ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 395/2024
TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1) ……….., η οποία ενεργεί στο παρόν τόσο ατομικά όσο και ως νόμιμη εκ διαθήκης κληρονόμος του πατρός της ……….., που απεβίωσε την 21.9.2021 στη Νίκαια Αττικής και 2) …………., η οποία ενεργεί στο παρόν τόσο ατομικά όσο και ως νόμιμη εκ διαθήκης κληρονόμος του πατρός της ……….., που απεβίωσε την 21.9.2021 στη Νίκαια Αττικής, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Σόνια Μιχάλαρου και
ΤΟΥ ΚΑΘΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου-Πρωτοβάθμιου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «Δήμος Σαλαμίνας» που εδρεύει στην ………., και ΑΦΜ ……. όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Δήμαρχο αυτού και εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο αυτού Γεώργιο Παπανικολάου.
Οι αιτούσες ζητούν να γίνει δεκτή η από 30.3.2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2023 αίτησή τους με την οποία ζητούν να οριστεί προσωρινή τιμή μονάδας για το απαλλοτριούμενο ακίνητο ιδιοκτησίας τους και να αναγνωριστούν με την ιδιότητά τους αυτή ως δικαιούχοι της προσδιορισθείσας αποζημίωσης. Δικάσιμος για τη συζήτηση του ως άνω δικογράφου ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας οπότε η υπόθεση που είχε εγγραφεί στο πινάκιο με αύξοντα αριθμό 25 εκφωνήθηκε κατά τη σειρά της και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στα υπομνήματα που κατέθεσαν εντός της προθεσμίας του άρθρου 19 παρ.8 του Ν 2882/2001, ως ισχύει.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το όλο πνεύμα του ν. 1337/1983 που εντάσσεται στην πρόνοια του άρθρου 24 του Συντάγματος για ορθολογική πολεοδομική διαμόρφωση της Χώρας στα πλαίσια της προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, ειδικότερα δε από τις διατάξεις των άρθρων 1, 7, 8, 9 και 12 του ανωτέρω νόμου, συνδυαζόμενες και προς την υπ` αριθ. 79881/3445/1984 απόφαση του ΥΠΕΧΩΔΕ κα l το Π.Δ/γμα 5/1985 που εκδόθηκαν κατ` επιταγή του, προκύπτει ότι με αυτόν θεσμοθετήθηκε νέα διαδίκασία (διαφορετική από τη ρυμοτομία των ν.δ. της 17.7.1923 και 797/1971) συνολικής διαχείρισης των ακινήτων της οικιστικής περιοχής, με την υποχρέωση των ιδιοκτητών να διαθέσουν χωρίς αποζημίωση μέρος του ακινήτου τους, και προβλέπεται ο τρόπος υλοποίησης της διαχείρισης με την έκδοση Πράξης Εφαρμογής, στην οποία καθορίζετα αφενός μεν το ποσοστό εισφοράς σε γη που αναλογεί για καθεμία ιδιοκτησία και ο τρόπος διάθεσής του χωρίς αποζημίωση σε τμήματα, είτε απευθείας για τη δημιουργία κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων, είτε για μετατροπή τους σε χρηματική εισφορά, είτε για αποκατάσταση άλλων ιδιοκτησιών που δεσμεύθηκαν για τον ίδιο σκοπό για την καλύτερη αξιοποίηση της γης, αφετέρου δε τα προσκυρωτέα τμήματα σε γειτονικά οικόπεδα σύμφωνα με τις σχετικές πολεοδομικές διατάξεις (άρθρα 8 παρ. 7 κα l 8 και 12 παρ. 3) (ΑΠ 1175/2005 ΤΝΠ ΔΣΑ) . Περαιτέρω, με το άρθρο 4 του ν. 1772/1988 «περί τροποποιήσεως διατάξεων του ν. 1577/1985 (ΓΟΚ) κ.