ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 282/2024
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 2ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη – Εισηγήτρια και Χρυσή Φυντριλάκη – Εφέτη, και από την Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της καλούσας – εκκαλούσας – ενάγουσας: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» που εδρεύει στη ………… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Του καθ’ ου η κλήση – εφεσίβλητου – εναγόμενου: ………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Εμμανουηλίδη (ΑΜ …. Δικηγορικός Σύλλογος Βόλου).
Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 23.04.2018 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2018 και ειδικό …/2018 αγωγή της, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 2249/2019 οριστική απόφασή του απέρριψε την αγωγή. Η εκκαλούσα – ενάγουσα προσέβαλε την απόφαση αυτή με την από 07.01.2022 έφεσή της που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/12.01.2022 και ειδικό …./12.01.2022 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …/12.01.2022 και ειδικό …/12.01.2022 για τη δικάσιμο της 25.05.2023, κατά την οποία ματαιώθηκε η συζήτησή της. Ήδη η υπόθεση επαναφέρθηκε προς συζήτηση με την από 01.06.2023 κλήση της εκκαλούσας– ενάγουσας που κατατέθηκε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης γενικό …../01.06.2023 και ειδικό …../01.06.2023 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του καθ’ ου η κλήση – εφεσίβλητου – εναγόμενου δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 3 εδ. α’ του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 «Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται». Η απόρριψη της έφεσης λόγω της ερημοδικίας του εκκαλούντος γίνεται κατ’ ουσίαν και όχι κατά τύπους, διότι, παρόλο που στην πραγματικότητα οι λόγοι της έφεσης δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται, κατά πλάσμα του νόμου, ότι είναι αβάσιμοι και για την αιτία αυτή πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίδεται στο Δικαστήριο η δυνατότητα έκδοσης αντίθετης απόφασης περί παραδοχής τους (ΟλΑΠ 16/1990 ΝοΒ 1990. 1337, ΑΠ 53/2021 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 635/2020 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1478/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 268/2016 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, ο εκκαλών με την απουσία του ή τη μη προσήκουσα παράστασή του τεκμαίρεται ότι παραιτείται από την έφεση και αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση (ΑΠ 476/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 268/2016 ΝΟΜΟΣ). Σημειώνεται, ωστόσο, ότι ήδη στην παρ. 3 εδ. α’ του άρθρου 524 του ΚΠολΔ, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 του Ν. 4842/2021, με έναρξη ισχύος, κατ’ άρθρο 120 εδ. β’ αυτού, από την 01.01.2022, εφαρμοζόμενου και επί εκκρεμών ένδικων μέσων κατ’ άρθρο 116 παρ. 2 β’ αυτού, ορίζεται ότι σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται, εφόσον είναι παραδεκτή, με αποτέλεσμα, κατ’ απόκλιση όσων προεκτέθηκαν, να προηγείται της απόρριψης της έφεσης κατ’ ουσίαν, η εξέταση του παραδεκτού της. Με τη συμπλήρωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 524 του ΚΠολΔ διευκρινίζεται, με τον πλέον σαφή τρόπο, ότι η απόρριψη της έφεσης ως ανυποστήρικτης είναι απόρριψη επί της ουσίας, άρα δογματικώς προϋποθέτει παραδεκτή άσκησή της. Επομένως, εάν η έφεση είναι για οποιονδήποτε λόγο απαράδεκτη, ιδίως εκπρόθεσμη ή λόγω μη καταβολής του παράβολου του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, ή λόγω έλλειψης άλλων διαδικαστικών προϋποθέσεων, πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως απαράδεκτη και όχι ως ανυποστήρικτη, δηλαδή επί της ουσίας. Εξάλλου, το άρθρο 532 του ΚΠολΔ προβλέπει την εξέταση του παραδεκτού της έφεσης, ανεξαρτήτως του εάν ο εκκαλών παρίσταται ή όχι στη δίκη. Ωστόσο, για την κατ’ ουσίαν απόρριψη της έφεσης ως ανυποστήρικτης, μετά την εξέταση του παραδεκτού της, ελέγχεται προηγουμένως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση της έφεσης και, τελικά, αν μεσολάβησε νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των διαδίκων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 110 παρ. 2 του ΚΠολΔ, από την οποία απορρέει η θεμελιώδης δικονομική αρχή της ακρόασης όλων των διαδίκων και η παροχή δυνατότητας σε καθέναν από αυτούς να ακουσθεί από το δικαστήριο και να αναπτύξει τους ισχυρισμούς του. Αν, επομένως, επισπεύδων είναι ο απολειπόμενος διάδικος, τότε δεν απαιτείται κλήτευσή του, ενώ αντίθετα απαιτείται τέτοια κλήτευση, όταν τη συζήτηση επισπεύδει ο παριστάμενος διάδικος. Και εάν μεν ο εκκαλών δεν κλητεύθηκε ή δεν κλητεύθηκε νομίμως ή εμπροθέσμως για να παραστεί κατά τη συζήτηση της έφεσης, το Δικαστήριο κηρύσσει τη συζήτηση απαράδεκτη, αν δε αντιθέτως επισπεύδει ο εκκαλών τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως από τον εφεσίβλητο να παραστεί σε αυτήν, η έφεση, εφόσον είναι παραδεκτή, απορρίπτεται (ΕφΑθ 222/2024 ΝΟΜΟΣ ΜονΕφΠειρ 259/2023 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 195/2023 στην efeteio-peir.gr, ΕφΑιγ 49/2023 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με την από 01.06.2023 κλήση της εκκαλούσας – ενάγουσας που κατατέθηκε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης γενικό …./01.06.2023 και ειδικό …./01.06.2023 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, νομίμως επαναφέρθηκε προς συζήτηση η κρινόμενη από 07.01.2022 έφεσή της, κατά της υπ’ αριθ. 2249/2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και με την οποία απορρίφθηκε η από 23.04.2018 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2018 και ειδικό …../2018 αγωγή της. Από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …/12.01.2022 και ειδικό …./12.01.2022 της γραμματέως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση, προκύπτει ότι την 12.01.2022 η πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας – ενάγουσας …….. (ΑΜ ……. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών) κατέθεσε την ανωτέρω έφεση στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς. Επιπλέον, από την έκθεση κατάθεσης και ορισμού δικασίμου με αριθμό γενικό …/12.01.2022 και ειδικό …../12.01.2022 της γραμματέως του Εφετείου Πειραιώς που υπάρχει συνημμένη στην ανωτέρω έφεση, προκύπτει ότι με μέριμνα της ίδιας ως άνω πληρεξούσιας δικηγόρου της εκκαλούσας – ενάγουσας ορίστηκε νόμιμα δικάσιμος για την εκδίκαση της ένδικης έφεσης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η 25.05.2023, κατά την οποία ματαιώθηκε η συζήτησή της, και ως εκ τούτου τη συζήτηση της κρινόμενης έφεσης επέσπευσε η εκκαλούσα – ενάγουσα. Όπως δε προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού του Δικαστηρίου, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο προς συζήτηση της από 01.06.2023 κλήσης, με την οποία νομίμως επαναφέρθηκε προς συζήτηση από την εκκαλούσα – ενάγουσα η κρινόμενη από 07.01.2022 έφεσή της, και κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, η εκκαλούσα – ενάγουσα δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε κατέθεσε έγγραφη δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, ότι επιθυμεί να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς την εμφάνισή της στο ακροατήριο, με έγγραφες προτάσεις, ενώ ο εφεσίβλητος – εναγόμενος εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Επομένως, εφόσον η εκκαλούσα – ενάγουσα επέσπευσε τη συζήτηση της κρινόμενης από 07.01.2022 έφεσής της, πρέπει, σύμφωνα και με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, να δικαστεί ερήμην, κατ’ άρθρο 524 παρ. 3 του ΚΠολΔ. Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 2249/2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και με την οποία απορρίφθηκε η από 23.04.2018 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2018 και ειδικό …./2018 αγωγή της εκκαλούσας – ενάγουσας, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η έφεση ασκήθηκε μετά την 01.01.2016), εφόσον δεν προκύπτει από τα έγγραφα που προσκομίζονται, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, ότι έχει χωρήσει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, η δε κρινόμενη από 07.01.2022 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 12.01.2022, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …../12.01.2022 και ειδικό …/12.01.2022 της γραμματέως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση, ήτοι εντός της προθεσμίας των δύο ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης την 26.06.2019, δεδομένου ότι από την επομένη της δημοσίευσης της εκκαλουμένης απόφασης την 26.06.2019, άρχισε να τρέχει η διετής καταχρηστική προθεσμία του άρθρου 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, η οποία, χωρίς την προσωρινή αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας, λόγω των έκτακτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, θα έληγε την 26.06.2021, λόγω, όμως, της ως άνω αναστολής και του εξαιτίας αυτής μη υπολογισμού των χρονικών διαστημάτων από την 13.03.2020 έως την 31.05.2020 (2 μήνες και 18 ημέρες) και από την 07.11.2020 έως την 06.04.2021 (5 μήνες), και συνολικά χρονικού διαστήματος 7 μηνών και 18 ημερών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 74 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4690/2020 και 83 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4790/2021, δεν είχε συμπληρωθεί αυτή η διετής προθεσμία κατά την άσκηση της ένδικης έφεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 12.01.2022, καθόσον τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας δεν υπολογίζονται στην καταχρηστική προθεσμία άσκησης της έφεσης, σύμφωνα και με τη ρητή πρόβλεψη του άρθρου 49 του Ν. 4963/2022. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 του ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό της έφεσης έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα – ενάγουσα το παράβολο των 150,00 ευρώ, που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ. Ωστόσο, εφόσον ερημοδικεί η εκκαλούσα – ενάγουσα που επέσπευσε τη συζήτηση της κρινόμενης από 07.01.2022 έφεσής της, η οποία ασκήθηκε παραδεκτώς, πρέπει να απορριφθεί στην ουσία της ως ανυποστήρικτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 524 παρ. 3 εδ. α’ του ΚΠολΔ, χωρίς να ακολουθήσει περαιτέρω έρευνα των λόγων της έφεσης. Πρέπει, επίσης, να ορισθεί το παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας, κατά της παρούσας απόφασης, από την ερημοδικαζόμενη εκκαλούσα – ενάγουσα (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 του ΚΠολΔ). Λόγω δε της απόρριψης της έφεσης και της ήττας της εκκαλούσας – ενάγουσας, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου που αυτή προκατέβαλε κατά την κατάθεσή της, στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου – εναγόμενου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, κατά παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματός του, να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας – ενάγουσας (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της εκκαλούσας – ενάγουσας την από 07.01.2022 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 2249/2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία.
Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας σε διακόσια ενενήντα (290) ευρώ.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ, που καταβλήθηκε από την εκκαλούσα – ενάγουσα κατά την άσκηση της έφεσής της με το υπ’ αριθ. ………………./2022 ηλεκτρονικό παράβολο.
Επιβάλει σε βάρος της εκκαλούσας – ενάγουσας τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου – εναγόμενου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 14.06.2024 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 17.06.2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