Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 324/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ   324/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

2ο ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Νικολέττα Λαμπρίδου, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του  Εφετείου  Πειραιώς και από τη Γραμματέα T.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Του εκκαλούντος – ασκούντος πρόσθετους λόγους έφεσης : Του ……….., δικηγόρου …… (ΑΜΔΣΑ : …..), κατοίκου ……….. ΑΦΜ : …… Δ.Ο.Υ. …….. Αττικής, ενεργούντος ατομικώς και με την ιδιότητα του τελευταίου εκκαθαριστή και πληρεξούσιου δικηγόρου της υπό εκκαθάριση ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…….» με πρώην Γ.Ε.ΜΗ. : ………, κατά τη στιγμή που επήλθε ο λόγος βίαιης διακοπής της δίκης στο πρόσωπο της ως άνω εταιρίας, ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως ως δικηγόρος με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Των εφεσίβλητων – καθ’ ων οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης : 1) ………… και 2) ………………., οι οποίοι, αμφότεροι, δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Κοινοποιούμενοι προς : 1) Τον …………. και 2) Την ………… οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Λεούση (ΑΜΔΣΑ : ….).

Επί της από 13-2-2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2020 αγωγής των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητων και επί της από 4-1-2021 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2021 δήλωσης γνωστοποίησης βίαιης διακοπής της δίκης του πρώτου εναγόμενου και ήδη  εκκαλούντος, εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, μετά τη συνεκδίκασή τους,  η με αριθμό 1532/2022 εν μέρει οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία αφενός κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της αγωγής, αφετέρου απορρίφθηκε η «αίτηση» (δήλωση) βίαιης διακοπής της δίκης, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα σε αυτή (απόφαση).

Την απόφαση αυτή και δη κατά το οριστικό της μέρος, προσβάλλει ο γνωστοποιών το λόγο βίαιης διακοπής της δίκης επί της ανωτέρω αγωγής και ήδη εκκαλών με την από 17-6-2022 έφεσή του, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./2022 και ειδικό …./2022 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2022 και ειδικό …../2022 για τη δικάσιμο της 16ης-3-2023, κατά την οποία η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο.

Στη συνέχεια, ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς κατά των εφεσίβλητων, τους από 4-1-2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2023 του παρόντος Δικαστηρίου πρόσθετους λόγους έφεσης, οι οποίοι προσδιορίστηκαν να συζητηθούν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά τη δικάσιμο της 16ης-3-2023, κατά την οποία η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο.

Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.

Ο εκκαλών αυτοπροσώπως ως δικηγόρος και ως πληρεξούσιος δικηγόρος των προσώπων προς τα οποία κοινοποιήθηκαν τα δικόγραφα της έφεσης και των πρόσθετων λόγων έφεσης, κατέθεσε εμπρόθεσμα τις προτάσεις του και παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Επειδή ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εισάγονται προς συζήτηση Α) η από 17-6-2022 έφεση, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./2022 και ειδικό …./2022 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2022 και ειδικό  …../2022 και Β) οι από 4-1-2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2023 του παρόντος Δικαστηρίου πρόσθετοι λόγοι έφεσης, πρέπει να διαταχθεί η συνεκδίκασή τους, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, αφού αφορούν τους ίδιους διαδίκους, υπάγονται στην ίδια τακτική διαδικασία και στρέφονται κατά της ίδιας εκκαλουμένης απόφασης (1532/2022) και γιατί έτσι, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 παρ. 1, 246, 520 παρ. 2, 524 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Από τη με αριθμό …….. Γ/23-9-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………., που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο εκκαλών, ο οποίος επισπεύδει τη συζήτηση της έφεσης, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς προσδιορισθείσα δικάσιμο της 16ης Μαρτίου 2023, οπότε η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στους εφεσίβλητους και δη στον ……., δικηγόρο Αθηνών (ΑΜΔΣΑ : …….), ως πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο των εφεσίβλητων (άρθρο 143 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρα 128 παρ. 4, 136 παρ. 2 ΚΠολΔ). Οι τελευταίοι, αν και, όπως προκύπτει, κατόπιν αυτεπάγγελτης έρευνας του Δικαστηρίου, από το πινάκιο της αρχικής δικασίμου της 16ης-3-2023, εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο στην αρχική αυτή δικάσιμο από τον προαναφερόμενο πληρεξούσιο δικηγόρο τους ………., δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο στη μετ’ αναβολή δικάσιμο της 19ης Οκτωβρίου 2023, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε κατά τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συνεπώς, ενόψει του ότι η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο της νέας δικασίμου από το γραμματέα ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, πρέπει να δικαστούν ερήμην, δεδομένου ότι οι απολειπόμενοι εφεσίβλητοι είχαν κληθεί νομίμως και εμπροθέσμως για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 16ης Μαρτίου 2023 και στην αρχική αυτή δικάσιμο, οπότε αναβλήθηκε η συζήτηση της υπόθεσης για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, είχαν εκπροσωπηθεί από τον προαναφερόμενο πληρεξούσιο δικηγόρο τους, όπως προεκτέθηκε ανωτέρω (άρθρα 226 παρ. 4 εδ. δ, 310 παρ. 2, 498 παρ. 2 ΚΠολΔ). Το Δικαστήριο ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 παρ. 4 εδ. α ΚΠολΔ).

