Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 459/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  459/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

2ο ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Νικολέττα Λαμπρίδου, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Της εκκαλούσας : Της εταιρίας με την επωνυμία «……….», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, ……., με ΑΦΜ : …….. και με αρ. Γ.Ε.ΜΗ. …….., νομίμως εκπροσωπούμενης και νομίμως αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος ως Εταιρία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Αρ. Απόφασης 207/1/29-11-2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος), ως μη δικαιούχου διαδίκου σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 4 του Ν. 4354/2015 και ως εντολοδόχου, ειδικού πληρεξουσίου, αντιπροσώπου και αντικλήτου της εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…….», με έδρα στον 5ο όροφο, …………., Ιρλανδία, όπως νομίμως εκπροσωπείται, κατά τα οριζόμενα στο από 6-12-2019  ιδιωτικό συμφωνητικό διαχείρισης απαιτήσεων, αντίγραφο του οποίου καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αρ. πρωτ. …../6-12-2019 (τόμος .. αυξ. αρ. ….) και την από 5-12-2019 συμφωνία των μερών περί των ειδικών όρων παροχής των υπηρεσιών του διαχειριστή και δυνάμει του από 3-12-2019 πληρεξουσίου που επικυρώθηκε από τον συμβολαιογράφο Δουβλίνου ……. και φέρει την από 4-12-2019 επισημείωση της σφραγίδας Χάγης με αρ. πρωτ. …………, η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……..», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Αιόλου αρ. 86, με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ……. (πρώην ΑΡ. ΜΑΕ ……..) και με ΑΦΜ ………., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, υπό την ιδιότητά της ως εδικής διαδόχου της τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………», η οποία έχει πωλήσει δυνάμει της από 26 Ιουλίου 2019 σύμβασης αγοραπωλησίας και έχει μεταβιβάσει δυνάμει της από 6 Δεκεμβρίου 2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της από επιχειρηματικά δάνεια και τα σχετικά παρεπόμενα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων και τυχόν εγγυήσεων και τυχόν άλλων ενοχικών και εμπραγμάτων εξασφαλίσεων [αντίγραφο της οποίας σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων καταχωρίστηκε νόμιμα σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 8 του Ν. 3156/2003 στο Δημόσιο Βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου …/6-12-2019 (τόμος … αυξ. αρ. …)], η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Σταυρούλα Ρεσβάνη  (ΑΜΔΣΠ : …).

Της εφεσίβλητης : ………, η οποία εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από την πληρεξούσια δικηγόρο της Αικατερίνη Λιαράκου (ΑΜΔΣΑ : ……).

Επί της από 20-12-2021 με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2021 και ειδικό …./2021 ανακοπής της ανακόπτουσας κατά της καθ’ ης η ανακοπή εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών η με αριθμό 2343/2023 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία έγινε δεκτή η ανακοπή, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα σε αυτή (απόφαση).

Την απόφαση αυτή προσβάλλει η καθ’ ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα με την από 24-8-2023 έφεσή της, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/2023 και ειδικό …/2023  και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2023 και ειδικό …../2023 για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.

