Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 171/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός απόφασης   171/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ : ναυτικής Εταιρείας με την επωνυμία «………», που εδρεύει στη ….. Αττικής, ……… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Νικόλαο Αλεξόπουλο και

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» (…….) που εδρεύει στον Πειραιά (………..) και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος, Ανδρέας Μαμαγκάκης.

Η εφεσίβλητη εταιρεία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 30.12.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………./30.12.2019 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 865/2021 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, που την έκανε δεκτή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η ηττηθείσα εναγομένη και ήδη εκκαλούσα, με την από 3.1.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……/4.1.2022 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ……../4.1.2022 έφεση, που προσδιορίστηκε να συζητηθεί, μετ’αναβολή, στην αρχή της παρούσας αναφερομένη δικάσιμο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις, που κατέθεσαν αντίστοιχα.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η κρινόμενη από 3.1.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου …../4.1.2022 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου …../4.1.2022 έφεση της εκκαλούσας εδρεύουσας στη …….. Αττικής ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «………», που στρέφεται κατά της υπ’αριθμ.865/2021 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και έκανε δεκτή, ως ουσιαστικά βάσιμη, την από 30.12.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …../30.12.2019 αγωγή της εφεσίβλητης εδρεύουσας στον Πειραιά ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…….» (………), εναντίον της, ασκήθηκε  νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρα 495, 496, 498, 499, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ.α, 518 § 2 (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του ν.4335/2015, που εφαρμόζεται στην προκείμενη περίπτωση, κατ’ άρθρον ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4335/2015) και 520 § 1  ΚΠολΔ,   δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε διετία από την δημοσίευση της, αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011) και για το παραδεκτό της έχει κατατεθεί το αναλογούν παράβολο υπέρ του Δημοσίου και ΤΑΧΔΙΚ (άρθρο 495 παρ. 1 και 3, όπως η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.4055/2012 και αντικαταστάθηκε εκ νέου το άρθρο από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015, ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015). Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών-μισθωτικών διαφορών των άρθρων 614 και 615-620 ΚΠολΔ και όχι κατά την τακτική διαδικασία, κατά την οποία εσφαλμένως εισήχθη και δικάστηκε η υπόθεση πρωτοδίκως, αποφαινομένου του Δικαστηρίου γι’αυτό αυτεπαγγέλτως [591παρ.6 ΚΠολΔ, όπως αντικ. με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α` 87/23.7.2015)], για να ελεγχθεί το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591παρ.1 ΚΠολΔ.

ΙΙ. H ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία στην από 30.12.2019 αγωγή της, ισχυρίστηκε ότι συστήθηκε, ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρία, έχει δε αποκλειστικά τη διοίκηση και την εκμετάλλευση του Λιμένος Πειραιώς και ότι κατά την χρονική περίοδο από 1.1.2014 έως και 31.5.2019 τα ακόλουθα υπό ελληνική σημαία πλοία και πλωτά ναυπηγήματα πλοιοκτησίας, άλλως εφοπλισμού της εναγομένης εταιρείας:  α) το πλοίο «Κ» νηολογίου .., με αριθμό …, κ.ο.χ. 68,09, β) ο πλωτός γερανός– εκσκαφέας «Θ», νηολογίου Πειραιώς, με αριθμό …, κ.ο.χ. 479,77 και γ) ο πλωτός γερανός «Δ», με ολικό μέγιστο μήκος 28 μέτρα, κατέπλευσαν και ελλιμενίστηκαν στη θαλάσσια περιοχή αρμοδιότητας της, στον ευρύτερο λιμένα Πειραιά και δέχθηκαν ευκολίες υποδοχής υγρών και στερεών αποβλήτων, αντί των αναφερόμενων στο δικόγραφο χρεώσεων για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, όπως αυτές καθορίζονται ανά τύπο πλοίου/πλωτού ναυπηγήματος, με τους ισχύοντες αντίστοιχους Κανονισμούς τιμολογιακής πολιτικής της ενάγουσας, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή και ότι, αν και παρασχέθηκαν προσηκόντως όλες οι συναφείς λιμενικές υπηρεσίες, τις οποίες χρησιμοποίησε η εναγομένη, καθώς και παροχής ευκολιών υποδοχής καταλοίπων και έχουν εκδοθεί τα παρατιθέμενα στην αγωγή 76 σχετικά τιμολόγια για τα οφειλόμενα τέλη/δικαιώματα, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα, συνολικού ποσού 22.479,69 ευρώ, όπως αναλυτικά εκτίθενται τα επιμέρους ποσά και το είδος χρέωσης για κάθε πλοίο ανά τιμολόγιο, η εναγομένη, παρά τις συνεχείς οχλήσεις της, αρνείται να της καταβάλει το ανωτέρω οφειλόμενο ποσό. Με βάση τα περιστατικά αυτά η ενάγουσα ζητούσε, να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το συνολικό χρηματικό ποσό των 22.479,69 ευρώ, με τόκους υπερημερίας με επιτόκιο 1% μηνιαίως από την επομένη γένεσης κάθε οφειλής, ήτοι την τελευταία ημέρα εκάστης μηνιαίας χρήσης, άλλως από την επομένη έκδοσης εκάστου τιμολογίου και μέχρι την εξόφληση, άλλως από την επομένη επίδοσης του και επικουρικότερα από την επομένη επίδοσης της κρινόμενης αγωγής,  πλέον τελών χαρτοσήμου 3,6% επί των οφειλόμενων τόκων υπερημερίας για κάθε τιμολόγιο και να καταδικαστεί αυτή στα δικαστικά της έξοδα.