Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 201/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αριθμός απόφασης   201/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

Α) Καλούσας- εφεσίβλητης:  Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………», που εδρεύει στην Αθήνα (………), με ΑΦΜ …. Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών, αρ. ΓΕΜΗ  …, νόμιμα εκπροσωπούμενη ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………» (ΑΦΜ …. και αρ. ΓΕΜΗ …) λόγω διασπάσεως της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύσταση της πρώτης τραπεζικής εταιρείας (άρθρο 16 ν. 2515/1997 και άρθρα 57 παρ.3 και 59-74 του ν. 4601/2019- Ανακοινώσεις Γ.Ε.ΜΗ υπ’ αριθ. ….. και ………/30.12.2020), η οποία (…………….) έχει καταστεί οιονεί καθολική διάδοχος της «…………» λόγω συγχωνεύσεως δι’ εξαγοράς της τελευταίας από την ……. σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 61164/20.11.2014 εγκριτική απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης (Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή), η οποία καταχωρίστηκε στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) με κωδικό αριθμό καταχώρισης …….., τις διατάξεις των άρθρων 79 και 69-77 του Κ.Ν. 2190/1920 «περί Ανωνύμων Εταιριών» σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 16 του Ν. 2515/1997 και 1-5 του Ν. 2166/1993, όπως ισχύουν και την υπ’ αριθ. ……/5.11.2014 πράξη του Συμβολαιογράφου Πειραιά . .. ……, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο,

Των καθ’ ων η κλήση-εκκαλούντων: 1) ………., 2) …………., 3) ………. .., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρου τους, Φώτιο Μπαμπάνη, που δεν κατέθεσε προτάσεις.

Β) Της καλούσας- αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «………» και διακριτικό τίτλο «…………..», όπως μετονομάσθηκε η ανώνυμη εταιρεία με την προηγούμενη επωνυμία «……….» και τον διακριτικό τίτλο «……………», που εδρεύει στον Δήμο Αθηναίων, οδός ………. (ΓΕΜΗ ………., Κωδικό Αριθμό Καταχώρισης της σύστασης ………, ΑΦΜ. ……… ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ) όπως εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσας νομίμως από την ……….. δυνάμει της με αριθμό 326/17.09.2019 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων  (ΦΕΚ υπ. Αριθ. 3533/20.09.2019), ενεργούσας με την ιδιότητας της ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος, διαχειρίστρια και πληρεξούσια των απαιτήσεων των οποίων δικαιούχος τυγχάνει η εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………», που εδρεύει στο …… Ιρλανδίας (με αριθ. μητρώου ……….), όπως εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……….» που εδρεύει στην Αθήνα (με αριθ. ΓΕΜΗ ….. και ΑΦΜ ……. ΔΟΥ ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ) δυνάμει μεταβίβασης σε αυτήν από την τελευταία απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, μεταξύ των οποίων και η απορρέουσα από την ένδικη έννομη σχέση, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Ελένη Ζαννιά,

Καθ’ ων η κλήση- καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση: 1) ……….., 2) …………., 3) …………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρου τους, Φώτιο Μπαμπάνη, που δεν κατέθεσε προτάσεις,

Κοινοποιούμενη προς: Την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «………», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ……, με ΑΦΜ ………., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικήγορο.

