Αριθμός απόφασης 335/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4°
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ – ΚΑΘΌΥ Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ : …………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Ιωάννη Τραπάκογλου, με δήλωση κατ’ ‘άρθρο 242 παρ.2 KΠΟΛΔ
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΚΑΘΉΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ – ΥΠΕΡ ΉΣ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο « ……….», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός …. αριθμός … με ΑΦΜ …., όπως εκπροσωπείται νομιμα, ως καθολικής διάδοχου της αρχικής διαδίκου ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «……. » με αριθμό ΓΕΜΗ …….. και ΑΦΜ ….., νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΚΑΘΉΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ – ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ : Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………. », η οποία εδρεύει στη …….. Αττικής, επί της ……., με Α.Φ.Μ …. και Γ.Ε.Μ.Η …. νομίμως εκπροσωπούμενης, υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας απαιτήσεων, εντολοδόχου και ειδικού πληρεξουσίου, αντιπροσώπου και αντικλήτου της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………….» η οποία εδρεύει στο … Ιρλανδίας (………. αριθμός μητρώου ……….),νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και
Της ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ : Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «……… » και το διακριτικό τίτλο «……..», η οποία εδρεύει στη ……… Αττικής επί της …….., με Α Φ Μ …….. και Γ.Ε.Μ.Η ……. και εκπροσωπείται νόμιμα, ενεργούσα ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος, ως διαχειρίστρια, δυνάμει της από σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων που καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, την 11.04.2022 με αρ, πρωτ. …/11.4.2022 , στον τόμο … και με α/α … δυνάμει του αριθμό …/11.4.2022 ειδικού πληρεξουσίου του Συμβολαιογράφου Αθηνών …….. της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία ««………….» η οποία εδρεύει στο …… της Ιρλανδίας, (………..), με αριθμό εγγραφής στο μητρώο εταιρειών της Ιρλανδίας …….. που εκπροσωπείται νόμιμα, και η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………» με αριθμό Γ.Ε.Μ.Η ………. και Α.Φ.Μ ………. που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Αγγελή Αλεξανδρόπουλο . (Α.Μ Δ.Σ. ).
ΥΠΕΡ ΗΣ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρεία με την επωνυμία « …………», και το διακριτικό τίτλο «……..», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός … αριθμός … με ΑΦΜ ………, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διάδοχου της αρχικής διαδίκου ανώνυμης Τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία « ……….» με αριθμό Γ.Ε.Μ.Η … και ΑΦΜ …, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και
ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Ιωάννη Τραπάκογλου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠΟΛΔ.
Ο ανακόπτων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 27.12.2021 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2011 και ειδικό …../2021 ανακοπή του, ειδικής διαδικασίας περιουσιακών διαφορών, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ! αριθ. 1696/2022 οριστική απόφασή του, αφού δίκασε ερήμην της πρώτης των καθ’ων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, απέρριψε την ανακοπή.
Ο εκκαλών-ανακόπτων προσέβαλε την απόφαση αυτή με την από 21.6.2022 (με Γ.Α.Κ. …/2022 και με Ε.Α.Κ …./2022 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 21.06.2022 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 21.06.2022 με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …../2022) έφεση που προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, για τη δικάσιμο της 11.05.2023 και μετά από αναβολή για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Η προσθέτως παρεμβαίνουσα άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από η από 05.05.2023 (αρ. εκ. κατ. …../2023) αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της εφεσίβλητης – καθ’ ης η ανακοπή και κατά του εκκαλούντος – ανακόπτοντος, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2023 και ειδικο …./2023, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων στο ακροατήριο και την εκφώνησή τους από τη σειρά του οικείου πινακίου, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος – ανακόπτοντος – καθ’ ου η πρόσθετη παρέμβαση δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται, ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος της προσθέτως παρεμβαίνουσας αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από τον εκκαλούντα με αριθμό …/22.6.2022 και ………./22.6.2022 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ……… έγκυρο αντίγραφο της ένδικης έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την δικάσιμο της 11.5.2023 οπότε η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στις εφεσίβλητες. Όπως δε προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδρίασης του δικαστηρίου αυτού, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, δικάσιμο προς συζήτηση της έφεσης, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι εφεσίβλητες, δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε κατέθεσαν έγγραφη δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, ότι επιθυμεί να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς την εμφάνισή του στο ακροατήριο, και πρέπει, συνεπώς, να δικαστούν ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει, να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 524 παρ 4 εδ. α του ΚΠολΔ., όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3994/2011), με την επισήμανση ότι, για το παραδεκτό της συζήτησης, προσκομίστηκαν τα πρακτικά και οι προτάσεις του που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη κατ’ άρθρο 524 παρ. 4 εδ. δ’ Κ.Πολ.Δ.
Νόμιμα φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι : α) η από 21.6.2022 (με Γ.Α.Κ…/2022 και με E.A.K……/22 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 2106.2022 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 2106.2022 με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α Κ. …./2022) έφεση που είχε οριστεί αρχικά να συζητηθεί στη δικάσιμο της 1105.2023, οπότε αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και β) η από 05.05.2023 (αρ. εκ. κατ. …………/2023 ασκηθείσα με ιδιαίτερο δικόγραφο αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση της Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………», υπέρ της εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία <<…………….>> οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστουν, λόγω της υπαγωγής τους στην αυτή διαδικασία και της προφανούς μεταξύ τους συνάφειας και της σχέσης τους ως κυρίου και παρεπόμενου, ενώ περαιτέρω κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επί πλέον δε επέρχεται μείωση εξόδων (άρθρο 31 και 246 ΚΠοΛΔ).