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού έκρινε ότι η υπό κρίση διαφορά υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, κατ’ άρθρο 1 περ. α’ ΚΠολΔ, καθώς επίσης ότι η ανωτέρω αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, παρεκτός αφενός του παρεπόμενου αιτήματος τοκοφορίας από την τελευταία ημέρα κάθε μηνιαίας χρήσης, άλλως από την επομένη της έκδοσης κάθε τιμολογίου, που κρίθηκε νόμιμο, αναφορικά με τις  χρεώσεις προσόρμισης, παραβολής και πρυμνοδέτησης των πλοίων/πλωτών ναυπηγημάτων εσωτερικού, από την εικοστή ημέρα του επομένου του μηνός στον οποίον παρασχέθηκαν οι σχετικές υπηρεσίες, κατ’άρθρο 7§1 του ισχύοντος Κανονισμού τιμολογιακής πολιτικής του ΟΛΠ,  ενώ όσον αφορά τα τέλη διαχείρισης αποβλήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού Οργάνωσης και Λειτουργίας Τμήματος Περιβαλλοντικών Ευκολιών ΟΛΠ Α.Ε. (άρθρο 9), από την παρέλευση του δεκαημέρου από την επίδοση του αντίστοιχου τιμολογίου και αφετέρου, του παρεπόμενου αιτήματος περί καταβολής τέλους χαρτοσήμου 3,6% επί των οφειλόμενων τόκων υπερημερίας, που ομοίως κρίθηκε απορριπτέο, ως μη νόμιμο, ακολούθως την έκανε δεκτή, καθ’ο μέρος κρίθηκε νόμιμη, ως και ουσιαστικά βάσιμη, υποχρεώνοντας την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το αιτούμενο ποσό των 22.479,69 ευρώ, νομιμοτόκως κατά τις εκτιθέμενες διακρίσεις.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ήδη με την ένδικη έφεση της η ηττηθείσα εναγομένη για τους αναφερομένους λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όπως και πλημμελή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητεί την τυπική και ουσιαστική παραδοχή της έφεσης της, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια και την αναδίκαση της αγωγής από το Δικαστήριο τούτο, ώστε να απορριφθεί καθόσον αφορά το κεφάλαιο για τον πλωτό γερανό «Δ».

ΙΙΙ. Το άρθρο 94 του Συντάγματος ορίζει στην παράγραφο 1, ότι η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας ανήκει στα υφιστάμενα τακτικά διοικητικά δικαστήρια και στην παράγραφο 2, ότι στα πολιτικά δικαστήρια υπάγονται όλες οι ιδιωτικές διαφορές. Σε εφαρμογή των παραπάνω συνταγματικών ορισμών, σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 9 του ν.1406/1983, όλες οι διοικητικές διαφορές ουσίας, υπάγονται από 11.6.1985 στην δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ενώ κατά την διάταξη του άρθρου 1 ΚΠολΔ, οι διαφορές του ιδιωτικού δικαίου, ανήκουν στη δικαιοδοσία των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται, ότι, προκειμένου για έννομη σχέση δημοσίου δικαίου, ως προς την οποία έχει καθιερωθεί, από τον νόμο, δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων αποκλείουσα την ανάμειξη των πολιτικών δικαστηρίων, δεν είναι δυνατή η έγερση ενώπιον των τελευταίων αγωγής. Αντίθετα, υπάρχει δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, όταν υπάρχει σχέση ιδιωτικού δικαίου (ΑΕΔ 10/1993). Με το άρθρο 1 παρ.2 του ιδίου νόμου 1406/1983, υπήχθησαν στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, πλην άλλων και οι διαφορές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας των διοικητικών συμβάσεων (εδ.1), δηλαδή εκείνες οι διαφορές που προέρχονται από διοικητική σύμβαση και ανάγονται στο κύρος, την ερμηνεία και την εκτέλεση αυτής ή σε οποιαδήποτε παρεπόμενη από την σύμβαση αυτή αξίωση. Είναι δε η σύμβαση διοικητική, αν ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη είναι το Ελληνικό Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. και με την σύναψη της σύμβασης επιδιώκεται η ικανοποίηση σκοπού, τον οποίο ο νόμος ανάγει σε δημόσιο σκοπό, το δε Ελληνικό Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., είτε με βάση το κανονιστικό καθεστώς που διέπει την σύμβαση, είτε με βάση ρήτρες που προβλέπονται κανονιστικά και έχουν περιληφθεί στη σύμβαση και αποκλίνουν από το κοινό δίκαιο, βρίσκεται, χάριν του εν λόγω σκοπού, σε υπερέχουσα θέση απέναντι στο αντισυμβαλλόμενο μέρος, δηλαδή σε θέση μη προσιδιάζουσα στον, με βάση τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου, συναπτόμενο συμβατικό δεσμό. Συμβάσεις, οι οποίες δεν συγκεντρώνουν τα γνωρίσματα αυτά, είναι ιδιωτικές και οι διαφορές από αυτές υπάγονται στα πολιτικά δικαστήρια (ΑΕΔ 4/2012, ΟλΑΠ 7/2001). Περαιτέρω, το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία “Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς”, που ιδρύθηκε με το ν.4748/1930 και αναμορφώθηκε με τον α.ν. 1559/1950, που κυρώθηκε με το ν.1630/1951, μετετράπη με το άρθρο πρώτο (παρ.1) του ν. 2688/1999 σε ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία “…….” και διακριτικό τίτλο “……….”. Σύμφωνα με την ίδια διάταξη “Η …… είναι ανώνυμη εταιρία κοινής ωφέλειας με σκοπό την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, λειτουργεί κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, απολαμβάνει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και διέπεται από τον παρόντα νόμο και τον κ.ν.2190/1920 και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του Ν.2414/1996, καθώς και του α.ν.1559/1950, όπως κάθε φορά ισχύουν”. Κατά την παρ. 2 του ιδίου άρθρου “Όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία του μετατρεπόμενου νομικού προσώπου περιέρχεται στην εταιρία ….., η οποία υπεισέρχεται αυτοδικαίως σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του …”. Περαιτέρω, με το άρθρο δεύτερο του ίδιου νομοθετήματος ορίσθηκε ότι: «1. α. Οι διατάξεις του α.