρος τους απαίτησης που εκχωρήθηκε στην ως άνω αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού. Επί του λόγου αυτού λεκτέα είναι τα εξής : Σύμφωνα με τα εκτεθέντα ανωτέρω, η καθ’ ης και ήδη εφεσίβλητη κοινοποίησε στους ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες ακριβές αντίγραφο της με αριθμό πρωτοκόλλου …/11.10.2021 δημοσίευσης στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο … και με αριθμό …., περίληψης της από 08.10.2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 14 Ν. 3156/2003, συναφθείσας μεταξύ αφενός της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», νόμιμα εκπροσωπούμενης, αφετέρου της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……………», νόμιμα εκπροσωπούμενης, μαζί με ακριβές αντίγραφο από το Ενεχυροφυλακείο Αθηνών της σελίδας 2734 του αποσπάσματος των στοιχείων των κατά τα ως άνω τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, που επισυνάφθηκε ως παράρτημα στη με αριθμό πρωτοκόλλου …/11.10.2021 περίληψη, από το οποίο αποδεικνύεται η εκχώρηση της ένδικης απαίτησης προς την «…………..», από τα οποία αποδεικνύεται ότι η προαναφερθείσα ανώνυμη τραπεζική εταιρεία μεταβίβασε την ένδικη απαίτηση ανά επιχειρηματική απαίτηση, κεφάλαιο, δεδουλευμένους τόκους και απαιτήσεις από έξοδα, μετά των παρεπομένων και διαπλαστικών δικαιωμάτων και των τυχόν εξασφαλίσεων αυτών, παρεπόμενων ενοχικών και εμπραγμάτων απαιτήσεων (βλ. ειδικότερα 3° όρο της εν λόγω σύμβασης) στην «…………….». Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, μεταβιβάσθηκε στην τελευταία εταιρεία ολόκληρη η απαίτηση σε βάρος των ανακοπτόντων και ήδη εκκαλούντων. Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως και απέρριψε τον τρίτο λόγο της ανακοπής δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου και ο ως άνω τρίτος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος .

