ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Αριθμός 342 /2024
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη και Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη-Εισηγητή και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
Α) ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου του αποβιώσαντος ………. με ΑΦΜ …………, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Ευάγγελο Μπαταγιάννη με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ,
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ……….., 2) …….. και 3) ……….. όλοι ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αποβιώσαντος ………, με ΑΦΜ ………, εκ των οποίων οι μεν πρώτη και δεύτερος εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Γεωργία Μαραγκού και Γεώργιο Χλωρό, η δε τρίτη παραστάθηκε ως δικηγόρος και ακόμη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Γεώργιο Χλωρό.
Β) ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ: 1) ………. 2) ………, 3) ……….., 4) ……….. και 5) ……….., κάτοικου …….. Αττικής, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων του αποβιώσαντος στις 9.9.2019 στην …, …………., κατοίκου εν ζωή …, με ΑΦΜ ………, εκ των οποίων οι μεν πρώτη και πέμπτη δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, οι δε δεύτερη, τρίτη και τέταρτη εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, Παναγιώτη Θεοδωρόπουλο με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ,
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) …….., 2) ………, 3) ……… ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων του αποβιώσαντος στις 16.8.2016 στο …… Αττικής, ………., κατοίκου εν ζωή πόλεως …, νήσου …., εκ των οποίων οι μεν πρώτη και δεύτερος εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, Γεωργία Μαραγκού και Γεώργιο Χλωρό, η δε Τρίτη παραστάθηκε αυτοπροσώπως ως δικηγόρος και ακόμη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Γεώργιο Χλωρό.
Ο αρχικώς ενάγων ……… άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 28.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης/αριθμό κατάθεσης ……./5.1.2015 αγωγή διανομής κατά του αρχικώς εναγόμενου …….. και ακολούθως την από 12.1.2015 με γενικό αριθμό κατάθεσης/αριθμό κατάθεσης ……./16.2.2015 προσεπίκλησης κατά της προσεπικαλούμενης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………». Μετά την άσκηση της αγωγής, στις 16.8.2016 απεβίωσε ο αρχικώς ενάγων- προσεπικαλών, οπότε η δίκη διακόπηκε βίαια και συνεχίστηκε με δήλωση των εναγόντων- προσεπικαλούντων, νυν εφεσίβλητων που με κλήση τους επέσπευσαν τη συζήτηση της αγωγής και της προσεπίκλησης. Συζητηθείσας της υπόθεσης, εκδόθηκε η 4970/2018 μη οριστική απόφαση που διέταξε την επανάληψη της συζήτησης για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης. Κατόπιν κλήσεων των εναγόντων- προσεπικαλούντων επαναφέρθηκε η υπόθεση προς συζήτηση στις 27.9.2019, οπότε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του αρχικώς εναγόμενου γνωστοποίησε τον θάνατό του και δήλωσε τη βίαιη διακοπή της δίκης, στη θέση δε του αρχικώς εναγόμενου ανέλαβαν τη συνέχιση της δίκης η χήρα και τα ενήλικα τέκνα του ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του. Ακολούθως εκδόθηκε η 1616/2023 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, το οποίο συνεκδικάζοντας την από 28.12.2014 αγωγή διανομής και την από 12.1.2015 προσεπίκληση ερήμην της προσεπικαλούμενης τράπεζας και με την παρουσία των λοιπών διαδίκων. Δέχθηκε την αγωγή και διέταξε την πώληση με πλειστηριασμό των κοινών ακινήτων.
Την τελευταία αυτή απόφαση προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο εκ των εναγομένων και ήδη εκκαλών ………… με την από 7.7.2023 έφεσή της που κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 7.7.2023 με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ. …./2023. Ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως για προσδιορισμό δικασίμου κατέθεσε η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυθημερόν, με Γ.Α.Κ. …../2023 και Ε.Α.Κ. …./2023, οπότε δικάσιμος ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο. Επίσης την ίδια απόφαση μαζί με την προγενέστερη αυτής 4970/2018 μη οριστική απόφαση προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι εκ των εναγομένων …………….με την από 10.7.2023 έφεσή τους που κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 10.7.2023 με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ. …./2023. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στις 18.7.2023 στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με Γ.Α.Κ. …../2023 και Ε.Α.Κ. …../2023, οπότε δικάσιμος ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο.
