ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός Αποφάσεως 217/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή Ελένη Μοτσοβολέα, Εφέτη, που ορίσθηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιως και την Γραμματέα K.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, την ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος : ……….. ο οποίος στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Μαρία Γ. Δόκα .
Της εφεσίβλητης : Της εταιρείας με την επωνυμία «……..», που εδρεύει στο ……….., νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο Ευτυχία Χίου – Γιαννίκου, βάσει δηλώσεως .
Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 2-7-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2020 αγωγή της κατά του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμ. 52/2023 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο εναγόμενος με την από 23-2-2023 και με αριθμ. εκθ. καταθ. ……/2023 έφεσή του, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης ………/2023, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά κατέθεσε μονομερή δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και προκατέθεσε προτάσεις, ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση έφεση του εναγομένου κατά της υπ’ αριθ. 52/2023 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και δέχθηκε την εναντίον του από 2-7-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2020 αγωγή της εφεσίβλητης κατ’ ουσίαν, έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 ΚΠολΔ), αφού δεν προκυπτει επίδοση της εκκαλουμένης, ενώ εξάλλου δεν έχει παρέλθει διετία από την δημοσίευσή της, αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) και για το παραδεκτό της έχει καταβληθει και το νόμιμο παράβολο (βλ. το με κωδικό πληρωμής …………../2023 παράβολο) σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ. Επομένως, είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να ερευνηθει περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των κατ’ ιδίαν λόγων της κατά την αυτή ως άνω διαδικασία (533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Από τις διατάξεις των άρθρων 211 και 212 ΑΚ συνάγεται ότι η άμεση αντιπροσώπευση διέπεται από την αρχή του εμφανούς, σύμφωνα προς την οποία, προκειμένου η δικαιοπραξία να επιφέρει τα αποτελέσματα αυτής στο πρόσωπο του αντιπροσωπευόμενου απαιτείται ο αντιπρόσωπος, κατά την επιχείρηση της δικαιοπραξίας να καταστήσει εμφανές στον τρίτο μετά του οποίου συναλλάχθηκε ότι δεν ενεργεί ιδίω ονόματι, αλλά επ’ ονόματι, του αντιπροσωπευόμενου. Θα πρέπει, δηλαδή, να καθίσταται φανερό κατά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας, ότι το υποκείμενο της με αυτή ιδρυόμενης έννομης σχέσης δεν είναι ο δικαιοπρακτών αντιπρόσωπος, αλλά ο αντιπροσωπευόμενος, στον οποίο αυτή αφορά (ΕφΠατρ 637/1999 Νόμος). Περαιτέρω η άμεση αντιπροσώπευση δεν πρέπει να συγχέεται με την έμμεση αντιπροσώπευση, η οποία αποτελεί συνηθισμένο τρόπο εκπροσώπησης συμφερόντων. Επί εμμέσου αντιπροσώπευσης υποκείμενο της έννομης σχέσης, που δημιουργείται από την ενέργεια του εμμέσου αντιπροσώπου, είναι αυτός ο ίδιος ο δικαιοπρακτών αντιπρόσωπος και όχι ο αντιπροσωπευόμενος, ο οποίος (αντιπρόσωπος) με βάση την συνδέουσα αυτόν με τον κύριο της υπόθεσης εσωτερική σχέση (π.χ. σύμβαση εντολής, μίσθωση εργασίας κλπ), υποχρεούται να μεταφέρει τα στο πρόσωπό του επελθόντα αποτελέσματα της δικαιοπραξίας, με χωριστές μεταβιβαστικές πράξεις, στον εμμέσως υπ’ αυτού αντιπροσωπευόμενο. Η έμμεση αντιπροσώπευση είναι αντιπροσώπευση συμφερόντων, ενέργεια δηλαδή για λογαριασμό απλώς άλλου και όχι αντιπροσωπεία των άρθρων 211 επ. ΑΚ. Και τούτο γιατί στην έμμεση αντιπροσώπευση ο αντιπρόσωπος επιχειρεί τη δικαιοπραξία στο όνομά του, ούτως ώστε να απαιτείται στη συνέχεια άλλη δικαιοπραξία μεταξύ αντιπροσώπου και αντιπροσωπευομένου για να μεταβιβασθούν στον τελευταίο τα δικαιώματα που απέκτησε και τις υποχρεώσεις που ανέλαβε ο αντιπρόσωπος με την αρχική δικαιοπραξία. Οι επιχειρούμενες από τον έμμεσο αντιπρόσωπο ιδίω ονόματι, αλλά για λογαριασμό κάποιου άλλου πράξεις μόνο κατά το τελικό οικονομικό τους αποτέλεσμα και διά της πλοκής περισσοτέρων εσωτερικών σχέσεων μεταξύ αντιπροσώπου, τρίτου και αντιπροσωπευόμενου αφορούν τον τελευταίο. Η επίδρασή τους στην έννομη σφαίρα του κυρίου των υποθέσεων είναι έμμεση και όχι άμεση, όπως συμβαίνει στην άμεση αντιπροσώπευση της ΑΚ 211 (ΑΠ 1128/2015, ΑΠ 1422/2007, ΕφΑΘ 3982/2011, ΕφΛαρ 15/2019, ΕφΛαρ 523/2014, ΤΝΠ Νόμος).