Αριθμός 167/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 3ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη T.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» και τον διακριτικό τίτλο «……..», η οποία εδρεύει στον Πειραιά (………) (ΑΦΜ ……..) και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκε δε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Ελένη Ζησοπούλου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ……… και 2) ……….. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Βασίλειο Σαξώνη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Οι εφεσίβλητοι άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 11.9.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 725/2021 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την από 11.5.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……./2021-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ. ……./2021) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 11-5-2021, με ΓΑΚ …/12-5-2021 και με ΕΑΚ …/12-5-2021 και με γεν. αριθμ. προσδιορισμού …/22-12-2021 και με ειδ. αριθμ. προσδιορισμού …/22-12-2021 έφεση, που στρέφεται κατά της με αριθμ. 725/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά τη διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών. Η ως άνω έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 511, 513 περ. β`, 516 παρ.1 και 2, 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ), ήτοι, εντός της τριακονθήμερης προθεσμίας από την επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 14-4-2021, όπως τούτο προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή του . ….., επί του σώματος της εκκαλούμενης απόφασης. Περαιτέρω, η έφεση αυτή αρµοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011). Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτή, κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατ’ ουσίαν, κατά την ίδια παραπάνω ειδική διαδικασία (άρθρα 522 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ) ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, με δεδομένο ότι, ως προς τις διαφορές αυτές υπάρχει εκ του νόμου απαλλαγή από την καταβολή παραβόλου, του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012.
Σύμφωνα με τη ΣΣΕ Υπαλλήλων ………….. της 17/4/2000, η οποία ίσχυε για τα έτη 2000- 2001 ορίζεται στο άρθρο 3 για την κατάταξη του προσωπικού σε μισθολογικά κλιμάκια, ότι στην κατηγορία ΔΕ, εισαγωγικό κλιμάκιο της υποκατηγορίας ΔΕ3 είναι το 27° και καταληκτικό το 10° και της υποκατηγορίας ΔΕ2 εισαγωγικό είναι το 28° και καταληκτικό το 11°, ο δε βασικός μισθός του 27ου κλιμακίου ήταν 231.000 δρχ. και του 28ου 227.000 δρχ. Όσον αφορά τη μισθολογική εξέλιξη των εργαζομένων, στο άρθρο 4 της ΣΣΕ Υπαλλήλων ………….. αναφέρεται ότι για τη μισθολογική εξέλιξη του προσωπικού όλων των κλάδων από το κατώτερο σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο, απαιτείται υπηρεσία ως εξής: α. για την απονομή του αμέσως επόμενου μετά το εισαγωγικό Μ.Κ. υπηρεσία ενός έτους στο εισαγωγικό Μ.Κ. β. για την απονομή όλων των επόμενων μισθολογικών κλιμακίων, υπηρεσία δύο ετών σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο. Για την κατά τις προηγούμενες παραγράφους μισθολογική εξέλιξη λαμβάνεται υπόψη ο 2ος χρόνος υπηρεσίας που ορίζεται στα άρθρα 5 και 6 της παρούσας σύμβασης, κατά περίπτωση. Και στο άρθρο 6 ότι το προσωπικό της παρούσας σύμβασης που υπηρετεί την 31/3/2000 κατατάσσεται στα μισθολογικά κλιμάκια του άρθρου 3 ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκουν και στο συνολικό χρόνο υπηρεσίας που τους έχει αναγνωρισθεί. Σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 3 της από 17/4/2000 ΣΣΕ Υπαλλήλων ………….., όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 5 της από 23/10/2002 ΣΣΕ Υπαλλήλων ………….. και με το