Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 454/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

3ο ΤΜΗΜΑ

Αριθμός αποφάσεως   454 /2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Βασιλική Παπιγκιώτη, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών, και από τον Γραμματέα Σ.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της εκκαλούσας: ……………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Γαλετάκη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Της εφεσίβλητης: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», που εδρεύει στη ……………. και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ……….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Μανουσάκη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Η ενάγουσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 12-1-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2022 αγωγή της, ζητώντας τα διαλαμβανόμενα σε αυτή. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 1592/2023 οριστική απόφασή του, με την οποία απέρριψε την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε  η ενάγουσα, με την από 5-10-2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά …/2023 έφεσή της (αριθμός κατάθεσης δικογράφου και προσδιορισμού δικασίμου ενώπιον του Εφετείου Πειραιά, …./2023), δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις, με τις οποίες ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η φερόμενη προς συζήτηση και κρίση ενώπιον του παρόντος, αρμοδίου, καθ’ ύλην και κατά τόπον, Δικαστηρίου (άρθρα 19, 22 και 35 ΚΠολΔ), παραπάνω έφεση, ασκήθηκε από την, κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, πρωτοδίκως ηττηθείσα διάδικο νομίμως και εμπροθέσμως με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 5-10-2023 και εντός προθεσμίας δύο ετών από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (16-5-2023), δόθέντος ότι δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση αυτής (άρθρα 495 – 499, 511, 513 παρ. 1β, 516, 517, 518 § 2 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 591 §§ 1 εδαφ. α’ και 7 εδαφ. α’ του ΚΠολΔ, όπως αυτές ισχύουν μετά την – κατά περίπτωση – αντικατάσταση και τροποποίησή τους από τις διατάξεις του ν. 4335/2015). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατά το παραδεκτό και βάσιμο του μοναδικού της λόγου, κατά την αυτή ειδική διαδικασία που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της, έχει καταβληθεί και κατατεθεί το, απαιτούμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 § 3 ΚΠολΔ, παράβολο [υπ’ αριθμ. κωδ. …………. παράβολο ποσού εκατό (100) €].

Με την από 12-1-2022 αγωγή της, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, εκθέτει ότι στον Πειραιά, στις 9-9-2020, κάτω από τις ιστορούμενες συνθήκες και από αποκλειστική υπαιτιότητα του ………, οδηγού της περιγραφόμενης στην αγωγή δίκυκλης μοτοσυκλέτας, ιδιοκτησίας της ανώνυμης εταιρείας εκμετάλλευσης ενέργειας με την επωνυμία «……………..», η οποία (μοτοσυκλέτα) ήταν ασφαλισμένη για την κατά το χρόνο του ατυχήματος αστική της ευθύνη στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, προκλήθηκε ο τραυματισμός της, ενώ η ίδια (η ενάγουσα) υπέστη τις μνημονευόμενες στην αγωγή σωματικές βλάβες, εξαιτίας των οποίων υπέστη ψυχική στενοχώρια, ταλαιπωρία και ηθική βλάβη, έχει δε υποστεί και μόνιμη αναπηρία, με σοβαρό ψυχικό και κοινωνικό αντίκτυπο. Με βάση το ιστορικό αυτό, μετά τον παραδεκτό περιορισμό, που έλαβε χώρα νομότυπα, του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, ζητάει να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγόμενης να της καταβάλει τα κάτωθι ποσά: α) το ποσό των 243,68 € (28,68 + 215,00), ως αποζημίωση για τη θετική της ζημία για ιατροφαρμακευτικές δαπάνες και δαπάνες φυσιοθεραπειών, β) το ποσό των 3.000,00 €, ως αποζημίωση για τη θετική της ζημία (πλασματική δαπάνη) από τη δαπάνη στην οποία θα υποβαλλόταν για τις υπηρεσίες αποκλειστικού νοσοκόμου – βοηθού – συμπαραστάτη, που της παρείχαν η θυγατέρα της και ο γαμβρός της, επί είκοσι τέσσερις (24) ώρες ημερησίως, για χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών, γ) το ποσό των 600,00 €, ως αποζημίωση για τη θετική της ζημία από τη δαπάνη βελτιωμένης διατροφής, για χρονικό διάστημα εκατόν είκοσι (120) ημερών, δ) το ποσό των 13.440,00 €, ως αποζημίωση για τη θετική της ζημία (πλασματική δαπάνη) από τη δαπάνη στην οποία θα υποβληθεί για τις υπηρεσίες οικιακής βοηθού, για τα επόμενα πέντε (5) έτη, δύο (2) φορές την εβδομάδα και για τέσσερις (4) ώρες κάθε φορά, ε) το ποσό των 80.000,00 €, για την αποκατάσταση της επελθούσας ηθικής της βλάβης, στ) το ποσό των 50.000,00 €, ως πρόσθετη χρηματική παροχή λόγω αναπηρίας, όλα δε τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, καθώς και να καταδικασθεί η εναγόμενη στην εν γένει δικαστική της δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 1592/2023 οριστική του απόφαση, με την οποία απέρριψε την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η εκκαλούσα και ζητεί, με τον μοναδικό λόγο της έφεσής της, ο οποίος ανάγεται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ώστε εν τέλει να γίνει δεκτή η αγωγή. Ειδικότερα, παραπονείται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκρινε ότι η ίδια είναι αποκλειστικά υπαίτια της ένδικης σύγκρουσης, ενώ, κατά την εκκαλούσα, αποκλειστικά υπαίτιος είναι ο οδηγός της ζημιογόνου μοτοσυκλέτας.

