ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 198/2024
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 2ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη – Εισηγήτρια και Χρυσή Φυντριλάκη – Εφέτη, και από την Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος – ενάγοντος: του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΥΔΡΑΣ» (Πρωτοβάθμιος Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης) που εδρεύει στην Ύδρα και εκπροσωπείται νόμιμα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο – Κομνηνό Χλέπα (ΑΜ ……….. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Των εφεσίβλητων – εναγόμενων: 1) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» που εδρεύει στον … Αττικής, οδός ……… και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ» (Πρωτοβάθμιος Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης) που εδρεύει στο … Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, από τους οποίους η πρώτη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Πετρόπουλο (ΑΜ …. Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιώς) και το δεύτερο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Σπυρίδωνα Φλογαίτη (ΑΜ ….. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Το εκκαλούν – ενάγον ζήτησε να γίνει δεκτή η από 20.08.2018 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2018 και ειδικό …./2018 αγωγή του, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 1178/2020 οριστική απόφασή του απέρριψε την αγωγή. Το εκκαλούν – ενάγον προσέβαλε την απόφαση αυτή με την από 07.01.2021 έφεσή του που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …../11.01.2021 και ειδικό …../11.01.2021 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./11.01.2021 και ειδικό …../11.01.2021 για τη δικάσιμο της 02.06.2022, και μετά από αναβολή για τη δικάσιμο της 21.09.2023, κατά την οποία η υπόθεση δεν εισήχθη προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, που αφορά στη συμμετοχή των δικαστικών υπαλλήλων σε απεργία της ΑΔΕΔΥ και της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδας. Ήδη, η υπόθεση μεταφέρθηκε, οίκοθεν, προς συζήτηση, δυνάμει της υπ’ αριθ. 75/2023 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 260 παρ. 4 του ΚΠολΔ περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση των υποθέσεων, οι οποίες δεν εισήχθησαν προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, στη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσαν δηλώσεις κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 260 παρ. 4 του ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 του Ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α’ 190/13.10.2021), με έναρξη ισχύος την 01.01.2022 κατ’ άρθρο 120 του Ν. 4842/2021, και εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις κατ’ άρθρο 116 παρ. 1β’ του Ν. 4842/2021, «Όταν οι υποθέσεις που είναι γραμμένες στο πινάκιο δεν εισάγονται προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, ορίζεται αυτεπαγγέλτως, με πράξη του διευθύνοντος το δικαστήριο, ημέρα και ώρα συζήτησης στο ακροατήριο σε σύντομη κατά το δυνατόν δικάσιμο. Η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Με πρωτοβουλία του γραμματέα μπορεί να γνωστοποιείται η νέα δικάσιμος με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων ή με ανάρτηση στην πύλη ψηφιακών υπηρεσιών δικαστηρίων solon.gov.gr για όσα δικαστήρια και διαδικασίες έχουν ενταχθεί στο εν λόγω σύστημα». Στην προκείμενη περίπτωση, νομίμως επανεισάγεται, οίκοθεν, προς συζήτηση, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, η από 07.01.2021 έφεση, η οποία δεν εισήχθη προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, που αφορά στη συμμετοχή των δικαστικών υπαλλήλων σε απεργία της ΑΔΕΔΥ και της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδας, κατά τη δικάσιμο της 21.09.2023, δυνάμει του άρθρου 260 παρ. 4 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. 75/2023 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς. Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 1178/2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και με την οποία απορρίφθηκε η από 20.08.2018 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2018 και ειδικό …../2018 αγωγή του εκκαλούντος – ενάγοντος, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η έφεση ασκήθηκε μετά την 01.01.2016), δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο του εκκαλούντος – ενάγοντος την 16.11.2020 (βλ. την υπ’ αριθ. …/16.11.2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς …………), ενώ η κρινόμενη από 07.01.2021 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ήτοι την 11.01.2021, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …./11.01.2021 και ειδικό …../11.01.2021 της