Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 145/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης        145/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ 2ο

Αποτελούμενο από την Δικαστή Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη και από την Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της εκκαλούσας – εναγόμενης: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» που εδρεύει στον Πειραιά, οδός ……… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Αικατερίνη Τσιώνα (ΑΜ ………… Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).

Της εφεσίβλητης – ενάγουσας: της αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………», υποκατάστημα Γερμανίας «…………….» που εδρεύει στην ……… Γερμανίας, ………., και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Κωνσταντίνα Παπακώστα (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).

Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 20.06.2014 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2014 και ειδικό …./2014 αγωγή της, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Η εναγόμενη – προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 03.10.2018 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2018 και ειδικό …./2018 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..». Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 2498/2019 οριστική απόφασή του που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, αφού συνεκδίκασε την αγωγή και την προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, απέρριψε ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας την προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή και έκανε δεκτή την αγωγή. Η εκκαλούσα – εναγόμενη προσέβαλε την απόφαση αυτή με την από 14.10.2019 έφεσή της που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./16.10.2019 και ειδικό …../16.10.2019 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./18.06.2021 και ειδικό …../18.06.2021, για τη δικάσιμο της 05.05.2022 και μετά από αναβολές για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσαν δηλώσεις κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 2498/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και με την οποία, αφού συνεκδικάσθηκε η από 20.06.2014 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2014 και ειδικό …./2014 αγωγή, καθώς και η από 03.10.2018 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2018 και ειδικό ……/2018  προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας η προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή και έγινε δεκτή η αγωγή της εφεσίβλητης – ενάγουσας, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η έφεση ασκήθηκε μετά την 01.01.2016), εφόσον δεν προκύπτει από τα έγγραφα που προσκομίζονται, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, ότι έχει χωρήσει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, η δε κρινόμενη από 14.10.2019 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 16.10.2019, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …./16.10.2019 και ειδικό …./16.10.2019 της γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση, ήτοι εντός της προθεσμίας των δύο ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης την 16.07.2019. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στη συνέχεια, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της έφεσης έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα – εναγόμενη το παράβολο των 100,00 ευρώ που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ.

Η ενάγουσα αλλοδαπή ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………», υποκατάστημα Γερμανίας «………….» που εδρεύει στην ……. Γερμανίας, στην από 20.06.2014 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2014 και ειδικό …/2014 αγωγή της, την οποία άσκησε, κατά την τακτική διαδικασία, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εξέθετε ότι δυνάμει του υπ’ αριθ. ……. από 31.07.2008 ασφαλιστηρίου συμβολαίου επαγγελματικής ασφάλισης αστικής ευθύνης είχε ασφαλίσει για το χρονικό διάστημα από την 01.04.2008 έως την 30.09.2009, την αστική ευθύνη έναντι τρίτων της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «……………» που εδρεύει στο …… Γερμανίας, και συγκεκριμένα ανέλαβε την ασφάλιση, εκτός των άλλων, για αξιώσεις αστικής ευθύνης λόγω ζημιών σε ταξιδιώτες, υπό την ιδιότητα της ασφαλιζόμενης ως τουριστικού πράκτορα, για σωματικές βλάβες και υλικές ζημίες, ενώ δυνάμει της υπ’ αριθ. …/25.11.2009 προσθήκης στο υπ’ αριθ. ………. ασφαλιστήριο συμβόλαιο, συμφωνήθηκε αλλαγή του ασφαλιζόμενου αναδρομικά από την 01.04.2008, και ειδικότερα η αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «………» που εδρεύει στο …….. Ηνωμένου Βασιλείου, ενεργώντας για λογαριασμό των θυγατρικών της εταιρειών που εδρεύουν στη Γερμανία, υπεισήλθε αναδρομικά σε όλες τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα της προηγούμενης ασφαλιζόμενης εταιρείας «………» που απορρέουν από την υπ’ αριθ. ………. ασφαλιστική σύμβαση, ότι η εταιρεία «……….» είχε συνάψει την από 30.07.2008 ξενοδοχειακή σύμβαση allotment με την εναγόμενη, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……..» που εδρεύει στον Πειραιά και έχει την ιδιοκτησία και την εκμετάλλευση του ξενοδοχείου «……….» που βρίσκεται στο ……….. Χαλκιδικής, δυνάμει της οποίας συμφωνήθηκε η κράτηση για τη χρονική περίοδο από την 30.04.2009 έως την 22.10.2009, ενός αριθμού κλινών στο ανωτέρω ξενοδοχείο, τις οποίες η εναγόμενη δεσμεύθηκε να διατηρεί διαθέσιμες για τον ταξιδιωτικό πράκτορα «……..», ότι σε εκτέλεση της από 30.07.2008 ξενοδοχειακής σύμβασης allotment, θα διέμενε στο ξενοδοχείο της εναγόμενης, από την 01.08.2009 έως την 08.08.2009, η ……….., κάτοικος ………. Γερμανίας που είχε συνάψει σύμβαση παροχής ταξιδιωτικών υπηρεσιών με την εταιρεία «………..», μέλος του ομίλου εταιρειών «……….», πλην όμως την 04.08.2009 και ενώ προχωρούσε πεζή στους εξωτερικούς χώρους του ξενοδοχείου της εναγόμενης κατευθυνόμενη προς την βεράντα της αίθουσας πρωινού, έχασε την ισορροπία της και επέπεσε με σφοδρότητα στο έδαφος, το οποίο ήταν υγρό και ολισθηρό, διότι είχαν μόλις προηγηθεί εργασίες καθαριότητας, χωρίς να έχουν τοποθετηθεί προειδοποιητικές πινακίδες, με αποτέλεσμα να υποστεί κάταγμα ωλεκράνου αριστερά και να μεταφερθεί αυθημερόν στη Γερμανία, όπου υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση και σε άλλες θεραπείες, ότι ακολούθως η ……… άσκησε