Αριθμός 527/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τoν Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Γ.Λ
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 4-1-2017 (αρ. καταθ. ……) έφεση των πρωτοδίκως ηττηθέντων εναγόντων κατά της υπ΄ αρ. 1812/2016 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 647 επ. του ΚΠολΔ, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε κατά νόμο στους ενάγοντες, ήδη εκκαλούντες, με επιμέλεια της εναγομένης, ήδη εφεσίβλητης, την 20-12-2016, η δε ένδικη έφεση ασκήθηκε εντός της προβλεπόμενης κατ΄ άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ προθεσμίας των 30 ημερών, ήτοι την 4-1-2017 [άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως το άρθρο 495 ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23-7-2015) και εφαρμόζεται εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η ένδικη έφεση, όπως προαναφέρθηκε, ασκήθηκε μετά την 1-1-2016], δεδομένου ότι το άρθρο 652 του ΚΠολΔ, το οποίο όριζε ότι «1. Η προθεσμία ανακοπής ερημοδικίας είναι οκτώ ημέρες ενώ της έφεσης, της αναψηλάφησης και της αναίρεσης δεκαπέντε ημέρες, αν εκείνος που δικαιούται να ασκήσει τα ένδικα αυτά μέσα διαμένει στην Ελλάδα, και τριάντα ημέρες, αν διαμένει στο εξωτερικό ή η διαμονή του είναι άγνωστη.», καταργήθηκε σιωπηρώς με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87) και δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω (όπως ίσχυε) σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον, όπως προαναφέρθηκε, η ένδικη έφεση ασκήθηκε την 4-1-2017, ήτοι μετά την 1-1-2016. Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό αυτής (εφέσεως) κατατέθηκε από τους εκκαλούντες, (ενιαίο) παράβολο, συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ [βλ. τα υπ΄ αρ. …../2016 (ορθό 2017) και …../2016 (ορθό 2017) παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. …./2016 (ορθό 2017), …./2016 (ορθό 2017), …/2016 (ορθό 2017) και …/2016 (ορθό 2017) παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ], κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ.
Με την από 23-3-2015 (αρ. καταθ. …….) αγωγή τους, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία συζητήθηκε ενώπιον αυτού (πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου) κατά τη δικάσιμο της 5-11-2015, οι ενάγοντες, ήδη εκκαλούντες, ισχυρίσθηκαν ότι είναι κύριοι των οριζοντίων ιδιοκτησιών που αναφέρονται σ΄ αυτήν [(αγωγή) (του υπό στοιχεία Α-2 διαμερίσματος του πρώτου πάνω από το ισόγειο (pilotis) ορόφου ο πρώτος από αυτούς και του υπό στοιχεία Β-2 διαμερίσματος του δευτέρου πάνω από το ισόγειο (pilotis) ορόφου η δεύτερη από αυτούς)], που βρίσκονται οι ως άνω ιδιοκτησίες στην επί της οδού ………, στον Πειραιά πολυκατοικία, η οποία έχει υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 3741/1929 δυνάμει της υπ΄ αρ. ………..πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………, νομίμως μεταγεγραμμένης. Ότι η εναγομένη, ιδιοκτήτρια του υπό στοιχεία Γ-2 διαμερίσματος του τρίτου πάνω από το ισόγειο (pilotis) ορόφου της ίδιας ως άνω πολυκατοικίας, προέβη σε ενέργειες κατά παράβαση του νόμου και του κανονισμού αυτής (πολυκατοικίας), ήτοι απέκοψε τους καπναγωγούς των τζακιών των ως άνω ιδιοκτησιών αυτών (εναγόντων), που διέρχονταν από την ιδιοκτησία της, παρακωλύοντας τη λειτουργία τους και αχρηστεύοντας τα τζάκια αυτών, όπως ειδικότερα περιγράφεται σ΄ αυτήν (αγωγή). Με βάση το ιστορικό αυτό οι ενάγοντες ζήτησαν α) να υποχρεωθεί η εναγομένη, εντός προθεσμίας δέκα ημερών από την κοινοποίηση της εκδοθησομένης αποφάσεως, να επαναφέρει τις καπναγωγούς στην προηγούμενη κατάσταση, άλλως να επιτραπεί αυτό στους ίδιους (ενάγοντες), με δαπάνες αυτής (εναγομένης), β) να υποχρεωθεί η εναγομένη να παραλείπει κάθε παρόμοια ενέργεια στο μέλλον, με την απειλή εναντίον αυτής χρηματικής ποινής ποσού 500 ευρώ και προσωπικής κρατήσεως διάρκειας 6 μηνών για κάθε παραβίαση του διατακτικού της εκδοθησομένης αποφάσεως και γ) να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει σε καθένα από αυτούς (ενάγοντες) το ποσό των 5.