Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 203/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός   203/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ναυτικό Τμήμα

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Λέκκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Δ.Π.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Κοντοσέα [ΔΕ Γ. Κοντοσέας & Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία], με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Μονοπρόσωπης ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία εδρεύει στην ………. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, από την πληρεξουσία δικηγόρο του Ευαγγελία Παπαντωνοπούλου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Ο εκκαλών – εφεσίβλητος, ………, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 07.11.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ………/29.11.2019 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 2120/2021 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που τη δέχθηκε κατά ένα μέρος κατ’ ουσίαν.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αμφότερες οι αντίδικες πλευρές και, συγκεκριμένα, ο ενάγων με την από 28.06.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ……../29.06.2022 έφεση και η εναγόμενη ναυτιλιακή εταιρία με την από 14.02.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ………./14.02.2023 έφεση και δικάσιμος για την εκδίκαση αμφοτέρων των οποίων ορίστηκε αρχικώς η 16.3.2023 και κατόπιν αναβολής αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, τα οποία συνεκφωνήθηκαν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι προαναφερθέντες πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν εμφανίσθηκαν, αλλά παραστάθηκαν με δηλώσεις τους του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ και προκατέθεσαν τις προτάσεις τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΙΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οι κρινόμενες αντίθετες α) από 28.06.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ………./29.06.2022 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του παρόντος Δικαστηρίου Εφετείου Πειραιώς ……./29.06.2022 έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος [Α έφεση] και β) από 14.02.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ……./14.02.2023 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς ……../16.02.2023 έφεση της εκκαλούσας – εναγομένης [Β έφεση], που στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 2120/2021 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αρ. 3, 621 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε εν μέρει ως και ουσιαστικά βάσιμη την από 07.11.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ……./29.11.2019 αγωγή του πρώτου κατά της δεύτερης, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της στις 07.10.2021, ενώ για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω Νόμο, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής. Εφόσον δε, οι ένδικες εφέσεις, αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ. α΄ του N.2172/1993), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω, κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.

ΙΙ. Mε την ένδικη αγωγή του, ο ενάγων ….., ισχυρίσθηκε ότι, κατόπιν συμβάσεων ναυτικής εργασίας που κατήρτισε με την εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «……..» [με την τότε επωνυμία της «………….»], ναυτολογήθηκε διαδοχικά τρεις (3) φορές με την ειδικότητα του Γ Μάγειρα και απασχολήθηκε, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή, χρονικά διαστήματα, εντός της χρονικής περιόδου από  1.12.2017 έως 18.3.2019, στο υπό ελληνική σημαία  επιβατηγό – οχηματαγωγό (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοίο «ΝΣ», Νηολογίου Πειραιά με αριθμό ………., κοχ 13.902,04, αντί των προβλεπομένων από την εκάστοτε ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) για τα μέλη των πληρωμάτων των  Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων μηνιαίου μισθού και επιδομάτων. Ακολούθως δε, την 2.4.2019, κατόπιν συμβάσεως ναυτικής εργασίας που κατήρτισε ομοίως με την εναγομένη εταιρεία, ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του Γ Μάγειρα και απασχολήθηκε, κατά το χρονικό διάστημα από 2.4.2019 έως 8.4.2019, στο υπό ελληνική σημαία  επιβατηγό – οχηματαγωγό (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοίο «ΝΜ», Νηολογίου Πειραιά με αριθμό ………, κοχ 8.129. Αμφότερα τα ανωτέρω πλοία ήταν πλοιοκτησίας της εναγομένης. Ο ίδιος, ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι, ενόψει των ανωτέρω συμβάσεων, ναυτολογήθηκε και εργάσθηκε καθόλα τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, με την ειδικότητα του Γ Μάγειρα, παρείχε δε τις υπηρεσίες του στα εν λόγω πλοία, που εκτελούσαν καθημερινά κατά τον ένδικο χρόνο, τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο δρομολόγια μεταξύ ελληνικών λιμένων, εργαζόμενος ημερησίως (α) κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2018 έως 25.1.2018, από 1.4.2018 έως 1.11.2018 (πλην των ημερών Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018) και από 14.1.2019 έως 18.3.2019 επί δέκα τέσσερις [14] ώρες, ημερησίως και (β) κατά τις ημέρες Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018 και κατά το χρονικό διάστημα από 2.4.2019 έως 8.4.2019, επί δέκα επτά [17] ώρες καθ’ εκάστη. Με βάση τα περιστατικά αυτά και υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι, καθόν χρόνο απασχολήθηκε στο ανωτέρω πλοίο «ΝΣ», απασχολήθηκε χωρίς να λάβει το σύνολο των νομίμων και συμφωνημένων αποδοχών του, το σύνολο των αποδοχών του που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών, το σύνολο των αναλογούντων στο χρόνο εργασίας του δώρων εορτών, καθώς επίσης και χωρίς να λάβει το σύνολο της πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές που εκτέλεσε το πλοίο, καθόν δε χρόνο απασχολήθηκε στο ανωτέρω πλοίο «ΝΜ», απασχολήθηκε χωρίς να λάβει το σύνολο των αποδοχών του που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών, το σύνολο του αναλογούντος στο χρόνο εργασίας του δώρου Πάσχα 2019, καθώς επίσης και τις, προβλεπόμενες κατά το άρθρο 60 του ΚΙΝΔ, αποδοχές ενός μηνός από την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο  «ΝΜ», ενόψει του ότι είχε συμφωνηθεί ο μισθός του κατά μήνα και η σύμβαση ναυτολόγησής του διήρκησε χρονικό διάστημα λιγότερο του μηνός, καθόσον ελύθη «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου, ζητούσε ο ενάγων [α] για το χρόνο που απασχολήθηκε στο ανωτέρω πλοίο «ΝΣ», να του επιδικαστεί το συνολικό χρηματικό ποσό των 22.092,84 ευρώ, νομιμοτόκως από την 18.3.2019, άλλως από της επιδόσεως της ένδικης αγωγής και, συγκεκριμένα, το ποσό των ευρώ 391,84 ως διαφορές αποδοχών μεταξύ του συμφωνημένου και νομίμου μισθού του και του καταβαλλομένου υπό της εναγομένης μηνιαίως κατά το έτος 2018, το ποσό των ευρώ 111,96 ως διαφορές αποδοχών μεταξύ του συμφωνημένου και νομίμου μισθού του και του καταβαλλομένου υπό της εναγομένης μηνιαίως κατά το έτος 2019, το ποσό των ευρώ 9.490,95 ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής κατά το έτος 2018, το ποσό των ευρώ 2.938,25 ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών κατά το έτος 2018, το ποσό των ευρώ 2.504,80 ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής κατά το έτος 2019, το ποσό των ευρώ 551,60 ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών κατά το έτος 2019, το ποσό των ευρώ 826,35 για διαφορά εορταστικού επιδόματος Πάσχα 2018, το ποσό των ευρώ 2.779,20 ως διαφορά εορταστικού επιδόματος Χριστουγέννων 2018, το ποσό των ευρώ 714,06 ως διαφορά εορταστικού επιδόματος Πάσχα 2019 και το ποσό των ευρώ 1.783,83 ως διαφορά πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές και [β] για το χρόνο που απασχολήθηκε στο ανωτέρω πλοίο «ΝΜ», το συνολικό χρηματικό ποσό των 2.878,58 νομιμοτόκως από την  8.4.2019, άλλως από της επιδόσεως της ένδικης αγωγής και, συγκεκριμένα, το ποσό των ευρώ 2.309,61 ως υπόλοιπο του, κατ’ άρθρο 60 του ΚΙΝΔ, μηνιαίου μισθού καθόσον η εργασία του διήρκησε λιγότερο χρονικό διάστημα του μηνός, ενόψει του ότι αυτή ελύθη «αμοιβαία συναινέσει» ατού και του Πλοιάρχου του πλοίου, παρά τη σαφώς υπονοούμενη, με την επίκληση του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, αναφορά ότι ο μισθός του συνομολογήθηκε κατά μήνα, το ποσό των ευρώ 352,50 ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 71,29 ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 145,18 ως διαφορά εορταστικού επιδόματος Πάσχα 2019. Ζητούσε τέλος, να υποχρεωθεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η υπ’ αριθμ. 2120/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία αφού έγινε δεκτή, ως νόμιμη η ένδικη αγωγή, ως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 297 εδ. α’, 330 εδ. α’, 340, 341, 345, 346 εδ. α’, 648, 653, 655 εδ. α’, β’ ΑΚ, 53, 54, 60 εδ. β’, 84 εδ. α’ Κ.Ι.Ν.Δ, 1 3, 5 παρ. 1, 6, 7, 8 παρ. 13, 11, 13 παρ. 1, 2, 4, 5 και 6, 14, 15 παρ. Ια’ και 2, 18 παρ. 1, 33 παρ. 1, 3, 4 και 7α’, 38, 39 της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018 (Υ.Α. 2242.5-1.5/80350/2018) και του έτους 2019 (Υ.Α. 2242.5-1.5756 040/2019), 176, 907, 908 παρ. 1 ε’, 910 αριθ. 4 ΚΠολΔ, ακολούθως η ένδικη αγωγή έγινε δεκτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της και υποχρεώθηκε η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα [Α] για τον χρόνο που απασχόλησε τον ενάγοντα στο ανωτέρω πλοίο «ΝΣ»: (i) το ποσό των ευρώ 78,54, ως διαφορές αποδοχών για την απασχόληση του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2018 έως 25.1.2018 και από 1.4.2018 έως 1.11.2018, αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα μηνιαίως μειωμένες αποδοχές κατά το ποσό των ευρώ 50,48 και συνολικά για το ανωτέρω χρονικό διάστημα των επτά μηνών και είκοσι έξι ημερών μειωμένες αποδοχές εκ ποσού ευρώ 353,36 και αφού δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμο στην ουσία του ισχυρισμό της εναγομένης περί καταβολής κατά το ποσό των ευρώ 138,50, (ii) το ποσό των ευρώ 70,20, ως διαφορές αποδοχών για την απασχόληση του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 18.3.2019, αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα μηνιαίως μειωμένες αποδοχές κατά το ποσό των ευρώ 87,19 και συνολικά για το ανωτέρω χρονικό διάστημα των δύο μηνών και πέντε ημερών μειωμένες αποδοχές εκ ποσού ευρώ 188,88 και αφού δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμο στην ουσία του ισχυρισμό της εναγομένης περί μερικής καταβολής κατά το ποσό των ευρώ 118,68, (iii) το ποσό των ευρώ 7.577,99, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για την υπερωριακή αυτού απασχόληση κατά τις εκατόν ογδόντα πέντε [185] καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής που εργάσθηκε εντός του έτους 2018, καθώς επίσης και το ποσό των ευρώ 2.200,25, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για υπερωριακή απασχόληση αυτού κατά τις είκοσι επτά [27] ημέρες Σαββάτου και αργιών που εργάσθηκε εντός του έτους 2018, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργαζόταν, στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, καθόλο το έτος 2018, επί δέκα τρεις [13] ώρες ημερησίως, απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση δέκα τεσσάρων [14] ωρών ημερησίως, πλην των ημερών Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018, οπότε εργάζονταν στο ανωτέρω πλοίο, επί δέκα τέσσερις [14] ώρες ημερησίως, απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση για τις εν λόγω ημέρες δέκα επτά [17] ωρών, (iv) το ποσό των ευρώ 2.035,00, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του, για την υπερωριακή αυτού απασχόληση κατά τις πενήντα τέσσερις [54] καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής που εργάσθηκε εντός του έτους 2019 στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, καθώς επίσης και το ποσό των ευρώ 307,88, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για υπερωριακή απασχόληση αυτού κατά τις δέκα [10] ημέρες Σαββάτου και αργιών που εργάσθηκε εντός του έτους 2019, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργαζόταν στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, καθόλο το έτος 2019, επί δέκα τρεις [13] ώρες ημερησίως, απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση δέκα τεσσάρων [14] ωρών, (v) το ποσό των ευρώ 809,74, ως αναλογία επιδόματος Πάσχα έτους 2018, αφού δέχθηκε ως βάσιμο στην ουσία του ισχυρισμό της εναγομένης περί καταβολής, έναντι της εν λόγω απαίτησης, του ποσού των ευρώ 249,35, το ποσό των ευρώ 2.480,56 ως αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων έτους 2018, το ποσό των ευρώ 414,24 ως αναλογία επιδόματος Πάσχα έτους 2019, αφού δέχθηκε ως βάσιμο στην ουσία του ισχυρισμό της εναγομένης περί καταβολής, έναντι της εν λόγω απαίτησης, του ποσού των ευρώ 544,16 και (vi) το ποσό των ευρώ 1.101,70 ως πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές κατά το έτος 2018, αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα το εν λόγω πλοίο πραγματοποίησε 12,86 δρομολόγια εξπρές και αφού δέχθηκε ότι έναντι της εν λόγω απαίτησης ο ενάγων έλαβε το συνολικό ποσό των 879,38, δεχόμενη ως βάσιμη στην ουσία της ένσταση καταβολής της εναγομένης για το ποσό των ευρώ 878,76, και [Β] για τον χρόνο που απασχόλησε τον ενάγοντα στο ανωτέρω πλοίο «ΝΜ»: (i) το ποσό των ευρώ 274,20 ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για την υπερωριακή αυτού απασχόληση κατά τις έξι [6] καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής που εργάσθηκε, καθώς επίσης και το ποσό των ευρώ 40,16, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για υπερωριακή απασχόληση αυτού μία ημέρα Σαββάτου που εργάσθηκε, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργαζόταν στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ επί δέκα τέσσερις [14] ώρες ημερησίως, απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση για τις εν λόγω ημέρες δέκα επτά [17] ωρών, και το ποσό των ευρώ 98,18, για αναλογία επιδόματος Πάσχα έτους 2019. Ακολούθως, αφού απέρριψε ως μη νόμιμη την ένσταση καταχρηστικής άσκησης της εναγομένης που αυτή προέβαλε έναντι της απαίτησης του ενάγοντος για καταβολή ενός μηνιαίου μισθού κατά τις διατάξεις του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ κατά την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ, απέρριψε ως αβάσιμο στην ουσία του το αγωγικό κονδύλιο περί καταβολής του ποσού των ευρώ 2.309,61, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα ο ίδιος ο ενάγων εζήτησε την απόλυσή του προ της παρελεύσεως ενός μηνός από της ναυτολογήσεώς του, δεχόμενο στην ουσία του σχετικό ισχυρισμό της εναγομένης και υποχρέωσε αυτή (εναγομένη) να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των ευρώ 17.488,64, με το νόμιμο τόκο το ποσό των ευρώ 17.076,10 από την επομένη ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος από το πλοίο ΝΣ, ήτοι από την 19.3.2010 και το υπόλοιπο ποσό των ευρώ 412,54, από την επομένη ημέρα της  αποναυτολογήσεως του ενάγοντος από το ανωτέρω πλοίο ΝΜ, ήτοι από την 9.4.2019. Περαιτέρω, κήρυξε την απόφαση προσωρινώς εκτελεστή για το ποσό των ευρώ 5.000 και καταδίκασε την εναγομένη στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, το ύψος της οποίας όρισε στο ποσό των 550 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τόσο ο ενάγων όσο και η εναγομένη, ως εν μέρει ηττηθέντες στον πρώτο βαθμό, έχοντας έννομο συμφέρον, που απορρέει από τη βλάβη τους, η οποία προκύπτει αμέσως από το διατακτικό της ως άνω απόφασης, με τις συνεκδικαζόμενες με την παρούσα απόφαση εφέσεις τους. Ειδικότερα: Ο ενάγων, άσκησε, κατά της ως άνω αποφάσεως, την ανωτέρω, υπό στοιχείο Α, έφεσή του, με την οποία πλήττει αυτήν για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες εκτιμώμενες, ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναφορικά με την κρίση του επί (α) του αγωγικού κονδυλίου της διαφοράς της αμοιβής του για παρασχεθείσα υπ’ αυτού υπερωριακή εργασία και συγκεκριμένα, με τον πρώτο λόγο έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως επί των ωρών της ημερήσιας απασχόλησής του στο πλοίο της εναγομένης ΝΣ, κατά το χρονικό διάστημα των ναυτολογήσεών του σ’ αυτό, σύμφωνα με τα οποία εργαζόταν καθημερινά επί δέκα τρεις  [13] ώρες ημερησίως, πλην των ημερών Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018, σύμφωνα με τα οποία, εργαζόταν επί δέκα τέσσερις [14] ώρες ημερησίως και όχι επί δέκα τέσσερις [14] και δέκα επτά [17] ώρες ημερησίως, αντίστοιχα, όπως ισχυρίσθηκε με την αγωγή του, με αποτέλεσμα το ως άνω κονδύλιο να γίνει εν μέρει δεκτό ως κατ’ ουσίαν βάσιμο, (β) του αγωγικού κονδυλίου της διαφοράς της αναλογίας του επιδόματος εορτών του Πάσχα 2019, για την εργασία του ενάγοντος στο πλοίο ΝΣ, με τον πρώτο λόγο έφεσης κατά το δεύτερο σκέλος του, όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως περί του μέσου όρου της δικαιούμενης αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση κατά το έτος 2019, σύμφωνα με τα οποία ο μέσος όρος της εν λόγω αμοιβής ανήρχετο σε ευρώ 874,94 και όχι σε ευρώ 2.097,00 όπως ισχυρίσθηκε με την αγωγή του, με αποτέλεσμα το ως άνω κονδύλιο να γίνει εν μέρει δεκτό ως κατ’ ουσίαν βάσιμο, τα αποδεικτικά πορίσματα της οποίας (εκκαλουμένης αποφάσεως) προσβάλλονται και για εσφαλμένο μαθηματικό υπολογισμό, και συγκεκριμένα και υπό την εκδοχή ότι αυτός εργάσθηκε μόνον επί δέκα τρεις ώρες ημερησίως, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ο μέσος όρος της δικαιούμενης υπό του ενάγοντος αμοιβής για την εν λόγω αιτία, ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 1.826,96, με συνέπεια, οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του επί των οποίων υπολογίσθηκε το εν λόγω επίδομα εορτών, να ορισθούν εσφαλμένως στο ποσό των ευρώ 3.594,16, αντί του, κατόπιν ορθού μαθηματικού υπολογισμού, ποσού των ευρώ 4.636,81 και με περαιτέρω αποτέλεσμα, για το επίδομα εορτών Πάσχα 2019, αντί του ορθού ποσού των ευρώ 692,32, να του επιδικάσει μόνον το ποσό των ευρώ 414,24, (γ) του αγωγικού κονδυλίου της διαφοράς της αναλογίας του επιδόματος εορτών Πάσχα 2019 για την εργασία του ενάγοντος στο πλοίο ΝΜ, με τον δεύτερο λόγο έφεσης κατά το πρώτο σκέλος του, όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως περί του μέσου όρου της δικαιούμενης αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση κατά το έτος 2019, σύμφωνα με τα οποία ανήρχετο σε ευρώ 647,10, και όχι σε ευρώ 2.438,00 όπως ισχυρίσθηκε με την αγωγή του, με αποτέλεσμα το ως άνω κονδύλιο να γίνει εν μέρει δεκτό ως κατ’ ουσίαν βάσιμο, τα αποδεικτικά πορίσματα της οποίας (εκκαλουμένης αποφάσεως) προσβάλλονται και για εσφαλμένο μαθηματικό υπολογισμό, και συγκεκριμένα και υπό την εκδοχή ότι αυτός εργάσθηκε μόνον δέκα τέσσερις ώρες ημερησίως, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ο μέσος όρος της δικαιούμενης υπό του ενάγοντος αμοιβής για την εν λόγω αιτία, ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 2.097,80, με συνέπεια, οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του, επί των οποίων υπολογίσθηκε το εν λόγω επίδομα εορτών, να ορισθεί εσφαλμένως στο ποσό των ευρώ 3.366,26 αντί του, κατόπιν ορθού μαθηματικού υπολογισμού, ποσού των ευρώ 4.977,81 και με περαιτέρω αποτέλεσμα, για το επίδομα εορτών Πάσχα 2019, αντί του ορθού ποσού των ευρώ 145,18, να του επιδικάσει μόνον το ποσό των ευρώ 98,18 και (δ) του αγωγικού κονδυλίου καταβολής του ποσού των ευρώ 2.309,61, ως υπόλοιπο αμοιβής ενός μηνός για την απασχόλησή του στο πλοίο ΝΜ, εφόσον η εν λόγω σύμβαση ελύθη όχι από υπαιτιότητα του ιδίου (ενάγοντος), αλλά «αμοιβαία συναινέσει», το αποδεικτικό πόρισμα της οποίας πλήττεται και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ καθώς και του άρθρου 361 ΑΚ, σύμφωνα με το οποίο (αποδεικτικό πόρισμα) αυτός δεν εδικαιούτο την εν λόγω αμοιβή, με τον δεύτερο λόγο έφεσης κατά το δεύτερο σκέλος του, ενώ εάν ορθά ερμήνευε και εφάρμοζε τις ανωτέρω διατάξεις και ορθά εκτιμούσε τις αποδείξεις θα έπρεπε να δεθεί για την εν λόγω αιτία ότι εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 2.309,61. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ενάγων δεν πλήττει με την ένδικη έφεσή του τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως ως προς το κονδύλιο της οφειλόμενης αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση στο πλοίο ΝΜ. Ζητείται δε, με την εν λόγω έφεση, η εξαφάνιση, άλλως μεταρρύθμιση της ως άνω αποφάσεως, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια αυτής που βλάπτουν τον εκκαλούντα, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και αναδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του ως κατ’ ουσίαν βάσιμη.  2) Η εναγόμενη, άσκησε την υπό στοιχείο Β έφεσή της, με την οποία πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αναφορικά με την κρίση του (α) επί του γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου διαφοράς αποδοχών ετών 2018 και 2019 από την εργασία του ενάγοντος στο πλοίο ΝΣ, ως προς το οποίο (κονδύλιο), με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης ειδικότερα, ισχυρίζεται κατ’ εκτίμηση των ισχυρισμών της ότι, εσφαλμένως υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως απερρίφθη σιωπηρώς εν μέρει η περί καταβολής ένσταση της ιδίας, δεδομένου ότι αυτή είχε ισχυρισθεί παραδεκτώς ότι έναντι του εν λόγω, εκ ποσού ευρώ 391,84, αγωγικού κονδυλίου, αυτή (εναγομένη) είχε καταβάλει αναδρομικά, πλέον το μικτού ποσού των ευρώ 56,26 που δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση: (i) το ποσό των ευρώ 204,50 μικτά και καθαρά το ποσό των ευρώ 125,55, πλην όμως η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε εσφαλμένως ότι κατεβλήθη στον ενάγοντα το καθαρό ποσό των ευρώ 125,55 και όχι το μικτό ποσό των 204,50 ευρώ, (ii) το ποσό των ευρώ 183,65 μικτά και καθαρά το ποσό των ευρώ 136,69, πλην όμως η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε εσφαλμένως ότι κατεβλήθη στον ενάγοντα το καθαρό ποσό των ευρώ 136,69 και όχι το μικτό ποσό των 183,65 ευρώ και (iii) επιπλέον των ανωτέρω ποσών κατέβαλε και το ποσό των ευρώ 14,65 μικτά αναδρομικά, πλην όμως η εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε κατά τούτο την ένσταση καταβολής της, (β) επί του γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου διαφοράς επί της αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως, με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση και για έλλειψη αιτιολογίας, σύμφωνα με τα οποία ο ενάγων εργάσθηκε στο πλοίο ΝΣ επί δέκα τρεις [13] ώρες ημερησίως και ειδικώς  τις ημέρες Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018 επί δέκα τέσσερις [14] ώρες καθ’ εκάστη, καθώς επίσης στο πλοίο ΝΜ επί δέκα τέσσερις [14] ώρες ημερησίως, ενώ εάν είχαν εκτιμηθεί ορθά τα προσαχθέντα από την ίδια αποδεικτικά μέσα, που κατονομάζει και είχαν ληφθεί υπόψη οι ισχυρισμοί που επίσης παραθέτει στην έφεση της, θα είχε γίνει δεκτό ότι αυτός (ενάγων), δεν εργάσθηκε τις ανωτέρω ώρες και σε κάθε περίπτωση, η καταβληθείσα στον ενάγοντα υπ’ αυτής υπερωριακή αμοιβή κάλυψε πλήρως την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση, ώστε να μην τίθεται θέμα καταβολής επί πλέον υπερωριακής αμοιβής, (γ) επί των γενομένων εν μέρει δεκτών ως κατ’ ουσίαν βασίμων κονδυλίων δώρων εορτών, ως προς τα οποία (κονδύλια) με τον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσης ειδικότερα ισχυρίζεται ότι (i) κατά το πρώτο σκέλος του υπολογίσθηκαν εσφαλμένα επί τη βάσει, συμπεριληφθέντος σ’ αυτά μη ανταποκρινόμενο στην πραγματικότητα, ποσού ως μέσου όρου αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή αυτού απασχόληση, κονδύλια, (ii) κατά το δεύτερο σκέλος του, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση και για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, καθόσον συμπεριέλαβε στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, αν και ο τελευταίος δεν ζητούσε τούτο με την αγωγή του, βάσει των οποίων υπελόγισε τα επιδόματα εορτών και το επίδομα ιματισμού, αν και αυτό δεν αποτελεί μισθό, (iii) κατά το τρίτο σκέλος του όσον αφορά ειδικώς την αναλογία δώρου Πάσχα του έτους 2018 από τη ναυτολόγηση του ενάγοντα – εφεσίβλητου στο πλοίο ΝΣ, διότι δέχθηκε ότι για την εν λόγω αιτία ο ενάγων έλαβε συνολικά το ποσό των ευρώ 249,35, ήτοι επιπλέον του ποσού των ευρώ 215,90 που ο ίδιος (ενάγων) ανέφερε στην αγωγή του μόνον το ποσό των ευρώ (249,35 μείον 215,90=) 33,45, απορρίπτοντας ως αβάσιμη στην ουσία της την περί καταβολής ένσταση της εναγομένης για το ποσό των ευρώ (249,35 μείον 33,45=) 215,90, (iv) κατά το τέταρτο σκέλος του, όσον αφορά ειδικώς την αναλογία δώρου Πάσχα 2019, από τη ναυτολόγηση του ενάγοντα – εφεσίβλητου στο πλοίο ΝΜ, απέρριψε την περί καταβολής του ποσού των 67,55 ευρώ ένσταση αυτής, (δ) επί του γενομένου ως εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου πρόσθετης αμοιβής, ως προς το οποίο (κονδύλιο) με τον τέταρτο λόγο της ένδικης έφεσης ειδικότερα ισχυρίζεται ότι (i) κατά το πρώτο σκέλος του, υπολογίσθηκαν εσφαλμένα επί τη βάσει, συμπεριληφθέντος σ’ αυτά μη ανταποκρινόμενο στην πραγματικότητα, ποσού ως μέσου όρου αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή αυτού απασχόληση, κονδύλια, (ii) κατά το δεύτερο σκέλος του, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση και για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, καθόσον συμπεριέλαβε στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, αν και ο τελευταίος δεν ζητούσε τούτο με την αγωγή του, βάσει των οποίων υπελόγισε την εν λόγω πρόσθετη αμοιβή και το επίδομα ιματισμού αν και αυτό δεν αποτελεί μισθό. Ζητά δε με την έφεσή της, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως και την εξαρχής αναδίκαση της υπόθεσης, ούτως ώστε ν’ απορριφθεί στο σύνολό της η, σε βάρος της ασκηθείσα, ανωτέρω αγωγή και να καταδικασθεί ο ενάγων στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

