ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός 214/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Ναυτικό Τμήμα
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Λέκκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Δ.Π.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «……………..», η οποία εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, από την πληρεξουσία δικηγόρος της Χριστίνα Σφαέλου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.
Ο εκκαλών – εφεσίβλητος, ……, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 17.12.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ………/23.12.2021 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 2009/2022 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που τη δέχθηκε κατά ένα μέρος κατ’ ουσίαν.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αμφότερες οι αντίδικες πλευρές και, συγκεκριμένα, ο ενάγων με την από 29.06.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ……../28.07.2022 έφεση και η εναγόμενη ναυτική εταιρία με την από 22.03.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ……./ 22.03.2023 έφεση, δικάσιμος για την εκδίκαση των οποίων ορίστηκε αρχικώς η 25.5.2023 και κατόπιν αναβολής αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων, στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, κατά την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, τα οποία συνεκφωνήθηκαν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι προαναφερθέντες πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν εμφανίσθηκαν, αλλά παραστάθηκαν με δηλώσεις τους του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ και προκατέθεσαν τις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΙΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι κρινόμενες αντίθετες α) από 29.06.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …………./ 28.07.2022 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του παρόντος Δικαστηρίου Εφετείου Πειραιώς ………./29.07.2022 έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος [Α έφεση] και β) από 22.03.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς ………./ 22.03.2023 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του παρόντος Δικαστηρίου Εφετείου Πειραιώς …………./22.03.2023 έφεση της εκκαλούσας – εναγομένης [Β έφεση], που στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 2009/2022 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αρ. 3, 621 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε εν μέρει ως και ουσιαστικά βάσιμη την από 17.12.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ……………./23.12.2021 αγωγή του πρώτου κατά της δεύτερης, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της την 23.06.2022, ενώ για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω Νόμο, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής. Εφόσον δε, οι ένδικες εφέσεις, αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄ του N.2172/1993), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω, κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.
ΙΙ. Mε την ένδικη αγωγή του και κατά τη δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου αυτής, ο ενάγων ……, ισχυρίστηκε ότι, κατόπιν συμβάσεων ναυτικής εργασίας που κατήρτισε με την εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία “……….”, ναυτολογήθηκε τέσσερις (4) φορές με την ειδικότητα του ναύτη και απασχολήθηκε, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή, χρονικά διαστήματα, εντός της χρονικής περιόδου από 18-3-2019 έως 28-10-2021, στο υπό ελληνική σημαία φορτηγό – οχηματαγωγό πλοίο «Τ», Νηολογίου Πειραιώς, με αριθμό …., κοχ 1517,80, τόνων DW ….., αντί συμφωνηθείσας αμοιβής των προβλεπομένων αποδοχών (μηνιαίου μισθού και επιδομάτων) από τη Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) για τα μέλη των πληρωμάτων των Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019, πλην του χρονικού διαστήματος από 29.3.2021 έως 31.5.2021, οπότε εργάσθηκε αντί συμφωνηθείσας αμοιβής των προβλεπομένων αποδοχών (μηνιαίου μισθού και επιδομάτων) από τη Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) για τα μέλη των πληρωμάτων των Μεσογειακών – Φορτηγών έως 4.500 τόνων DW του έτους 2010. Ο ίδιος, ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι, ενόψει των ανωτέρω συμβάσεων, ναυτολογήθηκε και εργάσθηκε καθόλα τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, με την ειδικότητα του ναύτη, παρείχε δε τις υπηρεσίες του στο εν λόγω πλοίο, που εκτελούσε καθημερινά, κατά τον ένδικο χρόνο, τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο δρομολόγια μεταξύ ελληνικών λιμένων, εργαζόμενος ημερησίως επί δώδεκα [12] ώρες, πλην (α) του χρονικού διαστήματος από 19.3.2020 έως 31.3.2020, οπότε στο πλοίο εκτελούντο εργασίες επισκευής και αυτός εργαζόταν επί οκτώ [8] ώρες ημερησίως και (β) εννέα [9] ημερών Σαββάτου και αργιών του χρονικού διαστήματος από 29.3.2021 έως 31.5.2021 και τις ημέρες Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 1.6.2021 έως 28.10.2021, οπότε εργαζόταν επί δεκατρείς [13] ώρες ημερησίως. Με βάση τα περιστατικά αυτά και υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι απασχολήθηκε χωρίς να λάβει το σύνολο των συμφωνημένων αποδοχών του, που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών, το σύνολο των αναλογούντων στο χρόνο εργασίας του δώρων εορτών, το σύνολο του δικαιούμενου επιδόματος έχμασης, χωρίς να λάβει την αναλογούσα στην εργασία του πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσε το ανωτέρω πλοίο, αλλά και αποζημίωση απολύσεως, ανερχομένη σε αποδοχές είκοσι δύο [22] ημερών, εκ του λόγου ότι, απολύθηκε την 23.9.2020, λόγω διακοπής δρομολογίων για εργασίες ετήσιας επιθεώρησης, χωρίς να επαναπροσληφθεί εντός χρονικού διαστήματος εξήντα ημερών, εξυπονοώντας, δια της επίκλησης του άρθρου 33 της της Συλλογικής Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας για τα μέλη των πληρωμάτων των Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019, όσον αφορά στα δρομολόγια εξπρές, του άρθρου 30 της ίδιας ως άνω ΣΣΝΕ όσον αφορά στο επίδομα έχμασης και του άρθρου 27 της ίδιας ΣΣΝΕ όσον αφορά το ύψος της δικαιούμενης αποζημίωσης λόγω απόλυσής του την 23.9.2020 ότι, κατά τη συμφωνία των διαδίκων, η εν λόγω ΣΣΝΕ (για τα μέλη των πληρωμάτων των Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019), ετύγχανε εφαρμογής και επί των εν λόγω ζητημάτων των επίδικων ναυτολογήσεων, ειδικώς δε όσον αφορά στην αιτούμενη αποζημίωση απολύσεως για την απόλυσή του την 23.9.2020, ότι τα υπό του ενδίκου πλοίου εκτελούμενα δρομολόγια ήταν τακτικά δρομολόγια που είχαν εγκριθεί, καθώς επίσης και αποζημίωση απολύσεως λόγω της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του την 28.10.2021 από τον πλοίαρχο του ανωτέρω πλοίου μονομερώς, άνευ υπαιτιότητός του, ανερχομένης σε αποδοχές δεκαπέντε ημερών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 72 επ. του ΚΙΝΔ, ζητούσε ο ενάγων, όπως το αρχικώς συνολικά καταψηφιστικό αίτημά της αγωγής παραδεκτώς περιορίστηκε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου σε εν μέρει αναγνωριστικό, να του επιδικαστεί, δι’ αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής, το συνολικό χρηματικό ποσό των ευρώ 24.524,12 και, συγκεκριμένα, αφενός μεν αναγνωριστικώς, το ποσό των ευρώ 4.963,20 για διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησής κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής που πραγματοποίησε στα πλαίσια της πρώτης και δεύτερη των ενδίκων ναυτολογήσεων, αφετέρου δε καταψηφιστικώς το συνολικό ποσό των ευρώ 19.560,92 και δη το ποσό των ευρώ 2.218,10 για διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησής, κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, στα πλαίσια των δύο πρώτων ναυτολογήσεών του, για διαφορές αποδοχών υπερωριακής του απασχόλησης που παρείχε εντός του χρονικού διαστήματος από 1.6.2021 έως 28.10.2021 κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών το ποσό των ευρώ 1.458,24 και κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής το ποσό των ευρώ 3.594,00, το ποσό των ευρώ 355,44 για διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών του χρονικού διαστήματος από 29.3.2021 έως 31.05.2021, το ποσό των ευρώ 139,32 για διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές ημέρες του ιδίου ως άνω χρονικού διαστήματος, το ποσό των ευρώ 284,04, για διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης κατά τις ημέρες Κυριακής του χρονικού διαστήματος από 29.3.2021 έως 31.05.2021, το ποσό των ευρώ 1.426,48 για πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές, το ποσό των ευρώ 807,58 για διαφορά Δώρου Πάσχα 2020, το ποσό των ευρώ 1.257,96 για διαφορά αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2020, το ποσό των ευρώ 1.526,98 για διαφορά αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2021, το ποσό των ευρώ 1.293,64 για επίδομα έχμασης, το ποσό των ευρώ 3.041,44 ως αποζημίωση συνεπεία της απόλυσής του την 23.9.2020 και το ποσό των ευρώ 2.157,70 συνεπεία της απόλυσής του την 28.10.2021, ως αποζημίωση. Τα ανωτέρω ποσά, ο ενάγων αξίωσε νομιμότοκα από της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του, άλλως από της επιδόσεως της ένδικης αγωγής. Ζητούσε, τέλος, να υποχρεωθεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η υπ’ αριθμ. 2009/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία αφού έγινε δεκτή, ως νόμιμη η ένδικη αγωγή, ως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 648 επ., 653, 655, 340, 341, 345, 346 ΑΚ, άρθρα 53, 54, 57, 60, 72, 75, 76, 84 του Κ.Ι.Ν.Δ, 70, 907, 908 παρ. 1 περ. ε’ και 176 ΚΠολΔ, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82 «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δίκαιου μένους ναυτικούς» σε συνδυασμό με τη Συλλογική Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, που συνήφθη την 8η-7-2019 και κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 2242.5/-1.5/56040/2019 Υ.Α., η οποία δημοσιεύθηκε (Φ.Ε.Κ. Β’ 3170/12-8-2019), πλην του επιμέρους αιτήματος περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, κατά το αναγνωριστικό της μέρος, το οποίο απορρίφθηκε ως μη νόμιμο, ακολούθως η ένδικη αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη στην ουσία της και επιδικάσθηκε στον ενάγοντα αναγνωριστικώς το ποσό των ευρώ 317,40, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για την υπερωριακή αυτού απασχόληση κατά τις εκατόν εβδομήντα οκτώ [178] καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής που εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο στα πλαίσια της πρώτης και δεύτερης των ανωτέρω ναυτολογήσεων και καταψηφιστικώς το ποσό των ευρώ 1.879,19 ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για την υπερωριακή απασχόληση αυτού καθόλο το χρονικό διάστημα εργασίας του στο ανωτέρω πλοίο, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργαζόταν επί εννέα [9] ώρες ημερησίως καθ’ εκάστη ημέρα των ανωτέρω χρονικών διαστημάτων, πλην των τριών [3] ημερών Σαββάτου και αργιών του χρονικού διαστήματος από 19-3-2020 έως 31-3-2020, οπότε στο πλοίο διενεργούντο επισκευές και αυτός εργάσθηκε επί οκτώ ώρες, καθ’ εκάστη, απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση δώδεκα [12] και δέκα τριών [13] ωρών, κατά τις αγωγικές διακρίσεις, το ποσό των ευρώ 1.122,11 ως πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές, αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα το εν λόγω πλοίο πραγματοποίησε τέσσερα εξπρές δρομολόγια εντός του έτους 2020 και (6,40) εξπρές δρομολόγια εντός του έτους 2021, το ποσό των ευρώ 360,09 για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα έτους 2020, το ποσό των ευρώ 847,71 για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων έτους 2020, το ποσό των ευρώ 840,05 για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων έτους 2021 και το ποσό των ευρώ 1.293,64 ως επίδομα έχμασης, νομιμοτόκως από την 29.10.2021, ήτοι την επομένη ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος έως την εξόφληση. Περαιτέρω, απέρριψε το αίτημα επιδίκασης αποζημίωσης απολύσεως του ενάγοντος στο σύνολό του ως αβάσιμο στην ουσία του, καθώς επίσης και το αίτημα κήρυξης της απόφασης προσωρινώς εκτελεστής και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα μέρος της δικαστικής του δαπάνης και δη το ποσό των ευρώ εξακοσίων (600). Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τόσο ο ενάγων όσο και η εναγομένη, ως εν μέρει ηττηθέντες στον πρώτο βαθμό, έχοντας έννομο συμφέρον, που απορρέει από τη βλάβη τους, η οποία προκύπτει αμέσως από το διατακτικό της ως άνω απόφασης, με τις συνεκδικαζόμενες με την παρούσα απόφαση εφέσεις τους. Ειδικότερα: 1) ο ενάγων άσκησε κατά της ως άνω απόφασης την ανωτέρω, υπό στοιχείο Α, έφεσή του, με την οποία πλήττει αυτήν για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες εκτιμώμενες, ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναφορικά με την κρίση του επί α) του αγωγικού κονδυλίου της διαφοράς της αμοιβής του για παρασχεθείσα υπ’ αυτού υπερωριακή εργασία και συγκεκριμένα, με τον πρώτο λόγο έφεσης όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως επί των ωρών της ημερήσιας απασχόλησής του στο πλοίο της εναγομένης, κατά το χρονικό διάστημα των ναυτολογήσεών του σ’ αυτό, σύμφωνα με τα οποία εργαζόταν καθημερινά επί εννέα [9] ώρες και όχι επί δώδεκα ώρες [12] ώρες και ειδικώς τις ημέρες Σαββάτου του χρονικού διαστήματος από 8.3.2021 έως 28.10.2021 επί δεκατρείς [13] ώρες, όπως ισχυρίσθηκε με την αγωγή του, με αποτέλεσμα το ως άνω κονδύλιο να γίνει εν μέρει δεκτό ως κατ’ ουσίαν βάσιμο, β) επί των επίσης γενομένων εν μέρει δεκτών ως κατ’ ουσίαν βασίμων κονδυλίων επιδομάτων εορτών ετών 2020 και 2021, με τον δεύτερο λόγο έφεσης κατά το πρώτο σκέλος του, όσον αφορά στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, το οποίο έγινε δεκτό ότι του οφείλεται ως τέτοια αμοιβή, διότι, όπως διατείνεται, τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερων συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συμπεριληφθέντος σ’ αυτό, χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο, οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, επί των οποίων πλήττονται και από πλευράς εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των σχετικών διατάξεων της εν προκειμένω κριθείσας ως εφαρμοστέας Σ.Σ.Ν.Ε., διότι με το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου έφεσης ο ενάγων – εκκαλών ισχυρίζεται ότι, εσφαλμένως υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως δεν συνυπολογίσθηκε στις τακτικές αποδοχές, με βάση τις οποίες υπολογίσθηκαν τα δώρα εορτών και ο μέσος όρος αμοιβής του για τα δρομολόγια εξπρές, γ) επί του επίσης γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου αμοιβής για δρομολόγια εξπρές, με τον τρίτο λόγο έφεσης, όσον αφορά στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, το οποίο έγινε δεκτό ότι του οφείλεται ως τέτοια αμοιβή, διότι, όπως διατείνεται, τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερων συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συμπεριληφθέντος σ’ αυτό, χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο, δ) επί της απορριφθείσας ως αβάσιμης στην ουσία της απαίτησης του ενάγοντος για καταβολή αποζημίωσης απολύσεως εξαιτίας της απόλυσής του την 23.9.2020, λόγω διακοπής των δρομολογίων του εν λόγω πλοίου και μη επαναπρόσληψής του, κατά τις διατάξεις του άρθρου 27 της συμφωνηθείσας ως εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, με τον τέταρτο λόγο έφεσης και ε) επί της απορριφθείσας ως αβάσιμης στην ουσία της απαίτησης του ενάγοντος για καταβολή αποζημίωσης απολύσεως, εξαιτίας της απόλυσής του, την 28.10.2020, λόγω διακοπής των δρομολογίων του εν λόγω πλοίου, οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, επί της οποίας πλήττονται και από πλευράς εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 72 του ΚΙΝΔ. Ζητείται δε, με την εν λόγω έφεση, η εξαφάνιση της ως άνω απόφασης, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια αυτής που βλάπτουν τον εκκαλούντα, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και αναδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να καταδικασθεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης και της αμοιβής του πληρεξουσίου του δικηγόρου, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας. 2) Η εναγόμενη άσκησε την υπό στοιχείο Β έφεσή της, με την οποία πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αναφορικά με την κρίση του α) επί του κονδυλίου της διαφοράς της αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, ως προς το οποίο (κονδύλιο) με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι, εάν είχαν εκτιμηθεί ορθά τα προσαχθέντα από την ίδια αποδεικτικά μέσα, που κατονομάζει και είχαν ληφθεί υπόψη οι ισχυρισμοί που επίσης παραθέτει στην έφεση της, θα είχε γίνει δεκτό ότι αυτός (ενάγων) δεν εργαζόταν υπερωριακά επί εννέα (9) ώρες ημερησίως και σε κάθε περίπτωση, η καταβληθείσα στον ενάγοντα υπ’ αυτής υπερωριακή αμοιβή κάλυπτε πλήρως την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση, ώστε να μην τίθεται θέμα καταβολής επί πλέον υπερωριακής αμοιβής, β) επί των γενομένων ως εν μέρει δεκτών ως κατ’ ουσίαν βασίμων κονδυλίων δώρων εορτών ετών 2020 και 2021, ως προς τα οποία (κονδύλια) με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης ειδικότερα ισχυρίζεται ότι, υπολογίσθηκαν εσφαλμένα επί τη βάσει, συμπεριληφθέντος σ’ αυτά μη ανταποκρινόμενο στην πραγματικότητα, ποσού ως μέσου όρου αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή αυτού απασχόληση, επικαλούμενη επιπροσθέτως ότι η εν λόγω αξίωση του ενάγοντος έχει πλήρως εξοφληθεί δια του συνομολογηθέντος κλειστού μισθού του ενάγοντος, γ) επί του γενομένου ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου επιδόματος έχμασης, ως προς το οποίο (κονδύλιο) με τον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσης ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι, εάν είχαν ληφθεί υπόψη οι ισχυρισμοί που παραθέτει στην έφεση της, θα είχε γίνει δεκτό ότι αυτός (ενάγων), κανένα ποσό δεν δικαιούται για την αιτία αυτή, δ) επί του γενομένου ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου αμοιβής για δρομολόγια εξπρές με τον τέταρτο λόγο έφεσης ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι, εάν είχαν ληφθεί υπόψη οι ένορκες καταθέσεις των υπ’ αυτής εξετασθέντων μαρτύρων, θα είχε γίνει δεκτό ότι το εν λόγω πλοίο δεν εκτελούσε δρομολόγια εξπρές και ε) επί της επιβληθείσας σε βάρος της δικαστικής δαπάνης, με τον πέμπτο λόγο έφεσης ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι, εάν είχαν ληφθεί υπόψη οι ισχυρισμοί της θα είχε αυτή δικαιωθεί και θα έπρεπε να επιβληθεί το σύνολο της ιδικής της δικαστικής δαπάνης στον ενάγοντα. Ζητά δε με την έφεσή της, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως και την εξαρχής αναδίκαση της υποθέσεως, ούτως ώστε ν’ απορριφθεί στο σύνολό της η, σε βάρος της ασκηθείσα, ανωτέρω αγωγή και να καταδικασθεί ο ενάγων στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.
ΙΙΙ. Από την εκτίμηση της, περιεχομένης στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση, ένορκης κατάθεσης του μάρτυρος που εξετάσθηκε με επιμέλεια της εναγομένης, ……………….., της περιεχομένης στη νομοτύπως συνταχθείσα, κατ` αρθ. 422 παρ. 1 ΚΠολΔ, από 9.2.2022 ένορκη βεβαίωση, ένορκης κατάθεσης του μάρτυρος ………….., η οποία ελήφθη ενώπιον του Δικηγόρου Πειραιώς, . ………, με επιμέλεια του ενάγοντος, κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλητεύσεως της εναγομένης (σχ. υπ` αριθ. ………………./04.02.2022 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς ………………), των περιεχομένων στις νομοτύπως συνταχθείσες, κατ` αρθ. 422 παρ. 1 ΚΠολΔ, υπ` αριθ. …, …, …. από 23.5.5.2022 ένορκες βεβαιώσεις, ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ………………….., ……………. και ………………., οι οποίες ελήφθησαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, που ελήφθησαν με επιμέλεια της εναγομένης – εκκαλούσας – εφεσίβλητης κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλητεύσεως του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντος ως εκ του νόμου αντικλήτου αυτού (ενάγοντος) ως υπογράφοντος την ένδικη αγωγή (σχ. υπ` αριθ. …../18.05.2022 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς ………………..), οι οποίες άπασες (οι ένορκες βεβαιώσεις) εκτιμώνται κατά το μέτρο της γνώσεως και το βαθμό της αξιοπιστίας εκάστου μαρτυρούντος, χωρίς το γεγονός ότι ο ενόρκως υπέρ του ενάγοντος βεβαιών τυγχάνει αντίδικος της εναγομένης, επειδή είχε ασκήσει εναντίον της άλλη, δική του, αγωγή, όπως και το γεγονός ότι οι ενόρκως βεβαιώσαντες μάρτυρες της εναγομένης τυγχάνουν εργαζόμενοι αυτής, να αποκλείει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων τους, και των εγγράφων που οι διάδικοι μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν, λαμβανομένων υπόψη, ακόμη και αν δεν πληρούν όλα τους όρους του νόμου (άρθ. 614 αριθ. 3, και 621 επ. ΚΠολΔ), είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (αρθ. 395, 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ’ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 262/2020 ΗλΤρΝομΠλ ΔΣΑ, ΑΠ 1164/2019 ΗλΤρΝομΠλ ΔΣΑ, ΑΠ 1045/2017 ΗλΤρΝομΠλ ΔΣΑ), τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται κατά τα άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 του ΚΠολΔ, αλλά και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 του ΚΠολΔ), απεδείχθησαν τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία φορτηγού – οχηματαγωγού πλοίου «Τ», νηολογίου Πειραιώς με αριθμό ……., κοχ 1517,80, τόνων DW … και του ενάγοντος, απογεγραμμένου ναυτικού, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε στο ως άνω πλοίο, με την ειδικότητα του ναύτη και παρείχε τις υπηρεσίες του στο ανωτέρω πλοίο, κατά το χρονικό διάστημα από την 18.3.2019 έως την 19.6.2020, οπότε απολύθηκε “αμοιβαία συναινέσει” αυτού και του πλοιάρχου και από την 27.7.2020 έως την 23.9.2020, οπότε απολύθηκε λόγω διακοπής των πλόων του εν λόγω πλοίου για επιθεώρηση. Οι πάσης φύσεως αποδοχές του ενάγοντος για την εν λόγω εργασία του, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, κατά συμφωνία των διαδίκων, ρυθμίζονταν από τη Σ.Σ.Ν.Ε. των μελών των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, που υπογράφηκε στις 8.7.2019, κυρώθηκε στις 24.7.2019 με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β΄ 3170) την 12.8.2019, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων. Ακολούθως, ο ενάγων ναυτολογήθηκε εκ νέου στο ανωτέρω πλοίο με την αυτή ειδικότητα, την 8.3.2021, δυνάμει συμβάσεως ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου και δη τρίμηνης διάρκειας, αντί συμφωνημένης αμοιβής της προβλεπόμενης για την εν λόγω ειδικότητα από τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Μεσογειακών Φορτηγών Πλοίων από 501-3.000 κοχ ή 801 – 4500 τόνους DW, έτους 2010, η οποία κυρώθηκε με την υπ΄ αριθμ. 3525.1.4/01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας, που δημοσιεύθηκε νόμιμα στην ΕτΚ (ΦΕΚ Β΄ 127/2011), όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων. Την 1η.6.2021, χωρίς να μεσολαβήσει αποναυτολόγηση του ενάγοντος, καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων νέα σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, στα πλαίσια της οποίας ο ενάγων εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο με την αυτή ειδικότητα έως την 28.10.2021, οπότε απολύθηκε λόγω διακοπής των πλόων του εν λόγω πλοίου για επιθεώρηση. Οι πάσης φύσεως αποδοχές του ενάγοντος στα πλαίσια της τελευταίας αυτής σύμβασης ναυτολόγησης, αποδείχθηκε ότι, κατά συμφωνία των διαδίκων, ρυθμίζονταν από τη Σ.Σ.Ν.Ε. των μελών των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, που υπογράφηκε στις 8.7.2019, κυρώθηκε στις 24.7.2019 με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β΄ 3170) στις 12.8.2019, όπως ομοίως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων. Επίσης, απεδείχθη ότι, το εν λόγω πλοίο, καθόλο το διάστημα των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, εξαιρουμένου του χρονικού διαστήματος από την 19.3.2020 έως την 31.3.2020, οπότε σε αυτό εκτελούντο εργασίες επισκευής και του χρονικού διαστήματος από την 8.3.2021 έως την 28.3.2021, οπότε η ένδικη σύμβαση εργασίας ανεστάλη λόγω της πανδημίας του κορωναϊού, πραγματοποιούσε πλόες, προς εκτέλεση τακτικών δρομολογίων, με λιμένα αφετηρίας το λιμάνι του Πειραιά και προορισμό διάφορα νησιά του Αιγαίου, μεταφέροντας οχήματα, κυρίως φορτηγά αυτοκίνητα και πάντως όχι επιβάτες. Ενόψει του ότι, κατά τον επίδικο χρόνο, δεν ήταν σε ισχύ ΣΣΕ ρυθμίζουσα τους όρους αμοιβής εργασίας της ανωτέρω ειδικότητας του ενάγοντος, με ανώτερες των προβλεπομένων στις συνομολογηθείσες ως διέπουσες τους όρους αμοιβής του ενάγοντος, κατά ένδικες ναυτολογήσεις, αμοιβές, εγκύρως υπό των διαδίκων συνομολογήθηκε, ως προς τους όρους αμοιβής του ενάγοντος, ότι αυτές θα διέπονται από τις ανωτέρω ΣΣΕ, διότι στα πλαίσια του άρθρου 361 ΑΚ, με την ατομική σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, είναι δυνατόν εγκύρως να συμφωνηθεί μισθός με παραπομπή σε συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις, οι οποίες άλλως δεν θα ήταν δεσμευτικές για τα συμβαλλόμενα μέρη, υπό την έννοια ότι στην περίπτωση αυτή ο εργαζόμενος θα αμείβεται με τον ανωτέρω μισθό που καθορίζεται από τις ως άνω συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις, οι οποίες καλύπτουν άλλη κατηγορία εργαζομένων ή θέτουν προϋποθέσεις που δεν συγκεντρώνει ο συγκεκριμένος μισθωτός, ενόψει του ότι, σε μια τέτοια περίπτωση, οι κανονιστικές ρυθμίσεις της συλλογικής σύμβασης εργασίας ή της διαιτητικής απόφασης προς τις οποίες γίνεται η παραπομπή με την ατομική σύμβαση εργασίας, αποκτούν, έναντι των συμβαλλομένων, συμβατική ισχύ (ΑΠ 194/2020 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου). Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, η οργανική σύνθεση του κατώτερου πληρώματος καταστρώματος του ενδίκου πλοίου, κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, περιελάμβανε έναν ναύκληρο και τρεις ναύτες, κατά δε τον ένδικο χρόνο υπηρετούσαν στο πλοίο, σύμφωνα με τις ανωτέρω προβλέψεις, ένας ναύκληρος και τρεις ναύτες και επιπλέον, ένας ναυτόπαις. Τα καθήκοντα της ειδικότητας του ναύτη με την οποία απασχολήθηκε ο ενάγων στο ανωτέρω πλοίο, προβλέπονται και ρυθμίζονται από το Β.Δ. 806/1970 «Kανονισμός περί εργασίας επί ελληνικών φορτηγών πλοίων 800 κόρων και άνω». Συγκεκριμένα, κατά τις διατάξεις του άρθρου 61 του εν λόγω ΒΔ, υπό τον τίτλο «Καθήκοντα εν γένει», ορίζεται ότι «Οι ναύται τελούν υπό τας διαταγάς και τον έλεγχον του ναυκλήρου και βοηθούν αυτόν και τον ξυλουργόν εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων των.». Κατά το άρθρο 62 του ιδίου ΒΔ, υπό τον τίτλο «Ειδικά καθήκοντα», προβλέπεται ότι «1. Ειδικώτερον οι ναύται εκτελούν κατά τας φυλακάς τας εργασίας πηδαλιούχου, οπτήρος και αγγελιαφόρου γεφύρας, κατά τα εν άρθρω 116 εκτιθέμενα, εκτός δε φυλακής τας γενικάς εργασίας συντηρήσεως και καθαρισμού του σκάφους και του εξαρτισμού αυτού, περί ών το άρθρον 117. 2. Εκτελούν επίσης προσωπικώς τον καθαρισμόν των ατομικών των κοιτωνίσκων (καμπίνες) και τη συμμετοχή των ναυτοπαίδων από κοινού ή εκ περιτροπής των κοινοχρήστων χώρων ενδιαιτήσεώς των (διάδρομοι, νιπτήρες, λουτήρες, πλυντήρια, αποχωρητήρια κλπ.). Ειδικώτερον ο καθαρισμός του εστιατορίου πληρώματος ενεργείται υπό των ανωτέρω, εφ` όσον η οργανική σύνθεσις του πλοίου δεν προβλέπει πλείονας του ενός βοηθούς θαλαμηπόλου. 3. Επί δεξαμενοπλοίων οι ναύται βοηθούν προσθέτως τον αντλιωρόν εις τον χειρισμόν των στροφίγγων (βάννες), την σύνδεσιν και αποσύνδεσιν των επί του πλοίου σωληνώσεων και τας λοιπάς εργασίας φορτοεφορτώσεως και ερματισμού.». Στο μέρος τρίτο, υπό τον τίτλο «Οργάνωσις της εν τω πλοίω εργασίας.», κεφ. Ι « Εργασία εν πλω.» «ΤΜΗΜΑ Α`» «Προσωπικόν καταστρώματος.» με το άρθρο 113, υπό τον τίτλο «Κατανομή εις την εργασίαν», προβλέπεται ότι «Το προσωπικόν καταστρώματος κατανέμεται εν πλω μερίμνη του Υποπλοιάρχου. α) Εις την εργασίαν γεφύρας και β) Εις γενικάς εργασίας σκάφους.». Κατά το άρθρο 114, υπό τον τίτλο «Εργασία γεφύρας», ορίζεται ότι «1. Η εργασία γεφύρας διεξάγεται κατά φυλακάς κανονικώς εναλλασσομένας. 