Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 284/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης 284/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 2°

Αποτελοΰμενο από τον Δικαστή Βασίλειο Τζελέπη, Εφέτη και από την Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, την ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του Καλούντος – ΑϊτούντοςΕκκαλούντος ………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Κωνσταντίνο Χριστόπουλο.

Του Καθ’ου η κλήση – Καθ’ ου η αίτηση – Εφεσίβλητου ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Παναγιώτη Παλούκη (Π. ΠΑΛΟΥΚΗΣ – Α. ΤΑΣΟΛΑΜΠΡΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ).

Ο καθ’ου άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς σε βάρος του αιτούντος την από 5.2.2018 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2018 αγωγή, με την οποία ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 5424/2018 ερήμην απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο εναγόμενος με την από 12.2.2019 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019 έφεση, η οποία συζητήθηκε από το παρόν δικαστήριο, αντιμωλία των διαδίκων, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ  αριθμ. 128/2021 απόφαση με την οποία αφού εξαφανίσθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κρατήθηκε και επανεκδικάσθηκε η αγωγή, η οποία έγινε δεκτή και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα νομιμοτόκως τα αναφερόμενο σε αυτή χρηματικό ποσό. Την τελευταία αυτή απόφαση προσέβαλε ο εναγόμενος με την από 13.7.2021 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2021 αίτηση αναψηλάφησης, που κατατέθηκε στο παρόν δικαστήριο και προσδιορίστηκε να συζητηθεί, δυνάμει της υπ’ αριθμ. ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2021 πράξης του Γραμματέα του Εφετείου Πειραιώς, για τη δικάσιμο της 22.9.2022, οπότε και ματαιώθηκε. Ακολούθως με την από 5.5.2023 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2023 κλήση του καλουντος – αιτούντος – εκκαλουντος φέρεται προς περαιτέρω συζήτηση η άνω αίτηση αναψηλάφησης, η οποία ορίστηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Κατά τη δικάσιμο εκείνη, η υπόθεση εκφωνήθηκε από το πινάκιο και συζητήθηκε, ενώ οι πληρεξούσιοι δικηγόροι εμφανίστηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα επαναφέρεται προς συζήτηση, με την από 5.5.2023 κλήση …………. η από 13.7.2021 και με Γ.Α.Κ…../2023 και Ε.Α.Κ. …../2023 αίτηση αναψηλάφησης κατά του ……… και κατά της υπ’αριθμ.128/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία), μετά την ματαίωση της συζήτησης, που είχε προσδιοριστεί κατά τη δικάσιμο της 22.9.2022.

Με την υπό κρίση αίτηση αναψηλάφησης, ζητείται η εξαφάνιση της υπ’ αριθμ. 128/2021 απόφασης του παρόντος δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, επειδή, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο δικόγραφό της, μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, βρέθηκε στην κατοχή του αιτούντος νέο κρίσιμο έγγραφο, το οποίο δεν μπορούσε να προσκομίσει εγκαίρως.

Με το παραπάνω περιεχόμενο, η υπό κρίση αίτηση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1,538, 539 παρ. 1, 542 παρ. 1, 543, 545 παρ. 1 ΚΠολΔ), φέρεται δε παραδεκτά ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το οποίο είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρο 21 ΚΠολΔ). Όσον αφορά στο εμπρόθεσμο της άσκησής της αυτή ασκήθηκε εμπρόθεσμα (άρθρα 544 αρ. 7 και 545 παρ. 1 και 3 περ. ε’ ΚΠοΛΔ), καθόσον η αίτηση αναψηλαφήσεως κατατέθηκε την 15.7.23021, ήτοι πριν την παρέλευση των εξήντα (60) ημερών, από τότε που ισχυρίζεται ότι έλαβε ο αϊτών στην κατοχή του το κρίσιμο έγγραφο, ήτοι προ εικοσαήμερου από την κατάθεση της ένδικης αιτήσεως, ενώ για το παραδεκτό της άσκησης της ο αιτών έχει καταθέσει το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, -όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 35 παρ. 2 του Ν 4446/2016 (ΦΕΚ Α’ 240/22.12.2016)- παράβολο Δημοσίου, συνολικού ποσού πεντακοσίων (500) ευρώ, που ρητά μνημονεύεται στη συνταχθείσα από τη Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό ………/2021 έκθεση καταθέσεως δικογράφου.

