Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 363/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης    363/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Παναγιωτοπούλου, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και το Γραμματέα Σ.Τ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……….., για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Α) Του εκκαλούντος: …….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα (ΑΜ ΔΣΠ ……), που κατέθεσε την από 29-05-2024 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Των εφεσιβλήτων: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία <<………..>>, η οποία εδρεύει στην …….., οδός …………. και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) Της εταιρείας με την επωνυμία <<…………>>, η οποία εδρεύει στην ……, οδός ………………… και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Πεζοδρόμο (ΑΜ ΔΣΠ …. ΔΕ Λαγκαδιανός Ιατρίδης Κατσάμπας Δικηγορική Εταιρεία ΔΣΠ …..), που κατέθεσε την από 28-05-2024 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Β) Των εκκαλουσών: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία <<………..>>, που εδρεύει στην ……. Αττικής, οδός ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ……… και 2) Της εταιρείας με την επωνυμία <<………>>, που εδρεύει στην …….., οδός ……… και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Πεζοδρόμο (ΑΜ ΔΣΠ …. ΔΕ Λαγκαδιανός Ιατρίδης Κατσάμπας Δικηγορική Εταιρεία ΔΣΠ ….), που κατέθεσε την από 28-05-2024 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Του εφεσίβλητου: ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα (ΑΜ ΔΣΠ ……….), που κατέθεσε την από 29-05-2024 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Ο εκκαλών της υπό στοιχ. Α) έφεσης και εφεσίβλητος της υπό στοιχ. Β) έφεσης, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 18.03.2021 (με γεν.αριθ.κατάθ. ……/2021 και αριθ.καταθ. δικογρ. ……/2021) αγωγή, με την οποία ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ’αριθ. 2007/2022 οριστική απόφαση, με την οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, διατάσσοντας τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ο ενάγων και ήδη εκκαλών της υπό στοιχ. Α) έφεσης, με την από 05.09.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/05-09-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …../05-09-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/05-09-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/05-09-2022) έφεση και οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες της υπό στοιχ. Β) έφεσης, με την από 04.11.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/04-11-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/04-11-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …../04-11-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/04-11-2022) έφεση, οι οποίες προσδιορίστηκαν για τη δικάσιμο της 21-09-2023, κατά την οποία δεν εισήχθησαν προς συζήτηση λόγω ανώτερης βίας που αφορά τη συμμετοχή των δικαστικών υπαλλήλων σε απεργία της ΑΔΕΔΥ και της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδος, προσδιορίστηκαν δε αυτεπαγγέλτως με την υπ’αριθ. 75/27-09-2023 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς για τη δικάσιμο  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκαν στο πινάκιο.

Οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν στη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν αντιμωλία των διαδίκων.

Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω, αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου: α) η από 05.09.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/05-09-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …./05-09-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/05-09-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/05-09-2022) έφεση και β) η από 04.11.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/04-11-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/04-11-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/04-11-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/04-11-2022) έφεση, στρεφόμενες κατά της υπ’αριθ. 2007/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσας κατά τη διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, κατ’αντιμωλία των διαδίκων, οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, λόγω της προδήλου μεταξύ τους συνάφειας, καθ’ όσον βάλλουν κατά της αυτής οριστικής αποφάσεως, υπάγονται στην αυτή διαδικασία και με την ένωση και συνεκδίκασή τους επιταχύνεται η διεξαγωγή  της δίκης και αποτρέπεται το ενδεχόμενο εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων (άρθρα 246 και 524παρ.1 ΚΠολΔ, ΕφΑθ4299/2006 ΕλλΔνη 47 1508).

Οι κρινόμενες αντίθετες, από 05.09.2022 υπό στοιχ. Α) έφεση και από 04.11.2022 υπό στοιχ. Β) έφεση, που στρέφονται κατά της υπ’αριθ. 2007/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρ. 82 ΚΙΝΔ σε συνδ. με άρθρ. 591, 614, 621, 622 ΚΠολΔ), κατ’αντιμωλία των διαδίκων και έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της στις 23.06.2022, ενώ για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω Νόμο, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής (Εφ.Πειρ. 315/2023, Εφ.Πειρ. 2632/2023, www.efeteio-peir.gr). Εφόσον δε οι ένδικες εφέσεις αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.

Ο ενάγων με την αγωγή του εξέθετε ότι δυνάμει σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ιδίου και της δεύτερης εναγομένης, ναυτολογήθηκε την 14.01.2019 στο λιμάνι του Λαυρίου με την ειδικότερα του ναύτη, στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο <<ΕΠ>>, με αριθμό νηολογίου Πειραιά ….., κ.ο.χ 4863,46, πλοιοκτησίας της δεύτερης εναγομένης, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων και εργάσθηκε συνεχώς στο ανωτέρω πλοίο έως την 27.08.2019, οπότε απολύθηκε λόγω αδείας. Οτι δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου και της δεύτερης εναγομένης, εφοπλίστριας έως την 1.10.2019 του υπό ελληνική σημαία  Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου <<Δ.>>, με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……, κ.ο.χ. 9834,37, του οποίου κυρία ήταν η πρώτη εναγομένη, ναυτολογήθηκε την 3.9.2019 στο λιμάνι του Πειραιά με την ίδια ως άνω ειδικότητα, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων και εργάσθηκε συνεχώς στο ως άνω πλοίο έως την 18.2.2020 οπότε απολύθηκε λόγω αδείας. Οτι δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ιδίου και της πρώτης εναγομένης, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο Ε/ΓΟ/Γ πλοίο <<Δ>> με την ίδια ειδικότητα και όρους και παρείχε την εργασία του συνεχώς κατά το χρονικό διάστημα από 19.3.2020 έως και 28.3.2020, οπότε απολύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης. Οτι δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ιδίου και της πρώτης εναγομένης, πλοιοκτήτριας έως 9.6.2020 του Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου <<Δ>>, έκτοτε κυρίας αυτού και της δεύτερης εναγομένης εφοπλίστριας αυτού, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ως άνω πλοίο με την αυτή ειδικότητα και όρους και παρείχε την εργασία του συνεχώς κατά το χρονικό διάστημα από 22.4.2020 έως και 2.7.2020, οπότε απολύθηκε λόγω διακοπής δρομολογίων του πλοίου. Οτι δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ίδιου και της πρώτης εναγομένης, πλοικτήτριας του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου <<BS>>με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……, κ.ο.χ. 16172, ναυτολογήθηκε την 5.8.2020 στο λιμάνι του Πειραιά με την ίδια ειδικότητα, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων και εργάστηκε συνεχώς στο ως άνω πλοίο έως την 1.2.2021, οπότε απολύθηκε λόγω τραυματισμού. Οτι από την υπηρεσία του στα ανωτέρω πλοία διατηρεί απαιτήσεις συνολικού ποσού 42.578,23 ευρώ εκ του οποίου ποσό 22.379,35 ευρώ οφείλει να του καταβάλει η πρώτη εναγομένη, ποσό 12.172,27 ευρώ οφείλει να του καταβάλει η δεύτερη εναγομένη, ποσό 8.026,60 ευρώ άλλως ποσό 7.044,81 ευρώ οφείλουν να του καταβάλουν εις ολόκληρον οι εναγόμενες για αμοιβή από παροχή υπερωριακής εργασίας σε καθημερινές, Σάββατα, Κυριακές και αργίες, επιδόματα εορτών, αμοιβή για δρομολόγια εξπρές, επίδομα άγονης γραμμής, υπόλοιπο μηνός κατ’άρθρο 60 ΚΙΝΔ, αποζημίωση λόγω καταγγελίας, αμοιβή λόγω διανυκτερεύσεων, αποζημίωση λόγω ατυχήματος και μισθούς ασθενείας, όπως οι επιμέρους απαιτήσεις εξειδικεύονται κατ’είδος, χρόνο και ποσό στο αγωγικό δικόγραφο. Με βάση τα ανωτέρω ζητούσε, κατόπιν παραδεκτού μερικού περιορισμού του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε εν μέρει αναγνωριστικό, με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του ενάγοντος στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά και περιελήφθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε νόμιμα, να αναγνωρισθεί ότι η δεύτερη εναγομένη υποχρεούται να του καταβάλει το ποσό των 12.172,27 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 27.8.2019 με το νόμιμο τόκο από την απόλυσή του (27.8.2019), να υποχρεωθούν οι εναγόμενες εκάστη εις ολόκληρον να του καταβάλουν το ποσό των 6.435,98 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 3.9.2019 έως 1.10.2019, να αναγνωρισθεί ότι η πρώτη εναγομένη υποχρεούται να του καταβάλει το ποσό των 3.527,62 ευρώ και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των 1.063,90 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 2.10.2019 έως 31.12.2019, να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 8.671,84 ευρώ για τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2020 έως 18.2.2020, από 19.3.2020 έως 28.3.2020 και από 22.4.2020 έως 8.6.2020, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες εκάστη εις ολόκληρον να του καταβάλουν το ποσό των 3.741,81 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 9.6.2020 έως 2.7.2020, να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 6.915,35 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 5.8.2020 έως 31.12.2020, να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 2.200,54 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως 1.2.2021, με το νόμιμο τόκο από την τελευταία απόλυσή του (1.2.2021), άλλως από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η εκδοθησομένη απόφαση και να καταδικαστούν οι εναγόμενες στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή, έκανε αυτήν εν μέρει δεκτή κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονούνται αμφότερα τα διάδικα μέρη με τις κρινόμενες εφέσεις τους και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτές λόγους, οι οποίοι, κατά τη συνολική τους εκτίμηση, ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της, άλλως τη μεταρρύθμισή της, ο μεν ενάγων – εκκαλών της υπό στοιχ. Α) έφεσης με σκοπό να γίνει δεκτή καθ’ολοκληρία η ανωτέρω αγωγή του, οι δε εναγόμενες – εκκαλούσες της υπό στοιχ. Β) έφεσης με σκοπό την απόρριψη της από 18.3.2021 αγωγής, αιτούμενοι, αμφότερα τα διάδικα μέρη, να καταδικαστούν οι αντίδικοι αυτών στη δικαστική τους δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Ι].Κατά το άρθρο 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από τα άλλα στοιχεία, πρέπει να περιέχει α) σαφή έκθεση των γεγονότων, που θεμελιώνουν την αγωγή β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Η μη πλήρης αναφορά των περιστατικών αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και συνεπάγεται την απόρριψή της ως απαράδεκτης για έλλειψη προδικασίας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της αγωγής (ΑΠ 1611/2008, Δ. 2008/1131, 187/2006, Δ. 2006/907). Ειδικότερα, όταν πρόκειται για αγωγή, με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση δεδουλευμένων αποδοχών ναυτικού, στοιχεία της βάσης της, που πρέπει ο ενάγων να επικαλεστεί και αποδείξει, είναι, κατά το άρθρο 53 του ΚΙΝΔ, η σύμβαση ναυτολόγησης, η παροχή από το ναυτικό της εργασίας του στον εργοδότη (πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή) και ο συμβατικός ή νόμιμος μισθός, σε συνδυασμό με το είδος ή τη χωρητικότητα του πλοίου, ώστε να εφαρμοστεί η αρμόζουσα Σ.Σ.Ν.Ε. (ΑΠ 365/2005, ΕλλΔ/νη 47.1663, ΑΠ 225/2002, ΕφΠειρ 567/2005, ΕφΠειρ 892/2002, ΜΕφΠειρ 168/2014, άπασες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, δεν αποτελεί αναγκαίο στοιχείο του δικογράφου της αγωγής για την καταβολή υπερωριακής αμοιβής, το είδος των κατ’ ιδίαν εργασιών που εκτελέσθηκαν, εφόσον σε αυτήν αναφέρεται η ειδικότητα και ο βαθμός του ναυτικού. Διότι το είδος των καθηκόντων κάθε ναυτικού και των εργασιών που εκτελεί αυτός, κατά τον πλου ή όταν το πλοίο ναυλοχεί, καθορίζονται λεπτομερώς από τους κανονισμούς εργασίας και τις ναυτικές συνήθειες, εφόσον βεβαίως δεν πρόκειται για εργασίες που αμείβονται ειδικά με βάση τις Συλλογικές Ναυτικές Συμβάσεις. Εξάλλου, δεν αποτελεί αναγκαίο στοιχείο για το ορισμένο της αγωγής, με την οποία ζητείται η καταβολή διαφοράς αποδοχών για παρασχεθείσα κατά τις καθημερινές, Σάββατα, Κυριακές και τις αργίες υπερωριακή εργασία συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, ο χρόνος έναρξης και λήξης της υπερωρίας κάθε ημέρα, αφού αυτός ορίζεται από το νόμο, ούτε η ανάγκη, η οποία παρέστη για την εκτέλεσή της και το πρόσωπο από το οποίο δόθηκε η σχετική εντολή (ΕφΠειρ 892/2002, ΠειρΝομ 2002/479), καθώς και τα δρομολόγια του πλοίου (ΕφΠειρ 1312/1997 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ Νόμος), ούτε απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός των συγκεκριμένων ημερών, κατά τις οποίες ο ναυτικός απασχολήθηκε υπερωριακά, ούτε ο αριθμός των ημερών αυτών, αλλά αρκεί να αναφέρεται στην αγωγή το σύνολο των ωρών της υπερωριακής εργασίας, που παρέσχε ο εργαζόμενος κατά το επίδικο χρονικό διάστημα (ΑΠ 1600/2006 Α` δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος, ΜΕφΠειρ 98/2020, 50/2016, 321/2016, 218/2016, 369/2016, 22/2015, 28/2015, 191/2015, 323/2015, 376/2015, 442/2015, 528/2015, 553/2015, 739/2015, 590/2014, 168/2014 άπασες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 994/2007, ΕΝΑΥΤΔ 2007/385).

Η από 18.3.2021 αγωγή, με το προπαρατεθέν περιεχόμενο, είναι ορισμένη, καθόσον περιέχει όλα τα απαιτούμενα για την πληρότητα του δικογράφου της στοιχεία, κατά τα άρθρα 118, 119 και 216 ΚΠολΔ, όπως αυτά εξειδικεύονται ανωτέρω. Συγκεκριμένα προσδιορίζεται στο αγωγικό δικόγραφο το είδος των πλοίων (επιβατηγό – οχηματαγωγό), πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης, με τα χρονικά διαστήματα εφοπλισμού της δεύτερης εναγομένης, στα οποία εργάσθηκε ο ενάγων, η καθαρή χωρητικότητά τους, τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεων του ενάγοντος σε κάθε ένα από τα πλοία αυτά, με την ειδικότητα του ναύτη, οι κάθε φορά συμφωνηθείσες κατά τις ναυτολογήσεις του, ως εφαρμοστέες στις εν γένει εργασιακές του σχέσεις και τις αποδοχές της Συλλογικές Συμβάσεις (των Πληρωμάτων των Επιβατηγών – Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019), καθώς και οι ώρες της ημερήσιας απασχόλησής του, αλλά και συνολικά για τα επίδικα χρονικά διαστήματα, του συνολικού αριθμού των ωρών της υπερωριακής του απασχόλησης, για τις οποίες αιτείται την προβλεπόμενη στις εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε. πρόσθετη αμοιβή, προσδιοριζομένου ειδικότερα στο δικόγραφο ως το γινόμενο του πολλαπλασιασμού του αριθμού των ωρών, που αυτός ισχυρίζεται ότι απασχολούνταν κάθε ημέρα καθ’υπέρβαση του νομίμου ωραρίου, με τον επίσης αναφερόμενο συνολικό αριθμό των καθημερινών ημερών, καθώς και των Κυριακών, Σαββάτων και αργιών των επίμαχων χρονικών διαστημάτων, ξεχωριστά για το κάθε χρονικό διάστημα, κατόπιν αφαίρεσης των ήδη καταβληθέντων προς αυτόν για την  παραπάνω αιτία, από τις εναγόμενες, χρηματικών ποσών. Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι δεν αποτελούν κατά νόμο απαραίτητα στοιχεία για το ορισμένο της αγωγής αναφορικά με το κονδύλιο της υπερωριακής αμοιβής, η έλλειψη μνείας των οποίων θα καθιστούσε το δικόγραφο αόριστο και απορριπτέο, το είδος των εργασιών, που εκτελούσε ο ενάγων, και η κατανομή τους εντός του 24ώρου, αλλά και τα ειδικότερα καθήκοντά του, όπως εκτέθηκε στη μείζονα σκέψη, τα οποία μπορούν να προκύψουν από τις αποδείξεις, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση αναφέρεται στο δικόγραφο η ειδικότητά του, με την οποία ναυτολογήθηκε, με αποτέλεσμα τα καθήκοντα που συναρτώνται με αυτήν να καθορίζονται εκ του νόμου. Εξάλλου, η σώρευση περισσότερων αγωγών στο ίδιο δικόγραφο της αγωγής, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 218 παρ.1 ΚΠολΔ και η κάθε αξίωση περιγράφεται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, όπως στην προκειμένη περίπτωση, δεν καθιστά την αγωγή αόριστη. Συνεπώς σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ο πρώτος λόγος της υπό στοιχ. Β) έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούσες επαναφέρουν τον και πρωτοδίκως προβληθέντα και απορριφθέντα ισχυρισμό τους περί αοριστίας της αγωγής, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