Οι υπό στοιχ. Α εκκαλούντες- Β καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση άσκησαν ενώπιον το Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 29.11.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2017) ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η 3430/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που την απέρριψε.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, οι ανακόπτοντες και ήδη υπό στοιχ. Α εκκαλούντες- Β καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση με την από 2.10.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ……../2018, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……./2018) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αρχικά η 21.11.2019, μετά δε από διαδοχικές αναβολές η 8.10.2020 και η 9.12.2021. Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η ήδη υπό στοιχ. Β αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα άσκησε την από 22.4.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……../2021) εκούσια αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε η 9.12.2021. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο, η έφεση και η πρόσθετη παρέμβαση συνεκδικάστηκαν από το παρόν Δικαστήριο και κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση αυτών. Με την από 26.4.2022 (με ΓΑΚ …/2022 και ΕΑΚ …../2022) κλήση της εφεσίβλητης και την από 26.4.2022 (με ΓΑΚ …/2022 και ΕΑΚ …/2022) κλήση της πρόσθετης παρεμβαίνουσας προσδιορίστηκε εκ νέου η συζήτηση αντίστοιχα της έφεσης και της πρόσθετης παρέμβασης για τη δικάσιμο της 6.4.2023 και μετ’ αναβολή από το πινάκιο για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.

Η έφεση και η πρόσθετη παρέμβαση, στην τελευταία αυτή δικάσιμο, συνεκφωνήθηκαν από τη σειρά τους στο οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν.

