Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 569/2018

Αριθμός     569/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 2352/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη τακτική διαδικασία, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19  του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 27-6-2017, δηλαδή  εντός της από το άρθρο 518 παρ.2 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας  από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης  απόφασης στις 22-5-2017, δεδομένου ότι  δεν προέκυψε ούτε άλλωστε επικαλούνται ο διάδικοι επίδοση αυτής (άρθρα 495 παρ.1 και 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1 ΚΠολΔ).  Επιπλέον, κατατέθηκε  το νόμιμο παράβολο,   συνολικού ποσού 100 ευρώ, κατ΄άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ (βλ. το με αριθμό   ../.. e-παράβολο). Πρέπει, επομένως,  να γίνει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί  περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Με την από 5-8-2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …… αγωγή του  ο ενάγων και ήδη εκκαλών εξέθετε ότι με τον πρώτο εναγόμενο είναι συγκύριοι κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστος σε ένα ειδικότερα περιγραφόμενο οικόπεδο, στο οποίο συμφώνησαν να αναγείρουν πολυώροφη οικοδομή, την οποία έχουν ήδη υπάγει σε καθεστώς οροφοκτησίας, ότι για τον λόγο αυτό έλαβαν τραπεζικό δάνειο ποσού 95.000 ευρώ έκαστος,  ότι ακολούθως στα πλαίσια άτυπης σύμβασης εντολής που κατήρτισε με τους εναγομένους αυτοί ανέλαβαν τα διαχειρίζονται τα χρήματα του δανείου που έλαβε και κατέθεσε για τον λόγο αυτό σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό και συγκεκριμένα να αναλαμβάνουν από αυτόν τα χρηματικά ποσά που απαιτούνταν για τις εργασίες της οικοδομής και να καταβάλουν τις αντίστοιχες δαπάνες, ότι  οι εργασίες της οικοδομής σταμάτησαν μετά από διαφωνίες που προέκυψαν μεταξύ τους τον Απρίλιο του έτους 2010 και ότι ακολούθως οι εναγόμενοι ανέλαβαν ολόκληρο το εναπομείναν μέχρι τότε στον εν λόγω  κοινό λογαριασμό, ποσό 42.278 ευρώ, ενώ κατέβαλαν για ασφαλιστικές εισφορές ολόκληρης της οικοδομής το ποσό των 21.958,04 ευρώ, που προήλθε αποκλειστικά από δικά του χρήματα, που αυτοί ανέλαβαν από τον λογαριασμό του, δηλαδή πλέον του μεριδίου του, ποσού 10.979,02 ευρώ, και τέλος ότι αυτοί, μετά την λήξη της διαχείρισης τους αρνούνται επιμόνως να του ανακοινώσουν λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων αυτής, καθώς και το προκύπτον από την αντιπαράθεση αυτή κατάλοιπο, αν και επανειλημμένως προσκλήθηκαν προς τούτο από τον ίδιο. Ζητούσε δε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι σε λογοδοσία, αποδίδοντας  του  λογαριασμό περιέχοντα αντιπαράθεση εσόδων και εξόδων με επισυνημμένα τα σχετικά δικαιολογητικά έγγραφα, καθώς και το τυχόν προκύπτον κατάλοιπο, και σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης κατάθεσης αυτής   να του καταβάλουν εις ολόκληρον άλλως συμμέτρως το ποσό των 53.257,02 ευρώ, που αντιστοιχεί στο πιθανολογούμενο έλλειμμα, με το νόμιμο τόκο από τη επίδοση της αγωγής, καθώς και να υποχρεωθεί ο πρώτος εναγόμενος να του επιδείξει το βιβλιάριο του ειδικότερα αναφερομένου τραπεζικού λογαριασμού, στον οποίο είχε καταθέσει το ποσό του δικού του δανείου,  προκειμένου να φανεί η κίνηση του και δη οι αναλήψεις για την καταβολή των δαπανών ανέγερσης της οικοδομής κατά την αναλογία που επιβάρυνε τον ίδιο, απειλουμένης σε βάρος του χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης ως μέσο έμμεσης εκτέλεσης για τη περίπτωση της μη συμμόρφωσης του με το διατακτικό της απόφασης. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία αυτή απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ως προς τα αιτήματα για παροχή λογοδοσίας  και καταβολής του πιθανολογούμενου ελλείμματος και ως άνευ αντικείμενου ως προς το αίτημα για επίδειξη έγγραφου, επειδή το τραπεζικό βιβλιάριο του πρώτου εναγομένου προσκομίστηκε  με επιμέλεια του ιδίου κατά τη συζήτηση της αγωγής. Κατά της απόφασης αυτής  παραπονείται  ο ενάγων με την ένδικη έφεση του, επικαλούμενος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί  να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη, με σκοπό   να  γίνει  δεκτή η  αγωγή του.ΙΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 303 του ΑΚ, με την οποία καθιερώνεται η γενική υποχρέωση για εξώδικη ή δικαστική λογοδοσία όποιου έχει τη διαχείριση ολικά ή μερικά ξένης περιουσίας, εφόσον αυτή συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες, και με την οποία ρυθμίζεται ο τρόπος με τον οποίο εκπληρώνεται στην πράξη η υποχρέωση λογοδοσίας, ο δοσίλογος οφείλει: α) να ανακοινώσει στον δεξίλογο λογαριασμό για τις διαχειριστικές πράξεις και για το χρόνο που ζητείται η λογοδοσία, στον οποίο πρέπει να αναγράφονται λεπτομερειακά και με σαφήνεια τα έσοδα και τα έξοδα που έγιναν κατά τον χρόνο διαχείρισης και το κατάλοιπο που προκύπτει από την αντιπαράθεση των δύο σκελών και β) να επισυνάψει τα σχετικά δικαιολογητικά έγγραφα, εφόσον αυτά συνηθίζονται. Εάν ο δοσίλογος δεν ανακοινώνει προς τον δεξίλογο εξώδικο λογαριασμό ή ανακοινώνει λογαριασμό που δεν καλύπτει τους όρους και τον τύπο που προαναφέρθηκαν, τότε δεν εκπληρώνεται η υποχρέωση για λογοδοσία και ο δεξίλογος δικαιούται να ασκήσει αγωγή λογοδοσίας, στην οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 473 – 477 του ΚΠολΔ και για την πληρότητα της οποίας αρκεί η επίκληση ότι ο δοσίλογος διαχειρίστηκε υπόθεση ολικά ή μερικά του δεξίλογου με βάση οποιαδήποτε έννομη σχέση μεταξύ αυτών και ότι από τη σχετική διαχείριση πραγματοποίησε εισπράξεις και δαπάνες. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 474 του ΚΠολΔ, η απόφαση που διατάζει λογοδοσία ή παράδοση καταλόγου των στοιχείων ομάδας αντικειμένων ορίζει προθεσμία, μέσα στην οποία πρέπει να κατατεθεί ο λογαριασμός ή ο κατάλογος με τα δικαιολογητικά στη γραμματεία του δικαστηρίου. Επίσης, κατά το άρθρο 477 παρ. 1 και 2 εδ. α` του ίδιου κώδικα, αν δεν κατατεθούν ο λογαριασμός ή ο κατάλογος μέσα στην προθεσμία που ορίστηκε, η απόφαση γίνεται οριστική ως προς την υποχρέωση λογοδοσίας ή την υποβολή του καταλόγου. Εάν με την αγωγή λογοδοσίας ζητήθηκε, για την περίπτωση που δεν κατατεθεί ο λογαριασμός, να καταβληθεί ορισμένο έλλειμμα και το έλλειμμα πιθανολογείται, το δικαστήριο με την απόφαση που διατάζει λογοδοσία μπορεί να διατάξει, κατά την κρίση του, και την καταβολή του ελλείμματος αυτού, για την περίπτωση που ο δοσίλογος δεν καταθέσει εμπρόθεσμα τον λογαριασμό ή τον κατάλογο με τα δικαιολογητικά. Από τις παραπάνω διατάξεις σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 473 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι, αν δεν κατατεθεί ο λογαριασμός μέσα στην προθεσμία που ορίστηκε με την