ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός Απόφασης 486 /2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Παναγιωτοπούλου, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………, για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:
Α) Του εκκαλούντος: …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα (ΑΜ ΔΣΠ ………, που κατέθεσε την από 18-09-2024 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
Της εφεσίβλητης: Της εταιρείας με την επωνυμία <<…………>>, που εδρεύει στο ……. Κρήτης, ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ευαγγελία Μηλολιδάκη (ΑΜ ΔΣΗ ………), που κατέθεσε την από 13-09-2024 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
Β) Της εκκαλούσας: Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία <<. …….>>, που εδρεύει στο …. Κρήτης, οδός …….., με ΑΦΜ …….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ευαγγελία Μηλολιδάκη (ΑΜ ΔΣΗ …….), που κατέθεσε την από 13-09-2024 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
Του εφεσιβλήτου: …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα (ΑΜ ΔΣΠ ……., που κατέθεσε την από 18-09-2024 έγγραφη δήλωση (άρθρ. 242 παρ.2 ΚΠολΔ).
Ο εκκαλών της υπό στοιχ. Α) έφεσης και εφεσίβλητος της υπό στοιχ. Β) έφεσης, άσκησε σε βάρος της εναγομένης, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 30.09.2021 (με γεν.αριθ.κατάθ. …./2021 και αριθ.καταθ. δικογρ. …../2021) αγωγή, με την οποία ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ’αριθ. 1542/2022 οριστική απόφαση, με την οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, διατάσσοντας τα σε αυτήν αναφερόμενα.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ο ενάγων και ήδη εκκαλών της υπό στοιχ. Α) έφεσης, με την από 29.06.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …./08-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …./08-07-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/12-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …../12-07-2022) έφεση και η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα της υπό στοιχ. Β) έφεσης, με την από 04.07.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …./08-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. ……/08-07-2022) έφεση, οι οποίες προσδιορίστηκαν για τη δικάσιμο της 25-05-2023, μετά από νόμιμη αναβολή για τη δικάσιμο της 11-01-2024 και μετά από νέα νόμιμη αναβολή για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκαν στο πινάκιο.
Οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν στη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν αντιμωλία των διαδίκων.
Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου: α) η από 29.06.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …./08-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/12-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/12-07-2022) έφεση και β) η από 04.07.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/08-07-2022) έφεση, στρεφόμενες κατά της υπ’αριθ. 1542/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσας κατά τη διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, κατ’αντιμωλία των διαδίκων, οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, λόγω της προδήλου μεταξύ τους συνάφειας, καθ’ όσον βάλλουν κατά της αυτής οριστικής αποφάσεως, υπάγονται στην αυτή διαδικασία και με την ένωση και συνεκδίκασή τους επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και αποτρέπεται το ενδεχόμενο εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων (άρθρα 246 και 524παρ.1 ΚΠολΔ, ΕφΑθ4299/2006 ΕλλΔνη 47 1508).
Οι κρινόμενες αντίθετες, από 29.06.2022 υπό στοιχ. Α) έφεση και από 04.07.2022 υπό στοιχ. Β) έφεση, που στρέφονται κατά της υπ’αριθ. 1542/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρ. 82 ΚΙΝΔ σε συνδ. με άρθρ. 591, 614, 621, 622 ΚΠολΔ), κατ’αντιμωλία των διαδίκων και έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία από την δημοσίευσή της στις 13.05.2022, ενώ για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω Νόμο, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής (Εφ.Πειρ. 315/2023, Εφ.Πειρ. 2632/2023, www.efeteio-peir.gr). Εφόσον δε οι ένδικες εφέσεις αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.
Ο ενάγων με την αγωγή του εξέθετε ότι δυνάμει σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, στις 04-01-2019 μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία ΕΓ/ΟΓ πλοίου <<ΚΠ>> νηολογίου … με αριθμό …., κ.ο.χ. 24003,92, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ανωτέρω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και ότι εργάσθηκε συνεχώς έως την 19.02.2019, που απολύθηκε λόγω διακοπής των δρομολογίων του πλοίου. Οτι δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ίδιο ως άνω πλοίο με την αυτή ειδικότητα, παρέχοντας συνεχώς την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 10.04.2019 έως 25.10.2019, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Οτι δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ίδιο ως άνω πλοίο με την αυτή ειδικότητα, παρέχοντας συνεχώς την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 16.12.2019 έως 04.02.2020, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Οτι δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, την 14.05.2020, μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία ΕΓ/ΟΓ πλοίου <<ΚΣ>>, νηολογίου Πειραιώς με αριθμό ……, κ.ο.χ. 26172,20, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ανωτέρω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και ότι εργάσθηκε συνεχώς έως την 01.10.2020, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Οτι δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ίδιο ως άνω πλοίο με την αυτή ειδικότητα, παρέχοντας συνεχώς την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 01.12.2020 έως 11.01.2021, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Τέλος ότι δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά την 01.04.2021, μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία ΕΓ/ΟΓ πλοίου <<ΦΠ>>, νηολογίου … με αριθμό ……, κ.ο.χ. 21091,52, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ανωτέρω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και ότι εργάσθηκε συνεχώς έως την 11.08.2021, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Οτι κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, εργαζόταν καθημερινά πέραν του νομίμου ωραρίου, ενώ τα ως άνω πλοία εκτελούσαν και τα αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια εξπρές. Οτι από τις ένδικες ναυτολογήσεις του στα ανωτέρω πλοία της εναγομένης, διατηρεί σε βάρος της, απαιτήσεις για πρόσθετη αμοιβή λόγω υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές, Κυριακές, Σάββατα και αργίες, αμοιβή λόγω δρομολογίων εξπρές, διαφορά επιδομάτων εορτών των ετών 2019, 2020 και 2021, αποζημίωση λόγω μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων και αποζημίωση απόλυσης, όπως οι επιμέρους απαιτήσεις εξειδικεύονται κατά είδος, χρόνο και ποσό στο αγωγικό δικόγραφο. Με βάση τα ανωτέρω ζητούσε, κατόπιν παραδεκτού μερικού περιορισμού του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε εν μέρει αναγνωριστικό, με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά και περιελήφθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε νόμιμα, να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη υποχρεούται να του καταβάλει το ποσό των 47.266,59 ευρώ και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των 19.511,84,94 ευρώ, νομιμοτόκως από την απόλυσή του (11.08.2021) άλλως από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η εκδοθησομένη απόφαση και να καταδικαστεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, απέρριψε τις αξιώσεις του ενάγοντος που αφορούν το έτος 2019. δεχόμενη τη σχετική ένσταση παραγραφής που προέβαλε η εναγομένη εταιρεία και κατά τα λοιπά έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή ως βάσιμη κατ’ουσίαν, αναγνωρίζοντας την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 14.643,11 ευρώ και υποχρεώνοντας αυτήν να του καταβάλει το ποσό των 1.317,08 ευρώ, αμφότερα τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της λήξης της εργασιακής σχέσης του ενάγοντος (12-08-2021). Κατά της απόφασης αυτής, παραπονούνται αμφότερα τα διάδικα μέρη με τις κρινόμενες εφέσεις τους και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτές λόγους, οι οποίοι, κατά τη συνολική τους εκτίμηση, ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της, άλλως τη μεταρρύθμισή της, ο μεν ενάγων – εκκαλών της υπό στοιχ. Α) έφεσης με σκοπό να γίνει δεκτή καθ’ολοκληρία η ανωτέρω αγωγή του, η δε εναγομένη – εκκαλούσα της υπό στοιχ. Β) έφεσης με σκοπό την απόρριψη της από 30.09.2021 αγωγής, αιτούμενοι, αμφότερα τα διάδικα μέρη, να καταδικαστούν οι αντίδικοι αυτών στη δικαστική τους δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.
