ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
3ο ΤΜΗΜΑ
Αριθμός αποφάσεως 271/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Βασιλική Παπιγκιώτη, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών, και από τη Γραμματέα Δ.Π..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την …………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της εκκαλούσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………….» που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού …….. και εκπροσωπείται νόμιμα με ΑΦΜ …….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Τριαντάφυλλο Σπάχο.
Των εφεσίβλητων: 1) …….. και 2) ………., αμφοτέρων κατοίκων Πειραιά, οδός ……., με ΑΦΜ ………., εκ των οποίων η μεν πρώτη παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας δικηγόρου της Δήμητρας Σισμανίδου, ο δε δεύτερος εκπροσωπήθηκε από την ίδια ως άνω πληρεξούσια δικηγόρο.
Η ανακόπτουσα (και ήδη εκκαλούσα) άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 28-9-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2020 ανακοπή της, ζητώντας τα διαλαμβανόμενα σε αυτή. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 1638/2022 οριστική απόφασή του, με την οποία απέρριψε την ανακοπή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε η ανακόπτουσα με την από 15-7-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά ………./2022 έφεσή της (αριθμός κατάθεσης δικογράφου και προσδιορισμού δικασίμου ενώπιον του Εφετείου Πειραιά, ………./2023), δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η φερόμενη προς συζήτηση και κρίση ενώπιον του παρόντος, αρμοδίου, καθ’ ύλην και κατά τόπον, Δικαστηρίου (άρθρα 933, 29 παρ. 1 ΚΠολΔ), από 15-7-2022 έφεση, ασκήθηκε από την πρωτοδίκως ηττηθείσα ανακόπτουσα, νομίμως και εμπροθέσμως με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 15-7-2022 και εντός προθεσμίας 30 ημερών από την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 15-6-2022 [(βλ. επισημείωση δικαστικής επιμελήτριας …………… επί της πρωτόδικης απόφασης, που προσκομίζει η εκκαλούσα) (άρθρα 495 – 499, 511, 513 παρ. 1β, 516, 517, 518 παρ. 1 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ. 1 εδαφ. α΄ και παρ. 7 εδαφ. α΄ του ΚΠολΔ, ως αυτές ισχύουν μετά την – κατά περίπτωση – αντικατάσταση και τροποποίησή τους από τις διατάξεις του ν. 4335/2015)]. Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατά το παραδεκτό και βάσιμο των επιμέρους λόγων της, κατά την αυτή διαδικασία που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 533 παρ. 1, 937 παρ.3, 614 επ. ΚΠολΔ), δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της, έχει καταβληθεί και κατατεθεί το, απαιτούμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, παράβολο [υπ’ αριθμ. κωδ. ……………… παράβολο, ποσού εκατό (100) ευρώ, μετά της συνημμένης από 15-7-2022 βεβαίωσης πληρωμής].
Στην προκειμένη περίπτωση, η ανακόπτουσα και νυν εκκαλούσα με την από 28-9-2020 ανακοπή της, ζητούσε να ακυρωθεί η υπ΄ αριθμ. ………./27-7-2020 έκθεση βίαιης αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …….., βάσει της από 6-2-2020 επιταγής των καθών, προς εκτέλεση του α΄απογράφου εκτελεστού της υπ΄αριθμ. ………../2020 διαταγής απόδοσης χρήσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, καθώς και να διαταχθεί η επανεγκατάσταση της ιδίας (ανακόπτουσας) στο μίσθιο κατάστημα. Επί της ανακοπής αυτής (ασκηθείσας κατ΄άρθρο 933 ΚΠολΔ, καθώς βάλλει κατά πράξης της εκτέλεσης), που συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ, εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 1638/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία απέρριψε αυτήν. Κατά της ως άνω απόφασης, άσκησε έφεση η ηττηθείσα ανακόπτουσα, επικαλούμενη εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, προκειμένου να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή στο σύνολό της η προαναφερόμενη ανακοπή.