άρθρο 5 της από 24/10/2006 ΣΣΕ Υπαλλήλων ………….., προστέθηκε η υποκατηγορία ΔΕ3, όπου κατατάσσονται οι υπάλληλοι της ΔΕ Κατηγορίας, που κατέχουν πτυχία Μέσων Τεχνικών Σχολών ,που καταργήθηκαν με το Ν. 576/1977, η οποία διαμορφώνεται με εισαγωγικό κλιμάκιο το 24° και καταληκτικό το 7°. Με την παραπάνω ρύθμιση από 1/1/2006 οι εργαζόμενοι υπάλληλοι που ανήκουν στη ΔΕ3 μισθολογική κατηγορία προήχθησαν 3 κλιμάκια από εκείνο στο οποίο ανήκαν μέχρι την 31/1/2005. Σύμφωνα με το άρθρο 7 της από 17/4/2000 ΣΣΕ Υπαλλήλων ………….., όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 της από 23/10/2002 ΣΣΕ Υπαλλήλων ………….., καθορίζεται η κλίμακα διαμόρφωσης του χρονοεπιδόματος, η οποία ισχύει μέχρι σήμερα. Το χρονοεπίδομα υπολογίζεται επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου, που κατέχει κάθε φορά ο εργαζόμενος και καθορίζεται με βάση το χρόνο υπηρεσίας, ο οποίος ταυτίζεται με το χρόνο που λαμβάνεται υπόψη για την κατάταξη και την εξέλιξη στα μισθολογικά κλιμάκια. Τα λοιπά επιδόματα είναι συγκεκριμένου ποσού και αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τις αντίστοιχες ΣΣΕ υπαλλήλων …………… Σύμφωνα με το άρθρο 7 της από 17/4/2000 ΣΣΕ Υπαλλήλων ………….., όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 της από 24/10/2006 όμοιας ΣΣΕ, το οικογενειακό επίδομα ορίζεται ως εξής: «για τον ή τη σύζυγο από 1/1/2006 αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού του και χορηγείται σε ποσοστό ίσο με το 10% του 18ου μισθολογικού κλιμακίου, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις». Περαιτέρω σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 1 του κεφ. Α΄ του Ν. 3833/15-3-2010 «Προστασία της Εθνικής Οικονομίας – Επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης» και την αριθμ. 2/14924/0022/1-4-2010 εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών, οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου, ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας, ή συμφωνία προβλεπόμενα, των εργαζομένων χωρίς εξαίρεση, σε ΝΠΙΔ που ανήκουν στο Κράτος, Ν.Π.Δ.Δ. και σε Ο.Τ.Α. ή επιχορηγούνται, σύμφωνα με τον οργανισμό τους, τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του Προϋπολογισμού τους ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005 (Α 314) ή δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες πληρούν τα κριτήρια των εν λόγω παραγράφων του ανωτέρω άρθρου και νόμου (3429/2005), ακόμη και εάν έχουν εξαιρεθεί από την εφαρμογή του νόμου αυτού (3429/2005), ανεξαρτήτως του τρόπου αμοιβής τους, μειώνονται κατά ποσοστό 7% με εξαίρεση τα επιδόματα των Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, τα οποία μειώνονται, έκαστο, κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) αντίστοιχα. Από τη μείωση του 7% εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση (επιδόματα συζύγου – τέκνων) ή την υπηρεσιακή εξέλιξη (χρονοεπίδομα, τριετίες – πολυετίες), καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους (επιδόματα ανθυγιεινά ή επικίνδυνης εργασίας) και το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Στην περίπτωση που τα ανωτέρω αναφερόμενα επιδόματα υπολογίζονται σε ποσοστό επί του βασικού μισθού του υπαλλήλου, αυτά θα καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31-12-2009. Εξάλλου σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 3 του Ν. 3845/6-5-2010 «Μέτρα για την εφαρμογή στήριξης της Ελληνικής Οικονομίας» και την αριθμ. 