Οι εφέσεις εκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των εφεσίβλητων, αφού έλαβαν τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος όσων εκ των εκκαλούντων συμμετείχαν στη συζήτηση της υπόθεσης ανέπτυξε τους ισχυρισμούς τους με τις προτάσεις που προκατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εισάγονται προς συζήτηση: α) η από 7.7.2023 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …/2023 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ. …/2023) έφεση του ……… κατά της …………, του ……… και της …….. προς εξαφάνιση της 1616/2023 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) και β) η από 10.7.2023 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …/2023 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …/2023) έφεση των …………. κατά των ……… προς εξαφάνιση της 4970/2018 μη οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της 1616/2023 οριστικής απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου (τακτική διαδικασία), οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246 και 524 παρ.1 ΚΠολΔ, καθώς στρέφονται κατά της ίδιας απόφασης, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και αφορούν στην ίδια διαφορά. Κατά την εκφώνηση της ως άνω από 10.7.2023 έφεσης, η πρώτη και η πέμπτη των εκκαλουσών δεν εμφανίστηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο. Από την προσκομιζόμενη από τους εφεσίβλητους στην εν λόγω έφεση υπ’ αριθ. …/27.7.2023 έκθεση επίδοσης της δικ. επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, …….. αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της έφεσης αυτής με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε με επιμέλεια των εφεσίβλητων νόμιμα στον ………….., πληρεξούσιο δικηγόρο των παραπάνω εκκαλουσών για λογαριασμό τους, ως αντίκλητο ο οποίος υπέγραψε το εφετήριο, σύμφωνα με το άρθρο 143 παρ.3 ΚΠολΔ, με θυροκόλληση, επειδή δεν βρέθηκε ο ίδιος ή κάποιο από τα αναφερόμενα στο άρθρο 129 παρ.1 ΚΠολΔ πρόσωπα στο γραφείο του, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του αμέσως παραπάνω άρθρου σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 128 παρ.4 ΚΠολΔ, με αυθημερόν παράδοση αντιγράφου του επιδιδόμενου εγγράφου στην Αξιωματικό Υπηρεσίας του Α.Τ. Αμαρουσίου, Αστυφύλακα ………, λόγω απουσίας του Προϊσταμένου του Τμήματος και με ταχυδρόμηση με συστημένη επιστολή γραπτής ειδοποίησης την επόμενη ημέρα (28.7.2023) στον παραπάνω αντίκλητο, η οποία συνυπογράφεται από την υπάλληλο των ΕΛΤΑ Πειραιά, ……….. . και μάλιστα εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ.3 εδ.1 ΚΠολΔ «Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται, εφόσον είναι παραδεκτή». Τούτο σημαίνει ότι εάν η έφεση είναι για οποιονδήποτε λόγο απαράδεκτη, ιδίως εκπρόθεσμη ή λόγω μη καταβολής του παράβολου του άρθρου 495 ΚΠολΔ, ή λόγω έλλειψης άλλων διαδικαστικών προϋποθέσεων, πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως απαράδεκτη και όχι ως ανυποστήρικτη, δηλαδή επί της ουσίας (βλ. ΕφΠειρ 123/2024 στην ΤΝΠ Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση, αμφότερες οι παραπάνω εφέσεις, οι οποίες αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 περ. 2 ΚΠολΔ εισάγονται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για να δικαστούν με την τακτική διαδικασία έχουν ασκηθεί