IV. Από τις περιεχόμενες στις με αριθμό …/23.1.2020 και …./30.1.2020 ένορκες, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, βεβαιώσεις των μαρτύρων …….. και ……….., οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια του ενάγοντος και κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ, κλήτευσης της αντιδίκου του, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ’ αριθμ. ……/20-01-2020 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας …….., από την περιεχομένη στην από 6.10.2020 ένορκη, ενώπιον του Δικηγόρου Πειραιώς …., βεβαίωση του μάρτυρος …….., η οποία ελήφθη με την επιμέλεια της εναγομένης και κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ, κλήτευσης του αντιδίκου της, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ’ αριθμ. ……/1-10-2020 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή ………., οι καταθέσεις των οποίων (μαρτύρων) σταθμίζονται, κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας εκάστου μάρτυρος, χωρίς το γεγονός ότι οι μάρτυρες του ενάγοντος τυγχάνουν αντίδικοι της εναγομένης, εκ του λόγου ότι έχουν ασκήσει εναντίον της αγωγή, με το ίδιο αντικείμενο, να αποκλείει την αποδεικτική αξία των λεγομένων του (ΕφΑθ 3879/2012 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 698/2003 ΑχΝομ 2004.266), όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εναγομένη, μη εξαρτώντας εκ του λόγου τούτου συμφέρον από την παρούσα δίκη, όπως η ίδια διατείνεται, ενόψει μάλιστα του ότι, ήδη η διάταξη του άρθρου 400 αρ. 3 ΚΠολΔ κατά την οποία «Δεν εξετάζονται, όταν κληθούν ως μάρτυρες,1) …,2) …, 3) πρόσωπα που μπορεί να έχουν συμφέρον από τη δίκη», καταργήθηκε με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, καθώς και το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται κατά τα άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 του ΚΠολΔ, αλλά και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 του ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 1.12.2017 έγγραφης σύμβασης ναυτολόγησης, που καταρτίσθηκε στον Πειραιά, μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εναγόμενης εταιρείας με την τότε επωνυμία της «……….», πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου με την ονομασία “ΝΣ”, Νηολογίου Πειραιά, με αριθμό …, αριθμό ΙΜΟ …., κ.ο.χ. 13.902,04 και του ενάγοντος, ……….., Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του με αριθμό …… ναυτικού φυλλαδίου της Η ναυτικής περιφέρειας, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε αυθημερόν, με την ειδικότητα του Γ Μάγειρα, στο ως άνω πλοίο και παρείχε τις υπηρεσίες του σ’ αυτό, ως μέλος του πληρώματός του, έως την 1.2018, οπότε απολύθηκε λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου και μεταφοράς σε νέο, επαναυτολογήθηκε δε την ίδια ημέρα, στο ίδιο λιμάνι και απολύθηκε την 25.1.2018, «αμοιβαία συναινέσει». Ακολούθως, δυνάμει της από 1.4.2018 έγγραφης σύμβασης ναυτολόγησης, που καταρτίσθηκε μεταξύ των αυτών διαδίκων, ο ενάγων ναυτολογήθηκε αυθημερόν, με την αυτή ειδικότητα, στο ως άνω πλοίο και παρείχε τις υπηρεσίες του σ’ αυτό, ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του, έως την 1.8.2018, οπότε απολύθηκε λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου και μεταφοράς σε νέο, επαναυτολογήθηκε δε αυθημερόν στο λιμάνι του Πειραιά και απολύθηκε στο λιμάνι της Μυτιλήνης την 1.11.2018, «αμοιβαία συναινέσει». Στο ίδιο ως άνω πλοίο και με την αυτή ειδικότητα ο ενάγων επαναυτολογήθηκε την 14.1.2019 και παρείχε τις υπηρεσίες του σ’ αυτό, ως μέλος του πληρώματός του, έως την 31.1.2019, οπότε απολύθηκε λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου και μεταφοράς σε νέο. Επαναυτολογήθηκε δε αυθημερόν, στο λιμάνι της Μυτιλήνης και εργάσθηκε σε αυτό έως την 18.3.2019, οπότε απολύθηκε «λόγω αδείας έως την 17.4.2019». Τέλος, δυνάμει της από 2.4.2019 άτυπης σύμβασης ναυτολόγησης που καταρτίσθηκε μεταξύ της εναγομένης πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου με την ονομασία «ΝΜ», Νηολογίου Πειραιά με αριθμό ….., κ.ο.χ. 8129 και του ενάγοντος, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε αυθημερόν, με την ειδικότητα του Γ Μάγειρα, στο ως άνω πλοίο και παρείχε τις υπηρεσίες του σ’ αυτό, ως μέλος του πληρώματός του, έως την 8.4.2019, «αμοιβαία συναινέσει», όπως σχετικά ενέγραψε ο αρμόδιος προς τούτο Πλοίαρχος του ανωτέρω πλοίου. Περί της αποναυτολογήσεως του ενάγοντος από το ανωτέρω πλοίο ΝΜ, την 8.4.2019, θα γίνει λόγος και ακολούθως. Κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων με λόγο έφεσης, οι ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας του ενάγοντος διήποντο αρχικά από την από 4.9.2018 Συλλογική Σύμβαση Εργασία Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων, κατά τις διατάξεις του άρθρου 39 της οποίας η ισχύς της εκτείνονταν από 1.1.2018 έως 31.12.2018 και η οποία κυρώθηκε, δυνάμει της με αριθμό 2242.5-1.5/80350/2018 (ΦΕΚ Β’ 5084/14.11.2018) απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και ακολούθως, κατά το έτος 2019, από τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, που υπογράφηκε την 8.7.2019, κυρώθηκε την 24.7.2019 με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β 3170/ 2019) την 12.8.2019, κατά τις διατάξεις του άρθρου 39 της οποίας η ισχύς της εκτείνονταν από 1.1.2019 έως 31.12.2019. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 § 1 των, ως άνω εφαρμοζομένων εν προκειμένω, ΣΣΝΕ οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6 αυτών, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές, εν πλω και στο λιμένα, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά την ημέρα Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού (μισθού ενέργειας). Όπως διευκρινίζεται δε με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή, έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ 328/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 626/2014 ΕλλΔνη 2015.508, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νμλγ.), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝαυτΔ 34.351, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝαυτΔ 33.345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες (άρθρα 11 και 13 § 5), δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου (άρθρο 18). Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες αμείβεται ανά ώρα με βάση το ωρομίσθιο, που κατ’ άρθρο 13 § 1 εδαφ. β και γ των ιδίων ΣΣΝΕ, υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του μισθού ενέργειας, όπως αυτός καθορίζεται στη διάταξη του άρθρου 1 § 1 αυτής, δια του αριθμού των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης των ναυτικών, δηλαδή δια του αριθμού εκατόν εβδομήντα τρία (52 εβδομάδες του έτους 12 μήνες = 4,33 Χ 40 ώρες εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης = 173). Ακολούθως, το ωρομίσθιο προσαυξάνεται κατά 50% (άρθρο 13 § 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 § 2), ενώ, κατά το άρθρο 18 § 2, για τον υπολογισμό των ωρών εργασίας κατά τις ημέρες αργίας ανά μήνα, πολλαπλασιάζεται ο μέσος μηνιαίος όρος αργιών (16 αργίες ετησίως δια 12 μήνες = 1,33) με τον αριθμό των ωρών της ημερήσιας απασχόλησης για κάθε αργία (1,33 Χ 8 ώρες = 10,67 ώρες μηνιαίως). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, κατά τη ΣΣΝΕ του έτους 2018 (άρθρα 1, 3, 5, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 §§ 1, 2) ο μηνιαίος μισθός ενεργείας του Μάγειρα Γ, για πλοία 1501 κοχ και άνω, ορίστηκε σε χίλια εκατόν ογδόντα ένα ευρώ και δέκα πέντε λεπτά (1.181,15 €), το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενέργειας, δηλαδή σε διακόσια πενήντα εννέα ευρώ και ογδόντα πέντε λεπτά (259,85 €), το αντίτιμο της σε είδος παρεχομένης τροφοδοσίας σε δεκαεννέα ευρώ και πενήντα εννέα λεπτά (19,59 €) την ημέρα, δηλαδή σε πεντακόσια ογδόντα επτά ευρώ και εβδομήντα λεπτά (19,59 € Χ 30 ημέρες = 587,70 €) το μήνα, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε τριάντα πέντε ευρώ και ενενήντα δύο λεπτά (35,92 €) και οι αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας σε τετρακόσια είκοσι πέντε ευρώ και σαράντα πέντε λεπτά {[(μισθός ενεργείας 1.181,15 € + επίδομα Κυριακών 259,85 € : 22) = 65,50 € + 19,59 € =] 85,09 € Χ 5 ημέρες = 425,45 €}, το δε επίδομα ιματισμού ορίσθηκε σε πενήντα επτά ευρώ και εξήντα τρία λεπτά (57,63 €). Επιπλέον, το ωρομίσθιο του Μάγειρα Γ (για πλοία 1501 κοχ και άνω), καθορίστηκε στο χρηματικό ποσό των έξι ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών (6,83 €) και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε οκτώ ευρώ και πενήντα τέσσερα λεπτά (8,54 €) και σε δέκα ευρώ και είκοσι πέντε λεπτά (10,25 €), αντίστοιχα. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2018 έως 25.1.2018 και από 1.4.2018 έως 1.11.2018 που εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, ανέρχονταν σε δύο χιλιάδες τετρακόσια ενενήντα ευρώ και επτά λεπτά (2.490,07 €), πλέον του επιδόματος ιματισμού, το οποίο όπως ο ίδιος ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του, του παρείχετο σε είδος. Κατά τη ΣΣΝΕ του έτους 2019 (άρθρα 1, 3, 5, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 §§ 1, 2), ο μηνιαίος μισθός ενεργείας του Μάγειρα Γ, για πλοία 1501 κοχ και άνω, ορίστηκε σε χίλια διακόσια τέσσερα ευρώ και εβδομήντα επτά λεπτά (1.204,77 €), το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενέργειας, δηλαδή σε διακόσια εξήντα πέντε ευρώ και πέντε λεπτά (265,05 €), το αντίτιμο της σε είδος παρεχομένης τροφοδοσίας σε δεκαεννέα ευρώ και ενενήντα οκτώ λεπτά (19,98 €) την ημέρα, δηλαδή σε πεντακόσια ενενήντα εννέα ευρώ και σαράντα λεπτά (19,98 € Χ 30 ημέρες = 599,40 €) τον μήνα, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε τριάντα έξι ευρώ και εξήντα τέσσερα λεπτά (36,64 €) και οι αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας σε τετρακόσια τριάντα τρία ευρώ και ενενήντα πέντε λεπτά {[(μισθός ενεργείας 1.204,77 € + επίδομα Κυριακών 265,05  € : 22) = 66,81 € + 19,98 € =] 86,79 € Χ 5 ημέρες = 433,95 €}, το επίδομα ιματισμού ορίσθηκε σε πενήντα οκτώ ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτά (58,78 €), το δε ωρομίσθιο του Μάγειρα Γ (για πλοία 1501 κοχ και άνω), καθορίστηκε στο χρηματικό ποσό των έξι ευρώ και ενενήντα έξι λεπτών (6,96 €) και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε οκτώ ευρώ και εβδομήντα λεπτά (8,70 €) και σε δέκα ευρώ και σαράντα τέσσερα λεπτά (10,44 €), αντίστοιχα. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος από 14.1.2019 έως 18.3.2019 οπότε αυτός εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ και από 2.4.2019 έως 8.4.2019, οπότε αυτός εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ, ανέρχονταν σε δύο χιλιάδες πεντακόσια τριάντα εννέα ευρώ και ογδόντα ένα λεπτά (2.539,81 €), πλέον του επιδόματος ιματισμού.