Ι. Με τα άρθρα 11, 12 παρ. 1, 13 παρ.1, 2 & 5 και 18 παρ. 1 της ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 (ΦΕΚ Β’ 3170/12.8.2019) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2019», του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, ορίζονται τα ακόλουθα: οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού. Όπως διευκρινίζεται δε με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 626/2014, Δνη 2015/508), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 735/2006, ΕΝαυτΔ 34/351, ΕφΠειρ. 567/2005, ΕΝαυτΔ 33/345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες, δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου, όπως προκύπτει από το σχετικό άρθρο 18 της ως άνω ΣΣΝΕ. Εξάλλου, από τον περιλαμβανόμενο στην ανωτέρω υπουργική απόφαση πίνακα αμοιβών κατά βαθμό και ειδικότητα και τις σχετικές διατάξεις περί των αποδοχών των ναυτικών προκύπτει ότι με τη ΣΣΝΕ του έτους 2019 οι αποδοχές του θαλαμηπόλου ορίζονται ως ακολούθως: Ο βασικός μηνιαίος μισθός ανέρχεται στο ποσό των 1.204,77 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 265,05 ευρώ και συνολικά στο ποσό των 1.469,82 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,98 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας στο ποσό των 36,64 ευρώ (άρθρο 8 παρ.13), το επίδομα ιματισμού σε 58,78 ευρώ (άρθρο 5) και οι αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας σε 433,95 ευρώ (άρθρο 15), ήτοι [(1.204,77 +265,05) : 22] Χ 5 ημέρες + (19,98 ευρώ το ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες)]. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στην ανωτέρω υπουργική απόφαση πίνακα υπερωριακής αμοιβής κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο, του άρθρου 13 παρ.6 περ.Θ, προκειμένου περί θαλαμηπόλου, η υπερωρία ορίστηκε αντίστοιχα σε 8,70 € (με προσαύξηση 25%) και 10,44 € (με προσαύξηση 50%). Επισημαίνεται, περαιτέρω, καθ’ όσον αφορά ειδικώς στην υπερωριακή απασχόληση κατά την ήμερα της Κυριακής, ότι η ως άνω Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας προβλέπει στο άρθρο 6 ότι «Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος δια τας μέχρι οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατόν (22%) επί του μισθού ενεργείας, που προβλέπεται από το άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας Συμβάσεως. Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας», δηλαδή το ειδικό αυτό επίδομα συνιστά ιδιαίτερη αμοιβή για την παρεχομένη εντός του βασικού οκταώρου εργασία κατά τις Κυριακές, η οποία δεν θεωρείται υπερωριακή, ενώ αντιθέτως υπερωριακή θεωρείται η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής, αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 550/2021, ΕφΠειρ 368/2019, ΕφΠειρ 328/2014, ΕφΠειρ 626/2014, ΕφΠειρ 630/2014, ΕφΠειρ 27/2011, ΕφΠειρ 803/2009, ΕφΠειρ 529/2009, ΕφΠειρ 1128/2006, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝΔ 34 351, ΕφΠειρ 236/2006, ΕφΠειρ 741/2005 ΕΝΔ 33.444, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝΔ 33.345, ΕφΠειρ 608/2001 ΕΝΔ 29.446).
ΙΙ. Από την διάταξη του άρθρου 14 της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ 2019, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι οι ναυτικοί, τις ατομικές συμβάσεις εργασίας των οποίων αυτή διέπει, δικαιούνται επιδόματος εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212 = ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011/387), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 164/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ο.π., ΕφΠειρ. 177/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 517/2011, αδημ.) και συνυπολογίζεται μόνον αν πραγματοποιούνται τακτικά δρομολόγια εξπρές και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (ΤριμΕφΠειρ. 66/2013, ΜονΕφΠειρ. 590/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 364/2012, αδημ.). Αντιθέτως, το κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 § 1 και 20 της ως άνω ΣΣΝΕ μηνιαίως καταβαλλόμενο στα μέλη του κατώτερου πληρώματος των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, επίδομα ιματισμού τους για την αντιμετώπιση των δαπανών προμήθειας της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων δώρων εορτών (ΜονΕφΠειρ. 676/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΜονΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262), για το λόγο ότι δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως σαφώς από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται, αιτία της χορηγήσεώς του αποτελεί η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, ΕΕΔ 2005/237 = ΔΕΝ 59/1300 = Δνη 2005/123, ΑΠ 226/2003, ΕΕΔ 2004/790 = ΔΕΝ 59/1138, ΤριμΕφΠειρ. 177/2012, ΠειρΝ 2012/354, ΤριμΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262, ΕφΠειρ. 283/2009, ΕΝαυτΔ 2009/102, ΜονΕφΠειρ. 347/2016, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 671/2015, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204). Ακόμη, δεν συνυπολογίζονται τα εορταστικά επιδόματα (δώρα), καθόσον αυτά δεν περιλαμβάνονται στην έννοια των μηνιαίων αποδοχών, αφού κατά το άρθρο 14 της ως άνω ΣΣΝΕ δεν καταβάλλονται τακτικά κάθε μήνα ως αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας που προσφέρεται, αλλά «επ’ ευκαιρία των εορτών Χριστουγέννων, Νέου έτους και Πάσχα» (Εφ.Πειρ. 569/2022, Εφ.Πειρ. 194/2022, Εφ.Πειρ. 423/2021, Εφ.Πειρ. 397/2020, www.efeteio-peir.gr), ούτε η αμοιβή για εκτέλεση έξτρα εργασιών, εάν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα (Εφ.Πειρ. 237/2016, Εφ.Πειρ. 164/2014, Εφ.Πειρ. 434/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, π.ρ.β.λ. και Εφ.Πειρ. 569/2022, Εφ.Πειρ. 543/2022, δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς).
ΙΙΙ].Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 της ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, υπό τον τίτλο «Δρομολόγια Εξπρές», προβλέπεται ότι, σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης, καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου τέτοια δρομολόγια (Express) για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου, η κατά την παρ. 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αμοιβής, αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. Όμως, σύμφωνα με τη παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ειδικά προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, του, κατά την προαναφερθείσα παρ. 2 προσδιορισμού. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή η μετάβαση στο λιμάνι ή τους λιμένας προορισμού και η επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7α). Εάν είναι μικρότερη των δώδεκα (12) ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της, ως άνω προβλεπόμενης (παρ. 7β). Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει ότι, καθόσον αφορά την προβλεπόμενη απ` αυτές πρόσθετη αμοιβή, αυτή καταβάλλεται εφόσον σε κάθε δρομολόγιο το πλοίο δεν παραμείνει τουλάχιστον έξι (6) ώρες στο λιμάνι αφετηρίας πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο. Κατά τη σαφή δε έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 170 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου», στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέρα και ώρα ιδιαίτερο ταξίδι προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής” (ΕΠ 71/2014 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), ο δε λιμένας αφετηρίας ως “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η υποχρέωση δε εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 των πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει έξι (6) ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται, όμως, η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν έξι (6) τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί έξι (6) ώρες σε κάθε πλήρες ταξίδι του, προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του (Εφ.Πειρ.546/2016 ΕΝΔ 44.323). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο εκτελεί έως πέντε κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, για τον προσδιορισμό της οφειλόμενης πρόσθετης αμοιβής αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως έξι (6) ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή, εννοείται για τα δρομολόγια της εν λόγω εβδομάδας. Εν τούτοις, δεν καθίσταται απαράδεκτη ή νόμω αβάσιμη η αγωγή του εργαζομένου, με την οποία αυτός, έχοντας αξίωση λήψης πρόσθετης αμοιβής για πρόωρη αναχώρηση του πλοίου που εκτελεί έως πέντε κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως για περισσότερες της μίας εβδομάδας στα πλαίσια του χρόνου ναυτολόγησής του, υπολογίζει όλες τις ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου, καθόλη τη διάρκεια της ναυτολογήσεώς του, διότι εν τέλει και ο τρόπος αυτός υπολογισμού στο ίδιο αποτέλεσμα καταλήγει, εφόσον βάση προσδιορισμού της πρόσθετης αμοιβής, αποτελεί το πηλίκον της διαιρέσεως των ωρών πρόωρης αναχώρησης του πλοίου με τον αριθμό 8. Είτε οι ώρες πρόωρης αναχώρησης ληφθούν σε εβδομαδιαία βάση και ακολούθως, αφού διαιρεθούν με τον αριθμό 8, γίνει άθροιση του πηλίκου των διαιρέσεων όλων των επιμέρους εβδομάδων απασχόλησης του εργαζομένου, είτε απευθείας όλες οι ώρες πρόωρης αναχώρησης διαιρεθούν με τον αριθμό 8, οδηγούν κατ’ αποτέλεσμα στον ίδιο αριθμό δρομολογίων. Εξάλλου, για την εφαρμογή της παραπάνω § 7, στο σύνολο των μηνιαίων αποδοχών του δικαιούχου συμπεριλαμβάνεται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από το ναυτικό εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικά (ΜονΕφΠειρ. 317/2018, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 265/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνυπολογίζονται, επομένως, ο μισθός ενέργειας, τα επιδόματα Κυριακών και βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, ο μέσος όρος της αμοιβής που καταβάλλεται τακτικά για επαναλαμβανόμενη υπερωριακή εργασία (ΤριμΕφΠειρ. 53/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 1/2003, ΕΝαυτΔ 2003/124), το επίδομα αδείας (ΜονΕφΠειρ. 317/2018, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 265/2016, ΜονΕφΠειρ. 51/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθώς και ο μέσος όρος των πρόσθετων αμοιβών που εισπράττει ο ναυτικός από τον εργοδότη του, αν αυτές του καταβάλλονται σταθερά και αδιαλείπτως κάθε μήνα (ΜονΕφΠειρ. 57/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 739/2015, ο.π.). Κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, στις μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων υπολογίζεται η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή, περιλαμβάνονται και τα εορταστικά επιδόματα (δώρα), έστω κι αν κατά το άρθρο 14 της ως άνω ΣΣΝΕ καταβάλλονται «επ’ ευκαιρία των εορτών Χριστουγέννων, Νέου έτους και Πάσχα», εφόσον αυτά καταβάλλονται τακτικώς κάθε μήνα (όμοια ΕφΠειρ 328/2023 και ΕφΠειρ 433/2023, Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς, Δ. Καμβύση, Ναυτεργατικό Δίκαιο 1977, σελ. 148).
