Αριθμός 523 /2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από το Δικαστή, Μαρία Παπαδογρηγοράκου Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Δ
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 579 παρ. 1 του ΚΠολΔ «Αν αναιρεθεί η απόφαση, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που αναιρέθηκε και η διαδικασία πριν από την απόφαση αυτή ακυρώνεται, μόνον εφόσον στηρίζεται στην παράβαση, για την οποία έγινε δεκτή η αναίρεση», κατά δε τη διάταξη του άρθρου 581 παρ. 2 του ιδίου κώδικα, «Στο δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση». Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 580 παρ. 3 του ΚΠολΔ «Αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2 (δηλαδή για υπέρβαση δικαιοδοσίας ή παράβαση των διατάξεων, των σχετικών με την αρμοδιότητα), παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο Δικαστήριο ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο, το οποίο εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε ή και στο ίδιο, αν είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές». Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι η αναίρεση της αποφάσεως και, επομένως και η εξαφάνιση της μπορεί να είναι ολική ή μερική. Αυτό θα εξαρτηθεί από το κατά πόσον έχουν προσβληθεί όλα ή κάποιο από τα περισσότερα κεφάλαια αυτής (ΑΠ 975/2000 ΕλλΔνη 2001.81). Ειδικότερα, η απόφαση αναιρείται κατά το μέτρο παραδοχής της αναιρέσεως, δηλαδή κατά τα κεφάλαια (αιτήσεις παροχής έννομης προστασίας), τα οποία αφορά ο δεκτός γενόμενος λόγος αναιρέσεως, καθώς και εκείνα που συνάπτονται αρρήκτως προς τα αναιρεθέντα. Η έκταση αυτή της αναιρέσεως προκύπτει από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της αναιρετικής αποφάσεως και κατισχύει κάθε αντίθετης γενικής διατυπώσεως αυτής και, μάλιστα, του τυχόν χαρακτηρισμού της από αυτήν της εκτάσεως της αναιρέσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως ως ολικής (ΑΠ 1.308/2004 ΕλλΔνη 2005. 84, ΑΠ 1833/2001). Επομένως, στο Δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια, που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση. Αν η απόφαση αναιρεθεί μερικώς, ως προς ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης, τότε μόνον ως προς αυτά εξαφανίζεται η απόφαση και η εξουσία του Δικαστηρίου της παραπομπής δεν εκτείνεται στα άλλα κεφάλαια, ως προς τα οποία διατηρείται το δεδικασμένο της αποφάσεως, το οποίο λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, εκτός από τα κεφάλαια που συνδέονται αρρήκτως με τα αναιρεθέντα, οπότε συναναιρούνται (ΑΠ Ολ 2/2015 ΕλλΔνη 2015. 1373, ΑΠ 561/2013 ΝοΒ 2013. 1919, ΑΠ 738/2012, ΑΠ 1427/2011 ΕλλΔνη 2012. 39 = ΝοΒ 2012. 678). Αν η απόφαση αναιρεθεί στο σύνολο της, αποβάλλει την ισχύ της, οι δε διάδικοι επανέρχονται στην πριν από αυτήν κατάσταση. Στο σύνολο της θεωρείται ότι αναιρείται μία απόφαση, όταν η αναιρούσα αυτήν απόφαση δεν περιορίζει με σχετική διάταξη την αναίρεση σε ορισμένο ή ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης ή ως προς μερικούς από τους διαδίκους (ΑΠ 738/2012, ΑΠ 497/2011, ΑΠ 20/2011 ΔΕΕ 2011.910). Αν η απόφαση που αναιρέθηκε, είναι Εφετείου, δεν ακυρώνεται και η απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ακόμη και αν αυτή στηρίζεται στο ίδιο ελάττωμα και τούτο, διότι με την αναίρεση της αποφάσεως του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου αναβιώνει η εκκρεμοδικία της εφέσεως κατά της αποφάσεως του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (ΑΠ 963/1999 ΕλλΔνη 2000. 51), ως προς την οποία θα αποφανθεί το Δικαστήριο της παραπομπής, το οποίο είτε θα δεχθεί την έφεση και θα εξαφανίσει την απόφαση, είτε θα απορρίψει αυτή, επικυρώνοντας την πρωτόδικη απόφαση (ΑΠ 1421/2002). Τέλος, το Εφετείο, ως Δικαστήριο της παραπομπής, εφόσον η αναιρετική απόφαση δεν ασχολήθηκε με το διαδικαστικό ζήτημα του εμπροθέσμου της εφέσεως ως προϋποθέσεως του παραδεκτού της, θα επανεξετάσει την εν λόγω διαδικαστική προϋπόθεση (ΑΠ 1113/2005 ΕλλΔνη 2007. 821, ΕφΝαυπλ 66/2008, ΕφΠειρ 658/1989 ΝοΒ 1990. 662).