εναντίον της αντισυμβαλλόμενής της εταιρείας «………….» την υπ’ αριθ. φακέλου …………./09 αγωγή ενώπιον του Πρωτοδικείου Φρανκφούρτης του Μάιν, με την οποία ζήτησε την επιδίκαση αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, και η οποία έγινε εν μέρει δεκτή με την υπ’ αριθ. φακέλου 2-19 Ο 400/09 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου και υποχρεώθηκε η αντίδικός της να της καταβάλει το ποσό των 8.857,10 ευρώ, πλέον τόκων ύψους 5 ποσοστιαίων μονάδων άνω του βασικού επιτοκίου επί του ποσού των 6.967,27 ευρώ από την 07.10.2009 και επί του ποσού των 1.889,83 ευρώ από την 21.04.2010, ενώ αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση της αντιδίκου της να της καταβάλει, κατά ποσοστό 2/3, οποιοδήποτε ποσά υλικών ζημιών θα προκύψουν μελλοντικά, εξαιτίας του ανωτέρω συμβάντος που έλαβε χώρα την 04.08.2009, εφόσον δεν έχουν μεταβιβασθεί σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης ή τρίτα πρόσωπα, επιπλέον με την υπ’ αριθ. φακέλου ……/09 από 14.07.2010 απόφαση καθορισμού εξόδων του Πρωτοδικείου Φρανκφούρτης του Μάιν, υποχρεώθηκε η αντίδικός της να της καταβάλει το ποσό των 905,98 ευρώ ως δικαστικά έξοδα, ότι η εναγόμενη είναι υπαίτια του ανωτέρω τραυματισμού της . …………………. που έλαβε χώρα την 04.08.2009 στους εξωτερικούς χώρους του ξενοδοχείου της, καθόσον δεν προέβη στην τοποθέτηση προειδοποιητικών πινακίδων, αν και είχαν μόλις προηγηθεί εργασίες καθαριότητας και το έδαφος ήταν υγρό και ολισθηρό, και συνεπώς αθέτησε την συμβατική της υποχρέωση, κατά τα οριζόμενα στην από 30.07.2008 ξενοδοχειακή σύμβαση allotment, να διατηρεί ασφαλείς τις εγκαταστάσεις του ξενοδοχείου της και να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη των ατυχημάτων και την ασφάλεια των πελατών του ξενοδοχείου, ότι εφόσον επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος, κατά τα προαναφερθέντα, η ενάγουσα κατέβαλε στην ασφαλισμένη της εταιρεία το επιδικασθέν ως άνω ποσό των 8.857,10 ευρώ για κεφάλαιο και το ποσό των 334,44 ευρώ για τόκους, το επιδικασθέν ως άνω ποσό των 905,98 ευρώ για δικαστικά έξοδα και το ποσό των 3,30 ευρώ για τόκους, δηλαδή το συνολικό ποσό των 10.100,82 ευρώ, μείον της προβλεπόμενης στην υπ’ αριθ. ….. ασφαλιστική σύμβαση απαλλαγής ποσού 1.387,02 ευρώ, ήτοι το συνολικό ποσό των 8.713,80 ευρώ, πλέον του ποσού των 1.535,00 ευρώ για αμοιβή του δικηγόρου που εκπροσώπησε την ασφαλισμένη της εταιρεία στη μεταξύ αυτής και της . …………………. ως άνω δίκη, κατά τα οριζόμενα στην υπ’ αριθ. ……. ασφαλιστική σύμβαση, ότι επιπλέον η ενάγουσα κατέβαλε στην ασφαλισμένη της εταιρεία για υλικές ζημιές, εξαιτίας του τραυματισμού της . …………………. που προέκυψαν μελλοντικά, κατά ποσοστό 2/3, και συγκεκριμένα για αμοιβές φυσιοθεραπεύτριας, για αγορά ορθοπεδικού ορθοστάτη και για επισκέψεις σε κέντρο αποκαταστατικής γυμναστικής το συνολικό ποσό των 265,42 ευρώ, ήτοι τα 2/3 επί του συνολικού ποσού των 398,15 ευρώ, για εξόφληση των ιατρικών και νοσηλευτικών εξόδων που κατέβαλε για την   …………………. ο φορέας κοινωνικής της ασφάλισης το συνολικό ποσό των 12.645,91 ευρώ, ήτοι τα 2/3 επί του συνολικού ποσού των 18.968,88 ευρώ, πλέον του ποσού των 640,85 ευρώ για αμοιβή του δικηγόρου του φορέα της κοινωνικής της ασφάλισης, ήτοι τα 2/3 επί του συνολικού ποσού των 961,28 ευρώ, και συνολικά κατέβαλε στην ασφαλισμένη της εταιρεία το ποσό των 23.800,98 ευρώ, ότι η ενάγουσα υποκαταστάθηκε αυτοδίκαια εκ του νόμου, δυνάμει της παραγράφου 86 του γερμανικού νόμου περί της σύμβασης ασφάλισης της 30.05.1908, χωρίς να απαιτείται σύμβαση εκχώρησης της σχετικής απαίτησης, στα δικαιώματα της ασφαλισμένης της εταιρείας έναντι της εναγόμενης για την ζημία που υπέστη, και συνεπώς νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκηση της κρινόμενης αγωγής. Με βάση αυτό το ιστορικό, ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει, επικαλούμενη ενδοσυμβατική ευθύνη της τελευταίας, λόγω πλημμελούς εκπλήρωσης εκ μέρους της των υποχρεώσεων που απορρέουν από την από 30.07.2008 ξενοδοχειακή σύμβαση allotment, άλλως ευθύνη της εναγόμενης κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών, άλλως ευθύνη αυτής κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, το ανωτέρω ποσό των 23.800,98 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγόμενη στη δικαστική της δαπάνη. Η εναγόμενη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 03.10.2018 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2018 και ειδικό …../2018 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της κατά της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», με την οποία επικαλούμενη ότι έχει συνάψει με την τελευταία την υπ’ αριθ. ……. σύμβαση ασφάλισης και ότι έχει δικαίωμα να απαιτήσει από αυτήν αποζημίωση σε περίπτωση μερικής ή ολικής ήττας της στην κύρια από 20.06.2014 αγωγή, προσεπικάλεσε την καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη να παρέμβει υπέρ αυτής στην κύρια δίκη και περαιτέρω ζήτησε να υποχρεωθεί αυτή να της καταβάλει, σε περίπτωση μερικής ή ολικής παραδοχής της κύριας από 20.06.2014 αγωγής, οποιοδήποτε ποσό θα υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει στην ενάγουσα της κύριας αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της παρεμπίπτουσας αγωγής μέχρι την εξόφληση και να καταδικασθεί η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη στη δικαστική της δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 2498/2019 οριστική απόφασή του, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, αφού συνεκδίκασε την αγωγή και την προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, απέρριψε ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας την προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, έκρινε ότι η αγωγή ήταν ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 288, 334, 340, 341, 345, 346, 361, 904, 914 και 922 του ΑΚ και των άρθρων 68, 176 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ, και στη συνέχεια έκανε αυτή δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 23.800,98 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, ενώ κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή κατά το ποσό των 8.000,00 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εκκαλούσα – εναγόμενη με την κρινόμενη από 14.10.2019 έφεσή της για τους περιεχόμενους σε αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί την εξαφάνισή της, με σκοπό να απορριφθεί η εναντίον της αγωγή.

Επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων που εμφανίζουν στοιχείο αλλοδαπότητας, ήτοι συνδέονται και με άλλες έννομες τάξεις πέραν αυτής του δικάζοντος δικαστηρίου, καλείται, καταρχήν, σε εφαρμογή ο εκτοπίζων τις περί διεθνούς δικαιοδοσίας εθνικές δικονομικές ρυθμίσεις Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2000 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις» (Κανονισμός «Βρυξέλλες I») και σε σχέση με τις ασκούμενες από τις 10.01.2015 αγωγές, ο Κανονισμός (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις». Περαιτέρω, το άρθρο 3 παρ. 1 του Κανονισμού 44/2001 καθιερώνει ως γενική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας την κατοικία του εναγόμενου (actor sequitur forum rei). Έτσι, κάθε πρόσωπο που έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους μέλους, μπορεί να ενάγεται ενώπιον των δικαστηρίων της κατοικίας του, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ιθαγένειά του. Για να θεμελιωθεί, όμως, η διεθνής δικαιοδοσία στον γενικό αυτό κανόνα, θα πρέπει να προηγηθεί ο αποκλεισμός κάποιων αποκλειστικών βάσεων διεθνούς δικαιοδοσίας του ιδίου Κανονισμού. Έτσι, κατά σειρά, αρχικά, ερευνάται αν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 22 του Κανονισμού 44/2001 (αποκλειστική δικαιοδοσία σε υποθέσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων κλπ). Δεύτερον εξετάζεται, μήπως υπάρχει σιωπηρή αποδοχή της διεθνούς δικαιοδοσίας, λόγω της μη αμφισβήτησής της από τον παριστάμενο εναγόμενο (άρθρο 26 του Κανονισμού 44/2001). Τρίτον, εξετάζεται μήπως υπάρχει έγκυρη συμφωνία παρέκτασης, η οποία υποδεικνύει τη διεθνή δικαιοδοσία άλλου δικαστηρίου, διαφορετικού κράτους μέλους ή τρίτης χώρας (άρθρο 23 του Κανονισμού 44/2001). Τέλος, θα πρέπει να αποκλειστεί και η ενδεχόμενη συνδρομή της διεθνούς δικαιοδοσίας δικαστηρίων, δυνάμει των άρθρων 8-14 (υποθέσεις ασφαλίσεων), 15-17 (συμβάσεις καταναλωτών) και 18-21 (ατομικές συμβάσεις εργασίας). Εφόσον δεν συντρέχει καμία από τις περιπτώσεις αυτές που εισάγουν παρεκκλίσεις από το γενικό κανόνα του άρθρου 3 παρ. 1 του Κανονισμού 44/2001, εφαρμόζεται ο κανόνας της γενικής δωσιδικίας της κατοικίας του εναγόμενου και εάν η υπόθεση το επιτρέπει, διανοίγεται η δυνατότητα παράλληλης ενεργοποίησης και μιας από τις ειδικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας των άρθρων 5 επ. του ιδίου Κανονισμού, όπως επί διαφορών από σύμβαση, τα δικαστήρια του τόπου εκπλήρωσης της παροχής (άρθρο 5 παρ. 1 α’ του Κανονισμού 44/2001) ή επί αδικοπραξίας τα δικαστήρια του τόπου όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός (άρθρο 5 παρ. 3 του Κανονισμού 44/2001) (ΜονΕφΑθ 3165/2021 ΝΟΜΟΣ, Ν. Νίκας- Ε. Σαχπεκίδου, Ευρωπαϊκή Πολιτική Δικονομία, τομ. I, σελ. 105). Περαιτέρω, αναφορικά με το εφαρμοστέο από τα ελληνικά δικαστήρια δίκαιο, κατά το άρθρο 25 του ΑΚ, οι ενοχές από σύμβαση ρυθμίζονται από το δίκαιο, στο οποίο έχουν υποβληθεί τα μέρη (ΑΠ 640/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1584/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 604/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 350/2018 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 299/2019 Δημοσίευση Ιστοσελίδα ΕφΠειρ), ενώ η υποβολή των μερών σε ορι­σμένο δίκαιο μπορεί να γίνει με ρητή ή σιωπηρή δήλωση της βούλησής τους. Εξάλλου, ταυτόσημη και ομοειδής σε περιεχόμενο ρύθμιση με την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 25 του ΑΚ προβλέπει και η Σύμβαση της Ρώμης του 1980 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές που επικυρώθηκε στην Ελλάδα με το Ν. 1792/1988, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύει της διάταξης του άρθρου 25 του ΑΚ (ΑΠ 543/2008 ΝΟΜΟΣ), εφαρμόζεται δε από την 01.04.1991 για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ που την υπέγραψαν ή προσχώρησαν σ’ αυτήν, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα. Στο πεδίο εφαρμογής της εμπίπτουν οι συμβάσεις που συνήφθησαν μεταξύ προσώπων – κατοίκων των κρατών μελών από την 01.04.1991 έως την 16.12.2009, δεδομένου ότι για τις συμβάσεις που συνάπτονται από την 17.12.2009 και εντεύθεν για το εφαρμοστέο δίκαιο ισχύει ο Κανονισμός (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμ­βουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 17ης Ιουνίου 2008 (Κανονισμός «Ρώμη I»). Κατά την παρ. 1 του άρθρου 3 της Σύμβασης αυτής για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές «Η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη. Η επιλογή αυτή πρέπει να είναι ρητή ή να συνάγεται με βεβαιότητα από τις διατάξεις της σύμβασης ή τα δεδομένα της υπόθεσης…», ενώ κατά την παρ. 2 του ίδιου άρθρου «τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν οποτεδήποτε την υπαγωγή της σύμβασής τους σε δίκαιο άλλο από εκείνα που, σύμφωνα είτε με προηγούμενη επιλογή κατά το παρόν άρθρο, είτε με άλλες διατάξεις της παρούσας σύμβασης τη διείπε προηγουμένως. Κάθε σχετική με τον καθορισμό του εφαρμοστέου δικαίου τροποποίηση μετά τη σύναψη της σύμβασης δεν θίγει το κατά το άρθρο 9 τυπικό κύρος της, ούτε τα δικαιώματα των τρίτων». Ωστόσο, η Σύμβαση της Ρώμης του 1980 εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής της τις ασφαλιστικές συμβάσεις (εκτός από τις συμβάσεις