νόμιμα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ με κατάθεση του δικογράφου τους στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, καθώς η εκκαλουμένη οριστική απόφαση με την οποία συμπροσβάλλεται και η προηγηθείσα 4970/2018 μη οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατ’ άρθρο 513 παρ.2 ΚΠολΔ, επιδόθηκε στους εκκαλούντες των δύο εφέσεων στις 8.6.2023 (βλ. τις υπ’ αριθ. ../8.6.2023, …./8.6.2023, …/8.6.2022, …/8.6.2023, …/8.6.2023 και …/8.6.2023 εκθέσεις επιδόσεως του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …….. για την επίδοση της εκκαλούμενης στους τότε εναγόμενους και μάλιστα στον εκκαλούντα της πρώτης έφεσης και στις εκκαλούσες της δεύτερης έφεσης αντίστοιχα) και η μεν από 7.7.2023 έφεση ασκήθηκε στις 7.7.2023, η δε από 10.7.2023 έφεση ασκήθηκε στις 10.7.2023 ημέρα Δευτέρα, οπότε αμφότερες οι εφέσεις ασκήθηκαν εντός της προβλεπόμενης εκ του νόμου προθεσμίας των τριάντα ημερών. Εξάλλου, για το παραδεκτό των εφέσεων κατατέθηκε κατ’ άρθρο 495 παρ.3 Α στοιχ.γ’ ΚΠολΔ, το απαιτούμενο παράβολο και συγκεκριμένα για την μεν από 7.7.2023 έφεση το με κωδικό ……… e- παράβολο του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ποσού 150 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. συνημμένη στο εφετήριο την από 6.7.2023 απόδειξη εξόφλησης e- Παραβόλου της Τράπεζας Πειραιώς), για τη δε από 10.7.2023 έφεση το με κωδικό ……….. e- Παράβολο του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ποσού 150 ευρώ, ομοίως εξοφλημένο (βλ. τη συνημμένη στο εφετήριο από 10.7.2023 απόδειξη της Τράπεζας Πειραιώς περί εξόφλησης λογαριασμού), χωρίς να προβλέπεται από το νόμο, παρά τα όσα υποστηρίζουν οι εφεσίβλητοι στις προτάσεις τους, όταν προσβάλλονται οι παραδοχές μη οριστικής απόφασης να καταβάλλονται δύο παράβολα έφεσης, ένα για την οριστική και ένα για την συμπροσβαλλόμενη μη οριστική απόφαση.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 517 του ΚΠολΔ, η έφεση απευθύνεται κατά εκείνων οι οποίοι ήταν διάδικοι κατά την πρωτόδικη δίκη ή των καθολικών διαδόχων ή των κληροδόχων τους. Αν υπάρχει αναγκαστική ομοδικία, η έφεση πρέπει να απευθύνεται κατά όλων των ομοδίκων, αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Περαιτέρω, στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 76 του ΚΠολΔ, ορίζονται οι περιπτώσεις της αναγκαστικής ομοδικίας. Ειδικότερα, με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι η άσκηση των ενδίκων μέσων από κάποιον από τους ομοδίκους της παραγράφου 1 έχει αποτελέσματα και για τους άλλους, αυτό δε, με την έννοια ότι αν ένας αναγκαίος ομόδικος ασκήσει ένδικο μέσο, θεωρούνται εκ του νόμου, ότι ασκούν αυτό και οι ομόδικοι εκείνου, παρά το ότι αδράνησαν. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι δεν απαιτείται από το νόμο η ασκούμενη από έναν από τους αναγκαίους ομοδίκους έφεση να απευθύνεται και κατά των ομοδίκων αυτού, αφού, στην αντίθετη περίπτωση, ο αναγκαστικός ομόδικος του εκκαλούντος, θα εμφανίζεται να έχει ταυτόχρονα την ιδιότητα του εφεσίβλητου και του εκκαλούντος, γεγονός το οποίο είναι λογικά και νομικά απαράδεκτο. Πλην όμως, ειδικά επί αναγκαστικής ομοδικίας, η οποία προκύπτει σε δίκη περί διανομής, όπου είναι αναγκαία η εναγωγή όλων των κοινωνών, κατά το άρθρο 478 ΚΠολΔ, αυτά που προεκτέθηκαν δεν ισχύουν. Ειδικότερα, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 