λ.π.» αντικαταστάθηκε η παρ. 7 του άρθρου 12 του ως άνω ν. 1337/1983, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 56 του άρθρου 8 του ν. 1512/1985 και ορίστηκε (με την παρ. β), ότι «Αμέσως μετά την κύρωση και μεταγραφή των πράξεων εφαρμογής ο οικείος ΟΤΑ, το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, καθώς και κάθε ενδιαφερόμενος, μπορούν να καταλάβουν τα νέα ακίνητα που διαμορφώθηκαν με την πράξη εφαρμογής και περιέρχονται σε αυτούς, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί οι αποζημιώσεις της προηγούμενης περίπτωσης (α), (η οποία, σημειώνεται, ότι αφορά τις αναφερόμενες στην Πράξη Εφαρμογής μεταβολές στις ιδιοκτησίες που οφείλεται αποζημίωση και για τη συντέλεση των οποίων, πρέπει, να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες του ν.δ. από 17.7.1923 και ν.δ. 797/1971 ήδη του ν. 2882/2001 -ΚΑΑ). Δικαιώματα της επόμενης περιπτώσεως (δ) μετατρέπονται σε ενοχική αξίωση για αποζημίωση ……..». Οι μεταβολές, δηλαδή, που επέρχονται στις εμπλεκόμενες ιδιοκτησίες με την εκάστοτε πράξη εφαρμογής διακρίνονται σε δύο κατηγορίες και ειδικότερα, α) σε εκείνες που συνίστανται σε εισφορά σε γη και με τις οποίες αφαιρούνται εν μέρει ή εν όλω ακίνητα από τους ιδιοκτήτες τους και διατίθενται για τους προβλεπόμενους στο νόμο σκοπούς, όπως είναι η δημιουργία κοινοχρήστων χώρων και β) σε εκείνες που συνίστανται σε προσκυρώσεις, τακτοποιήσεις, ρυμοτομήσεις ή και δεσμεύσεις γης για την ανέγερση κοινωφελών κτιρίων πέραν της οφειλόμενης εισφοράς σε γη. Από τις τελευταίες μεταβολές, όλες όσες συνίστανται σε αναγκαστικές αφαιρέσεις ιδιοκτησιών ή τμημάτων αυτών, επιπλέον εκείνων που περιλαμβάνονται στην καθορισμένη έκταση εισφοράς σε γη, με αποτέλεσμα τη δημιουργία υποχρέωσης αποζημίωσης προς τους θιγόμενους ιδιοκτήτες τους, δεν ολοκληρώνονται με τη μεταγραφή της πράξης εφαρμογής, αλλά για την επέλευση τους απαιτείται να προηγηθεί ο δικαστικός προσδιορισμός της οφειλομένης γι` αυτές αποζημίωσης και η καταβολή της ή η δημοσίευση στο ΦΕΚ της παρακατάθεσης αυτής, (διά των οποίων συντελείται η απαλλοτρίωση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17 του Συντάγματος και στους προαναφερθέντες ειδικούς νόμους περί απαλλοτριώσεων). Τα δικαιώματα της περίπτωσης δ` της ίδιας παραγράφου (του άρθρου 12 παρ. 7 του ν. 1337/1983, άρθρου 48 παρ. 7 του Κ.Β.Ν.Π.) μετατρέπονται σε ενοχική αξίωση για αποζημίωση.
