Αριθμός 270/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Ναυτικό Τμήμα
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από το Γραμματέα Σ.Τ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ……… για τον εαυτό της ατομικά και ως ασκούσας τη γονική μέριμνα-κηδεμονία και για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της α) …….. (γενν. 28.11.2016) και β) ……… (γενν. 6.10.2020), κατοίκων …….. (σε ανώνυμη οδό, άνευ αριθμού και άνευ ΑΦΜ), η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Χρήστο Μόσχο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ-ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) Εταιρείας με την επωνυμία «……….», η οποία εδρεύει στη …….. Αττικής (………) (ΑΦΜ ………) και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) ……….., κατοίκου …….. Αττικής (οδός ……….), οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιούς τους δικηγόρους Χρυσάνθη Γιαμαρέλλου και Νικόλαο Βελέντζα (ΑΦΜ ………) (με δηλώσεις κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Η εκκαλούσα-εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 2.3.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2022) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμ. 2531/2023 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα-εφεσίβλητη με την από 19.10.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……./2023 -ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ …………/2023) έφεσή της και β) οι εναγόμενοι και ήδη εφεσίβλητοι-εκκαλούντες με την από 7.11.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ……../2023) εφέσεις τους. Δικάσιμος των ως άνω εφέσεων ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι κρινόμενες από 19.10.2023 και 7.11.2023 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2023 και ………./2023 και με αριθμό έκθεσης προσδιορισμού ……../2023 και ………./2023 εφέσεις αμφοτέρων των διαδίκων μερών και εν μέρει ηττηθέντων ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά της με αριθμό 2531/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία περιουσιακών: εργατικών διαφορών (άρθρα 621επ. ΚΠολΔ και 82 του ΚΙΝΔ) αντιμωλία των διαδίκων επί της από 2.3.2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2021 αγωγής ασκήθηκαν νομοτύπως και εμπροθέσμως εντός της διετούς καταχρηστικής προθεσμίας από την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης, αφού δεν προκύπτει επίδοση τελευταίας, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1β΄, 518 παρ. 2 (όπως ισχύει μετά το ν. 4335/2015), 517, 518 παρ. 2, 520 παρ. 1 ΚΠολΔ). Οι εφέσεις αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) και παραδεκτώς αφού για τις υποθέσεις που αφορούν εργατικές διαφορές δεν καταβάλεται παράβολο εφέσεως του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 και εκ περισσού έχει καταβληθεί το με αριθμό …………./2023 ηλεκτρονικό παράβολο ποσού 100 ευρώ. Επομένως, πρέπει να γίνουν δεκτές κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την ίδια παραπάνω ειδική διαδικασία (άρθρα 522 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ) ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους συνεκδικαζόμενες λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, καθόσον εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ανάμεσα στους ίδιους διαδίκους και στρέφονται κατά της ίδιας αποφάσεως και διότι έτσι διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων αυτής (άρθρα 246 και 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση με την ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου από 2.3.2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2021 αγωγή της η ενάγουσα υπήκοος Αιγύπτου ισχυρίστηκε ότι ο ………, σύζυγός της και πατέρας των ανηλίκων τέκνων τους, ………, η οποία γεννήθηκε στις 28.11.2016 δηλαδή είναι σήμερα οκτώ ετών, και …. …, ο οποίος γεννήθηκε στις 06.10.2020 δηλαδή είναι σήμερα τεσσάρων ετών, είχε προσληφθεί από την πρώτη εναγοµένη, ως αλιεργάτης, τον Μάρτιο του 2020, για να εργαστεί στο υπό ελληνική σηµαία αλιευτικό σκάφος τύπου ΓΡΙ – ΓΡΙ µε το όνοµα «Π», νηολογίου Πειραιά, αρ. …, µε ΔΔΣ ….., κοχ 18,75 και ΙΜΟ ……….., πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης που εδρεύει στη Σαλαμίνα με κυβερνήτη το δεύτερο εναγόμενο κάτοικο Σαλαμίνας. Ότι, κατά τη διάρκεια της εργασίας του, στις 29.08.2020, ο σύζυγος της στην προσπάθειά του να ξεµπλέξει το δίχτυ που κατ’ εντολή του κυβερνήτη ρίχθηκε στη θάλασσα, πιάστηκε σε εξέχον τµήµα του σκάφους και άρχισε να σκίζεται, και παρασύρθηκε στη θάλασσα, µε αποτέλεσµα τον θάνατό του λόγω πνιγµού. Ότι ο θάνατος του ανωτέρω οφείλεται σε παραλείψεις και αµελή συµπεριφορά του κυβερνήτη και των µελών του πληρώµατος του ως άνω σκάφους, τόσο πριν την πτώση του στη θάλασσα όσο και ακολούθως. Ότι, ειδικότερα, α) λόγω της αυξηµένης ταχύτητας µε την οποία κινούνταν το σκάφος, το δίχτυ έπεφτε απότοµα και µε µεγάλη δύναµη στη θάλασσα, µε αποτέλεσµα να πιαστεί σε εξέχον τµήµα του σκάφους, και β) ο κυβερνήτης παρέλειψε να παρακολουθεί και να εποπτεύει την πτώση αυτού, ενώ επίσης παρέλειψε να παρέµβει άµεσα. και να ακινητοποιήσει ακαριαία το σκάφος, ώστε να µην τεντώνεται το δίχτυ, καθώς και να δώσει τις κατάλληλες οδηγίες απεµπλοκής του. Ότι, επιπλέον, γ) µετά την πτώση του ανωτέρω συζύγου της στη θάλασσα, ο κυβερνήτης παρέλειψε να ρίξει άµεσα κυκλικό σωσίβιο, και να προβεί σε όλες τις απαιτούµενες ενέργειες, σύμφωνα με τα όσα εξέθετε στην αγωγή της, ώστε να αποφευχθεί ο θάνατός του. Ότι, κατόπιν τούτων, δικαιούνταν ως αποζηµίωση του ν. 551/1915, δεδοµένου ότι