Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 451/2024

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης    451/2024

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2o

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών,  Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη και Βασίλειο Τζελέπη, Εφέτη-Εισηγητή   και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την …………  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία <<……………….>>και δ.τ. <<…..>>, που εδρεύει στο … Αττικής, με ΑΦΜ …., όπως νομίμως εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Αθανάσιο Ψάλτη (ανακαλουμένης της κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ δήλωσης στο ακροατήριο).

ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ:    Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΝΠΔΔ) με την επωνυμία «Δήμος Σαλαμίνας, ο οποίος εδρεύει στη Σαλαμίνα Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιο του δικηγόρο Ματθαίο Χαλκιαδάκη.

Η ενάγουσα άσκησε αρχικώς ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 27.5.2015 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …/ 16.6.2015 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 971/2017 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  κήρυξε εαυτό καθ΄ ύλην αναρμόδιο και παράπεμψε την εκδίκαση της υπόθεσης  στο καθ΄ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο τότε δικαστήριο, που είναι το Πενταμελές Εφετείο Πειραιώς. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς η ενάγουσα και ήδη αιτούσα-καλούσα-εκκαλούσα με την από 15.6.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου …../2017, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……/2-17) έφεσή της, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 359/2019 του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε τυπικά και απέρριψε κατ΄ ουσίαν την έφεση. Με την, κατατεθείσα ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς, από 10.6.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2020) αίτηση-κλήση της αιτούσας-καλούσας-εκκαλούσας η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη  προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 83/17.2.2022 απόφαση  με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Ακολούθως η ενάγουσα μετά την τελεσίδικη απόρριψη της πρώτης αγωγής της λόγω αοριστίας επανήγειρε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από 12.9.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……..) νέα αγωγή της που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, προσδιορίστηκε αρχικώς για τη δικάσιμο της 19.10.2023 και μετ’ αναβολή για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο από τον Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 1 παρ.1 εδ. α του ν. 3669/2008 (ΦΕΚ A 116/18.6.2008- που κωδικοποίησε το ν. 1418/1984 και εφαρμόζεται εν προκειμένω ενόψει του χρόνου σύναψης της ένδικης σύμβασης, όπως κατωτέρω θα αναφερθεί, καθόσον ο ν. 3669/2008 καταργήθηκε με το ν. 4412/8-8-2016) «Οι διατάξεις του παρόντος Κώδικα εφαρμόζονται σε όλα τα έργα που προγραμματίζονται και εκτελούνται από τους φορείς, που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του ν.2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`).» μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται (περ. γ) οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α` και Β’ βαθμού και οι πάσης φύσης επιχειρήσεις τους, κατά την παράγραφο 2 του αυτού άρθρου (1 του ν. 3669/2008) «2. Τα δημόσια έργα είναι έργα υποδομής της χώρας που καλύπτουν βασικές ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, συμβάλλουν στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων, στην αύξηση του εθνικού προϊόντος, στην ασφάλεια της χώρας και γενικά αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του λαού. Τα δημόσια έργα εντάσσονται στο γενικό πλαίσιο της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης της χώρας και υλοποιούν επιλογές του δημοκρατικού προγραμματισμού.» και κατά την παρ.3 «3. Από τεχνική άποψη δημόσια έργα είναι όλα τα έργα που εκτελούν οι φορείς της παρ.1 και συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με το έδαφος, το υπέδαφος ή τον υποθαλάσσιο χώρο, όπως και τα πλωτά τμήματα των τεχνικών έργων. Ως έργο νοείται κάθε νέα κατασκευή ή επέκταση ή ανακαίνιση ή επισκευή ή συντήρηση και η οικονομικά ή τεχνικά αυτοτελής λειτουργία, καθώς και κάθε σχετική ερευνητική εργασία, που απαιτεί τεχνική γνώση και επέμβαση.» Με τις δικονομικού χαρακτήρα διατάξεις του άρθρου 77 του ν. 3669/2008 (αλλά και του άρθρου 13 του ίδιου ν. 1418/1984) και του άρθρου 175 του ν. 4412/2016 πριν την τροποποίηση της τελευταίας διάταξης με τα άρθρα 21,23,26 και 28 του ν. 4491/2017 (ΦΕΚ A 152/13-10-2017), αρμόδιο Δικαστήριο για την εκδίκαση κάθε διαφοράς μεταξύ των συμβαλλομένων, που προκύπτει από την κατασκευή δημοσίου έργου και επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής, είναι το διοικητικό ή πολιτικό Εφετείο της περιφέρειας, στην οποία εκτελείται το έργο (παρ.1 και 2). Η εξαιρετική αρμοδιότητα του Εφετείου και αντίστοιχα η προβλεπόμενη ειδική διαδικασία καλύπτει και τις αξιώσεις από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, που γεννιούνται από την εκτέλεση δημόσιου έργου, όταν η σχετική σύμβαση είναι άκυρη, όπως συμβαίνει όταν η σύμβαση κατά παράβαση του αρθρ. 41 του ν.