Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 455/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

2ο ΤΜΗΜΑ 

Αριθμός Απόφασης 455/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαριάννα Μπέη, Εφέτη, που ορίστηκε απ’ τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά, και από την Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………., για να δικάσει την υπόθεση :

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: …………., η οποία δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.                 ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΥΠΕΡ ΗΣ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην Αθήνα, ………….., νομίμως εκπροσωπουμένης, που δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΤΗΣ ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ : Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» και το διακριτικό τίτλο «………….», πρώην με την επωνυμία «…….» (……….) και το διακριτικό τίτλο «……………» (…………..), που εδρεύει στο ………….., με ΑΦΜ …………. ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά και με αρ. ΓΕΜΗ ………., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσα απ’ την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με τον νόμο 4354/2015 δυνάμει της με αρ. 220/1/13.03.2017 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (υπ’ αρ. 880/16-3-2017 ΦΕΚ (τ. Β), η οποία ενεργεί με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου, διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……» (………), με έδρα το ……… Ιρλανδίας (οδός ………, με αρ. μητρώου …….., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία έχει καταστεί ειδική διάδοχος της πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «Eurobank» (ΑΦΜ ………… ΔΟΥ ΦΑΕ  ΑΘΗΝΩΝ), μετά τη μεταβίβαση στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις σε αυτήν από την τελευταία σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, ενώ προγενέστερα, η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «………….» και το διακριτικό τίτλο «…….», που εδρεύει στην Αθήνα επί της οδού ……με ΑΦΜ …. ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών και με αριθμό ΓΕΜΗ …, όπως νομίμως εκπροσωπείται, κατέστη καθολική διάδοχος της παραπάνω πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας υπό την επωνυμία «…….» και το διακριτικό τίτλο «……..» λόγω διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύσταση της ως άνω νέας ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας (άρ. 16 ν. 2515/1997 και άρ. 57 παρ. 3 και 59-74 του ν. 4601/2019- υπ’ αρ. … και …./20.3.2020 Ανακοινώσεις ΓΕΜΗ, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Ελένης Ζαννιά του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με ΑΜ ΔΣΑ ……

Η εκκαλούσα ζητά να γίνει δεκτή η από 1-3-2022 με ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ……./2022 έφεσή της κατά της 2136/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που κατατέθηκε στο παρόν Δικαστήριο με ΓΑΚ/ ΕΑΚ/……./2022, γράφτηκε στο πινάκιο και προσδιορίστηκε αρχικά για τις 16-2-2023, μετά από αναβολή για τις 16-11-2023 και μετά από νέα αναβολή για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα ζητά να γίνει δεκτή η από 12-1-2023 με ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2023 αυτοτελής πρόσθετη παρέμβασή της, που γράφτηκε στο πινάκιο και προσδιορίστηκε αρχικά για τις 16-2-2023, μετά από αναβολή για τις 16-11-2023 και μετά από νέα αναβολή για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων στο ακροατήριο, όπου εκφωνήθηκαν νόμιμα με τη σειρά τους από το σχετικό πινάκιο, η πληρεξούσια δικηγόρος της προσθέτως παρεμβαίνουσας παραστάθηκε όπως παραπάνω αναφέρεται και κατέθεσε προτάσεις, ενώ οι λοιποί διάδικοι δεν παραστάθηκαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου: α) η από 1-3-2022 με ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ……/2022 έφεση της εκκαλούσας κατά της εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρίας και της 2136/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που κατατέθηκε στο παρόν Δικαστήριο με ΓΑΚ/ ΕΑΚ/……./2022 και β) η από 12-1-2023 με ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/ 2023 αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση της παρεμβαίνουσας υπέρ της εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας και κατά της εκκαλούσας, οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν λόγω της μεταξύ τους συνάφειας και διότι έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ), πέραν του