οι µηνιαίες πραγµατικές και πλασµατικές αποδοχές που δικαιούνταν ο θανών, για την καθηµερινή 14ωρη εργασία του, ανέρχονταν στο ποσό των 2.370,72 ευρώ, το συνολικό ποσό των 37.387 ευρώ, από το οποίο η πρώτη εξ’ αυτών δικαιούται ατοµικά τα 2/5, ήτοι το ποσό των 14.954,80 ευρώ, και κάθε ανήλικο τέκνο τους το ποσό των 11.216,10 ευρώ. Ότι, επιπλέον, λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από το θάνατο του ανωτέρω, δικαιούνται ως χρηµατική ικανοποίηση µεν πρώτη εξ’ αυτών ατοµικά το ποσό των 200.000 ευρώ, και για λογαριασµό των ανηλίκων τέκνων της το ποσό των 150.000 ευρώ για κάθε ανήλικο. Ακολούθως αιτήθηκε να υποχρεωθούν οι εναγόµενοι, εις ολόκληρον έκαστος, να καταβάλουν με απόφαση προσωρινά εκτελεστή: α) στην πρώτη εξ’ αυτών ατοµικά το συνολικό ποσό των 214.954 ευρώ, β) στην πρώτη εξ’ αυτών για λογαριασµό της ανήλικης κόρης της ………., το ποσό των 161.216 ευρώ, και γ) στην πρώτη εξ’ αυτών για λογαριασµό του ανήλικου υιού της, …………., το ποσό των 161.216 ευρώ, από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έκρινε ορθώς ότι έχει τοπική και υλική αρμοδιότητα και συνεπώς διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της υπόθεσης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 3, 4, 16 παρ. 2, 25 και 22 του ΚΠολΔ και 51 παρ. 3α του ν. 2172/1993 σε συνδυασμό με τα άρθρα 4 παρ. 1, 20 παρ. 1, 21 παρ. 1 α και 62 του κανονισμού του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου 1215/2012 “για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις” κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 αριθμ. 3 και 621 του ΚΠολΔ). Έκρινε εφαρμοστέο το ελληνικό δίκαιο με βάση το άρθρο 8 παρ. 2 του κανονισμού 593/2008 του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του συμβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) ως το δίκαιο της χώρας παρείχε την εργασία του ο θανών, που καταρτίσθηκε η ένδικη σύµβαση ναυτικής εργασίας και διατηρεί την έδρα της η πρώτη εναγοµένη πλοιοκτήτρια εταιρεία και εφαρμοστέες τις διατάξεις του Ν. 551/1915 κατά το άρθρο 9 παρ. 2 του Κανονισµού (ΕΚ) 593/2008, ως κανόνες της χώρας του δικάζοντος δικαστή, που ρυθµίζουν αναγκαστικά την ένδικη υπόθεση. Έκρινε εφαρμοστέο το ελληνικό δίκαιο για την έννοια της οικογένειας και το Αιγυπτιακό για τη σχέση συγγένειας από την οποία καθορίζεται πρωτίστως ποια είναι τα δικαιούµενα χρηµατικής ικανοποίησης πρόσωπα, σε περίπτωση θανατώσεως ενός ατόµου. Ακολούθως αφού έκρινε ότι για το παραδεκτό της συζήτησής τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 3 του Ν. 4640/2019 και ότι για το αντικείµενό της αγωγής δεν οφειλόταν δικαστικό ένσηµο (αρθρ. 15 παρ. 2 του Ν. 551/1915, όπως κωδικοποιήθηκε µε το β.δ. της 24.7/25.8.1920, που διατηρήθηκε σε ισχύ µε το άρθρο 52 αρ. 8 του ΕισΝΚΠολΔ, την έκρινε νόμιμη με έρεισμα στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 346, 481 ΑΚ, άρθρου 1 του ν. 762/1978, των άρθρων 1,2,3,6 ν. 551/1915 σε συνδυασµό µε τις διατάξεις των άρθρο 16 παρ. 3 ν. 551/1915 και 914, 922 και 932 ΑΚ. Εντέλει αφού απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο το κύριο αίτημα περί καταβολής αποζημίωσης με το κοινό δίκαιο (διατάξεις περί αδικοπραξιών) λόγω παράβασης μέτρων για την ασφάλεια των εργαζομένων αλλά και ως προς το αίτημα περί καταβολής χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, τη δέχθηκε κατ’ουσίαν ως προς την αιτηθείσα με βάση τις διατάξεις του ν. 551/1914 αποζημίωση απορρίπτοντας ως αόριστη και με επάλληλη αιτιολογία την προβληθείσα ένσταση του άρθρο 14 παρ. 4 του ν. 551/1914. Εν τέλει δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και επιδίκασε την προβλεπόμενη από το άρθρο 3 παρ. 5 του ν. 551/1915 αποζημίωση και συνολικά το ποσό των 35.204,92 ευρώ ήτοι τα 2/5 και ποσό 14.081,96 ευρώ στη σύζυγο του θανόντος και τα 3/10 δηλαδή το ποσό των 10.561,48 ευρώ σε καθένα από τα τέκνα του αποβιώσαντος αλιεργάτη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες συγγενείς του θανόντος για κακή εκτίμηση αποδείξεων παραπονούμενοι για το γεγονός πως κρίθηκε ότι η παραβίαση των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας δεν συνδεόταν αιτιωδώς με το εργατικό ατύχημα που συνετέλεσε στο θάνατο του συγγενικού τους προσώπου και για το ότι κρίθηκε ότι το εργατικό ατύχημα δεν οφείλεται σε αμέλεια της εργοδότριας και αιτούνται ακολούθως την παραδοχή των λόγων εφέσεως προκειμένου να μεταρρυθμιστεί κατά τα ανωτέρω η εκκαλουμένη απόφαση, ενώ με την έφεση τους η πλοιοκτήτρια και ο κυβερνήτης του αλιευτικού επαναφέρουν την ένσταση του άρθρου 14 παρ. 4 του ν. 551/1914 και παραπονούνται για το ύψος της αποζημίωσης που επιδικάστηκε
Στην περίπτωση που εισάγεται προς διάγνωση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, καθίσταται αναγκαία η προσφυγή στις οικείες διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Eνωσης της 17ης Ιουνίου 2008 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι)», οι οποίες, λόγω του οικουμενικού χαρακτήρα του ανωτέρω Κανονισμού, που ρητώς διατυπώνεται στο άρθρο 2 αυτού, αντικαθιστούν τους εθνικούς κανόνες συγκρούσεως των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Eνωσης, όσον αφορά τις συμβατικές ενοχές που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής τους (δηλαδή για τις συμβάσεις που συνάπτονται μετά την 17-12-2009, κατ’ άρθρον 28 του Κανονισμού), προς ανεύρεση του εφαρμοστέου δικαίου που διέπει τη σχετική διαφορά. Ειδικότερα, με τη διάταξη του άρθρου 3 του Κανονισμού αυτού τίθεται ο γενικός κανόνας, ότι στις συμβατικές ενοχές εφαρμόζεται, κατ` αρχήν, το δίκαιο που επέλεξαν ελεύθερα τα μέρη, με την επιλογή αυτή, η οποία πρέπει να γίνεται ρητώς ή να συνάγεται σαφώς από τις διατάξεις της σύμβασης ή τα δεδομένα της υπόθεσης, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να επιλέξουν το εφαρμοστέο δίκαιο στο σύνολο ή σε μέρος μόνο της σύμβασης. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει επιλογή του εφαρμοστέου στη σύμβαση δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 3, το εφαρμοστέο δίκαιο καθορίζεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του εν λόγω Κανονισμού. Το δίκαιο αυτό (εφαρμοστέο) μπορεί να είναι οποιοδήποτε, ακόμα και δίκαιο που δεν έχει καμία σχέση με την αντίστοιχη σύμβαση. Oμως, η αυτονομία αυτή των συμβαλλομένων, όπως καθιερώνεται από τον ανωτέρω Κανονισμό, υπόκειται σε περιορισμούς, οι οποίοι περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και στις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 3, 9 παρ. 2 και 8 παρ. 1 αυτού, από τις οποίες οι δύο πρώτες αφορούν γενικώς τους κανόνες δημόσιας τάξης του δικαίου που παρουσιάζει το στενότερο σύνδεσμο προς την σύμβαση και του δικαίου του FORUM, ενώ η τελευταία αφορά ειδικούς κανόνες δικαίου δημόσιας τάξης ή κανόνες αναγκαστικού δικαίου που σχετίζονται με τις συμβάσεις εργασίας. Oλες οι ανωτέρω διατάξεις αφορούν κανόνες αναγκαστικού δικαίου, που περιορίζουν, υπό προϋποθέσεις, την αρχή της αυτονομίας των συμβαλλομένων, όταν το δίκαιο που έχει επιλεγεί από τα συμβαλλόμενα μέρη έρχεται σε αντίθεση προς αυτές. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 8 του Κανονισμού αυτού, που αφορά τις ατομικές συμβάσεις εργασίας, ορίζεται ότι «1. Η ατομική σύμβαση εργασίας διέπεται από το δίκαιο που επιλέγουν τα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3. Ωστόσο, η επιλογή αυτή δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να στερήσει τον εργαζόμενο από την προστασία που του εξασφαλίζουν οι διατάξεις από τις οποίες δεν μπορεί να γίνει παρέκκλιση με συμφωνία κατά το δίκαιο που θα ήταν εφαρμοστέο βάσει των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, ελλείψει επιλογής. 2. Στο μέτρο που το εφαρμοστέο στην ατομική σύμβαση εργασίας δίκαιο δεν έχει επιλεγεί από τα μέρη, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία ή, ελλείψει αυτού, από την οποία, ο εργαζόμενος παρέχει συνήθως την εργασία του κατά εκτέλεση της σύμβασης. Η χώρα της συνήθους εκτέλεσης εργασίας δεν θεωρείται ότι μεταβάλλεται όταν ο εργαζόμενος παρέχει την εργασία του σε μια άλλη χώρα προσωρινά. 3. Oταν δεν μπορεί να καθορισθεί το εφαρμοστέο δίκαιο σύμφωνα με την παράγραφο 2, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας όπου ευρίσκεται η εγκατάσταση της επιχείρησης που προσέλαβε τον εργαζόμενο. 4. Oταν προκύπτει από το σύνολο των περιστάσεων ότι η σύμβαση συνδέεται στενότερα με χώρα άλλη από την προβλεπόμενη στις παραγράφους 2 ή 3, εφαρμόζεται το δίκαιο της άλλης αυτής χώρας». Επίσης, συναφώς με τα ανωτέρω, στην παρ. 2 του άρθρου 9 του ίδιου Κανονισμού ορίζεται ότι «Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να περιορίσουν την εφαρμογή υπερισχυουσών διατάξεων αναγκαστικού δικαίου του δικαίου του δικάζοντος δικαστή». Από τις προαναφερθείσες διατάξεις συνάγεται ότι, σε κάθε περίπτωση δηλαδή είτε έχει γίνει έγκυρη επιλογή εφαρμοστέου δικαίου είτε δεν έχει γίνει θα εφαρμοστούν διατάξεις που εξασφαλίζουν στον εργαζόμενο (ναυτικό) τουλάχιστον ίση προστασία και καθίσταται ανεκτή η εφαρμογή του σε σχέση με τις διατάξεις αναγκαστικού δικαίου ενός (διαζευκτικά) από τα ακόλουθα δίκαια, που τείνουν στην προστασία του (ναυτικού), την οποία αυτός δεν μπορεί να στερηθεί. Ειδικότερα, τα δίκαια αυτά είναι: α)το δίκαιο της χώρας όπου ο εργαζόμενος παρέχει την εργασία του σε εκτέλεση της σύμβασης. Σημειωτέον ότι στη ναυτική εργασία τόπος (όχι απλώς συνήθους αλλά) μόνιμης παροχής εργασίας είναι το πλοίο στο οποίο εργάζεται ο ναυτικός και κατά την κρατούσα διεθνώς άποψη, εφαρμόζεται σχετικώς το δίκαιο της σημαίας του πλοίου «ως ο πιο σεβαστός και παγκόσμιος κανόνας του ναυτικού δικαίου», εκτός αν αυτή είναι σημαία ευκαιρίας με την οποία το πλοίο δεν έχει γνήσιο αλλά χαλαρό και τεχνητό σύνδεσμο, β) το δίκαιο (άλλης) χώρας εκτός από το δίκαιο της χώρας που συμφωνήθηκε, εφόσον από το σύνολο των περιστάσεων συνάγεται ότι η σύμβαση εργασίας (ναυτολόγησης) συνδέεται στενότερα με την άλλη χώρα, γ) το δίκαιο της χώρας όπου βρίσκεται η εγκατάσταση που προσέλαβε τον εργαζόμενο (ναυτικό), αν αυτός δεν παρέχει την εργασία του σε μία μόνο χώρα και δ) το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή (FORUM) κατ’ άρθρον 9 παρ. 2 του ανωτέρω Κανονισμού. Οι εν λόγω διατάξεις αφορούν τους αποκαλούμενους «κανόνες αμέσου εφαρμογής» του δικαίου του δικάζοντος δικαστή, που ρυθμίζουν αναγκαστικά τη σχετική περίπτωση, ανεξαρτήτως από το εφαρμοστέο στη σύμβαση δίκαιο. Οι κανόνες αυτοί αναγκαστικού δικαίου προσδιορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 3 του ανωτέρω Κανονισμού, δηλαδή εκείνοι από τους οποίους δεν είναι δυνατόν να παρεκκλίνουν οι συμβαλλόμενοι με ιδιωτική συμφωνία. Τέτοιοι κανόνες αναγκαστικού δικαίου είναι εκείνοι που η ίδια η πολιτεία θεσπίζει για λόγους κοινωνικοοικονομικούς (ΑΠ 561/2001 ΕΝΔ 29,283 – ΑΠ 541/2001 ΕΝΔ 29,286 – ΑΠ 654/1997 ΕΝΔ 25,372 – ΑΠ 515/1998 ΕΝΔ 26,375 – ΑΠ 1197/1999 ΕΝΔ 27,355, ΑΠ 668/85, ΕΝΔ 1476, ΕφΠειρ 520/1993, ΕΝΔ 21,431). ‘Oσον αφορά το Ελληνικό δίκαιο στους κανόνες αυτούς αναγκαστικού δικαίου και «αμέσου εφαρμογής», κατά την προεκτεθείσα έννοια, περιλαμβάνεται και ο ν. 551/1915 που παρέχει τη δυνατότητα αξίωσης αποζημίωσης στο ναυτικό ή σε περίπτωση θανάτου του στους συγγενείς του λόγω εργατικού ατυχήματος κατά τη διάρκεια της εργασίας του στο πλοίο και εξ αφορμής αυτής (ΕφΠειρ 229/2016, δημ νόμος και ΕφΠειρ 466/2016 δημ. Νόμος). Περαιτέρω από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 551/1915, που κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ.της 24-7/25.08.1920, διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (αρθρ. 38 εδ. α` ΕισΝΑΚ) και ισχύει και επί ναυτικής εργασίας (άρθρα 2 του άνω νόμου και 66 εδ. β` του κυρωθέντος με το ν. 3816/1958 Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου), προκύπτει ότι εργατικό ατύχημα, δηλαδή ατύχημα από βίαιο συμβάν, που επέρχεται σε εργάτη ή υπάλληλο των αναφερομένων στο άρθρο 2 του πρώτου ως άνω νόμου επιχειρήσεων, θεωρείται και ο τραυματισμός του μισθωτού εξαιτίας έκτακτης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, άσχετου προς τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος, αλλά συνδεομένου με την εργασία του, λόγω της εμφάνισής του κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την εκτέλεση αυτής (ΟλΑΠ 1287/1986 ΝοΒ 1987.1605, ΑΠ 804/2008, ΑΠ 792/2008, ΑΠ 73/2007). Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 Ν.551/1915, υπόχρεος προς αποζημίωση για εργατικό ατύχημα του παθόντος και των εξ αυτού δικαιουμένων προσώπων είναι «ο κύριος της επιχείρησης». Στο πλαίσιο του ναυτεργατικού δικαίου, κύριος της ναυτικής επιχείρησης είναι ο πλοιοκτήτης, εκτός δε αυτού και ο εφοπλιστής, καθώς και ο απλός κύριος του πλοίου, που δεν έχει τον εφοπλισμό (νόθος παθητική εις ολόκληρον ενοχή), ο οποίος ευθύνεται μόνο με το πλοίο (άρθρα 84, 105 και 106 του ΚΙΝΑ, ΕφΠειρ 482/2008 ΕΝαυτΔ 2008 401). Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 16 ν. 551/1915 προκύπτει ότι ο παθών από εργατικό ατύχημα έχει επιλεκτικό δικαίωμα να ασκήσει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει σύμφωνα με τα άρθρα 297, 298 και 914 ΑΚ πλήρη αποζημίωση, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν έλαβε χώρα, σε εργασία ή επιχείρηση, στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων, βρίσκεται δε σε αιτιώδη συνάφεια με την μη τήρηση των διατάξεων αυτών, διαφορετικά, εάν δηλαδή δεν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις αυτές, μπορεί ν` ασκήσει μόνο την αγωγή από το ν. 551/1915. Τέτοιες διατάξεις είναι εκείνες, οι οποίες ειδικά προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και ειδικότερα προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφαλείας των εργαζομένων. Δεν αρκεί δηλαδή ότι το ατύχημα επήλθε από την μη τήρηση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση προνοίας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (ΟλΑΠ 26/1995 ΕλλΔνη 37.38 , ΑΠ 274/2000 ΕλλΔνη 39.105, ΑΠ 1858/2011, ΑΠ 11/2012, ΕφΠειρ 281/2011 δημ. νόμος). Οι αξιωσεις συρρέουν διαζευκτικά, με την έννοια ότι σε περίπτωση επιλογής της μιας απ` αυτές τις αξιώσεις αποζημίωσης αποκλείεται να ζητήσει ταυτόχρονα ή διαδοχικά την άλλη, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 306 ΑΚ, που αφορά την διαζευκτική ενοχή. Σε κάθε, όμως, περίπτωση, δηλαδή και όταν ακόμη ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση για αποζημίωση, ο παθών από εργατικό ατύχημα διατηρεί την αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά του εργοδότη, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα (δόλο ή αμέλεια οποιασδήποτε μορφής) αυτού ή των προστηθέντων απ` αυτόν προσώπων, που κρίνεται κατά το κοινό δίκαιο (άρθρα 914, 922, 932 ΑΚ), μη απαιτουμένης της συνδρομής του ειδικού πταίσματος της μη τηρήσεως επιβαλλομένων όρων ασφαλείας (ΟλΑΠ 1117/1986 ΝοΒ 35. 891, ΑΠ 1438/2002 ΕλλΔνη 45. 716), ενώ η αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη κατά το ν. 551/1915 δεν επεκτείνεται και στη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, καθόσον γι` αυτήν απαιτείται υπαιτιότητα (ΑΠ 274/2000 ό.π.). Είναι βέβαια δυνατή η σώρευση στο ίδιο δικόγραφο αγωγής, εφόσον συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις για τη γένεση καθεμίας, τόσο της αξιώσεως για επιδίκαση αποζημιώσεως του ν. 551/1915, όσο και της αξιώσεως για χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη ο παθών από εργατικό ατύχημα (ΑΠ 1438/2002 ο.π., ΑΠ 1373/2002 ΕλλΔνη 44. 420, ΕφΠειρ 281/2011 ΕΝΔ 2011/304, ΕφΠειρ 155/2014 δημ. νόμος). Η αγωγή με το περιεχόμενο που προαναφέρθηκε είχε όλα τα απαιτούμενα από το νόμο στοιχεία και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που την έκρινε ορισμένη ερμήνευσε ορθά το νόμο. Να σημειωθεί ότι με βάση την προσκομιζόμενη με αριθμό σχετικού 37 νομική πληροφορία του ελληνικού ινστιτούτου διεθνούς και αλλοδαπού δικαίου τα τελευταία χρόνια στην Αίγυπτου έχουν εκδοθεί νομοθετήματα που ρυθμίζουν τα θέματα γονικής μέριμνας και περιουσιακής κατάστασης ανηλίκων. Σύμφωνα πάντως με τον ισλαμικό κώδικα ο φυσικός ή εκ του νόμου επίτροπος είναι ο πατέρας και αν δεν υπάρχει ή αδυνατεί, ο παππούς της πατρικής γραμμής, η μητέρα και κάθε πρόσωπο που ασκεί την επιμέλεια του τέκνου δυνάμει δικαστικής απόφασης. Η ενηλικίωση για αμφότερα τα φύλα επέρχεται με τη συμπλήρωση του 21ου έτους ενώ η ανατροφή, μόρφωση και φροντίδα περιουσίας – επιτροπείας ανήκει στη μητέρα και αποσβέννυται με την ενηλικίωση και επομένως τα ανήλικα στην παρούσα δίκη που αφορά την περιουσιακή κατάσταση (αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης) εκπροσωπούνται από τη μητέρα τους.