απόφαση, τότε αυτή γίνεται οριστική τόσο ως προς την υποχρέωση λογοδοσίας, όσο και ως προς την υποχρέωση για καταβολή του πιθανολογημένου ελλείμματος που διατάχτηκε για την περίπτωση της μη εμπρόθεσμης κατάθεσης του λογαριασμού. Η διάταξη της απόφασης για καταβολή του πιθανολογημένου ελλείμματος αποτελεί πρόσθετο δικονομικό μέσο-βάρος (παράλληλα με την απαγγελία προσωπικής κράτησης και την απειλή χρηματικής ποινής) εξαναγκασμού του δοσίλογου να εκπληρώσει εμπρόθεσμα την υποχρέωση λογοδοσίας, πράξη που εξαρτάται αποκλειστικά από τη δική του βούληση και δεν μπορεί να γίνει από τρίτο πρόσωπο. Η διάταξη αυτή τελεί υπό την αίρεση της μη εμπρόθεσμης κατάθεσης του λογαριασμού, με την πλήρωση της οποίας οριστικοποιείται και ενεργοποιείται το σχετικό δικονομικό βάρος, δηλαδή η αξίωση καταβολής του ελλείμματος, η οποία αποκτά αυτοτέλεια και δεν εξαρτάται από την τελεσίδικη διάγνωση της υποχρέωσης για λογοδοσία, ούτε αποσβήνεται με την τυχόν εκπρόθεσμη κατάθεση του λογαριασμού, αφού η κατάθεση του λογαριασμού εντάσσεται αποκλειστικά και λειτουργεί ως προπαρασκευαστικό στάδιο για τον προσδιορισμό, σύμφωνα με τα άρθρα 475 και 476 του ΚΠολΔ, από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο του καταλοίπου του κατατεθειμένου λογαριασμού και δεν προβλέπεται από τον νόμο στάδιο κατάθεσης λογαριασμού μετά την οριστικοποίηση, ως προς τη σχετική διάταξη (καταβολής ελλείμματος), της πρωτοβάθμιας απόφασης με τη μη κατάθεση του λογαριασμού μέσα στην προθεσμία που όρισε (βλ.    ΕφΑθ7276/2013.).IV. Κατά τα εκτιθέμενα  το δικόγραφο της αγωγής   οι εναγόμενοι διαχειρίστηκαν υπόθεση του ενάγοντος, ως εντολοδόχοι αυτού, που συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες, μετά δε την λήξη της ιδιότητας τους αυτής αρνούνται να του ανακοινώσουν αναλυτικό λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων της διαχείρισης του με επισυνημμένα τα σχετικά δικαιολογητικά έγγραφα, αν και επανειλημμένως προσκλήθηκαν προς τούτο. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του απέρριψε την  αγωγή  λογοδοσίας ως μη νόμιμη, με το αιτιολογικό ότι κατά τα εκτιθέμενα με αυτήν, οι εναγόμενοι δεν είχαν εντολή να προβούν αλλά ούτε προέβησαν σε οποιαδήποτε είσπραξη από τρίτους  ώστε να υποχρεούνται σε λογοδοσία κατά το άρθρο 303 ΑΚ, αντιθέτως δε, κατά τα μεταξύ τους συμφωνηθέντα αυτοί είχαν αναλάβει αποκλειστικά τη καταβολή για λογαριασμό του ενάγοντος των δαπανών που τον βάρυναν  για την ανέγερση της οικοδομής. Με την κρίση του όμως αυτή έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως, όπως βάσιμα ισχυρίζεται ο εκκαλών με το σχετικό  λόγο της έφεσης, καθόσον οι αναλήψεις διαφόρων ποσών από τον κοινό τραπεζικό λογαριασμό των διαδίκων, όπου εισέρεαν μόνον οι δόσεις του δανείου που είχε λάβει ο ενάγων, ισοδυναμούν με εισπράξεις. Ως εκ τούτου πρέπει  να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η έφεση  και η εκκαλουμένη να εξαφανισθεί κατά το μέρος που απέρριψε την αγωγή λογοδοσίας, και αφού κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να κριθεί η αγωγή λογοδοσίας ως νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων  303 ΑΚ, 474-477, 946 παρ.1 ,176 ΚΠολΔ, και περαιτέρω ερευνητέα κατ`ουσίαν, δεδομένου ότι ο ενάγων  κατέβαλε προσήκον για το καταψηφιστικό της σκέλος δικαστικό ένσημο με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθμ…….. διπλότυπο είσπραξης της Γ’ ΔΟΥ Πειραιά).

