Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 262/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  262/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε ο πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του Εφετείου Πειραιά και τη γραμματέα, Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ………… για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος – αντεφεσίβλητου: ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε με δήλωση (ΚΠολΔ 242 παρ. 2) από την πληρεξούσια δικηγόρο, Ειρήνη Δενέζη.

Της εφεσίβλητης – εντεκκαλούσας: ………….., η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νέστωρα Αποστολακίδη.

Οι διάδικοι άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τις με αρ. κατ. ……./2021 και ………/2021 αγωγές για να εκδικαστούν κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών. Αυτό με την με αρ. 449/2023 απόφαση απέρριψε την πρώτη και έκανε εν μέρει δεκτή τη δεύτερη κατ’ ουσία.

Εναντίον αυτής της απόφασης ο εκκαλών άσκησε την από 15.5.2023 έφεση, η οποία ορίστηκε (……./2023 εκθ. κατ. στο Εφετείο Πειραιά) να συζητηθεί ενώπιον του δικαστηρίου τούτου τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή. Η εφεσίβλητη άσκησε την με αρ. κατ. …………/2024 αντέφεση, η οποία ορίστηκε να συζητηθεί τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση και η αντέφεση κατά της με αρ. 449/2023 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που έκρινε, κατά τη διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση, αγωγές διαζυγίου και απαίτησης του αναίτιου συζύγου για ηθική βλάβη (ΚΠολΔ 592 παρ. 1 α και 4), ασκήθηκαν νόμιμα, εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 1) και κατατέθηκε το σχετικό παράβολο έφεσης (βλ το με αρ. ………………/2023 ηλεκτρ. παράβολο). Πρέπει επομένως να συνεκδικαστούν λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους, να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Με τις πρωτοδίκως κριθείσες αγωγές τους οι διάδικοι ζήτησαν να λυθεί ο μεταξύ τους γάμος και επιπλέον η ενάγουσα, ως αναίτια σύζυγος, να της αναγνωριστεί χρηματική ικανοποίηση ηθικής βλάβης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε την αγωγή του ενάγοντος και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή της ενάγουσας, απήγγειλε τη λύση του μεταξύ τους γάμου και αναγνώρισε υποχρέωση του εναγόμενου καταβολής χρηματικής ικανοποίησης ηθικής βλάβης στην αναίτια ενάγουσα, ύψους 1.000 ευρώ. Την απόφαση αυτή, μόνο κατά το κεφάλαιο της αναγνώρισης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, προσβάλλει ο εναγόμενος για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί αυτή να εξαφανιστεί και στη συνέχεια να απορριφθεί η εναντίον του αγωγή ως προς το κεφάλαιο αυτό. Η ενάγουσα άσκησε εναντίον της ως άνω οριστικής απόφασης αντέφεση για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου ζητώντας να της αναγνωριστεί ως χρηματική ικανοποίηση ηθικής βλάβης όλο το ποσό που αιτείται με την αγωγή της σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.

Σχετικά με το λόγο έφεσης που αφορά την αοριστία της αγωγής, αυτός πρέπει να απορριφθεί γιατί στο δικόγραφο αναφέρονται το είδος της προσβολής, η παράνομη πράξη που την προκάλεσε, ο αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στην τελευταία και στην προσβολή της προσωπικότητας και η υπαιτιότητα του εναγομένου. Αντίθετα, άλλοι ειδικότεροι προσδιορισμοί, όπως είναι η έκταση της βλάβης που υπέστη η παθούσα, η βαρύτητα του πταίσματος του υπαιτίου, καθώς και οι συμπαρομαρτούσες συνθήκες, δηλαδή η περιουσιακή κατάσταση, η κοινωνική θέση των διαδίκων κ.α., αποτελούν είτε ιδιότητες στοιχείων που συνθέτουν την ιστορική βάση της αγωγής, είτε περιστατικά που λαμβάνονται υπόψη για να καθοριστεί το εύλογο χρηματικό ποσό για την ικανοποίηση του παθόντος, δηλαδή δεν αποτελούν ίδια και αυτοτελή στοιχεία, ώστε η παράθεσή τους να είναι απαραίτητη για την πληρότητα της αγωγής, όπως εσφαλμένα ισχυρίζεται ο εκκαλών, ούτε περί τούτων διατάσσεται απόδειξη, αλλά το Δικαστήριο αποφαίνεται γι’ αυτά κατά κρίση ελεύθερη και μη υποκείμενη σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 617/2022, ΑΠ 144/2021 δημ NOMOS).