Κατά το άρθρο 544 αριθ. 7 του ΚΠολΔ, αναψηλάφηση επιτρέπεται αν ο διάδικος που ζητεί την αναψηλάφηση βρήκε ή πήρε στην κατοχή του μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης νέα κρίσιμα έγγραφα, τα οποία δεν μπορούσε να προσκομίσει εγκαίρως από ανώτερη βία ή γιατί τα κατακράτησε ο αντίδικός του ή τρίτος που είχε συνεννοηθεί με τον αντίδικό του και των οποίων την ύπαρξη αγνοούσε, όπως αγνοούσε και την κατοχή τους από τον αντίδικό ή τον τρίτο κατά τη διάρκεια της δίκης. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το νέο έγγραφο, που βρήκε ή έλαβε στην κατοχή του ο ζητών την αναψηλάφηση, για να μπορεί να στηρίξει την αίτηση, πρέπει: α) να υπήρχε κατά το χρόνο εκδόσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως, β) να είναι κρίσιμο, με την έννοια ότι από το έγγραφο αυτό προκύπτει απόδειξη ή ανταπόδειξη ουσιώδους πραγματικού ισχυρισμού που είχε προβληθεί στη διεξαχθείσα δίκη, ώστε να καθίσταται εμφανές ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εσφαλμένη και θα μπορούσε να εκδοθεί διαφορετική απόφαση υπέρ του ζητούντος την αναψηλάφηση, αν το έγγραφο είχε τεθεί υπόψη του δικαστηρίου και γ) η μη έγκαιρη προσκομιδή του να οφείλεται σε ανώτερη βία ή σε παρακράτησή του από τον αντίδικό του αιτούντος ή τρίτο σε συνεννόηση με τον τελευταίο. Ως ανώτερη βία, από την οποία ήταν αδύνατη η έγκαιρη προσκομιδή των νέων κρίσιμων εγγράφων, συνιστά, κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως, κάθε γεγονός τυχερό και απρόβλεπτο το οποίο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες δεν μπορούσε να αποτραπεί ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας και συνέσεως. Δεν αποτελεί όμως ανώτερη βία το γεγονός ότι ο διάδικος από δική του προηγηθείσα ενέργεια δεν μπόρεσε να βρει εγκαίρως το έγγραφο, καθώς η αναψηλάφηση δεν αποτελεί μέσο επανόρθωσης της τυχόν πλημμελούς υπεράσπισης του διαδίκου, ούτε αποσκοπεί στη θεραπεία των σφαλμάτων των διαδίκων, επιβάλλεται δε αυστηρή ερμηνεία των διατάξεων λόγω της φύσης και του χαρακτήρα της αναψηλάφησης ως έκτακτου ένδικου μέσου. Εξάλλου, για να είναι το έγγραφο «κρίσιμο» με την παραπάνω έννοια, δεν αρκεί το έγγραφο αυτό να παράγει πιθανολόγηση ή απλώς να χρησιμεύει ως αρχή έγγραφης απόδειξης ή για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ούτε όταν για τη διακρίβωση του αποδεικτέου γεγονότος απαιτείται επιπλέον πραγματογνωμοσύνη ή αυτοψία, αλλά να παρέχεται άμεση και πλήρης απόδειξη για το αποδεικτέο θέμα (βλ. για τα ανωτέρω, ΑΠ 103/2018, ΑΠ 1169/2017, ΑΠ 1685/2014, ΑΠ 447/2014, ΑΠ 830/2014, ΕφΠατρ 91/2018, Τ.Ν.Π. Νόμος, ΕφΘεσ 800/2017, ΕφΑΔ 2018/193, ΕφΘεσ 910/2016, Αρμ 2017/1008, ΕφΔυτΜακ 84/2014, Αρμ 2017/1006, ΕφΑΘ 1623/2006, ΑρχΝ 2006/234, Μ. Μαργαρίτη – Ά. Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ [2η έκδοση-2018], άρθρο 544, αρ. 24 επόμ. ιδίως 31-33, Λ. Σινανιώτη, Γενικές αρχές των ενδίκων μέσων [2018], σελ. 107, Ν. Τριάντος, σε Λεοντή, Ένδικα Μέσα και Βοηθήματα στην πολιτική δίκη [2018], σελ.233, Στ. Πανταζόπουλου, Οι λόγοι αναψηλάφησης, σελ. 153, Απαλαγάκη, ΚΠολΔ – Ερμηνεία κατ’ άρθρο [4η έκδοση-2016], άρθρο 544, αρ. 21-25).