  1. V. Από την εκτίμηση των με αριθμούς ……… ένορκων βεβαιώσεων των ………… αντίστοιχα ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς κατόπιν νομίμου κλητεύσεως των αντιδίκων (βλ. τις με αριθμό ……… εκθέσεις επιδόσεως του δικ. επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς …….) και των νομίμως προσκομιζόμενων με επίκληση εγγράφων αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Ο ενάγων και ο πρώτος εναγόμενος ,συγκύριοι κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστος σε ένα οικόπεδο στο Πέραμα επι της οδού ………., το έτος 2009  συμφώνησαν να αναγείρουν  σε αυτό πολυώροφη οικοδομή. Προς τούτο  εκδόθηκε η με αριθμό …… άδεια ανεγέρσεως οικοδομής της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του διαμερίσματος Πειραιώς και ακολούθως με την με αριθμό ….. πράξη σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας της συμβολαιογράφου Πειραιώς …….., που καταχωρήθηκε νόμιμα στα οικεία  βιβλία του κτηματολογικού Γραφείου Πειραιώς, το εν λόγω ακίνητο υπήχθη σε καθεστώς οροφοκτησίας, και στον μεν ενάγοντα περιήλθαν κατά πλήρη κυριότητα το οροφοδιαμέρισμα του τρίτου υπέρ του ισόγειου ορόφου, εμβαδού 129,31 τμ με την αποκλειστική χρήση της υπο στοιχεία Ρ2 θέσεως στάθμευσης του ισογείου, επιφάνειας 12,15 τμ, η υπο στοιχεία ΑΠ1 αποθήκη του δευτέρου ορόφου, επιφάνειας 30,90 τμ, η υπο στοιχεία Ρ4 κλειστή θέση στάθμευσης του πρώτου ορόφου, επιφάνειας 12,15 τμ και το ½ εξ αδιαίρετου δικαίωμα του υψούν, ενώ στον πρώτο εναγόμενο περιήλθαν κατά πλήρη κυριότητα το  οροφοδιαμέρισμα του τέταρτου  υπέρ του ισόγειου ορόφου, εμβαδού 129,31 τμ με την αποκλειστική χρήση της υπό στοιχεία Ρ1 θέσεως στάθμευσης του ισογείου, επιφάνειας 12,15 τμ, η υπό στοιχεία ΑΠ2 αποθήκη του δευτέρου ορόφου, επιφάνειας 30,90 τμ, η υπο στοιχεία Ρ3 κλειστή θέση στάθμευσης του πρώτου ορόφου, επιφάνειας 12,15 τμ και το ½ εξ αδιαίρετου δικαίωμα του υψούν. Για την ανέγερση της εν λόγω οικοδομής   αυτοί έλαβαν στις 17-12-2009  τραπεζικό δάνειο, ποσού 95.000 ευρώ έκαστος,  από τη τράπεζα «……..»,  το οποίο κατετέθη για μεν τον ενάγοντα στον με αριθμό …….. κοινό λογαριασμό, για δε τον πρώτο εναγόμενο στον με αριθμό ………  κοινό λογαριασμό του στην ίδια τράπεζα, τους οποίους άνοιξαν επι τούτου με συνδικαιούχους στον μεν λογαριασμό του ενάγοντα τους εναγόμενους,   και στο λογαριασμό του πρώτου εναγόμενου, τη σύζυγο αυτού, δεύτερη εναγόμενη, και τον ενάγοντα. Περαιτέρω, ο ενάγων, που  στις 28-11-2009 ναυτολογήθηκε ως ηλεκτρολόγος  σε κρουαζιερόπλοιο, που εκτελούσε πλόες στη Βόρεια Θάλασσα, συνήψε με τους εναγόμενους άτυπη σύμβαση άμισθης εντολής, προκειμένου να  διαχειρισθούν τα χρήματα του δανείου του, λόγω της πολύμηνης  απουσίας του στο εξωτερικό, και συγκεκριμένα να προβαίνουν σε αναλήψεις των χρηματικών ποσών που απαιτούνταν  για τις εργασίες της οικοδομής και να καταβάλουν τις αντίστοιχες δαπάνες, που αναλογούσαν στα κοινόχρηστα μέρη και τις αυτοτελείς ιδιοκτησίες  του. Στα πλαίσια της ως άνω σύμβασης εντολής  οι  εναγόμενοι