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, τα έγγραφα που παραδεκτά προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι, από τα ξενόγλωσσα δε, μόνο όσα προσκομίστηκαν σε επίσημη μετάφραση κατ’ άρθρο 454 ΚΠολΔ ή που μεταφράστηκαν από δικηγόρο που βεβαιώνει ότι έχει επαρκή γνώση της γλώσσας από και προς την οποία μεταφράστηκαν (αρ. 36 παρ. 2 δ Κώδικα Δικηγόρων), τις φωτογραφίες που προσκόμισαν και επικαλέστηκαν, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε, την με αριθμό ………/7.4.2022 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβ/φου Αίγινας ………., που προσκόμισε και επικαλέστηκε η εφεσίβλητη – αντεκκαλούσα, η οποία ελήφθη κατόπιν νόμιμης κλήσης της αντίδικης πλευράς (………../4.4.2022 έκθ. επίδ. του δικ. επιμ. ………..), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η με αριθμό ………/7.4.2022 ένορκη βεβαίωση της …………., συζύγου του υιού των διαδίκων ………, που προσκόμισε με επίκληση ο εκκαλών, καθότι δεν επιτρέπεται η εξέτασή της σ’ αυτή τη διαδικασία των οικογενειακών διαφορών που εκδικάζεται η υπόθεση (ΚΠολΔ 592 παρ. 4 και 597 παρ. 2), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο την 10.9.1988 στην Αθήνα. Με την εκκαλουμένη απαγγέλθηκε η λύση του γάμου τους για λόγους που αφορούσαν το πρόσωπο του εκκαλούντος. Μεταξύ αυτών αποτέλεσαν και γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά το χρονικό διάστημα από 22.10.2020 έως 9.10.2021. Ειδικότερα, την 22.10.2020, πρωινές ώρες, που οι διάδικοι βρίσκονταν στη συζυγική οικία, ιδιοκτησίας του εκκαλούντος, στην Αίγινα, διαπληκτίζονταν γιατί καθένας εξ αυτών θεωρούσε ότι ο άλλος είχε προβεί σε μεταφορά διαφόρων χρηματικών ποσών από τους κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς που διέθεταν, με συνδικαιούχους τους ίδιους, σε ατομικούς τους λογαριασμούς, χωρίς προηγούμενη γνώση του άλλου, κρυφά και χωρίς τη συναίνεση ή την έγκρισή του. Το γεγονός αυτό, για τα οποία αλληλοκατηγορούνταν οι διάδικοι, δηλαδή της μεταφοράς χρηματικών ποσών από τον συνδικαιούχο του κοινού τραπεζικού λογαριασμού σε ατομικό του χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του άλλου, ανεξάρτητα από την ουσιαστική βασιμότητά του ή μη, δεν μπορεί να θεωρηθεί εξυβριστικό, προσβλητικό της τιμής και της υπόληψης, εν προκειμένω της εφεσίλητης – αντεκκαλούσας, όπως ζητεί με την αγωγή της, αφού έκαστος συνδικαιούχος δύναται να αναλαμβάνει, καταθέτει και μεταφέρει χρηματικά ποσά από τον κοινό τραπεζικό λογαριασμό χωρίς τη συναίνεση των λοιπών, χωρίς να διαπράττει υπεξαίρεση ακόμη και αν δεν του ανήκουν τα χρήματα (ΑΠ 204/2023, ΑΠ 1279/2023 δημ. NOMOS). Επομένως η διάδοση αυτού του γεγονότος ενώπιον τρίτων, όπως ισχυρίζεται η εφεσίβλητη με την αγωγή της και δέχθηκε η εκκαλουμένη ότι έπραξε ο εκκαλών για το πρόσωπό της, δεν αποτελεί δυσφήμηση (συκοφαντική ή απλή) ούτε εξύβριση. Περαιτέρω, η εφεσίβλητη με την αγωγή της ισχυρίστηκε ότι, την 22.10.2020, ο εκκαλών διέδωσε ενώπιον του …………. και της συζύγου του, ……………. (θείοι 5ου βαθμού εξ αίματος και εξ αγχιστείας αντίστοιχα του εκκαλούντος), ότι η εφεσίβλητη διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση, κατά το χρονικό διάστημα από 17.8.2020 έως 26.9.2020, που είχε μεταβεί στην Ιταλία για τη χειρουργική αφαίρεση των ήλων και της λάμας που είχαν τοποθετηθεί στο δεξιό της αστράγαλο σε προγενέστερο χρόνο, το έτος 2018, στην Ιταλία. Ο ισχυρισμός αυτός περί εξωσυζυγικής σχέσης δεν αποδείχθηκε βάσιμος, πλην όμως ο εκκαλών δικαιολογημένα πίστευε ότι πράγματι η εφεσίβλητη διατηρούσε τέτοια σχέση, ενόψει σειράς γεγονότων που έλαβαν χώρα. Ειδικότερα, δεν ήταν απαραίτητη και αναγκαία η μετάβασή της στην Ιταλία για την εν λόγω χειρουργική επέμβαση και μάλιστα εν μέσω πανδημίας, όπου οι μετακινήσεις εκείνη την περίοδο (Αύγουστο 2020) ήταν αυστηρά περιορισμένες, αφού αυτή, ως μια απλή, μικρής βαρύτητας, επέμβαση, μπορούσε να γίνει και στην Ελλάδα με ημερήσια νοσηλεία της σε οποιοδήποτε νοσοκομείο, δημόσιο ή ιδιωτικό. Επιπλέον δε, την πεποίθησή του περί ύπαρξης τρίτου προσώπου στη ζωή της εφεσίβλητης ενίσχυσε και το ότι, ενώ η επέμβαση ήταν προγραμματισμένη να γίνει την 4.9.2020, η εφεσίβλητη αναχώρησε για την Ιταλία την 17.8.2020, ενώ καθ’ ο χρόνο η εφεσίβλητη βρισκόταν εκεί μέχρι και την 26.9.2020, που επέστρεψε, ελάχιστες φορές απαντούσε στις τηλεφωνικές κλήσεις που της έκανε ο εκκαλών. Ακόμη και όταν η εφεσίβλητη επέστρεψε στην Ελλάδα και μετά το γάμο του υιού τους (4.10.2020), εξακολουθούσε να διαμένει στην Αθήνα με την κόρη τους ……….., παρά το ότι δεν αποδείχθηκε ότι ήταν απαραίτητη η παρουσία της για να την βοηθήσει με το «αυχενικό» της, όπως ισχυρίστηκε, ασθένεια που επίσης δεν αποδείχθηκε, παρά τις εκκλήσεις του εκκαλούντος προς αυτήν να επιστρέψει στην Αίγινα στην οικία τους, στην οποία τελικά επέστρεψε μεταγενέστερα, την 21.10.2020, όχι για να συμβιώσουν αρμονικά ως σύζυγοι, αλλά για να του ζητήσει εξηγήσεις για τις μεταφορές χρημάτων από τους κοινούς λογαριασμούς, που ισχυρίζεται ότι έκανε. Μετά ταύτα δικαιολογημένα ο εκκαλών πίστευε ότι η εφεσίβλητη διατηρούσε εξωσυζυγικό δεσμό. Επομένως, η συμπεριφορά του δεν στοιχειοθετούσε το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, αφού εν προκειμένω εξέλειπε η άμεση γνώση του ως προς το ψευδές του ισχυρισμού του, που διέδωσε ενώπιον των θείων του, τον οποίο καλόπιστα και δικαιολογημένα σύμφωνα με τα ανωτέρω θεωρούσε βάσιμο. Προέβη δε σ’ αυτή την εκδήλωση συμπεριφοράς από δικαιολογημένο ενδιαφέρον και συγκεκριμένα, επειδή προσπάθησε να αποδείξει ενώπιον των θείων του, με τους οποίους οι διάδικοι είχαν οικογενειακές σχέσεις και στους οποίους κατέφυγε η εφεσίβλητη διακόπτοντας την έγγαμη συμβίωση για να διαμείνει μαζί τους αμέσως μετά το περιστατικό της 22.10.2020 δηλώνοντας προς αυτούς ότι φοβόταν να συνεχίσει τη συμβίωση μαζί του, ότι εκείνη έφυγε από την οικία τους όχι για την αιτία (φόβο) που ισχυρίστηκε, άλλωστε ο ίδιος, που εκείνη έλεγε ότι τον φοβόταν, ήταν που μετέφερε αυτή και τα πράγματά της στους θείους του, αλλά επειδή διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση, όπως καλόπιστα πίστευε, χωρίς να έχει σκοπό εξύβρισης, μεταφέροντας σ’ αυτούς μόνο κατά το αναγκαίο μέτρο, χωρίς άλλους εξυβριστικούς, προσβλητικούς της τιμής της, ισχυρισμούς, το λόγο που εκείνος πίστευε καλόπιστα ως αιτία της διακοπής της συμβίωσής τους. Επομένως η ως άνω συμπεριφορά του εκκαλούντος δεν στοιχειοθετούσε το έγκλημα της απλής δυσφήμησης ούτε της εξύβρισης, δεκτής γενομένης, ως ουσιαστικά βάσιμης της σχετικής ένστασης της διάταξης του άρθρου 367 παρ. 1γ του νέου ΠΚ, ως ίσχυε τότε, που παραδεκτά πρότεινε ο εκκαλών πρωτοδίκως και επανέφερε με σχετικό λόγο έφεσης, απορριπτομένης κατ’ ουσίαν της καθ’ υποφορά με την αγωγή τής αντένστασης της εφεσίβλητης της διάταξης του άρθρου 367 παρ. 2 του νέου ΠΚ, ως ίσχυε. Περαιτέρω η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι ο εκκαλών ιδιοποιήθηκε τα κινητά που ανέφερε στην αγωγή της. Ο ισχυρισμός αυτός δεν αποδείχθηκε βάσιμος. Ειδικότερα, μετά την αποχώρισή της από τη συζυγική οικία στην Αίγινα, η εφεσίβλητη παρέλαβε στις 9.10.2021 ένα μέρος των κινητών της πραγμάτων, επιφυλασσόμενη για την παραλαβή και των υπολοίπων, συντάχθηκε δε και το με ίδια ημερομηνία σχετικό έγγραφο παραλαβής προσωπικών ειδών. Στις 4.6.2022 παρέλαβε και τα υπόλοιπα κινητά της πράγματα και συντάχθηκε το με ίδια ημερομηνία σχετικό έγγραφο παραλαβής κινητών πραγμάτων άνευ επιφύλαξης περί της ύπαρξης και άλλων κινητών που δεν είχε εισέτι παραλάβει. Άλλα κινητά πράγματα πέραν αυτών που τελικά παρέλαβε η εφεσίβλητη στις ως άνω ημερομηνίες δεν κατείχε ο εκκαλών, ο οποίος για όσο χρονικό διάστημα η εφεσίβλητη δεν τα είχε παραλάβει ουδέποτε εκδήλωσε πρόθεση ιδιοποίησης, ήτοι ενσωμάτωσης άνευ δικαιώματος στην περιουσία του. Μάλιστα κατόπιν ανταλλαγής αρκετών ηλεκτρονικών μηνυμάτων εκείνος ή η πληρεξούσια δικηγόρος του καλούσε την εφεσίβλητη να προσέλθει σε ημερομηνία που θα όριζαν για να παραλάβει τα προσωπικά της είδη, όπως και τελικά έγινε. Περαιτέρω, η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι ο εκκαλών την 22.10.2020 προέβη χωρίς τη συναίνεσή της σε μεταφορά των προσωπικών της αρχείων – δεδομένων από το κινητό της και από τον φορητό υπολογιστή της στο δικό του κινητό τηλέφωνο. Ο ισχυρισμός αυτός είναι αβάσιμος. Αντίθετο συμπέρασμα δεν δύναται να συναχθεί από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα ούτε ειδικά από τη μαρτυρία της ……………….., γειτόνισσας των διαδίκων στην Αίγινα, την οποία επικαλείται η εφεσίβλητη, που ισχυρίζεται ότι την ως άνω ημερομηνία είδε τον εκκαλούντα να κρατά το κινητό και τον υπολογιστή της εφεσίβλητης και να της λέει ότι θα της τα επέστρεφε όταν τελείωνε τη μεταφορά των αρχείων στο κινητό της. Συγκεκριμένα για να πραγματοποιηθεί αυτή η μεταφορά έπρεπε ο εκκαλών να διαθέτει τους κωδικούς ασφαλείας των συσκευών της εφεσίβλητης, πράγμα που η τελευταία δεν αρνήθηκε, και που τελικά δεν αποδείχθηκε ότι διέθετε, άλλωστε δεν το επικαλείται ούτε η ίδια η εφεσίβλητη στην αγωγή