ότι η πρόσθετη παρέμβαση δεν είναι επιδεκτική χωριστής συζήτησης από εκείνη της εκκρεμούς δίκης, αφού δεν έχει αυτοτέλεια έναντι της έφεσης, αλλά εξαρτάται από την κύρια δίκη που ανοίχθηκε με την υπό κρίση έφεση, από την οποία δεν μπορεί να χωριστεί (ΑΠ 1426/2013 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 4655/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Από τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, συνεπώς για πρώτη φορά και ενώπιον του Εφετείου, περιοριζόμενος σε μόνη την υποστήριξη ή αντίκρουση των λόγων της έφεσης, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 παρ. 1 και 215 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η πρόσθετη παρέμβαση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, δηλαδή με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, που είναι αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας και ολοκληρώνεται με την κοινοποίηση αυτής στους διαδίκους. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με την πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης, που είτε απειλούνται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί, είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως τρίτος δε, κατά την έννοια της ίδιας διάταξης του άρθρου 80 ΚΠολΔ, νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιονδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υπόθεσης (ΑΠ 368/2019. ΑΠ 1260/2019, ΑΠ 1329/2017, ΑΠ 611/2013, ΑΠ 1171/2012). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 μέχρι 78. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς, είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά στις σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΑΠ 1260/ 2019, ΑΠ 1485/2006, ΑΠ 91/2005). Η άσκηση αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης συνεπάγεται μεταξύ άλλων και την εκπροσώπηση του αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνοντος κατά την απουσία του, από τον υπέρ ου η παρέμβαση και αντιστρόφως (ΑΠ 192/2012, ΑΠ 1332/2011, ΑΠ 1230/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1145/2007, ΝοΒ 2007/1828, ΕφΘ 49/2022 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 266/2021 Αρμ2021 416, ΕφΘεσ78/2017 Αρμ 2017 1156, ΕφΠειρ 111/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 1250/2009 ΕλλΔνη 2012 790). Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2 ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατά το άρθρο 325 αριθ. 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 368/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1564/2017, ΑΠ 1731/2011, ΤρΕφΔυτΜακ 19/2020 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1 περ. γ του ν. 4354/2015 «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» προκύπτει ότι σε ανώνυμες εταιρίες, που εδρεύουν στην Ελλάδα, στους σκοπούς των οποίων συμπεριλαμβάνεται η διαχείριση απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια και πιστώσεις, αφού λάβουν ειδική προς τούτο άδεια από την …….. η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, μπορεί να ανατεθεί η διαχείριση απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων ή/και πιστώσεων, οι οποίες δεν εξυπηρετούνται για διάστημα μεγαλύτερο των ενενήντά (90) ημερών. Οι μεταβιβαζόμενες αυτές απαιτήσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους, οι δε εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες ως άνω απαιτήσεις. Στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 2 § 4 Ν. 4354/2015 οι εταιρείες διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να εγείρουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του Ν. 4307/2014, οπότε δεν ενεργούν ως αντιπρόσωποι ή εκπρόσωποι της αναθέτουσας τράπεζας, αλλά «ιδίω ονόματι» (ΕφΘ 49/2022 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω η ανάθεση της διαχείρισης απαίτησης σε διαχειριστική εταιρεία κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας δεν προκαλεί ζήτημα στη νομιμοποίηση του πιστωτικού ιδρύματος να συνεχίσει τη δίκη ιδίω ονόματι. Διάφορη ερμηνεία θα ερχόταν σε ευθεία αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 225 παρ. 2 ΚΠολΔ, από τη στιγμή που η διάθεση του επίδικου αντικειμένου δεν καταλύει τη νομιμοποίηση του αρχικού διαδίκου να συνεχίσει τη δίκη, πολλώ δε μάλλον όταν ανατίθεται σε τρίτο η διαχείρισή του (βλ. σχετ. Παναγιώτης Κολοτούρος, Δικονομική αρμοδιότης των εταιρειών διαχειρίσεως απαιτήσεων εκ δανείων και πιστώσεων- άρθρον 2 του ν. 4354/2015, ΧρΙΔ 2019, 464 επ. Παναγιώτης