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστησαν από την σε βάρος τους αδικοπρακτική της συμπεριφορά. Τέλος, ζήτησαν να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγομένη στην πληρωμή της δικαστικής τους δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 1812/2016 οριστική απόφασή του, που δημοσιεύτηκε την 6-9-2016, αφού δέχθηκε ότι η αγωγή, με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, παραδεκτώς εισήχθη για να δικαστεί ενώπιον αυτού [πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρα 17 αρ. 3, 29 του ΚΠολΔ)], κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 647 επ. του ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν κατά τον χρόνο εκδίκασής της και αφού απέρριψε τον ισχυρισμό της εναγομένης περί απαράδεκτης σώρευσης στην ένδικη αγωγή του υπό στοιχείου γ) κονδυλίου και (αφού επίσης) δέχθηκε ότι αυτή (αγωγή) είναι ορισμένη και νόμιμη, απέρριψε αυτήν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη, γενομένου δεκτού του ισχυρισμού της εναγομένης περί υπάρξεως καταστάσεως ανάγκης. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται με την προαναφερόμενη έφεση οι ηττηθέντες ενάγοντες και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτήν (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί και επικουρικά να μεταρρυθμιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να γίνει δεκτή στο σύνολό της η ένδικη αγωγή τους.
Κατά το άρθρο 285 του ΑΚ «Δεν αποτελεί παράνομη πράξη η καταστροφή ξένου πράγματος, εφόσον είναι αναγκαία για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος που απειλεί δυσανάλογα μεγαλύτερη ζημία αυτού που επιχειρεί την καταστροφή ή άλλου». Κατά δε το άρθρο 286 του ΑΚ «Εκείνος που επιχείρησε σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο την καταστροφή ευθύνεται σε αποζημίωση, αν είχε προκαλέσει υπαίτια τον κίνδυνο. Σε κάθε άλλη περίπτωση μπορεί κατά τις περιστάσεις να καταδικαστεί σε εύλογη αποζημίωση. Μετά την καταβολή έχει εναντίον εκείνου που ωφελήθηκε από την πράξη του αναγωγή, σύμφωνα με τις διατάξεις για τη διοίκηση αλλότρίων». Κατάσταση ανάγκης είναι η κατάσταση στην οποία τελεί εκείνος ο οποίος εξ ανάγκης κατέστρεψε ή έβλαψε ξένο πράγμα, για να αποτρέψει επικείμενον κίνδυνο, ο οποίος επαπειλούσε δυσαναλόγως μεγαλύτερη ζημία στον καταστρέψαντα ή σε άλλον. Κατά την έννοια της ως άνω διάταξης του άρθρου 285 του ΑΚ, εκείνος ο οποίος ενήργησε σε κατάσταση ανάγκης και κατέστρεψε ή έβλαψε ξένο πράγμα, δεν ενεργεί παράνομη πράξη, υπό την προϋπόθεση: 1) Ότι υφίσταται επικείμενος κίνδυνος, ο οποίος απειλεί ζημία είτε στον ίδιο τον ενεργήσαντα, είτε σε άλλον. Ο κίνδυνος είναι δυνατόν να προέρχεται είτε από φυσικό γεγονός, είτε από το ίδιο το καταστρεφέν πράγμα, είτε από ενέργεια τρίτου, ο οποίος δεν χρησιμοποίησε το πράγμα. 