2. Εκάστη φυλακή αποτελείται: α) Εξ ενός αξιωματικού καταστρώματος. β) Εξ ενός ναύτου πηδαλιούχου και γ) Εξ ενός ναύτου οπτήρος, εφ` όσον η οργανική σύνθεσις του προσωπικού καταστρώματος επιτρέπει τούτο. Κατ` εξαίρεσιν, οσάκις κατά την κρίσιν του πλοιάρχου αι συνθήκαι ασφαλείας πλου επιτρέπουν την απρόσκοπτον χρησιμοποίησιν συσκευής αυτομάτου πηδαλίου, η φυλακή περιορίζεται εις τον αξιωματικόν καταστρώματος και έναν ναύτην οπτήρα, του ετέρου διατιθεμένου εις γενικάς εργασίας. Εν τοιαύτη περιπτώσει ο ναύτης οπτήρ επ` ουδενί λόγω επιτρέπεται να χρησιμοποιηθή εις γενικάς εργασίας σκάφους, ει μη μόνον εις τοιούτας επί της γεφύρας. Εν περιπτώσει επαναφοράς της πηδαλιουχίας από του αυτομάτου εις το επανδρούμενον πηδάλιον προστίθεται εις την φυλακήν εις ναύτην ως πηδαλιούχος. 3. Αι φυλακαί δεν δύνανται να είναι ολιγώτεροι των τριών, η δε χρονική διάρκεια εκάστης είναι τετράωρος. Εν περιπτώσει εκτάκτου ανάγκης δύναται κατά την κρίσιν του πλοιάρχου να αυξηθή ο αριθμός των ανδρών φυλακής διαιρουμένου του προσωπικού καταστρώματος εις δύο φυλακάς. 4. Οσάκις η οργανική σύνθεσις προσωπικού καταστρώματος δεν επαρκεί διά την κατανομήν του εις τρις φυλακάς, αύται καθορίζονται εις δύο εξαώρου διαρκείας. Εν περιπτώσει εκτάκτου ανάγκης ο πλοίαρχος δικαιούται να ρυθμίζη τον αριθμόν των φυλακών και την διάρκειαν τούτων κατά διάφορον τρόπον, πρόσφορον πάντως διά την ασφάλειαν του πλοίου. 5. Οι τεταγμένοι εις φυλακήν πρέπει να είναι παρόντες όπως αναλάβωσιν εργασίαν πέντε λεπτά προ της ώρας ενάρξεως της φυλακής των ίνα ενημερωθούν επί των συνθηκών της ναυσιπλοϊάς. Ούτοι μετά το πέρας της φυλακής των δεν διατίθενται εις άλλας εργασίας πλην των υπό του παρόντος Κανονισμού προβλεπομένων εξαιρέσεων. 6. Αι ώραι προετοιμασίας και εναλλαγής των φυλακών σημαίνονται μερίμνη του αξιωματικού φυλακής γεφύρας διά κωδωνισμών, προ είκοσι λεπτών προειδοποιητικώς και προ πέντε λεπτών εκτελεστικώς. 7. Απαλλάσσονται της υπηρεσίας φυλακής γεφύρας ο Πλοίαρχος, εφ` όσον εν τω πλοίω υπηρετούν δύο υφιστάμενοί του αξιωματικοί καταστρώματος, ο ναύκληρος, ο ξυλουργός, οι εις γενικάς εργασίας σκάφους διηρημένοι ναύται και οι ναυτόπαιδες.». Κατά το άρθρο 116 υπό τον τίτλο «`Ανδρες φυλακής γεφύρας.» προβλέπεται ότι «1. Ο πηδαλιούχος οφείλει να συγκεντρώνη την προσοχήν του εις την τήρησιν διά του πηδαλίου της πορείας ή την αλλαγήν ταύτης συμφώνως προς τα παραγγέλματα του πλοιάρχου ή του αξιωματικού φυλακής γεφύρας εν έκαστον των οποίων επαναλαμβάνει με ηχηράν και καθαράν φωνήν εις επήκοον του εκφωνούντος αυτό. Εν ουδεμιά περιπτώσει επιτρέπεται να απομακρυνθή του πηδαλίου, εάν δεν αντικατασταθή υπό άλλους τινός, εις τούτον δε διαλαλεί την τηρουμένην πορείαν και αναμένει να ακούση την επανάληψιν αυτής, επαναλαμβάνει κατόπιν αυτήν εις τον αξιωματικόν φυλακής γεφύρας και τότε μόνον είναι ελεύθερος να απομακρυνθή. 2. Ο οπτήρ τοποθετούμενος εν νυκτί ή εν ομίχλη εις την καταλληλότερον δι` αυτόν θέσιν αναλόγως του καιρού και των εντολών του αξιωματικού φυλακής, πρέπει να έχη εντεταμένην την προσοχήν του πέριξ του πλοίου και να αναγγέλη παν εμφανιζόμενον σημείον, φως ή εμπόδιον. Οφείλει επίσης να αναφέρη εις τον αξιωματικόν φυλακής γεφύρας, ανά πάσαν ημίσειαν ώραν, αν η φωτοβολία των πλοϊκών φανών είναι εν τάξει. 3. Ωσαύτως ο οπτήρ υποχρεούται. α) Να εκτελή καθήκοντα αγγελιαφόρου γεφύρας διαβιβάζων τας εντολάς του αξιωματικού φυλακής γεφύρας. β) Να αναφέρη τας ενδείξεις του δρομομέτρου εφ` όσον τούτο δεν ευρίσκεται επί της γεφύρας. γ) Να περιέρχεται κατ` εντολήν του αξιωματικού φυλακής γεφύρας ανά ημίσειαν ώραν τους σταθμούς ελέγχου πυρκαϊάς και το κατάστρωμα επιβλέπων τας καθόδους (κουβούσια), τα πώματα (καπάκια) των στομίων των κυτών, τα τυχόν αδιάβροχα καλύμματα αυτών, τας ανεμοδόχους και τας αλύσεις του πηδαλίου. δ) Να φροντίζη διά την έγκαιρον έγερσιν του αξιωματικού και των ανδρών της επομένης φυλακής γεφύρας, ενδεχομένως δε και του αξιωματικού ασυρμάτου. ε) Να ασχολήται εις γενικάς εργασίας του σκάφους κατά τας εργασίμους ώρας. 4. Ο πηδαλιούχος και ο οπτήρ διαρκούσης της φυλακής των εναλλάσσουν την υπηρεσίαν των ανά δίωρον κατά τας εργασίμους ώρας και ανά ώραν κατά τας υπολοίπους. 5. Απαγορεύεται εις του ανωτέρω το κάπνισμα κατά την διάρκειαν της φυλακής των επί της γεφύρας.». Κατά το άρθρο 117, υπό τον τίτλο «Γενικαί εργασίαι σκάφους», προβλέπεται ότι «Οι διηρημένοι εις τας γενικάς εργασίας σκάφους άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψιν του ναυκλήρου εις καθαρισμούς, λιπάνσεις, αποσκωριάσεις και χρωματισμούς δεξαμενών, διπυθμένων, διαμερισμάτων του σκάφους, εις προετοιμασίαν των κυτών ή δεξαμενών δια φόρτωσιν ή εκφόρτωσιν, ευθέτησιν εξαρτίων, σχοινίων και συρματοσχοίνων, αμματίσεις (ματίσματα) τούτων, ευθέτησιν των αποθηκών υλικών συντηρήσεως σκάφους και των κυτών προς πρόληψιν μετατοπίσεως, αναμίξεως, βλάβης, φθοράς ή κλοπής του φορτίου, ή πυρκαϊάς, τοποθέτησιν παραφραγμάτων φορτίου και εις πάσαν άλλην εργασίαν οριζομένην υπό του υποπλοιάρχου και αναγομένην κατά την κοινήν ναυτικήν αντίληψιν εις την ειδικότητά του, ραφήν και επισκευήν οθονίνων καλυμμάτων (μουσαάδων), σχοινοπλοκίαν κατασκευήν παραβλημάτων (στρωμάτσα), εχμάτων (μπότσοι), αγκυλών (γάσες), αρτανών (σαμπάνια) κλπ.». Κατά το άρθρο 118 του ιδίου Β.Δ., υπό τον τίτλο «Κατάπλους – Αγκυροβολία – Απαρσις – Απόπλους», προβλέφθηκε ότι «Το προσωπικόν καταστρώματος κατανέμεται κατά τον κατάπλουν, την αγκυροβολίαν, την άπαρσιν και τον απόπλουν, ως ακολούθως: α) Ο πλοίαρχος επί της γεφύρας (μετά του πλοηγού). β) Ο υποπλοίαρχος εις το πρόστεγον μετά του ναυκλήρου, ξυλουργού και ανδρών καταστρώματος. γ) Εις ανθυποπλοίαρχος εις το επίστεγον μετά ανδρών καταστρώματος. δ) Ο έτερος ανθυποπλοίαρχος ή δόκιμος αξιωματικός επί της γεφύρας δια την διαβίβασιν των παραγγελμάτων. ε) Ο πηδαλιούχος εις το πηδάλιον. 2. Εις ειδικάς περιπτώσεις δύναται ο πλοίαρχος κατά την κρίσιν του να κατανείμη το προσωπικόν καταστρώματος εις ετέρας των εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζομένων θέσεων. 3. Κατά τον κατάπλουν και την αγκυροβολίαν, την μεθόρμισιν ως και την άπαρσιν και τον απόπλουν πάντες εργάζονται δια την κανονικήν και ασφαλή αγκυροβολίαν και όρμισιν του πλοίου ή δια την κανονικήν άπαρσιν αυτού.». Κατά το άρθρο 131, υπό τον τίτλο «Ωράρια εργασίας», προβλέπεται ότι «1. Η εργασία των μη διηρημένων εις φυλακάς μελών του πληρώματος άρχεται την 08.00 ώραν και περατούται την 17.00 ώραν, διακοπτομένην επί μίαν ώραν κατά την μεσημβρίαν διά το γεύμα, πλην των περιπτώσεων, διά τας οποίας άλλως καθορίζεται υπό της εκάστοτε ισχυούσης συλλογικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας. 2. Η έγερσις γίνεται μίαν ώραν προ της ενάρξεως της εργασίας διά την ατομικήν ετοιμασίαν και διά το πρωϊνόν ρόφημα, εφ` όσον τούτο προηγείται της εργασίας. 3. Κατά τας προσδιωρισμένας ώρας εργασίας, πρέπει πάντες να ευρίσκωνται εις τας διατεταγμένας θέσεις των εν τω πλοίω και να εργάζωνται μετά προθυμίας και αποδοτικότητος εκτός εκείνων, οίτινες έχουν άδειαν εξόδου ή αναπαύσεως ένδον. 4. Ο κατά τας οικείας διατάξεις του παρόντος κανονισμού προβλεπόμενος καθαρισμός των κοινοχρήστων χώρων ενδιαιτήσεως του κατωτέρου πληρώματος διενεργείται υποχρεωτικώς καθ` εκάστην από 08.00-0.900 ώρας υπό μελών πληρώματος διηρημένων τυχόν εις γενικάς εργασίας (daymen) και εν ελλείψει τούτων υπό ανδρών της πρωϊνής φυλακής 08.00-12.00.». Κατά το Κεφάλαιο ΙΙ υπό τον τίτλο «Εργασίαι εν όρμω. ΤΜΗΜΑ Α`. Προσωπικόν καταστρώματος», προβλέφθηκε το άρθρο 126, το οποίο υπό τον τίτλο «Εργασίαι», ορίζει ότι «1. Εν λιμένι ή εν όρμω αι φυλακαί γεφύρας διατηρούνται ή διαλύονται κατά τα προβλεπόμενα υπό της εκάστοτε ισχυούσης οικείας συλλογικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας. 2. Οταν αι φυλακαί διαλυθούν το προσωπικόν καταστρώματος υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του υποπλοιάρχου ασχολείται εις γενικάς εργασίας σκάφους, ως αύται αναγράφονται εις το άρθρον 117, ανατιθεμένας αρμοδίως εις τούτο.». Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 § 1 της ως άνω εφαρμοζομένης εν προκειμένω, κατά τη συμφωνία των διαδίκων, κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα από την 1.1.2020 έως την 19.6.2020, από την 27.7.2020 έως την 23.9.2020 και από την 1.6.2021 έως την 28.10.2021, ΣΣΝΕ των μελών των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού (μισθού ενέργειας). Όπως διευκρινίζεται δε με το εδάφιο 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η, πέραν του οκταώρου, εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ. 328/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 626/2014 ΕλλΔνη 2015.508, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νμλγ), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες (άρθρα 11 και 13 § 5), δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου (άρθρο 18). Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση, κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες, αμείβεται ανά ώρα με βάση το ωρομίσθιο, που, κατ’ άρθρο 13 § 1 εδαφ. β και γ της ιδίας ΣΣΝΕ, υπολογίζεται ως πηλίκο της διαίρεσης του μισθού ενέργειας, όπως αυτός καθορίζεται στη διάταξη του άρθρου 1 § 1 αυτής, δια του αριθμού των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης των ναυτικών, δηλαδή δια του αριθμού εκατόν εβδομήντα τρία (52 εβδομάδες του έτους ÷ 12 μήνες = 4,33 Χ 40 ώρες εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης = 173). Ακολούθως, το ωρομίσθιο προσαυξάνεται κατά 50% (άρθρο 13 § 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 § 2), ενώ, κατά το άρθρο 18 § 2, για τον υπολογισμό των ωρών εργασίας κατά τις ημέρες αργίας ανά μήνα πολλαπλασιάζεται ο μέσος μηνιαίος όρος αργιών (16 αργίες ετησίως δια 12 μήνες = 1,33) με τον αριθμό των ωρών της ημερήσιας απασχόλησης για κάθε αργία (1,33 Χ 8 ώρες = 10,67 ώρες μηνιαίως). Κατά την ίδια ΣΣΝΕ (άρθρα 1, 3, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 § 2), η οποία όπως απεδείχθη, δυνάμει συμφωνίας των διαδίκων εφαρμόζονταν κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, στις ένδικες συμβάσεις ναυτολόγησης, ο ενάγων έπρεπε να λαμβάνει μηνιαίως: Ως μισθό ενεργείας του ναύτη, το ποσό των 1.204,77 ευρώ, ως επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας το ποσό των 265,05 ευρώ, ως επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 36,64 ευρώ, ως αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας το ποσό των 19,98 ευρώ την ημέρα και μηνιαίως το ποσό των 599,40 ευρώ (19,98 ευρώ Χ 30) και ως αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας, το ποσό των 433,95 ευρώ [(μισθός ενεργείας 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών 265,05 ευρώ: 22) = 66,81 +19,98 ευρώ =) 86,79 Χ 5 ημέρες (ενόψει του ότι ο ενάγων είχε τουλάχιστον διετή θαλάσσια προϋπηρεσία)= 433,95 ευρώ] και συνολικά το ποσό των ευρώ 2.539,81, πλέον επιδόματος ιματισμού το ποσό των ευρώ 58,78. Με την ίδια ΣΣΝΕ το ωρομίσθιο του ναύτη καθορίσθηκε στο χρηματικό ποσό των 6,96 ευρώ και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε 8,70 ευρώ και σε 10,44 ευρώ, αντίστοιχα. Οι συνολικές, επομένως, συμφωνημένες αποδοχές του ενάγοντος κατά τις ναυτολογήσεις του στο ανωτέρω πλοίο, κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα από 1.1.2020 έως 19.6.2020, από 27.7.2020 έως την 23.9.2020 και από 1.6.2021 έως την 28.10.2021, ανέρχονταν στο ποσό των ευρώ 2.539,81, πλέον επιδόματος ιματισμού το ποσό των ευρώ 58,78. Εξάλλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 της ως άνω εφαρμοζομένης κατά τη συμφωνία των συμβαλλομένων, εν προκειμένω, κατά το χρονικό διάστημα εργασίας του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο από την 29.3.2021 έως την 31.5.2021, ΣΣΝΕ των Πληρωμάτων των Μεσογειακών Φορτηγών Πλοίων από 501-3.000 κοχ ή 801 – 4500 τόνους DW, έτους 2010, η οποία κυρώθηκε με την υπ΄ αριθμ. 3525.1.4/01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας, που δημοσιεύθηκε νόμιμα στην ΕτΚ (ΦΕΚ Β΄ 127/2011), υπό τον τίτλο «Ώρες εργασίας», προβλέφθηκε ότι «Οι ώρες εργασίας έχουν καθοριστεί και παραμένουν στις σαράντα (40) την εβδομάδα και κατανέμονται ως εξής: (1). Προσωπικό καταστρώματος κατά το ταξίδι: α. Οι ώρες εργασίας των ανδρών της βάρδιας κατά το ταξίδι ορίζονται σε σαράντα την εβδομάδα, δηλαδή (8) ώρες κάθε ημέρα από τη Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή, ενώ το Σάββατο και η Κυριακή θεωρούνται σαν ημέρες αργίας. β. Έχοντας υπ` όψη την ανάγκη να συνεχίζονται κατά το ταξίδι οι εργασίες όλες τις ημέρες της εβδομάδας, τα μέλη του πληρώματος που έχουν βάρδια είναι υποχρεωμένα να εκτελούν κατά το ταξίδι την υπηρεσία βάρδιας το Σάββατο και την Κυριακή για ένα οκτάωρο. γ. Οι ώρες εργασίας αυτών που απασχολούνται σε κάθε είδους εργασίες μέρας, ορίζονται σε σαράντα κάθε εβδομάδα, δηλαδή σε οκτώ (8) κάθε μέρα από την Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή, ενώ το Σάββατο και τη Κυριακή θεωρούνται σαν ημέρες αργίας. δ. Ο προσδιορισμός των μελών του πληρώματος που αποτελούν τις βάρδιες, καθώς και εκείνων που ορίζονται για τις εργασίες της ημέρας είναι απόλυτο δικαίωμα του Πλοιάρχου. (2) Προσωπικό μηχανοστασίου και λεβητοστασίου κατά το ταξίδι … (3) Προσωπικό καταστρώματος μηχανοστασίου και λεβητοστασίου στο λιμάνι: α. Στο λιμάνι οι βάρδιες μπορεί να διατηρηθούν εφ` όσον ο Πλοίαρχος κρίνει αυτό αναγκαίο για λόγους ασφάλειας του πλοίου. Στην περίπτωση αυτή η εργασία του πληρώματος καθορίζεται από τις διατάξεις περί εργασίας κατά το ταξίδι. Σε περίπτωση που οι βάρδιες διατηρούνται όχι για λόγους ασφαλείας του πλοίου, καταβάλλεται στους άνδρες της βάρδιας υπερωρία για οκτώ ώρες το Σάββατο και την Κυριακή. β. Όταν οι βάρδιες διαλυθούν οι ώρες εργασίας ορίζονται σε σαράντα (40) την εβδομάδα, δηλαδή σε οκτώ (8) ώρες κάθε μέρα από την Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή, ενώ το Σάββατο και η Κυριακή θεωρούνται σαν ημέρες αργίας. γ. Οι ώρες που καθορίζονται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο κατανέμονται από τον Πλοίαρχο συνήθως ανάμεσα στις 8 το πρωί και στις 5 το απόγευμα, ενώ δίνεται ένας λογικός χρόνος για το φαγητό. Εφ΄ όσον όμως συντρέχουν ειδικοί λόγοι, που οφείλονται σε κλιματολογικές συνθήκες μπορεί οι ώρες να κατανέμονται από τον Πλοίαρχο ανάμεσα στις 6 το πρωί και στις 7 το απόγευμα. δ. … ε. … στ. … ζ. .. 4. Προσωπικό ασφάλειας α. Στο λιμάνι μετά το τέλος της εργασίας της ημέρας, το 1/3 των αξιωματικών και το 1/4 του κατωτέρου προσωπικού παραμένει εκ περιτροπής στο πλοίο για την ασφάλεια του, με βάση πίνακα που καταρτίζεται από τον Πλοίαρχο και γνωστοποιείται κατάλληλα στο πλήρωμα. Από αυτή την υποχρέωση δεν εξαιρείται κανένας εκτός από τον Α Μηχανικό. β. Στις περιπτώσεις που μετά τη διάλυση τους οι βάρδιες διατηρούνται, ειδικά για το προσωπικό καταστρώματος καταβάλλεται σ` αυτούς που υπηρετούν στη βάρδια υπερωρία για δύο (2) ώρες κατά τις ημέρες από Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή και για τρεις (3) ώρες το Σάββατο και τρεις (3) ώρες την Κυριακή. γ. … δ. …ε. …. 5. Ξυλουργός … 6. Προσωπικό γενικών Υπηρεσιών κατά το ταξίδι και στο λιμάνι … 7. Νυκτοφύλακες… 8. Ημέρες άφιξης και αναχώρησης α. Οι βάρδιες κατά το ταξίδι μπορεί κατά την κρίση του Πλοιάρχου να αρχίσουν 12 ώρες πριν από την αναχώρηση του πλοίου και να τελειώσουν 12 ώρες μετά την άφιξη. β. Κατά τις ημέρες Σάββατο και Κυριακή, όταν πλησιάζει η άφιξη ή η αναχώρηση του πλοίου, εάν κατά την κρίση του Πλοιάρχου οι βάρδιες καθορίζονται μέσα σε δώδεκα (12) ώρες πριν από την αναχώρηση ή συνεχίζονται για δώδεκα (12) ώρες μετά την άφιξη, οι εργασίες που εκτελούνται από το πλήρωμα ρυθμίζονται από τις διατάξεις που ισχύουν για εργασία κατά το ταξίδι. γ. Οι διατάξεις που αφορούν τις πιο πάνω ημέρες άφιξης και αναχώρησης εφαρμόζονται τόσο για τα τελικά όσο και για τα ενδιάμεσα λιμάνια. δ. Για την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων, ή άφιξη θεωρείται ότι έγινε από τη στιγμή που το πλοίο αγκυροβόλησε στη θέση της φόρτωσης ή εκφόρτωσης, η δε αναχώρηση θεωρείται ότι άρχισε από τη στιγμή που το πλοίο, που πρόκειται να αναχωρήσει, αποσπάστηκε από το αγκυροβόλιο της φόρτωσης ή εκφόρτωσης. 9. Έναρξη και λήξη ημέρας. Κάθε ημέρα, συμπεριλαμβανομένων και των Κυριακών και των εορτών σε λιμάνι, θεωρείται ότι αρχίζει από την 00.01 ώρα και τελειώνει την 24.00 ώρα.». Περαιτέρω, κατά το άρθρο 2 της ίδιας ΣΣΝΕ υπό τον τίτλο «ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ» προβλέφθηκαν μεταξύ άλλων « Ι. Επίδομα Κυριακών: 1. Για όλες τις Κυριακές που το πλοίο ταξιδεύει ή παραμένει σε λιμάνι, καταβάλλεται επίδομα Κυριακών σε ποσοστό που φθάνει το (22%) είκοσι δύο στα εκατό επί των μισθών που καθορίζονται στο προηγούμενο άρθρο. 2. Το επίδομα αυτό χορηγείται σε όλα ανεξαιρέτως τα μέλη του πληρώματος, ανεξάρτητα από το αν προσφέρεται ή όχι εκ μέρους τους κάποια υπηρεσία. Οπωσδήποτε όμως, κάθε μέλος του πληρώματος που καλείται γι` αυτό το σκοπό από τον Πλοίαρχο, έχει υποχρέωση κατά τις Κυριακές που το πλοίο παραμένει σε λιμάνι ή ταξιδεύει, να προσφέρει κάθε είδους υπηρεσία μέχρι οκτώ ώρες π ου αναφέρεται στα καθήκοντα της ειδικότητας του τα οποία ορίζονται από τον Κανονισμό Εργασίας Φορτηγών πλοίων πάνω από 800 κ.ο.χ. …». Κατά το άρθρο 10 της ίδιας ΣΣΝΕ ημέρες αργίας ορίσθηκαν η 1η του έτους, η εορτή των Θεοφανίων, η Καθαρά Δευτέρα, η 25η Μαρτίου, η Μεγάλη Παρασκευή, η Δευτέρα του Πάσχα, η εορτή του Αγίου Γεωργίου, η 1η Μαΐου, η εορτή της Αναλήψεως, η 15η Αυγούστου, η 14η Σεπτεμβρίου, η 28η Οκτωβρίου, η εορτή του Αγίου Νικολάου, η εορτή των Χριστουγέννων, η 26η Δεκεμβρίου και οι καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου. Περαιτέρω, με το άρθρο 5 της ίδιας ΣΣΝΕ υπό τον τίτλο «ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΑΜΟΙΒΗ (ΥΠΕΡΩΡΙΕΣ)», προβλέφθηκε ότι «1. Εάν ο ναυτικός διαταχθεί να εκτελέσει πρόσθετη εργασία, δηλαδή πέραν από τις κανονισμένες ώρες, είναι υποχρεωμένος να την εκτελέσει, δεν μπορεί όμως ή πρόσθετη αυτή εργασία να ξεπερνά τις τέσσερις (4) ώρες μέσα στο 24ωρο. 2. Για την πρόσθετη αυτή εργασία καταβάλλεται στο ναυτικό που την εκτέλεσε πρόσθετη αμοιβή (υπερωρία) η οποία υπολογίζεται ως εξής: Το ποσό του μηνιαίου βασικού μισθού διαιρείται με τις ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, οι οποίες βρίσκονται με την διαίρεση των εβδομάδων του χρόνου δια δώδεκα μηνών και με τον πολλαπλασιασμό του πηλίκου 4,33 που προκύπτει απ` αυτή τη διαίρεση επί τις ώρες της εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης που ισχύει κάθε φορά. Με βάση αυτόν τον υπολογισμό οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης φθάνουν στις 173 (εκατόν εβδομήντα τρεις). 3. Μετά το τέλος αυτής της πρόσθετης τετράωρης εργασίας απαγορεύεται άλλη πρόσθετη εργασία, εκτός από την περίπτωση έκτακτης ανάγκης που αφορά την ασφάλεια του πλοίου, του φορτίου και των επιβαινόντων, οπότε για την έκτακτη αυτή υπερωριακή εργασία καταβάλλεται η αμοιβή που υπάρχει στον παρακάτω πίνακα υπερωριών αυξημένη στο διπλάσιο. 4. Όλο το πλήρωμα, πλην του Α Μηχανικού, όταν υπάρχει απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες θα αμείβεται με το 1/173 του βασικού μισθού για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης προσαυξημένο κατά 50%. Διευκρινίζεται ότι όλες οι ώρες εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες είναι ώρες υπερωριακής απασχόλησης αμειβόμενες κατά τον ανώτερο τρόπο αποκλειστικά. 5. Για την πρόσθετη αυτή εργασία στην οποία αναφέρονται οι προηγούμενες παρ. 1 και 2, η υπερωριακή αμοιβή του ναυτικού που προκύπτει από την εφαρμογή της παρ. 2 αυξάνεται επί πλέον κατά 25%, ενώ στις περιπτώσεις της παρ. 3 αυξάνεται στο διπλάσιο και διαμορφώνεται σύμφωνα με τους πίνακες που ακολουθούν…..». Από τις διατάξεις του τελευταίου αυτού άρθρου, προκύπτει ότι, εάν ο ναυτικός διαταχθεί να εκτελέσει πρόσθετη εργασία, δηλαδή εργασία πέραν του οκταώρου είναι υποχρεωμένος να την εκτελέσει, δεν μπορεί όμως αυτή η πρόσθετη εργασία να ξεπερνά τις τέσσερις ώρες και καταβάλλεται στον ναυτικό που την εκτέλεση πρόσθετη αμοιβή (υπερωρία) η οποία αυξάνεται επιπλέον 25% (άρθρα 5 παρ.1, 2 και 5). Μετά το τέλος της πρόσθετης εργασίας απαγορεύεται άλλη πρόσθετη εργασία, εκτός από την περίπτωση έκτακτης ανάγκης που αφορά την ασφάλεια του πλοίου, του φορτίου και των επιβαινόντων. Η αμοιβή που καταβάλλεται στην τελευταία περίπτωση, ήτοι για την έκτακτη αυτή υπερωριακή εργασία, αυξάνεται στο διπλάσιο (άρθρο 5 παρ.3). Ειδικά για τις ώρες εργασίας κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, όλες είναι ώρες υπερωριακής απασχόλησης, αμειβόμενες με προσαύξηση 50% (άρθρο 5 παρ.4). Κατά τις ημέρες Κυριακής, η εργασία για τις πρώτες οκτώ ώρες καλύπτεται από το επίδομα Κυριακής του άρθρου 2 (σχετικά άρθρο 2 παρ. Ι περ.1 και 2 σε συνδυασμό με άρθρο 8 παρ. 3 εδ. τελευταίο κατά το οποίο «Σε κάθε περίπτωση, εργασία κατά τις Κυριακές στο ταξίδι και το λιμάνι που παρέχεται μέσα στο οκτάωρο αμείβεται μόνον με το εξ 22% επίδομα Κυριακών»), για τις επιπλέον δε τέσσερις ώρες, επικρατεί διχοστασία εάν η ημέρα Κυριακής θα αντιμετωπισθεί ως ημέρα αργίας και επομένως η αμοιβή της εμπίπτει στην περίπτωση της παρ. 4 του ανωτέρω άρθρου 5 (όμοια ΜΕΠ 462/2017 ΕΝΔ 45.85, ΜΕΠ 476/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) ή εάν, μολονότι η ημέρα Κυριακής θεωρείται ημέρα αργίας, η αμοιβή αυτής θα καθορισθεί κατά τους ορισμούς των περιπτώσεων 5 σε συνδυασμό με 1 και 2 του άρθρου 5 (όμοια ΜΕΠ 351/2016 ΕΝΔ 44.259). Κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, η υπερωριακή αμοιβή κατά την ημέρα Κυριακής για τις πέραν των οκτώ ωρών [εργασία η οποία καλύπτεται από το επίδομα Κυριακής] ώρες εργασίας, για τις τέσσερις πρώτες ώρες ρυθμίζεται από τις διατάξεις των παραγράφων 5 σε συνδυασμό με 1 και 2 του άρθρου 5, διότι η αναφορά στην παράγραφο 4 του ανωτέρω άρθρου 5 σε ημέρες αργίας δεν αφορά και στην ημέρα της Κυριακής, αφενός μεν διότι, κατά την εν λόγω παράγραφο «όλες οι ώρες εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες είναι ώρες υπερωριακής απασχόλησης αμειβόμενες κατά τον ανώτερο τρόπο αποκλειστικά» πλην όμως κατά τις ημέρες Κυριακής, έστω κι αν θεωρείται ημέρα αργίας, η αμοιβή της εργασίας για τις πρώτες οκτώ ώρες καλύπτεται από το επίδομα Κυριακής και επομένως, ο νομοθέτης δεν είχε υπόψη του και την υπερωριακή εργασία κατά τις ημέρες Κυριακής στην εν λόγω παράγραφο 4, αφ’ ετέρου δε παρά το γεγονός ότι και η ημέρα Σαββάτου κατά τις ανωτέρω διατάξεις θεωρείται ημέρα αργίας, ο νομοθέτης αναφέρεται ρητά στην ημέρα Σαββάτου και επιπλέον στις ημέρες αργίας, δίχως να συμπεριλάβει την ημέρα της Κυριακής. Επομένως, κρίνεται ότι, η πέραν των οκτώ ωρών και έως τη συμπλήρωση τεσσάρων ωρών υπερωριακή εργασία κατά την ημέρα Κυριακής, αμείβεται με προσαύξηση 25%, όπως τις καθημερινές και ακολούθως η παροχή έκτακτης υπερωριακής εργασίας (δηλαδή εργασία πέραν των πρώτων τεσσάρων ωρών υπερωριακής απασχόλησης) αμείβεται στο διπλάσιο. Επομένως, όπως προκύπτει και από τον αναφερόμενο στο ανωτέρω άρθρο 5 Β. ΠΙΝΑΚΑ ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗΣ ΑΜΟΙΒΗΣ Για πλοία από 2500 – 4500 τον. DW, η αμοιβή του ενάγοντος για υπερωριακή εργασία, κατά το χρονικό διάστημα από την 29.3.2021 έως 31.5.2021, έως τέσσερις ώρες ημερησίως κατά τις καθημερινές και Κυριακές ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 6,57 την ώρα και για την έκτακτη υπερωρία στο ποσό των ευρώ 10,51, η δε αμοιβή για την υπερωριακή απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών στο ποσό των ευρώ 7,89. Εξάλλου, κατά την διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε τα ακόλουθα τακτικά δρομολόγια: [Α] κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 19.6.2020: Την 1.1.2020 και 2.1.2020 το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο. Την 3.1.2020 το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατέπλευσε την επομένη ημέρα 4.1.2020 ώρα 07.00 και απέπλευσε ώρα 20.00 για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της 5.1.2020 και απέπλευσε εκ νέου την Τρίτη 7.1.2020 ώρα 14.00 για Πάρο (αφ. 21.20 – αναχ. 21.40), Νάξο (αφ. 22.50 – αναχ. 23.10), Κω (αφ. 06.10 της επομένης ημέρας Τετάρτης 8.1.2020 – αναχ. 06.30), Ρόδο (αφ. 11.00 – αναχ. 17.00), Κω (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Νάξο (αφ. 04.50 της επομένης ημέρας Πέμπτης 9.1.2020 – αναχ. 05.10), Πάρο (αφ. 06.20 – αναχ. 06.40) και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.30 της ίδιας ημέρας). Το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Παρασκευής ώρα 17.30 για Θήρα (αφ. 03.00 της επομένης ημέρας Σαββάτου 11.1.2020 – αναχ. 03.20), Χανιά (αφ. 09.30 – αναχ. 21.00), Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας 12.1.2020 ημέρα Κυριακή– αναχ. 03.30), Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 13.00 της ημέρας Κυριακής 12.1.2020. Το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.00 της 13.1.2020 για Σύρο (αφ. 23.20 – αναχ. 23.40), Τήνο (αφ. 00.30 της επομένης ημέρας 14.1.2020 – αναχ. 00.50), Μύκονο (αφ. 01.30 – αναχ. 01.50), Εύδηλο (αφ. 05.30 – αναχ. 05.50), Καρλόβασι (αφ. 07.50 – αναχ. 08.10), Μεστά (αφ. 12.30 – αναχ. 18.30), Καρλόβασι (αφ. 22.50 – αναχ. 23.10), Εύδηλο (αφ. 01.10 της επομένης ημέρας Τρίτης 15.1.2020 – αναχ. 01.30), Μύκονο (αφ. 04.50 – αναχ. 05.10), Τήνο (αφ. 05.50 – αναχ. 06.10), Σύρο (αφ. 07.00 – αναχ. 07.20), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.10 απ’ όπου απέπλευσε ώρα 20.00 για Χανιά όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας 16.1.2020 και απέπλευσε ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της 17.1.2020 και απέπλευσε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 20.00 για Χανιά όπου κατάπλευσε ώρα 07.00 της 18.1.2020 ημέρας Σαββάτου. Από το εν λόγω λιμάνι απέπλευσε εκ νέου ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 και παρέμεινε στο εν λόγω λιμάνι έως ώρας 14.00 της επομένης ημέρας Δευτέρας 20.1.2020 απ’ όπου απέπλευσε για Πάρο (αφ. 21.20 – αναχ. 21.40), Νάξο (αφ. 22.50 – αναχ. 23.10), Κω (αφ. 06.10 της επομένης ημέρας Τρίτης 21.1.2020 – αναχ. 06.30), Ρόδο (αφ. 11.00 – αναχ. 17.00), Κω (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Νάξο (αφ. 04.50 της επομένης ημέρας Τετάρτης 22.1.2020 – αναχ. 05.10), Πάρο (αφ. 06.20 – αναχ. 06.40) και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.30 της ίδιας ημέρας. Απέπλευσε δε εκ νέου την ίδια ημέρα (22.1.2020 ημέρα Τετάρτη) και ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατέπλευσε την επομένη ημέρα Πέμπτη (23.1.2020) ώρα 07.00 και απέπλευσε ώρα 20.00 για Πειραιά. Στον Πειραιά κατέπλευσε την επομένη ημέρα (24.1.2020) ώρα 07.00 απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου ώρα 17.30 για Θήρα (αφ. 03.00 της επομένης ημέρας Σαββάτου 25.1.2020 – αναχ. 03.20), Χανιά (αφ. 09.30 – αναχ. 21.00), Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Κυριακής– αναχ. 03.30) Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 13.00 της ημέρας Κυριακής 26.1.2020. Το πλοίο απέπλευσε από το ανωτέρω λιμάνι την επομένη ημέρα Δευτέρας 27.1.2020 ώρα 14.00 για Σύρο (αφ. 20.20 – αναχ. 20.40), Τήνο (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Μύκονο (αφ. 22.30 – αναχ. 22.50), Μεστά (αφ. 03.00 της επομένης ημέρας 28.1.2020 – αναχ. 03.20), Μυτιλήνη (αφ. 08.10 – αναχ. 08.30), Λήμνο (αφ. 14.30 – αναχ. 19.00), Μυτιλήνη (αφ. 01.ο0 της επομένης ημέρας Τετάρτης 29.1.2020 – αναχ. 01.20), Μεστά (αφ. 06.10 – αναχ. 06.30), Μύκονο (αφ. 10.40 – αναχ. 11.00), Τήνο (αφ. 11.40 – αναχ. 12.00), Σύρο (αφ. 12.50 – αναχ. 13.10), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 19.00 απ’ όπου απέπλευσε ώρα 22.00 της ίδιας ημέρας (29.1.2020) για Χανιά όπου κατέπλευσε ώρα 09.00 της επομένης ημέρας 30.1.2020 και απέπλευσε ώρα 21.