2/8338/0022/24-1-2011 εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομιών οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, ή διαιτητική απόφαση, ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή σύμφωνα προβλεπόμενα, των εργαζομένων χωρίς εξαίρεση στους φορείς του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του ν. 3833/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, μειώνονται μετά τη μείωση του 7% και επιπλέον κατά ποσοστό τρία τοις εκατό (3%). Από τη μείωση του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή την υπηρεσιακή εξέλιξη, καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους και το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Τέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 3 του Ν.3845/6-5-2010 τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία, για λειτουργούς, υπαλλήλους και μισθωτούς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των παραγράφων 1 έως και 4, καθώς και για τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 5, καθορίζονται ως εξής: α) το επίδομα εορτών Χριστουγέννων σε πεντακόσια (500) ευρώ β) το επίδομα εορτών Πάσχα σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ γ) το επίδομα αδείας, σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. Τα επιδόματα του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλονται εφόσον οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων του προηγούμενου εδαφίου, δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ. Αν με την καταβολή των επιδομάτων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές υπερβαίνουν το ύψος αυτό, τα επιδόματα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής καταβάλλονται μέχρι του ορίου των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με ανάλογη μείωση τους. Οι διατάξεις αυτές κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας (παρ. 8 άρθρο 3 του ν. 3845/2010). Κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων η μισθοδοτική εικόνα των υπαλλήλων της εναγόμενης που υπάγονται στη ΣΣΕ ………….. διαμορφώθηκε ως εξής: i) Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5, άρθρο 1 του ν. 3833/2010 μειώθηκαν οι βασικοί μισθοί και όλα τα προαναφερόμενα επιδόματα κατά ποσοστό 7% αναδρομικά από 1/1/2010. ii) Σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3845/6.5.2010 μειώθηκαν οι βασικοί μισθοί και όλα τα επιδόματα μετά τη μείωση κατά 7% επιπλέον και κατά ποσοστό 3% από 1/6/2010. iii) Μειώθηκαν κατά 7% σύμφωνα με το ν. 3833/2010 από 1/1/2010 τόσο το αντισταθμιστικό επίδομα όσο και το κίνητρο αποχώρησης και κατόπιν κατά 3% σύμφωνα με το ν. 3845/2010 από 1/6/2010. Εξαιρέθηκαν 1) το οικογενειακό επίδομα (γάμου & τέκνων), 2) το επίδομα ειδικών συνθηκών (που συνδέεται με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας), 3) το μεταπτυχιακό επίδομα και 4) το χρονοεπίδομα (που έχει σχέση με την υπηρεσιακή εξέλιξη). Τα εξαιρούμενα επιδόματα που υπολογίζονταν σε ποσοστό (όπως το χρονοεπίδομα) επί του βασικού μισθού του υπαλλήλου, καταβάλλονται στο ύψος που είχε διαμορφωθεί κατά την 31/12/2009 (παρ. 4 άρθρο 1 της αριθμ. 2/14924/002/1.4.2010 εγκυκλίου).
Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 1 του κεφ. Α΄ του Ν. 3833/15-3-2010 ‘’Προστασία της Εθνικής Οικονομίας- Επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης’’ και την υπ΄αρ. 2/14924/0022/1-4-2010 εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών, οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου, ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας, ή συμφωνία προβλεπόμενα, των εργαζομένων χωρίς εξαίρεση, σε Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν στο Κράτος, Ν.Π.Δ.Δ. και σε Ο.Τ.