γραμματέως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση, δεδομένου ότι από την επομένη της επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης άρχισε να τρέχει η καταχρηστική προθεσμία του άρθρου 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, η οποία, χωρίς την προσωρινή αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού, θα έληγε την 07.12.2020, ημέρα Δευτέρα, λόγω, όμως, της ως άνω αναστολής και του εξαιτίας αυτής μη υπολογισμού του χρονικού διαστήματος από την 07.11.2020 έως την 06.04.2021 (5 μήνες), σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 74 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4690/2020 και 83 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4790/2021, δεν είχε συμπληρωθεί αυτή η προθεσμία των τριάντα ημερών κατά την άσκηση της ένδικης έφεσης την 11.01.2021, καθόσον το ανωτέρω χρονικό διάστημα προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας δεν υπολογίζεται στην καταχρηστική προθεσμία άσκησης της έφεσης, σύμφωνα με τη ρητή πρόβλεψη του άρθρου 49 του Ν. 4963/2022. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στη συνέχεια το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 του ΚΠολΔ). Πρέπει δε να επισημανθεί ότι για το παραδεκτό του ως άνω ενδίκου μέσου δεν απαιτείται η καταβολή του τασσόμενου από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ παραβόλου, αφού το εκκαλούν νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής κάθε τέλους και παραβόλου σε κάθε δίκη σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 4 του Ν. 2579/1998, όπως και το Δημόσιο σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 1 του Καν. Δ/τος της 26 Ιουνίου/10 Ιουλίου 1944 “Περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου” (βλ. ΜονΕφΑθ 482/2023 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΑθ 1345/2023 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠατρ 344/2022 ΝΟΜΟΣ).
Το ενάγον νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΥΔΡΑΣ» στην από 20.08.2018 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2018 και ειδικό …../2018 αγωγή του, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εξέθετε ότι αποτελεί Πρωτοβάθμιο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ότι εντός της διοικητικής του περιφέρειας περιλαμβάνεται η νησίδα ………, επί της οποίας λειτουργούν δύο σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (αιολικά πάρκα) από την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «…………», κατόπιν νόμιμων αδειών που εκδόθηκαν δυνάμει των υπ’ αριθ. ΥΠΑΝ Δ6/Φ17.1096/17732/23.03.2006 και ΥΠΑΝ Δ6/Φ17.1279/17731/16.10.2006 αποφάσεων του Υπουργού Ανάπτυξης περί χορήγησης αδειών λειτουργίας, ότι η πρώτη εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….», όπως αυτή μετονομάσθηκε η εταιρεία «…………..», δυνάμει του άρθρου 118 παρ. 1 του Ν. 4001/2011, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 98 παρ. 5 του Ν. 4512/2018, η οποία τυγχάνει διαχειριστής του συστήματος ή δικτύου πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, έχει την υποχρέωση, με βάση το άρθρο 25 του Ν. 3468/2006, να παρακρατεί τα ποσά που αντιστοιχούν στο προβλεπόμενο από τη διάταξη αυτή ειδικό τέλος από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και στη συνέχεια να αποδίδει μέρος αυτού στον Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού, εντός των διοικητικών ορίων του οποίου είναι εγκατεστημένοι οι σταθμοί Α.Π.Ε., ότι η πρώτη εναγόμενη προέβη στην καταβολή του ποσού που αντιστοιχεί στο προαναφερόμενο ειδικό τέλος, που παρακρατήθηκε από τη λειτουργία των ανωτέρω σταθμών στη νησίδα ……….. για το χρονικό διάστημα από το μήνα Οκτώβριο του έτους 2016 έως και το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2016, στο δεύτερο εναγόμενο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ», που τυγχάνει Πρωτοβάθμιος Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ότι το ενάγον κοινοποίησε την 13.10.2017 στην πρώτη εναγόμενη την από 10.09.2017 εξώδικη δήλωση – γνωστοποίησή του, με την οποία ζητούσε την καταβολή στο ίδιο του ειδικού τέλους που είχε αποδοθεί στο δεύτερο εναγόμενο και στην εξακολούθηση της καταβολής σε αυτό εφεξής, ενώ επιπλέον γνωστοποίησε το περιεχόμενο της υπ’ αριθ. 171/2017 γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. με την οποία κρίθηκε ομόφωνα ότι η νήσος ……….. ανήκει διοικητικά στο Δήμο Ύδρας, ότι η πρώτη εναγόμενη, με την από 07.11.2017 απόφαση του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου και διευθύνοντος συμβούλου αυτής απέρριψε την ανωτέρω εξώδικη δήλωση – γνωστοποίηση του ενάγοντος, επικαλούμενη ότι η υπ’ αριθ. 171/2017 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. και η τυχόν αποδοχή της δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα και ότι στις άδειες λειτουργίας των εν λόγω σταθμών παραγωγής αναγράφεται ότι η νησίδα ……. υπάγεται στο δεύτερο εναγόμενο, ότι ακολούθως το ενάγον απέστειλε στην πρώτη εναγόμενη την από 25.10.2017 επιστολή του ζητώντας να του χορηγηθούν τα τιμολόγια της εταιρείας «…………..» που αφορούσαν τα ανωτέρω αιολικά πάρκα, στη συνέχεια δε υπέβαλε τις από 13.02.2018 και από 29.03.2018 αιτήσεις του με τα ίδια ως άνω αιτήματα, πλην όμως η πρώτη εναγόμενη δεν απάντησε, αλλά απέστειλε στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας το από 08.05.2018 έγγραφο του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου και διευθύνοντος συμβούλου της, με το οποίο ανέφερε ότι μέχρι να λάβει γνώση της αποδοχής της υπ’ αριθ. 171/2017 γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. από τον Υπουργό Εσωτερικών κατέβαλε στο Δήμο Λαυρεωτικής και ταυτόχρονα γνωστοποίησε ότι έως την άρση της ασάφειας ως προς το πρόσωπο του δικαιούχου θα προβεί σε κάθε απαιτούμενη ενέργεια αναφορικά με την καταβολή των ποσών που αντιστοιχούν στο ειδικό τέλος, ότι η πρώτη εναγόμενη, με την υπ’ αριθ. πρωτοκόλλου ……./13.03.2018 επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών, είχε ήδη ενημερωθεί σχετικά με την αποδοχή από τον Υπουργό Εσωτερικών της υπ’ αριθ. 171/2017 γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ., ότι παρά ταύτα η πρώτη εναγόμενη εξακολούθησε να μην αποδίδει τα αιτούμενα από το ενάγον ποσά και να τα παρακρατεί, ενώ υποχρεώθηκε στην αποστολή του αναλυτικού πίνακα των αποδοθέντων και των μη αποδοθέντων στο δεύτερο εναγόμενο ποσών, βάσει του οποίου συντάχθηκε η αγωγή, μόνο κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας που εξέδωσε η Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς, ότι η πρώτη εναγόμενη, ενώ είχε εκ του νόμου υποχρέωση να διαπιστώσει ποιος δήμος ήταν δικαιούχος του παρακρατηθέντος ειδικού τέλους, και ενώ τελούσε σε γνώση της υπ’ αριθ. 171/2017 γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. και της αποδοχής αυτής από τον Υπουργό Εσωτερικών, παράνομα και αναιτιολόγητα, με τις ανωτέρω αποφάσεις του οργάνου της, απέρριψε τα αιτήματα του ενάγοντος τόσο για την απόδοση του ειδικού τέλους των μηνών από Ιούλιο του έτους 2016 και μετέπειτα, όσο και για την εφεξής καταβολή στο ίδιο του ειδικού τέλους, ότι επιπλέον, αν και όφειλε η πρώτη εναγόμενη, ενεργώντας κατά δέσμια αρμοδιότητα, να ελέγξει εάν το ενάγον ήταν δικαιούχος του ειδικού τέλους, βάσει των προσκομισθέντων στοιχείων, παρέλειψε να το πράξει, αντίθετα δε προέβη παρανόμως στην καταβολή του ειδικού τέλους έως το μήνα Ιούνιο του έτους 2017 στο μη δικαιούχο δεύτερο εναγόμενο, και αρνείται έως το χρόνο σύνταξης της αγωγής να του αποδώσει τα ποσά, τα οποία ανέρχονται σε 393.954,37 ευρώ για το χρονικό διάστημα από την 01.07.2016 έως την 30.06.2017 και σε 426.930,85 ευρώ για το χρονικό διάστημα από την 01.07.2017 έως την 30.04.2018, ήτοι στο συνολικό ποσό των 820.885,22 ευρώ, ότι επικουρικώς το δεύτερο εναγόμενο πλούτισε παράνομα, σε βάρος της περιουσίας του ενάγοντος, κατά το αποδοθέν σε αυτό ως άνω ποσό των 393.954,37 ευρώ. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι η πρώτη εναγόμενη υποχρεούται να του καταβάλει το ανωτέρω ποσό των 820.885,22 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από το τέλος εκάστου μηνός κατά τον οποίο τα επιμέρους ποσά κατέστησαν απαιτητά, άλλως από την επίδοση της αγωγής, επικουρικώς να αναγνωρισθεί ότι το δεύτερο εναγόμενο υποχρεούται να του καταβάλει το ανωτέρω ποσό των 393.954,37 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από το τέλος εκάστου μηνός κατά τον οποίο τα επιμέρους ποσά κατέστησαν απαιτητά, άλλως από την επίδοση της αγωγής, να υποχρεωθεί εφεξής η πρώτη εναγόμενη να του αποδίδει τα ποσά που παρακρατεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25 του Ν. 3468/2006 από τη λειτουργία των ως άνω αιολικών πάρκων που είναι εγκατεστημένα στη νήσο …………, αναγνωρίζοντας ότι αυτή εμπίπτει στη διοικητική περιφέρεια του ενάγοντος Δήμου, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στη δικαστική του δαπάνη. Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με την υπ’ αριθ. 1178/2020 οριστική απόφασή του απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων, κρίνοντας ότι η ένδικη διαφορά είναι δημοσίου δικαίου, καθόσον συνδέεται με την άσκηση εκ μέρους της πρώτης εναγόμενης αρμοδιοτήτων που αφορούν σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, ενώ οι επικαλούμενες παράνομες πράξεις και παραλείψεις των οργάνων της πρώτης εναγόμενης έλαβαν χώρα εντός του κύκλου των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, συναρτώνται με την οργάνωση και λειτουργία δημόσιας υπηρεσίας και εξουσίας, και δεν συνδέονται με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας της πρώτης εναγόμενης, αφού τα αιτούμενα ποσά που αντιστοιχούν στο προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 25 του Ν. 3468/2006 ειδικό τέλος, δεν αποτελούν περιουσία της, αλλά παρακρατούνται από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε., προκειμένου να αποδοθούν στους νόμιμους δικαιούχους, επιπλέον δε ότι, εφόσον είναι δημοσίου δικαίου η υποκείμενη σχέση, η οποία προκάλεσε τον αδικαιολόγητο πλουτισμού του δεύτερου εναγόμενου, κατά τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, υπάγεται στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων και το σκέλος της αγωγής, με το οποίο στρέφεται κατά του δεύτερου εναγόμενου σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το εκκαλούν – ενάγον με την από 07.01.2021 έφεσή του, για τους περιεχόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί την εξαφάνισή της προκειμένου να γίνει δεκτή η αγωγή του στο σύνολό της.
Ο Ν. 1406/1983 στο άρθρο 1 παρ. 2 περίπτωση η’ ορίζει ότι στις διοικητικές διαφορές ουσίας, που κατά την παρ. 1 του ίδιου άρθρου υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, αυτές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας, που αφορά την ευθύνη του Δημοσίου, των οργάνων τοπικής αυτοδιοικήσεως και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ. Στο άρθρο 105 του ΕισΝΑΚ ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημοσίας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται προς αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Στο άρθρο 106 του ΕισΝΑΚ ορίζεται ότι οι διατάξεις των δύο προηγουμένων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους. Από το σκοπό της διάταξης του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, ερμηνευόμενης ενόψει και του άρθρου 1 παρ. 2 περίπτωση η’ του Ν. 1406/1983, με το οποίο ο νομοθέτης απέβλεψε να υπαγάγει στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, κατά την πρόβλεψη του άρθρου 94 παρ. 1 του Συντάγματος, όλες τις διοικητικές διαφορές ουσίας, οι οποίες στα πλαίσια της δημόσιας δράσης της Διοίκησης γεννώνται από την ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση, συνάγεται ότι παρά τη συσταλτική διατύπωση του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, που αναφέρεται σε πράξεις ή παραλείψεις κατά την ενάσκηση της δημόσιας εξουσίας, η έννοια της διάταξης αυτής είναι ότι η αγωγή αποζημίωσης κατά του Δημοσίου για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του, υπαγόμενη ήδη, μετά το Ν. 1406/1983 στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, παρέχεται, βάσει της διάταξης αυτής του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, στις περιπτώσεις ευθύνης του Δημοσίου όχι μόνο από εκτελεστές διοικητικές πράξεις των οργάνων του ή παραλείψεις προς έκδοση τέτοιων πράξεων, αλλά και από υλικές ενέργειες που τελέστηκαν σε συνάρτηση προς την οργάνωση και λειτουργία της δημοσίας υπηρεσίας ή εξαιτίας τους και δεν συνδέονται με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας του Δημοσίου, ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών του καθηκόντων (ΑΕΔ 5/1995 και 53/1995 ΝΟΜΟΣ). Όταν, όμως, για τις ανωτέρω πράξεις ή παραλείψεις ή υλικές ενέργειες ενάγεται, ως προσωπικώς υπεύθυνο προς αποζημίωση, όχι το Δημόσιο ή το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, αλλά το όργανο αυτών που προκάλεσε τη ζημία, επί της αγωγής αυτής έχουν δικαιοδοσία να κρίνουν τα πολιτικά δικαστήρια, διότι στις περιπτώσεις αυτές η διαφορά είναι ιδιωτικού δικαίου (ΑΕΔ 53/1995 ΝΟΜΟΣ). Με τις ίδιες προϋποθέσεις γεννώνται διοικητικές διαφορές και από πράξεις οργάνων νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, στα οποία έχει εκ του νόμου ανατεθεί η άσκηση δημόσιας εξουσίας, καθόσον αυτά, κατά την άσκηση της εν λόγω εξουσίας, λειτουργούν ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΑΕΔ 10/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1243/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 123/2005 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1067/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 657/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 302/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1781/2005 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, προκειμένου για έννομη σχέση δημοσίου δικαίου, ως προς την οποία έχει καθιερωθεί, από το νόμο, δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων αποκλείουσα την ανάμειξη των πολιτικών δικαστηρίων, δεν είναι δυνατή η έγερση ενώπιον των τελευταίων αγωγής. Αυτό ισχύει για όλες τις αξιώσεις που πηγάζουν από την έννομη σχέση, ακόμη και για την αξίωση αδικαιολόγητου πλουτισμού, όταν η υποκειμένη σχέση, η οποία προκάλεσε τον πλουτισμό είναι δημοσίου δικαίου (ΑΕΔ 2/1993 