ΙΙ].Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 240 ΚΠολΔ «Για την επαναφορά ισχυρισμών που υποβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση στο ίδιο ή ανώτερο δικαστήριο, αρκεί η επανυποβολή τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τους περιέχουν. Οι προτάσεις της προηγούμενης συζήτησης προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο». Επομένως, για τη νόμιμη επαναφορά ισχυρισμών, προταθέντων σε προηγουμένη συζήτηση ενώπιον του ιδίου ή ανωτέρου Δικαστηρίου, απαιτείται τόσον η επανυποβολή τους, τουλάχιστον με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγουμένης συζητήσεως, που τους περιέχουν (ώστε να προκύπτει ο ισχυρισμός με σαφήνεια, χωρίς ανάγκη αναγνώσεως του όλου περιεχομένου των προτάσεων), όσο και η προσκομιδή σε κεκυρωμένο αντίγραφο των τελευταίων. Η αναφορά πρέπει να είναι σαφής και ορισμένη, προκειμένου να καθίσταται δυνατός, χωρίς καταπόνηση του δικαστή, ο εντοπισμός του ισχυρισμού που επανυποβάλλεται, ενώ η παράλειψη αναφοράς στις σελίδες δεν καθιστά απαράδεκτη την επαναφορά, διότι δεν έχει ταχθεί επί ποινή ακυρότητος, είναι δε δυνατός ο προσδιορισμός της θέσεως του ισχυρισμού στις προτάσεις και με άλλο τρόπο (λ.χ. με παραπομπή σε κεφάλαιο ή παράγραφο). Η συρραφή και ενσωμάτωση ολοκλήρου του κειμένου των προτάσεων της προηγουμένης συζητήσεως, χωρίς ειδική μνεία στις τελευταίες των ισχυρισμών που επαναφέρονται σε σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες που περιέχουν τους ισχυρισμούς αυτούς, δεν συνιστά νόμιμο τρόπο επαναφοράς των ισχυρισμών (ΑΠ 1107/2003 ΕλλΔνη 46.159, ΑΠ 1154/2002 ΕλλΔνη 45.459, ΑΠ 1434/2000 ΕλλΔνη 42.710, ΑΠ 560/1996 ΕλλΔνη 38.99, ΑΠ 1216/1993 ΕλλΔνη 36.171, ΑΠ 438/1993 ΕλλΔνη 36.83, ΕφΠειρ 951/2004 ΕλλΔνη 46.199, Β. Βαθρακοκοίλης, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση, Τ. Β΄, 1994, υπό το άρθρο 240, αριθ. 1). Η ως άνω διάταξη αφορά : α) σε ισχυρισμούς που υποβάλλονται στο Δικαστήριο με τις προτάσεις και όχι σε εκείνους που περιέχονται στην αγωγή και συγκροτούν τη νομική και ιστορική αιτία του προστατευτέου δικαιώματος (ΑΠ 1417/2002 ΕλλΔνη 44.177, ΑΠ 433/1998 ΕλλΔνη 39.1316) και β) σε ισχυρισμούς που προτάθηκαν και δεν εξετάσθηκαν από το Δικαστήριο και, ως εκ τούτου, δεν εφαρμόζεται – ως περιττή – σε περίπτωση που το Δικαστήριο καλείται να εκδώσει οριστική απόφαση για τον ισχυρισμό, για τον οποίο διατάχθηκαν αποδείξεις και διεξήχθησαν, καθ’ όσον στην περίπτωση αυτή είναι σαφώς προσδιορισμένος ο ισχυρισμός, στον οποίο αφορά η συζήτηση (ΕφΑθ 6554/1998 ΕλλΔνη 41.516, Β. Βαθρακοκοίλης, ΚΠολΔ, όπ. π., υπό το άρθρο 240, αριθ. 3). Εξάλλου, με την διάταξη του αριθμού 11 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, που αποτελεί εκδήλωση της δικονομικής αρχής της συζητήσεως, διασφαλίζεται η συμμόρφωση του δικαστηρίου της ουσίας στα άρθρα 335, 338, 339, 340 και 346 ΚΠολΔ, ώστε να λαμβάνονται υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα που προσκομίζουν και επικαλούνται παραδεκτώς οι διάδικοι και μόνον αυτά. Από την διάταξη αυτήν σε συνδυασμό και με εκείνες των άρθρων 106, 237 εδ. 1, 346 και 453 παρ. 1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσεκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση εγγράφου, όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Η επίκληση αυτή δύναται να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζητήσεως, μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση, είτε με αναφορά δια των προτάσεων αυτών σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζομένων προτάσεων προηγουμένης συζητήσεως, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 240 ΚΠολΔ. Η εν λόγω διάταξη αναφέρεται μεν στον τρόπο επαναφοράς «ισχυρισμών», έχει όμως εφαρμογή και για την επίκληση αποδεικτικών μέσων λόγω της ταυτότητος του νομικού λόγου (ΟλΑΠ 9/2000). Επομένως, δεν είναι νόμιμη η κατ’ έφεση επίκληση εγγράφου, προς άμεση ή έμμεση απόδειξη, όταν στις προτάσεις ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου περιέχεται γενική μόνο αναφορά σε όλα τα έγγραφα που ο διάδικος είχε επικαλεσθεί και προσκομίσει πρωτοδίκως, χωρίς παραπομπή σε συγκεκριμένα μέρη των επανυποβαλλομένων πρωτοδίκων προτάσεων, όπου περιέχεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου (ΟλΑΠ 9/2000 πλειοψ. ΕλλΔνη 41.668, ΑΠ 864/2003 ΕλλΔνη 45.102, ΑΠ 1553/2001 ΕλλΔνη 44.1567, ΑΠ 935/2000 ΕλλΔνη 42.90), ενώ η ενσωμάτωση των προτάσεων προηγουμένων συζητήσεων, στις οποίες μνημονεύονται τα έγγραφα, δεν συνιστά νόμιμη επίκλησή τους (ΟλΑΠ 30/1997, ΑΠ 969/2004 ΕλλΔνη 46 406). Δηλαδή, απαιτείται ειδική επίκληση κάθε αποδεικτικού μέσου (λ.χ. εγγράφου, ενόρκου βεβαιώσεως κλπ.) και δεν αρκεί ότι τούτο ήταν συνημμένο στις προτάσεις, ούτε η αναφορά ότι προσκομίζονται όλα τα έγγραφα, τα οποία είχαν και πρωτοδίκως προσκομισθεί, ούτε η νόμιμη επαναφορά ισχυρισμών των πρωτοδίκων προτάσεων, χωρίς ειδική μνεία όλων των εγγράφων στις προτάσεις του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου (ΑΠ 1229/2002 ΕλλΔνη 44 128). Είναι πάντως νόμιμη η επίκληση ενώπιον του εφετείου, των εγγράφων, τα οποία αναφέρονται κατά τρόπο ειδικό, σαφή και ορισμένο στο μέρος του ενιαίου κειμένου των προτάσεων της κατ’ έφεση δίκης, που έχει ληφθεί με τεχνική αναπαραγωγή από τις προτάσεις προηγούμενης συζήτησης, αφού πρόκειται για άμεση και ειδική επίκληση των εγγράφων απευθείας με τις εφετειακές προτάσεις, και όχι για έμμεση επίκληση με αναφορά στις προτάσεις προηγούμενης συζήτησης ως αυτοτελή και διακριτή διαδικαστική πράξη.» (ΑΠ 1509/2014 ΕπολΔ 2014, 727).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων – εκκαλών επαναφέρει με τις προτάσεις του, τους προταθέντες με τις προτάσεις της συζητήσεως της παρούσας υποθέσεως, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 2007/2022 (εκκαλουμένη) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Ειδική Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών Εργατικές Διαφορές), ισχυρισμούς του καθώς και τα επικαλούμενα με αυτές (προτάσεις) αποδεικτικά του μέσα επί λέξει ως εξής : «…αναφέρομαι στο σύνολο των ισχυρισμών και αποδεικτικών στοιχείων που κατέθεσα κατά την πρωτόδικο Δίκη ως και στις πρωτόδικες προτάσεις μου, το περιεχόμενο των οποίων θεωρώ αντιγεγραμμένο στις παρούσες. Ητοι…», ενώ στη συνέχεια παραθέτει ειδικά και συγκεκριμένα κάθε ένα αποδεικτικό μέσο, το οποίο είχε επικαλεστεί με τις προτάσεις του και προσκομίσει στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όπως προκύπτει από την απλή αντιπαραβολή του περιεχομένου των προτάσεων του πρωτοβαθμίου και του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου. Η κατά τον τρόπο αυτό επαναφορά των ισχυρισμών του ενάγοντος – εκκαλούντος, τυγχάνει, σύμφωνα με τα αναφερθέντα στην ως άνω μείζονα πρόταση, νόμιμη καθ’ όσον δεν πρόκειται για ισχυρισμούς που υποβάλλονται στο Δικαστήριο το πρώτον με τις προτάσεις αλλά σε ισχυρισμούς που περιέχονται στην αγωγή και συγκροτούν τη νομική και ιστορική αιτία του προστατευτέου δικαιώματος (ΑΠ 1417/2002 ΕλλΔνη 44.177, ΑΠ 433/1998 ΕλλΔνη 39.1316 ). Ομοίως η κατά τον τρόπο αυτό επίκληση των αποδεικτικών του μέσων τυγχάνει νόμιμη, καθ’ όσον στο δικόγραφο των προτάσεων ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, διαλαμβάνεται ειδική επίκληση κάθε αποδεικτικού μέσου, κατά τρόπο ειδικό, σαφή και ορισμένο στο μέρος του ενιαίου κειμένου των προτάσεων της κατ’ έφεση δίκης, που έχει ληφθεί με τεχνική αναπαραγωγή από τις προτάσεις προηγούμενης συζήτησης, αφού πρόκειται για άμεση και ειδική επίκληση των εγγράφων απευθείας με τις εφετειακές προτάσεις, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέχη, απορριπτόμενου του σχετικού ισχυρισμού των εναγομένων – εκκαλουσών που προβάλεται με τις κατατεθειμένες ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προτάσεις τους.

ΙΙΙ].Από την εισαγωγή του εν προκειμένου εφαρμοστέου προϊσχύσαντος Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (ΚΙΝΔ – ν. 3816/1958), όπως προκύπτει από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 84, 105 και 106 αυτού, γίνεται διάκριση μεταξύ των εννοιών της πλοιοκτησίας, της κυριότητας πλοίου και του εφοπλισμού. Η πλοιοκτησία υποδηλώνει κυριότητα και εφοπλισμό, έτσι ώστε, όταν τα τελευταία αυτά στοιχεία αποχωρίζονται, να υπάρχει αφενός κυριότητα του πλοίου και αφετέρου εφοπλισμός. Ειδικότερα, κατά την έννοια των άρθρων 105-106 του ΚΙΝΔ, εφοπλιστής είναι αυτός που εκμεταλλεύεται για τον εαυτό του πλοίο, το οποίο ανήκει κατά κυριότητα σε άλλο πρόσωπο. Η εκμετάλλευση αυτή μπορεί να στηρίζεται σε έννομη σχέση εμπράγματη ή ενοχική (επικαρπία, μίσθωση κ.λπ.), είτε σε απλή πραγματική κατάσταση. Βασική, πάντως, προϋπόθεση του εφοπλισμού είναι ότι ο εφοπλιστής έχει τη βούληση να ασκεί και ασκεί για λογαριασμό του τη ναυτιλιακή επιχείρηση που συγκροτεί το πλοίο και, εκτός από την απόλαυση των κερδών, επωμίζεται απεριόριστα και τον οικονομικό κίνδυνο από την εκμετάλλευσή του. Περαιτέρω, από τις συνδυασμένες διατάξεις των ως άνω άρθρων 84, 105, 106 του ΚΙΝΔ συνάγεται ότι, όταν υπάρχει απαίτηση από την εκμετάλλευση του πλοίου κατά του εφοπλιστή, δηλαδή εναντίον εκείνου που εκμεταλλεύεται ξένο πλοίο, μπορεί ο δανειστής να στραφεί κατά του εφοπλιστή και κατά του κυρίου του πλοίου. Στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει, κατά νομική κυριολεξία, παθητική εις ολόκληρον ενοχή (άρθρο 481 Α.Κ.), διότι οφειλέτης της απαίτησης που πηγάζει από την εκμετάλλευση του πλοίου είναι μόνο ο εφοπλιστής, ενώ ο απλός κύριος του πλοίου ευθύνεται εκ του νόμου για την απαίτηση αυτή μόνο με το συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο, το πλοίο, συμπεριλαμβανομένων των συστατικών και των παραρτημάτων αυτού. Δεν υπάρχει παράλληλη προσωπική ευθύνη του κυρίου του πλοίου για τις απαιτήσεις που πηγάζουν από τον εφοπλισμό, αλλά η ευθύνη του κυρίου του πλοίου είναι πραγματοπαγής και περιορισμένη (νόθος παθητική εις ολόκληρον ενοχή), εφόσον ο τελευταίος ευθύνεται μόνο δια του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι την αξία αυτού, μπορεί δε να στραφεί και κατά του τελευταίου ο δανειστής του εφοπλιστή, για να αποκτήσει εκτελεστό τίτλο και κατ’ αυτού και είναι υποχρεωμένος μόνο να δεχθεί την αναγκαστική εκποίηση του πλοίου του για την ικανοποίηση των εκ του εφοπλισμού απαιτήσεων. Ενάγεται δε και αυτός (ο κύριος) απλώς και μόνο για να υπάρχει τίτλος εκτελεστός και κατ’ αυτού (Α.Π. 776/2010, Α.Π. 1549/2006, Α.Π. 799/2001, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 590/2023, Εφ.Πειρ. 402/2023, www.efeteio-peir.gr).  Περαιτέρω, ο απλός κύριος του πλοίου για τις απαιτήσεις τρίτων, που απορρέουν από τον εφοπλισμό, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι απαιτήσεις που απορρέουν από συμβάσεις ναυτολόγησης των μελών του πληρώματος, δηλαδή αξιώσεις από σύμβαση παροχής ναυτικής εργασίας, ευθύνεται με το πλοίο, δηλαδή μέχρι της αξίας του πλοίου, νομιμοποιούμενος παθητικά στη δίκη, ενώ ο εφοπλιστής ευθύνεται απεριόριστα με όλη την περιουσία του και μάλιστα σε ολόκληρο με τον κύριο του πλοίου (Α.Π. 991/1991, Ε.Εργ.Δ. 51, 1092, Α.Π. 48/1988, Ε.Εργ.Δ. 48, 315, Εφ.Πειρ. 590/2023, ό.α. Εφ.Πειρ.677/2023, δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

IV].Με τα άρθρα 11, 12 παρ. 1, 13 παρ.1, 2 & 5 και 18 παρ. 1 της ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 (ΦΕΚ Β’ 3170/12.8.2019) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2019», του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση,  ορίζονται τα ακόλουθα: οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού. Όπως διευκρινίζεται δε με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 626/2014, Δνη 2015/508), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 735/2006, ΕΝαυτΔ 34/351, ΕφΠειρ. 567/2005, ΕΝαυτΔ 33/345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες, δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου, όπως προκύπτει από το σχετικό άρθρο 18 της ως άνω ΣΣΝΕ. Εξάλλου, από τον περιλαμβανόμενο στην  ανωτέρω υπουργική απόφαση πίνακα αμοιβών κατά βαθμό και ειδικότητα και τις σχετικές διατάξεις περί των αποδοχών των ναυτικών προκύπτει ότι με τη ΣΣΝΕ του έτους 2019 οι αποδοχές του ναύτη αναπροσαρμόστηκαν ως ακολούθως: 1.204,77 ευρώ μισθός ενεργείας, 265,05 ευρώ επίδομα Κυριακών, 36,64 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, 599,40 ευρώ αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,98 ευρώ Χ 30), 433,95 ευρώ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.204,77 ευρώ μισθός ενεργείας + 265,05 ευρώ επίδομα Κυριακών = 1.469,82 ευρώ Χ 1/22 = 66,81 ευρώ Χ 5 ημέρες = 334,05 ευρώ + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,98 Χ 5) = 99,9  ευρώ]. Ακόμη, από τον περιλαμβανόμενο στην ανωτέρω υπουργική απόφαση πίνακα υπερωριακής αμοιβής κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο του άρθρου 13 παρ. 6 προκύπτει ότι, προκειμένου περί ναύτη, η υπερωριακή αμοιβή ορίστηκε αντίστοιχα σε 8,54 ευρώ (με προσαύξηση 25%) για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και 10,25 ευρώ (με προσαύξηση 50%) για κάθε ώρα εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες και για το έτος 2019 σε 8,70 ευρώ  και 10,44 ευρώ αντίστοιχα. Επισημαίνεται, περαιτέρω, καθ’ όσον αφορά ειδικώς στην υπερωριακή απασχόληση κατά την ήμερα της Κυριακής, ότι η ως άνω Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας προβλέπει στο άρθρο 6 ότι «Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος δια τας μέχρι οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατόν (22%) επί του μισθού ενεργείας, που προβλέπεται από το άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας Συμβάσεως. Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας», δηλαδή το ειδικό αυτό επίδομα συνιστά ιδιαίτερη αμοιβή για την παρεχομένη εντός του βασικού οκταώρου εργασία κατά τις Κυριακές, η οποία δεν θεωρείται υπερωριακή, ενώ αντιθέτως υπερωριακή θεωρείται η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής, αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (Εφ.Πειρ. 677/2023, Εφ.Πειρ. 132/2023, Εφ.Πειρ. 481/2023, Εφ.Πειρ. 300/2023, www.efeteio-peir.gr).