Α. ή επιχορηγούνται, σύμφωνα με τον οργανισμό τους, τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του Προϋπολογισμού τους ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005 (Α 314) ή δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες πληρούν τα κριτήρια των εν λόγω παραγράφων του ανωτέρω άρθρου και νόμου (3429/2005), ακόμη και εάν έχουν εξαιρεθεί από την εφαρμογή του νόμου αυτού (3429/2005), ανεξαρτήτως του τρόπου αμοιβής τους, μειώνονται κατά ποσοστό 7% με εξαίρεση τα επιδόματα των Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, τα οποία μειώνονται, έκαστο, κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) αντίστοιχα. Από τη μείωση του 7% εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση (επιδόματα συζύγου – τέκνων) ή την υπηρεσιακή εξέλιξη (χρονοεπίδομα, τριετίες – πολυετίες), καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους (επιδόματα ανθυγιεινά ή επικίνδυνης εργασίας) και το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Στην περίπτωση που τα ανωτέρω αναφερόμενα επιδόματα υπολογίζονται σε ποσοστό επί του βασικού μισθού του υπαλλήλου, αυτά θα καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31-12-2009. Ακόμη, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 3 του Ν. 3845/6-5-2010 «Μέτρα για την εφαρμογή στήριξης της Ελληνικής Οικονομίας» και την υπ΄αρ. 2/8338/0022/24-1-2011 εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομιών οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, ή διαιτητική απόφαση, ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή σύμφωνα προβλεπόμενα, των εργαζομένων χωρίς εξαίρεση στους φορείς του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του Ν. 3833/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, μειώνονται μετά τη μείωση του 7% και επιπλέον κατά ποσοστό τρία τοις εκατό (3%). Από τη μείωση του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή την υπηρεσιακή εξέλιξη, καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους και το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Τέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 3 του Ν.3845/6-5-2010 τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία, για λειτουργούς, υπαλλήλους και μισθωτούς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των παραγράφων 1 έως και 4, καθώς και για τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 5, καθορίζονται ως εξής: α) το επίδομα εορτών Χριστουγέννων σε πεντακόσια (500) ευρώ β) το επίδομα εορτών Πάσχα σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ γ) το επίδομα αδείας, σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. Τα επιδόματα του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλονται εφόσον οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων του προηγούμενου εδαφίου, δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ. Αν με την καταβολή των επιδομάτων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές υπερβαίνουν το ύψος αυτό, τα επιδόματα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής καταβάλλονται μέχρι του ορίου των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με ανάλογη μείωση τους. Οι διατάξεις αυτές κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας (παρ. 8 άρθρο 3 του N. 3845/2010).Οι μειώσεις των αποδοχών που προβλέφθηκαν με τους προαναφερθέντες νόμους (3833/2010 και 3845/2010) αφορούν τους υπηρετούντες με οποιαδήποτε σχέση εργασίας στον ευρύτερο Δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων των εταιριών του Ν. 3429/2005, τόσο του Κεφαλαίου Α΄ όσο και του Κεφαλαίου Β΄, εφόσον στην τελευταία περίπτωση η συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο δεν υπολείπεται του 50%, ανεξαρτήτως τυχόν αντίθετης συμφωνίας. Από το γράμμα και το πνεύμα των εν λόγω νομοθετημάτων συνάγεται ότι σκοπός του νομοθέτη ήταν να περικοπούν, κατά τα οριζόμενα ποσοστά, οι αποδοχές όλων όσων αμείβονται από το δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, προκειμένου να μειωθεί η μισθολογική δαπάνη του δημοσίου, προς αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, ανεξάρτητα από τη σχέση με την οποία οι απασχολούμενοι συνδέονται με αυτό (σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, αμειβόμενης εντολής κλπ.), ακόμη