αντασφάλισης), που καλύπτουν κινδύνους που εντοπίζονται στο έδαφος των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ ούτε οι διατάξεις του Κανονισμού 593/2008 εφαρ­μόζονται στις ασφαλιστικές συμβάσεις, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 1 παρ. 2 περ. (ι) (ΑΠ 1584/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 604/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 350/2018 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 299/2019 Δημοσίευση Ιστοσελίδα ΕφΠειρ, ΜονΕφΠειρ 7/2015 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, το περιεχόμενο κάθε σύμβασης ασφάλισης προσδιορίζεται από το ασφαλιστήριο και τα παραρτήματά του. Οι όροι του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, γενικοί ή ειδικοί, έχουν την ίδια νομική αξία και σημασία και είναι υποχρεωτικοί, έστω και αν δεν καλύπτονται με την υπογραφή των συμβαλλομένων, αρκεί να γίνεται σαφής παραπομπή σε αυτούς με τη σύμβαση ασφάλισης, διότι θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος αυτής (ΑΠ 955/2021 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1459/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1584/2011 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η μίσθωση των δωματίων ενός ξενοδοχείου, μπορεί να γίνει, είτε απ’ ευθείας από τους ενδιαφερόμενους μεμονωμένους πελάτες, είτε από ταξιδιωτικούς οργανισμούς ή τουριστικά γραφεία, που τα διαθέτουν στη συνέχεια στους πελάτες τους (τουρίστες). Στη δεύτερη περίπτωση, που χαρακτηρίζεται ως «χονδρική μίσθωση», θα πρόκειται για την ξενοδοχειακή μίσθωση. Η χονδρική μίσθωση ξενοδοχειακών κλινών (δωματίων) μπορεί να πάρει ανάλογα με το νόμο, την συμφωνία των μερών, αλλά και την συναλλακτική πρακτική, κυρίως, δύο ειδικότερες μορφές, χωρίς να αποκλείεται φυσικά εντός των ορίων της συμβατικής ελευθερίας η επιλογή και άλλων τύπων ή και ο συνδυασμός τους. Η πρώτη μορφή αποτελεί τη λεγόμενη βέβαιη εγγυημένη κράτηση, στο πεδίο λειτουργίας της οποίας ο ξενοδόχος αναλαμβάνει την υποχρέωση να παραχωρεί τον συμφωνηθέντα αριθμό κλινών και να προσφέρει και τις συναφείς ξενοδοχειακές παροχές, για την προκαθορισμένη περίοδο στον αντισυμβαλλόμενό του, και ακριβέστερα στους υπ’ αυτού υποδειχθησόμενους τρίτους – πελάτες του, ο οποίος, με την σειρά του, οφείλει το συμφωνηθέν ολικό αντίτιμο μίσθωμα, ανεξάρτητα του εάν έκανε χρήση των μισθωθεισών κλινών, παραχωρώντας τη χρήση αυτών στους δικούς τoυ πελάτες. Η δεύτερη μορφή αποτελεί τη λεγόμενη κράτηση allotment (κατά μερίδιο), που ρυθμίζεται από το άρθρο 11 της απόφασης του Γενικού Γραμματέα του Ε.Ο.Τ 503007/29.1.1976, στην οποία το άρθρο 8 του Ν. 1652/1986 έδωσε ισχύ τυπικού νόμου. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της συμφωνίας είναι ο συμβατικός προσδιορισμός δύο ακραίων ποσοτικών ορίων μισθωμένων κλινών, ενός ανώτατου και ενός κατώτατου, εντός μίας ή περισσότερων χρονικών περιόδων. Ο ξενοδόχος είναι υποχρεωμένος να διατηρεί δεσμευμένο για τον αντισυμβαλλόμενό του το ανώτατο όριο κλινών, υποχρεούμενος σε αντίθετη περίπτωση, σε αποζημίωσή του, ενώ ο μισθωτής των κλινών καταβάλει το μίσθωμα, μόνο για όσες κλίνες χρησιμοποίησε, χωρίς υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης για τις μη χρησιμοποιηθείσες κλίνες. Η ξενοδοχειακή κατά τα άνω σύμβαση είναι μικτή σύμβαση προεχόντως μισθωτικού χαρακτήρα, πέρα από τα στοιχεία μίσθωσης υπηρεσιών, πώλησης, προμήθειας (ΑΠ 489/2021 ΝΟΜΟΣ). Στην ξενοδοχειακή σύμβαση, η μίσθωση του ακινήτου έχει τον προέχοντα, οικονομικά, ρόλο και είναι εκείνη η οποία, κατά την πρόθεση των συμβαλλομένων, θεωρείται η κύρια παροχή. Οι λοιπές παροχές που ανήκουν σε άλλους συμβατικούς τύπους στην ξενοδοχειακή σύμβαση δεν έχουν ισότιμο με τη μίσθωση του ακινήτου ρόλο, όποιο δε και αν είναι το κόστος τους, δεν έχουν δυνατότητα εκτίμησης, χωρίς, τη μίσθωση του ακινήτου (ΕφΑθ 4174/2010 ΕλλΔνη 2011. 1076, ΜονΕφΔωδ 297/2023 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, από το συνδυασμό των άρθρων 534 και 545 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι εάν η εκκαλουμένη, εκτιμώντας τα εκτιθέμενα στην αγωγή πραγματικά περιστατικά, έκανε λανθασμένο νομικό χαρακτηρισμό και υπαγωγή τους όχι στον προσήκοντα κανό­να δικαίου, δεν εξαφανίζεται από το Εφε­τείο, αφού στο στάδιο αυτό δεν έχει δια­πιστωθεί αν το διατακτικό της είναι ορθό (άρθρο 534 του ΚΠολΔ) και κατά πόσο περι­έχει σφάλμα ως προς την ουσιαστική βα­σιμότητα της αγωγής, αλλά, αντικαθισταμένων των αιτιολογιών, η αγωγή θα κριθεί μέσα στα πλαίσια της νομικής βάσης, τα στοιχεία της οποίας και περιέχει (ΕφΛαρ 146/2015 Δικογραφία 2015. 