Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 233/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός αποφάσεως  233/2024

ΤΡΙΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη, Ηλία Σταυρόπουλο, Εισητητή – Εφέτη και τη γραμματέα, Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την …………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: …………………, ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Ηλία Τζιτζικάκη.

Του εφεσιβλήτου………………, ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο, Ουρανία Τσιάτσιου.

Ο εκκαλών άσκησε την με αρ. κατ. …………./2021 αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που ζήτησε να γίνει δεκτή.

Το Δικαστήριο με τη με αριθμό 143/2023 οριστική απόφαση απέρριψε την αγωγή.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε ο εκκαλών με την με αρ. κατ. …………./2023 έφεση, η οποία ορίστηκε να συζητηθεί (αρ. κατ. …………/2023 στο Εφετείο Πειραιώς), κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.

Οι   πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν  στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν αυτές δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση, από 20.6.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου …………../20.6.2023 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου …………./30.6.2023, έφεση του ενάγοντος ………….., ήδη εκκαλούντος, στρέφεται κατά της υπ’ αριθμ. 143/2023 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε νομοτύπως με την κατάθεση του σχετικού παραβόλου (………………/2023) και εμπροθέσμως, κατ’ άρθρα 495, 496, 498, 499, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ.α, 518 § 2 και 520 § 1  ΚΠολΔ,   δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε διετία από την δημοσίευσή της, αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011). Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατά την αυτή, ως άνω, τακτική διαδικασία, για να ελεγχθεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 533 § 1 ΚΠολΔ).

Με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή του, ο ενάγων και ήδη εκκαλών στρεφόμενος κατά των δύο εναγομένων, αδελφών του, ζήτησε να ακυρωθεί η νομίμως δημοσιευθείσα από 21.5.2016 ιδιόγραφη διαθήκη της μητέρας τους, κυρίως, ως προϊόν απάτης, επειδή ο πρώτος εναγόμενος και ήδη εφεσίβλητος παρακίνησε τη θανούσα, εξαπατώντας την, να συντάξει την εν λόγω διαθήκη και να κηρυχθεί γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ανάξιος να την κληρονομήσει, επικουρικά δε, λόγω πλάνης της διαθέτιδας για τα παραγωγικά αίτια της βουλήσεως, που αναφέρονται στη διαθήκη και αφορούν το παρόν και το παρελθόν, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή, και να αναγνωριστεί, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, το κληρονομικό του δικαίωμα κατά τα στην αγωγή αναφερόμενα ποσοστά (κυρίως και επικουρικά) επί της καταληφθείσας κληρονομιάς που αφορά ακίνητα. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, εκδικάζοντας την αγωγή ερήμην της δεύτερης εναγομένης και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 143/2023 οριστική απόφαση, με την οποία απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη ως προς το αίτημα αυτής για αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος λόγω μη εγγραφής της στα βιβλία διεκδικήσεων, και κατ’ ουσίαν ως προς τα λοιπά αιτήματα (κύρια και επικουρικά). Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησε την ένδικη έφεση ο ηττηθείς ενάγων στρεφόμενος κατά του πρώτου εναγομένου και παραπονείται για τους αναφερόμενους λόγους, που ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητεί δε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, προκειμένου να γίνει δεκτή η αγωγή του ως προς τα ως άνω αιτήματά της, πλην αυτού για την αναγνώριση του κληρονομικού του δικαιώματος, που η εκκαλουμένη απέρριψε ως απαράδεκτο και του οποίου το σχετικό κεφάλαιο δεν προσβάλλει με την έφεση.

Κατά την κρατήσασα γνώμη της πλειοψηφίας (Προέδρου  – Εφέτη κ. Νικολακούλου):

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1782 παρ. 2 του ΑΚ, η διάταξη της διαθήκης είναι ακυρώσιμη, αν είναι προϊόν απάτης, χωρίς την οποία ο διαθέτης δεν θα διατύπωνε τη διάταξη. Ως απάτη νοείται η εκ προθέσεως συμπεριφορά που τείνει να δημιουργήσει ή να διατηρήσει μια εσφαλμένη εντύπωση και συνίσταται, είτε σε παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, είτε σε απόκρυψη, αποσιώπηση ή ατελή ανακοίνωση αληθινών γεγονότων, τα οποία παρασύρουν και πείθουν τον διαθέτη στην τελευταία διάταξη, στην οποία αυτός δεν θα προέβαινε κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων και με πιθανότητα, αν δεν πειθόταν από τις απατηλές ενέργειες ή παραστάσεις, ενώ η πλάνη που προκλήθηκε δεν είναι αναγκαίο να μνημονεύεται στη διαθήκη. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει με σαφήνεια ότι στην έννοια της απάτης περιλαμβάνονται ψευδείς και υποβολιμιαίες ή δελεαστικές παραστάσεις, οι οποίες έγιναν με δόλο και τεχνηέντως, έχουν δε ως αποτέλεσμα να πείσουν και να παρασύρουν τον διαθέτη να περιλάβει στη διαθήκη του διάταξη, την οποία δεν θα διατύπωνε, αν δεν μεσολαβούσε η κατά τα ως άνω συμπεριφορά εκείνου που μετήλθε την απάτη (π.χ. ψευδείς υποσχέσεις, καλλιέργεια με συκοφαντίες ή ψευδολογίες αντιπάθειας, καχυποψίας ή μίσους του διαθέτη, κυρίως προς τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του). Στην περίπτωση αυτή η πλάνη του διαθέτη που προκαλείται από την απάτη καθιστά ακυρώσιμη την τελευταία διάταξη, τόσο όταν έχει ως αποτέλεσμα τη διάσταση της βούλησης και της δήλωσης του διαθέτη, όσο και όταν εντοπίζεται στα παραγωγικά αίτια της βουλήσεως. Μεταξύ απατηλών ενεργειών ή παραστάσεων και περιεχομένου της προσβληθείσας διαθήκης απαιτείται αιτιώδης σύνδεσμος, ο οποίος συναρτάται με τη διαπίστωση ότι ο διαθέτης, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, αν δεν παραπειθόταν από αυτές, δεν θα συνέτασσε τη συγκεκριμένη διαθήκη. Μάλιστα, δεν απαιτείται η απάτη να υπήρξε το μοναδικό αίτιο που οδήγησε το διαθέτη στη διατύπωση της υπό ακύρωση διάταξης, αλλά αρκεί ότι χωρίς την απάτη ή χωρίς και την απάτη δεν θα διατύπωνε τη διάταξη. Πρέπει, προσέτι, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής να προκύπτει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, η απάτη ασκήθηκε και πράγματι προκάλεσε στο διαθέτη, ενόψει των ιδιαιτεροτήτων της προσωπικότητάς του, της ηλικίας, της κατάστασης της υγείας του, της ψυχολογικής κατάστασης και εν γένει της ιδιοσυγκρασίας του, τη διατύπωση της συγκεκριμένης διάταξης, τα δε ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά θα πρέπει να εξετάζονται και αναφορικά με το χρόνο σύνταξης της διαθήκης (ΑΠ 361/2021, 682/2016 δημ. Νόμος). Σύμφωνα δε με το άρθρο 1787 του ΑΚ, την ακύρωση της διάταξης της διαθήκης, στην περίπτωση αυτή, μπορούν να ζητήσουν μόνο εκείνοι που ωφελούνται άμεσα από την ακύρωσή της και τέτοιοι μπορεί να είναι εκείνοι που πρόκειται να αποκτήσουν ευθέως κληρονομικό δικαίωμα σε περίπτωση ακύρωσης της διαθήκης, είτε ως άμεσοι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του διαθέτη, είτε και ως εγκατάστατοι με προηγούμενη διαθήκη, που αναβιώνει μετά την ακύρωση. Διαφορετική  είναι η περίπτωση του άρθρου 1784 του ΑΚ, που ορίζει ότι, η διάταξη της διαθήκης είναι ακυρώσιμη αν υπήρξε αποτέλεσμα πλάνης από αίτια που μνημονεύονται στη διαθήκη και ανάγονται στο παρελθόν, το παρόν ή το μέλλον, χωρίς τα οποία ο διαθέτης δεν θα διατύπωνε τη διάταξη, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση όπου η δήλωση της βούλησης του διαθέτη, που περιλαμβάνεται στη διαθήκη, συμπίπτει βέβαια με την εσωτερική, την «ψυχολογική» του βούληση, πλην, όμως, η τελευταία αυτή έχει διαμορφωθεί ελαττωματικά (πλάνη στη βούληση), διότι ο διαθέτης στηρίχθηκε σε εσφαλμένες παραστάσεις, οι οποίες και αποτέλεσαν το κύριο αίτιο της συγκεκριμένης διατύπωσης της διάταξης, χωρίς η πλάνη αυτή να αποτελεί προϊόν απάτης, οπότε η διάταξη είναι ακυρώσιμη κατά το προαναφερόμενο άρθρο 1782 παρ.2 του ΑΚ. Ειδικότερα, από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη και με εκείνες των άρθρων 140 – 143 του ίδιου Κώδικα συνάγεται ότι, σε αντίθεση με τις δικαιοπραξίες εν ζωή, η διάταξη της διαθήκης για να είναι ισχυρή πρέπει να είναι απαλλαγμένη από πλάνη στα παραγωγικά αίτια της βούλησης. Παραγωγικό αίτιο της βούλησης είναι η πραγματική κατάσταση που ανάγεται στο παρελθόν, το παρόν η το μέλλον, υπάρχει κατά την κατάρτιση της διαθήκης και επέδρασε στον προσδιορισμό της βούλησης. Όταν η πραγματική αυτή κατάσταση, που απαραίτητα πρέπει να μνημονεύεται στη διαθήκη, δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια και επί πλέον επέδρασε στη διαμόρφωση της τελευταίας διάταξης, διότι ο διαθέτης αγνοούσε την αλήθεια ή είχε εσφαλμένη γνώση γι` αυτήν, δημιουργείται λόγος ακύρωσής της. Αντίθετα, αν τα αίτια που αναφέρονται στη διαθήκη είναι μεν ψευδή, αλλά ο διαθέτης γνώριζε την αλήθεια, δεν υφίσταται πλάνη στα παραγωγικά αίτια και τα σχετικά γεγονότα δεν έχουν επίδραση στο κύρος της διαθήκης (ΑΠ 1706/2009, 350/2002 δημ. Νόμος).

