Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 389/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός  389/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ναυτικό Τμήμα

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Λέκκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τον Γραμματέα Σ.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΑΝΤΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Μονοπρόσωπης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “………….”, η οποία εδρεύει στην ….. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η πληρεξουσία δικηγόρος της Μαρία Αρβανίτη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΑΝΤΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……….. τoν οποίo εκπροσώπησε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η πληρεξουσία δικηγόρος τoυ Άννα Κοντοσέα [Γ. Κοντοσέας & Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρία], με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Ο αντεκκαλών – εφεσίβλητος …………., ήγειρε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 23.12.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ………/23.12.2022 αγωγή, σε βάρος της ήδη εκκαλούσας – αντεφεσίβλητης εταιρείας, επί της οποίας, συζητήσεως γενομένης την 09.05.2023, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, η με αριθμό 2647/2023 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη.

Η εν μέρει ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό εναγομένη και ήδη εκκαλούσα εταιρεία με την επωνυμία “……….”, με την από 12.09.2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……./12-9-2023 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………../14-09-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή της, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου.

Την ίδια απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, προσβάλλει και ο εν μέρει ηττηθείς στον πρώτο βαθμό ενάγων, …………., με την από 17.05.2024 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογράφου ………../17-05-2024 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) αντέφεσή του, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, τα οποία συνεκφωνήθηκαν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΙΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου  τα κάτωθι αναφερόμενα δικόγραφα: α) Η από 12.09.2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……../12-9-2023 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………./14-09-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της εν μέρει ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό εναγόμενης εταιρίας με την επωνυμία “………….”, της από 23.12.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ………/23.12.2022 αγωγής και β) η από 17.05.2024 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογράφου ………../17-05-2024 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) αντέφεση του επίσης εν μέρει ηττηθέντος ενάγοντος της ανωτέρω αγωγής και νυν εφεσιβλήτου, ……….., αμφότερες στρεφόμενες κατά της εκδοθείσας επί της αγωγής αυτής υπ’ αριθμ. 2647/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,  με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, τα οποία πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν προς διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης και μείωση των εξόδων (άρθρο 246, 524 παρ.1 εδαφ.α΄και 591 παρ.1 εδαφ.α΄και ζ΄του ΚΠολΔ).

ΙΙ. Η κρινόμενη από 12.09.2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ………/12-9-2023 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………/14-09-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της εν μέρει ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό εναγομένης μονοπρόσωπης ναυτιλιακής ανώνυμης εταιρείας κατά της υπ’ αριθμ. 2647/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων της πρωτοβάθμιας δίκης, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αριθμ.3, 621 του ΚΠολΔ και 82 του ΚΙΝΔ), επί της ασκηθείσας σε βάρος της εκκαλούσας από 23.12.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ………………/23.12.2022 αγωγής του εφεσίβλητου, Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού, διώκοντος με αυτήν την επιδίκαση διαφόρων χρηματικών απαιτήσεών του σε βάρος της εναγομένης, συνολικού ποσού 42.835,73 ευρώ, πλέον τόκων, απορρεουσών από πλείονες συμβάσεις ναυτολόγησής του σε πλοίο, πλοιοκτησίας της αντιδίκου του, με την ειδικότητα του ναύτη, σε εκτέλεση των οποίων παρείχε εξαρτημένη ναυτική εργασία στο εν λόγω πλοίο, κατά τα αναφερόμενα στο δικόγραφο χρονικά διαστήματα και με την οποία (πρωτόδικη απόφαση) έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή του ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και, αφενός μεν υποχρεώθηκε η εναγόμενη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 12.803,78 ευρώ, αφετέρου δε αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση της ιδίας να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 10.039,95 ευρώ νομιμοτόκως, σύμφωνα με τις ειδικότερα διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό της απόφασης διακρίσεις, ενώ, επιπροσθέτως, καταδικάσθηκε και σε μέρος της δικαστικής του δαπάνης, ποσού 700 ευρώ, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517 εδαφ.α΄, 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 12-9-2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……../12-9-2023), δεδομένου ότι, από τα έγγραφα της δικογραφίας  δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία των δύο (2) ετών από τη δημοσίευσή της στις 08-08-2023 και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ για το παραδεκτό της, μολονότι ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της παρ.4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση, η οποία αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ ύλην, κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ. α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την αυτή (ειδική) διαδικασία των περιουσιακών/εργατικών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρα 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ).

ΙΙΙ. Ο επίσης εν μέρει ηττηθείς στον πρώτο βαθμό εφεσίβλητος – ενάγων άσκησε, κατά της αυτής ως άνω πρωτόδικης απόφασης, αντέφεση, εμπρόθεσμα και κατά τις νόμιμες διατυπώσεις, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ.1 στοιχ. ζ΄του ΚΠολΔ, με το από 17.05.2024 ιδιαίτερο δικόγραφο, το οποίο κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος δευτεροβαθμίου δικαστηρίου στις 17-05-2024, συντάχθηκε έκθεση κάτω απ’ αυτό (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/17-05-2024) και κοινοποιήθηκε στην εκκαλούσα – εναγόμενη και αντεφεσίβλητη ναυτιλιακή εταιρεία εντός της προβλεπομένης στην προαναφερθείσα διάταξη προθεσμίας, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με αριθμό ……./20.5.2024 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ……….. Με την αντέφεσή του αυτή ο αντεκκαλών πλήττει κεφάλαια της εκκαλουμένης απόφασης, που προσβάλλονται και με την έφεση της αντιδίκου του, καθώς και κεφάλαια αναγκαία συνεχόμενα με τα εκκληθέντα, όπως αναλυτικά θα αναφερθεί κατωτέρω. Συνεπώς, η κρινόμενη αντέφεση, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 του ΚΠολΔ), επίσης κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η πρωτόδικη απόφαση.

IV. Ο ενάγων με την αγωγή του ισχυρίσθηκε ότι ναυτολογήθηκε διαδοχικά τέσσερις (4) φορές με την ειδικότητα του ναύτη και απασχολήθηκε, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, εντός της χρονικής περιόδου από 17.09.2020 έως 20.12.2022, στο υπό ελληνική σημαία επιβατηγό – οχηματαγωγό (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοίο με την ονομασία «BSN», ολικής χωρητικότητας 5.650,51 κόρων, πλοιοκτησίας της εναγομένης, αντί των προβλεπομένων από τις εν προκειμένω εφαρμοστέες για τα χρονικά διαστήματα, στα οποία ανάγονται οι απαιτήσεις του, Συλλογικές Συμβάσεις Ναυτικής Εργασίας για τα μέλη των πληρωμάτων των Επιβατηγών Ακτοπλοϊκων Πλοίων των ετών 2019 και 2022 μηνιαίου μισθού και επιδομάτων και υπό τους σ’ αυτές καθοριζόμενους εργασιακούς όρους, καθώς και ότι παρείχε προσηκόντως τις υπηρεσίες του στο πλοίο, που εκτελούσε τα εκτιθέμενα στην αγωγή δρομολόγια μεταξύ ελληνικών λιμένων, στα οποία περιλαμβάνονται και τα επίσης διαλαμβανόμενα δρομολόγια εξπρές, εργαζόμενος καθημερινά επί δέκα έξι (16) ώρες ημερησίως, ασκώντας τα καθήκοντα της ειδικότητάς του, σύμφωνα με όσα αναλυτικά παραθέτει στην αγωγή του. Με βάση το ιστορικό αυτό και υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι απασχολήθηκε χωρίς να λάβει το σύνολο των αμοιβών, που αντιστοιχούσαν στις ώρες της παρασχεθείσας υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, το σύνολο της αναλογίας δώρων εορτών των ετών 2021 και 2022, τα οποία δικαιούται, της πρόσθετης αμοιβής του για τα δρομολόγια εξπρές, που εκτέλεσε το πλοίο κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, το σύνολο των αδειών διανυκτέρευσης που εδικαιούτο, ούτε και την οφειλόμενη αποζημίωση απόλυσης, διότι την 13.12.2021, έλαβε άδεια αναπαύσεως έως την 13.1.2022, μετά την λήξη της οποίας εν τούτοις η εναγόμενη αρνήθηκε την επαναπρόσληψή του παρά τις οχλήσεις του, όπερ ισοδυναμεί με μονομερή καταγγελία της σύμβασης εργασίας του από την αντίδικό του, χωρίς δικό του παράπτωμα, ζήτησε, όπως το αρχικά καταψηφιστικό αίτημά του για το συνολικό ποσό των 42.835,73 ευρώ παραδεκτά περιορίσθηκε στον πρώτο βαθμό σε εν μέρει αναγνωριστικό, α) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει εξ αυτού, το συνολικό ποσό των 25.574,30 ευρώ, για διαφορές αποδοχών υπερωριακής του απασχόλησης, με το νόμιμο τόκο από την ημέρα της τελευταίας αποναυτολόγησής του, άλλως από την επίδοση της αγωγής και β) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της ιδίας στην καταβολή του υπολοίπου, ήτοι του χρηματικού ποσού των 17.261.43 ευρώ συνολικά, για διαφορές επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές των ανωτέρω ετών, αποζημιώσεως λόγω μη χορηγήσεως είκοσι τριών αδειών διανυκτερεύσεως, καθώς και ως αποζημίωση απόλυσης, με το νόμιμο τόκο, από τα αυτά ως άνω αφετήρια χρονικά σημεία. Με την εκκαλούμενη απόφαση, η αγωγή αυτή κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, ακολούθως δε, με τις παραδοχές, μεταξύ άλλων, ότι η ημερήσια απασχόληση του ενάγοντος στο πλοίο της εναγομένης με την ειδικότητα του ναύτη, ανερχόταν σε δέκα τρεις (13) ώρες κατά μέσο όρο, καθώς και ότι στις 12.2021 χορηγήθηκε σ’ αυτόν από το Πλοίαρχο άδεια ανάπαυσης, διάρκειας ενός μηνός, μετά τη λήξη της οποίας στις 13.1.2022, η εναγόμενη δεν προέβη στην άμεση επαναυτολόγησή του, παρά μόνον μεταγενέστερα την 7.2.2022, με αποτέλεσμα, λόγω της επελθούσας στην πραγματικότητα λύσης της σύμβασης εργασίας του άνευ δικού του παραπτώματος, να δικαιούται της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 76 του ΚΙΝΔ αποζημίωσης, έγινε κατά ένα μέρος δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και α) υποχρεώθηκε η εναγόμενη, με διάταξη που κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή για το ποσό των 5.000 ευρώ, να του καταβάλει το ποσό των 12.803,78 ευρώ, ως υπόλοιπο αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση εντός των ετών 2021 και 2022 και β) αναγνωρίσθηκε η υποχρέωσή της στην προς αυτόν καταβολή του ποσού των 10.039,95 ευρώ, ως υπόλοιπο επιδομάτων εορτών, πρόσθετης αμοιβής για την εκτέλεση δρομολογίων εξπρές, ως αποζημίωση λόγω μη χορήγησης είκοσι ενός αδειών διανυκτέρευσης, καθώς επίσης και λόγω της απόλυσης, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη ημέρα της λύσης της τελευταίας σύμβασης ναυτικής εργασίας του στις 20.12.2022, ήτοι από την 21.12.2022, πλην του ποσού, που αναγνωρίσθηκε ότι δικαιούται να λάβει ως διαφορά αναλογίας δώρου Χριστουγέννων του έτους 2022, ως προς το οποίο κρίθηκε ότι, εφόσον δεν είχε καταστεί απαιτητό έως της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος, αλλά ούτε και κατά την επίδοση της αγωγής, απέρριψε το αίτημα επιδίκασης τόκων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται αμφότεροι οι διάδικοι, η μεν εναγόμενη με την έφεσή της, ο δε ενάγων με την αντέφεσή του, που έχουν εισαχθεί στο παρόν Δικαστήριο προς κρίση, για τους ειδικότερα εκτιθέμενους στο κάθε δικόγραφο λόγους, οι οποίοι, στο σύνολό τους εκτιμώμενοι, ανάγονται σε σχέση με την έφεση της εναγομένης, σε κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ως προς τα κεφάλαια αυτής, που αφορούν στο σύνολο των αγωγικών κονδυλίων, πλην της επιδικασθείσας αποζημιώσεως για μη χορήγηση είκοσι μίας αδειών διανυκτέρευσης, με την επισήμανση ότι, με την αντέφεση του ενάγοντος παραδεκτά πλήττονται για τους ίδιους λόγους, αφενός μεν τα ήδη εκκληθέντα κονδύλια της διαφοράς αμοιβής υπερωριών, δώρων εορτών και αμοιβής δρομολογίων εξπρές, καθώς και της αποζημίωσης απόλυσης, αφετέρου δε η κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ότι τυγχάνει μη νόμιμο το αίτημα τοκοδοσίας επί του κονδυλίου του δώρου Χριστουγέννων του έτους 2022, διάταξη που πλήττεται για κακή εφαρμογή του νόμου, δηλαδή κεφάλαιο της εκκαλουμένης αναγκαίως συνεχόμενο με εκκληθέν κεφάλαιο υπό την έννοια του άρθρου 523 παρ.1 του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. περί του ότι το κεφάλαιο των τόκων συνέχεται αναγκαστικά με το κεφάλαιο για την κύρια απαίτηση ΑΠ 732/2022 ΤΝΠ Νόμος), ζητώντας την ουσιαστική παραδοχή τους, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, την αναδίκαση της υπόθεσης από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω απόρριψη η εκκαλούσα και παραδοχή της αγωγής κατά τα εκκληθέντα κεφάλαια ο αντεκκαλών, αντίστοιχα.