δ/τος 496/1974 “περί Κωδικός Λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ.” καταρτίστηκε προφορικά, αφού και στην περίπτωση αυτή η αγωγή έχει ως ιστορική βάση για τον προσδιορισμό της αξίωσης από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό την εκτέλεση του δημόσιου έργου και συντρέχει συνεπώς ο ίδιος δικαιολογητικός λόγος (ΑΠ1054/2019, δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1056/2014). Ειδικότερα, το νομοθετικό καθεστώς, κατά το οποίο οι διαφορές από εκτέλεση δημοσίου έργου υπάγονταν, είτε στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, όταν επρόκειτο για διοικητική σύμβαση, είτε στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, όταν επρόκειτο για ιδιωτικού δικαίου σύμβαση, έστω και αν η αξίωση θεμελιωνόταν στις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού διατάξεις και ιδρυόταν εξαιρετική καθ’ ύλην αρμοδιότητα του πολιτικού, υπό πενταμελή σύνθεση, εφετείου, μεταβλήθηκε με τη θέσπιση των άρθρων 20 έως 28 του Ν. 4491/13-10-2017. Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 175 του Ν. 4412/2016 «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)», (ΦΕΚ Α` 147/8-8-2016), αντικαταστάθηκε με το άρθρο 21 του Ν. 4491/2017, με τη νέα δε διάταξη καθιερώνεται αποκλειστική καθ’ ύλην αρμοδιότητα μόνο του Διοικητικού Εφετείου της περιφέρειας στην οποία εκτελείται το έργο, για κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών που προκύπτει από τη σύμβαση κατασκευής δημόσιου έργου, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της σύμβασης ως διοικητικής ή ως ιδιωτικού δικαίου, η οποία (διαφορά) επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής στο ως άνω διοικητικό εφετείο, αποκλεισθείσας έτσι της αρμοδιότητας του πολιτικού Εφετείου. Ενώ πριν τη θέσπιση του Ν. 4491/2017, ο Ν. 4412/2016 και επομένως και η διάταξη του άρθρου 175 αυτού εφαρμοζόταν, κατά το άρθρο 376, μόνο για τις συμβάσεις των οποίων η διαδικασία σύναψης λαμβάνει χώρα μετά την έναρξη της ισχύος του, δηλαδή μετά τις 8-8-2016, εντούτοις προσδόθηκε αναδρομική ισχύ στη διάταξη αυτή, του άρθρου 175, στη διάταξη, δηλαδή, που προέβλεπε τη διαδικασία της δικαστικής επίλυσης των ως άνω διαφορών, αφού με το άρθρο 23 του νεότερου Ν. 4491/2017 προστέθηκε παράγραφος 14 στο ως άνω άρθρο 376, σύμφωνα με την οποία «14. Το άρθρο 175 του Ν. 4412/2016 εφαρμόζεται και στις διαφορές που ανακύπτουν από συμβάσεις έργων και μελετών που έχουν συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος του Ν. 4412/2016». Επιπρόσθετα, με το άρθρο 26 του ίδιου Ν. 4491/2017, καταργήθηκε το άρθρο 64 παρ. 4 του ΕισΝΚΠολΔ, που προέβλεπε την συγκρότηση του πολιτικού Πενταμελούς Εφετείου για τις διαφορές από δημόσια έργα, στην περίπτωση που αυτές αναφύονται από ιδιωτικού δικαίου συμβάσεις, σε οποιαδήποτε νομική βάση και αν θεμελιώνονται, ενώ με το άρθρο 28 του ίδιου Ν. 4491/2017 έγινε ειδική ρύθμιση για τις εκκρεμείς κατά την 1-11-2017 προσφυγές ή αγωγές και, ειδικότερα, προστέθηκε στο άρθρο 379 του ίδιου Ν. 4412/2016 παράγραφος 14, με το ακόλουθο περιεχόμενο «14, Προσφυγές ή αγωγές, που έχουν κατατεθεί μέχρι την 1-11-2017, δικάζονται από το Δικαστήριο στο οποίο έχουν κατατεθεί. Εξαιρετικά, όσες από αυτές εκκρεμούν στο πολιτικό Πενταμελές Εφετείο, αλλά δεν είναι εγγεγραμμένες στο πινάκιο, γιατί έχει ματαιωθεί η συζήτησή τους, όταν επαναφερθούν για συζήτηση, θα εισαχθούν στο πολιτικό Τριμελές Εφετείο» (ΕφΔυτΜακ 38/2019, ΜΕφΠατρ 533/2019, ΜονΕφΔυτΜακ 73/2018, Τ.Ν.Π. Νόμος). Ακολούθως, ο ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ Α` 114) ορίζει στην παρ. 2 του άρθρου 209 ότι: «Η παροχή των κάθε είδους υπηρεσιών προς τους φορείς της προηγούμενης παραγράφου, πλην αυτών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α`), ρυθμίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών» και στο άρθρο 273 παρ. 1 ότι: «Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 2 του άρθρου 209 οι κάθε είδους υπηρεσίες, εκτός από τις υπηρεσίες που παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α`), διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 28/1980 (ΦΕΚ 11 Α`), με την επιφύλαξη των ειδικών ρυθμίσεων του π.δ. 346/1998 (ΦΕΚ 230 Α`), ως ισχύει». Εξάλλου, ο ν. 2362/1995 «Περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 247 Α`) ορίζει στο άρθρο 83 ότι: «1. Επιτρέπεται η με απευθείας ανάθεση σύναψη σύμβασης προμήθειας προϊόντων, παροχής υπηρεσιών ή εκτέλεσης έργων για ετήσια δαπάνη μέχρι ποσού ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων χιλιάδων (1.500.000) δραχμών. Από το ποσό αυτό και μέχρι τέσσερα εκατομμύρια (4.000.000) δρχ. απαιτείται διαγωνισμός με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρος) που θα διενεργείται από τριμελή επιτροπή. Ανω του ποσού των τεσσάρων εκατομμυρίων (4.000.000) δρχ. απαιτείται σύναψη σύμβασης για προμήθεια προϊόντων, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων κατόπιν διενέργειας τακτικού διαγωνισμού (ανοικτού ή κλειστού), βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών τα ανωτέρω ποσά δύναται να αναπροσαρμόζονται». Κατ` εξουσιοδότηση της διάταξης αυτής εκδόθηκε η 2/45564/0026/31.7.2001 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 1066 Β`) με την οποία ορίσθηκε ότι: «1. Αυξάνουμε και ορίζουμε σε ευρώ τα ποσά για τη σύναψη συμβάσεων ετήσιας δαπάνης που αφορούν προμήθεια προϊόντων, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων, ως ακολούθως: α) Με απ` ευθείας ανάθεση μέχρι του ποσού των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000,00) ευρώ, β) Με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρο διαγωνισμό) από του ποσού της προηγούμενης περίπτωσης μέχρι του ποσού των σαράντα πέντε χιλιάδων (45.000,00) ευρώ, γ) Με διενέργεια τακτικού διαγωνισμού άνω του ποσού των σαράντα πέντε χιλιάδων (45.000,00) ευρώ. 2. Οι περιορισμοί των ως άνω ποσών αναφέρονται σε σχέση με το ύψος της εγγεγραμμένης ετησίας πίστωσης κατά Ειδικό Φορέα και Κ.