Με την από 2-7-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2020 αγωγή, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, εξέθετε ότι τυγχάνει εμπορική μεταφορική εταιρεία, με έδρα στο νησί της ……. και με υποκατάστημα στην Αθήνα. Ότι ξεκίνησε ως ατομική επιχείρηση του …….., συνεργαζόμενη με τον αδελφό του ……….. (πατέρα του εναγομένου). Ότι μετά τον επελθόντα στις 5.3.1998, θάνατο του …………., η επιχείρηση μετατράπηκε σε κοινωνία κληρονόμων, με την επωνυμία «…………» οπότε εισήλθαν σε αυτήν, δυνάμει κληρονομικής διαδοχής η σύζυγός του ….., χήρα ………. καθώς και τα τέκνα του ……………….. Ότι η εταιρεία μετατράπηκε, τον μήνα Μάιο του έτους 2002 σε εμπορική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………» , μορφή και επωνυμία την οποία διατηρεί μέχρι σήμερα. Ότι η εταιρεία διοικείται από την …… χα …….., η οποία μετέχει κατά ποσοστό 33,33% επί του εταιρικού κεφαλαίου ενώ λοιπά μέλη και εταίροι αυτής είναι ο …….. με ποσοστό συμμετοχής 50% και ο ……….. με ποσοστό συμμετοχής 16,66. Ότι μέχρι και τον μήνα Ιούλιο του έτους 2012 συνεργάτης της ιδίας και της επιχείρησής της ετύγχανε ο εναγόμενος, υιός του ………………, με τον οποίον διατηρούσαν έως τότε σενότατη σχέση συγγένειας και εμπιστοσύνης. Ότι κατά το έτος 2010, χρονικό διάστημα, κατά το οποίο οι συγγενικές και επαγγελματικές εμπορικές σχέσεις των διαδίκων ήταν αρμονικές ο εναγόμενος ζήτησε και έλαβε από αυτήν οικονομική βοήθεια υπό την μορφή εντόκου δανείου προκειμένου να εκμεταλλευθεί μία μεγάλη εμπορική ευκαιρία που του είχε παρουσιασθεί και δη να συμμετέχει σε δημοπρασία με αντικείμενο την αγορά σε ευκαιριακές τιμές ελκυστήρων ( τρακτόρων) και επικαθήμενων ψυγείων, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι απευθύνθηκε για τον σκοπό αυτόν προς την ενάγουσα αφού αυτός δεν διέθετε τα αντίστοιχα χρηματικά κεφάλαια, ούτε είχε την δυνατότητα τραπεζικής χρηματοδότησης. Ότι εξαιτίας της συγγενικής τους σχέσης και δεδομένου ότι διέθετε ανοιχτό επιχειρηματικό αλληλόχρεο λογαριασμό στην Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος ( ήδη ALPA BANK), έλαβε έντοκο επαγγελματικό δάνειο συνολικού ύψους 114.456,39 ευρώ από την ως άνω Τράπεζα, το οποίο εκταμίευσε για τον σκοπό αυτόν με δύο αναλήψεις στις 29.1.2010 και στις 19.2.2010, ποσών 19.000,00 ευρώ και 92.456,30 ευρώ αντιστοίχως, προκειμένου ο εναγόμενος να συμμετάσχει στον πλειστηριασμό κινητών. Ότι εν συνεχεία δάνεισε στον εναγόμενο το συνολικό ποσό 129.600,00 ευρώ, παραδίδοντάς του δύο τραπεζικές επιταγές της ιδίας,σε χρέωση των λογαριασμών, που αυτή διατηρούσε στην Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος και στην Εθνική Τράπεζα, εις διαταγήν του εναγομένου, ήτοι την υπ’ αριθμ. ……. επιταγή Εμπορικής Τράπεζας με ημερομηνία έκδοσης 24.2.2010, ποσού 85.000,00 ευρώ η οποία εξοφλήθηκε στον εναγόμενο στις 24.3.2010 και την υπ’ αριθμ. ………. τραπεζική επιταγή Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος με ημερομηνία έκδοσης 29.3.2010 ποσού 44.600,00 ευρώ η οποια εξοφλήθηκε στον εναγόμενο στις 29-3-2010 , ότι αυτή δάνεισε εντοκως στον εναγόμενο το ως άνω συνολικό χρηματικό ποσό των 129.600,00 ευρώ, με την συμφωνία επιστροφής του δανεισθέντος ποσού προς την ιδία, ευθύς ως ο εναγόμενος ηδυνατο να εισπράξει χρήματα εκ της πάσης φύσεως εκμετάλλευσης των αυτοκινήτων του, ήτοι αορίστως λόγω των συγγενικών και αρμονικών σχέσεών τους. Ότι έναντι του εν λόγω δανείου και προς μερική εξόφλησή του προς την ενάγουσα ο εναγόμενος παραχώρησε (με την μορφή της καταβολής) προς τους εταίρους αυτής (υπό την νομοτυπική μορφή «πώλησης») α) στον μεν εταίρο …….. (εξάδελφό του ) το αναφερόμενο στην αγωγή όχημα αξίας 19.250,00 ευρώ και β) στον επίσης εταίρο ……… (αδελφό του) τα αναφερόμενα στην αγωγή οχήματα, αξίας 25.000,00 ευρώ και 30.000,00 ευρώ αντίστοιχα, ήτοι παραχώρησε σε αυτούς στις 14.6.2010 επαγγελματικά οχήματα συνολικής αξίας 74.250,00 ευρώ με ταυτόχρονη αποδοχή και συμφωνία εκ μέρους της δια το «καλώς έχειν» των καταβολών αυτών ως γενόμενων προς την ίδια, απομειώνοντας έτσι το ποσό του δανείου, που αυτός είχε λάβει, παραμένοντος εκκρεμούς επιστρεπτέου προς την ίδια υπολοίπου δανειακού κεφαλαίου ύψους 