Το άρθρο 346 του ΑΚ που όριζε ότι «ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή για το ληξιπρόθεσμο χρέος», αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4055/2012, που ισχύει, κατά το άρθρο 113 του νόμου αυτού, από 2/4/2012, κατά το οποίο : «Ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή ή η διαταγή πληρωμής για το ληξιπρόθεσμο χρέος (τόκος επιδικίας). Το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας, όπως ο τελευταίος ορίζεται εκάστοτε από το νόμο ή με δικαιοπραξία. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει, εάν πριν από τη συζήτηση της αγωγής ο οφειλέτης αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως, ή εάν δεν ασκήσει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, αντιστοίχως. Με αίτημα του εναγόμενου το δικαστήριο δύναται κατ’ εξαίρεση, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να επιδικάσει την απαίτηση με το νόμιμο ή συμβατικό τόκο υπερημερίας. Η εξαίρεση ισχύει ιδίως για τις κατ’ εύλογη κρίση του δικαστηρίου επιδικαζόμενες απαιτήσεις. Από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης που επιδικάζει εντόκως χρηματική οφειλή ή απορρίπτει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι τρείς (3) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει εάν δεν ασκηθεί ένδικο μέσο». Σύμφωνα με τη νέα αυτή ρύθμιση, αυξάνεται το ποσοστό των τόκων επιδικίας, προκειμένου να περιοριστούν η φιλοδικία και η άσκοπη απασχόληση των δικαστηρίων από δικαστικούς αγώνες που δεν έχουν ουσία, ενώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο οφειλέτης που, μεταξύ των άλλων, πριν από τη συζήτηση της αγωγής, αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως. Αν, μάλιστα, εμμένει να αντιδικεί, μολονότι ηττήθηκε πρωτοδίκως, διακινδυνεύει περαιτέρω αύξηση του επιτοκίου επιδικίας, γι’ αυτό και εδώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο διάδικος που ηττήθηκε, αν αποδεχθεί την οριστική απόφαση και τερματίσει την αντιδικία. Η εξαίρεση που προβλέπεται επιτρέπει στο δικαστή να σταθμίσει εκείνες τις περιπτώσεις που ο εναγόμενος ευλόγως αντιδικεί, επειδή πρόκειται για απαίτηση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης (π.χ ηθική βλάβη) ή επειδή προβάλει ένσταση συμψηφισμού (σχ. αιτιολογική έκθεση ν. 4055/2012). Έτσι, ο νόμιμος τόκος, μετά την επίδοση της αγωγής είναι πλέον ο (αυξημένος) τόκος επιδικίας. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται ρητή μνεία γι’ αυτό στη δικαστική απόφαση, ενώ, αντίθετα, απαιτείται ρητή αναφορά σ’ αυτήν, όταν το δικαστήριο κατ’ εξαίρεση επιδικάζει την απαίτηση με το νόμιμο ή το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας. Με βάση τα ανωτέρω, η κατ’ εξαίρεση επιδίκαση του τόκου υπερημερίας, πρέπει να γίνεται, κατά τη σαφή πρόθεση του νομοθέτη, μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οφειλέτης χρηματικής απαίτησης ευλόγως αντιδικεί, δεδομένου ότι μοναδικό κριτήριο για την εξαίρεση από την επιδίκαση τόκου επιδικίας είναι το εύλογο ή όχι της αντιδικίας. Το πότε υφίσταται εύλογη αντιδικία θα κριθεί κατά περίπτωση (in concreto) από το δικάζον δικαστήριο, με συνεκτίμηση του συνόλου των περιστάσεων, λ.χ αν το αντικείμενο της δίκης είναι ερμηνεία νέας νομικής διατάξεως ή αν υφίστανται εν γένει, κατά τη δικαστική διάγνωση της υποθέσεως, σοβαρές ερμηνευτικές δυσχέρειες (ΑΠ 163/2022, ΑΠ 609/2020, ΑΠ 553/2019, ΑΠ 1207/2017, δημοσιευμένες στην Η.Τ.Ν.Π «ΝΟΜΟΣ»).

Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης …. που περιλαμβάνεται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της πρωτοβάθμιας δίκης, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα, στα οποία περιλαμβάνονται τα έγγραφα της προηγηθείσας ποινικής διαδικασίας που σχετίζεται με το αυτοκινητικό ατύχημα, τα οποία εκτιμώνται ως δικαστικά τεκμήρια, από τις φωτογραφίες που προσκομίστηκαν και συσχετίζονται με το επίδικο ατύχημα, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε, καθώς και από τις ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τις προτάσεις τους, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 9-9-2020, περί ώρα 14.20, υπό συνθήκες πλήρους φωτισμού ημέρας, η ενάγουσα βάδιζε πεζή επί του πεζοδρομίου της Ακτής Μιαούλη – αποτελεί οδό διπλής κατεύθυνσης – στον Πειραιά, από την πλευρά της θάλασσας, στο σημείο διασταύρωσης με τη λεωφ. Βασιλέως Γεωργίου, με πρόθεση να διασχίσει κάθετα το οδόστρωμα και να προσεγγίσει το απέναντι πεζοδρόμιο, προκειμένου να κινηθεί προς τη λεωφ. Βασιλέως Γεωργίου. Στη θέση που βρισκόταν η ενάγουσα, υπάρχει διάβαση πεζών, η χρήση της οποίας εξαρτάται από τον φωτεινό σηματοδότη που ρυθμίζει την μετακίνηση, ενώ ο φωτεινός σηματοδότης που ρυθμίζει την κίνηση των οχημάτων της Ακτής Μιαούλη, απέχει σαράντα (40) περίπου μέτρα από την ως άνω διάβαση πεζών. Τη στιγμή εκείνη, ο ………….. κινούνταν με την υπ’ αριθμ. κυκλ …………. δίκυκλη μοτοσυκλέτα, μάρκας HONDA, ιδιοκτησίας της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………..», που ήταν ασφαλισμένη για την αστική ευθύνη έναντι τρίτων στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, επί της της Ακτής Μιαούλη, με κατεύθυνση από την Ακτή Ποσειδώνος προς την οδό 2ας Μεραρχίας. Το ρεύμα κυκλοφορίας της Ακτής Μιαούλη προς την οδό 2ας Μεραρχίας, επί του οποίου κινούνταν ο οδηγός της μοτοσικλέτας, διαθέτει τέσσερις (4) λωρίδες κυκλοφορίας, οι δύο (2) πρώτες εξ αριστερών των οποίων προορίζονται για την κίνηση των οχημάτων που σκοπεύουν να κατευθυνθούν προς τη λεωφ. Βασιλέως Γεωργίου, οι έτερες δυο (2) εκ δεξιών, για την κίνηση των οχημάτων που σκοπεύουν να κατευθυνθούν προς την οδό 2ας Μεραρχίας. Η μοτοσυκλέτα που οδηγούσε ο …………….., βρισκόταν σε στάση αναμονής προ του σηματοδότη, λόγω του ότι αυτός ήταν ερυθρός, στο ύψος του Πύργου του Πειραιά, στη δεύτερη εκ δεξιών λωρίδα κυκλοφορίας, θέση στην οποία δεν υπάρχουν διαβάσεις πεζών, όπως προαναφέρθηκε, καθώς οι διαβάσεις που εξαρτώνται από τον σηματοδότη απέχουν περί τα σαράντα (40) μέτρα. Σε παράλληλη θέση, εκ δεξιών της μοτοσικλέτας, ήταν ομοίως σε στάση αναμονής με κατεύθυνση προς την οδό 2ας Μεραρχίας, το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ………. επιβατηγό αυτοκίνητο, που οδηγούσε ο ……….. Το ρεύμα της Ακτής Μιαούλη προς την οδό 2ας Μεραρχίας, μετά τον φωτεινό σηματοδότη, όπου ο ……… ανέμενε επί της δίκυκλης μοτοσυκλέτας, τη μεταλλαγή της φάσης του σηματοδότη σε πράσινο, διαθέτει τρεις (3) λωρίδες κυκλοφορίας, εκ των οποίων η πρώτη από δεξιά προορίζεται για την κυκλοφορία λεωφορείων (λεωφορειολωρίδα). Ενώ ο σηματοδότης για τους πεζούς, παρ’ ότι ήταν σε λειτουργεία και σε προγραμματισμό με τους λοιπούς σηματοδότες του κόμβου, δεν είχε ένδειξη, λόγω βλάβης του φανού της κόκκινης φάσης, η ενάγουσα εκκίνησε την μετάβασή της στο απέναντι οδόστρωμα του ρεύματος της Ακτής Μιαούλη προς την οδό 2ας Μεραρχίας. Αρχικά διέσχισε τη λεωφορειολωρίδα, ακολούθως εισήλθε στη μεσαία λωρίδα κυκλοφορίας, όπου, καθώς το υπ’ αριθμ. κυκλ. ………… επιβατηγό αυτοκίνητο, που οδηγούσε ο ……………. είχε ήδη εκκινήσει, λόγω μεταλλαγής της φάσης του σηματοδότη της Ακτής Μιαούλη που ρυθμίζει την κίνηση των οχημάτων, στη θέα της ενάγουσας τροχοπέδησε απότομα, προκειμένου να την αποφύγει και να της επιτρέψει τη συνέχιση της πορείας της. Η ενάγουσα συνέχισε να διασχίζει κάθετα το οδόστρωμα εισερχόμενη πλέον στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας. Εκείνη τη στιγμή στη λωρίδα αυτή κινούνταν η υπ’ αριθμ. κυκλ ……….. δίκυκλη μοτοσυκλέτα, που οδηγούσε ο …………, η οποία είχε εκκινήσει την