ΙΙΙ. Η υπό κρίση έφεση του ηττηθέντος γνωστοποιούντος το λόγο βίαιης διακοπής της δίκης και ήδη εκκαλούντος κατά των αντιδίκων του και κατά της με αριθμό 1532/2022 εν μέρει οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία, αρμοδίως εισάγεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου ανήκει το εκδώσαν την εκκαλουμένη απόφαση Πρωτοδικείο (άρθρα 19, 495, 498 ΚΠολΔ), ασκήθηκε δε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση του σχετικού δικογράφου της έφεσης στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 23-6-2022, ήτοι πριν από επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρα 495 παρ. 1, 499 ΚΠολΔ), εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 518 παρ. 2 ΚΠολΔ καταχρηστικής διετούς προθεσμίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, που έλαβε χώρα την 12-5-2022, καθώς από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει το αντίθετο ούτε άλλωστε ο παριστάμενος εκκαλών ισχυρίζεται κάτι τέτοιο (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ), ενώ για το παραδεκτό της εφέσεως έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 περ. Α (β) ΚΠολΔ παράβολο ποσού 100,00 ευρώ [βλ. τη σχετική μνεία στη με αριθμό ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./23-6-2022 έκθεση κατάθεσης δικογράφου του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, όπου αναφέρεται ότι κατατέθηκε e – παράβολο με αριθμό ………../2022 ποσού 100,00 ευρώ]. Περαιτέρω, ο εκκαλών, με το από 4-1-2023 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2023 του παρόντος Δικαστηρίου ιδιαίτερο δικόγραφο, άσκησε παραδεκτά πρόσθετους λόγους έφεσης που αφορούν κεφάλαια της εκκαλουμένης απόφασης που έχουν ήδη προσβληθεί με την ένδικη έφεση και το οποίο (δικόγραφο) κοινοποιήθηκε εμπροθέσμως στους εφεσίβλητους – καθ’ ων οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες πριν από την προκείμενη συζήτηση της ένδικης έφεσης (άρθρο 520 παρ. 2 ΚΠολΔ), την 30-1-2023, όπως προκύπτει από τη με αριθμό …….. Γ/30-1-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………., και δη προς τον ……., δικηγόρο Αθηνών (ΑΜΔΣΑ : ………), ως πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο των εφεσίβλητων – καθ’ ων οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης (άρθρο 143 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρα 126 παρ. 1 στοιχ. α, 127 παρ. 1 ΚΠολΔ). Πρέπει επομένως, να γίνουν τυπικά δεκτοί (άρθρο 532 ΚΠολΔ) η έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής. Το δε παρόν Δικαστήριο παραδεκτά θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης, εφόσον προσκομίζονται από τον παριστάμενο εκκαλούντα – ασκούντα πρόσθετους λόγους έφεσης, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, αντίγραφο α) του εισαγωγικού δικογράφου της δίκης, ήτοι της ένδικης αγωγής, όπως και της ένδικης γνωστοποίησης βίαιης διακοπής της δίκης επί της εν λόγω αγωγής και β) των ταυτάριθμων με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (1532/2022), όπως επί ποινή απαραδέκτου της προκείμενης συζήτησης επιβάλλουν οι διατάξεις του άρθρου 524 παρ. 4 εδ. γ και δ ΚΠολΔ, χωρίς να προσκομίζονται προτάσεις των αντιδίκων του επί της γνωστοποίησης, καθότι δεν κατατέθηκαν τέτοιες στην πρωτοβάθμια δίκη, παρά μόνο προτάσεις των τελευταίων επί της συνεκδικαζόμενης αγωγής (βλ. τη σχετική μνεία στην εκκαλουμένη εν μέρει οριστική με αριθμό 1532/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς). Συνακόλουθα, πρέπει η υπό κρίση έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής να ερευνηθούν περαιτέρω από το παρόν Δικαστήριο, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των προβαλλομένων λόγων τους, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους αυτής λόγους (άρθρα 522, 524 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

