Αριθμός 402/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………… ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Χρήστο Θεοδωρόπουλο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ………… η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Σταυρούλα Κοκλιώτη.
Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 15.10.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2021) αγωγή-αίτηση ανάκλησης/μεταρρύθμισης, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1741/2023 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 4.7.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ………/2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ …../2023) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 1741/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 παρ.3β, 593-602, 610-613 ΚΠολΔ) με την παρουσία των διαδίκων, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 5-7-2023, δηλαδή εντός της από το άρθρο 518 παρ. 2 ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, δεδομένου ότι δεν προέκυψε επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
ΙΙ. Με την από 15-10-2021 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………../2021) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ο ενάγων, και ήδη εκκαλών, επικαλούμενος μεταβολή των πραγματικών συνθηκών, ζητούσε την ανάκληση, άλλως μεταρρύθμιση, της με αριθμό 4681/2012 (ήδη αμετάκλητης) αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή του σε βάρος της νυν εφεσίβλητης, τέως συζύγου του, ως προς το αίτημα για ανάθεση στον ίδιο της αποκλειστικής άσκησης επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους, ………., την οποία ασκεί εν τοις πράγμασι η τελευταία, μητέρα του τέκνου, και ρυθμίστηκε το δικαίωμα επικοινωνίας του με αυτό. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, απέρριψε την αγωγή ως προς το κύριο αίτημα της και την έκανε μερικώς δεκτή ως προς το επικουρικό, ορίζοντας ευρύτερη επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο ενάγων με την υπό κρίση έφεση του, επικαλούμενος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί την εξαφάνιση της, προκείμενου να γίνει δεκτή η αγωγή του κατά το κύριο αίτημα της, άλλως κατά το επικουρικό καθ’ ολοκληρίαν.
ΙΙΙ. Με τον πρώτο λόγο της έφεσης ο εκκαλών παραπονείται, διότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου δεν έλαβε υπόψη του την ένορκη κατάθεση της νομίμως εξετασθείσας στο ακροατήριο μάρτυρος, συζύγου του. Όπως προκύπτει από την εκκαλουμένη απόφαση, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο πράγματι δεν έλαβε υπόψη του κατά τον σχηματισμό της κρίσης του, την επ’ ακροατηρίω δοθείσα ένορκη κατάθεση της ………., συζύγου του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, με την αιτιολογία ότι η εξέταση της αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 592 και 597 παρ.2, περ.2 τελ. εδ ΚΠολΔ. Ωστόσο, σύμφωνα με την τελευταία διάταξη, στις διαφορές του άρθρου 592 ΚΠολΔ, όπως εκ προκειμένω, απαγορεύεται να εξεταστούν ως μάρτυρες τα τέκνα των διαδίκων, γνήσια, νομιμοποιημένα, θετά και αναγνωρισμένα, τα τέκνα της γυναίκας που γεννήθηκαν χωρίς γάμο, καθώς και οι σύζυγοι και οι κατιόντες των τέκνων, όχι, όμως, και οι σύζυγοι των διαδίκων, όπως εσφαλμένως εκλαμβάνει το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Συνεπώς, ο εξεταζόμενος λόγος της έφεσης πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος κατ’ ουσίαν.
IV. Οι διατάξεις των άρθρων 1510 αριθ.1, 1511 αριθ.1 και 4, 1513 αριθ.1 εδ.α’ και 1514 ΑΚ, όπως αντικαταστάθηκαν με το Ν 4800/21.05.2021, και οι οποίες, δυνάμει του άρθρου 18 του ίδιου Νόμου, εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις επί των οποίων δεν έχει εκδοθεί, μέχρι την έναρξη ισχύος του (16.09.2021), αμετάκλητη δικαστική απόφαση, ορίζουν τα εξής: Στο άρθρο 1510 αριθ.1 ότι “Η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού και εξίσου. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του”, στο άρθρο 1511 αριθ.1,4 ότι “Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου… Ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του, πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα και τα συμφέροντά του”, στο άρθρο 1513 αριθ.1 εδ.α’ ότι “Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης ή ακύρωσης του συμφώνου συμβίωσης ή διακοπής της συμβίωσης των συζύγων ή των μερών του συμφώνου συμβίωσης και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, εξακολουθούν να ασκούν από κοινού και εξίσου τη γονική μέριμνα”, και στο άρθρο 1514 ότι “1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 1513, οι γονείς μπορούν με έγγραφο βεβαίας χρονολογίας να ρυθμίζουν διαφορετικά την κατανομή της γονικής μέριμνας, ιδίως να αναθέτουν την άσκησή της στον έναν από αυτούς, και να καθορίζουν τον τόπο κατοικίας του τέκνου τους, τον γονέα με τον οποίο θα διαμένει, καθώς και τον τρόπο επικοινωνίας του με τον άλλο γονέα. Το ανωτέρω έγγραφο ισχύει τουλάχιστον για δύο (2) έτη και παρατείνεται αυτοδικαίως, εκτός αν κάποιος από τους δύο γονείς δηλώσει εγγράφως στον άλλο γονέα, πριν τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου, ότι δεν επιθυμεί την παράτασή του.2. Αν δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, εξαιτίας διαφωνίας των γονέων και ιδίως αν ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει σε αυτήν ή δεν τηρεί την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία για την άσκηση ή τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας ή αν η συμφωνία αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου ή αν η γονική μέριμνα ασκείται αντίθετα προς το συμφέρον του τέκνου, καθένας από τους γονείς προσφεύγει σε διαμεσολάβηση, εξαιρουμένων των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας, όπως ο νόμος ορίζει. Αν διαφωνούν, αποφασίζει το δικαστήριο. 