Η από η από 216.2022 (με Γ.Α.Κ…./2022 και με Ε.Α Κ………/2022 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 21.06.2022 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 21.06.2022 με Γ.Α.Κ. …../2022 και Ε.Α.Κ. …/2022) έφεση του ηττηθέντος πρωτοδίκως ανακόπτοντος, προς εξαφάνιση της υπ’ αριθμό 1696/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε ερήμην της πρώτης των καθ’ων η ανακοπή και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (αρθρα 614 επ. ΚΠΟΛΔ), έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως κατά τα άρθρα 495, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της με το άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 που εφαρμόζεται για τις εφέσεις που ασκούνται από την 1.1.2016,499, 500, 511, 513 παρ1 εδ. β, 516 παρ, 1 εδ. β και 517 και 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το ανωτέρω άρθρο, δηλαδή πριν παρέλευση διετίας από τη δημοσίευση της, εφόσον δεν προκύπτει αλλά ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε προκύπτει άλλος λόγος απαραδέκτου, καθόσον η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 25.05.2022, το δε εφετήριο κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 21.06.2022. Είναι παραδεκτή εφόσον κατατέθηκε από τον εκκαλούντα στο δημόσιο ταμείο παράβολο ποσού 100 ευρώ (με αριθμό …………. /2022) για την άσκηση αυτής (βλ. άρθρ. 495 § 3Α περ. β’ Κ,Πολ.Δ.) και συνεπώς πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, για να κριθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ).
Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης. Αμφότεροι οι ως άνω νόμοι 3156/2003 και 4354/2015 έχουν παραπλήσιο αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής, καθώς και οι δύο καθορίζουν τις προϋποθέσεις για την μεταβίβαση – πώληση των απαιτήσεων (ειδικά δε στην περίπτωση του Ν. 4354/2015 των τραπεζικών) από τους φορείς τους προς τρίτους, με τη διαφοροποίηση ότι στην περίπτωση του Ν. 3156/2003, μετά την πώληση ακολουθεί το στάδιο τη έκδοσης ομολογιών (της τιτλοποίησης) και ρυθμίζουν τη διαχείριση και είσπραξη των απαιτήσεων αυτών από εταιρείες διαχείρισης, ωστόσο ο Ν. 4354/2015 περιέχει πληρέστερο ρυθμιστικό πλαίσιο για το καθεστώς λειτουργίας των εταιρειών διαχείρισης, τόσο στο πεδίο του ουσιαστικού, όσο και στο πεδίο του δικονομικού δικαίου. Όπως προεκτέθηκε, στην περίπτωση της μεταβίβασης απαιτήσεων με σκοπό την τιτλοποίηση σύμφωνα με το ν, 3156/2003, στο άρθρο 10 παρ. 14 αυτού ορίζεται ότι η είσπραξη και εν γένει διαχείριση των τιτλοποιημένων απαιτήσεων μπορεί να ανατίθεται συμβατικά σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, στον ίδιο τον μεταβιβάζοντα ή σε τρίτο – εγγυητή με τις προϋποθέσεις που ειδικότερα ορίζονται σ’ αυτή. Με τη διάταξη αυτή δεν παρέχεται ρητά στην εταιρεία διαχείρισης, η οποία, συμβαλλόμενη με την εταιρεία απόκτησης, αποκτά κατά το ουσιαστικό δίκαιο την εξουσία είσπραξης αλλότριας απαίτησης (ήτοι απαίτησης της εταιρείας απόκτησης), και η δικονομική εξουσία να εγείρει αγωγή και κάθε άλλο ένδικο βοήθημα για την είσπραξή της, με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου, αιτούμενη έννομη προστασία στο όνομά της, όπως ρητά προβλέπεται τούτο για τις εταιρείες διαχείρισης στην προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 4 του ν. 4354/2015, δυνάμει της οποίας ο νομοθέτης εξόπλισε τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, στις οποίες ανατίθεται η διαχείριση απαιτήσεων, με βάση το νόμο αυτό, και με τη δικονομική εξουσία να ενεργούν, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, στο όνομά τους, το σύνολο των αναγκαίων δικαστικών, αλλά και εξώδικων ενεργειών, προς είσπραξη των υπό την διαχείρισή τους απαιτήσεων. Η προβλεπόμενη από το άρθρο 2 παρ. 4 του Ν. 4354/2015 εξαιρετική νομιμοποίηση της εταιρείας διαχείρισης ως μη δικαιούχου διαδίκου, διευκολύνει τις εταιρείες απόκτησης, οι οποίες συνήθως έχουν έδρα στην αλλοδαπή, καθώς απαλλάσσονται από το βάρος της διαχείρισης