Γιαννόπουλος, Η ΕΔΑΔΠ ως μη δικαιούχος διάδικος στη διαγνωστική δίκη και στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης. Κριτική επισκόπηση των ρυθμίσεων του ν. 4354/2015 Αρμ 2019/233 επ.). Άλλωστε, κατά την αυτή ως άνω διάταξη του άρθρου 2 παρ 4. Ν. 4354/2015, η κύρια διάδικος Τράπεζα δεν υποκαθίσταται αυτοδικαίως από την εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων στις εκκρεμείς δίκες, ούτε αντιπροσωπεύεται από αυτήν και εφόσον, ο νόμος δεν ορίζει τον τρόπο με τον οποίο η τελευταία εισέρχεται στη δίκη, εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις του ΚΠολΔ και για να εισέλθει η εταιρεία διαχείρισης στην εκκρεμή ήδη μεταξύ του οφειλέτη και της δανείστριας τραπεζικής εταιρείας δίκη και να μετάσχει σε αυτήν ως μη δικαιούχος διάδικος, πρέπει να ασκήσει παρέμβαση, η οποία έχει το χαρακτήρα αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης, κατά τα ανωτέρω (ΕφΘ 49/2022 ΝΟΜΟΣ, Παναγιώτης Γιαννόπουλος ό.π. σε Αρμ 2019 σελ. 256) Μεταξύ της κυρίας διαδίκου τραπεζικής εταιρείας και της αυτοτελώς υπέρ αυτής προσθέτως παρεμβαίνουσας εταιρείας διαχείρισης δημιουργείται σχέση επιγενόμενης αναγκαίας ομοδικίας, όπως ήδη αναλύθηκε ανωτέρω (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 64/2017, ΕφΘ 49/2022 ΤΟΝ ΝΟΜΟΣ ΕφΛαρ 299/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, η ανακόπτουσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……..», την από 12-12-2010 με αριθμό κατάθεσης ……/2010 ανακοπή ζητώντας, για τους περιεχόμενους σ’ αυτή λόγους, την ακύρωση της ……./2010 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε σε βάρος της. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την 2136/2020 (εκκαλουμένη) οριστική απόφασή του, αφού δίκασε ερήμην της ανακόπτουσας και με παρούσα την καθ’ ης η ανακοπή, κατά την τακτική  διαδικασία, απέρριψε την ανακοπή. Η ανακόπτουσα άσκησε κατά της εκκαλουμένης την κρινόμενη έφεσή της στις 2-3-2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ/…../ 2022), που προσδιορίστηκε στο παρόν Δικαστήριο με ΓΑΚ/ΕΑΚ/…./ 2022, και γράφτηκε στο πινάκιο, για τη δικάσιμο της 16ης -2-2023, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 16ης-11-2023 και εκ νέου για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας. Ακολούθως, η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……..» και το διακριτικό τίτλο «…….», πρώην με την επωνυμία «………» και το διακριτικό τίτλο «………» άσκησε με ιδιαίτερο δικόγραφο ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από 12-1-2023 πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της εφεσίβλητης – καθ’ ης η ανακοπή και κατά της εκκαλούσας – ανακόπτουσας, επικαλούμενη έννομο συμφέρον και ισχυριζόμενη ότι έχει καταστεί διαχειρίστρια της απαίτησης που αφορούσε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, δυνάμει της από 25-5-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων που καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών και καταρτίσθηκε μεταξύ αυτής και της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……….», η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της καθ’ ης η ανακοπή ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας όσον αφορά στην απαίτηση, για την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, κατόπιν μεταβίβασης στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, δυνάμει της από 25-5-2021 σύμβασης μεταβίβασης απαιτήσεων από δάνεια, που καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών. Με την παρέμβασή της δε αυτή η άνω διαχειρίστρια εταιρία ζήτησε, ως μη δικαιούχος διάδικος, να της επιτραπεί να συμμετάσχει στην ανοιχθείσα  δίκη μεταξύ των κυρίων διαδίκων υπέρ της εφεσίβλητης και να απορριφθεί η έφεση της εκκαλούσας και συνακόλουθα η ανακοπή της.  Από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι η επωνυμία της αρχικής δικαιούχου της ένδικης απαίτησης και αρχικής ανακόπτουσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………..» τροποποιήθηκε σε «……..» με το διακριτικό τίτλο «……….» σύμφωνα με την από 29-6-2012 απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της, που εγκρίθηκε με την υπ’ αρ. Κ2-5558/2-8-2012 απόφαση της Διεύθυνσης ΑΕ & Πίστεως της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου (ΦΕΚ ΑΕ-ΕΠΕ 8195/3-8-2012). Στη συνέχεια την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «…………..» διαδέχθηκε (καθολική διαδοχή) η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «……….» με το διακριτικό τίτλο «………» λόγω διάσπασης της πρώτης