55.350,00 ευρώ, το οποίο ο εναγόμενος αρνείται να αποδώσει παρά την από 25.11.2013 εξώδικη καταγγελία εντόκων δανείων μετά της σχετικής κατ’ αυτού δήλωσης, διαμαρτυρίας, πρόσκλησης μετ’ επιφύλαξης των δικαιωμάτων της, επιδοθείσα στον εναγόμενο στις 11.12.2013. Με βάση το ιστορικό αυτό, μετά από νόμιμο και παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος της αγωγής με τις ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου προκατατεθείσες προτάσεις της, (άρθρα 223, 224, 295 παρ. 1 εδ β ΚΠολΔ) ,από εν όλω καταψηφιστικό σε εν μέρει καταψηφιστικό,ζήτησε α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει για την ανωτέρω αιτία το ποσό των 20.000 ευρώ και β) να αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να της καταβάλει το ποσό των 35.350,00 ευρώ με τους νόμιμους τόκους από 12-1-2014, ήτοι μετά την παρέλευση ενός μηνός από την κοινοποιηση στον εναγόμενο, την 11.12.2013 της από 25-11-2013 εξωδίκου καταγγελίας, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως και να καταδικασθεί αυτός στη δικαστική της δαπάνη. Επί της ανωτέρω αγωγής εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση, δια της οποίας τo πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μετ΄ εκτίμηση αποδείξεων δέχθηκε εν όλω την αγωγή της εφεσίβλητης κατ’ ουσίαν. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών, με την υπό κρίση έφεσή του για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και κακή εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και διώκει την εξαφάνισή της εκκαλουμένης, ώστε να απορριφθεί η αγωγή. Στην κρινόμενη υπόθεση, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, κατά τρόπο που και το Δικαστήριο να δύναται να εκτιμήσει τη νομική και εν συνεχεία ουσιαστική βασιμότητά της και ο εναγόμενος να αμυνθεί κατ’ αυτής, διότι περιέχει όλα τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη στοιχεία, τα οποία απαιτούνται κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, προς θεμελίωση αυτής στις διατάξεις των άρθρων 806 επ ΑΚ, ενώ δεν απαιτείται να αναφέρονται στην αγωγή εάν το δάνειο είναι έντοκο ή άτοκο ορισμένου ή αορίστου χρόνου (ΑΠ 402/2012, ΑΠ 992/2010, ΑΠ 847/2009), ο σκοπός για τον οποίο ο δανειζόμενος στην συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται να χρησιμοποιήσει το δάνεισμα (ΑΠ 1802/2007), ο χρόνος κατάρτισης της σύμβασης, χρόνος απόδοσης των δανεισθέντων χρημάτων, αφού η επίδοση της αγωγής δείχνει την πρόθεση να επιστραφεί το δάνειο και αποτελεί καταγγελία μετά παρέλευση μηνός από την οποια πρέπει να αποδοθεί αυτό, ο τρόπος απόδοσης, ήτοι αν η απόδοση θα γίνει με ολοσχερή ή με τμηματικές καταβολές, αφού δεδομένου ότι ο νόμος δεν διακρίνει, η απόδοση γίνεται εφάπαξ, άλλα στοιχεία που αναφέρονται σε περιστάσεις που συνοδεύουν την κατάρτιση της σύμβασης δανείου αλλά δεν αποτελούν αναγκαία στοιχείο αυτής, όπως ο χρόνος παράδοσης (ΑΠ 889/2010), ο λόγος για τον οποίον δόθηκε το δάνειο ή ο τρόπος κατά τον οποίον περιήλθε το δανεισθέν χρηματικό ποσό στον δανειστή (ΑΠ 1510/2011 ΝΟΜΟΣ). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε την αγωγή ορισμένη ορθώς ερμήνευσε τον νόμο, όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζονται με τον πρώτο λόγο εφέσεως είναι αβάσιμα και απορριπτέα.
Από την προσήκουσα εκτίμηση της νομίμως επικαλούμενης και προσκομιζόμενης υπ’ αριθμ. ……/13.11.2020 ενορκης ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ……., βεβαιώσεως της ….. ., η οποία ελήφθη με πρωτοβουλία της ενάγουσας μετά την νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εναγομένου (σχετ. η υπ’ αριθμ. …/10.11.2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνων ……. ), της νομίμως επικαλούμενης και προσκομιζόμενης υπ’ αριθμ. ………/27.11.2020 ενορκης ενώπιον του συμβολαιογράφου Σάμου ……. , βεβαιώσεως του …….. , η οποία ελήφθη με πρωτοβουλία της ενάγουσας μετά την νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εναγομένου (σχετ. η υπ’ αριθμ. ……../23.11.2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνων ……….. ), των νομίμως επικαλούμενων και προσκομιζόμενων από τον εναγόμενο στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο τριών πρώτων κατά σειρά επίκλησης στις προτάσεις του της ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου δίκης (σύμφωνα με το άρθρο 422 παρ. 3 , με το οποίο δεν