IV] Στο υπό τον τίτλο «Διανυκτέρευση εις λιμένα» άρθρο 16 εκάστης των ως άνω ΣΣΝΕ ορίζεται ότι «Κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει τα της υπηρεσίας των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά τον μήνα κατά τους μήνας Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους λοιπούς μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν (§ 1). Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο ήτοι το 1/22 του υπό της Συλλογικής Συμβάσεως προβλεπομένου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (§ 2). Για την παρεχομένη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή (§ 3).
Από την επανεξέταση των από 24.01.2022 ενόρκων βεβαιώσεων του μάρτυρος …….., ενώπιον του δικηγόρου Πειραιώς, …….. και των μαρτύρων …….. και …….., ενώπιον του δικηγόρου Ηρακλείου …….. κατ’αρθρο 158 παρ. 4 του ν. 4764/2020, που λήφθηκαν με την επιμέλεια του ενάγοντος-εκκαλούντος της υπό στοιχ. Α) έφεσης – εφεσίβλητου της υπό στοιχ. Β) έφεσης, κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της εναγομένης – εφεσίβλητης της υπό στοιχ. Α) έφεσης – εκκαλούσας της υπό στοιχ. Β) έφεσης, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015 έκθεση επίδοσης (βλ.υπ’αριθ. …../19-01-2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Ανατολικής Κρήτης, με έδρα το Πρωτοδικείο Ηρακλείου, ……), τις υπ’αριθ. …/20-01-2022 και ……/20-01-2022 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …… και ……. αντίστοιχα, ενώπιον του συμβολαιογράφου Ηρακλείου Κρήτης . …….., που λήφθηκαν με την επιμέλεια της εναγομένης – εκκαλούσας της υπό στοιχ. Β) έφεσης – εφεσίβλητης της υπό στοιχ. Α) έφεσης, κατόπιν νομότυπης, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015, κλήτευσης του ενάγοντος – εφεσίβλητου της υπό στοιχ. Β) έφεσης – εκκαλούντος της υπό στοιχ. Α) έφεσης (βλ. υπ’αριθ. …../13-01-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, ………), οι οποίες εκτιμώνται από το Δικαστήριο κατά το μέτρο της αξιοπιστίας και το βαθμό της γνώσεως εκάστου μάρτυρα, σε συνδυασμό με όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ανεξάρτητα αν αυτά πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρα 340 παρ. 1 και 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), σε μερικά των οποίων θα γίνει ειδική μνεία παρακάτω, χωρίς να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, καθώς και με τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τα δικόγραφα τους (άρθρα 264 εδάφ. β, 352 παρ. 1 και 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ). και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ.), αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, στις 04-01-2019 μεταξύ του ενάγοντος και της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία ΕΓ/ΟΓ πλοίου <<ΚΠ>> νηολογίου ….. με αριθμό …, κ.ο.χ. 24003,92, ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ανωτέρω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και εργάσθηκε συνεχώς έως την 19.02.2019, που απολύθηκε λόγω διακοπής των δρομολογίων του πλοίου. Δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ίδιο ως άνω πλοίο με την αυτή ειδικότητα, παρέχοντας συνεχώς την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 10.04.2019 έως 25.10.2019, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ίδιο ως άνω πλοίο με την αυτή ειδικότητα, παρέχοντας συνεχώς την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 16.12.2019 έως 04.02.2020, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Ακολούθως, δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, την 14.05.2020, μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία ΕΓ/ΟΓ πλοίου <<ΚΣ>>, νηολογίου Πειραιώς με αριθμό ….., κ.ο.χ. 26172,20, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ανωτέρω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και εργάσθηκε συνεχώς έως την 01.10.2020, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ίδιο ως άνω πλοίο με την αυτή ειδικότητα, παρέχοντας συνεχώς την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 01.12.2020 έως 11.01.2021, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Τέλος, δυνάμει νεότερης σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά την 01.04.2021, μεταξύ του ιδίου και της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία ΕΓ/ΟΓ πλοίου <<ΦΠ>>, νηολογίου …..με αριθμό ….., κ.ο.χ. 21091,52, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ανωτέρω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και εργάσθηκε συνεχώς έως την 11.08.2021, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει του ιδίου και του Πλοιάρχου του πλοίου. Καθ’ όλα τα ανωτέρω επίδικα χρονικά διαστήματα ναυτολογήσεων του ενάγοντος, οι όροι της εργασίας του και ιδίως το ύψος των καταβαλλόμενων σε αυτόν αποδοχών διέπονταν από τους όρους της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2019 (η οποία κυρώθηκε με την Υ.Α. 2242.5-1.5/56040/2019, που δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. Β’ 3170/12-8-2019, εφαρμοζομένη αναδρομικά), όπως ισχυρίζεται ο ενάγων και επιβεβαιώνεται από το κείμενο των καταρτισθεισών μεταξύ των διαδίκων, από 16-12-2019, 01-12-2020, 14-05-2020, και από 01-04-2021 συμβάσεων ναυτικής εργασίας, στις οποίες ρητώς προβλέπεται ότι <<Οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του Ναυτικού συμφωνείται ότι…….θα περιλαμβάνουν Α) τις νόμιμες αποδοχές της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2019>>, σε συνδυασμό με την εκ μέρους της εναγομένης καταβολή αναδρομικών αποδοχών μετά τη σύναψη της ανωτέρω ΣΣΝΕ, όπως η ίδια ομολογεί στις από 04-04-2020 προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου καθώς και από τις σχετικές εγγραφές στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος, όπου στο οικείο σημείο κάτω από την ένδειξη <<Μισθός>> αναγράφεται ΣΣ, δηλαδή Συλλογική Σύμβαση. Περαιτέρω, ο ενάγων, υπό την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, ο οποίος εντάσσεται κατ’άρθρο 3 β.δ.683/1960 στο προσωπικό γενικών καθηκόντων, τελούσε υπό τις άμεσες διαταγές και τον έλεγχο του αρχιθαλαμηπόλου της θέσης στην οποία ανήκε και βοηθούσε αυτόν στην εκτέλεση των καθηκόντων του, ενώ στα καθήκοντά του περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, η επιμέλεια της καθαριότητας, της συντήρησης και της ευπρέπειας των ανατιθέμενων σε αυτόν ενδιαιτημάτων των θέσεων και δη του διαμερίσματος του πλοίου όπου βρίσκονταν οι καμπίνες και οι τουαλέτες των καμπινών των επιβατών, η παραλαβή των επιβατών από το χώρο υποδοχής του πλοίου, η μεταφορά των αποσκευών τους και η τακτοποίησή τους στις καμπίνες, επιπλέον δε εκτελούσε εργασίες καθαριότητας και ευπρεπισμού των εσωτερικών κοινόχρηστων χώρων του πλοίου καθώς και της τραπεζαρίας αυτού. Κατά το ένδικο χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του ενάγοντος στο πλοίο <<ΚΠ>>, αυτό εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο Κρήτης, με αναχώρηση από το λιμάνι του Πειραιά στις 21.00 και άφιξη στο Ηράκλειο στις 06.30 της επομένης, αναχώρηση από το Ηράκλειο στις 21.00 και άφιξη στον Πειραιά στις 06.30 της επομένης. Επίσης το πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 06-10 -2019 έως 25-10-2019 και από 01-02-2019 έως 25-01-2020, εκτελούσε καθημερινά τη γραμμή Πειραιάς – Ηράκλειο Κρήτης – Σούδα και επιστροφή. Πιο συγκεκριμένα, το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά στις 21.00 για το Ηράκλειο, όπου έφθανε στις 05.45 της επομένης, στη συνέχεια αναχωρούσε άμεσα για τη Σούδα, ΄όπου κατέπλεε στις 09.30. Από τη Σούδα αναχωρούσε στις 16.00 της ίδιας ημέρας με προορισμό το Ηράκλειο, όπου κατέπλεε στις 19.00. Από το Ηράκλειο απέπλεε στις 22.30 με προορισμό τον Πειραιά, όπου κατέπλεε στις 06.30 της επομένης ημέρας. Επίσης το πλοίο για ορισμένες ημέρες, κυρίως το καλοκαίρι, εκτελούσε, εκτός του ανωτέρω δρομολογίου και ημερήσια δρομολόγια στη γραμμή Πειραιάς – Ηράκλειο και συγκεκριμένα το πλοίο στις 16-01-2019 (Τετάρτη), 23-01-2019 (Τετάρτη), 30-01-2019 (Τετάρτη). 