των απαιτήσεων αυτών και της επιμέλειας της δικαστικής επιδίωξής τους, αφού αυτή ασκείται αποκλειστικά από τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων (άρθρο 1 στοιχ. γ’ Ν 4354/2015), χωρίς να βλάπτει τα ουσιαστικά δικαιώματα των δανειοληπτών – καταναλωτών, οι οποίοι ασκούν τα δικαιώματά τους ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων κατά εταιρειών, οι οποίες έχουν λάβει ειδική άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος, που έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και οι οποίες εδρεύουν στην Ελλάδα και λειτουργούν εντός ενός συγκεκριμένου αυστηρού νομικού καθεστώτος εποπτευόμενες από την Τράπεζα της Ελλάδος. Ενόψει αυτών είναι ερευνητέο, αν οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων του Ν. 4354/2015 απολαμβάνουν την προβλεπόμενη από το νόμο αυτό εξαιρετική νομιμοποίηση ως μη δικαιούχοι διάδικοι και στην περίπτωση που τους έχει ανατεθεί η διαχείριση απαιτήσεων με το καθεστώς του Ν.3156/2003, μολονότι τέτοια νομιμοποίηση δεν θεσπίζεται ρητά με το Ν. 3156/2003. Στην ελληνική έννομη τάξη η κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση προϋποθέτει ειδική νομοθετική ρύθμιση, η οποία απονέμει στο πρόσωπο την ιδιότητα του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου, όπως λχ συμβαίνει με το σύνδικο της πτώχευσης, τον εκτελεστή διαθήκης, τον εκκαθαριστή κληρονομιάς, τον αναγκαστικό διαχειριστή, τον Εισαγγελέα στη δίκη ακύρωσης του γάμου κλπ. Ωστόσο, η πρόβλεψη μιας περίπτωσης εξαιρετικής νομιμοποίησης από το νομοθέτη δεν απαιτεί πανηγυρική διατύπωση ότι πρόκειται για μη δικαιούχο ή μη υπόχρεο διάδικο, εφόσον από την τελολογική ερμηνεία της εφαρμοστέας διάταξης, σύμφωνα με την οποία μεταξύ των περισσοτέρων δυνατών νοημάτων, που καλύπτονται από το γράμμα του ερμηνευόμενου κανόνα δικαίου πρέπει να αναζητείται εκείνο που επιτυγχάνει την πληρέστερη πραγμάτωση του ρυθμιστικού σκοπού του, δηλαδή την πληρέστερη διασφάλιση της αξιολογικής στάθμισης των εκατέρωθεν συμφερόντων, προκύπτει ότι ο σκοπός του νομοθέτη είναι να εξοπλίσει το πρόσωπο, που νομιμοποιείται προς είσπραξη μιας απαίτησης τρίτου κατά το ουσιαστικό δίκαιο και με τη δικονομική εξουσία να ενεργεί κάθε αναγκαία για την είσπραξή της διαδικαστική πράξη και ενέργεια με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου. Προς τούτο συγκλίνει και η αντικειμενική θεωρία, σύμφωνα με την οποία ο ερμηνευτής ενός κανόνα δικαίου αναζητεί το αντικειμενικό νόημα του νόμου, δηλαδή την ενυπάρχουσα στον κανόνα δικαίου λογική, έτσι ώστε αυτός, ενόψει του όλου συστήματος δικαίου, των υφισταμένων συνθηκών και των αντιμαχομένων συμφερόντων και αναγκών να μπορεί να επιτελέσει τον σκοπό για τον οποίο θεσπίστηκε. Ο νομοθέτης, στο άρθρο 2 παρ. 4 του Ν. 4354/2015 ρύθμισε ρητά το ειδικό δικονομικό καθεστώς των εταιρειών διαχείρισης, απονέμοντας σ’ αυτές την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου. Ωστόσο, αυτές οι εταιρείες διαχείρισης υπάγονται σε μια ευρύτερη κατηγορία εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, όπως είναι και εκείνες του Ν. 3156/2003. Ως εκ τούτου η διαφορετική αντιμετώπιση των εταιρειών διαχείρισης του Ν. 3156/2003 από εκείνες του Ν. 4354/2015 θα έχει ως συνέπεια λογική ανακολουθία στο εσωτερικό σύστημα του νόμου. Αυτό, άλλωστε, συνάγεται και από τη συστηματική ερμηνεία των ως άνω κανόνων δικαίου, οι οποίοι παρουσιάζουν νοηματική και λειτουργική συνοχή μεταξύ τους, αφού και οι δύο ρυθμίζουν τη διαχείριση και είσπραξη απαιτήσεων τρίτων. Γι αυτό οι ανωτέρω δύο νόμοι θα πρέπει να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να βρίσκονται σε αρμονία μεταξύ τους, ανεξαρτήτως αν η απόκτηση των απαιτήσεων από τις εταιρείες ειδικού σκοπού έγινε με τη διαδικασία της τιτλοποίησης και εκχώρησης βάσει του Ν. 3156/2003 ή με τη διαδικασία της πώλησης βάσει του Ν. 4354/2015. Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 δ’ του Ν. 4354/2015 ορίζεται ότι οι διατάξεις του δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 3156/2003, ενώ και στην αιτιολογική έκθεση αυτού σημειώνεται ότι “παρέχονται στα πιστωτικά ιδρύματα τα θεσμικά εργαλεία αξιοποίησης του χαρτοφυλακίου τους, καθώς θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν είτε την εφαρμογή του νόμου περί τιτλοποίησης απαιτήσεων (Ν. 3156/2003) είτε το θεσμικό πλαίσιο που προκρίνεται με το Ν. 4354/2015). Η προβλεπόμενη με την πιο πάνω διάταξη παράλληλη εφαρμογή των δύο νομοθετημάτων αναφέρεται στη διαδικασία μεταβίβασης των απαιτήσεων και σκοπεύει να διευκολύνει τις συναλλαγές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 3156/2003, απαλλάσσοντας τους συμβαλλόμενους από τις επιπλέον προβλεπόμενες ειδικότερες προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη μεταβίβαση των απαιτήσεων με βάση το Ν. 4354/2015. Η ως άνω ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία επιβάλλεται ενιαία εφαρμογή του άρθρου 2 παρ. 4 του Ν. 4354/2015, τόσο στις περιπτώσεις που η διαχείριση των απαιτήσεων έχει αναληφθεί με βάση τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 14 του Ν. 3156/2003, όσο και όταν έχει αναληφθεί με βάση τις διατάξεις του Ν. 4354/2015, εξυπηρετεί το νομοθετικό σκοπό της διευκόλυνσης της διαχείρισης των απαιτήσεων και επιλύει κατά τρόπο ενιαίο το ζήτημα της δικονομικής υπόστασης των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων, επιτυγχάνοντας έτσι την αρμονική ένταξη του ερμηνευόμενου Ν. 3154/2003 στο σύστημα, χωρίς η προσέγγιση αυτή να επηρεάζεται από τις διαφορετικές συνθήκες κάτω από τις οποίες θεσπίστηκαν τα ως άνω δύο νομοθετήματα. Η διαφορετική αντιμετώπιση του ζητήματος, σύμφωνα με την οποία οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του Ν. 4354/2015 διαθέτουν την κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση του άρθρου 2 παρ. 4 αυτού, μόνο όταν η μεταβίβαση και ανάθεση της διαχείρισης των απαιτήσεων στις εν λόγω εταιρείες γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4354/2015 και όχι όταν έχει πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις για την τιτλοποίηση των απαιτήσεων του Ν. 3156/2003, θα ήταν αντίθετη προς την αρχή της ενότητας και ασφάλειας του δικαίου, η οποία απορρέει από τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 εδαφ. α’ του Συντάγματος και επιβάλλει τη σαφήνεια και την προβλέψιμη εφαρμογή των εκάστοτε νομοθετικών ρυθμίσεων, η οποία πρέπει να τηρείται, ιδίως όταν πρόκειται για διατάξεις που μπορούν να έχουν σοβαρές οικονομικές συνέπειες για τους ενδιαφερομένους, όπως οι προαναφερόμενες διατάξεις. Τέλος, υπέρ της ανωτέρω ερμηνευτικής προσέγγισης ότι ο διαχειριστής των τιτλοποιημένων απαιτήσεων του Ν 3156/2003 νομιμοποιείται ως μη δικαιούχος διάδικος αποτελεί και η ιστορική καταγωγή του Ν. 3156/2003. Ειδικότερα, η τιτλοποίηση απαιτήσεων προβλέφθηκε για πρώτη φορά στην ελληνική νομοθεσία με το άρθρο 14 του Ν. 2801/2000 και αφορούσε την τιτλοποίηση απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου, στη συνέχεια δε, ο θεσμός αυτός επεκτάθηκε και στον ιδιωτικό τομέα με τη θέσπιση του Ν. 3156/2003. Με την παρ. 13 του άρθρου 14 του άνω Ν. 2801/2000 ορίστηκε ότι η είσπραξη των εκχωρούμενων απαιτήσεων συνεχίζει να γίνεται από το Ελληνικό Δημόσιο στο όνομα και για λογαριασμό αυτού, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, για την είσπραξη δημόσιων εσόδων και με όλα τα διαδικαστικά προνόμια του Ελληνικού Δημοσίου, σαν να μην είχε λάβει χώρα εκχώρηση ή μεταβίβαση των σχετικών απαιτήσεων, οι δε προβλεπόμενες επί των εσόδων κρατήσεις και δικαιώματα υπέρ τρίτων αποδίδονται στους δικαιούχους τους, με βάση τις ισχύουσες διατάξεις. Ο εκδοχέας των απαιτήσεων δεν νομιμοποιείται να παρέμβει ή να συμμετάσχει κατά οποιονδήποτε τρόπο στις σχετικές διαδικασίες. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται κατ αναλογία και όταν πρόκειται για εκχώρηση απαιτήσεων ΝΠΔΔ. (ο λ. Α.Π 1/2023 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).