IV. Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς οι ενάγοντες …….. και ……… άσκησαν κατά των τεσσάρων εναγόμενων α) ……, β) ………, γ) της υπό εκκαθάριση ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…….» και δ) …….., την από 13-2-2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2020 αγωγή τους, με την οποία εξέθεταν ότι υπέστησαν ηθική βλάβη από τη σε βάρος τους επικαλούμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγόμενων, συνιστάμενη στη διάπραξη από τους τελευταίους της αξιόποινης πράξης της πλαστογραφίας με χρήση, που τελέστηκε δια της νόθευσης του περιεχομένου του αναφερόμενου στο δικόγραφο αντιγράφου μιας επιστολής παραίτησης της μητέρας τους, από την οποία προκύπτει ότι αυτή δήθεν τον Απρίλιο του έτους 1999 παραιτήθηκε από την εταιρία με την επωνυμία «………..». Ιστορούσαν περαιτέρω ότι οι εναγόμενοι εν γνώσει τους προσήγαγαν το νοθευμένο αυτό έγγραφο ως αποδεικτικό μέσο σε αστικές μεταξύ τους δίκες και ειδικότερα κατά την εκδίκαση της από 23-6-2015 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2015 αγωγής και των με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2016, ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2017 και ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2018 κυρίων παρεμβάσεων, ενσωματώνοντας αυτό στις κατατεθειμένες εκεί προτάσεις και στην κύρια παρέμβαση του πρώτου εναγόμενου, στις προτάσεις της τρίτης εναγόμενης, της οποίας ο πρώτος και ο τέταρτος των εναγόμενων τυγχάνουν νόμιμοι εκπρόσωποι και πληρεξούσιοι δικηγόροι, καθώς και στις προτάσεις της δεύτερης εναγόμενης. Επίσης, ισχυρίζονταν ότι με την ανωτέρω αδικοπρακτική συμπεριφορά τους οι εναγόμενοι αποσκοπούσαν στη δημιουργία πεπλανημένης πεποίθησης του δικαστηρίου, στο οποίο χρησιμοποιήθηκε το ως άνω νοθευμένο έγγραφο, από το οποίο προέκυπτε ότι η μητέρα των εναγόντων το είχε συντάξει και αποστείλει τον Απρίλιο του έτους 1999, ενώ στην πραγματικότητα το είχε συντάξει και αποστείλει την 18 Ιανουαρίου 1995 και ώρα 13:58, με σκοπό τη ματαίωση επιδίκασης νόμιμης αξίωσης των εναγόντων σε βάρος τους, καθώς και την εξ αυτής απορρέουσα ωφέλεια τους, η οποία έγκειται στην αποφυγή αύξησης του παθητικού της περιουσίας τους. Τέλος, εξέθεταν ότι οι ως άνω υποθέσεις συνεκδικάστηκαν και συζητήθηκαν την 29-11-2019 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Με βάση το ιστορικό αυτό οι ενάγοντες ζήτησαν να υποχρεωθεί ο πρώτος εναγόμενος να καταβάλει σε καθένα από αυτούς το ποσό των 47.500 ευρώ, να υποχρεωθούν η δεύτερη, η τρίτη και ο τέταρτος των εναγόμενων να καταβάλουν σε καθένα από αυτούς το ποσό των 25.000 ευρώ έκαστος και όλα τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξοφλήσεως, καθώς και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην εν γένει δικαστική τους δαπάνη. Παράλληλα, ο πρώτος εναγόμενος ενεργώντας ατομικά και με την ιδιότητά του ως πληρεξούσιος δικηγόρος και τελευταίος εκκαθαριστής της τρίτης εναγόμενης τότε πρώην υπό εκκαθάριση ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «………» και με το από 4-1-2021 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2021 δικόγραφο γνωστοποίησης βίαιης διακοπής της δίκης επί της ανωτέρω αγωγής, νομίμως κοινοποιηθέν στον …….., δικηγόρο Αθηνών, ως πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο των εναγόντων την 19-1-2021, όπως προκύπτει από τη με αριθμό ……./19-1-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …….., ισχυρίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ότι δυνάμει της με αριθμό πρωτ. 2282200/11-12-2020 Ανακοίνωσης του Τμήματος Μητρώου / Υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ. του Επιμελητηρίου Ευβοίας η άνω εταιρία έχει διαγραφεί από το Γ.Ε.ΜΗ. ήδη από την 11-12-2020 λόγω έγκρισης του τελικού ισολογισμού πέρατος εκκαθάρισης με το από 4-12-2020 πρακτικό Γενικής Συνέλευσης των μετόχων αυτής και ως εκ τούτου η τρίτη εναγόμενη εταιρία έχει παύσει να υφίσταται ως νομικό πρόσωπο και συνεπώς έχει επέλθει λόγος βίαιης διακοπής της ανωτέρω δίκης στο πρόσωπο της εν λόγω εναγόμενης εταιρίας. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μετά τη συνεκδίκαση της αγωγής και της «αίτησης» περί βίαιης διακοπής της δίκης κατά την τακτική διαδικασία κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων, εξέδωσε την προσβαλλόμενη εν μέρει οριστική με αριθμό 1532/2022 απόφαση, με την οποία αφενός κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της αγωγής και αφετέρου απορρίφθηκε η «αίτηση» περί βίαιης διακοπής της δίκης ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Κατά της παραπάνω απόφασης (1532/2022) κατά το οριστικό μέρος της άσκησε την κρινόμενη έφεσή του και τους πρόσθετους λόγους αυτής ο δηλών – γνωστοποιών λόγο βίαιης διακοπής της δίκης και ήδη εκκαλών – ασκών πρόσθετους λόγους έφεσης, ζητώντας την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης κατά το πιο πάνω οριστικό της μέρος, για τους αναφερόμενους στην έφεση και πρόσθετους αυτής λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, με σκοπό να γίνει δεκτή η δήλωση γνωστοποίησης λόγου βίαιης διακοπής της δίκης επί της ανωτέρω αγωγής ως προς την τρίτη εναγόμενη εταιρία.