V. Από την περιεχομένη στην από 08.05.2023 ένορκη βεβαίωση μάρτυρα, η οποία ελήφθη ενώπιον του δικηγόρου Πειραιώς, …….., του μάρτυρος του ενάγοντος …………….., μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγομένης, κατά τα άρθρα 421, 422 και 591 παρ.1 α΄του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. την αριθμ. ………/2.5.2023 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιώς . …), η οποία εκτιμάται κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας του μαρτυρούντος, χωρίς το γεγονός ότι ο μάρτυρας αυτός τυγχάνει αντίδικος της εναγομένης, διότι έχει ασκήσει εναντίον της άλλη, δική του, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο να αποκλείει αυτό και μόνο την αποδεικτική αξία των λεγομένων του (ΕφΑθ 3879/2012 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 698/2003 ΑχΝομ 2004.266) – η εναγομένη δεν εξέτασε μάρτυρα -, καθώς και το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, προκειμένου να χρησιμεύσουν, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται κατά τα άρθρα 261 εδαφ.β΄, 352 § 1 και 591 § 1 του ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 του ΚΠολΔ), αποδεικνύονται πλήρως τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης εταιρείας με την επωνυμία “………..”, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοίου «BSN», ολικής χωρητικότητας 5.650,51 κόρων και του ενάγοντος, ………….., απογεγραμμένου ναυτικού, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε, με την ειδικότητα του ναύτη, στο ως άνω πλοίο και παρείχε τις υπηρεσίες του α) από 17.9.2020 έως 25.2.2021, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του Πλοιάρχου του πλοίου, β) από 14.8.2021 έως 13.12.2021, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά «λόγω αδείας έως την 13.1.2022», γ) από 7.2.2022 έως 8.7.2022, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά «λόγω αδείας έως την 8.8.2022» και δ) από 9.8.2022 έως και 20.12.2022, οπότε αποναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του Πλοιάρχου του πλοίου. Κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται υπό τινός των διαδίκων, κατόπιν συμφωνίας αυτών, οι ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας του ενάγοντος διήποντο κατά το έτος 2021, από τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2019 (η οποία κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 και δημοσιεύθηκε νόμιμα (ΦΕΚ Β 3170/12-8- 2019) και κατά το έτος 2022, από τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2022 που κυρώθηκε από την ΥΑ 2242.5-1.5/8785/2022 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, (ΦΕΚ Β’ 663/15.02.2022). Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 § 1 των ως άνω εφαρμοζομένων εν προκειμένω ΣΣΝΕ, οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα έως Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές, εν πλω και στον λιμένα, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά την Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού (μισθού ενέργειας). Όπως διευκρινίζεται δε με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ 328/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 626/2014 ΕλλΔνη 2015.508 όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νμλγ.), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝαυτΔ 34.351, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝαυτΔ 33.345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες (άρθρα 11 και 13 § 5), δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου (άρθρο 18). Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες αμείβεται ανά ώρα με βάση το ωρομίσθιο που, κατ’ άρθρο 13 § 1 εδαφ. β και γ της ιδίας ΣΣΝΕ, υπολογίζεται ως πηλίκο της διαιρέσεως του μισθού ενέργειας, όπως αυτός καθορίζεται στη διάταξη του άρθρου 1 § 1 αυτής, δια του αριθμού των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης των ναυτικών, δηλαδή δια του αριθμού εκατόν εβδομήντα τρία (52 εβδομάδες του έτους δια 12 μήνες = 4,33 Χ 40 ώρες εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης = 173). Ακολούθως, το ωρομίσθιο προσαυξάνεται κατά 50% (άρθρο 13 § 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 § 2), ενώ, κατά το άρθρο 18 § 2, για τον υπολογισμό των ωρών εργασίας κατά τις ημέρες αργίας ανά μήνα πολλαπλασιάζεται ο μέσος μηνιαίος όρος αργιών (16 αργίες ετησίως δια 12 μήνες = 1,33) με τον αριθμό των ωρών της ημερήσιας απασχόλησης για κάθε αργία (1,33 Χ 8 ώρες = 10,67 ώρες μηνιαίως). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, κατά την ανωτέρω ΣΣΝΕ του έτους 2019 (άρθρα 1, 3, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 §§ 1, 2), κατά το έτος 2021 ο ενάγων έπρεπε να λαμβάνει μηνιαίως: Ως μισθό ενεργείας του ναύτη το ποσό των 1.204,77 ευρώ, ως επίδομα Κυριακών ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας και δη το ποσό των 265,05 ευρώ, ως επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 36,64 ευρώ, ως αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας  το ποσό των 19,98 ευρώ την ημέρα και μηνιαίως το ποσό των 599,40 ευρώ (19,98 ευρώ Χ 30) και ως αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας, το ποσό των 433,95 ευρώ [(μισθός ενεργείας 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών  265,05 ευρώ: 22) =  66,81 + 19,98 ευρώ =) 86,79 Χ 5 ημέρες (ενόψει του ότι ο ενάγων είχε τουλάχιστον διετή θαλάσσια προϋπηρεσία)= 433,95 ευρώ].  Με την ίδια ΣΣΝΕ, το ωρομίσθιο του ναύτη καθορίσθηκε στο χρηματικό ποσό των 6,96 ευρώ και με τις προσαυξήσεις 25% και 50%, σε 8,70 ευρώ και σε 10,44 ευρώ, αντίστοιχα. Κατά δε την ανωτέρω ΣΣΝΕ του έτους 2022 (άρθρα 1, 3, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 §§ 1, 2) ο ενάγων έπρεπε να λαμβάνει μηνιαίως: Ως μισθό ενεργείας του ναύτη το ποσό των 240,91 ευρώ, ως επίδομα Κυριακών ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας και δη το ποσό των 273,00 ευρώ, ως επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 37,74 ευρώ, ως αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας  το ποσό των 20,58 ευρώ την ημέρα και μηνιαίως το ποσό των 617,40 ευρώ (20,58 ευρώ Χ 30) και ως αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας, το ποσό των ευρώ 446,97 € (μισθός ενεργείας + επίδομα Κυριακών /22+ τροφοδοσία 20,58 € X 5 ημέρες).  Με την ίδια ΣΣΝΕ, το ωρομίσθιο του ναύτη καθορίσθηκε στο χρηματικό ποσό των 7,17 ευρώ και με τις προσαυξήσεις 25% και 50%, σε 8,96 ευρώ και σε 10,76 ευρώ, αντίστοιχα. Τα γενικά και ειδικά καθήκοντα και οι λοιπές εργασιακές υποχρεώσεις των ναυτών που εργάζονταν στο ανωτέρω πλοίο, ορίζονται στον Κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας που ισχύει για τα, υπό ελληνική σημαία, επιβατηγά πλοία χωρητικότητας μείζονος των πεντακοσίων (500) κόρων (ΒΔ 683/1960, ΦΕΚ Α΄ 158/4.8.1960), στις διατάξεις των άρθρων 62 και 63 του οποίου, ορίζεται ότι, οι ναύτες τελούν υπό τις διαταγές και τον έλεγχο του ναύκληρου και βοηθούν αυτόν και τον υποναύκληρο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους και, ειδικότερα, εκτελούν, αφενός μεν κατά φυλακές (βάρδιες), τις εργασίες πηδαλιούχου, οπτήρα και αγγελιοφόρου γέφυρας, αφετέρου δε εκτός φυλακής (βάρδιας), μεταξύ άλλων, τις εργασίες καθαριότητας και συντηρήσεως του σκάφους και των σωσιβίων μέσων του, όπως και κάθε εργασία σχετική προς την ειδικότητά τους. Επιπλέον, στις διατάξεις των άρθρων 136 § 1 και 137 του ιδίου Κανονισμού, ορίζεται ότι: «Οι διηρημένοι εις τας γενικάς εργασίας καταστρώματος άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψιν του Ναυκλήρου και του Υπαναυκλήρου ένδον εις καθαρισμούς, αποσκωρίασιν ελασμάτων, χρωματισμούς, καθαρισμόν των υδροσυλλεκτών και δεξαμενών πρωραίας και πρυμναίας ζυγοσταθμίσεως, προετοιμασίαν των κυτών διά φόρτωσιν ή εκφόρτωσιν, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, εις πρωρατικά έργα, ευθέτισιν των αποθηκών υλικών συντηρήσεως σκάφους και των κυτών προς πρόληψιν μετατοπίσεως, αναμίξεως, βλάβης, φθοράς ή κλοπής του φορτίου πυρκαϊάς, τοποθέτησιν παραφραγμάτων φορτίου και εις πάσαν άλλην εργασίαν της ειδικότητός των, διατασσομένην υπό του Υπάρχου (άρθρο 136 § 1) και ότι: “1. Το προσωπικόν καταστρώματος κατανέμεται κατά τον κατάπλουν, την αγκυροβολίαν, την άπαρσιν και τον απόπλουν επί τη βάσει του οικείου πίνακος διαιρέσεως προσωπικού ως εξής: α) Ο Πλοίαρχος επί της γεφύρας, β) ο Ύπαρχος όπου θεωρείται αναγκαίον, γ) ο Υποπλοίαρχος εις το πρόστεγον μετά του Ναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος, δ) ο Ανθυποπλοίαρχος εις το επίστεγον μετά του Υποναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος…, ε) ο Δόκιμος αξιωματικός επί της γεφύρας διά την διαβίβασιν των παραγγελμάτων, στ) ο Πηδαλιούχος εις το πηδάλιον. 2. Κατά τον κατάπλουν και την αγκυροβολίαν, την μεθόρμισιν ως και την άπαρσιν και τον απόπλουν, δεν τηρούνται αι συνήθεις ώραι εργασίας, αλλά πάντες εργάζονται διά την κανονικήν και ασφαλή αγκυροβολίαν και όρμισιν του πλοίου ή διά την κανονικήν άπαρσιν αυτού και πέραν έτι των ωρών εργασίας, χωρίς τούτο να θεωρήται υπερωρία. Εάν το πλοίον είναι ηγκυροβολημένον εις ανοικτόν όρμον ή εις άλλο αγκυροβόλιον ουχί ασφαλές δύναται κατά την κρίσιν του Πλοιάρχου να εξακολουθήση η εργασία κατά φυλακάς ως εν πλώ” (άρθρο 137). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 146 § 2 του ιδίου ΒΔ «εν όρμω το προσωπικόν καταστρώματος υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του Υπάρχου και υπό την διεύθυνσιν του Ναυκλήρου, ασχολείται εις καθαρισμούς, υποσκωρίασιν ελασμάτων χρωματισμούς, καθαρισμόν υδροσυλλεκτών και δεξαμενών, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, πρωρατικά έργα και εις πάσαν άλλην εργασίαν σκάφους, διατασσομένην υπό του Υπάρχου, συμφώνως προς το ωρολόγιον πρόγραμμα ημερησίας εργασίας εν όρμω, χειμερινόν ή θερινόν, αναλόγως της εποχής του έτους». Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει, μεταξύ άλλων, πρώτον, ότι στα λιμάνια προσέγγισης του πλοίου το προσωπικό καταστρώματος μετέχει σύσσωμο στις εργασίες κατάπλου (πρόσδεση και αγκυροβολία) και απόπλου (απόδεση και άπαρση) και δεύτερον, ότι η εργασία αυτή, ακόμα και αν εκτείνεται πέραν του οκταώρου της καθημερινής απασχόλησης των ναυτών, δεν θεωρείται υπερωριακή. Όμως, η τελευταία αυτή ρύθμιση υποχωρεί, καθόσον στη (μεταγενέστερη και ειδικότερη) διάταξη του άρθρου 13 § 1 της ως άνω ΣΣΝΕ, που έχει ισχύ νόμου, ορίζεται αντιθέτως ότι, για όλες τις εργασίες που εκτελούνται στο λιμάνι πέραν των κανονικών εργασίμων ωρών, ο ναυτικός δικαιούται πρόσθετη αμοιβή, επειδή οι εργασίες αυτές, στις οποίες ρητά συμπεριλαμβάνονται και αυτές κατά τον κατάπλου και τον απόπλου, θεωρούνται υπερωριακές (ΜονΕφΠειρ 602/2015, 85/2015, 618/2014, 539/2014, 23/2014, όλες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων, το ανωτέρω πλοίο, εκτελούσε τα ακόλουθα δρομολόγια: [Α] Κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2021 έως 25.2.2021, 6.11.2021 έως 13.12.2021, από 7.2.2022 έως και 31.3.2022 και από 1.11.2022 έως και 20.12.2022: Κάθε Δευτέρα και Τετάρτη το πλοίο κατέπλεε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.50 απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.05 για Σχοινούσα (αφ. 01.10 αν. 01.25), Κουφονήσι (αφ. 01.55 αν. 02.10), Κατάπολα (αφ. 02.50 αν. 06.00), Κουφονήσι (αφ. 06.40 αν. 06.55), Σχοινούσα (αφ. 07.25 αν. 07.40), Ηρακλειά (αφ. 07.45 αν. 08.00), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 17.30 για Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.45 αν. 23.05) κατέπλεε δε το πρωί της επομένης ημέρας (Τρίτη και Πέμπτη, αντίστοιχα) στο λιμάνι της Δονούσας ώρα 00.15, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 00.30 για Αιγιάλη (αφ. 01.10 αν. 01.25), Αστυπάλαια (αφ. 02.50 αν. 05.15), Αιγιάλη (αφ. 06.40 αν. 06.55), Δονούσα (αφ. 07.35 αν. 07.50), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Σύρο (αφ. 21.10 αν. 21.25), Πάρο (αφ. 22.30 αν. 22.50), Νάξο (αφ. 23.35 αν. 23.55), ακολούθως εάν η επομένη ημέρα ήταν Τετάρτη κατέπλεε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.50 απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ως ανωτέρω, εάν δε η επομένη ημέρα ήταν Παρασκευή κατέπλεε στο λιμάνι της Δονούσας ώρα 01.05, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.20 της ίδιας ημέρας για Αιγιάλη (αφ. 02.00 αν. 02.15), Αστυπάλαια (αφ. 03.40 αν. 05.15), Αιγιάλη (αφ. 06.40 