με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύσταση της τελευταίας νέας ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας, όπως προκύπτει απ’ τις … και …./20-3-2020 Ανακοινώσεις του ΓΕΜΗ. Ακολούθως, δυνάμει της από 13-7-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία καταρτίσθηκε μεταξύ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……….» και της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…….» και έδρα το ……. της Ιρλανδίας, μεταβιβάστηκαν λόγω πώλησης από την πρώτη στη δεύτερη, μέσω τιτλοποίησης απαιτήσεων και σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, επιχειρηματικές απαιτήσεις της από δάνεια και πιστώσεις. Η συμφωνία αυτή καταχωρήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 8 του Ν. 3156/2003, στις 14-7-2020 στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αρ. πρωτ. … στον τόμο …. και με αριθμό … και κατ’ ορθή επανάληψη ….. Ακολούθησε η από 1-4-2021 σύμβαση επαναγοράς, με ισχύ από 23-3-2021, των επιχειρηματικών απαιτήσεων  απ’ την αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………» στην ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «…………», που καταχωρήθηκε στις 13-4-2021 στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στον τόμο …. με αριθμό …… Στη συνέχεια, με την από 25-5-2021 σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «……….» πώλησε και μεταβίβασε στην αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……….» με έδρα το …. της Ιρλανδίας  απαιτήσεις της από επιχειρηματικά δάνεια, στεγαστικά κλπ,  κατά τις διατάξεις των άρθρων 10 και 14 ν. 3156/2003, η  συμφωνία δε αυτή καταχωρήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 8 του Ν. 3156/2003, στις 25-5-2021 στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αρ. πρωτ. …, στον τόμο … και με αριθμό ….. Μεταξύ των απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν ήταν και η απαίτηση που διατηρούσε η μεταβιβάζουσα σε βάρος της εκκαλούσας, για την οποία τηρήθηκε ο ……… λογαριασμός, και για την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, όπως προκύπτει απ’ το με αρ. πρωτ. …/28-5-2021 απόσπασμα (σελ. 1359) εκ του συνημμένου στη δημοσιευθείσα κατά τα άνω με αρ. πρωτ. …../25-5-2021 σύμβαση Παραρτήματος. Επομένως, η ανωτέρω αλλοδαπή εταιρεία κατέστη δικαιούχος της επίμαχης απαίτησης και δη της από 23-2-2009 σύμβασης τοκοχρεωλυτικού δανείου, για την οποία τηρήθηκε ο άνω αναφερόμενος λογαριασμός, και δυνάμει της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με την ανακοπή …./2010 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ως ειδική διάδοχος της εφεσίβλητης – καθ’ ης η ανακοπή, υπέρ και κατά της οποίας ισχύει το δεδικασμένο από την παρούσα δίκη κατ’ άρθρο 325 του ΚΠολΔ. Στη συνέχεια, δυνάμει της από 25-5-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων που καταρτίσθηκε σύμφωνα με τα άρθρα 10 παρ. 14 και 16 του Ν. 3156/2003, μεταξύ της ανωτέρω αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……..» και της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………», ανατέθηκε στην τελευταία η διαχείριση του ανωτέρω χαρτοφυλακίου, η σύμβαση δε αυτή καταχωρήθηκε την 25η-5-2021 στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στον τόμο … με αριθμό …. με αρ. πρωτ. ….. Στο μεταξύ, απ’ το ΦΕΚ (τ.Β) 880/16-3-2017 προκύπτει ότι είχε παρασχεθεί απ’ την Επιτροπή Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος άδεια για τη διαχείριση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις,  στην εταιρεία με την επωνυμία «………», η οποία μετονομάστηκε, όπως προκύπτει απ’ την ……./10-6-2020 Ανακοίνωση για καταχώρηση στο ΓΕΜΗ σε «……….». Κατά συνέπεια, η ένδικη πρόσθετη παρέμβαση, που ασκήθηκε από τη διαχειρίστρια εταιρεία με την επωνυμία «……….» έχει χαρακτήρα αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης (άρθρο 83 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη. Ασκήθηκε δε παραδεκτά και νόμιμα κατ’ άρθρα 80 και 83 του ΚΠολΔ το πρώτον στην προκειμένη δίκη, που ανοίχθηκε με την ένδικη έφεση, απ’ την άνω εταιρεία, που είχε έννομο συμφέρον να παρέμβει αυτοτελώς ως μη δικαιούχος διάδικος και διαχειρίστρια της ένδικης απαίτησης που απορρέει από την παραπάνω δανειακή σύμβαση, με αποτέλεσμα μεταξύ της κύριας διαδίκου εφεσίβλητης – καθ’ ης η ανακοπή και της προσθέτως υπέρ αυτής παρεμβαίνουσας να δημιουργείται σχέση επιγενόμενης αναγκαίας ομοδικίας, καθόσον η ισχύς της εκδοθησόμενης απόφασης, δηλαδή το εξ αυτής παραγόμενο δεδικασμένο, η εκτελεστότητα και η τυχόν διαπλαστική ενέργεια, καταλαμβάνουν και την ειδική διάδοχο της εφεσίβλητης – καθ’ ης η ανακοπή, μετά την έναρξη της εκκρεμοδικίας (και συγκεκριμένα μετά την αναβίωση αυτής με την άσκηση της υπό κρίση έφεσης), αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………..».                