Το εφεσίβλητο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία ίδρυμα κοινωνικών ασφαλίσεων και έδρα την Αθήνα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 7.1.2014 και µε αριθµό εκθέσεως καταθέσεως …….. ανακοπή του, µε την οποία έβαλε κατά της κατατάξεως των εκεί καθ’ ων στον προσβληθέντα με αριθμό ……. πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών ….., επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη µε αριθµό 2539/2015 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την ανακοπή κατά το µέρος της που αφορούσε τους εκκαλούντες κρίνοντας ότι η απαίτηση για την οποία κατετάγησαν δεν προσδιοριζόταν με σαφή και ορισμένο τρόπο και ακολούθως μεταρρύθμισε τον προαναφερόμενο ανακοπτόμενο πίνακα κατάταξης κατατάσσοντας ως προς το συνολικό ποσό των 87.527,41 ευρώ (στο οποίο είχαν με τον πίνακα καταταγεί οι εκκαλούντες) προνομιακά και οριστικά το εφεσίβλητο. Να σημειωθεί ότι εκ παραδρομής ανεγράφη στο διατακτικό της απόφασης εσφαλμένα ο αριθμός του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι εκ των καθ’ ων η ανακοπή ηττηθέντες, ήδη εκκαλούντες, µε την από 17.7.2015 και µε αριθµό εκθέσεως καταθέσεως ……. έφεσή τους με την αιτίαση ότι οι απαιτήσεις τους ήταν ορισμένες ως προς την περιγραφή και το ύψος και ιδίως επειδή το ύψος περιγραφόταν και στο δικόγραφο της ανακοπής και ότι συνεπώς δεν έπρεπε να μεταρρυθμιστεί ο πίνακας κατά τα προαναφερόμενα. Επί της εφέσεως εκδόθηκε η με αριθμό 539/2016 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, η οποία δέχθηκε τυπικά την έφεση και την απέρριψε κατ’ουσίαν, αφού έκρινε ότι αορίστως περιγραφόταν στις προτάσεις του το ύψος των απαιτήσεων των εκκαλούντων και ότι αυτή η έλλειψη δεν μπορούσε να αναπληρωθεί με το δικόγραφο της ανακοπής του άλλου δηλαδή διάδικου μέρους. Κατά αυτής της τελεσίδικης αυτής αποφάσεως οι εκκαλούντες άσκησαν την από 4.5.2017 αίτηση, με την οποία αιτήθηκαν την αναίρεσή της προαναφερόμενης απόφασης. Επί της εν λόγω αιτήσεως αναιρέσεως εξεδόθη η με αριθμό 108/2018 απόφαση του Δ’ Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που δέχτηκε ως βάσιμο το σχετικό λόγο αναίρεσης κρίνοντας ότι οι αιτήσεις για τις οποίες κατετάγησαν οι αναιρεσείοντες ήσαν πλήρεις κατά το ύψος και την περιγραφή τους και ακολούθως αναίρεσε την εν λόγω εφετειακή απόφαση για παράβαση του άρθρου 559 αριθ. 14 του ΚΠολΔ, και παρέπεμψε δε την υπόθεση στο παρόν δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση, προς περαιτέρω εκδίκαση.
Εφόσον η με αριθμό 539/2016 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου αναιρέθηκε και συνεπώς απέβαλε πλήρως την ισχύ της, θα ερευνηθεί και πάλι το παραδεκτό της εφέσεως με δεδομένο ότι αυτό δεν ερευνήθηκε με την απόφαση του Αρείου Πάγου. Η από 17.7.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ….. έφεση κατά της εκκαλουμένης με αριθμό 2539/2015 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία με τη δικονομική παρουσία των εδώ διαδίκων μερών και με απόντες απλούς ομόδικους των εκκαλούντων έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517 του ΚΠολΔ και 28 παρ. 4 του ν. 2579/1998), και εμπρόθεσμα δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση κοινοποιήθηκε στις 25.6.2015 στον πληρεξούσιο δικηγόρο του ανακόπτοντος που το εκπροσώπησε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου σύμφωνα με τη με αριθμό …… έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά ……. (άρθρα 143 παρ. 1, 144, 147 παρ. 2 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Να σημειωθεί τέλος ότι για το παραδεκτό της εφέσεως έχουν κατατεθεί τα τέσσερα παράβολα δημοσίου με αριθμούς ……… ποσού 20 ευρώ το καθένα και τα δύο παράβολα του ΤαΧΔιΚ με αριθμούς .. και .. ποσού 60 ευρώ το καθένα. Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 του ΚΠολΔ).