της. Σε κάθε περίπτωση, δεν προέκυψε από κανένα αποδεικτικό μέσο, ούτε από την ως άνω μαρτυρία, ότι πράγματι ο εκκαλών προέβη στη μεταφορά των προσωπικών αρχείων – δεδομένων της εφεσίβλητης στο κινητό του. Εξάλλου, αν είχε γίνει κάτι τέτοιο, η εφεσίβλητη θα το είχε καταγγείλει στους αστυνομικούς της αμέσου δράσης που κατέφθασαν στη οικία τους στην Αίγινα, την ίδια ημέρα και ώρα 17:25, μετά από κλήση της, πράγμα όμως που δεν έκανε. Μετά από τα ανωτέρω δεν αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών δυσφήμησε (συκοφαντικά ή απλά) ή εξύβρισε την εφεσίβλητη, ούτε ότι υφαίρεσε (υπεξαίρεσε) κινητά της πράγματα, ούτε ότι μετέφερε προσωπικά της δεδομένα από το κινητό της και τον υπολογιστή της στο δικό του χωρίς τη συναίνεσή της. Σημειωτέον ότι παρά τις τακτικές τηλεφωνικές κλήσεις της ενάγουσας στην άμεσο δράση (22.10.2020, 25.10.2020, 2.7.2021, 3.7.2021, 8.7.2021) ουδέποτε κατήγγειλε τον εκκαλούντα για κάποια από τις ανωτέρω πράξεις υπό μορφή παραπόνου, αφού έγκληση δεν υποβλήθηκε ποτέ. Συνεπώς ο εκκαλών δεν εκδήλωσε ουδεμία προσβλητική της προσωπικότητας της εφεσίβλητης συμπεριφορά ή αδικοπρακτική τοιαύτη σε βάρος της και ως εκ τούτου η υπό κρίση αγωγή της έπρεπε να απορριφθεί κατ’ ουσίαν, ως προς το κεφάλαιο αυτό. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που δέχθηκε ότι ο εκκαλών δυσφήμησε συκοφαντικά την εφεσίβλητη ενώπιον συγγενών, γειτόνων και αστυνομικών αρχών (οι δύο τελευταίοι δεν περιλαμβάνονταν καν στο δικόγραφο της αγωγής ως συγκεκριμένοι δέκτες διάδοσης των ως άνω γεγονότων, ήτοι της εξωσυζυγικής σχέσης και της μεταφοράς χρημάτων), ότι ιδιοποιήθηκε τα κινητά της πράγματα (υφαίρεση) και μετέφερε τα προσωπικά της δεδομένα από το κινητό της και τον υπολογιστή της στο κινητό του, έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και στην εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων. Πρέπει επομένως να απορριφθεί κατ’ ουσίαν η αντέφεση, να γίνει δεκτή κατ’ ουσίαν η έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη κατά το κεφάλαιο που αναγνωρίζει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, να κρατηθεί η υπόθεση και να απορριφθεί η με αρ. κατ. …………./2021 αγωγή ως προς το ως άνω κεφάλαιο κατ’ ουσίαν. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον καταθέσαντα και να συμψηφιστούν μεταξύ των συζύγων διαδίκων τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας (ΚΠολΔ 183, 179).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την έφεση και την αντέφεση.

Δέχεται την έφεση και απορρίπτει την αντέφεση.

Εξαφανίζει την με αριθμό 449/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ως προς το κεφάλαιο αυτής που αναγνωρίζει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της με αρ. κατ. …………/2021 αγωγής ως προς το ως άνω κεφάλαιο.

Απορρίπτει αυτήν.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον καταθέσαντα.

Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά στις 5.6.2024.

 Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