Από τη διάταξη του άρθρου 80 του ΚΠοΛΔ, προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, συνεπώς για πρώτη φορά και ενώπιον του εφετείου, περιοριζόμενος σε μόνη την υποστήριξη ή αντίκρουση των λόγων της έφεσης, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 παρ. 1 και 215 παρ 1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι η πρόσθετη παρέμβαση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, δηλαδή με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, που είναι αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας και ολοκληρώνεται με την κοινοποίηση αυτής στους διαδίκους, η οποία στην περίπτωση, που ασκείται για πρώτη φορά στο εφετείο, πρέπει, να γίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 1 σε συνδυασμό με 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ, σε όλους τους μέχρι την άσκησή της διαδίκους, τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από τη δικάσιμο. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με την πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης, που, είτε απειλούνται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί, είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως τρίτος δε, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 80 του ΚΠολΔ νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υπόθεσης (ΑΠ 1329/2017 ΕΕμπΔ 2018. 869, ΑΠ 611/2013 ΝοΒ 2013. 2195). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 του ΚΠολΔ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 μέχρι 78. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά στις σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 του ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου. Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ 2 του ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατ’ άρθρο 325 αριθ. 2 του ΚΠολΔ (ΑΓΊ 1102/2022 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 368/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1564/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1731/2011 ΝΟΜΟΣ). Κατά δε την έννοια του άρθρου 76 παρ. 4 του ΚΠολΔ η άσκηση των ενδίκων μέσων από κάποιον από τους αναγκαίους ομοδίκους έχει αποτέλεσμα και για τους άλλους. Έτσι, αν κάποιος αναγκαίος ομόδικος άσκησε ένδικο μέσο, θεωρούνται από το νόμο ως ασκήσαντες αυτό και οι ομόδικοί του παρόλο που αδράνησαν, έστω και αν έχει παρέλθει ως προς αυτούς η προθεσμία άσκησης του ενδίκου μέσου (ΟλΑΠ 63/1981 ΝοΒ 29. 1257). Στην περίπτωση αυτή της πλασματικής άσκησης του ενδίκου μέσου, οι μη ασκήσαντες αυτό ομόδικοί πρέπει να καλούνται σε όλες τις συζητήσεις του ενδίκου μέσου (άρθρα 76 παρ. 3 και 110 παρ. 2 του ΚΠολΔ) διαφορετικά η συζήτηση αυτού κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους τους διαδίκους (ΕφΘεσ 266/2021 Αρμ 2021. 416, ΕφΛαρ 212/2015 Δικογραφία 2015. 510). Άρα, για τους αναγκαίους ομοδίκους που απουσιάζουν, δεν επέρχονται οι συνέπειες της ερημοδικίας, αλλά αυτοί αντιπροσωπεύονται από τους παριστάμενους ομοδίκους τους (ΑΠ 368/2019 ΕΠΟΛΔ 2019. 423, ΕφΠατρ 58/2021 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑιγ 31/2020 ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση μετά την άσκηση της ένδικης έφεσης και πριν από τη συζήτηση αυτής, όπως από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει, η Εταιρία με την επωνυμία «………….», που εδρεύει στην Αθήνα, με αρ. ΓΕΜΗ ……….. και έχει νομίμως αδειοδοτηθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος (Απόφαση υπ’ αριθ. 207/1/29 11.2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος), η οποία ενεργεί με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου και συγκεκριμένα ως εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων οπό Δάνεια και Πιστώσεις, δυνάμει των διατάξεων του Ν. 4354/2015, ως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, και της Πράξης …/19-05-2017 της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως έχει τροποποιηθεί με την Πράξη …../8-1-2019 της ιδίας Επιτροπής, στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση των απαιτήσεων της εδρεύουσας στην Ιρλανδία εταιρείας, με την επωνυμία «……….», με καταχωρημένη έδρα στο ………. Ιρλανδίας στη διεύθυνση ………., με αριθμό εγγραφής στο μητρώο εταιρειών της Ιρλανδίας ……. που εκπροσωπείται νόμιμα, και η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……..» με αριθμό Γ.Ε.Μ.Η … και Α.Φ.Μ …. κατά τα οριζόμενα στο από 11.04.2022 Ιδιωτικό Συμφωνητικό Διαχείρισης Απαιτήσεων (αντίγραφο του οποίου καταχωρίσθηκε νόμιμα στο Δημόσιο Βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, σύμφωνα με το άρθ. 10 παρ. 14 και 16 του Ν. 3156/2003, με αριθμό πρωτοκόλλου …/11.04.2022 (τόμος …/αύξ. Αρ …). Η ως άνω εταιρεία ειδικού σκοπού κατέστη διάδοχος των απαιτήσεων μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται και η ένδικη απαίτηση, όπως προκύπτει από το απόσπασμα παραρτήματος της από 10 Απριλίου 2020 σύμβασης αγοραπωλησίας και μεταβίβασης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις μεταξύ της ως άνω εταιρείας και της μονοπρόσωπης εταιρείας με την επωνυμία «……..» με αριθμό Γ.Ε.Μ.Η ……. και Α.Φ.Μ …….. η οποία έχει εκχωρήσει και μεταβιβάσει τις απαιτήσεις της από δάνεια και πιστώσεις , δυνάμει της από 11.04.2022 Ελληνικής Σύμβασης πώλησης και Εκχώρησης Απαιτήσεων, με αριθμό πρωτοκόλλου …./11.4.2020 (τόμος .. /αύξ. Αρ … ), τις οποίες η ……. απέκτησε σε συνέχεια μεταβίβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4354/2015 από την εταιρεία με την επωνυμία «……..» για την μεταβίβαση πραγματοποιήθηκε σχετική εγγραφή στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών την 17.01.2022 με αρ. πρωτ. …/2022 (τόμος … α/α …), η οποία ……. απέκτησε τις απαιτήσεις σε συνέχεια μεταβίβασης σύμφωνα με το ν. 3156/2003 από την ανώνυμη εταιρεία <<…………» με αριθμό Γ.