ν.1559/1950 εφαρμόζονται αναλόγως στην Εταιρία …., εκτός εκείνων που αναφέρονται σε θέματα τα οποία ρυθμίζονται διαφορετικά από τις διατάξεις του παρόντος νόμου που αφορούν την ….. … 6. Οι αναγκαίοι για την εκπλήρωση του σκοπού της Εταιρίας ………. κανονισμοί εκδίδονται από το Διοικητικό Συμβούλιο μετά από εισήγηση του Συμβουλίου Διεύθυνσης. Μέχρι την έκδοση των Κανονισμών του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται οι Κανονισμοί που ισχύουν κατά τη δημοσίευση του παρόντος. 7. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της «…………» που αφορούν Κανονισμούς και Τιμολόγια δημοσιεύονται στο δεύτερο τεύχος της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως…». Εξάλλου, στο καταστατικό της ……, που περιλαμβάνεται στο άρθρο τρίτο του ως άνω νόμου ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: “Άρθρο 3. 1. Σκοπός της Εταιρίας είναι η διοίκηση και η εκμετάλλευση του Λιμένος Πειραιώς ή και άλλων λιμένων. … Στο σκοπό της Εταιρίας περιλαμβάνονται ιδίως: Η παροχή υπηρεσιών ελλιμενισμού των πλοίων και διακίνησης φορτίων και επιβατών από και προς τον Λιμένα, β. Η εγκατάσταση, οργάνωση και εκμετάλλευση κάθε είδους λιμενικής υποδομής. γ. Η ανάληψη κάθε δραστηριότητας που έχει σχέση με το λιμενικό έργο, καθώς και κάθε άλλης εμπορικής, βιομηχανικής, πετρελαϊκής και επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων ιδίως της τουριστικής, της πολιτιστικής, της αλιευτικής και του σχεδιασμού και οργάνωσης λιμενικών εξυπηρετήσεων, δ. Κάθε άλλη αρμοδιότητα που είχε ανατεθεί στον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς, ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. 2. …”, “Άρθρο 6. 1. Το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρίας … αναλαμβάνεται και καλύπτεται εξ ολοκλήρου από το Ελληνικό Δημόσιο και διαιρείται σε μετοχές, … Οι μετοχές της Εταιρίας είναι ονομαστικές. 2. Οι μετοχές της Εταιρίας μπορεί να εισαχθούν προς διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ή και σε οποιοδήποτε διεθνώς αναγνωρισμένο Χρηματιστήριο Αξιών με απόφαση της γενικής Συνέλευσης των μετόχων, με την προϋπόθεση ότι το ποσοστό συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρίας παραμένει τουλάχιστον 51%”, “Άρθρο 8. 1. Όργανα της Εταιρίας είναι τα όργανα Διοίκησης, η Γενική Συνέλευση και οι Ελεγκτές. 2. Όργανα Διοίκησης της Εταιρίας είναι: α. το Διοικητικό Συμβούλιο, β. ο Διευθύνων Σύμβουλος, γ. το Συμβούλιο Διεύθυνσης”, “Άρθρο 9. 1. (όπως αντικαταστάθηκε κατά το εδάφιο α’ με την παρ.6 του άρθρου τριακοστού πρώτου του Ν.2932/2001). Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι εντεκαμελές και αποτελείται από: α) Πέντε εκπροσώπους του Δημοσίου μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος και ο Διευθύνων Σύμβουλος. Οι εκπρόσωποι του Δημοσίου ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας, β) Δύο εκπροσώπους των εργαζομένων στην Εταιρία … γ) Ένα μέλος υποδεικνυόμενο από την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ) … δ. Έναν εκπρόσωπο του Δήμου της έδρας της Εταιρίας ε) Δύο εκπροσώπους των μετόχων …”. Στη συνέχεια, με το άρθρο τριακοστό πέμπτο του ν. 2932/2001 ορίσθηκε ότι “1. Με σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ αφ’ ενός μεν του Ελληνικού Δημοσίου … και αφ’ ετέρου της ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία “……. (……..)” παραχωρείται στη δεύτερη το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των γηπέδων, κτιρίων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Λιμενικής Ζώνης του Λιμένα Πειραιώς…”, ακολούθως δε υπεγράφη η από 13.2.2002 σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ……….., με την οποία παραχωρήθηκε στην τελευταία το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσεως και εκμεταλλεύσεως των γηπέδων, κτιρίων και εγκαταστάσεων της χερσαίας λιμενικής ζώνης του Λιμένος Πειραιώς και προσδιορίσθηκαν οι ειδικότεροι όροι της παραχωρήσεως αυτής και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των μερών. Σύμφωνα με την σύμβαση (άρθρο 3), το δικαίωμα χρήσεως και εκμεταλλεύσεως περιλαμβάνει την δυνατότητα αξιοποιήσεως των παραχωρουμένων για την παροχή με αντάλλαγμα λιμενικών υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων σε χρήστες του λιμένα, την προσωρινή παραχώρηση επ’ ανταλλάγματι της χρήσεως χώρων και την πραγματοποίηση επενδύσεων κεφαλαίου, της ……… ή τρίτων, σε κτίρια και εγκαταστάσεις πάσης φύσεως με σκοπό την υποστήριξη νέων δραστηριοτήτων ή την επέκταση υφισταμένων υπό την προϋπόθεση ότι “εξυπηρετούν άμεσα την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων”. Η ως άνω σύμβαση κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3654/2008, χωρίς ωστόσο να μεταβληθεί ουσιαστικά η φύση της εταιρίας (ΑΠ 998/2015, ΑΠ 2029/2014, ΟλΣτΕ 1211/2010, ΣτΕ 140/2011, ΕφΠειρ 605/2022, ΕφΠειρ 540/2011), η οποία λειτουργούσε ως εταιρία κοινής ωφέλειας που ανήκε στο δημόσιο τομέα και αποτελούσε «Οργανισμό» σύμφωνα με το άρθρο 1 ν.2881/2001. Στη συνέχεια η «……» υπήχθη στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων 2011-2015 του ν.3985/2011 και, κατ’ εφαρμογή διατάξεων του ν.3986/2011, το …………. (…….) απέκτησε πλειοψηφικό μερίδιο συμμετοχής και προέβη στη διεξαγωγή διεθνούς διαγωνιστικής διαδικασίας για την ανάδειξη ιδιώτη επενδυτή και εν τέλει, βάσει της οικονομικής προσφοράς της …………., το εν λόγω Ταμείο ανέδειξε την εταιρία αυτή ως προτιμώμενο επενδυτή και με την 54/2016 Πράξη του Ζ’ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου εγκρίθηκε η υπογραφή της Σύμβασης Αγοραπωλησίας Μετοχών από το …….., μέρος της οποίας αποτελούσε  η, ακολούθως αναφερόμενη, «νέα»  Σύμβαση Παραχώρησης στη συμφωνημένη μορφή με τους υποψήφιους επενδυτές, ενώ με την  676/2016 απόφαση της η Επιτροπή Ανταγωνισμού ενέκρινε την υπόψη συναλλαγή.