Τα διάδικα μέρη προσκομίζουν τη με αριθμό ………./2022 ένορκη βεβαίωση του µάρτυρα …………… εμπόρου κατοίκου Αιγύπτου ενώπιον του συµβολαιογράφου Πειραιώς ………. μετά από προηγούμενη κλήτευση του άλλου διάδικου μέρους σύμφωνα με τη με αριθμό …… και ……/14.3.2022 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών …………, τη με αριθμό …../2022 ένορκη βεβαίωση του µάρτυρα αλιεργάτη και κατοίκου Σαλαμίνας ……… ενώπιον του συµβολαιογράφου Σαλαµίνας ……….. μετά από προηγούμενη κλήτευση του πληρεξουσίου της ενάγουσας (άρθρο 143 του ΚΠολΔ) σύμφωνα με τη με αριθμό ……./5.10.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς ………, και πρώτη φορά ενώπιον αυτού του δικαστηρίου τη με αριθμό ………./17.4.2024 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………. του ιδιοκτήτη αλιευτικού σκάφους και κατοίκου Σαλαμίνας ………….. με κλήση του άλλου διάδικου μέρους σύμφωνα με την από ……/12.10.2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών …….. (άρθρα 421 επ του ΚΠολΔ). Από τις παραπάνω σε συνδυασμό με την εξέταση των μαρτύρων ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου δηλαδή του …………….. και του γαμβρού του δευτέρου εναγομένου, σε συνδυασμό με όλα τα προσκομιζόμενα έγγραφα είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων μεταξύ των οποίων η με αριθμό …../2021 έκθεση του α’ ανακριτικού συμβουλίου ναυτικών ατυχημάτων (ΑΣΝΑ), η τεχνική έκθεση της ………………., οι φωτογραφικές απεικονίσεις, η προσκομιζόμενη φορητή μονάδα αποθήκευσης (στικάκι) και οι καταθέσεις στα πλαίσια της αυτεπάγγελτης προανάκρισης, και τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγµατα της κοινής πείρας, (αρ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), πλήρως αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά: Ο θανών είχε συνάψει με την πρώτη εναγομένη την από 09.12.2019 σύµβασης ναυτικής εργασίας ορισµένης διάρκειας, δηλαδή από 20.01.2020 έως 30.11.2020, δυνάμει της οποίας προσλήφθηκε προκειµένου να εργασθεί, µε την ειδικότητα του αλιεργάτη, στο υπό ελληνική σηµαία αλιευτικό σκάφος τύπου ΓΡΙ – ΓΡΙ µε το όνοµα «Π», νηολογίου Πειραιά, αρ. ….., µε ΔΔΣ ……., κοχ 18,75 και ΙΜΟ ……., πλοιοκτησίας της αντί νομίμου αμοιβής που δεν θα ήταν κατώτερη του μηνιαίου μισθού του ανειδίκευτου εργάτη, δηλαδή μηνιαίως 755 ετρω (29,04 χ26). Στις 28.08.2020 και περί ώρα 20:50, το ανωτέρω αλιευτικό σκάφος απέπλευσε από την ιχθυόσκαλα της Πάτρας για αλιεία εντός του Πατραϊκού Κόλπου με εννεαμελές πλήρωμα και κυβερνήτη το δεύτερο εναγόμενο. Ο καιρός ήταν γενικά αίθριος, οι άνεμοι μεταβλητοί ασθενείς και η ορατότητα καλή έως μέτρα σύμφωνα με το από 13.10.2020 πιστοποιητικό της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (σχετ. 3). Στις 29.08.2020 και περί ώρα 03:40 και ενώ το σκάφος βρίσκονταν στην περιοχή της Κάτω ΑχαΊας, και κινούνταν µε ταχύτητα 6 κόµβων, καθως το πλήρωμα έριχνε το δίχτυ στη θάλασσα (καλάρισµα), αυτό μπερδεύτηκε και άρχισε να σκίζεται. Σηµειώνεται ότι το σύστηµα των διχτυών και ο µηχανισµός απελευθέρωσής τους βρίσκονται στο χώρο της πρύµνης, το δε σκάφος κινείται κυκλικά προκειµένου τα ποντιζόµενα δίχτυα να σχηµατίσουν έναν πλήρη κύκλο, οπότε αρχίζει η απελευθέρωσή τους και πέφτουν στη θάλασσα από το πίσω µέρος του σκάφους µέσω του δεξιού τµήµατος του χώρου της πρύµνης. Στη συνέχεια και ενώ οι αλιεργάτες φώναζαν “κράτει” στον κυβερνήτη για να ακινητοποιήσει το σκάφος, ώστε να ξεπιαστεί το δίχτυ και να σταματήσει να σκίζεται, ο αλιεργάτης …….. (σύζυγος και πατέρας των εναγόντων) με δική του πρωτοβουλία και όχι κατόπιν εντολής, πλησίασε το σημείο από όπου έπεφτε το δίχτυ και πάτησε το μολύβι προσπαθώντας να ξεπιάσει το δίχτυ, με αποτέλεσμα πρωτίστως να εγκλωβιστεί από το σύρμα και στη συνέχεια να παρασυρθεί με φόρα στη θάλασσα. Ορισμένοι εκ των λοιπών αλιεργατών του πληρώματος (οι ……………. και ………… επίσης αιγυπτιακής καταγωγής) προσπάθησαν να τον βοηθήσουν σύμφωνα με τις από 14.09.2020 εκθέσεις ένορκης εξέτασης τους, αλλά συμπαρασύρθηκαν από έναν από αυτούς ο οποίος γλίστρησε (ο ……………., επίσης αιγυπτιακής υπηκοότητας και σύμφωνα με τα όσα αναφέρει στην από 14.09.2020 έκθεση ένορκης εξέτασής του), και μέχρι να σηκωθούν ο προαναφερόμενος αλιεργάτης είχε ήδη αρχίσει να παρασύρεται από το δίχτυ, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου είχε ήδη πέσει στη θάλασσα. Αμέσως το πλήρωμα συγκεντρώθηκε στην πρύμνη και με εντολές του κυβερνήτη, ο οποίος μετέβη από την πλώρη, άρχισαν να επαναφέρουν το δίχτυ πάνω στο σκάφος με το βίντζι, ενώ παράλληλα προσπαθούσαν να εντοπίσουν τον αλιεργάτη μέσα στη θάλασσα με τη συνδρομή βοηθητικού καϊκιού (λάντζα) µε χρήση φακού και αναµµένου του ροµπότ, σύμφωνα με την από 14.09.2020 έκθεση ένορκης εξέτασης µάρτυρα …………., σε συνδυασµό και µε την από 29.08.2020 έκθεση ένορκης εξέτασης µάρτυρα ………… Παράλληλα ο κυβερνήτης είχε καλέσει μέσω ασυρμάτου σε βοήθεια παραπλέοντα καϊκια. Τελικά, περί τη µία ώρα µετά το ως άνω συµβάν, ήτοι περί ώρα 04:45′ εντοπίσθηκε ο …………, ο οποίος παρά τις καλές καιρικές συνθήκες είχε παρασυρθεί περί τα 400 µέτρα από το ένδικο σκάφος, λόγω θαλάσσιων ρευµάτων που υπάρχουν στην περιοχή και ανασύρθηκε από το πλήρωµα του σκάφους τύπου γρι-γρι Α/Κ «ΑΓ» σύμφωνα με την από 02.09.2020 ένορκη κατάθεση του ……….., το οποίο τον µετέφερε στην ιχθυόσκαλα Πατρών. Εκεί τον παρέλαβε ασθενοφόρο και τον µετέφερε στο ΠΓΝΠ Πατρών «ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΒΟΗΘΕΙΑ», όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός του, µε αιτία θανάτου, σύµφωνα µε το από 31.08.2020 πιστοποιητικό θανάτου της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών «πνιγµός εντός θαλασσίου ύδατος», και κατά τα αναγραφόµενα στο με αριθμό …../31.08.2020 απόσπασµα ληξιαρχικής πράξης θανάτου «πνιγµός εντός θαλάσσιου ύδατος, βίαιος θάνατος ατύχηµα». Πρέπει να σημειωθεί ότι οι τοξικολογικές εξετάσεις του θανόντος ήταν αρνητικές δηλαδή αυτός δεν είχε καταναλώσει κατασταλτικά ή διεγερτικά του κεντρικού νευρικού συστήματος, παραισθησιογόνα, οποιούχα ή αλκοόλ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στις 7.4.2021 συνεδρίασε το κατά τις διατάξεις του ν.