αν. 06.55), Δονούσα (αφ. 07.35 αν. 07.50), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.45 αν. 23.05), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.00 της ημέρας Σαββάτου απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 00.15 για Σχοινούσα (αφ. 00.20 αν. 00.35), Κουφονήσι (αφ. 01.05 αν. 01.20), Κατάπολα (αφ. 02.00) απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 06.00 της επομένης ημέρας Κυριακής για Κουφονήσι (αφ. 06.40 αν. 06.55), Σχοινούσα (αφ. 07.25 αν. 07.40), Ηρακλειά (αφ. 07.45 αν. 08.00), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά (αφ. 15.50 αν. 17.30), Σύρο (αφ. 21.10 αν. 21.25), Πάρο (αφ. 22.30 αν. 22.50), Νάξο (αφ. 23.35 αν. 23.55), ακολούθως δε συνέχιζε το ανωτέρω δρομολόγιο. [Β] Κατά το χρονικό διάστημα από 14.8.2021 έως 5.9.2021: Κάθε Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή και Σάββατο, το πλοίο μετά την άφιξή του στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 05.00, απέπλεε εκ νέου ώρα 06.45 για Πάρο (αφ. 11.05 αν. 11.20), Νάξο (αφ. 12.05 αν. 12.20), Δονούσα (αφ. 13.30 αν. 13.45), Αιγιάλη (αφ. 14.30 αν. 14.45), Αστυπάλαια (αφ. 16.25 αν. 18.00), Αιγιάλη (αφ. 19.35 αν. 19.50), Δονούσα (αφ. 20.35 αν. 20.50), Νάξο (αφ. 22.00 αν. 22.30), Πάρο (αφ. 23.15 αν. 23.45), κατέπλεε δε την επομένη ημέρα Τρίτη, Πέμπτη και Κυριακή αντίστοιχα στον Πειραιά ώρα 05.00, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 06.45 για Πάρο (αφ. 10.55 αν. 11.10), Νάξο (αφ. 11.55 αν. 12.10), Ηρακλειά (αφ. 13.10 αν. 13.25), Σχοινούσα (αφ. 13.30 αν. 13.45), Κουφονήσι (αφ. 14.15 αν. 14.30), Κατάπολα (αφ. 15.10 αν. 19.00), Κουφονήσι (αφ. 19.40 αν. 19.55), Σχοινούσα (αφ. 20.25 αν. 20.40), Ηρακλειά (αφ. 20.45 αν. 21.00), Νάξο (αφ. 22.00 αν. 22.30), Πάρο (αφ. 23.15 αν. 23.45) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 05.00, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 06.45, προς εκτέλεση των ανωτέρω δρομολογίων. [Γ] Κατά τα χρονικά διαστήματα από 6.9.2021 έως 5.11.2021 και από 1.4.2022 έως 15.5.2022: Κάθε Δευτέρα και Τετάρτη το πλοίο κατέπλεε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.50 απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.05 για Σχοινούσα (αφ. 01.10 αν. 01.25), Κουφονήσι (αφ. 01.55 αν. 02.10), Κατάπολα (αφ. 02.50 αν. 06.00), Κουφονήσι (αφ. 06.40 αν. 06.55), Σχοινούσα (αφ. 07.25 αν. 07.40), Ηρακλειά (αφ. 07.45 αν. 08.00), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 17.30 για Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.45 αν. 23.05), κατέπλεε δε το πρωί της επομένης ημέρας (Τρίτης και Πέμπτης, αντίστοιχα) στο λιμάνι της Δονούσας ώρα 00.15, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 00.30 για Αιγιάλη (αφ. 01.10 αν. 01.25), Αστυπάλαια (αφ. 02.50 αν. 05.15), Αιγιάλη (αφ. 06.40 αν. 06.55), Δονούσα (αφ. 07.35 αν. 07.50), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Σύρο (αφ. 21.10 αν. 21.25), Πάρο (αφ. 22.30 αν. 22.50), Νάξο (αφ. 23.35 αν. 23.55), ακολούθως εάν η επομένη ημέρα ήταν Τετάρτη κατέπλεε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.50 απ’ όπου απέπλεε εκ νέου και εκτελούσε το ανωτέρω δρομολόγιο της ημέρας Τετάρτης, εάν δε η επομένη ημέρα ήταν Παρασκευή κατέπλεε στο λιμάνι της Δονούσας ώρα 01.05, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.20 της ίδιας ημέρας για Αιγιάλη (αφ. 02.00 αν. 02.15), Αστυπάλαια (αφ. 03.40 αν. 05.15), Αιγιάλη (αφ. 06.40 αν. 06.55), Δονούσα (αφ. 07.35 αν. 07.50), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.45 αν. 23.05), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.00 της ημέρας Σαββάτου, απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 00.15 για Σχοινούσα (αφ. 00.20 αν. 00.35), Κουφονήσι (αφ. 01.05 αν. 01.20), Κατάπολα (αφ. 02.00 – αν. 06.00), Κουφονήσι (αφ. 06.40 αν. 06.55), Σχοινούσα (αφ. 07.25 αν. 07.40), Ηρακλειά (αφ. 07.45 αν. 08.00), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30),  Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.45 αν. 23.05),  Θήρα (αφ. 01.15 της επομένης ημέρας Κυριακής αν. 07.00), Νάξος (αφ. 09.10 – αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45), Πειραιάς (αφ. 15.00 αν. 17.30), Σύρο (αφ. 21.10 αν. 21.25), Πάρο (αφ. 22.30 αν. 22.50), Νάξο (αφ. 23.35 αν. 23.55), Ηρακλειά (αφ. 00.50 της επομένης ημέρας Δευτέρας) ακολούθως δε συνέχιζε το ανωτέρω δρομολόγιο. Την Κυριακή 24.4.2022 το πλοίο αναχώρησε από τον Πειραιά ώρα 19.30 για Σύρο (αφ. 23.10 αν. 23.25), Πάρο (αφ. 00.30 της επομένης ημέρας Δευτέρας 25.4.2022 αν. 00.50), Νάξο (αφ. 01.35 αν. 01.55), Ηρακλειά (αφ. 02.50 – αν. 03.50), Σχοινούσα (αφ. 03.10 – αν. 03.25) Κουφονήσι (αφ. 03.55 – αν. 04.10), Κατάπολα (αφ. 04.50 – αν. 06.00), ακολούθως δε συνέχισε το ανωτέρω δρομολόγιο. [Δ] Κατά τα χρονικά διαστήματα από 16.5.2022 έως 4.6.2022 και από 12.9.2022 (βράδυ) έως και 31.10.2022: Κάθε Δευτέρα και Τετάρτη το πλοίο κατέπλεε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.50 απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.05 για Σχοινούσα (αφ. 01.10 αν. 01.25), Κουφονήσι (αφ. 01.55 αν. 02.10), Κατάπολα (αφ. 02.50 αν. 06.00), Κουφονήσι (αφ. 06.40 αν. 06.55), Σχοινούσα (αφ. 07.25 αν. 07.40), Ηρακλειά (αφ. 07.45 αν. 08.00), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 17.30 για Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.50 αν. 23.10) κατέπλεε δε το πρωί της επομένης ημέρας ένα ήταν ημέρα Τρίτη στο λιμάνι της Δονούσας ώρα 00.20, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 00.35 για Αιγιάλη (αφ. 01.15 αν. 01.30), Αστυπάλαια (αφ. 03.40 αν. 04.45), Αιγιάλη (αφ. 06.55 αν. 07.10), Δονούσα (αφ. 07.50 αν. 08.05), Νάξο (αφ. 09.15 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.20 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Σύρο (αφ. 21.10 αν. 21.25), Πάρο (αφ. 22.30 αν. 22.50), Νάξο (αφ. 23.35 αν. 23.55), εάν η επομένη ημέρα ήταν Πέμπτη, κατέπλεε στο λιμάνι της Δονούσας ώρα 00.20, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 00.35 για Αιγιάλη (αφ. 01.15 αν. 01.30), Αστυπάλαια (αφ. 03.40 αν. 04.45), Αιγιάλη (αφ. 06.55 αν. 07.10), Δονούσα (αφ. 07.50 αν. 08.05), Νάξο (αφ. 09.15 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.20 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Σύρο (αφ. 21.15 αν. 21.30), Πάρο (αφ. 22.40 αν. 23.00), Νάξο (αφ. 23.50 και αναχωρούσε την επομένη ημέρα Παρασκευή ώρα 00.15 για Δονούσα (αφ. 01.25 – αν. 01.35) Αιγιάλη (αφ. 02.15 αν. 02.25), Αστυπάλαια (αφ. 04.35 αν. 04.45), Αιγιάλη (αφ. 06.55 αν. 07.10), Δονούσα (αφ. 07.50 αν. 08.05), Νάξο (αφ. 09.15 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.20 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.45 αν. 23.05), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.00 της ημέρας Σαββάτου απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 00.15 για Σχοινούσα (αφ. 00.20 αν. 00.35), Κουφονήσι (αφ. 01.05 αν. 01.20), Κατάπολα (αφ. 02.00 – αν. 06.00), Κουφονήσι (αφ. 06.40 αν. 06.55), Σχοινούσα (αφ. 07.25 αν. 07.40), Ηρακλειά (αφ. 07.45 αν. 08.00), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30),  Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά (αφ. 15.50 αν. 17.30), Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.45 αν. 23.05), Θήρα (αφ. 01.15 της επομένης ημέρας Κυριακής – αν. 07.00), Νάξο (αφ. 09.10 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Σύρο (αφ. 21.10 αν. 21.25), Πάρο (αφ. 22.30 αν. 22.50), Νάξο (αφ. 23.35 αν. 23.55), ακολούθως δε συνέχιζε το ως άνω δρομολόγιο. [Ε] Κατά τα χρονικά διαστήματα από 5.6.2022 έως 8.7.2022 και από 9.8.2022  έως και 12.9.2022 (πρωί): Κάθε Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή και Σάββατο, το πλοίο μετά την άφιξή του στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 05.10, απέπλεε εκ νέου ώρα 06.45 για Πάρο (αφ. 11.05 αν. 11.25), Νάξο (αφ. 12.15 αν. 12.35), Δονούσα (αφ. 13.45 αν. 14.00), Αιγιάλη (αφ. 14.45 αν. 15.05), Αστυπάλαια (αφ. 17.20 αν. 17.45), Αιγιάλη (αφ. 20.00 αν. 20.15), Δονούσα (αφ. 21.00 αν. 21.15), Νάξο (αφ. 22.25 αν. 22.45), Πάρο (αφ. 23.35 αν. 23.59), κατέπλεε δε την επομένη ημέρα Τρίτη, Πέμπτη και Κυριακή αντίστοιχα στον Πειραιά ώρα 05.10, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 06.45 για Πάρο (αφ. 11.05 αν. 11.25), Νάξο (αφ. 12.15 αν. 12.35), Ηρακλειά (αφ. 13.35 αν. 13.55), Σχοινούσα (αφ. 14.00 αν. 14.20), Κουφονήσι (αφ. 14.55 αν. 15.15), Κατάπολα (αφ. 15.55 αν. 19.00), Κουφονήσι (αφ. 19.40 αν. 20.00), Σχοινούσα (αφ. 20.30 αν. 20.50), Ηρακλειά (αφ. 20.55 αν. 21.10), Νάξο (αφ. 22.10 αν. 22.40), Πάρο (αφ. 23.30 αν. 23.59) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 05.10 της επομένης ημέρας, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 06.45, προς εκτέλεση των ανωτέρω δρομολογίων. Επίσης, απεδείχθη ότι, κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα που ο ενάγων εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο, στο προσωπικό καταστρώματος, σύμφωνα και με την οργανική του σύνθεση, υπηρετούσαν ένας Ναύκληρος, ένας Υποναύκληρος, εννέα Ναύτες και δύο Ναυτόπαιδες. Ο ενάγων με την αγωγή του, υποστήριξε ότι, επί του ανωτέρω πλοίου, κατά τη διάρκεια όλων των ενδίκων ναυτολογήσεών του, εργαζόταν καθημερινά και τις ημέρες Σαββάτου και αργιών επί δέκα έξι [16] ώρες ημερησίως. Η εναγόμενη, με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσής της, υποστήριξε ότι ο ενάγων δεν εργάζονταν υπερωριακά, διότι το προσωπικό καταστρώματος ήταν πλήρως στελεχωμένο, σε κάθε δε περίπτωση η ημερήσια εργασία του δεν υπερέβαινε τις 11-12 ώρες, με αποτέλεσμα η καταβληθείσα σε αυτόν από την ίδια υπερωριακή αμοιβή, να έχει καλύψει την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση. Η ίδια (εναγομένη), με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ανέφερε ότι, κατ’ εξαίρεση η ημερήσια εργασία του ενάγοντος έφθανε τις δεκατρείς ώρες. Από την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων μεταξύ των οποίων και του εξετασθέντος με επιμέλεια του ενάγοντος μάρτυρα …….., ο οποίος υπηρέτησε ως Ναύκληρος στο εν λόγω πλοίο, κατά τα χρονικά διαστήματα από 21.8.2020 έως και 1.3.2021, από 29.4.2021 έως και 9.9.2021, από 10.12.2021 έως και 18.1.2022, από 8.2.2022 έως και 8.7.2022 και από 26.8.2022 έως και 7.12.2022, αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, εκ των εννέα ναυτών που υπηρετούσαν στο εν λόγω πλοίο, οι τρεις απασχολούντο ως ημερεργάτες, σε γενικές εργασίας, από ώρας 06.00 έως ώρας 18.00 και οι υπόλοιποι έξι ναύτες, σε δύο τετράωρες βάρδιες εντός του εικοσιτετραώρου, σε φυλακές στη γέφυρα του πλοίου. Ο ενάγων τις τρεις εβδομάδες εκάστου μηνός, μαζί με έτερο ναύτη, παρείχε υπηρεσία σε δύο τετράωρες βάρδιες φυλακής γέφυρας και μία εβδομάδα έκαστο των μηνών απασχόλησής του, εργαζόταν ως ημερεργάτης. Κατά τη διάρκεια εκάστης βάρδιάς του, καθόν χρόνο υπηρετούσε στη γέφυρα του πλοίου απασχολείτο με όλες τις εργασίες της ειδικότητάς του, δηλαδή όταν το πλοίο βρισκόταν εν πλω εκτελούσε φυλακή γέφυρας, ενώ στους λιμένες αφετηρίας και προορισμού, αλλά και στους ενδιάμεσους λιμένες, που προσέγγιζε το πλοίο κατά τη διάρκεια του δρομολογίου του, συμμετείχε στις εργασίες απόπλου και κατάπλου του πλοίου και συγκεκριμένα, στην πρόσδεση και απόδεση του πλοίου και στη φορτοεκφόρτωση των οχημάτων, συμπεριλαμβανομένης της έχμασής τους, δηλαδή της σταθεροποίησής τους δια της πρόσδεσής τους στο κύτος του πλοίου με ιμάντες ή παρόμοια μέσα, όταν τούτο ενόψει κυματισμού κρινόταν απαραίτητο, προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπλοΐα του πλοίου και να αποτραπεί κίνδυνος μετακίνησής τους. Εν τούτοις, περαιτέρω απεδείχθη ότι, για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του πλοίου, που προέκυπταν κατά τη διάρκεια των πολύωρων δρομολογίων του, όταν ο ενάγων υπηρετούσε ως ναύτης βάρδιας φυλακής και το πλοίο προσέγγιζε σε λιμάνι μέσα στο δίωρο πριν την έναρξη ή μετά τη λήξη της βάρδιάς του, η εργασία του ενάγοντος, ξεκινούσε δύο ώρες νωρίτερα και τελείωνε δύο ώρες αργότερα προκειμένου να συμμετάσχει στις εν λόγω εργασίες. Αντίστοιχα, όταν αυτός (ενάγων) εργαζόταν ως ημερεργάτης, απασχολείτο σε γενικές εργασίες συντήρησης και καθαριότητας στο κατάστρωμα και στο γκαράζ του πλοίου, από ώρας 06.00 έως ώρας 18.00 και επιπλέον, στους λιμένες αφετηρίας και προορισμού, αλλά και στους ενδιάμεσους λιμένες, που προσέγγιζε το πλοίο κατά τη διάρκεια του δρομολογίου