Ειδικότερα, με το άρθρο 1 του ν. 4404/2016 (ΦΕΚ Α΄ 126) κυρώθηκε και απέκτησε ισχύ τυπικού νόμου, από κοινού με τα προσαρτήματα της, η από 24.6.2016 Σύμβαση Παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της «……..», ενώ με  τα άρθρα 2 επ. του ίδιου νόμου ρυθμίστηκαν αυτοτελώς τα σχετικά ζητήματα κατά τρόπο ταυτόσημο με τις συμβατικές ρυθμίσεις. Με τη σύμβαση αυτή παραχώρησης,  το Ελληνικό Δημόσιο και η «……….», αφού αναγνώρισαν την ανάγκη τροποποίησης των συμβατικών προβλέψεων της υπάρχουσας μεταξύ τους σύμβασης και ανακατανομής των ρόλων, αρμοδιοτήτων και ευθυνών τους, προκειμένου η «………»  να λειτουργεί ως ιδιωτικός φορέας εκμετάλλευσης του λιμένα του Πειραιά (προοιμιακές σκέψεις Ζ και Η), συμφώνησαν ότι η εταιρία  αποτελεί τον ολοκληρωμένο φορέα διαχείρισης του λιμένα Πειραιά, στον οποίο παραχωρείται το αποκλειστικό δικαίωμα κατοχής, χρήσης, διαχείρισης, συντήρησης, βελτίωσης και εκμετάλλευσης των στοιχείων που παραχωρούνται με τη σύμβαση, στα οποία περιλαμβάνεται και η θαλάσσια ζώνη του λιμένα. Συμφώνησαν, επίσης, ότι η εταιρία δεν διατηρεί, ούτε αναλαμβάνει, καθώς επίσης ότι δεν επιτρέπεται να θεωρηθεί ότι διατηρεί ή αναλαμβάνει οποιοδήποτε δημοσίου δικαίου δικαίωμα, μετά την κύρωση της σύμβασης με τυπικό νόμο και ότι η ψήφιση του κυρωτικού νόμου συνεπάγεται την πλήρη μεταβίβαση σε κυβερνητικό φορέα του Ελληνικού Δημοσίου, των αρμοδιοτήτων της εταιρίας που έχουν κανονιστικό και ρυθμιστικό χαρακτήρα και συνιστούν άσκηση δημόσιας εξουσίας. Για το λόγο αυτό, με τις διατάξεις του άρθρου 5 του Παραρτήματος ΙΙ(α) της σύμβασης παραχώρησης ορίζεται ότι από την έκδοση του κυρωτικού νόμου, παύουν να ισχύουν προκειμένου για την «……….» διατάξεις σχετικά με το δημόσιο τομέα και τις επιχειρήσεις κοινής ωφελείας και, γενικά, διατάξεις που είναι ασύμβατες με το χαρακτήρα της, ως εμπορικής κερδοσκοπικής εταιρίας του ιδιωτικού τομέα. Άλλωστε, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ίδιου νόμου (4404/2016), η περιέλευση του ελέγχου της «……….» σε ιδιώτες επενδυτές καθιστά απαραίτητες κάποιες αναπροσαρμογές του κανονιστικού πλαισίου λειτουργίας της, καθώς καθίσταται μη συμβατή με τον, ιδιωτικό πλέον, χαρακτήρα της «…..», η διατήρηση ορισμένων αρμοδιοτήτων που εμπεριέχουν ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, ιδίως κανονιστικής υφής. Επίσης, σύμφωνα με την 16 σκέψη της αιτιολογικής έκθεσης, μετά την παραχώρηση η εταιρία θα απωλέσει το χαρακτήρα της, ως νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου «διφυούς» χαρακτήρα και θα μεταταγεί σε καθεστώς νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με αμιγή χαρακτήρα επιχειρηματικής εκμετάλλευσης, σε «συνηθισμένη α.ε.», γεγονός που προϋποθέτει την κατάργηση και αφαίρεση από την «………..» αρμοδιοτήτων και εξουσιών, τις οποίες εξακολουθεί να ασκεί μέχρι σήμερα και οι οποίες ενέχουν στοιχεία ενάσκησης δημόσιας εξουσίας ή προσιδιάζουν περισσότερο στο δημόσιο πυλώνα της λειτουργίας της πολιτείας. Για το λόγο αυτό ο α.