δ. 712/70 και του ν. 2575/98 Α’ ανακριτικό συµβούλιο ναυτικών ατυχηµάτων (Α.Σ.Ν.Α.), προκειµένου να αποφανθεί για τα αίτια και τις συνθήκες του θανάτου (πνιγµού) του ως άνω αλιεργάτη, το οποίο απεφάνθη οµόφωνα ότι το ανωτέρω αποτελεί ναυτικό ατύχηµα κατά την έννοια του άρθρο 1 του ν.δ. 712/70, για το οποίο δεν προκύπτει να ευθύνεται άλλος εκτός από τον άνω αλιεργάτη. Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης του συμβουλίου «η ενέργεια του αλιεργάτη να πλησιάσει το σηµείο αυτό και να πατήσει το µολύβι για να «ξεπιαστεί» και να σταµατήσει να σκίζεται το δίχτυ ήταν αυθαίρετη, αιφνίδια, εκτός των αρµοδιοτήτων του και, σε κάθε περίπτωση, αντίθετη των -αρχικών υποδείξεων, οδηγιών που του είχαν δοθεί, αλλά και εξαιρετικά παρακινδυνευµένη από µέρους του, ιδίως αν ληφθεί υπόψη η εµπειρία του στα αλιευτικά σκάφη, η οποία του επέτρεπε να γνωρίζει το βαθµό επικινδυνότητας της κίνησής του. Ανεξαρτήτως δε της µετέπειτα προσπάθειας του πληρώµατος να βοηθήσει, η οποία κατέστη ατελέσφορη όπως φαίνεται από τις λεπτοµερείς αναφορές στις µαρτυρικές καταθέσεις του κυβερνήτη και των αλιεργατών (λχ. προσπάθεια των αλιεργατών να τον πιάσουν, µάζεµα διχτυού µε το βίντζι. ενηµέρωση των παραπλέοντων καϊκιών µέσω ασυρµάτου, ενηµέρωση των Λιµενικών Αρχών και προσπάθεια εντοπισµού του αλιεργάτη µέσω του βοηθητικού καϊκιού- λάντζας), η ως άνω αιφνίδια και απρόβλεπτη ενέργεια του αλιεργάτη, κατά παράβαση των εντολών που του είχαν δοθεί και καθ’ υπέρβαση των αρµοδιοτήτων του, ήταν απερίσκεπτη και προέκυψε ότι αποτέλεσε τη µοναδική αιτία του θανάτου του, ενώ δεν προέκυψε κάποια παράλειψη οφειλόµενης ενέργειας εκ µέρους του κυβερνήτη ή άλλον αρµόδιου µέλους του πληρώµατος κατά τον ελάχιστο χρόνο που εκτυλίχθηκε το συµβάν.” Για τους ίδιους δε λόγους, µε τη με αριθμό ……./2021 διάταξη της Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πατρών, απορρίφθηκε ως ουσία αβάσιµη η µε ΑΒΜ ……… έγκληση που σχηµατίστηκε συνεπεία της µε αριθµ. πρωτ. ………../2020 υποβλητικής αναφοράς του Κεντρικού Λιµενάρχη Πατρών, για τη διερεύνηση τέλεσης της αξιόποινης πράξης της ανθρωποκτονίας από αµέλεια τελεσθείσα δια παραλείψεως του ανωτέρω αλιεργάτη και κατά της διατάξεως αυτής δεν ασκήθηκε προσφυγή σύμφωνα με το με αριθμό 8α προσκομιζόμενο σχετικό που αφορά πιστοποιητικό του τμήματος ποινικής δίωξης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πατρών. Με την ανωτέρω εισαγγελική διάταξη έγινε δεκτό ότι ο θάνατος του ……….. δεν οφείλεται σε αµέλεια του …………. ή άλλου µέλους του πληρώµατος του ανωτέρω σκάφους αλλά «σε γεγονότα κείµενα πέραν δυνατότητας αντίδρασής τους και δη σε αποκλειστική υπαιτιότητα του ίδιου του θανόντος». Η ενάγουσα επικαλείται επαναπροσκομίζει, ασκώντας την υπό κρίση έφεση της, την από 20 Ιανουαρίου 2023 τεχνική έκθεση του µηχανολόγου µηχανικού, ……….., στην οποία αναφέρεται ότι η ταχύτητα των 6 ναυτικών µίλιων µε την οποία εκινείτο το σκάφος ήταν µεγάλη για την συγκεκριµένη εργασία, λόγω δε της ταχύτητας αυτής, υπήρχε «ο κίνδυνος ανά πάσα στιγµή να πιαστεί κάπου το δίχτυ και να αρχίσει να σκίζεται, λόγω της δύναµης που ασκείτο από το τµήµα του διχτυού που είχε ήδη πέσει στη θάλασσα σε σχέση µε αυτό που βρισκόταν πιασµένο στο σκάφος. Γνωμοδοτεί δε ο τεχνικός σύμβουλος της ενάγουσας ότι “εάν το σκάφος εκινείτο µε χαµηλή ταχύτητα, δηλαδή µε 2 – 3 ναυτικά µίλια, δεν θα δηµιουργείτο τόσο µεγάλη αντίρροπη δύναµη στο δίχτυ από το τµήµα που είχε ήδη ριχθεί στη θάλασσα και από τη µεγαλύτερη δύναµη αδράνειας του σκάφους λόγω της υψηλής ταχύτητας και εποµένως θα δινόταν ο χρόνος και η δυνατότητα αρχικά στον ….. να ξεµπλέξει το δίχτυ χωρίς κίνδυνο να παρασυρθεί από το δίχτυ και επίσης, σε περίπτωση τυχόν εµπλοκής του αλιεργάτη στο δίχτυ, θα δινόταν ο χρόνος και η δυνατότητα στους υπόλοιπους αλιεργάτες να βοηθήσουν τον …… να ξεµπλέξει από το δίχτυ, πριν αυτός παρασυρθεί και πέσει στη θάλασσα». Σύµφωνα δε µε την ίδια έκθεση ο δεύτερος παράγοντας που συνέβαλε στο θάνατο του αλιεργάτη είναι το γεγονός ότι «όταν έπεσε στη θάλασσα, δεν του ρίχθηκε άµεσα από το σκάφος κάποια σωστική κουλούρα ή ένα σχοινί για να συγκρατηθεί από αυτό και στη συνέχεια να ανασυρθεί στο σκάφος», ενώ αναφέρεται επιπλέον ότι «κανένας δεν θα µπορούσε να γνωρίζει πότε ακριβώς πνίγηκε κάποιος που έπεσε στη θάλασσα, αν δηλαδή αυτό συνέβη το πρώτο λεπτό, ή µετά από 2-3 λεπτά από την στιγµή της πτώσης του στη θάλασσα». Το γεγονός ότι όταν έπεσε ο εργαζόμενος στη θάλασσα δεν του ρίχθηκε άμεσα ένα σωσίβιο αποδεικνύεται από τη συμπληρωματική της ένορκης του βεβαίωσης κατάθεση του ………… στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αλλά και την κατάθεση του γαμβρού του δεύτερου εναγομένου …….. στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Όμως αν και από τα διδάγματα της κοινής πείρας αποδεικνύεται ότι η μέση ταχύτητα ενός αλιευτικού σκάφους είναι τα 3 με 3μιση ναυτικά μίλια (ή κόμβοι) σύμφωνα με τον αμέσως προαναφερόμενο μάρτυρα, τα 6 ναυτικά μίλια είναι μια ταχύτητα που πρέπει να αναπτύξει το αλιευτικό σκάφος για να μπορεί να πέσει το αλιευτικό εργαλείο στη θάλασσα, γι’αυτό εξάλλου και στο κανονισμό (ΕΚ) με αριθμό 