του από ώρας 06.00 έως ώρας 18.00, συμμετείχε στις εργασίες απόπλου και κατάπλου του πλοίου και συγκεκριμένα στην πρόσδεση και απόδεση του πλοίου και στη φορτοεκφόρτωση των οχημάτων, συμπεριλαμβανομένης της έχμασής τους. Εν τούτοις, περαιτέρω απεδείχθη ότι, για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του πλοίου, που προέκυπταν κατά τη διάρκεια των πολύωρων δρομολογίων του, όταν ο ενάγων υπηρετούσε ως ημερεργάτης και το πλοίο προσέγγιζε σε λιμάνι, ο ενάγων απασχολείτο στις εργασίες κατάπλου και απόπλου του πλοίου στα λιμάνια, τα οποία προσέγγιζε το πλοίο και πέραν της ημερήσιας δωδεκάωρης απασχόλησής του και μετά τις 18.00 και έως ώρας 06.00 της επομένης ημέρας, εργαζόμενος στην φορτοεκφόρτωση, έχμαση και ασφάλιση στο γκαράζ του πλοίου. Η συμμετοχή στις εν λόγω εργασίες, απαιτούσε αφενός μεν ετοιμότητά του μισή ώρα προ του κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι, αφ’ ετέρου δε εργασία συνεχιζόμενη επί μισή ώρα μετά τον απόπλου του πλοίου από αυτό. Επιπλέον, στο λιμάνι προορισμού αλλά και μετά την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά, ο ενάγων μαζί με άλλα μέλη του κατωτέρου πληρώματος, απασχολείτο με το πλύσιμο και τον καθαρισμό του γκαράζ και των εξωτερικών χώρων του πλοίου. Η καθημερινή επομένως διάρκεια της απασχόλησης του ενάγοντος δεν ήταν εκ των προτέρων επακριβώς καθορισμένη, ενόψει της συνάρτησης αυτής με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, την εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών, το ωράριο εκάστης βάρδιάς του, όταν αυτός υπηρετούσε ως ναύτης φυλακής γέφυρας, αλλά και τον αυξομειούμενο ανά περιόδους του έτους όγκο της επιβατικής κίνησης αυτών. Επιπλέον, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, τις οποίες συνέτασσε η εναγομένη, αποδεικνύεται ότι, αυτή (εναγομένη) κάθε μήνα κατέβαλε σε αυτόν (ενάγοντα) αμοιβή για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και επιπλέον, του κατέβαλε αμοιβή για παρασχεθείσα υπ’ αυτού (ενάγοντος) υπερωριακή εργασία. Συγκεκριμένα, από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του έτους 2021, αποδεικνύεται ότι, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα κατά τους μήνες Ιανουάριο, Σεπτέμβριο, Οκτώβριο (μήνες πλήρους απασχόλησης) το ποσό των ευρώ 476,96 για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 522,30 για την υπερωριακή του απασχόληση, κατά δε τους υπόλοιπους μήνες του έτους 2021, κατά τους οποίους ο ενάγων δεν εργάσθηκε έναν πλήρη μήνα, αποδείχθηκε ότι κατέβαλε σε αυτόν, για τις ανωτέρω αιτίες, αναλογία των ανωτέρω ποσών. Επίσης, από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος του έτους 2022, αποδεικνύεται ότι η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα, κατά τον μήνα Μάρτιο 2022 (μήνα πλήρους απασχόλησης) το ποσό των ευρώ 491,27 για εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 490,14 για αμοιβή υπερωριακής του απασχόλησης, ενώ τους μήνες Απρίλιο, Μάιο, Ιούνιο, Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Νοέμβριο 2022 (μήνες πλήρους απασχόλησης) του κατέβαλε το ποσό των ευρώ 491,27 για εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και το ποσό ευρώ 537,97 για αμοιβή υπερωριακής του απασχόλησης. Τους υπόλοιπους μήνες, εντός του εν λόγω έτους 2022, κατά τους οποίους ο ενάγων εργάσθηκε διάστημα μικρότερο του μηνός, η εναγομένη του κατέβαλε για τις ανωτέρω αιτίες, αναλογία των ανωτέρω ποσών. Αποδεικνύεται, επομένως, ότι ο ενάγων, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών, που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του, απαιτήθηκε να εργασθεί και πράγματι εργαζόταν καθημερινά, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, αργιών και Κυριακών, πέραν του νομίμου ωραρίου του, που προβλέπονταν από τις ισχύσασες και εν προκειμένω εφαρμοστέες, κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησής του, ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε.. Λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόλησή του επί του πλοίου αυτού, της αυξομείωσης της επιβατικής κίνησης αναλόγως των περιόδων του έτους, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος (περισσότερο αυξημένη κατά τη θερινή, σε σχέση με τη χειμερινή), που επιδρούσε στο ημερήσιο ωράριο εργασίας του, της σταθερής και ανελλιπούς καταβολής σ’ αυτόν κάθε μήνα από την εναγόμενη κατ’ αποκοπήν χρηματικών ποσών ως αμοιβή για την εκτέλεση υπερωριών και κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές και όχι μόνον για την παροχή εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπερ εκ των πραγμάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αντίδικός του αναγνώριζε στην πράξη την ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης των μελών του πληρώματος της καταστρώματος του πλοίου της για την εύρυθμη λειτουργία του, της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του και των καθηκόντων της ειδικότητάς του, όπως αυτά εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω, των προσκομιζομένων από την εναγομένη αρχείων ωρών ανάπαυσης ναυτικών και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, και το παρόν Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι η διάρκεια  της ημερήσιας εργασίας του κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του στο πλοίο της εναγομένης ανερχόταν σε δεκατρείς (13) ώρες, κατά μέσο όρο.  Ο αγωγικός ισχυρισμός περί απασχόλησης του επί δεκαέξι (16) ώρες καθημερινά, που επαναφέρεται με τον πρώτο  λόγο της αντέφεσής του, δεν κρίνεται, ενόψει των προεκτεθέντων, πειστικός για το πέραν των ως άνω ωρών καθημερινής απασχόλησης σκέλος του, ενόψει και της πληρότητας της οργανικής σύνθεσης του πληρώματος καταστρώματος του εν λόγω πλοίου. Ομοίως και ο ισχυρισμός της εναγομένης, που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσής της, ότι ο ενάγων δεν απασχολείτο υπερωριακά και σε κάθε περίπτωση όχι πλέον των ένδεκα – δώδεκα ωρών, κρίνεται ενόψει όλων των ανωτέρω ομοίως ουσιαστικά αβάσιμος. Το γεγονός, εξάλλου, ότι το εν λόγω πλοίο κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ταξίδευε με πλήρη σύνθεση πληρώματος δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιούμενη καθημερινά υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, σύμφωνα με όσα ήδη προεκτέθηκαν, αλλά και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (ΚΔΝΔ, ΦΕΚ Α 261/3.10.1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια αυτού κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν υποδηλώνει ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία, ενώ και το γεγονός ότι ο ενάγων υπέγραφε τις έγγραφες μηνιαίες καταστάσεις ωρών αναπαύσεως που συνέτασσε ο πλοίαρχος του εν λόγω πλοίου ή ο επιφορτισθείς με αυτό αξιωματικός του πλοίου, καθώς και τα φύλλα μισθοδοσίας του χωρίς επιφύλαξη και χωρίς διαμαρτυρία, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών αυτού. Αλλά και η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ανωτέρω μηνιαίων καταστάσεων ωρών αναπαύσεως και των φύλλων μισθοδοσίας του δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ως άνω εγγράφων ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (νοούμενη ως άφεση χρέους) είναι άνευ εννόμου επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (παραίτηση) λαμβάνει χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 166/2016, ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), απορριπτομένων συνεπώς ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ειδικότερων ισχυρισμών της εναγομένης, που επαναφέρονται στα πλαίσια του πρώτου λόγου της έφεσής της. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες επί δεκατρείς (13) ώρες, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει ο πρώτος λόγος της αντέφεσης του ενάγοντος και ο πρώτος λόγος της έφεσης της εναγομένης, που βάλλουν κατά της παραδοχής αυτής, να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Επομένως, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, ο ενάγων εργάσθηκε στο πλοίο της εναγομένης κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές των ναυτολογήσεών του σ’ αυτό υπερωριακά, ήτοι καθ’ υπέρβαση του προβλεπομένου στις, εν προκειμένω εφαρμοστέες ΣΣΝΕ, ημερησίου ωραρίου εργασίας των οκτώ (8) ωρών, επί πέντε (5) ώρες την ημέρα, ενώ η δέκα τριών ωρών εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες των ιδίων χρονικών διαστημάτων των ναυτολογήσεών του, θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή, σύμφωνα με τα επίσης οριζόμενα στις ανωτέρω ΣΣΝΕ. Συνεπώς, με βάση όσα προαναφέρθηκαν ο ενάγων δικαιούται της προβλεπομένης αμοιβής για την παρασχεθείσα υπερωριακή εργασία του και ειδικότερα: α) Για εκατόν εβδομήντα οκτώ [178] ημέρες εργασίας κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησής του το έτος 2021, δικαιούται ι] για 26 Σάββατα και 6 αργίες X 13 ώρες X 10,44 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα απασχόλησης του ναύτη, με βάση την ισχύσασα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019 κατά τα Σάββατα και τις αργίες = 4.343,04 ευρώ, έναντι του οποίου, όπως ο ίδιος ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του, έλαβε το ποσό των ευρώ 2.766,38, με αποτέλεσμα να συνεχίζει να δικαιούται το ποσό των ευρώ 1.576,66 και ιι] για 146 καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακές X 5 ώρες X 8,70 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του ναύτη, με βάση την αυτή ως άνω ΣΣΝΕ, κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές = 6.351,00 ευρώ, έναντι του οποίου, όπως ο ίδιος ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του, έλαβε το ποσό των ευρώ 3.029,34, με αποτέλεσμα να συνεχίζει να δικαιούται το ποσό των ευρώ 3.321,66 και β) Για διακόσιες ογδόντα έξι [286] ημέρες εργασίας κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησής του το έτος 2022, δικαιούται ι] για 40 Σάββατα και 10 αργίες X 13 ώρες X 10,76 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα απασχόλησης του ναύτη, με βάση την ισχύσασα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2022 κατά τα Σάββατα και τις αργίες = 6.994,00 ευρώ, έναντι του οποίου, όπως ο ίδιος ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του, έλαβε το ποσό των ευρώ 4.634,32, με αποτέλεσμα να συνεχίζει να δικαιούται το ποσό των ευρώ 2.359,68 και ιι] για 236 καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακές X 5 ώρες X 8,96 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του ναύτη, με βάση την αυτή ως άνω ΣΣΝΕ, κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές = 10.572,80 ευρώ, έναντι του οποίου, όπως ο ίδιος ο ενάγων ανέφερε στην αγωγή του,  έλαβε το ποσό των ευρώ 5.027,02, με αποτέλεσμα να συνεχίζει να δικαιούται το ποσό των ευρώ 5.545,78. Συνολικά, ο ενάγων για αμοιβή λόγω της ανωτέρω αποδειχθείσας υπερωριακής απασχόλησής του, δικαιούται το ποσό των ευρώ [1.576,66 + 3.321,66 + 2.359,68 + 5.545,78 =] 12.803,78, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση. Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι, εκτός από τις παραδοχές της εκκαλουμένης αποφάσεως, επί της διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης, οι διάδικοι δεν πλήττουν, με την έφεση και την αντέφεση που άσκησαν, κατά τα λοιπά, το μαθηματικό υπολογισμό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο της αμοιβής του ανωτέρω για την παροχή τέτοιας εργασίας και δη τον αριθμό των καθημερινών ημερών της εβδομάδας, των Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, κατά τις οποίες έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη απόφαση ότι εργάσθηκε αυτός στο πλοίο κατά τις χρονικές περιόδους των ναυτολογήσεών του εντός των ετών 2021 και 2022, το ποσό του ωρομισθίου της υπερωρίας για τους ναυτικούς της ειδικότητας του ναύτη της συγκεκριμένης κατηγορίας πλοίων κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές και το αντίστοιχο ποσό του ωρομισθίου για την εργασία της αυτής ειδικότητας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, που θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή, όπως διαμορφώνονται σε αμφότερες τις περιπτώσεις με τις προβλεπόμενες στις εφαρμοστέες Σ.Σ.Ν.Ε. προσαυξήσεις, καθώς και τα ποσά, που έγινε δεκτό ότι ο ενάγων εισέπραξε συνολικά από την εναγόμενη για την αιτία αυτή σε μερική εξόφληση της απαίτησής του κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του.

