Αριθμός 573/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Γ.Λ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Το άρθρο 528 του Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 44 παρ. 2 του Ν. 3994/2011, ορίζει ότι «Αν ασκηθεί έφεση από διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από την διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, με την οποία ρυθμίζονται τα αποτελέσματα της εφέσεως κατά της αποφάσεως, που εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος, πλην, όμως, ερευνήθηκαν οι λόγοι, σαν αυτός να ήταν παρών, προκύπτει ότι η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια, που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται, δηλαδή, η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αλλά δικάστηκε σαν να ήταν παρών, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, να ακουσθεί και να προβάλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προβάλει πρωτοδίκως, επανορθώνοντας με την έφεση τις συνέπειες που, ενδεχομένως, επέφερε η απουσία του. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την βάση της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και πρέπει να εξαφανισθεί ως προς όλες τις διατάξεις της. Μετά την εξαφάνιση της αποφάσεως χωρεί νέα συζήτηση της υποθέσεως ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, κατά την οποία ο εκκαλών μπορεί να προτείνει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους είχε δικαίωμα να προτείνει και πρωτοδίκως, χωρίς να υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 527 του Κ.Πολ.Δ.
Αντιθέτως, αν με το εφετήριο προβάλλει ως εναγόμενος μόνον ενστάσεις καταλυτικές της αγωγής, όπως εξοφλήσεως, παραγραφής ή εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την απόρριψη των ενστάσεων αυτών, η απόφαση δεν εξαφανίζεται κατά το μέρος που κρίθηκε βάσιμη η απαίτηση, αλλά μόνον κατά το διατακτικό της (Σαμουήλ, Η έφεση, έκδ. 2003, σελ. 100 επ.). Για να επέλθει, όμως, το αποτέλεσμα της εξαφανίσεως της αποφάσεως, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο δεν ερευνά αν ο λόγος αυτός είναι βάσιμος, αλλά μόνον αν είναι νόμιμος, έτσι ώστε, στην αντίθετη περίπτωση, να απορρίπτεται η έφεση και να μην εξαφανίζεται η απόφαση (Α.Π. 394/2011 ΝοΒ 2011. 2.171, Α.Π. 251/2009 Δίκη 2009.996, Α.Π. 1.906/2008 ΝοΒ 2009.927, Α.Π. 1.140/2008 Δίκη 2009.187, Σαμουήλ, ο.π., σελ. 99, Βαθρακοκοίλης, Κ.Πολ.Δ., οι τροποποιήσεις έως το Ν. 2915/2001, έκδ. 2001, άρθρ. 528, σελ. 498, αριθμ. 1, Κεραμέας – Kονδύλης – Nίκας, Κ.Πολ.Δ., Συμπλήρωμα, έκδ. 2003, άρθρ. 528, σελ. 68). Τέλος, η αντιμετώπιση αυτή ισχύει αδιαφόρως αν η ερήμην απόφαση στον πρώτο βαθμό εκδόθηκε κατά την τακτική ή την ειδική διαδικασία (Α.Π. 884/2007 ΧρΙΔ 2008.52, Α.Π. 446/2007 ΝοΒ 2008.138).Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε κατά του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 19-11-2010 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……… αγωγή του κατά την τακτική διαδικασία. Το ως άνω Δικαστήριο εκδίκασε την αγωγή κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην του εναγομένου, αφού αυτός κατά την συζήτηση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 30-4-2014 δεν παραστάθηκε και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η υπ’ αριθμ. 3920/2014 οριστική απόφαση με την οποία αφού κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη η αγωγή όπως περιορίστηκε, ως προς τις περί αδικοπραξιών διατάξεις βάση αυτής και απορρίφθηκαν ως μη νόμιμα τα αιτήματα περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής και περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης καθώς και το παρεπόμενο αίτημα περί επιδίκασης τόκων από την επομένη της καταγγελίας της ένδικης σύμβασης, κατόπιν έγινε δεκτή αυτή (λόγω της ερημοδικίας του εναγομένου κατ΄άρθρο 271 παρ.3 ΚΠολΔ) ως κατ΄ουσίαν βάσιμη και αναγνωρίστηκε ότι ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 50.300 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση και τέλος επιβλήθηκε σε βάρος του εναγομένου μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος τα οποία ορίστηκαν στο ποσό των 1.550 ευρώ.