3. Το δικαστήριο μπορεί ανάλογα με την περίπτωση :α) να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων, να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της στα κατ’ ιδίαν θέματα ή να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας στον ένα γονέα ή σε τρίτο, β) να διατάξει πραγματογνωμοσύνη ή τη λήψη οποιουδήποτε άλλου πρόσφορου μέτρου, γ) να διατάξει διαμεσολάβηση ή την επανάληψη διακοπείσας διαμεσολάβησης, ορίζοντας συγχρόνως τον διαμεσολαβητή. Για τη λήψη της απόφασής του το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τους έως τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς και τους αδελφούς του, καθώς και τις τυχόν συμφωνίες που έκαναν οι γονείς του τέκνου για την άσκηση της γονικής μέριμνας”. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται, ότι η γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου του, η οποία, μεταξύ άλλων, εμπεριέχει την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευση του τέκνου, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του, το δε περιεχόμενο της επιμέλειας προσδιορίζεται από το συμφέρον του παιδιού και περιλαμβάνει επί μέρους πτυχές, που αποσκοπούν στη σωματική, πνευματική και συναισθηματική πρόοδο και ευεξία του παιδιού και στην υπεύθυνη και με κοινωνική συνείδηση ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Στην περίπτωση διακοπής της συζυγικής συμβίωσης, όταν ανατρέπονται πλέον οι συνθήκες της ζωής της οικογένειας, καταργείται ο συζυγικός οίκος, δημιουργείται χωριστή εγκατάσταση του καθενός από τους γονείς και ανακύπτει το θέμα της διαμονής των ανηλίκων τέκνων πλησίον του πατέρα ή της μητέρας τους, η ρύθμιση δε της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας αυτών γίνεται από το δικαστήριο. Ως κατευθυντήρια γραμμή για την άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων των τέκνων και της προσφυγής τους στο δικαστήριο, αλλά και πυρήνας για τον προσδιορισμό της άσκησης της είναι το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που αποσκοπεί στην ανάπτυξη του ανηλίκου σε μία ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα. Για την εξειδίκευση της αόριστης αυτής νομικής έννοιας δεν παρέχονται από τον νομοθέτη εκ των προτέρων προσδιοριστικά στοιχεία πέραν από το επιβαλλόμενο στον δικαστή καθήκον να σεβαστεί την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσιακής – οικονομικής κατάστασής τους. Το κανονιστικό δε περιεχόμενο της έννοιας αυτής του συμφέροντος του παιδιού συγκεκριμενοποιείται εκάστοτε με βάση τις επικρατούσες συνθήκες σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, καθώς επίσης και κυρίως τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε παιδιού. Το συμφέρον του παιδιού προσδιορίζεται εξατομικευμένα με αναφορά σε συγκεκριμένο εκάστοτε παιδί και τις ανάγκες του, όπως αυτές προσδιορίζονται ιδίως από την κατάσταση της υγείας του, την ηλικία του, τις οικογενειακές και κοινωνικές συνθήκες, υπό τις οποίες διαβιώνει το παιδί, και αναλύεται στις επί μέρους πτυχές του δικαιώματος της προσωπικότητας του παιδιού, δηλαδή κυρίως στη ζωή, σωματική ακεραιότητα, υγεία, συναισθηματική και ψυχολογική ασφάλεια και σταθερότητα, διανοητική πρόοδο, κοινωνική ένταξη και αποδοχή, υπευθυνότητα, κοινωνική συνείδηση και ανεξαρτησία του παιδιού. Επίσης, το παιδί εξελίσσεται και μαζί του εξελίσσονται οι ανάγκες του και αναπροσδιορίζεται το συμφέρον του. Στη δικαστική, συνεπώς, κρίση καταλείπεται ευρύ πεδίο ώστε, αφού ληφθούν υπόψη, όλες οι σχέσεις και οι περιστάσεις, να καταλήξει σε ρύθμιση τέτοια, που να εξυπηρετείται καλύτερα το συμφέρον του ανηλίκου τέκνου. Κρίσιμα προς τούτο στοιχεία είναι, μεταξύ άλλων, η καταλληλότητα του ή των γονέων για την ανάληψη του έργου της διαπαιδαγώγησης και της περίθαλψης του ανηλίκου τέκνου, και οι έως τότε δεσμοί του τέκνου με τους γονείς και αδελφούς του. Για το σκοπό αυτό λαμβάνεται υπόψη η προσωπικότητα και η παιδαγωγική καταλληλότητα του κάθε γονέα και συνεκτιμώνται οι συνθήκες κατοικίας και η οικονομική κατάσταση τούτων (ΑΠ 952/2007). Από το συνδυασμό, επίσης, των ίδιων ως άνω διατάξεων συνάγεται, ότι οι ικανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας μέσα στα πλαίσια της λογικής και ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων, η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης, περιλαμβάνονται