Στη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης η πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας παραστάθηκε στο ακροατήριο και αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται,  αντίστοιχα.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση έφεση της ηττηθείσας καθ’ ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσας κατά της ανακόπτουσας και ήδη εφεσίβλητης και κατά της με αριθμό 2343/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 632 παρ. 2 εδ. τελευταίο σε συνδυασμό με άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ), αρμοδίως εισάγεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου ανήκει το εκδώσαν την εκκαλουμένη απόφαση Πρωτοδικείο (άρθρα 19, 495, 498 ΚΠολΔ), ασκήθηκε δε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση του ένδικου δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 31-8-2023, ήτοι πριν από επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρα 495 παρ. 1, 499 ΚΠολΔ), εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 518 παρ. 2 ΚΠολΔ καταχρηστικής διετούς προθεσμίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, που έλαβε χώρα την 14-7-2023, το γεγονός δε αυτό δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους και ούτε από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ). Επίσης, έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα, για το παραδεκτό της εφέσεως, το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 περ. Α (β) ΚΠολΔ παράβολο, ποσού 100,00 ευρώ (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../31-8-2023 έκθεση κατάθεσης του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αναφορά στο με αριθμό ………………/2023 e-παράβολο ποσού 100,00 ευρώ).  Πρέπει επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω από το παρόν Δικαστήριο, κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα του προβαλλόμενου λόγου της, μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτήν (άρθρα 522, 524 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την από 20-12-2021 με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2021 και ειδικό …/2021 ανακοπή της και για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους, η ανακόπτουσα ζήτησε να ακυρωθεί η με αριθμό …/2021 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, δυνάμει της οποίας η ίδια (ανακόπτουσα) ως εγγυήτρια, καθώς και ο …… ως εγγυητής και η ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «……..» ως πρωτοφειλέτρια (μη διάδικοι) υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην καθ’ ης η ανακοπή, υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………», αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 150.000 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, για απαίτηση της τελευταίας προερχόμενη από σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, που οι άνω καθ’ ων η διαταγή πληρωμής είχαν συνάψει το έτος 2009 με την τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «……..», απώτερη δικαιοπάροχο της ως άνω αλλοδαπής εταιρίας. Επί της ανακοπής αυτής το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εξέδωσε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 632 παρ. 2 εδ. τελευταίο σε συνδυασμό με άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ) την προσβαλλόμενη με αριθμό 2343/2023 οριστική απόφασή του, δυνάμει της οποίας έγινε δεκτή η ανακοπή, ακυρώθηκε η ένδικη διαταγή πληρωμής και επιβλήθηκαν σε βάρος της καθ’ ης η ανακοπή τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας ποσού 4.500 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής (2343/2023) η καθ’ ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα άσκησε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου την κρινόμενη έφεσή της, ζητώντας να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, για τον αναφερόμενο στην έφεση λόγο, ο οποίος ανάγεται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, με σκοπό να απορριφθεί η εναντίον της ασκηθείσα ανακοπή και να επικυρωθεί η ανακοπτομένη με αριθμό ……/2021 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