Κατά της απόφασης αυτής ο εναγόμενος ως ηττηθείς διάδικος άσκησε την από 13-11-2014 (αριθμ.καταθ………) υπό κρίση έφεσή του νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ.1και 2 ,500,511,513 παρ.1 περ.β΄εδ.β΄, 516 παρ.1,517εδ.α, 518 παρ.1εαφ.α΄ και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ).Εφόσον λοιπόν, ασκήθηκε από διάδικο ο οποίος, κατά τα προεκτεθέντα, δικάσθηκε ερήμην, πρέπει η εκκαλουμένη απόφαση, κατά παραδοχή της τυπικώς δεκτής εφέσεως, με την οποία ο εναγόμενος ήδη εκκαλών παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, επιδιώκοντας την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την απόρριψη της εναντίον του αγωγής, να εξαφανισθεί μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι στο σύνολό της, αφού πλήττεται ως προς την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δικαιουμένου του εκκαλούντος να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως, περαιτέρω δε να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο και να δικασθεί η υπόθεση από την αρχή και να ερευνηθεί η ένδικη αγωγή ,ως προς το νόμω και κατ’ ουσίαν βάσιμό της (άρθρο 533 παρ. 1 και 535 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.).Στην προκειμένη περίπτωση με την από 19-11-2010 (αριθμ. καταθ. …….) υπό κρίση αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι στον Πειραιά στις 18-10-2006 συμφώνησε με τον εναγόμενο βάσει του με την ίδια ημεροχρονολογία ιδιωτικού συμφωνητικού να συστήσουν μια ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία « ………» με έδρα τον …. και με σκοπό την εκμετάλλευση επιχείρησης εστιατορίου, καφετέριας, μπαρ και ζαχαροπλαστείου με τον διακριτικό τίτλο « …….» επί της οδού … αριθμ….., την οποία ήδη ο εναγόμενος λειτουργούσε ως ατομική επιχείρηση. Ότι επίσης συμφώνησε με τον εναγόμενο για την εξαγορά του ποσοστού συμμετοχής του κατά 50% στην εν λόγω επιχείρηση να του καταβάλει το ποσό των 50.000 ευρώ, το οποίο και του κατέβαλε περί τα τέλη Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Ότι η εταιρία αυτή δεν λειτούργησε ποτέ και ακολούθως ο εναγόμενος με την από 12-03-2007 εξώδικη δήλωσή του κατήγγειλε τη μεταξύ τους σύμβαση και ότι παρά τις προφορικές και επανειλημμένες οχλήσεις του ο εναγόμενος αρνείται να του επιστρέψει το ως άνω ποσό το οποίο ιδιοποιήθηκε παράνομα και το ενσωμάτωσε στην περιουσία του, χωρίς κανένα νόμιμο δικαιολογητικό λόγο.Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζητεί μετά από το νομότυπο περιορισμό του αγωγικού αιτήματος (άρθρ. 223 εδ.β, 294 , 295 και 297 ΚΠολΔ) από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό α) να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος οφείλει να του καταβάλει : 1) το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ για τη θετική ζημία που υπέστη με το νόμιμο τόκο από την επομένη της καταγγελίας της σύμβασης άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση και 2) το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ ως χρηματική του ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την τελεσθείσα από τον εναγόμενο αδικοπραξία, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση (επιφυλασσόμενος να ζητήσει το επιπλέον αυτού ποσό των 44 ευρώ για την ίδια αιτία κατά την παράστασή του ως πολιτικώς ενάγοντος ενώπιον του αρμόδιου ποινικού δικαστηρίου), β) να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή, γ) να απαγγελθεί σε βάρος του εναγομένου προσωπική κράτηση διάρκειας 12 μηνών ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της εκδοθησόμενης απόφασης και δ) να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην εν γένει δικαστική του δαπάνη.
Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 914 επ., και 932 εδ.α΄του ΑΚ, 375 του ΠΚ και 176 ΚΠολΔ πλην των παρακάτω παρεπόμενων αγωγικών αιτημάτων τα οποία μετά τον περιορισμό της αγωγής με την τροπή του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό είναι μη νόμιμα και ως εκ τούτου απορριπτέα και ειδικότερα: α) το αίτημα περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής καθόσον προσωρινά εκτελεστές κηρύσσονται μόνο οι καταψηφιστικές αποφάσεις, και β) το περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης αίτημα καθόσον αυτή προϋποθέτει εκτελεστό τίτλο και τέτοιο αποτελούν μόνο οι καταψηφιστικές αποφάσεις. Επίσης μη νόμιμο και συνεπώς απορριπτέο τυγχάνει και το παρεπόμενο αίτημα περί επιδίκασης τόκων από την επομένη της καταγγελίας της σύμβασης αφου ο ενάγων δεν επικαλείται ρητή δικαστική ή εξώδικη όχληση του εναγομένου προς καταβολή του αιτουμένου ως άνω ποσού αποζημίωσης (αρθρ. 340 και 345 ΑΚ), ενώ νόμιμο είναι το επικουρικό αίτημα περί επιδίκασης τόκων υπερημερίας από την επίδοση της αγωγής (αρθρ.346 ΑΚ).
Πρέπει επομένως η υπό κρίση αγωγή καθό μέρος κρίθηκε νόμιμη να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα του ενάγοντος– εφεσίβλητου (ο εναγόμενος-εκκαλών δεν εξέτασε μάρτυρα) που εξετάστηκε ενώπιον του ακροατηρίου του Δικαστηρίου τούτου, η οποία (κατάθεση) περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, από την υπ΄αριθμ……… ένορκη βεβαίωση μάρτυρα ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών που προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων ληφθείσα νομοτύπως κατόπιν εμπρόθεσμης κλήτευσης του αντιδίκου του – εναγομένου (βλ. σχετ. την υπ΄αριθμ……… έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά ………..), από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με το από 18-10-2006 ιδιωτικό συμφωνητικό που καταρτίστηκε μεταξύ του ενάγοντος και του εναγομένου συμφωνήθηκε μεταξύ τους να συστήσουν μια ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «………..» και τον διακριτικό τίτλο «………» με έδρα τον …. επί της οδού … αριθμ. .. την οποία ήδη ο εναγόμενος λειτουργούσε ως ατομική επιχείρηση, με σκοπό την εκμετάλλευση επιχείρησης εστιατορίου, καφετέριας μπαρ και ζαχαροπλαστείου.
Επιπλέον δε, ο ενάγων συμφώνησε με τον εναγόμενο για την εξαγορά του ποσοστού συμμετοχής του κατά 50% στην ως άνω επιχείρηση να του καταβάλει το ποσό των 50.000 ευρώ. Το ποσό αυτό ο ενάγων πράγματι κατέβαλε στον εναγόμενο περί τα τέλη Οκτωβρίου του ίδιου έτους πλην όμως παρά την υπογραφή του από 18-10-2006 Καταστατικού η ως άνω εταιρία ουδέποτε λειτούργησε.
Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι παρά τις προφορικές και επανειλημμένες οχλήσεις του ενάγοντος, ο εναγόμενος αρνήθηκε να του επιστρέψει το ως άνω χρηματικό ποσό, αλλά αντίθετα του κοινοποίησε στις 15-3-2007 την από 12-3-2007 εξώδικη δήλωσή του με την οποία καθιστούσε σαφές ότι δεν πρόκειται να του επιστρέψει το εν λόγω ποσό των 50.000 ευρώ αφού θεωρούσε ότι ο ενάγων του οφείλει το ποσό των 10.450,57 ευρώ από έξοδα που είχαν προκύψει δήθεν κατά τη διάρκεια της συνεργασίας τους εξωτερικεύοντας έτσι με τον τρόπο αυτό την πρόθεσή του να ιδιοποιηθεί παράνομα το ποσό αυτό και να το ενσωματώσει στην περιουσία του χωρίς κανένα νόμιμο δικαιολογητικό λόγο, όπως και έγινε.
Σημειώνεται δε ότι για την προαναφερόμενη πράξη ο εναγόμενος, κατόπιν υποβολής σχετικής έγκλησης από τον ενάγοντα, με την υπ΄αριθμ. 1819, 1886/ 2014 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημ/των Πειραιά, κρίθηκε ένοχος για το αδίκημα της υπεξαίρεσης αντικειμένου μεγάλης αξίας και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης ενός (1) έτους.
Από όλα τα ανωτέρω αποδείχθηκε ότι από την παράνομη και υπαίτια ως άνω συμπεριφορά του εναγομένου ο ενάγων υπέστη θετική ζημία ύψους 50.000 ευρώ.
Κατά το άρθρ. 932 ΑΚ, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι` αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των μερών.Στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη, με αξιολόγηση και στάθμιση όλων των διαμορφωτικών συνθηκών κατά τον κρίσιμο χρόνο του προσδιορισμού της, μεταξύ των άλλων, τις ως άνω συνθήκες της επίμαχης αδικοπραξίας, το είδος της προσβολής, του ψυχικού άλγους που δοκίμασε ο ενάγων, το βαθμό του πταίσματος του εναγομένου , τις ιδιότητες και την οικονομική κατάσταση των διαδίκων μερών (ολΑΠ 13/02, ΑΠ 8/09, ΑΠ 298/09, ΑΠ 44/09 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), κρίνει ότι πρέπει να αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος οφείλει στον ενάγοντα για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.Το ποσό αυτό κρίνεται ως δίκαιο και εύλογο (βλ. και ΑΠ 716/08, ΑΠ 433/08, ΑΠ 1779/08, ΑΠ 635/07 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), δηλαδή, ανάλογο με τις συγκεκριμένες περιστάσεις της προκείμενης περίπτωσης, αλλά και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (αρθ. 25§1 του Συντάγματος και 2, 9§2 και 10§2 της ΕΣΔΑ), όπως η αρχή αυτή, εξειδικεύεται με την ανωτέρω διάταξη του αρθ. 932 ΑΚ για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης (βλ. και ολΑΠ 6/09, ΑΠ 79/10, ΑΠ 123/10 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).Κατόπιν των ανωτέρω η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη και να αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των (50.000 + 300) πενήντα χιλιάδων τριακοσίων (50.300) ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση. Επίσης πρέπει να καταδικασθεί ο εναγόμενος σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρ. 178 παρ.1, 183, 191 ΚΠολΔ) όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό και τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον εκκαλούντα του παραβόλου άσκησης έφεσης, που αυτός κατέθεσε, κατ` άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει.ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣΔικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.Δέχεται τυπικά και κατ΄ουσίαν την έφεση.Εξαφανίζει την εκκαλούμενη υπ΄αριθμ. 3920/2014 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της από 19-11-2010 (αριθμ. καταθ. ……….) αγωγής.Δέχεται εν μέρει αυτήν (αγωγή).Αναγνωρίζει ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των πενήντα χιλιάδων τριακοσίων (50.300) ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση.Καταδικάζει τον εναγόμενο σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ. ΚΑΙ Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα των υπ΄ αριθμ. ……….. παραβόλων άσκησης έφεσης που κατέθεσε αυτός, ποσού διακοσίων (200) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 14 Σεπτεμβρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