Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 158/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αριθμός   158/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Συγκροτήθηκε από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε ο πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του Εφετείου Πειραιά και τη γραμματέα, Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των εκκαλουσών: 1) ………και 2) ………., ως καθολικών διαδόχων του αρχικού διαδίκου και αποβιώσαντος …….., τις οποίες εκπροσώπησε με δήλωση (ΚΠολΔ 242 παρ. 2) η πληρεξούσια δικηγόρος, Σταματίνα Κεπέσογλου.

Της εφεσίβλητης : ……….., την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος, Γιώργος Μαστρομηνάς.

Η εφεσίβλητη άσκησε εναντίον του αρχικού διαδίκου, Σταύρου Καζηλιέρη του Δημητρίου, την με αρ. κατ. ………./2020 αγωγή προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, το οποίο με την με αρ. 1396/2022 απόφασή του την έκανε δεκτή κατ’ ουσία.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλαν οι εκκαλούσες με την από 22.2.2023 (αρ. κατ. ……../2023 και αρ. κατ. εφετείου ………/2023) έφεση προς το δικαστήριο τούτο, οι οποίες είναι καθολικές διάδοχοι του ήδη αποβιώσαντος πριν την άσκηση της έφεσης αρχικού διαδίκου (εναγομένου).

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που προκατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 1, e-παράβολο ………../2023). Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της.

Με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή της η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ζήτησε να αναγνωριστεί ότι ο εν ζωή τότε εναγόμενος αδελφός της, ……….., υποχρεούται, ως κακόπιστος νομέας των επαρκώς περιγραφομένων στην αγωγή κληρονομιαίων ακινήτων (διαμερισμάτων) που κατέλειπε στην ενάγουσα ο πατέρας τους, να της καταβάλει νομιμοτόκως το συνολικό ποσό των 29.000 ευρώ ως αποδοτέα ωφέλεια, ίση με τη μισθωτική αξία τούτων, κατά τις στην αγωγή επιμέρους διακρίσεις, που αποκόμισε ο εναγόμενος από την αποκλειστική χρήση των οριζόντιων ιδιοκτησιών, με την εκμίσθωση της μιας εξ αυτών και την οίκηση της άλλης, αποκλειομένης της ενάγουσας ολοκληρωτικά απ’ αυτή (τη χρήση), κατά το χρονικό διάστημα από 30.7.2016 έως 30.9.2020. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη έκανε δεκτή την αγωγή και αναγνώρισε την υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει στην ενάγουσα το χρηματικό ποσό των 29.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση. Με την υπό κρίση έφεση οι εκκαλούσες, καθολικές διάδοχοι του ήδη αποβιώσαντος πριν την άσκηση της έφεσης εναγομένου, στη δικονομική θέση του οποίου υπεισήλθαν, παραπονούνται για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την απόρριψη της αγωγής.

Σε σχέση με τον ισχυρισμό των εκκαλουσών περί αοριστίας της ένδικης αγωγής, που προβάλλουν με σχετικό λόγο έφεσης, αυτός πρέπει να απορριφθεί, γιατί στο δικόγραφο της αγωγής επαρκώς προσδιορίζονται τα κληρονομιαία ακίνητα, που ο εναγόμενος νέμεται κακόπιστα, αποκομίζοντας παράνομα ωφέλεια, εκμισθώνοντας το ένα εξ αυτών και κατοικώντας στο άλλο, χωρίς να χρειάζεται περαιτέρω να προσδιορίζονται τα ειδικότερα στοιχεία της μίσθωσης.