III. Σύμφωνα με τα άρθρα 623 και 624 παρ. 1 ΚΠολΔ, κατά τις διατάξεις των άρθρων 624 έως 636 ΚΠολΔ (όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015), μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για μη εξαρτώμενες από αίρεση, προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό είναι ορισμένο και αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, τα έγγραφα δε αυτά, από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό αυτής, πρέπει κατά τη διάταξη του άρθρου 626 παρ. 3 ΚΠολΔ να επισυνάπτονται στην αίτηση για την έκδοση της διαταγής πληρωμής (ΑΠ 1347/2011, ΕΑ 3670/2012 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Εάν η απαίτηση ή το ποσό της δεν αποδεικνύονται εγγράφως, ο δικαστής οφείλει κατ’ άρθρο 628 ΚΠολΔ να μην εκδώσει διαταγή πληρωμής, εάν δε, παρά την έλλειψη της διαδικαστικής αυτής προϋπόθεσης, εκδοθεί διαταγή πληρωμής, τότε αυτή ακυρώνεται ύστερα από ανακοπή του οφειλέτη κατά τα άρθρα 632 και 633 ΚΠολΔ. Η ακύρωση της διαταγής πληρωμής για το λόγο αυτό απαγγέλλεται λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου ανεξαρτήτως της ύπαρξης και της δυνατότητας απόδειξης της απαίτησης με άλλα αποδεικτικά μέσα (Ολ ΑΠ 10/1997, ΑΠ 1102/2008, ΑΠ 1480/2007 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 623 και 624 παρ. 1 ΚΠολΔ (όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015), συνάγεται ότι μπορεί να ζητηθεί, κατά τις διατάξεις των άρθρων 624 έως 636 ΚΠολΔ (όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015), η έκδοση διαταγής πληρωμής για το οφειλόμενο κατάλοιπο κλεισθέντος αλληλόχρεου λογαριασμού (άρθρο 112 ΕισΝΑΚ), εφόσον τούτο είναι ορισμένο κατά ποσό και δεν εξαρτάται από αίρεση ή προθεσμία και υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύονται εγγράφως: α) η σύμβαση ανοίγματος του λογαριασμού, β) το κλείσιμό του και γ) το υπόλοιπο που προέκυψε από το κλείσιμο του λογαριασμού αυτού. Περαιτέρω, από τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στο άρθρο 626 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι στην αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής για το κατάλοιπο κλεισθέντος αλληλόχρεου λογαριασμού μεταξύ της αιτούσας πιστοδότριας τράπεζας και του καθ’ ου η αίτηση πιστούχου, αρκεί να αναφέρεται ότι μεταξύ των διαδίκων συμφωνήθηκε ότι το ποσό αυτό θα αποδεικνύεται από το απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της αιτούσας και ότι ο σχετικός λογαριασμός έκλεισε με ορισμένο υπόλοιπο υπέρ αυτής, το οποίο αποδεικνύεται από το πλήρες απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της, στο οποίο εμφανίζεται η όλη κίνηση του λογαριασμού, από την υπογραφή της συμβάσεως πιστώσεως μέχρι το κλείσιμό της. Δεν είναι δε απαραίτητο να αναφέρονται στην αίτηση και τα επιμέρους κονδύλια πιστώσεων και χρεώσεων, αφού τα κονδύλια αυτά περιλαμβάνονται στο σχετικό απόσπασμα, από το οποίο κατά τη συμφωνία των διαδίκων αποδεικνύεται η απαίτηση της πιστοδότριας τράπεζας (ΑΠ 370/2012, ΑΠ 1094/2006, ΑΠ 1432/1998, ΕΑ 5461/2012 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, σε μία σύμβαση παροχής πιστώσεως από τράπεζα με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό μπορεί να περιλαμβάνεται ειδική συμφωνία ότι η οφειλή του πιστούχου προς την πιστώτρια τράπεζα, που θα προκύψει, όταν κλείσει ο λογαριασμός, θα αποδεικνύεται και από το απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της τελευταίας, το οποίο θα εμφανίσει την κίνηση των αμοιβαίων χρεοπιστώσεων και το τελικό κατάλοιπο. Η δικονομική αυτή σύμβαση είναι έγκυρη, διότι δεν προσκρούει στη δημόσια τάξη. Μπορεί να αποτελέσει περιεχόμενο γενικού όρου συναλλαγών (ΓΟΣ) κατά την έννοια του άρθρου 2 του Ν. 2251/1994 μονομερώς προδιατυπωμένου από την τράπεζα στη σύμβαση, αφού δεν επηρεάζει το βάρος αποδείξεως, ούτε αποκλείει ή περιορίζει υπέρμετρα τη δυνατότητα του πιστούχου καταναλωτή για απόδειξη. Με βάση τη συμφωνία αυτή, τα αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων της τράπεζας, που διαφορετικά δεν θα είχαν αποδεικτική δύναμη, αποτελούν prima facie αποδεικτικό μέσο (έγγραφο), με βάση το οποίο μπορεί να εκδοθεί διαταγή πληρωμής (άρθρα 623 και 624 ΚΠολΔ). Εάν όμως, η ανωτέρω συμφωνία συνοδεύεται και από τον επιπρόσθετο όρο ότι ο πιστούχος δεν δικαιούται να αμφισβητήσει το περιεχόμενο των αποσπασμάτων, το σκέλος αυτό της συμφωνίας είναι, σε κάθε περίπτωση, άκυρο. Αν μεν αποτέλεσε αντικείμενο ειδικής διαπραγματεύσεως των μερών, είναι άκυρο κατά το άρθρο 372 ΑΚ, διότι ενέχει υπέρμετρη δέσμευση της βουλήσεως και συνεπώς, προσκρούει στη δημόσια τάξη. Αν δε είναι προδιατυπώμενος ως γενικός όρος συναλλαγών, είναι άκυρος ως καταχρηστικός, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 6 και παρ. 7 περ. κζ του Ν. 2251/1994, διότι περιορίζει υπέρμετρα τα αποδεικτικά μέσα του καταναλωτή πιστούχου. Συνεπώς, ο πιστούχος έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει τα ειδικότερα κονδύλια που περιέχονται στα αποσπάσματα, πράγμα που μπορεί να γίνει με ανακοπή κατά το άρθρο 632 ΚΠολΔ, όταν εκδόθηκε διαταγή πληρωμής (ΑΠ 430/2005, ΕΑ 7318/2013, ΕΑ 5707/2008, ΕΑ 5900/2006 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ).