V. Από το συνδυασμό των άρθρων 72, 777, 778 ΑΚ, 18 Ε.Ν., 46 Ν. 3190/1955, 47 α Ν.2190/1920, 62, 286 ΚΠολΔ συνάγεται ότι η λύση του νομικού προσώπου δεν θίγει την ικανότητά του να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, συνεπώς και της έννομης σχέσης της δίκης, ούτε και επιφέρει βίαιη διακοπή της, διότι και μετά τη λύση της η νομική προσωπικότητα της εταιρίας λογίζεται υφισταμένη, εφόσον τούτο απαιτείται για τις ανάγκες και προς το σκοπό της εκκαθάρισης. Η λύση της εταιρίας και η υπαγωγή της αυτοδικαίως στο στάδιο της εκκαθάρισης δεν επιφέρει μεταβολή στην ικανότητα δικαστικής παράστασης αυτής, που ταυτίζεται με τη δικαιοπρακτική ικανότητα του (νομικού) προσώπου, λογίζεται δε αυτή υφιστάμενη για τις ανάγκες της εκκαθάρισης, εξακολουθώντας έτσι να είναι υποκείμενο της έννομης σχέσης της συνεχιζόμενης δίκης. Εφεξής η εταιρία εκπροσωπείται από τους εκκαθαριστές, οι οποίοι είναι οι ίδιοι οι εταίροι, αν δεν διορίστηκαν εκκαθαριστές με συμφωνία των εταίρων ή από το δικαστήριο. Το στάδιο της εκκαθάρισης δεν μπορεί να αποκλεισθεί με ρήτρα του καταστατικού ή με απόφαση των εταίρων, αλλά ακολουθεί υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως τη λύση της εταιρίας. Ακόμη και μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης, αν διαπιστωθεί ότι υπάρχει κάποια εκκρεμότητα, όπως απαίτηση ή χρέος της εταιρίας, επαναλαμβάνονται και πάλι οι εργασίες της εκκαθάρισης και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της λυθείσης εταιρίας από τους εκκαθαριστές (ΑΠ 748/2017, ΑΠ 216/2012, ΑΠ 186/2011, ΑΠ 96/2005, ΜονΕφΠειρ 169/2020 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σε περίπτωση ανώνυμης εταιρίας, η περάτωση της εκκαθάρισης και συγχρόνως της εταιρίας επέρχεται, όταν οι εκκαθαριστές ενεργήσουν τις αναγκαίες πράξεις εκκαθάρισης, συντάξουν απογραφή, δημοσιεύσουν τις εγκριθείσες από τη γενική συνέλευση οικονομικές καταστάσεις πέρατος της εκκαθάρισης και προβούν στην καταχώριση της διαγραφής της εταιρίας στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.). Η καταχώριση της διαγραφής στο Γ.Ε.ΜΗ. έχει σχετικά συστατικό χαρακτήρα, με την έννοια ότι χωρίς αυτή δεν επέρχεται περάτωση της ΑΕ. Αν όμως, διαπιστωθεί ότι η εταιρία είχε και άλλη περιουσία, δεν επέρχεται η περάτωσή της, έστω και αν είχε διαγραφεί από το Γ.Ε.ΜΗ., λόγω δε του σχετικά συστατικού χαρακτήρα της διαγραφής, δεν θίγεται η νομική προσωπικότητα της εταιρίας, εάν η εκκαθάριση δεν έχει πράγματι περατωθεί (ποιν. ΑΠ 1996/2019, ΑΠ 970/2019, ΑΠ 1669/2014, ΜονΕφΠειρ 80/2022, ΜονΕφΠειρ 81/2021, ΜονΕφΑθ 10/2019 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, στο άρθρο 170 παρ. 1 του Ν. 4548/2018 (ΦΕΚ Α 104/13-6-2018), όπως η παρ. 1 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 115 παρ. 2 του Ν. 4635/2019, ορίζεται ότι «Με το πέρας της εκκαθάρισης ο εκκαθαριστής μεριμνά για τη διαγραφή της εταιρίας από το Γ.Ε.