Ε.Μ.Η …… και ΑΦΜ ……, νομίμως εκπροσωπουμένης, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία ανώνυμης Τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………. » με αριθμό Γ.Ε.Μ.Η …. και ΑΦΜ …, κατόπιν διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς στην ως άνω νεοσυσταθείσα εταιρεία, κατέθεσε, στις 09.05.2023, το πρώτον, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, την από 05.05.2023 (αρ. εκ. κατ. ……../2023) ασκηθείσα με ιδιαίτερο δικόγραφο αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση της Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………», υπέρ της εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, και κατά του εκκαλούντος – ανακόπτοντος η οποία επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στην εφεσίβλητη-υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση ανώνυμη τραπεζική εταιρεία (όπως προκύπτει από την με αριθμό …/19.5.2023 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………..), επικαλούμενη, ως έννομο συμφέρον της, το γεγονός ότι είναι νόμιμη διαχειρίστρια της ως άνω αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού, υπέρ και κατά της οποίας ισχύει το δεδικασμένο από την παρούσα δίκη (άρθρ. 325 ΚΠολΔ), ως ειδικής διαδόχου της ως άνω ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, εφεσίβλητης, καθώς στις ως άνω μεταβιβασθείσες απαιτήσεις περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και η ένδικη απαίτηση της τελευταίας (εφεσίβλητης), επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό …../2011 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Επομένως, η ως άνω πρόσθετη παρέμβαση, η οποία, σύμφωνα και με τις προαναφερόμενες σκέψεις, έχει σαφώς χαρακτήρα αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης, είναι παραδεκτή και νόμιμη κατ’ άρθρο 80 και 83 ΚΠοΔ, με αποτέλεσμα, μεταξύ της κυρίας διαδίκου εφεσίβλητης και της προσθέτως υπέρ αυτής παρεμβαίνουσας, να δημιουργείται σχέση επιγενόμενης αναγκαίας ομοδικίας καθ’ όσον η ισχύς της εκδοθησομένης απόφασης, δηλαδή το εξ αυτής δεδικασμένο, η εκτελεστότητα και η τυχόν διαπλαστική ενέργεια, καταλαμβάνει και την ειδική διάδοχο μετά την εκκρεμοδικία και πρέπει να συνεκδικασθεί με την κρινόμενη έφεση, γιατί διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 246 και 524 παρ.1 ΚΠολΔ), πέραν του ότι η πρόσθετη παρέμβαση δεν είναι επιδεκτική χωριστής συζήτησης, από εκείνη της εκκρεμούς δίκης, αφού δεν έχει αυτοτέλεια έναντι της ανακοπής, αλλά εξαρτάται από την κύρια δίκη, που ανοίχθηκε με το ένδικο μέσο, από την οποία δεν μπορεί να χωριστεί (βλ. σχετ, ΑΠ 368/2019 ό.π., ΑΠ 1426/2013 Δημ. Νόμος, ΤριμΕφΛΘ 2407/2021 ό.ττ., ΤριμΕφΠατρ 58/2021 ό.π., ΜονΕφΠειρ 412/2021 Δημ. Ιστοσελ. ΕφΠειρ, ΜονΕφΘεσ 266/2021 ό.π., ΜονΕφΑιγ 31/2020 ό.ττ, ΜονΕφΠατρ 142/2020 Δημ. Νόμος, ΕφΑΘ 4499/2000 Δημ. Νόμος, ΕφΑΘ 4355/2002, ΕλλΔ/νη 2004/206). Περαιτέρω, από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού του Δικαστηρίου, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και κατά την εκφώνηση των δύο υποθέσεων (έφεσης, αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης), στη σειρά τους από το οικείο πινάκιο, παραστάθηκε μόνο ο εκκαλών και καθ’ ου η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, καθώς και η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα. Αναφορικά με τη συζήτηση της ένδικης εφέσεως κατά την ορισθείσα πρώτη δικάσιμο της έφεσης, στις 11.5.2023 η συζήτηση αναβλήθηκε, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Κατόπιν τούτων, η αναβολή της της συζήτησης εφέσεως από το πινάκιο για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο ισχύει πλασματικά ως κλήτευση όλων των διαδίκων κατ’ άρθρο 226 παρ.4 ΚΠολΔ, οπότε παραδεκτά συζητείται η έφεση, παρά την απουσία των εφεσιβλήτων στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, λόγω της σχέσεως επιγενόμενης αναγκαίας ομοδικίας, που δημιουργείται μεταξύ της κυρίας διαδίκου εφεσίβλητης και της προσθέτως υπέρ αυτής παρεμβαίνουσας, η συζήτηση της έφεσης θα χωρήσει ως να ήταν και αυτή παρούσα, αφού αυτή θεωρείται, κατά πλάσμα δικαίου, ότι αντιπροσωπεύεται από την αναγκαία ομόδικό της, αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα (άρθρο 274 παρ 2 περ. β’, 524 παρ. 1, 83 και 76 παρ. 1 ΚΠολΔ) (βλ. σχετ. ΑΠ 368/201& ό.π., ΤριμΕφΠατρ 58/2021 Δημ. Νόμος, ΤριμΕφΠειρ 614/2020 Δημ. Ιστοσελ.ΕφΠειρ, ΤριμΕφΔυτΜακεδ 19/2020 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΠειρ 412/2021 ό.π., ΜονΕφΛαμ 140/2020 ό.π., ΜονΕφΑιγ 31/2020 ό.π.) Ομοίως, κατά την συζήτηση της κρινόμενης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης της προσθέτως παρεμβαίνουσας, υπέρ της εφεσιβλήτου – καθ’ ης η ανακοπή τράπεζας και κατά του εκκαλούντος – ανακοπτόντος, παρέστη μόνον η παρεμβαίνουσα και ο καθ’ ου η παρέμβαση, ενώ δεν εμφανίστηκε και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε παραστάθηκε με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ούτε η πρώτη υπέρ ης η παρέμβαση, ούτε η δεύτερη υπερ ης , όταν εκφωνήθηκε η υπόθεση από τη σειρά της στο πινάκιο, αν και η ασκηθείσα το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ως άνω εκούσια αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στην εκκαλούσα – υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση ανώνυμη τραπεζική εταιρεία (βλ. τη με αριθμό …./19.5,2023 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………..) και πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρο 274 παρ. 2 ΚΠολδ).