IV. Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που επικαλούνται νόμιμα και προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 277/2020, ΑΠ 386/2015 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της με αριθμό ………./2-6-2009 σύμβασης παροχής πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, που καταρτίστηκε μεταξύ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………» ως δανείστριας και της ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «…………» ως πρωτοφειλέτριας, της ανακόπτουσας ως εγγυήτριας και του ….. …….. ως εγγυητή στο κατάστημα Κερατσινίου, συμφωνήθηκε η παροχή πίστωσης αρχικά μέχρι του ποσού των 200.000 ευρώ και στη συνέχεια, μέχρι του ποσού των 300.000 ευρώ, με τους ειδικότερους όρους και συμφωνίες, που περιλαμβάνονται στην ως άνω σύμβαση, όπως αυτοί τροποποιήθηκαν με τις πρόσθετες αυτής πράξεις. Οι πιο πάνω εγγυητές, μεταξύ των οποίων και η ανακόπτουσα, εγγυήθηκαν την πλήρη, εμπρόθεσμη και ολοσχερή εξόφληση του καταλοίπου των λογαριασμών, που εξυπηρετούν την ένδικη σύμβαση, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον ως αυτοφειλέτες και παραιτούμενοι ρητά και ανεπιφύλακτα από τις ενστάσεις και τα δικαιώματα, που προβλέπονται στα άρθρα 853, 854, 855, 858, 862, 863, 864, 866, 867, 868 και 869 ΑΚ (όρος 41). Περαιτέρω, δυνάμει του όρου 27 της ένδικης σύμβασης, οι άνω συμβαλλόμενοι ρητά συμφώνησαν ότι η τράπεζα, για την εξυπηρέτηση και τη λογιστική παρακολούθηση του ορίου της πίστωσης, θα τηρεί, κατά την κρίση της, έναν ή περισσότερους λογαριασμούς, στους οποίους θα καταχωρούνται όλες οι κινήσεις, που γίνονται στο πλαίσιο αυτού (όπως π.χ. εκταμιεύσεις, αναλήψεις, τόκοι πάσης φύσεως, λοιπές επιβαρύνσεις, έξοδα, επιστροφές κεφαλαίου και πληρωμές τόκων από μέρους του πελάτη). Επίσης, με τον ίδιο ως άνω όρο της σύμβασης συμφωνήθηκε ρητά ότι τόσο ολόκληρη η κίνηση των λογαριασμών αυτών από την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας καθενός ή από την τελευταία έγγραφη από μέρους του οφειλέτη αναγνώριση του υπολοίπου τους και μέχρι την ημερομηνία του οριστικού τους κλεισίματος όσο και το υπόλοιπό τους κατά το χρόνο του κλεισίματος αυτών, θα εμφαίνονται από τα αποσπάσματα των επίσημων εμπορικών βιβλίων της τράπεζας (Αναλυτικές Καταστάσεις Κίνησης Λογαριασμού), τα οποία, εφόσον η ακρίβειά τους βεβαιώνεται από δύο υπαλλήλους της τράπεζας και επικυρώνεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο αυτής, θα αποτελούν πλήρη απόδειξη της απαίτησης της τράπεζας κατά του πιστούχου και του εγγυητή, αναγνωριζόμενου σε αυτούς δικαιώματος ανταπόδειξης με έγγραφο. Η ανωτέρω δικονομική συμφωνία, περιλαμβανόμενη στον προαναφερόμενο ΓΟΣ της ένδικης σύμβασης, είναι έγκυρη, καθότι δεν προσκρούει στις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 6 και 7 του Ν. 2251/1994, δοθέντος ότι δεν επηρεάζει το βάρος αποδείξεως, ούτε αποκλείει ή περιορίζει υπέρμετρα τη δυνατότητα του πιστούχου καταναλωτή για απόδειξη, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην παραπάνω σχετική μείζονα σκέψη. Αρχικά για την εξυπηρέτηση της ένδικης πίστωσης τηρήθηκε ο με αριθμό ………. λογαριασμός της ……….. Την 26-7-2013 ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «………..» (ΦΕΚ Β΄ 1831/26-7-2013) και μέρος των περιουσιακών του στοιχείων, στα οποία περιλαμβάνονται και οι έννομες σχέσεις του από δανειακές ή άλλου είδους πιστοδοτικές συμβάσεις έναντι πελατών του, μεταβιβάστηκαν στην «………..», ως ειδική διάδοχο αυτού, μεταξύ άλλων και η συγκεκριμένη χρηματική υποχρέωση απορρέουσα από την ένδικη έννομη σχέση παροχής πίστωσης. Ακολούθως, η ένδικη σύμβαση έλαβε το νέο αριθμό ………. και εξακολούθησε να λειτουργεί μεταξύ της «…………» αφενός και της ως άνω πιστούχου αφετέρου, ενώ για την εξυπηρέτησή της τηρήθηκε ο με αριθμό .……. λογαριασμός της «………..». Λόγω δε μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της από την άνω πιστούχο, την 21-8-2018 η τράπεζα αυτή προέβη σε οριστικό κλείσιμο του ανωτέρω με αριθμό ……… λογαριασμού, ο οποίος μεταφέρθηκε σε οριστική καθυστέρηση, με φερόμενο χρεωστικό κατάλοιπο ανερχόμενο στο ποσό των 154.276,15 ευρώ. Η «………….» γνωστοποίησε στην πιστούχο και στους εγγυητές το οριστικό κλείσιμο του αλληλόχρεου λογαριασμού, ο οποίος στηρίζεται στην ένδικη σύμβαση, ως και το προκύψαν χρεωστικό κατάλοιπο, με την από 10-7-2019 εξώδικη δήλωση – καταγγελία της, με την οποία κατήγγειλε την ένδικη σύμβαση και η οποία επιδόθηκε στους τελευταίους την 11-7-2019, όπως προκύπτει από τις με αριθμό ……./11-7-2019, ……../11-7-2019 και ……./11-7-2019 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………., καλώντας δε αυτούς ταυτόχρονα σε άμεση εξόφληση της οφειλής τους. Κατόπιν, η «……….» πώλησε και μεταβίβασε στην αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……….» ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της από επιχειρηματικά δάνεια και τα σχετικά παρεπόμενα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων και τυχόν εγγυήσεων και τυχόν άλλων ενοχικών και εμπράγματων εξασφαλίσεων, δυνάμει της από 6-12-2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, αντίγραφο της οποίας καταχωρίστηκε σε περίληψη με αριθμό πρωτ. …./6-12-2019 στο δημόσιο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 8 του Ν. 3156/2003, στον τόμο … και με αύξοντα αριθμό …., συνοδευόμενη από παράρτημα μεταβιβαζόμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων, στο οποίο με αύξοντα αριθμό καταχώρισης …. περιλαμβάνεται και η ένδικη απαίτηση σε βάρος της ανακόπτουσας με ρητή μνεία του αριθμού της ένδικης σύμβασης και του τηρούμενου προς εξυπηρέτησή της τραπεζικού λογαριασμού. Ακολούθως, δυνάμει του από 6-12-2019 ιδιωτικού συμφωνητικού διαχείρισης απαιτήσεων, αντίγραφο του οποίου καταχωρίστηκε με αριθμό πρωτ. ……/6-12-2019 στο δημόσιο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 14 και 16 του Ν. 3156/2003, στον τόμο …… και με αύξοντα αριθμό ….., η άνω αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού ανέθεσε τη διαχείριση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, που απέκτησε από την «………», στην καθ’ ης η ανακοπή, η οποία δραστηριοποιείται ως εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, νομίμως αδειοδοτηθείσα από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4354/2015 (Αρ. Απόφασης 207/1/29-11-2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος). Μετά τη μεταβίβαση της ένδικης απαίτησης της «…………», η ένδικη οφειλή μεταφέρθηκε στο με αριθμό …….