Αριθμός 329/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΑΙΤΟΥΣΑΣ: ………….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Δημήτριο Τσώνη [ΝΙΚΟΛΑΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ-ΧΑΡΑ ΖΕΡΒΑ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ].
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ-ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Ανώνυμης εταιρείας υπό την επωνυμία «………..» και υπό το διακριτικό τίτλο «……» που εδρεύει στη ……. Αττικής (………), με Α.Φ.Μ. ……… και αριθμό Γ.Ε.Μ.Η. …….., νομίμως αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος (Απόφαση υπ’ αριθ. 207/1/29.11.2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος) ως εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις δυνάμει των Διατάξεων του Ν. 4354/2015 και της Πράξης 118/19.5.2017 της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως τροποποιήθηκε από την υπ’ αριθ. 153/8.1.2019 Πράξη, στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση των απαιτήσεων της εταιρείας ειδικού σκοπού υπό την επωνυμία «…………» με έδρα στην ……….., (η «Δικαιούχος της Απαίτησης»), κατά τα οριζόμενα στο από 25.6.2021 Ιδιωτικό Συμφωνητικό Διαχείρισης Απαιτήσεων και σύμφωνα με την παρ. 14 του άρθρου 10 του Ν. 3156/2003, όπως ισχύει, στον οποίο Δικαιούχο της Απαίτησης, η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία υπό την επωνυμία «……………..» και υπό τον διακριτικό τίτλο «………….», όπως εκπροσωπείται νομίμως, έχει εκχωρήσει και μεταβιβάσει ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της από δάνεια και πιστώσεις, δυνάμει της από 25.06.2021 Συμβάσεως Μεταβίβασης Τιτλοποιούμενων Απαιτήσεων (όπως αυτή καταχωρήθηκε νομίμως και αναγγέλθηκε στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών) και σύμφωνα με το άρθρο 10 του Ν. 3156/2003, η οποία «……………..» εδρεύει στην Αθήνα, με Α.Φ.Μ. .. της Δ.Ο.Υ ΦΑΕ Αθηνών και αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. …, νομίμως εκπροσωπούμενης (Επωφελούμενη), ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. … και Α.Φ.Μ. …, κατόπιν διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς του στην ως άνω νεοσυσταθείσα τραπεζική εταιρεία-πιστωτικό ίδρυμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Αριστέα Φλεβοτόμου [ΦΡΑΓΚΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ].
Η εκκαλούσα-αιτούσα κατέθεσε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 25.9.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2023) ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 162/2024 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την ανακοπή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η ανακόπτουσα και ήδη εκκαλούσα-αιτούσα με την από 16.2.2024 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ …………./2024- ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2024) έφεση-αίτηση αναστολής, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η ένδικη έφεση κατά της με αριθμό 162/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών με την παρουσία των διαδίκων, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στην γραμματεία του δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση στις 16-2-2024, δηλαδή εντός της από το άρθρο 518 παρ.2 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, διότι δεν προέκυψε ότι έλαβε χώρα επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ενώ κατατέθηκε και το νόμιμο παράβολο, συνολικού ποσού 100 ευρώ, κατ΄άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ (βλ. το με αριθμό …………………/ 2024 e- παράβολο). Πρέπει, συνεπώς να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ώστε να κριθεί το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της .
ΙΙ. Με την από 25-9-2023 και με αρ. καταθ. …………/ 2023 ανακοπή η ανακόπτουσα και ήδη εκκαλούσα ζητούσε την ακύρωση της υπ’ αριθμ. …./27.7.2023 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών, . ….., με την οποία η καθής επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση στο ειδικότερα περιγραφόμενο ακίνητο της (ανώγεια οικία στον δήμο Κορυδαλλού), για το ποσό των 150.000 ευρώ, για ικανοποίηση απαίτησης της, απορρέουσας από την υπ’αριθμ. …../ 2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ποσού 429.220,04 ευρώ, πλέον εξόδων και τόκων. Επι της ανακοπής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφασή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία αυτή απορρίφθηκε. Ήδη η ανακόπτουσα με την κρινόμενη έφεση της παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε η ανακοπή της να γίνει κατ’ουσίαν δεκτή, ενώ περαιτέρω αιτείται την αναστολή της σε βάρος της εκτελεστικής διαδικασίας κατ’ άρθρο 938 παρ.2 ΚΠολΔ μέχρις εκδόσεως οριστικής απόφασης επι της έφεσης.