Με την 5481/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που έκρινε επί προγενέστερης ασκηθείσας αγωγής (αρ. κατ. ……./2016 αγωγή) της εφεσίβλητης εναντίον του αρχικού διαδίκου …………. και η οποία κατέστη τελεσίδικη μετά την ουσιαστική απόρριψη της εναντίον της ασκηθείσας έφεσης (744/2019 απόφαση αυτού του δικαστηρίου), έγιναν δεκτά με δύναμη δεδικασμένου τα ακόλουθα: Ο ως άνω εναγόμενος, αντιποιούμενος το κληρονομικό δικαίωμα της ενάγουσας αδερφής του (εφεσίβλητης) επί δύο ακινήτων, ήτοι ενός δώματος 20 τ.μ. και ενός διαμερίσματος 65 τ.μ., του τετάρτου και του τρίτου ορόφου αντίστοιχα, της στον Πειραιά και επί της οδού ………. κειμένης πολυκατοικίας (τα επίδικα δηλαδή), που γνώριζε ότι είχε αποκτήσει από τον αποβιώσαντα πατέρα τους με την νομίμως δημοσιευθείσα υπ’ αρ. ……/26.11.2010 δημόσια διαθήκη συνταχθείσα ενώπιον της συμβ/φου Νίκαιας, …………., γιατί και ο ίδιος είχε εγκατασταθεί ως κληρονόμος σε στοιχεία της κληρονομιάς, από το Μάρτιο του έτους 2011 εκμίσθωνε το κληρονομιαίο δώμα αντί μηνιαίου μισθώματος 150 ευρώ, ενώ από τον Ιούνιο του έτους 2015, εγκαταστάθηκε στο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου, όπου και έκτοτε κατοικούσε, εξοικονομώντας τη σχετική δαπάνη καταβολής μισθώματος. Επιπλέον αυτός, προκειμένου να καταστήσει αδύνατη την πρόσβαση της ενάγουσας στις ως άνω οριζόντιες ιδιοκτησίες της, άλλαξε την κλειδαριά της κεντρικής εισόδου και αρνήθηκε να της παραδώσει τα κλειδιά. Με βάση τα παραπάνω ο εναγόμενος ευθύνεται ως κακόπιστος νομέας για την απόδοση των ωφελημάτων που αποκόμισε από την εκμετάλλευση – χρήση των κληρονομιαίων ακινήτων μέχρι τον Ιούλιο του 2016, τα οποία αντιστοιχούν στην αποδεδειγμένη μισθωτική αξία αυτών, ήτοι σε 150 ευρώ μηνιαία για το δώμα του τετάρτου ορόφου και 350 ευρώ μηνιαία για το διαμέρισμα του τρίτου ορόφου, η οποία δεν αμφισβητήθηκε από τον εναγόμενο.