-… λογαριασμό διαχείρισης ………., η οποία (οφειλή) την 21-4-2021, που αποτελεί την τελευταία ημέρα υπολογισμού των τόκων, φέρεται να ανέρχεται στο ποσό των 185.001,93 ευρώ. Έπειτα, η καθ’ ης η ανακοπή με την ιδιότητά της ως εντολοδόχου, ειδικού πληρεξουσίου, αντιπροσώπου και αντικλήτου της άνω δικαιούχου της απαίτησης αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού, υπέβαλε την από 14-9-2021 αίτησή της, με την οποία ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της ανακοπτομένης με αριθμό ……../2021 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, δυνάμει της οποίας η ανακόπτουσα ως εγγυήτρια, η πρωτοφειλέτρια εταιρία «……….» και ο έτερος εγγυητής ……… διατάχθηκαν να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στην καθ’ ης η ανακοπή με την ιδιότητά της ως εντολοδόχου και διαχειρίστριας της άνω μεταβιβασθείσας απαίτησης το ποσό των 150.000 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, ως μέρος της συνολικής ληξιπρόθεσμης οφειλής τους ποσού 185.001,93 ευρώ. Για την έκδοση αυτής, η καθ’ ης η ανακοπή προσκόμισε συνημμένα στην άνω αίτησή της, μεταξύ άλλων, και τα εξής έγγραφα : ακριβή αποσπάσματα 1) του με αριθμό …….. λογαριασμού της τράπεζας «………», 2) του με αριθμό … λογαριασμού της «……….» και 3) του με αριθμό …… λογαριασμού οριστικής καθυστέρησης, του κλεισθέντος με αριθμό …….. λογαριασμού της «………..». Ειδικότερα, από το πρώτο ως άνω απόσπασμα λογαριασμού της τράπεζας «………..» προκύπτει ότι σε αυτό εμφαίνεται η πλήρης, λεπτομερής και αναλυτική κίνηση του τηρηθέντος προς εξυπηρέτηση της ένδικης πίστωσης λογαριασμού, για το χρονικό διάστημα από την 4-6-2009 (έναρξη της σύμβασης) έως την 7-12-2013, με μνεία της αιτιολογίας της κάθε συναλλαγής του ένδικου λογαριασμού, είτε χρεωστικής είτε πιστωτικής, τόσο με κωδικοποιημένο αριθμό όσο και με αντίστοιχη επεξηγηματική περιγραφή κάθε κίνησης του λογαριασμού, όπως ενδεικτικά «….-κατάθεση επιταγών ΔΗΣΣΕ (μεταχρονολογημένες)», «….-είσπραξη εξόδων και προμηθειών με χρέωση λογ/μού» και συνεπώς, το απόσπασμα αυτό έχει το απαιτούμενο κατά τον όρο 27 της ένδικης σύμβασης περιεχόμενο. Εξάλλου, από το ίδιο ως άνω απόσπασμα λογαριασμού της τράπεζας «……….» προκύπτει σαφώς ότι την 1-10-2013 ο εν λόγω λογαριασμός εμφάνιζε χρεωστικό υπόλοιπο σε βάρος της ανακόπτουσας συνολικού ποσού 89.570,36 ευρώ. Ωστόσο, το απόσπασμα του με αριθμό ……… λογαριασμού και του με αριθμό ….. λογαριασμού οριστικής καθυστέρησης της «………….», που, όπως προαναφέρθηκε, ομοίως προσκομίστηκαν προς έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, έχουν διαφορετικό περιεχόμενο. Συγκεκριμένα, στο πρώτο από αυτά περιλαμβάνονται, για το χρονικό διάστημα από την 7-12-2013 μέχρι την 13-9-2021, εγγραφές ταξινομημένες κατά ημερομηνία κίνησης και ενήμερο και ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο ποσό, πλην όμως, η αιτιολογία της κάθε εγγραφής εμφανίζεται μόνο με