Κατά το άρθρο 68 ΚΠολΔ, “δικαστική προστασία έχει δικαίωμα να ζητήσει όποιος έχει άμεσο έννομο συμφέρον”. Ο ΚΠολΔ συνδέει τη νομιμοποίηση του διαδίκου προς το έννομο συμφέρον, το οποίο πρέπει να είναι άμεσο, δηλαδή να αναφέρεται σε υπαρκτές έννομες σχέσεις και όχι σε υποθετικές, και επί πλέον η ανάγκη δικαστικής προστασίας να είναι ενεστώσα. Τα πρόσωπα τα οποία έχουν άμεσο έννομο συμφέρον στη διαδικασία προσδιορισμού της προσωρινής ή οριστικής αποζημίωσης, λόγω αναγκαστικής απαλλοτρίωσης και μπορούν να είναι διάδικοι, δηλαδή έχουν την εξουσία να διεξάγουν τη δίκη ενεργητικά ή παθητικά ή με άλλο τρόπο, ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 του ν. 2882/2001 “Κώδικας Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (ΚΑΑΑ). Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή «ενδιαφερόμενοι, οι οποίοι δύνανται να ζητήσουν δικαστικά τον προσωρινό ή οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης είναι: α) ο υπόχρεος να καταβάλει την αποζημίωση, β) ο υπέρου κηρύχθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση και γ) όποιος αξιώνει κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριούμενο. Η κατά τα ανωτέρω νομιμοποίηση των διαδίκων στη δίκη προσδιορισμού της προσωρινής ή οριστικής αποζημίωσης, η οποία ρυθμίζεται ειδικά από την ως άνω διάταξη, εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης κατά το άρθρο 73 ΚΠολΔ. Αν δε από την έρευνα αυτή προκύψει ότι λείπει η προϋπόθεση της νομιμοποίησης, η αίτηση απορρίπτεται. (Κ. Χορομίδης, Η Αναγκαστική Απαλλοτρίωση, 2008, παρ. 99, σελ. 836 επ.). Το δικαστήριο, ερευνώντας τη νομιμοποίηση του διαδίκου που αξιώνει (προβάλλει) κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριούμενο θα ερευνήσει παρεμπιπτόντως, εκτιμώντας ελεύθερα τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία, το προβαλλόμενο εμπράγματο δικαίωμά του που του παρέχει το δικαίωμα αποζημίωσης και το οποίο θεμελιώνει τη νομιμοποίησή του και δικαιολογεί το έννομο συμφέρον του, για την κίνηση της διαδικασίας προσδιορισμού της προσωρινής ή οριστικής αποζημίωσης. Η έρευνα δε αυτή, δεν εμποδίζεται από το ότι στη διαδικασία του καθορισμού της αποζημίωσης, η δικαιοδοσία του δικαστηρίου περιορίζεται κατά κανόνα μόνο στον προσδιορισμό τιμής μονάδος, χωρίς την αναγνώριση δικαιούχων και την καταψήφιση υπόχρεων (Πρβλ. άρθρα 14 παρ. 1, 18, 19, 20 και 26 ν. 2882/2001), αφού από το γεγονός αυτό δεν μπορεί να αποκλειστεί η έρευνα ζητημάτων, τα οποία έχουν σχέση με θεμελιώδεις ιδιότητες των δικαζομένων, όπως είναι και η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος για την κίνηση της διαδικασίας αυτής, Κ.Πολ.