επιτρέπεται η λήψη ενόρκων βεβαιώσεων πλέον των τριών για κάθε διάδικο και δύο για την αντίκρουση) υπ’ αριθμ. ……/13.11.2020, …………/13.11.2020 και ……/13.11.2020 ενόρκων ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ……. ……., βεβαιώσεων των …….., ………. και …….., αντίστοιχα, που λήφθηκαν με πρωτοβουλία του εναγομένου μετά την νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγουσας (σχετ. η υπ’ αριθμ. ……/10.11.2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αιγαίου με έδρα στο Πρωτοδικείο Σάμου, ……..), και όλων ανεξαιρέτως των μετ’ επικλήσεως νομίμως προσκομιζομένων υπό των διαδίκων εγγράφων, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη (άρθρα 432 επ. ΚΠολΔ) είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 § 3, 339, 395 ΚΠολΔ), μη λαμβανομένης υπόψη της προσκομισθεισης από την εναγουσα υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 της ………, διότι ελήφθη με σκοπό να χρησιμοποιηθεί στην προκειμενη δικη (ΟλΑΠ 8/1987, ΑΠ 524/2018, ΑΠ 624/2013, ΑΠ 1076/2010, ΑΠ 667/2009, ΑΠ 370/2004, ΑΠ 631/2004, ΑΠ 109/2004, ΤΝΠ Νόμος) και από τις κάτωθι ειδικώς αναφερόμενες ομολογίες των διαδίκων, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), απεδείχθησαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα τυγχάνει ιδιότυπη μεταφορική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (Ι.Μ.Ε. –Ε.Π.Ε.) εθνικών και ειδικών μεταφορών με έδρα στον Δήμο … του Νομού …., ενώ διατηρεί υποκαταστημα και στην Αθήνα στην περιοχή του ….. Έχει συσταθεί δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/21.3.2002 καταστατικού της συμβολαιογράφου Σάμου ……… και έχει καταχωρηθεί στο Γ.Ε.Μ.Η. με αριθμό ………. Κατά τον χρόνο σύστασής της μετείχαν σε αυτήν ως εταίροι η ……. χήρα του αποβιώσαντος στις 5.3.1998 ……… και τα τέκνα αυτής και του αποβιώσαντος, ……… . Η ως άνω επιχείρηση είχε ξεκινήσει, ως οικογενειακή μεταφορική επιχείρηση, την οποια είχαν συστήσει από το 1988 ο ήδη αποβιώσας ………… και ο αδελφός του ……… (πατέρας του εναγομένου), αμφότεροι αυτοκινητιστές. Στην επιχείρηση αυτή απασχολούντο όλα τα μέλη και των δύο οικογενειών των αδελφών ………… Μετά τον θάνατο του …….., ιδρύθηκε η ενάγουσα εταιρεία, η οποία αποτελούσε την συνέχεια της οικογενειακής επιχείρησης που είχαν ιδρύσει οι αδελφοί ……, όπως σαφώς κατέθεσε η ………. στην υπ’ αριθμ. ……../13-11-2020 ένορκη βεβαίωσή της, στην οποία συνέχισαν να εργάζονται όλα τα μέλη των δύο οικογενειών, είτε ως υπάλληλοι, είτε ως συνεργαζόμενοι ελεύθεροι επαγγελματίες – αυτοκινητιστές, αναλόγως πως εξυπηρετούσε την εταιρεία από οικονομικής και φορολογικής απόψεως, λόγω του ότι ηταν ιδιότυπη μεταφορική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (Ι.Μ.Ε. –Ε.Π.Ε.) και υπήρχε περιορισμός στον αριθμό των οχημάτων που μπορούσε να έχει, γι’ αυτό και τα οχήματα ήταν «μοιρασμένα» στα μέλη των δύο οικογενειών, όπως σχετικώς κατέθεσε η ως άνω μάρτυς. Μάλιστα στο πλαίσιο του οικογενειακού χαρακτήρα της επιχείρησης εισήλθε στην εταιρεία και ο …….. με ποσοστό συμμετοχής 16,66%, αδελφός του εναγομένου κι έτσι στην ενάγουσα εταιρεία μετέχουν ως εταίροι η …… χήρα ………. κατά ποσοστό 33,3% επί του κεφαλαίου, ο ……. …….. με ποσοστό συμμετοχής 50% και ο …….. με ποσοστό συμμετοχής 16, 66% επί του κεφαλαίου, το οποίο δεν αμφισβητείται. Διαχειρίστρια της εν λόγω εταιρείας έχει ορισθεί η ……. χήρα ……… δυνάμει της υπ’ αριθμ. ……/15.12.2017 συμβολαιογραφικής πράξης του συμβολαιογράφου Καρλαβασίου ………….(νομίμως καταχωρηθείσα στο Γ.Ε.Μ.Η. με αριθμό ………./11.1.2018). Ο εναγόμενος (ο μεγαλύτερος από όλα τα εξαδέλφια των δύο οικογενειών) ήταν υπεύθυνος για την λειτουργία του υποκαταστήματος της επιχείρησης στην Αθήνα, στον …. , ενώ παράλληλα εκμίσθωνε στην ενάγουσα ως αυτοκινητιστής – συνεργάτης της μικρά φορτηγά κυριότητός του για οικονομικούς και φορολογικούς λόγους. Το έτος 2010 ο εναγόμενος πληροφορήθηκε ότι θα γινόταν ένας πλειστηριασμός φορτηγών- οχημάτων στην Αθήνα σε συμφέρουσες για την εταιρεία τιμές. Η ενάγουσα εταιρεία, λόγω του ότι ο πλειστηριαστηριασμός θα διεξαγόταν στην Αθήνα, έδωσε εντολή στον εναγόμενο να συμμετάσχει ο ίδιος στον πλειστηριασμό, προκειμένου να αγοράσει τα οχήματα στο δικο του όνομα, αλλά για λογαριασμό της εταιρείας. Για τον σκοπό αυτό του παρέδωσε δύο επιταγές, ο δε εναγόμενος συμμετείχε στον διενεργηθέντα στις 24.3.2020 ενώπιον του