Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 40/2024

Αριθμός Απόφασης  40/2024

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(TAKTIKH ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)

Β΄ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη και Ιωάννα Ξυλιά, Εφέτη – Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Κ.Σ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ……………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Μαριόλη (ΑΜ: ……… ΔΣΠειρ), που κατέθεσε προτάσεις.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» και τον διακριτικό τίτλο «………», που εδρεύει στην Αθήνα (………..) και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ……., ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», λόγω διάσπασης της τελευταίας, με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας και σύσταση της πρώτης, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παντελή Γιαννακούρα (ΑΜ: …….. ΔΣΑ), που κατέθεσε, κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ, την από 24-05-2023 δήλωση και προκατέθεσε προτάσεις.

Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 12-02-2019 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ…/ΕΑΚ…..8-02-2019 αγωγή της κατά της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, που απηύθυνε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Επ’ αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η υπ’ αριθ. 3059/28-09-2020 οριστική απόφαση του Δικαστηρίου εκείνου, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, με την από 25-11-2020 έφεσή της, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με ΓΑΚ…/ΑΚΕΜ……./02-12-2020, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με ΓΑΚ…./ΕΑΚ……/18-01-2022, που προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, έχοντας υποβάλει κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ την από 24-05-2023 δήλωσή του, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που προκατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 25-11-2020 έφεση, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 02-12-2020 με ΓΑΚ …. και ΑΚΕΜ …./2020, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 18-01-2022, με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …../2022, κατά της με αριθμό 3059/28-09-2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των εδώ διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 12-02-2019 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. …./ΕΑΚ…./18-02-2019 αγωγής της εκκαλούσας κατά της εφεσίβλητης, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 ΚΠολΔ). Έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495§§1 και 2, 498, 499, 511, 513§1 εδ. β, 516§1, 517, 518§2 και 520§1 ΚΠολΔ, αφού οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης και δεν παρήλθε διετία από τη δημοσίευση αυτής (28-09-2020), ως το χρόνο κατάθεσης της έφεσης στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου. Εξάλλου έχει κατατεθεί για το παραδεκτό της στο δημόσιο ταμείο το με κωδικό ……………. e-παράβολο ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ κατ’ άρθρο 495§3 Α περ. β΄ ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια διαδικασία (άρθρο 533§1 ΚΠολΔ).