Α.Ε. στον προϋπολογισμό κάθε φορέα και στα ποσά αυτά συμπεριλαμβάνεται ο Φ.Π.Α. (…)». Τέλος, στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του π.δ/τος 28/1980 ορίζεται ότι: «Η εκτέλεσις δημοτικών και κοινοτικών έργων και προμηθειών (…) ενεργείται επί τη βάσει (…) της συμβάσεως, συναπτομένης κατόπιν τακτικής δημοπρασίας, πλην των περιπτώσεων, όπου, κατά νόμον, δεν απαιτείται αύτη». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι για την ανάθεση εκτέλεσης εργασιών από Ο.Τ.Α., εφόσον ο προϋπολογισμός της σχετικής υπηρεσίας δεν εμπίπτει στα όρια εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (Οδηγία 2004/18/ΕΚ, που ισχύει από 1.2.2006 και ήδη π.δ. 60/2007), εφαρμόζονται, για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί μετά την 1.1.2007, ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (άρθρο τέταρτο του ν. 3463/2006, ΦΕΚ Α` 114) και μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος, που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 209 του ως άνω νομοθετήματος, οι διατάξεις του π.δ/τος 28/1980, από τις οποίες προκύπτει ότι για την ανάθεση υπηρεσιών απαιτείται η διενέργεια δημόσιου ανοικτού μειοδοτικού διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α. με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι αυτούς προσφοράς. Κατ` εξαίρεση, είναι δυνατή η απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών, όταν η συνολική δαπάνη αυτών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.. Προκειμένου δε να διαπιστωθεί το ποσό στο οποίο ανέρχεται η δαπάνη εκτέλεσης συγκεκριμένων υπηρεσιών και, κατ` επέκταση, η δυνατότητα απευθείας ανάθεσής τους, λαμβάνεται υπόψη η συνολική δαπάνη που απαιτείται για να καλυφθούν οι ανάγκες του δήμου σε εργασίες στο σύνολό τους, οι οποίες κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις συναλλακτικές αντιλήψεις, θεωρούνται όμοιες ή ομοειδείς ή που ως εκ της φύσης τους, του αντικειμένου τους ή της λειτουργικότητας τους εντάσσονται σε όμοιες ή παρεμφερείς κατηγορίες υπηρεσιών. Συνεπώς, δεν είναι νόμιμος ο επιμερισμός της κατά τα ανωτέρω συνολικής ποσότητας όμοιων ή ομοειδών υπηρεσιών σε περισσότερες μικρότερες ποσότητες ή μερικότερες όμοιες ή ομοειδείς κατηγορίες και η εν συνεχεία απευθείας ανάθεση αυτών με βάση το ύψος της δαπάνης που προκύπτει από την κατάτμηση της συνολικής ποσότητας, γιατί με τον τρόπο αυτό επιχειρείται, κατά περιγραφή των οικείων διατάξεων, η αποφυγή της τήρησης της οριζόμενης από αυτές διαδικασίας του διαγωνισμού (βλ. ΕΣ 8/2011, 33/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η καθ` οιονδήποτε τρόπο παραβίαση των ανωτέρω διατάξεων, επάγεται την απόλυτη ακυρότητα της συμβάσεως και από την τοιαύτη ακυρότητα και από την σχετική παρανομία των οργάνων του ελληνικού δημοσίου δεν γεννάται υποχρέωση αυτού προς αποζημίωση του αντισυμβαλλομένου, καθ`ην περίπτωσιν τα αρμόδια όργανα εκπροθέσεως παραβίασαν τις σχετικές διατάξεις και ο αντισυμβαλλόμενος γνώριζε την παρανομία η συνετέλεσε εις την παραβίαση των διατάξεων. Στην περίπτωση αυτή, τα συμβαλλόμενα μέρη δεν μπορούν να προβάλλουν αξιώσεις στηριζόμενες στη σύμβαση αλλά μόνον στηριζόμενες στις αρχές του αδικαιολογήτου πλουτισμού των άρθρων 904 επ. ΑΚ (σχετ. ΑΠ 54.1/1978 ΝΟΒ 27.389). Τέλος, κατά το άρθρο 904 παρ. 1 ΑΚ “όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια. Η υποχρέωση αυτή γεννιέται ιδίως σε περίπτωση παροχής αχρεώστητης ή παροχής για αιτία που δεν επακολούθησε ή έληξε ή αιτία παράνομη ή ανήθικη”. Κατά δε το άρθρο 908 εδ. α του ίδιου Κώδικα “ο λήπτης οφείλει να αποδώσει το πράγμα που έλαβε ή το αντάλλαγμα που τυχόν έλαβε από αυτό”. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει, ότι, σε περίπτωση που εκτελείται και παραδίδεται έργο ή παρέχονται υπηρεσίες ή εργασίες με άκυρη σύμβαση, “ο αντισυμβαλλόμενος” του παρέχοντος, που δέχεται το έργο ή τις υπηρεσίες στο πλαίσιο της άκυρης σύμβασης, η οποία συνιστά απλά τη βασική προϋπόθεση της έλλειψης νόμιμης αιτίας, υποχρεούται να αποδώσει την ωφέλεια την οποία απέκτησε χωρίς νόμιμη αιτία και που συνίσταται, σε περίπτωση αδυναμίας αυτούσιας απόδοσης της παροχής που έλαβε χώρα χωρίς νόμιμη αιτία, στη χρηματική αποτίμηση του παρασχεθέντος έργου ή της παρασχεθείσας εργασίας ή υπηρεσίας και στη δαπάνη που εξοικονόμησε, στην οποία θα υποβαλλόταν, αν την εκτέλεση του ίδιου έργου ή της εργασίας ανέθετε, με έγκυρη σύμβαση, σε άλλο πρόσωπο, το οποίο θα διέθετε τα ίδια επαγγελματικά προσόντα και ικανότητες (ΑΠ 1225/2008). Ο παραπάνω γενικός κανόνας του άρθρου 904ΑΚ, που απορρέει από τις κοινωνικές αντιλήψεις περί ισότητας και επιείκειας, έχει εφαρμογή και για το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., αφού γι` αυτά δεν καθιερώνεται εξαίρεση με τη διάταξη αυτή ή με άλλη (Ολ. ΑΠ 218/1977, ΑΠ 1054/2019 ο.π., ΑΠ 1462/2012).

Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινόμενη αγωγή η ενάγουσα κατασκευαστική εταιρία  εκθέτει  ότι δυνάμει των από 1-8-2011 και 23-8-2011  προφορικών  συμβάσεων που συνήψε με τον εναγόμενο  Δήμο ο τελευταίος ανέθεσε σ΄αυτόν προφορικά, χωρίς διαγωνισμό, λόγω κατεπείγοντος, κατόπιν οικονομικής προσφοράς αυτού: α) την ασφαλτόστρωση χώρου στάθμευσης του δημοτικού σταδίου «…..» Δήμου Σαλαμίνας και συγκεκριμένα την ασφαλτόστρωση γύρω από το γήπεδο του Αίαντα στη βόρεια και στη δυτική πλευρά αυτού καθώς στα μέρη αυτά είχε φθαρεί η επίστρωση από τα  συμπιεσμένα χωματουργικά υλικά και  η κλίση του εδάφους διοχέτευε το νερό προς το στάδιο. Την δαπάνη για το έργο αυτό ο εναγόμενος Δήμος είχε προϋπολογίσει σε  168.534,34 ευρώ.  Αφαιρουμένης δε,  της οικονομικής προσφοράς της ενάγουσας (14%) μειώθηκε σε 144.939,52 ευρώ και β) την διάστρωση του χώρου στάθμευσης στη Μονή Φανερωμένης αντί αμοιβής  6.150 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ. Πέραν δε των αμοιβών αυτών ο εναγόμενος Δήμος συμφώνησε να καταβάλει σ΄αυτόν επιπρόσθετα α) την αμοιβή του μηχανικού για την επίβλεψη του έργου, β) αμοιβή για την χωροστάθμιση και γ) ποσοστό 11,30% επί του καθαρού  ποσού των εργολαβικών αμοιβών και των άνω πρόσθετων δαπανών ως λειτουργικά έξοδα (φόροι, αμοιβές προσωπικού, τοπογραφικά, κόστος χρήσης μηχανημάτων)   και δ) ποσοστό 20% επί του ανωτέρω συνολικού ποσού ως επιχειρηματικό κέρδος. Τα ανωτέρω έργα ανέθεσε η ενάγουσα υπεργολαβικά  στην εταιρία «……………» η οποία και τα εκτέλεσε αντί αμοιβής 109.697,28 ευρώ για το πρώτο έργο   και 6150 ευρώ για το δεύτερο. Ως εκ τούτου   τον Αύγουστο 2011 η ενάγουσα παρέδωσε στον εναγόμενο Δήμο το δεύτερο  έργο ενώ  τον  Σεπτέμβριο 2011 το πρώτο   έργο. Ωστόσο, ο εναγόμενος Δήμος αρνήθηκε την καταβολή των ανωτέρω ποσών στην ενάγουσα καθώς, επίσης και την καταβολή  του ποσού των 2.797,91 ευρώ για την επίβλεψη του έργου από μηχανικό της ενάγουσας ο οποίος και για τα δύο έργα  απασχολήθηκε  20 ημέρες, την καταβολή του ποσού των 1500 ευρώ για αμοιβή του αυτού μηχανικού για την χωροστάθμιση με όργανα δικά του και για τα δυο έργα,  την καταβολή του ποσού των 11128,54 ευρώ και για τα δύο έργα  ως λειτουργικά έξοδα (ποσοστό 11,30% επί του συνολικού ποσού των καθαρών εργολαβικών αμοιβών και δαπανών, και την καταβολή του ποσού των 21.922,24 ευρώ ως επιχειρηματικό κέρδος (ποσοστό 20% επί του συνολικού ποσού των εργολαβικών αμοιβών και των ανωτέρω  δαπανών ανερχόμενα συνολικά σε 153.195,40 ευρώ. Ζητεί  δε, όπως παραδεκτά περιορίστηκε το καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής σε αναγνωριστικό, ν΄ αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος Δήμος υποχρεούται να καταβάλει σ΄αυτόν, βάσει των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού λόγω του ότι οι  συναφθείσες συμβάσεις ήταν άκυρες λόγω μη τήρησης των διατυπώσεων του νόμου,  το ποσό των 153.195,40 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως καθώς επίσης και να καταδικαστεί  ο εναγόμενος Δήμος  στα δικαστικά του έξοδα.

Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή αυτή, η οποία αρμόδια και παραδεκτά φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου που έχει υλική και τοπική αρμοδιότητα [υπ΄ αριθμόν 359/2019 απόφαση Μονομελούς Εφετείου Πειραιά – άρθρα 1παρ 1 έως 3 του ν 3669/2008, άρθρο 377 παρ 31 του ν 4412/2016, άρθρο 77 παρ 1και 2 του 3669/2008  και άρθρο 64 παρ 4 ΕισΝΚΠολΔ και άρθρο 26 του ν 4491/20], απορριπτομένου ως αβάσιμου κατ’ ουσίαν του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγομένης περί έλλειψης δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου δεδομένου ότι σύμφωνα με τα όσα εκτέθηκαν στην μείζονα σκέψη της παρούσας το παρόν Δικαστήριο εξακολουθεί να διατηρεί τη δικαιοδοσία του δεδομένου ότι τα αποτελέσματα της άσκησης της αγωγής ανατρέχουν στο χρόνο άσκησης της πρώτης από 7.5.2015 αγωγής (ΑΚ 263), όπου τα πολιτικά δικαστήρια διατηρούσαν τη δικαιοδοσία τους να κρίνουν επ’ αυτής. Περαιτέρω η αγωγή είναι πλήρως ορισμένη, συμμορφούμενη η ενάγουσα προς τις υποδείξεις της 83/2022 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου καθώς έχει διαλάβει στο υπό κρίση δικόγραφο της είτε με ρητή αναφορά είτε με παραπομπή σε πίνακες που ενσωματώνει στην αγωγή σε θέματα σχετικά με τη θέση, την έκταση, τις εργασίες, τις τιμές μονάδας, το χρόνο διεξαγωγής εκάστου έργου και τον προσδιορισμό των ειδικότερων αμοιβών που διεκδικεί η ενάγουσα για τα λειτουργικά έξοδα κάθε έργου, όπως αυτά περιγράφονται στην αγωγή, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του εναγομένου περί αοριστίας της αγωγής ως αβάσιμης κατ’ ουσίαν καθώς η ενάγουσα εκθέτει με σαφήνεια και πληρότητα όλα τα πραγματικά περιστατικά που απαιτούνται για τη νομική της θεμελίωση, αφού επικαλείται την σύμβαση έργου, την ακυρότητα της, το περιεχόμενο αυτής κατά τα ουσιώδη στοιχεία της, δηλαδή το έργο που συμφωνήθηκε με αυτή να εκτελεστεί, την εκτέλεση και την παράδοση του έργου, καθώς και την αμοιβή που συμφωνήθηκε (ΑΠ 786/2019, ΑΠ 316/2014 στη ΝΟΜΟΣ). Είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 345, 346, 361, 681 επ., 904 επ. ΑΚ, και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως η αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, κατά την τακτική διαδικασία.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξη και ανταπόδειξης της αγωγής που εξετάστηκαν στο ακροατήριο και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται νόμιμα οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ.3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς, πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 386/2015 Νόμος, ΑΠ 1804/2012, ΧρΙΔ 2013/372), από τις φωτογραφίες των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 παρ.1 στοιχ.γ, 448 παρ.2 και 457 παρ.4ΚΠολΔ, καθώς και από τις ομολογίες τους, όπως αυτές συνάγονται από τους περιεχόμενους στις προτάσεις τους ισχυρισμούς, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η ενάγουσα τυγχάνει ανώνυμη εταιρεία με αντικείμενο την εκτέλεση δημοσίων και ιδιωτικών έργων με έδρα τη Σαλαμίνα Αττικής. Στο πλαίσιο της επιχειρηματικής της αυτής δραστηριότητας, κατόπιν προφορικής συμφωνίας που έλαβε χώρα στη Σαλαμίνα την 1.8.2011 και 23.8.2011 με τον τότε Δήμαρχο, που εκπροσωπούσε το εναγόμενο νομικό πρόσωπο, της ανατέθηκε, λόγω του κατεπείγοντος της ανάγκης κατασκευής των συγκεκριμένων δύο έργων, ήτοι: α) της ασφαλτόστρωσης του χώρου στάθμευσης του δημοτικού σταδίου <<…….>> δήμου Σαλαμίνας και β) τη διάστρωση του χώρου στάθμευσης στη Μονή Φανερωμένης. Ο προϋπολογισμός του κόστους των εργασιών για τα ένδικα δύο έργα ορίστηκε στο ποσό των 168.534, 34 και 6.150 ευρώ αντιστοίχως συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ. Η καταβολή της αμοιβής της καθορίστηκε με κοινή συμφωνία των μερών ως εξής: α) για το πρώτο έργο μετά την έκπτωση σε ποσοστό 14% που προσέφερε η ενάγουσα στο ποσό των 144.939,52 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, το οποίο συμφωνήθηκε να καταβληθεί εφάπαξ με τη παράδοση του έργου με την επισήμανση ότι το εν λόγω χρηματικό ποσό θα προσαρμοζόταν στο ύψος των πραγματικών δαπανών του έργου οι οποίες θα προέκυπταν από την έκδοση των σχετικών τιμολογίων και λοιπών προσαυξήσεων για τις οποίες θα γίνει λόγος κατωτέρω και β) για το δεύτερο έργο κατ’ αποκοπή εργολαβική αμοιβή ποσού 6.150 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, η οποία θα καταβαλλόταν εφάπαξ με την παράδοση του έργου. Ειδικότερα, η εκτέλεση του πρώτου από τα ανωτέρω δύο έργα προέβλεπε τη διενέργεια εργασιών σε δύο τμήματα πέριξ του δημοτικού γηπέδου ποδοσφαίρου Σαλαμίνας <<……>>, το μεν πρώτο εμβαδού 2.997,93 τμ και το δεύτερο εμβαδού 3.987,38 τμ βορείως του δημοτικού γηπέδου, ήτοι συνολικού εμβαδού 6.985,31 τμ. Ακολούθως η ενάγουσα ανέθεσε υπεργολοβικά την εκτέλεση του συνόλου του συμφωνηθέντος ανωτέρω έργου, ως είχε το σχετικό δικαίωμα,  στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία <<……….