ΝΟΜΟΣ, ΟλΑΠ 138/1966). Αντίθετα, υπάρχει δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, όταν υπάρχει σχέση ιδιωτικού δικαίου (ΑΕΔ 10/1993 ΝΟΜΟΣ), έστω και ως βάση αδικαιολόγητου πλουτισμού (ΑΕΔ 2/1993 ΝΟΜΟΣ, ΟλΑΠ 5/1995 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, με την Οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, που μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη με τον Ν. 2773/1999 «Απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας – Ρύθμιση θεμάτων ενεργειακής πολιτικής και λοιπές διατάξεις», θεσπίσθηκαν κοινοί κανόνες για την παραγωγή, τη μεταφορά και τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας. Ακολούθως, με την Οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ» επιχειρήθηκε η δεύτερη φάση ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ για τη μεταφορά της Οδηγίας αυτής στην ελληνική έννομη τάξη εκδόθηκε ο Ν. 3426/2005 «Επιτάχυνση της διαδικασίας για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας», με τον οποίο επήλθαν ευρείες τροποποιήσεις στον Ν. 2773/1999 και, μεταξύ άλλων, με το άρθρο 12 αυτού προβλέφθηκε η έως την 01.07.2007 ανάληψη από την ανώνυμη εταιρεία «…………..» (……..) των αρμοδιοτήτων και του διαχειριστή του Δικτύου, ασκούμενων μέχρι τότε από τη …………. (βλ. άρθρα 21, 22 του Ν. 2773/1999), η οποία εξακολούθησε να ασκεί τη διαχείριση του Δικτύου Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών (άρθρο 14 Ν. 3426/2005), δηλαδή των νησιών της ελληνικής επικράτειας, των οποίων το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας δεν συνδέεται με το σύστημα μεταφοράς και το δίκτυο διανομής της ηπειρωτικής χώρας (άρθρο 2 του Ν. 2773/1999 και ήδη άρθρο 2 παρ. 3 περ. κβ’ του Ν. 4001/2011). Ακολούθησε η εντασσόμενη στην τρίτη ενεργειακή δέσμη Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ», ενώ για τη μεταφορά της στην εθνική έννομη τάξη εκδόθηκε ο Ν. 4001/2011 «Για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις». Με τις προβλέψεις των άρθρων 122 επ. του Ν. 4001/2011, η διαχείριση του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΔΔΗΕ), κατόπιν άδειας της Ρ.Α.Ε. (άρθρα 126-127), ανατέθηκε σε εταιρεία, θυγατρική της …., υπό την επωνυμία «. ………» (……….). Σύμφωνα με τα άρθρα 97 επ. Ν. 4001/2011, η διαχείριση του ΕΣΜΗΕ ανατίθεται στην εταιρεία με την επωνυμία «………….», στην οποία αφενός εισφέρθηκε, κατόπιν αποσχίσεως από την ……, ο κλάδος της Γενικής Διεύθυνσης Μεταφοράς αυτής (άρθρο 98), αφετέρου δε μεταφέρθηκε από τη …………… ο Κλάδος Μεταφοράς αυτής, ήτοι οι οργανωτικές μονάδες και δραστηριότητες που αφορούν τη διαχείριση, λειτουργία, ανάπτυξη και συντήρηση του Συστήματος Μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων παγίων, καθώς και του προσωπικού που απασχολούνταν στις δραστηριότητες που συνιστούσαν τον εν λόγω Κλάδο (άρθρο 99). Στην παράγραφο 6 του ιδίου άρθρου 99 ορίζεται ότι «Εντός προθεσμίας τριών μηνών από τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου η ……… μεταβιβάζει στο Ελληνικό Δημόσιο το σύνολο των μετοχών που κατέχει στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “……………” (……..) που συστήθηκε με το π.δ. 328/2000 (Α’ 268) κατ’ εξουσιοδότηση της διάταξης του άρθρου 14 του Ν. 2773/1999 χωρίς αντάλλαγμα». Περαιτέρω, στο άρθρο 117 («Ανεξάρτητος Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας») του Ν. 4001/2011 ορίζονται τα εξής: «1. Με την ολοκλήρωση της μεταφοράς των δραστηριοτήτων της …….. στην ………, η …….. μετονομάζεται σε “……………” και με διακριτικό τίτλο “……..”, η οποία θα λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και θα διέπεται από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και τις διατάξεις του παρόντος νόμου, προσαρμόζοντας αντίστοιχα το Καταστατικό της. 2. Σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στα άρθρα 118 και 119, η ……….. ασκεί τις δραστηριότητες που ασκούνταν από τη …….. πλην εκείνων που κατά το άρθρο 99 μεταφέρονται στην ……… Τα πάγια στοιχεία, που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, χρησιμοποιούνται στις παραμένουσες στη ………… δραστηριότητες, παραμένουν σε αυτήν. 3. Το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να περιορίζει το ποσοστό συμμετοχής του στον Λειτουργό της Αγοράς. Η διαδικασία διάθεσης και το ύψος του εκάστοτε διατιθέμενου ποσοστού ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής», στο δε άρθρο 118 («Σκοπός – Αρμοδιότητες του Λειτουργού της Αγοράς»), ορίζεται ότι «1. Ο Λειτουργός της Αγοράς εφαρμόζει τους κανόνες για τη λειτουργία της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων πράξεων και ιδίως τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό όπως αυτός καθορίζεται στην παράγραφο 2. 