Με την υπό κρίση από 27.12.2021 (Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ../…/2021), ανακοπή που άσκησε ο ανακόπτων – εκκαλών – καθ’ ου η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, εναντίον των καθ’ων η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητων – πρώτης υπέρ ης η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ζήτησε, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, να ακυρωθεί: α) η από 15.10.2021 επιταγή προς πληρωμή, κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμό …/2011 διαταγής πληρωμής, η οποία ως εκτελεστός τίτλος είχε ήδη ακυρωθεί με την με αριθμ. 5315/11.8.2018 οριστική απόφασή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, β) η με αριθμό …/17.11.2021 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ………., δυνάμει της οποίας επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση στο αναφερόμενο στην ένδικη ανακοπή ακίνητο. Επί της ανακοπής αυτής, εκδόθηκε ερήμην της πρώτης των καθ’ ων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων η με αριθμό 1696/2022 απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου (εκκαλουμένη) δυνάμει της οποίας απορρίφθηκε ο μοναδικός λόγος της εν λόγω ανακοπής ως μη νόμιμος και η εν λόγω ανακοπή απορρίφθηκε στο σύνολό της. Κατά της εν λόγω οριστικής αποφάσεως ο ανακόπτων (εκκαλών), ως ηττηθείς διάδικος, παραπονείται με την ως άνω έφεσή του για τους αναφερόμενους ειδικότερα σε αυτήν λόγους, οι οποίοι συνοψίζονται, όπως αυτοί εκτιμώνται από το Δικαστήριο, σ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Ζητεί δε, να γίνει αυτή καθ’ ολοκληρία δεκτή, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, με σκοπό να γίνει στο σύνολό της δεκτή η υπό κρίση ανακοπή, να ακυρωθεί η από 15.10.2021 επιταγή προς πληρωμή, κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμό …/2011 διαταγής πληρωμής και η με αριθμό …../17.11.2021 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ………. και να διαταχθεί η επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητες στη δικαστική του δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον μοναδικό λόγο της έφεσης του ο εκκαλών παραπονείται για εσφαλμένη απόρριψη του μοναδικού λόγου της ανακοπής του, με τον οποίο ισχυρίζεται ότι οι ανακοπτόμενες πράξεις εκτέλεσης πρέπει να ακυρωθούν, λόγω έλλειψης εκτελεστού τίτλου, για το λόγο ότι η με αριθμό …/2011 διαταγή πληρωμής, ως εκτελεστός τίτλος είχε ήδη ακυοωθεί με την με αριθμ. 5315/11.8.2018 οριστική απόφασή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η οποία εκδόθηκε επί της από 22.4.2014 (αρ. εκ. κατ. …/2014) ανακοπής, κατ’ άρθρο 632 ΚΠΟΛΔ , κατά της με αριθμό …../2011 διαταγής πληρωμής, ερήμην της πρώτης των νυν καθ’ων η ανακοπή. Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι η προθεσμία της άσκησης έφεσης κατά της ανωτέρω απόφασης παρήλθε μετά την άπρακτη πάροδο δυο ετών από τη δημοσίευση της (25.05.2022), ενώ η με αριθμ. 5315/11.8.2013 οριστική απόφασή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς επιδόθηκε στην καθ ης και ήδη πρώτη εφεσίβλητη την 3.6.2022, όπως προκύπτει από την με αριθμό ……./3.6.2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ……., όποτε μετά την άπρακτη πάροδο της προβλεπόμενης από τη διάταξη του άρθρου 502 ΚΠΟΛΔ δεκαπενθήμερης προθεσμίας της άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της ως άνω ερήμην εκδοθείσας απόφασης, αυτή κατέστη τελεσίδικη, με συνέπεια την τελεσίδικη ακύρωση της με αριθμό …../2011 διαταγής πληρωμής, που αποτελεί τον εκτελεστό τίτλο, δυνάμει του οποίου επισπεύδεται η προσβαλλόμενη αναγκαστική εκτέλεση. Συνεπώς, πρέπει να ακυρωθούν λόγω έλλειψης εκτελεστού τίτλου η από 15.10.2021 επιταγή προς πληρωμή, κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμό …/2011 διαταγής πληρωμής και η με αριθμό ……./17.11.2021 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ………… Ο λόγος αυτός είναι νόμιμος, κατ’ άρθρο 529 ΚΠΟΛΔ, αφού ο ανακότττων και ήδη εκκαλών επικαλείται και προσκομίζει νέα αποδεικτικά μέσα ήτοι την με αριθμό …../3 6.2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών …………., προκειμένου να αποδείξει την επίδοση της απόφασης που έλαβε χώρα μετά τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από τα προσκομιζόμενα έγγραφα αποδεικνύονται τα εξής : Η με αριθμό …./2011 διαταγή πληρωμής, ως εκτελεστός τίτλος ακυρώθηκε με την με αριθμ, 5315/11.8.2018 οριστική απόφασή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η οποία εκδόθηκε επί της από 22.4.2014 (αρ. εκ. κατ. …./2014) ανακοπής, κατ’ άρθρο 632 ΚΠΟΛΔ, κατά της με αριθμό …./2011 διαταγής πληρωμής, ερήμην της πρώτης των νυν καθ’ων η ανακοπή και ήδη πρώτης εφεσίβλητης Με την υπό κρίση από 27.12.2021 (Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ………../2021), ανακοπή που άσκησε ο ανακόπτων – εκκαλών – καθ’ ου η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, εναντίον των καθ’ων η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητων – πρώτης υπέρ ης η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ζήτησε, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, να ακυρωθεί: α) η από 15.10.2021 επιταγή προς πληρωμή, κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμό …../2011 διαταγής πληρωμής, β) η με αριθμό …../17.11.2021 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών …………., δυνάμει της οποίας επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση στο αναφερόμενο στην ένδικη ανακοπή ακίνητο. Επί της ανακοπής αυτής, εκδόθηκε ερήμην της πρώτης των καθ’ ων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων η με αριθμό 1696/2022 απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου (εκκαλουμένη) δυνάμει της οποίας απορρίφθηκε ο μοναδικός λόγος της εν λόγω ανακοπής ως μη νόμιμος, διότι ότι η αριθμ. 