798 και 799 του ΑΚ, 480 παρ.3, 481 αριθ.2, 482 παρ.1, 483 και 489 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι η αγωγή για τη διανομή δεν είναι μόνο διαπλαστική, καθώς επιδιώκει τη διάπλαση νέας έννομης σχέσεως για κάθε κοινωνό, με τη λύση της κοινωνίας, αλλά είναι και διπλού χαρακτήρα, με την έννοια ότι δημιουργείται δίκη, κατά την οποία, εκ των προτέρων, και ανεξάρτητα από αυτήν, ο ενάγων είναι συγχρόνως και εναγόμενος, όπως και κάθε εναγόμενος είναι, ταυτόχρονα, αντίδικος του συνεναγομένου του. Αυτό ισχύει διότι υπάρχει η δυνατότητα οποιοσδήποτε από τους εναγομένους να υποβάλλει αίτηση (η οποία δε φέρει χαρακτήρα ανταγωγής, ώστε να είναι εφαρμοστέα όσα ορίζονται στο άρθρο 268 παρ. 2 του ΚΠολΔ), με βάση πραγματικό διάφορο της αγωγής, ως προς το επίκοινο, δίκαιο και τη διάπλαση αυτού, και, σε περίπτωση παραδοχής της αιτήσεως αυτής, να αποβεί η δίκη σε βάρος των λοιπών, όχι με την απόρριψη της αγωγής, αλλά με τη διάπλαση έννομης σχέσεως κατά τρόπο διάφορο από αυτόν που επιδιώχθηκε με την αγωγή, και συνεπώς να καταλήξει η δίκη σε βάρος του ενάγοντος ή των εναγόντων και του άλλου ή των λοιπών εναγομένων, οι οποίοι κατά τούτο είναι αντίδικοι μεταξύ τους, δεσμευόμενοι από τη διαπλαστική ενέργεια της αποφάσεως που εκδίδεται κατ` αυτόν τον τρόπο. Ακολούθως, η δίκη για τη διανομή που άρχισε είναι ομοίως διπλή καθ` όλη την πορεία της και συνεπώς και στο δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας. Το γεγονός ότι ένας ή ορισμένοι από τους κοινωνούς, ως επιτιθέμενοι ή αμυνόμενοι, βρίσκονται σε αντίστοιχη δικονομική θέση, κατά την έναρξη του δικαστικού αγώνα και σε κάθε στάδιο αυτού, είναι όλως συμπτωματικό, αφού κάθε ένας από αυτούς, ανεξαρτήτως της παραπάνω δικονομικής θέσεως του, μπορεί να έχει αντίθετα συμφέροντα προς τον άλλο, όπως εκτέθηκε, και, προβάλλοντας αυτά να είναι ουσιαστικά αντίδικος του άλλου. Επομένως, στη δίκη για τη διανομή, ο εναγόμενος ασκώντας έφεση, πρέπει με ποινή απαραδέκτου, να απευθύνει αυτήν και κατά του, στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, αναγκαίου ομοδίκου του (συνεναγομένου), σύμφωνα προς το άρθρο 517 εδ.β του ΚΠολΔ, διότι δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι λογίζεται, εκ του νόμου, ως αντιπροσωπευόμενος στην άσκηση της εφέσεως από τον εκκαλούντα ο παραπάνω αναγκαίος ομόδικός του, αφ’ενός μεν διότι ενδέχεται να έχει αντίθετα συμφέροντα με αυτόν, αφ’ ετέρου δε, διότι, λόγω του διπλού χαρακτήρα της δίκης αυτής, έχει ουσιαστικά και την ιδιότητα του αντιδίκου (ΟλΑΠ 15/1996, ΑΠ 617/2014, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 149/2012, ΑΠ 319/2012, ΕφΠατρ. 47/2020, Τρ.Νομ.Πλ.ΔΣΑ, ΕφΔυτΜακ 11/2020 στην ΤΝΠ Νόμος, Εφ.Λαρ. 276/2019, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕΘ 290/2012 ΤΝΠ Νόμος, στις οποίες παραπέμπει η ΕφΑιγ 126/2021 στην ΤΝΠ Νόμος). Επίσης σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 491 ΚΠολΔ, «στη δίκη διανομής προσεπικαλούνται υποχρεωτικά, με επιμέλεια εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση, όσοι έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, καθώς και όσοι έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στη μερίδα κάποιου από τους κοινωνούς» (παρ. 1). «Αν δεν έγινε η προσεπίκληση που αναφέρεται στην παρ. 1 το δικαστήριο