ν.1559/1950 με τον οποίο είχε εξουσιοδοτηθεί η ……. (με τη μορφή ΝΠΔΔ) να εκδίδει κανονισμούς προς ρύθμιση διαφόρων ζητημάτων αρμοδιότητας του, καταργείται. Οι κανονισμοί που εκδίδει είναι εσωτερικοί και δεν έχουν πλέον την ισχύ ουσιαστικού νόμου, δεδομένου ότι η άσκηση διοικητικής αρμοδιότητας από ιδιωτική κερδοσκοπική ανώνυμη εταιρία δεν μπορεί να γίνει συνταγματικά ανεκτή. Εξάλλου, με το Παράρτημα 1.7 Μέρος ΙΙ της σύμβασης παραχώρησης, ορίζεται ότι διατηρούνται από τους Κανονισμούς Λειτουργίας του ΟΛΠ (Άρθρο 1.7(γ) «Μόνον όσοι εκ των Κανονισμών Λιμένος που βρίσκονται σε ισχύ (ή, κατά περίπτωση, τα μέρη αυτών), και ορίζουν τα επίπεδα, τον τρόπο υπολογισμού και/ή όρους πληρωμής τιμολογίων που επιβάλλονται από την ……….., στο μέτρο που δεν είναι αντίθετοι με τις διατάξεις της Σύμβασης Παραχώρησης και/ή τις διατάξεις του Κυρωτικού Νόμου». Επομένως, πέραν των ειδικών κανονισμών λιμένων, κανονισμών λειτουργίας και κανονισμών τιμολογιακής πολιτικής που παρατίθενται στο Μέρος ΙΙ του Παραρτήματος 1.7, οι οποίοι εξακολουθούν να ισχύουν έως ότου εκδοθούν αναθεωρημένοι Κανονισμοί, κανένας άλλος κανονισμός που εκδόθηκε κατά το παρελθόν από τον ΟΛΠ και αφορά την άσκηση διοικητικής εξουσίας δεν ισχύει, δεδομένου ότι είναι αντίθετος με τις διατάξεις της Σύμβασης Παραχώρησης και του Κυρωτικού Νόμου. Συνεπώς, ο προαναφερόμενος Κανονισμός Οικονομικής Διαχείρισης του Ο.Λ.Π. [υπ’ αριθ. 45057/11/72/18.12.1972 κοινή απόφαση των Υπουργών Εμπορικής Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών και Οικονομικών (ΦΕΚ/Β/57/1973), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 14 του α.ν. 1559/1950, που κυρώθηκε με το Ν. 1630/1951], ο οποίος δεν περιλαμβάνεται στο Παράρτημα 1.7 θεωρείται ότι έχει καταργηθεί από τη δημοσίευση (8.7.2016) του Ν.4404/2016 (ΕφΠειρ 605/2022).

Στην προκειμένη περίπτωση, με το ανωτέρω ιστορικό και αίτημα, η αγωγή εισάγει διαφορά ιδιωτικού δικαίου, καθόσον, κατά τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, το αντικείμενο της διαφοράς αφορά συμβάσεις ελλιμενισμού, μεταξύ των διαδίκων, των επίδικων πλοίων, πλοιοκτησίας άλλως εφοπλισμού της εναγομένης, ήτοι μισθώσεως έναντι καταβολής ανταλλάγματος (μισθώματος) για την παραχώρηση της χρήσεως των εγκαταστάσεων του λιμένα Πειραιώς, στον εκμεταλλευόμενο αυτόν ………. και παροχής συναφών υπηρεσιών υποδοχής υγρών και στερεών αποβλήτων και τις απορρέουσες από τις εν λόγω συμβάσεις αξιώσεις της ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης, που αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με αμιγή χαρακτήρα ιδιωτικού φορέα επιχειρηματικής εκμετάλλευσης του λιμένα του Πειραιά, στην οποία έχει παραχωρηθεί το αποκλειστικό δικαίωμα κατοχής, χρήσης, διαχείρισης, συντήρησης, βελτίωσης και εκμετάλλευσης των χώρων, εγκαταστάσεων και υποδομών του λιμένα, στα οποία περιλαμβάνεται και η θαλάσσια ζώνη του λιμένα, χωρίς όμως να κατέχει οποιοδήποτε δημοσίου δικαίου δικαίωμα και να έχει αρμοδιότητες κανονιστικού και ρυθμιστικού χαρακτήρα, που συνιστούν άσκηση δημόσιας εξουσίας, δηλαδή δεν ευρίσκεται σε υπερέχουσα θέση έναντι της εναγομένης, δηλαδή σε θέση μη προσιδιάζουσα στον, με βάση τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου, συναπτόμενο συμβατικό δεσμό, συνεπεία νομοθετικής πρόβλεψης ή ρήτρας στην σύμβαση αποκλινούσης από το κοινό δίκαιο. Ως εκ τούτων, αρμόδια Δικαστήρια για την εκδίκαση των προκειμένων διαφορών, οι οποίες έχουν προκύψει από τις εν λόγω συμβάσεις ελλιμενισμού και παροχής συναφών ευκολιών, είναι τα πολιτικά και όχι τα διοικητικά Δικαστήρια, ως αβασίμως υποστηρίζει η εναγομένη-εφεσίβλητη με τον δεύτερο λόγο της έφεσης της. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ομοίως, αν και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία που αντικαθίσταται με την παρούσα (534 ΚΠολΔ), ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο, απορριπτομένου του δεύτερου λόγου της έφεσης, που αποδίδει στην εκκαλουμένη τις εν λόγω πλημμέλειες, ως αβασίμου.