Με την από 7.1.2014 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά το ανακόπτον και ήδη εφεσίβλητο ν.π.δ.δ. µε την επωνυµία «……» εξέθετε ότι έχει έναντι της οφειλέτιδος ανώνυµης εταιρείας µε την επωνυµία «…..» ληξιπρόθεσµες και προνοµιακές χρηµατικές απαιτήσεις, συνολικού ύψους 14.186.014,72 ευρώ με αιτία τις µη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές των ετών 1-12-1990 έως 31-12-2011. Ότι επισπεύσθηκε αναγκαστική εκτέλεση από την όγδοη καθ’ ης η ανακοπή (μη διάδικο εδώ) σε βάρος της ως άνω οφειλέτιδος ανώνυµης εταιρείας και εκπλειστηριάσθηκαν στις 6-11-2013 τα αναλυτικά περιγραφόµενα στον προσβαλλόµενο πίνακα κατάταξης δανειστών ρυµουλκό πλοίο µετονοµασθέν «Π1.» και ένα φορτηγό πλοίο ονοµασθέν «Π2», κυριότητας της ως άνω οφειλέτιδος εταιρείας, τα οποία κατακυρώθηκαν υπέρ της τελευταίας υπερθεµατίστριας ναυτικής εταιρείας µε την επωνυµία «………», το πρώτο στην τιµή των 70.100,00 ευρώ και το δεύτερο στην τιµή των 200.500,00 ευρώ, αντί του συνολικού ποσού των 270.600,00 ευρώ, συνταχθείσης της υπ’ αρ. ……. εκθέσεως αναγκαστικού πλειστηριασµού της υπαλλήλου του πλειστηριασµού – συµβολαιογράφου Αθηνών ….. Ότι στη συνέχεια, επειδή το εν λόγω εκπλειστηρίασµα δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση τόσο των ως άνω απαιτήσεων αυτού (ανακόπτοντος), που τις είχε αναγγείλει νοµίµως και εµπροθέσµως στην εκτελεστική διαδικασία δια του Διευθυντή του Υποκαταστήµατος Ελευσίνας του .., µε την υπ’ αρ. …. αναγγελία, όσο και των λοιπών αναγγελθέντων δανειστών, η ανωτέρω επί του πλειστηριασµού υπάλληλος συνέταξε τον προσβαλλόµενο υπ’ αρ. …… πίνακα κατάταξης δανειστών, στον οποίο, έκανε την κάτωθι κατάταξη για το κάθε πλοίο και δη: Α) στο επιτευχθέν πλειστηρίασµα για το ρυµουλκό πλοίο «Π1», ύψους 70.100 ευρώ, µετά την αφαίρεση ποσού 4.960,33 ευρώ για δικαστικά έξοδα που έγιναν υπέρ του συµφέροντος των δανειστών, κατέταξε προνοµιακά και οριστικά το Ναυτικό Αποµαχικό Ταµείο για ποσό 30.805,00 ευρώ, προνοµιακά και τυχαία τον πρώτο καθ’ ου για ποσό 16.643,80 ευρώ και το δεύτερο καθ’ ου για ποσό 16.896,85 ευρώ και Β) στο επιτευχθέν πλειστηρίασµα για το φορτηγό πλοίο «Π2», ύψους 200.500 ευρώ, µετά την αφαίρεση ποσού 14.187,53 ευρώ για δικαστικά έξοδα που έγιναν υπέρ του συµφέροντος των δανειστών, κατέταξε προνοµιακά και οριστικά το Ναυτικό Αποµαχικό Ταµείο για ποσό 96.514,00 ευρώ, προνοµιακά και τυχαία τον τρίτο καθ’ ου για ποσό 27.838,00 ευρώ, τον τέταρτο καθ’ ου για ποσό 26.186,55 ευρώ, τον πέµπτο καθ’ ου για ποσό 13.505,82 ευρώ, τον έκτο καθ’ ου για ποσό 12.827,49 ευρώ και τον έβδοµο καθ’ ου για ποσό 7.168,94 ευρώ. Ότι το ίδιο (ανακόπτον) ήδη εφεσίβλητο αρνήθηκε την ύπαρξη, το µέγεθος και τον προνοµιακό χαρακτήρα των καταταγεισών απαιτήσεων των ως άνω καθ’ ων ήδη εκκαλούντων (πρώτου έως και πέμπτου), που κατατάχθηκαν προνοµιακά και τυχαία στο συνολικό ποσό των 121.068,06 ευρώ, στο οποίο πρέπει να καταταγεί το ίδιο (ανακόπτον) για µέρος της αναγγελθείσας απαίτησής του. Επιπλέον συμπεριέλαβε στο δικόγραφο της ανακοπής λόγο περί μη νομίμου προαφαίρεσης των εξόδων της εκτελεστικής διαδικασίας, ύψους 19.147,86 ευρώ για έξοδα υπέρ της όγδοης καθ’ ης – επισπεύδουσας άλλως υπέρ του ένατου καθ’ ου – δικαστικού επιµελητή, καθόσον ισχυρίστηκε ότι εσφαλµένα αφαιρέθηκε για τα έξοδα εκτέλεσης το ως άνω συνολικό ποσό, στο οποίο συµπεριλαµβάνεται το ποσό των 5.189,29 ευρώ, που αναλύεται στα επιµέρους ποσά των 1.868,25 ευρώ και των 3.321,00 ευρώ, εκ των οποίων το πρώτο αντιστοιχεί σε έξοδα για δικαιώµατα κατάσχεσης και το δεύτερο σε έξοδα για αµοιβή συµβούλου – εκτιµητή για πέντε πλοία που κατασχέθηκαν, ενώ εντέλει εκπλειστηριάσθηκαν µόνο τα δύο, με αποτέλεσμα να μην αποτελούν τα παραπάνω έξοδα εκτέλεσης που προαφαιρούνται. Ακολούθως επικαλούμενο έννοµο συµφέρον, αιτήθηκε για τους λόγους που αναπτύχθηκαν στο δικόγραφο της