και αν υπάρχει οποιαδήποτε αντίθετη γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή συμφωνία. Η αληθής αυτή έννοια των ως άνω διατάξεων προκύπτει και από τη διάταξη του άρθρου 21 παρ. 6 του Ν. 3867/2010, κατά το οποίο ‘’δεν εξαιρούνται από τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 5 του Ν. 3833/2010 φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα που διέπονται από ειδικά καθεστώτα, όπως οι ανώνυμες εταιρίες, οι οποίες έχουν ιδρυθεί βάσει των διατάξεων του άρθρου πρώτου του Ν. 1955/1991’’, οι οποίες κατά την παρ. 2 του πρώτου άρθρου του εν λόγω νόμου λειτουργούν σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, δεν υπάγονται στην κατηγορία των οργανισμών και επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και δεν εφαρμόζονται σε αυτές οι διατάξεις, που διέπουν εταιρίες που άμεσα ή έμμεσα ανήκουν στο Δημόσιο (ΑΠ 1147/2015, ΑΠ 1459/2018, 1460/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 720/2018, Εφ.Πειρ. 635/2017 αδημ. στον νομικό τύπο). Επίσης, ο ………….. (…….) ιδρύθηκε με τον Ν. 4748/1930 (ΦΕΚ Α΄ 166) ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και, ακολούθως, μετετράπη με τον Ν. 2688/1999 (Α΄ 40) σε ανώνυμη εταιρία κοινής ωφελείας φέρουσα την επωνυμία ‘…………….’’, η οποία τελεί υπό κρατική εποπτεία, λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και έχει σκοπό τη διοίκηση και εκμετάλλευση του Λιμένος Πειραιώς και άλλων λιμένων. Εμπίπτει δε (η ………….) στο Κεφάλαιο Β΄ του Ν. 3429/2005, καθώς είναι εισηγμένη ανώνυμη εταιρία, στο μετοχικό κεφάλαιο της οποίας το Δημόσιο, κατά τον κρίσιμο χρόνο της έναρξης ισχύος του Ν. 3833/2010 (15-3-2010), συμμετείχε με ποσοστό 74,14%, και, επομένως, κατά τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 8 του Ν. 3833/2010, εφαρμόζονται σε αυτήν οι ρυθμίσεις των παραγράφων 5, 6 και 7 του Ν. 3833/2010 (βλ. Εφ.Πειρ. 720/2018, Εφ.Πειρ. 635/2017 αδημ. στο νομικό τύπο). Περαιτέρω, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων 2011 – 2015 του Ν. 3985/2011 εκδόθηκαν αποφάσεις της προβλεπόμενης στο άρθρο 3 του Ν. 3049/2002 (Α΄ 212) Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, με τις οποίες μεταβιβάσθηκαν, με τη διαδικασία του άρθρου 2 παρ. 4 και 5 του Ν. 3986/2011 (ΦΕΚ Α΄ 152), από το Ελληνικό Δημόσιο στην ανώνυμη εταιρία ‘……………………..’’, χωρίς αντάλλαγμα, στοιχεία της ιδιωτικής περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου με σκοπό τη διάθεσή τους σε επενδυτές για την άντληση δημοσίων εσόδων, προοριζομένων αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους. Με τις αποφάσεις δε με αρ. 195/27.10.2011 (ΦΕΚ Β΄ 2501/4.11.2011 κυκλοφορία ΦΕΚ στις 14.11.2011) και 206/25.4.2012 (ΦΕΚ Β΄ 1363/26.4.2012, κυκλοφορία ΦΕΚ στις 8.5.2012) της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων μεταβιβάσθηκαν στο …… για τον ως άνω σκοπό, μεταξύ άλλων περιουσιακών στοιχείων του Ελληνικού Δημοσίου, συνολικά (5.775.000 + 12.759.440 =) 18.534.440 μετοχές της ανώνυμης εταιρίας ‘………..’’, που αντιστοιχούν σε ποσοστό (23,100% + 51,038% =) 74,138% του μετοχικού κεφαλαίου. Το …………. είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ανώνυμη εταιρία) το οποίο δεν εκδίδει εκτελεστές διοικητικές πράξεις, διότι συνεστήθη με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ του Ν. 3986/2011 για την αξιοποίηση στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας Ελληνικού Δημοσίου με τη σύναψη συμβάσεων ιδιωτικού δικαίου με τρίτους (Ολ.ΣτΕ 2182, 2187, 3873/2014, ΣτΕ 506/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν διαφοροποιεί το μισθολογικό καθεστώς των εργαζομένων στην ‘…………’’, όπως διαμορφώθηκε με τις μειώσεις που επέφεραν οι ως άνω μνημονιακοί νόμοι, καθώς το ………., αν και δεν είναι Ν.Π.Δ.