Περαιτέρω, ενόψει των προαναφερθέντων στην μείζονα σκέψη, η κρινόμενη αγωγή με το ανωτέρω περιεχόμενο, είναι πλήρως και επαρκώς ορισμένη, ως περιέχουσα, κατά τρόπο σαφή, ειδικό και συγκεκριμένο, όλα τα πραγματικά περιστατικά, που κατά νόμο είναι αναγκαία για τη θεμελίωση του δικαιώματος της ενάγουσας, για το οποίο και ζητείται η έννομη προστασία και επιπροσθέτως, δικαιολογούν την άσκηση της σε βάρος της εναγομένης, με αποτέλεσμα, αφενός μεν να εξατομικεύεται απόλυτα η επίδικη έννομη σχέση και να μην καταλείπεται αμφιβολία περί της αξίωσης, η οποία απορρέει εκ των επικαλουμένων στο δικόγραφο γεγονότων, αφετέρου δε να παρέχεται η δυνατότητα, στο μεν Δικαστήριο να κρίνει τη νομική βασιμότητα της αγωγής υπάγοντας τα προταθέντα στον αρμόζοντα κανόνα δικαίου, στην δε εναγομένη να αμυνθεί κατά της αγωγικής αξίωσης, με ανταπόδειξη ή δια της υποβολής ενστάσεων. Ειδικότερα, είναι πλήρως ορισμένη, διότι εκτίθενται αναλυτικά με πληρότητα και σαφήνεια όλα τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία απαιτούνται για τη νομική θεμελίωση της επί των προδιαληφθεισών ουσιαστικού δικαίου διατάξεων και υφίσταται ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, κατά την έννοια του άρθρου 216 ΚΠολΔ, καθόσον περιγράφεται επαρκώς η συμβατική σχέση, που συνδέει τους διαδίκους και σχετίζεται με την χρησιμοποίηση των χώρων και εγκαταστάσεων του λιμένα για τον ελλιμενισμό των αναφερόμενων πλοίων/πλωτών ναυπηγημάτων της εφεσίβλητης εταιρείας έναντι των καθοριζομένων τελών για την παροχή των εκτιθέμενων λιμενικών υπηρεσιών και θεμελιώνει την ευθύνη της εναγομένης για το αξιούμενο οφειλόμενο ποσό, ο δε ορθός χαρακτηρισμός της σύμβασης εναπόκειται στο Δικαστήριο, το οποίο για να κρίνει το ορισμένο και νόμιμο της ενδοσυμβατικής αξίωσης στηρίζεται στην επίκληση των απαιτούμενων κατά νόμο στοιχείων, που συνιστούν την αντισυμβατική συμπεριφορά και δεν δεσμεύεται από τους χαρακτηρισμούς των διαδίκων. Επομένως, ο ισχυρισμός της εναγομένης, που προέβαλε πρωτοδίκως και επαναφέρει με την έφεση της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, περί αοριστίας της ένδικης αγωγής, διότι παραλείπεται στο δικόγραφο αυτής ο χαρακτηρισμός της συμβατικής σχέσης των διαδίκων, καθώς επίσης δεν εκτίθεται ο τόπος και ο χρόνος κατάρτισης των ένδικων συμβάσεων, μεταξύ ποίων προσώπων συνήφθησαν και αν είχαν την εξουσία εκπροσώπησης των διαδίκων νομικών προσώπων και από ποιον παραλήφθησαν για λογαριασμό της εναγομένης τα επίδικα τιμολόγια, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος, καθόσον δεν απαιτείται για την πληρότητα και σαφήνεια της ιστορικής βάσης της αγωγής και την θεμελίωση του αγωγικού αιτήματος, η παράθεση τέτοιων στοιχείων. Ενόψει τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε την αγωγή ορισμένη, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο μη απαιτώντας λιγότερα στοιχεία από τα κατά νόμο απαιτούμενα και έτσι δεν στέρησε την απόφαση του νομίμου βάσεως, μήτε παρέλειψε να κηρύξει απαράδεκτο κατά τον νόμο, απορριπτομένου του τρίτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, που αποδίδει στην εκκαλουμένη την πλημμέλεια αυτή, ως ουσιαστικά αβασίμου.

IV. Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφα τους και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 264 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ, αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει σύμβασης ελλιμενισμού, που καταρτίστηκε μεταξύ της ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» (……..), νομίμως εκπροσωπουμένης και του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης εταιρείας με την τότε επωνυμία «………..» και ήδη «………», ενεργούσης στο όνομα και για λογαριασμό της, ελλιμενίστηκε, εκτός του ρυμουλκού πλοίου «Κ», νηολογίου … με αριθμό …., κοχ.68,09 και του πλωτού γερανού – εκσκαφέα «Θ», νηολογίου Πειραιώς με αριθμό …, κοχ.479,77, πλοιοκτησίας της, ο πλωτός γερανός «Δ», νηολογίου Πειραιά με αριθμό ……, κοχ. 325,41, ολικού μήκους 28 μ., στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη της ενάγουσας «……», κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο 2014 έως τον Ιούνιο 2019. Τα τέλη πρυμνοδέτησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού Τιμολογιακής Πολιτικής στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη ΟΛΠ, ανέρχονταν σε (0,935 Χ 35%=) 0,327 ευρώ ανά ημέρα και μέτρο ολικού μήκους, ήτοι (0,327 Χ 28,00=) 9,156€ ανά ημέρα, εκδιδομένων των κάτωθι τιμολογίων.