V]. Από την διάταξη του άρθρου 14 της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ 2019, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι οι  ναυτικοί, τις ατομικές συμβάσεις εργασίας των οποίων αυτή διέπει, δικαιούνται επιδόματος εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212 = ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011/387), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 164/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ο.π., ΕφΠειρ. 177/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 517/2011, αδημ.) και συνυπολογίζεται μόνον αν πραγματοποιούνται τακτικά δρομολόγια εξπρές και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (ΤριμΕφΠειρ. 66/2013, ΜονΕφΠειρ. 590/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 364/2012, αδημ.). Αντιθέτως, το κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 § 1 και 20 της ως άνω ΣΣΝΕ μηνιαίως καταβαλλόμενο στα μέλη του κατώτερου πληρώματος των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, επίδομα ιματισμού τους για την αντιμετώπιση των δαπανών προμήθειας της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων δώρων εορτών (ΜονΕφΠειρ. 676/2014,  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΜονΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262), για το λόγο ότι δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως σαφώς από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται, αιτία της χορηγήσεώς του αποτελεί η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, ΕΕΔ 2005/237 = ΔΕΝ 59/1300 = Δνη 2005/123, ΑΠ 226/2003, ΕΕΔ 2004/790 = ΔΕΝ 59/1138, ΤριμΕφΠειρ. 177/2012, ΠειρΝ 2012/354, ΤριμΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262, ΕφΠειρ. 283/2009, ΕΝαυτΔ 2009/102, ΜονΕφΠειρ. 347/2016, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 671/2015, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204). Ακόμη, δεν συνυπολογίζονται τα εορταστικά επιδόματα (δώρα), καθόσον αυτά δεν περιλαμβάνονται στην έννοια των μηνιαίων αποδοχών, αφού κατά το άρθρο 14 της ως άνω ΣΣΝΕ δεν καταβάλλονται τακτικά κάθε μήνα ως αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας που προσφέρεται, αλλά «επ’ ευκαιρία των εορτών Χριστουγέννων, Νέου έτους και Πάσχα» (Εφ.Πειρ. 569/2022, Εφ.Πειρ. 194/2022, Εφ.Πειρ. 423/2021, Εφ.Πειρ. 397/2020, www.efeteio-peir.gr), ούτε η αμοιβή για εκτέλεση έξτρα εργασιών, εάν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα (Εφ.Πειρ. 237/2016, Εφ.Πειρ. 164/2014, Εφ.Πειρ. 434/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, π.ρ.β.λ. και Εφ.Πειρ. 569/2022, Εφ.Πειρ. 543/2022, δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς).

VI] Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 136 παρ. 1, 137 και 146 παρ. 2 του Κανονισμού Εργασίας των ναυτικών στα υπό ελληνική σημαία επιβατηγά πλοία πεντακοσίων κ.ο.χ. και άνω (β.δ. 683/1960, Φ.Ε.Κ. Α’ 158/4.10.1960) «Οι διηρημένοι εις τας γενικάς εργασίας καταστρώματος άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψιν του Ναυκλήρου και του Υπαναυκλήρου ένδον εις καθαρισμούς, αποσκωρίασιν ελασμάτων, χρωματισμούς, καθαρισμόν των υδροσυλλεκτών και δεξαμενών πρωραίας και πρυμναίας ζυγοσταθμίσεως, προετοιμασίαν των κυτών διά φόρτωσιν ή εκφόρτωσιν, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, εις πρωρατικά έργα, ευθέτισιν των αποθηκών υλικών συντηρήσεως σκάφους και των κυτών προς πρόληψιν μετατοπίσεως, αναμίξεως, βλάβης, φθοράς ή κλοπής του φορτίου πυρκαϊάς, τοποθέτησιν παραφραγμάτων φορτίου και εις πάσαν άλλην εργασίαν της ειδικότητός των, διατασσομένην υπό του Υπάρχου» (άρθρο 136 παρ. 1), «Το προσωπικόν καταστρώματος κατανέμεται κατά τον κατάπλουν, την αγκυροβολίαν, την άπαρσιν και τον απόπλουν επί τη βάσει του οικείου πίνακος διαιρέσεως προσωπικού ως εξής: α) ο Πλοίαρχος επί της γεφύρας, β) ο Ύπαρχος όπου θεωρείται αναγκαίον, γ) ο Υποπλοίαρχος εις το πρόστεγον μετά του Ναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος, δ) ο Ανθυποπλοίαρχος εις το επίστεγον μετά του Υποναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος…, ε) ο Δόκιμος αξιωματικός επί της γεφύρας διά την διαβίβασιν των παραγγελμάτων, στ) ο Πηδαλιούχος εις το πηδάλιον. 2. Κατά τον κατάπλουν και την αγκυροβολίαν, την μεθόρμισιν ως και την άπαρσιν και τον απόπλουν, δεν τηρούνται αι συνήθεις ώραι εργασίας, αλλά πάντες εργάζονται διά την κανονικήν και ασφαλή αγκυροβολίαν και όρμισιν του πλοίου ή διά την κανονικήν άπαρσιν αυτού και πέραν έτι των ωρών εργασίας, χωρίς τούτο να θεωρήται υπερωρία. Εάν το πλοίον είναι ηγκυροβολημένον εις ανοικτόν όρμον ή εις άλλο αγκυροβόλιον ουχί ασφαλές δύναται κατά την κρίσιν του Πλοιάρχου να εξακολουθήση η εργασία κατά φυλακάς ως εν πλώ» (άρθρο 137 παρ. 1) και «εν όρμω το προσωπικόν καταστρώματος υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του Υπάρχου και υπό την διεύθυνσιν του Ναυκλήρου, ασχολείται εις καθαρισμούς, υποσκωρίασιν ελασμάτων χρωματισμούς, καθαρισμόν υδροσυλλεκτών και δεξαμενών, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, πρωρατικά έργα και εις πάσαν άλλην εργασίαν σκάφους, διατασσομένην υπό του Υπάρχου, συμφώνως προς το ωρολόγιον πρόγραμμα ημερησίας εργασίας εν όρμω, χειμερινόν ή θερινόν, αναλόγως της εποχής του έτους» (άρθρο 146 παρ. 2). Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει, μεταξύ άλλων, πρώτον, ότι οι εργασίες αποσκοριώσεως (ματσακόνι) και χρωματισμού των εξωτερικών ελασμάτων του πλοίου δεν επιτρέπεται να εκτελούνται εν πλω, δεύτερον, ότι στα λιμάνια προσεγγίσεως του πλοίου το προσωπικό καταστρώματος μετέχει σύσσωμο στις εργασίες κατάπλου (πρόσδεση και αγκυροβολία) και απόπλου (απόδεση και άπαρση) και, τρίτων, ότι η εργασία αυτή, ακόμα και αν εκτείνεται πέραν του οκταώρου της καθημερινής απασχόλησης των ναυτών, δεν θεωρείται υπερωριακή. Όμως, η τελευταία αυτή ρύθμιση υποχωρεί, καθόσον στη (μεταγενέστερη και ειδικότερη) διάταξη του άρθρου 13 παρ. 1 της ως άνω ΣΣΝΕ, που έχει ισχύ νόμου, ορίζεται αντιθέτως ότι για όλες τις εργασίες που εκτελούνται στο λιμάνι πέραν των κανονικών εργασίμων ωρών, ο ναυτικός δικαιούται πρόσθετη αμοιβή, επειδή οι εργασίες αυτές, στις οποίες ρητά συμπεριλαμβάνονται και αυτές κατά τον κατάπλου και τον απόπλου, θεωρούνται υπερωριακές (Εφ.Πειρ. 464/2021, Εφ.Πειρ. 602/2015, Εφ.Πειρ. 539/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Από την επανεκτίμηση της από 11-10-2021 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρος ……., ενώπιον του δικηγόρου Πειραιώς ….., της από 11-10-2021 ένορκης βεβαίωσης του  μάρτυρος ……….., ενώπιον του δικηγόρου Πειραιώς …….., της από 11-10-2021 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρος …….. ενώπιον της δικηγόρου Βόλου ……….. και της από 11-10-2021 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρος ….. ., ενώπιον της δικηγόρου Ξάνθης ………, οι οποίες λήφθηκαν μετά από προηγούμενη νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγόμενων κατά τα άρθρα 421 και 422 Κ.Πολ.Δ. σε συνδ. με άρθρο 591 αριθ. 1 του ιδίου κώδικα (βλ. τις υπ’ αριθ. …../6-10-2021 και ……./6-10-2021 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά, …..), της  υπ’αριθ. ……./18-01-2022 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρος ……… ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ………., η οποία λήφθηκε μετά από προηγούμενη νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος κατά τα άρθρα 421 και 422 Κ.Πολ.Δ. σε συνδ. με άρθρο 591 αριθ. 1 του ιδίου κώδικα (βλ. την υπ’ αριθ. ……./13-01-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, …….), οι οποίες (ένορκες βεβαιώσεις) εκτιμώνται κατά το λόγο γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα, χωρίς το γεγονός ότι οι εκ των άνω μαρτύρων απόδειξης ………….., τυγχάνουν αντίδικοι των εναγόμενων επειδή έχουν ασκήσει εναντίον τους άλλη, δική τους, αγωγή με παρόμοιο αντικείμενο, να αποκλείει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων τους (Εφ.Πειρ. 543/2022, Εφ.Πειρ. 509/2022, Εφ.Πειρ. 435/2022, Εφ.Πειρ. 149/2022, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 196/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), όπως αβάσιμα υποστηρίζουν οι εναγόμενες με τον πέμπτο λόγο της έφεσής τους (υπό στοιχ.Β), κατά το σχετικό μέρος του, ο οποίος τυγχάνει απορριπτέος, οι οποίες άλλωστε προσκομίζουν ένορκη βεβαίωση ναυτικού που βρίσκεται σε σχέση εργασιακής εξάρτησης απ’ αυτές, σε συνδυασμό με όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ανεξάρτητα αν αυτά πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρα 340 παρ. 1 και 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), σε μερικά των οποίων θα γίνει ειδική μνεία παρακάτω, χωρίς να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, καθώς και με τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τα δικόγραφα τους (άρθρα 264 εδάφ. β, 352 παρ. 1 και 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ). και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ.), αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ενάγοντος και της δεύτερης εναγομένης, ο ενάγων ναυτολογήθηκε την 14.01.2019 στο λιμάνι του Λαυρίου με την ειδικότητα του ναύτη στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο <<ΕΠ>>, με αριθμό νηολογίου Πειραιά ….., κ.ο.χ. 4863,46 πλοιοκτησίας της δεύτερης εναγομένης και εργάστηκε συνεχώς έως την 27-08-2019 που απολύθηκε λόγω αδείας. Δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ενάγοντος και της δεύτερης εναγομένης, εφοπλίστριας έως την 1.10.2019 του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου <<Δ>> με αριθμό νηολογίου Πειραιά ………….., κ.ο.χ. 9834,47, του οποίου κυρία ήταν η πρώτη εναγομένη, ο ενάγων ναυτολογήθηκε την 3.9.2019 στο λιμάνι του Πειραιά με την ειδικότητα του ναύτη και εργάστηκε συνεχώς στο ανωτέρω πλοίο  μέχρι την 18.2.2019 που απολύθηκε λόγω αδείας. Δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ενάγοντος και της πρώτης εναγομένης, ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο <<Δ>> με την ίδια ως άνω ειδικότητα και παρείχε την εργασία του συνεχώς κατά το χρονικό διάστημα από 19.2.2020 έως και 28.3.2020, που απολύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης. Δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ενάγοντος και της πρώτης εναγομένης πλοιοκτήτριας έως 9.6.2020 του Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου <<Δ>> έκτοτε της πρώτης εναγομένης κυρίας αυτού και της δεύτερης εναγομένης εφοπλίστριας αυτού, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ως άνω πλοίο με την ίδια ειδικότητα και παρείχε την εργασία του συνεχώς κατά το χρονικό διάστημα από 22.4.2020 έως και 2.7.2020, που απολύθηκε λόγω διακοπής δρομολογίων του πλοίου. Δυνάμει νεότερης συμβάσεως ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ της πρώτης εναγομένης, πλοικτήτριας του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου <<BS>> με αριθμό νηολογίου Πειραιά ….., κ.ο.χ. 16172, ο ενάγων ναυτολογήθηκε στις 5.8.2020 στο λιμάνι του Πειραιά με την ειδικότητα του ναύτη και εργάστηκε συνεχώς στο ανωτέρω πλοίο έως την 1.2.2021 που απολύθηκε λόγω τραυματισμού. Καθ’ όλα τα επίδικα άνω χρονικά διαστήματα ναυτολογήσεων του ενάγοντος οι όροι της εργασίας του και ιδίως το ύψος των καταβαλλόμενων σε αυτόν αποδοχών διέπονταν από τους όρους της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2019 (η οποία κυρώθηκε με την Υ.Α. 2242.5-1.5/56040/2019, που δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. Β’ 3170/12-8-2019, εφαρμοζομένη αναδρομικά), όπως ισχυρίζεται ο ενάγων και δεν αμφισβητούν ειδικά οι εναγόμενες.

Κατά το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του ενάγοντος στο πλοίο << ΕΠ >>, αυτό εκτελούσε τα εξής δρομολόγια: Κατά το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 2.4.2019 και από 10.5.2019 έως 11.6.2019

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ    ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ    ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ    ΑΦ. ΑΝΑΧ.
ΛΑΥΡΙΟ    06.40 21.00 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ  04.30  04.40 ΛΑΥΡΙΟ     06.40 21.00 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ  04.30  04.40
  ΛΗΜΝΟΣ     06.00  08.00   ΛΗΜΝΟΣ     06.00  08.00
  ΚΑΒΑΛΑ    12.30   16.00   ΚΑΒΑΛΑ    12.30   16.00
  ΛΗΜΝΟΣ    20.30   21.30   ΛΗΜΝΟΣ    20.30   21.30
  ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ 23.00  23.10   ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ 23.00  23.10
ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ.  ΑΝΑΧ.
ΛΑΥΡΙΟ     06.40  14.30 ΛΗΜΝΟΣ           00.45 ΚΑΒΑΛΑ            16.00
ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ  22.00  22.10 ΚΑΒΑΛΑ     05.15 ΛΗΜΝΟΣ    20.30   21.30
ΛΗΜΝΟΣ     23.40   ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ 23.00   23.10

Κατά το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του ενάγοντος από 3.4.2019 έως 9.5.2019 στο πλοίο << ΕΠ >>, εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης και αυτό δεν εκτελούσε δρομολόγια. Κατά το χρονικό διάστημα από 12.6.2019 έως 13.7.2019, εκτελούσε τα εξής δρομολόγια:

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ.
ΚΑΒΑΛΑ           09.00 ΛΑΥΡΙΟ            08.30 ΛΗΜΝΟΣ     04.30 05.00 ΛΗΜΝΟΣ           00.30
ΛΗΜΝΟΣ    13.30  14.00 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ  16.00  16.10 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ  06.20 06.30 ΚΑΒΑΛΑ    05.00  07.00
ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ 15.20  15.30 ΛΗΜΝΟΣ     17.30  18.00 ΛΑΥΡΙΟ     14.00 15.00 ΛΗΜΝΟΣ    11.30  12.00
ΛΑΥΡΙΟ    23.00 ΚΑΒΑΛΑ     22,30  23.59 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ  22.30 22.40 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ 13.20  13.30
    ΛΗΜΝΟΣ     23.59 ΛΑΥΡΙΟ    21.00  23.00
ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ     ΑΦ.   ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ.
ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ    06.30   06.40 ΜΕΣΤΑ ΧΙΟΥ    03.40   04.00 ΛΗΜΝΟΣ       00.50   09.00
ΛΗΜΝΟΣ       08.00   09.00 ΛΑΥΡΙΟ         09.50    12.00 ΚΑΒΑΛΑ       13.30
ΚΑΒΑΛΑ       13.30   16.00 ΜΕΣΤΑ ΧΙΟΥ     17.50    18.10  
ΛΗΜΝΟΣ       20.30   21.00 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ      23.20    23.30  
ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ    22.20   22.30    

Κατά το χρονικό διάστημα από 14.7.2019 έως 27.8.2019, αυτό εκτελούσε τα εξής δρομολόγια:

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ.
ΚΑΒΑΛΑ    04.45  09.00 ΛΑΥΡΙΟ            08.30 ΛΗΜΝΟΣ     04.30 05.00 ΛΗΜΝΟΣ           00.30
ΛΗΜΝΟΣ    13.30  14.00 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ  16.00  16.10 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ  06.20 06.30 ΚΑΒΑΛΑ    05.00  07.00
ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ 15.20  15.30 ΛΗΜΝΟΣ     17.30  18.00 ΛΑΥΡΙΟ     14.00 15.00 ΛΗΜΝΟΣ    11.30  12.00
ΛΑΥΡΙΟ    23.00 ΚΑΒΑΛΑ     22.30  23.59 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ  22.30 22.40 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ 13.20  13.30
    ΛΗΜΝΟΣ     23.59 ΛΑΥΡΙΟ    21.00  23.00
ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ     ΑΦ.   ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ.   ΑΝΑΧ.
ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ    06.30   06.40 ΜΕΣΤΑ ΧΙΟΥ    03.40   04.00 ΚΑΒΑΛΑ     13.30   14.30
ΛΗΜΝΟΣ       08.00   09.00 ΛΑΥΡΙΟ         09.50    12.00 ΛΗΜΝΟΣ     19.00   23.55
ΚΑΒΑΛΑ       13.30   16.00 ΜΕΣΤΑ ΧΙΟΥ     17.50    18.10  
ΛΗΜΝΟΣ       20.30   21.00 ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ      23.20    23.30  
ΑΓ.ΕΥΣ/ΟΣ    22.20   22.30    

Κατά το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του ενάγοντος στο πλοίο <<Δ>>, αυτό εκτελούσε τα εξής δρομολόγια: Κατά το χρονικό διάστημα από 3.9.2019 έως 16.9.2019

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ.
ΛΗΜΝΟΣ        05.15      05.40 ΠΑΤΜΟΣ         00.50      01.00 ΠΑΤΜΟΣ          02.20      02,35 ΚΑΒΑΛΑ    02.30  17.50
ΜΥΤΙΛΗΝΗ   11.00      12.00 ΠΕΙΡΑΙΑΣ        10.00     17.00 ΑΓ.ΚΗΡΥΚΟΣ   04.15    04.35 ΛΗΜΝΟΣ      21.15         21.40
ΧΙΟΣ                 15.15        15.35 ΜΥΚΟΝΟΣ     22.20       22.30 ΦΟΥΡΝΟΙ      05.15        05.25  
ΒΑΘΥ                18.55         20.00   ΒΑΘΥ             07.25       08.30  
ΦΟΥΡΝΟΙ         22.00  22.10   ΧΙΟΣ              11.45       12.05  
ΑΓ.ΚΗΡΥΚΟΣ  22.50        23.15   ΜΥΤΙΛΗΝΗ  15.20      18.30  
    ΛΗΜΝΟΣ      21.50      22.15  
ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ     ΑΦ.   ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ.   ΑΝΑΧ.
ΜΥΤΙΛΗΝΗ         03.00   06.00 ΚΑΒΑΛΑ        04.15    08.00 ΒΑΘΥ              02.20            05.00
ΛΗΜΝΟΣ             11.20        11.45 ΛΗΜΝΟΣ               12.15             13.10 ΧΙΟΣ               08.15            08.35
ΚΑΒΑΛΑ       16.00   19.00 ΜΥΤΙΛΗΝΗ          18.30              19.30 ΜΥΤΙΛΗΝΗ   11.50            12.45
ΛΗΜΝΟΣ              23.15          23.45 ΧΙΟΣ                      22.45              23.05 ΛΗΜΝΟΣ       18.05            18.30
    ΚΑΒΑΛΑ    22,45   01.00 ΔΕΥΤΕΡΑΣ

Κατά το χρονικό διάστημα από 1.10.2019 έως 18.2.2019, από 19.3.2020 έως και 28.3.2020 και από 1.6.2020 έως 1.7.2020

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ.
ΜΕΣΤΑ      03.30  04.00 ΠΕΙΡΑΙΑΣ        07.20 20.00 ΧΙΟΣ                05.00 05.30 ΠΕΙΡΑΙΑΣ        07.20 20.00
ΜΥΤΙΛΗΝΗ     08.20 19.00   ΜΥΤΙΛΗΝΗ     08.20 19.00  
ΜΕΣΤΑ      23.20  23.50   ΧΙΟΣ                 21.50 22.20  
ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ.   ΑΝΑΧ.
ΧΙΟΣ                         05.00    05.30 ΠΕΙΡΑΙΑΣ               07.20 ΠΕΙΡΑΙΑΣ                            20.00
ΜΥΤΙΛΗΝΗ              08.20    19.00    

 

ΧΙΟΣ                          21.50    22.20    

Κατά το χρονικό διάστημα από 22.4.2020 έως 13.5.2020

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ.
ΠΑΤΜΟΣ         00.05     00.25   ΠΕΙΡΑΙΑΣ                      17.00 ΠΑΤΜΟΣ         03.25      03.45
ΣΥΡΟΣ             05.30     05.50   ΣΥΡΟΣ              22.00    22.20 ΛΕΡΟΣ             05.00      05.20
ΠΕΙΡΑΙΑΣ       10.50     ΚΩΣ                  07.30     08.00
      ΡΟΔΟΣ            11.50      16.00
      ΚΩΣ                 19.50     20.20
      ΛΕΡΟΣ            22.30     22.50
ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ.   ΑΝΑΧ.
ΠΑΤΜΟΣ                   00.05             00.25 ΠΑΤΜΟΣ                   03.25             03.45 ΡΟΔΟΣ                                  16.00
ΣΥΡΟΣ                       05.30             05.50 ΛΕΡΟΣ                       05.00             05.20 ΚΩΣ                 19.50            20.20
ΠΕΙΡΑΙΑΣ                   10.50         17,00 ΚΩΣ                         07.30            08.00 ΛΕΡΟΣ            22.30             22.50
ΣΥΡΟΣ                        22.00         22.20 ΡΟΔΟΣ                    11.50  

Κατά το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του από 14.5.2020 έως 31.5.2020, το πλοίο <<Δ>> βρισκόταν σε ακινησία και επ’αυτού εκτελούνταν εργασίες συντήρησης. Κατά το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του ενάγοντος στο πλοίο <<BS>>,  αυτό εκτελούσε τα ακόλουθα δρομολόγια: Κατά το χρονικό διάστημα από 5.8.2020 έως 8.9.2020

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ   ΑΦ. ΑΝΑΧ.
ΠΑΤΜΟΣ                        00.05 ΠΑΤΜΟΣ           02.15    02.35 ΣΥΡΟΣ            04.00        04.20 ΠΑΤΜΟΣ         01.15       01.35
ΣΥΡΟΣ          04.00        04.20 ΛΕΡΟΣ               03.35    03.55 ΠΕΙΡΑΙΑΣ      08.05        18.00 ΛΕΡΟΣ             02.35       02.55
ΠΕΙΡΑΙΑΣ    08.05        18.00 ΚΩΣ                   05.35    06.05 ΣΥΡΟΣ           21.30        21.50 ΚΑΛΥΜΝΟΣ   03.55       04.15
ΣΥΡΟΣ         21,50         22.10 ΡΟΔΟΣ              09.10    17.00   ΚΩΣ                 05.05       05.35
  ΚΩΣ                 20.05     20.35   ΡΟΔΟΣ            08.35      17.00
  ΛΕΡΟΣ            22.15     22.35   ΚΩΣ                20.05       20.35
  ΠΑΤΜΟΣ        23.35     23.55   ΚΑΛΥΜΝΟΣ  21.20      21.40
      ΛΕΡΟΣ            22.35      22.55
      ΠΑΤΜΟΣ        23.50
ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ     ΑΦ.   ΑΝΑΧ.
ΠΑΤΜΟΣ                                          00.05 ΚΑΛΥΜΝΟΣ             02.30              02.50 ΚΑΤΑΠΟΛΑ           05.30           05.50
ΣΥΡΟΣ                        04.00            04.20 ΚΩΣ                           03.35              04.05 ΠΑΤΜΟΣ                08.00           08.20
ΠΕΙΡΑΙΑΣ                  08.05            18.00 ΡΟΔΟΣ                      06.55              09.00 ΛΕΡΟΣ                   09.20            09.40
ΣΥΡΟΣ                       21.30            21.50 ΚΩΣ                          11.35               12.00 ΚΩΣ                        11.10            11.40
  ΚΑΤΑΠΟΛΑ             15.10              15.30 ΡΟΔΟΣ                    14.30           17.00
  ΠΕΙΡΑΙΑΣ                 20.55             23.55 ΚΩΣ                        20.05           20.35
    ΚΑΛΥΜΝΟΣ          21.20          21.40
    ΛΕΡΟΣ                    22.35          22.55
    ΠΑΤΜΟΣ                 23.50

Κατά το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του από 9.9.2020 έως 17.11.2020 και από 14.12.2020 έως 31.12.2020

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ     ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.    ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ    ΑΦ.   ΑΝΑΧ.
ΣΥΡΟΣ                  04.00                04.20 ΠΑΤΜΟΣ                  03.15              03.35 ΣΥΡΟΣ                 04.00              04.20
ΠΕΙΡΑΙΑΣ             08.05               19.00 ΛΕΡΟΣ                      04.35             04.55 ΠΕΙΡΑΙΑΣ           08.05               19.00
ΣΥΡΟΣ                  22.50               23.10 ΚΩΣ                          06.35             07.05 ΣΥΡΟΣ                22.30               23.50
  ΡΟΔΟΣ                      10.10             17.00  
  ΚΩΣ                      20.05             20.35  
  ΛΕΡΟΣ                 22.15             22.35  
  ΠΑΤΜΟΣ             23.35             23.55  
ΠΕΜΠΤΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝI  ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝI  ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝI  ΑΦ.  ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝI   ΑΦ. ΑΝΑΧ.
ΠΑΤΜΟΣ        03.15       03.35 ΣΥΡΟΣ          04.00      04.20 ΠΑΤΜΟΣ        03.15       03.35 ΡΟΔΟΣ                              17.00
ΛΕΡΟΣ            04.35      04.55 ΠΕΙΡΑΙΑΣ    08.05       19.00 ΛΕΡΟΣ           04.35        04.55 ΚΩΣ                  20.05        20.35
ΚΑΛΥΜΝΟΣ  05.55      06.15 ΣΥΡΟΣ         22.50        23.10 ΚΑΛΥΜΝΟΣ 05.55        06.15 ΚΑΛΥΜΝΟΣ   21.10        21.40
ΚΩΣ                07.00       07.30   ΚΩΣ                07.00       07.30 ΛΕΡΟΣ             22.30        22.50
ΡΟΔΟΣ          10.20       17.00   ΡΟΔΟΣ           10.20 ΠΑΤΜΟΣ          23.40        23.35
ΚΩΣ              20.05       20.35      
ΚΑΛΥΜΝΟΣ 21.20    21.40      
ΛΕΡΟΣ          22.30     22.50      
ΠΑΤΜΟΣ      23.40     23.35      

Κατά το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του από 18.11.2020 έως 13.12.2020

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝi   ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ  ΑΦ.  ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ  ΑΦ. ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝI  ΑΦ.  ΑΝΑΧ.
ΠΑΤΜΟΣ          00.20      00.40 ΠΑΤΜΟΣ       03.00       03.15 ΠΑΤΜΟΣ                      00.15 ΠΑΤΜΟΣ        03.00       03.15
ΣΥΡΟΣ              05.35     05.55 ΛΕΡΟΣ          04.30       04.45 ΠΕΙΡΑΙΑΣ    08.05        17.00 ΛΕΡΟΣ            04.30       04.45
ΠΕΙΡΑΙΑΣ        10.45      17.00 ΚΩΣ              07.00       07.30 ΣΥΡΟΣ          21.50       22.05 ΚΑΛΥΜΝΟΣ  05.55       06.15
ΣΥΡΟΣ             21.50      22.05 ΡΟΔΟΣ         11.15       16.00   ΚΩΣ                07.15       07.45
  ΚΩΣ             19.45       20.15   ΡΟΔΟΣ           11.30       16.00
  ΛΕΡΟΣ        22.30       22.45   ΚΩΣ                19.45       20.15
  ΠΑΤΜΟΣ    23.59   ΚΑΛΥΜΝΟΣ  21.15       21.35
      ΛΕΡΟΣ            22.45       23.05
ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.  ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ      ΑΦ.   ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ     ΑΦ.   ΑΝΑΧ.
ΠΑΤΜΟΣ                  00.20         00.40 ΠΑΤΜΟΣ                   03.00          03.15 ΡΟΔΟΣ                                       16.00
ΠΕΙΡΑΙΑΣ                09.15         17.00 ΛΕΡΟΣ                      04.30          04.45 ΚΩΣ                        19.45          20.15
ΣΥΡΟΣ                     21.50         22.05 ΚΑΛΥΜΝΟΣ            05.55          06.15 ΚΑΛΥΜΝΟΣ         21.15          21.35
  ΚΩΣ                           07.15          07.45 ΛΕΡΟΣ                  22.45          23.05
  ΡΟΔΟΣ                      11.30  

Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ακόμα ότι, κατά τα ανωτέρω επίδικα χρονικά διαστήματα, τα πλοία << ΕΠ >>, <<Δ>> και <<BS>>, στα οποία ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, εκτελούσαν ακτοπλοϊκά δρομολόγια, διατηρώντας πλήρη την ανά περίοδο αναγκαία κατά νόμο σύνθεση πληρώματος καταστρώματος, έχοντας έκαστο ναυτολογημένους ως τέτοιο προσωπικό δώδεκα ναύτες. Ο ενάγων, με την ειδικότητα του ναύτη, παρείχε τις υπηρεσίες του στα πλοία αυτά είτε εκτελώντας βάρδιες (φυλακές γέφυρας) μαζί με άλλο ναύτη, είτε εργαζόμενος ως ημερεργάτης. Όταν εκτελούσε φυλακές γέφυρας εργαζόταν σε δύο βάρδιες των 4 ωρών ανά 24ωρο, ενώ ως ημερεργάτης απασχολούταν με εργασίες συντήρησης και καθαρισμού του πλοίου, όπως χρωματισμοί, ματσακόνι, επισκευές διάφορων ζημιών, καθαρισμούς στο κατάστρωμα και το γκαράζ, κούρδισμα ρολογιών. Σε κάθε δε περίπτωση, είτε εκτελούσε φυλακές είτε εργαζόταν ως ντεϊμάνης, συμμετείχε στις εργασίες κατάπλου, φορτοεκφόρτωσης και απόπλου του πλοίου σε όλα τα λιμάνια του δρομολογίου, όπως συνηθίζεται στην ακτοπλοΐα σε ναυτικούς της ειδικότητάς του. Κατά τη διάρκεια δε της βάρδιάς του συμμετείχε στην πρόσδεση και απόδεση του πλοίου και στη φορτοεκφόρτωση των οχημάτων, συμπεριλαμβανομένης της έχμασής τους, δηλαδή της σταθεροποίησής τους δια της πρόσδεσής τους στο κύτος των πλοίων με ιμάντες ή παρόμοια μέσα, όταν τούτο ενόψει κυματισμού κρινόταν απαραίτητο, προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπλοΐα των πλοίων και να αποτραπεί κίνδυνος μετακίνησής τους, καθώς τούτο προκύπτει από τη σταθερή καταβολή της σχετικής πρόσθετης αμοιβής του άρθρου 30 παρ. 1 της ως άνω ΣΣΝΕ, σύμφωνα με τις μισθοδοτικές του αποδείξεις. Στις εργασίες αυτές συνεπικουρούνταν από τους ναύτες που εργάζονταν ως ημερεργάτες, το ναύκληρο, τους υποναύκληρους και τους ναυτόπαιδες. Ενόψει των ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι η χρονική διάρκεια της καθ’ ημέρα εργασίας του ενάγοντος κατά τα παραπάνω διαστήματα που τα άνω πλοία εκτελούσαν ακτοπλοϊκά δρομολόγια δεν ήταν επακριβώς καθορισμένη, αλλά επηρεαζόταν από την αυξομείωση της κίνησης των επιβατών και των οχημάτων, από την πραγματοποίηση συγκεκριμένων ανά ημέρα δρομολογίων, από την προσέγγιση περισσότερων ή λιγότερων λιμένων, καθώς και από τις συνθήκες κάθε φορά της ναυτικής αποστολής του πλοίου. Η κατανομή πάντως των εργασιών στους ναυτικούς της ειδικότητας του ενάγοντος ήταν ίδια και στα τρία πλοία, ανεξάρτητα από τη χρονική περίοδο και το δρομολόγιό τους. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι τα ανωτέρω πλοία εξυπηρετούσαν ακτοπλοϊκές γραμμές στις οποίες ήταν ενταγμένα πολλά ενδιάμεσα λιμάνια με αυξημένη επιβατική κίνηση, ακόμη και τους χειμερινούς μήνες, τις περιόδους κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, τη φύση και το αντικείμενο της απασχόλησής του, τον επιμερισμό των εργασιών μεταξύ του προσωπικού καταστρώματος, την ύπαρξη της προβλεπόμενης σύνθεσης για το προσωπικό αυτό, τις ανάγκες που κάλυπταν τα ανωτέρω πλοία, συνεκτιμημένου και του ότι οι εναγόμενες κατέβαλαν στον ενάγοντα σταθερά κάθε μήνα διάφορα χρηματικά ποσά για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, η διάρκεια της οποίας, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ήταν μεγαλύτερη κατά τη θερινή περίοδο και μικρότερη τη χειμερινή, το Δικαστήριο τούτο οδηγείται στην κρίση ότι ο μέσος όρος της συνολικής (όχι εξαιρετικής αλλά) καθημερινής απασχόλησής του καθ’ όλη τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του στα άνω πλοία ήταν επί 12 ώρες, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών (πλην του χρονικού διαστήματος από 14.1.2019 έως 2.4.2019 και από 10.5.2019 έως 11.6.2019 κατά το οποίο τα Σάββατα απασχολήθηκε επί 10 ώρες) κατά μερική μόνο παραδοχή του πρώτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος – εκκαλούντος (υπό στοιχ.Α), με τον οποίο ισχυρίζεται ότι εργαζόταν επί 13 έως 14 ώρες ημερησίως κατά μέσο όρο στο πλοίο <<ΕΠ>> και επί 15 ώρες ημερησίως κατά μέσο όρο στα πλοία <<Δ>> και <<BS>> και απορριπτόμενου ως αβάσιμου του δεύτερου λόγου της έφεσης των εναγομένων – εκκαλουσών (υπό στοιχ. Β), με τον οποίο ισχυρίζονται ότι ο ενάγων εργαζόταν έως 10 ώρες ημερησίως σε όλα τα ανωτέρω πλοία. Η μαρτυρία των ενόρκως καταθεσάντων για λογαριασμό του ενάγοντος ναυτικών, ………. (ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα ως Γ’ Μηχανικός στο πλοίο <<ΕΠ>> από τα μέσα του έτους 2018 έως τον Αύγουστο του έτους 2019), ……. (ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα ως ναύτης στο πλοίο <<Δ>> καθ’ολο σχεδόν το διάστημα της ναυτολόγησής του) και …….. (ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα ως Α’ Μηχανοδηγός, στο πλοίο <<BS>> από το Σεπτέμβριο του έτους 2020 έως τον Ιανουάριο του έτους 2021) περί καθημερινής απασχόλησής του κατά μέσον όρο επί 13 ώρες ημερησίως στο πλοίο <<ΕΠ>> και επί 15 ώρες ημερησίως στα πλοίο  <<Δ>> και <<BS>> καθ’ όλη τη διάρκεια των πλόων των πλοίων κρίνεται υπερβολική, καθώς τέτοια συνεχής εργασία, κυρίως σωματική, παρεχόμενη επί σειρά μηνών επί καθημερινής βάσης, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας θα οδηγούσε τον ενάγοντα ναυτικό, γεννημένο το έτος 1969, στα όρια της σωματικής του αντοχής. Αντιστοίχως, υπερβολική, κατά το μέρος που αφορά μικρότερο των 12 ωρών ημερησίως μέσον όρο απασχόλησης του ενάγοντος προς εκτέλεση των άνω καθηκόντων του, κρίνεται η μαρτυρία του μάρτυρα ανταπόδειξης, ……………… ο οποίος υπηρέτησε ως ύπαρχος στο πλοίο <<Δ>> κατά το χρονικό διάστημα από 25.2.2020 έως 15.5.2020,  με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και συνεκτιμημένων και των καταθέσεων των άνω μαρτύρων απόδειξης, κατά το σχετικό μέρος τους. Το γεγονός ότι τα άνω πλοία κατά τα επίδικα αυτά χρονικά διαστήματα είχαν πλήρη την οργανική σύνθεση πληρώματος δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς το μέσον όρο της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος που πραγματοποιούνταν καθημερινά, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (Κ.Δ.Ν.Δ., Φ.Ε.Κ. Α 261/3.10.1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια αυτού κατά τη διάρκεια των πλοών του και δεν υποδηλώνει ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (Εφ.Πειρ. 655/2022, Εφ.Πειρ. 569/2022, Εφ.Πειρ. 423/2021, www.efeteio-peir.gr), ενώ το γεγονός ότι η άνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν πλήρως στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσαν οι εναγόμενες, διά του προεστημένου οργάνου τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 157 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 της των ως άνω ΣΣΝΕ, καθώς και το ότι ο ενάγων υπέγραφε στο εν λόγω βιβλίο, καθώς και στις αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών αυτού (Εφ.Πειρ. 155/2023, Εφ.Πειρ. 577/2022, Εφ.Πειρ. 304/2020, Εφ.Πειρ. 274/2019, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 716/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), επιπλέον δε, είναι κοινώς γνωστό ότι δεν είναι σύνηθες οι ναυτικοί που υπηρετούν σε ένα πλοίο να διατυπώνουν επιφυλάξεις στις σχετικές καταστάσεις, προφανώς από φόβο ότι μπορεί να δυσαρεστήσουν τον εργοδότη και να διακινδυνεύσουν τη θέση εργασίας τους. Εξάλλου, κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, η οποία συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3, 174, 180, 679 Α.Κ, 8 ν. 2112/1920 και 8 παρ. 4 Ν. 4020/1959, κάθε παραίτηση του εργαζόμενου από το δικαίωμα λήψης των νόμιμων αποδοχών, επιδομάτων ή άλλων από την εργασία του παροχών, έστω και υπό τη μορφή άφεσης χρέους κατ’ άρθρο 454 ΑΚ, είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη (Α.Π. 587/2006, Εφ.Πειρ. 18/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 304/2020, www.efeteio-peir.gr). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε ότι ο ενάγων στα πλαίσια της ειδικότητας του ναύτη, εργαζόταν στα άνω πλοία επί 11 ώρες ημερησίως έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων. Ο ενάγων – εκκαλών της υπό στοιχ.Α) έφεσης, με τον ερευνώμενο (πρώτο) λόγο της έφεσής του, παραπονείται μόνο για τον αριθμό των ωρών που πρωτοδίκως κρίθηκε ότι εργαζόταν υπερωριακώς, ενώ οι εναγόμενες – εκκαλούσες, με τον τρίτο λόγο της έφεσής τους (υπό στοιχ. Β), με τον οποίο αναφέρονται σε συγκεκριμένα σημεία της εκκαλουμένης, πλήττουν τα κεφάλαια του γενόμενου αριθμητικού υπολογισμού και της εξαγωγής των οικείων τελικών κονδυλίων. Συνεπώς με βάση τις παραδοχές της εκκαλουμένης ως προς τον αριθμό των ωρών της εργασίας του ενάγοντος, διορθούμενες μόνο ως προς τα σημεία που προαναφέρθηκαν, ο τελευταίος δικαιούται: Α. Για την υπηρεσία του από 14.1.2019 έως 27.8.2019 στο πλοίο <<ΕΠ>> πλοιοκτησίας της δεύτερης εναγομένης: α) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες: 1) Για 16 Σάββατα του χρονικού διαστήματος από 14.1.2019 έως 2.4.2019 και από 10.5.2019 έως 11.6.2019 το ποσό των (16 ημέρες χ 10 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,40 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 1.670,40 ευρώ, 2) για 5 Σάββατα και 3 αργίες του χρονικού διαστήματος από 3.4.2019 έως 9.5.2019 το ποσό των (8 ημέρες χ 8 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 668,16 ευρώ, 3) για 3 αργίες του χρονικού διαστήματος από 14.1.2019 έως 2.4.2019 το ποσό των (3 ημέρες χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 375,84 ευρώ, 4) για 11 Σάββατα και 1 αργία του χρονικού διαστήματος από 12.6.2019 έως 27.8.2019, το ποσό των (12 ημέρες χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 1.503,36 ευρώ και συνολικά 4.217,76 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 3.577,22 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 640,54 ευρώ , β) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές:1) για 75 καθημερινές και 16 Κυριακές του χρονικού διαστήματος από 14.1.2019 έως 2.4.2019 και από 10.5.2019 έως 11.6.2019 το ποσό των (91 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ αμοιβή  υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 25%=) 3.166,80 ευρώ και 2) για 54 καθημερινές και 11 Κυριακές του χρονικού διαστήματος από 12.6.2019 έως 27.8.2019 το ποσό των (65 ημέρες αντί του εσφαλμένου 66 ημέρες κατά παραδοχή ως βάσιμου του τρίτου λόγου της υπό στοιχ.Β) έφεσης κατά το σκέλος αυτό χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ αμοιβή  υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 25%=) 2.262,00 ευρώ και συνολικά το ποσό των 5.428,80 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 3.719,93 ευρώ,  όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 1.708,87 ευρώ. Επίσης όπως προκύπτει από τους ανωτέρω πίνακες δρομολογίων, το πλοίο πραγματοποίησε κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα 12,83 ώρες πρόωρης αναχώρησης ανά εβδομάδα και επομένως 1,60 εξπρές δρομολόγια (12,83: 8 = 1,60) για έντεκα εβδομάδες, για καθένα από τα οποία έπρεπε να λάβει ως αμοιβή το 1/30 των αποδοχών του. Επομένως δικαιούται να λάβει το ποσό των (βασικός μισθός 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών εξ 22% 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 ευρώ + αντίτιμο της παρεχόμενης σε είδος τροφής 599,40 ευρώ + κατά μέσο όρο υπερωριακή αμοιβή 1.280,52 ευρώ (ήτοι συνολική υπερωριακή αμοιβή 9.646,56 ευρώ δια 226 χ 30 ημέρες) + επίδομα αδείας 433,95 ευρώ =) 3.820,33 ευρώ μηνιαίες αποδοχές χ 1/30 επί 1,60 εξπρές δρομολόγια = 203,76 ευρώ χ 11 εβδομάδες =) 2.241,36 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.346,42 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 894,94 ευρώ. Επίσης ο ενάγων δικαιούται α) για αναλογία δώρου Πάσχα έτους 2019, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 14.1.2019 έως 30.4.2019, το ποσό των 3.820,33 ευρώ μηνιαίες αποδοχές χ 1/2 χ 1/15 χ 13,37 οκταήμερα =) 1.702,60 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.087,73 ευρώ , όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 614,87 ευρώ, β) για  αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2019, δεδομένου ότι εργάσθηκε ότι από 1.5.2019 έως 27.8.2019, το ποσό των  3.820,33 ευρώ μηνιαίες αποδοχές χ 2/25 για κάθε δεκαεννιαήμερο χ 6,26 δεκαεννιαήμερα =) 1.913,23 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.193,21 ευρώ, όπως  προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 720,02 ευρώ. Το ανωτέρω πλοίο <<ΕΠ>> καθ’όλη τη διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος κατά το έτος 2019, με εξαίρεση το διάστημα από 3.4.2019 έως 9.5.2019 που βρισκόταν σε ακινησία, εκτελούσε καθημερινά επιδοτούμενους πλόες στις ανωτέρω γραμμές για τις οποίες είχε συναφθεί σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας  (<<άγονη γραμμή>>). Σύμφωνα με το άρθρο 7 της εφαρμοστέας ΣΣΝΕ Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων, το αντίστοιχο επίδομα γραμμών Δημόσιας Υπηρεσίας ανέρχεται σε ποσοστό 7% επί του μισθού ενεργείας για απασχόληση επί 30 ημέρες σε πλοίο που πραγματοποιεί όλες της ημέρες της εβδομάδας επιδοτούμενα τμήματα δρομολογίων. Συγκεκριμένα το ανωτέρω διάστημα το ως άνω πλοίο εκτέλεσε πλόες άγονης γραμμής και τις 7 ημέρες της εβδομάδας και επομένως ο ενάγων δικαιούται να λάβει (μισθός ενεργείας 1.204,77 ευρώ χ 7%=) 84,33 ευρώ ανά 30 ημέρες απασχόλησης και επί 189 ημέρες του ανωτέρω διαστήματος ίσον 531,27 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 489,11 ευρώ, όπως  προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 42,16 ευρώ. Β. Για την υπηρεσία του από 3.9.2019 έως 1.10.2019 στο πλοίο <<Δ>> κυριότητας της πρώτης εναγομένης και εφοπλισμού της δεύτερης εναγομένης, ο ενάγων δικαιούται: α) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες: για 3 Σάββατα και 1 αργία του ανωτέρω χρονικού διαστήματος το ποσό των (4ημέρες χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 501,12 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 445,17 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 55,95 ευρώ, β) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τις καθημερινές και Κυριακές: για 20 καθημερινές (αντί του εσφαλμένου 21 καθημερινές κατά παραδοχή ως βάσιμου του τρίτου λόγου της υπό στοιχ.Β) έφεσης κατά το σκέλος αυτό) και 4 Κυριακές το ποσό των (24 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 25%=) 835,20 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 576,85 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 258,35 ευρώ. Επίσης όπως προκύπτει από τους ανωτέρω πίνακες δρομολογίων το ως άνω πλοίο πραγματοποίησε εξπρές δρομολόγια και συγκεκριμένα: 1) από 3.9.2019 έως 16.9.2019 πραγματοποίησε 6 ώρες πρόωρης αναχώρησης ανά εβδομάδα και άρα 0,75 εξπρές δρομολόγια (6:8) για 2 εβδομάδες, για τα οποία σύμφωνα με την παρ.7 του άρθρου 33, δεδομένου ότι πρόκειται για κυκλικά δρομολόγια άνω των 12 ωρών, έπρεπε να λάβει ως αμοιβή το 1/30 των μηνιαίων αποδοχών του, οι οποίες ανέρχονται στο ποσό των: βασικός μισθός 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών εξ 22% 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 ευρώ + αντίτιμο της παρεχόμενης σε είδος τροφής 599,40 ευρώ + κατά μέσο όρο υπερωριακή αμοιβή 1.382,40 ευρώ (ήτοι συνολική υπερωριακή αμοιβή 1.336,32 ευρώ δια 29 επί 30 ημέρες + επίδομα αδείας 433,95 ευρώ ίσον μηνιαίως 3.922,21 επί 1/30 επί 0,75 δρομολόγια εξπρές χ 2 εβδομάδες ίσον 196,11 ευρώ, 2) από 3.9.2019 έως 16.9.2019 πραγματοποίησε 3 ώρες πρόωρης αναχώρησης ανά εβδομάδα και άρα 0,37 εξπρές δρομολόγια (3:8) για 2 εβδομάδες, για τα οποία σύμφωνα με την παρ.7 του άρθρου 33, δεδομένου ότι πρόκειται για κυκλικά δρομολόγια κάτω των 12 ωρών και άνω των 6 ωρών, έπρεπε να λάβει ως αμοιβή το ήμισυ του 1/30 των  μηνιαίων αποδοχών του και επομένως μηνιαίες αποδοχές 3.922,21 ευρώ επί 1/30 χ 1/2 επί 0,37 εξπρές δρομολόγια χ 2 εβδομάδες ίσον 48,38 ευρώ, 3) από 17.9.2019 έως 30.9.2019  πραγματοποίησε 3,75 ώρες πρόωρης αναχώρησης ανά εβδομάδα και άρα 0,46 δρομολόγια εξπρές (3,75: 8) για 2 εβδομάδες, για τα οποία, σύμφωνα με την παρ.7 του άρθρου 33, δεδομένου ότι επρόκειτο για κυκλικά δρομολόγια άνω των 12 ωρών, έπρεπε να λάβει ως αμοιβή το ήμισυ του 1/30 των μηνιαίων αποδοχών του και επομένως μηνιαίες αποδοχές 3.922,21 ευρώ χ 1/30 χ 0,46 εξπρές δρομολόγια χ 2 εβδομάδες ίσον 120,29 και συνολικά το ποσό των 364,78 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 209,98 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 154,80 ευρώ. Επίσης ο ενάγων δικαιούται για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2019 δεδομένου ότι εργάσθηκε από 3.9.2019 έως 1.10.2019 το ποσό των 3.922,21 ευρώ μηνιαίες αποδοχές χ 2/25 για κάθε δεκαεννεαήμερο χ 1,52 δεκαεννεαήμερα ίσον 476,94 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 304,38 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 172,56 ευρώ. Το ανωτέρω πλοίο <<Δ>> εκτέλεσε πλόες άγονης γραμμής και τις 7 ημέρες της εβδομάδας κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα και επομένως δικαιούται να λάβει (μισθός ενεργείας 1.204,77 ευρώ χ 7%=) 84,33 ευρώ ανά 30 ημέρες απασχόλησης και επί 29 ημέρες του ανωτέρω διαστήματος ίσον συνολικά 81,51 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 36,55 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 44,96 ευρώ. Γ. Για την υπηρεσία του από 2.10.2019 έως 31.12.2019 στο πλοίο <<Δ>> πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης ο ενάγων δικαιούται: α) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες: για 13 Σάββατα και 4 αργίες του ανωτέρω χρονικού διαστήματος το ποσό των (17 ημέρες χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 2.129,76 ευρώ έναντι του οποίου  έλαβε το ποσό των 953,92 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 1.175,84 ευρώ, β) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές: για 61 καθημερινές και 13 Κυριακές, το ποσό των (74 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 25%=) 2.575,20 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.566,90 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 1.008,30 ευρώ. Επίσης ο ενάγων δικαιούται για αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2019, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 2.10.2019 έως 31.12.2019, το ποσό των βασικός μισθός 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών εξ 22% 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 + αντίτιμο της παρεχόμενης σε είδος τροφής 599,40 ευρώ + κατά μέσο όρο υπερωριακή αμοιβή  1.551,09 ευρώ (ήτοι συνολική υπερωριακή αμοιβή 4.704,96 ευρώ δια 91 επί 30 ημέρες) + επίδομα αδείας 433,95 ευρώ, ίσον μηνιαίως 4.090,90 χ 2/25 για κάθε δεκαεννεαήμερο χ 4,78 δεκαεννεαήμερα ίσον 1.564,36 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 939,69 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 624,67 ευρώ. Δ. Για την υπηρεσία του από 1.1.2020 έως 18.2.2020, από 19.3.2020 έως 28.3.2020 και από 22.4.2020 έως 8.6.2020 στο πλοίο <<Δ>> πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης ο ενάγων δικαιούται: α) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες 1) για 10 Σάββατα και 3 αργίες του χρονικού διαστήματος από 1.1.2020 έως 18.2.2020, από 19.3.2020 έως 28.3.2020 και από 1.6.2020 έως 8.6.2020, το ποσό των (13 ημέρες χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 1.628,64 ευρώ, 2) για 3 Σάββατα και 2 αργίες του χρονικού διαστήματος από 22.4.2020 έως 13.5.2020 το ποσό των (5 ημέρες χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 626,40 ευρώ, 3) για 3 Σάββατα και 1 αργία του χρονικού διαστήματος από 14.5.2020 έως 31.5.2020 το ποσό των (4 ημέρες χ 8 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 334,08 ευρώ και συνολικά το ποσό των 2.589,12 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.669,14 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 919,98 ευρώ, β) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές 1) για 45 καθημερινές και 9 Κυριακές του χρονικού διαστήματος από 1.1.2020 έως 18.2.2020, από 19.3.2020 έως 28.3.2020 και από 1.6.2020 έως 8.6.2020 το ποσό των (54 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 25%=) 1.879,20 ευρώ, β) για 14 καθημερινές και 3 Κυριακές του χρονικού διαστήματος από 22.4.2020 έως 13.5.2020 το ποσό των (17 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 25%=) 591,60 ευρώ και συνολικά το ποσό των 2.470,80 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.149 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 1.321,80 ευρώ. Επίσης ο ενάγων δικαιούται α) για αναλογία δώρου Πάσχα έτους 2020, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 1.1.2020 έως 18.2.2020, από 19.3.2020 έως 28.3.2020 και από 22.4.2020 έως 30.4.2020, το ποσό των: βασικός μισθός 1.204,77 + επίδομα Κυριακών εξ 22% 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 + αντίτιμο της παρεχόομενης σε είδος τροφής 599,40 ευρώ + κατά μέσο όρο υπερωριακή αμοιβή  1.418,67 ευρώ  (ήτοι συνολική υπερωριακή αμοιβή 5.050,92  δια 107 επί 30 ημέρες) + επίδομα αδείας 433,95 ευρώ, ίσον μηνιαίως 3.958,48 ευρώ χ 1/2 χ 1/15 για κάθε οκταήμερο χ 8.50 οκταήμερα ίσον 1.121,57 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 703,57 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 418,00 ευρώ, β) για αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2020, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 1.5.2020 έως 8.6.2020, το ποσό των μηνιαίες αποδοχές 3.958,48 ευρώ χ 2/25 για κάθε δεκαεννεαήμερο χ 2,05 δεκαεννεαήμερα ίσον 649,19 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 365,60 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 283,59 ευρώ. Το ανωτέρω πλοίο εκτέλεσε πλόες <<άγονης γραμμής>> και τις 7 ημέρες της εβδομάδας, κατά το χρονικό διάστημα από 22.4.2020 έως 13.5.2020 και επομένως ο ενάγων δικαιούται να λάβει (μισθός ενεργείας 1.204,77 ευρώ χ 7%=) 84,33 ευρώ ανά ημέρες απασχόλησης επί 22 ημέρες του ανωτέρω διαστήματος, ίσον συνολικά 61,84 ευρώ. Επίσης ο ενάγων, ο οποίος προσλήφθηκε στο ανωτέρω πλοίο στις 19.3.2020 και απολύθηκε στις 28.3.2020, δικαιούται με βάση το άρθρο 60 ΚΙΝΔ, δεδομένου ότι η ναυτολόγησή του διήρκησε λιγότερο του μηνός, τον πλήρη μισθό ενός μηνός και συγκεκριμένα το ποσό των βασικός μισθός 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών εξ 22% 265,05 ευρώ + επίδομα ιματισμού 58,78 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 ευρώ + επίδομα αδείας 433,95 ευρώ και συνολικά δικαιούται το ποσό των 2.099,19 ευρώ. Ε) Για την υπηρεσία του από 9.6.2020 έως 2.7.2020 στο πλοίο <<ΔΙΑΓΟΡΑΣ>> κυριότητας της πρώτης εναγομένης και εφοπλισμού της δεύτερης εναγομένης, ο ενάγων δικαιούται: α) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες: για 3 Σάββατα το ποσό των (3 ημέρες χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 375,84 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 381,57 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως η σχετική αξίωσή του έχει εξοφληθεί, β) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τις καθημερινές και Κυριακές: για 16 καθημερινές και 3 Κυριακές το ποσό των (19 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 25%=) 661,20 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 417,84 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 243,36 ευρώ. Επίσης ο ενάγων δικαιούται για αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2020, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 9.6.2020 έως 2.7.2020 το ποσό των: βασικός μισθός 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών εξ 22% 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 ευρώ, + αντίτιμο της παρεχόμενης σε είδος τροφής 599,40 ευρώ + κατά μέσο όρο υπερωριακή αμοιβή 1.352,66 ευρώ  (ήτοι συνολική υπερωριακή αμοιβή 1.037,04 δια 23 επί 30) + επίδομα αδείας 433,95 ευρώ, ίσον μηνιαίως 3.892,47 ευρώ χ 2/25 για κάθε δεκαεννεαήμερο χ 1,21 δεκαεννεαήμερα ίσον 376,80 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 334,12 ευρώ, όπως πρκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 42,68 ευρώ. ΣΤ) Για την υπηρεσία του από 5.8.2020 έως 31.12.2020 στο πλοίο <<BS>> πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης, ο ενάγων δικαιούται: α) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες: για 4 Σάββατα και 1 αργία και για 15 Σάββατα και 5 αργίες, το ποσό των (25 ημέρες χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 50%=) 3.132,00 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 2.337,11 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 794,89 ευρώ, β) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές: για 25 καθημερινές και 5 Κυριακές και για 79 καθημερινές και 15 Κυριακές το ποσό των (124 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 25%=) 4.315,20 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 2.983,37 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 1.331,83 ευρώ. Επίσης, όπως προκύπτει από τους ανωτέρω πίνακες δρομολογίων, το ως άνω πλοίο πραγματοποίησε εξπρές δρομολόγια και συγκεκριμένα: 3 ώρες πρόωρης αναχώρησης ανά εβδομάδα και άρα 0,37 εξπρές δρομολόγια (3:8) για 5 εβδομάδες, για τα οποία σύμφωνα με την παρ.7 του άρθρου 33, δεδομένου ότι επρόκειτο για κυκλικά δρομολόγια άνω των 12 ωρών, έπρεπε να λάβει ως αμοιβή το 1/30 των μηνιαίων αποδοχών του, οι οποίες ανέρχονται στο ποσό των: βασικός μισθός 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών εξ 22% 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 ευρώ + αντίτιμο της παρεχόμενης σε είδος τροφής 599,40 + κατά μέσο όρο υπερωριακή αμοιβή 1.499,44 ευρώ (ήτοι συνολική υπερωριακή αμοιβή 7.447,20 ευρώ δια 149 επί 30 ημέρες) + επίδομα αδείας 433,95 ευρώ, ίσον μηνιαίως 4.039,25 ευρώ χ 1/30 επί 0,37 εξπρές δρομολόγια χ 5 εβδομάδες ίσον 249,09 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 166,94 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 82,15 ευρώ. Επίσης ο ενάγων δικαιούται για αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2020, δεδομένου ότι εργάσθηκε από  5.8.2020 έως 31.12.2020, το ποσό των: μηνιαίες αποδοχές  4.039,25 ευρώ χ 2/25 για κάθε δεκαεννεαήμερο χ 7,84 δεκαεννεαήμερα ίσον 2.533,42 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.589,96 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 943,46 ευρώ. Επίσης κατά τη διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος, ο ίδιος δικαιούτο αποζημίωσης για μη χορήγηση αδειών διανυκτέρευσης, εφόσον δεν προέκυψε, ούτε η εναγομένη αντιτείνει ειδικά, ούτε προσκομίζει το ημερολόγιο γέφυρας του ανωτέρω πλοίου, ούτε ισχυρίζεται ότι υπήρχαν σχετικές εγγραφές επ’αυτού, ότι χορηγήθηκαν σε αυτόν οι δικαιούμενες 5 διανυκτερεύσεις (ήτοι 2 για το μήνα Δεκέμβριο 2020, 2 για το μήνα Νοέμβριο 2020 και 1 για το μήνα Σεπτέμβριο 2020) για τις οποίες δικαιούται το ποσό των [(1.204,77 ευρώ : 22=) 54,76 ευρώ χ 5 διανυκτερεύσεις =] 273,80 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 49,29 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 224,51 ευρώ. Ζ. Για την υπηρεσία του από 1.1.2021 έως 1.2.2021 στο πλοίο <<BS>> πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης, ο ενάγων δικαιούται: α) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες: για 5 Σάββατα και 2 αργίες το ποσό των (7 ημέρες χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση  50%=) 876,96 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 492,86 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 384,10 ευρώ, β) ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές: για 19 καθημερινές και 5 Κυριακές το ποσό των (24 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας με προσαύξηση 25%=) 835,20 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 638,66 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και επομένως δικαιούται τη διαφορά ποσού 196,54 ευρώ. Επίσης ο ενάγων δικαιούται για αναλογία δώρου Πάσχα έτους 2021, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 1.1.2021 έως 1.2.2021, το ποσό των: βασικός μισθός 1.204,77 + επίδομα Κυριακών εξ 22% 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 + αντίτιμο της παρεχόομενης σε είδος τροφής 599,40 ευρώ + κατά μέσο όρο υπερωριακή αμοιβή 1.605,15  ευρώ  (ήτοι συνολική υπερωριακή αμοιβή 1.712,16 ευρώ δια 32 επί 30 ημέρες) + επίδομα αδείας 433,95 ευρώ, ίσον μηνιαίως 4.144,96 ευρώ χ 1/2 χ 1/15 για κάθε οκταήμερο χ 4 οκταήμερα ίσον 552,68 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 336,48 ευρώ, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του και συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού 216,20 ευρώ. Επίσης κατά τη διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος, ο ίδιος δικαιούτο αποζημίωσης για μη χορήγηση αδειών διανυκτέρευσης, εφόσον δεν προέκυψε, ούτε η εναγομένη αντιτείνει ειδικά, ούτε προσκομίζει το ημερολόγιο γέφυρας του ανωτέρω πλοίου, ούτε ισχυρίζεται ότι υπήρχαν σχετικές εγγραφές επ’αυτού, ότι χορηγήθηκαν σε αυτόν οι δικαιούμενες 2 διανυκτερεύσεις για το μήνα Ιανουάριο 2021, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των [(1.204,77 ευρώ : 22=) 54,76 ευρώ χ 2 διανυκτερεύσεις =] 109,52 ευρώ.