2) Ότι ο κίνδυνος απειλεί ζημία για τον ενεργούντα ή για τρίτο δυσαναλόγως μεγαλύτερη της προξενουμένης από την καταστροφή του πράγματος στον ιδιοκτήτη του. Προκειμένου για κίνδυνο της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας, τα αγαθά αυτά είναι δυσαναλόγως μεγαλύτερης αξίας από τη ζημία του πράγματος, διότι η ζωή και η υγεία είναι πάντοτε αγαθά υπέρτερα από την περιουσία. Και 3) ότι η καταστροφή ή η βλάβη του ξένου πράγματος πρέπει να καθίσταται αναγκαία προς αποτροπή του επικειμένου κινδύνου. Κατά πόσο η ενέργεια αυτή ήταν αναγκαία ή η αποτροπή μπορούσε να επιτευχθεί και με άλλο ηπιότερο μέτρο ή μέσο, κρίνεται όχι από την υποκειμενική αντίληψη του ενεργούντος, αλλά αντικειμενικώς. Εφόσον συντρέχουν οι ανωτέρω όροι, η καταστροφή ή η βλάβη του ξένου πράγματος δεν αποτελεί παράνομη πράξη. Όμως, επειδή δεν είναι δίκαιο, σε κάθε περίπτωση, να μείνει χωρίς αποζημίωση ο υποστάς τη ζημία του πράγματος, ο νόμος, σύμφωνα με το άρθρο 286 του ΑΚ, επαφίεται στον Δικαστή να επιδικάσει κατά τις περιστάσεις εύλογη αποζημίωση στον ζημιωθέντα, καθιερώνει δε επιτακτικώς υποχρέωση σε αποζημίωση μόνον στην περίπτωση κατά την οποία ο ενεργήσας προκάλεσε υπαιτίως τον κίνδυνο. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο Δικαστής κρίνει ότι πρέπει να επιδικασθεί αποζημίωση, αυτή δεν στηρίζεται στο άδικο της ενέργειας, γιατί αυτή δεν είναι παράνομη, αλλά έχει ως αιτιολογία την ισότητα και την επιείκεια. Εάν όμως δεν υφίστανται οι όροι της καταστάσεως ανάγκης, η πράξη του ενεργήσαντος και η υποχρέωση προς αποζημίωση θα κριθεί κατά τις αρχές για την αδικοπραξία. Έτσι, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 914 του ΑΚ «Όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι προϋποθέσεις της αδικοπρακτικής ευθύνης είναι α) ανθρώπινη, παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά, β) επέλευση ζημίας (ή ηθικής βλάβης) και γ) αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμπεριφοράς και της ζημίας (ή της ηθικής βλάβης) (ΑΠ 129/2014).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 περ. β΄ του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το Δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, που προκύπτει και από το συνδυασμό της προς τις διατάξεις των άρθρων 106, 237 εδ. 1 στοιχ. β, 346 και 453 παρ. 1 του ΚΠολΔ, η πρώτη από τις οποίες εισάγει το συζητητικό σύστημα στη διαγνωστική δίκη, δηλαδή της ενέργειας του Δικαστηρίου κατόπιν πρωτοβουλίας των διαδίκων, ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν, νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση εγγράφου, όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Μπορεί δε η επίκληση αυτή να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζητήσεως μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση, είτε με αναφορά δια των προτάσεων αυτών σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζομένων προτάσεων προηγουμένης συζητήσεως, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 του ΚΠολΔ. Η τελευταία αυτή διάταξη, αναφέρεται βεβαίως στον τρόπο επαναφοράς «ισχυρισμών», έχει όμως εφαρμογή και για την επίκληση αποδεικτικών μέσων, λόγω της ταυτότητος του νομικού λόγου (ΟλΑΠ 23/2008). Συγκεκριμένα κατά το άρθρο 240 του ΚΠολΔ, για την επαναφορά ισχυρισμών που υποβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση στο ίδιο ή ανώτερο Δικαστήριο, αρκεί η επανυποβολή τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τους περιέχουν και που προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, η επίκληση με τις προτάσεις που υποβάλλονται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ισχυρισμών με γενική αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις, το κείμενο των οποίων ενσωματώνεται στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου, δεν αρκεί, ούτε είναι νόμιμη. Δεν πρόκειται όμως, για ενσωμάτωση, όταν στο κείμενο των προτάσεων της δευτεροβάθμιας δίκης περιέχονται, έστω και αυτούσιες, οι προτάσεις προηγούμενης συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξουσίου Δικηγόρου στις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης, διότι με τον τρόπο αυτό οι προηγούμενες προτάσεις και οι τελευταίες (ενώπιον δηλαδή του Εφετείου) κατέστησαν ενιαίες (ΑΠ 224/2016).
Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, …… και ……., αντίστοιχα, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχονται (οι καταθέσεις) στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του ίδιου (πρωτοβάθμιου) Δικαστηρίου, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και φωτογραφίες των οποίων δεν αμφισβητείται η γνησιότητα (άρθρα 444, 448 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ, πρβλ. ΑΠ 1707/2009, ΑΠ 230/2008, ΑΠ 239/2004), και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, [ανάμεσα στα οποία έγγραφα των οποίων για πρώτη φορά στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας γίνεται επίκληση και προσαγωγή όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια (άρθρο 529 του ΚΠολΔ)], χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ΄ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προαναφέρθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (πρβλ. ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), [σημειώνοντας ότι οι εκκαλούντες στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, περιλαμβάνουν, αυτούσιες, τις προτάσεις της πρωτοβάθμιας συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξούσιου Δικηγόρου τους, και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας], αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι είναι κύριοι αυτοτελών και ανεξάρτητων οριζόντιων ιδιοκτησιών (διαμερισμάτων) πολυκατοικίας που βρίσκεται στον Πειραιά, επί της οδού .., αρ. .., αποτελούμενης από υπόγειο, ισόγειο (PILOTIS) και πέντε πάνω από το ισόγειο ορόφους καθώς και δώμα, η οποία (πολυκατοικία) έχει υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του ΑΚ, δυνάμει της νομίμως μεταγραφείσας υπ΄ αρ. ………..πράξης συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., το γένος ………. Ειδικότερα, ο πρώτος των εναγόντων είναι κύριος της υπό στοιχεία Α-2 οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος) του πρώτου (Α) πάνω από το ισόγειο (PILOTIS) ορόφου της ως άνω πολυκατοικίας, επιφάνειας 57,36 τ.μ. και ποσοστού συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 103/1000, δυνάμει του υπ΄ αρ. …….. συμβολαίου [πωλητηρίου οριζόντιων ιδιοκτησιών (νόμου 3741/1929)] της ιδίας ως άνω Συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγεγραμμένου. Η δεύτερη των εναγόντων είναι κυρία της υπό στοιχεία Β-2 οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος) του δευτέρου (Β) πάνω από το ισόγειο (PILOTIS) ορόφου της ως άνω πολυκατοικίας, επιφάνειας 57,36 τ.μ. και ποσοστού συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 103/1000, δυνάμει του υπ΄ αρ. ……. συμβολαίου [πωλητηρίου οριζόντιων ιδιοκτησιών (νόμου 3741/1929)] της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγεγραμμένου. Η δε εναγομένη είναι κυρία της υπό στοιχεία Γ-2 οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος) του τρίτου (Γ) πάνω από το ισόγειο (PILOTIS) ορόφου της ίδιας πολυκατοικίας, επιφάνειας 57,36 τ.μ. και ποσοστού συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 103/1000, την οποία απέκτησε δυνάμει του υπ΄ αρ. ……… συμβολαίου [πωλητηρίου οριζόντιων ιδιοκτησιών (νόμου 3741/1929)] της ιδίας ως άνω Συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγεγραμμένου. Στην προαναφερθείσα πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας, στους όρους, τους περιορισμούς και τις υποχρεώσεις της οποίας προσχώρησε η εναγομένη (βλ. τον τίτλο κτήσεως αυτής), αναγράφεται σχετικά με την υλοποίηση της κατασκευής τζακιών στα διαμερίσματα ότι «Για την διέλευση των καπναγωγών των τζακιών διαμέσου των οριζόντιων ιδιοκτησιών, συνιστάται με