[ΙΙ] Από τη διάταξη του άρθρου 14 των προαναφερθεισών ΣΣΝΕ, που τυγχάνουν εν προκειμένω εφαρμογής, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004.212, ΜονΕφΠειρ 430/2014, ΜονΕφΠειρ 361/2014, ΜονΕφΠειρ 56/2014, ΜονΕφΠειρ 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012.19, ΕφΠειρ 521/2009 ΕΝαυτΔ 2009.273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η αποζημίωση μη πραγματοποίησης αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011.387), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011.97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν και αποδείχθηκαν στα πλαίσια του πρώτου λόγου της ένδικης έφεσης, αβάσιμος και απορριπτέος τυγχάνει ο δεύτερος λόγος της έφεσης της εναγομένης και ο αντίστοιχος δεύτερος λόγος της αντέφεσης του ενάγοντος κατά το σκέλος αυτών, με το οποίο οι διάδικοι παραπονούνται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό, που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλομένων σ’ αυτόν επιδομάτων εορτών των ετών 2021 και 2022, ως μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του στο πλοίο της εναγομένης εντός των ιδίων ετών [ειδικότερα ο ενάγων ισχυρίσθηκε ότι το ανωτέρω ποσό υπολογίσθηκε εσφαλμένα στην εκκαλουμένη και δη επί τη βάσει της επίσης εσφαλμένης παραδοχής ότι αυτός απασχολήθηκε υπερωριακά κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του λιγότερες ώρες απ’ όσες πράγματι εργάσθηκε καθ’ υπέρβαση του προβλεπομένου στις εφαρμοστέες ΣΣΝΕ ωραρίου, αφού έγινε δεκτό ότι η διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του ανερχόταν κατά μέσο όρο σε δεκατρείς (13) και όχι σε δεκαέξι (16) ώρες, όπως επικαλέσθηκε με την αγωγή του, ενώ η εναγόμενη, δια παραπομπής στα όσα αναπτύσσει στον πρώτο λόγο έφεσης, διατείνεται ότι, τέτοιο ποσό δεν θα έπρεπε να συνυπολογισθεί στις μηνιαίες αποδοχές του, διότι δεν το δικαιούται, καθώς ουδέποτε παρείχε υπερωριακή εργασία στο πλοίο της, άλλως ότι το ημερήσιο ωράριό του δεν επεκτείνονταν πέραν των ένδεκα – δώδεκα ωρών]. Επομένως, ο ενάγων, με βάση τις παραδοχές αυτές δικαιούται: 1) Για αναλογία δώρου Πάσχα του έτους 2021, κατά το οποίο η εργασιακή του σχέση στο πλοίο της εναγομένης δε διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και την 30η Απριλίου του ανωτέρω έτους, αλλά από την 1η.1.2021 έως τις 25.2.2021, δηλαδή επί 56 ημέρες, άλλως επί 7,00 οκταήμερα  (56 ημέρες : 8) το ισόποσο του 1/15 του ημίσεος των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ανά οκτώ ημέρες εργασίας και δη το ποσό των 1.161,21 ευρώ {[μισθός ενεργείας της ειδικότητας του ναύτη 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 ευρώ + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 ευρώ + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 ευρώ + κατά μέσο όρο μηνιαία υπερωριακή αμοιβή 1.802,40 ευρώ (4.343,04 +  ευρώ + 6.351,00 ευρώ/178 ημέρες ναυτολόγησης εντός του έτους 2021 X 30=) + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής έχμασης οχημάτων 530,50 ευρώ, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κατά την εκκαλουμένη απόφαση, χωρίς να πλήττεται κατά τούτο από τους διαδίκους + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για «έκτακτες αμοιβές» 35,02 ευρώ, ποσό το οποίο καταβάλλονταν κατά πάγιο τρόπο κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων + μέσος όρος μηνιαίου επιδόματος άγονης γραμμής 68,90 ευρώ, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων =] 4.976,63 ευρώ X 1/2 X 1/15 X 7,00 οκταήμερα =}.  Ο ενάγων συνομολογεί καθ’ υποφοράν στο δικόγραφο της αγωγής του την είσπραξη για την αιτία αυτή από την εναγόμενη του ποσού των 574,25 ευρώ, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 586,96 ευρώ. 2) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων του έτους 2021, εφόσον η σύμβαση εργασίας του στο αυτό ως άνω πλοίο εντός του έτους 2021 δε διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από την 1η Μαΐου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, αλλά από την 14η.8.2021 έως και την 13η.12.2021, δηλαδή επί 122 ημέρες, άλλως επί 6,42 δεκαεννεαήμερα, δικαιούται να λάβει το ισόποσο των 2/25 των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ανά δεκαεννεαήμερο απασχόλησής του και δη το ποσό των 2.555,99 ευρώ (4.976,63 ευρώ οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του κατά τα προεκτεθέντα X 2/25 X 6,42 δεκαεννεαήμερα). Ο ενάγων συνομολογεί καθ’ υποφοράν στο δικόγραφο της αγωγής του την είσπραξη για την αιτία αυτή από την εναγόμενη του ποσού των 1.239,88 ευρώ, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά ποσού 1.316,11 ευρώ. 3) Για αναλογία δώρου Πάσχα του έτους 2022, κατά το οποίο η εργασιακή του σχέση στο πλοίο της εναγομένης δε διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και την 30η Απριλίου του ανωτέρω έτους, αλλά από 7.2.2022 έως 30.4.2022, δηλαδή επί 83 ημέρες, άλλως επί 10,375 οκταήμερα  (83 ημέρες : 8) το ισόποσο του 1/15 του ημίσεος των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ανά οκτώ ημέρες εργασίας και δη το ποσό των 1.732,77 ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.240,91 ευρώ + επίδομα Κυριακών 273,00 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 37,74 ευρώ + μηνιαίο αντίτιμο τροφοδοσίας 617,40 ευρώ + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας  446,97 ευρώ + κατά μέσο όρο μηνιαία υπερωριακή αμοιβή 1.481,44 ευρώ (6.994,00 ευρώ + 10.572,80 ευρώ/286 ημέρες εργασίας του εντός του έτους 2022 X 30 =) + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής έχμασης οχημάτων 442,46 ευρώ, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κατά την εκκαλουμένη απόφαση, χωρίς το αποδεικτικό πόρισμα αυτής να πλήττεται από τους διαδίκους + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για «έκτακτες αμοιβές» 37,57 ευρώ, ποσό το οποίο κατά πάγιο τρόπο κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων + μέσος όρος μηνιαίου επιδόματος άγονης γραμμής ευρώ 71,77, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων =] 5.010,42 ευρώ X 1/2 X 1/15 X 10,375 οκταήμερα =}.  Ο ενάγων συνομολογεί καθ’ υποφοράν στο δικόγραφο της αγωγής του την είσπραξη για την αιτία αυτή από την εναγόμενη του ποσού των 875,84 ευρώ, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 856,93 ευρώ. 4) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων του έτους 2022, εφόσον η σύμβαση εργασίας του στο αυτό ως άνω πλοίο εντός του έτους 2022 δε διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από την 1η Μαΐου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, αλλά από την 1η.5.2022 έως και την 8.7.2022 και από την 9.8.2022 έως και την 20.12.2022, δηλαδή επί 203 ημέρες, άλλως επί 10,68 δεκαεννεαήμερα (203 ημέρες : 19) δικαιούται το ποσό των 4.280,90 ευρώ (5.010,42 ευρώ οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του κατά τα προεκτεθέντα X 2/25 X 10,68 δεκαεννεαήμερα = 3.011,11 ευρώ). Έναντι του ποσού αυτού η εναγομένη του κατέβαλε, όπως συνομολογείται καθ’ υποφοράν στο αγωγικό δικόγραφο, το ποσό των 2.161,97 ευρώ, με αποτέλεσμα να του οφείλεται η διαφορά ποσού 2.118,93 ευρώ. Επισημαίνεται ότι, κατά τα λοιπά, ο μαθηματικός υπολογισμός  των ποσών των επιδομάτων εορτών, που έγινε δεκτό ότι δικαιούται ο ενάγων να λάβει δια της εκκαλουμένης αποφάσεως, δεν πλήττονται ειδικά από τους διαδίκους με την έφεση και την αντέφεση που άσκησαν, ούτε από την εναγομένη η κρίση της εκκαλουμένης αποφάσεως περί συνυπολογισμού στις συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του για τον καθορισμό των επιδομάτων εορτών του ενάγοντος του μέσου όρου της μηνιαίας αμοιβής έχμασης, του μέσου όρου μηνιαίας αμοιβής με αιτιολογία «έκτακτες αμοιβές» και του μέσου όρου αμοιβής για επίδομα άγονης γραμμής. Επίσης, δεν πλήττονται και μάλιστα κατά τρόπο ορισμένο οι παραδοχές του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου επί των καταβληθέντων σ’ αυτόν από την εναγόμενη ποσών για τις ανωτέρω αιτίες. Η εναγομένη, με το πρώτο σκέλος του δευτέρου λόγου της έφεσής της, ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι, η εκκαλουμένη απόφαση, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων επεδίκασε στον ενάγοντα διαφορά για αναλογία δώρου εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων 2021, καθώς και διαφορά για αναλογία δώρου εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων 2022, ενώ οι εν λόγω αξιώσεις έχουν εξοφληθεί πλήρως. Επί του ισχυρισμού αυτού πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: Κατά το άρθρο 522 του ΚΠολΔ, με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση και τους πρόσθετους λόγους (άρθρο 520 ΚΠολΔ). Η διάταξη αυτή ρυθμίζει ειδικώς, σε σχέση με την έφεση, την καθιερούμενη από το άρθρο 106 του ΚΠολΔ γενική αρχή της διάθεσης, σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο ενεργεί μόνον ύστερα από αίτηση διαδίκου και αποφασίζει με βάση τους πραγματικούς ισχυρισμούς που προτείνουν και αποδεικνύουν οι διάδικοι και τις αιτήσεις που υποβάλλουν, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά. Το αίτημα συνεπώς της έφεσης και οι λόγοι αυτής, που το στηρίζουν, οριοθετούν το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, για να αποφασίσει, αν πρέπει ή όχι να εξαφανίσει την εκκαλούμενη απόφαση, είναι υποχρεωμένο να περιοριστεί στην έρευνα μόνον των παραπόνων που διατυπώνονται με τους λόγους της έφεσης ή τους πρόσθετους λόγους και των ισχυρισμών που, ως υπεράσπιση κατά των λόγων αυτών, προβάλλει, σύμφωνα με το άρθρο 527 αριθμ. 1 του ΚΠολΔ, ο εφεσίβλητος, καθώς και εκείνων των ζητημάτων, η έρευνα των οποίων προηγείται, ως αναγκαίο προαπαιτούμενο για να ληφθεί απόφαση σε σχέση με τα παράπονα που διατυπώνονται με τους λόγους έφεσης και τα οποία κατά νόμο εξετάζει αυτεπαγγέλτως το δικαστήριο, όπως είναι το ορισμένο ή η νομική βασιμότητα της αγωγής ή της ένστασης, που αυτεπαγγέλτως τα εξετάζει το εφετείο στην περίπτωση που με την έφεση διατυπώνονται παράπονα μόνον για την κρίση ως προς την ουσιαστική βασιμότητα αυτών (ΑΠ 782/2019 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου). Εξ άλλου κατά το άρθρο 520 παρ. 1 του ιδίου Κώδικα, οι λόγοι έφεσης πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι και να αναφέρονται σε συγκεκριμένες νομικές ή ουσιαστικές πλημμέλειες που αποδίδονται από τον εκκαλούντα στην προσβαλλομένη με την έφεση οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου. Σφάλματα ή παραλείψεις του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, που δεν προσβάλλονται με λόγο έφεσης από τον εκκαλούντα δεν μπορούν να ερευνηθούν αυτεπαγγέλτως από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, του οποίου η εξουσία οριοθετείται κατά τα ανωτέρω από τους λόγους έφεσης και το αίτημα, που στηρίζεται σε αυτούς (ΑΠ 717/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, από τις διατάξεις των άρθρων 416 και 422 ΑΚ σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 262 παρ. 1 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι στοιχεία για το ορισμένο της ένστασης εξόφλησης είναι το ποσό που καταβλήθηκε, η αιτία και ο χρόνος καταβολής. Σε συνάφεια με τα αμέσως ανωτέρω αναφερόμενα, εάν ήθελε εκτιμηθεί ότι η εναγομένη, δια του λόγου αυτού έφεσης, επιχειρεί να επαναφέρει απορριφθείσα, δια της εκκαλουμένης αποφάσεως, ένσταση αυτής (εναγομένης) περί καταβολής του ποσού των ευρώ 586,96 που, κατά την εκκαλουμένη απόφαση, αυτή οφείλει στον ενάγοντα ως υπόλοιπο αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2021, του ποσού των ευρώ 1.316,11, που κατά την εκκαλουμένη απόφαση, αυτή οφείλει στον ενάγοντα ως υπόλοιπο αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2021, του ποσού των ευρώ 856,93, που κατά την εκκαλουμένη απόφαση, αυτή οφείλει στον ενάγοντα ως υπόλοιπο αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2022 και του ποσού των ευρώ 2.118,93, που κατά την εκκαλουμένη απόφαση, αυτή οφείλει στον ενάγοντα ως υπόλοιπο αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2022, ο λόγος αυτός έφεσης τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του. Τούτο, διότι, όπως προκύπτει από το αντίγραφο των προτάσεων που η εναγομένη κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, όσον αφορά στη διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2021, ισχυρίσθηκε ότι ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 574,25 για την εν λόγω αιτία, όσον αφορά στη διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2021, ισχυρίσθηκε ότι ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 1.239,88 για την εν λόγω αιτία, όσον αφορά στη διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2022, ισχυρίσθηκε ότι ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 875,84 για την εν λόγω αιτία και όσον αφορά στη διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2022, ισχυρίσθηκε ότι ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 2.161,97 για την εν λόγω αιτία. Τα ποσά αυτά η ίδια η εναγομένη, ανέφερε στις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ότι ο ενάγων συνομολογούσε με την αγωγή του. Επιπροσθέτως, ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του αφήρεσε τις ανωτέρω καταβολές από την αναλογία δώρων εορτών που εδικαιούτο, με αποτέλεσμα κατά τα αντίστοιχα ποσά καταβολών, τα ποσά αυτά να μην τυγχάνουν επίδικα. Επομένως, η εναγομένη, ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, δεν προέβαλε τα ανωτέρω ποσά ως ένσταση καταβολής. Από το ίδιο αντίγραφο προτάσεων που η εναγομένη κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, προκύπτει ότι, κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, αυτή (εναγομένη) δεν προέβαλε νόμιμο ισχυρισμό περί καταβολής έτερων ποσών έναντι των ενδίκων απαιτήσεων. Εξάλλου, ο ανωτέρω ισχυρισμός της εναγομένης που περιέχεται στον δεύτερο λόγο έφεσης [κατά τον οποίο,  η εκκαλουμένη απόφαση, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων επεδίκασε στον ενάγοντα διαφορά για αναλογία δώρου εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων 2021, καθώς και διαφορά για αναλογία δώρου εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων 2022, ενώ οι εν λόγω αξιώσεις έχουν εξοφληθεί πλήρως], δεν μπορεί να εκτιμηθεί ως, το πρώτον προβληθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ένσταση καταβολής, εφόσον για το ορισμένο αυτής, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, δεν αναφέρει το ποσό που αυτή κατέβαλε έναντι των ενδίκων απαιτήσεων του ενάγοντος για διαφορά αναλογίας δώρων εορτών. Κατόπιν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι στην ουσία τους ο δεύτερος λόγος έφεσης της εναγομένης και ο αντίστοιχος δεύτερος λόγος αντέφεσης του ενάγοντος.