Η πληρεξούσια δικηγόρος της υπό στοιχ. Β αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος των καθ’ ων η κλήση- εκκαλούντων- καθ’ ων πρόσθετη παρέμβαση αφού ζήτησε την αναβολή της υπόθεσης και απορρίθηκε το αίτημά του, δήλωσε ότι παρίσταται για τους εκκαλούντες- καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση, αλλά δεν κατέθεσε προτάσεις.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα φέρονται μετ’ αναβολή από το πινάκιο προς συζήτηση κατ’ άρθρο 226 παρ.4 σε συνδυασμό με το άρθρο 498 παρ.2 ΚΠολΔ και  συνεκδίκαση λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους (άρθρα 31 παρ.1 και 246 ΚΠολΔ) α) η μεν από 2.10.2018 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2018 και Ε.Α.Κ. …./2018 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2018 και Ε.Α.Κ. …./2018) έφεση των ……….. κατά της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» προς εξαφάνιση της 3430/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών), κατόπιν της 26.4.2022 (με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …../2022) κλήσης της εφεσίβλητης ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, β) η δε από 22.4.2021 (με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …./2021) εκούσια αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» ενώπιον τούτου του Δικαστηρίου υπέρ της ως άνω εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας και κατά των εκκαλούντων, κατόπιν της από 26.4.2022 (με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …../2022) κλήσης της ως άνω προσθέτως παρεμβαίνουσας και όπως έφεση και αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση είχαν ορισθεί για να συζητηθούν με τις παραπάνω κλήσεις στη δικάσιμο της 6.4.2023, οπότε η συζήτησή τους αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Προηγουμένως η ως άνω έφεση και η εκούσια αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση είχαν συνεκδικασθεί στη δικάσιμο της 9.12.2021 από το παρόν Δικαστήριο, το οποίο με την 141/2021 απόφασή του κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση αυτών. Περαιτέρω, κατά την εκφώνηση της εν λόγω έφεσης, κατόπιν της επαναφοράς της με κλήση, στη σειρά της στο οικείο πινάκιο στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου στην τελευταία ορισθείσα μετ’ αναβολή δικάσιμο της 4.4.2024, η καλούσα- εφεσίβλητη δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, οι δε καθ’ων η κλήση-εκκαλούντες παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου ……., ακολούθως δε κατά τη συνεκφώνηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης η προσθέτως παρεμβαίνουσα παρέστη δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της ……….. και οι καθ’ων η πρόσθετη παρέμβαση παρέστησαν δια του ίδιου ως άνω πληρεξούσιου δικηγόρου τους, ενώ η υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση ανώνυμη τραπεζική εταιρεία ήταν απούσα. Οι εκκαλούντες- καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση υπέβαλαν δια το πληρεξούσιου δικηγόρου τους αίτημα αναβολής εκδίκασης της έφεσης και της πρόσθετης παρέμβασης, το αίτημα αυτό απορρίφθηκε από το Δικαστήριο τούτο, πλην όμως στη συνέχεια αυτοί δεν κατέθεσαν προτάσεις. Ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου επί ασκηθείσας εφέσεως, η κατάθεση των προτάσεων είναι υποχρεωτική, είτε η υπόθεση δικάζεται με την τακτική, είτε με κάποια ειδική διαδικασία όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111, 115 παρ.3, 524 παρ.1 και 591 παρ.7-1γ’-1στ’ (για τις ειδικές διαδικασίες) του ΚΠολΔ, οπότε οι μεν προτάσεις όταν εφαρμόζεται η ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, όπως εν προκειμένω, κατατίθενται το αργότερο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η δε προσθήκη επί των προτάσεων έως τη δωδέκατη ώρα της πέμπτης εργάσιμης ημέρας από τη συζήτηση αυτή. Αν κάποιος διάδικος δεν καταθέσει προτάσεις θεωρείται δικονομικά απών (ΕφΑθ 372/2010, ΕλλΔνη 2011, σελ. 526, ΕφΘεσσαλ 1492/2017 στην ΤΝΠ Νόμος), με συνέπεια την ερημοδικία του (ΕφΑθ 7625/2006, ΕλλΔνη 2007, σελ. 569, ΕφΑθ 2527/2009, ΕλλΔνη 2011, σελ. 200, ΕφΔωδ 117/2017 στην ΤΝΠ Νόμος, όπου παραπέμπει ο Χ. Ευθυμίου σε Απαλαγάκη-Σταματόπουλου, Ο Νέος ΚΠολΔ 2, σελ. 1722, παρ.2,  Στ. Πανταζόπουλο σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ 2, άρθρα 495-590, σελ. 