[Ι] Ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του, υποστήριξε ότι, η εναγομένη του οφείλει, διαφορές αποδοχών μεταξύ των καταβληθέντων και νομίμων αποδοχών του, κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2018 έως 25.1.2018 και από 1.4.2018 έως 1.11.2018, για την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, εκ ποσού ευρώ 49,81 μηνιαίως, διότι αυτή (εναγομένη) αντί του προβλεπομένου με την ανωτέρω ΣΣΝΕ του έτους 2018, ποσού ευρώ 2.547,71, μηνιαίως, συμπεριλαμβανομένου του επιδόματος ιματισμού και του αντιτίμου τροφής που του χορηγούσε σε είδος, του κατέβαλε το ποσό των ευρώ 2.497,90 μηνιαίως, με αποτέλεσμα για χρονικό διάστημα επτά [7] μηνών και είκοσι έξι [26] ημερών του εν λόγω χρονικού διαστήματος, να του οφείλει  το ποσό των ευρώ 391,84. Με την εκκαλουμένη απόφαση, έγινε δεκτό ότι, οι νόμιμες βασικές αποδοχές του ενάγοντος κατά το έτος 2018, ανήρχοντο σε ευρώ 2.583,30, ήτοι πλέον του αναφερομένου την αγωγή ποσού ευρώ 2.547,71, έναντι του οποίου η εναγομένη κατέβαλε μηνιαίως στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 2.532,82, αντί του αναφερομένου στην αγωγή ποσού ευρώ 2.497,90, ήτοι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, το οποίο θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν προσβάλλεται από κανέναν των διαδίκων με λόγο έφεσης, του κατέβαλε μειωμένες αποδοχές μηνιαίως κατά το ποσό των ευρώ 50,48, αντί του αναφερομένου στην αγωγή ποσού ευρώ 49,81 και συνολικά, για χρονικό διάστημα επτά μηνών και είκοσι έξι ημερών που ο ενάγων εργάσθηκε εντός του έτους 2018, ότι του κατέβαλε μειωμένες αποδοχές εκ ποσού ευρώ 397,04, αν και ο ίδιος ενάγων στην αγωγή του ανέφερε ότι η εναγομένη του κατέβαλε, για το εν λόγω διάστημα, μειωμένες αποδοχές εκ ποσού ευρώ 391,84, διάταξη της εκκαλουμένης αποφάσεως, η οποία ομοίως δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων. Ακολούθως, η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ότι η εναγομένη, εκ του ανωτέρω ποσού των  ευρώ 397,04, οφείλει στον ενάγοντα για διαφορές μεταξύ των νομίμων και καταβληθέντων αποδοχών για την απασχόληση του ενάγοντος κατά το έτος 2018 στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ το ποσό των ευρώ 78,54, αφού δέχθηκε ότι η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα για αναδρομικά της περιόδου από 1.10.2018 έως 1.11.2018 το ποσό των 56,26 ευρώ, κάνοντας δεκτή σχετική ένσταση καταβολής της εναγομένης που προτάθηκε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων με λόγο έφεσης. Επιπλέον δε, δέχθηκε ότι η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα αναδρομικά για το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2018 τα ποσά των ευρώ 125,55 και 136,69, αντίστοιχα. Το αμέσως ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως πλήττει με τον πρώτο λόγο έφεσης η εναγομένη κατά το πρώτο σκέλος του, αναφέροντας σχετικά ότι, η εκκαλουμένη απόφαση εκτιμώντας πλημμελώς τις αποδείξεις και λόγω μαθηματικού σφάλματος, δέχθηκε ότι (πλέον του ποσού των ευρώ 56,26, για το οποίο έγινε δεκτή η ένσταση καταβολής της), αυτή (εναγομένη) κατέβαλε μόνον τα ποσά των ευρώ 125,55 και 136,69, αν και τα ποσά αυτά αποτελούν καθαρές αποδοχές, εκ των εκ ποσού ευρώ 204,50 και 183,65, αντίστοιχα μικτών αποδοχών που αυτή κατέβαλε στον ενάγοντα και πρότεινε με ένσταση καταβολής. Πράγματι, από τις προτάσεις που η εναγομένη κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (σχετικά σελ. 4-5), προκύπτει ότι αυτή (εναγομένη), όσον αφορά στο αγωγικό κονδύλιο των διαφορών αποδοχών μεταξύ των καταβληθέντων στον ενάγοντα κατά το έτος 2018 και των νομίμων αποδοχών, είχε ισχυρισθεί (πέραν της καταβολής του ποσού των ευρώ 56,26), ότι κατέβαλε στον ενάγοντα για την περίοδο από 1.1.2018 έως 30.6.2018 το ποσό των ευρώ 204,50, το οποίο μετά τις νόμιμες κρατήσεις ανήλθε σε ευρώ 125,55 και επιπλέον, για την περίοδο 1.7.2018 έως 30.9.2018 το ποσό των ευρώ 183,65, το οποίο μετά τις νόμιμες κρατήσεις ανήλθε σε ευρώ 136,69. Η εν λόγω ένσταση καταβολής, έγινε σιωπηρά, υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, δεκτή ως ορισμένη, εφόσον το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο προχώρησε στην ουσιαστική έρευνα αυτής και ακολούθως δέχθηκε αυτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της ως αναλύεται. Η εναγομένη προς απόδειξη του ανωτέρω ισχυρισμού της περί καταβολής των ανωτέρω ποσών προσκομίζει, κατόπιν επικλήσεως, ως σχετικό (6), την από 17.1.2019 έγγραφη απόδειξη ανάλυσης μισθοδοσίας μετά συνημμένου καταθετηρίου στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος, από το οποίο προκύπτει ότι, αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος, γεγονός άλλωστε που δεν αμφισβητείται από τον τελευταίο, την 17.1.2019, ποσό ευρώ 125,55, ως καθαρές αποδοχές αναδρομικών, αφού αφήρεσε κρατήσεις εκ ποσού ευρώ 78,95 από μικτές αποδοχές ποσού ευρώ 204,50. Στην εν λόγω έγγραφη απόδειξη μισθοδοσίας, η ίδια η εναγομένη ανέφερε, κατ’ εξειδίκευση του τίτλου της απόδειξη «Αναδρομικά Δεκεμβρίου 2018» ότι αφορά στο διάστημα από 1.1.2018 έως 30.6.2018. Επίσης, ως σχετικό με τον ίδιο αριθμό, προσκομίζεται υπό της εναγομένης, απόδειξη με τίτλο «Αναδρομικά Δεκεμβρίου 2018» και ανάλυση από 1.7.2018 έως 30.9.2018 από το οποίο, σε συνδυασμό με σχετική απόδειξη καταβολής στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος, προκύπτει ότι αυτή (εναγομένη), κατέβαλε στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος, γεγονός που ομοίως δεν αμφισβητείται από τον τελευταίο, την 17.1.2019, ποσό ευρώ 136,69, ως καθαρές αποδοχές, αφού αφήρεσε τις αναλογούσες κρατήσεις εκ ποσού ευρώ 46,96, από μικτές αποδοχές ποσού ευρώ 183,65. Με την εκκαλουμένη απόφαση, ωστόσο η ένσταση καταβολής της εναγομένης έγινε εν μέρει δεκτή και δη για τις καθαρές αποδοχές, ήτοι για το ποσό των ευρώ 125,55 και 136,69, αντίστοιχα, που αυτή κατέβαλε στον ενάγοντα την 17.1.2019, απορρίφθηκε δε σιωπηρά η εν λόγω ένσταση, για το επιμέρους ποσό των ευρώ [(204,50 + 183,65,= 388,15 μείον (125,55 + 136,69=) 262,24=] 125,91, που αφορά τη διαφορά μεταξύ καθαρών αποδοχών που κατεβλήθησαν στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος την 17.1.2019 και των μικτών αποδοχών που οι εν λόγω καθαρές αποδοχές αφορούσαν, αφορώσες εν τούτοις το χρονικό διάστημα από 1.1.2018 έως 30.9.2018. Δεδομένου ότι, οι διαφορές αποδοχών υπολογίζονται μικτές, όπως μικτές και επιδικάζονται, έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο κατά το πρώτος σκέλος του πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης της εναγομένης, η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την περί καταβολής ένσταση της εναγομένης, συνυπολογίζοντας μόνον τις καθαρές αποδοχές που αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα των 17.1.2019 και όχι το σύνολο των μικτών αποδοχών. Πρέπει, επομένως, κατά τούτο, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και αφού το παρόν Δικαστήριο κρατήσει, να δικάσει την ανωτέρω ένσταση καταβολής (άρθρο 535 ΚΠολΔ). Ο ενάγων, με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, επί του λόγου αυτού έφεσης της εναγομένης, αναφέρει (σελ. 4-5) ότι, πράγματι η εκκαλουμένη απόφαση κατά τον υπολογισμό της διαφοράς των αποδοχών του, κατά την υπηρεσία του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, οι οποίες προέκυψαν λόγω της αναδρομικής αύξησης αυτών, έσφαλε. Εν τούτοις, παράλληλα, ισχυρίζεται ότι, η εναγομένη προτείνει σε εξόφληση ποσά που κατεβλήθησαν για άλλη αιτία, καθώς και το ποσό των ευρώ 14,65, το οποίο εν τούτοις κατεβλήθη σε αυτόν από την εναγομένη για άλλη αιτία και δη για την εργασία του στο πλοίο ΝΜ. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι, όπως αποδεικνύεται από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας που η εναγομένη προσεκόμισε κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία και τους οποίους αυτός δεν είχε στην κατοχή του, αυτή (εναγομένη) του έχει καταβάλει αναδρομικά για διαφορά μισθού ενεργείας, επιδόματος Κυριακών, επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας και επιδόματος αδείας, για το διάστημα από 1.1.2018 έως 30.6.2018 το ποσό των ευρώ 154,03, για το διάστημα, κατά την ακριβή διατύπωση των προτάσεων, από «1.7.2019 έως 30.9.2013» το ποσό των ευρώ 154,03 και για το διάστημα από 1.10.2018 έως 1.11.2018, το ποσό των ευρώ 38,52, δηλαδή του έχει καταβάλει για αναδρομικά μισθού ενεργείας, επιδόματος Κυριακών, επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας και επιδόματος αδείας για την εργασία του στο ανωτέρω πλοίο, συνολικά το ακαθάριστο ποσό των ευρώ 304,36 και του οφείλει διαφορά εκ ποσού ευρώ 83,68, η οποία αντιστοιχεί στην αναδρομική αύξηση του επιδόματος ιματισμού και του αντιτίμου τροφής. Για δε το έτος 2019 και για το διάστημα από 14.1.2019 έως 18.3.2019 του έχει καταβάλει για τις ίδιες αιτίες συνολικά ποσό ευρώ 83,68 και του οφείλει ποσό ευρώ 28,28, που αντιστοιχεί στην αναδρομική αύξηση του επιδόματος ιματισμού και αντιτίμου τροφής. Από τους ανωτέρω ισχυρισμούς του ενάγοντος – εφεσιβλήτου, προκύπτει ότι, αυτός συνομολογεί ότι για αναδρομικά του έτους 2018, του κατεβλήθη υπό της εναγομένης, μόνον το ποσό των ευρώ 304,36, στο οποίο ποσό συνυπολογίζει (στις ανωτέρω τρεις καταβολές) και την καταβολή του ποσού των ευρώ 56,26 (ποσό που δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ότι καταβλήθηκε αναδρομικά στον ενάγοντα έναντι της ένδικης απαίτησής του και δεν πλήττεται με λόγο έφεσης από κανέναν των διαδίκων, ως αναλύεται ανωτέρω). Εν τούτοις, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις καταβολής αναδρομικών, ως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα αναδρομικά, αφορώντα διαφορές αποδοχών του έτους 2018 συνολικού ακαθάριστου ποσού [388,15 πλέον 56,26 (ποσό που δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ότι καταβλήθηκε αναδρομικά στον ενάγοντα, έναντι αναδρομικών και δεν πλήττεται με λόγο έφεσης από κανέναν των διαδίκων, ως αναλύεται ανωτέρω) =] 444,41, όπως ισχυρίζεται η εναγομένη. Ενόψει του ότι (α) με την εκκαλουμένη απόφαση, μετά την αφαίρεση του ποσού των ευρώ 306,57 κατά μερική αποδοχή της ένστασης καταβολής της εναγομένης, έγινε δεκτό ότι αυτή (εναγομένη) συνεχίζει να οφείλει στον ενάγοντα για διαφορές αποδοχών μεταξύ των νομίμων προβλεπομένων από την ανωτέρω ΣΣΝΕ και των καταβληθέντων, το ποσό των ευρώ 78,54 και (β) όπως αποδείχθηκε και αναλύεται ανωτέρω, η εναγομένη κατέβαλε αναδρομικά στον ενάγοντα την 17.1.2019, για διαφορές αποδοχών του έτους 2018, το ποσό των ευρώ 444,41 και όχι μόνον το ποσό των ευρώ 304,36, που ισχυρίζεται ο ενάγων και για το οποίο ποσό (των ευρώ 304,36) και μόνον ο ενάγων ισχυρίζεται ότι αυτό κατεβλήθη για άλλη αιτία, πρέπει να γίνει δεκτή η σχετική ένσταση καταβολής της εναγομένης, εφόσον αποδεικνύεται ότι πράγματι, επιπλέον των ανωτέρω ποσών που δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα και το ποσό των ευρώ (444,41 μείον 304,36=) 140,05, για το οποίο (ποσό ευρώ 140,05) ο ενάγων κανέναν ισχυρισμό δεν προβάλει και ιδίως δεν ισχυρίζεται ότι και το ποσό αυτό του κατεβλήθη για άλλη αιτία. Ως εκ τούτου, για διαφορές αποδοχών έτους 2018, από την απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, η εναγομένη κανένα ποσό δεν του οφείλει. Περαιτέρω, ο ενάγων, με την ένδικη αγωγή του, υποστήριξε ότι, η εναγομένη του οφείλει, διαφορές αποδοχών μεταξύ των καταβληθέντων και νομίμων αποδοχών του, για την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ,  κατά το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 18.3.2019 το ποσό των ευρώ 50,89 μηνιαίως, διότι αντί των προβλεπομένων με την ανωτέρω ΣΣΝΕ του έτους 2019, εκ ποσού ευρώ 2.598,59 μηνιαίως, συμπεριλαμβανομένου του επιδόματος ιματισμού και του αντιτίμου τροφής που του χορηγούσε σε είδος, του κατέβαλε το ποσό των ευρώ 2.547,70 μηνιαίως, με αποτέλεσμα για την εν λόγω αιτία, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα, να του οφείλει  το ποσό των ευρώ 111,96. Με την εκκαλουμένη απόφαση, έγινε δεκτό ότι, οι νόμιμες βασικές αποδοχές του ενάγοντος κατά το έτος 2019, ανήρχοντο σε ευρώ 2.634,89, ήτοι πλέον του αναφερομένου την αγωγή ως νομίμου ποσού ευρώ 2.598,59, έναντι του οποίου η εναγομένη κατέβαλε μηνιαίως στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 2.547,70, όπως ο ενάγων ισχυρίσθηκε με την αγωγή του, ήτοι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, το οποίο θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν προσβάλλεται από κανέναν των διαδίκων με λόγο έφεσης, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα, μηνιαίως, μειωμένες αποδοχές κατά το ποσό των ευρώ 87,19, αντί του αναφερομένου στην αγωγή ποσού ευρώ 50,89 και συνολικά, για χρονικό διάστημα δύο μηνών και πέντε ημερών που ο ενάγων εργάσθηκε εντός του έτους 2019, του κατέβαλε μειωμένες αποδοχές εκ ποσού ευρώ 188,88, αν και ο ενάγων με την αγωγή του ανέφερε ότι για την εν λόγω αιτία η εναγομένη του κατέβαλε μειωμένες αποδοχές συνολικού ποσού 111,96 ευρώ. Το αποδεικτικό αυτό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως δεν πλήττεται από την εναγομένη, ως έχουσα μόνον αυτή έννομο συμφέρον με λόγο έφεσης. Ακολούθως, η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ότι η εναγομένη, οφείλει στον ενάγοντα για διαφορές μεταξύ των νομίμων και καταβληθέντων αποδοχών για την απασχόληση του (ενάγοντος), κατά το έτος 2019, στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, το ποσό των ευρώ 70,20, αφού δέχθηκε ότι, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα ως αναδρομικά χρονικού διαστήματος 14.1.2019 έως 31.1.2019 το ποσό των 32,09 ευρώ, ως αναδρομικά χρονικού διαστήματος από 1.2.2019 έως 28.2.2019 το ποσό των ευρώ 53,67 και ως αναδρομικά του χρονικού διαστήματος από 1.3.2018 έως 18.3.2018 το ποσό των ευρώ 32,92 και συνολικά το ποσό των ευρώ 118,68. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, η εναγομένη, με τις ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου προτάσεις της πέραν του ποσού των 118,68 ευρώ που ισχυρίσθηκε ότι κατέβαλε στον ενάγοντα, ισχυρισμός που έγινε δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, είχε επιπλέον ισχυρισθεί ότι είχε καταβάλει στον ενάγοντα, για την περίοδο εργασίας του από 1.1.2019 έως 31.8.2019 και το ποσό των ευρώ 14,65, ισχυρισμός που απορρίφθηκε σιωπηρά, ως αβάσιμος στην ουσία του υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως. Τον εν λόγω ισχυρισμό η εναγομένη επαναφέρει με τον πρώτο λόγο έφεσης κατά το δεύτερο σκέλος του, πλήττοντας την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, διότι απέρριψε την ένσταση καταβολής της, κατά το ανωτέρω επιμέρους ποσό των ευρώ 14,65 που αυτή κατέβαλε στον ενάγοντα αναδρομικά για το χρονικό διάστημα από 1.1.2019 έως 31.8.2019. Ο ενάγων με τις έγγραφες προτάσεις του ισχυρίζεται ότι το εν λόγω ποσό η εναγομένη κατέβαλε σε αυτόν αναδρομικά όχι για την εργασία του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ από την εργασία του στο οποίο προβάλλει τις επίδικες αξιώσεις, αλλά από την εργασία αυτού στο πλοίο της εναγομένης ΝΜ. Ο ίδιος βέβαια ισχυρίζεται ότι το υπόλοιπο της απαίτησής του για τις εν λόγω αναδρομικές αποδοχές ανέρχεται σε ευρώ 28,28. Όσον αφορά στο επιμέρους ποσό των ευρώ 14,65, ως προς το οποίο απορρίφθηκε σιωπηρά η ένσταση καταβολής της εναγομένης υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, από την προσκομιζόμενη υπό της εναγομένης από 22.10.2019 έγγραφη απόδειξη πληρωμής, μετά του συνημμένου σε αυτή αποδεικτικού κατάθεσης στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος, αποδεικνύεται ότι πράγματι την 22.10.2019 η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 14,65, που αφορά αναδρομικά χρονικού διαστήματος από 1.1.2019 έως 31.8.2013. Την καταβολή του εν λόγω ποσού άλλωστε δεν αρνείται ο ενάγων με τις προτάσεις του, αλλά ισχυρίσθηκε ότι το ποσό αυτό κατεβλήθη για άλλη αιτία και δη την εργασία του στο έτερο πλοίο της εναγομένης ΝΜ, ως αναλύεται ανωτέρω. Από την προαναφερομένη από 22.10.2019 έγγραφη απόδειξη πληρωμής, δεν προκύπτει για την εργασία σε ποίο πλοίο η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ανωτέρω ποσό των ευρώ 14.65, εφόσον καμία σχετική μνεία δεν γίνεται στην εν λόγω απόδειξη. Εν τούτοις, η εναγομένη προσκομίζει ως σχετικό 5, έγγραφο αναλυτικής κατάστασης μισθοδοσίας προερχόμενο από τα εμπορικά της βιβλία, από το οποίο προκύπτει ότι, για το ίδιο έτος 2019 όσον αφορά στην εργασία του ενάγοντος στο πλοίο ΝΜ πράγματι αυτή έχει καταγράψει ως καταβληθέντα αναδρομικά για την εργασία του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο το ποσό των ευρώ (11,13 + 3,52=) 14,65 και επιπλέον ποσό ευρώ 2,15, με αιτιολογία έκτακτη μισθοδοσία. Όσον αφορά στην εργασία του ενάγοντος στο πλοίο ΝΣ, ως αναδρομικά, αυτή (εναγομένη) έχει καταχωρήσει μόνον το ποσό των ευρώ (32,09 + 53,67 + 32,92=) 118,68, κατά το οποίο έγινε δεκτή η ένσταση καταβολής της εναγομένης υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως. Επομένως, ο ισχυρισμός του ενάγοντος, ο οποίος παραδεκτώς,  κατά τις διατάξεις του άρθρου 527 περ. (1) ΚΠολΔ, προβάλλεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για πρώτη φορά, με τις έγγραφες προτάσεις του, τυγχάνει βάσιμος στην ουσία του, διότι αποδεικνύεται ότι, πράγματι, το ποσό των ευρώ 14,65, το οποίο η εναγομένη ισχυρίζεται ότι κατέβαλε έναντι της ένδικης απαίτησης του ενάγοντος για καταβολή αναδρομικών αποδοχών έτους 2019 από την εργασία του στο πλοίο ΝΣ, αυτή (εναγομένη) κατέβαλε για άλλη αιτία, και δη για οφειλόμενα αναδρομικά στον ενάγοντα από την εργασία του στο πλοίο ΝΜ, αφού, όπως απεδείχθη, από την προσκομιζόμενη από την ίδια αναλυτική κατάσταση μισθοδοσίας του ενάγοντος, αυτή κατά την καταβολή του εν λόγω ποσού κατελόγισε αυτό στις οφειλές της προς τον ενάγοντα από την εργασία του στο πλοίο ΝΜ. Τούτο διότι η ίδια καταχώρησε το ανωτέρω ποσό ως τέτοιο στις εν λόγω αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας. Επομένως, κατά τούτο, δεν έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση περί την εκτίμηση των αποδείξεων, η οποία σιωπηρά απέρριψε την ανωτέρω ένσταση καταβολής της εναγομένης έναντι των ενδίκων απαιτήσεων του ενάγοντος για διαφορές αποδοχών έτους 2019 από την εργασία του στο πλοίο ΝΣ, κατά το ποσό των 14,65 ευρώ, με αιτιολογία που συμπληρώνεται με την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ), απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης.