1967/2006 περί αλιευτικών σκαφών δεν ορίζονται όρια ασφαλούς ταχύτητας (βλ. και 2141.1/1163/21 από 05.03.2021 έγγραφο του Κεντρικού Λιµεναρχείου Πάτρας γραφείο αλιείας και µικρών σκαφών και το με αριθμό πρωτοκόλου ……../2021 από 26.02.2021 έγγραφο του Κεντρικού Λιµεναρχείου Πατρών του τομέα ασφάλειας ναυσιπλοϊας και επιθεώρησης πλοίων). Επομένως η χαμηλή ταχύτητα στην οποία αναφέρεται η ιδιωτική γνωμοδότηση την οποία προσκομίζει η ενάγουσα ήταν απαγορευτική λόγω της συγκεκριμένης δραστηριότητας του αλιευτικού σκάφους τη στιγμή του ατυχήματος και δεν ήταν η ταχύτητα αυτή που αποστέρησε από τους υπόλοιπους αλιεργάτες τη δυνατότητα να παράσχουν βοήθεια στο συγγενή των εναγόντων. Επομένως τα όσα περί του αντιθέτου αναφέρονται στα δύο πρώτα σκέλη του μοναδικού λόγου έφεσης των συγγενικών προσώπων του παθόντος είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Επιπλέον από την κατάθεση του ίδιου μάρτυρα αποδεικνύεται ότι, αν και ο καπετάνιος σταμάτησε τη μηχανή του αλιευτικού ακούγοντας τις φωνές των αλιεργατών, το σκάφος δεν σταμάτησε αμέσως, γιατί χρειαζόταν κάποια μέτρα για να ακινητοποιηθεί και επιπροσθέτως δεν μπορούσε να κινηθεί προς τα πίσω, όπως ένα αυτοκίνητο, διότι είχε το δίχτυ πίσω του. Συνεπώς αφενός ο κυβερνήτης του σκάφους δεύτερος εναγόμενος είχε τη σωστή εποπτεία του εγχειρήματος, καθώς τα αντανακλαστικά του ήταν σωστά και καθόλου δεν άργησε να σταματήσει την κίνηση του σκάφους ακούγοντας τις φωνές του πληρώματος. Συνεπώς το γεγονός ότι το σκάφος δεν ακινητοποιήθηκε αμέσως δεν οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη του κυβερνήτη, ο οποίος σταμάτησε αμέσως τη μηχανή και δεν μπορούσε να κάνει κάτι άλλο, διότι το σκάφος δεν μπορούσε να κινηθεί προς τα πίσω. Αμέσως δε μετά την παράσυρση του αλιεργάτη στη θάλασσα αποδείχθηκε ότι ο κυβερνήτης έδωσε οδηγίες για τη διάσωση του ναυτικού, καθώς έγιναν προσπάθειες του πληρώματος να τον βοηθήσουν, οι οποίες όμως δεν ολοκληρώθηκαν επιτυχώς, όπως προπεριγράφηκε. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο αλιεργάτης …………. προσπάθησε να βοηθήσει το θανόντα καταφθάνοντας στο σημείο τρέχοντας από την πρύμνη, αφού κατάφερε να αφαιρέσει το σύρµα που είχε κυκλώσει τον λαιµό του, το κεφάλι και το χέρι του, και θα οδηγούσε σε βέβαιο θάνατό του, όµως αµέσως µετά το κουλούρι «γάντζωσε» το χέρι του ως άνω αλιεργάτη και τον παρέσυρε µε φόρα στη θάλασσα. Σύμφωνα δε με το σκεπτικό του προαναφερόμενου συμβουλίου του ΑΣΝΑ “δεν προέκυψε κάποια παράλειψη οφειλομένης ενέργειας εκ μέρους του κυβερνήτη ή άλλου αρμοδίου μέλους του πληρώματος κατά τον ελάχιστο χρόνο που εκτυλίχθηκε το συμβάν”. Αυτό διότι από τη ληξιαρχική πράξη θανάτου και το πιστοποιητικό θανάτου ο θάνατος του αλιεργάτη ήταν ακαριαίος αμέσως μετά την πτώση στη θάλασσα και συνεπώς κάθε μετέπειτα προσπάθεια του πληρώματος και του κυβερνήτη δε θα μπορούσε να ανατρέψει το ήδη επελθόν αποτέλεσμα και συνεπώς το γεγονός ότι δεν ρίφθηκε αμέσως στη θάλασσα σωστικό μέσο δεν συνδέεται αιτιωδώς στη συγκεκριμένη περίπτωση με το επελθόν αποτέλεσμα. Άρα αλυσιτελώς υποβάλλεται το παράπονο ότι θα έπρεπε να υπάρχει σε εμφανή θέση στην πρύμνη του σκάφους όπου εργάζονταν οι αλιεργάτες κυκλική κουλούρα έτοιμη να ριχθεί στη θάλασσα και ότι θα έπρεπε τα μέλη του πληρώματος να είναι κατάλληλα εκπαιδευμένα προς τούτο, αφού για τη ρίψη σωστικού μέσου στη θάλασσα δεν απαιτείται κάποια ειδική εκπαίδευση. Σωστικό μέσο εξάλλου ρίφθηκε στη θάλασσα από τον προαναφερόμενο αλιεργάτη ………., ο οποίος καταθέτει ότι, παρά το σκοτάδι λόγω της ώρας, είδε το θανόντα να επιπλέει και όχι να βυθίζεται αμέσως μετά την πτώση του στη θάλασσα, και του είπε να κρατηθεί από το δίχτυ ενώ έτρεξε να φέρει το σωσίβιο. Όμως αφενός οι γαλότσες και η ολόσωμη φόρμα εργασίας του θανόντος καθιστούσαν δύσκολη την κολύμβηση και πέραν τούτου δεν προέκυψε ότι ο θανών γνώριζε κολύμβηση, αφού αυτό δεν ήταν προσόν πρόσληψης. Κρίνοντας επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι και μετά την πτώση του θανόντος στη θάλασσα έγινε ότι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να βοηθηθεί ο άνθρωπος που έπεσε στη θάλασσα ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και συνεπώς τα όσα περί του αντιθέτου αναγράφονται στα δύο τελευταία σκέλη του μοναδικού λόγου έφεσης των συγγενικών προσώπων του αλιεργάτη είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Εν κατακλείδι κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι ο θάνατος του ………….. δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του δεύτερου εναγοµένου, ούτε άλλου µέλους του πληρώµατος, αλλά σε αποκλειστική υπαιτιότητα του ίδιου, δηλαδή της απερίσκεπτης ενέργειας του, παρά την εμπειρία του ως αλιεργάτη, να αποχωρήσει από τη θέση στην οποία βρισκόταν στην πλώρη και του είχε υποδειχθεί, και να πλησιάσει το σηµείο του καλαρίσµατος, αντίθετη με τις οδηγίες που είχε λάβει από το δεύτερο εναγόμενο κυβερνήτη του αλιευτικού ήταν αυτόβουλη, επικίνδυνη και αντίθετη των οδηγιών που του είχαν δοθεί από τον δεύτερο εναγόµενο, κυβερνήτη του σκάφους ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις. Ακολούθως απορρίπτοντας τόσο το αίτημα περί πλήρους αποζημίωσης λόγω αδικοπρακτικής ευθύνης εκ της παραβάσεως ειδικών νόμων ασφαλείας που έχουν τεθεί για την ασφάλεια των εργαζομένων, όσο και το αίτημα περί χρηµατικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης της ενάγουσας, ατομικά και για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της, έκανε σωστή ερμηνεία του νόμου και τα όσα περί του αντιθέτου αναφέρονται στην κρινόμενη με αριθμό ………../2023 έφεση είναι αβάσιμα και απορριπτέα.