στα κριτήρια προσδιορισμού του συμφέροντος του τέκνου. Αυτό δε ισχύει ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα των γονέων ως προς το διαζύγιο ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, εκτός εάν η συμπεριφορά του υπαίτιου έχει επιδράσει και στην άσκηση της γονικής μέριμνας – επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον του τέκνου, λόγω της έκτασης και της βαρύτητας της συμπεριφοράς του αυτής, δηλωτικής της δομής του χαρακτήρα του και της εν γένει προσωπικότητάς του, έτσι ώστε και έναντι του τέκνου να αναμένεται από αυτόν η τήρηση της ίδιας συμπεριφοράς (ΑΠ 1218/2006). Επίσης, από το συνδυασμό των ίδιων πιο πάνω διατάξεων συνάγεται, και ότι το συμφέρον του τέκνου λαμβάνεται υπό ευρεία έννοια, προς διαπίστωση δε της συνδρομής του εξετάζονται πάντα τα επωφελή και πρόσφορα για τον ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις. Ουσιώδους σημασίας είναι και η επισημαινόμενη στο νόμο ύπαρξη ιδιαίτερου δεσμού του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του και η περί αυτού ρητώς εκφραζόμενη προτίμηση του, την οποία συνεκτιμά το δικαστήριο ύστερα και από τη στάθμιση του βαθμού της ωριμότητας του. Με δεδομένη την ύπαρξη του εν λόγω δεσμού του τέκνου προς το συγκεκριμένο γονέα, αυτός θεωρείται ότι έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικότερης διαπαιδαγώγησης προς όφελος του ανηλίκου και επομένως ότι είναι ο πλέον κατάλληλος για την επιμέλεια του, όμως υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι ο ιδιαίτερος αυτός δεσμός του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του έχει αναπτυχθεί φυσιολογικά και αβίαστα ως ψυχική στάση, η οποία είναι προϊόν της ελεύθερης και ανεπηρέαστης επιλογής του ανηλίκου, που έχει την στοιχειώδη ικανότητα διακρίσεως. Πρέπει δε να λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη ότι ο ανήλικος, που έχει ακόμη ατελή την ψυχοπνευματική ανάπτυξη και την προσωπικότητα του υπό διαμόρφωση, υπόκειται ευχερώς σε επιδράσεις και υποβολές των γονέων ή άλλων, οι οποίες, έστω και χωρίς επίγνωση γενόμενες, οδηγούν ασφαλώς στο σχηματισμό της μονομερούς διαμόρφωσης και προτίμησης προς τον ένα από τους γονείς, οπότε η προτίμηση του δεν εξυπηρετεί πάντοτε και το αληθές συμφέρον του. Η διάσπαση εξάλλου της έγγαμης συμβίωσης των γονέων, με συνεπακόλουθο και την διάσπαση της οικογενειακής συνοχής κλονίζει σοβαρώς την ψυχική ισορροπία του τέκνου που αισθάνεται ανασφάλεια και επιζητεί στήριγμα. Οι μεταξύ των συζύγων δημιουργούμενες έντονες αντιθέσεις ενίοτε αποκλείουν κάθε συνεννόηση μεταξύ τους, αλλά και σε σχέση με τα τέκνα τους, τα οποία όχι σπανίως χρησιμοποιούνται ως όργανα για την άσκηση παντοειδών πιέσεων και την ικανοποίηση εκδικητικών διαθέσεων. Έτσι, υπό το κράτος της κατάστασης αυτής ο γονέας που αναλαμβάνει την γονική μέριμνα ή την επιμέλεια έχει, κατά την επιταγή του νόμου, πρόσθετα καθήκοντα και αυξημένη την ευθύνη της αντιμετώπισης των ως άνω ειδικών περιστάσεων κατά προέχοντα λόγο, και αυτό προϋποθέτει την εξασφάλιση στο τέκνο κατάλληλων συνθηκών προσαρμογής (ΑΠ 1910/2005). Εξάλλου, το δικαστήριο, προκειμένου να ρυθμίσει την, αποτελούσα, κατά το άρθρο 1510 αριθ.1 εδ. α ΑΚ, περιεχόμενο της γονικής μέριμνας, επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου πρέπει, να ζητεί και να συνεκτιμά και τη γνώμη του τέκνου, εφόσον κρίνει ότι έχει την απαιτούμενη ωριμότητα, ότι δηλαδή έχει την ικανότητα να αντιληφθεί το συμφέρον του (ΑΠ 155/2022, ΑΠ 426/2021, ΑΠ 358/2019). Η συνεκτίμηση από το Δικαστήριο της γνώμης του τέκνου δεν αποτελεί ίδιο αποδεικτικό μέσο, αλλά πρέπει να διαλαμβάνεται στην απόφαση, γιατί συνιστά μέρος της αιτιολογίας αυτής χωρίς και να είναι απαραίτητο να αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου η γνώμη του ανηλίκου, στην οποία άλλωστε το Δικαστήριο αυτό δεν είναι υποχρεωμένο να συμμορφώνεται. Υποχρέωση παραθέσεως της γνώμης του ανηλίκου στην απόφαση δεν προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 1511 αριθ. 4 ΑΚ, πράγμα άλλωστε εύλογο, δεδομένου ότι η παράθεση αυτή είναι βέβαιο ότι θα οξύνει έτι περαιτέρω τις ούτως ή άλλως τεταμένες σχέσεις των διαδίκων γονέων, προκαλώντας εξ αντανακλάσεως βλάβη στο συμφέρον του ίδιου του τέκνου (ΑΠ 157/2023 , ΑΠ 824/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, με το άρθρο 1520 ΑΚ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ν. 4800/2021, προβλέπεται ότι γονέας µε τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της, κατά το δυνατό, ευρύτερης επικοινωνίας µε αυτό, στην οποία περιλαμβάνονται τόσο η φυσική παρουσία και επαφή του µε το τέκνο, όσο και η διαμονή του τέκνου στην οικία του. Ο γονέας µε τον οποίο διαμένει το τέκνο οφείλει να διευκολύνει και να προωθεί την επικοινωνία του τέκνου µε τον άλλο γονέα σε τακτή χρονική βάση. Με την ως άνω ρύθμιση δηλώνεται πανηγυρικά ότι η επικοινωνία συνιστά δικαίωμα και παράλληλα και υποχρέωση του δικαιούχου γονέα. Η ως άνω αναφορά του νόμου σε υποχρέωση ερμηνεύεται ως αναγνώριση του λειτουργικού χαρακτήρα του δικαιώματος της επικοινωνίας με συμβολικό και κατευθυντήριο ρόλο για τους γονείς και δεν εισάγει αγώγιμη αξίωση για εξαναγκασμό του γονέα σε επικοινωνία (έτσι και σε Ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο, τ. ΙΙ, έκδ. 2021, σελ. 348, Κ.