Με την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ……………/2019 αγωγή της η εκκαλούσα ισχυρίστηκε ότι, έχοντας αναπτύξει προσωπικές σχέσεις με την υπάλληλο της πρώτης εναγομένης – δεύτερη εναγομένη, …………, ως προς την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή και δεν εκκαλείται η εκκαλουμένη, αιτήθηκε από την πρώτη εναγομένη και έλαβε δάνειο ύψους 4.000 ευρώ την 02-06-04, το οποίο απολήρωσε το έτος 2006. Ότι το έτος 2017 πληροφορήθηκε ότι είχε οφειλές προς την πρώτη εναγομένη, κατόπιν δε ενημέρωσης που ζήτησε από αυτήν, πληροφορήθηκε ότι δυνάμει του τηρουμένου – για την εξυπηρέτηση της υπ’ αριθ. …../02-06-04 σύμβασης πίστωσης «ανοικτή γραμμή» – υπ’ αριθ. ……….. λογαριασμού, οφείλει, από Νοέμβριο 2018, το ποσό των 24.224,16 ευρώ, του οποίου εκείνη διεκδικεί την είσπραξη. Ότι ουδέποτε συνεβλήθη με την πρώτη εναγομένη στη σύναψη της ανωτέρω σύμβασης και ότι αυτή υπεγράφη από την δεύτερη εναγομένη, η οποία έθεσε επ’ αυτής, κατ’ απομίμηση και εν αγνοία της, την υπογραφή της, σε συνεργασία με τους λοιπούς υπαλλήλους της πρώτης. Ζήτησε δε κατ’ ορθή εκτίμηση του αιτήματος της αγωγής της, αφενός να αναγνωριστεί η πλαστότητας της σύμβασης και ότι δεν οφείλει το ποσό που εμφαίνεται στον ανωτέρω λογαριασμό που τηρήθηκε σε εξυπηρέτησή της, αφετέρου να αναγνωριστεί ότι υποχρεούνται εις ολόκληρον οι εναγόμενες να της καταβάλουν, ως χρηματική ικανοποιίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπρακτική συμπεριφορά της δεύτερης, για την οποία ευθύνεται η πρώτη, ως προστήσασα αυτήν στις εργασίες της, το ποσό των 50.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 3059/2020 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Περαιώς, η οποία, δικάζοντας ερήμην της δεύτερης εναγομένης και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως προς την δεύτερη εναγομένη και απέρριψε αυτήν ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς την πρώτη εναγομένη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, με τους διαλαμβανόμενους στο δικόγραφο της έφεσης λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, κατά το μέρος της με το οποίο απορρίφθηκε η αγωγή ως προς την πρώτη εναγομένη και την ουσιαστική παραδοχή της τελευταίας. Ειδικότερα, με την υπό κρίση έφεση επαναφέρεται ο ανωτέρω ισχυρισμός περί πλαστότητας της σύμβασης δανείου, για την προβολή του οποίου δεν απαιτείτο η κατ’ άρθρο 98 περ. β΄ ΚΠολΔ ειδική πληρεξουσιότητα στον πληρεξούσιο δικηγόρο της εκκαλούσας – ενάγουσας, αφού αυτή είχε υποβάλει κατά της δεύτερης εναγομένης την κατατεθείσα στις 24-01-2018 έγκληση στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιώς, με την οποία απέδιδε στην δεύτερη εναγομένη, μεταξύ άλλων, το αδίκημα της πλαστογραφίας. Ενόψει τούτου αλλά, επιπλέον, και του γεγονότος ότι η ένσταση πλαστότητας προτείνεται, προνομιακώς, κατ’ άρθρο 461 ΚΠολΔ, σε κάθε στάση της δίκης με κύρια ή παρεμπίπτουσα αγωγή ή με τις προτάσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η πλαστογραφία αποδίδεται σε ορισμένο πρόσωπο (ΑΠ 1756/2012 ΝΟΜΟΣ), όπως εν προκειμένω, παραδεκτώς επαναφέρεται προς κρίση με την ένδικη έφεση ο πρωτοδίκως προβληθείς περί πλαστότητας της σύμβασης δανείου ισχυρισμός με την επισήμανση ότι η προβλεπόμενη από την ΚΠολΔ 463 υποχρέωση προαπόδειξης της πλαστότητας, έχει εφαρμογή μόνον όταν ο ισχυρισμός της πλαστότητας προβάλλεται κατ’ ένσταση ή με παρεμπίπτουσα αγωγή, όχι δε και όταν η πλαστότητα του εγγράφου προτείνεται με κύρια αυτοτελή αγωγή.