Περαιτέρω, απ’ τα έγγραφα που η προσθέτως παρεμβαίνουσα επικαλείται και προσκομίζει προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της ασκηθείσας πρόσθετης παρέμβασης με τις κάτωθι αυτής πράξεις κατάθεσης και προσδιορισμού δικασίμου για την αρχική ημερομηνία της 16ης-2-2023, έχει επιδοθεί, κατά τη διάταξη του άρθρου 81 παρ. 1 ΚΠολΔ, με επιμέλειά της στους διαδίκους της έκκλητης δίκης και συγκεκριμένα στην εφεσίβλητη-υπέρ ης η παρέμβαση σύμφωνα με τη με αριθμό Ζ……/16-1-2023 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …….. και στην εκκαλούσα, σύμφωνα με τη με αρ. Η-………./19-1-2023 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …….. Οι  ανωτέρω δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης και συνεπώς τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 274 παρ. 2 περίπτωση α ΚΠολΔ ως προς την ερημοδικία τους. Ειδικά, όμως, όσον αφορά στην υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση-εφεσίβλητη, η οποία δεν εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε με νόμιμο τρόπο κατά την εκφώνηση της έφεσης και δεν έλαβε μέρος κατά τη συζήτηση, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού του Δικαστηρίου,  σημειώνεται ότι θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται από την αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα-αναγκαία  ομόδικό της,  εφόσον έχει κλητευθεί νομίμως και εμπρόθεσμα (άρ. 271 παρ. 1-2, 274 παρ. 2 α, 524 παρ. 1 ΚΠολΔ). Στην προκειμένη περίπτωση, ο προσδιορισμός της συζήτησης της έφεσης για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 16ης-2-2023, κατά την οποία η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τις 16-11-2023 και εκ νέου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, έγινε με επιμέλεια της εκκαλούσας, με μέριμνα της πληρεξούσιας δικηγόρου της, σύμφωνα με την έκθεση κατάθεσης δικογράφου της έφεσης στο Πρωτοδικείο Πειραιώς και στο Εφετείο Πειραιώς, πλην, όμως, η παριστάμενη αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα δεν επικαλείται και δεν προσκόμισε έκθεση επίδοσης της έφεσης και της κλήσης για συζήτηση αυτής στην απούσα εφεσίβλητη για την αρχική δικάσιμο της 16ης-2-2023 ή για τις επόμενες μετ’ αναβολή, ώστε η τελευταία να θεωρηθεί ότι αντιπροσωπεύεται απ’ την αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα, λαμβανομένου υπόψη ότι, για να θεωρηθεί ότι η απολειπόμενη εφεσίβλητη αντιπροσωπεύεται στην παρούσα δίκη  από την παριστάμενη αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα αναγκαία ομόδικό της  (76 παρ 1 ΚΠολΔ) θα πρέπει αυτή (απολειπόμενη εφεσίβλητη) να έχει κληθεί νομίμως για να παρασταθεί (Μαργαρίτης Ερμηνεία ΚΠολΔ υπό το άρθρο 76 σημ 18 σελ 182). Κατόπιν τούτου,  θα πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης όπως και η συζήτηση της αναγκαστικά εκ του νόμου (83 και 76 ΚΠολΔ) συνεκδικαζόμενης μ’  αυτή αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης λόγω του παρεπόμενου  χαρακτήρα αυτής που προϋποθέτει κύρια δίκη. Στην παρούσα δεν θα περιληφθεί διάταξη περί δικαστικών εξόδων δοθέντος ότι η απόφαση που κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση είναι μη οριστική (191 παρ. 1 ΚΠολΔ,  ΑΠ 339/2018 ιστοσελίδα ΑΠ, ΑΠ 649/1996, ΕφΠειρ 270/2020, ΤΝΠ Νόμος).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ: α) Την από 1-3-2022 με ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2022 και ………/2022 έφεση και  β) Την από 12-1-2023 με ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2023 αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, με παρούσα την αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα και απόντες τους λοιπούς διαδίκους.

ΚΗΡΥΣΕΙ  απαράδεκτη τη συζήτηση της έφεσης και της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στις 19-9-2024.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε δε σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, στις 19-9-2024, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Εφέτου Μαριάννας Μπέη, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Πρόεδρο Εφετών, και με την ίδια Γραμματέα, απόντων των διαδίκων και της  πληρεξουσίας δικηγόρου της προσθέτως παρεμβαίνουσας.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