[ΙΙ] Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, σε αμφότερα τα ανωτέρω πλοία στα οποία εργάσθηκε ο ενάγων, κατά τον ένδικο χρόνο, στην Υπηρεσία Μαγειρείου, υπηρετούσαν, σύμφωνα και με την οργανική τους σύνθεση ένας (1) Αρχιμάγειρας, ένας (1) Α μάγειρας, ένας (1) Β’ μάγειρας, δύο (2) Γ μάγειρες και τρεις (3) χυτροκαθαριστές. Τα γενικά και ειδικά καθήκοντα και οι λοιπές εργασιακές υποχρεώσεις των Μαγείρων που εργάζονταν στα ανωτέρω πλοία, ορίζονται στον Κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας που ισχύει για τα υπό ελληνική σημαία επιβατηγά πλοία χωρητικότητας μείζονος των πεντακοσίων (500) κόρων (ΒΔ 683/1960, ΦΕΚ Α΄ 158/4.8.1960), στις διατάξεις των άρθρων 123 και 124 του οποίου, ορίζεται ότι, οι Μάγειρες τελούν υπό τις άμεσες διαταγές και τον έλεγχο του Αρχιμαγείρου προϊσταμένου και βοηθούν αυτούς στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Ειδικότερα, ο Μάγειρας Α είναι ο πρώτος στην ιεραρχία των Μαγείρων μετά τον Αρχιμάγειρα και αναπληρώνει αυτόν όταν απουσιάζει ή κωλύεται. Ο μάγειρας Β είναι ο άμεσος υφιστάμενος του Μάγειρα Α και ο κυριότερος βοηθός του και ο Μάγειρας Γ είναι υπεύθυνος για την σε αυτόν ανατεθειμένη εργασία από τους Μάγειρες Α και Β. Ειδικότερα οι Μάγειρες (α) επιμελούνται της απολύτου καθαριότητος και καλής συντηρήσεως των διαμερισμάτων του μαγειρείου και των εν αυτοίς σκευών, (β) οφείλουν να είναι απολύτως καθαροί και να φέρουν την καθορισμένη ενδυμασία και ειδικό κάλυμμα στην κόμη και (γ) να επιμελούνται, βοηθούμενοι από τους χυτροκαθαριστές, της αφής της πυράς του μαγειρείου, της μεταφοράς των τροφίμων εκ των τροφαποθηκών και των ψυγείων στο μαγειρείο, του καθαρισμού των τροφίμων και της παρασκευής των εδεσμάτων, σύμφωνα με τις οδηγίες και υπό την επίβλεψη του Αρχιμαγείρου προϊσταμένου. Κατά το άρθρο 126 του ιδίου ως άνω Κανονισμού οι Χυτροκαθαριστές βοηθούν τους Μάγειρες, Αρτοποιούς και Ζαχαροπλάστες στα ειδικά καθήκοντα αυτών, ασχολούμενοι ειδικότερα στην σάρωση, πλύση και καθαρισμό εν γένει των διαμερισμάτων του μαγειρείου, την πλύση, τον καθαρισμό και την ευθέτηση των εν αυτώ σκευών στις σκευοθήκες, την αφή της πυράς του μαγειρείου, τη μεταφορά των τροφίμων εκ των τροφαποθηκών και ψυγείων στο μαγειρείο, τον καθαρισμό τους και τη συγκέντρωση των απορριμμάτων σε ειδικά προς τούτο δοχεία και την απόρριψη αυτών στην ανοικτή θάλασσα και εν γένει σε πάσα βοηθητική εργασία ειδικότητος μαγειρείου, που τους ανατίθεται από τον Αρχιμάγειρα. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, το ανωτέρω πλοίο ΝΣ, κατά τον επίδικο χρόνο, εκτελούσε τα ακόλουθα δρομολόγια: [Α] Κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2018 (ημέρα Δευτέρα) έως 25.1.2018 (ημέρα Πέμπτη): Κάθε Δευτέρα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21.00, όπου είχε καταπλεύσει την ίδια ημέρα ώρα 07.10, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Τρίτη ώρα 04.50 – αναχ. 05.20), Μυτιλήνη (αφ. 08.00 – αναχ. 20.00), Χίο (αφ. 22.40 – αναχ. 23.10), Πειραιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Τετάρτη ώρα 07.10 και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.00, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Πέμπτη ώρα 04.50 – αναχ. 05.20), Μυτιλήνη (αφ. 08.00 – αναχ. 20.00), Χίο (αφ. 22.40 – αναχ. 23.10), Πειραιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Παρασκευή ώρα 07.10 και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.00, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Σάββατο ώρα 04.50 – αναχ. 05.20), Μυτιλήνη (αφ. 08.00) απ’ όπου απέπλεε την επομένη ημέρα Κυριακής και ώρα 20.00 για Χίο (αφ. 22.40 – αναχ. 23.10), Πειραιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Δευτέρας ώρα 07.10 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα και ώρα 21.00, εκτελώντας το ίδιο ως άνω δρομολόγιο. [Β] Κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2018 έως 31.5.2018: Κάθε Δευτέρα, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.30 όπου είχε καταπλεύσει την ίδια ημέρα ώρα 06.30, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Τρίτη ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.40– αναχ. 19.00), Χίο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.30), Πειραιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Τετάρτη ώρα 06.30 και απέπλεε εκ νέου ώρα 20.30, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Πέμπτη ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.40– αναχ. 19.00), Χίο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.30), Πειραιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Παρασκευή ώρα 06.30 και απέπλεε εκ νέου ώρα 20.30, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Σάββατο ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.40) απ’ όπου απέπλεε την επομένη ημέρα Κυριακής και ώρα 19.00 για Χίο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.30), Πειραιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Δευτέρας ώρα 06.30 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα και ώρα 20.30, εκτελώντας το ίδιο ως άνω δρομολόγιο. Κατά την εν λόγω περίοδο το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο τις ημέρες Κυριακής 8.4.2018, την 1.5.2018 και 27.5.2018. Επιπλέον, την ημέρα Παρασκευή 6.4.2018 εκτέλεσε το δρομολόγιό του ως ακολούθως: Πειραιάς (αν. 12.00) – Ψαρά (αφ. 18.40 – αν. 18.50), Οινούσσες (αφ. 20.45 – αν. 20.55, Χίος (αφ. 21.25 – αν. 21.55), Μυτιλήνη (αφ. 00.55 του Σαββάτου 7.4.2018). Την ημέρα Δευτέρα 9.4.2018 και την ημέρα Δευτέρα 28.5.2018 εκτέλεσε το δρομολόγιό του ως ακολούθως: Μυτιλήνη (αν. 08.00), Χίος (αφ. 11.00 – αν. 11.20), Σύρος (αφ. 15.40 – αν. 15.55), Πειραιάς (αφ. 20.15 – αν. 21.30), Χίος (αφ. 05.25 επομένης ημέρας Τρίτης – αν. 05.55) Μυτιλήνη (αφ. 08.55) απ’ όπου απέπλευσε ώρα 19.00 της ίδιας ημέρας και συνέχισε το ίδιο ως άνω δρομολόγιο. Τέλος, την Τετάρτη 2.5.2018 εκτέλεσε το δρομολόγιό του ως ακολούθως: Μυτιλήνη (αν. 00.05), Χίος (αφ. 02.55 – αν. 03.25), Μύκονος (αφ. 07.15 – αν. 07.30), Πειραιάς (αφ. 12.15). [Γ] Κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2018 έως 10.6.2018: Κάθε Δευτέρα, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.30 όπου είχε καταπλεύσει την ίδια ημέρα ώρα 06.30, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Τρίτη ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.40– αναχ. 18.00), Χίο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.30), Οινούσσες (αφ. 22.00 – αναχ. 22.10) Πειραιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Τετάρτη ώρα 06.30 και απέπλεε εκ νέου ώρα 20.30, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Πέμπτη ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.40– αναχ. 19.00), Χίο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.30), Πειραιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Παρασκευή ώρα 06.30 και απέπλεε εκ νέου ώρα 20.30 την ίδια ημέρα, για Ψαρά (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου – αν. 03.20), Οινούσσες (αφ. 05.15 – αν. 05.25), Χίο (αφ. 05.55 – αναχ. 06.25), Μυτιλήνη (αφ. 09.20) απ’ όπου απέπλεε την επομένη ημέρα Κυριακής και ώρα 19.00 για Χίο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.30), Πειραιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Δευτέρας ώρα 06.30 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα και ώρα 20.30, εκτελώντας το ίδιο ως άνω δρομολόγιο. [Δ] Κατά το χρονικό διάστημα από 11.6.2018 έως 9.9.2018: Κάθε Δευτέρα, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.00 όπου είχε καταπλεύσει την ίδια ημέρα ώρα 06.55, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Τρίτη ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.40– αναχ. 18.00), Χίο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.30), Οινούσσες (αφ. 22.00 – αναχ. 22.10), Ψαρά (αφ. 00.05 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αν. 00.15), Πειραιά, όπου κατέπλεε την ίδια ημέρα Τετάρτη ώρα 06.55 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα  ώρα 20.00, για Ψαρά (αφ. 02.40 της επομένης ημέρας Πέμπτης – αν. 02.50), Οινούσσες (αφ. 04.45 – αναχ. 04.55), Χίο (αφ. 05.25 – αναχ. 05.55), Μυτιλήνη (αφ. 08.50 – αναχ. 18.00), Χίο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.30), Πειραιά όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Παρασκευή ώρα 05.30 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 08.00 για Χίο (αφ. 15.55 – αναχ. 16.25), Μυτιλήνη (αφ. 19.20– αναχ. 21.00), Χίο (αφ. 23.55 – αναχ. την επομένη ημέρα Σάββατο ώρα 00.25), Πειραιά όπου κατέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 08.25 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 11.00 για Ψαρά (αφ. 17.40  – αν. 17.50), Οινούσσες (αφ. 19.45 – αναχ. 19.55), Χίο (αφ. 20.25 – αναχ. 20.55), Μυτιλήνη (αφ. 23.50), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου την επομένη ημέρα Κυριακής ώρα 18.00 για Χίο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.30), Ψαρά (αφ. 00.05 της επομένης ημέρας Δευτέρας – αν. 00.15), Πειραιά, όπου κατέπλεε την ίδια ημέρα Δευτέρα ώρα 06.55 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα  ώρα 20.00, εκτελώντας το ίδιο ως άνω δρομολόγιο. [Ε] Κατά το χρονικό διάστημα από 10.9.2018 έως 16.9.2018: Κάθε Δευτέρα, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.30 όπου είχε καταπλεύσει την ίδια ημέρα ώρα 06.55, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Τρίτη ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.40– αναχ. 18.00), Χίο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.30), Οινούσσες (αφ. 22.00 – αναχ. 22.10), Ψαρά (αφ. 00.05 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αν. 00.15), Πειραιά, όπου κατέπλεε την ίδια ημέρα Τετάρτη ώρα 06.55 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα  ώρα 20.30, για Χίο (αφ. 04.15 της επομένης ημέρας Πέμπτης – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.40 – αναχ. 18.00), Χίο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.30), Πειραιά όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Παρασκευή ώρα 05.30 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 08.00 για Χίο (αφ. 15.55 – αναχ. 16.25), Μυτιλήνη (αφ. 19.20– αναχ. 21.00), Χίο (αφ. 23.55 – αναχ. την επομένη ημέρα Σάββατο ώρα 00.25), Πειραιά όπου κατέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 08.25 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 11.00 για Ψαρά (αφ. 17.40  – αν. 17.50), Οινούσσες (αφ. 19.45 – αναχ. 19.55), Χίο (αφ. 20.25 – αναχ. 20.55), Μυτιλήνη (αφ. 23.50), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου την επομένη ημέρα Κυριακής ώρα 18.00 για Χίο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.30), Ψαρά (αφ. 00.05 της επομένης ημέρας Δευτέρας – αν. 00.15), Πειραιά, όπου κατέπλεε την ίδια ημέρα Δευτέρα ώρα 06.55 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα  ώρα 20.30, εκτελώντας το ίδιο ως άνω δρομολόγιο. [ΣΤ] Κατά το χρονικό διάστημα από 17.9.2018 έως 1.11.2018: Κάθε Δευτέρα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.30 όπου είχε καταπλεύσει την ίδια ημέρα ώρα 06.30, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Τρίτη ώρα 04.50 – αναχ. 05.20), Μυτιλήνη (αφ. 08.00 – αναχ. 18.00), Χίο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.30), Οινούσσες (αφ. 22.00 – αναχ. 22.10), Ψαρά (αφ. 00.05 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αν. 00.15), Πειραιά, όπου κατέπλεε την ίδια ημέρα Τετάρτη ώρα 06.55 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα  ώρα 20.30 για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Πέμπτη ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.40 {με εξαίρεση την 1.11.2018 οπότε αφίχθη ώρα 07.45}– αναχ. 19.00), Χίο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.30), Πειραιά ώρα 06.30 της επομένης ημέρας Παρασκευής και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα  ώρα 20.30 για Ψαρά (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου  – αν. 03.20), Οινούσσες (αφ. 05.15 – αναχ. 05.25), Χίο (αφ. 05.55 – αναχ. 06.25), Μυτιλήνη (αφ. 09.20), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου την επομένη ημέρα Κυριακής ώρα 19.00 για Χίο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.30), Πειραιά, όπου κατέπλεε την ημέρα Δευτέρα ώρα 06.30 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 20.30, εκτελώντας το ίδιο ως άνω δρομολόγιο και [Η] Κατά το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 18.3.2019: Κάθε Δευτέρα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.00 όπου είχε καταπλεύσει την ίδια ημέρα ώρα 06.30, για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Τρίτη ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.45 – αναχ. 18.00), Χίο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.30), Οινούσσες (αφ. 22.00 – αναχ. 22.10), Ψαρά (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αν. 00.20), Πειραιά, όπου κατέπλεε την ίδια ημέρα Τετάρτη ώρα 06.55 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα  ώρα 20.00 για Χίο (αφ. την επομένη ημέρα Πέμπτη ώρα 04.15 – αναχ. 04.45), Μυτιλήνη (αφ. 07.45– αναχ. 19.00), Χίο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.30), Πειραιά ώρα 06.30 της επομένης ημέρας Παρασκευής και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα  ώρα 20.00 για Ψαρά (αφ. 02.40 της επομένης ημέρας Σαββάτου  – αν. 02.50), Οινούσσες (αφ. 04.45 – αναχ. 04.55), Χίο (αφ. 05.25 – αναχ. 05.55), Μυτιλήνη (αφ. 08.50), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου την επομένη ημέρα Κυριακής ώρα 19.00 για Χίο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.30), Πειραιά, όπου κατέπλεε την ημέρα Δευτέρα ώρα 06.30 και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 20.00, εκτελώντας το ίδιο ως άνω δρομολόγιο. Την Δευτέρα 11.3.2019 το πλοίο εκτέλεσε το ακόλουθο δρομολόγιο: Μυτιλήνη (αν. 10.00), Χίο (αφ. 13.00 – αναχ. 13.30), Πειραιά (αφ. 21.15 – αν. 23.30), Χίο (αφ. 07.15 της επομένης ημέρας Τρίτης 30.4.2019  – αν. 07.45), Μυτιλήνη (αφ. 10.45 – αν. 18.00). Εξάλλου, απεδείχθη ότι, το ανωτέρω πλοίο ΝΜ, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα από 2.4.2019 έως 8.4.2019 εκτέλεσε το ακόλουθο δρομολόγιο: Την Τρίτη 2.4.2019 αναχώρησε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 20.00 – αν. 20.15), Μύκονο (αφ. 21.10 – αν. 21.20), Αγ. Κήρυκο (αφ. 23.55 – αναχ. την επομένη ημέρα 3.4.2019 ώρα 00.15), Φούρνοι (αφ. 00.45 – αν. 00.55), Καρλόβασι (αφ. 01.55 – αν. 02.25), Βαθύ (αφ. 03.10 – αν. την επομένη ημέρα Πέμπτη 4.4.2019 ώρα 12.45), Καρλόβασι (αφ. 13.35 – αν. 14.00), Φούρνοι (αφ. 14.50 – αν. 15.00), Αγ. Κήρυκο (αφ. 15.30 – αναχ. 15.50), Μύκονο (αφ. 18.10 – αν. 18.20), Σύρο (αφ. 19.15 – αν. 19.25), Πειραιά (αφ. 23.25), απ’ όπου αναχώρησε την επομένη ημέρα Παρασκευή 5.4.2019 ώρα 17.00 για Σύρο (αφ. 20.30 – αν. 20.45), Μύκονο (αφ. 21.35 – αν. 21.45), Εύδηλο (αφ. 23.40 – αναχ. 23.58), Φούρνοι (αφ. 00.45 της επομένης ημέρας Σαββάτου 6.4.2019 – αν. 00.55), Καρλόβασι (αφ. 01.50 – αν. 02.15), Βαθύ (αφ. 03.00 – αν. 04.00), Χίο (αφ. 06.20 – αν. 06.40), Μυτιλήνη (αφ. 09.10 – αν. 09.15) Αγ. Ευστράτιο (αφ. 14.25 – αν. 14.35) Λήμνο (αφ. 15.30 – αν. 16.00), Καβάλα (αφ. 19.20 – αν. 21.30), Λήμνο (αφ. ώρα 01.00 της επόμενης ημέρας Κυριακής 7.4.2019 – αν. 01.20) Αγ. Ευστράτιο (αφ. 02.15 – αν. 02.25), Μυτιλήνη (αφ. 06.35 – αν. 07.15), Χίο (αφ. 09.45 – αν. 10.00), Βαθύ (αφ. 12.30 – αν 13.15), Καρλόβασι (αφ. 14.05 – αν. 14.30), Φούρνοι (αφ. 15.20 – αν. 15.30), Εύδηλος (αφ. 16.25 – αν. 16.45), Μύκονο (αφ. 18.40 – αν. 18.50), Σύρο (αφ. 19.45 – 19.55), Πειραιά (αφ. ώρα 00.25 της επομένης ημέρας Δευτέρας 8.4.2019) απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 07.30 για Σύρο (αφ. 11.15 – αν. 11.30), Τήνο (αφ. 12.00 – αν. 12.15), Μήκονο (αφ. 12.45 -αν. 14.15), Τήνο (αφ. 14.45 – αν. 15.00), Σύρο (αφ. 15.20 – αν. 16.00) Πειραιάς όπου κατέπλευσε ώρα 19.45 της ίδιας ημέρας. Ο ενάγων, με την ένδικη αγωγή του, υποστήριξε ότι, καθόν χρόνο εργαζόταν στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, εργαζόταν καθημερινά επί δέκα τέσσερις [14] ώρες ημερησίως, πλην των ημερών Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018, οπότε εργάζονταν επί δέκα επτά [17] ώρες ημερησίως. Τις ημέρες δε που εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ, εργαζόταν επί δέκα επτά ώρες [17] ώρες ημερησίως. Η εναγομένη, ήδη με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ισχυρίσθηκε ότι, στο εν λόγω πλοίο, ως προσωπικό μαγειρείου υπηρετούσαν όλα τα πρόσωπα που προβλέπονταν σύμφωνα με την οργανική σύνθεση του πληρώματος, ώστε καλύπτονταν άπασες οι ανάγκες του πλοίου, δίχως να καθίστανται απάνθρωπες και εξαντλητικές οι συνθήκες εργασίας των εργαζομένων σε αυτό. Αρνήθηκε δε ότι ο ενάγων εργάστηκε τις ώρες που αυτός αναφέρει στην αγωγή του, ισχυριζόμενη περαιτέρω ότι, για όσες ώρες αυτός εργάσθηκε υπερωριακά, έχει πλήρως και ολοσχερώς εξοφληθεί. Ειδικότερα, ισχυρίσθηκε ότι, ο ενάγων κάθε μήνα ελάμβανε αμοιβή, η οποία αντιστοιχούσε σε τριάντα πέντε [35] ώρες εργασίας κατά τις ημέρες Σαββάτου και η οποία εκάλυπτε οκτώ [8] ώρες εργασίες κατά τις 4,33 ημέρες Σαββάτου που αντιστοιχούν σε κάθε μήνα και σε 10,67 ώρες για τις ημέρες αργίας, ανεξαρτήτως εάν τον συγκεκριμένο κάθε φορά μήνα εργάσθηκε σε ημέρα αργίας. Επιπλέον δε, ισχυρίσθηκε ότι, κατέβαλε στον ενάγοντα επιπρόσθετη αμοιβή και για την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση καθόλες τις καθημερινές ημέρες, ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών και συνολικά ότι κατέβαλε στον ενάγοντα, όπως και ο ίδιος αναφέρει στην αγωγή του, το συνολικό ποσό των ευρώ 5.906,63 και επομένως αυτός (ενάγων) έχει εξοφληθεί πλήρως και κανένα ποσό δεν του οφείλεται για την εν λόγω αιτία. Με την εκκαλουμένη απόφαση, έγινε δεκτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της η ένδικη αγωγή του ενάγοντος, αφού έγινε δεκτό ότι ο ενάγων καθόν χρόνο εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, εργαζόταν καθημερινά, επί δέκα τρεις [13] ώρες ημερησίως, πλην των ημερών Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018, οπότε εργαζόταν επί δέκα τέσσερις [14] ώρες ημερησίως. Όσον αφορά στην απασχόληση του ενάγοντος στο πλοίο ΝΜ, έγινε δεκτό ότι αυτός εργαζόταν καθημερινά επί δέκα τέσσερις [14] ώρες ημερησίως. Το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα, όσον αφορά στην απασχόληση του ενάγοντος στο πλοίο ΝΣ, προσβάλλουν αμφότερες οι διάδικες πλευρές και δη ο ενάγων με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσής του κατά το πρώτο σκέλος του και η εναγομένη με τον δεύτερο λόγο αυτής, με τον οποίο πλήττει το αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης απόφασης και για έλλειψη αιτιολογία. Με τον ίδιο (δεύτερο) λόγο έφεσης και για τους ιδίους λόγους, η εναγομένη πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση και όσον αφορά το αποδεικτικό της πόρισμα ως προς τις ώρες εργασίας του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ. Ο μάρτυρας που εξετάσθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος και η κατάθεση του οποίου περιέχεται στη με αριθμό ……../2020 προαναφερομένη ένορκη βεβαίωση, ………., ο οποίος εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ κατά τα έτη 2017, 2018 και 2019 με την ειδικότητα του Μάγειρα Β και ο οποίος, κατά τη μη αμφισβητούμενη κατάθεσή του, συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα στο ανωτέρω πλοίο έως τον μήνα Μάρτιο του έτους 2019, κατέθεσε ότι, η κουζίνα του εν λόγω πλοίου ετοίμαζε καθημερινά τρία γεύματα για το πλήρωμα και, ανάλογα με τα δρομολόγια του πλοίου, ένα ή δύο γεύματα για τους επιβάτες. Το εστιατόριο του πληρώματος λειτουργούσε καθημερινά από ώρας 07.00 έως 08.30 προσφέροντας πρωινό, από ώρας 11.00 έως ώρας 13.30 προσφέροντας μεσημεριανό και από ώρας 18.00 έως ώρας 22.00 προσφέροντας βραδινό. Το εστιατόριο των επιβατών λειτουργούσε από ώρας 19.00 έως ώρας 22.30, πλην των ημερών που το πλοίο προσέγγιζε τις Οινούσσες, οπότε λειτουργούσε έως ώρας 23.30. Κατά τη θερινή περίοδο, τις ημέρες Παρασκευής και Σαββάτου, οπότε το πλοίο εκτελούσε και πρωινό δρομολόγιο, παρέχονταν γεύμα στους επιβάτες και το μεσημέρι, από ώρας 13.00 έως ώρας 15.00, με εξαίρεση τις χρονικές περιόδους με αυξημένο αριθμό επιβατών, οπότε το μεσημεριανό των επιβατών διαρκούσε από ώρας 12.00 έως ώρας 15.00. Ο ίδιος μάρτυρας, κατέθεσε ότι, ο ενάγων απασχολείτο στην πρωινή βάρδια της κουζίνας από ώρας 06.00 έως ώρας 14.00 και από ώρας 17.00 έως ώρας 23.00. Καθόν δε χρόνο προσφέρονταν μεσημεριανό φαγητό στους επιβάτες, ο ενάγων εργάζονταν από ώρας 06.00 έως ώρας 23.00. Για την παρασκευή του γεύματος, μεταφέρονταν τρόφιμα – υλικά από την αποθήκη του πλοίου. Ενόψει του ότι το ειδικό ασανσέρ που χρησιμοποιούσαν για την εν λόγω εργασία, παρουσίαζε βλάβη, στην εν λόγω εργασία απασχολούνταν ορισμένες φορές και οι μάγειρες. Ακολούθως, οι μάγειρες απασχολούντο με την προετοιμασία παρασκευής του φαγητού, όπως την απόψυξη των τροφίμων, το καθάρισμα και τον τεμαχισμό αυτών και με την παρασκευή του φαγητού. Ο ενάγων, μόνος αυτός, προετοίμαζε το πρωινό του πληρώματος. Αφού ολοκληρώνονταν η παρασκευή του φαγητού, οι μάγειρες του πλοίου και το βοηθητικό προσωπικό απασχολούντο στην καθαριότητα της κουζίνας και δη στον καθαρισμό των πάγκων, του νεροχύτη, της κουζίνας μαγειρέματος, των ψυγείων, την αποκομιδή των σκουπιδιών, τη σάρωση και το σφουγγάρισμα της κουζίνας. Ακολούθως, οι μάγειρες μετέφεραν το φαγητό στις τραπεζαρίες του πληρώματος και των επιβατών, προετοίμαζαν τον μπουφέ και βοηθούσαν και στο σερβίρισμα. Ο ενάγων, κατά τον εν λόγω μάρτυρα, συνήθως απασχολείτο στην τραπεζαρία του πληρώματος και λίγες φορές απασχολήθηκε και στο εστιατόριο self service. Κατά τον ίδιο μάρτυρα, οι μάγειρες απασχολούντο ορισμένες φορές και με το ψήσιμο ειδών σφολιάτας για τον εφοδιασμό των μπαρ του πλοίου, πλην όμως ο ίδιος κατέθεσε ότι, τα μπαρ του πλοίου εκμεταλλεύονταν όχι η εναγομένη αλλά έτερη εταιρία, η οποία κατέβαλε στους μάγειρες που απασχολούντο με την εν λόγω εργασία αμοιβή. Ο μάρτυρας που εξετάσθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος και η κατάθεση του οποίου περιέχεται στη με αριθμό ………/2020 προαναφερομένη ένορκη βεβαίωση, ………., ο οποίος εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ, με την ειδικότητα του Αρχιμάγειρα, από την 22.3.2019 έως την 23.4.2019, συνυπηρετώντας με τον ενάγοντα, κατέθεσε ότι, στο εν λόγω πλοίο, καθόν χρόνο υπηρέτησε ο ενάγων, το προσωπικό του μαγειρείου παρασκεύαζε το φαγητό του πληρώματος που αριθμούσε ογδόντα άτομα, αλλά και των επιβατών. Το εστιατόριο των επιβατών λειτουργούσε μεσημέρι και βράδυ και οι μάγειρες, εκτός από την παρασκευή του φαγητού απασχολούντο και με την προετοιμασία του χώρου του εστιατορίου, αλλά και στο σερβίρισμα των φαγητών όπως επίσης και στη μεταφορά του φαγητού από το χώρο της κουζίνας στο εστιατόριο. Παράλληλα, κατέθεσε ότι, οι μάγειρες έψηναν διάφορα είδη σφολιάτας, καθόλη τη διάρκεια της ημέρας, για τον εφοδιασμό των μπαρ, τα οποία λειτουργούσαν διαρκώς. Το προσωπικό μαγειρείου ήταν μοιρασμένο σε δύο βάρδιες και δη την πρωινή, η οποία ξεκινούσε την εργασία της από ώρας 06.00 και οι μάγειρες που απασχολούντο στην εν λόγω βάρδια εργάζονταν έως το πέρας του μεσημεριανού φαγητού περί ώρας 14.00 και από ώρας 17.00 έως ώρας 23.30 το λιγότερο, καθόσον μετά το πέρας του βραδινού δείπνου των επιβατών, απασχολούντο και στις εργασίες καθαριότητας της κουζίνας. Η δεύτερη βάρδια ξεκινούσε την εργασία της από ώρας 10.00 – 10.30 και χωρίς διακοπή, οι απασχολούμενοι στην εν λόγω βάρδια μάγειρες, εργάζονταν έως ώρας 23.00. Ο ενάγων απασχολείτο στην πρωινή βάρδια, ορισμένες δε ημέρες αναλάμβανε και το σερβίρισμα του πληρώματος του πλοίου. Κατά τον εν λόγω μάρτυρα, ο ενάγων εργαζόταν κατ’ ελάχιστο δέκα τέσσερις ώρες ημερησίως. Ο μάρτυρας ………., ο οποίος εξετάσθηκε με επιμέλεια της εναγομένης και η κατάθεσή του περιέχεται στην από 6.10.2020 ένορκη βεβαίωση, η οποία ελήφθη ενώπιον του Δικηγόρου Πειραιώς …….., υπηρέτησε με την ειδικότητα του Αρχιμάγειρα στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, συνυπηρετώντας με τον ενάγοντα. Ο εν λόγω μάρτυρας κατέθεσε ότι αυτός, ως προϊστάμενος του προσωπικού του μαγειρείου, καθόριζε και τις ώρες εργασίας, αλλά και τη θέση εργασίας εκάστου των μαγείρων του πλοίου. Κατά τον εν λόγω μάρτυρα, οι μάγειρες του πλοίου παρασκεύαζαν το φαγητό του πληρώματος και δη πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό και ένα γεύμα για τους επιβάτες, με εξαίρεση τη θερινή περίοδο, οπότε παρείχετο στους επιβάτες και μεσημεριανό φαγητό. Κατά τον εν λόγω μάρτυρα, η τραπεζαρία πληρώματος λειτουργούσε από ώρας 07.00 έως ώρας 08.30 για το πρωινό, από ώρας 11.30 έως ώρας 13.00 για το μεσημεριανό και από ώρας 18.00 έως ώρας 20.30 για το βραδινό γεύμα και το εστιατόριο self service από ώρας 19.00 έως ώρας 21.30. Κατά τη θερινή περίοδο, το εστιατόριο επιβατών λειτουργούσε από ώρας 12.00 έως ώρας 13.30. Το προσωπικό μαγειρείου ήταν χωρισμένο σε δύο βάρδιες και δη την πρωινή, η οποία αποτελείτο από έναν Α Μάγειρα, έναν Β Μάγειρα και έναν Γ Μάγειρα και δύο χυτοκαθαριστές και οι οποίοι εργάζονταν από ώρας 07.00 έως ώρας 12.00 και από ώρας 18.00 έως ώρας 21.30 και η βραδινή βάρδια, αποτελούμενη από έναν Β Μάγειρα, έναν Γ Μάγειρα και έναν χυτοκαθαριστή, οι οποίοι εργάζονταν από ώρας 12.00 έως ώρας 17.00 και από ώρας 19.00 έως ώρας 21.30. Οι εν λόγω βάρδιες εναλλάσσονταν ανά εβδομάδα, ενώ οι εργασίες καθαρισμού της κουζίνας διαρκούσαν είκοσι λεπτά με μισή ώρα και πραγματοποιούντο το βράδυ, μετά το πέρας λειτουργίας του εστιατορίου self service του πλοίου. Ο ίδιος μάρτυρας, κατέθεσε ότι, το καθήκον μεταφοράς προϊόντων από τις αποθήκες του πλοίου στην κουζίνα, αυτός είχε αναθέσει μόνον στους χυτοκαθαριστές και όχι στους μάγειρες του πλοίου, όπως επίσης ότι οι μάγειρες του πλοίου δεν απασχολούντο ούτε με το ψήσιμο ειδών σφολιάτας, αλλά ούτε με την παρασκευή κρύων φαγητών για το μπαρ, καθόσον η λειτουργία αυτών είχε ανατεθεί σε ιδιωτική εταιρεία. Όπως αποδεικνύεται από τις μηνιαίες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του ενάγοντος που προσκομίζονται (ενόψει του ότι δεν προσκομίζονται όλες οι αποδείξεις μισθοδοσίας αυτού), η εναγόμενη κατέβαλε στον ενάγοντα για κάθε μήνα πλήρους απασχόλησής του, αμοιβή για υπερωριακή εργασία κατά τις καθημερινές ημέρες, καθώς επίσης και κατά τις ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και τις αργιων. Ειδικότερα, αποδεικνύεται ότι, του κατέβαλε τον μήνα Μάιο 2018 το ποσό των ευρώ 455,13 για αμοιβή εργασίας  Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 83,70 για υπερωριακή απασχόληση, τον μήνα Ιούνιο 2018 το ποσό των ευρώ 455,13 για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 167,40 για υπερωριακή απασχόληση, τον μήνα Ιούλιο 2018 το ποσό των ευρώ 455,13 για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 167,40 για υπερωριακή απασχόληση, τον μήνα Αύγουστος 2018 το ποσό των ευρώ 455,13 για αμοιβή εργασίας  Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 167,40 για υπερωριακή απασχόληση και τον μήνα Σεπτέμβριο 2018 το ποσό των ευρώ 455,13 για αμοιβή εργασίας  Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 167,40 για υπερωριακή απασχόληση. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, αποδείχθηκε ότι, ο ενάγων, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα που ήταν ναυτολογημένος στο πλοίο ΝΣ, κατ’ εντολή του Αρχιμάγειρα του εν λόγω πλοίου, απασχολούνταν σε καθήκοντα που αφορούσαν την προαναφερθείσα ειδικότητά του ως Μάγειρα Γ. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε ότι, απασχολείτο με την προετοιμασία και παρασκευή του πρωινού, μεσημεριανού και βραδινού γεύματος του πληρώματος του εν λόγω πλοίου, το οποίο αριθμούσε είκοσι δύο [22] μέλη προσωπικού σκάφους, δεκαπέντε [15] μέλη προσωπικού μηχανής και σαράντα πέντε [45] μέλη προσωπικού γενικών υπηρεσιών, σύμφωνα με το προσκομίζομενο αντίγραφο ναυτολογίου του εν λόγω πλοίου και στο οποίο (προσωπικό) προσετίθεντο στη διάρκεια της λειτουργίας του πλοίου από 1.6. έως 31.10. ένας δόκιμος οικονομικός και από 1.4. έως 30.9 δύο θαλαμηπόλοι. Επιπλέον, απασχολείτο στην προετοιμασία και παρασκευή του δείπνου των επιβατών του εν λόγω πλοίου και κατά τη θερινή περίοδο και του γεύματος αυτών. Ως προς τις ώρες λειτουργίας του εστιατορίου του πληρώματος, απεδείχθη ότι αυτό λειτουργούσε από ώρας 07.00 έως ώρας 08.30, από ώρας 11.30 έως ώρας 13.30 και το βράδυ από ώρας 18.00 έως ώρας 21.00. Το εστιατόριο επιβατών κατά κανόνα λειτουργούσε από ώρας 19.00 έως ώρας 22.00, πλην των ημερών του ενδίκου χρονικού διαστήματος κατά τις οποίες το πλοίο προσέγγιζε τις νήσους Οινούσσες (αφ. 22.00 – αν. 22.10), οπότε συνέχιζε τη λειτουργία του έως ώρας 23.30, προς εξυπηρέτηση και των επιβιβαζομένων από το εν λόγω λιμάνι. Κατά τη θερινή περίοδο, οπότε το πλοίο εκτελούσε και ημερήσιους πλόες, το εστιατόριο των επιβατών λειτουργούσε από ώρας 13.00 έως ώρας 15.00. Οι μάγειρες στο εν λόγω πλοίο εργάζονταν σε βάρδιες. Ειδικότερα, προβλέπονταν μία (πρωινή) βάρδια, η οποία αποτελείτο από έναν Α Μάγειρα, έναν Β Μάγειρα και έναν Γ Μάγειρα και δύο χυτοκαθαριστές, οι οποίοι απασχολούντο με την προετοιμασία του πρωινού του πληρώματος και την παρασκευή του μεσημεριανού φαγητού έως ώρας 12.00 και από ώρας 18.00 έως το πέρας λειτουργίας του εστιατορίου πελατών και τον καθαρισμό της κουζίνας. Η δεύτερη (βραδινή), αποτελούμενη από έναν Β Μάγειρα, έναν Γ Μάγειρα και έναν χυτοκαθαριστή,  ξεκινούσε την εργασία της ώρα 12.00 και εργάζονταν έως πέρατος λειτουργίας του εστιατορίου πελατών και τον καθαρισμό της κουζίνας. Κατά τη διάρκεια της βάρδιάς τους, οι μάγειρες απασχολούντο με την προετοιμασία και παρασκευή των γευμάτων, μετά την ολοκλήρωση των οποίων απασχολούντο και με την καθαριότητα της κουζίνας. Ακολούθως, μετέφεραν το φαγητό στα εστιατόρια (πληρώματος και επιβατών), προετοίμαζαν τον μπουφέ, απασχολούντο με το σερβίρισμα του φαγητού και με το πέρας εκάστου γεύματος προέβαιναν και στον καθαρισμό της κουζίνας. Ο ενάγων, όπως περί τούτου σαφώς κατέθεσε ο μάρτυρας αυτού ………., απασχολείτο στην πρωινή βάρδια. Ο μάρτυρας της εναγομένης κατέθεσε ότι η πρωινή βάρδια αναλάμβανε υπηρεσία ώρα 07.00, ενώ ο ανωτέρω μάρτυρας του ενάγοντος ότι αναλάμβανε υπηρεσία ώρα 06.00. Η κατάθεση του τελευταίου κρίνεται πλέον πειστική, διότι η λειτουργία του εστιατορίου για το πρωινό του πληρώματος ξεκινούσε ώρα 07.00, με αποτέλεσμα να κρίνεται εύλογο ότι απαιτείτο μία προετοιμασία για το πρωινό του πληρώματος, ενόψει και του αριθμού των μελών του. Επίσης, ο μάρτυρας της εναγομένης κάνει λόγο μόνον για έναν καθαρισμό της κουζίνας με το πέρας λειτουργίας των εστιατορίων, με διάρκεια των εργασιών αυτών είκοσι λεπτά και το μέγιστο μισή ώρα. Ο μάρτυρας του ενάγοντος, κατέθεσε ότι, οι εργασίες καθαρισμού έπονταν κάθε γεύματος και διαρκούσαν μία ώρα, κατάθεση που ομοίως κρίνεται πλέον πειστική, δεδομένου ότι εφόσον μεσολαβούσε η παρασκευή τριών γευμάτων, λογικό κρίνεται ότι έπονταν της παρασκευής εκάστου γεύματος η καθαριότητα της κουζίνας, όπως επίσης, ενόψει του αριθμού των μελών του πληρώματος αλλά και της παρασκευής φαγητού και για τους επιβάτες, η καθαριότητα της κουζίνας κρίνεται ότι διαρκούσε πράγματι μία ώρα μετά από κάθε γεύμα. Κατά τους θερινούς μήνες, κρίνεται ότι στη μεταφορά του φαγητού στις τραπεζαρίες πληρώματος και επιβατών του πλοίου και στο σερβίρισμα του φαγητού μετείχε και η πρωινή βάρδια, οπότε δεν αποχωρούσε ώρα 12.00 ενόψει του ότι η βραδινή βάρδια αποτελείτο μόνον από έναν Β Μάγειρα, έναν Γ Μάγειρα και έναν χυτοκαθαριστή. Αντίθετα, δεν απεδείχθη, όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του, ότι επιπλέον των ανωτέρω εργασιών, αυτός (ενάγων) απασχολείτο και με την παρασκευή διαφόρων φαγώσιμων ειδών που διετίθεντο από τα μπαρ του εν λόγω πλοίου, δεδομένου ότι, αυτά απεδείχθη ότι εκμεταλλεύονταν ιδιωτική εταιρεία και όχι η εναγομένη, επιπροσθέτως δε, όπως κατέθεσε ο μάρτυρας της εναγομένης με την παρασκευή των τροφίμων που πωλούσαν τα μπαρ του εν λόγω πλοίου, απασχολούντο οι θαλαμηπόλοι και ο φροντιστής του πλοίου, ο οποίος προς τούτο είχε δύο βοηθούς. Επίσης, στη μεταφορά των υλικών από την αποθήκη του πλοίου στην κουζίνα απασχολούντο μόνον οι χυτοκαθαριστές του πλοίου, οι οποίοι ήταν και αρμόδιοι. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων και λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου (ΝΣ), το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω με λεπτομέρεια αναφερόμενες ακτοπλοϊκές γραμμές και εκτελούσε τα συγκεκριμένα δρομολόγια που προαναφέρθηκαν αναλυτικά, του αριθμού των μελών του πληρώματος, της αυξομείωσης της επιβατικής κίνησης αναλόγως των περιόδων του έτους (μειωμένη τη χειμερινή, σημαντικά μεγαλύτερη κατά τη θερινή και τις εορτές), της φύσεως και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος και των καθηκόντων της ειδικότητάς του, όπως αυτά επίσης εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω, κρίνεται ότι ο ενάγων απασχολούνταν με τις προεκτιθέμενες εργασίες της ειδικότητας του καθημερινώς, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, αργιών και Κυριακών, πέραν της προβλεπομένης οκτάωρης διάρκειας της εργασίας του, αφού αυτή δεν επαρκούσε. Ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων αλλά επιπλέον και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, δεδομένου ότι οι ώρες ευθύνης ή ετοιμότητάς του στο πλοίο δεν θα μπορούσαν εξ ορισμού να χαρακτηρισθούν ως χρόνος υπερωριακής εργασίας του, εφόσον ο ναυτικός, λόγω της φύσης του επαγγέλματός του, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε διαρκή ετοιμότητα παροχής υπηρεσιών υπακούοντας στις διαταγές των προϊσταμένων του, κατ’ άρθρον 57 παρ. 1 του ΚΙΝΔ (βλ. ΕφΠειρ 45/2010 ΕΝαυτΔ 2010 405, ΜονΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013 220, ΕφΠειρ 548/2001 ΕΕργΔ 61.340), με αποτέλεσμα ο χρόνος παραμονής αυτού στο πλοίο κατά τον ημερήσιο πλου, να μην ταυτίζεται αναγκαίως με χρόνο πραγματικής απασχόλησής του σ’ αυτό, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι, ο ενάγων εργαζόταν στο ανωτέρω πλοίο (ΝΣ) επί ένδεκα [11] ώρες ημερησίως, πλην των ημερών Τρίτης που το πλοίο προσέγγιζε τις νήσους Οινούσσες, οπότε εργαζόταν επί δώδεκα [12] ώρες καθ’ εκάστη και των ημερών Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018, οπότε λειτουργούσε το εστιατόριο επιβατών και το μεσημέρι, οπότε εργάζονταν επί δέκα τρεις [13] ώρες καθ’ εκάστη. Η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία δέχθηκε ότι ο ενάγων, καθόν χρόνο υπηρετούσε στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ απασχολείτο επί δεκατρείς ώρες καθ’ εκάστη, πλην των ημερών Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018, οπότε κατά το αποδεικτικό της πόρισμα απασχολείτο επί δέκα τέσσερις ώρες καθ’ εκάστη, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης της εναγομένης, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον ως ανωτέρω απεδείχθη και αναλύεται ο ενάγων, εργαζόταν στο ανωτέρω πλοίο (ΝΣ) επί ένδεκα [11] ώρες ημερησίως, πλην των ημερών Τρίτης που το πλοίο προσέγγιζε τις νήσους Οινούσσες, οπότε εργαζόταν επί δώδεκα [12] ώρες καθ’ εκάστη και των ημερών Παρασκευής και Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 16.9.2018, οπότε λειτουργούσε το εστιατόριο επιβατών και το μεσημέρι, οπότε εργάζονταν επί δέκα τρεις [13] ώρες ημερησίως. Ο αντίστοιχος πρώτος λόγος έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων εκ του λόγου ότι απέρριψε τον ανωτέρω αγωγικό του ισχυρισμό ως προς τις ώρες εργασίας του στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης, τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του και εκ του λόγου τούτου απορριπτέος. Η ανωτέρω κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, σχετικά με τις ώρες εργασίας του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, δεν αναιρείται από την επικαλούμενη από την εναγομένη πλήρη οργανική σύνθεση του προσωπικού μαγειρείου του ανωτέρω πλοίου, η οποία πράγματι αποδείχθηκε, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα εργασίας του ενάγοντος, και τούτο διότι, απεδείχθη ότι, πράγματι ο ενάγων εργάσθηκε τις ανωτέρω ώρες, όπως ανωτέρω αναλύεται. Εξάλλου, η οργανική πληρότητα του πλοίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 Κ.Δ.Ν.Δ, αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν εμποδίζει την υπερωριακή εργασία του προσωπικού αυτού (Εφ.Πειρ. 166/2022, Εφ.Πειρ. 54/2022, www.efeteio-peir.gr). Ο ισχυρισμός που προεβλήθη πρωτοδίκως από την εναγομένη και επαναφέρεται με τις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατατεθείσες προτάσεις της, ότι καθ’ όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο ενάγων επαναυτολογούνταν στο εν λόγω πλοίο, ουδέποτε εξέφρασε παράπονο  σχετικά με την εργασία του, λαμβάνοντας τις μηνιαίες αποδοχές του χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη, δεν αναιρεί το αποδειχθέν κατά τα άνω γεγονός ότι ο ενάγων απασχολούνταν υπερωριακώς πέραν των υπερωριών, για τις οποίες αμείβονταν, η δε χωρίς επιφυλάξεις είσπραξη της αμοιβής του κρίνεται ότι ελάμβανε χωρά προκειμένου να μη θέσει σε κίνδυνο την εργασιακή του σχέση. Άλλωστε τούτο, δεν συνεπάγεται σιωπηρή παραίτηση  του ενάγοντος από τις επίδικες αξιώσεις του και σε κάθε περίπτωση, είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματά του που πηγάζουν, είτε από τον νομό, είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατωτέρα όρια προστασίας είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΑΠ 587/2006, ΑΠ 495/2006, ΑΠ 1013/2003, ΕφΠειρ 361/2013, ΕφΠειρ 501/2012, ΕφΠειρ 185/2012, ΕφΠειρ 506/2011, ΕφΠειρ 377/2011, ΕφΠειρ 795/2010, ΕφΠειρ 34/2008, ΕφΠειρ 1/2003 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ. Περαιτέρω, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, αποδείχθηκε ότι, ο ενάγων, κατά το χρονικό διάστημα από 2.4.2019 έως 8.4.2019, οπότε ήταν ναυτολογημένος στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ και εργάσθηκε με την ειδικότητα του Μάγειρα Γ, αυτός (ενάγων) κατ’ εντολή του Αρχιμάγειρα του εν λόγω πλοίου, απασχολούνταν σε καθήκοντα που αφορούσαν την προαναφερθείσα ειδικότητά του. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε ότι, κατά τον επίδικο χρόνο, ως μέλος της πρωινής βάρδιας του προσωπικού μαγειρείου, ξεκινούσε την εργασία του περί ώρας 06.00 πρωινή, απασχολούμενος με την προετοιμασία και παρασκευή του πρωινού των μελών του πληρώματος, που όπως αποδεικνύεται από το προσκομιζόμενο αντίγραφο ναυτολογίου αριθμούσε εξήντα τρία (63) άτομα, καθώς επίσης και με το σερβίρισμα αυτού και ακολούθως, απασχολείτο στην προετοιμασία και παρασκευή του μεσημεριανού φαγητού. Ο ενάγων συνέχιζε την εργασία του έως πέρατος του μεσημεριανού γεύματος περί ώρας 14.00, εφόσον μετείχε και στη μεταφορά του φαγητού από την κουζίνα στο εστιατόριο αλλά και στο σερβίρισμα του φαγητού στο εστιατόριο πελατών. Ακολούθως, ο ενάγων αναλάμβανε εκ νέου, υπηρεσία περί ώρας 17.00 και εργαζόταν με την προετοιμασία και παρασκευή του δείπνου των μελών του πληρώματος και των επιβατών, στη μεταφορά του φαγητού από την κουζίνα στο εστιατόριο και ακολούθως στο σερβίρισμα του φαγητού στο εστιατόριο πελατών. Με το πέρας λειτουργίας του εστιατορίου, ο ενάγων απασχολείτο και στον καθαρισμό της κουζίνας, εργασία η οποία, ολοκληρώνονταν περί ώρας 23.00. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων και λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου (ΝΜ), το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω με λεπτομέρεια αναφερόμενες ακτοπλοϊκές γραμμές και εκτελούσε τα συγκεκριμένα δρομολόγια που προαναφέρθηκαν αναλυτικά, του αριθμού των μελών του πληρώματος, της επιβατικής κίνησης ενόψει του χρόνου της απασχόλησης του ενάγοντος σε αυτό, της φύσεως και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος και των καθηκόντων της ειδικότητάς του, όπως αυτά επίσης εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω, κρίνεται ότι ο ενάγων απασχολούνταν με τις προεκτιθέμενες εργασίες της ειδικότητας του καθημερινώς, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, αργιών και Κυριακών  πέραν της προβλεπομένης οκτάωρης διάρκειας της εργασίας του, αφού αυτή δεν επαρκούσε. Ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, αλλά επιπλέον και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, δεδομένου ότι οι ώρες ευθύνης ή ετοιμότητάς του στο πλοίο δεν θα μπορούσαν εξ ορισμού να χαρακτηρισθούν ως χρόνος υπερωριακής εργασίας του, εφόσον ο ναυτικός, λόγω της φύσης του επαγγέλματός του, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε διαρκή ετοιμότητα παροχής υπηρεσιών υπακούοντας στις διαταγές των προϊσταμένων του, κατ’ άρθρον 57 παρ. 1 του ΚΙΝΔ (βλ. ΕφΠειρ 45/2010 ΕΝαυτΔ 2010 405, ΜονΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013 220, ΕφΠειρ 548/2001 ΕΕργΔ 61.340), με αποτέλεσμα ο χρόνος παραμονής αυτού στο πλοίο κατά τον ημερήσιο πλου, να μην ταυτίζεται αναγκαίως με χρόνο πραγματικής απασχόλησής του σ’ αυτό, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι, ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά επί δέκα τέσσερις [14] ώρες ημερησίως. Η ανωτέρω κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, σχετικά με τις ώρες εργασίας του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ, δεν αναιρείται από την επικαλούμενη από την εναγομένη πλήρη οργανική σύνθεση του προσωπικού μαγειρείου του ανωτέρω πλοίου, η οποία πράγματι αποδείχθηκε, και τούτο διότι, απεδείχθη ότι, πράγματι ο ενάγων εργάσθηκε τις ανωτέρω ώρες, όπως ανωτέρω αναλύεται. Η οργανική εξάλλου πληρότητα του πλοίου, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν εμποδίζει την υπερωριακή εργασία του προσωπικού αυτού. Εξάλλου, ούτε οι αιτιάσεις της εναγομένης, που υπεβλήθησαν κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και επαναφέρονται με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ότι καθ’ όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο ενάγων επαναυτολογούνταν στο εν λόγω πλοίο, ουδέποτε εξέφρασε παράπονο  σχετικά με την εργασία του, λαμβάνοντας τις μηνιαίες αποδοχές του χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη, αναιρεί το αποδειχθέν κατά τα άνω γεγονός ότι ο ενάγων απασχολούνταν υπερωριακώς πέραν των υπερωριών, για τις οποίες αμείβονταν, η δε χωρίς επιφυλάξεις είσπραξη της αμοιβής του κρίνεται ότι ελάμβανε χωρά προκειμένου να μη θέσει σε κίνδυνο την εργασιακή του σχέση. Άλλωστε τούτο, ως αναλύεται και ανωτέρω, δεν συνεπάγεται σιωπηρή παραίτηση  του ενάγοντος από τις επίδικες αξιώσεις του και σε κάθε περίπτωση, είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματά του που πηγάζουν, είτε από τον νομό, είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατωτέρα όρια προστασίας είναι άκυρη. Όμοια, κατά τούτο, κρίνοντας και η εκκαλουμένη απόφαση, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένου ως αβασίμου στην ουσία του του δευτέρου λόγου έφεσης της εναγομένης, καθό μέρος πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για πλημμελή εκτίμηση αποδείξεων. Συνεπώς, ο ενάγων δικαιούται πρόσθετης (υπερωριακής) αμοιβής, για την παροχή εργασίας πέραν του συμφωνημένου και νομίμου ωραρίου των οκτώ ωρών κατά τις καθημερινές και πέραν των οκτώ ωρών που καλύπτεται από το επίδομα Κυριακής κατά τις ημέρες Κυριακής που εργάσθηκε, καθώς επίσης και για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών του ενδίκου χρονικού διαστήματος, όσον αφορά στην εργασία του στο πλοίο ΝΣ ως ακολούθως: Α] Στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων στο πλοίο ΝΣ, για το επίδικο χρονικό διάστημα από 1.1.2018 έως 25.1.2018: Ο ενάγων εργάσθηκε επί δέκα οκτώ [18] ημέρες καθημερινές, τρεις (3) ημέρες Κυριακής, δύο (2) ημέρες Σαββάτου και δύο ημέρες αργίας (1.1 και 6.1) επί ένδεκα (11) ώρες καθ’ εκάστη και επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω δέκα οκτώ [18] ημέρες καθημερινές και τρεις [3] ημέρες Κυριακής, ήτοι για εξήντα τρεις [63] ώρες υπερωριακή εργασία (κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές), το ποσό των ευρώ (63 επί 8,54=) 538,02 και για την απασχόλησή του επί ένδεκα [11] ώρες κατά τις δύο ημέρες αργίας της 1.1.2018 και 6.1.2018 και τις δύο [2] ημέρες Σαββάτου ήτοι για  σαράντα τέσσερις [44] ώρες εργασίας,  το ποσό των ευρώ (44 επί 10,25=) 451,00. Β] Στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων στο πλοίο ΝΣ κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2018 έως 1.11.2018: (α) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2018 έως 30.4.2018:  Ο ενάγων εργάσθηκε επί δέκα οκτώ [18] ημέρες καθημερινές, πέντε (5) ημέρες Κυριακής, τέσσερις (4) ημέρες Σαββάτου και τρεις (3) ημέρες αργιών (6.4, 9.4 και 23.4) επί ένδεκα (11) ώρες καθ’ εκάστη και επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω είκοσι τρεις [23] ημέρες καθημερινές και ημέρες Κυριακής, ήτοι για (23 επί 3=) εξήντα εννέα [69] ώρες υπερωριακή εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (69 επί 8,54=) 589,26 και για την απασχόλησή του επί εβδομήντα επτά [77] ώρες εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου ήτοι για (7 επί 11=) εβδομήντα επτά [77] ώρες εργασίας, κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου και αργιών, το ποσό των ευρώ (77 επί 10,25=) 789,25. (β) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2018 έως 31.5.2018: Ο ενάγων εργάσθηκε επί είκοσι μία [21] ημέρες καθημερινές, τέσσερις (4) ημέρες Κυριακής, τέσσερις (4) ημέρες Σαββάτου και δύο (2) ημέρες αργίας (1.5 και 17.5) επί ένδεκα (11) ώρες καθ’ εκάστη και επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω είκοσι πέντε [25] ημέρες καθημερινές και ημέρες Κυριακής, ήτοι για (25 επί 3=) εβδομήντα πέντε [75] ώρες υπερωριακή εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (75 επί 8,54=) 640,50 και για την απασχόλησή του επί εξήντα έξι [66] ώρες εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (66 επί 10,25=) 676,50. (γ) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2018 έως 30.6.2018: Ο ενάγων εργάσθηκε επί δέκα τέσσερις ημέρες καθημερινές (1.6, 4.6, 6.6, 7.6, 8.5, 11.6, 13.6, 14.6, 18.6, 20.6, 21.6, 25.6, 27.6 και 28.6) επί ένδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις ημέρες Τρίτης (5.6, 12.6, 19.6 και 26.6) επί δώδεκα ώρες ημερησίως και κατά τις καθημερινές ημέρες Παρασκευής της 15.6., 22.6 και 29.6 επί δέκα τρεις ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις ημέρες Κυριακής επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις ημέρες Σαββάτου 2.6 και 9.6 επί ένδεκα ώρες ημερησίως και κατά τις ημέρες Σαββάτου 16.6, 23.6 και 30.6 επί δέκα τρεις ώρες καθ’ εκάστη. Επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(14 καθημερινές επί 3 ώρες=) 42 + (4 καθημερινές ημέρες Τρίτης επί 4 ώρες=) 16 + (3 καθημερινές ημέρες Παρασκευής επί  5 ώρες=) 15 + (4 ημέρες Κυριακής επί 3 ώρες =) 12=] ογδόντα πέντε [85] ώρες  υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (85 επί 8,54=) 725,90 και για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου ήτοι για [(2 ημέρες Σαββάτου και δη 2.6 και 9.6 επί 11 ώρες=) 22 + (3 ημέρες Σαββάτου ήτοι 16.6, 23.6 και 30.6 επί 13 ώρες =) 39 =] εξήντα μία [61] ώρες  υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (61 επί 10,25=) 625,25. (δ) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.7.2018 έως 31.7.2018:

Ο ενάγων εργάσθηκε επί δέκα τρεις ημέρες καθημερινές (2.7, 4.7, 5.7, 9.7, 11.7, 12.7, 16.7, 18.7, 19.7, 23.7, 25.7, 26.7 και 30.7) επί ένδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις ημέρες Τρίτης (3.7, 10.7, 17.7, 24.7 και 31.7) επί δώδεκα ώρες ημερησίως και κατά τις καθημερινές ημέρες Παρασκευής της 6.7, 13.7., 20.7 και 27.7 επί δέκα τρεις ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις πέντε ημέρες Κυριακής επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη και κατά τις ημέρες Σαββάτου 7.7, 14.7, 21.7 και 28.7, επί δέκα τρεις ώρες καθ’ εκάστη. Επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(13 καθημερινές επί 3 ώρες=) 39 + (5 καθημερινές ημέρες Τρίτης επί 4 ώρες=) 20 + (4 καθημερινές ημέρες Παρασκευής επί  5 ώρες=) 20 + (5 ημέρες Κυριακής επί 3 ώρες =) 15=] ενενήντα τέσσερις [94] ώρες  υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (94 επί 8,54=) 802,76 και για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου ήτοι για  (4 επί 13 ώρες=) πενήντα δύο [52] ώρες  υπερωριακής εργασίας, το ποσό των ευρώ (52 επί 10,25=) 533,00. (ε) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2018 έως 31.8.2018: Ο ενάγων εργάσθηκε επί δέκα τρεις ημέρες καθημερινές (1.8, 2.8, 6.8, 8.8, 9.8, 13.8, 16.8, 20.8, 22.8, 23.8, 27.8, 29.8 και 30.8) επί ένδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις ημέρες Τρίτης (7.8, 14.8, 21.8 και 28.8) επί δώδεκα ώρες ημερησίως και κατά τις καθημερινές ημέρες Παρασκευής της 3.8, 10.8., 17.8, 24.8 και 31.8 επί δέκα τρεις ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις τέσσερις ημέρες Κυριακής επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη, την ημέρα αργίας 15.8 επί ένδεκα ώρες και κατά τις ημέρες Σαββάτου 4.8, 11.8, 18.8 και 25.8, επί δέκα τρεις ώρες καθ’ εκάστη. Επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(13 καθημερινές επί 3 ώρες=) 39 + (4 καθημερινές ημέρες Τρίτης επί 4 ώρες=) 16 + (5 καθημερινές ημέρες Παρασκευής επί 5 ώρες=) 25 + (4 ημέρες Κυριακής επί 3 ώρες =) 12=] ενενήντα δύο [92] ώρες υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (92 επί 8,54=) 785,68 και για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου ήτοι για  [(1 επί 11=) 11 + (4 επί 13 ώρες=) 52=] εξήντα τρεις [63] ώρες  υπερωριακής εργασίας, το ποσό των ευρώ (63 επί 10,25=) 645,75. (στ) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.9.2018 έως 30.9.2018:  Ο ενάγων εργάσθηκε επί δέκα τέσσερις ημέρες καθημερινές (3.9, 5.9, 6.9, 10.9, 12.9, 13.9, 17.9, 19.9, 20.9, 21.9, 24.9, 26.9, 27.9 και 28.9) επί ένδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις ημέρες Τρίτης (4.9, 11.9, 18.9 και 25.9) επί δώδεκα ώρες ημερησίως, κατά την καθημερινή  ημέρα  Παρασκευής  της  7.9  επί  δέκα  τρεις  ώρες,  κατά  τις πέντε ημέρες Κυριακής επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη και την ημέρα αργίας 14.9 επί δέκα τρεις ώρες, κατά τις ημέρες Σαββάτου 1.9, 8.9 και 15.9 επί δέκα τρεις ώρες καθ’ εκάστη και κατά τις ημέρες Σαββάτου 22.9 και 29.9 επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη. Επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(14 καθημερινές επί 3 ώρες=) 42 + (4 καθημερινές ημέρες Τρίτης επί 4 ώρες=) 16 + (μία ημέρα Παρασκευής επί 5 ώρες=) 5 + (5 ημέρες Κυριακής επί 3 ώρες =) 15=] εβδομήντα οκτώ [78] ώρες  υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (78 επί 8,54=) 666,12 και για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου ήτοι για  [(1 επί 13=) 13 + (3 επί 13 ώρες=) 39 + (2 επί 11=) 22 =] εβδομήντα τέσσερις [74] ώρες  υπερωριακής εργασίας, το ποσό των ευρώ (74 επί 10,25=) 758,50 και (ζ) κατά το χρονικό διάστημα από 1.10.2018 έως 1.11.2018:  Ο ενάγων εργάσθηκε επί δέκα εννέα ημέρες καθημερινές ήτοι όλες τις καθημερινές ημέρες πλην των ημερών Τρίτης, επί ένδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις ημέρες Τρίτης (2.10, 9.10, 16.10, 23.10 και 30.10) επί δώδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις τρεις ημέρες Κυριακής επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη, την ημέρα αργίας 28.10 επί ένδεκα ώρες και κατά τις ημέρες Σαββάτου  επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη. Επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(19 καθημερινές επί 3 ώρες=) 57 + (5 καθημερινές ημέρες Τρίτης επί 4 ώρες=) 20 + (3 ημέρες Κυριακής επί 3 ώρες =) 9=] ογδόντα έξι [86] ώρες  υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (86 επί 8,54=) 734,44 και για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου ήτοι για  [(1 επί 11=) 11 + (4 επί 11 ώρες=) 44 =] πενήντα πέντε [55] ώρες  υπερωριακής εργασίας, το ποσό των ευρώ (55 επί 10,25=) 563,75. Γ] Στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων στο πλοίο ΝΣ, κατά το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 18.3.2019: (α) Κατά το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 31.1.2019:  Ο ενάγων εργάσθηκε επί ένδεκα ημέρες καθημερινές ήτοι όλες τις καθημερινές ημέρες του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, πλην των ημερών Τρίτης, επί ένδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις ημέρες Τρίτης (15.1, 22.1 και 29.1) επί δώδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις δύο ημέρες Κυριακής επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη και κατά τις ημέρες Σαββάτου επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη. Επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(11 καθημερινές επί 3 ώρες=) 33 + (3 καθημερινές ημέρες Τρίτης επί 4 ώρες=) 12 + (2 ημέρες Κυριακής επί 3 ώρες =) 6=] πενήντα μία [51] ώρες  υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (51 επί 8,70=) 443,70 και για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου ήτοι για  (2 επί 11=) είκοσι δύο [22] ώρες υπερωριακής εργασίας, το ποσό των ευρώ (22 επί 10,44=) 229,68. (β) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.2.2019 έως 28.2.2019: Ο ενάγων εργάσθηκε επί δέκα έξι ημέρες καθημερινές ήτοι όλες τις καθημερινές ημέρες του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, πλην των ημερών Τρίτης, επί ένδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις ημέρες Τρίτης (5.2, 12.2, 19.2 και 26.2) επί δώδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις τέσσερις ημέρες Κυριακής επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη και κατά τις ημέρες Σαββάτου επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη. Επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(16 καθημερινές επί 3 ώρες=) 48 + (4 καθημερινές ημέρες Τρίτης επί 4 ώρες=) 16 + (4 ημέρες Κυριακής επί 3 ώρες =) 12=] εβδομήντα έξι [76] ώρες  υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (76 επί 8,70=) 661,20 και για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου ήτοι για  (4 επί 11=) σαράντα τέσσερις [44] ώρες  υπερωριακής εργασίας, το ποσό των ευρώ (44 επί 10,44=) 459,36 και (γ) κατά το χρονικό διάστημα από 1.3.2019 έως 18.3.2019: Ο ενάγων εργάσθηκε επί εννέα ημέρες καθημερινές ήτοι όλες τις καθημερινές ημέρες του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, πλην των ημερών Τρίτης, επί ένδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις ημέρες Τρίτης (5.3 και 12.3) επί δώδεκα ώρες ημερησίως, κατά τις τρεις ημέρες Κυριακής επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά την ημέρα αργίας 11.3.2019 επί ένδεκα ώρες και κατά τις ημέρες Σαββάτου επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη. Επομένως δικαιούται: για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(9 καθημερινές επί 3 ώρες=) 27 + (2 καθημερινές ημέρες Τρίτης επί 4 ώρες=) 8 + (3 ημέρες Κυριακής επί 3 ώρες =) 9=] σαράντα τέσσερις [44] ώρες  υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (44 επί 8,70=) 382,80 και για την υπερωριακή του εργασία κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου και αργίας ήτοι για  [(3 επί 11=) 33 + (1 επί 11=) 11=] σαράντα τέσσερις [44] ώρες  υπερωριακής εργασίας, το ποσό των ευρώ (44 επί 10,44=) 459,36. Ως εκ τούτου, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων για την υπερωριακή του απασχόληση στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, εδικαιούτο (α) για αμοιβή για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής (ι) στα πλαίσια της πρώτης ναυτολόγησής του ήτοι κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2018 έως 25.1.2018 το ποσό των ευρώ 538,02, (ιι) στα πλαίσια της δεύτερης ναυτολόγησής του ήτοι κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2018 έως 1.11.2018 το ποσό των ευρώ (589,26 + 640,50 + 725,90 + 802,76 + 785,68 + 666,12 + 734,44=) 4.944,66 και (ιιι) στα πλαίσια της τρίτης ναυτολόγησής του, ήτοι κατά το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 18.3.2019, το ποσό των ευρώ (443,70 + 661,20 + 382,80=) 1.487,70 και συνολικά το ποσό των ευρώ [538,02 + 4.944,66 + 1.487,70=) 6.970,38 και όχι, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο της έφεσης της εναγομένης, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως το ποσό των ευρώ (8.565,62 +2.349,00=) 10.914,62, απορριπτομένου του αντίστοιχου πρώτου λόγου έφεσης του ενάγοντος. Έναντι του ποσού αυτού, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 987,63 κατά το έτος 2018 και το ποσό των ευρώ 314,00 κατά το έτος 2019 και συνολικά του κατέβαλε το ποσό των ευρώ (987,63 + 314,00=) 1.301,63. Επομένως, για διαφορά αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος κατά τις καθημερινές και Κυριακές για την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ κατά τα έτη 2018 και 2019, η εναγομένη συνεχίζει να οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (6.970,38 μείον 1.301,63=) 5.668,75 και όχι το ποσό των ευρώ (7.577,99 + 2.035,00=) 9.612,99 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο δεύτερο λόγο της έφεσης της εναγομένης, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης του ενάγοντος. (β) Για αμοιβή για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών (ι) στα πλαίσια της πρώτης ναυτολόγησής του ήτοι κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2018 έως 25.1.2018 το ποσό των ευρώ 451,00, (ιι) στα πλαίσια της δεύτερης ναυτολόγησής του ήτοι κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2018 έως 1.11.2018 το ποσό των ευρώ (789,25 + 676,50 + 625,25 + 533,00 + 645,75 + 758,50 + 563,75=) 4.592,00 και (ιιι) στα πλαίσια της τρίτης ναυτολόγησής του, ήτοι κατά το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 18.3.2019, το ποσό των ευρώ (229,68 + 459,36 + 459,36=) 1.148,40 και συνολικά το ποσό των ευρώ [451,00  + 4.592,00 + 1.148,40=) 6.191,40 και όχι, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο της έφεσης της εναγομένης, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως το ποσό των ευρώ (5.750,25+ 1.357,20=) 7.107,45, απορριπτομένου του αντίστοιχου πρώτου λόγου έφεσης του ενάγοντος. Έναντι του ποσού αυτού, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 3.550,00 κατά το έτος 2018 και το ποσό των ευρώ 1.049,32 κατά το έτος 2019 και συνολικά του κατέβαλε το ποσό των ευρώ (3.550,00 + 1.049,32  =) 4.599,32. Επομένως, για διαφορά αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος κατά τις ημέρες αργίας και Σαββάτου για την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ κατά τις ένδικες περιόδους, η εναγομένη συνεχίζει να οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (6.191,40 μείον 4.599,32 =) 1.592,08 και όχι το ποσό των ευρώ (2.202,25 + 307,88 =) 2.510,13 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο δεύτερο λόγο της έφεσης της εναγομένης, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης του ενάγοντος.