Από τις υπ’αριθμ. …/28.12.2021, …./28.12.2021 και …../ 28.12.2021 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του συμβ/φου Πειραιώς, …………., των μαρτύρων …………….., αντιστοίχως, που ελήφθησαν με επιμέλεια του ενάγοντος-εκκαλούντος, μετά από νομότυπη κλήτευση του πρώτου εναγομένου- εφεσίβλητου, κατ’ άρθρ. 422 παρ. 1 ΚΠολΔ (βλ. τις υπ’ αριθμ. …/21.12.2021 και ………./21.12.2021 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………..), τις υπ’ αριθμ. …../22.12.2021, …./22.12.2021, …/22.12.2021 και …/ 22.12.2021 ένορκες βεβαιώσεις, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, των μαρτύρων …………….. αντιστοίχως, που ελήφθησαν με επιμέλεια του εναγομένου-εφεσιβλήτου, μετά από νομότυπη κλήτευση του ενάγοντος- εκκαλούντος,  κατ’ άρθρ. 422 παρ. 1 ΚΠολΔ (βλ. την υπ’ αριθμ. ………./16.12.2021 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ……….) -πλην της από 17.12.2021 δήλωσης της συμβολαιογράφου …………., που δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, γιατί δεν αποτελεί αποδεικτικό μέσο και ελήφθη αποκλειστικά για να χρησιμοποιηθεί στη δίκη αυτή- τις υπ΄αριθμ. πρωτ. ΔΣΠ …../31.1.2024 και ……/1.2.2024 ένορκες βεβαιώσεις, ενώπιον του δικηγόρου Πειραιά ………., των μαρτύρων …………., αντιστοίχως, που ελήφθησαν με επιμέλεια του εκκαλούντος κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εφεσιβλήτου (βλ. την υπ΄ αριθμ. ……./26.1.2024 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, ……………..), οι οποίες παραδεκτά προσκομίζονται ως νέα αποδεικτικά μέσα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, αφού δεν προέκυψε ότι δεν προσκομίστηκαν πρωτοδίκως από πρόθεση στρεψοδικίας ή από βαριά αμέλεια -απορριπτομένης της σχετικής ενστάσεως του εφεσιβλήτου περί του αντιθέτου, καθώς και της σχετικής ενστάσεως του ιδίου περί προτυπωμένων καταθέσεων των μαρτύρων, αφού δεν αποδείχθηκε η ουσιαστική βασιμότητα αυτής- από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, ανεξάρτητα αν τα προσκομιζόμενα έγγραφα πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρα 340 παρ.1 και 591 παρ.1 ΚΠολΔ), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004,723), μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και ένορκες βεβαιώσεις που ελήφθησαν στα πλαίσια άλλων δικών και γι’ αυτό δεν μνημονεύονται ειδικά, από τις με επίκληση προσκομιζόμενες φωτογραφίες που δεν αμφισβητούνται, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Την 9.4.2019 απεβίωσε στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας Αττικής «Άγιος Παντελεήμων» η …… θυγατέρα ……, χήρα του ……….., κάτοικος εν ζωή Κερατσινίου Αττικής, καταλείποντας πλησιέστερους συγγενείς της τα τέκνα της, ……….. (ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα), ………. (πρώτο εναγόμενο και ήδη εφεσίβλητο) και τη ………. (δεύτερη εναγομένη). Την 25.9.2019, με το υπ’ αριθμ. ……../25.9.2019 πρακτικό δημοσίευσης ιδιόγραφης διαθήκης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, κατόπιν αιτήσεως της συμβολαιογράφου Πειραιώς, …………., δημοσιεύθηκε η από 21.5.2016 ιδιόγραφη διαθήκη, που έγραψε και υπέγραψε η αποβιώσασα, η γνησιότητα της οποίας δεν αμφισβητείται. Το περιεχόμενο της ως άνω διαθήκης έχει ως ακολούθως (η ορθογραφία και η σύνταξη αυτούσια): «21/5/2016. Η διαθήκη μου. Εγώ, η   ………………… θέλω να χωρίσω την περιουσία στην κόρι μου ….. που έχει να με δει 5 χρόνια να δει αν ζω ή πέθανα τις αφήνω το οικόπεδο στο ….. στον … αφήνω το σπίτι και τα χωράφια στην …… Χίου να μην ξεχνάη ότι του έδωσα όλα τα ευρώ που είχα 7.500 χιλ. όλες τις λίρες Αγλίας 3.000 χιλιάδες και όλα τα δολάρια 4 – 5 περίπου επίσης ο ….. μου κρατάι το τσατακι μου μέρα τα χρυσά μου και 30 χρισες λίρες αξίας 10χ ευρώ και τα χρισά μου τα ζητάω χρόνια να μου τα δώσει όχι για να τα φάω αλά να μοιράσω στα εγγόνια μου το οικόπεδο στη …. το αφήνω στον …. τον γοιο μου να έχει να πληρόσι την εφορία μου που είναι 9 χιλιάδες Το σπίτι μου στην … … το αφήνω στον γιο μου … και το οικόπεδο στην ….. το αφήνω στον γιο μου …… που με φροντίζει που έρχετε κάθε μέρα να δει αν έφα που με πηγένει στους γιατρούς που έχει γυναίκα και με φροντίζει να μη μου λήπη τίποτα που μου μετράει κάθε μέρα την πίεσι να μου ψωνίζει ότι θέλω με αγάπη από καρδιάς αυτά τα λόγια τα γρω με τα χέρια μου και θα τα δηλώσω επίσιμα στην Συμβολαιογραφο μου …………». Από τα ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι η ως άνω αποβιώσασα κατέλιπε στα τρία τέκνα της την ακίνητη περιουσία της ως εξής: Στην κόρη της …. (δεύτερη εναγομένη) -που κατά τα αναφερόμενα έχει να τη δει πέντε χρόνια- κατέλιπε ένα οικόπεδο στο ……….., στο γιο της … (ενάγοντα) κατέλιπε το σπίτι και τα χωράφια στην …. Χίου -με την αναφορά να μην ξεχνάει ότι του έδωσε 7.500 ευρώ, όλες τις λίρες Αγγλίας 3.000 και όλα τα δολλάρια και ότι παρακρατεί το τσαντάκι με τα χρυσαφικά της και 30 χρυσές λίρες, αξίας 10.000 ευρώ, που του ζητούσε χρόνια να της τα δώσει για να τα μοιράσει στα εγγόνια της, ενώ στο γιο της …… (πρώτο εναγόμενο) κατέλιπε το οικόπεδο στη … Σαλαμίνας -για να μπορέσει κατά τα αναφερόμενα να πληρώσει την εφορία ύψους 9.000 ευρώ- την οικία της στην οδό …. στο .. και ένα οικόπεδο στην …., αναφέροντας ότι ο γιος της αυτός τη φροντίζει και τη βλέπει καθημερινά, την πηγαίνει στους ιατρούς, της εξασφάλισε γυναίκα, φροντίζει να μην της λείπει τίποτα, της μετρά καθημερινά την πίεση και της ψωνίζει ό,τι θέλει με αγάπη από καρδιάς. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί, ότι ο ενάγων στην αγωγή του αναφέρει ότι η μητέρα του ήδη με το υπ’ αριθμ. …./1.8.2005 συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβ/φου Αθηνών . – … έχει μεταβιβάσει σ’ αυτόν ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου επί οικοπέδου, ιδιοκτησίας της, εμβαδού 1.011,50 τμ. που βρίσκεται στην …… απί της οδού …., το οποίο και η μεταβιβάσασα μητέρα του ζήτησε να μην υπολογισθεί  στην κληρονομική μερίδα του. Την ως άνω διαθήκη της μητέρας του προσβάλλει ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του, υποστηρίζοντας ότι αυτή πάσχει ακυρωσίας, καθόσον δεν αποτελεί προϊόν ελεύθερης βούλησης της διαθέτιδας, αλλά τυγχάνει προϊόν και αποτέλεσμα εξαπάτησης που μετήλθε σε βάρος του ο πρώτος εναγόμενος. Συγκεκριμένα, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι η εν λόγω διαθήκη συντάχθηκε κατόπιν παράστασης ψευδών γεγονότων εκ μέρους του πρώτου εναγόμενου, ο οποίος παρουσίασε ψευδώς στην ως άνω διαθέτιδα μητέρα τους ότι ο ίδιος (ενάγων) έλαβε 7.500 ευρώ από τραπεζικό λογαριασμό της, 30 χρυσές λίρες Αγγλίας, αξίας 10.000 ευρώ και το τσαντάκι με τα χρυσαφικά της, που του ζητούσε χρόνια να της τα δώσει για να τα μοιράσει στα εγγόνια της, με αποτέλεσμα να επηρεάσει τη μητέρα του δυσμενώς εναντίον του και να την πείσει και παρασύρει να συντάξει την εν λόγω διαθήκη της, με το ως άνω περιεχόμενο, που ουδόλως θα έπραττε, αν γνώριζε τα αληθή και, περαιτέρω, επικουρικώς, ότι εκμεταλλευόμενος την προϊούσα έκπτωση των πνευματικών της δυνάμεων, της καλλιέργησε την πεπλανημένη αντίληψη ότι τα ανωτέρω ήσαν αληθή. Ωστόσο, από τη συνεκτίμηση του συνόλου του εισφερόμενου στο Δικαστήριο ως άνω αποδεικτικού υλικού ουδόλως αποδείχθηκαν από τον επωμισθέντα, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το βάρος απόδειξης τους, ενάγοντα, οι ως άνω ισχυρισμοί του περί ακυρωσίας της ένδικης διαθήκης. Ειδικότερα, από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού αποδεικνύεται ότι η διαθέτιδα και μητέρα των διαδίκων διέμενε στην οικία της επί της οδού … στο …. και μέχρι το έτος 2014 είχε αναλάβει τη διαχείριση των υποθέσεων, τη φροντίδα και την γένει επιμέλειά της ο ενάγων, ενώ στη συνέχεια, κατόπιν αιτήματος του ενάγοντος, ανέλαβε τη φροντίδα της ο πρώτος εναγόμενος. Οι σχέσεις των δύο αδερφών διαταράχθηκαν τον Αύγουστο του 2016, οπότε, κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, ο αδερφός του πήγε την πεθερά του να διαμείνει μαζί με τη μητέρα τους και γι’ αυτό το λόγο στις 11.8.2016 αυτός κάλεσε την αστυνομία προκειμένου να καταγραφεί το γεγονός, διότι ανησυχούσε για τη σωματική της ακεραιότητα, ενώ και στις 16.8.2016 εξέφρασε παράπονα στο Α.