146, παρ.6, Κ. Παναγόπουλο σε Κυριάκου Οικονόμου, Η έφεση, σελ. 220-221). Ως εκ τούτου, εν προκειμένω, οι εκκαλούντες και καθ’ων η πρόσθετη παρέμβαση στην ένδικη υπόθεση θεωρούνται δικονομικά απόντες. Από τις προσκομιζόμενες από την προσθέτως παρεμβαίνουσα υπ’ αριθ. ……./17.5.2022, ………./17.5.2022 και Γ-………../17.5.2022 εκθέσεις επιδόσεως της δικ. επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά ……… αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της ως άνω από 26.4.2022 κλήσης της καλούσας- εφεσίβλητης προς τους εκκαλούντες για να παραστούν στη συζήτηση της ένδικης εφέσεως στις 6.4.2023, επιδόθηκε σε αυτούς νόμιμα με θυροκόλληση κατά τις διατάξεις των άρθρων 124 παρ.2, 128 παρ.4-1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 ΚΠολΔ, οπότε η εκ του πινακίου αναβολή της υπόθεσης από την παραπάνω δικάσιμο στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο ισχύει ως κλήτευση των εκκαλούντων στη μετ’ αναβολή δικάσιμο κατ’ άρθρο 226 παρ.4 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, συνεπώς για πρώτη φορά και ενώπιον του Εφετείου, περιοριζόμενος σε μόνη την υποστήριξη ή αντίκρουση των λόγων της έφεσης, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται όταν με αυτήν μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης και είτε απειλείται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί, είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής του από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως τρίτος δε, κατά την έννοια της ίδιας διάταξης του άρθρου 80 ΚΠολΔ, νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υπόθεσης. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 μέχρι 78. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου. Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2 ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατά το άρθρο 325 αριθ. 2 ΚΠολΔ. Λόγω δε της δημιουργούμενης αναγκαστικής ομοδικίας για τους ομοδίκους που απουσιάζουν, δεν επέρχονται οι συνέπειες της ερημοδικίας, αλλά αυτοί αντιπροσωπεύονται από τους παριστάμενους ομοδίκους τους. Εξάλλου, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1 περ. γ του ν. 4354/2015 “Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων….”, “Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους, οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις”. Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του άνω νόμου 4354/2015, “Οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014 (Α’ 246). Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης”. (ΑΠ 1102/2022 και 1343/2022 ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, όπως γίνεται δεκτό, οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων του Ν. 4354/2015 απολαμβάνουν την προβλεπόμενη από το νόμο αυτό εξαιρετική νομιμοποίηση ως μη δικαιούχοι διάδικοι και στην περίπτωση που τους έχει ανατεθεί η διαχείριση απαιτήσεων με το καθεστώς του Ν. 3156/2003, μολονότι τέτοια νομιμοποίηση δεν θεσπίζεται ρητά με το Ν. 3156/2003 (βλ. ΟλΑΠ 1/2023 στην ΤΝΠ Νόμος). Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 274 παρ.2 ΚΠολΔ, η οποία εφαρμόζεται και στην κατ’ έφεση δίκη (άρθρο 524 παρ.1 ΚΠολΔ), αν εκείνος που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση εμφανισθεί κατά τη συζήτηση, τότε αν λείπουν και οι δύο αρχικοί διάδικοι ή ο αντίδικος εκείνου υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση, το δικαστήριο συζητεί την υπόθεση ερήμην του αντιδίκου εκείνου, υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 271 και 272 ΚΠολΔ. Στην περίπτωση απουσίας, δηλαδή, αμφοτέρων των διαδίκων της κυρίας δίκης, η συζήτηση της υπόθεσης δεν ματαιώνεται, όταν παρίσταται ο προσθέτως παρεμβαίνων, αλλά λαμβάνει χώρα ερήμην του αντιδίκου του υπερ ού η πρόσθετη παρέμβαση (βλ. και ΑΠ 265/2013 στην ΤΝΠ Νόμος). Από την τελολογία και το συνδυασμό του συνόλου των ως άνω αφορώντων την πρόσθετη, απλή ή αυτοτελή, παρέμβαση ρυθμίσεων, συνάγεται ότι η εφαρμογή του άρθρου 274 παρ.2 ΚΠολΔ προϋποθέτει εγγραφή στο πινάκιο τόσο της κύριας υπόθεσης, όσο και της πρόσθετης παρέμβασης, και συνεκφώνησης αυτών, ώστε τελικά να συνεκδικαστούν. Τέλος, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 524 παρ.3 ΚΠολΔ, ως ισχύει, σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται, εφόσον είναι παραδεκτή.