[ΙΙΙ] Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 των εφαρμοζόμενων εν προκειμένω ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων, υπό τον τίτλο «Δρομολόγια Εξπρές», προβλέπεται ότι, σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης, καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου τέτοια δρομολόγια (Express) για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου, η κατά την παρ. 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αμοιβής, αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. Όμως, σύμφωνα με τη παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ειδικά προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, του, κατά την προαναφερθείσα παρ. 2 προσδιορισμού. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή η μετάβαση στο λιμάνι ή τους λιμένας προορισμού και η επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7α). Εάν είναι μικρότερη των 12 ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της, ως άνω προβλεπόμενης (παρ. 7β). Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει ότι, καθόσον αφορά την προβλεπόμενη απ` αυτές πρόσθετη αμοιβή, αυτή καταβάλλεται εφόσον σε κάθε δρομολόγιο το πλοίο δεν παραμείνει τουλάχιστον έξι ώρες στο λιμάνι αφετηρίας πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο. Κατά τη σαφή δε έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 170 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου», στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέρα και ώρα ιδιαίτερο ταξίδι προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής”, ο δε λιμένας αφετηρίας ως “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η υποχρέωση δε εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 των πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει 6 ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται, όμως, η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί 6 ώρες σε κάθε πλήρες ταξίδι του, προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του (Εφ.Πειρ.546/2016 ΕΝΔ 44.323). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο εκτελεί έως πέντε κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, για τον προσδιορισμό της οφειλόμενης πρόσθετης αμοιβής αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή, εννοείται για τα δρομολόγια της εν λόγω εβδομάδας. Στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές, που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της εν λόγω αμοιβής, λαμβάνονται υπόψη οι παροχές που καταβάλλονται στον εργαζόμενο παγίως και σταθερώς ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (Α.Π. 1224/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1013/2003, Δ.Ε.Ε. 2004, 214, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 284/2020, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 200/2016, Εφ.Πειρ. 442/2015, Εφ.Πειρ. 618/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), στις οποίες περιλαμβάνονται η αμοιβή για την υπερωριακή εργασία, οι αποδοχές αδείας με το αντίτιμο τροφής (Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 397/2020, Εφ.Πειρ. 368/2019, www.efeteio-peir.gr) και το ημερήσιο αντίτιμο τροφής, το οποίο αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ναυτικού, ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτούσια (Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 231/2013, Εφ.Πειρ. 377/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), όχι όμως και το επίδομα ιματισμού, αφού τούτο δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθόσον η κύρια και βασική αιτία χορήγησής του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (Α.Π. 774/2003, Α.Π. 226/2003, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 397/2020, www.efeteio-peir.gr). Εν προκειμένω, με την αγωγή του ο ενάγων, ισχυρίστηκε ότι, κατά το χρονικό διάστημα από 6.4.2018 έως και 14.9.2018 το πλοίο ΝΣ εκτέλεσε, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα, 12,925 δρομολόγια εξπρές, τα οποία υπολόγισε με βάση το άθροισμα των ωρών εκάστης πρόωρης αναχώρησής του από την αφετηρία του (το λιμένα του Πειραιώς), ζήτησε δε να του επιδικαστεί το υπόλοιπο της πρόσθετης αμοιβής που δικαιούτο για την αιτία αυτή, το οποίο προσδιόρισε στο συνολικό χρηματικό ποσόν των χιλίων επτακοσίων ογδόντα τριών ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών (1.783,83 €). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού έκρινε την απαίτηση αυτή του ενάγοντος νόμιμη, ακολούθως δε, δέχθηκε ότι το ανωτέρω πλοίο της εναγομένης, κατά την ένδικη περίοδο πραγματοποίησε 12,86 δρομολόγια εξπρές, κατά μερική παραδοχή του αγωγικού ισχυρισμού και με βάση ότι, οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, συμπεριλαμβανομένου σ’ αυτές, εσφαλμένως, κατά τον βάσιμο τέταρτο λόγο της έφεσης της εναγομένης  και του επιδόματος ιματισμού, παγίως και σταθερώς, ανέρχονταν σε τέσσερις χιλιάδες εξακόσια είκοσι ένα ευρώ και εβδομήντα λεπτά (4.621,70 €) και με συνυπολογισμό α] του μέσου όρου της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεών του, που κατά τις παραδοχές της ανερχόταν σε τριακόσια ογδόντα εννέα ευρώ και τριάντα τρία λεπτά (389,33 €) για την εργασία του κατά τις καθημερινές και Κυριακές και σε χίλια εκατόν ενενήντα οκτώ ευρώ και τριάντα δύο λεπτά (1.198,32 €) για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και σε τριακόσια εξήντα οκτώ ευρώ και επτά λεπτά (368,07 €) για την εργασία του στις ημέρες αργίας και συνολικά στο ποσό των ευρώ (389,33 + 1.198,32 + 368,07 =) 1.955,72, β] του επιδόματος άγονης γραμμής που κατά τις παραδοχές της ανέρχονταν στο ποσό των ογδόντα δύο ευρώ και εξήντα οκτώ λεπτών (82,68 €), η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε περαιτέρω ότι η πρόσθετη αμοιβή του ενάγοντος ανερχόταν στο συνολικό χρηματικό ποσό των χιλίων εννιακοσίων ογδόντα ενός ευρώ και οκτώ λεπτών (1.981,08 €) για 12,86 δρομολόγια εξπρές, από το οποίο αφήρεσε οκτακόσια εβδομήντα εννέα ευρώ και τριάντα οκτώ λεπτά (879,38 €), κατά παραδοχή της περί καταβολής ένστασης της εναγομένης η οποία εν τούτοις, αφορούσε το ποσό των ευρώ 878,76, με αποτέλεσμα να του επιδικάσει για την αιτία αυτή το χρηματικό ποσό των χιλίων εκατόν ενός ευρώ και εβδομήντα λεπτών (1.101,70 €). Κατά της κρίσεως αυτής της εκκαλουμένης αποφάσεως, διαμαρτύρεται η εκκαλούσα – εναγομένη αιτιώμενοι εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων. Συγκεκριμένα, επικαλείται με τον τέταρτο λόγο της  έφεσής της, ότι για τον προσδιορισμό της επίμαχης πρόσθετης αμοιβής συνυπολογίστηκε εσφαλμένα ο μέσος όρος της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, επιπλέον δε ότι εσφαλμένως συνυπολογίσθηκε και το επίδομα ιματισμού. Κατά παραδοχή ως βάσιμων στην ουσία τους των σχετικών αιτιάσεων της εκκαλούσας – εναγομένης, εσφαλμένος κρίνεται ο προσδιορισμός του μέσου όρου της υπερωριακής αμοιβής του ενάγοντος, που αρκεί για την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως κατά το ερευνώμενο κεφάλαιό της. Επίσης, σφάλμα κατά τον προσδιορισμό των μηνιαίων αποδοχών της ενάγουσας εμφιλοχώρησε και κατά τον υπολογισμό του επιδόματος ιματισμού στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, αφού τούτο, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψης της παρούσας, δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθόσον η κύρια και βασική αιτία χορήγησής του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου. Επομένως, με συνυπολογισμό του μέσου όρου της υπερωριακής αμοιβής του ενάγοντος στα πλαίσια της δεύτερης ναυτολόγησής του, ήτοι κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2018 έως 1.11.2018, εντός του οποίου πραγματοποιήθηκαν τα επίδικα δρομολόγια, που ισούται προς χίλια τριακόσια τριάντα ευρώ και εβδομήντα λεπτά [9.536,66 € καθ’ όλη τη χρονική περίοδο της δεύτερης ναυτολογήσεώς της δια 215 ημέρες συνολικής διάρκειάς της Χ 30 μέρες/μήνα = 1.330,70 (κατόπιν στρογγυλοποίησης €] ο ενάγων δικαιούται, για την εν λόγω αιτία και δεδομένου ότι, από κανέναν των διαδίκων δεν πλήττεται το αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως ότι, τα δρομολόγια εξπρές, που πραγματοποίησε το ανωτέρω πλοίο, ανήρχοντο σε 12,86, πρόσθετη αμοιβή ανερχομένη στο ποσό των ευρώ [μισθός ενεργείας 1.181,15 € + επ. Κυρ. 259,85 € + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 € + αντίτιμο τροφής  587,70 €  + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 425,45 € + μέσος όρος υπερωριών κατά μήνα 1.330,70 € + μέσος όρος μηνιαίου επιδόματος άγονης γραμμής 47,00 €, όπως ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του και δεν αμφισβητείται υπό της εναγομένης) =  3.867,77 Χ 1/30  Χ 12,86 δρομολόγια όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη, διάταξη η οποία δεν επλήγη από κανέναν των διαδίκων = ] 1.657,98 ευρώ από το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 879,38 €, όπως δέχθηκε κατά τα άνω η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν επλήγη από κανέναν των διαδίκων, με αποτέλεσμα η εναγομένη να εξακολουθεί να οφείλει στον ενάγοντα  για την ίδια αιτία το χρηματικό ποσό των επτακοσίων εβδομήντα οκτώ ευρώ και εξήντα λεπτών (1.657,98 € – 879,38 € = 778,60 €). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων κατά το βάσιμο σχετικό τέταρτο λόγο της ένδικης Β έφεσης.