Ειδικότερα, με την υπό κρίση ανακοπή και κατ΄εκτίμηση αυτής, η ανακόπτουσα – εκκαλούσα εκθέτει ότι αποβλήθηκε από το μίσθιο, το οποίο χρησιμοποιούσε για τις ανάγκες της επαγγελματικής της δραστηριότητας και συντάχθηκε προς τούτο η υπ΄αριθμ. …/27-7-2020 έκθεση βίαιης αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………, βάσει της από 6-2-2020 επιταγής των καθών, προς εκτέλεση του α΄απογράφου εκτελεστού της υπ΄αριθμ. …./2020 διαταγής απόδοσης χρήσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Ότι είχε προηγηθεί αυτής η έκδοση της υπ΄αριθμ. 532/2020 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, η οποία είχε αναστείλει την εκτέλεση της πιο πάνω διαταγής απόδοσης μισθίου, με εγγυοδοσία υπέρ των καθών 8.000 ευρώ, καταβληθείσα εντός 15 ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης, εκκρεμούσε δε η έκδοση απόφασης επί της ασκηθείσας ανακοπής και των πρόσθετων λόγων αυτής κατά της ανωτέρω υπ΄αριθμ. …../2020 διαταγής απόδοσης χρήσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Κατά τη συζήτηση δε της υπό κρίση ανακοπής (2-12-2021) και με τις προτάσεις της, η ανακόπτουσα επισήμανε και προσκόμισε την υπ΄αριθμ. 3299/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία ακυρώθηκε η πιο πάνω διαταγή απόδοσης μισθίου, ήδη δε είχε κατατεθεί η από 18-1-2021 έφεση των καθών, εκκρεμούσα προς εκδίκαση στο Μονομελές Εφετείο Πειραιά.
Αναφορικά με το δεύτερο αίτημα της ανακοπής, που αφορά στην επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση και στην απόδοση στην ανακόπτουσα – εκκαλούσα ελεύθερης της χρήσης του μίσθιου ακινήτου, λεκτέα τα ακόλουθα: Κατά τη συνδυασμένη εφαρμογή των άρθρων 940 παρ. 3, 914, 152 και 154 ΚΠολΔ, μπορεί να ζητηθεί επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για εκτέλεση δυνάμει διαταγής απόδοσης μισθίου και όχι για εκτέλεση που διατάχθηκε με δικαστική απόφαση, καθότι για την ταυτότητα του νομικού λόγου αλλά και την λυσιτελέστερη παροχή δικαστικής προστασίας, δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός λόγος να μην εφαρμόζεται το άρθρο 914 ΚΠολΔ και επί εκτέλεσης που διατάχθηκε δυνάμει διαταγής απόδοσης μισθίου, κατά τον ίδιο τρόπο που εφαρμόζεται και επί δικαστικών αποφάσεων. Σε κάθε περίπτωση η μη αναφορά του νομοθέτη στο άρθρο 940 παρ. 3 του ΚΠολΔ στη δυνατότητα επαναφοράς στην προηγούμενη κατάσταση, δεν σημαίνει ότι ήθελε να την αποκλείσει, καθότι τη θεωρεί αυτονόητη, γεγονός που αποδεικνύεται λυσιτελές και χρήσιμο ιδίως για την επανεγκατάσταση αποβληθέντος μισθωτή με άκυρη εκτέλεση, εάν εξακολουθεί να ισχύει η μίσθωση (βλ. προς την κατεύθυνση αυτή ΟλΑΠ 5/2020 και παλαιότερη ad hoc νομολογία ΑΠ 134/1999, ΕφΑθ 2116/2022, ΕφΛαρ 495/2019 ΝΟΜΟΣ, βλ. και Μ. Μαργαρίτη – Α. Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος II, έκδοση 2η -2018, σελ. 557, ερμηνεία άρθρου 940 αρ. 14), παρεκτός της προβληματικής του εάν εφαρμόζεται το άρθρο 617 παρ. 1 ΚΠολΔ και σε περίπτωση που εκτελεστεί διαταγή απόδοσης χρήσης μισθίου, η οποία μεταγενέστερα εξαφανίσθηκε συνεπεία παραδοχής ασκηθείσας κατ’ άρθρο 642 ΚΠολΔ ανακοπής, για την οποία το παρόν Δικαστήριο προκρίνει ως ορθότερη την άποψη ότι και στην περίπτωση αυτή μπορεί να ζητηθεί επανεγκατάσταση του μισθωτή στο μίσθιο ακίνητο και επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση, είτε με βάση το άρθρο 940 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ, είτε με βάση το άρθρο 617 ΚΠολΔ, στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 642 ΚΠολΔ , με το καθεστώς που ισχύει μετά το Ν. 4335/2015 (πρβλ και ΑΠ 475/2017 ΝΟΜΟΣ, Ν. Κατρά, Αστικές και Νέες εμπορικές μισθώσεις, έκδοση 2020, § 35, αριθ. 12, σελ. 470, Ν. Νίκας, ΑναγκΕκτ, § 33, αριθμ. 