Ενόψει των προεκτεθέντων, ο δεύτερος και ο τρίτος λόγος της υπό στοιχ.Α) έφεσης κατά το πρώτο σκέλος αυτών, καθώς και ο τρίτος λόγος της υπό στοιχ. Β) έφεσης κατά το υπό στοιχ. ΙΙ σκέλος αυτού, με το οποίο οι διάδικοι παραπονούνται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλόμενων σε αυτόν δώρων εορτών των ετών 2019, 2020 και 2021 και της πρόσθετης ειδικής αμοιβής για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, ως μέσος όρος της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Επίσης οι ανωτέρω δεύτερος και τρίτος λόγος της υπό στοιχ. Α) έφεσης, κατά το δεύτερο σκέλος αυτών, με το οποίο ο ενάγων – εκκαλών παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, παρέλειψε κατά τον προσδιορισμό των τακτικών μηνιαίων καταβαλλόμενων αποδοχών του, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλόμενων σε αυτόν των δώρων εορτών των ετών 2019, 2020 και 2021, να συναθροίσει το επίδομα ιματισμού και την πρόσθετη αμοιβή για την εκτέλεση εξπρές δρομολογίων, τυγχάνουν απορριπτέοι ως αβάσιμοι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχ. V] νομική σκέψη της παρούσας.

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησής του στο πλοίο <<BS>>, υπέστη τραυματισμό και συγκεκριμένα κάταγμα δεξιού καρπού, συνεπεία του οποίου κατέστη πρόσκαιρα πλήρως ανίκανος για εργασία επί 36 ημέρες, ήτοι από 1.2.2021 έως 8.3.2021 (βλ. σχετ. την από 19.2.2021 ιατρική γνωμάτευση του κέντρου υγείας Μυτιλήνης και το υπ’αριθ. ……… υπηρεσιακό σημαίωμα του Τμήματος Ναυτολογίας του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά) και επομένως δικαιούται να λάβει ως αποζημίωση, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ.4 του Κ.Ν. 551 (Β.Δ 25 Ιουλίου/25 Αυγούστου 1920),  το ήμισυ των πάσης φύσεως ημερήσιων αποδοχών που απώλεσε λόγω της πιο πάνω ανικανότητάς του προς εργασία, οι οποίες ανέρχονταν κατά το χρόνο του ατυχήματος στο συνολικό ποσό των: βασικός μισθός 1.204,77 + επίδομα Κυριακών εξ 22% 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 + αντίτιμο της παρεχόομενης σε είδος τροφής 599,40 ευρώ + κατά μέσο όρο υπερωριακή αμοιβή 1.605,15  ευρώ  (ήτοι συνολική υπερωριακή αμοιβή 1.712,16 ευρώ δια 32 επί 30 ημέρες) + επίδομα αδείας 433,95 ευρώ, ίσον μηνιαίως 4.144,96 ευρώ. Με βάση το ποσό αυτό των 4.144,96 ευρώ μηνιαίως, η ημερήσια αποζημίωση ανέρχεται σε 138,17 ευρώ (4.144,96 ευρώ/30), το δε ήμισυ αυτής σε 69,09 ευρώ και συνολικά η οφειλόμενη στον ενάγοντα αποζημίωση για τις 36 ημέρες της πλήρους (ολικής) ανικανότητας του προς εργασία ανέρχεται σε 2.487,24 ευρώ. Στις ανωτέρω αποδοχές βάσει των οποίων υπολογίζεται η αποζημίωση, δεν συναθροίζονται το επίδομα ιματισμού διότι δεν συγκαταλέγεται στις πάγιες και σταθερές τακτικές αποδοχές, αφού τούτο δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας αλλά η κύρια και βασική αιτία χορήγησής του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, Εφ.Πειρ. 397/2020 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) καθώς και η πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές (Εφ.Πειρ. 46/2011 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς όσα αντίθετα υποστηρίζει ο ενάγων – εκκαλών της υπό στοιχ. Α) έφεσης με τον πέμπτο λόγο αυτής, κατά το δεύτερο σκέλος του είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Ωσαύτως απορριπτέος ως αβάσιμος τυγχάνει ο ανωτέρω ερευνώμενος πέμπτος λόγος της υπό στοιχ. Α) έφεσης και κατά το πρώτο σκέλος αυτού, με το οποίο ο ενάγων – εκκαλών παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, με σκοπό τον καθορισμό της οφειλόμενης σε αυτόν αποζημίωσης λόγω τραυματισμού, ως μέσος όρος της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας. Ενόψει των προεκτεθέντων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια και επιδίκασε στον ενάγοντα ως αποζημίωση λόγω πρόσκαιρης πλήρους ανικανότητας προς εργασία, το ποσό των 2.328,41 ευρώ, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων (ειμί μόνο στον υπολογισμό του επιδικασθέντος ποσού, σφάλμα το οποίο διορθώθηκε με την παρούσα απόφαση) και ως εκ τούτου ο σχετικός τρίτος λόγος της υπό στοιχ. Β) έφεσης των εναγομένων – εκκαλουσών, κατά το τρίτο σκέλος αυτού, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Επιπλέον ο ενάγων δικαιούται να λάβει και διαφορά μισθών ασθενείας – ατυχήματος 36 ημερών (1,2 μήνες) κατ΄άρθρο 66 ΚΙΝΔ, χρόνος κατά τον οποίο διήρκησε η νοσηλεία του και ήταν ανίκανος προς πάσα εργασία ως εξής: 1.204,77 ευρώ βασικός μισθός + αντίτιμο τροφής 599,40 ευρώ ίσον 1.804,17 επί 1,2 μήνες ίσον 2.165,01 ευρώ και συνολικά για την αιτία αυτή 4.652,25 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 4.697,87 ευρώ και συνεπώς η σχετική αξίωσή του έχει εξοφληθεί.