προέβησαν στις  ακόλουθες αναλήψεις χρηματικών ποσών: ο πρώτος εναγόμενος στις 17-12-2009 119 ευρώ, 17-12-2009 316 ευρώ, 17-12-2009 480,30 ευρώ, 18-12-2009 10.000 ευρώ, 24-12-2009 7000 ευρώ, 8-1-2010 3000 ευρώ, 15-1-2010 292,02 ευρώ, 17-2-2010 221,52 ευρώ, 17-02-2010 293,78ευρώ, 17-3-2010 197,80 ευρώ, 17-3-2010 316,34 ευρώ, 19-3-2010 15.000 ευρώ, 7-4-2010 2000 ευρώ, 14-4-2010 3000 ευρώ, 16-4-2010 217,06 ευρώ, 16-4-2010 296,41 ευρώ, και  η δεύτερη εναγόμενη στις 29-1-2010 10.000 ευρώ, και συνολικά 52.972 ευρώ. Στις 14-4-2010 ο ενάγων επέστρεψε στην Ελλάδα και μετέβη στο χώρο  της οικοδομής, προκειμένου να διαπιστώσει το στάδιο στο οποίο ευρίσκοντο οι οικοδομικές εργασίες. Εκεί διαπληκτίστηκε έντονα με τον πρώτο εναγόμενο, επειδή κατά την άποψη του υπήρχαν πολλές πολεοδομικές αυθαιρεσίες και οι δικές του ιδιοκτησίες δεν είχαν προχωρήσει σε αντίθεση με τις ιδιοκτησίες του πρώτου εναγόμενου, με συνέπεια οι εργασίες στην οικοδομή και στις αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες του ενάγοντος να σταματήσουν  δύο ημέρες  αργότερα. Εν τούτοις, οι εναγόμενοι προέβησαν εκ νέου σε αναλήψεις χρηματικών ποσών από τον ως άνω κοινό λογαριασμό του ενάγοντος και συγκεκριμένα,  στις 22-4-2010 η δεύτερη εναγόμενη μετέφερε από αυτόν στον με αριθμό 1565915 προσωπικό λογαριασμό της στην τράπεζα ….. ποσό 17.000 ευρώ, στις 26-4-2010 ο πρώτος εναγόμενος ανέλαβε 2000 ευρώ σε μετρητά και 6300 ευρώ με έκδοση τραπεζικής, επιταγής, στις 29-4-2010 η δεύτερη εναγόμενη ανέλαβε το ποσό των 10.000 ευρώ και στις 14-5-2010 η ίδια μετέφερε στον προσωπικό λογαριασμό του πρώτου  εναγομένου ποσό 6.978 ευρώ. Συνολικά, δηλαδή, οι εναγόμενοι ανέλαβαν κατά το χρονικό διάστημα από 22-4-2010 έως 14-5-2010 και καθ’ό χρόνο στην οικοδομή συνεχίζονταν μόνον οι οικοδομικές εργασίες στις αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες του πρώτου εναγόμενου ,το ποσό των 42.278 ευρώ, μηδενίζοντας κατά τον τρόπο αυτό τον λογαριασμό του ενάγοντος, ο οποίος πλέον εμφάνιζε υπόλοιπο 0,07 ευρώ.  Μετά τη λήξη της διαχείρισης τους ο πρώτος ενάγων ζήτησε επανειλημμένως από τους εναγόμενους να του αποδώσουν αναλυτικό λογαριασμό  αυτής με παράδοση και των σχετικών αποδείξεων (βλ. τις από 26-11-2010, 23-12-2010, 25-7-2011,1-6-2016 εξώδικες δηλώσεις –προσκλήσεις του) πλην, όμως, αυτοί δεν το έπραξαν. Οι εναγόμενοι   με τις προτάσεις τους προβάλουν τον ισχυρισμό περί εξώδικης απόδοσης λογαριασμού στον  ενάγοντα ,ο οποίος και τον ενέκρινε. Συγκεκριμένα, αυτοί διατείνονται  ότι στις 16-9-2011  απέδωσαν στον ενάγοντα εξωδίκως λογαριασμό  για το επίδικο χρονικό διάστημα δια της τότε πληρεξούσιας δικηγόρου τους, ………, η οποία συναντήθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του  τελευταίου  στην  αίθουσα δικηγόρων στο Πρωτοδικείο Πειραιά, όπου της παρέδωσε   τις σχετικές αποδείξεις. Ο ισχυρισμός τους, όμως, αυτός, που αποτελεί ένσταση καταλυτική της αγωγής,  δεν είναι νόμιμος   και πρέπει να απορριφθεί, καθόσον η  εξώδικη απόδοση