2. Στο πλαίσιο του παραπάνω σκοπού του, ο Λειτουργός της Αγοράς ασκεί, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες: (α) Διενεργεί τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό, ως εξής… (ζ) Εισπράττει από τους Συμμετέχοντες τέλη για τη διαχείριση και λειτουργία της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και τηρεί τους αναγκαίους λογαριασμούς, σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας… (θ) Συνάπτει συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 του Ν. 3468/2006 που παράγονται από εγκαταστάσεις ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας συνδέονται στο Σύστημα είτε απευθείας είτε μέσω του Δικτύου, και καταβάλλει τις πληρωμές που προβλέπονται στις συμβάσεις αυτές. Τα ποσά που καταβάλλονται στους αντισυμβαλλόμενους ανακτώνται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 143… (ι) Διενεργεί τη διευθέτηση των χρηματικών συναλλαγών στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού σε συνεργασία με τους Διαχειριστές του … και του …….. 3. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Λειτουργός της Αγοράς διευκολύνει κατά κύριο λόγο την ολοκλήρωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και για τον σκοπό αυτόν αναλαμβάνει κάθε αναγκαία ενέργεια, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται με τον παρόντα νόμο, προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή των προβλέψεων του Κανονισμού 714/2009, της Οδηγίας 72/2009 και όλων των σχετικών κατευθύνσεων και αποφάσεων που εκδίδονται από τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Με την παρ. 1 του άρθρου 118 του Ν. 4001/2011, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 98 παρ. 5 του Ν. 4512/2018, ορίστηκε ότι η εταιρία «………….» μετονομάζεται σε «………….» (με διακριτικό τίτλο «………..»), ενώ με την παρ. 2 του ιδίου άρθρου ορίστηκε ότι η εταιρεία αυτή ασκεί, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες: «α) Συνεργάζεται με τους Διαχειριστές του …., του …. και το ….., σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του Κώδικα του Διαχειριστή ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης, β) Συνάπτει Συμβάσεις λειτουργικής Ενίσχυσης κατά τα προβλεπόμενα στον Ν. 4414/2016, Συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 του Ν. 3468/2006 και καταβάλει τις πληρωμές που προβλέπονται στις Συμβάσεις αυτές από τον Ειδικό Λογαριασμό Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. Επικράτειας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 143 του παρόντος νόμου, γ) Εισπράττει έσοδο από τους αντισυμβαλλόμενους παραγωγούς της προηγούμενης παραγράφου για την κάλυψη των λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών της, σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του Κώδικα του Διαχειριστή ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης, δ) Υποβάλλει Προσφορές Έγχυσης για την ποσότητα ενέργειας η οποία προβλέπεται ότι θα εγχυθεί στο Σύστημα και στο Δίκτυο από Φωτοβολταϊκά Στεγών, από μονάδες ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ βάσει συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 του Ν. 3468/2006 και βάσει συμβάσεων λειτουργικής Ενίσχυσης Σταθερής Τιμής κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 του Ν. 4414/2016, σύμφωνα με τον Κώδικα του Διαχειριστή ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης, ε) Δύναται να εκπροσωπεί στις Αγορές Ηλεκτρικής Ενέργειας ως Φορέας Συλλογικής Εκπροσώπησης (Φο.Σ.Ε.) τους παραγωγούς που συνάπτουν συμβάσεις λειτουργικής Ενίσχυσης Διαφορικής Προσαύξησης του άρθρου 9 του Ν. 4414/2016, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα του Διαχειριστή ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης, στ) Υπολογίζει, στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 48, το συνολικό μείγμα καυσίμων κάθε Προμηθευτή ηλεκτρικής ενέργειας και το υπολειπόμενο μείγμα καυσίμων της χώρας, καθώς και ελέγχει τη χρήση των Εγγυήσεων Προέλευσης για τον προσδιορισμό από τους Προμηθευτές στους καταναλωτές της προέλευσης της ηλεκτρικής ενέργειας, κατά τα προβλεπόμενα στον Κώδικα του Διαχειριστή Α.Π.Ε. και Εγγυήσεων Προέλευσης, ζ) Συμμετέχει σε ενώσεις, οργανώσεις ή εταιρείες, μέλη των οποίων είναι Φορείς Έκδοσης Εγγυήσεων Προέλευσης, οι οποίες έχουν σκοπό την επεξεργασία και διαμόρφωση κανόνων κοινής δράσης που συντείνουν, στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας, στην εναρμόνιση του συστήματος των Εγγυήσεων Προέλευσης των μελών τους και στη δημιουργία ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής αγοράς με χρήση Εγγυήσεων Προέλευσης, η) Εκκαθαρίζει και εισπράττει από 01.04.2019 το Ειδικό Τέλος για τη Μείωση Εκπομπών Αερίων Ρύπων και το Μεσοσταθμικό Μεταβλητό Κόστος Θερμικών Συμβατικών Σταθμών από τους υπόχρεους Προμηθευτές ή Αυτοπρομηθευόμενους Πελάτες, σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του Κώδικα Διαχειριστή Α.