Περαιτέρω από την υπ’ αρ. ……./21.12.2020 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της ειρηνοδίκη Πειραιά, που προσκομίζει με επίκληση η εφεσίβλητη και ελήφθη κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντίδικης πλευράς (βλ. την ………../15.12.2020 έκθεση επίδοσης της δικ. επιμ. ………..) και από όλα τα έγγραφα, που προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εναγόμενος, και μετά τον Ιούλιο του 2016, δεν απέδωσε τα ως άνω κληρονομιαία ακίνητα στην ενάγουσα και εξακολούθησε να εκμεταλλεύεται και να χρησιμοποιεί αυτά. Συγκεκριμένα εξακολουθούσε να εκμισθώνει το δώμα μέχρι τον Οκτώβριο του 2020, οπότε και παρέδωσε τα κλειδιά τούτου στην ενάγουσα, ενώ συνέχισε να κατοικεί στο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου μέχρι τις 14.12.2020, οπότε και παρέδωσε τα κλειδιά τούτου στην ενάγουσα. Με βάση τα παραπάνω ο εναγόμενος ευθυνόταν ως κακόπιστος νομέας για την απόδοση των ωφελημάτων που αποκόμισε από την εκμετάλλευση – χρήση των κληρονομιαίων ακινήτων από τον Αύγουστο του 2016 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2020, τα οποία αντιστοιχούν στην αποδεδειγμένη μισθωτική αξία αυτών, ήτοι σε 180 ευρώ μηνιαία για το δώμα του τετάρτου ορόφου και 400 ευρώ μηνιαία για το διαμέρισμα του τρίτου ορόφου της ως άνω κτισμένης το έτος 1975 πολυκατοικίας, η οποία (αξία) δεν αμφισβητήθηκε από τον εναγόμενο. Συνολικά, λοιπόν, όφειλε να της καταβάλει το ποσό των (180 Χ 50 μήνες + 400 Χ 50 μήνες) 29.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση. Σχετικά με την ένσταση της ενιαύσιας παραγραφής της νομής (ΑΚ 992) που πρότεινε ο εναγόμενος πρωτοδίκως και επαναφέρει με σχετικό λόγο έφεσης, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμη, γιατί εν προκειμένω η αξίωση που κρίνεται είναι αυτή της απόδοσης της ωφέλειας που αποκόμισε ο εναγόμενος ως κακόπιστος νομέας της κληρονομιάς, ο οποίος ευθύνεται κατά τις διατάξεις του νομέα πράγματος μετά την επίδοση της διεκδικητικής αγωγής (ΑΚ 1876, 1877, 1098) και εφόσον η ωφέλεια συνίσταται σε κάθε όφελος που παρέχει η χρήση του πράγματος (ΑΚ 962), όπως είναι η ωφέλεια από την εκμετάλλευση – χρήση των επιδίκων ακινήτων, η αξίωση αυτή παραγράφεται μετά την παρέλευση πέντε ετών από το τέλος του έτους στο οποίο γεννήθηκαν οι αξιώσεις και αν πρόκειται για επαναλαμβανόμενες κατ’ έτος, από το τέλος κάθε έτους (ΑΚ 250 αρ. 17) και, εν προκειμένω, που οι επίδικες αξιώσεις αρχίζουν από τον Αύγουστο του 2016 και επαναλαμβάνονται κατ’ έτος μέχρι το Σεπτέμβριο του 2020, δεν υπέπεσαν στην πενταετή παραγραφή, αφού η ένδικη αγωγή ασκήθηκε την 29.9.2020 (…………/29.9.2020 της δικ. επιμ. …………), ήτοι εντός της πενταετίας από το τέλος εκάστου έτους εντός του οποίου γεννήθηκαν αυτές. Σχετικά με τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής άσκησης της αγωγής που υπέβαλε ο εναγόμενος πρωτοδίκως και επαναφέρει με σχετικό λόγο έφεσης, επικαλούμενος προς θεμελίωσή του ότι αφενός ουδέποτε δεν εισέπραξε αυτός μισθώματα του δώματος αλλά η μητέρα τους . …….., αφετέρου δε επειδή η ενάγουσα γνώριζε ότι ο ίδιος έπασχε από καρκίνο και άσκησε την αγωγή ως αντίποινα για την αγωγή ακύρωσης διαθήκης που άσκησαν εναντίον της ο εναγόμενος, η μητέρα τους και οι εκκαλούσες, δημιουργώντας σ’ αυτόν εύλογη πεποίθηση περί τη μη άσκησης αγωγής, αυτός (ο ισχυρισμός) πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος, γιατί, κατά το πρώτο σκέλος του συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής και κατά το δεύτερο σκέλος του, ακόμη και αν θεωρηθούν αληθινά τα όσα επικαλείται, σε καμία περίπτωση η συμπεριφορά της ενάγουσας δεν δημιούργησε στον ενάγοντα εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσει το δικαίωμά της για απόδοση των ωφελημάτων, τα δε εσωτερικά, παραγωγικά αίτια της βούλησης της ενάγουσας, δηλαδή τα ελατήρια από τα οποία ορμήθηκε να ασκήσει το δικαίωμά της είναι νομικώς αδιάφορα, εντεύθεν και η άσκηση της αγωγής δεν υπερβαίνει προφανώς τα όρια της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματος. Έπρεπε λοιπόν η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή κατ’ ουσίαν και να απορριφθούν οι ενστάσεις και οι ισχυρισμοί του εναγομένου. Τα ίδια που έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και εκτίμησε τα αποδεικτικά μέσα. Τα αντίθετα υποστηριζόμενα με την έφεση κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και η έφεση κατ’ ουσίαν. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο και να καταδικαστούν οι εκκαλούσες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας (ΚΠολΔ 183, 176).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την έφεση.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

Καταδικάζει τις εκκαλούσες στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης της εφεσίβλητης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, που καθορίζει σε 600 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά, στις  4.4.2024.

           Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