Τ. Περάματος, για το ίδιο ζήτημα, γεγονότα που ο πρώτος εναγόμενος δεν αποδέχθηκε, αλλά εξέφρασε την άποψη ότι το σπίτι ανήκει στη μητέρα τους, στην οποία ανήκε και η πρωτοβουλία να καλέσει τη συμπεθέρα της για να διαμείνουν μαζί και ότι αυτή (η μητέρα τους) δεν επιτρέπει στον ενάγοντα την είσοδό του στην οικία της, διότι αυτός χειροδικεί (βλ. τα προσκομιζόμενα αντίγραφα από το ηλεκτρονικό αρχείο του Α.Τ. Περάματος). Σημειωτέον, ότι προσκομίζονται από τον πρώτο εναγόμενο δύο ιδιόχειρα σημειώματα, που ισχυρίζεται ότι συντάχθηκαν από τη διαθέτιδα μητέρα τους, ο γραφικός χαρακτήρας των οποίων είναι ίδιος με το γραφικό χαρακτήρα της μη αμφισβητούμενης γνησιότητας διαθήκης της, τα οποία ο ενάγων δεν αμφισβητεί ευθέως ότι εφράφησαν από τη μητέρα τους, αλλά διατείνεται ότι, αν πράγματι τα έχει γράψει η μητέρα του, καταδεικνύεται από το περιεχόμενό τους ότι αυτή αδυνατούσε να εκφράσει καθαρά τη βούλησή της και ότι έπεσε θύμα πλάνης από τον πρώτο εναγόμενο. Στο εκ των σημειωμάτων με ημερομηνία, lούλιος του 2016, η διαθέτιδα αναγράφει ότι θέλει να την προσέχει ο ……, να παίρνει τη σύνταξή της και το ενοίκιο από διαμέρισμά της, να πληρώνει τα έξοδα, το φαγητό, την εφορία της, τα φάρμακά της, τη γυναίκα που την προσέχει, να την συνοδεύει στον γιατρό και να τη φροντίζει, σημειώνοντας ότι στενοχωριέται που δεν έχει καλή σχέση με τον αδερφό του, αναφορικά δε με το θέμα της «………» (ενν. τη συμπεθέρα της), αναφέρει ότι το σπίτι είναι δικό της και φιλοξενεί όποιον θέλει επ’ αόριστον, ότι είναι συντροφιά και παρέα της και πληρώνει και τα μισά έξοδα. Στο δε με ημερομηνία, 11 Αυγούστου, ιδιόχειρο σημείωμα αναφέρει ότι την αυτή ημέρα κατάλαβε ότι ο ….. ο γιός της της πήρε και τα χρυσά που δύο χρόνια τον παρακαλεί να της τα επιστρέψει και την αυτή ημέρα της είπε ότι του τα πήρανε και της είπε ψέματα, ότι πιο πολύ στενοχωρήθηκε που της πήρε τα χρυσά της, παρά που της έφερε την αστυνομία και ότι τις λίγες φορές, που έρχεται, μόνο στενοχωριέται και φοβάται, γιατί σηκώνει χέρι (βλ. τα ιδιόχειρα σημειώματα). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι την 23.6.2017 ο ενάγων συνόδεψε τη μητέρα του στο ψυχιατρικό ιατρείο του Γενικού Νοσοκομείου Νίκαιας Απικής «Άγιος Παντελεήμων», όπου εξετάσθηκε και βρέθηκε να έχει εικόνα βαριάς άνοιας μετά από εξέταση ψυχομετρικής δοκιμασίας MOCA για τη διερεύνηση γνωστικής έκπτωσης και συγκέντρωσης με σκορ 6/30 (ενδεικτικό βαριάς άνοιας) και προς τούτο της συστήθηκε τακτική ψυχιατρική παρακολούθηση, ενώ διαπιστώθηκε και αδυναμία εκτέλεσης των καθημερινών της δραστηριοτήτων χωρίς την επίβλεψη φροντιστών (βλ. το υπ’αριθμ. πρωτ. …../26-06-2017 πιστοποιητικό εξέτασης του ως άνω νοσοκομείου).

Με την επίκληση του ιατρικού αυτού εγγράφου ο ενάγων κατέθεσε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 6.6.2017 αίτησή του για τη θέση της μητέρας του σε καθεστώς πλήρους στερητικής συμπαράστασης και το διορισμό του ιδίου ως δικαστικού συμπαραστάτη, στην οποία (αίτηση) εξέθετε ότι η μητέρα του βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία επικοινωνίας με το περιβάλλον εξαιτίας της σοβαρής άνοιας και της μειωμένης αντίληψής της για την πραγματικότητα, αδυνατώντας να προβεί σε αναγνώριση ακόμη και του ίδιου, αν και συνεχώς επιμελείται των προβλημάτων της. Επί της αιτήσεως αυτής χορηγήθηκε -άνευ ακροάσεως της συμπαραστατέας- η από 13.7.2017 προσωρινή διαταγή του Δικαστή του ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία ο ενάγων διορίσθηκε προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης της μητέρας του με την εξουσία αντιπροσώπευσής της ενώπιον της Δ.Ο.Υ., Δ.Ε.Η. και Ε.Υ.Δ.Α.Π. προς ενημέρωση για οφειλές και για ρύθμιση, διακανονισμό ή εξόφληση των οφειλών, ενώπιον τραπεζικών και πιστωτικών ιδρυμάτων προς διαχείριση των λογαριασμών της, καθώς και να προβαίνει σε ανάληψη της σύνταξής της, ποσού 500 ευρώ μηνιαίως. Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως στις 22.11.2017 άσκησε κυρία παρέμβαση ο πρώτος εναγόμενος, αιτούμενος την απόρριψη της αιτήσεως, ισχυριζόμενος ότι η μητέρα τους δεν εμφανίζει ψυχιατρικά νοσήματα και διαταραχή στη συμπεριφορά ούτε λαμβάνει σχετική φαρμακευτική αγωγή και πάσχει μόνο από παθολογικές ασθένειες, που επηρεάζουν την ικανότητα βάδισης και ορθοστασία, περαιτέρω δε ισχυρίσθηκε ότι το προαναφερθέν ιατρικό έγγραφο υφάρπαξε με δόλιο τρόπο ο ενάγων, ο οποίος ασκεί σωματική και ψυχολογική βία στη μητέρα τους, ότι αφαίρεσε από τους τραπεζικούς λογαριασμούς της χρήματα στο πλαίσιο διαχείρισης των οικονομιών της και από την ίδια κοσμήματα και λίρες μέχρι το 2014, οπότε αυτή του ζήτησε να μην ασχολείται πλέον με τη διαχείριση, διότι την κορόιδευε και δεν πλήρωνε ούτε την εφορία, με συνέπεια να δημιουργηθεί μεγάλη οφειλή, που πλήρωσε εκείνος. Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως εξετάσθηκε ως μάρτυρας αποδείξεως, από την πλευρά
του αιτούντος, η ………………, η οποία προσέφερε υπηρεσίες οικιακής βοηθού στη μητέρα των διαδίκων μέχρι τον Οκτώβριο του 2014 και για 1½  περίπου χρόνο, η οποία κατέθεσε ενόρκως ότι τον καιρό που η ίδια φρόντιζε τη συμπαραστατέα διαπίστωσε ότι αντιμετώπιζε μόνο σωματικά προβλήματα και δη αστάθεια, και αργότερα πληροφορήθηκε από τον ενάγοντα ότι αυτή ξεχνάει και είχε άνοια, ενώ προς αντίκρουση της αιτήσεως κατέθεσε η μάρτυρας ……………., κουμπάρα του πρώτου εναγομένου, η οποία κατέθεσε ενόρκως ότι η μητέρα των διαδίκων ήταν πνευματικά υγιής και δεν θα έπεφτε ποτέ θύμα απάτης από οποιονδήποτε. Επί των συνεκδικαζομένων αυτών δικογράφων εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 636/2.2.2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που διέταξε την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να διενεργηθεί νευρολογική πραγματογνωμοσύνη από το νευρολόγο – ψυχίατρο …………., προς διαπίστωση της τυχόν πάθησης της συμπαραστατέας από πνευματική ή διανοητική νόσο και σε καταφατική περίπτωση, αν η συγκεκριμένη νόσος παρακωλύει την ελεύθερη διαμόρφωση της βούλησης ή της κρίσης της και αποκλείει τη χρήση του λογικού της και αν αδυνατεί να επιμεληθεί του εαυτού της και της περιουσίας της, εάν αδυνατεί ολικώς ή μερικώς να συνάπτει δικαιοπραξίες και να