470, ΕφΘεσ 2019/2012 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 744/2011 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, ενόψει του ότι η ιστορούμενη στην ένδικη αγωγή διαφορά προδήλως έχει στοιχεία αλλοδαπότητας, υπήρχε διεθνής δικαιοδοσία των Ελληνικών δικαστηρίων, καθόσον η εναγόμενη, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………», εδρεύει στον Πειραιά, και ως εκ τούτου θεμελιώνεται διεθνής δικαιοδοσία σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 του Κανονισμού 44/2001, που καθιερώνει ως γενική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας την κατοικία του εναγόμενου, κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη, σε συνδυασμό και με το άρθρο 12 παρ. 1 του Κανονισμού 44/2001 που ορίζει ότι η αγωγή του ασφαλιστή, και εν προκειμένω της ενάγουσας, αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «. …………», υποκατάστημα Γερμανίας «……….» που εδρεύει στην ……. Γερμανίας, μπορεί να ασκηθεί μόνο ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο έχει την κατοικία του ο εναγόμενος, ανεξάρτητα αν είναι αντισυμβαλλόμενος του ασφαλιστή, ασφαλισμένος ή δικαιούχος. Αναφορικά με το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου, κατά το οποίο θα κριθεί και η νομιμοποίηση της ενάγουσας, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 25 του ΑΚ, το οποίο καλείται σε εφαρμογή, κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη, και εν προκειμένω η σύμβαση ασφάλισης, από την οποία απορρέει το δικαίωμα ασφαλιστικής υποκατάστασης της ενάγουσας, διέπεται από το γερμανικό δίκαιο, διότι, σύμφωνα με τον όρο 17 υπό τον τίτλο «Εφαρμοστέο δίκαιο και αρμόδιο δικαστήριο» του επικαλουμένου με την αγωγή και προσκομιζόμενου υπ’ αριθ. ………….. ασφαλιστηρίου συμβολαίου επαγγελματικής ασφάλισης αστικής ευθύνης «Στη σύμβαση σας εφαρμόζεται το δίκαιο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας». Το ζήτημα της αυτοδίκαιης ή μη υποκατάστασης του ασφαλιστή με την καταβολή του ασφαλίσματος στα δικαιώματα του ασφαλισμένου κατά του προξενήσαντος τη ζημία τρίτου, από το οποίο εξαρτάται και το ζήτημα της νομιμοποίησης ή μη του ασφαλιστή να στραφεί κατά του υπαίτιου της ζημίας για το διαφέρον, κρίνεται κατά το δίκαιο που διέπει την ασφαλιστική σύμβαση. Σύμφωνα δε με την παράγραφο 86 του γερμανικού νόμου περί της σύμβασης ασφάλισης της 30.05.1908 (Versicherungs-vertragsgesetz), όπως τροποποιηθείς ισχύει, «1. Αν ο ασφαλισμένος έχει αξίωση για αποκατάσταση της ζημίας εναντίον τρίτου, ο ασφαλιστής υποκαθίσταται στην αξίωση, στην έκταση που αποκαθιστά τη ζημία στον ασφαλισμένο. Η υποκατάσταση δεν μπορεί να γίνει επί βλάβη του ασφαλισμένου. 2. Ο ασφαλισμένος οφείλει να ασκήσει την αξίωσή του για αποζημίωση ή το δικαίωμα που εξυπηρετεί την εξασφάλιση αυτής της αξίωσης με τήρηση των διατάξεων που αφορούν τον τύπο και τις προθεσμίες και να συνεργαστεί με τον ασφαλιστή όσο είναι απαραίτητο για την επιτυχία τους. Αν ο ασφαλισμένος παραβεί εκ προθέσεως αυτές τις υποχρεώσεις, ο ασφαλιστής δεν υποχρεούται σε παροχή στο βαθμό που εξαιτίας αυτού δεν μπορεί να λάβει καμία αποζημίωση από τον τρίτο. Σε περίπτωση παράβασης αυτών των υποχρεώσεων από βαριά αμέλεια, ο ασφαλιστής δικαιούται να περικόψει την παροχή του σε αναλογία με την βαρύτητα της ευθύνης του ασφαλισμένου. Το βάρος απόδειξης ότι δεν πρόκειται για βαριά αμέλεια φέρει ο ασφαλισμένος. 3. Αν η αξίωση για αποζημίωση του ασφαλισμένου στρέφεται κατά προσώπου οικείου που συνοικεί μ’ αυτόν, αποκλείεται η υποκατάσταση. Υπάρχει εντούτοις υποκατάσταση, αν ο οικείος προκάλεσε από δόλο τη ζημία». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο ασφαλιστής υποκαθίσταται αυτοδικαίως στα δικαιώματα του ασφαλισμένου κατά το μέρος που αποκατέστησε τη ζημία του, η δε υποκατάσταση επέρχεται αυτοδίκαια εκ του νόμου, χωρίς να απαιτείται σύμβαση εκχώρησης της σχετικής απαίτησης (βλ. την προσκομιζόμενη Νομική Πληροφορία με θέμα: «Ασφαλιστική υποκατάσταση στο γερμανικό δίκαιο» του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου). Όμοια ρύθμιση εισάγεται και κατά τις διατάξεις του ισχύοντος στην ημεδαπή Ν. 2496/1997 άρθρο 14 παρ. 1 (ταυτόσημη κατά περιεχόμενο με την προϊσχύσασα ρύθμιση του άρθρου 210 του ΕμπΝ), η οποία ορίζει ότι, σε περίπτωση καταβολής του ασφαλίσματος, ο ασφαλιστής υποκαθίσταται αυτοδικαίως στις έναντι του τρίτου ζημιώσαντος αξιώσεις του ασφαλισμένου στην έκταση του ασφαλίσματος, που κατέβαλε (βλ. ΑΠ 640/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 7/2015 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 299/2019 ΝΟΜΟΣ). Κατόπιν τούτων, η ενάγουσα υποκαταστάθηκε αυτοδίκαια εκ του νόμου, δυνάμει της προαναφερόμενης παραγράφου 86 του γερμανικού νόμου περί της σύμβασης ασφάλισης της 30.05.1908, χωρίς να απαιτείται σύμβαση εκχώρησης της σχετικής απαίτησης, στα δικαιώματα της ασφαλισμένης της εταιρείας έναντι της εναγόμενης για την ζημία που αυτή υπέστη, και συνεπώς νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκηση της κρινόμενης αγωγής, η οποία, περαιτέρω, είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στην ανωτέρω διάταξη του γερμανικού νόμου περί της σύμβασης ασφάλισης της 30.05.1908. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε όμοια ότι η αγωγή ήταν ορισμένη και νόμιμη, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, ορθά κατ’ αποτέλεσμα έκρινε. Συνεπώς, αφού αντικατασταθεί η αιτιολογία της εκκαλουμένης απόφασης με αυτή της παρούσας κατ’ άρθρο 534 του ΚΠολΔ, χωρίς να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, αφού οι εσφαλμένες αιτιολογίες της δεν περιέχουν στοιχεία διατακτικού και δεν δημιουργούν δεδικασμένο, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο πρώτος λόγος της υπό κρίση έφεσης με τον οποίο η εκκαλούσα – εναγόμενη παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε περί την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου κρίνοντας ως ορισμένη την υπό κρίση αγωγή.

Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος ανταπόδειξης ………….. που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως, είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και τα ξενόγλωσσα έγγραφα που συνυποβάλλονται σε επίσημη μετάφραση επικυρωμένη κατά νόμο (βλ. ΑΠ 1344/2007 ΝοΒ 56. 905, ΜονΕφΠειρ 809/2014 ΝΟΜΟΣ), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ’ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (βλ. ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004. 723), σε συνδυασμό και με τα νέα αποδεικτικά μέσα, που παραδεκτά προσκομίζονται το πρώτον ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 529 παρ. 1 του ΚΠολΔ, και λαμβάνονται υπόψη, αφού δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι κατά την παρ. 2 του άρθρου 529 του ΚΠολΔ λόγοι απόκρουσής τους, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα αλλοδαπή ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………», υποκατάστημα Γερμανίας «………» που εδρεύει στην ……. Γερμανίας, δυνάμει του προσκομιζόμενου υπ’ αριθ. ………. από 31.07.2008 ασφαλιστηρίου συμβολαίου επαγγελματικής ασφάλισης αστικής ευθύνης είχε ασφαλίσει για το χρονικό διάστημα από την 01.04.2008 έως την 30.09.2009, την αστική ευθύνη έναντι τρίτων της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «………» που εδρεύει στο ……. Γερμανίας, και συγκεκριμένα ανέλαβε την ασφαλιστική κάλυψη, εκτός των άλλων, αξιώσεων αστικής ευθύνης λόγω ζημιών σε ταξιδιώτες, υπό την ιδιότητα της ασφαλιζόμενης ως τουριστικού πράκτορα, για σωματικές βλάβες και υλικές ζημίες. Στη συνέχεια, δυνάμει της προσκομιζόμενης υπ’ αριθ. …/25.11.2009 προσθήκης στο υπ’ αριθ. …….. ασφαλιστήριο συμβόλαιο, συμφωνήθηκε η αλλαγή του ασφαλιζόμενου αναδρομικά από την 01.04.2008, και η αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «………» που εδρεύει στο ……….. Ηνωμένου Βασιλείου, ενεργώντας για λογαριασμό των θυγατρικών της εταιρειών που εδρεύουν στη Γερμανία, υπεισήλθε αναδρομικά σε όλες τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα της προηγούμενης ασφαλιζόμενης εταιρείας «……..» που απορρέουν από την υπ’ αριθ. ……….. ασφαλιστική σύμβαση. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η εταιρεία «……….» είχε συνάψει την προσκομιζόμενη από 30.07.2008 ξενοδοχειακή σύμβαση allotment με την εναγόμενη, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………….» που εδρεύει στον Πειραιά και έχει την ιδιοκτησία και την εκμετάλλευση του ξενοδοχείου «………..» που βρίσκεται στο ….. Χαλκιδικής, δυνάμει της οποίας συμφωνήθηκε η κράτηση για τη χρονική περίοδο από την 30.04.2009 έως την 22.10.2009, 34-47 κλινών στο ανωτέρω ξενοδοχείο, τις οποίες η εναγόμενη δεσμεύθηκε να διατηρεί διαθέσιμες για τον ταξιδιωτικό πράκτορα «……..». Σε εκτέλεση της από 30.07.2008 ξενοδοχειακής σύμβασης allotment, θα διέμενε στο ξενοδοχείο της εναγόμενης, από την 01.08.2009 έως την 08.08.2009, η . …………………., κάτοικος ……… Γερμανίας, που είχε συνάψει σύμβαση παροχής ταξιδιωτικών υπηρεσιών με την εταιρεία «………..», μέλος του ομίλου εταιρειών «……….». Εντούτοις, την 04.08.2009 και ενώ η . …………………. προχωρούσε πεζή στους εξωτερικούς χώρους του ξενοδοχείου της εναγόμενης, κατευθυνόμενη προς την βεράντα της αίθουσας πρωινού, έχασε την ισορροπία της και επέπεσε με σφοδρότητα στο έδαφος, το οποίο ήταν υγρό και ολισθηρό, διότι είχαν μόλις προηγηθεί εργασίες καθαριότητας, χωρίς, όμως, να έχουν τοποθετηθεί προειδοποιητικές πινακίδες, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί και να μεταφερθεί στο Γενικό Νοσοκομείο Χαλκιδικής, όπου υποβλήθηκε σε εξετάσεις και διαπιστώθηκε ότι πάσχει από κάταγμα ωλεκράνου αριστερά (βλ. την προσκομιζόμενη από 04.08.2009 ιατρική βεβαίωση – γνωμάτευση του ……… ειδικευόμενου ιατρού ορθοπαιδικής του Γενικού Νοσοκομείου Χαλκιδικής). Την ίδια ημέρα μεταφέρθηκε αεροπορικώς στη Γερμανία, όπου εισήχθη σε νοσοκομείο και υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση, ενώ νοσηλεύθηκε μέχρι την 11.08.2009. Επιπλέον για την θεραπεία του τραυματισμού της υποβλήθηκε σε μεθόδους εναλλακτικής ιατρικής, ενώ επτά μήνες μετά την χειρουργική επέμβαση, μετέβη εκ νέου στο νοσοκομείο ώστε να της αφαιρεθούν τα μεταλλικά μέρη που είχαν τοποθετηθεί. Αποδείχθηκε επίσης ότι η . …………………. άσκησε εναντίον της αντισυμβαλλόμενής της εταιρείας «………….» την υπ’ αριθ. φακέλου ……../09 αγωγή ενώπιον του Πρωτοδικείου Φρανκφούρτης του Μάιν, με την οποία ζήτησε την επιδίκαση αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Η αγωγή αυτή έγινε εν μέρει δεκτή με την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. φακέλου ……./09 απόφαση του Πρωτοδικείου Φρανκφούρτης του Μάιν και υποχρεώθηκε η εταιρεία «………» να καταβάλει στην   …………………. το ποσό των 8.857,10 ευρώ, πλέον τόκων ύψους 5 ποσοστιαίων μονάδων άνω του βασικού επιτοκίου επί του ποσού των 6.967,27 ευρώ από την 07.10.2009 και επί του ποσού των 1.889,83 ευρώ από την 21.04.2010, ενώ αναγνωρίσθηκε