Δ. (ΑΠ 1247/2007, ΑΠ 528/2005). Από τα ανωτέρω συνάγεται, εκτός άλλων, ότι για τη νομιμοποίηση των διαδίκων που ζητούν τον προσδιορισμό τιμής μονάδας αποζημίωσης απαιτείται είτε η μνεία τους στην πράξη απαλλοτρίωσης, ή στον πίνακα της πράξης εφαρμογής ως κυρίων ή εμπραγμάτων δικαιούχων του ακινήτου ή των ακινήτων που απαλλοτριώνονται αναγκαστικά, είτε στην περίπτωση που δεν εμφαίνονται στους σχετικούς πίνακες ως εικαζόμενοι δικαιούχοι, να επικαλούνται κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο που απαλλοτριώνεται, ήτοι βρίσκεται εντός της απαλλοτριούμενης έκτασης {ΕφΠατρ 80/2015 ΤΝΠ ΔΣΑ). Τέλος, από τον συνδυασμό των άρθρων 1193, 1195 1198, 1199, 1710, 1846 και 1847 του ΑΚ σαφώς συνάγεται ότι: α) η ιδιότητα του κληρονόμου αποκτάται αυτοδικαίως μόλις γίνει η επαγωγή, στον καλούμενο όμως παρέχεται η ευχέρεια να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, η οποία αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και το λόγο της, και β) η ενώπιον συμβολαιογράφου αποδοχή της κληρονομίας και η μεταγραφή αυτής είναι αναγκαία μόνο προκειμένου ο κληρονόμος να αποκτήσει την κυριότητα των κληρονομιαίων ακινήτων. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 9 παρ.4 του ΚΑΑΑ, μετά τη συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης κατά το άρθρο 7 του ιδίου Κώδικα με βάση την τιμή, που καθορίσθηκε έπειτα από κλήτευση, κάθε εμπράγματο δικαίωμα επί του ακινήτου οποιουδήποτε τρίτου, είτε αυτός έλαβε μέρος είτε όχι, ακόμη και αν δεν κλητεύθηκε στη δίκη για τον καθορισμό της αποζημίωσης, μετατρέπεται σε ενοχική αξίωση επί της αποζημίωσης, που παρακατατέθηκε, ή κατά εκείνου, που εισέπραξε την αποζημίωση, ή κατά εκείνου, υπέρ του οποίου εκδόθηκε το χρηματικό ένταλμα πληρωμής. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων σαφώς προκύπτει ότι σε περίπτωση, κατά την οποία η αίτηση του κληρονόμου, με την οποία επιδιώκεται η αναγνώρισή του ως δικαιούχου της αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση κληρονομιαίου ακινήτου, ασκείται μετά τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης και την οριστική απώλεια της επ’ αυτού (ακινήτου) κυριότητας, δεν απαιτείται, για την ενεργητική νομιμοποίηση προς άσκησή της, συμβολαιογραφική δήλωση αποδοχής της κληρονομίας εκ μέρους του κληρονόμου και μεταγραφή της, καθόσον αυτή στερείται πλέον αντικειμένου, αλλά αρκεί η απόδειξη της ρητής ή σιωπηρής αποδοχής της κληρονομίας ή η παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης (ΑΠ 225/2000 ΕλΔνη 2000,975). Αντίθετα, εάν με την αίτηση του κληρονόμου επιδιώκεται η αναγνώριση αυτού ως δικαιούχου της αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση κληρονομιαίου ακινήτου και δεν έχει συντελεστεί, με έναν από τους προαναφερόμενους τρόπους, η απαλλοτρίωση μέχρι το θάνατο του κυρίου του υπό απαλλοτρίωση ακινήτου, ο τελευταίος δεν απώλεσε, όσο ζούσε, την επ’ αυτού (ακινήτου) κυριότητα, η οποία μεταβαίνει στους εκ του νόμου ή εκ διαθήκης κληρονόμους του (άρθρο 1710 ΑΚ). Επομένως, στην περίπτωση αυτή, αντικείμενο της κληρονομίας τυγχάνει το υπό απαλλοτρίωση ακίνητο και όχι η περί τούτου αποζημίωση (ΕφΑθ 4201/1979 ΝοΒ 1980,1501), με συνέπεια για την ενεργητική νομιμοποίηση προς άσκηση της ανωτέρω αίτησης να πρέπει ο αιτών να επικαλεστεί πως έχει καταστεί κύριος του ως άνω ακινήτου, μετά από αποδοχή της κληρονομίας του δικαιοπαρόχου του και μεταγραφή αυτής (βλ. ΑΠ 171/2017 ΝΟΜΟΣ), ή την έκδοση κληρονομητηρίου και την μεταγραφή αυτού (ΑΠ887/2021 ΤΝΠ Νομος). Επισημαίνεται δε