πορεία της λόγω της μεταλλαγής της φάσης του σηματοδότη σε πράσινο. Ωστόσο, ο παραπάνω οδηγός δεν τροχοπέδησε έγκαιρα, παρ’ ότι ήδη η ενάγουσα διέσχιζε την 3η λωρίδα κυκλοφορίας της παραπάνω οδού, ήταν ορατή από αυτόν, καθώς ήταν πρώτος στη σειρά αναμονής της μεταλλαγής της φάσης του σηματοδότη σε πράσινο, και οι συνθήκες ορατότητας ήταν ιδανικές, χωρίς να υπάρχει κάποιο εμπόδιο που να παρακωλύει την ορατότητά του. Αντιληφθείς όψιμα ο οδηγός της μηχανής την κίνηση της ενάγουσας, επιχείρησε να στρίψει το τιμόνι τής μοτοσυκλέτας προς τα δεξιά, αντίθετα με την κίνηση της πεζής, προκειμένου να την αποφύγει, ενόψει και της πολύ μικρής απόστασης που χώριζε την μοτοσικλέτα από την ενάγουσα. Όμως, κατά τον αποφευκτικό ελιγμό που επιχείρησε ο ……….., η αριστερή μανέτα του τιμονιού τής μοτοσυκλέτας προσέκρουσε στην ενάγουσα, που έχασε την ισορροπία της, με αποτέλεσμα η τελευταία να ανατραπεί, να πέσει με σφοδρότητα στο οδόστρωμα και να τραυματισθεί. Ταυτόχρονα ο οδηγός απώλεσε τον έλεγχο της μοτοσυκλέτας και ανετράπη και αυτός στο οδόστρωμα. Υπαίτια, κατ’ αρχάς, του ως άνω ατυχήματος, που είχε ως συνέπεια τον τραυματισμό της, είναι η ίδια η ενάγουσα, διότι από έλλειψη της προσήκουσας επιμέλειας και προσοχής, παρ’ ότι είχε διαπιστώσει ότι η ένδειξη του σηματοδότη πεζών δεν λειτουργούσε, και επομένως δεν είχε ένδειξη πράσινη, δεν έλεγξε με επιμέλεια την κυκλοφορία των οχημάτων, προκειμένου να εκκινήσει την πορεία της στη διάβαση πεζών. Όπως προκύπτει από την από 9-9-2020 έκθεση του Α’ Τμήματος Τροχαίας Πειραιά, που επιλήφθηκε του επιδίκου τροχαίου ατυχήματος, οι φωτεινοί σηματοδότες, που απεικονίζονται στο συνημμένο σχεδιάγραμμα, ήταν σε λειτουργία, πλην όμως δεν λειτουργούσε ο ερυθρός λαμπτήρας του σηματοδότη για τους πεζούς, που βρίσκεται στην κεντρική νησίδα. Βέβαια, υπαίτιος για την αντικατάσταση του λαμπτήρα είναι ο αρμόδιος για τη συντήρηση του σηματοδότη κρατικός φορέας, κατ’ άρθρο 10 § 5 του ν. 2696/1999 (βλ. ΔΕΑ A2287/2017 αδημ.). Περαιτέρω, συνυπαίτιος τυγχάνει και ο …………., δεδομένης της πλήρους και επαρκούς ορατότητας, καθώς το ατύχημα προκλήθηκε την ημέρα, και της θέσης της μοτοσικλέτας, που ήταν 1η στη σειρά αναμονής μεταλλαγής της φάσης του σηματοδότη της Ακτής Μιαούλη μεταξύ άλλων μοτοσικλετών, όπως συνομολογεί στο από 25-6-2020 απολογητικό του υπόμνημα, καθώς διέθετε την ευχέρεια, εφ’ όσον είχε τεταμένη την προσοχή του, σε σχέση με τις αντικειμενικές περιστάσεις, και όφειλε κατά τους νομικούς κανόνες και την κοινή πείρα και λογική να καταβάλει, όπως κάθε μέσος συνετός οδηγός, ευρισκόμενος υπό παρόμοιες συνθήκες (άρθρο 330 ΑΚ) και, περαιτέρω, όφειλε να ελέγξει απόλυτα το πεδίο της οδού έμπροσθεν αυτού, προκειμένου να εκκινήσει την πορεία που με ασφάλεια μετά την μεταλλαγή της φάσης του σηματοδότη σε πράσινο. Εξάλλου το ότι στην πορεία του υπήρξε πράσινο φως στον σηματοδότη, που ρύθμιζε την κίνηση των οχημάτων, δεν επέτρεπε άνευ άλλου τινός την πορεία του, αφού ήταν υποχρεωμένος να οδηγεί με διαρκώς τεταμένη την προσοχή του και να είναι σε θέση να διακόψει την πορεία του, εφόσον παρουσιάζονταν οποιοδήποτε εμπόδιο και πολύ περισσότερο πεζός στο οδόστρωμα. Η αμελής συμπεριφορά του αυτή, έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με την επιμελή συμπεριφορά του …………, οδηγού του παραλλήλως κινούμενου υπ’ αριθμ. κυκλ. …….. οχήματος, το οποίο επίσης, όπως προαναφέρθηκε, ήταν 1ο στη σειρά αναμονής του σηματοδότη, ο οποίος αντιλήφθηκε την πορεία της ενάγουσας και τροχοπέδησε το όχημά του έγκαιρα. Επισημαίνεται, ότι δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός που προέβαλε η εναγομένη ότι ο ………, κινούνταν με ταχύτητα περί τα 20 χιλ/ώρα, καθώς, από τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της φυσικής, εφ’ όσον η ταχύτητα ήταν τέτοια, δεν θα απαιτούνταν αποφευκτικός ελιγμός, καθώς η μοτοσικλέτα με την τροχοπέδηση θα ακινητοποιούνταν επί τόπου ακαριαία, προ της ενάγουσας. Επομένως, το παρόν δικαστήριο κρίνει ότι η ενάγουσα συνετέλεσε με οικείο της πταίσμα στο ατύχημα κατά ποσοστό 60 %, κατά παράβαση των άρθρων 4 