>> δυνάμει του από 23.8.2011 ιδιωτικού συμφωνητικού που κατατέθηκε και θεωρήθηκε νόμιμα από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. έναντι ενδεικτικής αμοιβής 120.000 ευρώ. Το έργο περιλάμβανε υλικά και εργασίες για το φρεζάρισμα υπάρχοντος ασφαλτικού υποστρώματος η υποστρώματος 3Α, κατασκευή οδοστρώματος βάσης και κυκλοφορίας μετά των απαιτουμένων συμπληρωματικών εργασιών  (ασφαλτοκοπή, καθαιρέσεις, φόρτωση και μεταφορά προίόντων εκσκαφής κλπ), προμήθειας και προκόμισης στο έργο αφάλτου και αδρανών υλικών, παρασκευής ασφαλτομίγματος και διάστρωση – συμπύκνωση αυτού και διάθεση μηχανημάτων σε αθλητικούς χώρους. Το έργο αυτό περαιώθηκε από τη υπεργολήπτρια εταιρεία τέλη Αυγούστου 2011, οπότε για τη πληρωμή της εξέδωσε στην επωνυμία της ενάγουσας τα υπ’ αριθ. …/31.8.2011 και …../.12.10.2011 τιμολόγια ποσού 79.950 και 29.247,28 ευρώ αντιστοίχως και συνολικά το ποσό των 109.697,28 ευρώ, το οποίο και κατέβαλε η ενάγουσα στην υπεργολάβο προς πλήρη και ολοσχερή εξόφλησή της. Μετά ταύτα η ενάγουσα παρέδωσε στον εναγόμενο ΟΤΑ το συμφωνηθέν πρώτο έργο, ο οποίο το παρέλαβε ανεπιφύλακτα, πλην όμως μέχρι και σήμερα δεν έχει καταβάλει τη συμφωνηθείσα εργολαβική αμοιβή. Πλέον συγκεκριμένα με βάση τη συναλλακτική πρακτική όταν η εκτέλεση του έργου πραγματοποιείται υπεργολαβικά το ύψος της εργολαβικής αμοιβής διαμορφώνεται από το ύψος της τυπεργολαβικής αμοιβής πλέον του εύλογου επιχειρηματικού κέρδους του εργολάβου. Στη προκειμένη περίπτωση από τις ίδιες ως άνω αποδείξεις προέκυψε ότι το συνολικό κόστος της υπεργολαβίας ανήλθε στο ποσό των 109.697,28 ευρώ, οπότε και εκδόθηκαν σχετικώς τα προαναφερθέντα φορολογικά στοιχεία το δε επιχειρηματικό κέρδος της ενάγουσας, όπως προκύπτει από την …./2016 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς του τότε δημοτικού συμβούλου …….., ο οποίο είχε γνώση των επίδικων συμβάσεων, ανήλθε στο ποσοστό 20% των εργολαβικών αμοιβών και των δύο ένδικων εργολαβιών. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι η ενάγουσα προσδιορίζει το σύνολο της εργολαβικής της αμοιβής υπολογίζοντας επιπλέον και για τις δύο εργολαβίες τα μερικότερα ποσά των: α) 2.797,91 ευρώ που διατείνεται ότι δαπάνησε για την αμοιβή του επιβλέποντος τα έργα πολιτικού μηχανικού, β) 1.500 ευρώ για τη συνολική αμοιβή του πολιτικού μηχανικού που επιλήφθηκε της χωροστάθμησης των δύο έργων και γ) 1.128,54 ευρώ το οποίο αντιστοιχεί στην απασχόληση του μισθωτού προσωπικού της ενάγουσας για την εκπόνηση των δύο έργων. Ωστόσο τα κονδύλια αυτά κρίνεται ότι πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν δεδομένου ότι έχουν συνυπολογιστεί στο κόστος της εργολαβίας και του επιχειρηματικού κέρδους της ενάγουσας, οπότε η διεκδίκηση αυτών με περαιτέρω αυτόνομα χρηματικά κονδύλια θα επέφερε τη διπλή αδικαιολόγητη επιβάρυνση του εργολήπτη δήμου Σαλαμίνας. Στη συνέχεια όσον αφορά το ένδικο δεύτερο έργο της διαμόρφωσης και λειτουργίας θέσεων στάθμευσης στον Ι.Ν. Μονής Φανερωμενης πρέπει να λεχθούν τα εξής: Η απευθείας ανάθεση του εν λόγω έργου στη ενάγουσα έλαβε χώρα το τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου 2011, όπου πραγματοποιείται στην περιοχή η ιερά πανήγυρις της Παναγίας Φανερωμένης για την εκτέλεση του οποίου, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω προβλέφθηκε εργολαβική αμοιβή  6.510 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ. Πρόκειται για μια έκταση έμπροσθέν του μοναστηρίου σε σχήμα ορθογώνιο, διαστάσεων 23,75 μέτρων χ 13, 41 μέτρων, συνολικού εμβαδού 318,39 τμ. Ειδικότερα το έργο περιελάμβανε ασφαλτική προεπάλειψη, ασφαλτική συγκολλητική επάλειψη, ασφαλτική στρώση κυκλοφορίας πάχους 0,05 μ με χρήση κοινής ασφάλτου (ΠΤΠ-Α260), ασφαλτική στρώση κυκλοφορίας πάχους 0,05 μ. με χρήση κοινής ασφάλτου (ΣΠΙΤΙ Α-265), εκσκαφή – φρεζάρισμα βάθους έως 8 μέτρα επί προυπάρχοντος 3Α και ασφαλτική ισοπεδωτική στρώση αμετάβλητου πάχους (ΠΤΠ-260). Το εν λόγω έργο, ως είχε δικαίωμα η ενάγουσα, εκτελέστηκε υπεργολαβικά από την ίδια ως άνω κατασκευαστική ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία <<………..