Σύμφωνα με το άρθρο 995 παρ. 4 ΚΠολΔ, «Ο δικαστικός επιμελητής οφείλει, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την κατάσχεση, να καταθέσει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού τον εκτελεστό τίτλο, την έκθεση επίδοσης της επιταγής τής εκτέλεσης, την κατασχετήρια έκθεση και τις εκθέσεις επίδοσής της στον οφειλέτη, τον τρίτο κύριο ή νομέα και τον υποθηκοφύλακα ή όποιον τηρεί το νηολόγιο ή το μητρώο, το πιστοποιητικό βαρών, καθώς και, σε έντυπη και ψηφιακή μορφή, την έκθεση εκτίμησης του πιστοποιημένου εκτιμητή του π.δ. 59/2016. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού συντάσσει έκθεση για όλα αυτά. Απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, που περιλαμβάνει τα ονοματεπώνυμα του υπέρ ου και του καθ’ ου η εκτέλεση, καθώς και τον αριθμό φορολογικού μητρώου αυτών και, αν πρόκειται για νομικά πρόσωπα, την επωνυμία και τον αριθμό φορολογικού τους μητρώου, συνοπτική περιγραφή του ακινήτου που κατασχέθηκε κατά το είδος, τη θέση, τα όρια και την έκτασή του, με τα συστατικά και όσα παραρτήματα συγκατάσχονται, καθώς και μνεία των υποθηκών ή προσημειώσεων που υπάρχουν επάνω στο ακίνητο, την τιμή της πρώτης προσφοράς του ποσού για το οποίο γίνεται η κατάσχεση, τους όρους του πλειστηριασμού, που θέτει ο υπέρ ου η εκτέλεση και που γνωστοποιήθηκαν στον δικαστικό επιμελητή με την εντολή για εκτέλεση του άρθρου 922 και το όνομα και τη διεύθυνση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, καθώς και τον τόπο, την ημέρα και την ώρα του πλειστηριασμού, εκδίδεται από τον δικαστικό επιμελητή και δημοσιεύεται με επιμέλεια αυτού μέχρι την δέκατη πέμπτη ημέρα από την κατάσχεση στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ). Στο απόσπασμα περιλαμβάνεται και η βεβαίωση του δικαστικού Επιμελητή, σχετικά με την αδυναμία ορισμού συμβολαιογράφου του τόπου εκτέλεσης ή της Περιφέρειας του συμβολαιογραφικού συλλόγου τού τόπου εκτέλεσης. Το απόσπασμα επιδίδεται μέσα στην ίδια προθεσμία στον τρίτο κύριο ή νομέα και στους ενυπόθηκους δανειστές. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις των προηγούμενων εδαφίων, διαφορετικά είναι δικαστικός επιμελητής παραδίδει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, σε ηλεκτρονική μορφή, φωτογραφίες του κατασχεθέντος ακινήτου, τις οποίες διαδικασία και ιδίως τον τύπο κάποιας διαδικαστικής πράξης επιφέρει (λαμβάνει κατά την επιτόπια μετάβασή του σε αυτό. Η λήψη τους από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού αναφέρεται στην παραπάνω έκθεση. Τα πληροφοριακά στοιχεία, τα οποία περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, καθώς και η έκθεση του πιστοποιημένου εκτιμητή και οι φωτογραφίες αναρτώνται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού (ηλεκτρονικό σύστημα πλειστηριασμού». Εξάλλου, σύμφωνα με τη δ άρθρου 159 ΚΠολΔ, που προβλέπει ότι η παράβαση διάταξης που 1) εάν την τήρηση της διάταξης απαιτεί ρητά ο νόμος με την ποινή της ακυρότητας, 2) εάν για την παράβαση αυτήν επιτρέπεται αναίρεση ή αναψηλάφηση και 3) σε κάθε άλλη περίπτωση, αν ο δικαστής κρίνει ότι η παράβαση προκάλεσε στο διάδικο που την προτείνει βλάβη, η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί διαφορετικά παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας, η μη τήρηση των διατυπώσεων των τελευταίων εδαφίων του άρθρου 995 παρ. 4 ΚΠολΔ, περί λήψης φωτογραφιών του κατασχεθέντος ακινήτου από το δικαστικό επιμελητή, παράδοσης αυτών στον υπάλληλο του πλειστηριασμού σε ηλεκτρονική μορφή και ανάρτησής τους από τον τελευταίο στο ηλεκτρονικό σύστημα πλειστηριασμού, επιφέρει ακυρότητα μόνον εάν προκάλεσε βλάβη στον προτείνοντα αυτή διάδικο, η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί διαφορετικά παρά μόνον με την κήρυξη της ακυρότητας, καθόσον η ως άνω παράβαση δεν έχει ταχθεί με την ποινή ακυρότητας στις παραπάνω διατάξεις, ούτε επιτρέπεται για αυτή αναίρεση ή αναψηλάφηση (βλ. ΑΠ 314/2000 ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, με τον τέταρτο λόγο της έφεσης τους οι εκκαλούντες παραπονούνται για εσφαλμένη απόρριψη του τέταρτου λόγου της ανακοπής τους, με τον οποίο ισχυρίζονται ότι στην ανακοπτόμενη κατασχετήρια έκθεση δεν μνημονεύεται αν η επιληφθείσα δικαστική επιμελήτρια παρέδωσε στον υπάλληλο του πλειστηριασμού φωτογραφίες τού κατασχεθέντος ακινήτου σε ηλεκτρονική μορφή, τις οποίες (φωτογραφίες) όφειλε να λάβει κατά την επιτόπια μετάβασή της σε αυτό, με συνέπεια να τυγχάνει ακυρωτέα. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος πρώτιστος ως απαράδεκτος, λόγω αοριστίας, διότι οι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες ουδόλως επικαλούνται ότι υπέστησαν δικονομική βλάβη εκ της επικαλούμενης παράλειψης. Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως και απέρριψε τον τέταρτο λόγο της ανακοπής ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου και ο ως άνω τέταρτος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος . Μετά ταύτα, επειδή δεν υπάρχει άλλος λόγος της έφεσης προς εξέταση, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ ομοίως πρέπει να απορριφθεί και η σωρευόμενη αίτηση αναστολής ως άνευ αντικειμένου. Τέλος, πρέπει να καταδικασθούν οι εκκαλούντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρο 176 παρ.1, 191 παρ.2 και 183 ΚΠολΔ), και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης παράβολου στο Δημόσιο Ταμείο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις σωρευθείσες στο ίδιο δικόγραφο, από 24.4.2023 (με Γ.Α.Κ. …/2023 και με Ε.Α.Κ. …/2023) έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 24.4.2023 (με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …../2023 ) κατά της με αριθμό 1175/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών) και την από 22.4.2023 αναστολή εκτέλεσης

Απορρίπτει αίτηση αναστολής

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσία την έφεση

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο

Καταδικάζει τους εκκαλούντες στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης ύψους τετρακοσίων (400) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις   4 Μαρτίου   2024,  χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