Από τις υπ’ αριθ. …… και ……./29-05-2019 ένορκες βεβαιώσεις των ……….. και …………….. ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά …………., οι οποίες ελήφθησαν επιμελεία της εκκαλούσας, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της εφεσίβλητης (βλ. προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. ……./22-05-19 του δικαστικού επιμελητη της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ………), αλλά όχι και της υπ’ αριθ. ………../29-05-2019 όμοιας, του …….., ενώπιον της ίδιας συμβολαιογράφου, η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη κατ’ άρθρο 424 ΚΠολΔ, ούτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αφού αφενός δεν παρέστη η εφεσίβλητη κατά τη σύνταξή της, αφετέρου αυτή εκλήθη για την 29-05-19 και ώρα 12.00, ενώ η ένορκη βεβαίωση συντάχθηκε την 10.10 της ίδιας ημέρας, αμέσως μετά την προηγούμενη, με αριθμό ………., που συντάχθηκε την 10.00 ώρα και πριν την επόμενη, με αριθμό ……., που συντάχθηκε την 10.45 ώρα (οι δύο τελευταίες κατά τα προβλεπόμενα στην από 21-05-19 σχετική κλήση της εκκαλούσας προς την εφεσίβλητη), ήτοι μία ώρα και πενήντα λεπτά πριν την ώρα για την οποία κλητεύθηκε (βλ. και ΑΠ 424/2001, 288/1997), την υπ’ αριθ. …./20-05-2019 ένορκη βεβαίωση της …… ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., που προσκομίζει με επίκληση η εφεσίβλητη, η οποία ελήφθη κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της εκκαλούσας (βλ. υπ’ αριθ. ……./13-05-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …………), καθώς και από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν με επίκληση, εξαιρουμένης της από 15-10-18 έκθεσης γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της δικαστικής γραφολόγου …………, η οποία συντάχθηκε στα πλαίσια προκαταρτικής εξέτασης για τη διερεύνηση του αδικήματος της πλαστογραφίας και προσκομίζεται με επίκληση, επιμελεία της εκκαλούσας, με την προσθήκη των προτάσεών της, κατά τους ισχυρισμούς της προς αντίκρουση των διαλαμβανομένων στην προσθήκη των προτάσεων της εφεσίβλητης, στην οποία η τελευταία επικαλείται την μη προσκομιδή της επιμελεία της εκκαλούσας, πλην όμως απαραδέκτως, αφού δεν προσκομίζεται στην πραγματικότητα προς αντίκρουση ισχυρισμού που προέβαλε η εφεσίβλητη, αλλά στοχεύει ευθέως στην απόδειξη του περί πλαστότητας αγωγικού ισχυρισμού (βλ. και ΑΠ 194/2023, 1381/2019, 759/2018), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την εναγομένη ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «…………….», όπως η επωνυμία της τροποποιήθηκε στη συνέχεια σε «……………….» και το διακριτικό τίτλο «………….», διαδέχθηκε ως καθολική διάδοχος, μετά τη συζήτηση της αγωγής, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη, η παριστάμενη για λογαριασμό της ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «…………….», λόγω διάσπασης της πρώτης με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύσταση της δεύτερης. Ειδικότερα, δυνάμει των υπ’ αριθ. …../20-03-20 και ……/20-03-20 Ανακοινώσεων του Προϊσταμένου της Γ. Γ. Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή / Γενική Δ/νση Αγοράς / Δ/νση Εταιρειών / Τμήμα Ασφαλιστικών Ανωνύμων Εταιρειών και Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, καταχωρίστηκαν στο ΓΕΜΗ και δημοσιεύθηκαν στον διαδικτυακό τόπο του τα στοιχεία της δεύτερης εταιρείας, για τη διάσπαση με απόσχιση του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας της πρώτης. Ειδικότερα με την πρώτη ανακοίνωση καταχωρίστηκε στο ΓΕΜΗ με ΚΑΚ … η υπ’ αριθ. πρωτ. 31847/20-03-20 απόφαση του προϊσταμένου της ανωτέρω Υπηρεσίας, με την οποία εγκρίθηκε η διάσπαση της πρώτης δι’ απόσχισης του τραπεζικού κλάδου με τη σύσταση της δεύτερης και με δεύτερη ανακοίνωση καταχωρίστηκε στο ΓΕΜΗ με ΚΑΚ …. η ίδια απόφαση για την έγκριση της διάσπασης με τη σύσταση νέας εταιρείας – πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «……….», που έλαβε αριθμό ΓΕΜΗ …., καθώς και το καταστατικό της τελευταίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 Ν 2515/1997, 145 Ν 4261/2014, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους από το άρθρο 5 Ν 4664/2020, 57 παρ. 3, 59-74 και 140-157 Ν 4601/2019, από 18-03-2020 απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με αριθμό πρωτ. …………., το από 31-07-19 σχέδιο διάσπασης, το από 31-01-20 Πρακτικό της Γ. Σ. των μετόχων της πρώτης και την υπ’ αριθ. ……./2020 συμβολαιογραφική πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών …………. Με τη διάσπαση του κλάδου της πρώτης και τη σύσταση νέας εταιρείας η δεύτερη καθίσταται, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, ως προς την μεταβιβαζόμενη σ’ αυτήν δραστηριότητα, καθολική διάδοχος της πρώτης, δεν επέρχεται βίαιη διακοπή της δίκης και νομίμως συνεχίζεται η δίκη από τη δεύτερη, χωρίς πρόσθετες διατυπώσεις. Η εκκαλούσα, η οποία γεννήθηκε την 31-10-1968 και κατοικεί στο Κερατσίνι, είχε αναπτύξει φιλικές σχέσεις με την δεύτερη εναγομένη, ως προς την οποία δεν εκκαλείται η εκκαλουμένη, ……….., αφού κατοικούσαν στην ίδια οικοδομή, επιπλέον δε η δεύτερη της είχε αναθέσει την φύλαξη του τέκνου της έναντι αμοιβής. Η ………… εργαζόταν ως υπάλληλος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….» και ειδικότερα του καταστήματός της που βρίσκεται στην οδό ……….. στον Πειραιά. Στα πλαίσια της σχέσης τους αυτής η εκκαλούσα έλαβε από το ανωτέρω υποκατάστημα της εφεσίβλητης, προσωπικό δάνειο ύψους 1.000 ευρώ, δυνάμει της υπ’ αριθ. ………../03-04-2003 αίτησης / σύμβασης χορήγησης πίστωσης. Του δανείου αυτού έκανε χρήση η εκκαλούσα και το εξόφλησε ολοσχεrώς. Περαιτέρω καταρτίστηκε στο ίδιο κατάστημα, δυνάμει της υπ’ αριθ. …………./02-06-2004 αίτησης / σύμβασης νέα πίστωση – προϊόν με την ονομασία «………..», δυνάμει της οποίας η εφεσίβλητη φέρεται να χορήγησε στην εκκαλούσα ως πίστωση, για την εξυπηρέτηση προσωπικών αναγκών, το ποσό των 15.000 ευρώ. Ακολούθησε η υπ’ αριθ. ……./02-07-04 αίτηση / σύμβαση “………….”, με την οποία της χορηγήθηκε η υπ’ αριθ. ……….. κάρτα, που συνήφθη εκτός καταστήματος, για αγορά προϊόντος αξίας 234 ευρώ πληρωτέου σε 18 δόσεις, που έχει εξοφληθεί, η υπ’ αριθ. ………/19-07-06 αίτηση / σύμβαση δια της οποίας φέρεται να της χορηγήθηκε πίστωση – προϊόν με την ονομασία «28 – προσωπικό δάνειο σταθερού επιτοκίου», ύψους 10.000 ευρώ, που έχει εξοφληθεί και η υπ’ αριθ. ………../12-02-2008 αίτηση / σύμβαση, με την οποία της χορήγησε νέα πίστωση – προϊόν με την ονομασία «………….», ύψους 12.500 ευρώ, καθώς και την πιστωτική κάρτα ……….. Από τη σύμβαση αυτή έχει εξοφληθεί το δάνειο και απομένει υπόλοιπο από το χρήση