Στην προκειμένη περίπτωση, οι ανακόπτοντες, και ήδη εκκαλούντες, άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και εναντίον της  ήδη εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας  την από 29-11-2017  (με Γ.Α.Κ. …/2017 και Ε.Α.Κ. …../2017) ανακοπή τους, με την οποία ζητούσαν, για τους εκεί αναφερόμενους λόγους, την ακύρωση της υπ΄αρ. …../2017 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και της από 9.11.2017 επιταγής προς πληρωμή, με την οποία υποχρεώθηκαν να καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο στην καθ’ης το σε αυτήν αναφερόμενο ποσό. Το πρωτοβάθμιο  Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του, δικάζοντας κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, απέρριψε την ανακοπή και επικύρωσε τη διαταγή πληρωμής. Κατά της απόφασης αυτής οι ανακόπτοντες άσκησαν την κρινόμενη έφεση, με την οποία παραπονούνται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητούν να εξαφανιστεί αυτή, ώστε να γίνει δεκτή η ανακοπή τους και να ακυρωθεί η προαναφερθείσα διαταγή πληρωμής. Περαιτέρω, ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου ασκήθηκε το πρώτον με ιδιαίτερο δικόγραφο  η από  22-4-2021  αυτοτελής πρόσθετη υπέρ της εφεσίβλητης παρέμβαση (με Γ.Α.Κ. …/2021 και Ε.Α.Κ. …./2021), από  την εταιρία με την επωνυμία «…………….», μετονομασθείσα από «………….», νομίμως συσταθείσα και αδειοδοτηθείσα  από την Τράπεζα της Ελλάδος δυνάμει της με αριθμό 326/17.9.2019 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΦΕΚ υπ’ αριθ. 3533/20.9.2019), ενεργούσας υπό την ιδιότητα της μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου, διαχειρίστρια των απαιτήσεων της εδρεύουσας στο ……….. Ιρλανδίας εταιρείας ειδικού σκοπού “…………”, που κατέστη ειδική διάδοχος της ως άνω εφεσίβλητης τράπεζας, δυνάμει μεταβίβασης σε αυτήν από την τελευταία απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3156/2003, μεταξύ των οποίων και η απορρέουσα από την ένδικη έννομη σχέση. Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η ως άνω πρόσθετη παρέμβαση, που έχει σαφώς χαρακτήρα αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης και  αντίγραφο της οποίας επιδόθηκε νόμιμα στους καθ’ ων η παρέμβαση (βλ. τις υπ’ αριθ. 4844 Δ/1.6.2021, …./1.6.2021 και …/1.6.2021 εκθέσεις επιδόσεως του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……….) και στην υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση (βλ. την υπ’ αριθ. ………./1.6.2021 έκθεση επίδοσης της δικ. επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……….), οπότε έχει ασκηθεί νόμιμα κατ’ άρθρο 81 ΚΠολΔ, είναι παραδεκτή και νόμιμη κατ’ άρθρα 80 και 83 ΚΠολΔ, με αποτέλεσμα μεταξύ της κύριας διαδίκου, εφεσίβλητης, και της προσθέτως υπέρ αυτής παρεμβαίνουσας να δημιουργηθεί σχέση επιγενόμενης αναγκαίας ομοδικίας. Επίσης σημειώνεται ότι η από 26.4.2022 κλήση της προσθέτως παρεμβαίνουσας, αφού κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της πρόσθετης παρέμβασης με την 141/2022 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου και προκειμένου να συζητηθεί στη δικάσιμο της 6.4.2023, οπότε αναβλήθηκε η υπόθεση εκ του πινακίου για τη δικάσιμο της 4.4.2024, επιδόθηκε νόμιμα κι εμπρόθεσμα στους καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση στις 17.5.2022 (βλ. τις υπ’ αριθ. Γ-………./17.5.2022, ……../17.5.2022 και ………/17.5.2022 εκθέσεις επιδόσεως της δικ. επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς …….. προς τους καθ’ ων η κλήση- καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση), όπως και στην υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση τράπεζα (βλ. την Στ-………/17.5.2022 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……….). Περαιτέρω, η προσθέτως παρεμβαίνουσα νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζει τα έγγραφα νομιμοποιήσεώς της, μεταξύ των οποίων α) την με αρ. πρωτ. …/22-7-2002 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τόμος …, αρ. ….) περίληψης της από 21.7.2020 σύμβασης εκχώρησης από την Τράπεζα ………. προς την “………..” τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων σύμφωνα με τα άρθρα 10, 14 του ν. 3156/2003, β) ακριβές αντίγραφο από το Ενεχυροφυλακείο Αθηνών αποσπάσματος των στοιχείων των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων που επισυνάφθηκαν ως Παράρτημα στην με αρ. πρωτ. …../2020 περίληψη, από τα οποία αποδεικνύεται η εκχώρηση από