ενεργεί διαχειριστικές πράξεις, καθώς και αν από την επικοινωνία του Δικαστηρίου με τη συμπαραστατέα υπάρχει βάσιμος κίνδυνος για την υγεία της ή αν βρίσκεται σε προφανή αδυναμία να επικοινωνήσει με το περιβάλλον. Ο διορισθείς κατά τα ανωτέρω πραγματογνώμονας συνέταξε την από 30.4.2018, με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …../7.5.2018 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης, σύμφωνα με το συμπέρασμα της οποίας, η   ………………… έπασχε από διανοητική – ψυχική νόσο και συγκεκριμένα από άνοια μέσης βαρύτητας, που συνδέεται με την ηλικία της και είχε βαθμιαία έναρξη τουλάχιστον στη διάρκεια της τελευταίας τριετίας. Αιτιολογικά είναι ανοϊκή συνδρομή πιθανώς μικτού τύπου, δηλαδή οφειλόμενη σε εγκεφαλική ατροφία (νόσος Αλτσχάιμερ) και σε αγγειακές βλάβες του εγκεφάλου. Η ανοϊκή αυτή συνδρομή συνοδεύεται από νευρολογικές κινητικές διαταραχές παρκινσονικού τύπου, δηλαδή δυσχέρεια βάδισης και διατήρησης της όρθιας στάσης. Η νόσος αυτή είναι διαρκής, μόνιμη και η πορεία της νόσου χαρακτηρίζεται από βαθμιαία επιδείνωση. Η ανοϊκή αυτή συνδρομή χαρακτηρίζεται κυρίως από μείωση της μνημονικής λειτουργίας, ενώ η βούληση και η κρίση της εμφανίζουν μικρό βαθμό έκπτωσης και άρα η νόσος δεν αποκλείει τη χρήση του λογικού της. Από πλευράς κατάστασης της ψυχικής της υγείας εμφανίζει καταθλιπτικά στοιχεία. Εξαιτίας της νόσου αυτής δεν είναι σε θέση να επιμεληθεί του εαυτού της, ενώ για την επιμέλεια της περιουσίας της χρειάζεται επίσης βοήθεια άλλων προσώπων, καθώς έχει σημαντική μερική αδυναμία στη σύναψη δικαιοπραξιών και στη διενέργεια διαχειριστικών πράξεων. Η επικοινωνία της   ………………… µε το Δικαστήριο είναι δυνατή και την επιθυµεί η ίδια, ενώ δεν υπάρχει βάσιµος κίνδυνος για την υγεία της (βλ. τη σχετική έκθεση πραγµατογνωµοσύνης). Κατόπιν της διενέργειας της πραγματογνωμοσύνης, η υπόθεση της θέσης σε δικαστική συµπαράσταση της µητέρας των διαδίκων επανήλθε προς συζήτηση την 13.6.2018, κατά τη συζήτηση δε παραστάθηκε στο ακροατήριο η ίδια η διαθέτιδα με την πληρεξουσία δικηγόρο της  και αρνήθηκε τη σε βάρος της αίτηση, κατέθεσε κοινές προτάσεις με τον τότε κυρίως παρεμβαίνοντα -νυν πρώτο εναγόμενο- και ισχυρίστηκε ότι η πάθησή της ήταν μόνο σωματική και δεν αιτιολογεί σε καμία περίπτωση τη θέση της σε δικαστική συμπαράσταση, σε διαφορετική δε περίπτωση εκφράζει την επιθυμία της να διορισθεί δικαστικός συμπαραστάτης ο πρώτος εναγόμενος, διότι δεν εμπιστεύεται τον ενάγοντα, τον φοβάται, την έχει κλέψει και είναι βίαιος απέναντί της. Μετά ταύτα, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 4025/3.9.2018 απόφαση του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και διέταξε συμπληρωματική πραγματογνωμοσύνη. Ειδικότερα, στο σκεπτικό της άνω αποφάσεως αναφέρεται ότι η επανάληψη της συζήτησης προς διασαφήνιση κρίθηκε απαραίτητη, ενόψει και του ότι κατά τη διενεργηθείσα επικοινωνία του Δικαστηρίου με την καθ’ ης (μητέρα των διαδίκων), που έλαβε χώρα κατά την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (13.6.2018) διαπιστώθηκε ότι η τελευταία διαθέτει επαρκώς γνώση και κρίση περί των υποθέσεών της και εκφράζει με σαφήνεια τη βούλησή της για τη διαμόρφωση αυτών, ουδόλως δε διαπιστώθηκε ότι κατά το ως άνω χρονικό σημείο η καθ’ ης παρουσίαζε αδυναμία διαμόρφωσης της κρίσης και της βούλησής της. Ακόμη, αναφέρεται επίσης στο σκεπτικό της απόφασης ότι η δικαστική πραγµατογνωµοσύνη περιείχε ασάφειες ως προς τα τεθέντα ζητήµατα και αντιφάσεις ανάµεσα στις παραδοχές και στα συµπεράσµατά της, καθόσον ενώ στην 3η σελίδα της πραγματογνωμοσύνης αναφέρεται ότι η   ……………. «απαντούσε µε ακρίβεια στις ερωτήσεις σχετικά µε τα οικογενειακά της θέµατα …. Σε σχετική ερώτηση απαντούσε ότι έχει στεναχωρηθεί από τη διαφωνία και την ένταση µεταξύ των δύο παιδιών της για το θέµα της δικαστικής της συµπαράστασης το οποίο κατανοεί. Ανέφερε ότι θα επιθυµούσε να παραστεί στο Δικαστήριο. Η βουλητική της λειτουργία ήταν ικανοποιητική), ενώ στην 4η σελίδα αναφέρεται ότι «Συνολικά η   ………………… πάσχει από ανοϊκή συνδροµή µέσης βαρύτητος µε διαταραχές κυρίως της µνήµης ενώ η κρίση και η βουλητική λειτουργία δεν εµφανίζουν σηµαντική έκπτωση. Δεν έχουν χορηγηθεί αντιανοϊκά φάρµακα, τα οποία πιθανώς µπορεί να βελτιώσουν τις διαταραχές της µνήµης». Στα συµπεράσµατα, όμως, στην 5η σελίδα αυτής εκτίθεται ότι «α) Η   ………………… πάσχει από διανοητική-ψυχική νόσο και συγκεκριµένα από ανοϊκή συνδροµή πιθανώς µικτού τύπου, δηλαδή οφειλόµενη σε εγκεφαλική ατροφία (νόσος Αλτσχάιµερ) και σε αγγειακές βλάβες του εγκεφάλου. Η ανοϊκή αυτή συνδροµή συνοδεύεται από νευρολογικές κινητικές διαταραχές παρκινσονικού τύπου, δηλαδή δυσχέρεια βάδισης και διατήρησης της όρθιας στάσης … Η ανοϊκή αυτή συνδροµή χαρακτηρίζεται κυρίως από µείωση της µνηµονικής λειτουργίας ενώ η βούληση και η κρίση της εµφανίζουν µικρό βαθµό έκmωσης κάι άρα η νόσος δεν αποκλείει τη χρήση του λογικού της. Από πλευράς κατάστασης της Ψυχικής της υγείας εµφανίζει καταθλιmικά στοιχεία». Εντούτοις, -αναφέρεται στο σκεπτικό της απόφασης- ενώ στην ως άνω πραγµατογνωµοσύνη εκτίθεται ότι η καθ’ ης δεν παρουσιάζει σηµαντική έκπτωση στην κρίση και στη βούλησή της, αλλά κυρίως διαταραχές της µνήµης που ενδέχεται να βελτιωθούν µε τη χορήγηση αντιανοϊκών φαρµάκων, τα οποία δεν έχουν ακόµη χορηγηθεί, καθώς επίσης ότι η νόσος από την οποία πάσχει δεν αποκλείει τη χρήση του λογικού της, παρά ταύτα η πραγματογνωμοσύνη καταλήγει στο συµπέρασµα ότι η καθ’ ης έχει ανάγκη µερικής δικαστικής συµπαράστασης όσον αφορά στη διαχείριση των υποθέσεών της και ότι «εξαιτίας της νόσου αυτής δεν είναι σε θέση να επιµεληθεί του εαυτού της, ενώ για την επιµέλεια της περιουσίας της χρειάζεται επίσης βοήθεια άλλων προσώπων καθώς έχει σηµαντική µερική αδυναµία στη σύναψη δικαιοπραξιών και στη διενέργεια διαχειριστικών πράξεων». Οι ασάφειες αυτές της διενεργηθείσας πραγματογνωμοσύνης, αναφορικά µε το εάν η αδυναµία επιµέλειας του εαυτού της ή της περιουσίας της συµπαραστατέας οφείλεται στην πνευµατική ή διανοητική νόσο, από την οποία πάσχει, ή  αν οφείλεται αποκλειστικά στις σωµατικές παθήσεις, ήτοι σε νευρολογικές κινητικές διαταραχές παρκινσονικού τύπου, δηλαδή δυσχέρεια βάδισης και διατήρησης όρθιας στάσης, καθώς και στον σακχαρώδη διαβήτη και την αρτηριακή υπέρταση, σε συνδυασμό με την παρουσία της καθ’ ης στο ακροατήριο, οδήγησαν στο Δικαστήριο στην κρίση περί αναβολής της έκδοσης οριστικής αποφάσεως, όπως προαναφέρθηκε και διενέργειας συμπληρωματικής πραγμαγνωμοσύνης από τον ίδιο ως άνω πραγματογνώμονα. Τούτο, όμως, δεν κατέστη εφικτό, λόγω του επισυμβάντος (9.4.2019) θανάτου της καθ’ ης η αίτηση – διαθέτιδας. Περαιτέρω, με την ένδικη αγωγή ο ενάγων δεν αμφισβητεί την ικανότητα της μητέρας του να συντάξει διαθήκη, διότι βρίσκεται σε τέτοια ψυχική ή διανοητική διαταραχή, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής της, αλλά ότι τα γεγονότα, που αναφέρει στη διαθήκη και τον αφορούν, ήταν το αποτέλεσμα της απατηλής και παραπλανητικής συμπεριφοράς του πρώτου εναγομένου, ο οποίος εκμεταλλεύθηκε τη σταδιακή επιδείνωση της πνευματικής της κατάστασης. Ωστόσο, τοιαύτη συμπεριφορά