Φουντεδάκη, Το νέο δίκαιο των σχέσεων γονέων και παιδιών, εκδ. 2021, σελ 84-85). Για την εφαρμογή του άρθρου 1520 ΑΚ σημασία έχει μόνο το γεγονός ότι ο γονέας μένει χωριστά από το τέκνο ανεξάρτητα από το αν ασκεί από κοινού με τον άλλο γονέα την επιμέλεια (βλ. Ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, ο.π, σελ 337, Γ. Λέκκας, ο.π., σελ 264). Επίσης προβλέπεται ως ειδική υποχρέωση του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο η διευκόλυνση και η προώθηση της επικοινωνίας του τέκνου με τον άλλο γονέα, η οποία νοείται ως η εμφύσηση στο παιδί καλών αισθημάτων για τον άλλο γονέα και η καλή συνεργασία προκειμένου να καθοριστούν οι πρακτικές λεπτομέρειες της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας (βλ. Ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, ο.π. σελ. 338). Σύμφωνα δε με την §2 του νέου άρθρου 1520 «Ο χρόνος επικοινωνίας του τέκνου µε φυσική παρουσία µε τον γονέα, µε τον οποίο δεν διαμένει, τεκμαίρεται στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου, εκτός αν ο γονέας αυτός ζητά μικρότερο χρόνο επικοινωνίας, ή επιβάλλεται να καθορισθεί μικρότερος ή μεγαλύτερος χρόνος επικοινωνίας για λόγους που αφορούν στις συνθήκες διαβίωσης ή στο συμφέρον του τέκνου, εφόσον, σε κάθε περίπτωση, δεν διαταράσσεται η καθημερινότητα του τέκνου.» Με την ως άνω ρύθμιση επιχειρείται η οριοθέτηση ενός ελάχιστου χρόνου επικοινωνίας του τέκνου με το γονέα που δεν διαμένει, που συμβάλει στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και της ψυχικής υγείας του ανήλικου (Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4800/2021 για το νέο άρθρο 1520 ΑΚ). Επικρίθηκε, όμως, πολλαπλώς για τη νομοτεχνική της αστοχία αναφορικά με τη θέσπιση τεκμηρίου, για την σκοπιμότητα του οριζόντιου ποσοτικού προσδιορισμού του χρόνου της επικοινωνίας καθώς και για την κεκαλυμμένη θέσπιση συνεπιμέλειας με εναλλασσόμενη διαμονή (βλ σχετική κριτική Ε. Κουνουγέρη – Μανωλεδάκη, ο.π. σελ. 341, Κ. Παντελίδου, Οι αλλαγές του ν. 4800/2021 στη γονική μέριμνα και στο δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο εκτός γάμου, ΕλλΔνη 2021, σελ. 979, Μ. Σταθόπουλος, Η νέα ρύθμιση της συνεπιμέλειας, ΕλλΔνη 2021, σελ. 968, Ι. Σπυριδάκης, Παρατηρήσεις για τον νόμο 4800/2021, ΕλλΔνη 2021, σελ 972 Φουντεδάκη, ο.π. σελ 89). Σαφώς ο πραγματικός χρόνος επικοινωνίας δεν είναι δυνατό να «τεκμαίρεται», γιατί δεν συνιστά ένα δυσαπόδεικτο πραγματικό γεγονός, το οποίο συνάγεται από τη συνδρομή κάποιου άλλου γεγονότος. Αυτό που εν προκειμένω πρέπει να προσδιοριστεί από το δικαστήριο είναι ο προσήκων χρόνος επικοινωνίας, που ικανοποιεί το δικαίωμα του γονέα για επικοινωνία και το συμφέρον του ανήλικου (Μ. Σταθόπουλος, ο.π., σελ 968). Υποστηρίζεται ότι η διάταξη εισάγει μια μορφή ρύθμισης του βάρους απόδειξης του συμφέροντος του παιδιού, κατ΄ αναλογία με τη νομοθετική ρύθμιση για την αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα του άρθρου 1400 ΑΚ (Γ. Βαλμαντώνης, Η προσαρμογή του ελληνικού οικογενειακού δικαίου στις σύγχρονες ευρωπαϊκές νομοθεσίες, με την καθιέρωση του κανόνα της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας μετά το χωρισμό των γονέων, ΕλλΔνη 2021, σελ 1083). Ετσι ο εύλογος χρόνος επικοινωνίας τεκμαίρεται μαχητά, από μόνη τη γονεϊκή ιδιότητα ενός προσώπου, ότι πρέπει να ανέρχεται τουλάχιστον «στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου» του παιδιού. Το τεκμήριο είναι μαχητό, με συνέπεια ο άλλος γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο να δύναται να αποδείξει ότι αυτός ο χρόνος επικοινωνίας δεν είναι ο προσήκων για το συμφέρον του παιδιού και πρέπει να μειωθεί λόγω των ειδικών συνθηκών διαβίωσης, όπως τις σχολικές υποχρεώσεις, την ηλικία, την κατάσταση της υγείας του (βλ. σε Γ. Βαλμαντώνη, ο.π σελ. 1083, Λέκκας, ο.π σελ 277-278). Ομοίως ο γονέας που αιτείται μικρότερο χρόνο επικοινωνίας από το 1/3 που προβλέπει το άρθρο 1520 ΑΚ έχει το βάρος απόδειξης ότι τούτο είναι δικαιολογημένο με βάσει τις συνθήκες διαβίωσης και το συμφέρον του τέκνου (λ.χ. ηλικία, ειδικές ανάγκες, σχολικές υποχρεώσεις), όχι όμως και του δικαιούχου γονέα (λ.χ. επαγγελματικές ενασχολήσεις, φόρτος εργασίας, νέα οικογένεια, παιδί από άλλη σχέση) ο οποίος πρέπει κατ΄ αρχήν να του αφιερώνει το 1/3 του συνολικού του χρόνου, άλλως στοιχειοθετείται κατ΄ αρχήν περίπτωση κακής άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας και του δικαιώματος της γονικής μέριμνας, λόγω του λειτουργικού τους χαρακτήρα (Γ. Λέκκα, ο.