παρ. 3, 7 παρ. 1 του 2696/1999 ενώ ο …………., που είχε την μοτοσικλέτα του ασφαλισμένη για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην εναγομένη, ευθύνεται λόγω της αμέλειάς του, όπως παραπάνω αναπτύχθηκε, κατά ποσοστό 40 % κατά παράβαση των άρθρων 12 παρ. 1, 19 παρ. 1 και 21 παρ. 1 του 2696/1999, δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης της εναγομένης, που προβλήθηκε προσηκόντως με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβαθμίου και του παρόντος Δικαστηρίου. Ο ισχυρισμός της ενάγουσας, ότι όταν άρχισε την κίνηση της επί του οδοστρώματος, ο σηματοδότης που ρυθμίζει την κίνηση των πεζών βρισκόταν στην πράσινη φάση και ότι κατά τη διάρκεια της διάσχισης ο σηματοδότης έσβησε, οπότε, δικαιούνταν να συνεχίσει την πορεία της προς την απέναντι πλευρά της οδού κατ’ άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 2696/1999 δεν αποδείχθηκε. Τούτο ενισχύεται από το δεδομένο ότι ο οδηγός του υπ’ αριθμ. κυκλ. ……… αυτοκινήτου ……….., όπως αναλύθηκε ανωτέρω, βρισκόταν στην δεύτερη λωρίδα κυκλοφορίας όταν αντιλήφθηκε ότι η ενάγουσα αποτολμούσε τη διάσχιση των διαβάσεων, και ως εκ τούτου αποκλείεται χρονικά το ενδεχόμενο, λόγω του προγραμματισμού των σηματοδοτών του κόμβου αυτού, η ενάγουσα να εκκίνησε με πράσινη ένδειξη για τους πεζούς. Επιπλέον, δεν αποδείχθηκε και ο ισχυρισμός της ενάγουσας, ότι είχε διασχίσει τα 2/3 της διαδρομής επί του οδοστρώματος, αλλά αντίθετα, αποδείχθηκε ότι είχε διασχίσει το 1/3 της διαδρομής, καθώς ο οδηγός του υπ’ αριθμ. κυκλ. ……. αυτοκινήτου ……….. που κινούνταν στη μεσαία λωρίδα, όπως κατέθεσε προανακριτικά ενόρκως στην από 8-3-2021 κατάθεσή του, και αναλύθηκε ανωτέρω, μόλις άναψε η πράσινη φάση του σηματοδότη για εκείνον, αντιλήφθηκε την ενάγουσα να εκκινεί να διασχίζει την οδό από τη διάβαση. Μετά το ατύχημα η ενάγουσα μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο Γενικό Νοσοκομείο Πειραιά «ΤΖΑΝΕΙΟ», όπου διαπιστώθηκε ότι έφερε κάκωση κεφαλής χωρίς νευρολογική σημειολογία, καθώς και απώλεια μνήμης (βλ. υπ΄αριθμ. ………./26-11-2020 ιατρική γνωμάτευση του ως άνω νοσοκομείου), ενώ διαπιστώθηκε η παρουσία κατάγματος στο αριστερό της χέρι και τοποθετήθηκε νάρθηκας. Την επόμενη, λόγω συμπτωμάτων έντονου πόνου, η ενάγουσα επισκέφτηκε το Γενικό Νοσοκομείο Αττικής «ΚΑΤ», όπου διαπιστώθηκε ότι έφερε γύψινο νάρθηκα πηχεοκαρπικής λόγω κατάγματος περιφερικής κερκίδας, ενώ από τον λοιπό ακτινολογικό έλεγχο ανεδείχθη κάταγμα έξω σφυρού αριστερής ποδεοκνημικής, όπου, επίσης, τοποθετήθηκε νάρθηκας (βλ. υπ’ αριθμ. πρωτ. ……./11-11-2020 ιατρική γνωμάτευση του ιατρού ……….). Αναφορικά με την έκταση και τη σοβαρότητα του τραυματισμού της ενάγουσας προσκομίζεται εκ μέρους της και η από 27-12-2021 κλινική εξέταση του ιατροδικαστή ……………, σύμφωνα με την οποία η ενάγουσα έχει υποστεί βαρύτατες σωματικές βλάβες, οι οποίες πλέον την καθιστούν μόνιμα ανάπηρη σε ποσοστό  36%. Επίσης, εκ μέρους της εναγόμενης προσκομίζεται η από 8-9-2022 ιατρική γνωμάτευση του χειρουργού ορθοπεδικού ……….., με την οποία, πέραν των λοιπών, αμφισβητείται η αναφερόμενη παραπάνω αναπηρία. Αμφότερες οι ως άνω ιατρικές γνωματεύσεις εκτιμώνται ελεύθερα από το δικαστήριο, κατ΄άρθρο 390 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, αποδείχτηκε ότι η ενάγουσα για την τοποθέτηση του νάρθηκα κατέβαλε 26,88 € (βλ. υπ’ αριθμ. ……/21-9-2020 ΑΠΥ Γ.Ν.Α. «Κ.Α.Υ.»). Έφερε δε αμφότερους τους νάρθηκες επί τρίμηνο και διεπόταν από σχεδόν πλήρη αδυναμία μετακίνησης για το χρονικό αυτό διάστημα, καθώς αδυνατούσε από τη φύση των τραυμάτων να χρησιμοποιήσει περιπατήρα ή βακτηρία, και επομένως στο διάστημα αυτό η αυτεξυπηρέτηση ήταν σχεδόν αδύνατη (βλ. μαρτυρική κατάθεση). Παράλληλα υποβλήθηκε σε έξι (6) συνεδρίες φυσικοθεραπείας, παρεχόμενες από τη φυσικοθεραπεύτρια …….., καταβάλλοντας για τις υπηρεσίες της ποσά 50,00 € με την υπ’ αριθμ. …/20-11-2020 απόδειξη, 40,00 € με την …/27-11-2020 απόδειξη, 30,00 € με την …/30-11-2020 απόδειξη, 40,00 € με την …/4-12-2020 απόδειξη, 15,00 € με την …./11-12-2020 απόδειξη και 40,00 € με την …./11-12-2020 απόδειξη, ήτοι συνολικά 215,00 €. Ως προς τα ανωτέρω ποσά η εναγόμενη ισχυρίζεται ότι υπάρχει έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης της ενάγουσας, κατ΄άρθρο 10 παρ. 5 ν.