κωδικοποιημένο κάθε φορά αριθμό, όπως ενδεικτικά 111, 171, 172, 316, 116, χωρίς να συνοδεύεται από επεξηγηματικό υπόμνημα της τράπεζας, με το οποίο να ενημερώνεται ο καταναλωτής και συναλλασσόμενος με την τράπεζα για την περιγραφή της εκάστοτε συναλλαγής και ως εκ τούτου, το προρρηθέν απόσπασμα δεν περιέχει αναλυτική κίνηση του τηρηθέντος λογαριασμού με μνεία της αιτιολογίας των χρεοπιστωτικών κονδυλίων, ώστε να μπορεί ευχερώς να ελεγχθεί η ακρίβεια του τυχόν χρεωστικού καταλοίπου αυτού. Πέραν αυτού, στην πρώτη εγγραφή του συγκεκριμένου αποσπάσματος την 7-12-2013 εμφανίζεται ενήμερο ποσό 86.805,05 ευρώ και ληξιπρόθεσμο ποσό 2.765,31 ευρώ, τα οποία αθροιζόμενα ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 89.570,36 ευρώ, το οποίο ταυτίζεται με το προαναφερόμενο χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού της «………». Ωστόσο, στην τελευταία εγγραφή του ως άνω αποσπάσματος του με αριθμό …….. λογαριασμού με ημερομηνία την 21-8-2018, οπότε έλαβε χώρα το οριστικό κλείσιμό του από την «……….», εμφανίζονται τα παρακάτω ποσά : «υπόλοιπο της 21.08.2018 ενήμερο 86.805,05, ληξιπρόθεσμο 62.088,55, υπόλοιπο τόκων τάξεως της 21.08.2018 56.650,02», τα οποία αθροιζόμενα και τα τρία αυτά ποσά ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 205.543,62 ευρώ (ή αθροιζόμενα ανά δύο, στο συνολικό ποσό των 148.893,60 ευρώ, ή 118.738,57 ευρώ ή 143.455,07 ευρώ). Η παραπάνω εγγραφή όμως, δεν επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό της αιτούσας την έκδοση της ένδικης διαταγής πληρωμής ότι την αυτή ημερομηνία (21-8-2018) το χρεωστικό κατάλοιπο του κλεισθέντος λογαριασμού, που μεταφέρθηκε σε οριστική καθυστέρηση, ανερχόταν στο ποσό των 154.276,15 ευρώ, όπως αβασίμως έγινε δεκτό με την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής. Το δε ποσό αυτό (154.276,15 ευρώ) εμφαίνεται το πρώτον στο απόσπασμα του με αριθμό …….. λογαριασμού οριστικής καθυστέρησης της «………..» για το χρονικό διάστημα από την 21-8-2018 έως την 13-9-2021, ως ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο την 21-8-2018 και με «υπόλοιπο τόκων τάξεως της 21.08.2018» ποσού 62.032,57 ευρώ, που ομοίως δεν συμφωνεί με το ως άνω εμφαινόμενο ποσό τόκων κατά την ίδια ημερομηνία (21-8-2018) στο προαναφερόμενο απόσπασμα λογαριασμού (……..) ανερχόμενο σε 56.650,02 ευρώ. Ωσαύτως, στο πιο πάνω απόσπασμα λογαριασμού οριστικής καθυστέρησης της «……….» καταχωρούνται εγγραφές με ημερομηνία 21-8-2018 και 8-12-2019, σε καθεμία από τις οποίες αντιστοιχεί ένα ληξιπρόθεσμο ποσό με αιτιολογία της εγγραφής σε κωδικοποιημένο αριθμό, όπως ενδεικτικά 037, 036, 012, 395, ο οποίος όμως, δεν επεξηγείται, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η παρακολούθηση της κίνησης αυτού και ο έλεγχος της ορθότητας του υπολοίπου του. Συνεπώς και με βάση τις προδιαληφθείσες παραδοχές, συνάγεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ότι από τα προσκομιζόμενα αποσπάσματα των προρρηθέντων λογαριασμών δεν προκύπτει εγγράφως, μετά τη μεταβίβαση της ένδικης απαίτησης στην «…………», η αναλυτική κίνηση του ένδικου αλληλόχρεου λογαριασμού με τις σχετικές