π. σελ. 277-288). Πλην, όμως η αυστηρή τυπική λειτουργία του νόμιμου μαχητού τεκμηρίου, που θα επέβαλλε το βάρος απόδειξης για το εύρος και το περιεχόμενο της επικοινωνίας αποκλειστικά στους διαδίκους γονείς δεν συνάδει με τον παιδοκεντρικό χαρακτήρα των διατάξεων του οικογενειακού δικαίου και τη σταθερή προσήλωση του προς συμφέρον του παιδιού, ιδίως όταν η ρύθμιση των εν λόγω ζητημάτων γίνεται ετερόνομα από το δικαστήριο και όχι αυτόνομα από τους γονείς. Υποστηρίζεται, λοιπόν, σχετικώς ότι οι λόγοι που αφορούν το συμφέρον του τέκνου και επιβάλλουν την επιβολή μεγαλύτερου ή μικρότερου χρόνου επικοινωνίας, θα μπορούν να εξειδικεύονται μέσω της αποδεικτικής διαδικασίας και να λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, διότι πρόκειται στην ουσία για εξειδίκευση της αόριστης νομικής έννοιας του συμφέροντος του τέκνου, η οποία ως τέτοια μπορεί και πρέπει να εξειδικευτεί μέσω των αποδείξεων και με εφαρμογή των διδαγμάτων της κοινής πείρας (βλ. Ασημακοπούλου, Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, ν. 4800/2021, Ειδικά Δικονομικά Ζητήματα, ΕλλΔνη 2021 σελ. 1122, Κ. Παντελίδου, Οι αλλαγές του ν. 4800/2021 στη γονική μέριμνα και στο δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο εκτός γάμου, ΕλλΔνη 2021, σελ 979-980, Φουντεδάκη, ο.π, σελ. 92 και τελικά μάλλον έτσι και Λέκκας, ο.π. σελ. 278). Προς υποστήριξη της ως άνω θέσης συνηγορεί όχι μόνον ο παιδοκεντρικός χαρακτήρας του συστήματος του οικογενειακού δικαίου, αλλά και η γραμματική διατύπωση του άρθρου 1520 ΑΚ: «ή επιβάλλεται να καθορισθεί μικρότερος ή μεγαλύτερος χρόνος επικοινωνίας». Η διατύπωση αυτή του νέου άρθρου αντιπαραβάλλεται διαζευκτικώς προς το αίτημα του γονέα, άρα περιλαμβάνει και τη δυνατότητα του δικαστηρίου να ρυθμίσει ex officio την επικοινωνία διαφορετικά, όταν επιβάλλεται από το συμφέρον του ανήλικου τέκνου (Κ. Παντελίδου, ο.π. σελ. 980). Άλλωστε και στην αιτιολογική έκθεση του 4800/2021 αναφέρεται ότι η καθιέρωση του ανωτέρω τεκμηρίου στοχεύει στη δημιουργία μιας υπαρκτής βάση διαλόγου μεταξύ των γονέων» και δεν διαφαίνεται πρόθεση του νομοθέτη για θέσπιση ενός αυστηρού νομικού τεκμηρίου προς αντιστροφή του βάρους απόδειξης υπέρ του δικαιούχου γονέα. Η ως άνω θέση προκρίνεται ως ορθότερη διότι το συμφέρον του τέκνου κατά το άρθρο 1511 ΑΚ αποτελεί σε κάθε περίπτωση ένα σταθερό γνώμονα για την εφαρμογή του άρθρου 1520 ΑΚ, εκτός της εξουσίας διάθεσης των διαδίκων γονέων, όταν το δικαστήριο καλείται να ρυθμίσει ετερόνομα την επικοινωνία σε περίπτωση που οι γονείς διαφωνούν ως προς το εύρος και τους όρους της ή σε περίπτωση που η συμφωνία των γονέων δεν είναι νόμιμη. Άλλωστε η επιβαλλόμενη συνεκτίμηση της προσωπικής γνώμης του ίδιου του ανήλικου (άρθρο 1520 § 1 εδ. 4 ΑΚ) σε συνδυασμό με την αξιολογική στάθμιση και αξιολόγηση των συμφερόντων των γονέων και του τέκνου μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετική ad hoc διευθέτηση του χρόνου και τρόπου επικοινωνίας από αυτή που προτείνουν στο Δικαστήριο οι διάδικοι γονείς ή τεκμαίρεται ex ante και in abstracto ως ωφέλιμη από το άρθρο 1520§1 εδ.γ΄ ΑΚ. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1536 του ΑΚ «Αν από τότε που εκδόθηκε δικαστική απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα μεταβλήθηκαν οι συνθήκες, το δικαστήριο οφείλει, ύστερα από αίτηση ενός ή και των δύο γονέων, των πλησιέστερων συγγενών του τέκνου ή του εισαγγελέα, να προσαρμόσει την απόφασή του στις νέες συνθήκες ανακαλώντας ή μεταρρυθμίζοντάς την, σύμφωνα με το συμφέρον του τέκνου, και ιδίως να αποδώσει στους γονείς την άσκηση της γονικής μέριμνας που τους είχε αφαιρεθεί». Στις αποφάσεις τις σχετικές με τη γονική μέριμνα, στο μέτρο που περιλαμβάνουν ρύθμιση για μελλοντικό χρόνο και υπόκεινται σε ανάκληση ή μεταρρύθμιση κατά την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 1536 του ΑΚ, περιλαμβάνεται και εκείνη, που κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1510,1513, 1514 και 1518 του ΑΚ, αναθέτει αποκλειστικά την άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του ανήλικου τέκνου στον ένα από τους γονείς σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης ή διαζυγίου αυτών, αν μεταβληθούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδόθηκε. Κάθε φορά που μεταβάλλονται οι συνθήκες, που αποτελέσαν τη βάση για τη ρύθμιση της γονικής μέριμνας, έκφανση της οποίας είναι και η επιμέλεια του προσώπου του ανήλικου τέκνου, το δικαστήριο που επιλαμβάνεται μεταγενέστερα, οφείλει να σταθμίσει τις νέες αυτές συνθήκες, οι οποίες μπορεί να αφορούν τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας από εκείνον στον οποίο έχει ανατεθεί, και να προσαρμόσει την απόφασή του στις νέες συνθήκες με την ανάκληση ή τη μεταρρύθμισή της με πρωταρχικό γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου. Με την ανωτέρω διάταξη καθιερώνεται απόκλιση από την κατ’ αρχήν δεσμευτική ενέργεια των δικαστικών αποφάσεων σύμφωνα με το άρθρο 321 του ΚΠολΔ, καθόσον με αυτή παραμερίζεται η σταθερότητα των δικαστικών αποφάσεων και δημιουργείται η δυνατότητα προσαρμογής στις νέες συνθήκες για χάρη του συμφέροντος του τέκνου, το οποίο συμφέρον αποτελεί το μόνο κριτήριο της μεταβολής. Για την εφαρμογή του άρθρου 1536 του ΑΚ απαιτείται μεταβολή των συνθηκών και οι νέες συνθήκες μπορεί να αφορούν το πρόσωπο του τέκνου, των γονέων του ή γενικά του κοινωνικού περιβάλλοντος. Περιστατικά