ανακοπής τη µεταρρύθµιση του προσβαλλόµενου με αριθμό …… πίνακα κατάταξης δανειστών της συµβολαιογράφου Αθηνών ……., ώστε να καταταγεί το ίδιο προνοµιακά και οριστικά στο συνολικό ποσό των 126.257,35 ευρώ κα αναφορικά με τους εκκαλούντες στο ποσό των 87.527,41 ευρώ για µέρος της αναγγελθείσας απαιτήσεώς του. Οι εκκαλούντες µε τις προτάσεις τους κατά τη συζήτηση της ανακοπής επιχείρησαν την αντίκρουση των ισχυρισµών της. Το πρωτοβάθµιο Δικαστήριο, µε την εκκαλουµένη με αριθμό 2539/205 απόφασή του, αφού απέρριψε τους λόγους ανακοπής περί μη νόμιμης προαφαίρεσης εξόδων εκτέλεσης, έκρινε ότι οι εκκαλούντες, µολονότι επικαλέστηκαν τον προνοµιακό χαρακτήρα των απαιτήσεών τους ως προερχοµένων από σύµβαση ναυτικής εργασίας, εντούτοις, δεν ανταποκρίθηκαν στο δικονοµικό βάρος τους να εξειδικεύσουν την απαίτησή του έκαστος κατά ποσό και για το λόγο αυτό, αφού κήρυξε το απαράδεκτο των ισχυρισµών τους, δέχθηκε την ανακοπή κατά το συναφές µέρος της και µεταρρύθµισε τον προσβληθέντα πίνακα κατατάξεως, αποβάλλοντάς τους από αυτόν και κατατάσσοντας στο αποδεσµευθέν χρηµατικό ποσό των 87.527,41 ευρώ, που προαναφέρθηκε, προνοµιακά και οριστικά το ανακόπτον. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται µε την ένδικη έφεσή τους οι εκκαλούντες αιτιώµενοι, εσφαλµένη ερµηνεία και εφαρµογή του νόµου και ζητούν την εξαφάνιση της προσβαλλοµένης αποφάσεως, προκειµένου να απορριφθεί η ανακοπή κατά το µέρος της που στράφηκε εναντίον τους.
Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που νόµιµα επικαλούνται και προσκοµίζουν τα διάδικα μέρη, µερικά από τα οποία µνηµονεύονται παρακάτω, αλλά τα οποία έλαβε υπόψη στο σύνολό τους το Δικαστήριο κατά την ουσιαστική διευρεύνηση της υπόθεσης, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά: Δυνάµει της με αριθμό ……. έκθεσης κατασχετήριας έκθεσης πλοίων του δικαστικού επιµελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ……. και µε επίσπευση της ανώνυµης εταιρείας µε την επωνυµία «………», που εδρεύει στη …. Αττικής και εκπροσωπείται νοµίµως, κατασχέθηκαν αναγκαστικά πέντε πλοία, µεταξύ άλλων δε α) το µε Ελληνική σηµαία ρυµουλκό πλοίο ναυπηγούµενο Νο …., ήδη µετονοµασθέν δυνάµει της υπ’ αρ. 91344/125 από 22-4-1980 αποφάσεως ΥΕΝ/ΓΔ σε «Π1», νηολογηµένο σε νηολόγια ΝΠ κλάσεως Β’ του λιµένος Πειραιώς, µε αύξοντα αριθµό νηολόγησης …, µε Διεθνές Σήµα ….., διακριτικό σταθµό πλοίου …, AMYEN:GRC ….. και σύµφωνα µε το πρωτόκολλο καταµετρήσεως της 29-4-1980 (ΚΕΕΠ), µέγιστου µήκους µέτρων 35,30, καθαρού µήκους 33,08 µέτρων, πλάτους 9,22 µέτρων, ολικής χωρητικότητας κόρων 317,92, καθαρής χωρητικότητας κόρων 85,03, βάθους από του καταστρώµατος καταµετρήσεως µέτρων 3,56, πλοιοκτησίας της εδρεύουσας στο ….. Αττικής ελληνικής εταιρείας µε την επωνυµία «…….» (……) και β) το µε Ελληνική σηµαία Φ/Γ γενικού φορτίου πλοίο µε την επωνυµία «Π2», νηολογηµένο στα νηολόγια Β’ κλάσης Λιµένα Πειραιά, µε αύξοντα αριθµό νηολόγησης …., µε Διεθνές Σήµα ….., ΙΜΟ ….., διακριτικό σταθµό πλοίου … (δυνάµει του ΩΠ …. εγγράφου ΥΕΝ/ΚΕΣΠ), µε AMYEN:GRC …, σύµφωνα δε µε πιστοποιητικό κλάσης …../13-12-2007 γερµανικού νηογνώµονα, µέγιστου µήκους 52,64 µέτρων, καθαρού µήκους 49,20 µέτρων, µέγιστου εξωτερικού πλάτους µέτρων 11,00, ολικής χωρητικότητα; κόρων 590, καθαρής χωρητικότητας κόρων 177 και βάθους από του καταστρώµατος καταµετρήσεως µέτρων 3,95, πλοιοκτησίας της εδρεύουσας στο … Αττικής ελληνικής εταιρείας µε την επωνυµία «…..» (…..). Τα προαναφερόµενα πλοία εκπλειστηριάστηκαν µε αναγκαστικό πλειστηριασµό, στις 6-11-2013, µε επίσπευση της ως άνω ανώνυµης εταιρείας, ενώπιον της συµβολαιογράφου Αθηνών … και κατακυρώθηκαν αµφότερα στην τελευταία υπερθεµατίστρια ναυτική εταιρεία µε την επωνυµία «…», που εδρεύει στο …. Σαλαµίνας, αντί ποσού 70.100 ευρώ το πρώτο εξ αυτών «Π1») και αντί ποσού 200.500 ευρώ το δεύτερο εξ αυτών «Π2», συνταχθείσης της µε αριθµό …… έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασµού της ίδιας ως άνω συµβολαιογράφου. Η επί του πλειστηριασµού υπάλληλος, λόγω ανεπάρκειας του συνολικά επιτευχθέντος εκπλειστηριάσµατος, ύψους 270.600 ευρώ, προς ικανοποίηση των αναγγελθέντων δανειστών µε τις οκτώ (8) συνολικά αναγγελίες τους, συνέταξε τον ανακοπτόµενο µε αριθµό …… πίνακα κατάταξης δανειστών, από τον οποίο προκύπτει ότι αφαιρέθηκαν τα έξοδα της προδικασίας του πλειστηριασµού συνολικού ύψους 22.212,94 ευρώ, στο οποίο συµπεριλαµβάνεται και το ποσό των 19.147,86 ευρώ για έξοδα και αµοιβή του δικαστικού επιµελητή και στη συνέχεια κατέταξε στο εναπομείναν ποσό των 70.100 ευρώ (που προέκυψε μετά την αφαίρεση δικαστικών εξόδων, αμοιβής της κα εξόδων κοινοποίησης, προκαταβολής επισπεύδουσας και αμοιβής δικαστικού επιμελητή) κατ’άρθρο 205 περ. β του ΚΙΝΔ προνομιακά, μερικά, σύμμετρα και τυχαία δηλαδή υπό τον όρο της τελεσιδικίας της απαιτήσεως τους δύο εργαζόμενους στο πλοίο και εδώ μη διαδίκους. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι στο επιτευχθέν πλειστηρίασμα για το δεύτερο προπεριγραφόμενο Φ/Γ φορτηγό πλοίο «Π2)», ύψους 200.500 ευρώ, στην πρώτη τάξη, κατά το άρθρο 205 περ. α’ του ΚΙΝΔ: 1) Αφαιρέθηκε το ποσό των 16.458,59 ευρώ ως δικαστικά έξοδα που έγιναν προς το συμφέρον των δανειστών και σύμμετρα προς το επιτευχθέν πλειστηρίασμα του εν λόγω πλοίου (20.500 ευρώ) σε σχέση με το συνολικό πλειστηρίασμα ύψους 270.600 ευρώ, εκ των οποίων α) το ποσό των 1.322,91 ευρώ έλαβε η ίδια η επί του πλειστηριασμού υπάλληλος ως αμοιβή και έξοδα κοινοποίησης του ανακοπτόμενου πίνακα κατάταξης, β) το ποσό των 948,14 ευρώ έλαβε η επισπεύδουσα, εφόσον τα προκατέβαλε, διαφορετικά ο εντολοδόχος πληρεξούσιος δικηγόρος της και γ) το ποσό των 14.187,53 ευρώ έλαβε η επισπεύδουσα, εφόσον τα προκατέβαλε, διαφορετικά ο δικαστικός επιμελητής που ενήργησε την κατάσχεση. 2) Επίσης στο επιτευχθέν πλειστηρίασμα για το ως άνω φορτηγό πλοίο «Π2)», ύψους 200.500 ευρώ, κατατάχθηκε προνομιακά και οριστικά στην πρώτη τάξη, κατά το άρθρο 205 περ. α’ του ΚlNΔ, το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο, για το ποσό των 96.514 ευρώ, για τα δικαιώματα του Ταμείου, που απορρέουν από τα οικεία ναυτολόγια του πλοίου σύμφωνα με το υπ’ αρ. 9/8-11-2013 Φ.Ε. της Διεύθυνσης Πόρων του Ν.Α.Τ. Τμήμα Εισφορών Ελληνικών Πλοίων σε ευρώ, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στον ως άνω πίνακα κατάταξης. Στη συνέχεια, στο επιτευχθέν πλειστηρίασμα για το ως άνω ρυμουλκό πλοίο φορτηγό πλοίο «Π2», ύψους 200.500 ευρώ, μετά την κατάταξη της πρώτης τάξεως και στο υπόλοιπο ποσό των 87.527,41 ευρώ, στη δεύτερη τάξη, κατά το άρθρο 205 περ. β’ του ΚlNΔ, κατατάχθηκαν προνομιακά, μερικά, σύμμετρα και τυχαία, υπό τον όρο της τελεσιδικίας της απαίτησής τους, για την οποία έχουν ασκήσει σχετικές αγωγές, οι κάτωθι αναγγελθέντες ναυτικοί – μέλη του πληρώματος του εκπλειστηριασθέντος πλοίου, σε μερική εξόφληση των αναγγελθεισών απαιτήσεων τους από τη σύμβαση ναυτολόγησής τους επί του πλοίου (κεφάλαιο και τόκους) και συγκεκριμένα: α) ο …….. (πρώτος εκκαλών) για το ποσό των 27.838,61 ευρώ και σε ποσοστό αναλογίας 31,81%, β) ο ……… (δεύτερος εκκαλών) για το ποσό των 26.186,55 ευρώ και σε ποσοστό αναλογίας 29,92%, γ) ο … ….. (τρίτος εκκαλών) για το ποσό των 13.505,82 ευρώ και σε ποσοστό αναλογίας 15,43%, δ) ο ….. (τέταρτος εκκαλών) για το ποσό των 12.827,49 ευρώ και σε ποσοστό αναλογίας 14,66%, και ε) ο … (πέμπτος εκκαλών) για το ποσό των 7.168,94 ευρώ και σε ποσοστό αναλογίας 8,19%, μετά την κατάταξη των οποίων εξαντλήθηκε το πλειστηρίασμα και δεν απέμεινε υπόλοιπο για την κατάταξη των μη προνομιούχων κατά ΚΙΝΔ δανειστών επί του ως άνω πλειστηριάσματος. Από το αποδεικτικό υλικό που προσκομίστηκε αποδεικνύεται ότι οι προαναφερόμενοι ναυτικοί ήσαν