η υποχρέωσή της να της καταβάλει, κατά ποσοστό 2/3, οποιοδήποτε ποσά υλικών ζημιών θα προκύψουν μελλοντικά, εξαιτίας του ανωτέρω συμβάντος που έλαβε χώρα την 04.08.2009, εφόσον δεν έχουν μεταβιβασθεί σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης ή τρίτα πρόσωπα. Ειδικότερα με την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. φακέλου …../09 απόφαση κρίθηκε ότι η εταιρεία «……….» ευθύνεται για το πταίσμα της νυν εναγόμενης, ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….», την οποία χρησιμοποίησε για να εκπληρώσει την παροχή της από την καταρτισθείσα μεταξύ αυτής και της . …………………. σύμβαση παροχής ταξιδιωτικών υπηρεσιών, και συγκεκριμένα ότι ευθύνεται για την παραβίαση εκ μέρους της βοηθού εκπλήρωσης της υποχρέωσης ασφάλειας των συναλλαγών, που περιλαμβάνει τη λήψη των μέτρων, τα οποία θεωρούνται ως αναγκαία και επαρκή από τον συνετό, λογικό και εντός εύλογων ορίων προσεκτικό άνθρωπο, ώστε να διαφυλάσσονται τρίτοι από βλάβες, και στα οποία συγκαταλέγεται η υποχρέωση της νυν εναγόμενης ως ξενοδόχου να τοποθετεί προειδοποιητικές πινακίδες σε πιθανά σημεία κινδύνου, όπως οι δίοδοι σε εξωτερικό χώρο όταν καθαρίζονται, ώστε να επισημανθεί ο υψηλός κίνδυνος ολίσθησης λόγω της υγρασίας. Η κρίση αυτή του Πρωτοδικείου Φρανκφούρτης του Μάιν στηρίχθηκε ιδίως στην προσκομιζόμενη έγγραφη βεβαίωση γεγονότων της μάρτυρος ……….., υπαλλήλου του ξενοδοχείου «………», σύμφωνα με την οποία, όταν έσπευσε στο σημείο του ατυχήματος, αντίκρυσε την . …………………. να κείτεται στο έδαφος, το οποίο είχε μόλις καθαριστεί και ήταν βρεγμένο, ενώ τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή δεν είχαν τοποθετηθεί προειδοποιητικές πινακίδες, αντιθέτως αυτές τοποθετήθηκαν αμέσως μετά το ατύχημα. Επιπλέον με την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. φακέλου ………./09 απόφαση κρίθηκε ότι η . …………………. ήταν συνυπαίτια στην πρόκληση του τραυματισμού της, κατά ποσοστό 1/3, καθόσον αμέλησε να επιδείξει την επιμέλεια, στην οποία υπόκειται κάθε τακτικός και λογικός άνθρωπος, ώστε να προφυλάσσεται από βλάβες, αφού το ατύχημα συνέβη στο φως της ημέρας, οι συνθήκες ορατότητας και φωτισμού της επέτρεπαν την εκτίμηση των εδαφικών συνθηκών και η ίδια θα μπορούσε να αντιληφθεί την υγρασία του εδάφους, αν επιδείκνυε μεγαλύτερη προσοχή και αν είχε αργότερο βάδισμα, λαμβανομένου υπόψη ότι βρισκόταν ήδη τέσσερις ημέρες στο ξενοδοχείο και συνεπώς είχε εξοικειωθεί με τις εγκαταστάσεις αυτού. Εξάλλου, με την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. φακέλου ………/09 από 14.07.2010 απόφαση καθορισμού εξόδων του Πρωτοδικείου Φρανκφούρτης του Μάιν, υποχρεώθηκε η εταιρεία «……….» να καταβάλει στην . …………………. το ποσό των 905,98 ευρώ ως δικαστικά έξοδα. Κατόπιν των αποδειχθέντων ως άνω πραγματικών περιστατικών προέκυψε ότι η εναγόμενη ενεργώντας ως βοηθός εκπλήρωσης της εταιρείας «……….», στα πλαίσια εκπλήρωσης της παροχής της από την καταρτισθείσα μεταξύ αυτής και της . …………………. σύμβαση παροχής ταξιδιωτικών υπηρεσιών, αθέτησε τη συμβατική της υποχρέωση, κατά τα οριζόμενα στον Γενικό Όρο 5 της προσκομιζόμενης από 30.07.2008 ξενοδοχειακής σύμβασης allotment, να διατηρεί ασφαλείς τις εγκαταστάσεις του ξενοδοχείου της, να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη των ατυχημάτων και την ασφάλεια των πελατών του ξενοδοχείου της και να αναρτά ειδοποιήσεις σχετικά με την ασφάλεια των πελατών σε γλώσσα που είναι συνήθως κατανοητή στους εν λόγω πελάτες, εφόσον αποδείχθηκε ότι η εναγόμενη δεν προέβη στην τοποθέτηση προειδοποιητικών πινακίδων, αν και είχαν μόλις προηγηθεί εργασίες καθαριότητας στους εξωτερικούς χώρους του ξενοδοχείου της και το έδαφος ήταν υγρό και ολισθηρό, και συνεπώς είναι υπαίτια για τον ανωτέρω τραυματισμό της   …………………. που έλαβε χώρα την 04.08.2009 στους εξωτερικούς χώρους του ξενοδοχείου της. Εξάλλου, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι, εφόσον επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος, κατά τα προαναφερθέντα, η ενάγουσα κατέβαλε στην ασφαλισμένη της εταιρεία το επιδικασθέν με την υπ’ αριθ. φακέλου …………/09 απόφαση ως άνω ποσό των 8.857,10 ευρώ για κεφάλαιο και το ποσό των 334,44 ευρώ για τόκους, καθώς και το επιδικασθέν με την υπ’ αριθ. φακέλου ………./09 απόφαση καθορισμού εξόδων ως άνω ποσό των 905,98 ευρώ για δικαστικά έξοδα και το ποσό των 3,30 ευρώ για τόκους, δηλαδή το συνολικό ποσό των 10.100,82 ευρώ, μείον της προβλεπόμενης στην υπ’ αριθ. …………. ασφαλιστική σύμβαση απαλλαγής ποσού 1.387,02 ευρώ, ήτοι το συνολικό ποσό των 8.713,80 ευρώ. Επίσης η ενάγουσα κατέβαλε στην ασφαλισμένη της εταιρεία το ποσό των 1.535,00 ευρώ για αμοιβή του δικηγόρου που την εκπροσώπησε στη μεταξύ αυτής και της . …………………. ως άνω δίκη, κατά τα οριζόμενα στην υπ’ αριθ. ……. ασφαλιστική σύμβαση (βλ. το προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. ………./29.06.2010 τιμολόγιο της δικηγορικής εταιρείας ……..). Αποδείχθηκε επιπλέον