σχετιζόμενα με το πρόσωπο του τέκνου θα είναι π. χ. η μεγαλύτερη ηλικία του ή η ιδιάζουσα κατάσταση της υγείας του, που καθιστά απαραίτητη τη μητρική περίθαλψη και φροντίδα. Περιστατικά αναγόμενα στο πρόσωπο των γονέων είναι η ενηλικίωση του ανήλικου γονέα, ο νέος γάμος του γονέα, στον οποίο ανατέθηκε μετά το διαζύγιο η γονική μέριμνα, σοβαρό πρόβλημα υγείας, ανήθικη συμπεριφορά, η οποία εκθέτει σε κίνδυνο τον ψυχικό κόσμο και την ηθική ανάπτυξη του τέκνου, αδιαφορία ή βάναυση συμπεριφορά του γονέα που ανέλαβε την επιμέλεια, εγκατάλειψη της φροντίδας και της εποπτείας του τέκνου, δημιουργία έχθρας του παιδιού προς τον άλλο γονέα με σκοπό την παρεμπόδιση της επικοινωνίας μαζί του, η de facto άσκηση της επιμέλειας του παιδιού από τον ένα γονέα μετά το διαζύγιο κατά τρόπο που ανταποκρίνεται στα συμφέροντα του τέκνου και γενικά ο τρόπος άσκησης της γονικής μέριμνας (βλ. ΑΠ 1589/2011, δημοσιευμένη στην τράπεζα νομικών πληροφοριών NOMOS, ΜονΕφΑνατολΚρητ 82/2021, ΜονΕφΔωδ 55/2021, ΜονΕφΘεσ 142/2020, ΜονΕφΘεσ 1581/2020, όλες δημοσιευμένες στη ΤΝΠ Qualex, ΜονΕφΠατρ 14/2020, ΤΝΠ NOMOS, ΜονΕφΠειρ 672/2018, www.efeteio-peir.gr, Κ. Παντελίδου, «Το διαζύγιο και οι συνέπειες του», εκδ. 2019, σελ. 338, Ν. Τριάντος, Αστικός Κώδικας ερμηνεία κατ’ άρθρο, τόμος Β`. εκδ. 2018, άρθρο 1536, σελ. 816 – 817, Ε. Κουνουγέρη – Μανωλεδάκη, «Οικογενειακό Δίκαιο», τόμος Η, εκδ. 2008, σελ. 358, Β. Βαθρακοκοίλης, ΕΡΝΟΜΑΚ, τόμος Ε`. Οικογενειακό Δίκαιο, εκδ. 2004, σελ. 1051 – 1053, Ολ. Κώστα, «Ζητήματα Συνεπιμέλειας με τον Ν. 4800/2021 – Δικονομικά Ζητήματα», Αρμ 2522.1068 επ.). Τυχόν μεταβολή της νομολογίας ή ύπαρξη νέων αποδεικτικών μέσων δεν συνιστά μεταβολή κατά την έννοια της διάταξης, ενώ ούτε η ύπαρξη νομικών ή ουσιαστικών σφαλμάτων της απόφασης δικαιολογεί την ανάκληση (βλ. Ολ. Κώστα, ό. π., Αρμ 2022.1076) .Τέλος, εφόσον η εν λόγω μεταρρυθμιστική αγωγή ασκηθεί μετά τη 16-9-2021 θα κριθεί με βάση το νέο δίκαιο (ΜΕφΠατρ102/2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
V. Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάσθηκαν νόμιμα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και οι φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε (όχι όμως και η επαναπροσκομιζόμενη από την εφεσίβλητη με αριθμό ……/4.3.2022 ένορκη βεβαίωση της ………. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, που ελήφθη κατόπιν εκπρόθεσμης κλήτευσης του αντιδίκου, που δεν παραστάθηκε κατά τη λήψη της, διότι κλητεύθηκε με σχετική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της εναγόμενης- εφεσίβλητης, που καταχωρίστηκε στα πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, στις 2-3-2022, ήτοι όχι προ δύο εργασίμων ημερών, όπως επιβάλλει το άρθρο 422 ΚΠολΔ, και η οποία δεν δύναται να ληφθεί υπόψιν, ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, όπως και πρωτοδίκως, κατ’άρθρο 424 περ.α’ ΚΠολΔ, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι στις 15-12-2004 τέλεσαν νόμιμο γάμο κατά τον πολιτικό τύπο, που ακολούθως ιερολογήθηκε στις 10-2-2007 σύμφωνα με τους θείους και ιερούς κανόνες της Ορθόδοξης Ανατολικής του Χριστού Εκκλησίας, από τον οποίο στις 6-2-2009 απέκτησαν ένα άρρεν τέκνο, τον ……….. Με την υπ’αρίθμ. 1447/2014, ήδη αμετάκλητη, απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ο γάμος τους λύθηκε, ενώ η άσκηση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου τους (που αρχικώς αυτοί είχαν συμφωνήσει εγγράφως, ενόψει της συζήτησης αίτησης για συναινετική λύση του γάμου, να ανατεθεί αποκλειστικά στην εφεσίβλητη, δίχως ωστόσο η συμφωνία αυτή να επικυρωθεί από το Δικαστήριο, διότι δεν επακολούθησε δεύτερη συζήτησης της αίτησης), μέχρι σήμερα ασκείται εν τις πράγμασι από την εφεσίβλητη. Με την υπ’ αριθ. 4681/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατόπιν άσκησης σχετικής αγωγής εκ μέρους του εκκαλούντος, απορρίφθηκε το αίτημα για ανάθεση σε αυτόν αποκλειστικά της άσκησης της επιμέλειας του ανηλίκου ενώ ρυθμίστηκε το δικαίωμα της επικοινωνίας του μαζί του ως εξής: «α) Κάθε Τετάρτη, Πέμπτη και Παρασκευή από ώρα 12:00 έως 14:00 ή από τις 19:00 έως 21:00 ανάλογα με τις ώρες της υπηρεσίας του (ο εκκαλών είναι πυροσβέστης), β) κάθε πρώτο και τρίτο Σαββατοκύριακο του μήνα από ώρα 10:00 π.μ. του Σαββάτου μέχρι 20:00 μ.μ. της Κυριακής με διανυκτέρευση του ανηλίκου στην οικία του πατρός του. Η επικοινωνία κατά τις ανωτέρω ημέρες θα αργεί κατά εκείνο το διάστημα μόνο του θέρους εφόσον ο ανήλικος θα απουσιάζει εκτός Σαλαμίνας, σε θερινές διακοπές μετά της μητρός της, γνωστοποιούμενου τούτου καθώς και του τόπου μετάβασης τους, εγκαίρως προ δέκα ημερών από την εναγομένη στον εναγόμενο, γ) τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς θα διαμένει μαζί του, μια εβδομάδα εναλλάξ κατ’ έτος, ήτοι το έτος που λήγει σε ζυγό αριθμό από ώρα 10:00 π.μ. της 23/12 έως ώρα 20:00 μ.μ. της 30/12, ενώ το έτος που λήγει σε μονό αριθμό, από ώρα 10:00 π.μ. της 31/12 έως ώρα 20:00 της 6ης/1, δ) τις εορτές του Πάσχα, θα διαμένει μαζί του, μια εβδομάδα εναλλάξ κατ’ έτος, ήτοι το έτος που λήγει σε ζυγό αριθμό από ώρα 10:00 π.