Δ. και ως εκ τούτου δεν συνάπτει διοικητικές συμβάσεις και δεν εκδίδει διοικητικές πράξεις, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, είναι, πάντως, Ν.Π.Ι.Δ. που λειτουργεί για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και ανήκει εξολοκλήρου στο Κράτος (ήτοι ανώνυμη εταιρία με μετοχικό κεφάλαιο που ανήκει εξολοκλήρου στο Ελληνικό Δημόσιο σύμφωνα με τον ως άνω Ν. 3986/2011) και έχει σκοπό την αξιοποίηση της περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου για την άντληση δημοσίων εσόδων (Ελ.Σ. Πράξη 564/2019). Διαφορετική θα ήταν η περίσταση, αν, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του, το …., είχε μεταβιβάσει τις μετοχές της ‘………..’’ σε τρίτο- ιδιώτη.
Στην προκείμενη περίπτωση, με την από 12-9-2017 (με αριθμ.κατάθ. …………../2017) αγωγή, που άσκησαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, τους, οι ενάγοντες, ήδη, εφεσίβλητοι, ιστορούσαν, ότι προσελήφθησαν από την εναγόμενη εταιρία με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ο, μεν, πρώτος στις 22-4-1987, ο, δε, δεύτερος στις 20-5-1989, για να εργασθούν με την ειδικότητα του τεχνικού οχημάτων, ο πρώτος και την ειδικότητα του επόπτη μηχανημάτων, ο δεύτερος, ότι η εναγόμενη τους ενέταξε στο μισθολογικό κλιμάκιο ΔΕ2, ενώ θα έπρεπε να τους εντάξει με βάση τα τυπικά προσόντα τους και την ισοτιμία των τίτλων σπουδών τους, που είχαν καταθέσει, στο μισθολογικό κλιμάκιο ΔΕ3, όπως, με βάση τα απ’αυτούς ιστορούμενα, κρίθηκε με δύναμη δεδικασμένου με την με αριθμ. 403/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς. Ειδικότερα, ως προς το περιστατικό της τελεσιδίκως και με δύναμη δεδικασμένου, δικαστικά αναγνωρισμένης ένταξής τους στο μισθολογικό κλιμάκιο ΔΕ3, οι ενάγοντες ιστορούσαν ότι άσκησαν κατά της εναγόμενης εταιρείας, μαζί με άλλους συναδέλφους τους, την από 23-12-2010, με αριθμ.έκθ.κατάθ………/24-12-2010 αγωγή τους προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, με αίτημα να υποχρεωθεί να τους εντάξει στην ΔΕ3 μισθολογική κατηγορία και να αναγνωριστεί ότι τους οφείλονται οι μισθολογικές διαφορές, που προκύπτουν από την επαγωγή τους σε χαμηλότερο μισθολογικό κλιμάκιο, από την 1-1-2005.΄Ότι η αγωγή τους αυτή έγινε δεκτή για τους ίδιους, με την με αριθμ.4214/2014 απόφασή του ως άνω δικαστηρίου, όπως η απόφαση αυτή συμπληρώθηκε με την με αριθμ.2728/2015 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου. Ότι κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκαν, απ’αυτούς, η από 21-9-2015, με αριθμ.έκθ.κατάθ. …/28-9-2015 έφεσή τους και, από την εναγόμενη, ……….., η από 25-9-2015, με αριθμ.έκθ.κατάθ………./2015 έφεσή της και ότι επί των εφέσεων αυτών, εκδόθηκε η με αριθμ.403/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκαν οι αντίθετες εφέσεις, επικυρώθηκε η ως άνω απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και υποχρεώθηκε η εναγόμενη να τους εντάξει στην ΔΕ3 μισθολογική κατηγορία προσωπικού και ακόμη αναγνωρίστηκε ότι οφείλει στους ενάγοντες, για το λόγο αυτό μισθολογικές διαφορές, από την 1-1-2005.Με βάση το ιστορικό αυτό, οι ενάγοντες ζητούσαν να υποχρεωθεί η εναγόμενη και, ήδη, εκκαλούσα, να τους καταβάλει: α) στον μεν πρώτο εξ αυτών το ποσό των 11.193,83 ευρώ για διαφορές μισθών ετών 2005-2010, για διαφορές αμοιβής απλών υπερωριών τις καθημερινές, ετών 2005-2010, για διαφορές αμοιβής για νυκτερινή εργασία για τα έτη 2005-2007, για διαφορές αμοιβής για εργασία τα Σάββατα για τα έτη 2005-2010 και τις Κυριακές και αργίες ετών 2005-2010 και για διαφορές επιδομάτων εορτών για τα έτη 2005-2010 και διαφορές επιδομάτων αδείας για τα έτη 2006 έως 2009 και β) στον δεύτερο το ποσό των 19.218,20 ευρώ για διαφορές μισθών ετών 2005-2010, για διαφορές αμοιβής απλών υπερωριών τις καθημερινές, ετών 2005-2010, για διαφορές αμοιβής για νυκτερινή εργασία για τα έτη 2005-2010, για διαφορές αμοιβής για εργασία τα Σάββατα