εργαζόμενοι στο πλοίο, είχαν προσληφθεί από την οφειλέτρια εταιρία και αμείβονταν με βάση την Ελληνική συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας, οι δε απαιτήσεις τους προέρχονταν από δεδουλευμένα και μη καταβληθείσα αποζημίωση απόλυσης. Αυτοί ανταποκρίθηκαν στο δικονομικό βάρος στη δίκη της ανακοπής να προσδιορίσουν τις απαιτήσεις τους κατά τα ουσιώδη και κρίσιμα στοιχεία (γενεσιουργό αιτία, ποσό και χρονικά διαστήματα) όπως κρίθηκε και με τη με αριθμό 108/2018 απόφαση του Αρείου Πάγου με την οποία επαναφέρεται η υπόθεση με κλήση για συζήτηση της εφέσεως ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου. Να σημειωθεί ότι από το αποδεικτικό υλικό και ιδίως από τις αναγγελίες των παραπάνω εργαζόμενων οι οποίες περιέχουν επαρκή περιγραφή των απαιτήσεών τους, αυτές εξατομικεύονται ως προς το είδος και το προνόμιό τους, κατά τρόπο ώστε οι λοιποί αναγγελθέντες δανειστές να είναι σε θέση να προβούν στον έλεγχο των απαιτήσεων και της γενομένης κατάταξης και να προβάλουν ευχερώς την άμυνά τους, και αντίστοιχα το Δικαστήριο να προβεί στον έλεγχο της γενόμενης κατάταξης. Ειδικότερα η από 11.11.2013 αναγγελία του πρώτου εκκαλούντος ……….. διαλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη θεμελίωσή της στοιχεία, καθώς αναφέρεται σε αυτή ότι οι απαιτήσεις του σε βάρος της καθ’ ης η εκτέλεση εταιρίας, συνολικού ποσού 57.659,69 ευρώ, απορρέουν από τη σύμβαση ναυτικής εργασίας, που καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου και της καθ’ ης η εκτέλεση εταιρίας, δυνάμει της οποίας ναυτολογήθηκε στο πλειστηριασθέν πλοίο με την ειδικότητα του Πλοιάρχου β’ και παρείχε την εργασία του σ’ αυτό από την 5.4.2012 έως την 22.6.2012 που προήχθη σε Πλοίαρχο α’ κα μισθοδοσία πάντα σύμφωνα με τις αποδοχές που προβλέπονται από την ισχύουσα ΣΣΝΕ πλοιάρχων Μεσογειακών φορτηγών πλοίων και μέχρι τις 25.6.2013 που απολύθηκε στο λιμάνι του Σκαραμαγκά. Ειδικότερα, από το συνολικό ποσό των 59.353,15 ευρώ για το οποίο αναγγέλθηκε, το ποσό των 57.659,69 ευρώ αφορά σε υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών, το ποσό των 2.480,35 ευρώ αποζημίωση απολύσεως, δηλαδή το κεφάλαιο της απαίτησης και το ποσό των 1.693,46 ευρώ αφορά σε τόκους υπερημερίας επί του παραπάνω κεφαλαίου από την 25.6.2013 έως την ημερομηνία του πλειστηριασμού. Στην αναγγελία περιλαμβάνεται και αίτημα προνομιακής κατάταξης, με επίκληση του άρθρου 205 ΚΙΝΔ. Η σχετική αγωγή του έγινε δεκτή με την ήδη αμετάκλητη σύμφωνα με το από 30.9.2014 με αριθμό …. πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης ενδίκων μέσων της γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά με αριθμό 6306/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Ομοίως η από 11.11.2013 αναγγελία του εργαζόμενου στο πλοίο ………. (δευτέρου εκκαλούντος) διαλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη θεμελίωσή της στοιχεία, καθώς σ’ αυτήν αναφέρεται ότι η απαίτησή του, ποσού 54.237,93 ευρώ, αφορά σε υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών ύψους 51.882,58 ευρώ κα αποζημίωσης απόλυσης 2.355,35 ευρώ, που απορρέει από τη σύμβαση ναυτικής εργασίας που καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου και της καθ’ ης η εκτέλεση, δυνάμει της οποίας ναυτολογήθηκε την 5.4.2012 στο πλειστηριασθέν πλοίο, με την ειδικότητα του α’ μηχανικού και παρείχε την εργασία του σ’ αυτό μέχρι την απόλυσή του την 25.6.2013 στο λιμάνι του Σκαραμαγκά, αντί των μηνιαίων αποδοχών που καθορίζονται με βάση τη ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών φορτηγών πλοίων από 801 έως 1.500 τόνους DW, τις οποίες αναλυτικά παραθέτει με την αναγγελία του. Με αυτό το περιεχόμενo η αναγγελία του παραπάνω περιέχει επαρκή περιγραφή της απαίτησής του, με αναφορά όλων των προσδιοριστικών αυτής στοιχείων, τα οποία συμπίπτουν με τα στοιχεία που θεμελιώνουν