μ. του Σαββάτου του Λαζάρου μέχρι ώρα 20:00 του Μεγάλου Σαββάτου και το έτος που λήγει σε μονό αριθμό, από ώρα 10:00 π.μ. του Μεγάλο Σαββάτου μέχρι ώρα 20:00 της Κυριακής του Θωμά, ε) κατά την περίοδο των θερινών διακοπών, εναλλάξ ένα μήνα τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο και συγκεκριμένα, το έτος που λήγει σε ζυγό αριθμό από ώρα 10:00 π.μ. της 1ης Ιουλίου μέχρι ώρα 20:00 μ.μ. της 30ης Ιουλίου και το έτος που λήγει σε μονό αριθμό από ώρα 10:00 π.μ. της 1ης Αυγούστου μέχρι ώρα 20:00 της 30ης Αυγούστου. Ο ενάγων θα παραλαμβάνει ο ίδιος προσωπικά το τέκνο του από την οικία της εναγομένης και μετά τη λήξη της επικοινωνίας θα το επιστρέφει πάντα ο ίδιος ο ενάγων και μόνο αυτός στην οικία της μητέρας του. Σε περίπτωση δε απομάκρυνσης του ανηλίκου από την περιοχή της Σαλαμίνας Αττικής, η εναγομένη θα ενημερώνεται αντίστοιχα από τον ενάγοντα για τον ακριβή τόπο μετάβασης και διαμονής του τέκνου και θα έχει το δικαίωμα κατά την περίοδο των θερινών διακοπών να επικοινωνεί με το ανήλικο τηλεφωνικά». Επιπλέον δε, απειλήθηκε σε βάρος της εναγομένης μητέρας του τέκνου χρηματική ποινή ύψους 300 Ευρώ για κάθε παράβαση των διατάξεων της απόφασης. Η ρυθμισθείσα κατά τα ανωτέρω επικοινωνία του εκκαλούντος με τον υιό του τηρήθηκε χωρίς προβλήματα μέχρι το φθινόπωρο του έτους 2019, οπότε η εφεσίβλητη, η οποία είχε τελέσει εν τω μεταξύ δεύτερο γάμο με τον ………., αστυνομικό, και είχε αποκτήσει μαζί του δύο τέκνα, ένα άρρεν και ένα θήλυ, ηλικίας τότε τριών και δύο ετών αντίστοιχα, μετώκησε με τη νέα της οικογένεια και το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, ………., στη ….. Ημαθίας, τόπο καταγωγής του νέου συζύγου της. Η απόφαση της αυτή, για την οποία είχε προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον εκκαλούντα με την από 24-6-2019 εξώδικη δήλωση-πρόσκλησή, που του κοινοποίησε, με την οποία παράλληλα τον καλούσε να συμπράξει για να ευρεθεί ο καλύτερος δυνατός τρόπος επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο τους ενόψει των νέων συνθηκών, δεν αποσκοπούσε στην δυσχέρανση του δικαιώματος επικοινωνίας του τελευταίου με το ανήλικο, αλλά υπαγορεύτηκε από οικονομικούς κυρίως αλλά και οικογενειακούς λόγους, καθόσον αυτή και ο νυν σύζυγος της έκριναν ότι στη …… θα είχαν οικονομικότερη διαβίωση, λόγω του χαμηλότερου κόστους ζωής (δεδομένου ότι η εφεσίβλητη, που εργάζεται ως αισθητικός, δεν είχε μέχρι τότε σταθερή απασχόληση), ενώ τα τέκνα τους θα μπορούσαν να μεγαλώσουν σε ένα ασφαλέστερο περιβάλλον και δη στην ήρεμη καθημερινότητα μιας μικρότερης επαρχιακής πόλης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εφεσίβλητη καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων και μέχρι σήμερα ανατρέφει με αγάπη και στοργή το τέκνο τους και του παρέχει κάθε δυνατή φροντίδα, αυτό δε διαβιεί σε κατάλληλες οικογενειακές συνθήκες με τα δύο ετεροθαλή αδέλφια του, με τα οποία συνδέεται στενά και συμβιώνει από τη γέννηση τους, ενώ ουδέν πρόβλημα αντιμετωπίζει στη σχέση του με τον πατριό του, ούτε εξάλλου και ο εκκαλών ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Περαιτέρω, σε αντίθεση με όσα ο τελευταίος υποστηρίζει, το ανήλικο τέκνο έχει πλέον προσαρμοσθεί πλήρως στη νέα του ζωή στη ……., αναπτύσσοντας φιλικούς και κοινωνικούς δεσμούς εντός και εκτός του σχολικού του περιβάλλοντος. Βεβαίως, αυτό εξακολουθεί να διατηρεί ιδιαίτερα στενούς δεσμούς και με τον εκκαλούντα πατέρα του καθώς και το συγγενικό του περιβάλλον στη Σαλαμίνα (παππούδες, εξαδέρφους και τον ετεροθαλή αδερφό του, …………., ηλικίας σήμερα 9 ετών περίπου, από τον δεύτερο γάμο του εκκαλούντος), ενώ, κατά την κατ’ άρθρο 612 ΚΠολΔ ιδιαίτερη προσωπική επικοινωνία του με το Δικαστήριο, εξέφρασε την προτίμηση του να διαμένει στη Σαλαμίνα, δίχως, όμως παράλληλα να προβάλει οιοδήποτε παράπονο για την μέχρι τώρα διαβίωση του στη ….. με την εφεσίβλητη. Με βάση τα ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου επιβάλλει την ανάγκη να διατηρηθεί η σταθερότητα και η συνέχεια στο περιβάλλον διαβιώσεως με την εφεσίβλητη μητέρα του και στο σχολικό περιβάλλον του, με την πεποίθηση ότι η τελευταία θα συνεχίζει να ανταποκρίνεται με την ίδια αφοσίωση και επιμέλεια στα καθήκοντά της και με την προσδοκία ότι αμφότεροι οι διάδικοι θα μεριμνήσουν για τη σωστή ανατροφή του τέκνου τους με ειλικρίνεια και με πνεύμα συνεργασίας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια πραγματικά περιστατικά και απέρριψε την κύρια βάση της αγωγής ως αβάσιμη, δεν έσφαλε, και ο σχετικός τρίτος λόγος της έφεσης με τον οποίο ο εκκαλών υποστηρίζει τα αντίθετα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Περαιτέρω, επειδή πλέον εκ των πραγμάτων, λόγω της μεγάλης χιλιομετρικής απόστασης μεταξύ των τόπων κατοικίας του ανηλίκου τέκνου και του εκκαλούντος, δεν υφίσταται δυνατότητα τήρησης της επικοινωνίας τους κατά τα οριζόμενα στη με αριθμό 4681/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, δέον όπως αυτή ρυθμισθεί εκ νέου, λαμβανομένων υπόψιν των νέων συνθηκών αλλά και του γεγονότος ότι ο