δ. 4104/1960, που εφαρμόζεται πλέον και για τους ασφαλισμένους στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., κατ΄άρθρο 29 παρ. 5 ν. 3918/1911, διότι φορέας αυτών είναι ο Ε.Ο.Π.Π.Υ., χωρίς να τίθεται ζήτημα σωρευτικής απόληψης. Ενόψει όμως του ότι, ως προς τις δαπάνες στις οποίες υπεβλήθη η ενάγουσα, οι σχετικές αποδείξεις προσκομίζονται εν πρωτοτύπω, συνάγεται παραίτηση της δικαιούχου – παθούσης από τις (όποιες) αξιώσεις της να απαιτήσει κάποια εκ των επίδικων παροχών από τον ασφαλιστικό της φορέα (Εφ.Αθ. 3599/2018 Ε.Συγκ.Δ. 2019.254, πρβλ. Εφ.Αθ. 4240/2019) και συνεπώς μόνη δικαιούχος να αξιώσει την αποζημίωσή της είναι η παθούσα – ενάγουσα (βλ. ΕφΑθ. 3898/2021 ΤΝΠ Νόμος και Εφ.Αθ. 2035/2020, Εφ.Αθ. 752/2020, Εφ.Αθ. 4283/2019, Εφ.Αθ. 303/2019, Εφ.Αθ. 5508/1993 ΕλλΔνη 1995.1579, όπου και παραπομπή στην Εφ.Αθ. 11455/1990 αδημ., πρβλ. Εφ.Αθ. 191/2018), δοθέντος ότι σύμφωνα με το άρθρο 60 του εν ισχύ κανονισμού του Ε.Ο.Π.Π.Υ. οι σχετικές αξιώσεις δεν μπορούν πλέον να αναζητηθούν από αυτήν. Περαιτέρω, κατά το ανωτέρω διάστημα των τριών μηνών, η ενάγουσα δεν ήταν σε θέση να αυτοεξυπηρετείται, έχρηζε δε, βοήθειας τρίτου προσώπου, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις βασικές καθημερινές της ανάγκες, σχετικά με τη σίτιση, την ένδυση, την προσωπική της καθαριότητα και υγιεινή και την εν γένει περιποίηση και φροντίδα για την αποκατάσταση της υγείας της (βλ. μαρτυρική κατάθεση). Τις αναγκαίες αυτές πρόσθετες υπηρεσίες προσέφεραν στην ενάγουσα, με εντατικοποίηση των προσωπικών της δυνάμεων, χωρίς αμοιβή, η κόρη της και ο σύζυγος αυτής, οι οποίοι, εγκαταλείποντας άλλες εργασίες και με υπερένταση των προσπαθειών τους, βρίσκονταν καθημερινά κοντά της, όλο το εικοσιτετράωρο. Συνεπώς, η ενάγουσα δικαιούται να αξιώσει από την υπόχρεη σε αποζημίωση, το ποσό που θα κατέβαλε σε τρίτο πρόσωπο κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα των τριών μηνών, για να την φροντίζει και να την περιποιείται, ανεξαρτήτως της αναπληρώσεως των εν λόγω υπηρεσιών από τα παραπάνω συγγενικά της πρόσωπα χωρίς αμοιβή. Έτσι, αν είχε προσλάβει προς τούτο η ενάγουσα τρίτο πρόσωπο, θα κατέβαλε για τις ανωτέρω υπηρεσίες, με βάση τις συνήθεις τιμές που είχαν διαμορφωθεί σύμφωνα και με τις κρατούσες οικονομικές και νομισματικές συνθήκες στο χρόνο παροχής τους, το ποσό των 800 ευρώ μηνιαίως, ποσό το οποίο συνήθως καταβάλλεται σε ανάλογες περιπτώσεις για την προσφορά των ίδιων υπηρεσιών, κρινόμενων των σχετικών αγωγικών κονδυλίων, ως προς το υπερβάλλον, ως υπερβολικών (βλ. ΕφΑθ. 1141/2023, ΤΝΠ Νόμος, Αθ. Κρητικός: Αποζημίωση, εκδ. 2019, τόμος I, σελ. 360). Το ποσό αυτά αναγκαστικά θα δαπανούσε η ενάγουσα για την πρόσληψη τρίτου προσώπου με αμοιβή, αν δεν κάλυπταν τις σχετικές υπηρεσίες τα  προαναφερόμενα συγγενικά της πρόσωπα και η υπόχρεη προς αποζημίωση εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής τους, αφού η οικειοθελής εκ μέρους τους προσφορά των υπηρεσιών αυτών δεν αποβαίνει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 930 παρ. 3 ΑΚ, προς όφελος της υπόχρεης εναγόμενης και στην αποφυγή εκ μέρους της τελευταίας της σχετικής αποζημιώσεως. Επομένως, το συνολικό χρηματικό ποσό που δικαιούται η ενάγουσα για την αιτία αυτή (πλασματική αμοιβή υποκατάστατης δύναμης περιποιήτριας- οικιακής βοηθού) ανέρχεται στο ποσό των 2.400,00 € (3 μήνες X 800,00 €). Προέκυψε επίσης, ότι η ενάγουσα, επί τετράμηνο μετά το ατύχημα, λάμβανε βελτιωμένη διατροφή, πλούσια σε πρωτεΐνες, προκειμένου να ενισχυθούν οι αναβολικές λειτουργίες της ώστε να ιαθούν ταχύτερα τα τραύματά της, όπως αναφέρθηκε στην από 22-12-2021 ιατρική γνωμάτευση. Όπως έχει δε κριθεί, στα νοσήλεια που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 929 ΑΚ, εδ α’ Α.Κ., περιλαμβάνεται κάθε δαπάνη στην οποία υποβλήθηκε ή κρίθηκε αναγκαίο να υποβληθεί ο παθών για την αποκατάσταση της υγείας του θύματος, μεταξύ των οποίων και η ειδική βελτιωμένη τροφή (Α.