24-04-2019 (Τετάρτη), 25-04-2019 (Πέμπτη), 30-04-2019 (Τρίτη), 05-05-2019 (Κυριακή), 13-07-2019 (Σάββατο), 20-07-2019 (Σάββατο), 26-07-2019 (Παρασκευή), 27-07-2019 (Σάββατο), 02-08-2019 (Παρασκευή), 03-08-2019 (Σάββατο), 09-08-2019 (Παρασκευή), 10-08-2019 (Σάββατο), 17-08-2019 (Σάββατο), 23-08-2019 (Παρασκευή), 24-08-2019 (Σάββατο), 30-08-2019 (Παρασκευή), 31-08-2019 (Σάββατο), απέπλεε καθημερινά από κάθε λιμάνι (Πειραιάς ή Ηράκλειο) στις 11.00 και έφθανε σε κάθε λιμάνι (Πειραιάς ή Ηράκλειο) στις 18.30 και στη συνέχεια αναχωρούσε στις 21.00 κάνοντας το κανονικό του δρομολόγιο. Περαιτέρω το πλοίο, ορισμένες Πέμπτες και Κυριακές, το καλοκαίρι, εκτελούσε, εκτός του ανωτέρω δρομολογίου, και ημερήσια δρομολόγια στη γραμμή Ηράκλειο – Μήλος – Πειραιάς – Μήλος – Ηράκλειο. Πιο συγκεκριμένα, αναχωρούσε από το Ηράκλειο ή από τον Πειραιά στις 11.00 για Μήλο όπου κατέπλεε στις 15.00. Στη συνέχεια αναχωρούσε από Μήλο για Πειραιά ή Ηράκλειο, όπου κατέπλεε στις 18.45. Ακολούθως το πλοίο αναχωρούσε στις 22.00 από Ηράκλειο ή Πειραιά με προορισμό τον Πειραιά ή το Ηράκλειο, όπου κατέπλεε στις 06.30 της επόμενης ημέρας, κάνοντας στη συνέχεια το κανονικό του δρομολόγιο. Οι ημέρες που το πλοίο έκανε τα ημερήσια ως άνω δρομολόγια είναι οι εξής: 20-06-2019 (Πέμπτη), 23-06-2019 (Κυριακή), 27-06-2019 (Πέμπτη), 30-06-2019 (Κυριακή), 04-07-2019 (Πέμπτη), 07-07-2019 (Κυριακή), 11-07-2019 (Πέμπτη), 14-07-2019 (Κυριακή), 18-07-2019 (Πέμπτη), 21-07-2019 (Κυριακή), 25-07-2019 (Πέμπτη), 28-07-2019 (Κυριακή), 01-08-2019 (Πέμπτη), 04-08-2019 (Κυριακή), 08-08-2019 (Πέμπτη), 11-08-2019 (Κυριακή), 14-08-2019 (Τετάρτη), 18-08-2019 (Κυριακή), 22-08-2019 (Πέμπτη), 25-08-2019 (Κυριακή), 29-08-2019 (Πέμπτη), 01-09-2019 (Κυριακή), 05-09-2019 (Πέμπτη), 08-09-2019 (Κυριακή), 12-09-2019 (Πέμπτη), 15-09-2019 (Κυριακή). Κατά το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του ενάγοντος στο πλοίο <<ΚΣ>>, με εξαίρεση το διάστημα από 01-07-2020 έως 10-09-2020, το πλοίο εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο Πειραιάς – Χανιά (Σούδα) και επιστροφή, με ώρα αναχώρησης από το κάθε λιμάνι 21.30 και ώρα άφιξης σε κάθε λιμάνι στις 06.30. Περαιτέρω, από 01-07-2020 έως 10-09-2020 το πλοίο εκτελούσε καθημερινώς, διπλό δρομολόγιο ως εξής: από Δευτέρα έως και Παρασκευή, το πλοίο αναχωρούσε στις 16.00 από Πειραιά φτάνοντας στα Χανιά (Σούδα) στις 22.30 και αναχωρούσε και πάλι από τα Χανιά (Σούδα) στις 00.00 για να φτάσει και πάλι στον Πειραιά στις 06.30 της επομένης ημέρας, ενώ το Σάββατο και την Κυριακή το πλοίο αναχωρούσε στις 11.00 από Πειραιά, φτάνοντας στα Χανιά (Σούδα) στις 18.00, αναχωρώντας και πάλι από τα Χανιά (Σούδα) στις 22.30 της ίδιας ημέρας για να φτάσει και πάλι στον Πειραιά στις 06.30 της επομένης. Κατά το διάστημα της υπηρεσίας του ενάγοντος στο πλοίο <<ΦΠ>>, από 01-04-2021 έως 20-06-2021, το πλοίο εκτελούσε καθημερινά δρομολόγια στη γραμμή Πειραιάς – Ηράκλειο Κρήτης – Σούδα και επιστροφή. Συγκεκριμένα το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά στις 21.00 για το Ηράκλειο, όπου έφτανε στις 06.00 της επομένης, στη συνέχεια αναχωρούσε άμεσα για τη Σούδα όπου κατέπλεε στις 09.15. Από τη Σούδα αναχωρούσε στις 18.00 της ίδιας ημέρας με προορισμό το Ηράκλειο και από το Ηράκλειο απέπλεε στις 21.30 με προορισμό τον Πειραιά, όπου κατέπλεε στις 06.30 της επομένης. Κατά το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, από 21-06-2021 έως 11-08-2021, αυτό εκτελούσε καθημερινώς το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο Κρήτης με αναχώρηση από το λιμάνι του Πειραιά στις 21.00, άφιξη στο Ηράκλειο στις 06.30 της επομένης, αναχώρηση από το Ηράκλειο στις 21.00 και άφιξη στον Πειραιά στις 06.30 της επομένης. Επίσης το πλοίο για ορισμένες ημέρες, εκτός του ανωτέρω δρομολογίου, εκτελούσε και ημερήσια (διπλά) δρομολόγια στη γραμμή Πειραιάς – Ηράκλειο. Συγκεκριμένα, το πλοίο την 01-08-2021 (Κυριακή) και την 06-08-2021 (Παρασκευή), αναχώρησε επιπλέον από το Ηράκλειο στις 10.00 (έχοντας καταπλεύσει εκεί στις 06.30), έφτασε στον Πειραιά στις 18.45, αναχώρησε στις 21.00 της ίδιας ημέρας και έφτασε Ηράκλειο στις 06.30 της επομένης. Επίσης στις 08-08-2021 (Κυριακή), αναχώρησε επιπλέον από τον Πειραιά στις 10.00 (έχοντας καταπλεύσει εκεί στις 06.30), έφτασε στο Ηράκλειο στις 18.30, αναχώρησε στις 21.00 της ίδιας ημέρας και έφτασε στον Πειραιά στις 06.30 της επομένης. Η χρονική διάρκεια της καθ’ ημέραν εργασίας του ενάγοντος κατά τα παραπάνω διαστήματα που τα πλοία εκτελούσαν ακτοπλοϊκά δρομολόγια δεν ήταν επακριβώς καθορισμένη, αλλά επηρεαζόταν από την αυξομείωση της κίνησης των επιβατών και των οχημάτων καθώς και από τις συνθήκες κάθε φορά της ναυτικής αποστολής του πλοίου. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι τα ανωτέρω πλοία εξυπηρετούσαν ακτοπλοϊκή γραμμή με αυξημένη επιβατική κίνηση, ακόμη και τους χειμερινούς μήνες, τη φύση και το αντικείμενο της απασχόλησής του ενάγοντος, τον επιμερισμό των εργασιών μεταξύ του προσωπικού γενικών καθηκόντων, την ύπαρξη της προβλεπόμενης σύνθεσης για το προσωπικό αυτό, τις ανάγκες που κάλυπταν τα ανωτέρω πλοία, συνεκτιμημένου και του γεγονότος ότι η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα σταθερά κάθε μήνα διάφορα χρηματικά ποσά για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο μέσος όρος της συνολικής (όχι εξαιρετικής αλλά) καθημερινής απασχόλησής του καθ’ όλη τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του στα ανωτέρω πλοία ήταν ι) κατά το διάστημα που τα πλοία εκτελούσαν ένα δρομολόγιο τις μεν καθημερινές και Κυριακές επί τέσσερις (4) ώρες την ημέρα, τα δε Σάββατα και τις αργίες επί δώδεκα (12) ώρες την ημέρα και ιι) κατά το διάστημα που τα πλοία εκτελούσαν και ημερήσια δρομολόγια ή επεκτείνονταν τα δρομολόγια προς Μήλο, τις μεν καθημερινές και Κυριακές επί έξι (6) ώρες την ημέρα, τα δε Σάββατα και τις αργίες επί δεκατέσσερις (14) ώρες την ημέρα, κατά μερική μόνο παραδοχή του δεύτερου λόγου της έφεσης του ενάγοντος – εκκαλούντος της υπό στοιχ.Α) έφεσης, με τον οποίο ισχυρίζεται ότι καθ’όλο το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του εργαζόταν επί τουλάχιστον 13 ώρες ημερησίως, πλην των ημερών που το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα και επιστροφή και των ημερών που το πλοίο πραγματοποιούσε και ημερήσια δρομολόγια, που εργαζόταν επί 16 ώρες ημερησίως και απορριπτόμενου ως αβάσιμου του δεύτερου λόγου της έφεσης της εναγομένης (υπό στοιχ. Β), με τον οποίο ισχυρίζεται ότι η ημερήσια απασχόληση του ενάγοντος δεν ξεπερνούσε τις 10 ώρες. Οι μαρτυρίες των ενόρκως καταθεσάντων ναυτικών, για λογαριασμό του ενάγοντος, ……………, οι οποίοι συνυπηρέτησαν με τον ενάγοντα, με την ειδικότητα είτε του θαλαμηπόλου είτε του επίκουρου, στα επίδικα πλοία, σε διάφορα χρονικά διαστήματα, περί καθημερινής απασχόλησής του, κατά μέσον όρο επί 13 έως 13,5 ώρες ημερησίως κατά το χρονικό διάστημα που το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο Κρήτης και επί 16 έως 17 ώρες κατά το λοιπό χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος, κρίνεται υπερβολική, καθώς τέτοια συνεχής εργασία, κυρίως σωματική, παρεχόμενη επί σειρά μηνών επί καθημερινής βάσης, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας θα οδηγούσε τον ενάγοντα ναυτικό στα όρια της σωματικής του αντοχής. Αντιστοίχως, υπερβολική, κατά το μέρος που αφορά μικρότερο των 12 ωρών ημερησίως μέσον όρο απασχόλησης του ενάγοντος προς εκτέλεση των άνω καθηκόντων του, κρίνεται η μαρτυρία του μάρτυρα ανταπόδειξης, …………., ο οποίος υπηρέτησε ως Προϊστάμενος Αρχιθαλαμηπόλος στα ένδικα πλοία κατά το χρονικό διάστημα από 4.1.2019 έως 19.2.2019, από 10.4.2019 έως 23.9.2019, από 24.10.2019 έως 25.10.2019 και από 16.12.2019 έως 11.1.2020 και από 21.6.2020 έως 23.6.2020, με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και συνεκτιμώμενης της κατάθεσης του άνω μάρτυρος απόδειξης κατά το σχετικό μέρος της, ενώ και η ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος ανταπόδειξης …………., διευθυντή του λογιστηρίου της εναγομένης, ως προς το χρόνο απασχόλησης του ενάγοντος, επίσης δεν κρίνεται πειστική, καθόσον αυτός δεν είχε άμεση αντίληψη των συνθηκών εργασίας αφού δεν εργάζεται επί του πλοίου. Το γεγονός δε ότι τα ως άνω πλοία κατά τα επίδικα αυτά χρονικά διαστήματα είχαν πλήρη την οργανική σύνθεση πληρώματος δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς το μέσον όρο της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος που πραγματοποιούνταν καθημερινά, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (Κ.