>> με το  από 1.8.2011 ιδιωτικό συμφωνητικό που κατατέθηκε νόμιμα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., έναντι ενδεικτικής αμοιβής 5.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ. Το έργο εκτελέστηκε και παραδόθηκε την 23.8.2011, παραλήφθηκε ανεπιφύλακτα από τον εναγόμενο την ίδια ημέρα. Η υπεργολάβος εξέδωσε στον όνομα της υπεργολήπτριας ενάγουσας εταιρείας το υπ’ αριθ. …../23.8.2011 τιμολόγιό της ποσού 6.150 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, το οποίο ουδέποτε εξόφλησε ο εναγόμενος ΟΤΑ και εξακολουθεί να οφείλεται μέχρι και σήμερα. Να σημειωθεί ότι η ενάγουσα και για το έργο αυτό, όπως και στο προηγούμενο αναζητεί κονδύλια για την αμοιβή του πολιτικού μηχανικού που απασχόλησε στο έργο, τα λειτουργικά έξοδα του μισθωτού προσωπικού που απασχολεί στην έδρα της, τα οποία για τον ίδιο ως άνω λόγο κρίνονται απορριπτέα ως κατ’ ουσίαν αβάσιμα, ενώ βάσιμο κατ’ ουσίαν κρίνεται το επιχειρηματικό κέρδος της ενάγουσας σε ποσοστό 20%. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η ενάγουσα από τις ένδικες δύο εργολαβίες δικαιούται να αναζητήσει από τον εναγόμενο Δήμο το συνολικό ποσό που προκύπτει από το άθροισμα των δύο επιμέρους εργολαβιών πλέον ποσοστού 20% επί του εν λόγω ποσού που αποτελεί το επιχειρηματικό της κέρδος, ήτοι το συνολικό ποσό των (109.697,28 + 6.150 = 115.847,28 Χ 20% = 23.169,25 + 115.847,28=) 139.016,53 ευρώ με βάση τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Να σημειωθεί ότι ο εναγόμενος διατυπώνει τη γενική αμφισβήτησή του για τη διενέργεια των εν λόγω εργασιών και των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν κυρίως διότι δεν υπήρξαν σχέδια, εγκεκριμένες μετρήσεις και πιστοποιήσεις εργασιών και υλικών από τις τεχνικές υπηρεσίες του, πλην όμως η γενική αυτή αμφισβήτηση δεν κρίνεται βάσιμη κατ’ ουσίαν δεδομένου ότι προέκυψε η εκτέλεση των δύο έργων δεδομένου ότι εκτελέστηκαν αυτά υπεργολαβικά και ως εκ τούτου προκύπτει πέραν πάσης αμφισβήτησης οι εργασίες, τα υλικά και οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν στις ένδικες εργολαβίες. Περαιτέρω ο εναγόμενος Δήμος στο πλαίσιο της αμφισβήτησης των αγωγικών κονδυλίων διατείνεται ότι τα ένδικα δύο έργα θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν με μικρότερο κόστος από το αιτούμενο δεδομένου ότι θα μπορούσε να επιτύχει μεγαλύτερες εκπτώσεις, όπως έπραξε με άλλα έργα, τα οποία ωστόσο ακολούθησαν τη νόμιμη διαδικασία των μειοδοτικών διαγωνισμών. Σε κάθε περίπτωση ο ισχυρισμός του περί αδικαιολόγητου πλουτισμού της ενάγουσας επί των ένδικων εργολαβιών καθώς αν τηρούνταν οι νόμιμες διαδικασίες θα είχε επιτύχει μικρότερη αμοιβή κρίνεται ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν δεδομένου ότι το κόστος έκτέλεσης αυτών προέκυψε από τα φορολογικά στοιχεία που εξέδωσε η υπεργολάβος εταιρεία οπότε το αιτούμενο ποσοστό κέρδους της ενάγουσας δεν κρίνεται υπερβολικό, λαμβανομένου υπόψη ότι  ο αντίδικος ΟΤΑ είχε προϋπολογίσει για την πρώτη εργολαβία, που αποτελεί τη σημαντικότερη οικονομικά από τις ένδικες στο ποσό των 168.534, 34 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ ενώ αυτή ανήλθε στο ποσό των (115.847, 28 Χ 20%=) 139.016,73 ευρώ, ήτοι ποσό κατώτερο από τον αρχικό προϋπολογισμό. Εξάλλου, ο αίτημα του εναγομένου για διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο, αφού η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης σήμερα, μετά την πάροδο δεκατριών (13) από την ολοκλήρωση και παράδοση των έργων, κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα δεν θα έχει, λόγω της προφανούς αλλοιώσεως και φθοράς των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση του έργου, ενόψει και της καταθέσεως του ανωτέρω μάρτυρα ανταπόδειξης ……………, ο οποίος στην κατάθεση του στο ακροατήριο διατυπώνει εμμέσως πλην σαφώς την αδυναμία του να εξάγει συμπεράσματα σχετικά με τα θέματα που αφορούν τις ένδικες εργολαβίες, όπως δεν μπορεί να γίνει ουσιαστική διαπίστωση εάν πράγματι