το προνόμιό του. Περαιτέρω η από 11.11.2013 αναγγελία του εργαζόμενου στο πλοίο με την ιδιότητα του μηχανοδηγού α’ ……… τρίτου εκκαλούντος διαλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη θεμελίωσή της στοιχεία, καθώς σ’ αυτή εκτίθεται ότι οι απαιτήσεις του, ποσού 27.973,42 ευρώ, αφορούν σε υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών ύψους 26.718,07 ευρώ και αποζημίωσης απόλυσης ύψους 1.255,35 ευρώ, που απορρέουν από σύμβαση ναυτικής εργασίας, που καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου και της καθ’ ης η εκτέλεση την 5.4.2012, δυνάμει της οποίας ναυτολογήθηκε στο πλειστηριασθέν πλοίο και παρείχε την εργασία του σ’ αυτό, με την παραπάνω ειδικότητα, μέχρι την απόλυσή του την 25.6.2013 στο λιμάνι του Σκαραμαγκά, αντί των μηνιαίων αποδοχών που καθορίζονται με βάση τη ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών φορτηγών πλοίων από 801 έως 1.500 τόνους DW, τις οποίες αναλυτικά παραθέτει με την αναγγελία του. Στην αναγγελία περιλαμβάνεται και αίτημα προνομιακής κατάταξης, με επίκληση του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, χωρίς ν’ απαιτείται η αναφορά των στοιχείων που θεμελιώνουν το προνόμιο του παραπάνω καθ’ ου η ανακοπή, καθώς αυτά συμπίπτουν με τα στοιχεία της απαίτησής του. Περαιτέρω η από 11.11.2013 αναγγελία του εργαζόμενου στο πλοίο με την ιδιότητα του προσοντούχου ναύτη ……….. διαλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη θεμελίωσή της στοιχεία, καθώς σ’ αυτή εκτίθεται ότι οι απαιτήσεις του, ποσού 26.568,48 ευρώ, αφορούν σε υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών ύψους 25.363,13 ευρώ και αποζημίωσης απόλυσης ύψους 1.205,35 ευρώ, που απορρέουν από σύμβαση ναυτικής εργασίας, που καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου και της καθ’ ης η εκτέλεση την 5.4.2012, δυνάμει της οποίας ναυτολογήθηκε στο πλειστηριασθέν πλοίο και παρείχε την εργασία του σ’ αυτό, με την παραπάνω ειδικότητα, μέχρι την απόλυσή του την 25.6.2013 στο λιμάνι του Σκαραμαγκά, αντί των μηνιαίων αποδοχών που καθορίζονται με βάση τη ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών φορτηγών πλοίων από 801 έως 1.500 τόνους DW, τις οποίες αναλυτικά παραθέτει με την αναγγελία του. Στην αναγγελία περιλαμβάνεται και αίτημα προνομιακής κατάταξης, με επίκληση του άρθρου 205 ΚΙΝΔ. Η σχετική αγωγή τους έγινε δεκτή με την ήδη αμετάκλητη σύμφωνα με το από 30.9.2014 με αριθμό 264/2014 πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης ενδίκων μέσων της γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά με αριθμό 6308/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Τέλος η από 11.11.2013 αναγγελία του εργαζόμενου στο πλοίο με την ιδιότητα του ναυκλήρου …….. διαλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη θεμελίωσή της στοιχεία, καθώς σ’ αυτή εκτίθεται ότι οι απαιτήσεις του, ποσού 14.423,83 ευρώ, αφορούν σε υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών ύψους 13.168,48 ευρώ και αποζημίωσης απόλυσης ύψους 1.255,35 ευρώ, που απορρέουν από σύμβαση ναυτικής εργασίας, που καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου και της καθ’ ης η εκτέλεση την 14.4.2011, δυνάμει της οποίας ναυτολογήθηκε στο πλειστηριασθέν πλοίο και παρείχε την εργασία του σ’ αυτό, με την παραπάνω ειδικότητα, μέχρι την απόλυσή του την 12.2.2013 στο λιμάνι του Σκαραμαγκά, αντί των μηνιαίων αποδοχών που καθορίζονται με βάση τη ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών φορτηγών πλοίων από 801 έως 1.500 τόνους DW, τις οποίες αναλυτικά παραθέτει με την αναγγελία του. Στην αναγγελία περιλαμβάνεται και αίτημα προνομιακής κατάταξης, με επίκληση του άρθρου 205 ΚΙΝΔ. Η σχετική αγωγή του έγινε δεκτή με την ήδη αμετάκλητη σύμφωνα με το από 15.9.2014 με αριθμό ……… πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης ενδίκων μέσων