Π. 1950/2022, 89/2017, Αθ. Κρητικού, Αποζημίωση, εκδ. 2008, σελ. 256, § 10). Εν προκειμένω, η διαφορά της δαπάνης που καταβλήθηκε σε σχέση με τη συνήθη διατροφή επί τέσσερεις (4) μήνες, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, υπολογίζεται σε 5,00 € ημερησίως, ήτοι συνολικά 600,00 € (120 ημέρες Χ 5,00 € / ημέρα).  Επιπλέον, αποδείχτηκε, ότι για το επόμενο διάστημα των 18 μηνών μετά το μετατραυματικό τρίμηνο, η κόρη της ενάγουσας και ο σύζυγος αυτής (κόρης), εκ περιτροπής παρείχαν τις αναγκαίες υπηρεσίες αρωγής στην ενάγουσα σε τομείς της καθημερινότητας που η αυτεξυπηρέτηση ήταν δυσχερής, όπως στον καθαρισμό της οικίας της. Οι ανάγκες αυτές, με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας ως προς το χρόνο που απαιτείται για τον καθαρισμό μια οικίας με έναν (1) ένοικο, υπολογίζεται σε τέσσερεις (4) ώρες εβδομαδιαίως, υπολογιζόμενης της ωριαίας αμοιβής προς 5,00 €, ήτοι 20,00 € εβδομαδιαίως. Επομένως η πλασματική δαπάνη αυτή, για τους δεκαοκτώ (18) μήνες, που αντιστοιχεί σε εβδομήντα δύο (72) εβδομάδες ανέρχεται σε ποσό 1.440,00 € (72 εβδομάδες Χ 20,00 €). Για το περαιτέρω των δεκαοκτώ (18) μηνών διάστημα μέχρι τη συμπλήρωση των πέντε (5) ετών, το σχετικό αγωγικό αίτημα τυγχάνει απορριπτέο ως προώρως ασκηθέν. Επομένως, η ενάγουσα ζημιώθηκε λόγω του επιδίκου ατυχήματος, κατά το συνολικό ποσό των 4.681,88 € (26,88 + 215,00 + 2.400,00 + 600,00 + 1.440,00), αναγόμενο δε στο ποσοστό της συνυπαιτιότητάς, η εναγομένη οφείλει να καταβάλλει προς αυτήν ποσό 1.872,75 € (4.681,88 Χ 40%). Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι η ενάγουσα, ηλικίας 77 ετών κατά το ατύχημα, υπέστη ηθική βλάβη, λόγω της στενοχώριας που δοκίμασε και της ταλαιπωρίας στην οποία υποβλήθηκε συνεπεία του τραυματισμού της, της διαδικασίας αποκατάστασης της υγείας της και των συνεπειών στην εν γένει ζωή της λαμβάνοντας υπόψη ότι παρέμεινε επί τρεις (3) μήνες σε αδυναμία αυτεξυπηρέτησης. Επομένως, δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης, την οποία το Δικαστήριο, παραπάνω, καθορίζει στο εύλογο, κατά την κρίση του, ποσό των 6.000,00 €, λαμβάνοντας προς τούτο υπόψη του: α) τον βαθμό του συντρέχοντος πταίσματός της στην πρόκληση του επίδικου ατυχήματος, β) τη φύση και την έκταση των σωματικών βλαβών της, όπως αυτές αναφέρθηκαν ανωτέρω, γ) την αδυναμία αυτεξυπηρέτησης και τις συνέπειες στην υγεία της και τη δυσμενή μεταβολή των συνθηκών της έκτοτε καθημερινής διαβίωσή της, όπως περιγράφεται παραπάνω και δ) την κοινωνική και οικονομική κατάσταση της ενάγουσας συνταξιούχου, καθώς η περιουσιακή κατάσταση της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας, δεν λαμβάνεται υπόψη, γιατί η ευθύνη της είναι εγγυητική (ΑΠ 548/2020, 142, 1414/2019, 989/2018 Τ.Π.Ν. Nomos). Το ποσό αυτό κρίνεται ως δίκαιο και εύλογο, δηλαδή, ανάλογο με τις συγκεκριμένες περιστάσεις της προκειμένης περίπτωσης, αλλά και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρα 25 § 1 του Συντάγματος και 2, 9 §§ 2 και 10 § 2 της Ε.Σ.Δ.Α.), όπως η αρχή αυτή, εξειδικεύεται με την διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης. Ακόμη, στην προκειμένη περίπτωση, αποδείχθηκε ότι, η ενάγουσα, εξαιτίας του τραυματισμού της στο άνω αριστερό άκρο, κατά τα ανωτέρω, υπέφερε από μετατραυματική ακαμψία. Ο ιατροδικαστής   ……., αναφέρει ότι τα τραύματά της της προκάλεσαν ποσοστό αναπηρίας της τάξεως του 36%, χωρίς ωστόσο να προσκομίζεται απόφαση από ΚΕ.Π.