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 08.00 της 31.1.2020 και απέπλευσε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 17.30 για Χανιά όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας 1.2.2020 και απέπλευσε ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας (2.2.2020). Το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Δευτέρα 3.2.2020 και ώρα 14.00 για Πάρο (αφ. 21.20 – αναχ. 21.40), Νάξο (αφ. 22.50 – αναχ. 23.10), Κω (αφ. 06.10 της επομένης ημέρας Τρίτης 4.2.2020 – αναχ. 06.30), Ρόδο (αφ. 11.00 – αναχ. 17.00), Κω (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Νάξο (αφ. 04.50 της επομένης ημέρας Τετάρτης 5.2.2020 – αναχ. 05.10), Πάρο (αφ. 06.20 – αναχ. 06.40) και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.30 της ίδιας ημέρας, απ’ όπου απέπλευσε ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης 6.2.2020, απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου ώρα 20.00 για Πειραιά. Στον Πειραιά κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας Παρασκευής 7.2.2020 και απέπλευσε εκ νέου ώρα 17.30 για Θήρα (αφ. 03.00 της επομένης ημέρας Σαββάτου 8.2.2020 – αναχ. 03.20), Χανιά (αφ. 09.30 – αναχ. 21.00), Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Κυριακής ώρα 03.10– αναχ. 03.30) Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 13.00 της ημέρας Κυριακής 9.2.2020 και παρέμεινε στο εν λόγω λιμάνι. Το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 14.00 της 10.2.2020 για Σύρο (αφ. 20.20 – αναχ. 20.40), Τήνο (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Μύκονο (αφ. 22.30 – αναχ. 22.50), Εύδηλο (αφ. 02.30 της επομένης ημέρας Τριτης 11.2.2020 – αναχ. 02.50), Καρλόβασι (αφ. 04.50 – αναχ. 05.10), Μεστά (αφ. 09.30 – αναχ. 15.30), Καρλόβασι (αφ. 19.50 – αναχ. 20.10), Εύδηλο (αφ. 22.10 – αναχ. 22.30), Μύκονο (αφ. 01.50 της επομένης ημέρας Τετάρτης 12.2.2020 – αναχ. 02.10), Τήνο (αφ. 02.50 – αναχ. 03.10), Σύρο (αφ. 04.00 – αναχ. 04.20), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 10.10 απ’ όπου απέπλευσε ώρα 20.00 για Χανιά όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας 13.2.2020 και απέπλευσε ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας 14.2.2020 και απέπλευσε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατάπλευσε ώρα 07.00 της 15.2.2020 ημέρας Σαββάτου. Το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι των Χανίων της ίδια ημέρα για Πειραιά, όπου κατέπλευσε την επομένη ημέρα Κυριακής 16.2.2020 ώρα 07.00. Το πλοίο απέπλευσε εκ νέου την 17.2.2020 ημέρα Δευτέρα και ώρα 14.00 για Πάρο (αφ. 21.20 – αναχ. 21.40), Νάξο (αφ. 22.50 – αναχ. 23.10), Κω (αφ. 06.10 της επομένης ημέρας Τρίτης 18.2.2020 – αναχ. 06.30), Ρόδο (αφ. 11.00 – αναχ. 17.00), Κω (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Νάξο (αφ. 04.50 της επομένης ημέρας Τετάρτης 19.2.2020 – αναχ. 05.10), Πάρο (αφ. 06.20 – αναχ. 06.40) και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.30 της ίδιας ημέρας, απ’ όπου απέπλευσε ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης 20.2.2020, απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου ώρα 20.00 για Πειραιά. Στον Πειραιά κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας Παρασκευής 21.2.2020 και απέπλευσε εκ νέου ώρα 17.30 για Θήρα (αφ. 03.00 της επομένης ημέρας Σαββάτου 22.2.2020 – αναχ. 03.20), Χανιά (αφ. 09.30 – αναχ. 21.00), Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Κυριακής ώρα 03.10– αναχ. 03.30) Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 13.00 της ημέρας Κυριακής 23.2.2020 και παρέμεινε στο εν λόγω λιμάνι. Το πλοίο απέπλευσε εκ νέου από το λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Δευτέρα (24.2.2020) και ώρα 14.00 για Σύρο (αφ. 20.20 – αναχ. 20.40), Τήνο (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Μύκονο (αφ. 22.30 – αναχ. 22.50), Μεστά (αφ. 03.00 της επομένης ημέρας 25.2.2020 – αναχ. 03.20), Μυτιλήνη (αφ. 08.10 – αναχ. 08.30), Λήμνο (αφ. 14.30 – αναχ. 19.00), Μυτιλήνη (αφ. 01.ο0 της επομένης ημέρας Τετάρτης 26.2.2020 – αναχ. 01.20), Μεστά (αφ. 06.10 – αναχ. 06.30), Μύκονο (αφ. 10.40 – αναχ. 11.00), Τήνο (αφ. 11.40 – αναχ. 12.00), Σύρο (αφ. 12.50 – αναχ. 13.10), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 19.00 απ’ όπου απέπλευσε ώρα 22.00 της ίδιας ημέρας (26.2.2020) για Χανιά όπου κατέπλευσε ώρα 09.00 της επομένης ημέρας 27.2.2020 και απέπλευσε ώρα 21.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 08.00 της 28.2.2020 και απέπλευσε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 17.30 για Χανιά όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας 29.2.2020 και απέπλευσε ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας (1.3.2020). Το πλοίο απέπλευσε εκ νέου από το λιμάνι του Πειραιά ημέρα Τρίτη 3.3.2020 και ώρα 14.00 για Πάρο (αφ. 21.20 – αναχ. 21.40), Νάξο (αφ. 22.50 – αναχ. 23.10), Κω (αφ. 06.10 της επομένης ημέρας Τετάρτης 4.3.2020 – αναχ. 06.30), Ρόδο (αφ. 11.00 – αναχ. 17.00), Κω (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Νάξο (αφ. 04.50 της επομένης ημέρας Πέμπτης 5.3.2020 – αναχ. 05.10), Πάρο (αφ. 06.20 – αναχ. 06.40) και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.30 της ίδιας ημέρας. Το πλοίο απέπλευσε εκ νέου την επομένη ημέρα Παρασκευή (6.3.2020) ώρα 17.30 για Θήρα (αφ. 03.00 της επομένης ημέρας Σαββάτου 7.3.2020 – αναχ. 03.20), Χανιά (αφ. 09.30 – αναχ. 21.00), Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Κυριακής ώρα 03.10– αναχ. 03.30) Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 13.00 της ημέρας Κυριακής 23.2.2020 και παρέμεινε στο εν λόγω λιμάνι. Το πλοίο απέπλευσε εκ νέου από το λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Δευτέρα (9.3.2020) και ώρα 14.00 για Σύρο (αφ. 20.20 – αναχ. 20.40), Τήνο (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Μύκονο (αφ. 22.30 – αναχ. 22.50), Εύδηλο (αφ. 02.30 της επομένης ημέρας Τρίτης 10.3.2020 – αναχ. 02.50), Καρλόβασι (αφ. 04.50 – αναχ. 05.10), Μεστά (αφ. 09.30 – αναχ. 15.30), Καρλόβασι (αφ. 19.50 – αναχ. 20.10), Εύδηλο (αφ. 22.10 – αναχ. 22.30), Μύκονο (αφ. 01.50 της επομένης ημέρας Τετάρτης 11.2.2020 – αναχ. 02.10), Τήνο (αφ. 02.50 – αναχ. 03.10), Σύρο (αφ. 04.00 – αναχ. 04.20), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 10.10 απ’ όπου απέπλευσε ώρα 20.00 για Χανιά όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας 12.3.2020 και απέπλευσε ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας 13.3.2020 και απέπλευσε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατάπλευσε ώρα 07.00 της 14.3.2020 ημέρα Σαββάτου, απέπλευσε δε ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας 15.3.2020. Το πλοίο απέπλευσε εκ νέου από το λιμάνι του Πειραιά ημέρα Δευτέρα 16.3.2020 και ώρα 14.00 για Πάρο (αφ. 21.20 – αναχ. 21.40), Νάξο (αφ. 22.50 – αναχ. 23.10), Κω (αφ. 06.10 της επομένης ημέρας Τρίτης 17.3.2020 – αναχ. 06.30), Ρόδο (αφ. 11.00 – αναχ. 17.00), Κω (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Νάξο (αφ. 04.50 της επομένης ημέρας Τετάρτης 18.3.2020 – αναχ. 05.10), Πάρο (αφ. 06.20 – αναχ. 06.40) και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.30 της ίδιας ημέρας. Ακολούθως το πλοίο διέκοψε τα δρομολόγιά του την 19.3.2020 έως 31.3.2020 και διενεργούντο σε αυτό επισκευές. Κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2020 ημέρα Τετάρτη (οπότε το πλοίο με το πέρας των εργασιών επισκευής το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.00 για Χανιά) έως και 26.4.2020, το πλοίο κάθε Δευτέρα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.00 για Μύκονο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. 00.30), Κω (αφ. 08.40 – αναχ. 09.00), Ρόδο (αφ. 14.00 – αναχ. 20.00), Κω (αφ. 01.00 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αναχ. 01.20), Μύκονο (αφ. 09.30 – αναχ. 09.50), κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.00 απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Χανιά, όπου κατέπλεε ώρα 08.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης και απέπλεε εκ νέου ώρα 20.00 για Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 08.00 της επομένης ημέρας Παρασκευής. Απέπλεε δε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Σάββατο και ώρα 08.00 και απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 20.00 για Πειραιά. Κατέπλεε δε στον Πειραιά ώρα 08.00 της ημέρας Κυριακής και απέπλεε εκ νέου την Δευτέρα ώρα 17.00, συνεχίζοντας το ανωτέρω δρομολόγιο. Την 17.4.2020 ημέρα Μεγάλης Παρασκευής κατά τα προσκομισθέντα εγκεκριμένα δρομολόγια το εν λόγω πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο. Όπως προκύπτει από την ένδικη έφεση της εναγομένης (σελ. 3) την προηγουμένη ημέρα Πέμπτη, 16.4.2020, το πλοίο απέπλευσε ώρα 20.00 από το λιμάνι των Χανίων, σύμφωνα με τα εγκεκριμένα δρομολόγια και μετά την άφιξή του στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 08.00 της 17.4.2020 (Μεγάλη Παρασκευή), όπως κατέθεσε ο εξετασθείς υπ’ αυτής μάρτυρας ……, η κατάθεση του οποίου συμπίπτει με τα εγκεκριμένα δρομολόγια, δεν απέπλευσε εκ νέου την ίδια ημέρα, αλλά παρέμεινε στο λιμάνι του Πειραιά, έως την Δεύτερη ημέρα του Πάσχα, οπότε, κατά την ένορκη κατάθεση του ιδίου ως μάρτυρα, ………….., απέπλευσε εκ νέου ημέρα, σύμφωνα δε με τα εγκεκριμένα δρομολόγια ώρα 17.00 συνεχίζοντας τα εγκεκριμένα ανωτέρω δρομολόγια. Τη Δευτέρα 27.4.2020 το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 22.00 για Πάρο (αφ. 05.00 της επομένης ημέρας Τρίτης 28.4.2020 – αναχ. 05.20), Νάξο (αφ. 06.30 – αναχ. 06.50), Θήρα (αφ. 10.30 – αναχ. 10.50), Χανιά (αφ. 17.00), απέπλευσε δε από το λιμάνι των Χανίων την επομένη ημέρα 29.4.2020 ώρα 07.00 για Θήρα (αφ. 13.10 – αναχ. 13.30), Νάξο (αφ. 17.10 – αναχ. 17.30), Πάρο (αφ. 18.40 – αναχ. 19.00), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Πέμπτη ώρα 02.00, απ’ όπου απέπλευσε ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατέπλευσε ώρα 08.00 την επομένη ημέρα Παρασκευή 1.5.2020 και απέπλευσε την ίδια ημέρα ώρα 20.00 για Πειραιά. Στον Πειραιά κατέπλευσε ώρα 08.00 της 2.5.2020, ημέρα Σάββατο και απέπλευσε εκ νέου ώρα 17.00 την ημέρα Δευτέρα και εφεξής (από 2.5.2020 έως 7.6.2020), το πλοίο εκτέλεσε το ανωτέρω δρομολόγιο που εκτελούσε κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2020 έως 27.4.2020. Τα ανωτέρω προκύπτουν από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων και ιδίως από το προσκομιζόμενο με αριθμό 271320/04/2020 έντυπο Σήμα του Υ.ΝΑΝ.Ν.Π./Α.Λ.Σ.. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ίδια η εναγομένη, με την ένδικη έφεσή της ισχυρίζεται ότι την 1.5.2020 το πλοίο παρέμεινε στον Πειραιά από ώρας 08.00 έως ώρας 20.00, γεγονός που δεν συμφωνεί με τα εγκεκριμένα δρομολόγιά της, ο δε μάρτυράς της, ……………. στην ανωτέρω ένορκη κατάθεσή του όσον αφορά στην 1.5.2020 κατέθεσε ότι το πλοίο παρέμεινε όλη την ημέρα το λιμάνι, πλην όμως, η ένορκη κατάθεσή του δεν συμφωνεί με τα εγκεκριμένα δρομολόγια, παράλληλα ο ίδιος δεν κατέθεσε σχετικά με το πότε απέπλευσε το εν λόγω πλοίο στο λιμάνι του Πειραιά. Την Δευτέρα 8.6.2020, το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο. Την Τρίτη 9.6.2020, το πλοίο απέπλευσε ώρα 15.00 από το λιμάνι του Πειραιά για Μύκονο (αφ. 22.10 – αναχ. 22.30), Κω (αφ. 06.40 της επομένης ημέρας Τετάρτης 10.6.2020 – αναχ. 07.00), Ρόδο (αφ. 12.00 – αναχ. 18.00), Κω (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Μύκονο (αφ. 07.30 της επομένης ημέρας 11.6.2020 – αναχ. 07.50), Πειραιά άφιξη 15.00. Το πλοίο απέπλευσε την επομένη ημέρα Παρασκευή 12.6.2020 ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατέπλευσε ώρα 08.00 της επομένης ημέρας 13.6.2020 και απέπλευσε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 20.00 για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 08.00 της επομένης ημέρας 14.6.2020. Κατά τα προσκομιζόμενα εγκεκριμένα δρομολόγια, το πλοίο δεν εκτέλεσε την ημέρα Δευτέρα 15.6.2020 το δρομολόγιο Πειραιάς – Μύκονος – Κως – Ρόδος. Το πλοίο ημέρα Τετάρτη 17.6.2020 απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.00 για Χανιά όπου κατέπλευσε ώρα 08.00 της ημέρας Πέμπτης 18.6.2020 και απέπλευσε εκ νέου ώρα 20.00 για Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 08.00, οπότε και ο ενάγων αποναυτολογήθηκε. [Β] Κατά το χρονικό διάστημα από 27.7.2020 έως 23.9.2020, το πλοίο κάθε Δευτέρα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00 για Μύκονο (αφ. 22.10 – αναχ. 22.30), Κω (αφ. 06.40 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. 07.00), Ρόδο (αφ. 12.00 – αναχ. 18.00), Κω (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Μύκονο (αφ. 07.30 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αναχ. 07.50), Πειραιά άφιξη 15.00. Το πλοίο απέπλεε την ίδια ημέρα Τετάρτη ώρα 20.00 για Χανιά όπου κατέπλεε ώρα 08.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης και απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 20.00 για Πειραιά, όπου κατέπλευσε ώρα 08.00 της επομένης ημέρας Παρασκευής. Το πλοίο απέπλεε εκ νέου από τον Πειραιά την ίδια ημέρα ώρα 08.00 για Χανιά, όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Σάββατο, ώρα 08.00 και απέπλεε εκ νέου για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 08.00. Το πλοίο απέπλεε την επομένη ημέρα Δευτέρα ώρα 15.00 και εκτελούσε το ανωτέρω δρομολόγιο. [Γ] Κατά το χρονικό διάστημα από 8.3.2021 έως 28.3.2021, η σύμβαση εργασίας του ενάγοντος ετέθη σε αναστολή λόγω της πανδημίας του κορωναϊού. [Δ] Κατά το χρονικό διάστημα από 29.3.2021 έως 31.5.2021: Κατά το επιμέρους χρονικό διάστημα από 29.3.2021 έως 25.4.2021, ήτοι για διάστημα τεσσάρων εβδομάδων, το πλοίο την πρώτη και τρίτη εβδομάδα του εν λόγω χρονικού διαστήματος, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο έγγραφο δρομολόγιο, κάθε Δευτέρα, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 14.00 για Μεστά (αφ. 23.40 – αναχ. 23.59), Μυτιλήνη (αφ. 05.20 της ημέρας Τρίτης – αναχ. 5.40), Λήμνο (αφ. 12.40 – αναχ. 19.00), Μυτιλήνη (αφ. 02.00 της ημέρας Τετάρτης – αναχ. 02.20), Μεστά (αφ. 07.40 – αναχ. 08.00) κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.40 της ίδιας ημέρας απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 19.00 για Μύκονο (αφ. 02.00 της ημέρας Πέμπτης – αναχ. 02.20), Πάρο (αφ. 04.20 – αναχ. 04.40), Νάξο (αφ. 05.50 – αναχ. 06.10), Θήρα (αφ. 09.40 – αναχ. 16.00), Νάξο (αφ. 19.30 – αναχ. 19.50), Πάρο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.20), Μύκονο (αφ. 23.20 – αναχ. 23.40), Πειραιά (αφ. 06.50 της επομένης ημέρας Παρασκευής – αναχ. 17.00), Σύρο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Τήνο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου – αναχ. 00.30), Μύκονο (αφ. 01.10 – αναχ. 01.30), Θήρα (αφ. 06.30 – αναχ. 13.00), Μύκονο (αφ. 18.00 – αναχ. 18.20), Τήνο (αφ. 19.00 – αναχ. 19.20), Σύρο (αφ. 20.10 – αναχ. 20.30), κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Κυριακή ώρα 02.30 και παρέμενε στο εν λόγω λιμάνι έως την επομένη ημέρα Δευτέρα οπότε απέπλεε ώρα 14.00. Κατά την δεύτερη και τέταρτη εβδομάδα του ανωτέρω χρονικού διαστήματος από 29.3.2021 έως 25.4.2021, κάθε Δευτέρα το πλοίο απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 14.00 για Πάρο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.20), Νάξο (αφ. 22.30 – αναχ. 22.50), Ίο (αφ. 00.40 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. 01.00), Θήρα (αφ. 02.40 – αναχ. 11.00), Ίο (αφ. 12.40 – αναχ. 13.00), Νάξο (αφ. 14.50 – αναχ. 15.10), Πάρο (αφ. 16.20 – αναχ. 16.40), Πειραιά (αφ. 23.40). Το πλοίο απέπλεε εκ νέου από το λιμάνι του Πειραιά την Τετάρτη ώρα 17.00 για Μύκονο, όπου κατέπλεε ώρα 23.59, απ’ όπου απέπλεε ώρα 00.20 της επομένης ημέρας Πέμπτης για Εύδηλο (αφ. 03.50 – αναχ. 04.10), Καρλόβασι (αφ. 06.10 – αναχ. 12.00), Εύδηλο (αφ. 14.00 – αναχ. 14.20), Μύκονο (αφ. 17.50 – αναχ. 18.10), κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 01.10 απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 17.00 για Σύρο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Τήνο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου – αναχ. 00.30), Μύκονο (αφ. 01.10 – αναχ. 01.30), Θήρα (αφ. 06.30 – αναχ. 13.00), Μύκονο (αφ. 18.00 – αναχ. 18.20), Τήνο (αφ. 19.00 – αναχ. 19.20), Σύρο (αφ. 20.10 – αναχ. 20.30), κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Κυριακή ώρα 02.30 και παρέμενε στο εν λόγω λιμάνι έως την επομένη ημέρα Δευτέρα οπότε απέπλεε ώρα 14.00. Την 26.4.2021 (Μ. Δευτέρα) το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 14.00 για Μεστά (αφ. 23.40 – αναχ. 23.59), Μυτιλήνη (αφ. 05.20 της επομένης ημέρας Μ. Τρίτης – αναχ. 5.40), Λήμνο (αφ. 12.40 – αναχ. 19.00), Μυτιλήνη (αφ. 02.00 της επομένης ημέρας Μ. Τετάρτης – αναχ. 02.20), Μεστά (αφ. 07.40 – αναχ. 08.00) κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.40 της ίδιας ημέρας απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου ώρα 19.00 για Σύρο (αφ. 01.00 της επομένης ημέρας Μ. Πέμπτης 29.4.2021 – αναχ. 01.20), Τήνο (αφ. 02.10 – αναχ. 02.30), Μύκονο (αφ. 03.10 – αναχ. 03.30), Πάρο (αφ. 05.40 – αναχ. 06.00), Νάξο (αφ. 07.10 – αναχ. 07.30), Θήρα (αφ. 11.00 – αναχ. 17.00), Νάξο (αφ. 20.30 – αναχ. 20.50), Πάρο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.20), Μύκονο (αφ. 00.30 της επομένης ημέρας Μ. Παρασκευής 30.4.2021 – αναχ. 00.50), Τήνο (αφ. 01.30 – αναχ. 01.50), Σύρο (αφ. 02.40 – αναχ. 03.00), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 09.00 και παρέμεινε έως την Τρίτη 4.5.2021, οπότε απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 14.00 για Πάρο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.20), Νάξο (αφ. 22.30 – αναχ. 22.50), Ίο (αφ. 00.40 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αναχ. 01.00), Θήρα (αφ. 02.40 – αναχ. 11.00), Ίο (αφ. 12.40 – αναχ. 13.00), Νάξο (αφ. 14.50 – αναχ. 15.10), Πάρο (αφ. 16.20 – αναχ. 16.40), Πειραιά (αφ. 23.40). Την 6.5.2021 το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο. Το πλοίο απέπλευσε εκ νέου την 7.5.2021 ημέρα Παρασκευή από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.00 για Σύρο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Τήνο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου 8.5.2021 – αναχ. 00.30), Μύκονο (αφ. 01.10 – αναχ. 01.30), Εύδηλο (αφ. 05.00 – αναχ. 05.20), Καρλόβασι (αφ. 07.20 – αναχ. 14.00), Εύδηλο (αφ. 16.00 – αναχ. 16.20), Μύκονο (αφ. 19.50 – αναχ. 20.10), Τήνο (αφ. 20.50 – αναχ. 21.10), Σύρο (αφ. 22.00 – αναχ. 22.20), Πειραιά (αφ. 04.20). Το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Δευτέρα 10.5.2021 ώρα 14.00 για Μεστά (αφ. 23.40 – αναχ. 23.59), Μυτιλήνη (αφ. 05.20 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. 5.40), Λήμνο (αφ. 12.40 – αναχ. 19.00), Μυτιλήνη (αφ. 02.00 της επομένης ημέρας Τετάρτης 12.5.2021 – αναχ. 02.20), Μεστά (αφ. 07.40 – αναχ. 08.00) κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.40 της ίδιας ημέρας απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου ώρα 19.00 για Μύκονο (αφ. 02.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης – αναχ. 02.20), Πάρο (αφ. 04.20 – αναχ. 04.40), Νάξο (αφ. 05.50 – αναχ. 06.10), Θήρα (αφ. 09.40 – αναχ. 16.00), Νάξο (αφ. 19.30 – αναχ. 19.50), Πάρο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.20), Μύκονο (αφ. 23.20 – αναχ. 23.40), Κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 06.40 της επομένης ημέρας Παρασκευής 14.5.2021 και απέπλευσε εκ νέου ώρα 17.00 της ίδιας ημέρας για Σύρο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Τήνο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου 15.5.2021 – αναχ. 00.30), Μύκονο (αφ. 01.10 – αναχ. 01.30), Θήρα (αφ. 06.30 – αναχ. 13.00), Μύκονο (αφ. 18.00 – αναχ. 18.20), Τήνο (αφ. 19.00 – αναχ. 19.20), Σύρο (αφ. 20.10 – αναχ. 20.30), Πειραιά (αφ. 02.30 της επομένης ημέρας Κυριακής 16.5.2021). Την Δευτέρα 17.5.2021, το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 14.00 για Πάρο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.20), Νάξο (αφ. 22.30 – αναχ. 22.50), Ίο (αφ. 00.40 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. 01.00), Θήρα (αφ. 02.40 – αναχ. 11.00), Ίο (αφ. 12.40 – αναχ. 13.00), Νάξο (αφ. 14.50 – αναχ. 15.10), Πάρο (αφ. 16.20 – αναχ. 16.40), Πειραιά (αφ. 23.40), απέπλευσε δε ώρα 17.00 της επομένης ημέρας Τετάρτης 19.5.2021 για Μύκονο (αφ. 23.59 – αναχ. 00.20 της επομένης ημέρας 20.5.2021), Εύδηλος (αφ. 03.50 – αναχ. 04.10), Καρλόβασι (αφ. 06.10 – αναχ. 12.00), Εύδηλος (αφ. 14.00 – αναχ. 14.20), Μύκονος (αφ. 17.50 – αναχ. 18.10), απέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 01.10 της επομένης ημέρας Παρασκευής 21.5.2010 απ’ όπου απέπλευσε ώρα 17.00 της ιδίας ημέρας για Σύρο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Τήνο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου 22.5.2021 – αναχ. 00.30), Μύκονο (αφ. 01.10 – αναχ. 01.30), Θήρα (αφ. 06.30 – αναχ. 13.00), Μύκονο (αφ. 18.00 – αναχ. 18.20), Τήνο (αφ. 19.00 – αναχ. 19.20), Σύρο (αφ. 20.10 – αναχ. 20.30), Πειραιά (αφ. 02.30 της επομένης ημέρας Κυριακής 23.5.2021). Το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Δευτέρα 24.5.2021 ώρα 14.00 για Μεστά (αφ. 23.40 – αναχ. 23.59), Μυτιλήνη (αφ. 05.20 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. 5.40), Λήμνο (αφ. 12.40 – αναχ. 19.00), Μυτιλήνη (αφ. 02.00 της επομένης ημέρας Τετάρτης 12.5.2021 – αναχ. 02.20), Μεστά (αφ. 07.40 – αναχ. 08.00) κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.40 της ίδιας ημέρας απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου ώρα 19.00 για Μύκονο (αφ. 02.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης – αναχ. 02.20), Πάρο (αφ. 04.20 – αναχ. 04.40), Νάξο (αφ. 05.50 – αναχ. 06.10), Θήρα (αφ. 09.40 – αναχ. 16.00), Νάξο (αφ. 19.30 – αναχ. 19.50), Πάρο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.20), Μύκονο (αφ. 23.20 – αναχ. 23.40), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 06.40 της επομένης ημέρας Παρασκευής 28.5.2021 και απέπλευσε εκ νέου ώρα 17.00 της ίδιας ημέρας για Σύρο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Τήνο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου 29.5.2021 – αναχ. 00.30), Μύκονο (αφ. 01.10 – αναχ. 01.30), Θήρα (αφ. 06.30 – αναχ. 13.00), Μύκονο (αφ. 18.00 – αναχ. 18.20), Τήνο (αφ. 19.00 – αναχ. 19.20), Σύρο (αφ. 20.10 – αναχ. 20.30), Πειραιά (αφ. 02.30 της επομένης ημέρας Κυριακής 30.5.2021). [Ε] Τέλος, κατά το χρονικό διάστημα από 31.5.2021 έως της οριστικής αποναυτολόγησης του ενάγοντος την 28.10.2021, την πρώτη εβδομάδα του εν λόγω χρονικού διαστήματος, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο έγγραφο δρομολόγιο, κάθε Δευτέρα το πλοίο απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 14.00 για Πάρο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.20), Νάξο (αφ. 22.30 – αναχ. 22.50), Ίο (αφ. 00.40 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. 01.00), Θήρα (αφ. 02.40 – αναχ. 11.00), Ίο (αφ. 12.40 – αναχ. 13.00), Νάξο (αφ. 14.50 – αναχ. 15.10), Πάρο (αφ. 16.20 – αναχ. 16.40), Πειραιά (αφ. 23.40). Το πλοίο απέπλεε εκ νέου από το λιμάνι του Πειραιά την Τετάρτη ώρα 17.00 για Μύκονο, όπου κατέπλεε ώρα 23.59, απ’ όπου απέπλεε ώρα 00.20 της επομένης ημέρας Πέμπτης για Εύδηλο (αφ. 03.50 – αναχ. 04.10), Καρλόβασι (αφ. 06.10 – αναχ. 12.00), Εύδηλο (αφ. 14.00 – αναχ. 14.20), Μύκονο (αφ. 17.50 – αναχ. 18.10), κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 01.10 απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 17.00 για Σύρο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Τήνο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου – αναχ. 00.30), Μύκονο (αφ. 01.10 – αναχ. 01.30), Θήρα (αφ. 06.30 – αναχ. 13.00), Μύκονο (αφ. 18.00 – αναχ. 18.20), Τήνο (αφ. 19.00 – αναχ. 19.20), Σύρο (αφ. 20.10 – αναχ. 20.30), κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Κυριακή ώρα 02.30 και παρέμενε στο εν λόγω λιμάνι έως την επομένη ημέρα Δευτέρα οπότε απέπλεε ώρα 14.00, εκτελώντας το δρομολόγιο της δεύτερης εβδομάδας. Τη δεύτερη εβδομάδα του ανωτέρω χρονικού διαστήματος (από 31.5.2021 έως την 28.10.2021) το πλοίο κάθε Δευτέρα, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 14.00 για Μεστά (αφ. 23.40 – αναχ. 23.59), Μυτιλήνη (αφ. 05.20 της ημέρας Τρίτης – αναχ. 5.40), Λήμνο (αφ. 12.40 – αναχ. 19.00), Μυτιλήνη (αφ. 02.00 της ημέρας Τετάρτης – αναχ. 02.20), Μεστά (αφ. 07.40 – αναχ. 08.00) κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.40 της ίδιας ημέρας απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 19.00 για Μύκονο (αφ. 02.00 της ημέρας Πέμπτης – αναχ. 02.20), Πάρο (αφ. 04.20 – αναχ. 04.40), Νάξο (αφ. 05.50 – αναχ. 06.10), Θήρα (αφ. 09.40 – αναχ. 16.00), Νάξο (αφ. 19.30 – αναχ. 19.50), Πάρο (αφ. 21.00 – αναχ. 21.20), Μύκονο (αφ. 23.20 – αναχ. 23.40), Πειραιά (αφ. 06.40 της επομένης ημέρας Παρασκευής – αναχ. 17.00), Σύρο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Τήνο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου – αναχ. 00.30), Μύκονο (αφ. 01.10 – αναχ. 01.30), Θήρα (αφ. 06.30 – αναχ. 13.00), Μύκονο (αφ. 18.00 – αναχ. 18.20), Τήνο (αφ. 19.00 – αναχ. 19.20), Σύρο (αφ. 20.10 – αναχ. 20.30), κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα Κυριακή ώρα 02.30 και παρέμενε στο εν λόγω λιμάνι έως την επομένη ημέρα Δευτέρα οπότε απέπλεε ώρα 14.00 προκειμένου να εκτελέσει το δρομολόγιο της πρώτης εβδομάδας της εν λόγω χρονικής περιόδου και συνέχιζε το ταξίδι εκτελώντας εναλλάξ ανά εβδομάδα το ανωτέρω ταξίδι. Την 27.10.2021, με την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.40 δεν απέπλευσε εκ νέου αλλά παρέμεινε σε αυτό, ο ενάγων δε την επομένη ημέρα 28.10.2021 αποναυτολογήθηκε λόγω ετήσιας επιθεωρήσεως του πλοίου. Ο ενάγων, με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίζεται ότι, καθόλο το χρόνο που υπηρέτησε στο εν λόγω πλοίο [πλην του χρονικού διαστήματος από 8.3.2021 έως 28.3.2021, οπότε η σύμβαση εργασίας του ανεστάλη λόγω της πανδημίας και δεν εργάσθηκε διόλου επί του ανωτέρω πλοίου] εργαζόταν καθημερινά συμπεριλαμβανομένων των ημερών Κυριακής, Σαββάτου και αργιών επί δώδεκα [12] ώρες ημερησίως, πλην (α) του χρονικού διαστήματος από 19.3.2020 έως 31.3.2020 οπότε στο εν λόγω πλοίο διενεργούντο επισκευές, οπότε εργαζόταν επί οκτώ [8] ώρες ημερησίως και (β) των οκτώ ημερών Σαββάτου και της αργίας της 1ης Μαΐου, κατά το χρονικό διάστημα από 29.3.2021 έως 31.5.2021 και των αναφερομένων στην αγωγή ημερών Σαββάτου και αργιών των χρονικών διαστημάτων από 19.3.2021 έως 31.5.2021 και από 1.6.2021 έως 28.10.2021, οπότε εργάσθηκε επί δεκατρείς ώρες καθ’ εκάστη. Η εναγομένη, δια των εγγράφων προτάσεων που κατέθεσε ήδη ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ισχυρίσθηκε ότι, ο ενάγων δεν απασχολήθηκε υπερωριακά τουλάχιστον τις ειδικώς αναφερόμενες στις προτάσεις της ημέρες από Πέμπτη έως Κυριακή, οπότε το πλοίο παρέμενε επί πολλές ώρες στο λιμάνι. Ως προς τις υπόλοιπες ημέρες, ανέφερε ομοίως ότι, άπαντες οι ναύτες του εν λόγω πλοίου εκτελούσαν μόνον την οκτάωρη βάρδιά τους και δεν εργάζονταν πέραν του συμφωνημένου ωραρίου των οκτώ ωρών, καθόσον, όπως ανέφερε «….