Δ.Ν.Δ., Φ.Ε.Κ. Α 261/3.10.1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια αυτού κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν υποδηλώνει ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (Εφ.Πειρ. 655/2022, Εφ.Πειρ. 569/2022, Εφ.Πειρ. 423/2021, www.efeteio-peir.gr), ενώ το γεγονός ότι η άνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν πλήρως στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η εναγομένη, διά του προεστημένου οργάνου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 157 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 της των ως άνω ΣΣΝΕ, καθώς και το ότι ο ενάγων υπέγραφε στο εν λόγω βιβλίο, καθώς και στις αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών αυτού (Εφ.Πειρ. 155/2023, Εφ.Πειρ. 577/2022, Εφ.Πειρ. 304/2020, Εφ.Πειρ. 274/2019, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 716/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), επιπλέον δε, είναι κοινώς γνωστό ότι δεν είναι σύνηθες οι ναυτικοί που υπηρετούν σε ένα πλοίο να διατυπώνουν επιφυλάξεις στις σχετικές καταστάσεις, προφανώς από φόβο ότι μπορεί να δυσαρεστήσουν τον εργοδότη και να διακινδυνεύσουν τη θέση εργασίας τους. Εξάλλου, κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, η οποία συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3, 174, 180, 679 Α.Κ, 8 ν. 2112/1920 και 8 παρ. 4 Ν. 4020/1959, κάθε παραίτηση του εργαζόμενου από το δικαίωμα λήψης των νόμιμων αποδοχών, επιδομάτων ή άλλων από την εργασία του παροχών, έστω και υπό τη μορφή άφεσης χρέους κατ’ άρθρο 454 ΑΚ, είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη (Α.Π. 587/2006, Εφ.Πειρ. 18/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 304/2020, www.efeteio-peir.gr). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε ότι ο ενάγων στα πλαίσια της ειδικότητας του θαλαμηπόλου, εργαζόταν στα άνω πλοία επί 12 ώρες ημερησίως κατά το διάστημα που αυτά εκτελούσαν ένα δρομολόγιο, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, ενώ σφάλμα εντοπίζεται στην κρίση του μόνο όσον αφορά το χρόνο απασχόλησης του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα που τα πλοία εκτελούσαν και ημερήσια δρομολόγια ή αυτά επεκτείνονταν και προς το λιμάνι της Μήλου. Περαιτέρω η εναγομένη προέβαλε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ένσταση παραγραφής των ενδίκων αξιώσεων του ενάγοντος, που αφορούν στο έτος 2019, η οποία ερευνώμενη κατ΄ουσίαν έγινε δεκτή ως βάσιμη. Ο ενάγων – εκκαλών, με τον πρώτο λόγο της έφεσής του (υπό στοιχ. Α), παραπονείται ότι η εκκαλουμένη, κατ’εσφαλμένη κρίση, αποδέχθηκε την ένσταση παραγραφής και απέρριψε στο σύνολό τους τις αξιώσεις του από τη ναυτολόγησή του ως θαλαμηπόλος στο πλοίο <<ΚΠ>> για το έτος 2019, ενώ ορθά εάν έκρινε, έπρεπε, εφαρμοζόμενης συνδυαστικά της ειδικής διάταξης του άρθρου 83 του ν.4790/2021 (με την οποία ρυθμίστηκαν ζητήματα αναστολής των νομίμων και δικαστικών προθεσμιών για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων και άλλων ενεργειών ενώπιον των υπηρεσιών των δικαστηρίων καθώς και η παραγραφή των συναφών αξιώσεων, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της πανδημίας Covid 19) και της γενικής διάταξης του άρθρου 257 ΑΚ, να δεχθεί ότι κατά το χρόνο άσκησης της ένδικης αγωγής δεν είχε συμπληρωθεί η παραγραφή των ανωτέρω αξιώσεών του. Ο λόγος αυτός, με τον οποίο αποδίδεται στην εκκαλουμένη, η προαναφερόμενη πλημμέλεια, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Ειδικότερα, για τις αξιώσεις του ενάγοντος που αφορούν το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του κατά το έτος 2019, ο χρόνος παραγραφής άρχισε την 1.1.2020 και συμπληρώθηκε την 31.12.2020 (άρθρ. 289 παρ.1 και 291 παρ.1 ΚΙΝΔ) Κατά το χρονικό διάστημα από 07.11.2020 έως 05.04.2021 επιβλήθηκε προσωρινή αναστολή λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων και αναστολή των νομίμων και δικαστικών προθεσμιών για τη διενέργεια δικαδικαστικών πράξεων και άλλων ενεργειών ενώπιον των υπηρεσιών των δικαστηρίων καθώς και η παραγραφή των συναφών αξιώσεων (σχετ. οι ΚΥΑ Δ1α/ΓΠ.Οικ 71342, 76629, 78363, 80189, 2, 1293, 3060, 4492, 6877, 8378, 9147, 9769, 10969, 12639, 13805, 14453, 16320, 17698, 1887, ΦΕΚ Β’ 4899/6.11.2020, 5255/28.11.2020, 5350/5.12.2020, 5486/12.12.2020, 1/2-1-2020, 30/8.1.2021, 89/16.1.2021, 186/23.1.2021, 341/29.1.2021, 454/5.2.2021, 534/10.2.2021, 586/13.2.2021, 648/20.2.2021, 793/27.2.2021, 843/3.3.2021, 895/6.3.2021, 996/13.3.2021, 1076/20.3.2021, 1194/27.3.2021 αντίστοιχα). Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 83 του ν.4790/2021 <<α) Το χρονικό διάστημα από τις 7.11.2020 έως και την ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας, δυνάμει της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 11 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’55), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν.4682/2020 (Α’ 76), δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, συμβολαιογράφων ως υπαλλήλων του πλειστηριασμού, υποθηκοφυλακείων, κτηματολογικών γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων, καθώς και στις προθεσμίες παραγραφής των συναφών αξιώσεων. Μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου, οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από το νόμο προθεσμία. Οι προθεσμίες που ανεστάλησαν κατά τα προηγούμενα εδάφια, δεν συμπληρώνονται, εάν δεν παρέλθουν επιπλέον δέκα (10) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους>>. Συνακόλουθα, το χρονικό διάστημα από 7.11.2020 έως 31.12.2020 και συνολικά χρονικό διάστημα 55 ημερών, δεν συνυπολογίζεται για τη συμπλήρωση της ενιαύσιας παραγραφής. Συνεπώς από την 6.4.2021, οπότε έληξε η αναστολή, εκκίνησε εκ νέου η προθεσμία για το υπολειπόμενο χρονικό διάστημα των 55 ημερών, το οποίο συμπληρώθηκε μετά και την παρέλευση των 10 ημερών από την προβλεπόμενη λήξη του, ήτοι συνολικά 65 ημερών, στις 10.6.2021. Δεδομένου ότι η ένδικη αγωγή επιδόθηκε στην εναγομένη την 1.10.2021 (βλ. υπ’αριθ. …../1.10.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Ανατολικής Κρήτης με έδρα το Πρωτοδικείο Ηρακλείου, …….), οι αξιώσεις του ενάγοντος που αφορούν στο έτος 2019 έχουν υποπέσει σε παραγραφή. Στο χρονικό διάστημα που δεν συνυπολογίζεται για τη συμπλήρωση της ενιαύσιας παραγραφής, δεν περιλαμβάνεται ο χρόνος προσωρινής αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων από 13.3.2020 έως 31.5.2020 (που προβλέπεται στις ΚΥΑ Δ1α/ΓΠ.