[ΙΙΙ] Εν προκειμένω, ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του, υποστήριξε ότι, το εν λόγω πλοίο, κατά τη διάρκεια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεών του και συγκεκριμένα (ι) εντός του έτους 2021 [α] κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2021 έως 25.2.2021 και από 6.11.2021 έως 13.12.2021, πραγματοποιούσε έξι [6] κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, διάρκειας άνω των δώδεκα ωρών και συνολικά, επί 13,42 εβδομάδες των εν λόγω χρονικών διαστημάτων, πραγματοποίησε 13,42 εξπρές δρομολόγια και [β] κατά το χρονικό διάστημα από 14.8.2021 έως 5.11.2021, πραγματοποιούσε επτά [7] κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, διάρκειας άνω των δώδεκα ωρών και συνολικά, επί 12 εβδομάδες του εν λόγω χρονικού διαστήματος, πραγματοποίησε 24 εξπρές δρομολόγια, με αποτέλεσμα από, τη συνολικά εκ ποσού ευρώ 8.203,96, δικαιούμενη αμοιβή του, για τα ανωτέρω συνολικά 37,42 δρομολόγια εξπρές, ενόψει του ότι έλαβε από την εναγομένη, το ποσό των ευρώ 5.520,54, να δικαιούται υπόλοιπο αμοιβής, εκ ποσού ευρώ 2.683,42 και (ιι) εντός του έτους 2022 [α] κατά τα χρονικά διαστήματα από 7.2.2022 έως 31.3.2022 και από 1.11.2022 έως 20.12.2022, πραγματοποιούσε έξι [6] κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, διάρκειας άνω των δώδεκα ωρών και συνολικά, επί 14,71 εβδομάδες των εν λόγω χρονικών διαστημάτων, πραγματοποίησε 14,71 εξπρές δρομολόγια και [β] κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.4.2022 έως 8.7.2022 και από 9.8.2022 έως 31.10.2022, πραγματοποιούσε επτά [7] κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, διάρκειας άνω των δώδεκα ωρών και συνολικά, επί 26,14 εβδομάδες του εν λόγω χρονικού διαστήματος, πραγματοποίησε 52,28 εξπρές δρομολόγια, αξιώνοντας πρόσθετη αμοιβή για την εν λόγω αιτία για συνολικά 69,99 δρομολόγια εξπρές εκ ποσού ευρώ 3.190 ενόψει του ότι, εκ της συνολικώς δικαιούμενης εκ ποσού ευρώ 14.835,60 για την εν λόγω αιτία αμοιβής του, αυτός έλαβε από την εναγομένη το ποσό των ευρώ 11.645,37. Με την εκκαλουμένη απόφαση, ο ανωτέρω αγωγικός ισχυρισμός έγινε εν μέρει δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του και συγκεκριμένα, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, το ένδικο πλοίο, εντός του έτους 2021, πραγματοποίησε σύμφωνα και με τον αγωγικό ισχυρισμό συνολικά 37,42 δρομολόγια εξπρές, για τα οποία ο ενάγων εδικαιούτο συνολικής αμοιβής εκ ποσού ευρώ 6.988,93, συμπεριληφθέντος στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, βάσει των οποίων υπολογίσθηκε η εν λόγω αμοιβή, ποσού ευρώ 1.802,40 ως μηνιαία αμοιβή του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση. Ακολούθως, η εκκαλουμένη απόφαση, αφού δέχθηκε ως βάσιμο στην ουσία του, τον ισχυρισμό της εναγομένης περί καταβολής του ποσού των ευρώ 6.274,27, επεδίκασε στον ενάγοντα για υπόλοιπο πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές του έτους 2021, το ποσό των ευρώ 714,66. Επιπλέον, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, εντός του έτους 2022, το ένδικο πλοίο, πραγματοποίησε συνολικά 66,99 δρομολόγια εξπρές για τα οποία ο ενάγων εδικαιούτο συνολική αμοιβή εκ ποσού ευρώ 12.596,79, συμπεριληφθέντος στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, βάσει των οποίων υπολογίσθηκε η εν λόγω αμοιβή, ποσού ευρώ 1.842,60 ως μηνιαία αμοιβή του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση. Ακολούθως, από το ανωτέρω ποσό, αφήρεσε το ποσό των ευρώ 11.645,37, το οποίο ο ενάγων, καθ’ υποφοράν με την ένδικη αγωγή του ισχυρίσθηκε ότι έχει λάβει για την εν λόγω αιτία και επεδίκασε στον ενάγοντα για υπόλοιπο πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές του έτους 2022, το ποσό των ευρώ 951,42. Το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως πλήττουν αμφότερες οι διάδικες πλευρές και δη ο ενάγων, με τον τρίτο λόγο της αντέφεσής του, ισχυριζόμενος ότι το υπόλοιπο, της οφειλομένης σε αυτόν πρόσθετης αμοιβής για τα δρομολόγια εξπρές που πραγματοποίησε το ανωτέρω πλοίο κατά την ένδικη περίοδο, ποσό, υπολογίσθηκε εσφαλμένα στην εκκαλουμένη απόφαση και δη επί τη βάσει της επίσης εσφαλμένης παραδοχής ότι αυτός απασχολήθηκε υπερωριακά κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του λιγότερες ώρες απ’ όσες πράγματι εργάσθηκε καθ’ υπέρβαση του προβλεπομένου στις εφαρμοστέες ΣΣΝΕ ωραρίου, αφού έγινε δεκτό ότι η διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του ανερχόταν κατά μέσο όρο σε δεκατρείς (13) και όχι σε δεκαέξι (16) ώρες, όπως επικαλέσθηκε με την αγωγή του, παραδοχή η οποία οδήγησε και σε εσφαλμένο υπολογισμό της αναλογίας των επιδομάτων δώρων εορτών, τα οποία ελήφθησαν υπόψη στις τακτικές αποδοχές του, επί τη βάσει των οποίων υπολογίσθηκε η αμοιβή του για τα ανωτέρω δρομολόγια εξπρές. Η εναγόμενη, με τον τρίτο λόγο έφεσής της, δια παραπομπής στα όσα αναπτύσσει στον πρώτο λόγο έφεσης, διατείνεται ότι, εσφαλμένως συνυπολογίσθηκε στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, επί τη βάσει των οποίων υπολογίσθηκε η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή του (ενάγοντος) και αμοιβή αυτού για υπερωριακή απασχόληση, διότι αυτός (ενάγων) ουδέποτε παρείχε υπερωριακή εργασία στο πλοίο της, άλλως ότι το ημερήσιο ωράριό του δεν επεκτείνονταν πέραν των ένδεκα – δώδεκα ωρών. Ενόψει, εν τούτοις, όσων απεδείχθησαν στα πλαίσια του πρώτου λόγου της ένδικης έφεσης και αντέφεσης και δη ότι ο ενάγων εργαζόταν υπερωριακά καθημερινά και δη εργαζόταν επί δεκατρείς ώρες ημερησίως, ο τρίτος λόγος της έφεσης της εναγομένης και ο αντίστοιχος τρίτος λόγος της αντέφεσης του ενάγοντος κατά το άνω σκέλος τους, εφόσον η υπερωριακή αμοιβή του ενάγοντος που συνυπολογίσθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση προς ανεύρεση της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής, υπολογίσθηκε επί τη βάση εργασίας δεκατριών ωρών καθημερινά, χωρίς οι μαθηματικοί υπολογισμοί της εκκαλουμένης αποφάσεως να πλήττονται από τους διαδίκους, τυγχάνουν αβάσιμοι και απορριπτέοι. Η εναγομένη, περαιτέρω, με το πρώτο σκέλος του τρίτου λόγου της έφεσής της, ισχυρίσθηκε ότι, η εκκαλουμένη απόφαση, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων απέρριψε την, περί εξοφλήσεως της αμοιβή του ενάγοντος για δρομολόγια εξπρές που το εν λόγω πλοίο πραγματοποίησε κατά τις ένδικες περιόδους, ένστασή της, ενώ από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού προέκυπτε πλήρως ότι ο εφεσίβλητος έλαβε πράγματι το σχετικό επίδομα. Εάν ήθελε εκτιμηθεί ότι η εναγομένη, δια του λόγου αυτού εφέσεως, επιχειρεί να επαναφέρει απορριφθείσα, δια της εκκαλουμένης αποφάσεως, ένσταση αυτής (εναγομένης) περί καταβολής του ποσού των ευρώ 951,42 που, κατά την εκκαλουμένη απόφαση, αυτή οφείλει συνολικά στον ενάγοντα ως πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές που το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε κατά την ένδικη περίοδο, ο λόγος αυτός έφεσης τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του. Τούτο, διότι, όπως προκύπτει από το αντίγραφο των προτάσεων που η εναγομένη κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αυτή ειδικώς όσον αφορά στο ποσό που κατέβαλε προς εξόφληση της εν λόγω απαίτησης του ενάγοντος κατά το έτος 2021, ισχυρίσθηκε ότι, αυτό ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 6.274,27, ισχυρισμός ο οποίος έγινε δεκτό ως βάσιμος στην ουσία του ως ένσταση καταβολής υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως. Όσον αφορά στην εν λόγω πρόσθετη αμοιβή που αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα κατά το έτος 2022, αυτή, με τις έγγραφες προτάσεις της που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ισχυρίσθηκε ότι, κατέβαλε το ποσό των ευρώ 11.645,37, δηλαδή το ποσό που καθ’ υποφορά με την αγωγή του ανέφερε και ο ενάγων ότι έλαβε. Μάλιστα, όσον αφορά στο ποσό αυτό (των ευρώ 11.645,37), η ίδια η εναγομένη, ανέφερε στις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ότι ο ενάγων συνομολογούσε με την αγωγή του την καταβολή του. Επιπροσθέτως, ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του αφήρεσε το ποσό αυτό από τις ένδικες απαιτήσεις του για πρόσθετη αμοιβή δρομολογίου εξπρές κατά το έτος 2022, με αποτέλεσμα, η δικαιούμενη υπ’ αυτού (ενάγοντος), κατά το ποσό αυτό, εν λόγω πρόσθετη αμοιβή να μην τυγχάνει επίδικη. Περαιτέρω, από το ίδιο αντίγραφο των προτάσεων που η εναγομένη κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, δεν προκύπτει ότι, κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, αυτή (εναγομένη) προέβαλε νόμιμο ισχυρισμό περί καταβολής ετέρων ποσών έναντι της εν λόγω απαίτησης του ενάγοντος. Εξάλλου, ο ανωτέρω ισχυρισμός της εναγομένης που περιέχεται στον τρίτο λόγο έφεσης, κατά τον οποίο, η εκκαλουμένη απόφαση, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων επεδίκασε στον ενάγοντα διαφορά αμοιβής δρομολογίων εξπρές, ενώ οι εν λόγω αξιώσεις έχουν εξοφληθεί πλήρως, δεν μπορεί να εκτιμηθεί ως, το πρώτον προβληθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ένσταση καταβολής, εφόσον για το ορισμένο αυτής, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, δεν αναφέρει το ποσό που αυτή κατέβαλε έναντι των ενδίκων απαιτήσεων του ενάγοντος για διαφορά πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές. Η εναγομένη, χωρίς αντίστοιχο λόγο έφεσης, για πρώτη φορά με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ως εφεσίβλητη, ισχυρίζεται ότι έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση κατά την εφαρμογή του νόμου, εκ του λόγου ότι, στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, βάσει των οποίων υπολογίσθηκε η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή, συμπεριελήφθη και μέσος όρος των επιδομάτων εορτών που εδικαιούτο ο ενάγων, χωρίς παράλληλα να πλήττει τους μαθηματικούς υπολογισμούς της εκκαλουμένης αποφάσεως ως προς το ποσό του μέσου όρου μηνιαίως της αναλογίας δώρων εορτών, που ελήφθη υπόψη υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως για τον υπολογισμό της εν λόγω αμοιβής. Εν τούτοις, στις μηνιαίες τακτικές αποδοχές επί των οποίων υπολογίζεται η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή, περιλαμβάνονται και τα εορταστικά επιδόματα (δώρα), έστω κι αν, κατά το άρθρο 14 των ως άνω ΣΣΝΕ που εφαρμόζονται εν προκειμένω, καταβάλλονται «επ’ ευκαιρία των εορτών Χριστουγέννων, Νέου έτους και Πάσχα», εφόσον αυτά καταβάλλονται τακτικώς κάθε μήνα (όμοια ΕΠ 328/2023 Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς, Δ. Καμβύση, Ναυτεργατικό Δίκαιο 1977, σελ. 148) όπως εν προκειμένω. Πράγματι, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας που αφορούν τον ενάγοντα και συνέτασσε η εναγομένη, αποδεικνύεται ότι, κάθε μήνα καταβάλλονταν στον ενάγοντα χρηματικά ποσά αναλογούντα και καταλογιζόμενα υπό της εναγομένης στα εορταστικά επιδόματα. Κατόπιν των ανωτέρω, και εφόσον δεν αμφισβητήθηκαν κατά τα λοιπά οι μαθηματικοί υπολογισμοί της εκκαλουμένης αποφάσεως στις οποίες προέβη για τον προσδιορισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής,  ο ενάγων για την εν λόγω πρόσθετη αμοιβή, εδικαιούτο, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση: (α) για 13,42 δρομολόγια εξπρές που το πλοίο εκτέλεσε κατά τα  χρονικά διαστήματα από 1.1.2021 έως και 25.2.2021 και από 6.11.2021 έως και 13.12.2021, οπότε αυτό (πλοίο) πραγματοποιούσε έξι (6) κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, διάρκειας άνω των δώδεκα (12) ωρών, εκ των οποίων τα άνω των πέντε (5), αποτελούν δρομολόγια εξπρές και για είκοσι τέσσερα [24] δρομολόγια εξπρές που το πλοίο εκτέλεσε κατά το χρονικό διάστημα από 14.8.2021 έως και 5.11.2021, αυτό (πλοίο) πραγματοποιούσε επτά (7) κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, διάρκειας άνω των δώδεκα (12) ωρών, εκ των οποίων τα άνω των πέντε (5), αποτελούν δρομολόγια εξπρές και συνολικά για 37,42 δρομολόγια εξπρές, που το πλοίο εκτέλεσε κατά τα άνω χρονικά διαστήματα, για έκαστο των οποίων ο ενάγων εδικαιούτο αμοιβή ίση με ποσοστό 1/30 επί των συνολικών μηνιαίων τακτικών αποδοχών του, παραδοχές της εκκαλουμένης αποφάσεως, σύμφωνες με τους αγωγικούς ισχυρισμούς που δεν πλήττονται και δη ειδικώς υπό της εναγομένης, και δη το ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας της ειδικότητας του ναύτη 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 ευρώ + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 ευρώ + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 ευρώ + κατά μέσο όρο μηνιαία υπερωριακή αμοιβή 1.802,40 ευρώ (4.343,04 +  ευρώ + 6.351,00 ευρώ/178 ημέρες ναυτολόγησης εντός του έτους 2021 X 30=) + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής έχμασης οχημάτων 530,50 ευρώ, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κατά την εκκαλουμένη απόφαση, χωρίς να πλήττεται κατά τούτο από τους διαδίκους + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για «έκτακτες αμοιβές» 35,02 ευρώ, ποσό το οποίο καταβάλλονταν κατά πάγιο τρόπο κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων + μέσος όρος μηνιαίου επιδόματος άγονης γραμμής 68,90 ευρώ, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων =] 4.976,63 + μέσος όρος ανά μήνα των επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα 2021 εκ ποσού ευρώ 626,49  (1.161,21 + 2.555,99 =) 3.717,2/ 178 ημέρες] X 30]= 5.603,12 ευρώ δια 30 = 186,77 επί 37,42 δρομολόγια =)} 6.988,93. Έναντι του ποσού αυτού, όπως βάσιμα υποστήριξε η εναγομένη κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία και έγινε δεκτό και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 6.274,27 και επομένως δικαιούται ως υπόλοιπο αμοιβής, για την εν λόγω αιτία, το ποσό των ευρώ 714,66, και (β) για 14,71 δρομολόγια εξπρές που το πλοίο εκτέλεσε κατά τα  χρονικά διαστήματα 7.2.2022 έως και 31.3.2022 και από 1.11.2022 έως και 20.12.2022, οπότε το αυτό (πλοίο) πραγματοποιούσε έξι (6) κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, διάρκειας άνω των δώδεκα (12) ωρών, εκ των οποίων τα άνω των πέντε (5), αποτελούν δρομολόγια εξπρές και για 52,28  δρομολόγια εξπρές που το πλοίο εκτέλεσε κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.4.2022 έως και 8.7.2022 και από 9.8.2022 έως και 31.10.2022, οπότε αυτό (πλοίο) πραγματοποιούσε επτά (7) κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, διάρκειας άνω των δώδεκα (12) ωρών, εκ των οποίων τα άνω των πέντε (5), αποτελούν δρομολόγια εξπρές και συνολικά για 52,28 δρομολόγια εξπρές, κατά τα άνω χρονικά διαστήματα, για έκαστο των οποίων ο ενάγων εδικαιούτο αμοιβή ίση με ποσοστό 1/30 επί των συνολικών μηνιαίων τακτικών αποδοχών του παραδοχές της εκκαλουμένης αποφάσεως, σύμφωνες με τους αγωγικούς ισχυρισμούς που δεν πλήττονται και δη ειδικώς υπό της εναγομένης και δη το ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.240,91 ευρώ + επίδομα Κυριακών 273,00 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 37,74 ευρώ + μηνιαίο αντίτιμο τροφοδοσίας 617,40 ευρώ + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας  446,97 ευρώ + κατά μέσο όρο μηνιαία υπερωριακή αμοιβή 1.481,44 ευρώ (6.994,00 ευρώ + 10.572,80 ευρώ/286 ημέρες εργασίας του εντός του έτους 2022 X 30 =) + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής έχμασης οχημάτων 442,46 ευρώ, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κατά την εκκαλουμένη απόφαση, χωρίς το αποδεικτικό πόρισμα αυτής να πλήττεται από τους διαδίκους + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για «έκτακτες αμοιβές» 37,57 ευρώ, ποσό το οποίο κατά πάγιο τρόπο κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων + μέσος όρος μηνιαίου επιδόματος άγονης γραμμής ευρώ 71,77, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων =] 5.010,42 + μέσος όρος ανά μήνα των επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα 2022 εκ ποσού ευρώ 630,80 € (1.732,77 + 4.280,90 =) 6.013,67 /286 ημέρες] X 30], 5.641,22 ευρώ δια 30 = 188,04 X 66,99=} 12.596,79. Έναντι του ποσού αυτού, όπως ο ίδιος ο ενάγων, καθ’ υποφοράν με την ένδικη αγωγή του ισχυρίσθηκε, έλαβε το ποσό των ευρώ 11.645,37 και επομένως, δικαιούται ως υπόλοιπο αμοιβής για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ 951,42. Συνολικά, για την εν λόγω αιτία (πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές) ο ενάγων δικαιούται ως υπόλοιπο αμοιβής το ποσό των ευρώ (714,66 + 951,42=) 1.666,08, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση. Κατόπιν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι στην ουσία τους ο τρίτος λόγος έφεσης της εναγομένης και ο αντίστοιχος τρίτος λόγος αντέφεσης του ενάγοντος.