Όσο για τις επόμενες ημέρες που το πλοίο είχε κατάπλου – απόπλου σε περισσότερα λιμάνια, οι ναύτες εκτελούσαν κανονικά τις 8ωρες βάρδιες τους, ανά 2 σπαστά 4ωρα ο καθένας έτσι ώστε να μην χρειάζεται κανείς να εκτελεί υπερωρίες. Στο πλοίο ήταν ναυτολογημένοι συνολικά 3 ναύτες, 1 ναυτόπαις και 1 ναύκληρος. Παρόλο που η σύνθεση του πλοίου ανέφερε 3 ναύτες και 1 ναύκληρο (σχετ. 7), η εταιρεία είχε προσλάβει και έναν ναυτόπαιδα για να υπάρχει περισσότερη ασφάλεια κατά την πρόσδεση και απόδεση του πλοίου, αλλά και για να μην τίθενται θέματα υπερωριών του πληρώματος (σχετ. 8, λίστες πληρώματος). Για τον λόγο αυτό όταν το πλοίο έφθανε στα λιμάνια ή έπρεπε οι ναύτες να βοηθήσουν στην έχμαση των αυτοκινήτων, υπήρχαν πάντα δυο ναύτες οι οποίοι κατά την διάρκεια του ωραρίου τους φρόντιζαν για τα ανωτέρω. Τις υπόλοιπες ημέρες, κατά τις οποίες το πλοίο προσέγγιζε περισσότερα λιμάνια, οι ναύτες, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, εκτελούσαν κανονικά τις 8ωρες βάρδιες τους, ανά 2 σπαστά 4ωρα ο καθένας. Επιπλέον, κανείς δεν εκτελούσε υπερωρίες …». Ακολούθως δε ανέφερε ότι, ότι κατά το μεγαλύτερο διάστημα της ένδικης περιόδου, λόγω της πανδημίας μειώθηκε στο ελάχιστο το μεταφορικό της έργο, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει λόγος παροχής υπερωριακής εργασίας εκ μέρους του ενάγοντος. Σε κάθε περίπτωση, κατά την εναγομένη, κατά τη συμφωνία των διαδίκων, ο ενάγων ελάμβανε μηνιαίως ένα ποσό για υπερωριακή αμοιβή για να καλύπτει «… τυχόν καθυστερήσεις στις αφιξοαναχωρήσεις των οχημάτων που σε κάθε περίπτωση δεν ήταν πάνω από 15 λεπτά …». Η ίδια (εναγομένη), με την ένδικη έφεσή της, ομοίως αρνήθηκε ότι ο ενάγων εργάσθηκε υπερωριακά, αναφέροντας παράλληλα ότι, για όσες φορές χρειάσθηκε ο ενάγων να προσφέρει υπερωριακή εργασία, συνήθως λόγω καιρικών συνθηκών που καθυστερούσαν τις αφιξοαναχωρήσεις στα λιμάνια, έλαβε τη σχετική αμοιβή του. Με την εκκαλουμένη απόφαση, έγινε δεκτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της η ένδικη αγωγή του ενάγοντος, αφού έγινε δεκτό ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά, όλες τις ημέρες του ενδίκου χρονικού διαστήματος, επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη, πλην του χρονικού διαστήματος κατά το οποίο στο εν λόγω πλοίο διενεργούντο επισκευές, οπότε εργάσθηκε επί οκτώ [8] ώρες ημερησίως. Το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα προσβάλλουν αμφότερες οι διάδικες πλευρές με τον πρώτο λόγο των ενδίκων εφέσεών τους, για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, η εναγομένη δε και για κακή εφαρμογή του νόμου. Μάλιστα, με την ένδικη έφεσή της, στα πλαίσια του πρώτου λόγου έφεσης, αυτή (εναγομένη) αρνείται ότι ο ενάγων εργαζόταν υπερωριακά και ειδικώς αμφισβητεί την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος από ημέρα Πέμπτη πρωί έως Δευτέρα μεσημέρι, οπότε το πλοίο παρέμενε δεμένο στο λιμάνι, είτε του Πειραιά, είτε των Χανίων. Ο μάρτυρας που εξετάσθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος, ……………….., ο οποίος συνυπηρέτησε μετά του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο ως ναύτης, κατά το χρονικό διάστημα από 8.2.2021 έως 23.5.2021, κατέθεσε ότι, ο ενάγων εργαζόταν επί δώδεκα ώρες ημερησίως, πλην των ημερών του Σαββάτου του ανωτέρω χρονικού διαστήματος κατά το οποίο συνυπηρέτησαν, οπότε εργαζόταν επί δεκατρείς ώρες ημερησίως. Ειδικότερα, ο εν λόγω μάρτυρας, κατέθεσε ότι, οι τρεις ναύτες που απασχολούντο στο εν λόγω πλοίο, εργάζονταν σε βάρδιες, επιπλέον δε, ανεξαρτήτως της βάρδιας που εκτελούσαν, μετείχαν σε όλες τις εργασίες φορτοεκφόρτωσης του πλοίου, στις εργασίες απόπλου και κατάπλου αυτού, τόσο στα λιμάνια αφετηρίας και προορισμού, όσο και στα ενδιάμεσα λιμάνια, απασχολούντο δε και στις εργασίες καθαρισμού και συντήρησης του εν λόγω πλοίου. Οι εργασίες φορτοεκφόρτωσης του πλοίου διαρκούσαν, κατά τον εν λόγω μάρτυρα, περί 1,5 – 2 ώρες και περί τις τέσσερις ώρες στο λιμάνι αφετηρίας και προορισμού. Ειδικότερα, όλοι οι ναύτες, σαράντα πέντε λεπτά προ της αφίξεως του πλοίου στο λιμάνι, μετέβαιναν στο γκαράζ του πλοίου, προκειμένου να απασφαλίσουν τα οχήματα, ενόψει του ότι ήταν δεμένα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ώστε να μη μετακινούνται και ακολούθως, ελάμβαναν θέση για τις εργασίες κατάπλου. Ο ενάγων απασχολείτο στο «ρεμέντζο» στην πρύμνη του πλοίου, για την πρόσδεση αυτού. Ο ίδιος μάρτυρας, κατέθεσε ότι, η διαδικασία της φόρτωσης διαρκούσε περισσότερο, εξυπονοώντας προφανώς της εκφορτώσεως, ενώ η ασφάλιση των οχημάτων ολοκληρώνονταν τουλάχιστον μία ώρα μετά τον απόπλου του πλοίου. Εν πλω, επί δύο ώρες ανά τετράωρη βάρδια, ο ενάγων απασχολείτο στη γέφυρα του πλοίου και τις υπόλοιπες δύο ώρες εκτελούσε περιπολία στους χώρους του πλοίου, αλλά και εργασίες καθαρισμού και συντήρησης αυτού. Αφού ολοκληρώνονταν οι εργασίες εκφόρτωσης και πριν ξεκινήσει η φόρτωση του πλοίου, κατά την παραμονή του πλοίου στο λιμάνι, κατά τον ίδιο μάρτυρα, ελάμβαναν χώρα εργασίες καθαριότητας του πλοίου, οι οποίες διαρκούσαν δύο ώρες και περιελάμβαναν γενικό πλύσιμο και σκούπισμα όλων των εξωτερικών χώρων και των γκαράζ, αλλά και εργασίες συντήρησης. Σχολαστικότερη ενασχόληση με την καθαριότητα του πλοίου ελάμβανε χώρα καθόν χρόνο το πλοίο διανυκτέρευε στο λιμάνι του Πειραιά, οπότε οι ναύτες απασχολούντο και σε εργασίες συντήρησης του πλοίου και για το λόγο αυτό και τις ημέρες αυτές οι ναύτες εργάζονταν επί δώδεκα ώρες. Άπαντες οι μάρτυρες της εναγομένης, σαφώς κατέθεσαν ότι, οι υπηρετούντες στο ανωτέρω πλοίο ναύτες, εκτελούσαν βάρδια, όταν δε το πλοίο παρέμενε στο λιμάνι, κατά τον εξετασθέντα ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου μάρτυρα της εναγομένης, ……, ο εκτελών βάρδια ναύτης ήλεγχε την είσοδο και έξοδο στο πλοίο, ευρισκόμενος στον καταπέλτη αυτού, εφόσον κατέθεσε σχετικά «… Όταν το πλοίο ήταν σε λιμάνι γνωρίζετε αν ο ενάγων εκτελούσε βάρδια; Βεβαίως. Τί έκανε στα πλαίσια της βάρδιάς του; Καθόταν στον καταπέλτη και έλεγχε την είσοδο και την έξοδο…» (σχετικά σελ. 6 ταυτάριθμων με την εκκαλουμένη πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου). Κατά τους μάρτυρες ………………., ο οποίος υπηρέτησε ως Πλοίαρχος στο εν λόγω πλοίο, ……. . ο οποίος υπηρέτησε ως Ανθυποπλοίαρχος στο εν λόγω πλοίο και ……………, εργαζόμενος ως υπεύθυνος πληρωμάτων στην εναγομένη, οι εν λόγω (στο λιμάνι) βάρδιες των ναυτών διαρκούσαν οκτώ ώρες. Κατά την κατάθεση του μάρτυρα ………………., εν πλω οι ναύτες εκτελούσαν ομοίως δύο τετράωρες βάρδιες γέφυρας. Κατά τους μάρτυρες της εναγομένης, ………….. και ………., στις εργασίες απόπλου, κατάπλου του πλοίου και φορτοεκφόρτωσης απασχολείτο μόνον ο ναύτης βάρδιας. Χαρακτηριστικά, ο εξετασθείς υπό της εναγομένης ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου μάρτυρας …….., κατέθεσε σχετικά «…Τα καθήκοντα του ναύτη σε κάθε πλοίο και ειδικότερα σε αυτό το συγκεκριμένο που δεν μεταφέρει επιβάτες είναι να εκτελεί τα καθήκοντά του εντός του οκταώρου, δηλαδή με την πρόσδεση όταν πρόκειται να προσεγγίσει σε λιμάνι το πλοίο να δένει τα φορτηγά που μπαίνουν μέσα στο πλοίο και να εκτελεί τη φυλακή του στη γέφυρα όταν ταξιδεύει… Κατά την ώρα της πρόσδεσης – απόδεσης πόσοι ναύτες ήταν που εκτελούσαν τα καθήκοντά τους; Ήταν ένας ναύτης, ο ναύκληρος και ο ναυτόπαις όταν είχε καιρό… Σε κάθε λιμάνι που προσέγγιζε το πλοίο όταν έκανε δρομολόγια συμμετείχε στις εργασίες εκφόρτωσης; Μόνο όταν ήταν στο χρόνο της φυλακής του της βάρδιάς του…». Ο μάρτυρας ………………., στην περιεχομένη με αριθμό ……/2022 ανωτέρω ένορκη βεβαίωση, κατάθεσή του, κατέθεσε «… Δεν χρειάστηκε να απασχοληθούν υπερωριακά οι ναύτες γιατί με τις βάρδιες όπως μοιράζονταν υπήρχε πάντα προσωπικό στον απόπλου – κατάπλου και στο γκαράζ των αυτοκινήτων…». Ο μάρτυρας …………… κατέθεσε επ’ αυτού ότι οι τρεις ναύτες, ο ένας ναυτόπαις και ο ένας ναύκληρος απασχολούντο με τις εργασίες πρόσδεσης και απόδεσης του πλοίου στα λιμάνια και στην φορτοεκφόρτωση των οχημάτων στο γκαράζ του πλοίου, ανάλογα με τη φυλακή καταστρώματος που είχαν, δίχως ειδικότερη αναφορά περί της συγκρότησης της εν λόγω υπηρεσίας καταστρώματος. Οι ανωτέρω μάρτυρες ………………. και ………………, αναφερόμενοι στις ημέρες από Δευτέρα μεσημέρι έως και Τετάρτη βράδυ κατέθεσαν «… Επειδή αυτές τις 2 1/5 ημέρες οι ναύτες μεταξύ των οποίων και ο .., απασχολούνταν με πρόσδεση και απόδεση αρκετές φορές μέσα στην ημέρα, η εταιρεία είχε συμφωνήσει και κατέβαλε στους ναύτες και στον …. ένα κλειστό ποσό υπερωρίας κάθε μήνα με το οποίο εξοφλούσε τις τυχόν υπερωρίες του. Πέραν αυτών των ωρών και όταν τύχαινε να εργάζεται υπερωριακά για την πρόσδεση/απόδεση, δεν προσέφερε άλλη υπερωριακή εργασία, ούτε υπήρχε λόγος να εργαστεί υπερωριακά….». Ο μάρτυρας . …. κατέθεσε ως προς τα ποσά που κατέβαλε η εναγομένη με αιτιολογία «υπερωρίες» «… Ο ναύτης ….. ελάμβανε μηνιαία ένα κλειστό ποσό υπερωριών επειδή από Δευτέρα βράδυ έως Τετάρτη βράδυ το πλοίο έπιανε σε περισσότερα του ενός λιμάνια και είχε ανάλογα με την περίοδο, πολλές προσδέσεις και αποδέσεις. Οι υπερωρίες πληρώνονταν μόνο για αυτόν τον λόγο και επί της ουσίας ουδέποτε οι ναύτες εργάστηκαν υπερωριακά. Απλώς επειδή αυτές τις δύο ημέρες το πλοίο έπιανε σε αρκετά λιμάνια και για να μην υπάρχουν παράπονα, η εταιρεία είχε συμφωνήσει με τους ναύτες την πληρωμή κλειστών υπερωριών…». Επιπροσθέτως, οι εκ των μαρτύρων της εναγομένης ……….., κατέθεσαν ότι, ο καθαρισμός του καταστρώματος ή του γκαράζ υπό των ναυτών, ελάμβανε χώρα εντός της οκτάωρης βάρδιάς τους. Εν τούτοις, ο εξετασθείς ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου μάρτυρας ……………… κατέθεσε επ’ αυτού «… Γνωρίζετε αν μετά τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι για διανυκτέρευση αν κάνανε οι ναύτες εργασίες καθαρισμού; Μπορεί να σκουπίζανε, να έλεγε ο λοστρόμος σκουπίστε την είσοδο του γκαράζ… το κυρίως γκαράζ σκουπίζανε … το άλλο γκαράζ το σκούπιζε το τζόβενο…». Επιπλέον, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, προκύπτει ότι, αυτός (ενάγων), κάθε μήνα, ελάμβανε αμοιβή για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, καθώς επίσης και αμοιβή με αιτιολογία «υπερωρίες». Συγκεκριμένα, τον μήνα Ιανουάριο 2020, πέραν του ποσού των ευρώ 473,25 που έλαβε για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών, έλαβε το ποσό των ευρώ 228,00 ως αμοιβή για υπερωρία, έκαστο των μηνών τον μήνα Φεβρουάριο, Μάρτιος, Απρίλιο, Μάιο 2020 έλαβε το ποσό των ευρώ 473,25 για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 194,00 για αμοιβή υπερωριών, τον μήνα Ιούλιο 2020 για διάστημα εργασίας πέντε ημερών έλαβε το ποσό των ευρώ 78,88 για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 33,70 για αμοιβή υπερωριών, τον μήνα Αύγουστο 2020 έλαβε το ποσό των ευρώ 473,25 για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 193,50 για αμοιβή υπερωριών, τον μήνα Μάρτιο 2021 για διάστημα εργασίας τριών ημέρων έλαβε το ποσό των ευρώ 36,05 για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 51,00 για αμοιβή υπερωριών, έκαστο των μηνών Απρίλιο και Μάιο του έτους 2021 έλαβε το ποσό των ευρώ 360,50 για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 483,00 για αμοιβή υπερωριών, τον μήνα Μάιο 2021 έλαβε το ποσό των ευρώ 360,50 για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 109,52 για αμοιβή υπερωριών, έκαστο δε των μηνών Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο 2021 έλαβε το ποσό των ευρώ 473,25 για αμοιβή εργασίας Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 189,00 για αμοιβή υπερωριών. Εκ των ανωτέρω αποδείξεων μισθοδοσίας αξίζουν ειδικής αναφοράς οι αποδείξεις μισθοδοσίας των μηνών Απριλίου και Μαΐου 2021. Ειδικότερα, από τις εν λόγω αποδείξεις μισθοδοσίας, προκύπτει ότι, στον ενάγοντα κατεβλήθη το ποσό των ευρώ 483,00 με αιτιολογία «αμοιβή υπερωριών» χωρίς να προσδιορίζεται ποίες ημέρες αυτό το ποσό αφορά. Με βάση υπολογισμού το ποσό των ευρώ 7,89 που αφορά την αμοιβή της υπερωριακής απασχόλησης ανά ώρα κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, την υψηλότερη δηλαδή αμειβόμενη ώρα υπερωρίας κατά την ανωτέρω ΣΣΝΕ που ίσχυε κατά τους εν λόγω μήνες, η αμοιβή αυτή σε ημερήσια βάση αφορά κατ’ ελάχιστο (483,00 δια 7,89 δια 30 =) 2,04 ώρες υπερωριακή απασχόληση, κατά μέσο όρο. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, αποδεικνύεται ότι, οι υπηρετούντες στο εν λόγω πλοίο ναύτες, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, εργάζονταν σε βάρδιες και δη δύο τετράωρες βάρδιες εν πλω, αλλά και καθόν χρόνο το πλοίο παρέμενε ακινητοποιημένο στο λιμάνι. Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια της βάρδιάς τους, εν πλω, ο ναύτης φυλακής, εκτελούσε δύο ώρες εκάστης βάρδιας φυλακή γέφυρας και τις υπόλοιπες δύο ώρες ήλεγχε την ασφάλεια του πλοίου και απασχολείτο με εργασίες καθαριότητας του καταστρώματος αυτού που του ανέθετε ο ναύκληρος του πλοίου. Καθόν χρόνο το πλοίο ευρίσκετο στο λιμάνι, ο ναύτης βάρδιας εκτελούσε υπηρεσία στον καταπέλτη του πλοίου, ελέγχοντας την είσοδο και έξοδο σε αυτό, όπως σαφώς περί τούτου κατέθεσε ο εξετασθείς υπό της εναγομένης, ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου μάρτυρας, ……………., η κατάθεση του οποίου περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συζήτηση. Παράλληλα, απεδείχθη ότι, άπαντες οι ναύτες του εν λόγω πλοίου, μετείχαν και στις εργασίες φορτώσεως του πλοίου, επιμελούμενοι για την ασφαλή πρόσδεση των οχημάτων καθώς επίσης ότι μετείχαν και στις εργασίες απόπλου και κατάπλου αυτού. Με το πέρας δε της εκφορτώσεως του πλοίου απασχολούντο με τον καθαρισμό των γκαράζ, ενώ όταν το πλοίο διανυκτέρευε στο λιμάνι του Πειραιά, οπότε διενεργούντο σε αυτό πλέον εκτεταμένες εργασίες καθαριότητας, μετείχαν σε αυτές άπαντες οι ναύτες. Εν τούτοις, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων και ιδίως των ανωτέρω λεπτομερώς αναφερομένων δρομολογίων που εκτέλεσε το εν λόγω πλοίο, λαμβανομένων δε υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, κατά το επίδικο διάστημα, δεν απεδείχθη ότι ο ενάγων χρειάσθηκε να εργάσθηκε και επομένως δεν απεδείχθη ότι εργάσθηκε πέραν του νομίμου ωραρίου των οκτώ ωρών κατά τις καθημερινές ημέρες 2.1.2020, 18.3.2020, 8.6.2020, 15.6.2020, 16.6.2020, 17.6.2020, 19.6.2020 και 23.9.2020 και κατά τις ημέρες Κυριακής 19.4.2020, 3.5.2020 και 2.5.2021. Περαιτέρω δε, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, απεδείχθη ότι, ο ενάγων εργάσθηκε επί οκτώ ώρες καθ’ εκάστη τις ημέρες αργίας 1.1.2020, 6.1.2020 (εορτή των Θεοφανίων), την 2.3.2020 (Καθαρή Δευτέρα), 25.3.2020, 1.5.2021, 3.5.2021 (Δευτέρα μετά το Πάσχα) και 28.10.2021 και τις ημέρες Σαββάτου 21.3.2020, 28.3.2020. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο τους ένδικης έφεσης τους εναγομένης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων ως προς το αποδεικτικό της πόρισμα ότι, κατά τους αμέσως ανωτέρω αναλυτικώς αναφερόμενες ημέρες, ο ενάγων εργάσθηκε επί εννέα ώρες ημερησίως. Αντίθετα, ως προς τις εν λόγω ημερομηνίες τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του ο πρώτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, καθό μέρος πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων καθό μέρος εδέχθη ότι τις εν λόγω ημερομηνίες ο ενάγων εργάσθηκε επί εννέα ώρες, απορρίπτοντας τους αγωγικούς του ισχυρισμούς. Περαιτέρω, με βάση τις ανωτέρω παραδοχές συνάγεται, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, το συμπέρασμα ότι, ο ενάγων, κατά τις υπόλοιπες ημέρες (πλην των αμέσως ανωτέρω αναφερομένων, οπότε απεδείχθη ότι εργάσθηκε επί οκτώ ώρες καθ’ εκάστη) των ενδίκων ναυτολογήσεών του, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών, που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των ανωτέρω ναυτολογήσεών του, απαιτήθηκε να εργασθεί και πράγματι εργαζόταν κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής που τυγχάνουν επίδικες, πέραν του νομίμου ωραρίου του, που προβλέπεται από τις εν προκειμένω εφαρμοστέες, κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων, κατά τα χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησής του ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., των οκτώ [8] ωρών κατά τις καθημερινές ημέρες και πέραν των οκτώ [8] ωρών ημερησίως κατά τις ημέρες Κυριακής, καθώς επίσης επιπλέον των οκτώ ωρών ημερησίως κατά τις υπόλοιπες [πλην των αμέσως ανωτέρω αναφερομένων οπότε απεδείχθη ότι εργαζόταν επί οκτώ ώρες] ημερών Σαββάτου και αργιών, αφού αυτή (η διάρκεια των οκτώ ωρών) δεν επαρκούσε, ενόψει της συνάρτησης τους με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με τη λειτουργία του ανωτέρω πλοίου και τους είδους της δραστηριότητάς του. Η ανάγκη παροχής εργασίας, πέραν των συμφωνημένων και νομίμων, κατά τα άνω, χρονικών ορίων, επιβεβαιώνεται, και από το γεγονός ότι και η εναγομένη του κατέβαλε αμοιβή για την υπερωριακή του απασχόληση. Ειδικότερα, απεδείχθη ότι, ο ενάγων εργαζόταν επί οκτώ ώρες εκτελώντας βάρδια φυλακής, συμμετέχοντας και στις εργασίες φορτοεκφόρτωσης του πλοίου, στις εργασίες απόπλου και κατάπλου αυτού τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού αλλά και στα ενδιάμεσα λιμάνια, όπως επίσης και στις εργασίες καθαριότητας του πλοίου με την άφιξη αυτού στο λιμάνι προορισμού και την εκφόρτωση των οχημάτων. Εν τούτοις, στις εν λόγω εργασίες απεδείχθη ότι μετείχε και εκτός της οκτάωρης βάρδιας του. Ειδικότερα, απεδείχθη ότι, συμμετείχε σε όλες τις εργασίες φορτοεκφόρτωσης του πλοίου, αλλά και στις εργασίες απόπλου και κατάπλου αυτού τόσο στα ενδιάμεσα λιμάνια, όσο και στα λιμάνια αφετηρίας και προορισμού ακόμη κι αν δεν συνέπιπταν με τη βάρδιά του. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια της φόρτωσης του πλοίου στα λιμάνια αφετηρίας και προορισμού που διαρκούσε τουλάχιστον δύο ώρες, ο ενάγων, ανεξαρτήτως εάν είχε βάρδια, απασχολείτο με τη φόρτωση των οχημάτων στο γκαράζ του πλοίου, παρακολουθώντας τη διαδικασία φορτώσεως προς αποφυγή πρόκλησης ζημιών και ακολούθως απασχολείτο με την ασφαλή πρόσδεση των εν λόγω οχημάτων. Ο ίδιος μετείχε και εκτός βάρδιας στις εργασίες απόπλου του πλοίου και συγκεκριμένα, ο ενάγων απασχολείτο στην πρύμνη του πλοίου. Προ της αφίξεως του πλοίου στο λιμάνι, μετέβαινε στα γκαράζ αυτού και απασχολείτο με την απόδεση των οχημάτων. Ακολούθως, μετέβαινε στην πρύμνη του πλοίου και υπό τις εντολές του υποπλοιάρχου έδενε τον κάβο αυτού. Στην κρίση του αυτή, ότι δηλαδή ο ενάγων μετείχε σε όλες τις ανωτέρω εργασίες (φορτοεκφόρτωσης του πλοίου αλλά και στις εργασίας απόπλου και κατάπλου αυτού στα λιμάνια αφετηρίας, προορισμού αλλά και στα ενδιάμεσα λιμάνια), και εκτός της οκτάωρης βάρδιάς του, το Δικαστήριο κατέληξε από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων και ιδίως της σαφούς περί τούτου μαρτυρικής κατάθεσης του μάρτυρος του ενάγοντος, σε συνδυασμό με τον γεγονός ότι, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα παγίως κάθε μήνα αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση. Εάν πράγματι ο ενάγων δεν μετείχε στις εν λόγω εργασίες εκτός της βάρδιάς του και η εργασία του περιορίζονταν στη διάρκεια αυτής (βάρδιάς του), η εναγομένη δεν θα κατέβαλε και μάλιστα κάθε μήνα αμοιβή στον ενάγοντα για υπερωριακή απασχόληση. Η ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της εναγομένης ………… ότι η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα αμοιβή κάθε μήνα για υπερωριακή απασχόληση, αν και τέτοια εργασία ο ενάγων δεν παρείχε, προκειμένου να μην παραπονείται, λόγω του φόρτου εργασίας του εντός της βάρδιάς του, όταν το πλοίο κατέπλεε σε αρκετά λιμάνια από την ημέρα Δευτέρα έως την ημέρα Τετάρτη, δεν κρίνεται πειστική. Μάλιστα, η ανωτέρω κατάθεση του εν λόγω μάρτυρος δεν ενισχύεται από τις μαρτυρικές καταθέσεις των μαρτύρων της εναγομένης ………… και ……………….., οι οποίοι, στις ανωτέρω ένορκες βεβαιώσεις αν και αρχικά κατέθεσαν ότι οι ναύτες εκτελούσαν μόνον την βάρδιά τους, αμφότεροι ακολούθως, κάνουν λόγο για υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος, εφόσον αμφότεροι κατέθεσαν «… Επειδή αυτές τις 2 1/5 ημέρες οι ναύτες μεταξύ των οποίων και ο …, απασχολούνταν με πρόσδεση και απόδεση αρκετές φορές μέσα στην ημέρα, η εταιρεία είχε συμφωνήσει και κατέβαλε στους ναύτες και στον …… ένα κλειστό ποσό υπερωρίας κάθε μήνα με το οποίο εξοφλούσε τις τυχόν υπερωρίες του. Πέραν αυτών των ωρών και όταν τύχαινε να εργάζεται υπερωριακά για την πρόσδεση/απόδεση, δεν προσέφερε άλλη υπερωριακή εργασία, ούτε υπήρχε λόγος να εργαστεί υπερωριακά….». Ειδικώς δε όσον αφορά στην απασχόληση του ενάγοντος και στις εργασίες απόπλου και κατάπλου του πλοίου σε όλα τα λιμάνι, ανεξαρτήτως και πέραν της βάρδιας που εκτελούσε, η κατάθεση του μάρτυρος του ενάγοντος ενισχύεται και από τις ρυθμίσεις του άρθρου 118 του Β.Δ. 806/1970 « Kανονισμός περί εργασίας επί ελληνικών φορτηγών πλοίων 800 κόρων και άνω », στην παράγραφο 3 του οποίου προβλέπεται η συμμετοχή απάντων των μετεχόντων στο πλήρωμα καταστρώματος ενός φορτηγού πλοίου στις εργασίες απόπλου και κατάπλου αυτού, εφόσον προβλέπεται «3. Κατά τον κατάπλουν και την αγκυροβολίαν, την μεθόρμισιν ως και την άπαρσιν και τον απόπλουν πάντες εργάζονται δια την κανονικήν και ασφαλή αγκυροβολίαν και όρμισιν του πλοίου ή δια την κανονικήν άπαρσιν αυτού.». Επιπλέον, απεδείχθη ότι, καθόν χρόνο το πλοίο διανυκτέρευε στο λιμάνι του Πειραιά, ο ενάγων πέραν της οκτάωρης βάρδιάς του την οποία εκτελούσε στον καταπέλτη του πλοίου, ελέγχοντας του επιβιβαζόμενους και αποβιβαζομένους από αυτό, απασχολείτο τουλάχιστον επί μία ώρα επιπροσθέτως και σε εργασίες καθαρισμού του πλοίου, καθόσον όπως απεδείχθη, τότε πραγματοποιούντο πλέον εκτεταμένες εργασίες καθαρισμού αυτού. Σύμφωνα με όλα όσα προεκτέθηκαν και λαμβανομένων επίσης υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο προς μεταφορά οχημάτων στα ανωτέρω νησιά, όπως αναλύεται ανωτέρω και εκτελούσε τα συγκεκριμένα δρομολόγια που αναφέρθηκαν, του αριθμού των λιμένων, που προσέγγιζε το πλοίο σε κάθε ταξίδι, των συνθηκών φόρτωσης και εκφόρτωσης του εν λόγω πλοίου, των χαρακτηριστικών αυτού, όπως ομοίως αναλύθηκε ανωτέρω, της σταθερής καταβολής σ’ αυτόν από την εναγόμενη, εργοδότριά του και πλοιοκτήτρια, παγίως κάθε μήνα χρηματικών ποσών, ως αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση, όπως η ίδια δέχεται και προκύπτει και από τις αποδείξεις μισθοδοσίας, όπερ εκ των πραγμάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αντίδικός του αναγνώριζε στην πράξη την ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης των μελών του κατώτερου πληρώματος καταστρώματος του πλοίου της για την εύρυθμη λειτουργία του, της φύσεως και του αντικειμένου της απασχόλησής του και των καθηκόντων της ειδικότητάς του, όπως αυτά επίσης εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, ενόψει του ότι οι ώρες ευθύνης ή ετοιμότητάς του στο πλοίο δε θα μπορούσαν εξ ορισμού να χαρακτηριστούν ως χρόνος υπερωριακής εργασίας του, εφόσον ο ναυτικός, λόγω της φύσης του επαγγέλματός του, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε διαρκή ετοιμότητα παροχής υπηρεσιών υπακούοντας στις διαταγές των προϊσταμένων του, κατ’ άρθρον 57 παρ. 1 του ΚΙΝΔ (βλ. ΕφΠειρ 45/2010 ΕΝαυτΔ 2010 405, ΜονΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013 220, ΕφΠειρ 548/2001 ΕΕργΔ 61.340), με αποτέλεσμα ο χρόνος παραμονής αυτού στο πλοίο, να μην ταυτίζεται αναγκαίως με χρόνο πραγματικής απασχόλησής του σ’ αυτό, αφού παράλληλα ληφθεί υπόψη ότι δεν προέκυψαν οι ακριβείς ώρες βάρδιας του ενάγοντος, κατά το επίδικο διάστημα, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι, ο ενάγων: [Α] εργάσθηκε, με την ανωτέρω ειδικότητά του, στο ανωτέρω πλοίο, επί εννέα (9) ώρες ημερησίως, τις ημέρες Κυριακής 5.1.2020, 12.1.2020, 19.1.2020, 26.1.2020, 2.2.2020, 9.2.2020, 16.2.2020, 23.2.2020, 1.3.2020, 8.3.2020, 15.3.2020, 5.4.2020, 12.4.2020, 26.4.2020, 10.5.2020, 17.5.2020, 24.5.2020, 31.5.2020, 7.6.2020, 14.6.2020, 2.8.2020, 9.8.2020, 16.8.2020, 23.8.2020, 30.8.2020, 6.9.2020, 13.9.2020, 20.9.2020, 4.4.2021, 11.4.2021, 18.4.2021, 25.4.2021, 9.5.2021, 13.5.2021, 16.5.2021, 23.5.2021, 30.5.2021, 6.6.2021, 13.6.2021, 20.6.2021, 27.6.2021, 4.7.2021, 11.7.2021, 18.7.2021, 25.7.2021, 1.8.2021, 8.8.2021, 22.8.2021, 29.8.2021, 5.9.2021, 12.9.2021, 19.9.2021, 26.9.2021, 3.10.2021, 10.10.2021, 17.10.2021 και 24.10.2021, την καθημερινή ημέρα 6.5.2021, τις ημέρες αργίας 17.4.2020 (Μ. Παρασκευή) και 15.8.2021 και τις ημέρες Σαββάτου 18.4.2020 και 2.5.2020, [Β] εργάσθηκε, με την ανωτέρω ειδικότητά του, στο ανωτέρω πλοίο, επί δέκα (10) ώρες ημερησίως, όσον αφορά τις επιμέρους ημέρες: μηνός Ιανουαρίου 2020 τις καθημερινές ημέρες 3.1, 7.1, 9.1, 10.1, 13.1, 16.1, 17.1, 20.1, 23.1, 24.1, 30.1, 31.1 και τις ημέρες Σαββάτου 4.1.,11.1, 18.1, 25.1, μηνός Φεβρουαρίου 2020 τις καθημερινές ημέρες 3.2, 6.2, 7.2, 13.2, 14.2, 17.2, 20.2, 21.2, 27.2, 28.2, και τις ημέρες Σαββάτου 1.2, 8.2, 15.2, 22.2., 29.2, μηνός Μαρτίου 2020 τις καθημερινές ημέρες 3.3, 5.3, 6.3, 12.3, 13.3, 16.3. και τις ημέρες Σαββάτου 7.3 και 14.3, μηνός Απριλίου 2020 τις καθημερινές ημέρες 2.4, 3.4, 6.4., 9.4, 10.4, 13.4, 16.4, 24.4, 27.4, 30.4, τις ημέρες Σαββάτου 4.4, 11.4, 25.4 και τις ημέρες αργίας 20.4 (Δευτέρα Πάσχα) και 23.4. (εορτή Αγίου Γεωργίου), μηνός Μαΐου 2020 τις καθημερινές ημέρες 4.5, 7.5, 8.5., 11.5, 14.5, 15.5, 18.5, 21.5, 22.5, 25.5, 29.5, τις ημέρες Σαββάτου 9.5, 16.5, 23.5, 30.5 και τις ημέρες αργίας 1.5 και 28.5 (Αναλήψεως), μηνός Ιουνίου 2020 τις καθημερινές ημέρες 1.6, 4.6., 5.6, 9.6. 11.6, 12.6, 18.6, και τις ημέρες Σαββάτου 6.6. και 13.6, μηνός Ιουλίου 2020 τις καθημερινές ημέρες 27.7, 30.7, 31.7., μηνός Αυγούστου 2020 τις καθημερινές ημέρες 3.8, 6.8, 7.8, 10.8, 13.8, 14.8, 17.8, 20.8, 21.8, 24.8, 27.8, 28.8, 31.8., τις ημέρες Σαββάτου 1.8., 8.8., 22.8, 29.8 και την ημέρα αργίας 15.8.2020, μηνός Σεπτεμβρίου 2020 τις καθημερινές ημέρες 3.9, 4.9, 7.9, 10.9, 11.9, 17.9, 18.9, 21.9, τις ημέρες Σαββάτου 5.9., 12.9., 19. 9 και την ημέρα αργίας 14.9.2020, μηνός Μαρτίου 2021 τις καθημερινές ημέρες 29.3. και 30.3, μηνός Απριλίου 2021 τις καθημερινές ημέρες 2.4, 5.4, 7.4, 9.4, 12.4., 13.4, 19.4, 21.4, 23.4, 26.4, 27.4, και την ημέρα αργίας 30.4. (Μ. Παρασκευή), μηνός Μαΐου 2021 τις καθημερινές ημέρες 4.5, 7.5, 10.5, 11.5, 17.5, 19.5, 24.5., 25.5, 31.5, μηνός Ιουνίου 2021 τις καθημερινές ημέρες 2.6, 4.6, 7.6, 8.6, 14.6, 16.6, 18.6, 21.6, 22.6, 28.6, 30.6, μηνός Ιουλίου 2021 τις καθημερινές ημέρες 2.7, 5.7, 6.7, 12.7, 14.7, 16.7, 19.7, 20.7, 26.7, 27.7., 28.7, 30.7, μηνός Αυγούστου 2021 τις καθημερινές ημέρες 2.8, 3.8, 9.8, 11.8, 16.8, 17.8, 23.8, 25.8, 27.8, 30.8, 31.8, μηνός Σεπτεμβρίου 2021 τις καθημερινές ημέρες 6.9, 8.9, 10.9, 13.9, 20.9, 22.9, 24.9, 27.9, 28.9 και την ημέρα αργίας 14.9. και μηνός Οκτωβρίου 2021 τις καθημερινές ημέρες 4.10, 6.10, 8.10, 11.10., 12.10, 18.10, 20.10, 22.10, 25.10, 26.10, 27.10, [Γ] εργάσθηκε, με την ανωτέρω ειδικότητά του, στο ανωτέρω πλοίο, επί ένδεκα (11) ώρες ημερησίως, όσον αφορά τις επιμέρους ημέρες: κατά τον μήνα Ιανουάριο 2020, τις καθημερινές 8.1,21.1, 22.1,27.1, 28.1, κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2020 τις καθημερινές 4.2, 5.2, 10.2, 18.2, 19.2, 24.2, 25.2, κατά τον μήνα Μάρτιο 2020 τις καθημερινές 4.3., 9.3, 17.3, κατά τον μήνα Απρίλιο 2020 τις καθημερινές 1.4, 7.4, 8.4, 14.4., 15.4, 21.4, 22.4., 28.4, 29.4, κατά τον μήνα Μάιο 2020 τις καθημερινές 5.5, 6.5, 12.5, 13.5, 19.5, 20.5, 26.5, 27.5., κατά τον μήνα Ιούνιο 2020 τις καθημερινές 2.6., 3.6., 10.6, κατά τον μήνα Ιούλιο 2020 τις καθημερινές 28.7., 29.7., κατά τον μήνα Αύγουστο 2020 τις καθημερινές 4.8, 5.8, 11.8, 12.8, 18.8, 19.8, 25.8, 26.8, κατά τον μήνα Σεπτέμβριο τις καθημερινές 1.9, 2.9, 8.9, 9.9, 15.9, 16.9, 22.9, κατά τον μήνα Μάρτιο 2021 την 31.3.2021, κατά τον μήνα Απρίλιο 2021 τις καθημερινές 2.4., 14.4, 16.4, 28.4, κατά τον μήνα Μάιο 2021 τις καθημερινές 12.5, 14.5, 21.5, 26.5, 28.5, κατά τον μήνα Ιούνιο 2021 τις καθημερινές 9.6, 11.6, 23.6, 25.6, κατά τον μήνα Ιούλιο 2021 τις καθημερινές 7.7, 9.7, 21.7, 23.7, κατά τον μήνα Αύγουστο 2021 τις καθημερινές 4.8, 6.8, 13.8, 18.8, 20.8, κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2021 τις καθημερινές 1.9, 3.9, 15.9, 17.9, 29.9, και κατά τον μήνα Οκτώβριο 2021 τις καθημερινές 1.10, 13.10, 15.10, [Δ] εργάσθηκε, με την ανωτέρω ειδικότητά του, στο ανωτέρω πλοίο, επί δώδεκα (12) ώρες ημερησίως, όσον αφορά τις επιμέρους ημέρες: κατά τον μήνα Ιανουάριο 2020 τις καθημερινές 14.1, 15.1, 29.1, κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2020 τις καθημερινές 11.2, 12.2 και 26.2, κατά τον μήνα Μάρτιο 2020 τις καθημερινές 10.3, 11.3, κατά τον μήνα Απρίλιο 2021 τις καθημερινές 1.4, 6.4, 8.4, 15.4, 20.4, 22.4,29.4 και τις ημέρες Σαββάτου 3.4, 10.4, 17.4, 24.4, κατά τον μήνα Μάιο 2021 τις καθημερινές 5.5., 13.5, 18.5, 20.5, 27.5, και τις ημέρες Σαββάτου 8.5, 15.5, 22.5, 29.5, κατά τον μήνα Ιούνιο 2021 τις καθημερινές 1.6, 3.6, 15.6, 17.6, 24.6, 29.6, την ημέρα αργίας [10.6.2021] και τις ημέρες Σαββάτου 5.6, 12.6, 19.6, 26.6., κατά τον μήνα Ιούλιο 2021 τις καθημερινές 1.7, 8.7, 13.7, 15.7, 22.7, 29.7, και τις ημέρες Σαββάτου 3.7, 10.7, 17.7., 24.7, 31.7, κατά τον μήνα Αύγουστο 2021 τις καθημερινές 5.8, 10.8, 12.8, 19.8, 24.8, 26.8, και τις ημέρες Σαββάτου 7.8, 14.8, 21.8, 28.8, κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2021 τις καθημερινές 2.9, 7.9, 9.9, 16.9, 21.9, 23.9, 30.9, και τις ημέρες Σαββάτου 4.9, 11.9, 18.9, 25.9 και κατά τον μήνα Οκτώβριο 2021 τις καθημερινές 5.10, 7.10, 14.10, 19.10, 21.10, και τις ημέρες Σαββάτου 2.10, 9.10, 16.10 και 23.10. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του, δέχθηκε ότι όλες τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής του ενδίκου χρονικού διαστήματος, κατά το οποίο ο ενάγων εργάσθηκε επί του ανωτέρω πλοίου, αυτός εργάσθηκε πέραν του ωραρίου των οκτώ (8) ωρών κατά τις καθημερινές και Κυριακές επί μια ώρα ημερησίως και επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων όσον αφορά στις υπό στοιχείο [Β], [Γ] και [Δ] αμέσως ανωτέρω αναφερόμενες ημέρες, οπότε κατά τα άνω απεδείχθη ότι, ο ενάγων εργάσθηκε επί δύο, τρεις και τέσσερις ώρες, αντίστοιχα, επιπλέον των οκτώ ωρών ημερησίως κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακές και επί δέκα, ένδεκα και δώδεκα ώρες αντίστοιχα κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και πρέπει κατά τούτο, να γίνει εν μέρει δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του ο ανωτέρω πρώτος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση ότι, κατά κακή εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε ότι ο ενάγων εργάσθηκε τις ανωτέρω ημέρες μόνον εννέα ώρες ημερησίως, απορρίπτοντας τον αγωγικό ισχυρισμό περί απασχόλησης δώδεκα ωρών ημερησίως, καθώς και τον πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, κατά τούτο, ως αβασίμου στην ουσία του. Αντίθετα, κατά τις υπόλοιπες ανωτέρω υπό στοιχείο [Α] αναφερόμενες ημέρες, οπότε απεδείχθη ότι ο ενάγων εργάσθηκε επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη επί του ανωτέρω πλοίου, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο ομοίως δέχθηκε ότι ο ενάγων εργάσθηκε επί μία ώρα πέραν του νομίμου ωραρίου των οκτώ ωρών κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής και επί εννέα ώρες κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ορθώς εκτίμησε τις αποδείξεις, έστω και με συνοπτική αιτιολογία, η οποία συμπληρώνεται με την παρούσα, απορριπτομένου, κατά τούτο, του πρώτου λόγου της εφέσεως του ενάγοντος με τον οποίο ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, προκειμένου να γίνει δεκτός στην ουσία του ο αγωγικός ισχυρισμός, περί παροχής υπ’ αυτού (ενάγοντος) εργασίας πέραν του νομίμου ωραρίου των οκτώ ωρών κατά τις καθημερινές και ημέρες Κυριακής επί τέσσερις και πέντε ώρες ημερησίως και κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών επί δώδεκα και δέκα τρεις ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις με την αγωγή του διακρίσεις, καθώς επίσης και του αντίστοιχου πρώτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο αυτή (εναγομένη), ισχυρίσθηκε ότι, ο ενάγων δεν εργάσθηκε πέραν του νομίμου ωραρίου, ως αβασίμων στην ουσία τους. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, η ανάγκη παροχής εργασίας πέραν του συμφωνημένου ωραρίου, δεν αποκλείεται από το γεγονός ότι στο ανωτέρω πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση του πληρώματος καταστρώματος, καθόσον η πληρότητα αυτή αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία. Εξάλλου, το γεγονός ότι πέραν των τριών ναυτών στο ανωτέρω πλοίο υπηρετούσε και ένας ναυτόπαις ως επιπλέον της προβλεπόμενης οργανικής συνθέσεως του προσωπικού καταστρώματος του εν λόγω πλοίου, δεν αναιρεί τα ανωτέρω αποδεικτικά πορίσματα ως προς την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος, εφόσον απεδείχθη ότι πράγματι ο ενάγων εργάσθηκε πέραν του ανωτέρω συμφωνημένου νομίμου ωραρίου, ως ανωτέρω αναλύεται, γεγονός άλλωστε που επιβεβαιώνεται και από το ότι κάθε μήνα καταβαλλόταν σε αυτόν ένα χρηματικό ποσό για την υπερωριακή του εργασία, όπως προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας, που νόμιμα προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι, αναγνωριζομένης εκ προοιμίου της ανάγκης υπερωριακής εργασίας του. Συνεπώς, ο ενάγων δικαιούται ως πρόσθετη (υπερωριακή) αμοιβή, για την παροχή εργασίας πέραν του συμφωνημένου και νομίμου ωραρίου των οκτώ ωρών κατά τις καθημερινές και πέραν των οκτώ ωρών που καλύπτεται από το επίδομα Κυριακής κατά τις ημέρες Κυριακής που εργάσθηκε, καθώς επίσης και για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών του ενδίκου χρονικού διαστήματος, ως ακολούθως: Α] Για το επίδικο χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 19.6.2020: (ι) Για το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 30.4.2020: (α) Για τον μήνα Ιανουάριο 2020, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις δύο (2) ημέρες αργίας και δη την 1.1.2020 και 6.1.2020 (εορτή των Θεοφανίων) επί οκτώ ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις τέσσερις (4) ημέρες Σαββάτου (4.1, 11.1, 18.1, 25.1) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι μία (21) ημέρες καθημερινές επί οκτώ ώρες την 2.1.2020, επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 3.1, 7.1, 9.1, 10.1, 13.1, 16.1, 17.1, 20.1, 23.1, 24.1, 30.1, 31.1, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 8.1,21.1, 22.1,27.1, 28.1 και επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 14.1, 15.1 και 29.1, και κατά τις ημέρες Κυριακής 5.1.2020, 12.1, 19.1 και 26.1 επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω είκοσι [20] ημέρες καθημερινές και τέσσερις [4] ημέρες Κυριακής, ήτοι για [(12 επί 2=) 24 + (5 επί 3=) 15 + (3 επί 4=) 12 + (4 επί 1=) 4 =] πενήντα πέντε [55] ώρες υπερωριακή εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των ευρώ (55 επί 8,70=) 478,50 και για την απασχόλησή του επί οκτώ [8] ώρες καθ’ εκάστη κατά τις δύο ημέρες αργίας της 1.1.2020 και 6.1.2020 και για απασχόλησή του επί σαράντα [40] ώρες εργασίας κατά τις ανωτέρω τέσσερις ημέρες Σαββάτου και συνολικά για πενήντα έξι [56] ώρες εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου και αργιών, το ποσό των ευρώ (56 επί 10,44=) 584,64. β) Για τον μήνα Φεβρουάριο 2020, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις πέντε (5) ημέρες Σαββάτου (1.2, 8.2, 15.2, 22.2, 29.2) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι (20) καθημερινές ημέρες επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 3.2, 6.2, 7.2, 13.2, 14.2, 17.2, 20.2, 21.2, 27.2, 28.2, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 4.2, 5.2, 10.2, 18.2, 19.2, 24.2, 25.2 και επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη 11.2, 12.2 και 26.2 και τις τέσσερις ημέρες Κυριακής (2.2, 9.2, 16.2, 23.2) επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη, δικαιούται για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω είκοσι ημέρες [20] καθημερινές και τέσσερις [4] ημέρες Κυριακής ήτοι [(10 επί 2=) 20 + (7 επί 3=) 21 + (4 επί 3=) 12 + (4 επί 1=) 4=] για πενήντα επτά [57] ώρες υπερωριακή εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές το ποσό των ευρώ (57 επί 8,70=) 495,90 και για την απασχόλησή του επί πενήντα [50] ώρες εργασίας κατά τις ανωτέρω πέντε ημέρες Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (50 επί 10,44=) 522,00, γ) Για τον μήνα Μάρτιο 2020 (από 19.3.2020 έως 31.3.2020 στο εν λόγω πλοίο διενεργούντο επισκευές), οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις δύο (2) ημέρες Σαββάτου (7.3 και 14.3) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις δύο (2) ημέρες Σαββάτου (21.3 και 28.3) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις ημέρες αργίας 2.3 (Καθαρή Δευτέρα) και 25.3 επί οκτώ ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι (20) ημέρες καθημερινές επί οκτώ ώρες την 18.3, 19.3, 20.3, 23.3., 24.3, 26.3, 27.3, 30.3, 32.3, επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 3.3, 5.3, 6.3, 12.3, 13.3, 16.3, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 4.3., 9.3, 17.3, επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 10.3. και 11.3, και κατά τις ημέρες Κυριακής επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη την 1.3, 8.3 και 15.3. και επί οκτώ ώρες την 22.3. και 29.3, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω ένδεκα [11] ημέρες καθημερινές και τρεις [3] ημέρες Κυριακής ήτοι για [(2 επί 6=) 12 + (3 επί 3=) 9 + (4 επί 2 =) 8 + (3 επί 1 =) 3=] τριάντα δύο [32] ώρες υπερωριακή εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές και Κυριακές το ποσό των ευρώ (32 επί 8,70=) 278,40 και για την απασχόλησή του επί σαράντα δύο [42] ώρες εργασίας κατά τις ανωτέρω τέσσερις ημέρες Σαββάτου και δύο ημερών αργίας, το ποσό των ευρώ (42 επί 10,44=) 438,48. (δ) Για τον μήνα Απρίλιο 2020, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις τρεις (3) ημέρες αργίας (17.4, 20.4. και 23.4) την 17.4.2020 ημέρα Μεγάλης Παρασκευής εννέα ώρες και την 20.4.2020 και 23.4.2020 καθ’ εκάστη δέκα ώρες, κατά τις τρεις (3) ημέρες Σαββάτου (4.4, 11.4, 25.4) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη και την ημέρα Σαββάτου 18.4.2020 επί εννέα ώρες, κατά τις δέκα εννέα (19) ημέρες καθημερινές επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 2.4, 3.4, 6.4., 9.4, 10.4, 13.4, 16.4, 24.4, 27.4, 30.4 και επί ένδεκα ώρες καθ’ εκαστη την 1.4, 7.4, 8.4, 14.4., 15.4, 21.4, 22.4., 28.4, 29.4, κατά τις ημέρες Κυριακής επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη την 5.4., 12.4., 26.4, και επί οκτώ ώρες την 19.4, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω δέκα εννέα [19] καθημερινές ημέρες και τις ανωτέρω τρεις [3] ημέρες Κυριακής ήτοι [(2 επί 10=) 20 + (3 επί 9=) 27 + (1 επί 3=) 3=] για πενήντα [50] ώρες το ποσό των ευρώ (50 επί 8,70=) 435,00 και για την απασχόλησή του επί εξήντα οκτώ [68] ώρες εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου και αργιών, το ποσό των ευρώ (68 επί 10,44=) 709,92. (ιι) Για το χρονικό διάστημα από 1.5.2020 έως 19.6.2020: (α) Για τον μήνα Μάιο 2020, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις δύο (2) ημέρες αργίας [1.5 και 28.5 (Αναλήψεως)] επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις τέσσερις (4) ημέρες Σαββάτου (9.5, 16.5, 23.5, 30.5) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη και την 2.5.2020 επί εννέα ώρες, κατά τις δέκα εννέα (19) ημέρες καθημερινές επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 4.5, 7.5, 8.5., 11.5, 14.5, 15.5, 18.5, 21.5, 22.5, 25.5, 29.5, και επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 5.5, 6.5, 12.5, 13.5, 19.5, 20.5, 26.5, 27.5. και κατά τις ημέρες Κυριακής επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη την 10.5, 17.5, 24.5, 31.5 και την Κυριακή 3.5 επί οκτώ ώρες, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω δέκα εννέα [19] καθημερινές ημέρες και τέσσερις ημέρες Κυριακής [(2 επί 11 =) 22 + (3 επί 8=) 24 + (4 επί 1=) 4=] ήτοι για πενήντα [50] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (50 επί 8,70=) 435,00 και για την απασχόλησή του επί εξήντα εννέα [69] ώρες εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου και αργιών, το ποσό των ευρώ (69 επί 10,44=) 720,36. (β) Για τον μήνα Ιούνιο 2020 και δη κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2020 έως 19.6.2020 οπότε ο ενάγων αποναυτολογήθηκε, διάστημα κατά το οποίο, συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις δύο (2) ημέρες Σαββάτου (6.6 και 13.6) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις δέκα πέντε (15) ημέρες καθημερινές επί οκτώ ώρες την 8.6., 15.6, 16.6, 17.6, 19.6 επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 1.6, 4.6., 5.6, 9.6. 11.6, 12.6, 18.6 και επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 2.6., 3.6., 10.6 και κατά τις ημέρες Κυριακής 7.6. και 14.6 επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω δέκα ανωτέρω καθημερινές ημέρες και δύο ημέρες Κυριακής [(2 επί 7=) 14 + (3 επί 3=) 9 + ( 2 επί 1=) 2=] ήτοι για είκοσι πέντε [25] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (25 επί 8,70=) 217,50 και για την απασχόλησή του επί είκοσι [20] ώρες συνολικά κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (20 επί 10,44=) 208,80. [Β] Για το χρονικό διάστημα από 27.7.2020 έως την 23.9.2020: (α) Κατά τον μήνα Ιούλιο 2020, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις πέντε (5) ημέρες καθημερινές επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 27.7, 30.7 και 31.7 και επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 28.7 και 29.7, δικαιούται για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω πέντε καθημερινές ημέρες ήτοι για [(2 επί 3=) 6 + (3 επί 2=) 6=] δώδεκα [12] ώρες υπερωριακή εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες, το ποσό των ευρώ (12 επί 8,70=) 104,40, (β) Για τον μήνα Αύγουστο 2020, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά την ημέρα αργίας [15.8.2020] επί δέκα ώρες, κατά τις τέσσερις (4) ημέρες Σαββάτου (1.8, 8.8, 22.8 και 29.8) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι μία (21) ημέρες καθημερινές επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 3.8, 6.8, 7.8, 10.8, 13.8, 14.8, 17.8, 20.8, 21.8, 24.8, 27.8, 28.8, 31.8. και επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 4.8, 5.8, 11.8, 12.8, 18.8, 19.8, 25.8, 26.8 και κατά τις ημέρες Κυριακής 2.8, 9.8, 16.8, 23.8, 30.8 επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(2 επί 13=) 26 + (3 επί 8=) 24 + (5 επί 1 =) 5=] πενήντα πέντε [55] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (55 επί 8,70=) 478,50 και για την απασχόλησή του επί πενήντα [50] ώρες υπερωριακή εργασία κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών το ποσό των ευρώ (50 επί 10,44=) 522,00, (γ) Για τον μήνα Σεπτέμβριο 2020 και δη κατά το χρονικό διάστημα από 1.9.2020 έως 23.9.2020, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά την ημέρα αργίας [14.9.2020] επί δέκα ώρες, κατά τις τρεις (3) ημέρες Σαββάτου (5.9, 12.9 και 19.9) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις δέκα έξι (16) ημέρες καθημερινές επί οκτώ ώρες την 23.9., επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 3.9, 4.9, 7.9, 10.9, 11.9, 17.9, 18.9, 21.9 και επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 1.9, 2.9, 8.9, 9.9, 15.9, 16.9, 22.9. και κατά τις ημέρες Κυριακής 6.9, 13.9, 20.9 επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω δέκα οκτώ καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής, ήτοι για [(2 επί 8 =) 16 + (3 επί 7 =) 21 + ( 3 επί 1=) 3=] σαράντα [40] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (40 επί 8,70=) 348,00 και για την απασχόλησή του επί σαράντα [40] ώρες συνολικά κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (40 επί 10,44=) 417,60. [Γ] Για το χρονικό διάστημα από 29.3.2021 έως την 31.5.2021: (α) Για τον μήνα Μάρτιο 2021 και δη κατά το χρονικό διάστημα από 29.3.2021 έως 31.3.2021, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις τρεις (3) καθημερινές ημέρες (29.2, 30.3 και 31.3) επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 29.3 και 30.3 και επί ένδεκα ώρες την 31.3, δικαιούται για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω τρεις καθημερινές ημέρες, ήτοι για [(2 επί 2 =) 4 + (3 επί 1=) 3=] επτά [7] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (7 επί 6,57=) 45,99, (β) Για τον μήνα Απρίλιο 2021, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά την ημέρα αργίας [30.4.2021 ημέρα Μεγάλης Παρασκευής] επί δέκα ώρες, κατά τις τέσσερις (4) ημέρες Σαββάτου (3.4, 10.4, 17.4 και 24.4) επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι μία (21) ημέρες καθημερινές επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 2.4, 5.4, 7.4, 9.4, 12.4., 13.4, 19.4, 21.4, 23.4, 26.4, 27.4, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 2.4., 14.4, 16.4, 28.4. και επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 1.4, 6.4, 8.4, 15.4, 20.4, 22.4, 29.4, και κατά τις ημέρες Κυριακής 4.4, 11.4, 18.4, 25.4. επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω είκοσι πέντε (25) καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(2 επί 11=) 22 + (3 επί 3=) 9 + (4 επί 7=) 28 + (4 επί 1=) 4=] εξήντα τρεις [63] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (63 επί 6,57=) 413,91 και για την απασχόλησή του επί πενήντα οκτώ [58] ώρες συνολικά κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (58 επί 7,89=) 457,62, (γ) Για τον μήνα Μάιο 2021, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις ημέρες αργίας [1.5.2021 και 3.5.2021 Δευτέρα του Πάσχα] επί οκτώ ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις τέσσερις ημέρες Σαββάτου (8.5, 15.5, 22.5 και 29.5) επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι (20) ημέρες καθημερινές επί εννέα ώρες την 6.5, επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 4.5, 7.5, 10.5, 11.5, 17.5, 19.5, 24.5., 25.5, 31.5, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 12.5, 14.5, 21.5, 26.5, 28.5. και επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 5.5., 13.5, 18.5, 20.5, 27.5. και τις ημέρες Κυριακής επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη την 9.5, 16.5, 23.5, 30.5, και την ημέρα Κυριακής 2.5 επί οκτώ ώρες, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω είκοσι τέσσερις (24) καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(1 επί 1=) 1 + (2 επί 9=) 18 + (3 επί 5 =) 15 + (4 επί 5=) 20 + (4 επί 1=) 4=] πενήντα οκτώ [58] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (58 επί 6,57=) 381,06 και για την απασχόλησή του επί εξήντα τέσσερις [64] ώρες συνολικά κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (64 επί 7,89=) 504,96. (δ) Για τον μήνα Ιούνιο 2021, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά την ημέρα αργίας [10.6.2021] επί δώδεκα ώρες, κατά τις τέσσερις ημέρες Σαββάτου (5.6, 12.6, 19.6 και 26.6) επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι μία (21) καθημερινές ημέρες επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 2.6, 4.6, 7.6, 8.6, 14.6, 16.6, 18.6, 21.6, 22.6, 28.6, 30.6, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 9.6, 11.6, 23.6, 25.6. και επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 1.6, 3.6, 15.6, 17.6, 24.6, 29.6, και τις ημέρες Κυριακής επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη την 6.6, 13.6, 20.6, 27.6. δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής, ήτοι για [(2 επί 11=) 22 + ( 3 επί 4=) 12 + ( 4 επί 6 =) 24 + (4 επί 1 = ) 4 =] εξήντα δύο [62] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (62 επί 8,70=) 539,40 και για την απασχόλησή του επί εξήντα (60) ώρες συνολικά κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (60 επί 10,44=) 626,40. (ε) Κατά τον μήνα Ιούλιο 2021, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά τις πέντε (5) ημέρες Σαββάτου (3.7, 10.7, 17.7, 24.7 και 31.7) επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι δύο (22) ημέρες καθημερινές επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 2.7, 5.7, 6.7, 12.7, 14.7, 16.7, 19.7, 20.7, 26.7, 27.7, 28.7, 30.7, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 7.7, 9.7, 21.7, 23.7, επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 1.7, 8.7, 13.7, 15.7, 22.7, 29.7, και τις ημέρες Κυριακής 4.7, 11.7, 18.7, 25.7, επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη την, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω είκοσι έξι καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(2 επί 12=) 24 + (3 επί 4 =) 12 + (4 επί 6=) 24 + (4 επί 1=) 4=] εξήντα τέσσερις [64] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (64 επί 8,70=) 556,80 και για την απασχόλησή του επί εξήντα [60] ώρες συνολικά κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (60 επί 10,44=) 626,40. (στ) Για τον μήνα Αύγουστο 2021, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά την ημέρα αργίας [15.8.2021] επί εννέα ώρες, κατά τις τέσσερις (4) ημέρες Σαββάτου (7.8, 14.8, 21.8, 28.8) επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι δύο (22) ημέρες καθημερινές επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 2.8, 3.8, 9.8, 11.8, 16.8, 17.8, 23.8, 25.8, 27.8, 30.8, 31.8, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 4.8, 6.8, 13.8, 18.8, 20.8, επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 5.8, 10.8, 12.8, 19.8, 24.8, 26.8. και επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη τις ημέρες Κυριακής 1.8, 8.8, 22.8, 29.8, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(2 επί 11 =) 22 + (3 επί 5=) 15 + (4 επί 6=) 24 + (4 επί 1=) 4=] εξήντα πέντε [65] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (65 επί 8,70=) 565,50 και για την απασχόλησή του επί πενήντα επτά [57] ώρες συνολικά κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου και αργιών, το ποσό των ευρώ (57 επί 10,44=) 595,08, (ζ) Για τον μήνα Σεπτέμβριο 2021, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, την ημέρα αργίας [14.9.2021] επί δέκα ώρες, τις τέσσερις (4) ημέρες Σαββάτου (4.9, 11.9, 18.9, 25.9) οπότε εργάσθηκε επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις είκοσι μία (21) καθημερινές ημέρες επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 6.9, 8.9, 10.9, 13.9, 20.9, 22.9, 24.9, 27.9, 28.9, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 1.9, 3.9, 15.9, 17.9, 29.9, επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 2.9, 7.9, 9.9, 16.9, 21.9, 23.9, 30.9 και κατά τις ημέρες Κυριακής 5.9, 12.9, 19.9, 26.9 επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(2 επί 9=) 18 + (3 επί 5=) 15 + (4 επί 7=) 28 + (4 επί 1=) 4 =] εξήντα πέντε [65] ώρες υπερωριακή εργασία το ποσό των ευρώ (65 επί 8,70=) 565,50 και για την απασχόλησή του επί πενήντα οκτώ [58] ώρες συνολικά κατά τις ανωτέρω ημέρες Σαββάτου και αργίας, το ποσό των ευρώ (58 επί 10,44=) 605,52 και (η) Για τον μήνα Οκτώβριο 2021, οπότε συνοψίζοντας εργάσθηκε, κατά την ημέρα αργίας [28.10.2021] επί οκτώ ώρες, κατά τις τέσσερις (4) ημέρες Σαββάτου (2.10, 9.10, 16.10, 23.10) επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη, κατά τις δέκα εννέα (19) ημέρες καθημερινές επί δέκα ώρες καθ’ εκάστη την 4.10, 6.10, 8.10, 11.10., 12.10, 18.10, 20.10, 22.10, 25.10, 26.10, 27.10, επί ένδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 1.10, 13.10, 15.10, επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη την 5.10, 7.10, 14.10, 19.10, 21.10, και κατά τις ημέρες Κυριακής 3.10, 10.10, 17.10, 24.10 επί εννέα ώρες καθ’ εκάστη, δικαιούται: για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής ήτοι για [(2 επί 11 =) 22 + (3 επί 3 =) 9 + (4 επί 5 =) 20 + (4 επί 1 =) 4=] πενήντα πέντε [55] ώρες υπερωριακή εργασία κατά τις ανωτέρω καθημερινές ημέρες το ποσό των ευρώ (55 επί 8,70=) 478,50 και για την απασχόλησή του επί πενήντα έξι [56] ώρες συνολικά κατά τις ανωτέρω ημέρες αργίας και Σαββάτου, το ποσό των ευρώ (56 επί 10,44=) 584,64. Ως εκ τούτου, αποδείχθηκε ότι, ο ενάγων εδικαιούτο (α) για αμοιβή για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής του έτους 2020, το συνολικό ποσό των ευρώ (478,50 + 495,90 + 278,40 + 435,00 + 435,00 + 217,50 + 104,40 + 478,50 + 348,00 =) 3.271,20 και όχι το ποσό των ευρώ 1.548,60, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης ως αβασίμου στην ουσία του, έναντι του οποίου, όπως ο ίδιος ο ενάγων ανέφερε με την αγωγή του, αυτός (ενάγων) έλαβε το ποσό των ευρώ 1.231,20, όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων και, ως εκ τούτου, δικαιούται το υπόλοιπο ποσό των ευρώ (3.271,20 μείον 1.231,20=) 2.040,00, και όχι το ποσό των ευρώ 317,40, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης ως αβασίμου στην ουσία του, (β) για αμοιβή για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών του έτους 2020, το συνολικό ποσό των ευρώ (584,64 + 522,00 + 438,48 + 709,92 +720,36 + 208,80 + 522,00 + 417,60=) 4.123,80, και όχι το ποσό των ευρώ 3.915, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης ως αβασίμου στην ουσία του, έναντι του οποίου έλαβε, κατά την αγωγή, το ποσό των ευρώ 2.918,38, όπως έγινε δεκτό και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων και, ως εκ τούτου, δικαιούται το ποσό των ευρώ (4.123,80 μείον 2.918,38=) 1.205,42 και όχι το ποσό των ευρώ 996,62, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης ως αβασίμου στην ουσία του, (γ) για αμοιβή για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής του χρονικού διαστήματος από 1.6.2021 έως 28.10.2021, το συνολικό ποσό των ευρώ (539,40 + 556,80 + 565,50 + 565,50 + 478,50 =) 2.705,70 και όχι το ποσό των ευρώ 1.087,50, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, ως αβασίμου στην ουσία του, έναντι του οποίου έλαβε, κατά την αγωγή και όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, το ποσό των ευρώ 756,00, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων και, ως εκ τούτου, δικαιούται το ποσό των ευρώ (2.705,70 μείον 756,00=) 1.949,70 και όχι το ποσό των ευρώ 331,50, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, ως αβασίμου στην ουσία του, (δ) για αμοιβή για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών του χρονικού διαστήματος από 1.6.2021 έως 28.10.2021, το συνολικό ποσό των ευρώ (626,40 + 626,40 + 595,08 + 605,52 + 584,64 =) 3.038,04, και όχι το ποσό των ευρώ 2.349,00, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης ως αβασίμου στην ουσία του, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των ευρώ 1.893,00, όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων και, ως εκ τούτου, δικαιούται το ποσό των ευρώ (3.038,04 μείον 1.893,00=) 1.145,04 και όχι το ποσό των ευρώ 456,00, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, ως αβασίμου στην ουσία του, (ε) για αμοιβή για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές ημέρες του χρονικού διαστήματος από 29.3.2021 έως 31.5.2021, το συνολικό ποσό των ευρώ (45,99 + 387,63 + 354,78=) 788,40 και όχι το ποσό των ευρώ 360,09, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης ως αβασίμου στην ουσία του, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των ευρώ 1.017,00 και επομένως κανένα ποσό δεν του οφείλεται, όπως κατ’ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων έγινε δεκτό και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, απορριπτομένου κατά τούτο ως αβασίμου στην ουσία του του πρώτου λόγου έφεσης του ενάγοντος, (στ) για αμοιβή για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Κυριακής του χρονικού διαστήματος από 29.3.2021 έως 31.5.2021, το συνολικό ποσό των ευρώ (26,28 + 26,28=) 52,56 και όχι το ποσό των ευρώ 71,01, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης της εναγομένης, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της ενάγοντος ως αβασίμου στην ουσία του και (ζ) για αμοιβή για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών του χρονικού διαστήματος από 29.3.2021 έως 31.5.2021, το συνολικό ποσό των ευρώ (457,62 + 504,96 =) 962,58 και όχι το ποσό των ευρώ 781,11, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης ως αβασίμου στην ουσία του, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των ευρώ 757,05 όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων και επομένως δικαιούται το ποσό των ευρώ (962,58 μείον 757,05=) 205,53 και όχι το ποσό των ευρώ 24,06, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, ως αβασίμου στην ουσία του. Περαιτέρω, το άρθρο 30 της ρηθείσας ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, ορίζει «Φορτοεκφόρτωση οχημάτων.1. Στο κατώτερο προσωπικό καταστρώματος που ασχολείται στη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των οχημάτων, καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή ως ακολούθως: α. Για κάθε φορτηγό συρόμενο ή επικαθήμενο αυτοκίνητο (νταλίκες, τροχόσπιτα κ.λ.