Π.Ε. και Εγγυήσεων Προέλευσης». Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. Α.1 και Α.3 του Ν. 3468/2006 «Α.1. Κάθε παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμό Α.Π.Ε. και Υβριδικό Σταθμό επιβαρύνεται, από την έναρξη λειτουργίας του σταθμού του με ειδικό τέλος. Για σταθμούς Α.Π.Ε. που λαμβάνουν σταθερή αποζημίωση με βάση τον παρόντα, το ειδικό τέλος αντιστοιχεί σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) επί των προ Φ.Π.Α. εσόδων από την πώληση της ηλεκτρικής ενέργειας … Α.3. Τα ποσά που αντιστοιχούν στο ειδικό τέλος κατά την παράγραφο Α.1 παρακρατούνται από τη …………. και, για την περίπτωση των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, από τη ………. και αποδίδονται ως ακολούθως: (ί) Ποσό μέχρι το ένα τρίτο (1/3) του ειδικού τέλους της παραγράφου Α.1 αποδίδεται στους κατόχους άδειας προμήθειας που προμηθεύουν ηλεκτρική ενέργεια σε οικιακούς καταναλωτές των δήμων, στους οποίους λειτουργούν σταθμοί Α.Π.Ε., με σκοπό το ανωτέρω ποσό να αποδοθεί στους οικιακούς καταναλωτές μέσω των λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Δικαιούχοι του ανωτέρω ποσού είναι οι οικιακοί καταναλωτές, οι οποίοι βρίσκονται εντός των διοικητικών ορίων της δημοτικής ή τοπικής κοινότητας του δήμου, όπου λειτουργούν οι σταθμοί Α.Π.Ε. και έχουν ενεργή σύνδεση κατά την ημερομηνία εφαρμογής της διαδικασίας που προβλέπεται στην κατωτέρω απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής … (ii) Ποσό που αντιστοιχεί στο ένα δέκατο (1/10) του ειδικού τέλους της παραγράφου Α.1 αποδίδεται υπέρ του Πράσινου Ταμείου. (iii) Το υπόλοιπο ποσό αποδίδεται κατά ποσοστό 80% στον Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού, εντός των διοικητικών ορίων του οποίου είναι εγκατεστημένοι οι σταθμοί Α.Π.Ε. και κατά ποσοστό 20% στον ή τους Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού, από την εδαφική περιφέρεια των οποίων διέρχεται η γραμμή σύνδεσης του σταθμού με το Σύστημα ή το Δίκτυο. Αν ο σταθμός είναι εγκατεστημένος εντός των διοικητικών ορίων περισσοτέρων του ενός Ο.Τ.Α., τα ποσά από το Ειδικό τέλος κατανέμονται σε αυτούς, ανάλογα με την ισχύ των μονάδων του σταθμού που είναι εγκατεστημένες στην περιοχή κάθε Ο.Τ.Α. ή, προκειμένου για υδροηλεκτρικό σταθμό με Εγκατεστημένη Ισχύ μικρότερη ή ίση των δεκαπέντε (15) MWe, ανάλογα με το μήκος του τμήματος του αγωγού που είναι εγκατεστημένο στην περιοχή κάθε Ο.Τ.Α.. Στην περίπτωση σημειακών υδροηλεκτρικών σταθμών, χωρίς αγωγό, τα ποσά από το Ειδικό τέλος κατανέμονται ισόποσα μεταξύ των Ο.Τ.Α. εντός των ορίων των οποίων εγκαθίσταται το έργο. Αν η γραμμή σύνδεσης του σταθμού με το Σύστημα ή το Δίκτυο διέρχεται από την περιοχή περισσοτέρων του ενός Ο.Τ.Α., τα ποσά του ειδικού τέλους κατανέμονται σε αυτούς ανάλογα με το μήκος του τμήματος της γραμμής σύνδεσης που βρίσκεται στην περιοχή κάθε Ο.Τ.Α.. Το σημείο σύνδεσης του σταθμού καθορίζεται με τους όρους σύνδεσης του, που διατυπώνονται από τον αρμόδιο Διαχειριστή». Στην προκειμένη περίπτωση, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αγωγή, που αφορά στην καταβολή από την πρώτη εναγόμενη, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, η οποία, όμως, ασκεί αρμοδιότητες για την εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος, ήτοι αρμοδιότητες διαχειριστή του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας που είναι εγκατεστημένο στην ελληνική επικράτεια, του αιτούμενου συνολικού ποσού των 820.885,22 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 25 του Ν. 3468/2006 ειδικό τέλος από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε., ανερχόμενο σε 393.954,37 ευρώ για το χρονικό διάστημα από την 01.07.2016 έως την 30.06.2017, και σε 426.930,85 ευρώ για το χρονικό διάστημα από την 01.07.2017 έως την 30.04.2018, και το οποίο η πρώτη εναγόμενη παρακρατεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του ανωτέρω άρθρου, από τη λειτουργία των αιολικών πάρκων που είναι εγκατεστημένα στη νήσο ……….., υπάγεται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων κατ’ άρθρο 1 παρ. 2 περίπτωση η’ του Ν. 1406/1983, καθόσον αφορά σε διοικητική διαφορά ουσίας, και δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Ειδικότερα, η πρώτη εναγόμενη, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………», όπως μετονομάσθηκε η εταιρεία «………», δυνάμει του άρθρου 118 παρ. 1 του Ν. 4001/2011, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 98 παρ. 5 του Ν. 4512/2018, λειτουργεί μεν με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, πλην όμως ασκεί αρμοδιότητες για την εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος, αφού ασκεί τις δραστηριότητες που ασκούνταν από την εταιρεία «………………» και τυγχάνει διαχειριστής του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας που είναι εγκατεστημένο στην ελληνική επικράτεια, έχει δε, μεταξύ άλλων, την υποχρέωση, με βάση το άρθρο 25 του Ν. 3468/2006, να παρακρατεί τα ποσά που αντιστοιχούν στο προβλεπόμενο από τη διάταξη αυτή ειδικό τέλος από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και στη συνέχεια να αποδίδει μέρος αυτών στον Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού, εντός των διοικητικών ορίων του οποίου είναι εγκατεστημένοι οι σταθμοί Α.