του πρώτου εναγομένου δεν προέκυψε από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα. Ειδικότερα, από τις προσκομιζόμενες από τον ενάγοντα ένορκες βεβαιώσεις, μόνο η μάρτυρας ………….., σύντροφος του ενάγοντος, επιβεβαιώνει τους αγωγικούς ισχυρισμούς και δη ότι η διαθέτιδα δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί τα όσα έγραφε και παρασύρθηκε από τον πρώτο εναγόμενο, αφού ο ενάγων δεν εισέπραξε ούτε ποτέ έλαβε χρήματα, λίρες ή κοσμήματα από τη μητέρα του. Οι μάρτυρες, ………., μισθώτρια ακινήτου του ενάγοντος και ……. ., πρώην σύζυγός του, ουδέν συγκεκριμένο καταθέτουν για το επίμαχο ζήτημα, αλλά αναφέρονται αόριστα στις πολύ καλές σχέσεις που διατηρούσε ο ενάγων με τη μητέρα του, η τελευταία δε μάρτυρας καταθέτει επιπλέον, ότι αν ήσαν αληθή αυτά περί παρακράτησης χρημάτων, λιρών και χρυσαφικών εκ μέρους του ενάγοντος, η πρώην πεθερά της θα της το είχε πει. Ο έτερος των μαρτύρων, ……………., βεβαιώνει ενόρκως για το ενδιαφέρον του ενάγοντος για τη μητέρα του και ότι ουδέποτε πληροφορήθηκε από τον πρώτο εναγόμενο ή τον ενάγοντα ότι ο τελευταίος έλαβε 7.500 ευρώ από τον τραπεζικό λογαριασμό της μητέρας του ή 30 λίρες Αγγλίας και το τσαντάκι με τα χρυσαφικά της ούτε ποτέ διαπίστωσε οποιαδήποτε πράξη ή λόγο εναντίον της από τον ενάγοντα, πλην, όμως, ο εν λόγω μάρτυρας δεν αναφέρει ότι είχε οποιαδήποτε επικοινωνία ή επαφή με τη διαθέτιδα, ώστε να διαπιστώσει τη βούληση ή κρίση  ή την πεποίθησή της αναφορικά με τα γεγονότα αυτά ή την τυχόν κακή επιρροή του πρώτου εναγομένου στην αποβιώσασα, ενώ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όσα αναφέρονται στη διαθήκη για δόλια συμπεριφορά του ενάγοντος είναι απολύτως αναληθή, η γνώση του δε αυτή πηγάζει αποκλειστικά από τη συμπεριφορά του ενάγοντος και τις συζητήσεις που είχε ο ίδιος μαζί του. Τέλος, ο μάρτυρας ………….., επιστήθιος φίλος του ενάγοντος, βεβαιώνει ενόρκως για τις κάκιστες σχέσεις μεταξύ των δύο αδερφών και αποδίδει την επίδικη διαθήκη στο κλίμα εχθρότητας και αποξένωσης, που καλλιεργούσε ο πρώτος εναγόμενος απέναντι στον ενάγοντα αδερφό του. Πλην, όμως, η τυχόν δημιουργία εχθρικού κλίματος σε βάρος του ενάγοντος από τον πρώτο εναγόμενο, που αναφέρει ο προαναφερθείς μάρτυρας, κατά τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, θα οδηγούσε στην αποτύπωση αισθημάτων κακής συμπεριφοράς, εγκατάλειψης και αδιαφορίας στο πρόσωπο της διαθέτιδος και όχι των πραγματικών γεγονότων, που καταγράφονται στην διαθήκη της, ανεξαρτήτως της αλήθειας ή μη αυτών. Απεναντίας, οι μάρτυρες ανταπόδειξης του πρώτου εναγομένου στις ένορκες βεβαιώσεις τους, που ελήφθησαν προς αντίκρουση της αγωγής, αντικρούουν τις αγωγικές αιτιάσεις με ιδιαίτερα λεπτομερή τρόπο. Συγκεκριμένα, η μάρτυρας …………., κόρη του αδερφού της διαθέτιδας, δηλαδή ανεψιά της, βεβαιώνει ενόρκως ότι η αποβιώσασα είχε ισχυρή προσωπικότητα και δική της άποψη, που δεν θα την επηρέαζε ούτε θα την παραπλανούσε κανείς, και ότι η ίδια την πληροφόρησε ότι ο ενάγων είχε αφαιρέσει τα χρήματα από το λογαριασμό της, τα χρυσαφικά και τις λίρες, γεγονότα αληθινά και γνωστά σε όλους (ενν. συγγενείς), ενώ αναφέρθηκε στις ειδικότερες φροντίδες που η διαθέτιδα απολάµβανε από τον πρώτο εναγόμενο. Η μάρτυρας, …………., κουμπάρα του πρώτου εναγομένου, στην ένορκη βεβαίωσή της αναφέρεται σε μια εξόχως προβληματική, αδιάφορη και βίαιη συμπεριφορά του ενάγοντος απέναντι στη μητέρα του, και -μεταξύ άλλων- καταθέτει ότι η ίδια, κατά το χρονικό διάστημα που εργάσθηκε ως οικιακή βοηθός στην αποβιώσασα, από τον Αύγουστο 2016 έως το Μάιο 2017, έγινε αυτόmης μάρτυρας των παρακλήσεων της τελευταίας να της επιστρέψει ο γιός της τα χρυσαφικά και τις λίρες, ενώ περιγράφει τη διαθέτιδα έως τον θάνατό της ως οργανωτικό άτομο, που συναλλάσσεται, διαχειρίζεται και προγραμματίζει τα πάντα, ότι συζητούσε ως κανονικός άνθρωπος, τηλεφωνούσε, είχε φιλικές σχέσεις, θυμόταν τα πάντα, ρωτούσε για όλους και ότι τα έτη 2014-2017 είχε άριστη πνευματική διαύγεια, δεν επηρεάζονταν ούτε τα συναισθήματα ούτε η λογική  ούτε η θέλησή της από άλλους ανθρώπους και άλλους παράγοντες, ενώ η ηλικία της και μόνο δεν ήταν ένδειξη ανικανότητας να συντάξει διαθήκη και να εκφράσει τη .βούλησή της. Η έτερη μάρτυρας, . ……, οικιακή βοηθός της διαθέτιδας, που προσλήφθηκε από την ίδια, περιγράφει με λεπτομέρειες στην ένορκη βεβαίωσή της την κακή και αδιάφορη συμπεριφορά του ενάγοντος απέναντι στη μητέρα του, και ότι η ίδια είχε ακούσει πολλές φορές να γίνεται λόγος για τη λήψη από τον ενάγοντα λιρών και χρυσαφικών από τη μητέρα του και τις αιτήσεις της τελευταίας να της τα επιστρέψει, ενώ περιγράφει τη διαθέτιδα ως μία γυναίκα με προσωπικότητα και άποψη, που εισέπραττε την αγάπη και τη φροντίδα του πρώτου εναγομένου, Τέλος, ο μάρτυρας . ……, γαμβρός της διαθέτιδας (σύζυγος της κόρης της …..), βεβαίωσε ότι η πεθερά του δεν είχε κανένα νοητικό πρόβλημα παρά μόνο κινητικά προβλήματα λόγω της ηλικίας της, ότι ήταν γυναίκα δυναμική, αυτόνομη με ισχυρή προσωπικότητα, αλλά και αυταρχική, και ότι είχε εν γένει πλήρη νοητικό έλεγχο των πράξεων και του εαυτού της, περαιτέρω δε ότι η σύζυγός του έχει προβεί σε αποποίηση και της εξ αδιαθέτου και της εκ διαθήκης κληρονομικής μερίδας, που της έχει επαχθεί, καθότι δεν ήθελε να έχει οποιοδήποτε περιουσιακό όφελος από τη μητέρα της. Οι ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ανταπόδειξης κρίνονται σε κάθε περίπτωση περισσότερο αξιόπιστες από εκείνες των μαρτύρων απόδειξης, δοθέντος ότι παρέχουν λεπτομερέστατη καταγραφή των υπό εξέταση ζητημάτων, εμπεριέχουν σαφείς και κατηγορηματικές καταθέσεις, οι δε μάρτυρες αυτοί επικαλούνται άμεση και προσωπική γνώση των ενόρκως βεβαιωθέντων σε αντίθεση με τους μάρτυρες απόδειξης, που αναφέρονται γενικά στην καλή σχέση του ενάγοντος με τη μητέρα του και τα όσα καταθέτουν είναι προϊόντα δικής του αναφοράς. Από τους ανωτέρω μάρτυρες ανταπόδειξης, οι ….. και ………… είχαν δώσει ένορκες βεβαιώσεις και προς αντίκρουση της αιτήσεως για τη θέση της διαθέτιδος σε δικαστική συμπαράσταση, στις οποίες αναφέρθηκαν στο γεγονός της λήψης και της παρακράτησης από τον ενάγοντα χρημάτων, λιρών και κοσμημάτων, που ανήκαν στη μητέρα του, αλλά και στην καλή πνευματική και διανοητική κατάσταση της τελευταίας, με τα μόνα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε να είναι σωματικά και όρασης. Προς αντίκρουση δε της αίτησης αυτής, η μάρτυρας …………, σύνοικος στην ίδια πολυκατοικία με τη διαθέτιδα, είχε βεβαιώσει ενόρκως για την καλή διανοητική κατάσταση της τελευταίας διευκρινίζοντας ότι τα μόνα προβλήματα υγείας που αυτή είχε ήταν σωματικής αδυναμίας και όρασης, ενώ εξέφραζε την αγωνία της διαθέτιδας απέναντι στην προσπάθεια του ενάγοντος να τη θέσει σε δικαστική συμπαράσταση. Στην ίδια δίκη είχε βεβαιώσει ενόρκως και ο μάρτυρας του ενάγοντος ………….., σύνοικος στην ίδια πολυκατοικία με τη διαθέτιδα, αναφορικά με τα κινητικά και μόνο προβλήματα της διαθέτιδας και την καλή σχέση της και με τους δύο γιούς της, ενώ η,μάρτυρας’του ενάγοντος ………….., φίλη της διαθέτιδος, είχε βεβαιώσει ενόρκως ότι η τελευταία δεν είχε διατυπώσει παράπονα για δήθεν απρεπή συμπεριφορά του