π.) δημοσίας ή ιδιωτικής χρήσεως 1,95 ΕΥΡΩ ανά όχημα. Για φορτοεκφόρτωση και έχμαση (κοτσάρισμα – ξεκοτρσάρισμα) ασυνόδευτων εκμαθημένων οχημάτων επιπλέον 1,07 Ευρώ ανά όχημα. β. Για κάθε άλλο φορτηγό αυτοκίνητο παντός τύπου δημοσίας ή ιδιωτικής χρήσεως 1,32 ΕΥΡΩ. γ. Για κάθε επιβατηγό αυτοκίνητο ή τρίκυκλο, δημοσίας ή ιδιωτικής χρήσεως 0,56 ΕΥΡΩ και για κάθε δίκυκλο 0,27 ΕΥΡΩ. 2. Η καταβολή κατά μήνα των κατά τα ως άνω ποσών στους δικαιούχους γίνεται αναλογικά σε καθένα από αυτούς. Ως προς το ναύκληρο και υποναύκληρο, το αναλογούν εις αυτούς ποσόν προσαυξάνεται κατά ποσοστό (10%) του απομένοντος υπολοίπου ανακατανεμομένου εξ ίσου μεταξύ των υπολοίπων μελών του κατωτέρου πληρώματος καταστρώματος. Για χρόνο υπηρεσίας ολιγότερο του μηνός καταβάλλεται στους δικαιούχους ανάλογο κλάσμα του αντίστοιχου ποσού. Οι ως άνω πρόσθετες αμοιβές σε καμία περίπτωση δεν συμψηφίζονται με οποιαδήποτε άλλη παροχή ούτε συμπεριλαμβάνονται σε οποιονδήποτε συμφωνηθέντα κλειστό μισθό”. Στην προκειμένη περίπτωση, η εκκαλουμένη απόφαση, επεδίκασε στον ενάγοντα ως επίδομα έχμασης για το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως και μηνός Σεπτεμβρίου του έτους 2020, ποσό ευρώ 734,48, αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, με το εν λόγω πλοίο, κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα, μεταφέρθηκαν συνολικά 6.628 φορτηγά αυτοκίνητα και 130 ΙΧ αυτοκίνητα. Για την ίδια αιτία, για το χρονικό διάστημα από μηνός Ιουνίου 2021 έως μηνός Οκτωβρίου του έτους 2021, επεδίκασε στον ενάγοντα, το ποσό των ευρώ 1.427,08, αφού δέχθηκε ότι με το εν λόγω πλοίο μεταφέρθηκαν 261 ΙΧ αυτοκίνητα, 3.753 φορτηγά αυτοκίνητα και 68 δίκυκλα. Η εναγομένη, με τον τρίτο λόγο της δεύτερης κρινόμενης έφεσης, πλήττει το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ισχυριζόμενη ότι, κατά το διάστημα της πανδημίας του covid 19 πάγωσε κάθε δραστηριότητα και μειώθηκε το μεταφορικό της έργο. Εκ του λόγου τούτου, κατά τους μήνες παύσης της γενικής δραστηριότητας (Lockdown), αν και είχε μεταφορική ικανότητα πενήντα φορτηγών, μετέφερε με το εν λόγω πλοίο τα μισά των οχημάτων αυτών, ενώ υπήρχαν ημέρες που μετέφερε έως δέκα οχήματα. Παράλληλα, ισχυρίζεται ότι, από τις καταστάσεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, τις οποίες η εκκαλουμένη απόφαση δεν έλαβε υπόψη της, προκύπτει ότι, ο ενάγων ελάμβανε μηνιαίως επίδομα έχμασης, ανάλογα με τον αριθμό των οχημάτων που μετέφερε το εν λόγω πλοίο και πέραν του ποσού που εισέπραξε για την εν λόγω αιτία, κανένα άλλο ποσό δεν οφείλει στον ενάγοντα. Ο ενάγων, προς απόδειξη των μετεφερθέντων οχημάτων με το εν λόγω πλοίο, κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα, προσκομίζει το με αριθμό πρωτ. ……../23.11.2021 έγγραφο του Β Λιμενικού Ταμείου του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά, από τον επισυναπτόμενο πίνακα του οποίου προκύπτει ότι [α] κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 19.6.2020, το πλοίο πραγματοποίησε: Κατά τον μήνα Ιανουάριο 2020 δώδεκα (12) κατάπλους, κατά τους οποίους μεταφέρθηκαν τρία (3) ΙΧΕ οχήματα, τετρακόσια εξήντα πέντε (465) φορτηγά οχήματα και δέκα τρεις (13) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν ένα (1) ΙΧΕ αυτοκίνητο και τετρακόσια ογδόντα έξι (486) φορτηγά αυτοκίνητα, κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2020 δώδεκα (12) κατάπλους, κατά τους οποίους μεταφέρθηκαν τρία (3) ΙΧΕ οχήματα και τετρακόσια ογδόντα τέσσερα (484) φορτηγά οχήματα και δώδεκα (12) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν είκοσι δύο (22) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τετρακόσια είκοσι οκτώ (428) φορτηγά αυτοκίνητα, κατά τον μήνα Μάρτιο 2020 επτά (7) κατάπλους, κατά τους οποίους μεταφέρθηκαν δέκα (10) ΙΧΕ οχήματα και τριακόσια είκοσι δύο (322) φορτηγά οχήματα και επτά (7) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν ένδεκα (11) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τριακόσια τριάντα οκτώ (338) φορτηγά αυτοκίνητα, κατά τον μήνα Απρίλιο 2020 δέκα (10) κατάπλους, κατά τους οποίους μεταφέρθηκαν τρία (3) ΙΧΕ οχήματα και τριακόσια εξήντα δύο (362) φορτηγά οχήματα και δέκα (10) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν ένδεκα (11) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τριακόσια τριάντα τέσσερα (334) φορτηγά αυτοκίνητα, κατά τον μήνα Μάιο 2020 δέκα τρεις (13) κατάπλους, κατά τους οποίους μεταφέρθηκε ένα (1) ΙΧΕ αυτοκίνητο και τετρακόσια εβδομήντα τρία (473) φορτηγά οχήματα και επτά (7) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν τρία (3) ΙΧΕ αυτοκίνητα και διακόσια εξήντα τρία (263) φορτηγά αυτοκίνητα και κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2020 έως 19.6.2020 δύο (2) ΙΧΕ αυτοκίνητα και διακόσια εβδομήντα εννέα (279) φορτηγά αυτοκίνητα και επτά (7) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν τρία (3) ΙΧΕ αυτοκίνητα και διακόσια εξήντα τρία (263) φορτηγά αυτοκίνητα και συνολικά, κατά την εν λόγω χρονική περίοδο, μεταφέρθηκαν με το εν λόγω πλοίο εβδομήντα τέσσερα (74) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τέσσερις χιλιάδες επτακόσια δέκα επτά (4.717) φορτηγά οχήματα, [β] κατά το χρονικό διάστημα από 27.7.2020 έως 23.9.2020, το πλοίο πραγματοποίησε: Κατά το χρονικό διάστημα από 27.7.2020 έως 31.7.2020 δύο (2) κατάπλους, οπότε μεταφέρθηκαν δώδεκα (12) ΙΧΕ αυτοκίνητα και ογδόντα ένα (81) φορτηγά αυτοκίνητα και τρεις (3) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν τέσσερα (4) ΙΧΕ αυτοκίνητα και εκατόν δέκα οκτώ (118) φορτηγά αυτοκίνητα, τον μήνα Αύγουστο 2020 δώδεκα (12) κατάπλους, οπότε μεταφέρθηκαν δέκα εννέα (19) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τετρακόσια ενενήντα ένα (491) φορτηγά αυτοκίνητα και εννέα (9) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν πεντακόσια τρία (503) φορτηγά αυτοκίνητα, το χρονικό δε διάστημα από 1.9.2020 έως 23.9.2020 εννέα (9) κατάπλους, οπότε μεταφέρθηκαν εννέα (9) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τριακόσια εβδομήντα τρία (373) φορτηγά αυτοκίνητα και εννέα (9) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν τρία (3) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τριακόσια σαράντα πέντε (345) φορτηγά αυτοκίνητα και συνολικά, κατά την εν λόγω χρονική περίοδο, μεταφέρθηκαν με το εν λόγω πλοίο, πενήντα έξι (56) ΙΧΕ αυτοκίνητα και χίλια εννιακόσια ένδεκα (1.911) φορτηγά οχήματα. Συνολικά δε, κατά τις υπό στοιχεία [α] και [β] ανωτέρω χρονικές περιόδους, με το εν λόγω πλοίο, μεταφέρθηκαν εκατόν τριάντα (130) ΙΧΕ αυτοκίνητα και έξι χιλιάδες εξακόσια είκοσι οκτώ (6.628) φορτηγά αυτοκίνητα, όπως ανέφερε ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του και έγινε δεκτό και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως και [γ] κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2021 έως 28.10.2021, για το οποίο ζητείται με την ένδικη αγωγή επίδομα έχμασης, το πλοίο πραγματοποίησε: Κατά τον μήνα Ιούνιο 2021, δεκατρείς (13) κατάπλους, οπότε μεταφέρθηκαν δέκα τρία (13) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τριακόσια (300) φορτηγά οχήματα και δεκατρείς (13) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν εκατόν δύο (102) ΙΧΕ αυτοκίνητα, τριακόσια εξήντα πέντε (365) φορτηγά οχήματα και τριάντα πέντε (35) δίκυκλα. Κατά τον μήνα Ιούλιο 2021 δέκα τέσσερις (14) κατάπλους, οπότε μεταφέρθηκαν ένδεκα (11) ΙΧΕ αυτοκίνητα, τετρακόσια τριάντα οκτώ (438) φορτηγά οχήματα και ένα (1) δίκυκλο και δέκα τέσσερις (14) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν είκοσι επτά (27) ΙΧΕ αυτοκίνητα, πεντακόσια επτά (507) φορτηγά οχήματα και δέκα επτά (17) δίκυκλα. Κατά τον μήνα Αύγουστο 2021 δέκα τέσσερις (14) κατάπλους, οπότε μεταφέρθηκαν τέσσερα (4) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τετρακόσια σαράντα τρία (443) φορτηγά οχήματα και δέκα τέσσερις (14) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν δέκα επτά (17) ΙΧΕ αυτοκίνητα, τετρακόσια εβδομήντα τέσσερα (474) φορτηγά οχήματα και τρία (3) δίκυκλα. Κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2021 δέκα τέσσερις (14) κατάπλους, οπότε μεταφέρθηκαν δέκα έξι (16) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τριακόσια σαράντα ένα (341) φορτηγά οχήματα και δέκα τέσσερις (14) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν τέσσερα (4) ΙΧΕ αυτοκίνητα και τριακόσια πενήντα ένα (351) φορτηγά οχήματα και κατά το χρονικό διάστημα από 1.10.2021 έως 28.10.2021 δέκα (10) κατάπλους, οπότε μεταφέρθηκαν σαράντα ένα (41) ΙΧΕ αυτοκίνητα, διακόσια εξήντα τέσσερα (264) φορτηγά οχήματα και δώδεκα (12) δίκυκλα και δέκα (10) απόπλους, οπότε μεταφέρθηκαν οκτώ (8) ΙΧΕ αυτοκίνητα και διακόσια εβδομήντα (270) φορτηγά οχήματα. Συνολικά, κατά την εν λόγω χρονική περίοδο από 1.6.2021 έως 28.10.2021, με το εν λόγω πλοίο μεταφέρθηκαν, όπως βασίμως ισχυρίσθηκε ο ενάγων με την αγωγή του και έγινε δεκτό και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, διακόσια εξήντα ένα (261) ΙΧΕ αυτοκίνητα, τρεις χιλιάδες επτακόσια πενήντα τρία (3.753) φορτηγά οχήματα και εξήντα οκτώ (68) δίκυκλα. Επομένως, για επίδομα φορτοεκφόρτωσης και έχμασης του ανωτέρω χρονικού διαστήματος και σύμφωνα με τον αριθμό οχημάτων που ο ενάγων ισχυρίζεται με την αγωγή του και τα οποία αποδεικνύεται ότι πράγματι διακινήθηκαν, αυτός δικαιούται: [α] για το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 23.9.2020: (ι) Για 6.628 φορτηγά Χ 1,95 ευρώ = 12.924,60 : 5 εργαζομένους (συμπεριλαμβανομένου του ναυκλήρου) στην έχμαση = 2.584,92 Χ 10%=258,49, επομένως ο ναύκληρος δικαιούται ποσό (2.584,92 + 258,49 =) 2.843,41 ευρώ, το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από το ανωτέρω ποσό των 12.924,60 ευρώ και απομένει υπόλοιπο προς ανακατανομή μεταξύ των υπολοίπων τεσσάρων εργαζομένων στην έχμαση ποσό (12.924,60 – 2.843,41 =) 10.081,19, το οποίο διαιρούμενο δια τέσσερα δίνει πηλίκο 2.520,29 ευρώ, το οποίο δικαιούται ο ενάγων και (ιι) Για 130 ΙΧΕ Χ 0,56 = 72,80 : 5 εργαζομένους (συμπεριλαμβανομένου του ναυκλήρου) στην έχμαση = 14,56 Χ 10%=1,45, επομένως ο ναύκληρος δικαιούται (14,56 + 1,45=) 16,01 ευρώ, ποσό το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από το ανωτέρω συνολικό ποσό των 72,80 και απομένει προς ανακατανομή μεταξύ των υπολοίπων τεσσάρων εργαζομένων στην έχμαση υπόλοιπο ποσό (72,80 – 16,01 =) 56,79, το οποίο διαιρούμενο δια τέσσερα δίνει πηλίκο 14,19 ευρώ, το οποίο δικαιούται ο ενάγων. Συνολικά, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 23.9.2020 ο ενάγων εδικαιούτο για την ανωτέρω αιτία το ποσό των ευρώ (2.520,29 + 14,19=) 2.534,48. Έναντι του οποίου, όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, χωρίς περί τούτου η εκκαλουμένη απόφαση να πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, αυτός (ενάγων) έλαβε το ποσό των ευρώ 1.800 και επομένως δικαιούται το ποσό των ευρώ (2.534,48 μείον 1.800=) 734,48 και [β] για το χρονικό διάστημα από 1.6.2021 έως 28.10.2021: (ι) Για 3.753 φορτηγά Χ 1,95 ευρώ = 7.318,35 : 5 εργαζομένους (συμπεριλαμβανομένου του ναυκλήρου) στην έχμαση = 1.463,67 Χ 10%= 146,36, επομένως ο ναύκληρος δικαιούται ποσό (1.463,67 + 146,36 =) 1.610,03 ευρώ, το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από το ανωτέρω ποσό των 7.318,35 ευρώ και απομένει υπόλοιπο προς ανακατανομή μεταξύ των υπολοίπων τεσσάρων εργαζομένων στην έχμαση ποσό (7.318,35 – 1.610,03 =) 5.708,32, το οποίο διαιρούμενο δια τέσσερα δίνει πηλίκο 1.427,08 ευρώ, το οποίο δικαιούται ο ενάγων. (ιι) Για 261 ΙΧΕ Χ 0,56 = 146,16 : 5 εργαζομένους (συμπεριλαμβανομένου του ναυκλήρου) στην έχμαση = 29,23 Χ 10%=2,92, επομένως ο ναύκληρος δικαιούται (29,23 + 2,92 =) 32,15 ευρώ, ποσό το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από το ανωτέρω συνολικό ποσό των 146,16 και απομένει προς ανακατανομή μεταξύ των υπολοίπων τεσσάρων εργαζομένων στην έχμαση υπόλοιπο ποσό (146,16 – 32,15 =) 114,01, το οποίο διαιρούμενο δια τέσσερα δίνει πηλίκο 28,50 ευρώ, το οποίο δικαιούται ο ενάγων. (ιιι) Για 68 δίκυκλα Χ 0,27 = 18,36 : 5 εργαζομένους (συμπεριλαμβανομένου του ναυκλήρου) στην έχμαση = 3,67 Χ 10%=0,36, επομένως ο ναύκληρος δικαιούται (3,67 + 0,36 =) 4,03 ευρώ, ποσό το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από το ανωτέρω συνολικό ποσό των 18,36 και απομένει προς ανακατανομή μεταξύ των υπολοίπων τεσσάρων εργαζομένων στην έχμαση υπόλοιπο ποσό (18,36 – 4,03 =) 14,33, το οποίο διαιρούμενο δια τέσσερα δίνει πηλίκο 3,58 ευρώ, το οποίο δικαιούται ο ενάγων. Συνολικά, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα από 1.6.2021 έως 28.10.2021, ο ενάγων εδικαιούτο για την ανωτέρω αιτία το ποσό των ευρώ (1.427,08 + 28,50 + 3,58 =) 1.459,16. Έναντι του οποίου, όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, χωρίς περί τούτου η εκκαλουμένη απόφαση να πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, αυτός έλαβε το ποσό των ευρώ 900 και επομένως δικαιούται το ποσό των ευρώ (1.459,16 μείον 900,00 =) 559,16. Όμοια κρίνοντας και η εκκαλουμένη απόφαση, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, ο περί του αντιθέτου δε τρίτος λόγος έφεσης της εναγομένης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 της ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, υπό τον τίτλο «Δρομολόγια Εξπρές», σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου τέτοια δρομολόγια (Express) για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου, η κατά την παρ. 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αμοιβής, αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. Όμως, σύμφωνα με τη παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ειδικά προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, του, κατά την προαναφερθείσα παρ. 2 προσδιορισμού. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή μετάβαση στο λιμάνι ή τους λιμένας προορισμού και επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7α). Εάν είναι μικρότερη των 12 ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της, ως άνω προβλεπόμενης (παρ. 7β). Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει, καθόσον αφορά την προβλεπόμενη απ` αυτές πρόσθετη αμοιβή ότι αυτή καταβάλλεται εφόσον σε κάθε δρομολόγιο το πλοίο δεν παραμείνει τουλάχιστον έξι ώρες στο λιμάνι αφετηρίας πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο. Κατά τη σαφή δε έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση δε εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Με τη διάταξη δε της παρ. 3 του ίδιου άρθρου δίδεται δυνατότητα παραμονής του πλοίου, στο λιμένα προορισμού, για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1 αυτού, οπότε στην περίπτωση αυτή δρομολόγιο για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7 θεωρείται εκείνο, για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν έξι τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την παρ. 5 του ίδιου άρθρου, πρόσθετη επίσης αμοιβή καταβάλλεται για τα πέραν των πέντε δρομολογίων κάθε εβδομάδα, προκειμένου περί πλοίων, τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, “ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά του, κατά την παρ. 2 προσδιορισμού”. Δηλαδή, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, οι ναυτικοί που εργάζονται σε πλοία που εκτελούν καθημερινώς και περισσότερα από πέντε (5) (κυκλικά) δρομολόγια την εβδομάδα (δηλαδή 6, 7 …) είτε παραμένουν στο λιμάνι 6 ώρες, είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην παρ. 7, για τον καθορισμό της οποίας, δεν γίνεται ο υπολογισμός που προβλέπεται από την προαναφερθείσα παρ. 4 του άρθρου αυτού, αλλά εφόσον η διάρκεια του κάθε δρομολογίου (κυκλικού ταξιδιού) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η πρόσθετη αυτή αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών για κάθε δρομολόγιο, εφόσον δε είναι μικρότερη των 12 ωρών, είναι ίση προς το ήμισυ αυτής, κατά τα προεκτεθέντα. Δηλαδή, αν εκτελούν 6 τακτικά δρομολόγια την εβδομάδα διάρκειας μεγαλύτερης των 12 ωρών το καθένα, λαμβάνουν ως πρόσθετη αμοιβή το 1/30 των ως άνω αποδοχών, αν δε εκτελούν 7 τακτικά δρομολόγια τα 2/30 αυτών. Αν όμως εβδομαδιαίως εκτελούν μόνο πέντε (5) δρομολόγια Express ή λιγότερα των πέντε, τότε έχει εφαρμογή η παρ. 4 του ως άνω άρθρου, οπότε η δικαιουμένη για την εκτέλεση δρομολογίων “Express” πρόσθετη αμοιβή υπολογίζεται κατά το διαγραφόμενο από την παράγραφο αυτή τρόπο, κατά τον οποίο το προκύπτον πηλίκο από τη διαίρεση του αθροίσματος των ωρών πρόωρης αναχωρήσεως του πλοίου, δια του αριθμού 8, αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων αυτών. Τακτικά θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα, κατά τα οποία, το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη για κάθε ημέρα ώρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, χωρίς να ασκεί επιρροή, για το χαρακτηρισμό του δρομολογίου ως τακτικού, η ύπαρξη τυχόν καθυστερήσεων, κατά την εκτέλεσή του. Εξάλλου, κατά τη σαφή έννοια της παρ. 1 του πιο πάνω άρθρου, ως δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής. Δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας, ορίζεται σαφώς ότι, πρέπει να γίνεται μία και μοναδική φορά σε κάθε δρομολόγιο και συγκεκριμένα στο λιμάνι αφετηρίας “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέρα και ώρα ιδιαίτερο ταξίδι προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής”, ο δε λιμένας αφετηρίας ως “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 των πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει έξι (6) ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται, όμως, η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί 6 ώρες σε κάθε πλήρες ταξίδι του προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του (Εφ.Πειρ.716/2011 ΕΝΔ 2012.107, Εφ.Πειρ.34/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ.768/2005 αδημ. σε νομικό τύπο). Ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίζεται ότι, κατά τα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο από 1.1.2020 έως 18.3.2020, από 1.4.2020 έως 19.6.2020, από 27.6.2020 έως 23.9.2020 και από 1.6.2021 έως 28.10.2021, οπότε κατά τη συμφωνία των διαδίκων οι ένδικες συμβάσεις ναυτολόγησής του ρυθμίζονταν από την ΣΣΕ των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, το ανωτέρω πλοίο, κατά τις ειδικώς μνημονευόμενες στην αγωγή ημέρες, αναχωρούσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου, προ της συμπληρώσεως παραμονής έξι ωρών στο λιμάνι αφετηρίας, εξυπονοώντας ότι, με συμφωνία των διαδίκων, αυτός θα εδικαιούτο την προβλεπόμενη στο άρθρο 33 της ανωτέρω ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, πρόσθετη αμοιβή, συμφωνία η οποία τυγχάνει έγκυρη κατ’ άρθρο 361 ΑΚ. Αξιώνει δε αμοιβή για συνολικά 10,40 εξπρές δρομολόγια, ανερχομένη, για έκαστο εξπρές δρομολόγιο, σε ποσοστό 1/30 επί των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, διότι η διάρκεια εκάστου δρομολογίου (κυκλικού ταξιδιού) ήταν μεγαλύτερη των 12 ωρών. Η εναγομένη, ήδη από την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, δεν αρνήθηκε την επικαλούμενη από τον ενάγοντα συμφωνία των διαδίκων καταβολής σε αυτόν αμοιβής για δρομολόγια εξπρές, παρά αρνήθηκε ότι το πλοίο πράγματι αναχωρούσε προ της παρέλευσης έξι ωρών από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, αρνήθηκε δηλαδή ότι το εν λόγω πλοίο εκτελούσε δρομολόγια εξπρές. Με την εκκαλουμένη απόφαση, έγινε δεκτός ο αγωγικός ισχυρισμός ως βάσιμος και στην ουσία του και αφού κρίθηκε ότι το εν λόγω πλοίο (α) εντός του έτους 2020 πραγματοποίησε (4) δρομολόγια εξπρές, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα το πλοίο απέπλευσε πρόωρα, ήτοι προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του στο λιμάνι κατά 32 ώρες και (β) εντός του έτους 2021 πραγματοποίησε (6,4) δρομολόγια εξπρές, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα το πλοίο απέπλευσε πρόωρα, ήτοι προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του στο λιμάνι κατά 51,26 ώρες, επεδίκασε στον ενάγοντα για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ 433,95 για πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές κατά το έτος 2020 και το ποσό των ευρώ 688,45 για πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές κατά το έτος 2021. Η εναγομένη, με τον τέταρτο λόγο της ένδικης έφεσής της πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση κατά το ανωτέρω αποδεικτικό της πόρισμα για κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Εν προκειμένω, από την ανωτέρω διεξοδική παράθεση των πλόων του ενδίκου πλοίου κατά το ένδικο διάστημα, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια εγκεκριμένων από τις αρμόδιες υπηρεσίες δρομολογίων αυτού, απεδείχθη ότι, το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε τακτικά δρομολόγια, υπό την έννοια ότι, απέπλεε από το λιμάνι αφετηρίας, σε προκαθορισμένη για κάθε ημέρα ώρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου. Περαιτέρω, ο ενάγων ισχυρίσθηκε με την αγωγή του ότι το πλοίο εκτέλεσε τα ακόλουθα εξπρές δρομολόγια: (α) Την 23.1.2020, ημέρα Πέμπτη, διότι κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 19.00 και απέπλευσε πρόωρα κατά τρεις ώρες, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών στο εν λόγω λιμάνι και δη ώρα 22.00 προς εκτέλεση νέου δρομολογίου. Εν τούτοις, από τον πίνακα δρομολογίων που προσκομίσθηκε, αποδείχθηκε ότι, το εν λόγω πλοίο, κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.30 της 22.1.2020, ημέρα Τετάρτη και απέπλευσε την ίδια ημέρα (22.1.2020) και ώρα 20.00 για Χανιά, όπου κατέπλευσε την επομένη ημέρα Πέμπτη (23.1.2020) ώρα 07.00 και απέπλευσε εκ νέου ώρα 20.00, ήτοι μετά την παρέλευση έξι ωρών για το λιμάνι του Πειραιά. Στο λιμάνι αυτό (Πειραιά) κατέπλευσε την επομένη ημέρα (24.1.2020) ώρα 07.00, απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου ώρα 17.30. Επομένως, την 23.1.2020 δεν απεδείχθη ότι το πλοίο απέπλευσε προς εκτέλεση τακτικού δρομολογίου προ της συμπληρώσεως έξι ωρών από την άφιξή του στο λιμάνι. (β) Την 30.1.2020 ομοίως ημέρα Πέμπτη, διότι κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 19.00 και απέπλευσε πρόωρα κατά τρεις ώρες, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών στο λιμάνι και δη ώρα 22.00 προς εκτέλεση νέου δρομολογίου. Εν τούτοις, από τον πίνακα δρομολογίων που προσκομίσθηκε, αποδείχθηκε ότι, το εν λόγω πλοίο, την 30.1.2020, κατέπλευσε στο λιμάνι των Χανίων ώρα 09.00 με λιμάνι αφετηρίας το λιμάνι του Πειραιά και απέπλευσε εκ νέου από το λιμάνι των Χανίων με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21.00 της ίδιας ημέρας. Επομένως, ούτε την εν λόγω ημερομηνία το εν λόγω πλοίο πραγματοποίησε εξπρές δρομολόγιο. (γ) Την 26.2.2020, ημέρα Τετάρτη, διότι κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 19.00 και απέπλευσε πρόωρα κατά τρεις ώρες, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών στο λιμάνι και δη ώρα 22.00 προς εκτέλεση νέου δρομολογίου. Πράγματι, από το πίνακα δρομολογίων προκύπτει ότι, το εν λόγω πλοίο, απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά (λιμάνι αφετηρίας) την Δευτέρα (24.2.2020) και ώρα 14.00 για Σύρο (αφ. 20.20 – αναχ. 20.40), Τήνο (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Μύκονο (αφ. 22.30 – αναχ. 22.50), Μεστά (αφ. 03.00 της επομένης ημέρας 25.2.2020 – αναχ. 03.20), Μυτιλήνη (αφ. 08.10 – αναχ. 08.30), Λήμνο (αφ. 14.30 – αναχ. 19.00) [λιμάνι προορισμού], Μυτιλήνη (αφ. 01.ο0 της επομένης ημέρας Τετάρτης 26.2.2020 – αναχ. 01.20), Μεστά (αφ. 06.10 – αναχ. 06.30), Μύκονο (αφ. 10.40 – αναχ. 11.00), Τήνο (αφ. 11.40 – αναχ. 12.00), Σύρο (αφ. 12.50 – αναχ. 13.10), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 19.00, απ’ όπου απέπλευσε ώρα 22.00 της ίδιας ημέρας (26.2.2020) προς εκτέλεση του δρομολογίου Πειραιάς – Χανιά – Πειραιάς. Απεδείχθη δηλαδή ότι απέπλευσε πρόωρα κατά τρεις [3] ώρες. (δ) Την 1.4.2020, ημέρα Τετάρτη, διότι κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 19.00 και απέπλευσε πρόωρα κατά τρεις ώρες, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών στο λιμάνι και δη ώρα 22.00, προς εκτέλεση νέου δρομολογίου. Εν τούτοις, όπως απεδείχθη, το εν λόγω πλοίο διέκοψε τα δρομολόγιά του από την 19.3.2020 έως 31.3.2020 και διενεργούντο σε αυτό επισκευές. Ξεκίνησε δε εκ νέου την εκτέλεση των τακτικών δρομολογίων του την 1.4.2020 και ώρα 17.00, οπότε απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά για το λιμάνι των Χανίων. Ως εκ τούτου, απεδείχθη ότι ούτε την εν λόγω ημερομηνία (1.4.2020) το εν λόγω πλοίο πραγματοποίησε εξπρές δρομολόγιο. (ε) Την 8.4.2020, 15.4.2020 και 22.4.2020, ημέρα Τετάρτη, διότι κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 19.00 καθ’ εκάστη των ανωτέρω ημερών και απέπλευσε πρόωρα κατά τρεις ώρες, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών στο λιμάνι και δη ώρα 22.00 προς εκτέλεση νέου δρομολογίου. Από το πίνακα δρομολογίων προκύπτει ότι, το εν λόγω πλοίο, κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2020 ημέρα Τετάρτη (οπότε το πλοίο με το πέρας των εργασιών επισκευής απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.00 για Χανιά) έως και την 26.4.2020, κάθε Δευτέρα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά (λιμάνι αφετηρίας) ώρα 17.00 για Μύκονο (αφ. 00.10 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. 00.30), Κω (αφ. 08.40 – αναχ. 09.00), Ρόδο (αφ. 14.00 – αναχ. 20.00) [λιμάνι προορισμού], Κω (αφ. 01.00 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αναχ. 01.20), Μύκονο (αφ. 09.30 – αναχ. 09.50), κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.00 απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Χανιά όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Πέμπτη ώρα 08.00, απέπλεε δε εκ νέου ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά. Αποδεικνύεται, δηλαδή, ότι στο λιμάνι προορισμού, ήτοι το λιμάνι της Ρόδου, την ημέρα Τρίτη, το πλοίο παρέμενε για διάστημα έξι ωρών. Όπως αναφέρεται στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Επιπροσθέτως, η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 της πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δίδει τη δυνατότητα, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο, για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας, είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Εν προκειμένω, το πλοίο τις ημέρες Τρίτη της 7.4.2020, 14.4.2020 και 21.4.2020, παρέμεινε στο λιμάνι προορισμού επί έξι ώρες, με αποτέλεσμα ο ενάγων να μην δικαιούται αμοιβής για δρομολόγια εξπρές λόγω της αναχώρησης ακολούθως τις ανωτέρω ημερομηνίες 8.4.2020, 15.4.2020 και 22.4.2020, ημέρα Τετάρτη, προς εκτέλεση νέου δρομολογίου (Πειραιάς – Χανιά – Πειραιάς) προ της παρέλευσης έξι ωρών από την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά κατά την ολοκλήρωση του προηγούμενου δρομολογίου Πειραιάς – Μύκονο – Κω – Ρόδο – Κω – Μύκονο – Πειραιά, δεδομένου μάλιστα ότι μετά την άφιξή του στο λιμάνι των Χανίων την επομένη ημέρα Πέμπτη και ώρα 08.00, απέπλεε εκ νέου ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας. (στ) Την 10.6.2020 ημέρα Τετάρτη, διότι κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00 και απέπλευσε πρόωρα κατά μια ώρα, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών στο λιμάνι και δη ώρα 20.00, προς εκτέλεση νέου δρομολογίου. Από τον πίνακα δρομολογίων, προκύπτει ότι, το εν λόγω πλοίο, απέπλευσε την ημέρα Τρίτη (9.6.2020) και ώρα 15.00 από το λιμάνι του Πειραιά για Μύκονο (αφ. 22.10 – αναχ. 22.30), Κω (αφ. 06.40 της επομένης ημέρας Τετάρτης 10.6.2020 – αναχ. 07.00), Ρόδο (αφ. 12.00 – αναχ. 18.00), Κω (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Μύκονο (αφ. 07.30 της επομένης ημέρας 11.6.2020 – αναχ. 07.50), Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 15.00 της 11.6.2020 και απέπλευσε εκ νέου την επομένη ημέρα Παρασκευή 12.6.2020 και ώρα 20.00 για Χανιά. Ως εκ τούτου, δεν απεδείχθη ότι την εν λόγω ημερομηνία (10.6.2020) το εν λόγω πλοίο πραγματοποίησε εξπρές δρομολόγιο. (ζ) Την 17.6.2020, 29.7.2020, 5.8.2020, 12.8.2020, 19.8.2020, 26.8.2020, 2.9.2020, 9.9.2020, 16.9.2020 και 23.9.2020, ημέρα Τετάρτη, διότι κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00 και απέπλευσε πρόωρα κατά μια ώρα, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών στο λιμάνι και δη ώρα 20.00 προς εκτέλεση νέου δρομολογίου. Εν τούτοις, από τον πίνακα δρομολογίων του εν λόγω πλοίου, αποδεικνύεται ότι, αυτό κατά το χρονικό διάστημα από 17.6.2020 έως 27.9.2020, κάθε Δευτέρα, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά [λιμάνι αφετηρίας] ώρα 15.00 για Μύκονο (αφ. 22.10 – αναχ. 22.30), Κω (αφ. 06.40 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. 