Οικ. 17734, 18176, 21159, 26804, 30340, ΦΕΚ Β/833/12.3.2020, 864/15.3.2020, 1074/27.3.2020, 1301/11.4.2020, 1588/25.4.2020 και 1857/15.5.2020 αντίστοιχα), καθόσον μετά τη λήξη του (στις 31.5.2020) και έως την έναρξη του χρονικού διαστήματος της επόμενης αναστολής (7.11.2020 έως 6.4.2021), εντός της οποίας, όπως προαναφέρθηκε, συμπληρώθηκε η ενιαύσια παραγραφή, ο ενάγων δεν εμποδίστηκε να ασκήσει την ένδικη αγωγή. Επισημαίνεται επίσης ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 257 ΑΚ, όπως εσφαλμένα ισχυρίζεται ο ενάγων – εκκαλών της υπό στοιχ. Α) έφεσης με τον κρινόμενο (πρώτο) λόγο αυτής, καθόσον η διάταξη του άρθρου 83 του ν.4790/2021, ως ειδικότερη, ορίζει επακριβώς το χρόνο αναστολής, την έναρξη και τη συμπλήρωση των προθεσμιών που ανεστάλησαν, χωρίς να καταλείπεται κενό προκειμένου να εφαρμοσθεί το άρθρο 257 ΑΚ. Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκανε δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη την ανωτέρω ένσταση παραγραφής, έστω με αιτιολογία, που εν μέρει αντικαθίσταται με αυτήν της παρούσας (άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ.), δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Μετά ταύτα, με βάση την παραδοχή της εκκαλουμένης ως προς τον αριθμό των ωρών της εργασίας του ενάγοντος, διορθούμενη μόνο ως προς το σημείο που προαναφέρθηκε, ο τελευταίος δικαιούται: Α. Για το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του στο πλοίο <<ΚΠ>> το έτος 2020: Ι) Για αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης τα Σάββατα και τις αργίες: ι) κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 25.1.2020 για 4 Σάββατα και 2 αργίες και συνολικά 6 ημέρες, το ποσό των (6 ημέρες χ 14 ώρες χ 10,44 ευρώ αμοιβή υπερωριακής εργασίας =) 876,96 ευρώ και ιι) κατά το χρονικό διάστημα από 26.1.2020 έως 4.2.2020 για 1 Σάββατο, ήτοι για 1 ημέρα, το ποσό των (12 ώρες χ 10,44=) 125,28 ευρώ, ΙΙ) Για αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης τις καθημερινές και Κυριακές ι) κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 25.1.2020 για 16 καθημερινές και 3 Κυριακές και συνολικά για 19 ημέρες, το ποσό των (19 ημέρες χ 6 ώρες χ 8,70=) 991,80 ευρώ και ιι) κατά το χρονικό διάστημα από 26.1.2020 έως 4.2.2020 για 7 καθημερινές και 2 Κυριακές και συνολικά για 9 ημέρες, το ποσό των (9 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 =) 313,20 ευρώ και συνολικά το ποσό των 2.307,24 ευρώ, έναντι των οποίων έλαβε για το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 31.1.2020 το ποσό των 396,95 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 330,79 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών και για το χρονικό διάστημα από 1.2.2020 έως 4.2.2020 το ποσό των 52,96 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 44,13 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών και συνεπώς δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 1.482,41 ευρώ. Β) Για το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του στο πλοίο <<ΚΣ>> το έτος 2020: Ι) Για αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης τα Σάββατα και τις αργίες: ι) κατά το χρονικό διάστημα από 14.5.2020 έως 30.6.2020, από 11.9.2020 έως 1.10.2020 και από 1.12.2020 έως 31.12.2020 για 13 Σάββατα και 5 αργίες και συνολικά για 18 ημέρες, το ποσό των (18 ημέρες χ 12 ώρες χ 10,44 ευρώ=) 2.255,04 ευρώ και ιι) κατά το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 10.9.2020 για 9 Σάββατα και 1 αργία και συνολικά για 10 ημέρες το ποσό των (10 ημέρες χ 14 ώρες χ 10,44 ευρώ=) 1.461,60 ευρώ, ΙΙ) Για αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης τις καθημερινές και Κυριακές ι) κατά το χρονικό διάστημα από 14.5.2020 έως 30.6.2020, από 11.9.2020 έως 1.10.2020 και από 1.12.2020 έως 31.12.2020 για 69 καθημερινές και 13 Κυριακές και συνολικά για 82 ημέρες, το ποσό των (82 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70=) 2.853,60 ευρώ και ιι) κατά το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 10.9.2020 για 52 καθημερινές και 10 Κυριακές και συνολικά για 62 ημέρες, το ποσό των (62 ημέρες χ 6 ώρες χ 8,70=) 3.236,40 ευρώ και συνολικά το ποσό των 9.806,64 ευρώ, έναντι των οποίων έλαβε για το χρονικό διάστημα από 14.5.2020 έως 31.5.2020 το ποσό των 219,37 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 109,68 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 1.6.2020 έως 30.6.2020 το ποσό των 396,95 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 130,57 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 31.7.2020 το ποσό των 417,84 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 391,72 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 1.8.2020 έως 31.8.2020 το ποσό των 417,84 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 391,72 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 1.9.2020 έως 10.9.2020 το ποσό των 139,24 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 130,57 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 11.9.2020 έως 30.9.2020 το ποσό των 243,70 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 179,93 ευρώ υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για την 1.10.2020 το ποσό των 12,22 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 8,97 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 1.12.2020 έως 31.12.2020 το ποσό των 396,95 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 330,79 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών και συνολικά το ποσό των 3.918,06 ευρώ και συνεπώς δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 5.888,58 ευρώ. Γ) Για το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του στο πλοίο <<ΚΣ>> το έτος 2021, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως 11.1.2021: ι) Για αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης για 2 Σάββατα και 2 αργίες και συνολικά για 4 ημέρες, το ποσό των (4 ημέρες χ 12 ώρες χ 10,44 ευρώ=) 501,12 ευρώ και ιι) για αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης για 5 καθημερινές και 2 Κυριακές και συνολικά για 7 ημέρες, το ποσό των (7 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70=) 243,60 και συνολικά το ποσό των 744,72 ευρώ, έναντι των οποίων έλαβε για το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως 11.1.2021 το ποσό των 145,51 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 121,26 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών και συνολικά το ποσό των 266,77 ευρώ και συνεπώς δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 477,95 ευρώ. Δ) Για το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του στο πλοίο <<ΦΠ>>, το έτος 2021: Ι) Για αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης ι) κατά το χρονικό διάστημα από 21.6.2021 έως 11.8.2021 για 7 Σάββατα, το ποσό των (7 ημέρες χ 12 ώρες χ 10,44 ευρώ=) 876,96 ευρω και ιι) κατά τις ημέρες του ανωτέρω διαστήματος που το πλοίο εκτελούσε διπλά δρομολόγια καθώς και κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2021 έως 20.6.2021, για 11 Σάββατα και 4 αργίες, ήτοι για 15 ημέρες το ποσό των (15 ημέρες χ 14 ώρες χ 10,44 ευρώ=) 2.192,40 ευρώ, ΙΙ) Για αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης τις καθημερινές και Κυριακές ι) κατά το χρονικό διάστημα από 21.6.2021 έως 11.8.2021 για 37 καθημερινές και 5 Κυριακές, ήτοι συνολικά για 42 ημέρες, το ποσό των (42 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,70 ευρώ=) 1.461,60 ευρώ και ιι) κατά τις ημέρες του ανωτέρω διαστήματος που το πλοίο εκτελούσε διπλά δρομολόγια καθώς και κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2021 έως 20.6.2021, για 55 καθημερινές και 14 Κυριακές, ήτοι συνολικά για 69 ημέρες, το ποσό των (69 ημέρες χ 6 ώρες χ 8,70=) 3.601,80 ευρώ και συνολικά το ποσό των 8.132,76 ευρώ, έναντι των οποίων έλαβε για το χρονικό διάστημα από 1.4.2021 έως 30.4.2021 το ποσό των 396,95 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 330,79 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 1.5.2021 έως 31.5.2021 το ποσό των 396,95 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 