ΙΙΙ. Με τον πρώτο λόγο της έφεσης, η εκκαλούσα παραπονείται για την εσφαλμένη απόρριψη του μοναδικού λόγου της ανακοπής της, με τον οποίο προβάλλει την ακυρότητα της προσβαλλόμενης πράξης εκτέλεσης (κατάσχεση ακίνητης περιουσίας), λόγω καταχρηστικότητας. Ειδικότερα, αυτή διατείνεται, ότι η εφεσίβλητη ενήργησε καταχρηστικά: α) επισπεύδοντας σε βάρος της διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, καθ’ ό χρόνο η ίδια είχε αιτηθεί επανειλημμένως την εξώδικη ρύθμιση της οφειλής της, προτείνοντας την αποπληρωμή του χρέους της με την καταβολή εφάπαξ του ποσού των 170.000 ευρώ, και β) επιβάλλοντας κατάσχεση στη κύρια κατοικία της, εμπορικής αξίας 386.000 ευρώ, για το ποσό των 150.000 ευρώ, δηλαδή για μέρος μόνον της επίδικης απαίτησης, ποσού 429.220,04 ευρώ, μολονότι η απαίτηση της είναι εξασφαλισμένη εμπραγμάτως με προσημείωση υποθήκης και επι ετέρου ακινήτου, συγκυριότητας κατά το ½ του εγγυητή του δανείου, ……………, το εκπλειστηρίασμα από τυχόν πλειστηριασμό του οποίου, θα μπορούσε να καλύψει το ως άνω ποσό των 150.000 ευρώ, αλλά και με προσωπικές εγγυήσεις (εκ τρίτων συμβαλλομένων στη σύμβαση δανείου). Ο λόγος αυτός τυγχάνει μη νόμιμος και απορριπτέος, καθ’ όλα τα σκέλη του, διότι :α) το γεγονός, ότι η εφεσίβλητη δεν αποδέχθηκε την προτεινόμενη απο την εκκαλούσα ρύθμιση της οφειλής της και επιδιώκει την αναγκαστική είσπραξη της, δεν αποτελεί καταχρηστική εκ μέρους της άσκηση δικαιώματος, καθόσον αυτή δεν ήταν υποχρεωμένη να αποδεχθεί τις προτάσεις της εκκαλούσας, που προϋπέθεταν την κατά μεγάλο μέρος μείωση της απαίτησής της, ούτε φέρεται να είχε δημιουργήσει σχετική πεποίθηση στην τελευταία, ότι θα γίνει αποδεκτή από πλευράς της κάποια πρόταση για ρύθμιση, ώστε η μετέπειτα συμπεριφορά της που εντάσσεται στο πλαίσιο του δικαιώματός της για διαχείριση και προστασία της περιουσίας της, να παρίσταται τυχόν ως αιφνίδια μεταβολή της μέχρι τότε στάσης της και ανατροπή μιας κατάστασης που η ίδια είχε δημιουργήσει. (ΜονΕφΠειρ54/2024, ΜονΕφΑνΚρ 19/2024 ΝΟΜΟΣ). Επιπροσθέτως, το γεγονός, ότι το κατασχεθέν ακίνητο αποτελεί, κατά τους ισχυρισμούς της εκκαλούσας, τη κύρια κατοικία της δεν καθιστά άνευ ετέρου την επιβολή κατάσχεσης επ’ αυτού καταχρηστική, δεδομένου ότι αυτή δύναται να αναζητήσει δικαστική προστασία βάσει των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων, και β) ο περιορισμός του ποσού της απαίτησης, για το οποίο επιβάλλεται η κατάσχεση, που γίνεται προς μείωση των εξόδων, δεν αποκλείει την ικανοποίηση της εφεσίβλητης ως προς το υπόλοιπο μέρος αυτής, με σχετική αναγγελία της στον πλειστηριασμό, ενώ, τέλος, αναφορικά με την εναλλακτική λύση της κατάσχεσης του έτερου προσημειωμένου κατά το ½ εξ αδιαιρέτου ακινήτου, που η εκκαλούσα διατείνεται, ότι σκοπίμως η εφεσίβλητη δεν προέκρινε, αυτή προβάλλεται όλως αορίστως καθόσον δεν προσδιορίζεται στο δικόγραφο η αξία του ούτε καθίσταται σαφές ότι δεν υφίστανται σε αυτό άλλες εμπράγματες ασφάλειες για απαιτήσεις τρίτων, που προηγούνται της επίδικης στην προνομιακή κατάταξη από το εκπλειστήριασμα, ώστε να δύναται να κριθεί βασίμως, εάν αποτελεί όντως εξίσου πρόσφορη λύση για την τελευταία. Σημειώνεται δε, ότι δεν προσκομίζεται ούτε σχετικό πιστοποιητικό βαρών του εν λόγω ακινήτου. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ομοίως, έστω και με διάφορη εν μέρει αιτιολογία που αντικαθίσταται και συμπληρώνεται με την παρούσα, και απέρριψε τον λόγο αυτό και συνακόλουθα την ανακοπή, δεν έσφαλε, και ο σχετικός πρώτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα πρέπει να απορριφθεί.IV. Με τον δεύτερο λόγο της έφεσης η εκκαλούσα παραπονείται, διότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο επέβαλε σε βάρος της τα δικαστικά έξοδα της καθής, ποσού 2.119,70 ευρώ, ενώ έπρεπε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 179 ΚΠολΔ να τα συμψηφίσει μεταξύ τους, διότι ήταν δυσχερής η ερμηνεία των εφαρμοστέων κανόνων δικαίου. Και ο λόγος αυτός τυγχάνει αβάσιμος και απορριπτέος, διότι αφενός ο συμψηφισμός προβλέπεται δυνητικός και αφετέρου δεν συντρέχει εν προκειμένω ιδιαίτερη δυσχέρεια στην ερμηνεία των εφαρμοστέων κανόνων δικαίου .V. Μετά ταύτα, επειδή δεν υπάρχει άλλος λόγος της έφεσης προς εξέταση, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ ομοίως πρέπει να απορριφθεί και η σωρευόμενη αίτηση αναστολής. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρο 176 παρ.1, 191 παρ.2 και 183 ΚΠολΔ), και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την έφεση με την παρουσία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την έφεση.
Απορρίπτει την αίτηση αναστολής.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του με αριθμό ……………………/ 2024 παραβόλου.
Καταδικάζει την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας και ορίζει αυτά στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 4 Ιουλίου 2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