Η εναγομένη, αρνούμενη την αγωγή, ισχυρίζεται ότι δεν είχε κατά το επίδικο διάστημα την πλοιοκτησία, αλλά ούτε και την οικονομική εκμετάλλευση του ως άνω πλωτού γερανού, προσκομίζει δε προς τούτο τα από 22.7.2020 και 25.5.2023 πιστοποιητικά κυριότητας του Τομέα Νηολογίων και Ναυτικών Υποθηκολογίων του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά, σύμφωνα με τα οποία ο ως άνω πλωτός γερανός από τις 26.3.2007 φέρεται ότι ανήκει στην εταιρεία «……………» κατά ποσοστό 100%. Πλην όμως με το από 14.1.2014 ιδιωτικό συμφωνητικό αγοραπωλησίας, ο εν λόγω ρυμουλκούμενος πλωτός γερανός, άνευ προωστήρων μηχανών με όλα τα παρελκόμενα και επ’αυτού βοηθήματα, πωλήθηκε και παραδόθηκε από την ανωτέρω εταιρεία στην εταιρεία του ομίλου συμφερόντων της εναγομένης με την επωνυμία «………….» και τον διακριτικό τίτλο «………», που εκπροσωπείται από τον ίδιο νόμιμο εκπρόσωπο, ………., αντί τιμήματος 180.000 ευρώ, που εξοφλήθηκε από την ανωτέρω αγοράστρια, η οποία  έκτοτε τον νέμεται και τον κατέχει διανοία κυρίας, χωρίς όμως να έχει καταβάλει τον αναλογούντα ΦΠΑ στην ως άνω πωλήτρια και ούτως να εκκρεμεί από υπαιτιότητα της η καταχώρηση της μεταβίβασης  στο νηολόγιο Πειραιά.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη, ήδη εκκαλούσα εταιρεία, εκμεταλλευόταν τον εν λόγω πλωτό γερανό για δικό της λογαριασμό, έχοντας την διεύθυνση τούτου για όλα τα ζητήματα, που αφορούσαν την λειτουργία και εκμετάλλευση του, με σκοπό το κέρδος. Σημειωτέον, ότι η ιδιότητα της εναγομένης, ως εφοπλίστριας του εν λόγω πλωτού γερανού, δεν αναιρείται από το ότι αυτή δεν είχε προβεί στην δήλωση του άρθρου 105 του ΚΙΝΔ, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ενόψει του ότι εν ελλείψει τέτοιας δηλώσεως τίθεται μαχητό τεκμήριο ότι ο κύριος του πλοίου είναι και πλοιοκτήτης, πλην όμως επιτρέπεται ανταπόδειξη και, όπως αποδεικνύεται στην προκειμένη περίπτωση, η εναγομένη ήταν αυτή, που εκμεταλλευόταν τον γερανό «Δ» για δικό της λογαριασμό και ελάμβανε όλες τις αποφάσεις για την ναυτιλιακή επιχείρηση του, δηλαδή ήταν η εφοπλιστής και δεν ενεργούσε ως αντιπρόσωπος-διαχειρίστρια της κυρίας του γερανού, καθόσον από κανένα αποδεικτικό στοιχείο προκύπτει ότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο σύναψης της σύμβασης, είχε προβεί σε τέτοια δήλωση, ούτε μπορούσε να διαγνωστεί υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις ότι ενεργούσε για λογαριασμό της κυρίας τούτου, λαμβανομένου υπόψη ότι συμβλήθηκε στο όνομα της και για δικό της λογαριασμό, παραλάμβανε δε αδιαμαρτύρητα τα εκδοθέντα για την πρυμνοδέτηση του στην ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του λιμένος Πειραιώς τιμολόγια, τα οποία της επιδίδονταν από την ενάγουσα, γεγονός που ούτε η ίδια αμφισβητεί, χωρίς ουδέποτε να προβάλει ισχυρισμό, περί μη εκμετάλλευσης τούτου προς όφελος της ή ότι ενεργούσε για λογαριασμό άλλης πλοιοκτήτριας. Ο ισχυρισμός ότι δεν ήταν πλοιοκτήτρια, ούτε ασκούσε τον εφοπλισμό τούτου, ο οποίος προβάλλεται το πρώτον στην παρούσα δίκη, κρίνεται αβάσιμος, λαμβανομένου υπόψη, παρεκτός του μεγάλου χρονικού διαστήματος, κατά το οποίο η εναγομένη αδιαμαρτύρητα παραλάμβανε τα κάτωθι τιμολόγια χρέωσης των οικείων λιμενικών τελών, επιπρόσθετα και του ότι, της έκδοσης των τιμολογίων προηγείται έγγραφη επικοινωνία με το αρμόδιο Τμήμα της ενάγουσας για την προσέγγιση και πρυμνοδέτηση του πλοίου/πλωτού ναυπηγήματος στην περιοχή της αρμοδιότητας της, στο πλαίσιο της οποίας γνωστοποιούνται μεταξύ άλλων και τα στοιχεία της εταιρείας, που εκμεταλλεύεται ή διαχειρίζεται αυτό, οπότε εκείνη παρουσιάστηκε ότι εκμεταλλευόταν τον εν λόγω πλωτό γερανό στο όνομα και για λογαριασμό της. Ενόψει τούτων, ο αρνητικός ισχυρισμός της εναγομένης περί ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως της, όσον αφορά τα κονδύλια για τον πλωτό γερανό «Δ», που προέβαλε πρωτοδίκως και επαναφέρει με την κρινόμενη έφεση της, είναι απορριπτέος, ως ουσιαστικά αβάσιμος. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ομοίως, αν και με συνοπτική αιτιολογία, που συμπληρώνεται και αντικαθίσταται με την παρούσα (534 ΚΠολΔ), ορθά εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένου του πρώτου λόγου της έφεσης, που υποστηρίζει τα αντίθετα, ως κατ’ουσίαν αβασίμου.