Π.Ε. Το ειδικό αυτό τέλος συνιστά δημόσιο έσοδο, αφού τελεί στη διάθεση και υπό τον έλεγχο του Ελληνικού Δημοσίου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 25 του Ν. 3468/2006. Εξάλλου, η πρώτη εναγόμενη, έστω και αν έχει τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, έχει διφυή χαρακτήρα, αφού ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο και τελεί υπό τον έλεγχό του, επιπλέον δε λειτουργεί χάριν δημοσίου συμφέροντος στα πλαίσια διαχείρισης του ειδικού λογαριασμού που της έχει ανατεθεί από το Ελληνικό Δημόσιο, ασκώντας κατά τούτο και δημόσια εξουσία, αφού έχει το ρόλο του εκκαθαριστή πληρωμών προς τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε., ενώ έχει αναλάβει και την είσπραξη και την απόδοση στους δικαιούχους Ο.Τ.Α. του ειδικού τέλους κατ’ άρθρο 25 του Ν. 3468/2006. Επίσης, οι φερόμενες ως παράνομες πράξεις και παράλειψης των οργάνων της πρώτης εναγόμενης δεν συνδέονται με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας της, ούτε οφείλονται, υπό τα εκτιθέμενα στην αγωγή, σε προσωπικό πταίσμα των οργάνων, που ενήργησαν εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών καθηκόντων τους. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι το εκκαλούν – ενάγον έχει ασκήσει την από 22.08.2018 αγωγή του, με όμοια ιστορική βάση και αίτημα σε σχέση με την κρινόμενη αγωγή, ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς, σε βάρος της πρώτης εναγόμενης και του Ελληνικού Δημοσίου, υπέρ των οποίων άσκησαν πρόσθετες παρεμβάσεις το δεύτερο εναγόμενο και η εταιρεία «…………..», επί της οποίας εκδόθηκε η προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. Α10/2021 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία κρίθηκε ότι το ένδικο βοήθημα, με το οποίο το ενάγον ζήτησε να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγόμενων να του καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, το ποσό των 820.885,22 ευρώ, ως αποζημίωση κατ’ άρθρα 105-106 του ΕισΝΑΚ, άλλως κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, συνιστά διοικητική διαφορά ουσίας, για την εκδίκαση της οποίας είναι αρμόδια τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, και ακολούθως ότι έχει δικαιοδοσία να το δικάσει. Όσον αφορά στο σκέλος της αγωγής, με το οποίο το ενάγον στρέφεται επικουρικώς κατά του δεύτερου εναγόμενου, σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, ομοίως δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, καθόσον, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη, όταν η υποκείμενη σχέση, η οποία προκάλεσε τον πλουτισμό, είναι δημοσίου δικαίου, όπως εν προκειμένω, όλες τις αξιώσεις που πηγάζουν από αυτήν, ακόμη και η αξίωση αδικαιολόγητου πλουτισμού, υπάγονται στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, αποκλείουσα την ανάμειξη των πολιτικών δικαστηρίων. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε ομοίως και απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων, δεν προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, αλλά αντιθέτως έκρινε ορθά. Συνακόλουθα, οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του εκκαλούντος – ενάγοντος που διαλαμβάνονται στον πρώτο και στον δεύτερο λόγο της υπό κρίση έφεσης, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η από 07.01.2021 έφεση κατ’ ουσίαν, τα δε δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων – εναγόμενων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων που εφαρμόστηκαν, αλλά και διότι εκτιμωμένων των περιστάσεων υπήρχε εύλογη αμφιβολία ως προς την έκβαση της δίκης (άρθρα 179 και 183 του ΚΠολΔ, όπως το πρώτο άρθρο τροποποιήθηκε με το άρθρο 116 παρ. 1β’ του Ν. 4842/2021 και διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του Ν. 4871/2021 ΦΕΚ Α’ 246/10.12.2021 και εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις ως ειδικότερο του άρθρου 533 παρ. 2 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 07.01.2021 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 1178/2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.
Συμψηφίζει, στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 18.4.2024 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 26.04.2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