συμβολαιογράφου ……. αναγκαστικό πλειστηριασμό κινητών πραγμάτων, ενεργώντας στο δικό του μεν όνομα αλλά για λογαριασμό της εναγουσας εταιρείας και κατακυρώθηκαν σε αυτόν, δυνάμει της υπ’ αριθμ. ……../24.3.2010 έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού κινητών πραγμάτων του ιδίου ως άνω συμβολαιογράφου, ως τελευταίο υπερθεματιστή, αντί της προσφερθείσης από αυτόν τελευταίας προσφοράς του ποσού των 110.000,00 ευρώ τα κάτωθι εκεί περιγραφόμενα κινητά πράγματα (φορτηγά – τράκτορες- ψυκτικοί θάλαμοι): 1) ένα φορτηγό τράκτορας, ερυθρό μάρκας VOLVO, τύπος ……… με αριθμό κυλοφορίας Βουλγαρίας ………., με αριθμό πλαισίου ….. μεταχειρισμένο, χωρις βιβλίο μεταβολών και άδεια, 2) ένα φορτηγό τράκτορας, μπλε μάρκας VOLVO, τύπος ….. με αριθμό κυλοφορίας Βουλγαρίας …….., με αριθμό πλαισίου …… μεταχειρισμένο, χωρις βιβλίο μεταβολών και άδεια, 3) ένα φορτηγό τράκτορας, γκρι μάρκας VOLVO, τύπος ….. με αριθμό κυλοφορίας Βουλγαρίας …, με αριθμό πλαισίου, ……. μεταχειρισμένο, χωρις βιβλίο μεταβολών και άδεια, 4) ένας τριαξονικός ψυκτικός θάλαμος (trailier) , με αριθμό κυλοφορίας Βουλγαρίας …, με αριθμό πλαισίου ……. μεταχειρισμένος, χωρις βιβλίο μεταβολών και άδεια, 5) ένας τριαξονικός ψυκτικός θάλαμος (trailier) , με αριθμό κυλοφορίας Βουλγαρίας ….., με αριθμό πλαισίου …….. μεταχειρισμένος, χωρις βιβλίο μεταβολών και άδεια, 6) ένας τριαξονικός ψυκτικός θάλαμος (trailier), με αριθμό κυλοφορίας Βουλγαρίας …, με αριθμό πλαισίου …….. μεταχειρισμένος, χωρις βιβλίο μεταβολών και άδεια, 7) ένα φορτηγό τράκτορας, ασημί μάρκας SCANIA, ….. με αριθμό κυλοφορίας Βουλγαρίας …….. , με αριθμό πλαισίου +…..+, μεταχειρισμένο χωρις βιβλίο μεταβολών και άδεια, 8) ένας τριαξονικός ψυκτικός θάλαμος (trailier), με αριθμό κυλοφορίας Βουλγαρίας …, με αριθμό πλαισίου … μεταχειρισμένος, χωρις βιβλίο μεταβολών και άδεια και 9) ένας τριαξονικός ψυκτικός θάλαμος (trailier), με αριθμό κυλοφορίας Βουλγαρίας …, με αριθμό πλαισίου … μεταχειρισμένος χωρις βιβλίο μεταβολών και άδεια. Σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. …./24.3.2010 έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού ο εναγόμενος για την συμμετοχή του στον πλειστηριασμό κατέθεσε στον ως άνω συμβολαιογράφο την υπ’ αριθμ. ………/24.3.2010 τραπεζική επιταγή της Εμπορικής Τράπεζας ποσού 70.000, ευρώ και μετά την κατακύρωση των οχημάτων στον ίδιο κατέβαλε την ιδία ημέρα (24-3-2010) επιπλέον το ποσο των 40.000,00 ερυώ σε μετρητά.
Άπαντα τα οχήματα κατακυρώθηκαν στο όνομα του εναγομένου και παραδόθηκαν σε αυτόν, ενεργούσε, όμως, για λογαριασμό της εταιρείας, ήτοι ως έμμεσος αντιπρόσωπος αυτής. Εν συνεχεία κατ’ εντολή και καθ’ υπόδειξιν της εναγουσας εταιρείας ο εναγόμενος, στις 14.6.2010, 30.6.2010 και 15.8.2010 μεταβίβασε προς τους δύο εταίρους της εταιρείας, ……….. (εξάδελφό του) και ……….. (αδελφό του), υπό την νομοτυπικη μορφή της «πωλήσεως», ως συνομολογεί η ενάγουσα, τα κάτωθι οχήματα, α) στον μεν ……… το υπ’ αριθμόν 7 όχημα ( με αριθμό πλαισίου ………) αξίας 19.250,00 ευρώ , β)στον δε ……… μεταβίβασε το υπ’ αριθμόν 8 όχημα (με αριθμό πλαισίου ……..), αξίας 30.000,00 ευρώ καθώς και το υπ’ αριθμό (3) όχημα με αριθμό πλαισίου (………), αξίας 25.000,00 ευρώ (σχετ. προσκομισθέντα με αριθμούς 2, 4 και 5 τιμολογια). Ακολούθως, από τα ως άνω κατακυρωθέντα οχήματα ( πέραν των προαναφερόμενων που μεταβίβασε στους εταίρους της ενάγουσας), πώλησε, κατ’ εντολήν και καθ’ υπόδειξιν της εναγουσας και για λογαριασμό της, σε τρίτους αγοραστές τα κάτωθι οχήματα: τα υπ’ αριθμόν 1 και 2 οχήματα στον …………, όπως ισχυρίσθηκε ο εναγόμενος στις προτάσεις του πρώτου βαθμού και δεν αμφισβητήθηκε εκτοτε, το υπ’ αριθμόν 4 όχημα στον ………. και το υπ’ αριθμόν 6 όχημα στον ………, όπως αποδεικνύεται από τις ένορκες βεβαιώσεις των δύο τελευταίων.