[IV] Από τη διάταξη του άρθρου 14 των προαναφερθεισών ΣΣΝΕ, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι, οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον, η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212 = ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011/387), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 164/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ο.π., ΕφΠειρ. 177/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 517/2011, αδημ.) και συνυπολογίζεται μόνον αν πραγματοποιούνται τακτικά δρομολόγια εξπρές και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (ΤριμΕφΠειρ. 66/2013, ΜονΕφΠειρ. 590/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 364/2012, αδημ.). Εν προκειμένω, με την αγωγή του ο ενάγων, αξίωσε όπως του επιδικασθεί ως υπόλοιπο επιδόματος εορτών Πάσχα 2018 για την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2018 έως 25.1.2018 και από 1.4.2018 έως 30.4.2018 το ποσό των ευρώ 826,35, ως υπόλοιπο επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2019 για την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2018 έως 1.11.2018, το ποσό των ευρώ 2.779,20 και ως υπόλοιπο επιδόματος εορτών Πάσχα 2019 για την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, κατά το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 18.3.2019, το ποσό των ευρώ 714,06. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού έκρινε την απαίτηση αυτή του ενάγοντος νόμιμη, ακολούθως, με βάση ότι οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές αυτού, συμπεριλαμβανομένου σ’ αυτές και του επιδόματος ιματισμού, εσφαλμένως κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, κατά τον βάσιμο τρίτο λόγο της έφεσης της εναγομένης, παγίως και σταθερώς, σε τέσσερις χιλιάδες εξακόσια είκοσι ένα ευρώ και εβδομήντα λεπτά (4.621,70 €) κατά το έτος 2018 και σε τρεις χιλιάδες πεντακόσια ενενήντα τέσσερα ευρώ και δέκα έξι λεπτά (3.594,16 €) κατά το έτος 2019 και με συνυπολογισμό α] του μέσου όρου της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεών του, που κατά τις παραδοχές της ανερχόταν για την εργασία του κατά τις καθημερινές και Κυριακές σε τριακόσια ογδόντα εννέα ευρώ και τριάντα τρία λεπτά (389,33 €) όσον αφορά στο έτος 2018 και σε εκατόν έξι ευρώ και εβδομήντα επτά λεπτά (106,77) όσον αφορά στο έτος 2019, β] του μέσου όρου της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεών του, που κατά τις παραδοχές της ανερχόταν για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου σε χίλια εκατόν ενενήντα οκτώ ευρώ και τριάντα δύο λεπτά (1.198,32 €) όσον αφορά στο έτος 2018 και σε πεντακόσια ογδόντα επτά ευρώ και εξήντα έξι λεπτά (587,66 €) όσον αφορά στο έτος 2019 και γ) του μέσου όρου της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεών του, που κατά τις παραδοχές της ανερχόταν για την εργασία του κατά τις ημέρες αργίας σε τριακόσια εξήντα οκτώ ευρώ και επτά λεπτά (368,07 €) όσον αφορά στο έτος 2018 και σε εκατόν ογδόντα ευρώ και πενήντα ένα λεπτά (180,51 €) όσον αφορά στο έτος 2019, και συνολικά του μέσου όρου της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεών του, που κατά τις παραδοχές της ανερχόταν στο ποσό των ευρώ (389,33 + 1.198,32 + 368,07 =) 1.955,72 όσον αφορά στο έτος 2018 και στο ποσό των ευρώ (106,77 + 587,66 + 180,51 =) 874,94 όσον αφορά στο έτος 2019, η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε περαιτέρω ότι (α) η δικαιούμενη υπό του ενάγοντος αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα 2018, ανερχόταν στο συνολικό χρηματικό των ευρώ 1.059,09, από το οποίο ποσό αφήρεσε μόνον το ποσό των ευρώ 249,35 ευρώ, κατά παραδοχή της περί καταβολής ένστασης της εναγομένης, δίχως εν τούτοις να αφαιρέσει και το ποσό ευρώ 215,90 που ο ίδιος ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του ότι έλαβε για την αιτία αυτή από την εναγομένη, με αποτέλεσμα να του επιδικάσει για την αιτία αυτή το χρηματικό ποσό των ευρώ 809,74, (β) η δικαιούμενη υπό του ενάγοντος αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2018, ανερχόταν στο συνολικό χρηματικό των ευρώ 3.601,26, από το οποίο ποσό αφήρεσε το ποσό των ευρώ 1.120,70, όπως ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του, με αποτέλεσμα να του επιδικάσει για την αιτία αυτή το χρηματικό ποσό των ευρώ 2.480,56 και (γ) η δικαιούμενη υπό του ενάγοντος αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα 2019 για την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ, ανερχόταν στο συνολικό χρηματικό των ευρώ 958,40, από το οποίο ποσό αφήρεσε μόνον το ποσό των ευρώ 544,16 ευρώ, κατά παραδοχή της περί καταβολής ένστασης της εναγομένης, με αποτέλεσμα να του επιδικάσει για την αιτία αυτή το χρηματικό ποσό των ευρώ 414,24. Κατά της κρίσεως αυτής της εκκαλουμένης αποφάσεως, διαμαρτύρονται αμφότερες οι διάδικες πλευρές και δη ο εκκαλών ενάγων, με τον πρώτο λόγο έφεσης αιτιώμενος ότι συνυπολογίστηκε εσφαλμένα ο μέσος όρος της υπερωριακής εργασίας του όσον αφορά στον προσδιορισμό του υπολοίπου της αναλογίας Δώρου Πάσχα 2019 και η εκκαλούσα – εναγομένη αιτιώμενη εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων. Συγκεκριμένα, επικαλείται με τον τρίτο λόγο έφεσης, ότι (α) για τον προσδιορισμό των επίμαχων επιδομάτων εορτών, συνυπολογίστηκε εσφαλμένα ο μέσος όρος της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, επιπλέον δε (β) ότι εσφαλμένως συνυπολογίσθηκε και το επίδομα ιματισμού και γ) ότι εσφαλμένως, όσον αφορά στο Δώρο Πάσχα 2018, δε συνυπολόγισε στις καταβολές, πλέον του ποσού των ευρώ 249,35 ευρώ που αυτή είχε ισχυρισθεί δια των προτάσεών της ότι κατέβαλε στον ενάγοντα την 8.5.2018 και το ποσό των ευρώ 215,90, το οποίο ήδη ο ενάγων, με την ένδικη αγωγή, ομολογούσε ότι είχε λάβει για την εν λόγω αιτία και το ποσό αυτό είχε αφαιρέσει από το αξιούμενο υπόλοιπο της αναλογίας του εν λόγω επιδόματος. Κατά παραδοχή ως βάσιμων των σχετικών αιτιάσεων των διαδίκων που περιέχονται στις ένδικες εφέσεις τους και δη του ενάγοντος, όσον αφορά στον προσδιορισμό του επιδόματος εορτών Πάσχα 2019 και κατά τα λοιπά ένδικα επιδόματα εορτών των σχετικών αιτιάσεων της εναγομένης, εσφαλμένος κρίνεται ο προσδιορισμός του μέσου όρου της υπερωριακής αμοιβής του ενάγοντος που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των εν λόγω επιδομάτων εορτών, που αρκεί για την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως κατά το ερευνώμενο κεφάλαιό της. Επίσης σφάλμα κατά τον προσδιορισμό των μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος εμφιλοχώρησε και κατά τον υπολογισμό του επιδόματος ιματισμού στις τακτικές αποδοχές αυτού, αφού τούτο, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψης της παρούσας, δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθόσον η κύρια και βασική αιτία χορήγησής του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου, επιπροσθέτως δε, όπως η εναγομένη υποστηρίζει με την έφεσή της, ο ενάγων δεν αξίωνε όπως συνυπολογισθεί και το εν λόγω επίδομα στις τακτικές αποδοχές του για τον προσδιορισμό των εν λόγω επιδομάτων εορτών. Ο ενάγων, ο οποίος στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, εργάσθηκε επί του ανωτέρω πλοίου από την 1.1.2018 έως την 25.1.2018, εδικαιούτο αναλογίας επιδόματος Δώρου Εορτών Πάσχα 2018, υπολογιζόμενο επί των ανά μήνα συμφωνηθέντων και νομίμων τακτικών αποδοχών του, μεταξύ των οποίων και του μέσου όρου υπερωριακής αμοιβής αυτού, υπολογιζομένου εν τούτοις, λόγω των διαφορετικών ναυτολογήσεων και επομένως διαφορετικών συμβάσεων εργασίας, ανά ναυτολόγηση [ΑΠ 741/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ] ήτοι εν προκειμένω του μέσου όρου της εν λόγω αμοιβής στα πλαίσια της εν λόγω πρώτης σύμβασης ναυτολόγησης, ανήρχετο στο ποσό των {[μισθός ενεργείας 1.181,15 € + επ. Κυρ. 259,85 € + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 € + αντίτιμο τροφής  587,70 €  + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 425,45 € + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή απασχόληση [(ευρώ 989,02 για υπερωριακή απασχόληση από 1-1-2018 έως 25-1-2018/25 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος επί 30=)] 1.186,82 = 3.676,89 δια 2 επί 1/15 = 122,56 ανά οκτώ ημέρες εργασίας επί (25 ημέρες εν λόγω χρονικού διαστήματος δια 8=) 3,125=] 383,00. Περαιτέρω, ο ενάγων, ο οποίος στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων, εργάσθηκε επί του ανωτέρω πλοίου από την 1.4.2018 έως την 30.4.2018, εδικαιούτο αναλογία επιδόματος Δώρου Εορτών Πάσχα 2018 στα πλαίσια της εν λόγω δεύτερης σύμβασης ναυτολόγησης, το οποίο, υπολογιζόμενο επί των συμφωνηθέντων και νομίμων τακτικών αποδοχών του ενάγοντος ανά μήνα, του μέσου όρου δε υπερωριακής αμοιβής αυτού, υπολογιζομένου, λόγω των διαφορετικών ναυτολογήσεων και επομένως διαφορετικών συμβάσεων εργασίας ανά ναυτολόγηση, ήτοι εν προκειμένω στα πλαίσια της εν λόγω δεύτερης ναυτολόγησης και μάλιστα από 1.4.2018 έως 30.4.2018, ανήρχετο στο ποσό των {[μισθός ενεργείας 1.181,15 € + επ. Κυρ. 259,85 € + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 € + αντίτιμο τροφής  587,70 €  + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 425,45 € + μηνιαία αμοιβή του ενάγοντος για υπερωριακή απασχόληση εκ ποσού ευρώ 1.378,51 από 1-4-2018 έως 30-4-2018 = 3.868,58 δια 2 επί 1/15 = 128,95 ανά οκτώ ημέρες εργασίας επί (30 ημέρες εν λόγω χρονικού διαστήματος δια 8=) 3,75=] 483,56. Συνολικά, ο ενάγων, για αναλογία Δώρου Πάσχα 2018, εδικαιούτο το ποσό των ευρώ (383,00 + 483,56=) 866,56 και όχι στο ποσό των ευρώ 1.059,09, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο τρίτο λόγο της έφεσης της εναγομένης δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Έναντι του ποσού αυτού, όπως αποδεικνύεται από την από 5.4.2018 απόδειξη μισθοδοσίας του ενάγοντος, αυτός έλαβε το ποσό των ευρώ 215,90, όπως εξάλλου και ο ίδιος ανέφερε στην αγωγή του. Επιπλέον τούτων, όπως βασίμως και κατά τρόπο ορισμένο ισχυρίζεται η εναγομένη με τον τρίτο λόγο έφεσης, η ίδια κατέβαλε στον ενάγοντα και το ποσό των ευρώ 249,35, όπως τούτο αποδεικνύεται από την εκδοθείσα υπ’ αυτής από 9.5.2018 απόδειξη, σε συνδυασμό με τη συνημμένη εντολής μεταφοράς του καθαρού ποσού των ευρώ 218,79 στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος και τη μη αμφισβήτηση υπό του τελευταίου ότι πράγματι το ανωτέρω ποσό κατετέθη στον τραπεζικό του λογαριασμό. Ως εκ τούτου, έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία δέχθηκε ότι, για την εν λόγω αιτία, ο ενάγων έλαβε μόνον το ποσό των ευρώ 249,35, ενώ ως απεδείχθη, όπως άλλωστε ο ίδιος ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του, αυτός, για την ανωτέρω αιτία, έλαβε και το ποσό των ευρώ 215,90, κατά τον βάσιμο κατά τούτο τρίτο λόγο έφεσης της εναγομένης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εναγομένη ανέφερε στις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ότι το ποσό αυτό των 249,35 ευρώ που κατέβαλε στον ενάγοντα αποτελούσε καταβολή πέραν και επιπλέον του ποσού των ευρώ 215,90 που ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του (σχετ. σελ. 6-7 προτάσεων). Επομένως, η εναγομένη συνεχίζει να οφείλει στον ενάγοντα για αναλογία Δώρου Πάσχα 2018 το ποσό των ευρώ [866,56 – (249,35 + 215,90=) 465,25=] 401,31. Έσφαλε, επομένως η εκκαλουμένη απόφαση περί την εκτίμηση των αποδείξεων, η οποία δέχθηκε ότι, για την εν λόγω αιτία, η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 809,74, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του τρίτο λόγο έφεσης της εναγομένης. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, ο ενάγων, στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων, η οποία διήρκησε από 1.4.2018 έως 1.11.2018, εργάσθηκε κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2018 έως 1.11.2018.  Αποδεικνύεται επομένως ότι, ο ενάγων εδικαιούτο αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2018, υπολογιζομένων επί των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος που αυτός ελάμβανε κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2018 έως 1.11.2018, χωρίς ωστόσο να συνυπολογίζεται και το επίδομα ιματισμού, κατά τον βάσιμο τρίτο λόγο έφεσης της εναγομένης. Συγκεκριμένα, ο ενάγων για επίδομα Δώρου Χριστουγέννων 2019 εδικαιούτο το ποσό των ευρώ {[ μισθός ενεργείας 1.181,15 € + επ. Κυρ. 259,85 € + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 € + αντίτιμο τροφής  587,70 €  + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 425,45 € + μέσος όρος μηνιαίου επιδόματος άγονης γραμμής 47,00 € +  μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 8.158,15 για υπερωριακή απασχόληση από 1.5.2018 έως 1.11.2018 δια 185 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα επί 30=) 1.322,94 (και όχι το ποσό των ευρώ 1.955,72 όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο τρίτο λόγο της έφεσης της εναγομένης, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση) =] 3.860,01 επί 2/25  επί (185 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19=) 9,7368 δεκαεννιαήμερα=} 3.006,73 και όχι το ποσό των ευρώ 3.601,26 που δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο τρίτο λόγο έφεσης της εναγομένης κατά τούτο. Έναντι του ποσού αυτού, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται από κανέναν των διαδίκων, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 1.120,70 και επομένως, αυτή (εναγομένη) συνεχίζει να του οφείλει, για την εν λόγω αιτία, το ποσό των ευρώ (3.006,73 μείον 1.120,70=) 1.886,03. Έσφαλε, επομένως η εκκαλουμένη απόφαση περί την εκτίμηση των αποδείξεων, η οποία δέχθηκε ότι, για την εν λόγω αιτία, η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 2.480,56, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του τρίτο λόγο έφεσης της εναγομένης. Περαιτέρω, ο ενάγων, ο οποίος στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, εργάσθηκε επί του ανωτέρω πλοίου ΝΣ από την 14.1.2019 έως την 18.3.2019, εδικαιούτο αναλογία επιδόματος Εορτών Πάσχα 2019. Για τον υπολογισμό των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος κατά τον βάσιμο ισχυρισμό της εναγομένης, που περιέχεται στον τέταρτο λόγο της ένδικης έφεσής της, δεν θα πρέπει να συνυπολογισθεί το επίδομα ιματισμού, όπως αναλύεται στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας. Ο ενάγων, για την εν λόγω αιτία, εδικαιούτο το ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 2.636,10 για υπερωριακή απασχόληση από 14-1-2019 έως 18-3-2019/64  ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος επί 30=)] 1.235,67 (και όχι το ποσό των ευρώ 874,94 όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του τετάρτου λόγου εφέσεως της εναγομένης) = 3.775,48 δια 2 επί 1/15 = 125,85 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) ανά οκτώ ημέρες εργασίας επί (64 ημέρες εν λόγω χρονικού διαστήματος δια 8=) 8,00=] 1.006,80 και όχι το ποσό των ευρώ 958,40, κατά το εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο έφεσης του ενάγοντος. Έναντι του ποσού αυτού, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 544,16 και επομένως η εναγομένη, για την εν λόγω αιτία συνεχίζει να του οφείλει το ποσό των ευρώ (1.006,80 μείον 544,16=) 462,64, και όχι το ποσό των ευρώ 414,24, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση.

[V] Περαιτέρω, όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο ενάγων εργάσθηκε στο πλοίο ΝΜ, ήτοι από την 2.4.2019 έως την 8.4.2019, αυτός πράγματι εργαζόταν επί δέκα τέσσερις ώρες ημερησίως. Ως εκ τούτου, αυτός εδικαιούτο για την υπερωριακή του εργασία για πέντε ημέρες καθημερινές, μία ημέρα Κυριακής και μία ημέρα Σαββάτου, αμοιβή, ανερχόμενη για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(5 καθημερινές επί 6 ώρες=) 30 +  (1 ημέρα Κυριακής επί 6 ώρες =) 6=] τριάντα έξι [36] ώρες υπερωριακής εργασίας κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (36 επί 8,70=) 313,20 και για την υπερωριακή του εργασία κατά την μία ημέρα Σαββάτου, ήτοι για  (1 επί 14=) δέκα τέσσερις [14] ώρες  υπερωριακής εργασίας, το ποσό των ευρώ (14 επί 10,44=) 146,16. Όμοια κρίνοντας και η εκκαλουμένη απόφαση, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου, κατά τούτο, δευτέρου λόγου της έφεσης της εναγομένης. Συνολικά για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές ημέρες καθώς επίσης και κατά τις ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών, ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 459,36, έναντι του οποίου, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ (39,00 + 106,00=) 145,00 και ως εκ τούτου δικαιούται για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (459,36 μείον 145,00=) 314,36, όπως κατ’ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου, κατά τούτο, του περί του αντιθέτου δευτέρου λόγου έφεσης της εναγομένης.

[VΙ] Με την αγωγή του ο ενάγων, αξίωσε όπως του επιδικασθεί ως αναλογία επιδόματος Πάσχα 2019, για την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ, κατά το χρονικό διάστημα από 2.4.2019 έως 8.4.2018, το ποσό των ευρώ 145,18. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού έκρινε την απαίτηση αυτή του ενάγοντος νόμιμη, ακολούθως, με βάση ότι οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, συμπεριλαμβανομένου σ’ αυτές και του επιδόματος ιματισμού, εσφαλμένως κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, κατά τον βάσιμο τρίτο λόγο της έφεσης της εναγομένης, ανέρχονταν σε τρεις χιλιάδες τριακόσια εξήντα έξι ευρώ και τριάντα δύο λεπτά (3.366,32 €) και με συνυπολογισμό α] του μέσου όρου της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, κατά τη διάρκεια της εν λόγω ναυτολογήσεως, που κατά τις παραδοχές της ανερχόταν για την εργασία του κατά τις καθημερινές και Κυριακές κατά μέσο όρο στο ποσό των ευρώ 14,23 και για την εργασία του κατά τη μία ημέρα Σαββάτου του εν λόγω χρονικού διαστήματος σε 632,87 ευρώ και συνολικά κατά μέσο όρο στο ποσό των 647,10 ευρώ, η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε περαιτέρω ότι η δικαιούμενη υπό του ενάγοντος αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα 2019, για την εργασία του στο πλοίο ΝΜ, ανερχόταν στο συνολικό χρηματικό των ευρώ 98,18, το οποίο και επεδίκασε. Κατά της κρίσεως αυτής της εκκαλουμένης αποφάσεως, διαμαρτύρονται αμφότερες οι διάδικες πλευρές και δη ο εκκαλών ενάγων, με τον δεύτερο λόγο έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, αιτιώμενος ότι συνυπολογίστηκε εσφαλμένα ο μέσος όρος της υπερωριακής εργασίας του κατά το επίδικο διάστημα, με συνέπεια και υπό την εκδοχή ότι πράγματι εργάσθηκε επί δέκα τέσσερις ώρες ημερησίως, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και όχι επί δέκα επτά ώρες κατά τον αγωγικό ισχυρισμό, ο υπολογισμός του αναλογούντος σε αυτόν ανωτέρω επιδόματος εορτών, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, υπολογίσθηκε επί τη βάσει τακτικών αποδοχών και δη συμπεριληφθέντος μέσου όρου αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση μικρότερο του προκύπτοντος  με δεδομένη την επί δέκα τέσσερις ώρες υπερωριακή εργασία του. Η εκκαλούσα – εναγομένη, με τον τρίτο λόγο έφεσης, αιτιάται εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων. Συγκεκριμένα, επικαλείται με τον τρίτο λόγο, ότι (α) για τον προσδιορισμό του επίμαχου επιδόματος, συνυπολογίστηκε εσφαλμένα ο μέσος όρος της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, επιπλέον δε (β) ότι εσφαλμένως συνυπολογίσθηκε και το επίδομα ιματισμού κατά τον προσδιορισμό των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος επί τη βάση των οποίων υπολογίσθηκε το εν λόγω επίδομα και γ) ότι εσφαλμένως, υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, έγινε δεκτό ότι, έναντι της εν λόγω απαίτησης του ενάγοντος, ουδέν ποσό κατεβλήθη, με αποτέλεσμα να του επιδικάσει όλο το ποσό των ευρώ 98,18 στο οποίο, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα προσδιόρισε το εν λόγω επίδομα, αν και η ίδια, προσάγοντας τις σχετικές αποδείξεις μισθοδοσίας μηνός Απριλίου 2019, στις οποίες έχει ενσωματωθεί και το εν λόγω επίδομα εορτών για την εν λόγω αιτία, απέδειξε ότι ο ενάγων είχε λάβει, για την εν λόγω αιτία, το ποσό των ευρώ 67,55. Εν προκειμένω, πράγματι αποδεικνύεται ότι ο μέσος όρος μηνιαίως της αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στο ανωτέρω πλοίο από 2.4.2019 έως 8.4.2019, ανήρχετο στο ποσό των ευρώ [(ευρώ 459,36 για υπερωριακή απασχόληση από 2.4.2019 έως την 8.4.2019/7  ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος επί 30=)] 1.968,68. Κατά παραδοχή ως βασίμου του σχετικού δευτέρου λόγου έφεσης του ενάγοντος κατά το πρώτο του σκέλος, πρέπει κατά τούτο να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά το ερευνώμενο κεφάλαιό της και το παρόν Δικαστήριο αφού κρατήσει την υπόθεση να ερευνήσει αυτό (άρθρο 535 ΚΠολΔ. Ο ενάγων, συνεπεία της εργασίας του στο ανωτέρω πλοίο, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, εδικαιούτο αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2019. Συγκεκριμένα, χωρίς τον υπολογισμό του επιδόματος ιματισμού στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, αφού τούτο, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψης της παρούσας, δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθόσον η κύρια και βασική αιτία χορήγησής του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου, δεδομένου μάλιστα ότι ο ενάγων δεν ζητά με την αγωγή του τέτοιο συνυπολογισμό, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων, για αναλογία επιδόματος Πάσχα 2019 από την απασχόλησή του στο πλοίο ΝΜ, εδικαιούτο το ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 459,36 για υπερωριακή απασχόληση από 2.4.2019 έως την 8.4.2019/7  ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος επί 30=)] 1.968,68 = 4.508,49 δια 2 επί 1/15 = 150,28  ανά οκτώ ημέρες εργασίας επί (7 ημέρες εν λόγω χρονικού διαστήματος δια 8=) 0,875 =] 131,49 και όχι το ποσό των ευρώ 98,18, κατά το εν μέρει βάσιμο στην ουσία του δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, κατά το πρώτο σκέλος του. Έναντι του ποσού αυτού, η εναγομένη ισχυρίσθηκε ότι κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 67,55. Ο ισχυρισμός αυτός, ως ένσταση καταβολής (άρθρο 416 ΑΚ), ο οποίος δεν προβλήθηκε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου αφού η εναγομένη ουδέν περί τούτου ανέφερε, παραδεκτώς προβάλλεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, εφόσον η εκκαλουμένη απόφαση, κατά το εν λόγω κονδύλιο, εξαφανίσθηκε για έτερο λόγο. Εν τούτοις, η εναγομένη δεν προσκομίζει σχετική έγγραφη απόδειξη από την οποία να προκύπτει ότι πράγματι αυτή, έναντι της απαίτησης του ενάγοντος για καταβολή της αναλογίας Δώρου Πάσχα 2019 που αυτός δικαιούται από την απασχόλησή του στο ανωτέρω πλοίο, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, του κατέβαλε το ποσό που αυτή επικαλείται, ήτοι το ποσό των ευρώ 67,55. Μάλιστα κανείς των διαδίκων δεν προσκομίζει την απόδειξη μισθοδοσίας του ενάγοντος μηνός Απριλίου 2019. Η εναγομένη βέβαια προσκομίζει ως σχετικό 5 αναλυτική κατάσταση μισθοδοσίας του ενάγοντος που αφορά το εν λόγω πλοίο, στην οποία αυτή φέρεται να έχει καταχωρήσει πράγματι καταβολές στον ενάγοντα για Δώρο Πάσχα, τα ποσά των ευρώ 51,19 και 16,36. Εν τούτοις, το εν λόγω έγγραφο δεν φέρει την υπογραφή του ενάγοντος. Επιπροσθέτως, η εναγομένη αν και ηδύνατο ευχερώς, δεν προσκομίζει την απόδειξη μισθοδοσίας του ενάγοντος του μηνός Απριλίου 2019, ούτε αποδεικτικό καταβολής των εν λόγω ποσών στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος, Ως εκ τούτου και δεδομένου ότι ο ενάγων ήδη με την ένδικη αγωγή του ισχυρίσθηκε ότι ουδέν ποσό έλαβε για την εν λόγω αιτία, ο περί καταβολής ισχυρισμός της εναγομένης του ποσού των ευρώ 67,55 στο ενάγοντα για την εν λόγω αιτία, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του. Αποδεικνύεται επομένως ότι η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα για αναλογία Δώρου Πάσχα 2019 από την εργασία του στο πλοίο ΝΜ κατά το χρονικό διάστημα από 2.4.2019 έως 8.4.2018 , το ποσό των ευρώ 131,49.