ότι, κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ.1 και 3 του ΚΑΑΑ, η αναγκαστική απαλλοτρίωση συντελείται είτε με την καταβολή στον δικαστικώς αναγνωρισθέντα ή στον αληθινό δικαιούχο της αποζημίωσης, που προσδιορίστηκε προσωρινά ή οριστικά, είτε με τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως γνωστοποίησης ότι η αποζημίωση, η δικαστική δαπάνη, καθώς και η αμοιβή των πληρεξουσίων δικηγόρων κατατέθηκε στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κατά το άρθρο 8 του ιδίου Κώδικα, είτε με την καταβολή της αποζημίωσης σε είδος, εφόσον ο δικαιούχος συναινεί σε αυτό με ειδική έγγραφη δήλωσή του. Εξάλλου, εάν υπόχρεος για την καταβολή της αποζημίωσης είναι Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α` ή Β` βαθμού, η αναγκαστική απαλλοτρίωση συντελείται και με τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως γνωστοποίησης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων ότι, κατ` εντολή και για λογαριασμό του υπόχρεου, παρακατέθεσε το ίδιο την αποζημίωση, την επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, καθώς και την αμοιβή των πληρεξουσίων δικηγόρων κατά τους όρους και τα αποτελέσματα, που ορίζονται στο ως άνω άρθρο 8. Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, μόνο από τη συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ο υπέρ ου η απαλλοτρίωση αποκτά την κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του ακινήτου, ενώ πριν καταβληθεί η οριστική ή η προσωρινή αποζημίωση διατηρούνται ακέραια όλα τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη και δεν επιτρέπεται η κατάληψη (άρθρο 7 παρ. 4 του ΚΑΑΑ).
Οι αιτούσες με την υπο κρίση αίτησή τους εκθέτουν, ότι κατέστησαν συγκυρίες και συννομείς κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστη, του περιγραφόμενου στην αίτηση ακινήτου. Ότι ειδικότερα η συγκυριότητα του ως άνω ακινήτου περιήλθε σε αυτές δυνάμει της από 20.5.2013 ιδιόγραφης διαθήκης του πατρός τους ……….., που απεβίωσε την 21.9.2021 στη Νίκαια Αττικής. Ότι η ως άνω διαθήκη, που είχε καταθέσει ο αποβιώσας, στην Συμβολαιογράφο Σαλαμίνας . ………. συντασσομένης της με αριθμό …/20.5.2013 συμβολαιογραφικής πράξης, δημοσιεύθηκε με τα με αριθμό …./2021 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας. Ότι επιπλέον μετά από αίτησή τους εκδόθηκε η με αριθμό …/2023 διαταγή κλρονομητηρίου, του Ειρηνοδίκη Σαλαμίνας, η οποία δημοσιεύθηκε την 21.2.2023. Οτι το ακίνητο που περιήλθε στην συγκυριότητά τους με τον ως άνω τρόπο είναι ένα αγροτεμάχιο έκτασης 535,19 τ.μ. στη θέση «……….» στη δημοτική κοινότητα Σαλαμίνας το οποίο ρυμοτομήθηκε με την υπ΄ αρ. ……/2007 πράξη εφαρμογής του ρυμοτομικού σχεδίου της περιοχής «…..» του Δήμου Σαλαμίνας, που κυρώθηκε με την υπ΄ αρ. πρωτ. 107826/1-3-2012 απόφαση του Περιφερειάρχη Αττικής, η οποία ακολούθως καταχωρήθηκε νόμιμα στο κτηματολογικό Γραφείο Σαλαμίνας. Ότι 384,08 τ.μ., τα οποία περιγράφονται κατά θέση και όρια, από το ως άνω ακίνητο περιλήφθηκαν εντός της προαναφερθείσας πράξης εφαρμογής, από τα οποία 25.97 τ.μ. αποτελούν εισφορά σε γη και τα υπόλοιπα 358,93 τ.