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι από την ένορκη κατάθεση του ………….. αποδείχθηκε ότι το αλιευτικό σκάφος στο οποίο απασχολείτο ο θανών ξεκινούσε για αλιεία κάθε µέρα επί επτά μέρες την εβδοµάδα από την Πάτρα, πριν νυχτώσει, και επέστρεφε στο λιµάνι της Πάτρας την επόµενη ηµέρα περί τις 08:00 – 09:00 το πρωί. Η εργασία δε των αλιεργατών εξακολουθούσε για τρεις µε τέσσερις ώρες, καθώς έβγαζαν τα «τελάρα µε τα ψάρια στη στεριά, καθάριζαν το σκάφος και τα δίχτυα, «µπάλωναν» τα δίχτυα, στα σηµεία που απαιτούνταν, ενώ το απόγευµα άρχιζαν εκ νέου την εργασία τους, προετοιµάζοντας το σκάφος για την επόµενη αλιεία. Αλλά και όταν κατ’ εξαίρεση το σκάφος δεν πραγµατοποιούσε αλιευτική δραστηριότητα, δηλαδή όταν ο καιρός ή το φεγγάρι δεν το επέτρεπε, οι αλιεργάτες εκτελούσαν εργασίες συντήρησης εντός του σκάφους, στο οποίο ο …… διέµενε. Εξάλλου, το ωράριο εργασίας και η καθηµερινή διάρκεια της απασχόλησης του ως άνω αλιεργάτη δεν ήταν επακριβώς καθορισµένα, διότι λόγω του είδους της απασχόλησης και της ιδιαιτερότητας εξωγενών παραγόντων συνδεόµενων προς τη φύση της ναυτικής του εργασίας και συνεπώς ήταν αναγκαίο να εργάζεται 14 ώρες την ημέρα όπως κατ’ορθή εκτίμηση των αποδείξεων κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Οι περί του αντιθέτου καταθέσεις τόσο του …………, όσο και του …………… που αναφέρουν ότι ο αλιεργάτης απασχολείτο μόνο επί 8ωρο δεν κρίνονται πειστικές για τους εξής λόγους: έρχονται σε αντίθεση με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, αφού οι αλλοδαποί εργάτες διαμένουν εντός του σκάφους, οπότε απασχολούνται πολύ περισσότερο από το νόμιμο ωράριο, ευρισκόμενοι πάντα ως οικονομικοί μετανάστες με αδυναμία διαπραγμάτευσης των όρων εργασίας στη διάθεση του εργοδότη. Δεύτερον: η ένορκη κατάθεση του προαναφερόμενου ιδιοκτήτη αλιευτικού ………………. περί ηλεκτρονικού ημερολόγιου του πλοίου που διαρκεί περίπου μία ώρα, και αποστέλλεται στο κέντρο παρακολούθησης αλιείας, δεν επιβεβαιώνεται από το αποδεικτικό υλικό της υπόθεσης και ιδίως το προσκομιζομενο χειρόγραφο ημερολόγιο του αλιευτικού σκάφους στο οποίο δεν αναγράφονται οι ώρες αλλά μόνο η ημέρα. Επιπλέον κατά τη μέρα του δυστυχήματος ο ίδιος ο δεύτερος εναγόμενος αναφέρει ότι απέπλευσε στις 20.49 από την ιχθυόσκαλα της Πάτρας, και ότι πραγματοποιούσε ρίψη διχτυού επτά ώρες μετά, δηλαδή στις 03.40. Ότι όταν έπεσε ο αλιεργάτης στη θάλασσα κάλεσε σε βοήθεια παραπλέοντα σκάφη γιατί το τετρακοσίων μέτρων δίχτυ ήθελε ώρα να τραβηχτεί και ότι ο θανών βρέθηκε τελικά μετά από 45 λεπτά, δηλαδή περίπου στο οκτάωρο. Από τα παραπάνω στοιχεία αποδεκνύεται ότι μέχρι να επιστρέψει το αλιευτικό στην ιχθυόσκαλα και να ολοκληρωθούν όλες οι απαιτούμενες εργασίες χρειαζόταν καθημερινή απασχόληση που υπερέβαινε κατά πολύ το οκτάωρο και εννιάωριο και ανερχόταν πράγματι στις 14 ώρες. Κρίνοντας τα ίδια το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δηλαδή περί 14ωρης απασχόλησης κατά μέσο όρο κάθε μέρα και προσδιορίζοντας την οφειλόμενη με βάση το άρθρο 3 του ν. 551/1915 αποζημίωση με ημερομίσθιο 29,04 ευρώ και με προσαύξηση 20% στην υπερεργασία (άρθρο 9 της 1/1982 αποφάσεως του ΔΔΔΔ Αθηνών που κυρώθηκε με το άρθρο 29 του Ν. 1346/1983 και πλέον σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 74 παρ. 10 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ Α 115/15.7.2010) και 40% στην υπερωρία (άρθρο 74 παρ. 10 εδ. 3 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ Α 115/15.7.2010) για τις ώρες πέραν 45 εβδομαδιαίως για εργαζόμενους με πενθήμερο) προσδιορίζοντας το ωρομίσθιο σε 5,22 ευρώ και 6,09 ευρώ αντίστοιχα προσδιορίζοντας τις μηνιαίες αποδοχές σε [755,04 + (5,22 Χ 20 ώρες) 104,4 + (6,09 Χ 160 ώρες) =] 974,4=]1.833,84 ευρώ πλέον τροφοδοσίας 300 ευρώ αποδοχές αδείας δύο ηµερών µηνιαίως, ήτοι ποσό [29,04 +(104,40/25=) 4,17 =33,21 € Χ2] 66,42 ευρώ, αφού η τροφοδοσία, είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτούσια και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας συνυπολογίζονται στις μηνιαίες αποδοχές (ΜΕφΠειρ. 18/2016, 19/2016, 371/2016, 73/2016, 160/2014, 36/2014, 71/2014, όλες σε τνπ ΝΟΜΟΣ) και ως βάση αποζημίωσης τα 2.200,26 ευρώ, ορθά ερμήνευσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και τα όσα περί του αντιθέτου αναφέρονται στο μοναδικό λόγο της με αριθμό …………../2023 εφέσεως είναι αβάσιμα και πρέπει να απορριφθούν. Ακολούθως των ανωτέρω και εφόσον δεν υφίσταται άλλος λόγος προς έρευνα πρέπει να απορριφθούν αμφότερες οι εφέσεις ως ουσιαστικά αβάσιμες, και τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων μερών λόγω της αρχής εν μέρει νίκης και ήττας (άρθρα 178 και 183 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων τις από 19.10.2023 και 7.11.2023 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2023 και …………../2023 και με αριθμό έκθεσης προσδιορισμού …………/2023 και …………/2023 εφέσεις κατά της με αριθμό 2531/2023 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία περιουσιακών: εργατικών διαφορών αντιμωλία των διαδίκων επί της από 2.3.2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2021 αγωγής
Δέχεται τυπικά τις εφέσεις και τις απορρίπτει στην ουσία τους
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων μερών
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 12 Ιουνίου 2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