13, Κ. Μπέη, ΠολΔ, άρθρ. 940, σελ. 1507, Κ. Μακρίδου, Ειδικές Διαδικασίες, έκδοση 2017, σ. 207-208, βλ. αντίθετη ΑΠ 1973/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 303/2019 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, το παραπάνω αίτημα δύναται να ασκηθεί παραδεκτά και νόμιμα. Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο ελλείψει εννόμου συμφέροντος (άρθρο 68 ΚΠολΔ) και τούτο διότι η ίδια η ανακόπτουσα – εκκαλούσα αναφέρει στην από 26-2-2020 ανακοπή της, την οποία ενσωματώνει αυτούσια στην υπό κρίση ανακοπή, ότι ουδέποτε υπέγραψε ή ανέλαβε υποχρεώσεις, από το επίδικο και φερόμενο ως από 27-6-2017 ιδιωτικό συμφωνητικό επαγγελματικής μίσθωσης. Συνεπώς, εφόσον αρνείται την ύπαρξη και την υπογραφή εκ μέρους της του πιο πάνω ιδιωτικού συμφωνητικού, ήτοι αρνείται την ύπαρξη της βασικής σχέσης, εκλείπει το έννομο συμφέρον για να αιτηθεί την επανεγκατάστασή της στο μίσθιο. Επιπλέον, στην υπό κρίση ανακοπή της δεν αναφέρει – ούτε στο δικόγραφο της έφεσης-, την οποιαδήποτε συμφωνία μίσθωσης, η οποία να εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ και δυνάμει της οποίας αιτείται την επανεγκατάσταση στο μίσθιο. Επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο που με την απόφασή του έκρινε το εν λόγω αίτημα ως νόμω αβάσιμο έσφαλλε και πρέπει να εξαφανιστεί ως προς αυτό (η απόφαση) και να απορριφθεί το πιο πάνω αίτημα ως απαράδεκτο. Τούτο διότι το ανωτέρω σφάλμα επιδρά στην έκταση του δεδικασμένου που απορρέει από την απόφαση και επομένως, εφόσον το ανωτέρω αίτημα της ανακοπής κρίθηκε μη νόμιμο δεν είναι επιτρεπτή ούτε η αντικατάσταση της εσφαλμένης αιτιολογίας της εκκαλουμένης με την ορθή, κατ` άρθρο 534 ΚΠολΔ, διότι η ορθή αιτιολογία οδηγεί σε διαφορετικό κατ` αποτέλεσμα διατακτικό, αφού η απόρριψη της ανακοπής ως μη νόμιμης ισοδυναμεί (από πλευράς δεδικασμένου πάντοτε) προς κατ` ουσίαν απόρριψη, ενώ η απόρριψη αυτής ως απαράδεκτης γίνεται για τυπικούς λόγους (ΑΠ 731/1991, ΕφΘεσ 1834/2013, ΕφΛαρ 234/2015 ΤΝΠ Νόμος, Κονδύλης ενθ` αν. σελ, 217-219, Σ. Σαμουήλ, Η Έφεσις Δ` έκδ. αρ. 1137)
Περαιτέρω, από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται νόμιμα οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς, πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 386/2015, Τ.Ν.Π. Νόμος, ΑΠ 1804/2012, ΧρΙΔ 2013/372), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Επί της από 6-12-2019 αίτησης των καθών η ανακοπή – εφεσιβλήτων εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 29/2020 διαταγή απόδοσης της χρήσης μισθίου και καταβολής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία, αφενός διατάχθηκε η ανακόπτουσα – εκκαλούσα εταιρία να αποδώσει στους καθών – εφεσίβλητους τη χρήση του μισθίου, αφετέρου υποχρεώθηκαν οι καθών η ως άνω διαταγή (ήτοι και η ανακόπτουσα), εις ολόκληρον ο καθένας, να καταβάλουν στους καθών η ανακοπή το ποσό των 14.748 ευρώ, για υπόλοιπο μισθώματος Ιουνίου 2019 και για τα μισθώματα του χρονικού διαστήματος από τον Ιούλιο έως και τον Δεκέμβριο 2019, πλέον του ανάλογου τέλους χαρτοσήμου, καθώς και το ποσό των 455 ευρώ για δικαστική δαπάνη. Με την από 11-2-2020 (με Γ.