λογαριασμού, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 303 ΑΚ, προϋποθέτει   την ανακοίνωση  έγγραφου λογαριασμού, ο οποίος να περιέχει αναλυτική αντιπαράθεση εσόδων-εξόδων, την αιτία των πράξεων αυτών και το τυχόν προκύπτον κατάλοιπο με την επισύναψη των σχετικών δικαιολογητικών, ενώ  μόνη η προφορική ενημέρωση του ενάγοντος για τα κονδύλια εσόδων και εξόδων, χωρίς να παρέχεται λεπτομερής λογαριασμός με τον τρόπο και τον τύπο που αναφέρθηκε παραπάνω, δεν συνιστά εξώδικη λογοδοσία (βλ. και ΕφΠατρ215/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε κάθε δε περίπτωση ο ενάγων   αρνείται την απόδοση τέτοιου λογαριασμού και κάνει λόγο για «σκόρπιες αποδείξεις», ενώ οι εναγόμενοι, που φέρουν και το σχετικό δικονομικό βάρος απόδειξης της βασιμότητας του ισχυρισμού τους,  ουδέν αποδεικτικό στοιχείο προσκόμισαν σχετικά. Τέλος, σημειώνεται ότι αυτοί δεν παρέχουν πλήρη λογαριασμό στον ενάγοντα,  ούτε με τις προτάσεις τους ούτε προσκομίζουν  σχετικά έγγραφα. Σύμφωνα  με τα προεκτεθέντα, ο ενάγων έχει έναντι των εναγομένων, αξίωση προς παροχή λογοδοσίας κατά τη διάταξη του άρθρου 303 του ΑΚ για τις διαχειριστικές πράξεις στις οποίες έκαστος εξ αυτών προέβη, αλλά και για το ποσό για το οποίο μετά την απόδοση και εκκαθάριση του λογαριασμού οι υπόλογοι εναγόμενοι θα κριθούν οφειλέτες, άλλως σε περίπτωση αρνήσεώς τους να ανακοινώσουν στον ενάγοντα  τον άνω λογαριασμό και το προκύπτον κατάλοιπο, αυτός έχει αξίωση για   εικαζόμενο έλλειμμα, ποσού  300 ευρώ σε βάρος του πρώτου εναγόμενου (2000 ευρώ +6300 ευρώ) και ποσού 33.978 ευρώ σε βάρος της δεύτερης εναγόμενης (17.000 ευρώ + 10.000 ευρώ+ 6.978 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από της επίδοση της αγωγής. Αντίθετα, το αιτούμενο με την αγωγή ως εικαζόμενο έλλειμμα ποσό των 10.979,02 ευρώ, που καταβλήθηκε από τον πρώτο εναγόμενο στο όνομα του ενάγοντος και με χρήματα του τελευταίου  έως 28-5-2010 για οφειλόμενες μέχρι και το μήνα Απρίλιο 2010 ασφαλιστικές εισφορές για το συνεργείο της οικοδομής, το οποίο αποτελεί το ποσό που καταβλήθηκε πέραν αυτού που του αναλογούσε, δεδομένου ότι οι εν λόγω δαπάνες  βαρύνουν κατά ίσα μέρη τους ως άνω  συγκυρίους του έργου (συνολικά μέχρι το ανωτέρω χρονικό διάστημα καταβλήθηκε με χρήματα και στο όνομα του ενάγοντος για την αιτία αυτή το συνολικό ποσό των 21.958,04 ευρώ βλ. σχετικά  αποδεικτικά του ΙΚΑ, που προσκομίζονται νόμιμα από τον ενάγοντα), δεν συνιστά έλλειμμα της διαχείρισης των εναγομένων, αλλά θα συνυπολογισθεί κατά την  εκκαθάριση των εκατέρωθεν αξιώσεων των συγκυρίων του έργου-διαδίκων. Εξάλλου,  οι ως άνω αξιώσεις του  ενάγοντος δεν ασκούνται καταχρηστικά, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι εναγόμενοι,  επικαλούμενοι μακρόχρονη αδράνεια του χωρίς την επίκληση ειδικών συνθηκών και περιστάσεων προερχομένων κυρίως από την προηγηθείσα συμπεριφορά αυτού. Κατόπιν τούτου, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι αφενός σε λογοδοσία εντός ταχθείσης προθεσμίας ανακοινώνοντας τα