VII] Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 72, 75 εδαφ. δ΄ και 76 του Ν. 3816/1958 «Περί κυρώσεως Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου» (ΦΕΚ Α 32/28.2.1958), όπως ίσχυσαν από της εισαγωγής του ΚΊΝΔ, προέκυπτε ότι στο ναυτικό του οποίου, χωρίς να βαρύνεται με υπαιτιότητα, η σύμβαση εργασίας καταγγέλλεται από τον πλοίαρχο, οφείλεται αποζημίωση ίση προς τις πάσης φύσεως πάγιες και σταθερές αποδοχές του δεκαπέντε (15) ημερών κατά το χρόνο της απόλυσής του. Μειωμένη αποζημίωση, πάντως όχι κατώτερη του μισθού δεκαπέντε (15) ημερών, προέβλεπε και η διάταξη του άρθρου 77 ΚΙΝΔ, για την περίπτωση, μεταξύ άλλων και του, επί δεκαπενθήμερο τουλάχιστον χρονικό διάστημα, παροπλισμού του πλοίου, ο οποίος (παροπλισμός) έχει την έννοια της παραμονής του πλοίου αργού στο λιμένα είτε ελλείψει συμφέροντος ναύλου είτε προς διενέργεια επισκευών για τη διατήρηση ή ανανέωση της κλάσης του (ΕφΠειρ. 346/2011, ΕΝαυτΔ 2011/271, ΕφΠειρ. 440/2006, ΕΝαυτΔ 2006/367, ΕφΠειρ. 929/2001, ΕΝαυτΔ 2001/15, ΕφΠειρ. 1252/1997, ΕΝαυτΔ 1997/461, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος πρώτος, 2004, άρθρο 77, σελ. 389, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 359, ο ίδιος, Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο, 1982, άρθρο 77, σελ. 268). Στις περιπτώσεις παροπλισμού του πλοίου έχει γίνει νομολογιακώς δεκτό ότι υπάγεται και η υποβολή του σε ετήσια επιθεώρηση διενεργούμενη προς ανανέωση των πιστοποιητικών της αξιοπλοΐας του και η για την αιτία αυτή διακοπή των πλόων του (ΜονΕφΠειρ. 429/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 440/2006, ΕΝαυτΔ 2006/367). Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών η παύση (οριστική ή προσωρινή) των δρομολογίων του πλοίου και εντεύθεν η ακινητοποίησή του συνιστούσε ανυπαίτιο για το ναυτικό λόγο καταγγελίας της σύμβασής του, εφόσον αυτή δεν είχε συμφωνηθεί κατά πλου ή για ορισμένο αριθμό ταξιδιών, με αποτέλεσμα να του οφείλεται η παραπάνω αποζημίωση. Με τη διάταξη του άρθρου 174 § 3 του μεταγενέστερου Ν.Δ. 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (ΦΕΚ Α 261/3.10.1973), που αναφέρεται στην επιτρεπτή διακοπή [μεταξύ άλλων και] των τακτικών δρομολογίων του πλοίου, εκείνων δηλαδή που έχουν εγκριθεί με διοικητική πράξη για ορισμένη χρονική περίοδο, ορίστηκε ότι δεν δικαιούνται της κατά τα άρθρα 75 και 76 ΚΙΝΔ αποζημιώσεως οι ναυτικοί που απολύονται λόγω διακοπής των δρομολογίων αυτών, εφόσον ναυτολογηθούν στο ίδιο πλοίο ή δεν αποδεχθούν την προσφερόμενη από τον εργοδότη επαναναυτολόγησή τους υπό τους αυτούς όπως και προηγουμένως όρους εντός ορισμένης προθεσμίας από της απολύσεώς τους. Κατά την έννοιά της η διάταξη αφορά μόνο στις περιπτώσεις διακοπής των εγκεκριμένων δρομολογίων, δηλαδή της προσωρινής παύσης εκτελέσεώς τους μολονότι υφίσταται δυνατότητα επαναλήψεώς τους. Η δε νομοθετική αποστέρηση του δικαιώματος της αποζημιώσεως των άρθρων 75 και 76 ΚΙΝΔ αλλά για την ταυτότητα του νομικού λόγου και της διατάξεως του άρθρου 77 του ιδίου Κώδικα, όταν ο παροπλισμός του πλοίου οφείλεται στην υποβολή του σε ετήσια επιθεώρηση, θεμελιώθηκε στην αντίληψη ότι στις προβλεπόμενες από το άρθρο 173 ΚΔΝΔ περιπτώσεις διακοπής των τακτικών δρομολογίων και, συγκεκριμένα, στις περιπτώσεις της ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου για χρονικό διάστημα μέχρι εξήντα [60] ημερών, δυνάμενο υπό τους νόμιμους όρους να παραταθεί επί τριάντα [30] ακόμη ημέρες, της ανάγκης αποκατάστασης ζημίας ή βλάβης και της συνδρομής εξαιρετικών αναγκών ή ανώτερης βίας ή άλλης σοβαρής αιτίας, όπως οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, η απόλυση του ναυτικού δεν πρέπει να αποδοθεί σε υπαιτιότητα του εργοδότη, αφού η μεν υποβολή του πλοίου σε ετήσια επιθεώρηση αποτελεί νόμιμη υποχρέωσή του, οι δε λοιπές περιστάσεις που επιβάλλουν τη διακοπή των εγκεκριμένων δρομολογίων του πλοίου δεν προκαλούνται από τον ίδιο ούτε ανάγονται στη σφαίρα ευθύνης του. Για το λόγο αυτό ορίστηκε ότι ο εργοδότης (πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής) ενέχεται σε αποζημίωση του απολυόμενου για τις αιτίες αυτές ναυτικού μόνον εφόσον δεν τον επαναπροσλάβει εντός σαράντα [40] ημερών από την απόλυσή του συνεπεία είτε της υποβολής του πλοίου στην ετήσια επιθεώρησή του είτε της επελεύσεως των λοιπών γεγονότων, αν και μετά την πάροδο του προσωρινού κωλύματος ναυσιπλοΐας, το πλοίο δύναται να επαναλάβει τα δρομολόγιά του, σύμφωνα με την εγκριτική αυτών διοικητική πράξη. Αν η διάταξη αυτή δεν είχε θεσπιστεί, θα παραγόταν υποχρέωση του εργοδότη να αποζημιώσει τον απολυόμενο ναυτικό κατά τα άρθρα 75 εδαφ. δ΄ και 77 ΚΙΝΔ σε κάθε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασής του από τον πλοίαρχο λόγω παύσης των δρομολογίων του πλοίου, εγκεκριμένων ή μη, οριστικής ή ακόμα και προσωρινής, διαρκούσας βέβαια, στη δεύτερη περίπτωση, δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες. Αντιθέτως, με την εν λόγω διάταξη του ΚΔΝΔ ο απολυόμενος ναυτικός αποκτά δικαίωμα αποζημιώσεως μετά την πάροδο ορισμένου χρόνου από την απόλυσή του και με τη συνδρομή μιας αρνητικής προϋποθέσεως, της μη επαναπρόσληψής του μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας και, επιπλέον, εφόσον τα δρομολόγια που εκτελούσε πριν την απόλυσή του ήταν διοικητικώς εγκεκριμένα. Ειδικώς επί επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων οι ΣΣΝΕ που συνάπτονται για να καθορίσουν τους όρους εργασίας και αμοιβής των πληρωμάτων τους περιλαμβάνουν παγίως, από το έτος 1993 τουλάχιστον, διάταξη (άρθρο 27) ορίζουσα ότι «Σε περίπτωση διακοπής των πλόων για οποιονδήποτε λόγο, πέραν των εξήκοντα [60] ημερών, καταβάλλεται στο πλήρωμα σε περίπτωση απόλυσής του αποζημίωση ίση προς τις αποδοχές είκοσι δύο [22] ημερών». Ο όρος «διακοπή των πλόων», του οποίου γίνεται χρήση στη διάταξη αυτή, έχει την ίδια έννοια με τον όρο «διακοπή των εγκεκριμένων δρομολογίων» του άρθρου 174 ΚΔΝΔ και σημαίνει την προσωρινή παύση των δρομολογίων που έχουν εγκριθεί για συγκεκριμένη χρονική περίοδο και, αν δεν είχε μεσολαβήσει ο λόγος της διακοπής τους που προβλέπεται στο άρθρο 173 ΚΔΝΔ, θα μπορούσαν να συνεχιστούν μέχρι του πέρατος ισχύος της εγκριτικής τους πράξης. Η ίδια διάταξη είναι ευμενέστερη τόσο για τους ναυτικούς, που δικαιούνται αποζημιώσεως αν δεν επαναπροσληφθούν σε πλοίο που συνεχίζει τους πλόες του μετά τη διακοπή τους, ανεξαρτήτως αν η αιτία της διακοπής αυτής περιλαμβάνεται η όχι στην περιοριστική απαρίθμηση του άρθρου 173 ΚΔΝΔ, όσο και για τους εργοδότες, αφού παρατείνει το χρόνο υποχρεωτικής (και άνευ δικαιώματος αποζημιώσεως) αναμονής των ναυτικών για την επαναπρόσληψή τους στις εξήντα [60] ημέρες, λαμβάνοντας υπόψη την ισόχρονη ανοχή του νόμου για τη διακοπή των εγκεκριμένων δρομολογίων στην, συνηθέστερη στην πράξη, περίπτωση της υποβολής του πλοίου στην ετήσια επιθεώρησή του, που, όπως εκτέθηκε, συνιστά παροπλισμό του κατά την έννοια του άρθρου 77 ΚΙΝΔ. Από την άποψη αυτή η ίδια διάταξη (του άρθρου 27 της και εδώ εφαρμοζόμενης ΣΣΝΕ) είναι πράγματι ειδική και ως νεότερη κατισχύει του ΚΔΝΔ (ΑΠ 887/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) αλλά και του ΚΙΝΔ, υπό την έννοια ότι αν ο ναυτικός απολυθεί από την εργασία του σε επιβατηγό – ακτοπλοϊκό σκάφος λόγω διακοπής των πλόων αυτού εξαιτίας της ετήσιας επιθεώρησης η απόλυσή του θεωρείται «προσωρινή» και μόνον αν δεν επαναναυτολογηθεί μέσα σε προθεσμία εξήντα [60] ημερών από την προσωρινή αυτή απόλυσή του, η ανυπαίτια και χωρίς τη θέλησή του λύση της ατομικής σύμβασης ναυτικής εργασίας θεωρείται «οριστική», χωρίς να ενδιαφέρει αν επαναπροσληφθεί ή όχι, με αποτέλεσμα να του οφείλεται αποζημίωση ίση προς τις αποδοχές είκοσι δύο [22] ημερών (Μον.Εφ.Πειρ. 176/2024, ΜονΕφΠειρ. 445/2021, διαθέσιμες στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου στο Διαδίκτυο, ΜονΕφΠειρ. 464/2021, ΜονΕφΠειρ. 138/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 755/2019, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου στο Διαδίκτυο, ΕφΠειρ. 329/2003, ΔΕΕ 2004/82).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων με την αγωγή του υποστήριξε ότι στις 2.7.2020 ο πλοίαρχος του Ε/Γ – Ο/Γ πλοίου <<Δ>> κατήγγειλε τη σύμβασή του λόγω διακοπής των δρομολογίων του πλοίου, και, επικαλούμενος τη διάταξη του άρθρου 27 της εφαρμοστέας ΣΣΝΕ Ακτοπλοϊκών -Επιβατηγών Πλοίων 2019 και επικουρικά τις διατάξεις των άρθρων 72, 75 και 76 ΚΙΝΔ, αιτήθηκε αποζημίωση ανερχόμενη στις αποδοχές του είκοσι δύο [22] και δεκαπέντε [15] ημερών αντίστοιχα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο ενάγων επαναναυτολογήθηκε στο άλλο πλοίο της πρώτης εναγομένης και δη στο πλοίο <<BS>> την 5.8.2020 και χωρίς να ερευνήσει την αιτία της διακοπής των πλόων του πλοίου <<Δ>> θεώρησε εφαρμοστέα τη διάταξη του άρθρου 27 της ως άνω ΣΣΝΕ, που απέκλειε, ως ειδικότερη και νεότερη, την εφαρμογή των διατάξεων του ΚΙΝΔ που επικαλέστηκε ο ενάγων και απέρριψε μετά ταύτα ως αβάσιμο το αποζημιωτικό αίτημά του. Έτσι που έκρινε ορθώς κατά τα προαναφερθέντα το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και τα όσα αντίθετα υποστηρίζει ο ενάγων – εκκαλών της υπό στοιχ. Α) έφεσης με τον τέταρτο λόγο αυτής είναι αβάσιμα και απορριπτέα.

VIII] Κατά το άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 3239/1955, ατομική σύμβαση εργασίας, καταρτιζόμενη από κάποιον που δεσμεύεται από Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (Σ.Σ.Ε.), θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους καθορισθέντες στη Σ.Σ.Ε. όρους, ακυρουμένων των τυχόν αντίθετων συμφωνιών. Όμως, όροι ατομικής σύμβασης εργασίας, ευνοϊκότεροι για το μισθωτό από τους διαλαμβανόμενους σε Σ.Σ.Ε, είναι επικρατέστεροι. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, εάν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπόμενων από τη Σ.Σ.Ε. και περιλήφθηκε όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις καταβαλλόμενες πέραν των νόμιμων, ο όρος είναι ισχυρός. Τούτο ισχύει όχι μόνο για τις αποδοχές που υφίστανται κατά το χρόνο της σύναψης της ατομικής εργασιακής σύμβασης, αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες οι οποίες θεσπίσθηκαν μετά την κατάρτιση της σχετικής σύμβασης. Επίσης, τα προαναφερθέντα ισχύουν και για τις αξιώσεις από ναυτική εργασία οι οποίες θεμελιώνονται σε ειδικές διατάξεις που καθορίζουν κατ’ αποκοπή το ποσό της δικαιούμενης αμοιβής για πρόσθετη υπερωριακή εργασία, διότι η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 4 του ν.δ. 4020/1959, η οποία προβλέπει ακυρότητα της σύμβασης κάλυψης των υπερωριακών αμοιβών με τις πέραν των ελάχιστων ορίων συμβατικές αποδοχές στη χερσαία εργασία, δεν εφαρμόζεται στην πάγια κατ’ αποκοπή αμοιβή υπερωριών που προβλέπουν οι Συλλογικές Συμβάσεις Ναυτικής Εργασίας (Σ.Σ.Ν.Ε) για μερικές ειδικότητες ναυτικών, όπως, εν προκειμένω του ναύτη, η οποία μάλιστα, φέρει το χαρακτήρα όχι αποζημίωσης, αλλά πρόσθετης αμοιβής. Συνεπώς, εάν συμφωνηθεί μεταξύ των συμβληθέντων στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται τακτικώς και παγίως στο ναυτικό κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπόμενου από την οικεία Σ.Σ.Ν.Ε. μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία «επιμίσθιο», ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, της δραστηριότητος και του ζήλου τούτου στην εκτέλεση των καθηκόντων του, άνευ προβλέψεως «καταλογισμού» αυτού προς άλλες αποδοχές, το πρόσθετο τούτο ποσόν αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του πλοιοκτήτη, ελευθέρως ανακλητή ή δυναμένη μονομερώς να καταλογισθεί προς άλλες αξιώσεις του ναυτικού, απορρέουσες από τη σύμβαση. Όμως, το ως άνω πρόσθετο χρηματικό ποσό («επιμίσθιο») μπορεί να συμψηφισθεί προς τις προβλεπόμενες από τις οικίες Σ.Σ.Ν.Ε. αποδοχές, μόνον τότε, όταν υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση ναυτικής εργασίας περί του καταλογισμού αυτών στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές. Σε διαφορετική περίπτωση, εάν δηλαδή δεν έχει συμφωνηθεί κάτι τέτοιο ορισμένως και ειδικώς μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, ο εργοδότης δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί στον ως άνω συμψηφισμό, περιορίζοντας έτσι μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (Α.Π. 1013/2003, Α.Π. 225/2002,  Εφ.Πειρ. 402/2023, Εφ.Πειρ. 743/2022, Εφ.Πειρ. 485/2022, Εφ.Πειρ. 173/2022, efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 196/2020, Εφ.Πειρ. 464/2021, Εφ.Πειρ. 72/2019, Εφ.Πειρ. 588/2018, Εφ.Πειρ. 213/2016, Εφ.Πειρ. 441/2015, Εφ.Πειρ. 465/2009, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Κοροτζή, «Ναυτικό Δίκαιο, τ. 1ος, υπ’ άρθρο 60, σ. 326).