μ. ρυμοτομούνται εξ ολοκλήρου για την δημιουργία κοινόχρηστου χώρου. Ζητούν δε, τον καθορισμό της προσωρινής τιμής μονάδας αποζημίωσης για την απαλλοτριούμενη λόγω ρυμοτομίας έκταση των 358,90 τ.μ.,στο ποσό των 170 ευρώ/τ.μ, και την αναγνώρισή τους ως δικαιούχων της σχετικής αποζημίωσης. Με το ως άνω περιεχόμενο, η κρινόμενη αίτηση, στο δικόγραφο της οποίας παραδεκτά σωρεύονται τα ανωτέρω αιτήματα, αρμοδίως (άρθρο 19 παρ. 1 του Ν. 2882/2001) εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ρυμοτομουμένο ακίνητο, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των άρθρων 19 και 26 παρ. 3 εδ. α΄ του Ν. 2882/2001, σε συνδυασμό με το άρθρο 12 του Ν. 1337/1983, και έχει ασκηθεί εμπροθέσμως, με επίδοση αυτής 15 τουλάχιστον ημέρες πριν την ορισθείσα δικάσιμο στο καθ΄ ου η αίτηση (βλ. την με αριθμό …. Γ/14-6-2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιώς, ………… ) καθώς και στον Προϊστάμενο της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιώς και στον Δασάρχη Πειραιώς (βλ. τις με αριθμούς ……./19.6.2023 …………/ 19-6-2023 εκθέσεις επίδοσης της ίδιας δικαστικής επιμελήτριας, αντίστοιχα). Πλην όμως η κρινόμενη αίτηση τυγχάνει απορριπτέα σε αμφότερες τις βάσεις της, λόγω αοριστίας ως προς την ενεργητική νομιμοποίηση των αιτουσών. Τούτο διότι οι αιτούσες αν και στηρίζουν την ενεργητική τους νομιμοποίηση –έννομο συμφέρον στο εμπράγματο δικαίωμα που απέκτησαν λόγω κληρονομικής διαδοχής, του αναφερόμενου στην με αριθμό …/2007 πράξη εφαρμογής ως ιδιοκτήτη του με κωδικό αριθμό κτηματογράφησης ….. ακινήτου …………, δεν επικαλούνται την μεταγραφή του εκδοθέντος κληρονομητηρίου, δια της οποίας αποκτούν την συγκυριότητα του εν λόγω ακινήτου και θεμελιώνουν την ενεργητική τους νομιμοποίηση- εννομο συμφέρον για τα σωρευόμενα στην αίτηση αιτήματα, με δεδομένο ότι ως προς το αίτημα προσδριορισμού προσωρινής τιμής μονάδας αποζημίωσης δεν έχει συντελεστεί η απαλλοτρίωση με κάποιον από τους τρόπους που αναφέρονται στην μείζονα σκέψη της παρούσας. Σημειώνεται δε, ότι δεν προσκομίζεται πιστοποιητικό μεταγραφής του ως άνω κληρονομητηρίου, ή έγγραφο που να αποδεικνύει την καταχώρισή του στα οικεία κτηματολογικά βιβλία, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 12 § 1 περ. ζ` ν. 2664/1998. Οι αιτούσες πρέπει να καταδικασθούν, λόγω της ήττας τους, στα δικαστικά έξοδα του καθ’ ού, κατά τις διατάξεις των άρθρων 176, 191 § 2 KΠολΔ, 22 § 1 ν.δ. 3693/57 σε συνδυασμό με την 134.423/92 κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. 11Β’/93), οι τελευταίες των οποίων εφαρμόζονται εν προκειμένω, επειδή το Δικαστήριο δεν προχώρησε στον καθορισμό της αποζημίωσης και την αναγνώριση των δικαιούχων (Εφ.Αθ. 549/2024 ΤΝΠ Νομος)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των αιτούντων τη δικαστική δαπάνη του καθού την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ
ΚΡΙΘΗΚΕ αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά την 8.8.2024 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, με την παρουσία και της Γραμματέως, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