για τα έτη 2005-2010 και τις Κυριακές και αργίες ετών 2005-2010 και για διαφορές επιδομάτων εορτών για τα έτη 2005-2010 και διαφορά επιδόματος άδειας για το έτος 2009, καθώς και το ποσό των 2.000 ευρώ, στον καθένα, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, επειδή η εναγόμενη δεν τους ενέταξε στο δικαιούμενο μισθολογικό κλιμάκιο κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα, και, συνολικά, το ποσό των 13.193,83 ευρώ, στον πρώτο ενάγοντα και το ποσό των 21.218,20 ευρώ, στον δεύτερο ενάγοντα, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε κονδύλιο κατέστη απαιτητό, άλλως, από την ημέρα άσκησης της πρώτης αγωγής τους, με την οποία οχλήθηκε η εναγόμενη, δηλαδή, από 28-12-2010, άλλως, από την επίδοση της ένδικης αγωγής.
Επί της ως άνω, από 12-9-2017(με αριθμ.κατάθ…………/2017) αγωγής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, την έκανε έκανε δεκτή, ως νόμω βάσιμη και εν μέρει δεκτή ως και κατ’ουσίαν βάσιμη και ειδικότερα την έκανε εν μέρει δεκτή ως προς όλες τις αιτούμενες με αυτήν διαφορές αποδοχών και εν μέρει δεκτή, ως προς το αγωγικό κονδύλι περί καταβολής στον κάθε ενάγοντα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και υποχρέωσε την εναγόμενη και ήδη, εκκαλούσα, να καταβάλει στον, μεν, πρώτο ενάγοντα και ήδη, πρώτο εφεσίβλητο, το ποσό των 11.693,83 ευρώ, στον, δε, δεύτερο, το ποσό των 19.718,2 ευρώ, νομιμοτόκως, κατά τα ειδικότερον, αναφερόμενα στην εκκαλούμενη απόφαση, έως την πλήρη εξόφληση.
Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται, ήδη, η εκκαλούσα, με την υπό κρίση έφεση, για λόγους, που ανάγονται σε κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητά να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, προς το σκοπό όπως απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η αγωγή, άλλως τροποποιηθεί η εκκαλούμενη απόφαση στα σημεία, που βάλλεται με την ένδικη έφεση.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 254ΚΠολΔ, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση ή όταν επιβάλλεται η διενέργεια αυτοψίας, πραγματογνωμοσύνης ή εξέτασης των διαδίκων στο ακροατήριο. Η απόφαση μνημονεύει απαραιτήτως τα ειδικά θέματα που αποτελούν αντικείμενο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης. Η συζήτηση αυτή θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης…”. Με βάση το άρθρο 254 ΚΠολΔ χορηγείται η δυνατότητα στο εκάστοτε συνεδριάζον Δικαστήριο να διατάξει την επανάληψη της επ’ ακροατηρίω συζήτησης, η οποία έχει μεν κηρυχθεί περατωμένη, κατά τη μελέτη όμως της υπόθεσης ή κατά τη διάσκεψη ανέκυψαν κενά ή αμφίβολα σημεία, τα οποία χρήζουν συμπλήρωσης ή επεξήγησης ή όταν επιβάλλεται η διενέργεια αυτοψίας, πραγματογνωμοσύνης ή εξέτασης των διαδίκων στο ακροατήριο. Ορίζεται δε ρητά ότι η συζήτηση που επαναλαμβάνεται με τον τρόπο αυτό θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης και εξ αυτού ακριβώς του λόγου συνάγεται ότι για την κατάφαση νόμιμης και «κανονικής» συμμετοχής των διαδίκων στα πλαίσιά της δεν είναι αναγκαία η κατάθεση «νέων» προτάσεων εκ μέρους τους. Πιο συγκεκριμένα, οι κατατεθείσες κατά τη συζήτηση, της οποίας διατάχθηκε η επανάληψη, προτάσεις αρκούν και ισχύουν ενόψει της δεύτερης συζήτησης. Τα ανωτέρω εκτεθέντα οδηγούν μεταξύ άλλων στις εξής δύο παραδοχές: Α) Όσα οι διάδικοι έχουν επικαλεστεί και προσκομίσει με τις προτάσεις τους στα πλαίσια της πρώτης χρονικά συζήτησης, κατά την οποία εκδίδεται η μη οριστική απόφαση που διατάσσει την επανάληψή της, θεωρούνται άνευ τινός ετέρου νομίμως επικληθέντα και προσκομισθέντα κατά τη συζήτηση που επαναλαμβάνεται ακόμα και αν κατά τη δεύτερη αυτή συζήτηση κατέθεσαν προτάσεις, στις οποίες απλώς ενσωμάτωσαν εκείνες της προηγούμενης συζήτησης, πολλώ δε μάλλον ακόμα και αν δεν κατέθεσαν καθόλου προτάσεις και Β) Στα πλαίσια της επαναληφθείσας συζήτησης κάθε διάδικος μπορεί να επικαλεστεί και να προσκομίσει αποδεικτικά μέσα, τα οποία δεν είχε επικαλεστεί και προσκομίσει κατά τη συζήτηση που εξεδόθη η απόφαση, με την οποία το Δικαστήριο διέταξε την επανάληψή της (Ολ ΑΠ 30/1997, 1336/2002 TNΠ NOMOS, ΑΠ 836/2018).