το παρόν δουλεία, όλοι δε οι ιδιοκτήτες των οριζόντιων ιδιοκτησιών υποχρεούνται να ανέχονται την διέλευση διαμέσου των οριζόντιων ιδιοκτησιών τους, των πάσης φύσεως σωληνώσεων, υδρεύσεως, αποχετεύσεως, αερισμού, καπναγωγών τζακιών, φωτισμού και λοιπά.». Σε συμφωνία με τα ανωτέρω, οι οριζόντιες ιδιοκτησίες των διαδίκων κατασκευάστηκαν διαθέτοντας τζάκι, οι καπναγωγοί των οποίων διέρχονται κάθετα των ιδιοκτησιών των υπερκείμενων ορόφων, ήτοι ο καπναγωγός του Α-2 διαμερίσματος διέρχεται κάθετα των ιδιοκτησιών των Β-2 και Γ-2 διαμερισμάτων, στο οπίσθιο τμήμα των τζακιών αυτών, ο δε καπναγωγός της Β-2 ιδιοκτησίας διέρχεται κάθετα της Γ-2 ιδιοκτησίας, στο οπίσθιο τμήμα του τζακιού αυτής. Ωστόσο, κατά τη λειτουργία των τζακιών των ως άνω ιδιοκτησιών παρουσιάστηκαν έντονα προβλήματα δυσοσμίας και καπνού, τα οποία εντοπίζονταν κυρίως στο διαμέρισμα της εναγομένης, δημιουργώντας αποπνικτική ατμόσφαιρα σ΄ αυτό, προκαλώντας αίσθημα ασφυξίας και ζάλης στους ενοίκους του. Μάλιστα, όταν ο πρώτος των εναγόντων χρησιμοποιούσε το τζάκι για την προετοιμασία φαγητού, οι οσμές γίνονταν αμέσως αισθητές στο διαμέρισμα της εναγομένης. Οι σοβαρές κακοτεχνίες στην κατασκευή τόσο της εστίας τζακιού κάθε διαμερίσματος όσο και στις αντίστοιχες καμινάδες αυτών διαπιστώθηκαν από την εναγομένη ήδη από την αρχή της λειτουργίας τους το έτος 2010, η οποία ενημέρωσε την κατασκευάστρια εταιρεία «………..» και τους ενάγοντες για την πρόκληση κινδύνου υγείας σ΄ αυτήν και τα μέλη της οικογένειάς της από τη συνεχή εισπνοή καυσαερίων, που διαρρέονταν στο διαμέρισμά της κάθε φορά που οι ενάγοντες, σε χρόνο βεβαίως μη γνωστό, εκ των προτέρων, προς την εναγομένη και την συνοικούσα με αυτή οικογένειά της, λειτουργούσαν τα τζάκια τους. Το γεγονός ότι το πρόβλημα και ο βαθμός της έντασής του ήταν γνωστό στους ενάγοντες προκύπτει, εκτός των άλλων αποδεικτικών μέσων, και από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα των εναγόντων, ο οποίος, μεταξύ άλλων, κατέθεσε χαρακτηριστικά ότι «…Μου είχε αναφέρει το πρόβλημα (ενν. η εναγομένη) και δεν το ξανάναψα…», αναγνωρίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη σοβαρότητα των επιπτώσεων εκ της χρήσεως και λειτουργίας του στην υγεία της εναγομένης. Σημειώνεται ότι στις 2 Νοεμβρίου 2011 η εναγομένη μετέβη στο ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΘΩΡΑΚΟΣ ΑΘΗΝΩΝ «Η ΣΩΤΗΡΙΑ» προκειμένου να της παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες λόγω της εισπνοής καπνού, σε συνδυασμό με προγενέστερα προβλήματα βρογχικού άσθματος που αντιμετώπιζε, καθώς εκείνη την ημέρα είχε τεθεί σε λειτουργία για πρώτη φορά το τζάκι του Β-2 διαμερίσματος. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις προσκομισθείσες φωτογραφίες καθώς και από την από 11-5-2012 τεχνική έκθεση της εταιρείας με την επωνυμία «…………..», η κατασκευή του τζακιού του Γ-2 διαμερίσματος περιελάμβανε μεταλλική καπνοδόχο, που δεν πληρούσε τις προδιαγραφές ασφαλείας, που απαιτούνταν για την ασφαλή και χωρίς κινδύνους χρήση του τζακιού από τους ενοίκους, ενώ οι διερχόμενες πίσω από την κατασκευή του τζακιού της εναγομένης σωλήνες-καπνοδόχοι των διαμερισμάτων των εναγόντων αποδείχθηκαν εξίσου μη ασφαλείς καθώς είναι ελικοειδούς ραφής, μονές αντί διπλές, δεν έφεραν στις ενώσεις σφιγκτήρα ούτε σφράγιση με ειδική πυράντοχη μαστίχη-σιλικόνη και τα τοιχώματά τους δεν είχαν επαρκώς στεγανοποιηθεί, ώστε να μη διαφεύγουν καυσαέρια, οι ελικοειδούς δε ραφής σωλήνες δεν ενδείκνυνται για εσωτερικές καπνοδόχους καθώς υφίσταται κίνδυνος από την ανάπτυξη μεγάλης θερμοκρασίας, ανοίγματος των ραφών και ως εκ τούτου διαρροής καυσαερίων στο