για την εκτέλεση του έργου διενεργήθηκαν οι εργασίες και χρησιμοποιήθηκαν τα υλικά, που αναφέρονται στην αγωγή. Κατόπιν αυτών, εφόσον οι επίδικες συμβάσεις που  συνήφθησαν προφορικά είναι άκυρες, ο εναγόμενος Δήμος οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα το ανωτέρω συνολικό ποσό των 139.016,53 ευρώ, καθόσον ο εναγόμενος ΟΤΑ υμβλήθηκε ως εργοδότης στις ένδικες συμβάσεις έργου και επομένως πλούτισε αδικαιολόγητα εις βάρος της περιουσίας της εργολήπτριας ενάγουσας, λόγω της ακυρότητας της σύμβασης, δεδομένου ότι ο εναγόμενος ήταν αυτός που εξοικονόμησε τη δαπάνη στην οποία θα υποβαλλόταν, αν την εκτέλεση του ίδιου έργου ανέθετε, με έγκυρη σύμβαση, σε άλλο πρόσωπο, το οποίο θα διέθετε τα ίδια επαγγελματικά προσόντα και ικανότητες με την εργολήπτρια ενάγουσα. Κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου α καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 139.016,53 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την από την επίδοση της πρώτης αγωγής (20.6.2015) και μέχρι την εξόφληση, το ύψος δε του τόκου αυτού ανέρχεται σε ποσοστό 6% ετησίως, κατά παραδοχή του σχετικού ισχυρισμού του εναγόμενου, καθόσον ο εναγόμενος τυγχάνει Ο.Τ.Α. και επομένως ισχύει ως προς αυτόν η διάταξη του άρθρου 21 του δ/τος της 26.6/10.7.1944, κατά την οποία ο νόμιμος καθώς και ο τόκος υπερημερίας για κάθε οφειλή του Δημοσίου, αλλά και των Δήμων και Κοινοτήτων και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. ορίζεται σε 6% ετησίως και η οποία δεν αντίκειται στις διατάξεις του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά δικαιώματα, των άρθρων 4 παρ. 1 και 22 παρ. 1 του Συντάγματος, του άρθρου 119 της ιδρυτικής Συνθήκης της ΕΟΚ που κυρώθηκε με το ν. 945/1979, του άρθρου 100 της Διεθνούς Συμβάσεως Εργασίας που κυρώθηκε με το ν. 46/1975 και του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (ΑΕΔ 25/2012 δημ. «ΝΟΜΟΣ», ΟλΑΠ 1/2014 δημ. «ΝΟΜΟΣ», ΟλΑΠ 2/2014 δημ. «ΝΟΜΟΣ», ΟλΑΠ 7/2000 ΑΡΧΝ 2001.19, ΟλΑΠ 6/1997 ΝΟΒ 1998.33, ΑΠ 145/2006 δημ. «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 242/2004 δημ. «ΝΟΜΟΣ»), με την επισήμανση ότι ο χρόνος έναρξης της τοκοφορίας του επιδικασθέντος ανωτέρω ποσού άρχεται κατ’ άρθρο 263 εδ. β΄ΑΚ, στην περίπτωση άσκησης εκ νέου της αγωγής μέσα σε έξι μήνες από την τελεσιδικία της απόφασης που απέρριψε την αγωγή ως αόριστη, η παραγραφή θεωρείται ότι έχει διακοπεί με την προηγούμενη αγωγή, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του εναγομένου ως κατ΄αβάσιμου λαμβανομένου υπ’ όψη ότι αφενός η υπό κρίση δεύτερη αγωγή επιδόθηκε στον εναγόμενο την 14.9.2022 (βλ. σχετ. ………./149.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή με έδρα το Εφετείο Πειραιώς ………., αφετέρου η τελεσίδικη υπ΄αριθ. 83/2022 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου δημοσιεύθηκε την 17.2.2022, οπότε η εξάμηνη προθεσμία που προβλέπεται στην ΑΚ 263 εδ. β΄ συμπληρώνεται μεν την 17.8.2022, πλην όμως κατ΄ εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 147 παρ.2 ΚΠολΔ το χρονικό διάστημα από 1η έως 31η Αυγούστου δεν υπολογίζεται στη προθεσμία του άρθρου 215 παρ.2 ΚΠολΔ, οπότε και η υπό κρίση αγωγή ασκήθηκε εμπροθέσμως στη προβλεπόμενη από το άρθρο 263 εδ.β ΑΚ εξάμηνη προθεσμία. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας πρέπει να επιβληθούν εις βάρος του εναγομένου, λόγω της εν μέρει ήττας του (αρθρ. 178 παρ.1 ΚΠολΔ), πρέπει όμως να επιβληθεί μειωμένη σύμφωνα και με το άρθρο 281 παρ.2 του ν.3463/2006 (Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων)όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση του εναγομένου ΝΠΔΔ [ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ  ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ με την επωνυμία <<ΔΗΜΟΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ>>]να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των εκατόν τριάντα εννέα χιλιάδων δεκαέξι και πενήντα τριών λεπτών (139.016,53) ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από 20.6.2015  και μέχρι την εξόφληση.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το εναγόμενο στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την   18.7.2024  και δημοσιεύθηκε στις   18.9.2024 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

Ο   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