ΜΗ. Τη διαγραφή μπορούν να ζητήσουν και άλλα πρόσωπα που έχουν έννομο συμφέρον σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 107», ενώ σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 170 του Ν. 4548/2018 «Η εκκαθάριση τεκμαίρεται ότι περατώθηκε, αν παρέλθουν πέντε (5) έτη από την έναρξή της». Σημειωτέον ότι στην αρχική της μορφή και πριν την προρρηθείσα τροποποίησή της, η πιο πάνω παράγραφος 1 του άρθρου 170 του Ν. 4548/2018 όριζε επιπλέον ότι η πράξη διαγραφής ανακαλείται με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον προς το δικαστήριο, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, αν αποκαλυφθούν νέα περιουσιακά στοιχεία της εταιρίας ή χρέη της, που δεν ικανοποιήθηκαν, μολονότι υπήρχε υπόλοιπο ενεργητικού και στις περιπτώσεις αυτές το δικαστήριο διορίζει εκκαθαριστή και διατάσσει την προσωρινή επανεγγραφή της εταιρίας στο Γ.Ε.ΜΗ. Κατά δε το άρθρο 107 παρ. 2 του Ν. 4635/2019 (ΦΕΚ Α 167/30-10-2019) ορίζεται ότι «α. με την περάτωση της εκκαθάρισης το υπόχρεο νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων διαγράφεται από το Γ.Ε.ΜΗ. Η διαγραφή στην περίπτωση αυτή διενεργείται ύστερα από αίτηση του εκκαθαριστή ή των εκκαθαριστών, ενός από τους εταίρους ή ενός εκ των μελών της ένωσης ή οποιουδήποτε τρίτου έχει έννομο συμφέρον, β. αν, παρά τη διαγραφή ενός νομικού προσώπου, υπάρχει περιουσιακό στοιχείο ή υποχρέωση που παραλείφθηκαν στη διαδικασία της ολοκληρωθείσας εκκαθάρισης, όποιος έχει έννομο συμφέρον υποβάλλει στην αρμόδια Υ.Γ.Ε.ΜΗ. αίτηση για αναβίωση της διαδικασίας εκκαθάρισης του νομικού προσώπου. Η αίτηση αναφέρει τους τελευταίους διορισμένους εκκαθαριστές και συνοδεύεται από έγγραφα που αποδεικνύουν το παραλειφθέν περιουσιακό στοιχείο ή την παραληφθείσα υποχρέωση, καθώς και από κωδικοποιημένο καταστατικό του νομικού προσώπου. Μετά από έλεγχο νομιμότητας της αίτησης και των δικαιολογητικών γίνεται επανεγγραφή, η οποία οδηγεί σε αναβίωση της διαδικασίας εκκαθάρισης και των καθηκόντων των εκκαθαριστών, οι οποίοι, αν δεν αναλάβουν άμεσα καθήκοντα, αντικαθίστανται κατά το άρθρο 786 παράγραφος 3 ΚΠολΔ». Μετά δε την κατάργηση του ανωτέρω άρθρου 107 του Ν. 4635/2019 με το άρθρο 59 περ. α του Ν. 4919/2022, προβλέπονται στο άρθρο 28 του Ν. 4919/2022 (ΦΕΚ Α 71/7-4-2022) τα ακόλουθα : «3. Το εγγεγραμμένο στο Γ.Ε.ΜΗ. νομικό πρόσωπο, που είναι υπόχρεο εγγραφής, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 16, διαγράφεται από το Γ.Ε.ΜΗ. με την περάτωση της εκκαθάρισης, οπότε η διαγραφή διενεργείται ύστερα από αίτηση του εκκαθαριστή ή των εκκαθαριστών, ενός από τους εταίρους ή ενός εκ των μελών της ένωσης ή οποιουδήποτε τρίτου έχει έννομο συμφέρον. 4. Αν σε νομικό πρόσωπο της παρ. 3 που διαγράφηκε από το Γ.Ε.ΜΗ. υπάρχει περιουσιακό στοιχείο ή υποχρέωση που παραλείφθηκε στη διαδικασία της εκκαθάρισης, το νομικό πρόσωπο επανεγγράφεται στο Γ.Ε.ΜΗ. μετά από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον προς την αρμόδια Υ.Γ.Ε.ΜΗ. και επανέρχεται σε κατάσταση εκκαθάρισης. Η ως άνω αίτηση αναφέρει τους τελευταίους διορισμένους εκκαθαριστές και συνοδεύεται από έγγραφα που αποδεικνύουν το παραλειφθέν περιουσιακό στοιχείο ή την παραληφθείσα υποχρέωση. Μετά από έλεγχο νομιμότητας της αίτησης και των δικαιολογητικών, η αρμόδια Υ.Γ.Ε.ΜΗ. επανεγγράφει το νομικό πρόσωπο στο Γ.Ε.ΜΗ., οπότε αναβιώνουν η διαδικασία της εκκαθάρισης και τα καθήκοντα των εκκαθαριστών. Αν οι εκκαθαριστές δεν αναλάβουν άμεσα τα αναβιώσαντα καθήκοντά τους, αντικαθίστανται σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 786 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας».

VΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, ο πρώτος εναγόμενος ενεργώντας ατομικά και με την ιδιότητά του ως πληρεξούσιος δικηγόρος και τελευταίος εκκαθαριστής της τρίτης εναγόμενης τότε πρώην υπό εκκαθάριση ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……….» και με το από 4-1-2021 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2021 δικόγραφο γνωστοποίησης βίαιης διακοπής της δίκης επί της ανωτέρω αγωγής, νομίμως κοινοποιηθέν στον ……, δικηγόρο Αθηνών, ως πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο των εναγόντων την 19-1-2021, όπως προκύπτει από τη με αριθμό ….. Γ/19-1-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ……, ισχυρίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ότι δυνάμει της με αριθμό πρωτ. ……./11-12-2020 Ανακοίνωσης του Τμήματος Μητρώου / Υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ. του Επιμελητηρίου Ευβοίας η άνω εταιρία έχει διαγραφεί από το Γ.Ε.ΜΗ. ήδη από την 11-12-2020 λόγω έγκρισης του τελικού ισολογισμού πέρατος εκκαθάρισης με το από 4-12-2020 πρακτικό Γενικής Συνέλευσης των μετόχων αυτής και ως εκ τούτου η τρίτη εναγόμενη εταιρία έχει παύσει να υφίσταται ως νομικό πρόσωπο και συνεπώς έχει επέλθει λόγος βίαιης διακοπής της δίκης επί της ένδικης αγωγής στο πρόσωπο της εν λόγω εναγόμενης εταιρίας. Ωστόσο, ο εμπεριεχόμενος στην ένδικη δήλωση ισχυρισμός ότι έχει συντελεστεί βίαιη διακοπή της δίκης επί της ένδικης αγωγής των αδελφών …….. μετά την περάτωση των εργασιών της εκκαθάρισης και τη διαγραφή της τρίτης εναγόμενης ανώνυμης εταιρίας από το Γ.Ε.ΜΗ, τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος. Και τούτο διότι, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην προπαρατεθείσα μείζονα σκέψη, η λύση του νομικού προσώπου δεν θίγει την ικανότητά του να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, συνεπώς και της έννομης σχέσης της δίκης, ούτε και επιφέρει βίαιη διακοπή αυτής, διότι και μετά τη λύση της, η νομική προσωπικότητα της εταιρίας λογίζεται υφιστάμενη, εφόσον τούτο απαιτείται για τις ανάγκες και προς το σκοπό της εκκαθάρισης, ενώ και μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης, αν διαπιστωθεί ότι υπάρχει κάποια εκκρεμότητα, όπως απαίτηση ή χρέος της εταιρίας, επαναλαμβάνονται και πάλι οι εργασίες της εκκαθάρισης και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της λυθείσας εταιρίας από τους εκκαθαριστές και δεν επέρχεται η περάτωση της ΑΕ, έστω και αν είχε διαγραφεί από το Γ.Ε.ΜΗ, λόγω δε του σχετικά συστατικού χαρακτήρα της διαγραφής, δεν θίγεται η νομική προσωπικότητα της ανώνυμης εταιρίας, εάν η εκκαθάριση δεν έχει πράγματι περατωθεί. Επομένως, και μόνο το γεγονός της εκκρεμούσας ένδικης υπόθεσης, ήτοι της ένδικης αγωγής των …….. και ……….. κατά της ως άνω εταιρίας, εμπίπτει στις εργασίες της εκκαθάρισης, καθώς αφορά χρέος της ανώνυμης υπό εκκαθάριση τελούσας εταιρίας, πολύ περισσότερο καθόσον η ένδικη αγωγή ήταν εκκρεμής ήδη κατά το στάδιο της εκκαθάρισης και δεν προέκυψε το πρώτον μετά το τυπικό πέρας αυτής και ως εκ τούτου η εταιρία βρίσκεται ουσιαστικά σε εκκαθάριση, παρά την επικαλούμενη από το γνωστοποιούντα τη διακοπή διαγραφή της από το Γ.Ε.