07.00), Ρόδο (αφ. 12.00 – αναχ. 18.00) [λιμάνι προορισμού], Κω (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Μύκονο (αφ. 07.30 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αναχ. 07.50), Πειραιά άφιξη 15.00, απέπλεε δε την ίδια ημέρα Τετάρτη ώρα 20.00, για Χανιά όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Πέμπτη και ώρα 08.00 και απέπλεε εκ νέου ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας. Εν τούτοις, όπως αναφέρεται στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Επιπροσθέτως, η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 της πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δίδει τη δυνατότητα, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Εν προκειμένω, το πλοίο τις ημέρες Τρίτη του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, παρέμενε στο λιμάνι προορισμού, ήτοι στο λιμάνι της Ρόδου, από ώρας 12.00 έως ώρας 18.00, ήτοι επί έξι ώρες, με αποτέλεσμα ο ενάγων να μην δικαιούται αμοιβής για δρομολόγια εξπρές λόγω της αναχώρησης, ακολούθως, τις ανωτέρω ημερομηνίες 17.6.2020, 29.7.2020, 5.8.2020, 12.8.2020, 19.8.2020, 26.8.2020, 2.9.2020, 9.9.2020, 16.9.2020 και 23.9.2020, ημέρα Τετάρτη, προς εκτέλεση νέου δρομολογίου (Πειραιάς – Χανιά – Πειραιάς) προ της παρέλευσης έξι ωρών από την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά κατά την ολοκλήρωση του προηγούμενου δρομολογίου Πειραιάς – Μύκονο – Κω – Ρόδο – Κω – Μύκονο – Πειραιά, δεδομένου μάλιστα ότι μετά την άφιξή του στο λιμάνι των Χανίων την επομένη ημέρα Πέμπτη και ώρα 08.00 απέπλεε εκ νέου ώρα 20.00 της ίδιας ημέρας. (η) Την 9.6.2021, 23.6.2021, 7.7.2021, 21.7.2021, 4.8.2021, 18.8.2021, 1.9.2021, 15.9.2021, 29.9.2021, 13.10.2021 και 27.10.2021, ημέρα Τετάρτη, διότι καθ’ εκάστη των ανωτέρω ημερών, κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.40 και απέπλευσε πρόωρα κατά τέσσερις ώρες και σαράντα λεπτά, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών στο λιμάνι και δη ώρα 19.00 προς εκτέλεση νέου δρομολογίου. Εν τούτοις, από τον πίνακα δρομολογίων του εν λόγω πλοίου, προκύπτει ότι, κατά το χρονικό διάστημα από 31.5.2021 έως της οριστικής αποναυτολόγησης του ενάγοντος την 28.10.2021, το εν λόγω πλοίο, τη δεύτερη εβδομάδα του εν λόγω χρονικού διαστήματος (από 31.5.2021 έως την 28.10.2021) στην οποία εμπίπτουν άπασες οι ανωτέρω ημερομηνίες που αναφέρει ο ενάγων ότι εκτέλεσε δρομολόγια εξπρές, κάθε Δευτέρα, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά (λιμάνι αφετηρίας) ώρα 14.00 για Μεστά (αφ. 23.40 – αναχ. 23.59), Μυτιλήνη (αφ. 05.20 της ημέρας Τρίτης – αναχ. 5.40), Λήμνο (αφ. 12.40 – αναχ. 19.00) [λιμάνι προορισμού], Μυτιλήνη (αφ. 02.00 της ημέρας Τετάρτης – αναχ. 02.20), Μεστά (αφ. 07.40 – αναχ. 08.00), κατέπλεε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.40 της ίδιας ημέρας, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 19.00 της ίδιας ημέρας προς εκτέλεση νέου δρομολογίου. Εν τούτοις, όπως αναφέρεται στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Επιπροσθέτως, η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 της πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δίδει τη δυνατότητα, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Εν προκειμένω, το πλοίο τις ημέρες Τρίτη του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, παρέμενε στο λιμάνι προορισμού, ήτοι στο λιμάνι της Λήμνου, από ώρας 12.40 έως ώρας 19.00, ήτοι πλέον των έξι ωρών, με αποτέλεσμα ο ενάγων να μην δικαιούται αμοιβής για δρομολόγια εξπρές λόγω της αναχώρησης ακολούθως τις ανωτέρω ημερομηνίες (9.6.2021, 23.6.2021, 7.7.2021, 21.7.2021, 4.8.2021, 18.8.2021, 1.9.2021, 15.9.2021, 29.9.2021, 13.10.2021 και 27.10.2021), ημέρα Τετάρτη, προς εκτέλεση νέου δρομολογίου (Πειραιάς – Μύκονο – Πάρο – Νάξο – Θήρα – Νάξο – Πάρο – Μύκονο – Πειραιά) προ της παρέλευσης έξι ωρών από την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά κατά την ολοκλήρωση του προηγούμενου δρομολογίου Πειραιάς – Μεστά – Μυτιλήνη – Λήμνο – Μυτιλήνη – Μεστά – Πειραιά, δεδομένου μάλιστα ότι την ημέρα Πέμπτη, στο λιμάνι προορισμού (Θήρα), παρέμενε από της αφίξεώς του ώρα 09.40 έως ώρα 16.00. Ως εκ τούτου, αποδεικνύεται ότι το εν λόγω πλοίο αναχώρησε πρόωρα κατά τρεις ώρες μόνον την 26.2.2020 ημέρα Τετάρτη, με αποτέλεσμα ο ενάγων να δικαιούται αμοιβής για (3 δια 8=) 0,375 δρομολόγια εξπρές. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο τέταρτο λόγο της ένδικης έφεσης της εναγομένης, περί την εκτίμηση των αποδείξεων, καθόσον δέχθηκε ότι, το εν λόγω πλοίο, εντός του έτους 2020, πραγματοποίησε τριάντα δύο [32] ώρες πρόωρης αναχώρησης και επομένως (32 δια 8=) 4 δρομολόγια εξπρές και περαιτέρω, εντός του έτους 2021 αυτό ένδικο πλοίο πραγματοποίησε 51,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης και επομένως (51,25 δια 8=) 6,40 δρομολόγια εξπρές, διότι, όπως απεδείχθη, το ανωτέρω πλοίο αναχώρησε πρόωρα κατά τρεις ώρες μόνον την 26.2.2020, ημέρα Τετάρτη, με αποτέλεσμα ο ενάγων να δικαιούται αμοιβής για (3 δια 8=) 0,375 δρομολόγια εξπρές. Ο ενάγων, για τα εν λόγω 0,375 δρομολόγια εξπρές, ενόψει του ότι η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή μετάβαση στο λιμάνι προορισμού και επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) ήταν μεγαλύτερη των 12 ωρών, δικαιούται αμοιβής ίσης προς το 1/30 των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας. Περαιτέρω, στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές, που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της εν λόγω αμοιβής, λαμβάνονται υπόψη οι παροχές που καταβάλλονται στον εργαζόμενο παγίως και σταθερώς ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (Α.Π. 1224/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1013/2003, Δ.Ε.Ε. 2004, 214, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 284/2020, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 200/2016, Εφ.Πειρ. 442/2015, Εφ.Πειρ. 618/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), στις οποίες περιλαμβάνονται η αμοιβή για την υπερωριακή εργασία, οι αποδοχές αδείας με το αντίτιμο τροφής (Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 397/2020, Εφ.Πειρ. 368/2019, www.efeteio-peir.gr) και το ημερήσιο αντίτιμο τροφής, το οποίο αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ναυτικού, ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτούσια (Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 231/2013, Εφ.Πειρ. 377/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), όχι όμως και το επίδομα ιματισμού, αφού τούτο δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθόσον η κύρια και βασική αιτία χορήγησής του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (Α.Π. 774/2003, Α.Π. 226/2003, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 397/2020, www.efeteio-peir.gr). Ενόψει και των ανωτέρω αποδειχθέντων ως προς την υπερωριακή εργασία το ενάγοντος, ο ενάγων δικαιούται για την εν λόγω αιτία πρόσθετη αμοιβή ανερχομένη στο ποσό των ευρώ {μισθός ενεργείας 1.204,77 ευρώ + επ. Κυρ. 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 36,64 ευρώ + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 ευρώ + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 ευρώ + υπερωρίες μηνός Φεβρουαρίου 2020 (495,90 + 522,00 =) 1.017,90 ευρώ = 3.557,71 Χ 1/30 Χ 0,375 δρομολόγια εξπρές = ] 44,47 ευρώ. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον επεδίκασε για την εν λόγω αιτία στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 433,66 και 688,45 για πρόσθετη αμοιβή του ενάγοντος για δρομολόγια εξπρές που το ανωτέρω πλοίο πραγματοποίησε εντός των ετών 2020 και 2021, αντίστοιχα. Πρέπει, επομένως, κατά τούτο, να γίνει δεκτός ο τέταρτος κρινόμενος λόγος έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο ζήτησε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά το κεφάλαιο αυτό, προκειμένου να αναδικασθεί η υπόθεση και να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η αγωγή του ενάγοντος, ως εν μέρει βάσιμος στην ουσία του. Ωστόσο, ως εν μέρει βάσιμος στην ουσία του πρέπει να γίνει δεκτός και ο τρίτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, καθόσον προς υπολογισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής η εκκαλουμένη απόφαση έλαβε υπόψη της ως αμοιβή του ενάγοντος για την υπερωριακή εργασία του το ποσό των ευρώ 712,64, ενώ όπως απεδείχθη κατά τον εν λόγω μήνα Φεβρουάριο 2020 η αμοιβή του ενάγοντος για την ανωτέρω αποδειχθείσα υπερωριακή του απασχόληση ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 1.017,90 ευρώ, όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 14 της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι, οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς έναν [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον, η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212 = ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011/387), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 164/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ο.π., ΕφΠειρ. 177/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 517/2011, αδημ.) και συνυπολογίζεται μόνον αν πραγματοποιούνται τακτικά δρομολόγια εξπρές και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (ΤριμΕφΠειρ. 66/2013, ΜονΕφΠειρ. 590/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 364/2012, αδημ.). Ο ενάγων, ο οποίος στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, η οποία διήρκησε από 18.3.2019 έως 19.6.2020, εργάσθηκε καθόλο το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 30.4.2020 εδικαιούτο Δώρο Πάσχα 2020. Προς υπολογισμός του εν λόγω Δώρου Πάσχα 2020 θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι συμφωνημένες τακτικές αποδοχές του ενάγοντος ανά μήνα και δη ο μισθός ενεργείας εκ ποσού ευρώ 1.204,77, το επίδομα Κυριακών εκ ποσού ευρώ 265,05, το μηνιαίο επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας εκ ποσού ευρώ 36,64, το μηνιαίο αντίτιμο τροφής εκ ποσού ευρώ 599,40 και το επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας εκ ποσού ευρώ 433,95, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, χωρίς ως προς τις ανωτέρω αποδοχές να πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση από κανέναν των διαδίκων. Επιπροσθέτως, ενόψει των ανά μήνα διαφοροποιήσεων της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, θα πρέπει να συνυπολογισθεί και ο μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής του ενάγοντος, ο οποίος (μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής) θα υπολογισθεί, λόγω των διαφορετικών ναυτολογήσεων και επομένως διαφορετικών συμβάσεων εργασίας ανά ναυτολόγηση [ΑΠ 741/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Συγκεκριμένα, ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, ο μέσος όρος μηνιαίως της αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή του απασχόληση, ανήρχετο (α) κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 30.4.2020, στο ποσό των [(ευρώ 3.942,84 για υπερωριακή απασχόληση από 1-1-2020 έως 30-4-2020/121 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος από 1.1.2020 έως 30.4.2020 επί 30=) 977,56 ευρώ και όχι στο ποσό των ευρώ 1.477,94 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό, ούτε στο ποσό των ευρώ 712,64 που, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, (β) κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2020 έως 19.6.2020 στο ποσό των [(ευρώ 1.581,66 για υπερωριακή απασχόληση από 1.5.2020 έως 19.6.2020 δια 50 ημέρες εργασίας επί 30=) 949,00 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι στο ποσό των ευρώ 712,64 όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, (γ) κατά το χρονικό διάστημα από 27.7.2020 έως 23.9.2020 στο ποσό των [(ευρώ 1.870,50 για υπερωριακή απασχόληση από 27.7.2020 έως 23.9.2020 δια 59 ημέρες εργασίας επί 30=) 951,10, και όχι το ποσό των ευρώ 712,64, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και (δ) κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2021 έως 28.10.2021 στο ποσό των [(ευρώ 5.743,74 για υπερωριακή απασχόληση από 1.6.2021 έως 28.10.2021 δια 150 ημέρες εργασίας επί 30=) 1.148,75 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι το ποσό των ευρώ 1.477,94 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό και τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, ούτε το ποσό των ευρώ 712,64, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Αντίθετα, ο δεύτερος λόγος της έφεσης της εναγομένης, με την οποία πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση κατά το πρώτο σκέλος της διότι εσφαλμένως έγινε δεκτό υπ’ αυτής ότι, προς υπολογισμό των ανωτέρω επιδομάτων εορτών πρέπει να συνυπολογισθεί και μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής του ενάγοντος, αφού κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε ότι ο ενάγων εργάσθηκε πράγματι υπερωριακώς κατά τις ανωτέρω χρονικές περιόδους, τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του. Περαιτέρω, τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος στην ουσία του ο ισχυρισμός του ενάγοντος που περιέχεται στον δεύτερο λόγο έφεσης αυτού, με τον οποίο, κατά το δεύτερο σκέλος του, πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον οποίο, εσφαλμένως, δεν συμπεριελήφθη στις τακτικές αποδοχές, για τον υπολογισμό του εν λόγω επιδομάτων εορτών, η πρόσθετη αμοιβή του για δρομολόγια εξπρές, διότι, όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, τέτοια αμοιβή ο ενάγων δεν ελάμβανε και δεν εδικαιούτο σταθερά και μόνιμα, εφόσον το ανωτέρω πλοίο δεν πραγματοποιούσε ως ανωτέρω απεδείχθη και αναλύεται σταθερά και μόνιμα δρομολόγια εξπρές. Ως εκ τούτου, ο ενάγων για Δώρο Πάσχα 2020 εδικαιούτο το ποσό των {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή απασχόληση [(ευρώ 3.942,84 για υπερωριακή απασχόληση από 1-1-2020 έως 30-4-2020/121 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος από 1.1.2020 έως 30.4.2020 επί 30=) 977,56 =] 3.517,37 δια 2 =} 1.758,68 και όχι το ποσό των ευρώ 1.626,22 όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο της έφεσης του ενάγοντος δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Έναντι του ποσού αυτού, κατά τον αγωγικό ισχυρισμό, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων και ιδίως από την εναγομένη, η οποία δεν ισχυρίσθηκε κατά τρόπο ορισμένο ότι κατέβαλε έτερο ποσό έναντι της εν λόγω απαίτησης του ενάγοντος, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 1.266,13 και ως εκ τούτου, ο ενάγων δικαιούται το ποσό των ευρώ (1.758,68 μείον 1.266,13=) 492,55 και όχι το ποσό των ευρώ 360,09 όπως, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του σχετικό δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, απορριπτομένου ως αβασίμου στην ουσία του του δευτέρου λόγου έφεσης της εναγομένης κατά το πρώτο σκέλος της με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση αποδείξεων. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, ο ενάγων, στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, η οποία διήρκησε από 18.3.2019 έως 19.6.2020, εργάσθηκε κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2020 έως 19.6.2020 και στα πλαίσια της δεύτερης σύμβασης ναυτολόγησης εργάσθηκε από 27.7.2020 έως 23.9.2020. Κατόπιν των ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι, ο ενάγων εδικαιούτο αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2020 και δη: (i) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων κατά την πρώτη ναυτολόγηση του στο ανωτέρω πλοίο και δη για το χρονικό διάστημα από 1.5.2020 έως 19.6.2020 εδικαιούτο: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 1.581,66 για υπερωριακή απασχόληση από 1.5.2020 έως 19.6.2020 δια 50 ημέρες εργασίας επί 30=) 949,00 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) =] 3.488,81 επί 2/25 επί (50 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19=) 2,63 δεκαεννιαήμερα=} 734,04 και (β) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων από 27.7.2020 έως 23.9.2020 εδικαιούτο: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 1.870,50 για υπερωριακή απασχόληση από 27.7.2020 έως 23.9.2020 δια 59 ημέρες εργασίας επί 30=) 951,10 = 3.490,91 επί 2/25 επί (59 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19=) 3,10 δεκαεννιαήμερα=} 865,74. Συνολικά για Δώρο Χριστουγέννων έτους 2020, ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των ευρώ (734,04 + 865,74 =) 1.599,78 και όχι το ποσό των ευρώ 1.901,17 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό, ούτε το ποσό των ευρώ 1.490,92 που, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο κατά το πρώτο σκέλος του δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Ο αντίστοιχος δεύτερος λόγος της έφεσης της εναγομένης για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του. Όπως η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε και κατά τούτο δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων κατά τρόπο ορισμένο, σύμφωνα και με τον αγωγικό ισχυρισμό, ο ενάγων έναντι της αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2020 έλαβε το συνολικό ποσό των ευρώ 643,21. Επομένως, για την εν λόγω αιτία δικαιούται το ποσό των ευρώ (1.599,78 μείον 643,21=) 956,57 και όχι το ποσό των ευρώ 847,71 που δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Επιπλέον, ο ενάγων εδικαιούτο (γ) για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2021 αφορώσα το διάστημα εργασίας του από 1.6.2021 έως 28.10.2021, καθόσον μόνον γι’ αυτό το χρονικό διάστημα, ο ενάγων προβάλει με την ένδικη αγωγή του αξίωση για καταβολή αναλογίας του εν λόγω δώρου: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 5.743,74 για υπερωριακή απασχόληση από 1.6.2021 έως 28.10.2021 δια 150 ημέρες εργασίας επί 30=) 1.148,75 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) = 3.688,56 επί 2/25 επί (150 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19=) 7,89 δεκαεννιαήμερα=} 2.328,22 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι το ποσό των ευρώ 2.723,88 κατά τον αγωγικό ισχυρισμός, ούτε το ποσό των ευρώ 2.036,95 που δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση κατ’ εσφαλμένη, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένου κατά τούτο του δευτέρου λόγου εφέσεως της εναγομένης. Όπως η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε και κατά τούτο δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, κατά τρόπο ορισμένο, ο ενάγων έναντι της αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2021 έλαβε το συνολικό ποσό των ευρώ 1.196,90. Επομένως, για την εν λόγω αιτία δικαιούται το ποσό των ευρώ (2.328,22 μείον 1.196,90=) 1.131,32 και όχι το ποσό των ευρώ 1.526,98 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό, ούτε το ποσό των ευρώ 840,05, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Η εναγομένη, στα πλαίσια του δευτέρου λόγου της ένδικης έφεσής της, ισχυρίζεται περαιτέρω ότι, ο «κλειστός» μισθός που κατέβαλε στον ενάγοντα, περιελάμβανε όλα τα επιδόματα που αυτός έπρεπε να λάβει, τα οποία αυτός (ενάγων) εισέπραξε ολοσχερώς. Εν προκειμένω, εν τούτοις, απεδείχθη ότι, ως προς την αμοιβή του ενάγοντος για την εργασία του ως ναύτη στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα για τα οποία ο ενάγων αξιώνει την καταβολή των αναλογούντων δώρων εορτών, συμφωνήθηκε ότι εφαρμοστέα θα τυγχάνει η ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, κατά τις προβλέψεις της οποίας ο ενάγων θα εδικαιούτο βασικό μισθό, αποτελούμενο από το ποσό των ευρώ 1.204,77 ως μισθό ενεργεία πλέον επιδόματος Κυριακών ανερχόμενο σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας ήτοι 265,05 ευρώ, πλέον επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας εκ ποσού ευρώ 36,64, πλέον αντιτίμου της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας εκ ποσού ευρώ 19,98 την ημέρα και μηνιαίως εκ ποσού ευρώ 599,40 (19,98 ευρώ Χ 30) πλέον αποδοχών αδείας μετά τροφοδοσίας εκ ποσού 433,95 ευρώ (ήτοι μισθός ενεργείας 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών 265,05 ευρώ: 22 = 66,81 +19,98 ευρώ = 86,79 Χ 5 ημέρες (ενόψει του ότι ο ενάγων είχε τουλάχιστον διετή θαλάσσια προϋπηρεσία)= 433,95 ευρώ), πλέον υπερωριών πλέον Δώρων εορτών (άρθρο 14 ανωτέρω ΣΣΝΕ), ανερχομένων στις τακτικές αποδοχές δεκαπέντε (15) ημερών όσον αφορά στο Δώρο Πάσχα και ενός μηνός όσον αφορά στο Δώρο Χριστουγέννων. Τα ανωτέρω αποτυπώνονται και στις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας που συνέτασσε η ίδια η εναγομένη και αφορούσαν τον ενάγοντα, διότι, από το περιεχόμενο των εν λόγω αποδείξεων, προκύπτει ότι, κατά την καταβολή της μισθοδοσίας στον ενάγοντα, η εναγομένη προέβαινε στον καθορισμό – καταλογισμό της αιτίας καταβολής εκάστου επιμέρους ποσού της μισθοδοσίας αυτού, ο οποίος ως προς την αιτιολογία του συμπίπτει με τις προβλέψεις της ανωτέρω ΣΣΝΕ, εφόσον για κάθε μήνα πλήρους απασχόλησης του ενάγοντος, εντός του έτους 2020 αλλά και από 1.6.2021 και εντεύθεν, η εναγομένη του κατέβαλε το ποσό των 1.204,77 € ως βασικό μισθό (μισθό ενεργείας), ως επίδομα Κυριακών το ποσό των ευρώ 265,05, ως επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των ευρώ 36,64, ως άδεια το ποσό των 334,05 ευρώ και τροφοδοσίας αδείας το ποσό των ευρώ 99,90 και επιπλέον ποσό ευρώ 473,25 για αμοιβή εργασίας κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και ποσά διαφορετικά κάθε μήνα με αιτιολογία «έχμαση», «υπερωρίες» και «αναλογία Δώρων». Παράλληλα, η εναγομένη στα πλαίσια του εν λόγω ισχυρισμού της, εάν ήθελε εκτιμηθεί ότι περιέχει ισχυρισμό περί καταβολής, δεν διαλαμβάνει τα καταβληθέντα επιμέρους ποσά για κάθε μία από τις επίδικες αξιώσεις του ενάγοντος, διότι πέραν του γεγονότος ότι δεν αναφέρει ποίο ποσό κατέβαλε έναντι του ανωτέρω αποδειχθέντος ως οφειλομένου ποσού των ευρώ 492,55 για Δώρο Πάσχα 2020, των ευρώ 956,57 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2020 και των ευρώ 1.131,32 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2021, με τη σημείωση ότι, η ένσταση καταβολής δεν δύναται να συμπληρωθεί παραδεκτά από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από αυτήν εξοφλητικές, της μισθοδοσίας του ενάγοντος, αποδείξεις (σχετικά ΑΠ 701/2023 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου). Επομένως, ο ανωτέρω ισχυρισμός της εναγομένης τυγχάνει απορριπτέος. Περαιτέρω, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 72, 75 εδαφ. δ΄ και 76 του Ν. 3816/1958 «Περί κυρώσεως του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου» (ΦΕΚ Α΄ 32/28.2.1958), όπως ίσχυσαν από της εισαγωγής του ΚΙΝΔ, προκύπτει ότι, στο ναυτικό του οποίου, χωρίς να βαρύνεται με υπαιτιότητα, η σύμβαση εργασίας καταγγέλλεται από τον πλοίαρχο, οφείλεται αποζημίωση ίση προς τις πάσης φύσεως πάγιες και σταθερές αποδοχές του δεκαπέντε (15) ημερών κατά το χρόνο της απόλυσής του. Μειωμένη αποζημίωση, πάντως όχι κατώτερη του μισθού δεκαπέντε (15) ημερών, προέβλεπε και η διάταξη του άρθρου 77 ΚΙΝΔ, για την περίπτωση, μεταξύ άλλων και του, επί δεκαπενθήμερο τουλάχιστον, παροπλισμού του πλοίου, ο οποίος (παροπλισμός) έχει την έννοια της παραμονής του πλοίου αργού στο λιμένα, είτε ελλείψει συμφέροντος ναύλου, είτε προς διενέργεια επισκευών για τη διατήρηση ή ανανέωση της κλάσης του (ΕφΠειρ. 346/2011, ΕΝαυτΔ 2011/271, ΕφΠειρ. 929/2001, ΕΝαυτΔ 2001/15, ΕφΠειρ. 1252/1997, ΕΝαυτΔ 1997/461, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος πρώτος, 2004, άρθρο 77, σελ. 389, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 359, ο ίδιος, Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο, 1982, άρθρο 77, σελ. 268). Μάλιστα, η εν λόγω διάταξη εφαρμόζεται τόσο στις συμβάσεις ναυτολόγησης αορίστου χρόνου, όσο και στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου (Ι. Κοροτζής, τόμος Ι, υπό του άρθρου 77, σελ. 388). Στις περιπτώσεις παροπλισμού του πλοίου, έχει γίνει νομολογιακώς δεκτό ότι, υπάγεται και η υποβολή του σε ετήσια επιθεώρηση, διενεργούμενη προς ανανέωση των πιστοποιητικών της αξιοπλοΐας του και η, για την αιτία αυτή, διακοπή των πλόων του (ΜονΕφΠειρ. 429/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 440/2006, ΕΝαυτΔ 2006/367). Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η παύση (οριστική ή προσωρινή) των δρομολογίων του πλοίου, δηλαδή η ακινητοποίησή του, συνιστά ανυπαίτιο για το ναυτικό λόγο καταγγελίας της σύμβασής του, εφόσον αυτή δεν είχε συμφωνηθεί κατά πλου ή για ορισμένο αριθμό ταξιδιών, με αποτέλεσμα να του οφείλεται η παραπάνω αποζημίωση. Με τη διάταξη του άρθρου 174 § 3 του μεταγενέστερου Ν.Δ. 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (ΦΕΚ Α 261/3.10.1973), που αναφέρεται στην επιτρεπτή διακοπή [μεταξύ άλλων και] των τακτικών δρομολογίων του πλοίου, εκείνων δηλαδή που έχουν εγκριθεί με διοικητική πράξη για ορισμένη χρονική περίοδο, ορίστηκε ότι, δεν δικαιούνται της, κατά τα άρθρα 75 και 76 ΚΙΝΔ, αποζημίωσης, οι ναυτικοί που απολύονται λόγω διακοπής των δρομολογίων αυτών, εφόσον ναυτολογηθούν στο ίδιο πλοίο ή δεν αποδεχθούν την προσφερόμενη από τον εργοδότη επαναναυτολόγησή τους υπό τους αυτούς, όπως και προηγουμένως όρους, εντός ορισμένης προθεσμίας από της απόλυσής τους. Η εν λόγω διάταξη αφορούσε μόνο στις περιπτώσεις διακοπής των εγκεκριμένων δρομολογίων, δηλαδή της προσωρινής παύσης εκτέλεσής τους, μολονότι υφίσταται δυνατότητα επανάληψής τους. Η δε νομοθετική αποστέρηση του δικαιώματος της αποζημίωσης των άρθρων 75 και 76 ΚΙΝΔ αλλά, για την ταυτότητα του νομικού λόγου και της διάταξης του άρθρου 77 του ιδίου Κώδικα, όταν ο παροπλισμός του πλοίου οφείλεται στην υποβολή του σε ετήσια επιθεώρηση, θεμελιώθηκε στην αντίληψη ότι, στις προβλεπόμενες από το άρθρο 173 του ΚΔΝΔ περιπτώσεις διακοπής των τακτικών δρομολογίων και, συγκεκριμένα, στις περιπτώσεις της ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου για χρονικό διάστημα μέχρι εξήντα [60] ημερών, δυνάμενο υπό τους νομίμους όρους να παραταθεί επί τριάντα [30] ακόμη ημέρες, της ανάγκης αποκατάστασης ζημίας ή βλάβης και της συνδρομής εξαιρετικών αναγκών ή ανώτερης βίας ή άλλης σοβαρής αιτίας, όπως οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, η απόλυση του ναυτικού δεν πρέπει να αποδοθεί σε υπαιτιότητα του εργοδότη, αφού η μεν υποβολή του πλοίου σε ετήσια επιθεώρηση αποτελεί νόμιμη υποχρέωσή του, οι δε λοιπές περιστάσεις που επιβάλλουν τη διακοπή των εγκεκριμένων δρομολογίων του πλοίου, δεν προκαλούνται από τον ίδιο, ούτε ανάγονται στη σφαίρα ευθύνης του. Για το λόγο αυτό, ορίστηκε με την ανωτέρω διάταξη ότι, ο εργοδότης (πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής) ενέχεται σε αποζημίωση του απολυόμενου για τις αιτίες αυτές ναυτικού, μόνον εφόσον δεν τον επαναπροσλάβει εντός σαράντα [40] ημερών από την απόλυσή του συνεπεία, είτε της υποβολής του πλοίου στην ετήσια επιθεώρησή του, είτε της επέλευσης των λοιπών γεγονότων, αν και μετά την πάροδο του προσωρινού κωλύματος ναυσιπλοΐας, το πλοίο δύναται να επαναλάβει τα δρομολόγιά του, σύμφωνα με την εγκριτική αυτών διοικητική πράξη. Αν η διάταξη αυτή δεν είχε θεσπιστεί, θα παραγόταν υποχρέωση του εργοδότη να αποζημιώσει τον απολυόμενο ναυτικό, κατά τα άρθρα 75 εδαφ. δ΄ και 77 του ΚΙΝΔ, σε κάθε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασής του από τον πλοίαρχο λόγω παύσης των δρομολογίων του πλοίου, εγκεκριμένων ή μη, οριστικής ή ακόμα και προσωρινής, διαρκούσης βέβαια, στη δεύτερη περίπτωση, δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες. Αντιθέτως, με την εν λόγω διάταξη του ΚΔΝΔ, ο απολυόμενος ναυτικός αποκτά δικαίωμα αποζημίωσης μετά την πάροδο ορισμένου χρόνου από την απόλυσή του και με τη συνδρομή μιας αρνητικής προϋποθέσεως, της μη επαναπρόσληψής του μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας και, επιπλέον, εφόσον τα δρομολόγια που εκτελούσε πριν την απόλυσή του ήταν διοικητικώς εγκεκριμένα. Ειδικώς, επί επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων οι ΣΣΝΕ, που συνάπτονται για να καθορίσουν τους όρους εργασίας και αμοιβής των πληρωμάτων τους, περιλαμβάνουν παγίως, από το έτος 1993 τουλάχιστον, διάταξη (άρθρο 27), η οποία επαναλήφθηκε και ΣΣΝΕ 2019, ορίζουσα ότι: «Σε περίπτωση διακοπής των πλόων για οποιονδήποτε λόγο, πέραν των εξήκοντα [60] ημερών, καταβάλλεται στο πλήρωμα σε περίπτωση απόλυσής του αποζημίωση ίση προς τις αποδοχές είκοσι δύο [22] ημερών». Ο όρος «διακοπή των πλόων», του οποίου γίνεται χρήση στη διάταξη αυτή, έχει την ίδια έννοια με τον όρο «διακοπή των εγκεκριμένων δρομολογίων» του άρθρου 174 ΚΔΝΔ και σημαίνει την προσωρινή παύση των δρομολογίων που έχουν εγκριθεί για συγκεκριμένη χρονική περίοδο και, αν δεν είχε μεσολαβήσει ο λόγος της διακοπής τους που προβλέπεται στο άρθρο 173 ΚΔΝΔ, θα μπορούσαν να συνεχιστούν μέχρι του πέρατος ισχύος της εγκριτικής τους πράξης (ΜονΕφΠειρ. 