Στην ερευνώμενη περίπτωση, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται νόμιμα οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς, πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 386/2015, Τ.Ν.Π. Νόμος, ΑΠ 1804/2012, ΧρΙΔ 2013/372), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο καθ’ ου η αίτηση – ενάγων άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά του αιτούντος – εναγόμενου την από 5.2.2018 με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2018 αγωγή του, η οποία έγινε εν μέρει δεκτή με την 5424/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσα ερήμην του αιτούντος – εναγόμενου και υποχρέωσε τον τελευταίο να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 20.524 ευρώ νομιμοτόκως το οποίο αφορά δεδουλευμένη αμοιβή του ενάγοντος από σύμβαση έργου. Ακολούθως ο εναγόμενος άσκησε την από 12.2.2019 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2019 έφεσή του στο πλαίσιο της οποίας προέβαλε με σχετικό λόγο έφεσης το πρώτον ένσταση περί συμψηφισμού μέρους της αγωγικής απαίτησης από ευρώ 2.100 το οποίο ισχυρίσθηκε ότι κατέβαλε με δικά του χρήματα για λογαριασμό του αντιδίκου για την αγορά έξι ελαστικών για το μηχάνημα διαμόρφωσης γαιών. Προς απόδειξη του ισχυρισμού του, όπως προκύπτει από την επισκόπηση ου δικογράφου των προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά την έκκλητη δίκη ο εκαλών – εναγόμενος προσκόμισε με επίκληση μεταξύ άλλων και την υπεύθυνη δήλωση του αναδόχου του έργου ……………. ήτοι το κρίσιμο έγγραφο που αναφέρεται στην υπό κρίση αίτηση αναψηλάφησης. Ο περί συμψηφισμού ισχυρισμός απορρίφθηκε από το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος και ακολούθως με την προσβαλλόμενη υπ’ αριθ. 128/2021 απόφασή του αφού εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, κράτησε και επανεκδίκασε την αγωγή, την οποία έκανε δεκτή και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 20.524 ευρώ με το νόμιμο τόκο από 30.11.2018 μέχρις εξοφλήσεως ενώ τον καταδίκασε και στη δικαστική δαπάνη και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας την οποία όρισε στο ποσό των 1.100 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω πλήρως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, σύμφωνα και με τα όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, πρέπει η υπό κρίση αίτηση αναψηλάφησης να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη δεδομένου ότι η επικαλούμενη υπεύθυνη δήλωση του ………. δεν συνιστά κατά νόμο νέο κρίσιμο έγγραφο, αφού τούτο ήταν γνωστό σε αυτόν και ευρισκόταν στη κατοχή του αιτούντος ήδη από την έκκλητη δίκη. Επιπλέον δεν προέκυψε ούτε και το στοιχείο της ανωτέρας βίας για την μη έγκαιρη προσκόμιση του νέου εγγράφου που απαιτείται για την ευδοκίμηση της υπό κρίση αίτησης δεδομένου ότι ο ίδιος ο αϊτών είχε στη κατοχή του και προσκόμισε εγκαίρως τούτο με επίκληση στο παρόν Δικαστήριο κατά την εκδίκαση της έφεσης του. Κατ’ ακολουθίαν όλων των προαναφερομένων η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί, ενώ τα δικαστικά έξοδα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του αιτούντος λόγω της ήττας του (άρθρα 176,183,189 παρ.1,191 παρ. 2 ΚΠολΔ και να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου της αναψηλάφησης, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ, στο δημόσιο ταμείο, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ ουσίαν την αίτηση αναψηλάφησης κατά της 128/2021 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του κατατεθέντος παράβολου άσκησης της αίτησης αναψηλάφησης στο δημόσιο ταμείο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των αιτούντος τα δικαστικά έξοδα του καθ’ου η αίτηση, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500,00) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στον Πειραιά, την 18  Ιουνίου 2024, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, απάντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, με παρούσα τη Γραμματέα.

O ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