ενάγοντος. Σημειωτέον ότι, για τις μαρτυρίες των τρίτων προσώπων τόσο ο ενάγων όσο και ο πρώτος εναγόμενος κατέθεσαν εγκλήσεις στην αρμόδια Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιώς, αναφορικά με τελεσθέντα αδικήματα ψευδορκίας, ψευδούς καταμήνυσης και συκοφαντικής δυσφήμισης, επί των οποίων δεν προκύmει η έκδοση αποφάσεων. Περαιτέρω, τα γεγονότα, που αναφέρει στην επίδικη διαθήκη της η διαθέτιδα, επανέλαβε και στα ιδιόχειρα σημειώματά της, που προαναφέρθηκαν, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται, για την αντίκρουση των οποίων, όσον αφορά στη διανοητική κατάσταση της διαθέτιδας, ο ενάγων προσκομίζει δύο υπεύθυνες δηλώσεις της, με ημερομηνίες 24.2.2018 και 26.3.2018, στις οποίες γίνεται αναφορά, στην μεν πρώτη ότι επιθυμεί ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και μόνο να αναλάβει τη φροντίδα και μεριμνά της και τη διαχείριση όλων ανεξαιρέτως των υποθέσεών της, ανακαλώντας κάθε προηγούμενη δήλωση, αίτηση, βεβαίωση, που έχει υπογράψει και παραδώσει σε οποιονδήποτε, με οποιοδήποτε περιεχόμενο, στη δε δεύτερη -με πανομοιότυπο περιεχόμενο- ότι επιθυμεί ο υιός της Ιωάννης Γουργουντής και μόνο να αναλάβει τη φροντίδα και μεριμνά της καθώς και τη διαχείριση όλων ανεξαιρέτως των υποθέσεών της, ανακαλώντας κάθε προηγούμενη δήλωση, αίτηση, βεβαίωση, που έχει υπογράψει και παραδώσει σε οποιονδήποτε, με οποιοδήποτε περιεχόμενο. Ωστόσο, σε αντίθεση με τα ιδιόχειρα σημειώματα της διαθέτιδας, που είναι εξ ολοκλήρου γραμμένα από την ίδια, ώστε κατά τεκμήριο είχε γνώση των όσων ανέγραφε, οι προσκομιζόμενες από τον ενάγοντα υπεύθυνες αυτές δηλώσεις έχουν προτυπωμένο με μηχανικό μέσο ολόκληρο το περιεχόμενό τους και την ημερομηνία, ενώ έχει τεθεί ιδιοχείρως μόνο η.υπογραφή της διαθέτιδας, χωρίς βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής της, με ουνέπεια να υπάρχει αμφιβολία, εάν η διαθέτιδα είχε λάβει γνώση του περιεχομένου των εγγράφων αυτών που υπέγραψε, δεδομένου ότι αυτή αντιμετώπιζε και προβλήματα όρασης, όπως βεβαίωσαν οι μάρτυρες ανταπόδειξης, καθώς από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε τοιαύτη σύγχυση στη βούληση και στην κρίση της. Το συμπέρασμα αυτό του Δικαστηρίου δεν αναιρείται από το από 19.9.2021 ιατρικό σημείωμα του ψυχιάτρου ……………, που προσκομίζει ο ενάγων, όπου αναφέρεται ότι το πρόβλημα άνοιας της διαθέτιδος πρέπει να είχε ξεκινήσει 4 χρόνια πριν την πρώτη διάγνωσή του, δεδομένου ότι ο ίδιος ο ιατρός αναφέρει ότι η εκτίμησή του αυτή είναι-ηροσωπική και υποθετική και όχι επίσημη, διότι ούτε εξέτασε ούτε συναντήθηκε ποτέ’ με την αποβιώσασα. Αντίθετα, από τις βεβαιώσεις των μαρτύρων, ακόμη και εκείνες των μαρτύρων απόδειξης, την έκθεση πραγματογνωμοσύνης και την προσωπική επικοινωνία της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με τη διαθέτιδα -όπως προαναφέρθηκε- δεν προέκυψε οποιαδήποτε διανοητική διαταραχή ή έλλειψη βούλησης της διαθέτιδος, που να την οδηγεί σε πλάνη αναφορικά με καταστάσεις και γεγονότα, και εν συνεχεία στη σύνταξη της διαθήκης, στην οποία τα περιέλαβε. Τέλος, προκειμένου να καταδείξει ο ενάγων, ότι οι επίμαχες αναφορές στη διαθήκη είναι προϊόν εξαπάτησης του πρώτου εναγομένου, ισχυρίζεται ότι η επίδικη διαθήκη δεν γράφηκε την ημερομηνία που αναφέρεται σ’ αυτήν (21.5.2016) αλλά σε χρόνο μεταγενέστερο της δικής του αντίδρασης (11.8.2016) και ειδικότερα σε χρόνο μεταξύ τέλους Νοεμβρίου και αρχών Δεκεμβρίου 2016, προσκομίζει δε την από 20.9.2021 έκθεση γραφολογικής γνωμοδοτήσεως του …………, που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ημερομηνία της διαθήκης χαράχθηκε σε έτερο χρόνο από το κείμενο που ακολουθεί αυτήν και με διαφορετικό γραφικό μέσο από αυτό που χρησιμοποίησε ο συντάξας του κειμένου, ενώ η ημερομηνία της διαθήκης και η ημερομηνία του φακέλου, όπου ανευρέθη χαράχτηκαν από το ίδιο χέρι και με το ίδιο γραφικό μέσο. Πλην, όμως,  στη συγκεκριμένη έκθεση δεν προσδιορίζεται η τυχόν χρονική απόσταση των εν λόγω εγγραφών, ενώ σε κάθε περίmωση, δοθέντος ότι για την ψευδή ή εσφαλμένη, σκοπίμως ή εκ πλάνης του διαθέτη, χρονολογία  στην ιδιόγραφη διαθήκη, ισχύει ο κανόνας της παρ. 3 του άρθρου 1721 ΑΚ, «ψευδής ή εσφαλμένη χρονολογία δεν επάγεται μόνη της ακυρότητα της ιδιόγραφης διαθήκης» και επομένως ακυρότητα της διαθήκης επέρχεται εφόσον η αναλήθεια της χρονολογίας μπορεί να συνδυασθεί με αυτοτελή λόγο ακυρότητας της διατάξεως της τελευταίας βουλήσεως που συγκαλύπτεται (ΑΠ 110/2023 1520/2006, δημ. Νόμος), εν προκειμένω δε ουδόλως αποδείχθηκε ψυχική ή διανοητική διαταραχή της διαθέτιδας, που να περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία βούλησης της, σε κανένα από τα χρονικά σημεία που επικαλείται ο ενάγων. Αντιθέτως, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης η κατάσταση της υγείας της διαθέτιδας δεν περιόριζε τη λειτουργία της βούλησής της ούτε της στερούσε τη χρήση του λογικού, αλλά αυτή είχε την ικανότητα προς διάγνωση της ουσίας, του περιεχομένου και των συνεπειών των αναγραφομένων στη διαθήκη της. Μετά ταύτα, αφού αποδείχθηκε ότι η προσβαλλόμενη από τον ενάγοντα διαθήκη υπήρξε προϊόν ελεύθερης βούλησης της ως άνω διαθέτιδος και όχι προϊόν εξαπάτησής της από τον πρώτο εναγόμενο, και ότι οι αναφερόμενοι σ’ αυτήν λόγοι στηρίζονται στην πραγματικότητα και οφείλονται σε προσωπική εκτίμηση της ίδιας της διαθέτιδας και όχι σε υποβολιμαίες παραστάσεις και επιρροές του πρώτου εναγομένου, και εφόσον δεν αποδείχθηκε διάσταση της βούλησης και της δήλωσης τις διαθέτιδας που εντοπίζεται στα παραγωγικά αίτια της βουλήσεώς της, όπως διατυπώθηκαν στην επίδικη διαθήκη και τέλος, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι τα αναφερόμενα σ’ αυτή γεγονότα είναι ψευδή, κατά συνέπεια δεν πληρούνται οι αναφερόμενες στη μείζονα σκέψη προϋποθέσεις των διατάξεων των άρθρων 1782 παρ. 2 και 1784 του ΑΚ για την ακύρωσή της, με αποτέλεσμα να μην καθίσταται ακυρώσιμη η από 21.5.2016 ιδιόγραφη διαθήκη της αποβιωσάσης μητέρας των διαδίκων. Συνακόλουθα, εφόσον δεν προέκυψε ότι ο πρώτος εναγόμενος μετήλθε οποιαδήποτε απατηλή συμπεριφορά στη σύνταξη της επίδικης διαθήκης, δεν κρίνεται ανάξιος να κληρονομήσει την αποβιώσασα μητέρα του. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, έπρεπε η υπό κρίση αγωγή να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Μετά ταύτα, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του, στην ίδια ως άνω κρίση κατέληξε, δεν έσφαλε, αλλά ορθώς εκτίμησε τις αποδείξεις, τα δε περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τον εκκαλούντα στην κρινόμενη έφεση και τους σχετικούς λόγους αυτής πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Ως εκ τούτου, και ενόψει του ότι δεν υφίσταται άλλος λόγος στην έφεση προς έρευνα, πρέπει η έφεση να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη. Τα δικαστικά, έξοδα, τέλος, των διαδίκων, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ τους (άρθρο 183 και 179 ΚΠολΔ), λόγω της μεταξύ τους συγγένειας, ενόψει δε της απόρριψης της ένδικης έφεσης θα πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ), κατά τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.