330,79 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 1.6.2021 έως 30.6.2021 το ποσό των 396,95 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 330,79 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 1.7.2021 έως 31.7.2021 το ποσό των 365,61 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 269,85 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, για το χρονικό διάστημα από 1.8.2021 έως 11.8.2021 το ποσό των 134,02 ευρώ για υπερωρίες Σαββάτων και αργιών και το ποσό των 98,98 ευρώ για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών και συνολικά το ποσό των 3.051,68 ευρώ και συνεπώς δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 5.081,08 ευρώ. Οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος ανέρχονταν στο ποσό των [1.204,77 ευρώ μισθός ενεργείας + 265,05 ευρώ επίδομα Κυριακών + 36,64 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 599,40 ευρώ αντίτιμο τροφής + 433,95 ευρώ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας + (12.113,88 ευρώ συνολικές αποδοχές υπερωριακής εργασίας έτους 2020 /207 ημέρες εργασίας = 58,53 χ 30 ημέρες =) 1.755,90 ευρώ μέσος όρος αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης και συνολικά] 4.295,71 ευρώ, συνεπώς αυτός δικαιούται α) για αναλογία δώρου Πάσχα 2020, δεδομένου ότι εργάσθηκε στο πλοίο <<ΚΠ>> από 1.1.2020 έως 4.2.2020 (συνολικά 35 ημέρες) ποσό ίσο με 1/15 του συνολικού μηνιαίου μισθού του για κάθε 8 ημέρες εργασίας, επομένως δικαιούται 4.295,71 ευρώ χ 1/2 χ 1/15 για κάθε οκταήμερο εργασίας χ 4,37 οκταήμερα, ίσον 625,75 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 393,73 ευρώ και συνεπώς δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 232.02 ευρώ, β) για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2020, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 14.5.2020 έως 1.10.2020 και από 1.12.2020 έως 31.12.2020, ήτοι για 172 ημέρες στο πλοίο <<ΚΣ>>, το ποσό των (μηνιαίες αποδοχές 4.295,71 ευρώ Χ 2/25 για κάθε δεκαεννιαήμερο χ 9,05 δεκαεννιαήμερα=) 3.110,10 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.935,22 ευρώ και συνεπώς δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 1.174,88 ευρώ, γ) για αναλογία δώρου Πάσχα 2021, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 1.1.2021 έως 11.1.2021 ήτοι για 11 ημέρες στο πλοίο <<ΚΣ>> το ποσό των [μηνιαίες αποδοχές (1.204,77 ευρώ μισθός ενεργείας + 265,05 ευρώ επίδομα Κυριακών + 36,64 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 599,40 ευρώ αντίτιμο τροφής + 433,95 ευρώ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας + (8.877,48 ευρώ συνολικές αποδοχές υπερωριακής εργασίας έτους 2021 /144 ημέρες εργασίας = 61,65 χ 30 ημέρες =) 1.849,50 ευρώ μέσος όρος αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης και συνολικά=] 4.389,31 ευρώ χ 1/2 χ 1/5 για κάθε οκταήμερο εργασίας επί 1,38 οκταήμερα=) 201,91 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 127,85 ευρώ και συνεπώς δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 74,06 ευρώ, δ) για αναλογία δώρου Πάσχα 2021, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 1.4.2021 έως 30.4.2021, ήτοι για 30 ημέρες στο πλοίο <<ΦΠ>> το ποσό των (μηνιαίες αποδοχές 4.389,31 ευρώ χ 1/2 χ 1/15 για κάθε οκταήμερο εργασίας χ 3,75 οκταήμερα=) 548,67 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 347,41 ευρώ και συνεπώς δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 201,26 ευρώ, ε) για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2021, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 1.5.2021 έως 11.8.2021, ήτοι για 103 ημέρες στο πλοίο <<ΦΠ>>, το ποσό των (μηνιαίες αποδοχές 4.389,31 ευρώ Χ 2/25 για κάθε δεκαεννιαήμερο χ 5,42 δεκαεννιαήμερα=) 1.903,21 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.154,40 ευρώ και συνεπώς δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 748,81 ευρώ. Ενόψει των προεκτεθέντων, ο τρίτος λόγος της υπό στοιχ.Α) έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος αυτού, με το οποίο ο εκκαλών – ενάγων παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλόμενων σε αυτόν δώρων εορτών των ετών 2020 και 2021 ως μέσος όρος της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας, ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς του είναι μεγαλύτερος του υπολογισθέντος, πρέπει να γίνει δεκτός εν μέρει ως βάσιμος, ενώ ο ανωτέρω λόγος, κατά το δεύτερο σκέλος αυτού με το οποίο παραπονείται ότι δεν συνυπολογίστηκε στις μηνιαίες αποδοχές του για τον καθορισμό των δώρων εορτών των ανωτέρω ετών, η πρόσθετη ειδική αμοιβή για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, ως μέσος όρος της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχ. ΙΙ] νομική σκέψη της παρούσας, καθώς, όπως κατωτέρω εκτίθεται, η εν λόγω αμοιβή δεν καταβάλλονταν σταθερά και μόνιμα. Περαιτέρω το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι ο ενάγων έπρεπε να λάβει α) για το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του από 1.1.2020 έως 31.1.2020 στο πλοίο <<ΚΠ>>, 2 διανυκτερεύσεις, οι οποίες δεν του χορηγήθηκαν και συνεπώς δικαιούται ως αποζημίωση το ποσό των [(μισθός ενεργείας 1.204,77 : 22=) 54,76 ευρώ χ 2 ημέρες=] 109,52 ευρώ, β) για το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του από 1.6.2020 έως 30.9.2020 και από 1.12.2020 έως 31.12.2020 στο πλοίο <<ΚΣ>>, 2 διανυκτερεύσεις κάθε μήνα εκτός των μηνών Ιουλίου, Αυγούστου και Σεπτεμβρίου που δικαιούνταν 1 διανυκτέρευση και συνολικά 7 διανυκτερεύσεις, έναντι των οποίων του χορηγήθηκαν 2 διανυκτερεύσεις τον Ιούνιο, 1 τον Αύγουστο, 1 το Σεπτέμβριο και 1 το Δεκέμβριο, όπως προκύπτει από το ημερολόγιο του πλοίου και συνεπώς δικαιούται ως αποζημίωση για 2 μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις το ποσό των [(μισθός ενεργείας 1.204,77:22=) 54,76 ευρώ χ 2 ημέρες =] 109,52 ευρώ, γ) για το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του από 1.4.2021 έως 31.7.2021 στο πλοίο <<ΦΠ>>, 2 διανυκτερεύσεις κάθε μήνα εκτός του μηνός Ιουλίου που δικαιούνταν 1 διανυκτέρευση και συνολικά 7 διανυκτερεύσεις έναντι των οποίων του χορηγήθηκαν 1 διανυκτέρευση τον Απρίλιο, 1 τον Μάιο, 1 τον Ιούνιο και 2 τον Ιούλιο και συνεπώς δικαιούται ωε αποζημίωση για 2 μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις το ποσό των ](1.204,77 ευρώ μισθός ενεργείας: 22=) 54,76 ευρώ χ 2 ημέρες=]109,52 ευρώ. Τα κονδύλια αυτά δεν προσβλήθηκαν με λόγο έφεσης από κανέναν από τους διαδίκους. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι Α) κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του ενάγοντος στο πλοίο <<ΚΣ>>, από 1.7.2020 έως 10.9.2020 καθημερινά από Δευτέρα έως Παρασκευή (72 ημέρες, ήτοι 10,28 εβδομάδες), το πλοίο αναχωρούσε 4 ώρες και 30 λεπτά της ώρας, (αφ, 22.30 – αν. 00.00) ήτοι 4,50 ώρες προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από τον κατάπλου του στο λιμάνι των Χανίων (Σούδα). Επομένως εβδομαδιαίως πραγματοποιούσε 22,50 ώρες πρόωρης αναχώρησης από το λιμάνι αφετηρίας (4,50 ώρες χ 5 ημέρες την εβδομάδα). Επομένως το πλοίο εκτέλεσε 28,88 εξπρές δρομολόγια (22,50 ώρες πρόωρης αναχώρησης : 8 = 2,81 εξπρές δρομολόγια εβδομαδιαίως χ 10,28 εβδομάδες = 28,88 εξπρές δρομολόγια). Επίσης από 1.7.2020 έως 10.9.2020, κάθε Σάββατο και Κυριακή (72 ημέρες ήτοι 10,28 εβδομάδες), το πλοίο αναχωρούσε 1 ώρα και 30 λεπτά της ώρας, ήτοι 4,50 ώρες (αφ.18.00 – αν. 22.30) προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από τον κατάπλου του στο λιμάνι των Χανίων (Σούδα). Επομένως εβδομαδιαίως πραγματοποιούσε 3 ώρες πρόωρης αναχώρησης από το λιμάνι αφετηρίας (1,50 ώρες χ 2 ημέρες την εβδομάδα), ήτοι το πλοίο εκτέλεσε τουλάχιστον 3,85 εξπρές δρομολόγια (3 ώρες τουλάχιστον πρόωρης αναχώρησης την εβδομάδα : 8 = 0,37 εξπρές