Στην προκείμενη περίπτωση, η εκκαλούσα – εναγόμενη με τον πρώτο λόγο της έφεσής της παραπονείται ότι α)ο πρώτος των εφεσιβλήτων, ζητούσε συνολικά για τα έτη 2005-2010 διαφορές ύψους 13.193,83 ευρώ, ενώ σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ίδιας, για τα έτη αυτά, εφαρμοζομένων των ισχυουσών επί της μισθοδοσίας του προσωπικού της …………… διατάξεων, έπρεπε να λάβει το ποσό των 8.783,49 ευρώ και β) ο δεύτερος των εφεσιβλήτων ζητούσε συνολικά για τα έτη 2005-2010, διαφορές ύψους 21.218,20 ευρώ, ενώ, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, για τα έτη αυτά, εφαρμοζομένων των ισχυουσών επί της μισθοδοσίας του προσωπικού της …………. διατάξεων, έπρεπε να λάβει το ποσό των 12.947,79 ευρώ, ενώ, με τον δεύτερο λόγο της έφεσής της, η εκκαλούσα-εναγόμενη παραπονείται ότι εσφαλμένα η εκκαλούμενη απόφαση δεν αποδέχθηκε τους μισθολογικούς υπολογισμούς της ίδιας (………..), δεχθείσα ότι οι αποδοχές των εναγόντων και ήδη, εφεσιβλήτων, δεν υπολογίζονται αναπροσαρμοζόμενες, όπως ορίζουν οι διατάξεις των ν.3833/2010 και 3845/2010.Περαιτέρω, η εκκαλούσα, με τις έγγραφες προτάσεις της, αναφερόμενη στην υπ’αριθμ.403/2017 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, ισχυρίζεται ότι εντάχθηκε στο μισθολογικό κλιμάκιο ΔΕ3, από 8-10-2014, χωρίς, στα επικαλούμενα απ’αυτήν και προσκομιζόμενα έγγραφα να περιλαμβάνει την ως άνω απόφαση, όπως δεν το έπραξαν, πρωτίστως και οι εκκαλούντες, στα απ’αυτούς επικαλούμενα με τις έγγραφες προτάσεις τους και προσκομιζόμενα έγγραφα, στα οποία δεν περιλαμβάνεται η ως άνω τελεσίδικη απόφαση, στο δεδικασμένο της οποίας στηρίζονται με την ένδικη αγωγή τους και με την οποία, κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς τους, αφ’ενός, μεν, υποχρεώθηκε η εναγόμενη και ήδη, εκκαλούσα να τους εντάξει στην ΔΕ3 μισθολογική κατηγορία προσωπικού, αφ’ετέρου, δε, αναγνωρίσθηκε ότι τους οφείλει, για το λόγο αυτό, από 1-1-2005, τις επικαλούμενες μισθολογικές διαφορές. Ενόψει αυτών και επειδή το ζήτημα του από πότε κρίθηκε με την ως άνω τελεσίδικη απόφαση ότι οφείλονται μισθολογικές διαφορές στους εφεσίβλητους-ενάγοντες είναι κρίσιμο για την ανεύρεση του βασικού τους μισθού και των τακτικών μηνιαίων αποδοχών τους και τον συνακόλουθο υπολογισμό των ζητούμενων διαφορών μισθών, διαφορών αμοιβής απλών υπερωριών τις καθημερινές, διαφορών αμοιβής για νυκτερινή εργασία, διαφορών αμοιβής για εργασία τα Σάββατα και τις Κυριακές και αργίες, διαφορών επιδομάτων εορτών και διαφορών επιδομάτων αδείας για τα ζητούμενα έτη, για τον κάθε ενάγοντα, πρέπει να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης, κατ’άρθρ.254 ΚΠολΔ, χωρίς να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, προκειμένου να προσκομιστεί από τον επιμελέστερο των διαδίκων, η επικαλούμενη, υπ’αριθμ.403/2017 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, καθώς και η με αριθμ.4214/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, όπως συμπληρώθηκε με την με αριθμ.2728/2015 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση κατά της υπ’αριθμ.725/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να προσκομιστεί από τον επιμελέστερο των διαδίκων, η επικαλούμενη υπ΄ αριθμ. 403/2017 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, καθώς και η υπ΄ αριθμ. 4214/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, όπως συμπληρώθηκε με την υπ΄ αριθμ. 2728/2015 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 11 Απριλίου 2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