Α, ώστε να αποδεικνύεται η άποψη αυτή του ανωτέρω ιατροδικαστή. Περαιτέρω, από τη διατύπωση «επί του παρόντος» στην ιατρική γνωμάτευση του ανωτέρω ιατροδικαστή, προκύπτει ότι η εν λόγω διάγνωση δυσκαμψίας αποτελεί κλινική εικόνα της δεδομένης στιγμής και όχι παγιωμένη κατάσταση. Επομένως, δεν αποδεικνύονται τα περί της μονιμότητας της αναπηρίας αυτής, έστω κι αν αντιφατικά, σε σχέση με το προηγούμενο συμπέρασμα, αναφέρεται στο επιμύθιο του από 27-12-2021 ανωτέρω εγγράφου. Οι ισχυρισμοί της ενάγουσας, ότι λόγω της – αναπόδεικτης – μόνιμης αναπηρίας αδυνατεί να χρησιμοποιεί επαρκώς τα άκρα της για τις καθημερινές της αναγκαίες ενέργειες και να συμμετέχει σε κοινωνικές εκδηλώσεις, αφ’ ενός δεν προκύπτουν, αφ’ ετέρου δεν συνθέτουν την έννοια της μόνιμης αναπηρίας που επιδρά στην καθημερινή της διαβίωση, και στην κοινωνική και οικονομική της εξέλιξη. Συνεπώς, το Δικαστήριο κρίνει ότι, το παραπάνω πρόβλημα υγείας της ενάγουσας δεν την καθιστά πρόσωπο, που μειονεκτεί έναντι των άλλων ατόμων της ηλικίας της, ο δε, ενδεχόμενος κινητικός περιορισμός στα αριστερά άκρα της δεν προκύπτει ότι, έχουν δυσμενείς επιδράσεις στο οικονομικό και κοινωνικό της μέλλον. Συνεπώς, το σχετικό κονδύλιο της αγωγής, με το οποίο ζητείται η πρόσθετη παροχή του άρθρου 931 του ΑΚ είναι απορριπτέο, ως ουσιαστικά αβάσιμο (ΑΠ 12/2020, ΑΠ 840/2020, ΑΠ 91/2017 και ΑΠ 1793/2017, ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», Αθ. Κρητικού ό.π., Τ. I, 5η έκδ. 2019, σ·417). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απέρριψε την αγωγή, εκτιμώντας ότι η ενάγουσα φέρει αποκλειστική υπαιτιότητα για το ατύχημα, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις. Το παρόν Δικαστήριο, αφού δεχθεί τυπικά και στην ουσία την έφεση, εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση και διακρατεί την υπόθεση, δικάζοντας επί της ουσίας την αγωγή. Ακολούθως, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη η από 12-1-2022 αγωγή και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 7.872,75 (1.872,75 + 6.000,00) €, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση, δεν αποδείχθηκε η συνδρομή της εκ του νόμου απαιτούμενης ειδικής περίστασης της εύλογης αντιδικίας. Ειδικότερα, στην ένδικη υπόθεση δεν εφαρμόστηκε νέα ή/και δυσχερής ερμηνευτικά νομική διάταξη. Εύλογη αντιδικία θα μπορούσε βάσιμα να υποστηριχθεί στην περίπτωση συνδρομής εξαιρετικών και δυσχερών στη διάγνωσή τους, συνθηκών ατυχήματος, όπως λ.χ επί αρνήσεως της οδηγού του ζημιογόνου οχήματος ότι το οδηγούσε κατά τον χρόνο του ατυχήματος ή αρνήσεως αυτού περί της εμπλοκής του οχήματος κ.ά, περιστατικά που εν προκειμένω δεν συντρέχουν. Ακολούθως, η κατά τα ανωτέρω διαγνωσθείσα ως βάσιμη αξίωση της ενάγουσας για αποζημίωσή της και αντιστοίχως, η σχετική υποχρέωση της εναγομένης, αναγνωρίζεται με το νόμιμο τόκο επιδικίας, κατά τα οριζόμενα στη νομική σκέψη που διαλαμβάνεται ανωτέρω. Τέλος, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγόμενης – εφεσίβλητης μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας – εκκαλούσας για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας λόγω της μερικής νίκης και ήττας κάθε διαδίκου, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας (άρθρα 178 § 2, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ, σε συνδ. με τις διατάξεις των άρθρων 63 § 1 στοιχ. i περ. α`, 68 § 1 και 69 παρ. εδάφ. α’ του ν. 4194/2013 «Κώδικας Περί Δικηγόρων»). Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 § 3 προτελευτ. εδάφ. ΚΠολΔ πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου της υπό κρίση έφεσης στην εκκαλούσα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 5-10-2023 έφεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στην εκκαλούσα.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 1592/2023 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

ΚΡΑΤΕΙ & ΔΙΚΑΖΕΙ στην ουσία την υπόθεση.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη – εφεσίβλητη να καταβάλλει στην ενάγουσα – εκκαλούσα το συνολικό ποσό των επτά χιλιάδων οχτακοσίων εβδομήντα δύο ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (7.872,75), με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, έως την ολοσχερή εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΕΙ μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας – εκκαλούσας, για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, σε βάρος της εναγόμενης– εφεσίβλητης, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στον Πειραιά, στις    18.9.2024

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                             Ο ΓPAMMATEAΣ