αιτούμενα στοιχεία που βρίσκονται στην κατοχή τους, απειλουμένης σε βάρος τους, σε περίπτωση μη συμμόρφωσής τους με την ως άνω υποχρέωσή τους  χρηματικής ποινής 5000,00 ευρώ και  προσωπικής κράτησης δύο (2) μηνών (άρθρο 946 παρ.1 του ΚΠολΔ)  και αφετέρου ,σε περίπτωση που δεν καταθέσουν αυτήν εμπρόθεσμα, να καταβάλουν ως εικαζόμενο έλλειμμα στον ενάγοντα τα ως άνω ποσά  έκαστος, εντόκως από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων  αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας   πρέπει να  συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων  (άρθρο 179 εδ β ΚΠολΔ)  ενώ για το  παράβολο, ποσού 100,00 ευρώ, που ο εκκαλών προκατέβαλε κατά την κατάθεση της εφέσεως του,   πρέπει να διαταχθεί η   απόδοση του σε αυτόν  (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση  με παρόντες τους διαδίκους.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ουσιαστικά την έφεση κατά της με αριθμό 2352/2017  απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την απόδοση στον εκκαλούντα του με αριθμό  ……….  e-παραβόλου. ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 2352/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά το μέρος που απέρριψε την αγωγή λογοδοσίας.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει την αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ  την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγόμενους, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την επίδοση της  απόφασης αυτής, να καταθέσουν στη Γραμματεία του  Δικαστηρίου τούτου λογοδοσία προς τον ενάγοντα, με την ανακοίνωση λογαριασμού που να περιέχει: α) τις οικείες εισπράξεις –αναλήψεις από τον με αριθμό ……. κοινό λογαριασμό των διαδίκων στην τράπεζα με την επωνυμία «……», και δη  ο μεν πρώτος εναγόμενος για τις γενόμενες αναλήψεις   κατά το χρονικό διάστημα από 17-12-2009  έως 16-4-2010, καθώς και στις 26-4-2010, και η δεύτερη εναγόμενη για τις γενόμενες αναλήψεις  στις 29-1-2010, 22-4-2010 ,29-4-2010  και 14-5-2010, β) τις  δαπάνες και γ) το τυχόν προκύπτον καταλοίπου της αντιπαραθέσεως αυτών (εισπράξεων και δαπανών) και την εγχείρηση των οικείων δικαιολογητικών, συντασσομένης προς τούτο σχετικής εκθέσεως.

ΑΠΕΙΛΕΙ  σε βάρος των εναγομένων, για την περίπτωση   που δεν  συμμορφωθούν με την αμέσως προηγούμενη διάταξη της απόφασης, σε χρηματική ποινή πέντε χιλιάδων (5.000,00) ευρώ και σε προσωπική κράτηση, τη διάρκεια της οποίας ορίζει σε δύο (2) μήνες.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους  εναγομένους, για την περίπτωση μη εμπρόθεσμης κατάθεσης της ορισθείσας εκκαθάρισης – λογοδοσίας, να καταβάλουν στον ενάγοντα, ως εικαζόμενο έλλειμμα, ο μεν πρώτος εξ αυτών το ποσό των  8.300 ευρώ και η δεύτερη εναγόμενη το ποσό  των 33.978  ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ  τα δικαστικά έξοδα  αμφότερων των βαθμών δικαιοδοσίας,   μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  12 Σεπτεμβρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