Με τον τέταρτο λόγο της υπό στοιχ.Β) έφεσης, οι εναγόμενες – εκκαλούσες, επικαλούμενες εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, επαναφέρουν την ένσταση συμψηφισμού που πρόβαλαν πρωτόδικα για τα ποσά που τυχόν θα αποδειχθεί ότι οφείλουν στον ενάγοντα ως αμοιβή για υπερωριακή εργασία του τις καθημερινές, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, με τις πρόσθετες αμοιβές που του κατέβαλαν α) ως επιμίσθια – μπόνους και β) ως «ρολόγια ναυτών», ένσταση η οποία απορρίφθηκε από την εκκαλουμένη, ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν (με το σκεπτικό ότι το εν λόγω ποσά που καταβλήθηκαν στον ενάγοντα προκύπτει ότι συνδέονται με ειδικότερες εργασίες που εκτελούσε ως προσωπικό καταστρώματος και με το κούρδισμα των ρολογιών και επομένως φέρουν το χαρακτήρα αποζημίωσης και όχι αμοιβής που καταβάλλεται εξ ελευθεριότητας). Ειδικότερα, οι εναγόμενες – εκκαλούσες  ισχυρίζονται ότι, με βάση τα μεταξύ τους συμφωνηθέντα, του κατέβαλαν τις άνω αμοιβές πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του, ως «επιμίσθιο», δηλαδή ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, της δραστηριότητας και του ζήλου του στην εκτέλεση των καθηκόντων του, με τη συμφωνία να συμψηφίζεται το ποσό αυτό με την τυχόν οφειλόμενη προς αυτόν αμοιβή για υπερωριακή εργασία του. Προς απόδειξη της ένστασής τους, οι εναγόμενες – εκκαλούσες  προσκόμισαν πρωτόδικα και προσκομίζουν παραδεκτά και ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, τις αποδείξεις πληρωμής μηνιαίας μισθοδοσίας του ενάγοντος για τα επίδικα χρονικά διαστήματα ναυτολογήσεών του στα άνω πλοία, καθώς και τις συμβάσεις ναυτικής εργασίας του στα πλοία αυτά τις ένδικες χρονικές περιόδους. Από τις άνω αποδείξεις μισθοδοσίας αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια των ένδικων ναυτολογήσεων του ενάγοντος οι εναγόμενες, κατά το σχετικό ισχυρισμό τους (ένσταση), κατέβαλαν σ’ αυτόν διάφορα χρηματικά ποσά, με την αιτιολογία «έκτακτες αμοιβές». Δεν αποδείχθηκε όμως ότι συντρέχουν οι αναφερόμενες στην ανωτέρω υπό στοιχ. VIII] νομική σκέψη προϋποθέσεις επιτρεπτού συμβατικού συμψηφισμού των καταβαλλόμενων κάθε φορά στον ενάγοντα διαφορετικών άνω πρόσθετων ποσών εκτάκτων αμοιβών, έστω κι αν αυτά καταβάλλονταν από τις εναγόμενες εξ ελευθεριότητας, με την οφειλόμενη προς αυτόν αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση. Ειδικότερα, δεν αποδείχθηκε ορισμένη και ειδική συμφωνία μεταξύ των συμβληθέντων μερών περί καταλογισμού των πρόσθετων αυτών ποσών στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές του ενάγοντος που προβλέπονταν από την οικεία Σ.Σ.Ν.Ε, αφού, η αόριστη διατύπωση του υπ’ αριθ. 1 συμπληρωματικού όρου των πανομοιότυπων άνω συμβάσεων ναυτικής εργασίας του: «Κάθε ποσό που καταβάλει η εταιρία στο ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της εταιρίας σχετικές με την παρούσα σύμβαση. Ως ελάχιστες νόμιμες αποδοχές νοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας», ερμηνευμένου κατά τα άρθρα 173, 200 ΑΚ (Α.Π. 1214/2010, Α.Π. 1746/2009, Α.Π. 142/2003, Α.Π. 737/2001, Εφ.Πειρ. 196/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 207/2023, Εφ.Πειρ. 743/2022, www.efeteio-peir.gr), δεν επιτρέπει το συμψηφισμό των ως άνω πρόσθετων ποσών που χορηγούσαν οι εναγόμενες προς τον ενάγοντα με την οφειλόμενη προς αυτόν αμοιβή για υπερωριακή εργασία, αφού στον ως άνω συμβατικό όρο δεν προσδιορίζονται ειδικά και ορισμένα (κατά ποιόν και ποσόν), οι υπέρτερες αποδοχές οι οποίες θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με μελλοντικές υποχρεώσεις των εναγόμενων προς τον ενάγοντα. Πράγματι, η αόριστη διατύπωση της εν λόγω συμφωνίας («κάθε ποσό … πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές …») δεν δύναται να θεμελιώσει δυνατότητα συμβατικού συμψηφισμού των εν λόγω «εκτάκτων αμοιβών», όπως, αντιθέτως, θα μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση κατά την οποία στον επίμαχο όρο προβλεπόταν ρητά ότι οι συγκεκριμένες παροχές, υπό την ένδειξη «έκτακτες αμοιβές», θα καλύπτουν υποχρεώσεις των εναγόμενων από τη σύμβαση για υπερωριακή αμοιβή ή για δώρα εορτών (Εφ.Πειρ. 743/2022, Εφ.Πειρ. 557/2022, Εφ.Πειρ. 205/2019, www.efeteio-peir.gr). Για την ταυτότητα του λόγου απορριπτέα τυγχάνει η άνω ένσταση συμψηφισμού και κατά το μέρος της που αφορά καταβληθείσα στον ενάγοντα πρόσθετη αμοιβή για «ρολόγια ναυτών». Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση απέρριψε, έστω με συνοπτικότερη αιτιολογία που αντικαθίσταται στο σύνολό της με αυτήν της παρούσας (άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ.) την άνω ένσταση των εναγόμενων, δεν έσφαλε κατ’ αποτέλεσμα ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο τέταρτος λόγος της υπό στοιχ.Β) έφεσης των εναγομένων – εκκαλουσών, κατά το μέρος με το οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα.

Με τον έκτο λόγο της υπό στοιχ. Β) έφεσης, οι εναγόμενες- εκκαλούσες επαναφέρουν τον ισχυρισμό που πρόβαλαν πρωτόδικα και απορρίφθηκε ως μη νόμιμος, ότι είναι καταχρηστική η άσκηση της αγωγής, επειδή ο ενάγων τους προκάλεσε την εύλογη βεβαιότητα ότι δεν θα διεκδικήσει τις ένδικες περιουσιακές αξιώσεις του. Ειδικότερα, υποστηρίζουν ότι ο ενάγων παρέμεινε στην υπηρεσία τους επί πολλά χρόνια χωρίς να ισχυριστεί ποτέ ότι δεν αμειβόταν κανονικά, παραλάμβανε και έθετε ανεπιφύλακτα την υπογραφή του στις αποδείξεις μισθοδοσίας του και στις καταστάσεις υπερωριών, δια της οποίας (υπογραφής του) αναγνώριζε κατ’ ουσία και τη διαβεβαίωνε ότι δεν υφίσταται απαίτησή του για υπερωριακή απασχόληση πέραν των εκεί αναφερομένων. Ο ισχυρισμός τους αυτός δεν είναι νόμιμος, προεχόντως διότι η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ δεν εφαρμόζεται όταν ο εναγόμενος αρνείται το αγωγικό δικαίωμα (Εφ.Πειρ. 543/2022, Εφ.Πειρ. 435/2022, Εφ.Πειρ. 173/2022, Εφ.Πειρ. 464/2021, Εφ.Πειρ. 593/2021, www.efeteio-peir.gr), όπως συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση κατά την οποία οι εναγόμενες – εκκαλούσες, παρότι επικαλούνται καταχρηστικότητα κατά την ενάσκηση του επιδίκου δικαιώματος του ενάγοντος, αμφισβητούν ταυτόχρονα την ύπαρξη οποιουδήποτε δικαιώματος του τελευταίου που απορρέει από σύμβαση εξαρτημένης ναυτικής εργασίας, υποστηρίζοντας ότι τον έχουν εξοφλήσει πλήρως. Κι αν ακόμα γινόταν όμως δεκτό ότι ο ισχυρισμός αυτός προβάλλεται επικουρικά, κατά την έννοια του άρθρου 219 ΚΠολΔ, για την περίπτωση δηλαδή που ήθελε κριθεί ότι οι αγωγικές αξιώσεις πράγματι γεννήθηκαν, τα επικαλούμενα περιστατικά, και αληθή υποτιθέμενα, δεν δύνανται κατά νόμο να συγκροτήσουν το πραγματικό της διάταξης του άρθρου 281 Α.Κ, αφού ο ενάγων δεν μπορούσε να στερηθεί του δικαιώματός του στη δικαστική επιδίωξη των νόμιμων απαιτήσεών του από την παροχή της εργασίας του. Τούτο διότι, κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, είναι άκυρη η παραίτηση του εργαζομένου από το δικαίωμα να λάβει τα κατά νόμο, τις Σ.Σ.Ε. και άλλες κανονιστικές διατάξεις ελάχιστα όρια των αποδοχών του, έστω και υπό τη μορφή της άφεσης χρέους, καθώς και η παραίτησή του από άλλα δικαιώματά του που απορρέουν από τη σχέση εργασίας και αναγνωρίζονται από κανόνες δημόσιας τάξης, όπως είναι το δικαίωμά του για την καταβολή της νόμιμης αμοιβής του από την υπερωριακή του απασχόληση και άλλες πρόσθετες αμοιβές που αποδεικνύονται (Α.Π. 1569/2017, Α.Π. 1554/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1089/2006, Δ.Ε.Ε. 2006, 1178, Α.Π. 75/2003, Τ.Ν.Π. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Εφ.Πειρ. 48/2021, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Ι. Ληξουριώτη, «Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις», σ. 66). Εξάλλου, μόνη η ανοχή του εργαζομένου ως προς την καταβολή μειωμένων αποδοχών δεν καθιστά καταχρηστική την άσκηση της αξίωσής του για την καταβολή σ’ αυτόν των νόμιμων ελάχιστων  αποδοχών του (Α.Π. 1158/2009, Α.Π. 1203/2000, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 464/2021, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 173/2022, Εφ.Πειρ. 549/2022, Εφ.Πειρ. 397/2020, Εφ.Πειρ. 670/2019, www.efeteio-peir.gr). Στην προκειμένη περίπτωση, η περιγραφόμενη στάση του ενάγοντος συνιστά αδράνεια και όχι θετική συμπεριφορά του, ώστε να αρκεί για τη δημιουργία στην εργοδότρια της εύλογης πεποίθησης ότι δεν πρόκειται να ασκηθούν αξιώσεις για υπερωριακή αμοιβή. Θετική συμπεριφορά, που θα μπορούσε να στηρίξει ισχυρισμό περί κατάχρησης δικαιώματος της εναγόμενης θα συνιστούσε η υπογραφή του σε μηνιαίες καταστάσεις υπερωριακής του απασχόλησης, αν τις σχετικές καταστάσεις συνέτασσε ο ίδιος και τις υπέβαλε προς έγκριση στις εργοδότριές του εναγόμενες, οι οποίες θα τις ενέκριναν και εν συνεχεία εκείνος αμφισβητούσε τον αριθμό των υπερωριών που ο ίδιος υποστήριξε εξαρχής ότι πραγματοποίησε. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η μη αμφισβήτηση της ορθότητας των εγγραφών στις μηνιαίες καταστάσεις υπερωριών ή στις αποδείξεις πληρωμής του εργαζόμενου ναυτικού συνιστά απλή ανοχή προς αποφυγή του κινδύνου λύσης της εργασιακής σχέσης με πρωτοβουλία του εργοδότη (Εφ.Πειρ. 435/2022, Εφ.Πειρ. 593/2021, Εφ.Πειρ. 464/2021, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 464/2021, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του επίσης απέρριψε ως μη νόμιμη την άνω ένσταση των εναγόμενων κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, έστω με πιο συνοπτική αιτιολογία, που αντικαθίσταται με αυτήν της παρούσας (άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ.), δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ο έκτος λόγος της υπό στοιχ. Β) έφεσης τους, με τον οποίον οι εναγόμενες – εκκαλούσες υποστηρίζουν τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.

Κατ’ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές οι ένδικες εφέσεις ως και ουσιαστικά βάσιμες κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους τους και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη πληγέν και μη ανατραπέν μέρος της για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984, Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004, Πειρ. Νομ. 2004/160) και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και  ουσιαστικά βάσιμη και α) να αναγνωριστεί η υποχρέωση της δεύτερης εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των (640,54 + 1.708,87 + 894,94 + 614,87 + 720,02 + 42,16=) 4.621,40 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 27.8.2019 με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λήξεως της εργασιακής σχέσης αυτού, ήτοι από 2.8.2019, β) να υποχρεωθούν οι εναγόμενες εις ολόκληρον έκαστη, η μεν πρώτη περιορισμένως δια του αναφερόμενου στο σκεπτικό της παρούσας πλοίου <<Δ>> και μέχρι της αξίας του ως κυρία αυτού, η δε δεύτερη απεριορίστως ως εφοπλίστρια αυτού, να του καταβάλουν το ποσό των (55,95 + 258,35 + 154,80 + 172,56 + 44,96=) 686,62 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 3.9.2019 έως 1.10.2019, γ) να αναγνωριστεί ότι η πρώτη εναγομένη υποχρεούται να του καταβάλει το ποσό των (1.175,84 + 1.008,30=) 2.184,14 ευρώ και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των 624,67 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 2.10.2019 έως 31.12.2019, δ) να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των (919,98 + 1.321,80 + 418,00 + 283,59 + 61,84 + 2.099,19=) 5.104,40 ευρώ για τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2020 έως 18.2.2020, από 19.3.2020 έως 28.3.2020 και από 22.4.2020 έως 8.6.2020, ε) να υποχρεωθούν οι εναγόμενες εις ολόκληρον έκαστη, η μεν πρώτη περιορισμένως δια του αναφερόμενου στο σκεπτικό της παρούσας πλοίου <<Δ>> και μέχρι της αξίας του ως κυρία αυτού, η δε δεύτερη απεριορίστως ως εφοπλίστρια αυτού, να του καταβάλουν το ποσό των (243,36 + 42,68=) 286,04 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 9.6.2020 έως 2.7.2020, στ) να αναγνωρισθεί ότι η πρώτη εναγομένη υποχρεούται να του καταβάλει το ποσό των (794,89 + 1.331,83 + 82,15 + 943,46 + 224,51=) 3.376,84 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 5.8.2020 έως 31.12.2020 και ζ) να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των (384,10 + 196,54 + 216,20 + 109,52=) 906,36 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως 1.2.2021, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λήξεως της εργασιακής σχέσης αυτού, ήτοι από 2.2.2021. Τέλος, οι εναγόμενες, οι οποίες είχαν κοινή νομική παράσταση, πρέπει να καταδικαστούν σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 180, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων α) την από 05.09.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/05-09-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/05-09-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/05-09-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …./05-09-2022) έφεση και β) την από 04.11.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/04-11-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/04-11-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/04-11-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/04-11-2022) έφεση, στρεφόμενες κατά της υπ’αριθ. 2007/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ουσίαν τις εφέσεις.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση.

Κρατεί και δικάζει την αγωγή κατ’ουσίαν.

Δέχεται αυτήν εν μέρει.

Α) Αναγνωρίζει την υποχρέωση της δεύτερης εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων εξακοσίων είκοσι ενός και σαράντα λεπτών (4.621,40) ευρώ για το χρονικό διάστημα από 14.1.2019 έως 27.8.2019 με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λήξεως της εργασιακής σχέσης αυτού, ήτοι από 2.8.2019.

Β) Υποχρεώνει τις εναγόμενες εις ολόκληρον έκαστη, τη μεν πρώτη περιορισμένως δια του αναφερόμενου στο σκεπτικό της παρούσας πλοίου <<Δ>> και μέχρι της αξίας του ως κυρία αυτού, τη δε δεύτερη απεριορίστως ως εφοπλίστρια αυτού, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των εξακοσίων ογδόντα έξι και εξήντα δύο λεπτών (686,62) ευρώ για το χρονικό διάστημα από 3.9.2019 έως 1.10.2019.

Γ) Αναγνωρίζει την υποχρέωση της πρώτης εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δύο χιλιάδων εκατόν ογδόντα τεσσάρων και δεκατεσσάρων λεπτών (2.184,14) ευρώ και υποχρεώνει αυτήν να του καταβάλει το ποσό των εξακοσίων είκοσι τεσσάρων και εξήντα επτά λεπτών (624,67) ευρώ για το χρονικό διάστημα από 2.10.2019 έως 31.12.2019.

Δ) Υποχρεώνει την πρώτη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των πέντε χιλιάδων εκατό τεσσάρων και σαράντα λεπτών (5.104,40) ευρώ για τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2020 έως 18.2.2020, από 19.3.2020 έως 28.3.2020 και από 22.4.2020 έως 8.6.2020.

Ε) Υποχρεώνει τις εναγόμενες εις ολόκληρον έκαστη, τη μεν πρώτη περιορισμένως δια του αναφερόμενου στο σκεπτικό της παρούσας πλοίου <<Δ>> και μέχρι της αξίας του ως κυρία αυτού, τη δε δεύτερη απεριορίστως ως εφοπλίστρια αυτού, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των διακοσίων ογδόντα έξι και τεσσάρων λεπτών (286,04) ευρώ για το χρονικό διάστημα από 9.6.2020 έως 2.7.2020.

ΣΤ) Αναγνωρίζει την υποχρέωση της πρώτης εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων τριακοσίων εβδομήντα έξι και ογδόντα τεσσάρων λεπτών (3.376,84) ευρώ για το χρονικό διάστημα από 5.8.2020 έως 31.12.2020 και

Ζ) Υποχρεώνει την πρώτη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των εννιακοσίων έξι και τριάντα έξι λεπτών (906,36) ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως 1.2.2021, άπαντα τα αναφερόμενα στις υπό στοιχ. Β, Γ, Δ, Ε, ΣΤ, και Ζ περιπτώσεις, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λήξεως της εργασιακής σχέσης αυτού, ήτοι από 2.2.2021.

Επιβάλλει σε βάρος των εναγομένων μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 19 Ιουλίου 2024.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                               Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