εσωτερικό του διαμερίσματος. Αυτές είναι κατάλληλες για εξωτερικές κατασκευές και συνήθως καλύπτονται και με κτίσιμο. Σημειώνεται ότι η αρμόδια Διεύθυνση Πολεοδομίας (Τμ. Ελέγχου Κατασκευών) του Δήμου Πειραιά, κατόπιν αυτοψίας που διενήργησε στις 24-11-2011, διαπίστωσε το αυθαίρετο των κατασκευών των τζακιών και των καμινάδων και των τριών ιδιοκτησιών των διαδίκων (βλ. τις υπ΄ αρ. ……… αντίστοιχα, εκθέσεις αυτοψίας). Βέβαια οι οικοδομικές παραβάσεις και η συμμόρφωση ή μη στις πολεοδομικές διατάξεις συνεπάγεται τις κατά τη σχετική αυτή νομοθεσία προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις, δεν καταλύει, όμως, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, που απορρέουν από τις μεταξύ των συνιδιοκτητών συναπτόμενες δικαιοπραξίες. Κατόπιν των ανωτέρω, η καθαίρεση των τμημάτων των επίδικων καμινάδων, που διέρχονταν μέσα από την ιδιοκτησία της εναγομένης, στην οποία προέβη η τελευταία τον μήνα Μάιο του έτους 2012, ήταν αναγκαία για την αποτροπή του προαναφερθέντος επικείμενου κινδύνου για την υγεία της ιδίας και της με αυτήν συνοικούσας οικογένειάς της, ήτοι για την αποτροπή βλάβης σε δυσανάλογα υπέρτερης αξίας αγαθό για την εναγομένη και την οικογένειά της από την υλική ζημία, που υπέστησαν οι ενάγοντες. Η ενέργειά της δε αυτή υπαγορευόταν από τη δημιουργηθείσα κατάσταση ανάγκης (άρθρο 285 του ΑΚ), η οποία αίρει τον παράνομο χαρακτήρα αυτής, όπως παραδεκτά και βάσιμα ισχυρίστηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ισχυρισμό τον οποίο επαναφέρει ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της. Άλλωστε, στην πράξη της αυτή προέβη κατόπιν πλήθος επαφών και διαπραγματεύσεων με την κατασκευάστρια εταιρεία, που αναγνώριζε το πρόβλημα αλλά κωλυσιεργούσε στην ορθή αποκατάστασή του, ενώ τεχνίτες και μηχανικός που επισκέφθηκαν το διαμέρισμά της πρότειναν ως λύση την εκτεταμένη επισκευή-ανακατασκευή του εσωτερικού τμήματος και των καμινάδων, η οποία αφορούσε ολόκληρο το μήκος των καμινάδων, ήτοι και αυτό που βρισκόταν στα διαμερίσματα των εναγόντων, καθώς και την επιμήκυνση του εξωτερικού τμήματος αυτών, ενέργεια, όμως, που απαιτούσε τη συναίνεση όλων των συνιδιοκτητών, ήτοι και των λοιπών οριζόντιων ιδιοκτησιών των Δ΄ και Ε΄ ορόφων. Οι δε ενάγοντες, από τους οποίους ο πρώτος χρησιμοποιούσε το τζάκι του και για την παρασκευή φαγητού, γνώστες της δημιουργηθείσας κατάστασης, ουδέν έπραξαν για την αποκατάσταση του ως άνω προβλήματος των τζακιών τους, παρά τις σχετικές επανειλημμένες οχλήσεις της εναγομένης και την εντός ευλόγου χρόνου αναμονή αυτής (εναγομένης) προς αποκατάσταση αυτού, διαμαρτυρήθηκαν δε το πρώτον στην εναγομένη για την αποκοπή τμήματος των καμινάδων τους και αχρήστευσης των τζακιών περίπου τρία έτη μετά, με την από 18-2-2015 εξώδικη απάντηση-διαμαρτυρία-δήλωσή τους, που επιδόθηκε στην εναγομένη την 20-2-2015. Ο ισχυρισμός που προβάλλουν οι ενάγοντες ότι κατά της εναγομένης, είχε ήδη ασκηθεί, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδική διαδικασία μισθωτικών διαφορών), από τους κατασκευαστές της πολυκατοικίας, η από 31-7-2012 (αρ. καταθ. ………) αγωγή που συζητήθηκε την 4-11-2013 και η οποία αφορούσε στα ίδια πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το πραγματικό της ένδικης αγωγής, ήτοι στην αποκοπή των καμινάδων των τζακιών των ιδιοκτησιών τους και ότι επ΄ αυτής εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 3224/2014 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), η οποία απέρριψε την αγωγή, ως ενεργητικά ανομιμοποίητη, ενώ παρέπεμψε στην τακτική διαδικασία έτερο αίτημα της αγωγής, περί καταβολής αποζημιώσεως λόγω συκοφαντικής