Το τίμημα, μάλιστα, για τις τελευταίες αυτές πωλήσεις κατεβλήθη από τους ως άνω τρίτους αγοραστές απευθείας στην ενάγουσα εταιρεία. Από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα δεν απεδείχθησαν οι αγωγικοί ισχυρισμοί ότι η ενάγουσα κατέβαλε στον εναγόμενο το ποσό με το οποίο αγοράσθηκαν τα οχήματα λόγω δανείου. Αντιθέτως απεδείθη ότι η εδρεύουσα στο νησί της …….. εναγουσα κατέβαλε το ως άνω ποσό στον διαμένοντα στην Αθήνα εναγόμενο, προκειμένου ο τελευταίος, να συμμετάσχει, κατ’ εντολή της ως έμμεσος αντιπρόσωπος αυτής, στον προαναφερόμενο πλειστηριασμό και να αγοράσει στο δικό του όνομα τα οχήματα, τα οποία στην συνέχεια να μεταβιβάσει στα πρόσωπα που αυτή θα υποδείκνυε. Πράγματι, μετά την κατακύρωση των οχημάτων στον εναγόμενο, ο τελευταίος μεταβίβασε, ως προεκτέθη, κατ’ εντολήν και καθ’ υπόδειξιν της ενάγουσας ενεργώντας ως έμμεσος αντιπρόσωπος αυτής, κάποια οχήματα στους δύο εταίρους της εταιρείας,σε σύντομο μάλιστα χρονικό διάστημα από την αγορά τους, μέσω της νομοτυπικής μορφής «της πωλήσεως», ως η ίδια η ενάγουσα συνολογεί, και κάποια άλλα οχήματα πώλησε σε τρίτους αγοραστές, οι οποίοι κατέβαλαν το τίμημα των πωλήσεων απευθείας στην εταιρεία. Περι των ανωτερω σαφώς κατέθεσαν άπαντες οι ενόρκως βεβαιώσαντες που εξετάσθηκαν με επιμέλεια του εναγομένου. Ειδικότερα η ….. ., σύζυγος του εναγομένου, στην υπ’ αριθμ………./13-11-2020 ένορκη βεβαίωση σαφώς κατέθεσε ότι το 2010 ο εναγόμενος, ο οποίος ασχολείτο με την δραστηριότητα της επιχείρησης στην Αθήνα και τη λειτουργία του υποκαταστήματος στον Βοτανικό, αφού πληροφορήθηκε για τον επικείμενο πλειστηριασμο φορτηγών σε συμφέρουσες για την επιχείρηση τιμές, περιλήλθε σε συννενόηση με την διαχειρίστρια της εταιρείας, προκειμενου η εταιρεία να συμμετάσχει στον πλειστηριασμό για τα φορτηγά αυτα, γιατί οι τιμες θα ήταν καλές και την εταιρεία την συνέφερε να κρατήσει κάποια από αυτά και να πωλήσει άλλα με κερδος, ότι την κίνηση αυτή ενέκρινε πλήρως η διαχειρίστρια, επειδή όμως ο πλειστηριασμός θα γινόταν στην Αθήνα, ανέθεσε στον εναγόμενο να συμμετάσχει, ότι του έδωσε επιταγές για την αγορά, με την οδηγία να τα αγοράσει στο όνομά του, αλλά στην ουσία για την εταιρεία και ότι και κατά την διάρκεια του πλειστηριασμου ο εναγόμενος ήταν σε συνεχή συννενόηση με την διαχειρίστρια και λάμβανε οδηγίες και πάντοτε την έγκρισή της για τα χρήματα που θα ξοδεύονταν. Σαφείς και κατηγορηματικές είναι και οι καταθέσεις αμφοτέρων των τρίτων αγοραστών, ………. και ……., οι οποιοι αμφότεροι κατέθεσαν ότι τα οχήματα αγόρασαν από την ενάγουσα, αφού προηγουμένως ήλθαν σε επαφή με τον εναγόμενο , και ότι το τίμημα κατέβαλαν στην ιδία την εταιρεία. Ειδικότερα ο …….. στην υπ’ αριθμ. ………../13-11-2020 ένορκη βεβαίωσή του ρητώς κατέθεσε ότι το 2010 αγόρασε από την ενάγουσα εταιρεία στον ……….. ένα τρέιλερ με ψυκτικό θάλαμο μάρκας Norfing μοντέλο του 1998 και αριθμό πλαισίου ………, το οποίο η εταιρεία είχε αγοράσει από πλειστηριασμό, ότι σε επαφή για την αγορά αυτή ήλθε με τον εναγόμενο , ότι το τίμημα της αγοραπωλησίας, ύψους 10.500 ευρώ κατέβαλε στην ιδία την ενάγουσα σε 12 δοσεις μέσω γραμματίων υψους 875 ευρώ εκάστη , ότι κάθε μηνα μετέβαινε στον …. και πλήρωνε την δόση των 875 ευρώ στην υπάλληλο της εταιρείας, ονόματι … και εκείνη του παρέδιδε κάθε ένα γραμμάτιο μέχρι που εξόφλησε. Μάλιστα ρητώς κατέθεσε ότι «Εγώ χρήματα δεν έδωσα ποτε στον …., όλο το ποσό το εξόφλησα στην εταιρεία και αυτό που γνωρίζω είναι ότι τα λεφτά αυτά πήγαν στην εταιρεία». Ο …….. στην υπ’ αριθμ ……/13-11-2020 ένορκη βεβαίωση κατέθεσε ότι το 2010 πληροφορήθηκε ότι η ενάγουσα πωλούσε καποια φορτηγά και τρέιλερ ψυγεία, που είχε αγοράσει σε πλειστηριασμό, ότι επειδή χρειαζόταν ένα τρέιλερ ψυκτικό θάλαμο προσέγγισε τον …… ., που γνώριζε ότι «ήταν της εταιρείας και έτρεχε το κατάστημα της Αθήνας», με τον οποίο συμφώνησε να αγοράσει ένα τρέιλερ ψυκτικό θάλαμο μάρκας Lamberet, μοντέλο του 2002 και με αριθμό πλαισίου ……….. έναντι τιμήματος 13.000,00 ευρώ, για το οποίο είχε εκδώσει γραμμάτια, ύψους 1.000 ευρω περίπου το καθένα, ότι κάθε μήνα μετέβαινε στο πρακτορείο (της εταιρείας) στον ……, πλήρωνε στην συγκεκριμένη υπάλληλο το ποσό κάθε γραμματίου και εκείνη του επέστρεφε το γραμμάτιο, μέχρι που εξόφλησε. Ρητώς καθέθεσε ότι «Τα χρήματα ξέρω ότι πήγαιναν στην εταιρεία, εγώ εκεί τα πλήρωνα, και όχι προσωπικά στον …. Δήλαδή το τίμημα της πώλησης του ψυγείου δεν το εισέπραξε ο …., αλλά η εταιρεία, εγώ στην υπάλληλο της εταιρείας παρέδωσα γραμμάτια και εκεί κατέβαλα κάθε μήνα το ποσό κάθε γραμματίου, ουδέποτε στον …….». Περι της καταβολής του τιμήματος των αγοραπωλησιών των οχημάτων από τους τρεις τρίτους αγοραστές ( ……….) απευθείας στην ιδία την ενάγουσα εταιρεία, σαφώς κατέθεσε και η …….., αναφέροντας σχετικά «Ο ……… αγόρασε τα φορτηγά για την εταιρεία, όχι για τον εαυτό του, αυτή ήταν η συμφωνία και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο κάποια από αυτά αμέσως τα μεταβίβασε στα μέλη της εταιρείας, ενώ τα υπόλοιπα γνωρίζω ότι πωλήθηκαν σε αυτοκινητιστές (γνωρίζω για τον …, τον … και τον ….) και τα χρήματα οι αγοραστες γνωρίζω ότι τα έδωσαν απευθείας στην εταιρεία» . Η ως άνω μάρτυς , μάλιστα, κατέθεσε ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που γινόταν κάτι τέτοιο στο πλαίσιο της συνεργασίας τους , αφού οι δύο οικογένειες ήταν συνέταιροι στην επιχείρηση, γεγονός που αποδεικνύει ότι ήταν σύνηθες να διενεργούνται συναλλαγές τυπικά στο όνομά του εναγομένου, ουσιαστικά, όμως, για λογαριασμό της εταιρείας. Το γεγονός, άλλωστε, ότι στα πλαίσια της οικογενειακής αυτής επιχείρησης διενεργούντο και εικονικές συναλλαγές συνομολογεί και η ίδια η ενάγουσα με τις εικονικές «εν είδει πωλήσεως» μεταβιβάσεις, όπως η ίδια ισχυρίζεται, των προαναφερθέντων οχημάτων στους εταίρους ……. και …….. Κατέθεσε, μάλιστα, επίσης, ότι, ακόμη και τα φορολογικά στοιχεία του εναγομένου (μπλοκ τιμολογίων) βρίσκονταν στην έδρα της εταιρείας στην …….., γεγονός που καταδεικνύει ότι κύριος των υποθέσεων ήταν η εταιρεία. Αντιθέτως οι καταθέσεις των μαρτύρων της εναγουσας, ……… , υπαλλήλου της εταιρείας και ……., λογιστή της εταιρείας, δεν κρίνονται πειστικές διότι δεν δίνουν λογική εξήγηση γιατί οι τρίτοι αγοραστές πλήρωναν το τίμημα των αγοραπωλησιών στην υπάλληλο της εταιρείας και όχι στον ίδιο τον εναγόμενο. Ως προεκτέθη άπαντες οι μάρτυρες της ενάγουσας κατέθεσαν ότι οι τρεις ως άνω αγοραστές (……., …….) αγόρασαν τα οχήματα από την ενάγουσα εταιρεία και κατέβαλαν το τίμημα στην ιδία την εταιρεία και μάλιστα όχι εφ’ άπαξ αλλά με δόσεις, ήτοι μετέβησαν επανειλλημένως στα γραφεία της ενάγουσας εταιρείας στον ……. και επανειλημμένως κατέβαλαν τις δόσεις του τιμήματος στην υπάλληλο της ενάγουσας, ………… .Δηλαδή κύριος της υπόθεσης ήταν η εταιρεία. Και ναι μεν τα παραστατικά εξεδόθησαν στο όνομα του εναγομένου, αυτό, όμως δεν δικαιολογεί γιατί το τίμημα των αγοραπωλησιών κατεβλήθη στην ενάγουσα εταρεία και όχι στον ίδιο τον εναγόμενο. Από τις μαρτυρικές καταθέσεις των μαρτύρων της ενάγουσας δεν αποκρούεται καθόλου το βεβαιούμενο από τους μάρτυρες του εναγομένου γεγονός ότι οι δόσεις του τιμήματος των αγοραπωλησιών κατεβλήθησαν στην εταιρεία. Εξάλλου η υπάλληλος της εταιρείας, ………, ρητώς κατέθεσε, ότι επρόκειτο για μία «άκρως οκογενειακή επιχείρηση», κατέθεσε, επίσης, ότι «με τον εναγόμενο δουλεύαμε στον ίδιο χωρο στην Αθήνα στις αποθήκες του υποκαταστήματος …., αφού έχοντας, στον ονομά του, όλα τα μικρά φορτηγά τα είχε εκμισθώσει στην εταιρεία μας, οπότε και παρευρισκόταν καθημερινά στον χώρο και επέβλεπε τις φοροτωεκφορτώσεις. Αλλωστε στην εταιρείας μας μετειχε και ο αδελφός του ……, ο οποίος του είχε αναθέσει την επίβλεψη», καθώς και ότι «τον Ιανουάριο 2010 ο εναγόμενος μου είχε πει ότι βρήκε μια πολύ καλή εκαιρία να αγοράσει θαλάμους που ήταν απαραίτητοι στις μεταφορές τους, μέσω πλειστηριασμού» τα οποία επιβεβαιώνουν ότι ο εναγόμενος δεν ήταν απλώς συνεργάτης της επιχείρησης, αλλά ήταν υπεύθυνος για την λειτουργία της οικογενειακής αυτής επιχείρησης στην Αθήνα. Επίσης, ο ……….. , λογιστής της εταιρείας, δεν είχε άμεση και ιδίαν αντίληψη, καθώς εκείνος είδε μόνον την εκταμίευση δανείου από την Τράπεζα κατά τον χρόνο ενημέρωσης των βιβλίων της επιχείρησης και όσα κατέθεσε περί του ισχυριζόμενου δανείου προς τον εναγόμενο τα πληροφορήθηκε από την ιδία την ενάγουσα, ενώ κατέθεσε, επίσης ότι κάποια από τα οχήματα που αγόρασε ο εναγόμενος τα μεταβίβασε στους εταιρους, ………. και ………. αλλά και σε άλλους τρίτους, με αντίστοιχα παραστατικά που εξέδιδε ο ίδιος (εναγόμενος), χωρίς, όμως, να αιτιολογεί για ποιο λογο οι τρίτοι αγοραστές κατέβαλαν το τίμημα των πωλήσεων στην ιδία την ενάγουσα εταιρεία. Η κρίση του Δικαστηρίου ότι δεν συνήφθη η αναφερόμενη στην αγωγή σύμβαση δανείου ενισχύεται και α) από το ότι στην προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από 25/11/2013 εξώδικη δήλωση καταγγελία με την οποία η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι κατήγγειλε την σύμβαση δανείου, η τελευταία κάνει λόγο για δάνειο ύψους 145.200 ευρώ, ενώ στην αγωγή της αναφέρεται σε δάνειο ύψους 129.600 ευρώ, β) από το ότι οι επιταγές που αναφέρονται στην εξώδικη δήλωση, με την παράδοση των οποίων ισχυρίζεται η ενάγουσα ότι καταρτίσθηκε η σύμβαση δανείου με