V] Στις διατάξεις των άρθρων 68 – 81 του Ν. 3816/1958 «Περί Κυρώσεως Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου» (ΦΕΚ Α΄ 32/28.2.1958, ΚΙΝΔ), που τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής, καταστρώνονται οι προβλεπόμενοι από αυτόν λόγοι λύσης της σύμβασης ναυτικής εργασίας, εφαρμοζομένων παραλλήλως των ρυθμίσεων του κοινού δικαίου επί των μη ρυθμιζόμενων περιπτώσεων. Οι λόγοι αυτοί διαρθρώνονται σε δύο [2] κατηγορίες και, συγκεκριμένα, αφενός μεν σ’ εκείνους που επιφέρουν αυτόματα τη λύση της σύμβασης με τη συνδρομή ορισμένων γεγονότων (άρθρα 68, 70, 71) και, αφετέρου, σ’ εκείνους που ανάγονται στη βούληση των συμβαλλομένων (άρθρα 69 και 72 -74), οι οποίοι λειτουργούν ύστερα από ενέργεια ενός μόνον από αυτούς (Ι. Ρόκας – Γ. Θεοχαρίδης, Ναυτικό Δίκαιο, 2015, αρ. 148, σελ. 80, Α. Κιάντου – Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, 1989, σελ. 155 επομ.). Πέραν, όμως, αυτών είναι δυνατή η λύση της σύμβασης ναυτολόγησης με τη θέληση αμφοτέρων των συμβαλλομένων (Α. Κιάντου – Παμπούκη, οπ., Γ. Μικρούδης, Η σύμβαση ναυτικής εργασίας, σε ΕΕΔ 66/449 επομ. [454, υποσ. 49]), στα πλαίσια της συμβατικής ελευθερίας και της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης που σε νομοθετικό επίπεδο θεμελιώνονται στην διάταξη του άρθρου 361 του ΑΚ. Η λύση αυτή της σύμβασης ναυτικής εργασίας με κοινή συναίνεση δεν προβλέπεται στον ΚΙΝΔ, ο οποίος προνοεί μόνον για τη λύση της με τη θέληση του ενός συμβαλλομένου, προς την οποία και συνάπτει έννομες συνέπειες. Τέτοια συνέπεια προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 76, κατά την οποία ο απολυόμενος ναυτικός δικαιούται αποζημίωσης, εκτός άλλων, στην περίπτωση κατά την οποία, χωρίς τούτο να δικαιολογείται εξαιτίας παραπτώματός του, ο πλοίαρχος καταγγέλλει τη σύμβαση της ναυτολόγησής του. Περίπτωση λύσεως της συμβάσεως με κοινή συναίνεση ανακύπτει και όταν, κατ’ εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΝΕ, ο ναυτικός λαμβάνει την προβλεπόμενη από αυτήν άδεια ανάπαυσης, οπότε η σύμβασή του λύνεται με την αποδοχή εκ μέρους του πλοιάρχου σχετικής αίτησής του, δηλαδή με τη σύμπτωση των δηλώσεων βούλησής τους κατ’ άρθρα 185, 189 και 192 του ΑΚ (πρβλ ΟλΑΠ 25/1998, Δνη 1998/798, ΟλΑΠ 32/1997, Δνη 1997/1528). Πράγματι, όπως [και] από τις διατάξεις του άρθρου 15 των ως άνω ΣΣΝΕ προκύπτει, η άδεια του ναυτικού, σε αντίθεση προς ό,τι συμβαίνει στη χερσαία εργασία, παρέχεται κατ’ αίτησή του μόνο αν, κατά την κρίση του πλοιάρχου, οι ανάγκες του πλοίου επιτρέπουν την χορήγησή της και σε περίπτωση μη χορήγησής της ο ναυτικός δικαιούται της αποζημίωσης που ορίζεται νόμιμα (ΜονΕφΠειρ. 83/2014, ο.π., Δ. Καμβύσης, Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, 1982, άρθρο 60, σελ. 192). Στην ίδια αυτή περίπτωση της με κοινή συναίνεση λύσης της σύμβασης ναυτολόγησης δεν οφείλεται στον απολυόμενο λόγω λήψης αδείας ναυτικό η αποζημίωση του άρθρου 76 ΚΙΝΔ (ΕφΠειρ. 111/2007, ΕΝαυτΔ 2007/406, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος Ι, 2004, άρθρο 75, σελ. 385), αφού για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής προϋποτίθεται μονομερής λύση της σύμβασης επερχόμενη με καταγγελία της εκ μέρους του πλοιάρχου (ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ο.π, ΕφΠειρ. 288/2011, ΠειρΝομ. 2012/173). Άλλως έχει το ζήτημα και η αποζημίωση του άρθρου 76 ΚΙΝΔ εξακολουθεί οφειλόμενη, όταν η λήψη της άδειας ανάπαυσης του ναυτικού εμφανίζεται ως προσχηματικός (τυπικός) λόγος της απόλυσής του, ο οποίος υποκρύπτει σιωπηρή μονομερή καταγγελία της σύμβασής του. Στην περίπτωση αυτή, τον προσχηματικό χαρακτήρα του εμφανιζόμενου λόγου απόλυσης οφείλει να επικαλεσθεί και να αποδείξει ο ναυτικός που ενάγει για τη λήψη της αποζημίωσής του, το δε γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από τη μη επαναυτολόγησή του μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος διάρκειας της άδειάς του, παρά τις οχλήσεις του ναυτικού για την επαναπρόσληψή του (ΜονΕφΠειρ. 443/2015, ΜονΕφΠειρ. 739/2015, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 741/2005, ΕΝαυτΔ 2005/444). Τέλος, σε περίπτωση απόλυσης ναυτικού που λαμβάνει χώρα σε λιμένα του εσωτερικού συνεπεία καταγγελίας της σύμβασής του από τον πλοίαρχο η αποζημίωσή του, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 75 εδαφ. τελευταίο και 76 εδαφ. α΄ του ΚΙΝΔ ισούται με τις πάσης φύσης πάγιες και σταθερές αποδοχές του δεκαπέντε (15) ημερών κατά το χρόνο της απόλυσής του και για τον υπολογισμό της λαμβάνονται υπόψη ο καταβαλλόμενος μισθός κατά τον τελευταίο μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης (μισθός ενέργειας), το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, η υπερωριακή αμοιβή του, η αποζημίωση αδείας, τα επιδόματα εορτών (ΑΠ 1224/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και κάθε άλλη παροχή καταβαλλομένη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας του τακτικώς καθ’ έκαστο μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς καθ’ ορισμένα χρονικά διαστήματα (ΜονΕφΠειρ. 351/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΕφΠειρ. 172/2008, ΕΝαυτΔ 36/100, ΕφΠειρ. 719/2006, ΕΝαυτΔ 34/355, βλ. και Δ. Καμβύση, ο.π., άρθρο 76, σελ. 265), το άθροισμα των οποίων διαιρείται δια δύο [2] (ΜονΕφΠειρ. 71/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 231/2013, ο.π.). Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι ο ενάγων στις 13.12.2021 έλαβε άδεια αναπαύσεως, διάρκειας ενός [1] μηνός, δηλαδή μέχρι τις 13.1.2022,  όπως αναγράφηκε στο ναυτικό του φυλλάδιο. Ωστόσο, κατά τη λήξη της άδειας αυτής, όταν ζήτησε να επαναπροσληφθεί, η εναγόμενη αρνήθηκε τη ναυτολόγησή του, η οποία, τελικώς πραγματοποιήθηκε αργότερα και δη την 7η.2.2022. Οι αιτιάσεις της εναγομένης ότι η μη ναυτολόγηση του ενάγοντος οφείλεται σε ιδική του μη έγκαιρη προσέλευση και όχι στην πρόθεση της ιδίας μη επαναπρόσληψης του την 13.1.2022, και συγκεκριμένα, όπως αναλύει στις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, η ίδια εκάλεσε τον ενάγοντα εμπρόθεσμα προς επαναυτολόγησή του με τη λήξη της αδείας και αυτός δεν προσήλθε εμπρόθεσμα, δεν κρίνονται βάσιμες, αφού δεν ενισχύονται από κανένα αποδεικτικό μέσο, αφού περί τούτου κανέναν έγγραφο αποδεικτικό έγγραφο δεν προσεκόμισε, επιπλέον δε δεν εξέτασε μάρτυρα. Αντίθετα, σαφής περί τούτου είναι η κατάθεση του μάρτυρος του ενάγοντος, κατά την οποία με τη λήξη της αδείας του, ο ενάγων εζήτησε από την εναγομένη την επαναυτολόγησή του, πλην όμως αυτός εν τέλει επαναυτολογήθηκε με καθυστέρηση ενός μηνός. Με τον τρόπο, όμως, αυτό ο ενάγων, χωρίς να βαρύνεται με οποιοδήποτε παράπτωμα, παρέμεινε στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα άνεργος. Επομένως, ο τελευταίος έχει δικαίωμα λήψης της προβλεπόμενης στο άρθρο 76 ΚΙΝΔ αποζημίωσης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που κατέληξε στο ίδιο αποδεικτικό πόρισμα ορθώς τις αποδείξεις εκτίμησε, απορριπτομένου ως αβάσιμου στην ουσία του του έκτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, κατά το πρώτο σκέλος του, με το οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Ακολούθως, η εκκαλουμένη απόφαση, υπολόγισε το ποσό της αποζημίωσης, που δικαιούται ο ενάγων, με βάση το σύνολο των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του κατά τον τελευταίο, πριν από την απόλυσή του μήνα, υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης, δηλαδή τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του κατά το μήνα Νοέμβριο του έτους 2021, υπολογιζόμενες με βάση την τότε εφαρμοζόμενη μεταξύ των διαδίκων ΣΣΝΕ για τα μέλη των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019 [μισθός ενεργείας της ειδικότητας του ναύτη 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 ευρώ + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 ευρώ + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 ευρώ] πλέον μηνιαία υπερωριακή αμοιβή του εκ ποσού 1.802,40 ευρώ (4.343,04 +  ευρώ + 6.351,00 ευρώ/178 ημέρες ναυτολόγησης εντός του έτους 2021 X 30=), πλέον μηνιαίας αμοιβής έχμασης οχημάτων εκ ποσού 530,50 ευρώ, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κατά την εκκαλουμένη απόφαση, χωρίς να πλήττεται κατά τούτο από τους διαδίκους, πλέον μηνιαίας αμοιβής για «έκτακτες αμοιβές» εκ ποσού 35,02 ευρώ, ποσό το οποίο κατά πάγιο τρόπο κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων, πλέον μηνιαίου επιδόματος άγονης γραμμής εκ ποσού 68,90 ευρώ, το οποίο καταβάλλονταν τακτικά κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων και συνολικά, συμποσούμενα τα ανωτέρω επιμέρους κονδύλια, με βάση το ποσό των ευρώ 4.976,63, στο οποίο συνυπολόγισε και τον μηνιαίο μέσο όρο των επιδομάτων εορτών έτους 2021 και δη το ποσό των ευρώ 626,49, καθώς και το ποσό των ευρώ 95,83 ως μηνιαία αναλογία αποζημίωσης διανυκτέρευσης, χωρίς κατά τούτο να πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση από την εναγομένη, μη συνυπολογίζοντας, εν τούτοις, την αναλογία πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές, που ο ενάγων εδικαιούτο και έλαβε κατά τον μήνα Νοέμβριο 2021, καθόσον κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, αυτή δεν καταβάλλονταν σταθερά και μόνιμα και δεν είχε το χαρακτήρα τακτικής παροχής. Ακολούθως, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, από το σύνολο του ποσού των 5.698,95 ευρώ στο οποίο ανήρχοντο, συμποσούμενα τα ανωτέρω επιμέρους κονδύλια, οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται να λάβει το ήμισυ του ποσού αυτού και δη το ποσό των ευρώ 2.849,47. Το εν λόγω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως πλήττουν αμφότεροι οι διάδικοι, επικαλούμενοι αμφότεροι εσφαλμένο υπολογισμό των ωρών της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, που οδήγησε και σε εσφαλμένο υπολογισμό της αναλογίας των επιδομάτων δώρων εορτών κατά τον τέταρτο λόγο αντέφεσης του ενάγοντος και, επιπλέον, ο ενάγων με τον ίδιο (τέταρτο) λόγο της αντέφεσής του, πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση και για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και δη της διατάξεως του άρθρου 76 του ΚΙΝΔ καθόσον, όπως ισχυρίζεται, για την εξαγωγή του συνόλου των πάγιων αποδοχών του η εκκαλουμένη απόφαση δεν έλαβε υπόψη της το σύνολο των τακτικών αποδοχών του και δη την αναλογούσα στην εργασία του πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές. Ενόψει όσων απεδείχθησαν στα πλαίσια διερεύνησης του πρώτου λόγου έφεσης ως προς την υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, τυγχάνει αβάσιμος και απορριπτέος ο τέταρτος λόγος της έφεσης της εναγομένης και ο αντίστοιχος τέταρτος λόγος της αντέφεσης του ενάγοντος κατά το σκέλος αυτών, με το οποίο οι διάδικοι παραπονούνται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό, που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, με σκοπό τον καθορισμό της οφειλομένης σ’ αυτόν αποζημιώσεως απολύσεως, ως μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του (ενάγοντος) για την παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του στο πλοίο της εναγομένης εντός των ιδίων ετών. Αντίθετα, βάσιμος στην ουσία του τυγχάνει ο ίδιος λόγος αντέφεσης του ενάγοντος κατά το σκέλος του, με το οποίο παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων εκ του λόγου ότι, για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, με σκοπό τον καθορισμό της οφειλομένης σ’ αυτόν αποζημιώσεως απολύσεως, δεν συνυπολογίσθηκε η πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές που ο ενάγων ελάμβανε. Τούτο διότι, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας αποδεικνύεται ότι πράγματι ο ενάγων κάθε μήνα ελάμβανε πρόσθετη αμοιβή για την εν λόγω αιτία, επιπροσθέτως δε ως αναλύεται στα πλαίσια του τρίτου λόγου έφεσης, το εν λόγω πλοίο, πραγματοποίησε δρομολόγια εξπρές τον μήνα Νοέμβριο του έτους 2021. Αντίθετα, οι αιτιάσεις της εναγομένης, που ως εφεσίβλητη προέβαλε με τις έγγραφες προτάσεις ότι δηλαδή εσφαλμένως, υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, συνυπολογίσθηκαν στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος και το αναλογούν ανά μήνα επίδομα εορτών, τυγχάνουν απορριπτέες ως αβάσιμες στην ουσία τους, διότι η εκκαλουμένη απόφαση, κατ’ ορθή εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 76 του ΚΙΝΔ, στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος προς υπολογισμό της αποζημίωσης απολύσεως συνυπολόγισε και το αναλογούν στον μήνα Νοέμβριο 2021 δώρο εορτών. Κατά συνέπεια, σύμφωνα και με τις διατάξεις του άρθρου 76 ΚΙΝΔ, οι τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, κατά τον τελευταίο προ της απολύσεώς του μήνα πλήρους απασχόλησής του στο πλοίο της εναγομένης και δη κατά τον μήνα Νοέμβριο 2021, ανήρχοντο, στις ελάχιστες μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, υπολογιζόμενες με βάση τη ΣΣΝΕ των μελών των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019 η οποία κατά τη συμφωνία των διαδίκων ήταν εν προκειμένω εφαρμοστέα  ήτοι στο ποσό των ευρώ 2.539,81 [μισθός ενεργείας της ειδικότητας του ναύτη 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών 265,05 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 ευρώ + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 ευρώ + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 ευρώ=], πλέον της αναλογούσας στον μήνα Νοέμβριο 2021 υπερωριακής αμοιβής του, η οποία προσδιορίσθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση στο ποσό των ευρώ 1.802,40 ευρώ (4.343,04 +  ευρώ + 6.351,00 ευρώ/178 ημέρες ναυτολόγησης εντός του έτους 2021 X 30=), που δεν αμφισβητείται ως προς τον μαθηματικό υπολογισμό της από τους διαδίκους, οι οποίοι αμφισβητούν μόνον τις παραδοχές της εκκαλουμένης αποφάσεως ως προς τις ώρες εργασίας που ο ενάγων εργαζόταν υπερωριακή, πλέον της μηνιαίας αμοιβής του ενάγοντος λόγω έχμασης οχημάτων [αμοιβή η οποία καταβάλλονταν τακτικά στον ενάγοντα κατά την εκκαλουμένη απόφαση παραδοχές της οποίας δεν πλήττονται από την ένδικη έφεση και αντέφεση] και η οποία προσδιορίσθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση στο ποσό των ευρώ 530,50, ποσό που δεν αμφισβητείται ως προς τον υπολογισμό του από τους διαδίκους, όπως επίσης δεν αμφισβητείται από την εναγομένη ότι ορθώς η εν λόγω αμοιβή περιλαμβάνεται στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, επί τη βάσει των οποίων υπολογίζεται η εν λόγω αποζημίωση, πλέον μηνιαίας αμοιβής του ενάγοντος με αιτιολογία «έκτακτες αμοιβές» 35,02 ευρώ [ποσό το οποίο καταβάλλονταν στον ενάγοντα κατά πάγιο τρόπο κάθε μήνα, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων], πλέον μηνιαίου επιδόματος άγονης γραμμής [αμοιβή η οποία καταβάλλονταν τακτικά στον ενάγοντα κατά την εκκαλουμένη απόφαση παραδοχές της οποίας δεν πλήττονται από την ένδικη έφεση και αντέφεση], το οποίο προσδιορίσθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση στο ποσό των ευρώ 68,90, ποσό που δεν αμφισβητείται ως προς τον υπολογισμό του από τους διαδίκους, όπως επίσης δεν αμφισβητείται από την εναγομένη ότι ορθώς η εν λόγω αμοιβή περιλαμβάνεται στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, επί τη βάσει των οποίων υπολογίζεται η εν λόγω αποζημίωση, πλέον αναλογούντος επιδόματος εορτών έτους 2021 και δη το ποσό των ευρώ 626,49, ποσό το οποίο έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη απόφαση ο μαθηματικός υπολογισμό του οποίου  δεν αμφισβητείται υπό των διαδίκων [οι αιτιάσεις του ενάγοντος στα πλαίσια της ένδικης αντέφεσής του, ότι το ανωτέρω ποσό, των ευρώ 626,49, υπολογίσθηκε εσφαλμένα στην εκκαλουμένη απόφαση και δη επί τη βάσει της επίσης εσφαλμένης παραδοχής ότι αυτός απασχολήθηκε υπερωριακά κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του λιγότερες ώρες απ’ όσες πράγματι εργάσθηκε καθ’ υπέρβαση του προβλεπομένου στις εφαρμοστέες ΣΣΝΕ ωραρίου, αφού έγινε δεκτό ότι η διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του ανερχόταν κατά μέσο όρο σε δεκατρείς (13) και όχι σε δεκαέξι (16) ώρες, όπως επικαλέσθηκε με την αγωγή του, πλήττουν τον υπολογισμό της αναλογίας των επιδομάτων δώρων εορτών, υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, μόνον κατά την υπ’ αυτής (εκκαλουμένης αποφάσεως) παραδοχή ότι ο ενάγων εργάσθηκε επί δεκατρείς ώρες και όχι επί δεκαέξι], εφόσον ως αναλύεται ανωτέρω η εν λόγω αναλογία δώρων εορτών περιλαμβάνεται στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, επί τη βάσει των οποίων υπολογίζεται η εν λόγω αποζημίωση. Συνολικά οι τακτικές αποδοχές του ενάγοντος κατά τον τελευταίο προ της απολύσεώς του μήνα πλήρους απασχόλησής του στο πλοίο της εναγομένης, ανήρχοντο, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, στο ποσό των ευρώ 5.603,12. Επιπλέον, εν τούτοις, θα πρέπει, στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος επί τη βάση των οποίων θα υπολογισθεί η αποζημίωση απόλυσής του, κατά τον βάσιμο τέταρτο λόγο αντέφεσής αυτού (ενάγοντος), να συνυπολογισθεί και η αναλογούσα, κατά τον τελευταίο προ της απολύσεώς του μήνα πλήρους απασχόλησής του στο πλοίο της εναγομένης, πρόσθετη αμοιβή του για δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσε το εν λόγω πλοίο, εφόσον από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, αποδεικνύεται ότι κάθε μήνα ο ενάγων ελάμβανε τοιούτου είδους πρόσθετη αμοιβή (όμοια ΕφΠειρ 66/2013, ΕφΠειρ 111/2007, ΜΕΠ 57/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά τον μήνα Νοέμβριο 2021, μήνα πλήρους απασχόλησης του ενάγοντος προ της απολύσεώς του, όπως προκύπτει από την από 30.11.2021 απόδειξη μισθοδοσίας, για την εν λόγω αιτία, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 844,35, το οποίο και πρέπει να συνυπολογισθεί και όχι το ποσό των ευρώ 1.382,69 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό και τον τέταρτο λόγο αντέφεσης, εφόσον για τον υπολογισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής λαμβάνεται υπόψη αυτή, δηλαδή η αναλογούσα, κατά τον τελευταίο προ της απολύσεώς του ενάγοντος μήνα πλήρους απασχόλησής του, εν προκειμένω του μηνός Νοεμβρίου 2021 και όχι ο μέσος όρος της εν λόγω αμοιβής στα πλαίσια όλων των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος. Ως εκ τούτου, με δεδομένο ότι οι τακτικές αποδοχές του ενάγοντος κατά τον τελευταίο, προ της απολύσεώς του μήνα πλήρους απασχόλησής του στο πλοίο της εναγομένης, ανήρχοντο ως απεδείχθη ανωτέρω και αναλύεται στο συνολικό ποσό των ευρώ (5.603,12 + 844,35=) 6.447,47, ο ενάγων, ως αποζημίωση για την ανωτέρω απόλυσή του εδικαιούτο το ήμισυ των αποδοχών αυτών και δη το ποσό των ευρώ (6.447,47 δια 2=) 3.223,73 και όχι το ποσό των ευρώ 2.849,47 όπως, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του τέταρτο λόγο της ένδικης αντέφεσης του ενάγοντος δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου του αντίστοιχου τετάρτου λόγου έφεσης της εναγομένης ως αβασίμου στην ουσία της.

Επομένως, πρέπει, αφού απορριφθεί η έφεση της εναγομένης ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, να γίνει δεκτή εν μέρει η αντέφεση του ενάγοντος ως και ουσιαστικά βάσιμη κατά τον ως άνω ευδοκιμήσαντα λόγο της και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη πληγέν με την ένδικη έφεση και την αντέφεση μέρος της και δη το ποσό των ευρώ 645,47 που η εκκαλουμένη απόφαση επεδίκασε στον ενάγοντα αναγνωριστικώς ως αποζημίωση για μη χορηγηθείσες είκοσι μία άδειες διανυκτέρευσης κατά τις ένδικη περιόδους ναυτολόγησης του ενάγοντος και κατά το μη ανατραπέν μέρος της, ως ανωτέρω αναλύεται στο σκεπτικό της παρούσας, για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984, Ελλνη 26.642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005.685, ΕφΠειρ.91/2004, Πειρ.Νομ. 2004.160) και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, η ένδικη αγωγή, η οποία τυγχάνει νόμιμη ως θεμελιούμενη στις διατάξεις που αναφέρονται στο σκεπτικό της παρούσας, καθώς και σε αυτές των άρθρων 361, 648 επ. 340, 341 εδ. α’, 345 εδ. α’, 346 ΑΚ, 53, 54, 57, 60 του Ν. 3816/1958 περί Κ.Ι.Ν.Δ., στις διατάξεις της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2022 που κυρώθηκε από την ΥΑ 2242.5-1.5/8785/2022 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, [ΦΕΚ Β’ 663/15.02.2022) και 70 και 176 ΚΠολΔ, να γίνει δεκτή, κατά ένα μέρος, ως και ουσιαστικά βάσιμη και α) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό χρηματικό ποσό των 12.803,78 ευρώ, ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησής του εντός των ετών 2021 και 2021 και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 10.414,21 ευρώ (586,96 ως υπόλοιπο αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2021 + 1.316,11 ως υπόλοιπο αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2021 + 856,93 ως υπόλοιπο αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2022 + 2.118,93 ως υπόλοιπο αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2022 + 1.666,08 ως υπόλοιπο πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές + 645,47 ως υπόλοιπο αποζημίωσης μη χορήγησης αδειών διανυκτέρευσης + 3.223,73 ως αποζημίωση απολύσεως), με το νόμιμο τόκο, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, από την επομένη της λύσεως της τελευταίας σύμβασης ναυτολόγησής του στις 20.12.2022, που αποτελεί κατά νόμο δήλη ημέρα, ήτοι από την 21.12.2022 και μέχρι την πλήρη εξόφληση, συμπεριλαμβανομένου και του ποσού των ευρώ 2.118,93, που αντιστοιχεί στο δώρο Χριστουγέννων του έτους 2021 και είναι τοκοφόρο από της επομένης της αποναυτολογήσεως του ενάγοντος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 παρ.3 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2022 που κυρώθηκε από την ΥΑ 2242.5-1.5/8785/2022 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, (ΦΕΚ Β’ 663/15.02.2022), σύμφωνα με την οποία «3. Κατά την απόλυση του ο Ναυτικός δικαιούται και την καταβολή τής αναλογίας τού Δώρου Εορτών.», όπως βασίμως υποστηρίζει ο ενάγων με τον πέμπτο λόγο της ένδικης αντέφεσής του, γενομένου δεκτού ως βασίμου στην ουσία του του λόγου τούτου, δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση, κατ΄ εσφαλμένη εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεων και κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δεν επεδίκασε τόκους, όσον αφορά στην απαίτηση του ενάγοντος για καταβολή του ανωτέρω ποσού των ευρώ 2.118,93, υπολοίπου αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2022. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα, πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρα 106, 176, 178 αριθμ. 1, 183 και 191 § 2 του ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των εξόδων του ενάγοντος σε βάρος της εναγομένης, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 12.09.2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου …../12-9-2023 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………./14-09-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση και την  από 17.05.2024 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογράφου ………../17-05-2024 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) αντέφεση κατά της υπ’ αριθμ. 2647/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν την αντέφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 2647/2023 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει εξαρχής την υπόθεση επί της από 23.12.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ………../23.12.2022 αγωγής.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των δώδεκα χιλιάδων οκτακοσίων τριών ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτών (12.803,78 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την 21.12.2022, μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα, επιπλέον του αμέσως ανωτέρω ποσού και το συνολικό ποσό των δέκα χιλιάδων τετρακοσίων δέκα τεσσάρων ευρώ και είκοσι ενός λεπτών (10.414,21 ευρώ ), με το νόμιμο τόκο από την 21.12.2022, μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων ευρώ (1.200 ευρώ).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασής του στον Πειραιά, δίχως την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, την 2.8.2024

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