της γραμματέως του Ειρηνοδικείου Πειραιά με αριθμό 18/2015 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά. Από τα παραπάνω αποδεικνύεται η επαρκής περιγραφή των απαιτήσεών τους, οι οποίες στη συνέχεια εξατομικεύονται ως προς το είδος και το προνόμιό τους, κατά τρόπο ώστε οι λοιποί αναγγελθέντες δανειστές να είναι σε θέση να προβούν στον έλεγχο των απαιτήσεων και της γενομένης κατάταξης και να προβάλουν ευχερώς την άμυνά τους, και αντίστοιχα το Δικαστήριο να προβεί στον έλεγχο της γενόμενης κατάταξης. Το ύψος δε των απαιτήσεων προέκυπτε τόσο από το περιεχόμενο των προτάσεων που κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της ανακοπής κατά του προσβαλλόμενου πίνακα δεδομένου ότι αυτοί ανέγραφαν τις μηνιαίες αποδοχές τους και το διάστημα ναυτολόγησης τους, καθώς και τις αποφάσεις των δικαστηρίων με τις οποίες έγιναν δεκτές οι αγωγές τους ως ουσιαστικά βάσιμες, το συνολικό δε ποσό αναγγελία αναγραφόταν ως προς τον πέμπτο εκκαλούντα, ενώ το συνολικό ύψος των απαιτήσεων προέκυπτε και από το ίδιο το δικόγραφο της ανακοπής. Κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι αορίστως περιγράφονταν οι αναγγελθείσες και καταταγείσες απαιτήσεις των εκκαλούντων εσφαλμένα ερμήνευσε το νόμο και συνεπώς κατά παραδοχή του ενιαίου σχετικού λόγου εφέσεως ως προς αμφότερα τα σκέλη του ως βασίμου θα πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση να εξαφανιστεί ως προς τους εκκαλούντες η εκκαλουμένη απόφαση και να κρατήσει και να δικάσει το Δικαστήριο αυτό στην ουσία της την ανακοπή κατά του προσβαλλομένου πίνακα κατάταξης κατά το μέρος που αφορά τους εκκαλούντες (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ) χωρίς να θίγονται οι λοιπές διατάξεις της. Ακολούθως αφού απορριφθεί ο σχετικός λόγος ανακοπής (και μοναδικός) που αφορούσε την κατάταξη των απαιτήσεων των εκκαλούντων καθών οι ανακοπή (3ου έως 7ου), θα πρέπει να απορριφθεί η ανακοπή και ως προς τους τρίτο, τέταρτο, πέμπτο, έκτο και έβδομο καθών οι ανακοπή. Θα διαταχθεί η απόδοση των παραβόλων δημοσίου με αριθμούς ……… ποσού 20 ευρώ το καθένα και των δύο παράβολων του ΤαΧΔιΚ με αριθμούς … και ….. ποσού 60 ευρώ το καθένα στους εκκαλούντες των οποίων το ένδικο μέσο της εφέσεως γίνεται δεκτό (άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ) και τα δικαστικά έξοδα τους αμφοτέρων των βαθμών θα επιβληθούν στο ανακόπτον εφεσίβλητο μειωμένα κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρα 176, 183, 19 παρ. 2 του ΚΠολΔ και 22 του ν. 3693/1957).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων την από 17.7.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …. έφεση κατά της εκκαλουμένης με αριθμό 2539/2015 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία με τη δικονομική παρουσία των εδώ διαδίκων μερών και με απόντες απλούς ομόδικους των εκκαλούντων (όγδοη και ένατο καθών η ανακοπή).
Δέχεται τυπικά και κατ’ουσίαν την έφεση
Εξαφανίζει ως προς τους εκκαλούντες τη με αριθμό 2539/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά
Κρατεί και δικάζει ως προς το κεφάλαιο που αφορά τους εκκαλούντες την υπόθεση επί της από 7.1.2014 και µε αριθµό εκθέσεως καταθέσεως ……. ανακοπής κατά του ανακοπτόμενου με αριθμό ……. πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών …….
Απορρίπτει την ανακοπή ως προς τους τρίτο, τέταρτο, πέμπτο, έκτο και έβδομο καθών οι ανακοπή (εκκαλούντες)
Διατάσσει την απόδοση στους εκκαλούντες των παραβόλων δημοσίου με αριθμούς …… ποσού 20 ευρώ το καθένα και των δύο παράβολων του ΤαΧΔιΚ με αριθμούς … και … ποσού 60 ευρώ το καθένα
Επιβάλλει στο εφεσίβλητο ανακόπτον τη δικαστική δαπάνη των εδώ εκκαλούντων καθών η ανακοπή αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας δηλαδή το ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 27 Αυγούστου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