με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους ή αυτεπαγγέλτως αναβάλλει τη συζήτηση και ορίζει προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει να προσεπικληθεί εκείνος που έχει δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας ή εκείνος που έχει επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση. Αν η προθεσμία περάσει άπρακτη η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη» (παρ. 2). Η διάταξη αυτή θεσπίσθηκε γιατί ο νομοθέτης, εν όψει των σοβαρών συνεπειών που επιφέρει η διανομή πράγματος, στο οποίο τρίτοι έχουν δικαιώματα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας ή έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στην ιδανική μερίδα ενός από τους συγκυρίους, θέλησε οι προαναφερόμενοι τρίτοι, όχι να λαμβάνουν απλώς γνώση της δίκης διανομής, αλλά και να συμμετέχουν υποχρεωτικώς σ` αυτή, αφού από την τελεσιδικία της σχετικής αποφάσεως, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 492 παρ. 1 ΚΠολΔ, που εισήγαγε νέα ρύθμιση, διαφορετική από εκείνη του ΑΚ (άρθρο 803), η υποθήκη ή το ενέχυρο περιορίζονται εφεξής μόνο στα μέρη που περιήλθαν στον οφειλέτη. Ακόμη ο νόμος (άρθρο 492 παρ. 2 και 3 ΚΠολΔ), προκειμένου να εξασφαλίσει πληρέστερα τα συμφέροντα του εν λόγω υποχρεωτικώς προσεπικαλουμένου ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή, του παρέχει το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο που διατάσσει την διανομή να διατάξει υπέρ αυτού τα πρόσθετα εξασφαλιστικά μέτρα: α) της συστάσεως υποθήκης ή ενεχύρου σε αντικείμενα που με την διανομή περιέρχονται στον οφειλέτη του, στα οποία δεν είχε συσταθεί υποθήκη ή ενέχυρο, και β) της εξοφλήσεως (εν όλω ή εν μέρει), ύστερα από αίτηση του ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή, της ασφαλισμένης με την υποθήκη ή το ενέχυρο απαιτήσεώς του, έστω και αν αυτή δεν είναι ληξιπρόθεσμη κατά τον χρόνο της διανομής, με την καταβολή εκ μέρους κάποιου άλλου κοινωνού ολόκληρου ή μέρους του ποσού στον κοινωνό που η μερίδα του βαρύνεται με υποθήκη ή ενέχυρο, προκειμένου έτσι να εξισωθούν οι μερίδες τους. Με δεδομένα αυτά και το περαιτέρω γεγονός ότι η άσκηση της προσεπικλήσεως έχει, κατά το άρθρο 89 εδάφ. τελευταίο του ΚΠολΔ, τα αποτελέσματα που έχει και η άσκηση της αγωγής, ο ενυπόθηκος ή ενεχυρούχος δανειστής από την επίδοση σ` αυτόν της προσεπικλήσεως καθίσταται αναγκαίος ομόδικος των συγκυριών ανάμεσα στους οποίους διεξάγεται η δίκη της διανομής του κοινού πράγματος υπό την έννοια του άρθρου 76 παρ. 1 του ιδίου Κώδικα. Έτσι αποκτά την ιδιότητα του διαδίκου, έστω και αν δεν άσκησε παρέμβαση. Επομένως, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 3 ΚΠολΔ, να καλείται σε κάθε μεταγενέστερη διαδικαστική πράξη σε όλα τα στάδια της προαναφερομένης δίκης. Αν το εν λόγω υποχρεωτικώς προσεπικαλούμενο πρόσωπο δεν εμφανισθεί στην δίκη της διανομής κοινού πράγματος θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται κατά το άρθρο 76 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, από τους λοιπούς παριστάμενους διαδίκους (κοινωνούς) και δεσμεύεται από το δεδικασμένο που πηγάζει από την απόφαση που εκδίδεται επί της αγωγής διανομής, διότι διευρύνονται και ως προς αυτό τα υποκειμενικά όρια της δίκης (ΕφΠειρ 58/2014 στην ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΠειρ 591/2020 στην ΤΝΠ Νόμος).