Κατά τη γνώμη δε που υποστήριξε ο Εισηγητής (Εφέτης κ. Σταυρόπουλος):    

Από τα ίδια ως άνω αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 9.4.2019 απεβίωσε στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας Αττικής «Άγιος Παντελεήμων» η .. ………., χήρα … …………………, κάτοικος εν ζωή Κερατσινίου Αττικής, καταλείποντας πλησιέστερους συγγενείς της τα τέκνα της, . ………………… (εκκαλούντα), . ………………… (εφεσίβλητο) και τη . …………………. Την 25.9.2019, με το υπ’ αρ. ………../25.9.2019 πρακτικό του Ειρηνοδικείου Πειραιά, δημοσιεύτηκε, κατόπιν αιτήσεως της συμβ/φου Πειραιά, ………., η από 21.5.2016 ιδιόγραφη διαθήκη της αποβιωσάσης, η γνησιότητα της οποίας δεν αμφισβητείται. Το περιεχόμενο της ως άνω διαθήκης, κατά το ενδιαφέρον μέρος της, έχει ως ακολούθως (η ορθογραφία και η σύνταξη αυτούσια): «…στην κόρι μου … που έχει να με δει 5 χρόνια να δει αν ζω ή πέθανα τις αφήνω το οικόπεδο στο ……… στο ……. αφήνω το σπίτι και τα χωράφια στην ….. Χίου να μην ξεχνά ότι του έδωσα όλα τα ευρώ που είχα 7.500 χιλ. όλες τις λίρες Αγλίας 3.000 χιλιάδες και όλα τα δολάρια 4 – 5 περίπου επίσης ο …. μου κρατά το τσατακι μου μέρα τα χρυσά μου και 30 χρισες λίρες αξίας 10χ ευρώ και τα χρισά μου τα ζητάω χρόνια να μου τα δώσει όχι για να τα φάω αλά να μοιράσω στα εγγόνια μου το οικόπεδο στη … το αφήνω στον …. το γοιο μου να έχει να πληρόσι την εφορία μου που είναι 9 χιλιάδες το σπίτι μου στην .. . το αφήνω στον γιο μου … και το οικόπεδο στην …. το αφήνω στον γιο μου … που με φροντίζει που έρχετε κάθε μέρα να δει αν έφα που με πηγένει στους γιατρούς που έχει γυναίκα και με φροντίζει να μη μου λήπη τίποτα που μου μετράει κάθε μέρα την πίεσι να μου ψωνίζει ότι θέλε με αγάπη από καρδιάς αυτά τα λόγια τα γρω με τα χέρια μου και θα τα δηλώσω επίσιμα στην Συμβολαιογραφο μου». Από το περιεχόμενο της ως άνω διαθήκης προκύπτει ότι σ’ αυτήν μνημονεύονται τα παραγωγικά αίτια της βούλησης της διαθέτη, τα οποία στηρίζονται σε γεγονότα παρελθοντικά και παροντικά και συγκεκριμένα: α) ότι ο εκκαλών ενάγων (αναφερόμενος ως «……» στη διαθήκη) πήρε από τη διαθέτη, σε προγενέστερο της διαθήκης χρόνο (πριν την 21.5.2016), 7.500 ευρώ, όλα τα δολάρια και όλες τις χρυσές λίρες Αγγλίας αξίας 10.000 ευρώ, που είχε, καθώς και το τσαντάκι της με τα χρυσαφικά της, τα οποία δεν της τα επιστρέφει, παρά το ότι του τα ζητεί, για να τα μοιράσει στα εγγόνια της, β) ότι η κόρη της ….. έχει να τη δει πέντε χρόνια χωρίς να γνωρίζει αν ζει ή πέθανε και γ) ότι ο υιός της …… (εφεσίβλητος) την φροντίζει και ενδιαφέρεται γι’ αυτήν καθημερινά. Σχετικά με τα αναφερόμενα υπό στ. α’ περιστατικά από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προέκυψε ότι η διαθέτης, κατά το χρόνο που συνέταξε τη διαθήκη (21.5.2016), είχε δώσει στον εκκαλούντα, σε προγενέστερο χρόνο, 7.500 ευρώ, όλα τα δολάρια και χρυσές λίρες Αγγλία αξίας 10.000 ευρώ. Για δε τα μετρητά χρήματα σε ευρώ δεν προέκυψε, αν και πότε τα είχε στην κατοχή της, στο σπίτι ή σε τραπεζικό λογαριασμό, από τον οποίο να τα ανέλαβε, αυτή ή άλλο πρόσωπο, και πότε. Άλλωστε δεν προσκομίζεται σχετικό αντίγραφο τέτοιου τραπεζικού λογαριασμού από το οποίο να προκύπτει η κίνηση αυτού και η ανάληψη του ποσού των 7.500 ευρώ. Μόνο από τα δελτία κατάθεσης χρηματικών ποσών στους λογαριασμούς με αρ. …… (κοινός) και … της Τράπεζας Κύπρου, που προσκομίζει ο εφεσίβλητος, δεν δύναται να προκύψει η κίνηση αυτών των λογαριασμών, ούτε αν έγινε ποτέ ανάληψη του ως άνω ποσού, ούτε ποιοι ήταν οι συνδικαιούχοι στον κοινό λογαριασμό (….). Για δε τα δολάρια, από το αντίγραφο της κίνησης του με αρ. ……… (………) κοινού λογαριασμού με συνδικαιούχους την διαθέτη, τον εκκαλούντα και την … …………………, συζ. ………., που προσκομίζει ο εφεσίβλητος, προκύπτει ότι στις 3.2.15 και 10.2.2015 έγιναν δύο αναλήψεις χρημάτων ποσού 3.600 δολαρίων και 1.377 δολαρίων, αντίστοιχα. Δεν προκύπτει όμως από ποιον έγιναν, αφού δεν προσκομίζονται τα σχετικά δελτία ανάληψης, μιας και οι συνδικαιούχοι ήταν τρεις και έκαστος εξ αυτών θα μπορούσε, ενώ ο ισχυρισμός του εφεσιβλήτου ότι η μία ανάληψη έγινε από τη ……. και η άλλη από τον εκκαλούντα είναι αυθαίρετος και δεν αποδεικνύεται από κανένα αποδεικτικό μέσο. Επίσης δεν προέκυψε ότι ο εκκαλών είχε λάβει, παρακρατούσε και δεν απέδιδε στην διαθέτη χρυσές λίρες Αγγλίας αξίας 10.000 ευρώ και τσαντάκι με τα χρυσαφικά της. Ειδικότερα, δεν προέκυψε ότι η διαθέτης είχε πράγματι στην κατοχή της, πριν τη σύνταξη της διαθήκης, χρυσές λίρες Αγγλίας, στην τράπεζα ή στο σπίτι, πόσες, πότε και ποιας αξίας, καθώς και χρυσαφικά, πόσα κομμάτια, τι είδους και ποιας αξίας, αλλά και αν ακόμη θεωρηθεί ότι είχε δεν προέκυψε με ποιο τρόπο και πότε απέκτησε ο εκκαλών από την διαθέτη χρυσές λίρες και χρυσαφικά. Όλοι οι μάρτυρες που αναφέρουν σχετικά με το θέμα, έχουν γνώση από πληροφόρηση από την ίδια τη διαθέτιδα, η εσφαλμένη ή μη γνώση της οποίας διερευνάται, και όχι εξ ιδίας αντίληψης. Μόνη η μάρτυρας ……………… κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του ειρηνοδίκη Πειραιά (……/2021 ένορκη βεβαίωση) ότι περί τα μέσα Αυγούστου 2016, όταν εργαζόταν ως οικιακή βοηθός στη διαθέτη, αμειβόμενη από τον εφεσίβλητο, ενώπιον της η τελευταία ζήτησε τις λίρες και τα χρυσαφικά από τον εκκαλούντα και εκείνος της τα αρνήθηκε για να μη τα πάρει ο εφεσίβλητος και ότι θα τα έφερνε μόνο αν ήταν και η αδερφή του μπροστά, αποδεχόμενος δηλαδή εμμέσως, παρουσία της, ότι τα είχε και δεν τα απέδιδε. Πλην όμως η ως άνω κατάθεση της μάρτυρος, που τυγχάνει και κουμπάρα του εφεσιβλήτου (έχει βαφτίσει την κόρη του), κρίνεται μη αξιόπιστη γιατί η ίδια μάρτυρας, προγενέστερα, την 22.11.2017, εξετασθείσα ενώπιον της δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά τη συζήτηση αίτησης του εκκαλούντος περί δικαστικής συμπαράστασης της εν ζωή τότε