ανήλικος, ενόψει της ηλικίας του (15 ετών) έχει ανάγκη να περνάει περισσότερο χρόνο με τον πατέρα του. Κατόπιν τούτου, η μεταξύ τους επικοινωνία ρυθμίζεται ως εξής : α) Ελεύθερη εξ αποστάσεως επικοινωνία καθημερινά με οποιοδήποτε μέσο, β) κατά την περίοδο των εορτών των Χριστουγέννων-Νέου έτους, κατά τα μονά έτη: από 26 Δεκεμβρίου και ώρα 18:00 έως 5 Ιανουαρίου και ώρα 18:00, και κατά τα ζυγά έτη: από 23 Δεκεμβρίου και ώρα 18:00 έως και την 30 Δεκεμβρίου και ώρα 18:00, γ) έκαστο έτος κατά την περίοδο των διακοπών του Πάσχα, από το Σάββατο του Λαζάρου και από ώρα 18:00 έως και το Σάββατο της Διακαινησίμου και ώρα 18:00, δ) Κατά το θέρος: από 15 Ιουνίου και ώρα 18:00 έως και 20 Ιουλίου και ώρα 18:00 και από 1η Αυγούστου και ώρα 18:00 έως την 9η Σεπτεμβρίου και ώρα 18:00 εκάστου έτους. Σε όλες τις προαναφερόμενες περιπτώσεις, ο εκκαλών θα παραλαμβάνει τον ανήλικο υιό του, κατά τα προαναφερόμενα εναρκτήρια χρονικά σημεία, από την κατοικία όπου διαμένει με την εφεσίβλητη – μητέρα του στη πόλη της …, επί της οδού …………., ή την εκάστοτε κατοικία της τελευταίας, για την οποία αυτή θα ενημερώνει εγκαίρως τον εκκαλούντα, όπου και θα επαναφέρεται από τον ίδιο τον πατέρα του, κατά τα οριζόμενα ανωτέρω καταληκτικά χρονικά σημεία. Σημειώνεται ότι το αίτημα για επικοινωνία, όπως υποβάλλεται, δεν δύναται να ικανοποιηθεί καθ’ ολοκληρίαν, και δη καθ’ όλη την περίοδο των σχολικών διακοπών των Χριστουγέννων και του θέρους, διότι το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου επιβάλλει αυτός να περνά ένα, μικρό έστω, μέρος αυτών και με την εφεσίβλητη και τα δύο ετεροθαλή αδέρφια του (τέκνα της). Συνακόλουθα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένως ρύθμισε διαφορετικά τον τρόπο άσκησης του δικαιώματος προσωπικής επικοινωνίας του εκκαλούντος με το ανήλικο τέκνο του, και δη για λιγότερες ημέρες, και ο σχετικός τέταρτος λόγος της έφεσης πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος, όπως και η έφεση, και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση κατά το αντίστοιχο μέρος της. Ακολούθως δε, αφού η υπόθεση κρατηθεί και δικασθεί εκ νέου στην ουσία της η αγωγή κατά το επικουρικό της αίτημα, πρέπει αυτή να γίνει μερικά δεκτή, να μεταρρυθμισθεί αντιστοίχως η με αριθμό 4681/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και να ρυθμισθεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του ενάγοντος με το τέκνο του, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος- ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εφεσίβλητης- εναγομένης λόγω της ήττας της (άρθρα 176 ,183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ), ενώ το παράβολο με αριθμό ……………/ 2023, ποσού 100 ευρώ, που από προφανή παραδρομή κατατέθηκε, καθόσον δεν προβλέπεται η κατάθεση του στην προκείμενη διαδικασία, πρέπει να επιστραφεί στον εκκαλούντα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ με την παρουσία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ουσιαστικά την έφεση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την απόδοση στον εκκαλούντα του κατατεθέντος παραβόλου.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ τη με αριθμό 1741/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά το σκέλος της που αφορά στη ρύθμιση της επικοινωνίας του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του …………
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και ΔΙΚΑΖΕΙ την με αριθμό καταθέσεως ………/2021 αγωγή στην ουσία της ως προς το επικουρικό της αίτημα για ρύθμιση επικοινωνίας.
ΔΕΧΕΤΑΙ μερικά την αγωγή.
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΕΙ τη με αριθμό 4681/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του, ………, ως ακολούθως : α) Ελεύθερη εξ αποστάσεως επικοινωνία καθημερινά με οποιοδήποτε μέσο, β) κατά την περίοδο των εορτών των Χριστουγέννων-Νέου έτους, κατά τα μονά έτη: από 26 Δεκεμβρίου και ώρα 18:00 έως 5 Ιανουαρίου και ώρα 18:00, και κατά τα ζυγά έτη: από 23 Δεκεμβρίου και ώρα 18:00 έως και την 30 Δεκεμβρίου και ώρα 18:00, γ) έκαστο έτος κατά την περίοδο των διακοπών του Πάσχα, από το Σάββατο του Λαζάρου και από ώρα 18:00 έως και το Σάββατο της Διακαινησίμου και ώρα 18:00, δ) Κατά το θέρος: από 15 Ιουνίου και ώρα 18:00 έως και 20 Ιουλίου και ώρα 18:00 και από 1η Αυγούστου και ώρα 18:00 έως την 9η Σεπτεμβρίου και ώρα 18:00 εκάστου έτους. Σε όλες τις προαναφερόμενες περιπτώσεις, ο εκκαλών θα παραλαμβάνει τον ανήλικο υιό του, κατά τα προαναφερόμενα εναρκτήρια χρονικά σημεία, από την κατοικία όπου διαμένει με την εφεσίβλητη – μητέρα του στη πόλη της …………, επί της οδού ……… ή την εκάστοτε κατοικία της τελευταίας, για την οποία αυτή θα ενημερώνει εγκαίρως τον εκκαλούντα, όπου και θα επαναφέρεται από τον ίδιο τον πατέρα του, κατά τα οριζόμενα ανωτέρω καταληκτικά χρονικά σημεία.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος – ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας σε βάρος της εφεσίβλητης-εναγομένης, και τα ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 14 Αυγούστου 2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