Στην προκειμένη περίπτωση, ο αρχικός ενάγων ……. άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 28.12.2014 (με γενικό αριθμό κατάθεσης/αριθμό κατάθεσης ……../5.1.2015) αγωγή διανομής κατά του αρχικώς εναγόμενου …….., ζητώντας τη λύση της μεταξύ τους κοινωνίας σε τρία ακίνητα κείμενα στην ……, συγκυριότητάς τους, με αυτούσια διανομή, άλλως με πλειστηριασμό και διανομή μεταξύ τους του πλειστηριάσματος και ακολούθως άσκησε την από 12.1.2015 (με γενικό αριθμό κατάθεσης/αριθμό κατάθεσης ………/16.2.2015) προσεπίκληση της προσεπικαλούμενης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», η οποία είχε εγγράψει προσημείωση υποθήκης στο ποσοστό συγκυριότητας του ενάγοντος στα δύο από τα τρία προς διανομή ακίνητα. Μετά την άσκηση της αγωγής, στις 16.8.2016, ο αρχικώς ενάγων- προσεπικαλών απεβίωσε, η δε δίκη που είχε ανοιχθεί διακόπηκε βιαίως και συνέχισαν αυτή κατόπιν δήλωσής τους ως ενάγοντες- προσεπικαλούντες στη θέση του αρχικού ενάγοντος- προσεπικαλούντος, οι νυν εφεσίβλητοι. Η υπόθεση συζητήθηκε στη δικάσιμο της 16.3.2018 και επ’ αυτής εκδόθηκε η 4970/2018 μη οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία συνεκδικάσθηκαν η αγωγή και η προσεπίκληση, ερήμην της προσεπικαλούμενης, αντιμωλία των λοιπών διαδίκων και διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από πραγματογνώμονα πολιτικό μηχανικό που θα γνωμάτευε σχετικά με τη δυνατότητα αυτούσιας διανομής των επίκοινων ακινήτων. Κατά την μετ’ επανάληψη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του αρχικώς εναγόμενου γνωστοποίησε στους αντιδίκους του τον θάνατο, στις 9.9.2019, του εντολέα του με αποτέλεσμα την εκ νέου βίαιη διακοπή της δίκης, οπότε στη θέση του τελευταίου συνέχισαν τη δίκη ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του, η χήρα και τα τέκνα του, ήτοι ο εκκαλών στην από 7.7.2023 έφεση υιός του, η εκκαλούσα στην από 10.7.2023 έφεση χήρα του, ήτοι η …. χήρα ………., οι εκκαλούσες στην ίδια έφεση θυγατέρες του, ήτοι η ………..α και η μη συμμετέχουσα στην ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου δίκη, θυγατέρα του αρχικού εναγόμενου, ……….. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την νυν προσβαλλόμενη οριστική 1616/2023 απόφασή του συνεκδίκασε την από 28.11.2014 αγωγή διανομής και την από 12.1.2015 προσεπίκληση ερήμην της προσεπικαλούμενης τράπεζας και με την παρουσία των λοιπών διαδίκων και δεχόμενο την αγωγή, διέταξε την πώληση με πλειστηριασμό των κοινών ακινήτων και κατένειμε τη δικαστική δαπάνη ανάλογα με τη μερίδα που αναλογούσε σε κάθε διάδικο μέρος σε κάθε ακίνητο. Ήδη με τις εφέσεις τους ο μεν εκκαλών στην από 7.7.2023 έφεση παραπονείται για έλλειψη αιτιολογίας ως προς τις ενστάσεις που προέβαλε πρωτοδίκως ο αρχικώς εναγόμενος και απορρίφθηκαν αρχικά με τη συνεκκαλούμενη 4970/2018 μη οριστική απόφαση και στη συνέχεια με την απόρριψη του αιτήματος ανάκλησης της ως άνω απόφασης από την εκκαλουμένη 1616/2023 οριστική απόφαση και για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων που οδήγησε στη διάταξη της εκκαλουμένης για διανομή των επίκοινων ακινήτων με πλειστηριασμό, οι δε εκκαλούσες παραπονούνται με την από 10.7.2023 έφεσή τους για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και εφαρμογή των διδαγμάτων της κοινής πείρας κατά την απόρριψη από τη συνεκκαλούμενη 4970/2018 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου των ισχυρισμών του αρχικώς εναγόμενου περί άτυπης (προφορικής) συμφωνίας διανομής των επίδικων ακινήτων, άλλως περί καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος των εφεσίβλητων να ζητήσουν τη διανομή του υπό αριθμό 3 στην αγωγή αγροτεμαχίου. Ζητούν γι’ αυτό οι εκκαλούντες και στις δύο εφέσεις να εξαφανιστούν η εκκαλούμενη και η συνεκκαλούμενη αποφάσεις και να απορριφθεί η ως άνω αγωγή διανομής, καταδικαζομένων των εφεσίβλητων στα δικαστικά τους έξοδα για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.