ΜΗ. Άρα, τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγο έφεσης και το συναφή τρίτο πρόσθετο λόγο, με τους οποίους ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ειδικότερα, του άρθρου 170 του Ν. 4548/2018, του άρθρου 107 του Ν. 4635/2019, του άρθρου 28 του Ν. 4919/2022 και της απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ με αριθμό Α 1010/19-1-2021 (ΦΕΚ Β 176/21-1-2021, για την ενεργοποίηση του ΑΦΜ), η εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε την ένδικη δήλωσή του περί γνωστοποίησης του επικαλούμενου λόγου βίαιης διακοπής της δίκης επί της ένδικης αγωγής ως προς την τρίτη εναγόμενη ανώνυμη εταιρία, συνιστάμενου στην ανυπαρξία του νομικού προσώπου της εταιρίας μετά και τη διαγραφή της από το Γ.Ε.ΜΗ., καθότι συντρέχει περίπτωση ανάλογης εφαρμογής της διάταξης της περιπτώσεως α΄ του άρθρου 286 ΚΠολΔ, πέραν του ότι απαραδέκτως προβάλλονται το πρώτον στο Εφετείο, χωρίς να εμπίπτουν σε κάποια από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 527 ΚΠολΔ περιπτώσεις που δικαιολογούν την κατ’ εξαίρεση βραδεία προβολή τους, πρέπει να απορριφθούν πρωτίστως ως νόμω αβάσιμα, όπως και οι σχετικοί αυτοί λόγοι έφεσης στο σύνολό τους. Σημειωτέον ότι, παρά τις αντιρρήσεις του εκκαλούντος, το νομοθετικό καθεστώς, που διαγράφεται με τις προρρηθείσες νέες διατάξεις του Ν. 4548/2018, του Ν. 4635/2019 (ήδη καταργηθείσες) και του Ν. 4919/2022 αναφορικά με την επανεγγραφή του νομικού προσώπου στο Γ.Ε.ΜΗ. σε περίπτωση παράλειψης περιουσιακού στοιχείου ή υποχρέωσης στη διαδικασία της περατωθείσας εκκαθάρισης, που επικαλείται ο εκκαλών, δεν έρχεται σε αντίθεση με την πιο πάνω εξακολούθηση της νομικής προσωπικότητας της εταιρίας, διότι, όπως γίνεται παγίως δεκτό κατά την κρατούσα μέχρι σήμερα άποψη (βλ. την παραπάνω νομολογία στην υπό στοιχείο V σκέψη της παρούσας), λόγω του σχετικά συστατικού χαρακτήρα της διαγραφής από το Γ.Ε.ΜΗ., δεν θίγεται η νομική προσωπικότητα της ανώνυμης εταιρίας, εάν η εκκαθάριση δεν έχει πράγματι περατωθεί, καθότι δεν νοείται πέρας της εκκαθάρισης και της νομικής προσωπικότητας της εταιρίας προτού αποσβεστούν οι απαιτήσεις και οι υποχρεώσεις αυτής, όπως στην κρινόμενη περίπτωση κατά τα εκτιθέμενα στην ένδικη δήλωση διακοπής και έτσι, δεν επέρχεται μεταβολή στην ικανότητα δικαστικής παράστασης της τρίτης εναγόμενης υπό εκκαθάριση τελούσας ανώνυμης εταιρίας, η οποία λογίζεται υφιστάμενη για τις ανάγκες της μη ουσιαστικά περατωθείσας εκκαθάρισης, εξακολουθώντας να είναι υποκείμενο της έννομης σχέσης της συνεχιζόμενης δίκης, ενώ δεν τίθεται ως προϋπόθεση η επανεγγραφή της στο Γ.Ε.ΜΗ., όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει ο εκκαλών, σύμφωνα και με όσα αναλυτικά εκτέθηκαν στην παραπάνω μείζονα σκέψη (contra ΠΠΧαλκ 42/2023 προσκομιζόμενη, με αναφορά στην ΑΠ 530/2023 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Ωσαύτως, απορριπτέος είναι και ο πρώτος πρόσθετος λόγος έφεσης ως προς αμφότερα τα επικαλούμενα σκέλη του, διότι, ανεξάρτητα από την αντιφατικότητα των ισχυρισμών, καθότι χαρακτηρίζεται το ένδικο δικόγραφο γνωστοποίησης είτε ως «αγωγή» ή «αίτηση» εσφαλμένα πρωτοδίκως είτε ως μονομερής δήλωση, ώστε στην πρώτη περίπτωση να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις περί ερημοδικίας των αντιδίκων του λόγω μη κατάθεσης έγγραφων προτάσεων εκ μέρους τους πρωτοδίκως, ενώ στη δεύτερη περίπτωση η ένδικη δήλωση δεν υπάγεται στην ίδια διαδικασία με την ένδικη αγωγή και η διακοπή της δίκης έχει επέλθει ήδη από την επίδοση της γνωστοποίησης στους αντιδίκους του, στηρίζεται στην εσφαλμένη προϋπόθεση της νομικής βασιμότητας της ένδικης δήλωσής του περί βίαιης διακοπής της δίκης, προϋπόθεση όμως, που ελλείπει με βάση τα προεκτεθέντα.