Α.Κ. ……/2020 και Ε.Α.Κ. ……/2020) ανακοπή και το από 26-2-2020 (με Γ.Α.Κ. ……/2020 και Ε.Α.Κ. ……/2020) δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής, η ανακόπτουσα, αλλά και ο ………… (ήτοι, ο δεύτερος καθών της πιο πάνω διαταγής απόδοσης), ζήτησαν την ακύρωση της παραπάνω διαταγής απόδοσης της χρήσης μισθίου και καταβολής μισθωμάτων, για τους αναφερόμενους στα δικόγραφα λόγους. Επί της ανακοπής και των πρόσθετων λόγων της, που συζητήθηκαν αντιμωλία των διαδίκων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, στη δικάσιμο της 6-7-2020, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3299/2020 απόφαση, με την οποία το Δικαστήριο, κατόπιν παραδοχής ως βάσιμου του πρώτου λόγου της ανακοπής, όπως εκτίμησε το περιεχόμενό του, δέχθηκε την ανακοπή και ακύρωσε την παραπάνω αναφερόμενη διαταγή απόδοσης της χρήσης μισθίου και καταβολής μισθωμάτων. Επισημαίνεται, ότι πριν την έκδοση της απόφασης αυτής είχε προηγηθεί η έκδοση της υπ΄αριθμ. 532/2020 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του ιδίου Δικαστηρίου, στις 15-4-2020, η οποία είχε αναστείλει την εκτέλεση της πιο πάνω διαταγής απόδοσης μισθίου, με εγγυοδοσία υπέρ των καθών 8.000 ευρώ, καταβληθείσα εντός 15 ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης, πλην όμως το ποσό αυτό δεν κατατέθηκε από την ανακόπτουσα – εκκαλούσα (βλ. υπ΄αριθμ. ……./30-6-2020 πιστοποιητικό της γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιά ………………). Σύμφωνα δε με την υπ΄αριθμ. 3299/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά δεν αποδείχθηκε ότι το από 27-6-2017 ιδιωτικό συμφωνητικό επαγγελματικής μίσθωσης έφερε τις ιδιόχειρες υπογραφές των ανακοπτόντων, και, συγκεκριμένα, δεν αποδείχθηκε ότι αυτό έφερε σημείωση του ονόματος του νόμιμου εκπροσώπου της μισθώτριας εταιρίας και του δεύτερου στην εκεί ανακοπή ανακόπτοντα, με δική τους γραφική ενέργεια που εμφανίζει τον δικό τους γραφικό χαρακτήρα και αποτελείται από το πλήρες ονοματεπώνυμο κάθε υπογράφοντος, με αποτέλεσμα τούτο να στερείται αποδεικτικής δύναμης για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής. Οι καθών η ανακοπή προσέβαλαν την παραπάνω απόφαση με την από 18-1-2021 έφεση, η οποία κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Πειραιά (με Γ.Α.Κ. …/2021 και Ε.Α.Κ. …./2021), και, ακολούθως, στο Εφετείο Πειραιά (με Γ.Α.Κ. …/2021 και Ε.Α.Κ. …./2021), συζητήθηκε δε κατά τη δικάσιμο της 3-11-2022 και, στη συνέχεια εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 450/2023 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε η έφεση, η οποία έχει καταστεί αμετάκλητη (βλ. υπ΄αριθμ. …./2-2-2024 πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης ένδικων μέσων της γραμματείας του Εφετείου Πειραιά). Τα ως άνω, τα επικαλείται νομίμως η ανακόπτουσα με τις προτάσεις της, συνιστώντας οψιγενείς ισχυρισμούς, που γεννήθηκαν μετά τη συζήτηση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο (άρθρο 527 ΚΠολΔ). Κατόπιν τούτων, καθίσταται προφανές ότι η υπ΄αριθμ. …/27-7-2020 έκθεση βίαιης αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ……, βάσει της από 6-2-2020 επιταγής των καθών, προς εκτέλεση του α΄απογράφου εκτελεστού της υπ΄αριθμ. …………/2020 διαταγής απόδοσης χρήσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, πρέπει να ακυρωθεί, καθώς αυτή εδράζεται σε πράξη που ήδη έχει ακυρωθεί αμετακλήτως. Συνεπώς, εφόσον ακυρώθηκε ο εκτελεστός τίτλος, πρέπει να ακυρωθεί και η μεταγενέστερη πράξη της βίαιης αποβολής από το μίσθιο που βασίστηκε σε αυτόν. Η ένσταση δε αοριστίας που προέβαλαν οι καθών η ανακοπή – εφεσίβλητοι τυγχάνει απορριπτέα, καθώς στην υπό κρίση ανακοπή αναφέρεται ότι η αποβολή από το μίσθιο έγινε βάσει άκυρου εκτελεστού τίτλου, παρατίθεται δε αυτούσιο το κείμενο της υπ΄αριθμ. 