της κάρτας ύψους 2.771,79 ευρώ. Οι συναφθείσες ανωτέρω από 02-06-2004 και 19-07-2006 συμβάσεις δεν έχουν υπογραφεί αυτοπροσώπως από την εκκαλούσα, όπως αποδεικνύεται από το σύνολο των αποδεικτικών μέσων και ιδίως από το σκεπτικό της υπ’ αριθ. …./14-11-2018 Διάταξης της Εισαγγελέα Εφετών Περαιώς, που απέρριψε, λόγω παραγραφής, την υπ’ αριθ. …/31-07-18 προσφυγή της εκκαλούσας κατά της υπ’ αριθ. …./15-05-2018 Διάταξης του Εισαγγελέα Πλημ/κών Πειραιώς, με την οποία απορρρίφθηκε η έγκλησή της κατά της …………. και κατά παντός τρίτου, μεταξύ άλλων και για τις πράξεις της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ’ εξακολούθηση, αφού έλαβε υπόψη της τις έγγραφες εξηγήσεις των υπαλλήλων της εφεσίβλητης και την από 15-10-18 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της δικαστικής γραφολόγου ………, που συγκεντρώθηκαν στα πλαίσια προκαταρκτικής εξέτασης για τη διερεύνηση του αδικήματος της πλαστογραφίας, κρίνοντας ωστόσο ότι σ’ αυτές δεν έχει τεθεί η υπογραφή της εκκαλούσας, αλλά είναι πλαστογραφημένες. Σημειωτέον ότι κατά το σκεπτικό της ανωτέρω Διάταξης, στις έγγραφες εξηγήσεις τους οι υπάλληλοι της εφεσίβλητης, ……………….., αναφερόμενοι στην πρακτική υπογραφής κάποιων εκ των συμβάσεων αυτών, ως συμβάσεων με το στοιχείο «sv (signature verification), πιθανολογούν ότι η ίδια η εκκαλούσα μετέβη στο κατάστημα και υπέγραψε αυτές, δεν αποκλείουν όμως το ενδεχόμενο, ορισμένες από αυτές, να τις διαβίβαζε η τραπεζική υπάλληλος στην πελάτισσα και ακολούθως να τις προσκόμιζε στο κατάστημα, συνομολογώντας ότι κάποιες εξ αυτών πιθανότατα δεν είχαν υπογραφεί ενώπιόν τους, παρότι βεβαίωναν την υπογραφή της εκκαλούσας επ’ αυτών, όπως η επίδικη, που έχει συνυπογραφεί, στη θέση της φερόμενης ως υπογραφής της εκκαλούσας από την υπάλληλο ……….. Το ότι επί της επίδικης σύμβασης δεν έχει τεθεί ιδιοχείρως η υπογραφή της εκκαλούσας αποδεικνύεται εξάλλου και από την απλή αντιπαραβολή της με υπογραφές που αναμφισβήτητα έχουν τεθεί από αυτήν και συγκεκριμένα τις τεθείσες στην πρώτη, από 2003 σύμβαση, στη σύμβαση με τη «………», το δείγμα υπογραφής της εκκαλούσας, που διατηρούσε η εφεσίβλητη στο αρχείο της, αλλά και αυτήν επί του δελτίου αστυνομικής της ταυτότητας, αφού εμφανίζουν σημαντικές διαφορές, στον τρόπο (καμπυλότητα) χάραξης και στην κατεύθυνση της καταληκτικής κίνησης χάραξής τους. Η εφεσίβλητη με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, πέραν της άρνησης της αγωγής ως προς την πλαστότητα, επικουρικά ισχυρίστηκε ότι η εκκαλούσα παρέσχε την εντολή και πληρεξουσιότητα στη ………., λόγω και των ιδιαίτερων σχέσεών τους να υπογράψει αντ’ αυτής. Ο ανωτέρω ισχυρισμός, που παραδεκτά προτάθηκε με τις προτάσεις της εφεσίβλητης ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και παραδεκτά επαναφέρεται με τις προτάσεις της ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, με σκοπό την απόρριψη της έφεσης, στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 211, 216 επ., 713 ΑΚ. Περαιτέρω από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι για την εξυπηρέτηση της επίδικης υπ’ αριθ. ………../02-06-2004 σύμβασης τηρήθηκε ο υπ’ αριθ. …………. λογαριασμός, που κινείτο κανονικά και στον οποίο έχουν καταχωρηθεί αμοιβαίες πιστοχρεώσεις ως τον Αύγουστο 2017, με τελευταία κατάθεση