Ειδικότερα, εκδόθηκαν από την ενάγουσα, στο όνομα της εναγομένης, υπό την αρχική της επωνυμία, για τον πλωτό γερανό «Δ», τα ακόλουθα τιμολόγια: 1) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.01.2014, ποσού 283,84€, 2) υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 28.02.2014, ποσού 256,37€,  3) υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.03.2014, ποσού 283,84€, 4) υπ’ αριθ. … τιμολόγιο, με ημερομηνία 30.04.2014, ποσού 274,68€, 5) υπ’ αριθ…..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.05.2014, ποσού 283,84€, 6) υπ’ αριθ…………  τιμολόγιο, με ημερομηνία 30.06.2014, ποσού 274,68€, 7) υπ’αριθ……  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.07.2014, ποσού 283,84€, 8) υπ’ αριθ…….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.08.2014, ποσού 283,84€, 9) υπ’ αριθ…. τιμολόγιο, με ημερομηνία 30.09.2014, ποσού 274,68€, 10) υπ’ αριθ…..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.10.2014, ποσού 283,84€, 11)υπ’ αριθ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 30.11.2014, ποσού 274,68€, 12) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.12.2014, ποσού 283,84€, 13) υπ’ αριθ. ……  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.01.2015, ποσού 283,84€, 14) υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 28.02.2015, ποσού 256,37€, 15) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.03.2015, ποσού 283,84€, 16) υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 30.04.2015, ποσού 274,68€, 17) υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.05.2015, ποσού 283,84€, 18) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 30.06.2015, ποσού 274,68€, 19)υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.07.2015, ποσού 283,84€, 20) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.08.2015, ποσού 283,84€, 21) υπ’ αριθ. ……  τιμολόγιο, με ημερομηνία 30.09.2015, ποσού 274,68€, 22) υπ’ αριθ. …….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 31.10.2015, ποσού 283,84€, 23) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 30.11.2015, ποσού 274,68€, 24) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 09.01.2016, ποσού 283,84€, 25) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 09.02.2016, ποσού 283,84€, 26)υπ’αριθ………  τιμολόγιο, με ημερομηνία 08.03.2016, ποσού 265,52€, 27) υπ’ αριθ. ……  τιμολόγιο, με ημερομηνία 11.04.2016, ποσού 283,84€, 28) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 12.05.2016, ποσού 274,68€, 29) υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 01.07.2016, ποσού 283,84€, 30) υπ’ αριθ. ……  τιμολόγιο, με ημερομηνία 13.07.2016, ποσού 274,68€, 31) υπ’ αριθ. …..  τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.08.2016, ποσού 283,84€, 32) υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 07.09.2016, ποσού 283,84€, 33) υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 06.10.2016, ποσού 274,68€, 34) υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 03.11.2016, ποσού 283,84€, 35)υπ’ αριθ. ….  τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.12.2016, ποσού 274,68€, 36) υπ’ αριθ. …. τιμολόγιο, με ημερομηνία 03.01.2017, ποσού 283,84€, 37) υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο, με ημερομηνία 06.02.2017, ποσού 283,84€, 38) υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο, με ημερομηνία 06.03.2017, ποσού 256,37€, 39) υπ’ αριθ. …. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.04.2017, ποσού 283,84€, 40) υπ’ αριθ. …….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.05.2017, ποσού 274,68€, 41) υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο, με ημερομηνία 08.06.2017, ποσού 283,84€, 42)υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.07.2017, ποσού 274,68€, 43)υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 03.08.2017, ποσού 283,84€, 44) υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.09.2017, ποσού 283,84€, 45) υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.10.2017, ποσού 274,68€, 46) υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο, με ημερομηνία 03.11.2017, ποσού 283,84€, 47) υπ’ αριθ. …. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.12.2017, ποσού 274,68€, 48) υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 09.01.2018, ποσού 283,84€, 49) υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.02.2018, ποσού 283,84€, 50) υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.03.2018, ποσού 256,37€, 51)υπ’ αριθ. ……. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.04.2018, ποσού 283,84€, 52)υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο, με ημερομηνία 04.05.2018, ποσού 274,68€, 53)υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.06.2018, ποσού 542,50€, 54) υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.07.2018, ποσού 525,00€, 55) υπ’ αριθ. ……. τιμολόγιο, με ημερομηνία 03.08.2018, ποσού 542,50€, 56) υπ’ αριθ. …… τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.09.2018, ποσού 542,50€, 57) υπ’ αριθ. ……… τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.10.2018, ποσού 525,00€, 58) υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.11.2018, ποσού 542,50€, 59) υπ’ αριθ. ….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.12.2018, ποσού 525,00€, 60) υπ’ αριθ. …. τιμολόγιο, με ημερομηνία 04.01.2019, ποσού 542,50€, 61)υπ’αριθ. …… τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.02.2019, ποσού 542,50€, 62) υπ’ αριθ. … τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.03.2019, ποσού 490,00€, 63) υπ’ αριθ. …. τιμολόγιο, με ημερομηνία 09.01.2018, ποσού 542,50€, 64) υπ’ αριθ. …. τιμολόγιο, με ημερομηνία 06.05.2019, ποσού 525,00€ και 65) υπ’ αριθ. …….. τιμολόγιο, με ημερομηνία 05.06.2019, ποσού 542,50€, έναντι δε των τιμολογίων αυτών ουδέν ποσό καταβλήθηκε, σύμφωνα με τις παραδοχές της εκκαλουμένης, που δεν προσβάλλονται με λόγο έφεσης.

V. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και δεδομένου ότι δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει η ένδικη έφεση να απορριφθεί στο σύνολο της, ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από την εκκαλούσα για την άσκηση της παραβόλου στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ.3 εδαφ.ε΄ ΚΠολΔ) και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας στην εκκαλούσα, κατόπιν σχετικού αιτήματος της, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την ένδικη έφεση κατά της υπ’αριθμ.865/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Δέχεται την έφεση τυπικά.

Απορρίπτει αυτήν κατ’ ουσίαν.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από την εκκαλούσα παραβόλου κατά την άσκηση της.

Επιβάλλει στην εκκαλούσα τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 16 Απριλίου 2024.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