την Τράπεζα ………. προς την “………..” των απαιτήσεων εκ της ένδικης σύμβασης δανείου με συστημικό αριθμό …, με αριθμό καταχώρισης …. και γ) την με αριθ. πρωτ. …/24-12-2020 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τόμος …. αριθ. …), περίληψης της από 23/12/2020 σύμβασης διαχείρισης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων μεταξύ της δικαιούχου των απαιτήσεων “………..” και της διαχειρίστριας “………». Επομένως αποδεικνύεται η επικαλούμενη ιδιότητα με βάση την οποία η τελευταία αυτή εταιρεία ασκεί την ένδικη αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της εφεσίβλητης και κατά των εκκαλούντων. Λόγω της επιγενόμενης αναγκαστικής ομοδικίας μεταξύ της προσθέτως παρεμβαίνουσας και της εφεσίβλητης, η τελευταία παρότι δεν παρέστη στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της κατά αυτής εφέσεως εκπροσωπείται από την αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα, ενώ οι εκκαλούντες οι οποίοι παρότι παραστάθηκαν στο ακροατήριο δια πληρεξούσιου δικηγόρου δεν κατέθεσαν προτάσεις, δικάζονται ερήμην. Σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ.3 ΚΠολΔ «σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται, εφόσον είναι παραδεκτή». Στην προκειμένη περίπτωση, η εκκαλούμενη επιδόθηκε στους ηττηθέντες πρωτοδίκως ανακόπτοντες στις 4.9.2018 (βλ. τις υπ’ αριθ. …/4.9.2018, …/4.9.2018 και …../4.9.2018 εκθέσεις επιδόσεως του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ……….), η δε υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 2.10.2018 κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ. Εξάλλου για το παραδεκτό της κατατέθηκε από τους εκκαλούντες κατ’ άρθρο 495 παρ.3 στοιχ.Αβ ΚΠολΔ το με κωδικό …………. e- Παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. συνημμένα στο εφετήριο αντίγραφο του παραβόλου και την από 2.10.2018 εξοφλητική απόδειξη της Τράπεζας …… – winbank), ενώ κατά τα λοιπά, οι λόγοι έφεσης είναι ορισμένοι και παραδεκτοί. Ενόψει των ανωτέρω, η έφεση πρέπει να απορριφθεί λόγω του ότι τυγχάνει ανυποστήρικτη, στην ουσία της από το παρόν αρμόδιο κατ’ άρθρο 19 περ.1 ΚΠολΔ Δικαστήριο, δικάζον κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, ως πρωτοδίκως κατ’ άρθρο 591 παρ.7 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, πρέπει να καθοριστεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση άσκησης εκ μέρους των εκκαλούντων ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ.2 ΚΠολΔ), και αυτοί να καταδικασθούν  στα δικαστικά  έξοδα της αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας (άρθρο 176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό. Εξάλλου, ενόψει του  παρεπομένου χαρακτήρα, σε σχέση με την κύρια δίκη, της πρόσθετης παρέμβασης δεν απαιτείται στην απόφαση να περιλαμβάνεται διάταξη για αυτήν, οπότε δεν θα περιληφθεί τέτοια στο διατακτικό της παρούσας (Εφ.Αθ. 5722/2011 ΤΝΠ Νόμος, Β. Βαθρακοκοίλη, Ερμ.ΚΠολΔ, Τόμος Α, υπό τα άρθρα 80 αρ. 2-3 και 83 αρ. 4, 5). Τέλος, λόγω της ήττας των εκκαλούντων πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει: α) την από 2-10-2018 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2018 και Ε.Α.Κ. …../2018 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2018 και Ε.Α.Κ. ……/2018) έφεση κατά της 3430/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών), ερήμην των εκκαλούντων, της εφεσίβλητης εκπροσωπούμενης από την αμέσως παρακάτω αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα και β) την από 22.4.2021 (με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …./2021) εκούσια αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της εφεσίβλητης ερήμην των καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση και της υπέρ ης αυτή.

Ορίζει  το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ, για κάθε εκκαλούντα.

Δέχεται τυπικά την έφεση και απορρίπτει αυτή στην ουσία της.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα  της αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας σε βάρος των εκκαλούντων και ορίζει αυτά στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος από τους εκκαλούντες  με κωδικό ……………. e- Παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατό (100) ευρώ στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων  δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν, στις 30.4.2024.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