μετρητών ύψους 985 ευρώ στις 20-04-2017. Μάλιστα το πρώτο κονδύλιο αποτελεί χρέωση ύψους 488,46 ευρώ, με αιτιολογία «ANALIPSI PISTOSEOS», στις 31-12-2014 εμφανίζει χρεώσεις ύψους 31,52 και 88,34 ευρώ, με αιτιολογία «πληρωμή βεβαιωμένων» και 240 και 120 ευρώ, με αιτιολογία «πληρωμή τελών κυκλοφορίας». Επιπλέον στις 25-05-16 εμφανίζει πίστωση 200 ευρώ με αιτιολογία “…. MISTH. ……..» και στις 26-01-2017 πίστωση 800 ευρώ με αιτιολογία «ΠΛΗΡΩΜΗ ….», εκ των οποίων για την πρώτη επικαλείται η εκκαλούσα ότι διατέθηκε σε εξόφληση του προηγούμενου από 2003 δανείου, οι επόμενες τέσσερις για ΕΝΦΙΑ και τέλη κυκλοφορίας της εκκαλούσας, του συζύγου και της πεθεράς της και οι λοιπές για δικές της συναλλαγές. Πλην όμως οι ισχυρισμοί αυτοί δεν αποδείχθηκαν, διότι δεν προσκομίζονται αντίστοιχα εντάλματα πληρωμής, ή άλλα παραστατικά έγγραφα από τα οποία να αποδεικνύεται ότι πράγματι τις συγκεκριμένες συναλλαγές εκτέλεσε η ίδια η εκκαλούσα, για λογαριασμό της ή υπέρ οικείων της, αφού η ταυτότητα των καταθετών ή των ωφελούμενων από τις συναλλαγές αυτές από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε, μη αρκούσας της ένορκης βεβαίωσης της υπαλλήλου της, η οποία δεν κρίνεται πειστική, αφού δεν επιρρωνύεται από άλλα αποδεικτικά μέσα που είχε στη διάθεσή της και μπορούσε ευχερώς να προσκομίσει η εφεσίβλητη, όπως το παραστατικό της τελευταίας ως άνω κατάθεσης στον ανωτέρω λογαριασμό. Σημειωτέον ότι ούτε η αύξηση του ορίου της πίστωσης σε 24.000 ευρώ, που επικαλείται η εφεσίβλητη, αποδεικνύεται από έγγραφο τροποποιητικό της αρχικής σύμβασης, ενώ δεν γίνεται καμία αναφορά από την εφεσίβλητη, ως προς τα καταγγελόμενα εκ μέρους της εκκαλούσας σε βάρος της υπαλλήλου της ………, περί ατασθαλιών στην εκτέλεση των καθηκόντων της και αποπομπής της από την εργασία της. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι αποστέλλονταν πράγματι στην οικία της εκκαλούσας με την αλληλογραφία της οι ανωτέρω λογαριασμοί – ενημερωτικά της εφεσίβλητης, ούτε ότι την κάλεσαν επανειλημμένως υπάλληλοί της για την διευθέτηση του υπολοίπου της συναλλαγής της ήδη από το έτος 2006 και εκείνη μόλις το 2017 αρνήθηκε την κατάρτιση της σύμβασης, μη κρινομένων πειστικών ως προς το ζήτημα αυτό τόσο της ένορκης βεβαίωσης της ……….., υπαλλήλου της εφεσίβλητης, όσο και του εκτιμωμένου ως δικαστικού τεκμηρίου ανυπόγραφου εγγράφου / πίνακα σημειώσεων των υπαλλήλων της τελευταίας, για το περιεχόμενο της συνομιλίας τους με την εκκαλούσα, λόγω της προφανούς εξαρχής μη ομαλής διεξαγωγής της επίδικης τραπεζικής συναλλαγής, εκ μέρους περισσότερων υπαλλήλων της. Συνεπώς η ένσταση κατάρτισης της επίδικης σύμβασης κατόπιν εντολής και πληρεξουσιότητας εκ μέρους της εκκαλούσας προς την ……., που προέβαλε η εφεσίβλητη είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη. Συναφώς, επειδή αποδείχθηκε ότι η υπογραφή στη θέση του δανειολήπτη της εκκαλούσας δεν έχει τεθεί από την ίδια, αλλά από την υπάλληλο της εφεσίβλητης ………., χωρίς να της έχει χορηγηθεί σχετική εντολή και πληρεξουσιότητα, κατ’ απομίμηση αυτής, η σύμβαση αυτή είναι πλαστή και δεν παράγει έννομες συνέπειες σε βάρος της εκκαλούσας, με αποτέλεσμα αυτή να μην οφείλει το υπόλοιπο του λογαριασμού που τηρήθηκε σε εξυπητέτησή της και κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής ανερχόταν στο ποσό των 24.224,16 ευρώ. Περαιτέρω, η εφεσίβλητη, με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που επαναφέρει παραδεκτώς με τις προτάσεις της ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, ισχυρίστηκε ότι η εκκαλούσα είναι αποκλειστικά υπαίτια, άλλως συνυπαίτια στην πρόκληση της βλάβης που προκλήθηκε στην περιουσία της, κατά ποσοστό 99%, επειδή επέτρεψε στη …….. να θέσει την υπογραφή της στην επίδικη σύμβαση, ενώ επιπλέον, παρότι γνώριζε το άνοιγμα της πίστωσης επ’ ονόματί της, από τις έγγραφες και τηλεφωνικές ενημερώσεις της, ουδέποτε ενημέρωσε την ίδια ώστε να μην παράξει η σύμβαση αυτή αποτελέσματα, αλλά διαμαρτυρήθηκε μετά από πολλά έτη, όταν είχε δημιουργηθεί οφειλή από το προϊόν της πίστωσης. Η ένσταση αυτή είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 216 ΠΚ, 914, 932, 297, 298, 299, 300, 334 και 922 ΑΚ. Ωστόσο από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε, ως προεκτέθηκε, ότι οι υπάλληλοι της εφεσίβλητης, ………., και ………, επ’ ευκαιρία και κατά κατά κατάχρηση των καθηκόντων που τούς είχαν ανατεθεί από την εφεσίβλητη, η πρώτη έθεσε κατ’ απομίμηση στην επίδικη σύμβαση την υπογραφή της εκκαλούσας, η δε δεύτερη βεβαίωσε ψευδώς την υπογραφή της εκκαλούσας επ’ αυτής ενώπιόν της, με αποτέλεσμα την κατάρτιση και λειτουργία της ένδικης σύμβασης, η οποία εμφάνισε υπόλοιπο, οφειλόμενο από την εκκαλούσα, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής, ύψους 24.224,16 ευρώ, προκαλώντας της ισόποση περιουσιακή ζημία. Περαιτέρω όπως προεκτέθηκε, δεν αποδείχθηκε ότι η εκκαλούσα χορήγησε την εντολή και πληρεξουσιότητα στην υπάλληλο της εφεσίβλητης να θέσει επί της επίδικης σύμβασης, την υπογραφή της με σκοπό την κατάρτιση αυτής επ’ ονόματί της. Επιπλέον δεν αποδείχθηκε ότι γνώριζε το άνοιγμα της πίστωσης, τουλάχιστον ως το έτος 2012, οπότε με την ανωτέρω μήνυσή της συνομολογεί ότι ενημερώθηκε για ύπαρξη οφειλής ύψους 24.000 ευρώ. Πεισθείσα κατά τον χρόνο εκείνο στις διαβεβαιώσεις της …………., ότι επρόκειτο για τυπικό ζήτημα που θα έλυνε η ίδια, δεν ενημέρωσε την εφεσίβλητη. Η παράλειψή της ωστόσο, αφενός οφειλόταν στις ψευδείς διαβεβαιώσεις της τελευταίας, αφετέρου δεν αποδεικνύεται ότι συνετέλεσε στην αύξηση του παθητικού της περιουσίας της, λαμβανομένου υπόψη του υπολοίπου του ανωτέρω λογαριασμού το έτος 2012 και το έτος 2017 (το έτος 2012 κυμάνθηκε από 22.578,89 – 24.239,89 ευρώ και το 2017 από 19.171,83 – 20.214,38 ευρώ, σύμφωνα με την προσκομιζόμενη από την εφεσίβλητη κίνηση του επίδικου λογαριασμού και τα ενημερωτικά που απευθύνονται στην εκκαλούσα). Συνεπώς η ένσταση συντρέχοντος πταίσματος που προέβαλε η εφεσίβλητη είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη. Ενόψει των ανωτέρω περιστατικών που αποδείχθηκαν, από την ανωτέρω αδικοπρακτική συμπεριφορά των υπαλλήλων της εφεσίβλητης η εκκαλούσα υπέστη ηθική βλάβη, για την απάμβλυνση της οποίας δικαιούται χρηματική ικανοποίηση. Λαμβανομένων υπόψη του ύψους της ζημίας της (παθητικού της περιουσίας της), του βαθμού πταίσματος των ανωτέρω προστηθέντων υπαλλήλων της εφεσίβλητης, των συνθηκών τέλεσης της αδικοπραξίας και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων, το ύψος αυτής ανέρχεται στο εύλογο ποσό των 500 ευρώ.