VIΙ. Με το δεύτερο λόγο έφεσης και το δεύτερο πρόσθετο λόγο ο εκκαλών  προσάπτει την αιτίαση ότι η εκκαλουμένη απόφαση δεν έλαβε υπόψη της τα προσαχθέντα από εκείνον ουσιώδη έγγραφα, μεταξύ των οποίων το από 16-10-2016 Πρακτικό της 2ης  Επαναληπτικής Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της εταιρίας, με το οποίο αποφασίστηκε η λύση της εταιρίας και η έναρξη της εκκαθάρισης, η οποία τεκμαίρεται ότι περατώνεται σε πέντε έτη από την έναρξή της σύμφωνα με το άρθρο 170 παρ. 2 του Ν. 4548/2018, νόμιμο τεκμήριο που η εκκαλουμένη απόφαση εσφαλμένα παρέλειψε να συνεκτιμήσει, καθώς και τη με αριθμό πρωτ. 139/2021 δήλωση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. Χαλκίδας περί παύσης των εργασιών της εταιρίας και περί παύσης και λήξης της σχέσης της μετά των δύο εκκαθαριστών της. Πλην όμως, οι πιο πάνω λόγοι έφεσης αλυσιτελώς προβάλλονται και ως εκ τούτου είναι απορριπτέοι, διότι δεν οδηγούν άνευ ετέρου σε εξαφάνιση της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του και εκτιμά σύμφωνα με τους ισχύοντες δικονομικούς κανόνες, για το σχηματισμό της δικανικής κρίσης του, όλα τα προσαγόμενα μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα, που είχαν προσκομιστεί στον πρώτο βαθμό και προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως εκ νέου στο δεύτερο βαθμό, αλλά και νέα αποδεικτικά μέσα με τους προβλεπόμενους στο άρθρο 529 ΚΠολΔ περιορισμούς.

VIIΙ. Κατόπιν τούτων, η ένδικη δήλωση γνωστοποίησης βίαιης διακοπής της δίκης είναι απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του κατά το οριστικό μέρος της απέρριψε την ένδικη δήλωση ως ουσία αβάσιμη, ενώ ήταν μη νόμιμη, έσφαλε. Κατ’ ακολουθίαν, πρέπει το παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 522 ΚΠολΔ, εφόσον ο εκκαλών παραπονείται για την κατ’ ουσίαν απόρριψη της δήλωσής του, εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως χωρίς ειδικό προς τούτο παράπονο τη νομιμότητα αυτής, να την απορρίψει ως μη νόμιμη, αφού, γενομένων δεκτών της έφεσης και των πρόσθετων αυτής λόγων ως βάσιμων κατ’ ουσίαν, πρώτα εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση κατά το οριστικό μέρος της, διότι δεν επιτρέπεται αντικατάσταση αιτιολογίας, δεδομένου ότι άγει σε διάφορο κατ’ αποτέλεσμα διατακτικό και στη συνέχεια, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, κατ’ άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ και δικαστεί, πρέπει η ένδικη δήλωση γνωστοποίησης βίαιης διακοπής της δίκης να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμη, γιατί η απόφαση αυτή είναι επωφελέστερη από την εκκαλούμενη απόφαση και οι συνέπειες από την απόρριψη του δικογράφου της δήλωσης για το λόγο αυτό είναι διαφορετικές. Και τούτο διότι η απόρριψη του δικογράφου ως ουσιαστικά αβάσιμου, σε σχέση με την απόρριψή του ως απαράδεκτου ή μη νόμιμου, δημιουργεί διαφορά ως προς την εμβέλεια των αντικειμενικών ορίων του παραγόμενου δεδικασμένου και επιπλέον πρόκειται για επιτρεπτή εντός των ορίων των λόγων της έφεσης έρευνα του παραδεκτού και της νομιμότητας της ένδικης δήλωσης, χωρίς να χειροτερεύει η θέση του εκκαλούντος (ΑΠ 12/1992, ΜονΕφΑθ 5209/2022 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, πρέπει να καθοριστεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση άσκησης εκ μέρους των εφεσίβλητων ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Επιπλέον, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε από τον εκκαλούντα για την άσκηση της έφεσης (βλ. τη με αριθμό ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/23-6-2022 έκθεση κατάθεσης δικογράφου του αρμόδιου γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), στον τελευταίο, καθότι η ένδικη έφεση έγινε δεκτή, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, δεν επιδικάζονται δικαστικά έξοδα υπέρ των εφεσίβλητων – καθ’ ων οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, εξαιτίας της, ένεκα της ερημοδικίας τους, μη υποβολής σχετικού αιτήματός τους (άρθρο 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) και της μη υποβολής τους σε τέτοια έξοδα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση και τους πρόσθετους λόγους έφεσης ερήμην των  εφεσίβλητων – καθ’ ων οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200,00) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση και τους πρόσθετους λόγους έφεσης κατά της με αριθμό 1532/2022 εν μέρει οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία).

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη με αριθμό 1532/2022 εν μέρει οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία), κατά το οριστικό μέρος της.

ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την από 4-1-2021 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2021 δήλωση γνωστοποίησης βίαιης διακοπής της δίκης.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τη δήλωση γνωστοποίησης βίαιης διακοπής της δίκης.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του αναφερόμενου στο σκεπτικό παραβόλου στον εκκαλούντα.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την 3 Ιουλίου 2024, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                         Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