τον εναγόμενο είναι, πλην μίας, διαφορετικές από εκείνες που μνημονεύονται στην αγωγή και συγκεκριμένα στην αγωγή η ενάγουσα κάνει λόγο για την υπ’ αριθμ. ……. επιταγή Εμπορικής Τράπεζας με ημερομηνία πληρωμής 24-2-2010, ποσού 85.000 ευρώ καθώς και για την υπ’ αριθμ. ….. επιταγη Εθνικής Τράπεζας ποσού 44.600 ευρώ με ημερομηνία πληρωμής 29-3-2010, ενώ στην εξώδικη δήλωση – καταγγελία η ενάγουσα αναφέρει την δεύτερη ως άνω επιταγή Εθνικής Τράπεζας ποσού 44.600 ευρώ, και επιπλέον, την ……… επιταγή Εθνικής Τράπεζας ποσού 2.280 ευρώ με ημερομηνία 18-2-2010, την …. επιταγή Εθνικής Τράπεζας ποσού 2.540 ευρώ με ημερομηνία 23-2-2010, την ….. επιταγή Εθνικής Τράπεζας ποσού 10.820 ευρώ με ημερομηνία 10-6-2010 και την ……-.. επιταγή Εμπορικής Τράπεζας ποσού 85.000 ευρώ με ημερομηνία 24-3-2010 και επομένως καμία επιταγή της εξωδίκου καταγγελιας δεν συμπίπτει με τις αναφερόμενες στην αγωγή, πλην μίας. Από το κείμενο, μάλιστα, της ως άνω εξωδικης δήλωσης και από τις καταθέσεις των μαρτύρων ………και …….. αποδεικνύεται ότι υφίσταντο πολλές οικονομικές εκκρεμότητες μεταξύ των διαδίκων. Με βάση τα ανωτέρω δεν απεδείχθη ότι το επίδικο ποσό καταβλήθηκε στον εναγόμενο λόγω δανείου, όπως η ενάγουσα ισχυρίζεται στην αγωγή της. Αντιθέτως απεδείχθη ότι η ενάγουσα έδωσε εντολή στον εναγόμενο να αγοράσει στον πλειστηριασμό με επιταγές, που του παρέδωσε, τα ως άνω περιγραφόμενα οχήματα στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της και εν συνεχεία να μεταβιβάσει τα οχήματα αυτά με χωριστές δικαιοπραξίες στα πρόσωπα που αυτή θα του υποδείκνυε, όπως και πράγματι έγινε. Συντρέχει δηλαδή ενπροκειμένω περίπτωση εμμέσου αντιπροσωπεύσεως και επί εμμέσου αντιπροσωπεύσεως υποκείμενο της έννομης σχέσης, που δημιουργείται από την ενέργεια του εμμέσου αντιπροσώπου, είναι αυτός ο ίδιος ο δικαιοπρακτών αντιπρόσωπος και όχι ο αντιπροσωπευόμενος, ο οποίος (αντιπρόσωπος) με βάση την συνδέουσα αυτον με τον κύριο της υπόθεσης εσωτερική σχέση (εν προκειμένω εντολή), υποχρεούται να μεταφέρει τα στο πρόσωπό του επελθόντα αποτελέσματα της δικαιοπραξίας, με χωριστές μεταβιβαστικές πράξεις, στον εμμέσως υπ’ αυτού αντιπροσωπευόμενο. Στην υπό κρίση περίπτωση τα αποτελέσματα της εμμέσου αντιπροσωπεύσεως μεταβιβάσθηκαν στην ενάγουσα αφ ενός μέσω της καταβολής του τιμήματος των τριών αγοραπωλησιών εκ μέρους των τρίτων αγοραστών (………..) απευθείας στην ενάγουσα, για λογαριασμό της οποίας είχαν συναφθεί από τον εναγόμενο, και αφετέρου μέσω των τριών έτερων μεταβιβάσεων, που έγιναν εν είδει «πωλήσεως», όπως συνομολογεί η ενάγουσα στην αγωγή της, προς τους ………. και ………, κατ’ εντολή και καθ’ υπόδειξιν της (ενάγουσας). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω μη αποδειχθείσης της συμβάσεως δανείου, πρέπει η αγωγή να απορριφθεί. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε την αγωγή της εφεσίβλητης, έσφαλε, και και πρέπει, αφού γίνουν δεκτοί οι συναφείς λόγοι εφέσεως ως και η υπό κρίση έφεση στο σύνολό της, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, να διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο για να δικασθεί, κατά τη διάταξη του άρθρου 535ΚΠολΔ, και κατ’ ουσίαν, και να απορριφθεί η αγωγή κατ’ ουσίαν. Σημειούται ότι, μετά την απόρριψη της αγωγής, παρέλκει η έρευνα του λόγου εφέσεως με τον οποίον επαναφέρεται η ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος (281 ΑΚ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν εις βάρος της ενάγουσας λόγω της ήττας της (176 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό, ενώ μετά την αποδοχή της εφέσεως πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος παραβόλου στον εκκαλούντα (495 παρ. 3 εδ. 3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τύποις και κατ’ ουσίαν την έφεση.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη με αριθμό 52/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία), κατά το σκεπτικό.
Κρατεί την υπόθεση.
Δικάζει επί της από 2-7-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2020 αγωγής.
Απορρίπτει την αγωγή.
Επιβάλλει εις βάρος της ενάγουσας τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες (2.000,00) ευρώ.
Διατάσσει την απόδοση του εις το σκεπτικό παραβόλου στον εκκαλούντα.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 13.5.2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