πιστώσεις και χρεώσεις και ο τρόπος διαμόρφωσης του επικαλούμενου χρεωστικού καταλοίπου (154.276,15 ευρώ) κατά το οριστικό του κλείσιμο την 21-8-2018, ώστε να υπάρχει σχετική δυνατότητα επαλήθευσης της ορθότητάς του. Εφόσον και δη με βάση τα προσκομισθέντα από την καθ’ ης η ανακοπή αποσπάσματα λογαριασμών της «………..», τα οποία δεν είχαν το απαιτούμενο κατά τον όρο 27 της ένδικης σύμβασης περιεχόμενο, ώστε κατά την πιο πάνω δικονομική συμφωνία των άνω συμβαλλόμενων να αποτελούν πλήρη απόδειξη της απαίτησης της τράπεζας, δεν αποδεικνύεται εγγράφως το ακριβές ύψος του ποσού της ένδικης απαίτησης, για το οποίο αιτείται την έκδοση της διαταγής πληρωμής και το οποίο φέρεται να αποτελεί το χρεωστικό υπόλοιπο κλεισθέντος αλληλόχρεου λογαριασμού, πρέπει επομένως, η εκδοθείσα, παρά την έλλειψη της διαδικαστικής αυτής προϋπόθεσης, ανακοπτομένη διαταγή πληρωμής να ακυρωθεί λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου, όπως βάσιμα ισχυρίζεται η ανακόπτουσα με τους συναφείς πρώτο λόγο ανακοπής και πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου ανακοπής, σύμφωνα και με όσα αναπτύχθηκαν στην παραπάνω σχετική μείζονα σκέψη.

V. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκανε δεκτή την ανακοπή και ακύρωσε την ένδικη διαταγή πληρωμής, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και ορθά κατ’ αποτέλεσμα εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και δεν έσφαλε, έστω και με εν μέρει ελλιπείς αιτιολογίες, που παραδεκτά αντικαθίστανται και συμπληρώνονται με τις αιτιολογίες της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 ΚΠολΔ). Κατ’ ακολουθίαν, τα αντίθετα υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα με το μόνο λόγο έφεσης, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν, όπως και το επικουρικά υποβαλλόμενο αίτημα της μερικής ακύρωσης της διαταγής πληρωμής και περιορισμού αυτής στο ληξιπρόθεσμο έναντι της «………» ποσό, καθότι δεν έλαβε τότε χώρα οριστικό κλείσιμο του αλληλόχρεου λογαριασμού, αλλά και η υπό κρίση έφεσή της στο σύνολό της. Τέλος, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του νόμιμου σχετικού αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, ενώ πρέπει και να διαταχθεί η εισαγωγή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε από την εκκαλούσα για την άσκηση της έφεσης (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/31-8-2023 έκθεση κατάθεσης του αρμόδιου γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), στο Δημόσιο Ταμείο, διότι απορρίφθηκε η ένδικη έφεσή της, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση κατά της με αριθμό 2343/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Ειδική Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών) κατ’ ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του αναφερόμενου στο σκεπτικό παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των  πεντακοσίων (500,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την 23 Σεπτεμβρίου 2024, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                     Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