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, με την αιτιολογία ότι η υπογραφή στην ένδικη σύμβαση τέθηκε από την ίδια την εκκαλούσα, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις. Πρέπει επομένως, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου έφεσης ως ουσιαστικά βάσιμου, να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό, να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη η αγωγή και αφενός να αναγνωριστεί ότι η επίδικη σύμβαση πίστωσης είναι πλαστή και, επειδή δεν παράγει σε βάρος της ενάγουσας έννομες συνέπειες, ότι η ενάγουσα δεν οφείλει το ποσό που εμφαίνεται στον λογαριασμό που τηρήθηκε σε εξυπηρέτησή της, αφετέρου να αναγνωριστεί ότι υποχρεούται η πρώτη εναγομένη να της καταβάλει, εις ολόκληρον με τη δεύτερη εναγομένη, ως χρηματική ικανοποιίηση λόγω ηθικής βλάβης, το ποσό των 500 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Επειδή η έφεση έγινε δεκτή, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στην εκκαλούσα, κατ’ άρθρο 495§3 ΚΠολΔ. Η δικαστική δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εφεσίβλητης, λόγω της ήττας της κατ’ άρθρα 183, 178§§1,2, 189, 191§2 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 25-11-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ΓΑΚ…/ΕΑΚ…./18-01-2022) έφεση.

Διατάσσει την επιστροφή του με κωδικό …….. e-παραβόλου στην εκκαλούσα.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 3059/28-09-2020 οριστική απόφασή Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).

Κρατεί και δικάζει την από 12-02-2019 (αριθ. εκθ. καταθ. ΓΑΚ…./ΕΑΚ……../18-02-2019) αγωγή.

Δέχεται αυτήν εν μέρει.

Αναγνωρίζει ότι η υπ’ αριθ. ………/02-06-2004 σύμβαση πίστωση μεταξύ της ενάγουσας και της πρώτης εναγομένης είναι πλαστή.

Αναγνωρίζει ότι η ενάγουσα δεν οφείλει στην πρώτη εναγομένη το υπόλοιπο του υπ’ αριθ. ……….. λογαριασμού που τηρήθηκε σε εξυπηρέτηση της σύμβασης αυτής.

Αναγνωρίζει ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει, εις ολόκληρον με την δεύτερη εναγομένη, στην ενάγουσα το ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.

Επιβάλλει σε βάρος της εναγομένης – εφεσίβλητης τη δικαστική δαπάνη της ενάγουσας – εκκαλούσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων τριακοσίων (1.300) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 17 Οκτωβρίου 2023.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ  ΕΦΕΤΩΝ                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε δε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις  26 Ιανουαρίου 2024, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Εφέτου, Ιωάννας Ξυλιά, αποτελούμενη από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Σταυρούλα Λιακέα και Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτες και με Γραμματέα την Κ.Σ, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ  ΕΦΕΤΩΝ                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