ότι η ενάγουσα κατέβαλε στην ασφαλισμένη της εταιρεία για υλικές ζημιές, εξαιτίας του τραυματισμού της ………………….. που προέκυψαν μελλοντικά, τα ακόλουθα ποσά, κατά ποσοστό 2/3, και συγκεκριμένα για αμοιβές φυσιοθεραπεύτριας, για αγορά ορθοπεδικού ορθοστάτη και για επισκέψεις σε κέντρο αποκαταστατικής γυμναστικής το συνολικό ποσό των 265,42 ευρώ, ήτοι τα 2/3 επί του συνολικού ποσού των 398,15 ευρώ (βλ. την προσκομιζόμενη από 20.09.2020 επιστολή της εκπροσωπούσας την   …………………. δικηγορικής εταιρείας …….. και την προσκομιζόμενη από 12.10.2010 απαντητική επιστολή της ενάγουσας), για εξόφληση των ιατρικών και νοσηλευτικών εξόδων που κατέβαλε για την   …………………. ο φορέας κοινωνικής της ασφάλισης το συνολικό ποσό των 12.645,91 ευρώ, ήτοι τα 2/3 επί του συνολικού ποσού των 18.968,88 ευρώ (βλ. τον προσκομιζόμενο από 04.08.2011 λογαριασμό αποζημίωσης – ενδιάμεσο απολογισμό από την 13.05.2011 καθώς και τον προσκομιζόμενο από 04.08.2011 λογαριασμό αποζημίωσης – επανυπολογισμό του φορέα κοινωνικής ασφάλισης ………….), πλέον του ποσού των 640,85 ευρώ για αμοιβή του δικηγόρου του φορέα της κοινωνικής της ασφάλισης, ήτοι τα 2/3 επί του συνολικού ποσού των 961,28 ευρώ (βλ. την προσκομιζόμενη από 04.12.2012 κοστολόγηση – τελική εκκαθάριση του εκπροσωπούντος τον φορέα κοινωνικής ασφάλισης ………….. δικηγόρο …….). Συνεπώς, η ενάγουσα κατέβαλε στην ασφαλισμένη της εταιρεία ως ασφαλιστική αποζημίωση το συνολικό ποσό των 23.800,98 ευρώ. Εφόσον δε αποκατέστησε τη ζημία της ασφαλισμένης της εταιρείας, υποκαταστάθηκε αυτοδίκαια εκ του νόμου, δυνάμει της παραγράφου 86 του γερμανικού νόμου περί της σύμβασης ασφάλισης της 30.05.1908, χωρίς να απαιτείται σύμβαση εκχώρησης της σχετικής απαίτησης, στα δικαιώματα της ασφαλισμένης της εταιρείας για την ζημία που αυτή υπέστη, έναντι της εναγόμενης – υπαίτιας της επίδικης ζημίας, και ως εκ τούτου δικαιούται να αξιώσει από την τελευταία το ανωτέρω ποσό των 23.800,98 ευρώ, που αποτελεί την πραγματικά προκληθείσα ζημία στην ζημιωθείσα – ασφαλισμένη – δικαιούχο του ασφαλίσματος εταιρεία. Η εναγόμενη ισχυρίστηκε με τις έγγραφες προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ότι η ενάγουσα είναι αποκλειστικά υπαίτια, άλλως συνυπαίτια κατά ποσοστό 90%, στην επελθούσα περιουσιακή της ζημία, καθόσον από αμέλεια και πλημμελή εκπροσώπηση της ασφαλισμένης της εταιρείας στη μεταξύ αυτής και της ………………….   δίκης ενώπιον του Πρωτοδικείου Φρανκφούρτης του Μάιν, δεν αμφισβήτησε τις αξιώσεις της παθούσας   …………………., ούτε ζήτησε τη συνδρομή της εναγόμενης στα πλαίσια της ανοιγείσας δίκης, με αποτέλεσμα να επιδικασθούν υπέρογκα ποσά αποζημίωσης στην παθούσα. Ο ισχυρισμός αυτός της εναγόμενης περί συντρέχοντος πταίσματος της ενάγουσας, που επανυποβάλλεται με τον δεύτερο λόγο της υπό κρίση έφεσης, αληθής υποτιθέμενος, δεν στοιχειοθετεί συνυπαιτιότητα της ενάγουσας και της ασφαλισμένης της εταιρείας, ως προς την πρόκληση της ζημίας που προήλθε από τον επίμαχο τραυματισμό της παθούσας, και συνεπώς πρέπει να απορριφθεί ως νομικά αβάσιμος. Ειδικότερα, τα πραγματικά περιστατικά που επικαλέσθηκε η εναγόμενη δεν δύνανται να θεμελιώσουν πταίσμα της ενάγουσας, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 300 του ΑΚ, δηλαδή υπαίτια συμπεριφορά αυτής που συνετέλεσε στη ζημία από το ένδικο συμβάν του τραυματισμού της   …………………. ή στην έκταση της προκληθείσας από αυτή την αιτία ζημίας (βλ. ΑΠ 39/2023 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια για όλα τα ανωτέρω και έκανε δεκτή την αγωγή ως και ουσιαστικά βάσιμη, δεν προέβη σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, αλλά αντιθέτως έκρινε ορθά, και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της εκκαλούσας – εναγόμενης που διαλαμβάνονται στον δεύτερο λόγο της υπό κρίση έφεσης, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η από 14.10.2019 έφεση κατ’ ουσίαν, τα δε δικαστικά έξοδα, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας – εναγόμενης, λόγω της ήττας της και κατόπιν σχετικού αιτήματος της εφεσίβλητης – ενάγουσας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), ενώ πρέπει να εισαχθεί στο Δημόσιο Ταμείο κατ’ άρθρο 495 του ΚΠολΔ το παράβολο για το παραδεκτό της έφεσης που προκατέβαλε η εκκαλούσα – εναγόμενη, λόγω της ήττας της.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 14.10.2019 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 2498/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.

Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου υπέρ Δημοσίου υπ’ αριθ. …../2019, συνολικού ποσού εκατό (100,00) ευρώ που προκατέβαλε η εκκαλούσα – εναγόμενη.

Επιβάλει σε βάρος της εκκαλούσας – εναγόμενης τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης – ενάγουσας για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τετρακόσια (400,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 01.04.2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