5315/11.8.2018 οριστική απόφασή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς δεν είχε καταστεί τελεσίδικη, αφού δεν έχει επιδοθεί στην τότε απολειπόμενη καθ’ης και νυν πρώτη εφεσίβλητη, όποτε δεν είχε παρέλθει η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 502 ΚΠΟΛΔ δεκαπενθήμερη προθεσμία για την άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της ως άνω ερήμην εκδοθείσας απόφασης, ώστε να κατέστη αυτή τελεσίδικη. Μετά την δημοσίευση ·της εκκαλουμένης απόφασης ο ανακόπτων και ήδη εκκαλών προέβη στην επίδοση της με αριθμ. 5315/11.8.2018 οριστικής απόφασής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς στην καθ’ης και ήδη πρώτη εφεσίβλητη την 3.6.2022, όπως προκύπτει από την με αριθμό …/3.6.2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ………….., όποτε μετά την άπρακτη πάροδο της προβλεπόμενης από τη διάταξη του άρθρου 502 ΚΠΟΛΔ δεκαπενθήμερης προθεσμίας της άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της ως άνω ερήμην εκδοθείσας απόφασης, όπως προκύπτει από το αριθμό …./23.6.3023 πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης τακτικών και έκτακτων ένδικων μέσων κατά της με αριθμό 5315/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η εν λόγω απόφαση κατέστη τελεσίδικη, με συνέπεια την τελεσίδικη ακύρωση της με αριθμό …../2011 διαταγής πληρωμής, που αποτελεί τον εκτελεστό τίτλο, δυνάμει του οποίου επισπεύδεται η προσβαλλόμενη αναγκαστική εκτέλεση. Συνεπώς, πρέπει να ακυρωθούν λόγω έλλειψης εκτελεστού τίτλου η από 15.10.2021 επιταγή προς πληρωμή, κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμό ………./2011 διαταγής πληρωμής και η με αριθμό …../17.11.2021 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ……… Συνεπώς, εφόσον προσκομίστηκε νέο αποδεικτικό στοιχείο που δεν είχε τεθεί υπόψιν του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, ο κρινόμενος λόγος έφεσης πρέπει να γίνει δεκτός ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί η ανακοπή να ακυρωθούν η από 15.10.2021 επιταγή προς πληρωμή, κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμό …./2011 διαταγής πληρωμής και η με αριθμό …./17.11.2021 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ………. Περαιτέρω πρέπει να απορριφθεί η από 05.05.2023 (αρ, εκ. κατ. ………/2023) ασκηθείσα με ιδιαίτερο δικόγραφο αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση της Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..», υπέρ της εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία <<……….. ………….>>. Περαιτέρω αφού γίνεται δεκτή η έφεση πρέπει να διαταχθεί, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, η επιστροφή του παράβολου (100,00 ευρώ) που ο εκκαλών κατέθεσε κατά την άσκηση της έφεσής τους, όπως ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος πρέπει να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, μεταξύ των διαδίκων, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου (ΚΠολΔ 179, 183) και να ορισθεί και το παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας αποφάσεως από έκαστη των εφεσιβλήτων – υπέρ ων (αρθρ. 501, 502 παρ.1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει τις : α) από 21.8.2022 (με Γ.Α.Κ…./2022 και με Ε.ΑΚ. …../2022 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 21.06.2022 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 21.06.2022 με Γ Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …/2022) έφεση που είχε οριστεί αρχικά να συζητηθεί στη δικάσιμο της 11.05.2023 οπότε αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και β) από 05 05 2023 (αρ. εκ. κατ. …../2023 ασκηθείσα με ιδιαίτερο δικόγραφο αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση της Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….. », υπέρ της εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία « . …….» , ερήμην των εφεσιβλήτων – υπέρ ων η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παράβολου της έφεσης στον εκκαλούντα που κατέθεσε αυτό.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη με αρ. 1696/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.
ΔΙΚΑΖΕΙ επί της από 27.12.2021 (Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …………./2021) ανακοπής.
ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή .
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την από 15.10.2021 επιταγή προς πληρωμή , κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμό 2427/2011 διαταγής πληρωμής και την με αριθμό …./17.11.2021 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών . …….
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό της τη δικαστική δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 4.7.2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