532/2020 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, δυνάμει της οποίας αναστάλθηκε η εκτέλεση της υπ΄αριθμ. ……/2020 διαταγής απόδοσης μισθίου, με εγγυοδοσία υπέρ των καθών, κατά δε τη συζήτηση της υπό κρίση ανακοπής, όπως αναφέρθηκε ήδη, προσκομίστηκε η υπ΄αριθμ. 3299/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που ακύρωσε την πιο πάνω διαταγή απόδοσης. Οι λοιποί ισχυρισμοί των διαδίκων, σχετικά με το από 27-6-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό επαγγελματικής μίσθωσης δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας δίκης, καθώς αυτοί προβλήθηκαν με την από 11-2-2020 ανακοπή, έχει δε ήδη εκδοθεί, όπως προαναφέρθηκε, η υπ΄αριθμ. 450/2023 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, που απεφάνθη επί αυτών. Συνεπώς, το πρωτόδικο δικαστήριο που απέρριψε την ανακοπή ως αόριστη σχετικά με το βασικό αίτημα αυτής περί ακύρωσης της υπ΄αριθμ. …../2020 έκθεσης βίαιης αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………… έσφαλλε και κακώς ερμήνευσε τον νόμο. Μετά ταύτα, πρέπει η υπό κρίση έφεση της εκκαλούσας – ανακόπτουσας να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στο σκεπτικό της παρούσας και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη υπ` αριθμ. 1638/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ` ουσίαν βάσιμη η από 28-9-2020 ανακοπή και να ακυρωθεί η προαναφερόμενη έκθεση βίαιης αποβολής και εγκατάστασης, καθώς και να επιβληθούν σε βάρος των καθών η ανακοπή – εφεσιβλήτων τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας – εκκαλούσας για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας [άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδ. με τις διατάξεις των άρθρων 63 παρ. 1 στοιχ. i περ. α`, 68 παρ. 1 και 69 παρ. εδάφ. α` Ν. 4194/2013 «Κώδικας Περί Δικηγόρων»]. Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 προτελευτ. εδάφ. ΚΠολΔ πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου της υπό κρίση έφεσης στην εκκαλούσα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 15-7-2022 έφεση.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ως βάσιμη κατ’ ουσίαν την έφεση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του υπ’ αριθμ. κωδικού …………….. e-παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, στην εκκαλούσα.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 1638/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
ΚΡΑΤΕΙ & ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ ουσίαν την υπόθεση.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 28-9-2020 ανακοπή.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ΄αριθμ. …/27-7-2020 έκθεσης βίαιης αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………….
ΕΠΙΒΑΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας – εκκαλούσας, για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, σε βάρος των καθών η ανακοπή – εφεσιβλήτων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στον Πειραιά, στις 14-6-2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ H ΓPAMMATEAΣ