διαθέτη μητέρας του, απαντώντας σε ερώτηση που της υποβλήθηκε από το συνήγορο του εφεσιβλήτου που τότε είχε παρέμβει στη δίκη, σχετικά με το πώς ήταν βέβαιη η διαθέτης ότι ο εκκαλών είχε πάρει τα επίμαχα αντικείμενα, κατέθεσε (αντιγράφεται η στιχομυθία ακριβώς από τα υπ’ αρ. 636/2018 πρακτικά) : «Είχε κλειδιά ο ….. και έμπαινε.», «Δια της εις άτοπον δηλαδή;», «Όχι, δεν το αρνήθηκε ποτέ.», «Το παραδέχθηκε κυρία; Πείτε στο Δικαστήριο.», «Ναι», «Το παραδέχθηκε μπροστά στη μάνα του;», «Συνεχίστε παρακαλώ», «Ότι πήρε χρήματα, ναι, με διευκόλυνες, μου τα έδωσες.», «Κυρία μάρτυς, παραδέχθηκε ο κύριος …………………. στην μητέρα του ότι ναι, πήρε τα χρήματα, πήρε τα χρυσαφικά, τις εικόνες και τα δολάρια;», «Τα πήρα να στα κρύψω», «Εκείνη του τα ξαναζήτησε;», «Βεβαίως», «Τα επέστρεψε;», «Του λέει, μα δεν έχω πρόβλημα, είμαι μια χαρά. Όχι, δεν μπορείς να τα έχεις και εγώ στα φυλάσσω για να τα έχεις.». Από την ανωτέρω στιχομυθία γίνεται αντιληπτό ότι αρχικά η μάρτυρας κατέθεσε ότι ο εκκαλών απλώς δεν αρνήθηκε ποτέ ότι δεν πήρε τα επίμαχα κινητά, υπονοώντας ότι δεν το αποδέχθηκε ρητά, στη συνέχεια άλλαξε την κατάθεσή της και ανέφερε ότι ομολόγησε (παραδέχθηκε) πως τα πήρε προς διευκόλυνσή του, ενώ στη συνέχεια άλλαξε πάλι την κατάθεσή της και ανέφερε ότι τα πήρε για να τα κρύψει για να τα φυλάξει και τέλος με την ως άνω ένορκη βεβαίωση (…../2021) κατέθεσε ότι τα πήρε για να μην τα πάρει ο εφεσίβλητος και ότι θα τα έφερνε αν ήταν παρούσα και η αδερφή τους, αλλάζοντας έτσι και πάλι την κατάθεσή της. Δηλαδή για το ίδιο βιοτικό συμβάν, που καταθέτει ότι έγινε ενώπιον της, αναφέρει τέσσερις διαφορετικές εκδοχές. Οι ως άνω αντιφάσεις που επέπεσε η μάρτυρας σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη σχέση που τη συνδέει με τον εφεσίβλητο (νονά της κόρης του και αμειβόμενη απ’ αυτόν την περίοδο που προσέφερε τις υπηρεσίες της στη διαθέτη όσο ήταν εν ζωή) καθιστούν την κατάθεσή της μειωμένης αξιοπιστίας που, σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, δεν αρκεί για να αποδειχθεί η ιδιοποίηση των ως άνω κινητών από τον εκκαλούντα. Επομένως τα γεγονότα (υπό στ. α) που μνημονεύονται στη επίμαχη διαθήκη δεν ανταποκρίνονταν στην αλήθεια και αυτά είναι που επέδρασαν καθοριστικά, ανεξάρτητα από την ουσιαστική βασιμότητα των υπό στ. β περιστατικών, στη διαμόρφωση της τελευταίας διάταξης διότι η διαθέτης πίστευε πεπλανημένα ότι ήταν αληθινά. Στην πλάνη της αυτή δεν περιέπεσε λόγω προηγηθείσας απατηλής σε βάρος της συμπεριφοράς του εφεσιβλήτου, αφού δεν προέκυψε ότι αυτός της παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς ότι όλα τα ανωτέρω (υπό στ. α) γεγονότα ήταν αληθινά, αλλά περιέπεσε λόγω της νοσηρής κατάστασης της ψυχικής και πνευματικής της υγείας. Ειδικότερα, η διαθέτης τουλάχιστον από τον Απρίλιο του έτους 2015 έπασχε από διανοητική ψυχική νόσο, συγκεκριμένα από άνοια μέσης βαρύτητας που συνδέεται με την ηλικία της (87 ετών το 2015), οφειλόμενη σε εγκεφαλική ατροφία (νόσος Αλτσχάιμερ) και σε αγγειακές βλάβες του εγκεφάλου. Η πάθησή της αυτή, βαθμιαία επιδεινούμενη που συνεχίστηκε και κατά το χρόνο σύνταξη της επίδικης διαθήκης, αν και δεν της απέκλειε τη χρήση του λογικού, εντούτοις της επέφερε έλλειμα της μνημονικής της λειτουργίας. Η νοσηρή αυτή κατάσταση ήταν που της δημιούργησε και την πεπλανημένη αντίληψη για τα πραγματικά περιστατικά σχετικά με τον εκκαλούντα, ότι δηλαδή είχε χρήματα, λίρες και χρυσαφικά, της τα είχε πάρει ο εκκαλών και δεν της τα επέστρεφε. Η πλάνη αυτή, επέδρασε καθοριστικά και σημαντικά στη διαμόρφωση της βούλησής της και, αν δεν υπήρχε (η πλάνη), δεν θα συνέτασσε την επίμαχη διαθήκη, αφήνοντας στον εκκαλούντα μόνο το 1/3 της κυριότητας επί μιας οικίας, επιφάνειας 53,82 τ.μ. κτισμένης το έτος 1865 επί οικοπέδου 60 τ.μ. και το 1/3 της κυριότητας επί ενός χέρσου αγρού 2.000 τ.μ. τούτων κειμένων στην θέση ….. Χίου, ελάχιστης αξίας και στον εφεσίβλητο την πλήρη κυριότητα διαμερίσματος στο ….. (…….), επιφάνειας 67 τ.μ. κτισμένου το έτος 1973 και δύο καλλιεργημένων αγρών στην …. και στη ….., επιφανείας 1.066 τ.μ. και 600 τ.μ., αντίστοιχα, ακίνητα σημαντικά ανώτερης αξίας. Επομένως η επίδικη διαθήκη ήταν ακυρώσιμη λόγω πλάνης περί των παραγωγικών της βούλησης αιτίων (ΑΚ 1784) και έπρεπε γι’ αυτό το λόγο να ακυρωθεί δεκτής γενομένης της αγωγής ως προς την επικουρική της βάση, απορριπτομένης της κυρίας, αφού δεν αποδείχθηκε ότι η εν λόγω διαθήκη ήταν προϊόν απάτης και ο εφεσίβλητος ανάξιος να την κληρονομήσει, επειδή ήταν αυτός που την εξαπάτησε. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που δέχθηκε ότι τα αναφερόμενα στη διαθήκη πραγματικά περιστατικά τα σχετικά με τη λήψη των χρημάτων και την παρακράτηση των λιρών και των χρυσαφικών από τον εκκαλούντα ήταν αληθινά και επομένως δεν υπήρχε πλάνη περί τούτων από τη διαθέτη και απέρριψε την αγωγή και ως προς την επικουρική της βάση, έσφαλε στην εκτίμηση των αποδείξεων, γι’ αυτό και έπρεπε, δεκτής γενομένης της έφεσης, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να διακρατηθεί η υπόθεση, να γίνει εν μέρει δεκτή κατ’ ουσίαν η αγωγή ως προς την επικουρική της βάση και να ακυρωθεί η από 21.5.2016 ιδιόγραφη διαθήκη της .. ………………….

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των  διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσίαν.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ που καταβλήθηκε εκ μέρους του εκκαλούντος κατά την άσκηση της εφέσεώς του με υπ’ αριθμ. ……………. e-παράβολο.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στον Πειραιά, στις 4 Απριλίου 2024 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του, στις 22 Μαίου 2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

              Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