138/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 329/2003, ΔΕΕ 2004/82). Η ίδια διάταξη της ανωτέρω ΣΣΝΕ κρίθηκε νομολογιακά ευμενέστερη τόσο για τους ναυτικούς, που δικαιούνται αποζημιώσεως αν δεν επαναπροσληφθούν σε πλοίο που συνεχίζει τους πλόες του μετά τη διακοπή τους, ανεξαρτήτως αν η αιτία της διακοπής αυτής περιλαμβάνεται η όχι στην περιοριστική απαρίθμηση του άρθρου 173 ΚΔΝΔ, όσο και για τους εργοδότες, αφού παρατείνει το χρόνο υποχρεωτικής (και άνευ δικαιώματος αποζημιώσεως) αναμονής των ναυτικών για την επαναπρόσληψή τους στις εξήντα [60] ημέρες, λαμβάνοντας υπόψη την ισόχρονη ανοχή του νόμου για τη διακοπή των εγκεκριμένων δρομολογίων στην, συνηθέστερη στην πράξη, περίπτωση της υποβολής του πλοίου στην ετήσια επιθεώρησή του, που, όπως εκτέθηκε, συνιστά παροπλισμό του κατά την έννοια του άρθρου 77 ΚΙΝΔ [ΜΕΠ 464/2021 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ]. Εν τούτοις, όπως ορίζεται και στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 4948/2022, η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 173 του ΚΔΝΔ (ΝΔ 187/1973), καταργήθηκε σιωπηρά με τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου παρ.4 και άρθρου έκτου παρ.1 έως και 5 του Ν. 2932/2001, καθώς επίσης καταργήθηκε και η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 174 του ΚΔΝΔ (ΝΔ 187/1973) με τις διατάξεις του άρθρου τετάρτου α παρ.6 και άρθρου έκτου παρ.6 έως 8 του Ν. 2932/2001, διατάξεις (άρθρα πρώτο έως ένατο, ενδέκατο και εικοστό όγδοο παρ.1 του Ν. 2932/2001), οι οποίες ήδη καταργήθηκαν με το άρθρο 48 περ.γ του Ν. 4948/2022. Ειδικότερα, κατά τις διατάξεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου πρώτου του Ν. 2932/2001 υπό τον τίτλο «Θαλάσσιες μεταφορές από ή προς λιμένες νησιών» προβλέφθηκε ότι «1. Από την 1η Νοεμβρίου 2002 είναι ελεύθερη η παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών που: α) παρέχονται έναντι αμοιβής από πλοιοκτήτη Κράτους – Μέλους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Ε.Κ.) ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.) ή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (Ε.Ζ.Ε.Σ.), εκτός από την Ελβετία, και β) εκτελούνται μεταξύ λιμένων της ηπειρωτικής χώρας και νησιών ή μεταξύ λιμένων νησιών, από επιβατηγά και οχηματαγωγά πλοία, επιβατηγά ή φορτηγά, δρομολογημένα σε τακτική γραμμή επιβατικών μεταφορών και πορθμείων, καθώς και από πλοία που έχουν ολική χωρητικότητα μέχρι εξακόσιες πενήντα μονάδες υπολογισμού, σύμφωνα με τη διεθνή σύμβαση “Για την καταμέτρηση της χωρητικότητας των πλοίων του 1969″, την οποία κύρωσε ο ν, 1373/1983 (ΦΕΚ 92 Α), εφόσον τα πλοία αυτά είναι νηολογημένα στην Ελλάδα ή άλλο Κράτος – Μέλος της Ε.Κ. ή του Ε.Ο.Χ. ή της Ε,Ζ,Ε,Σ” εκτός από την Ελβετία, και φέρουν τη σημαία του.». Κατά τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου Τρίτου του ιδίου Νόμου υπό τον τίτλο «Τακτική δρομολόγηση – Προϋποθέσεις», προβλέφθηκε ότι «1. Η δρομολόγηση επιβατηγού και οχηματαγωγού, επιβατηγού ή φορτηγού πλοίου γίνεται για περίοδο ενός έτους, που αρχίζει την 1η Νοεμβρίου (τακτική δρομολόγηση).». Κατά τις διατάξεις του άρθρου έκτου του ιδίου Νόμου, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 Ν. 4676/2020 (ΦΕΚ A 67/19.3.2020) υπό τον τίτλο «Εκτέλεση και διακοπή δρομολογίων» «1. Η εκτέλεση των δρομολογίων που ανακοινώνονται είναι υποχρεωτική. 2. Ο πλοιοκτήτης ή περισσότεροι πλοιοκτήτες από κοινού δεν μπορούν να μεταβάλουν μονομερώς τα δρομολόγια, ούτε τον προγραμματισμένο χρόνο διακοπής τους. Η μεταβολή των δρομολογίων, συμπεριλαμβανομένης της δρομολογιακής γραμμής και του προγραμματισμένου χρόνου διακοπής τους, επιτρέπεται αν υποβάλλουν σχετικό αίτημα και κριθεί, με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από γνώμη του Σ.Α.Σ., ότι δεν διαταράσσεται η εξυπηρέτηση της γραμμής, ούτε δημιουργούνται διακρίσεις σε βάρος άλλων πλοιοκτητών, με την αποδοχή του αιτήματος. Για τη διατύπωση της γνώμης προς το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, το Σ.Α.Σ. δεσμεύεται από τις αρχές που προβλέπονται στον Κανονισμό Αρχών και Λειτουργίας του Σ.Α.Σ. … 3. Διακοπή εκτέλεσης των δρομολογίων επιτρέπεται: α) Για χρονικό διάστημα μέχρι 60 ημέρες εντός του οποίου διενεργείται υποχρεωτικά, εφόσον απαιτείται, και η ετήσια επιθεώρηση του πλοίου. Το χρονικό αυτό διάστημα δύναται: i) Να αυξηθεί με απόφαση των αρμόδιων αρχών για λόγους ανωτέρας βίας, όπως γενική ή μερική απεργία, εμπορικός αποκλεισμός εισαγωγής ή μεταφοράς αναγκαίων υλικών, φυσικές καταστροφές, που επηρεάζουν άμεσα την πρόοδο και την αποπεράτωση των εργασιών του πλοίου, για ίσο χρονικό διάστημα διάρκειας των λόγων αυτών, ύστερα από αίτημα του πλοιοκτήτη από το οποίο προκύπτει επαρκώς και τεκμηριωμένα η επέλευση και η διάρκεια των λόγων ανωτέρας βίας. ιι) Να κατανεμηθεί ανεξαρτήτως του συνολικού αριθμού ημερών ανά πλοίο ως ακολούθως: … β) Για αποκατάσταση ζημίας ή βλάβης και για χρονικό διάστημα που κρίνεται αναγκαίο γι` αυτήν. γ) Για εκτέλεση μετασκευών ή διαρρυθμίσεων ή αντικατάσταση των κύριων μηχανών πρόωσης ή εργασιών ευρείας έκτασης συντήρησης του πλοίου. Οι εργασίες αυτές πρέπει να εκτελούνται μόνο κατά τη διάρκεια της προγραμματισμένης ακινησίας για ετήσια επιθεώρηση και κατά παράταση αυτής για τριάντα (30) ακόμα ημέρες, αν κρίνεται αναγκαία η συνέχιση τους και εφόσον οι συγκοινωνιακές ανάγκες της γραμμής το επιτρέπουν. Το χρονικό αυτό διάστημα μπορεί να αυξηθεί με απόφαση των αρμόδιων αρχών για λόγους ανωτέρας βίας, όπως γενική ή μερική απεργία, εμπορικός αποκλεισμός εισαγωγής ή μεταφοράς αναγκαίων υλικών, φυσικές καταστροφές, που επηρεάζουν άμεσα την πρόοδο και την αποπεράτωση των εργασιών του πλοίου, για ίσο χρονικό διάστημα διάρκειας των λόγων αυτών, ύστερα από αίτημα του πλοιοκτήτη από το οποίο προκύπτει επαρκώς και τεκμηριωμένα η επέλευση και η διάρκεια των λόγων ανωτέρας βίας. δ) Λόγω εξαιρετικής ανάγκης ή ανωτέρας βίας ή άλλης σοβαρής αιτίας, όπως δυσμενών καιρικών συνθηκών ή έκτακτης επιθεώρησης. Αμέσως μετά την άρση του γεγονότος το πλοίο εκτελεί τα δρομολόγια του κατά τον ενδεδειγμένο σύμφωνα με τις περιστάσεις τρόπο. 4. Για την ακινησία του πλοίου στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, απαιτείται εγγραφή στο ημερολόγιο του πλοίου και θεώρηση αυτής από τη λιμενική αρχή. Για τις περιπτώσεις β` και γ` απαιτείται και αίτηση του πλοιοκτήτη, καθώς και έγκριση του Υπουργείου, η οποία δίνεται ύστερα από γνωμάτευση του Κλάδου Ελέγχου Εμπορικών Πλοίων ότι συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν την ακινησία. 5. Με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από αίτηση του πλοιοκτήτη και γνώμη του Σ.Α.Σ., μπορεί να ορίζεται ειδικότερα η διακοπή εκτέλεσης δρομολογίων: α) μέχρι σαράντα πέντε συνεχόμενες ημέρες, εφόσον οι συγκοινωνιακές ανάγκες της γραμμής καλύπτονται από τα ήδη δρομολογημένα πλοία, β) σε γραμμή ή γραμμές μικρών αποστάσεων με εποχιακή μόνο κίνηση. Το αίτημα διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων της περίπτωσης α` της παραγράφου αυτής και μέχρι τη σύγκληση του Σ.Α.Σ. μπορεί να γίνεται αποδεκτό από υφιστάμενα όργανα, εξουσιοδοτημένα με απόφαση του Υπουργού. 6. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να έχει το πλοίο στελεχωμένο, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί οργανικής σύνθεσης πληρώματος κατά το χρόνο δραστηριοποίησης του, εκτός από το χρονικό διάστημα διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων της παραγράφου 5, των περιπτώσεων α` και γ` της παραγράφου 3 και της περίπτωσης β` της παραγράφου 3 μετά την πάροδο τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημερών και εφόσον διαρκεί η βλάβη ή η ζημία. 7. Εάν ο πλοιοκτήτης παραβεί τις πιο πάνω υποχρεώσεις, ανεξάρτητα από την επιβολή άλλων κυρώσεων, επιβάλλεται κάθε μήνα στον πλοιοκτήτη, με απόφαση της Λιμενικής Αρχής του αφετήριου λιμένα δρομολογίων του πλοίου, πρόστιμο ίσο προς τη μισθοδοσία, που θα καταβαλλόταν με βάση την οικεία Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας, στους ελλείποντες από την οργανική σύνθεση πληρώματος ναυτικούς, προσαυξημένο κατά είκοσι τοις εκατό (20%). Από το ποσό του προστίμου ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) αποδίδεται στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (Ν.Α.Τ.) υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθένειας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.). 8. Οι ναυτικοί που απολύονται λόγω διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων δεν δικαιούνται την προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις αποζημίωση, αν ναυτολογηθούν στο πλοίο αμέσως μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων ή αν δεν αποδεχθούν την επαναυτολόγησή τους με τους ίδιους, όπως πριν την απόλυση τους, όρους.». Με την αμέσως ανωτέρω διάταξη επομένως, σε περίπτωση διακοπής των πλόων δρομολογημένου πλοίου, όπως εν προκειμένω, για χρονικό διάστημα μέχρι 60 ημέρες εντός του οποίου διενεργείται υποχρεωτικά, εφόσον απαιτείται, και η ετήσια επιθεώρηση του πλοίου, ο εργοδότης (πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής) ενέχεται σε αποζημίωση του απολυόμενου, μόνον εφόσον δεν τον επαναπροσλάβει αμέσως μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος των εν λόγω εξήντα [60] ημερών από την απόλυσή του συνεπεία της υποβολής του πλοίου στην ετήσια επιθεώρησή του. Για τον υπολογισμό εξάλλου της εν λόγω αποζημιώσεως απολύσεως, σε συνάφεια με τα ισχύοντα και υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, λαμβάνονται υπόψη ο καταβαλλόμενος μισθός κατά τον τελευταίο μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης, το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, η υπερωριακή αμοιβή, η αποζημίωση μη πραγματοποιηθείσας αδείας, τα επιδόματα εορτών, ως και κάθε άλλη παροχή καταβαλλόμενη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικώς, καθ’ έκαστο μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς, καθ’ ορισμένα χρονικά διαστήματα (ΕφΠειρ 283/2009 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, με περαιτέρω παραπομπές στη νομολογία). Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία, αποδείχθηκε ότι, την 23.9.2020, ο ενάγων απολύθηκε λόγω (προσωρινής) διακοπής των εγκεκριμένων δρομολογίων του ενδίκου πλοίου και δη εξαιτίας ετήσιας επιθεώρησης αυτού. Όπως αναφέρεται στην ένδικη αγωγή και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό της εναγομένης, στην επίδικη έννομη σχέση συμφωνήθηκε ότι θα τυγχάνει εφαρμογής και η διάταξη του άρθρου 27 της ανωτέρω ΣΣΝΕ επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων 2019, κατά την οποία: «Σε περίπτωση διακοπής των πλόων για οποιονδήποτε λόγο, πέραν των εξήκοντα [60] ημερών, καταβάλλεται στο πλήρωμα σε περίπτωση απόλυσής του αποζημίωση ίση προς τις αποδοχές είκοσι δύο [22] ημερών». Ο όρος «διακοπή των πλόων», του οποίου γίνεται χρήση στη διάταξη αυτή, έχει την ίδια έννοια με τον όρο «διακοπή των εγκεκριμένων δρομολογίων» του άρθρου παλαιού άρθρου 174 ΚΔΝΔ, καθώς επίσης και του άρθρου έκτου του Ν. 2932/2001, που ίσχυε κατά την ένδικη περίοδο και σημαίνει την προσωρινή παύση των δρομολογίων που έχουν εγκριθεί για συγκεκριμένη χρονική περίοδο και, αν δεν είχε μεσολαβήσει ο λόγος της διακοπής τους που προβλέπονταν στο άρθρο 173 ΚΔΝΔ και ακολούθως στο άρθρο έκτο του Ν. 2932/2001, θα μπορούσαν να συνεχιστούν μέχρι του πέρατος ισχύος της εγκριτικής τους πράξης (ΜονΕφΠειρ. 138/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 329/2003, ΔΕΕ 2004/82). Η εν λόγω διάταξη, ως ευμενέστερη για τον εργαζόμενο ενάγοντα, εφόσον προβλέφθηκε ότι εδικαιούτο αποζημιώσεως αν δεν επαναπροσλαμβάνονταν στο εν λόγω πλοίο που θα συνέχιζε τους πλόες του μετά τη διακοπή τους, ανεξαρτήτως αν η αιτία της διακοπής αυτής περιλαμβάνεται η όχι στην περιοριστική απαρίθμηση του άρθρου έκτου του Ν. 2932/2001, που ίσχυε κατά την ένδικη περίοδο, καθώς επίσης ότι η αποζημίωση θα ανέρχονταν σε τακτικές αποδοχές είκοσι δύο ημερών, εγκύρως συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, ο ενάγων δεν επαναυτολογήθηκε στο ανωτέρω πλοίο ή σε έτερο πλοίο της εναγομένης, εντός εξήντα ημερών. Εν τούτοις, παράλληλα απεδείχθη ότι, ενόψει του ότι οι επισκευές του εν λόγω πλοίου καθυστερούσαν, εντός της ανωτέρω προθεσμίας των εξήντα ημερών, ο υπάλληλος της εναγομένης ….., όπως κατέθεσε ενόρκως και η κατάθεσή του περιλαμβάνεται στην προμνημονευθείσα με αριθμό …./2022 ένορκη βεβαίωση, εκάλεσε τον ενάγοντα όπως ναυτολογηθεί σε έτερο πλοίο της εναγομένης και δη στο πλοίο «Ι.», πλην όμως αυτός (ενάγων) αρνήθηκε. Η κλήση αυτή του ενάγοντος για επαναυτολόγησή του στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης, έγινε εντός της ανωτέρω προθεσμίας των εξήντα ημερών, όπως τούτο βεβαιώνεται από τον μάρτυρα …………, η ένορκη κατάθεση του οποίου περιλαμβάνεται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της εκκαλουμένης αποφάσεως, καθόσον ο εν λόγω μάρτυρας κατέθεσε σχετικά «… πριν τη λήξη του διμήνου ειδοποιήθηκε ο ναυτικός ο συγκεκριμένος επειδή δεν θα ξεκινούσε αυτό το πλοίο να πάει σε άλλο πλοίο της εταιρείας και η επιθυμία του ήταν να περιμένει να μην πάει στο άλλο και να ξαναγυρίσει στο ίδιο το Τ…». Την κλήση του ενάγοντος προς ναυτολόγησή του στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης «Ι.» προσεπιβεβαίωσαν και οι μάρτυρες της εναγομένης ………… και ………….., με τις προμνημονευθείσες ένορκες καταθέσεις τους. Ενόψει του ότι δεν αποδείχθηκε ότι οι συνθήκες εργασίες του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο «Ι» θα ήταν δυσμενέστερες έναντι των συνθηκών εργασίας αυτού στο ανωτέρω πλοίο Τ, γεγονός άλλωστε που δεν επικαλείται ούτε ο ενάγων, ο οποίος περιορίζεται σε άρνηση του ισχυρισμού της εναγομένης ότι τον εκάλεσε για ναυτολόγησή του στο ανωτέρω πλοίο της Ι, κρίνεται ότι ο σκοπός του νομοθέτη, με τη θέσπιση της ανωτέρω διάταξης του άρθρου έκτου του Ν. 2932/2001 (πρώην άρθρο 174 παρ.3 ΚΔΝΔ) και της διατάξεως του άρθρου 27 της ανωτέρω ΣΣΝΕ επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων 2019, καλύφθηκε υπό της εμπροθέσμου, όπως απεδείχθη, κλήσεως του ενάγοντος από την εναγομένη, προς επαναυτολόγησή του στο ανωτέρω πλοίο της Ι. και επομένως αυτός (ενάγων) δεν δικαιούται αποζημίωση απολύσεως για την ανωτέρω αποναυτολόγησή του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που απέρριψε το σχετικό αγωγικό κονδύλιο, δεν έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει ο τέταρτος λόγος της κρινόμενης έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο υποστηρίζει τα αντίθετα, να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκε περαιτέρω ότι, την 28.10.2021, ο ενάγων απολύθηκε λόγω (προσωρινής) διακοπής των εγκεκριμένων δρομολογίων του ενδίκου πλοίου και δη εξαιτίας ετήσιας επιθεώρησης αυτού. Όπως κατέθεσε ο μάρτυρας της εναγομένης ……………, στην περιεχομένη με αριθμό …../2022 ένορκη βεβαίωση, ένορκη κατάθεσή του, περί τα μέσα Δεκεμβρίου 2021, αυτός, ενεργώντας για λογαριασμό της εναγομένης, εκάλεσε τον ενάγοντα για την επαναυτολόγησή του στο ανωτέρω πλοίο, πλην όμως αυτός αρνήθηκε να επαναυτολογηθεί. Την κλήση του ενάγοντος για επαναπρόσληψή του στο ανωτέρω πλοίο προσεπιβεβαίωσαν και οι μάρτυρες της εναγομένης ……… και ………., στις προμνημονευθείσες ένορκες βεβαιώσεις, αλλά και ο εξετασθείς κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία μάρτυρας της εναγομένης ………., η ένορκη κατάθεση του οποίου περιλαμβάνεται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της εκκαλουμένης αποφάσεως. Μάλιστα, η εναγομένη προσκομίζει μετ’ επικλήσεως το από 29.12.2021 ηλεκτρονικό μήνυμα με επισυναπτόμενο έγγραφο – επιστολή της ιδίας προς το Τμήμα Ναυτολογίας του Κ. Λ. Πειραιά, με την οποία η εναγομένη γνωστοποιεί στην ανωτέρω υπηρεσία ότι ο ενάγων εκλήθη υπ’ αυτής προς επαναπρόσληψή του στο ανωτέρω πλοίο Τ και δεν προσήλθε. Την αποστολή του εν λόγω ηλεκτρονικού μηνύματος προς την ανωτέρω Υπηρεσία και την ημερομηνία αποστολή της (29.12.2021) ο ενάγων δεν αμφισβητεί, παρά αρνείται την αλήθεια του περιεχομένου του, ισχυριζόμενος μάλιστα ότι η εναγομένη κατήρτισε την εν λόγω επιστολή μετά δύο ημέρες από την προς αυτήν επίδοση της ένδικης αγωγής. Ο ίδιος (ενάγων), στα πλαίσια του πέμπτου λόγου της έφεσής του, αμφισβητεί ότι το ανωτέρω πλοίο ξεκίνησε εκ νέου τα δρομολόγιά του τον μήνα Δεκέμβριο 2021, με τις προτάσεις δε που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ισχυρίσθηκε ότι, το πλοίο παρέμεινε εκτός δρομολογίων για χρονικό διάστημα πλέον των εξήντα ημερών, επικαλούμενος προς επιβεβαίωσή τούτου την ένορκη κατάθεση του με επιμέλεια εξετασθέντος μάρτυρός του ………….. Εν τούτοις, ο εν λόγω μάρτυρας του ενάγοντος, στην ανωτέρω ένορκη κατάθεσή του, κατέθεσε ότι, το εν λόγω πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια για τουλάχιστον εξήντα ημέρες και όχι, όπως ο ενάγων αναφέρει ότι, το πλοίο παρέμεινε εκτός δρομολογίων για χρονικό διάστημα πλέον των εξήντα ημερών. Παράλληλα, ο μάρτυρας της εναγομένης, …….., κατέθεσε ότι οι εργασίες επιθεώρησης διήρκησαν ένα δίμηνο, δεδομένου ότι αυτός κατέθεσε «… Πόσο διήρκησε η ετήσια επιθεώρηση την πρώτη φορά; Τέσσερις μήνες. Την δεύτερη φορά 28.10.21; Δύο μήνες. Διήρκησε δύο μήνες ακριβώς, λιγότερο περισσότερο; Δεν θυμάμαι ακριβώς αλλά στο δίμηνο ήταν.». Ενόψει της ανωτέρω ενόρκου καταθέσεως, σε συνδυασμό με τη σαφή κατάθεση του μάρτυρος της εναγομένης ……………….., ότι περί τα μέσα Δεκεμβρίου 2021, αυτός, ενεργώντας για λογαριασμό της εναγομένης, εκάλεσε τον ενάγοντα για την επαναυτολόγησή του στο ανωτέρω πλοίο, πλην όμως ο τελευταίος αρνήθηκε να προσέλθει προκειμένου να επαναυτολογηθεί, σε συνδυασμό με το προμνημονευθέν από 29.12.2021 ηλεκτρονικό μήνυμα που η εναγομένη απέστειλε στο Κ.Λ. Πειραιά, κρίνεται ότι, ο ενάγων δεν δικαιούται αποζημίωση απολύσεως για την ανωτέρω αποναυτολόγησή του, διότι κρίνεται ότι πράγματι η εναγομένη εκάλεσε τον ενάγοντα περί τα μέσα Δεκεμβρίου 2021 για να επαναυτολογηθεί στο ανωτέρω πλοίο. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απέρριψε το σχετικό αγωγικό ισχυρισμό ως αβάσιμο στην ουσία του, δεν έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει ο πέμπτος λόγος της κρινόμενης έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο αυτός (ενάγων) υποστηρίζει τα αντίθετα, να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του. Με τον ίδιο λόγο έφεσης ο ενάγων πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση και για κακή εφαρμογή νόμου, εκ του λόγου ότι, απέρριψε την αγωγή του, καθό μέρος με αυτήν ο ίδιος αξίωνε αποζημίωση για την απόλυσή του την 28.10.2021, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 72 επ. του ΚΙΝΔ. Ειδικότερα, ο ενάγων, με τον πέμπτο λόγο έφεσης, ισχυρίσθηκε, με την ένδικη αγωγή του, ότι αυτός (ενάγων) θεμελίωσε την αξίωση προς καταβολή αποζημιώσεως απολύσεως, στις διατάξεις του άρθρου 72 επ. του ΚΙΝΔ, ενόψει του ότι η απόλυσή του λόγω διακοπής δρομολογίων του πλοίου για ετήσια επιθεώρηση συνιστά υποπερίπτωση μονομερούς, ακαίρου και άνευ παραπτώματος αυτού, καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, με αποτέλεσμα ακόμη κι αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 27 της ανωτέρω ΣΣΝΕ, όπως έκρινε η εκκαλουμένη απόφαση, αυτός να δικαιούται αποζημίωση απολύσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 72 επ. του ΚΙΝΔ, όπως ισχυρίσθηκε με την αγωγή του. Εν τούτοις, ο ισχυρισμός αυτός του ενάγοντος τυγχάνει αβάσιμος, διότι στην προκειμένη περίπτωση, όπως ο ίδιος ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και αποδείχθηκε, η ανωτέρω σύμβαση ναυτολόγησης του ενάγοντος κατηγγέλθη υπό της εναγομένης, λόγω διακοπής των εγκεκριμένων πλόων του ανωτέρω πλοίου λόγω της ετήσιας επιθεώρησής του, με αποτέλεσμα να μην τυγχάνουν εφαρμοστέες εν προκειμένω οι διατάξεις των άρθρων 72, 75 και 76 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (ΚΙΝΔ) ως ρυθμίζουσες γενικά το θέμα της καταγγελίας της συμβάσεως ναυτικής εργασίας, χωρίς υπαιτιότητα του ναυτικού, αφού και υπό την εκδοχή ότι ο ενάγων ισχυρίζεται ότι, κατά την τελευταία ναυτολόγησή του, δεν συμφωνήθηκε ως εφαρμοστέα και η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 27 της ανωτέρω ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, εφαρμοστέες εν προκειμένω ετύγχαναν οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου έκτου του Ν. 2932/2001 [πρβλ. ΑΠ 887/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ εκδοθείσα υπό της ισχύος των διατάξεων των άρθρων 173 και 174 του ΚΔΝΔ]. Ο ενάγων με την προσθήκη των προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου επί της ιδικής του εφέσεως κατά της εκκαλουμένης αποφάσεως, και κατ’ εκτίμηση των ισχυρισμών του που περιέχονται στις σελίδες 4 και 5 της εν λόγω προσθήκης, επικαλέσθηκε τις διατάξεις των άρθρων 173 και 174 του ΚΔΝΔ, ισχυριζόμενος ότι με αυτές προβλέπεται αποζημίωση δεκαπέντε (15) ημέρων, σε περίπτωση απολύσεως του ναυτικού, λόγω διακοπής πλόων λόγω ετήσιας επιθεωρήσεως και μη επαναπρόσληψης του ναυτικού εντός σαράντα (40) ημερών, ισχυρίσθηκε δε περαιτέρω ότι δικαιούται την, με την αγωγή του αξιούμενη, αποζημίωση λόγω απολύσεώς του την 28.10.2021, εφόσον δεν ναυτολογήθηκε στο ίδιο πλοίο ή άλλο πλοίο της εναγομένης, εξυπονοώντας ότι εν προκειμένω δεν τυγχάνει εφαρμοστέα η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 27 της ανωτέρω ΣΣΝΕ επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων 2019 με την οποία, όπως προελέχθη το δικαίωμα αποζημίωσης του απολυθέντος ναυτικού λόγω διακοπής των πλόων γεννάται σε περίπτωση μη επαναπρόσληψής του εντός προθεσμίας εξήντα ημερών. Εν τούτοις, όπως αναλύεται ανωτέρω στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, εν προκειμένω δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 173 και 174 του ΚΙΝΔ, αλλά η νεότερη ανωτέρω διάταξη του άρθρου έκτου του Ν. 2932/2001, σύμφωνα με την οποία η «8. Οι ναυτικοί που απολύονται λόγω διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων δεν δικαιούνται την προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις αποζημίωση, αν ναυτολογηθούν στο πλοίο αμέσως μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων ή αν δεν αποδεχθούν την επαναυτολόγησή τους με τους ίδιους, όπως πριν την απόλυση τους, όρους.», δηλαδή εφόσον η εναγομένη δεν τον καλούσε προς επαναυτολόγησή του αμέσως μετά τη λήξη του ανωτέρω χρονικού διαστήματος των εξήντα ημερών από την απόλυσή του, εφόσον αυτή έγινε λόγω διακοπής των πλόων λόγω της ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου. Περίπτωση εν τούτοις, που εν προκειμένω δεν συντρέχει, εφόσον, όπως απεδείχθη και ανωτέρω αναλύεται, η εναγομένη πράγματι εκάλεσε τον ενάγοντα προς επαναυτολόγησή του ήδη από τα μέσα Δεκεμβρίου 2021. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ο πέμπτος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος.
Κατ’ ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς διερεύνηση, γενομένων δεκτών ως εν μέρει βασίμων στην ουσία τους των ενδίκων εφέσεων, κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους τους, πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη με αριθμό 2009/2022 απόφαση, στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη ανατραπέν μέρος της, ήτοι και καθό μέρος με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτό ότι η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 734,43 για επίδομα έχμασης έτους 2020 και το ποσό των ευρώ 559.16 για επίδομα έχμασης έτους 2021, για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτελέσεώς της (ΑΠ 748/1984, Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004, Πειρ. Νομ. 2004/160), εφόσον δε με την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως εξαφανίζεται και η περί δικαστικής δαπάνης διάταξη αυτής, παρέλκει η εξέταση του πέμπτου λόγου έφεσης της εναγομένης, και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 ΚΠολΔ), να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και, ακολούθως, πρέπει, να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη, οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των δύο χιλιάδων σαράντα (2.040,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την 29.10.2021, όπως (ως προς την έναρξη της τοκοφορίας) έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, διάταξη η οποία δεν επλήγη από κανέναν των διαδίκων με λόγο εφέσεως, για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής του έτους 2020 και περαιτέρω, να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων εβδομήντα έξι ευρώ και ογδόντα λεπτών (ευρώ 1.205,42 για αμοιβή αυτού για υπερωριακή απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών έτους 2020 + ευρώ 1.949,70 για αμοιβή αυτού για υπερωριακή απασχόλησή του κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής του χρονικού διαστήματος από 1.6.2021 έως 28.10.2021 + του ποσού των ευρώ 1.145,04 για αμοιβή αυτού για υπερωριακή απασχόλησή του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών του χρονικού διαστήματος από 1.6.2021 έως 28.10.2021 + του ποσού των ευρώ 205,53 για αμοιβή αυτού για υπερωριακή απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, κατά το χρονικό διάστημα από 29.3.2021 έως 31.5.2021 + του ποσού των ευρώ 52,56 για υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Κυριακής του χρονικού διαστήματος από 29.3.2021 έως 31.5.2021 +του ποσού των ευρώ 44,47 για πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές + του ποσού των ευρώ 734,48 για επίδομα έχμασης έτους 2020 + του ποσού των ευρώ 559,16 για επίδομα έχμασης έτους 2021 + του ποσού των ευρώ 492,55 για υπόλοιπο Δώρου Πάσχα 2020 + του ποσού των ευρώ 956,57 για υπόλοιπο αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2020 + του ποσού των ευρώ 1.131,32 για υπόλοιπο αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2021= 8.476,80), με το νόμιμο τόκο από την 29.10.2021, όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, διάταξη η οποία δεν επλήγη από κανέναν των διαδίκων με λόγο εφέσεως. Το αίτημα της αγωγής περί κήρυξης της απόφασης προσωρινώς εκτελεστής είναι πλέον άνευ αντικειμένου. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος, πρέπει να επιβληθούν κατά ένα μέρος τους σε βάρος της εναγομένης, λόγω της ήττας της και αναλογικώς προς αυτήν, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, την από 29.06.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ………../28.07.2022 έφεση και την από 22.03.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ……../22.03.2023 έφεση.
Δέχεται τυπικά αυτές και εν μέρει στην ουσία τους, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’αριθμ.2009/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία δίκασε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.
Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.
Δέχεται εν μέρει την από 17.12.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου …………./23.12.2021 αγωγή.
Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων εβδομήντα έξι ευρώ και ογδόντα λεπτών (ευρώ 8.476,80), νομιμοτόκως από την 29.10.2021, μέχρι την εξόφληση.
Αναγνωρίζει ότι η εναγομένη, επιπλέον του αμέσως ανωτέρω ποσού, οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δύο χιλιάδων σαράντα (2.040,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την 29.10.2021, μέχρι την εξόφληση.
Επιβάλλει σε βάρος της εναγομένης τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους την 8.5.2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