Αμφότερες οι παραπάνω εφέσεις τυγχάνουν απορριπτέες ως απαράδεκτες, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, καθώς την μεν από 7.7.2023 έφεση, ο εκκαλών ……….. που ενεργεί ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος του αρχικώς εναγόμενου απευθύνει μόνο κατά των εξ αδιαθέτου κληρονόμων του αρχικώς ενάγοντος και όχι και κατά των συνεναγομένων του πρωτοδίκως και συγκοινωνών στα επίδικα ακίνητα, που τυγχάνουν επίσης εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αρχικώς εναγόμενου, …………, την δε από 10.7.2023 έφεσή τους οι εκκαλούσες …………, ενεργούσες ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αρχικώς εναγόμενου απευθύνουν μόνο κατά των εξ αδιαθέτου κληρονόμων του αρχικώς ενάγοντος και όχι κατά των συνεναγομένων τους εξ αδιαθέτου κληρονόμων του αρχικώς εναγόμενου. Ένεκα του απαραδέκτου των συνεκδικαζόμενων εφέσεων και για λόγους οικονομίας της δίκης, η μη κλήτευση στην παρούσα δίκη της προσεπικληθείσας από τον αρχικώς ενάγοντα προσημειούχου στα δύο πρώτα αστικά προς διανομή ακίνητα δανείστριας τράπεζας και παρότι αυτή κατέστη πρωτοδίκως αναγκαίος ομόδικος των παραπάνω διαδίκων με την άσκηση της προσεπίκλησης, δεν συνιστά λόγο να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της υπόθεσης, καθώς οι εφέσεις τυγχάνουν απαράδεκτες για τον προεκτεθέντα λόγο. Απορριπτομένων των εφέσεων, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή των κατατεθέντων από τους εκκαλούντες για την άσκηση των ένδικων μέσων παράβολων στο δημόσιο ταμείο κατ’ άρθρο 495 παρ.3 προτελ. εδ. ΚΠολΔ. Επίσης, τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων σε κάθε έφεση για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, να επιβληθούν αντίστοιχα στον εκκαλούντα και στις εκκαλούσες των συνεκδικασθεισών εφέσεων λόγω της ήττας τους κατά την έκβαση της δίκης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να οριστεί ως προς την από 10.7.2023 έφεση για τις ερημοδικασθείσες πρώτη και πέμπτη των εκκαλουσών ένα παράβολο ερημοδικίας λόγω της αναγκαίας μεταξύ αυτών ομοδικίας (βλ. ΑΠ 464/1981, Δ. 1982, σελ. 68, Στ. Πανταζόπουλος σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ2, έκδοση 2020, άρθρα 495-590, σελ. 45) σύμφωνα με το άρθρο 505 παρ.2 εδ.γ’ ΚΠολΔ, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει α) την από 7.7.2023 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ. …/2023 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …/2023) έφεση κατά της 1616/2023 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) αντιμωλία των διαδίκων και β) την από 10.7.2023 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ. …./2023 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …/2023) έφεση κατά της 4970/2018 μη οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της 1616/2023 οριστικής απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου (τακτική διαδικασία) ερήμην της πρώτης και της πέμπτης εκκαλούσας και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση που οι πρώτη και πέμπτη εκκαλούσες στην από 10.7.2023 έφεση ασκήσουν ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Απορρίπτει τις ως άνω εφέσεις ως απαράδεκτες.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων στην από 7.7.2023 έφεση για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος του εκκαλούντος και ορίζει αυτά στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων στην από 10.7.2023 έφεση για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος των εκκαλουσών και ορίζει αυτά στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα για την άσκηση της από 7.7.2023 έφεσης e-παράβολου και του κατατεθέντος από τις εκκαλούσες για την άσκηση της από 10.7.2023 έφεσης e-παράβολου στο δημόσιο ταμείο.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 20.6.2024 και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 11.7.2024
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