[VΙΙ] Κατά τη διάταξη του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ “εάν ο μισθός συνωμολογήθη κατά μήνα ο ναυτικός δικαιούται εις τον μισθόν των μηνών και ημερών, καθ’ ας διήρκεσεν η ναυτολόγησις. Εάν όμως αύτη διήρκεσεν έλασσον του μηνός ο ναυτικός δικαιούται εις πλήρη μηνιαίον μισθόν. Ως πλήρης ημέρα θεωρείται και η απλώς αρξαμένη”. Από τη διάταξη αυτή, η οποία δεν κάνει διάκριση ως προς τον τρόπο λύσεως της συμβάσεως ναυτολογήσεως προ τη παρελεύσεως μηνός από της καταρτίσεως της, σε συνδυασμό και με τη διάταξη του άρθρου 65 του ΚΙΝΔ, κατά την οποία ο ναυτικός που αδικαιολόγητα δεν παρέχει τις υπηρεσίες του στερείται του αναλόγου μισθού, σαφώς συνάγεται, ότι μόνο εάν η λύση της συμβάσεως προήλθε εξ υπαιτιότητας ή εκ της αποκλειστικής βουλήσεως του ιδίου του ναυτικού, δεν δικαιούται αυτός πλήρους μισθού. Επομένως εκείνος του οποίου η σύμβαση ναυτολογήσεως με μηνιαίο μισθό λύθηκε, προ τη παρελεύσεως μηνός, με αμοιβαία συναίνεση, δικαιούται σε πλήρη μισθό, αφού η απόλυση αυτού από τον πλοίαρχο με την συναίνεσή του, δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα ή στην αποκλειστική βούληση του ναυτικού, ισχυρισμός που αποτελεί ένσταση [ΑΠ 1224/2019 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου], στην οποία και μόνον περίπτωση, κατ’ εφαρμογή της τελευταίας διατάξεως, δεν δικαιούται πλήρη μισθό ο ναυτικός [ΑΠ 326/2017 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου]. Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων με την ένδικη αγωγή, ισχυρίσθηκε ότι, την 2.4.2019, ναυτολογήθηκε στον Πειραιά, στο υπό ελληνική σημαία ανωτέρω πλοίο ΝΜ, με μηνιαίο μισθό και δη τον προβλεπόμενο στην εκάστοτε ισχύουσα ΣΣΝΕ πλέον του ποσού των ευρώ 472,72 για αμοιβή του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών. Ότι στο εν λόγω πλοίο, εργάσθηκε με την ανωτέρω ειδικότητα έως την 8.4.2019, οπότε η ανωτέρω σύμβαση ναυτολόγησής του ελύθη «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου του εν λόγω πλοίου. Εκ του λόγου δε τούτου, αξίωσε την καταβολή του ποσού των ευρώ 2.309,61 που αφορά στις αποδοχές που υπολείπονται από τις καταβληθείσες, για την ανωτέρω εργασία του ενάγοντος στο πλοίο ΝΜ, έως της συμπληρώσεως των συμφωνημένων αποδοχών αυτού, που αναλογούν σε ένα μήνα εργασίας του. Η εναγομένη, κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου διαδικασία, ισχυρίσθηκε με τις έγγραφες προτάσεις της ότι, η απόλυση του ενάγοντος, ο οποίος πράγματι απελύθη προ της συμπληρώσεως ενός μηνός από της ναυτολογήσεώς του, δεν οφείλεται σε ιδική της υπαιτιότητα, καθόσον ο ίδιος ο ενάγων ζήτησε την απόλυσή του, για προσωπικούς του λόγους και όχι ο πλοίαρχος του πλοίου. Ισχυρίσθηκε περαιτέρω, ότι η ίδια δεν είχε πρόθεση να απολύσει τον ενάγοντα, αλλά επιθυμούσε τη συνέχιση της συνεργασίας μαζί του, διότι σε αντίθετη περίπτωση δεν θα ναυτολογούσε τον ενάγοντα στο ανωτέρω πλοίο την 2.4.2019. Πλην όμως, εφόσον ο ίδιος ο ενάγων επιθυμούσε την αποναυτολόγησή του, η ίδια συνήνεσε στην απόλυσή του. Μάλιστα, επικαλέστηκε το με αριθμό …./…/2019 έγγραφο, ως φέρων την υπογραφή του ιδίου του ενάγοντος και του πλοιάρχου του πλοίου από το οποίο αποδεικνύεται, κατά τους ισχυρισμούς της, ότι ο ενάγων αιτήθηκε την απόλυσή του στο λιμάνι του Πειραιά, την 8.4.2019, για προσωπικούς του λόγους. Κατόπιν αυτών, η εναγομένη υποστήριξε ότι ο ενάγων δεν δικαιούται τις αποδοχές ενός πλήρους μηνός, καθώς επίσης ότι, η σχετική αξίωσή του προβάλλεται καταχρηστικά και καθ’ υπέρβαση του οικονομικού και κοινωνικού σκοπού για τον οποίο είχε θεσπισθεί η διάταξη του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, ήτοι κατά παράβαση του άρθρου 281 ΑΚ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, τον ανωτέρω ισχυρισμό της εναγομένης, καθό μέρος επεχειρήθη η θεμελίωσή του στις διατάξεις του άρθρου 281 ΑΚ, έκρινε ως μη νόμιμο και απέρριψε αυτόν εκ του λόγου τούτου. Παράλληλα, εν τούτοις, εκτίμησε ότι, ο ίδιος ισχυρισμός της εναγομένης, περιείχε νόμιμη ένσταση εκ μέρους της (εναγομένης) ότι η εν λόγω σύμβαση ναυτολόγησης, έληξε προ της παρελεύσεως μηνός από τη ναυτολόγηση του ενάγοντος, από την αποκλειστική βούληση αυτού. Ακολούθως, δέχθηκε τον εν λόγω ισχυρισμός ως βάσιμο και στην ουσία του και απέρριψε, εκ του λόγου τούτου, την αγωγή του ενάγοντος. Ειδικότερα, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων δεν δικαιούται το αγωγικό κονδύλιο ύψους 2.309,61 ευρώ, παρόλο που είχε συμφωνηθεί η παροχή μηνιαίου μισθού και στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος αναγράφεται ότι η σύμβαση λύθηκε «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου του ανωτέρω πλοίου, διότι, όπως αποδεικνύεται από έγγραφο φέρον την υπογραφή του ενάγοντος, ο τελευταίος ζήτησε την απόλυσή του για προσωπικούς του λόγους. Ο τελευταίος (ενάγων), με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής του, κατά το δεύτερο σκέλος του, πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση ως προς το ανωτέρω αποδεικτικό της πόρισμα, αλλά και για πλημμελή εφαρμογή και ερμηνεία της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ και του άρθρου 361 ΑΚ, επικαλούμενος περαιτέρω ότι η εν λόγω σύμβαση ναυτολόγησης ελύθη με κοινή συναίνεση αυτού και του πλοιάρχου του πλοίου, προ της παρελεύσεως μηνός και όχι από ιδική του υπαιτιότητα και χωρίς αποκλειστικά δική του βούληση, με αποτέλεσμα η εναγομένη να του οφείλει το υπόλοιπο των αποδοχών του έως της συμπληρώσεως των αποδοχών του ενός πλήρους μισθού, κατά τις προβλέψεις του ανωτέρω άρθρου 60 του ΚΙΝΔ. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, αποδεικνύεται ότι, ο ενάγων, την 2.4.2019 ναυτολογήθηκε στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ αντί μισθού που συμφωνήθηκε κατά μήνα και δη των αποδοχών που προβλέπονται από την ανωτέρω εφαρμοστέα ΣΣΝΕ Πληρώματος Επιβατηγών – Ακτοπλοϊκών πλοίων όπως αυτή εκάστοτε ισχύει, όπως ο ίδιος ισχυρίσθηκε κατ’ αρχήν με την αγωγή του (σελ. 2) και συνομολογήθηκε και υπό της εναγομένης. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, ο ενάγων απολύθηκε από το εν λόγω πλοίο την 8.4.2019, «αμοιβαία συναινέσει», ήτοι με συμφωνία, κατά τις διατάξεις του άρθρου 361 ΑΚ, των μερών, δεδομένου ότι αυτήν την αιτία απολύσεως του ενάγοντος ενέγραψε στο ναυτικό φυλλάδιο αυτού (ενάγοντος), ο πλοίαρχος του ανωτέρω πλοίου και εκπρόσωπος της εναγομένης. Και πράγματι, η εναγομένη προσκομίζει το με αριθμό ΩΠ:…….././2019 έγγραφο, το οποίο φέρει τη μη αμφισβητούμενη υπογραφή του ενάγοντος, του Πλοιάρχου του ανωτέρω πλοίου, καθώς επίσης και του Προϊσταμένου επιστασίας αυτού, από το οποίο προκύπτει ότι, ο ενάγων απευθυνόμενος στον Πλοίαρχο του ανωτέρω πλοίου ζητούσε, όπως αυτός, (Πλοίαρχος), κατ΄ ακριβή διατύπωση του εν λόγω εγγράφου «… μεριμνήσει για την απόλυσή του (ενάγοντος) …» από το ανωτέρω πλοίο, την 8.4.2019, στο λιμάνι του Πειραιά, για προσωπικούς του λόγους. Εν τούτοις, ο ενάγων απελύθη όχι από την ιδική του αποκλειστικά βούληση, ήτοι δια καταγγελίας της ένδικης σύμβασης ναυτολόγησης υπ’ αυτού, αλλά με κοινή συναίνεση ενάγοντος και Πλοιάρχου του πλοίου, εφόσον ως αιτία απόλυσης στο ανωτέρω ναυτικό φυλλάδιο ανεγράφη υπό του Πλοιάρχου του πλοίου και εκπροσώπου της εναγομένης, ο όρος «αμοιβαία συναινέσει». Και πράγματι, όταν ο Πλοίαρχος του πλοίου, ενεργών ως εκπρόσωπος του πλοιοκτήτη, όπως συμβαίνει και σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης ναυτολόγησης του ναυτικού που υπηρετεί στο πλοίο προβεί σε καταχώρηση του λόγου καταγγελίας και υπό την προϋπόθεση ότι ο απολυόμενος, δεν παρουσιάστηκε στη λιμενική ή προξενική αρχή, ως προς το λόγο καταγγελίας, το ναυτικό φυλλάδιο να μην έχει την αποδεικτική ισχύ του δημοσίου εγγράφου, και η σχετική καταχώρηση να είναι δεκτική ανταπόδειξης με κοινά αποδεικτικά μέσα και όχι μόνο με προσβολή του εγγράφου αυτού ως πλαστού, κατά το άρθρο 438  ΚΠολΔ υπό του ναυτικού (ΜονΕφΠειρ 435/2022 δημ. σε ιστοσελίδα ΕφΠειρ), εν τούτοις, εν προκειμένω, η εν λόγω καταχώρηση έγινε από τον Πλοίαρχο του πλοίου ενεργούντος ως εκπρόσωπός της, χωρίς παράλληλα η εναγομένη να δικαιολογεί τον λόγο για τον οποίο ο Πλοίαρχος του ανωτέρω πλοίου, ως εκπρόσωπος αυτής, ενέγραψε επί του ναυτικού φυλλαδίου του ενάγοντος, ως αιτιολογία απολύσεως αυτού (ενάγοντος) τη, με κοινή συναίνεση του Πλοιάρχου του πλοίου και του ενάγοντος, λύση της ένδικης σύμβασης ναυτολόγησης. Επιπροσθέτως, κατά τις διατάξεις του άρθρου 73 του ΚΙΝΔ, παρέχεται η δυνατότητα και στον ναυτικό να καταγγείλει τη σύμβαση ναυτολόγησης και μάλιστα κατά την παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου, χωρίς να αναμείνει μάλιστα την παρέλευση εννέα μηνών από της συνάψεως της σύμβασης ναυτολογήσεως, εφ’ όσον το πλοίο ευρίσκεται σε ελληνικό λιμάνι. Επομένως, όπως βασίμως υποστηρίζει ο ενάγων με τις προτάσεις του, ο ανωτέρω Πλοίαρχος του πλοίου, ηδύνατο ευχερώς να αναγράψει στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος ότι η λύση της εν λόγω σύμβασης έλαβε χώρα κατόπιν αιτήσεως του ενάγοντος, ήτοι κατόπιν ιδικής του καταγγελίας της εν λόγω σύμβασης ναυτολόγησης. Ενόψει των ανωτέρω, κρίνεται ότι, η απόλυση του ενάγοντος την 8.4.2019 έλαβε χώρα, όπως αναγράφεται στο ναυτικό του φυλλάδιο, δηλαδή συνεπεία αμοιβαίας συναίνεσης αυτού και του Πλοιάρχου του ανωτέρω πλοίου. Και υπό την εκδοχή, επομένως, ότι η εναγομένη στον ισχυρισμό της ότι η ένδικη σύμβαση ναυτολόγησης ελύθη διότι το ζήτησε ο ενάγων, περιέχει ισχυρισμό ότι η προ της παρελεύσεως μηνός από της ναυτολογήσεως του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, λύση της σύμβασης ναυτολόγησης οφείλεται στην αποκλειστική βούληση του ενάγοντος ναυτικού, όπως ο ισχυρισμός αυτός εκτιμήθηκε υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως και ακολούθως έγινε δεκτός και ως βάσιμος στην ουσία του, ο ισχυρισμός αυτός δεν αποδεικνύεται βάσιμος στην ουσία του, εφόσον απεδείχθη ότι η ένδικη σύμβαση ναυτολόγησης ελύθη με κοινή συναίνεση του ενάγοντος και του Πλοιάρχου του ανωτέρω πλοίου, με περαιτέρω αποτέλεσμα, ο ενάγων να δικαιούται, κατά τις διατάξεις του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, να λάβει το σύνολο των νομίμων και συμφωνημένων τακτικών αποδοχών του, διάρκειας ενός μηνός. Κατόπιν των ανωτέρω αποδειχθέντων, έσφαλε, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, κατά την εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, αλλά και κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, διότι απέρριψε το αίτημα του ενάγοντος προς καταβολή του υπολοίπου των μηνιαίων τακτικών αποδοχών του, που αντιστοιχούσαν στις ανωτέρω είκοσι τρεις (23) ημέρες, αν και απεδείχθη ότι η ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο διήρκησε μόνον επτά ημέρες και αποναυτολογήθηκε, πρό της συμπληρώσεως ενός μηνός από της ναυτολογήσεώς του, διότι δέχθηκε ως βάσιμη στην ουσία της σχετική ένσταση της εναγομένης ότι η λύση της εν λόγω σύμβασης ναυτολόγησης προήλθε εκ της αποκλειστικής βουλήσεως του ιδίου του ενάγοντος. Πρέπει, επομένως, κατά τούτο, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και το παρόν Δικαστήριο να κρατήσει και να δικάσει την ένδικη υπόθεση (άρθρο 535 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, οι νόμιμες τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ανήρχοντο κατά τον ένδικο χρόνο στο ποσό των ευρώ [μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €=] 2.539,61. Ο ενάγων, πλέον των ανωτέρω συμφωνημένων και νομίμων αποδοχών του, στα πλαίσια του εν λόγω αγωγικού κονδυλίου, ισχυρίζεται ότι, είχε συμφωνήσει με την εναγομένη, όπως λαμβάνει μηνιαίως και το ποσό των ευρώ 472,72, ως αμοιβή για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, εφόσον στις τακτικές αποδοχές επί τη βάσει των οποίων ζητεί όπως του επιδικασθεί για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ 2.309,61 ευρώ, περιλαμβάνει και το ποσό των ευρώ 472,72, αναφέροντας ως αιτιολογία «συμφωνημένη αμοιβή για τα Σάββατα και τις αργίες». Η εναγομένη, με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, δεν αμφισβητεί ειδικώς μεν στα πλαίσια του εν λόγω κονδυλίου ότι υπήρχε συμφωνία όπως καταβάλει το ποσό των ευρώ 472,72 μηνιαίως για την εργασία του ενάγοντος κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών εκάστου μηνός, πλην όμως η ίδια, ήδη από την, ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, διαδικασία, ανέφερε ότι, οι διάδικοι είχαν συμφωνήσει, όπως ο ενάγων αμείβεται σύμφωνα με τα οριζόμενα για την ειδικότητά του στην ισχύουσα ΣΣΝΕ Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων (σελ. 5), γεγονός από το οποίο δεν δύναται να συναχθεί σιωπηρή ομολογία της ως προς τον αγωγικό ισχυρισμό ότι είχε συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων ότι επιπλέον των νομίμων αποδοχών του ενάγοντος αυτός θα ελάμβανε και το ποσό των ευρώ 472,72. Ο ενάγων εξάλλου δεν προσκομίζει έγγραφη συμφωνία ναυτολόγησης, από την οποία να προκύπτει ότι πράγματι υπήρχε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων, ότι πέραν των προβλεπομένων στην ισχύουσα ανωτέρω ΣΣΝΕ, αυτός θα λαμβάνει και το ανωτέρω ποσό των ευρώ 472,72 μηνιαίως, για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών εκάστου μηνός. Περί τούτου δε ουδέν κατέθεσαν οι υπ’ αυτού εξετασθέντες μάρτυρες. Ως εκ τούτου, κρίνεται ότι, οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, κατά το επίδικο διάστημα, ανήρχοντο στο ανωτέρω ποσό των ευρώ 2.539,61. Ο ενάγων περαιτέρω, ισχυρίσθηκε ότι, έως της αποναυτολογήσεώς του από το ανωτέρω πλοίο είχε λάβει τις αποδοχές που αναλογούσαν στις επτά ημέρες που απασχολήθηκε, με αποτέλεσμα ως υπόλοιπο μηνιαίου μισθού για την ανωτέρω αιτία να δικαιούται τις τακτικές αποδοχές του που αναλογούν σε είκοσι τρεις ημέρες εργασίας, με αποτέλεσμα το υπόλοιπο του μηνιαίου μισθού του να ανέρχεται στο ποσό των ευρώ (2.539,61 δια 30 επί 23=) 1.947,03. Η εναγομένη, με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, επανέφερε τον ανωτέρω ισχυρισμό της περί καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος του ενάγοντος για καταβολή του υπολοίπου των τακτικών αποδοχών του έως της συμπληρώσεως ενός μηνός εργασίας, ήτοι των αναλογούντων σε είκοσι τρεις ημέρες απασχόλησης τακτικών ανωτέρω αποδοχών του. Ειδικότερα, η ίδια ισχυρίσθηκε ότι, εφόσον με το προμνημονευθέν έγγραφο το οποίο ο ενάγων υπέβαλε προς τον Πλοίαρχο του ανωτέρω πλοίου εζήτησε ο ίδιος την απόλυσή του την 8.4.2019 στο λιμάνι του Πειραιά, καταχρηστικά και καθ’ υπέρβαση του οικονομικού και κοινωνικού σκοπού, για τον οποίο θεσπίσθηκε η διάταξη του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, ο ίδιος αξιώνει με την αγωγή του τις ανωτέρω αποδοχές του. Εν τούτοις, ο ισχυρισμός αυτός, όπως αναλύεται ανωτέρω, είχε απορριφθεί ως μη νόμιμος υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ως ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος. Η εναγομένη, κατά της απορριπτικής αυτής διάταξης της εκκαλουμένης αποφάσεως, δεν άσκησε (επικουρική) έφεση ή έστω αντέφεση επί της εφέσεως του ενάγοντος, με αποτέλεσμα απαραδέκτως να επαναφέρει τον εν λόγω ισχυρισμό της με τις έγγραφες προτάσεις της, έστω κι αν, υπό του παρόντος Δικαστηρίου, εξαφανίσθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε ως αβάσιμη στην ουσία της η ανωτέρω αγωγή του ενάγοντος, κατ’ αποδοχή έτερης ενστάσεως της εναγομένης, ως αναλύεται ανωτέρω. Πράγματι, από τις διατάξεις των άρθρων 522 και 535 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δικ., προκύπτει ότι, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μετά την παραδοχή λόγου εφέσεως ως βασίμου, εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση και, αν η ουσία της υποθέσεως ερευνήθηκε στον πρώτο βαθμό, κρατεί την υπόθεση και την δικάζει κατ’ ουσίαν. Στην περίπτωση αυτή είναι αρμόδιο να ερευνήσει όλα τα, πρωτοδίκως υποβληθέντα για την οριστική διάγνωση της διαφοράς αναγκαία ζητήματα. Στην εξέταση αυτή υποβάλλονται και οι ενστάσεις εάν, λόγω της απορρίψεως της αγωγής, δεν εξετάστηκαν καθόλου πρωτοδίκως, ως ασκηθείσες επικουρικώς, ήτοι μόνον για την περίπτωση της παραδοχής της αγωγής. Εάν όμως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε τις ενστάσεις αυτές, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, που δικάζει την έφεση του ενάγοντος, ο οποίος παραπονείται γιατί απερρίφθη η αγωγή του, δεν μπορεί να ερευνήσει τις απορριφθείσες ενστάσεις, δίχως έφεση ή αντέφεση του εναγομένου [ΑΠ 850/2018 Ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου]. Αλλά και υπό την εκδοχή ότι, η ανωτέρω ένσταση, ως ένσταση που δεν στηρίζεται σε αυτοτελές δικαίωμα, παραδεκτώς επαναφέρεται από την εναγομένη με τις προτάσεις της, έστω κι αν απορρίφθηκε στον πρώτο βαθμό μετά την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως με την οποία απορρίφθηκε ως αβάσιμη η αγωγή του ενάγοντος (όμοια Μαργαρίτης, Ερμηνεία ΚΠολΔ εκδ. 2012, τόμος Ι, σελ. 922 παρ.35, υπό του άρθρου 523 με εκεί παραπομπές σε νομολογία και Πανταζόπουλος  εις Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας Ερμηνεία ΚΠολΔ2, Άρθρα 495-590, εκδ. 2020, σελ. 126, παρ.7 υπό το άρθρο 522), ο υπό κρίση ισχυρισμός τυγχάνει αβάσιμος, εφόσον το, περιεχόμενο στο ανωτέρω άνευ ημερομηνίας έγγραφο, αίτημα του ενάγοντος όπως ο Πλοίαρχος του πλοίου μεριμνήσει για την απόλυσή του, έγινε δεκτό υπό του Πλοιάρχου του πλοίου και εν τέλει ο ενάγων με αμοιβαία συναίνεση αυτού και του πλοιάρχου του Πλοίου, ήτοι με νεότερη σύμβαση αυτών, ελύθη η ανωτέρω σύμβαση ναυτολόγησης. Η υποχρέωση της εναγομένης προς καταβολή των ανωτέρω αποδοχών στον ενάγοντα πηγάζει από την απόλυση του ενάγοντος άνευ υπαιτιότητός του, καθώς επίσης και άνευ αποκλειστικά ιδικής του βουλήσεως, αλλά από την απόλυση αυτού «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του Πλοιάρχου του Πλοίου. Η πρωτοβουλία κατάρτισης της ανωτέρω συμφωνίας του πλοιάρχου και του ενάγοντος, περί πρόωρης λύσεως της συμβάσεως ναυτολογήσεως του τελευταίου, δεν μεταβάλλει το πραγματικό γεγονός ότι ο ενάγων αποναυτολογήθηκε «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου. Επιπροσθέτως, στο ανωτέρω επικαλούμενο έγγραφο, ο ενάγων καμία αναφορά στο εν λόγω δικαίωμά του για τη λήψη των τακτικών αποδοχών του ενός μηνός απασχόλησης δεν κάνει, ώστε να προκύπτει προηγηθείσα της αποναυτολογήσεώς του συμπεριφορά, η οποία να δημιούργησε στην εναγομένη, και μάλιστα ευλόγως, την πεποίθηση ότι ο ενάγων δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του, από τις διατάξεις του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, σε περίπτωση λύσεως της σύμβασης ναυτολογήσεως του ενάγοντος με τη συναίνεση του ενάγοντος και του Πλοιάρχου του εν λόγω πλοίου, δεδομένου μάλιστα ότι, κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, είναι άκυρη η παραίτηση του εργαζομένου ναυτικού από το δικαίωμά του να λάβει τα κατά το νόμο ελάχιστα όρια των αποδοχών του, έστω και με τη μορφή της αφέσεως χρέους. Εξάλλου, οι αιτιάσεις της εναγομένης ότι η αξίωση το ενάγοντος προς απόληψη των αποδοχών ενός μηνός, κατά τους ορισμούς του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ τυγχάνει καταχρηστική διότι υπερβαίνει τον οικονομικό και κοινωνικό σκοπός του δικαιώματος που καθιερώνεται με την εν λόγω διάταξη, δεν κρίνονται βάσιμες, διότι οι μόνες περιπτώσεις που ο ναυτικός εργαζόμενος δεν έχει το ανωτέρω δικαίωμα, όπως αναλύεται στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, είναι η εξ υπαιτιότητός του αποναυτολόγηση καθώς επίσης και η περίπτωση κατά την οποία, από αποκλειστική του βούληση ελύθη η σύμβαση ναυτολόγησης, ως τέτοιας νοουμένης της καταγγελίας αυτής από τον ναυτικό, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω, ως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω.

Κατ’ ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς διερεύνηση, γενομένων δεκτών ως εν μέρει βασίμων των ενδίκων εφέσεων, κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους τους, πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη με αριθμό 2120/2021 απόφαση,    στο σύνολό της δηλαδή και κατά το μη ανατραπέν μέρος της, ήτοι και καθό μέρος με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτό ότι η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 70,20 ως διαφορές αποδοχών από την εργασία του στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ κατά το έτος 2019, καθώς επίσης και το ποσό των ευρώ 314,36 ως αμοιβή για την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ, για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτελέσεώς της (ΑΠ 748/1984, Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004, Πειρ. Νομ. 2004/160), και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 ΚΠολΔ), να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και ουσιαστικά βάσιμη και, ακολούθως, πρέπει, να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των δέκα τριών χιλιάδων διακοσίων πενήντα δύο ευρώ και σαράντα εννέα λεπτών (70,20 € ως διαφορές αποδοχών έτους 2019 κατά την εργασία του ενάγοντος το έτος 2019 στο πλοίο ΝΣ + 5.668,75 € ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος κατά τις καθημερινές και ημέρες Κυριακής, στο πλοίο ΝΣ + 1.592,08 € ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος κατά τις ημέρες Σαββάτου αργιών στο πλοίο ΝΣ +  778,60 € ως πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές + 401,31 € ως διαφορές επιδόματος δώρου Πάσχα 2018 + 1.886,03 € ως διαφορές επιδόματος δώρου Χριστουγέννων 2018 + 462,64 € ως διαφορές επιδόματος δώρου Πάσχα 2019 από την εργασία του ενάγοντος στο πλοίο ΝΣ + 131,49 € ως διαφορές ως διαφορές επιδόματος δώρου Πάσχα 2019 από την εργασία του ενάγοντος στο πλοίο ΝΜ + 314,36 € ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος στο πλοίο ΝΜ + 1.947,03 ως υπόλοιπο μηνιαίων τακτικών αποδοχών από την πρόωρη λύση της σύμβασης του ενάγοντος στο πλοίο ΝΜ = 13.252,49€), με το νόμιμο τόκο το ποσό των δέκα χιλιάδων οκτακοσίων πενήντα εννέα ευρώ και εξήντα ενός λεπτών (10.859,61 €) από την επομένη της λύσεως της τελευταίας συμβάσεως ναυτολόγησης του ενάγοντος (19.3.2019) στο ανωτέρω πλοίο ΝΣ και το ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων ενενήντα δύο ευρώ και ογδόντα οκτώ λεπτών (2.392,88 €) από την επομένη της λύσεως της συμβάσεως ναυτολόγησης του ενάγοντος (9.4.2019) στο ανωτέρω πλοίο ΝΜ. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα, πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρα 106, 176, 178 αρ. 1, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των εξόδων του ενάγοντος σε βάρος της εναγομένης, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, την από 28.06.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ……/29.06.2022 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του παρόντος Δικαστηρίου Εφετείου Πειραιώς ……/29.06.2022 έφεση και την από 14.02.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου …….14.02.2023 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς ……../16.02.2023 έφεση.

Δέχεται αυτές τυπικώς και εν μέρει κατ’ ουσίαν, κατά τα ειδικότερα στο σκεπτικό αναφερόμενα.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη με αριθμό 2120/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

Κρατεί και δικάζει την από 07.11.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ……../29.11.2019 αγωγή κατ’ ουσίαν.

Δέχεται αυτήν, κατά ένα μέρος.

Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των δέκα τριών χιλιάδων διακοσίων πενήντα δύο ευρώ και σαράντα εννέα λεπτών (13.252,49 €), με το νόμιμο τόκο το ποσό των δέκα χιλιάδων οκτακοσίων πενήντα εννέα ευρώ και εξήντα ενός λεπτών (10.859,61 €)  από την 19.3.2019 και το ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων ενενήντα δύο ευρώ και ογδόντα οκτώ λεπτών (2.392,88 €) από την 9.4.2019, μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Επιβάλλει σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο καθορίζει σε επτακόσια ευρώ (700 €).

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, στις 30.4.2024.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