δυσφήμισης του κατασκευαστή και συνεπώς ότι η εναγομένη είχε οχληθεί με άσκηση αγωγής αναφορικά με την αποκοπή των καπναγωγών των ιδιοκτησιών τους (εναγόντων) από τον κατασκευαστή της πολυκατοικίας, αλυσιτελώς προβάλλεται, αφού οι ίδιοι δεν όχλησαν την εναγομένη για την αποκοπή των καμινάδων των τζακιών των ιδιοκτησιών τους. Εξάλλου απορριπτέος είναι και ο συναφής, με τον ανωτέρω, ισχυρισμός τους ότι καλόπιστα είχαν την πεποίθηση, ότι είναι θέμα του κατασκευαστή της πολυκατοικίας, ο οποίος τους δήλωσε ότι είχε αναλάβει το θέμα της καμινάδας και ότι όταν ενημερώθηκαν ότι για τυπικούς λόγους απορρίφθηκε η αξίωση που άσκησε ο κατασκευαστής, τότε ενήργησαν αυτοτελώς. Τούτο δε, καθόσον ενώ η ως άνω απόφαση δημοσιεύθηκε την 3-7-2014, η από 18-2-2015 εξώδικη απάντηση-διαμαρτυρία-δήλωση κοινοποιήθηκε στην εναγομένη την 20-2-2015, ήτοι μετά την παρέλευση περίπου 7,5 μηνών από τη δημοσίευση της ως άνω αποφάσεως. Οι ενάγοντες δε δεν επικαλούνται τον ακριβή χρόνο γνώσης του αποτελέσματος της δίκης, πολλώ δε μάλλον γιατί καθυστέρησαν να πληροφορηθούν την έκβαση της δίκης από τον κατασκευαστή, για ζήτημα μάλιστα που τους απασχολούσε άμεσα. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ένδικη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη, δεκτού γενομένου του ισχυρισμού της εναγομένης περί υπάρξεως καταστάσεως ανάγκης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε όμοια και απέρριψε την ένδικη αγωγή για τον ίδιο λόγο, ήτοι ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη, δεκτού γενομένου του ισχυρισμού της εναγομένης περί υπάρξεως καταστάσεως ανάγκης, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και επίσης ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά, και συνεπώς οι σχετικοί λόγοι της εφέσεως, με τον οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμοι. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς έρευνα, πρέπει η ένδικη έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της, ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη. Το Δικαστήριο, λόγω της ήττας των εκκαλούντων, πρέπει να διατάξει την εισαγωγή του παραβόλου, συνολικού ποσού (200) ευρώ, που κατατέθηκε για το παραδεκτό της εφέσεως, με τα υπ΄ αρ. …../2016 (ορθό 2017) και …./2016 (ορθό 2017) παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. …/2016 (ορθό 2017), …./2016 (ορθό 2017), …/2016 (ορθό 2017) και …/2016 (ορθό 2017) παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ, στο Δημόσιο Ταμείο. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφισθούν, στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων, λόγω του δυσερμήνευτου του κανόνα δικαίου που εφαρμόσθηκε, ο οποίος ως εκ της φύσεώς του και των σκοπών τους οποίους εξυπηρετεί, εμφανίζει ιδιαίτερες ερμηνευτικές δυσχέρειες αφ΄ αυτού, κυρίως όμως κατά την εξειδίκευση και εφαρμογή του σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, όπως συμβαίνει στην κρινομένη υπόθεση (άρθρα 106, 183, 178 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από 4-1-2017 (αρ. καταθ. ……) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 1812/2016 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδική διαδικασία των άρθρων 647 επ. του ΚΠολΔ).
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου, συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που κατατέθηκε με τα υπ΄ αρ. …… παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. ……. παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ, στο Δημόσιο Ταμείο.
Συμψηφίζει, στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 29.8. 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