δρομολόγια εβδομαδιαίως χ 10,28 εβδομάδες = 3,85 εξπρές δρομολόγια). Συνεπώς το πλοίο πραγματοποίησε συνολικά 32,73 δρομολόγια εξπρές και δικαιούται (μηνιαίες αποδοχές 4.295 ευρώ χ 1/30 χ 32,73 εξπρές δρομολόγια =) 4.685,85 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 411,48 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί και επομένως δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 4.274,37 ευρώ, Β) κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του ενάγοντος στο πλοίο <<ΦΠ>>, από 1.8.2021 έως 8.8.2021, τις δύο Κυριακές (8 ημέρες ήτοι 1,14 εβδομάδες), το πλοίο αναχωρούσε καθημερινά 3 ώρες και σαράντα πέντε λεπτά της ώρας, ήτοι 3,75 ώρες (αφ.18.45 – αν.21.00) προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από τον κατάλου του στο λιμάνι του Πειραιά. Επομένως πραγματοποίησε εβδομαδιαίως 7,50 ώρες πρόωρης αναχώρησης από το λιμάνι αφετηρίας (3,75 ώρες χ 2 ημέρες την εβδομάδα) και εκτέλεσε 1,06 εξπρές δρομολόγιο (7,50 ώρες τουλάχιστον πρόωρης αναχώρησης την εβδομάδα :8 = 0,93 εξπρές δρομολόγια εβδομαδιαίως χ 1,14 εβδομάδες = 1,06 εξπρές δρομολόγια). Συνεπώς το πλοίο πραγματοποίησε 1,06 εξπρές δρομολόγια και δικαιούται για την αιτία αυτή (μηνιαίες αποδοχές 4.389,31 ευρώ χ 1/30 χ 1,06 εξπρές δρομολόγια=) 155,09 ευρώ. Επίσης από 1.8.2021 έως 8.8.2021, την Παρασκευή (8 ημέρες = 1,14 εβδομάδες), το πλοίο αναχώρησε 3 ώρες και τριάντα λεπτά της ώρας, ήτοι 3,50 ώρες (αφ. 18.30 – αν.21.00) προ της συμπληρώσεως 6 ετών από τον κατάπλου του στο λιμάνι του Ηρακλείου. Επομένως πραγματοποίησε εβδομαδιαίως 3,50 ώρες πρόωρης αναχώρησης από λιμάνι αφετηρίας και εκτέλεσε τουλάχιστον 0,49 δρομολόγια (3.50 τουλάχιστον ώρες πρόωρης αναχώρησης την εβδομάδα : 8 = 0,43 εξπρές δρομολόγια εβδομαδιαίως χ 1,14 εβδομάδες = 0,49 εξπρές δρομολόγια). Συνεπώς το πλοίο πραγματοίησε 0,49 εξπρές δρομολόγια και δικαιούται για την αιτία αυτή (μηνιαίες αποδοχές 4.389,31 ευρώ χ 1/30 χ 0,49 εξπρές δρομολόγια =) 71,70 ευρώ. Ενόψει των προεκτεθέντων, ο πρώτος λόγος της υπό στοιχ. Β) έφεσης, με τον οποίο η εναγομένη – εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά την πραγματοποίηση δρομολογίων εξπρές κατά το χρονικό διάστημα που τα επίδικα πλοία εκτελούσαν το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο, Πειραιάς – Χανιά και Πειραιάς – Ηράκλειο – Χανιά, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, ο τέταρτος λόγος της υπό στοιχ. Α) έφεσης, με τον οποίο ο ενάγων – εκκαλών παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, με σκοπό τον καθορισμό της οφειλόμενης σε αυτόν αμοιβής δρομολογίων εξπρές για τα έτη 2020 και 2021 ως μέσος όρος της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας, ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς του είναι μεγαλύτερος του υπολογισθέντος, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ως βάσιμος.
Κατά το άρθρο 3 § 1 του Ν. 3239/1955, η ατομική σύμβαση εργασίας, που καταρτίζεται από πρόσωπο δεσμευόμενο από συλλογική σύμβαση εργασίας, θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους θεσπισθέντες με αυτήν την τελευταία όρους, οι δε αντίθετες ατομικές συμφωνίες είναι άκυρες. Όμως, όροι ατομικής εργασιακής συμβάσεως, ευνοϊκότεροι για το μισθωτό από αυτούς της συλλογικής σύμβασης, είναι επικρατέστεροι. Εκ τούτων, συνάγεται ότι, εάν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπόμενων από τη συλλογική σύμβαση και περιελήφθη όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις πέραν των νομίμων καταβαλλόμενες, ο όρος είναι ισχυρός. Τούτο ισχύει όχι μόνο για τις αποδοχές που υφίστανται κατά το χρόνο συνάψεως της ατομικής εργασιακής σύμβασης αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες που θα θεσπιστούν μετά την κατάρτιση της ατομικής σύμβασης. Τα ανωτέρω ισχύουν ομοίως και για αξιώσεις από ναυτική εργασία, που θεμελιώνονται σε ειδικές διατάξεις (ΑΠ 516/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 465/2009, ΕΝαυτΔ 2009/276). Μάλιστα, στη ναυτική πρακτική, η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, στον οποίο περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές που προβλέπονται από την οικεία ΣΣΝΕ, ονομάζεται «κλειστός μισθός» και είναι έγκυρη κατ’ άρθρο 361 ΑΚ, με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον συμβατικό «κλειστό» μισθό, διαφορετικά, αν δηλαδή ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η σχετική συμφωνία δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, Δνη 44/160 = ΔΕΝ 2002/1314, ΜονΕφΠειρ. 361/2013, ΕΝαυτΔ 2013/208, ΕφΠειρ 391/2009, ΕΝαυτΔ 2009/283, ΕφΠειρ 429/2008, ΕΝαυτΔ 2008/284, ΕφΠειρ 30/2008, ΕΝαυτΔ 2008/106). Η έννοια του «κλειστού» μισθού, που προϋποθέτει υφιστάμενο ένα νόμιμα καθοριζόμενο όριο ελάχιστων αποδοχών του εργαζομένου, περιλαμβάνει και τη συμφωνία ότι οι υπέρτερες αποδοχές καταλογίζονται στα τυχόν ήδη καταβαλλόμενα ή και μελλοντικά επιδόματα, χωρίς ανάγκη άλλου ειδικού καθορισμού αυτών των τελευταίων (ΜονΕφΠειρ. 369/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, εάν συμφωνηθεί στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται τακτικώς και παγίως στο ναυτικό, κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπομένου από την οικεία ΣΣΝΕ μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία «επιμίσθιο», ως αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας του, της δραστηριότητας και του ζήλου του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, χωρίς πρόβλεψη περί καταλογισμού αυτού προς άλλες αποδοχές, το πρόσθετο τούτο ποσόν αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του εργοδότη, ελευθέρως ανακλητή ή δυνάμενη να καταλογιστεί μονομερώς προς άλλες συμβατικές αξιώσεις του ναυτικού. Αντιθέτως, το ως άνω πρόσθετο χρηματικό ποσό («επιμίσθιο») μπορεί να συμψηφιστεί προς τις προβλεπόμενες από τις οικείες ΣΣΝΕ αποδοχές στην περίπτωση, αλλά μόνον σ’ αυτήν, κατά την οποία υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση ναυτικής εργασίας περί καταλογισμού του στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή δεν έχει κάτι τέτοιο ειδικώς και ορισμένως συμφωνηθεί, ο εργοδότης δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί στον εν λόγω συμψηφισμό, γιατί με τον τρόπο αυτό θα περιόριζε μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 213/2016, ΜονΕφΠειρ. 50/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 322/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 221/2015, Δνη 2016/1405, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ο.π., ΤριμΕφΠειρ 185/2012, ΕΝαυτΔ 2012/397, ΤριμΕφΠειρ 471/2011, ΕΝαυτΔ 2011/257, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος πρώτος, 2004, άρθρο 60, σελ. 326, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 205). Πρέπει να σημειωθεί ότι, σε περίπτωση που δεν εξειδικεύονται οι αποδοχές που καλύπτει ο «κλειστός» μισθός και υπάρχει κενό στη σύμβαση εργασίας ή γεννιέται αμφιβολία περί της έννοιας των βουλήσεων που δηλώθηκαν, αν δηλαδή περιλαμβάνονται ή όχι σε αυτόν ορισμένες από τις νόμιμες απαιτήσεις του ναυτικού, ανακύπτει θέμα ερμηνείας της σύμβασης, κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, δηλαδή, όπως απαιτεί η καλή πίστη λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών (ΑΠ 1214/2010, ΕφΑΔ 2010/1322, ΑΠ 1746/2009, ΝοΒ 58/729, ΑΠ 142/2003, Δνη 44/1305, ΑΠ 737/2001, Δνη 43/723, ΑΠ 1700/1998, ΕΝαυτΔ 1999/465, ΕφΠειρ. 670/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 457/2000, ΔΕΕ 2000/895, ΕφΠειρ. 238/2024, δημ. στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς www.efeteio-peir.gr). Στην προκειμένη περίπτωση με τον τρίτο λόγο της υπό στοιχ. Β) έφεσης η εναγομένη – εκκαλούσα επαναφέρει την πρωτοδίκως προταθείσα ένσταση συμψηφισμού των οφειλομένων στον ενάγοντα, με τα ποσά που η εναγομένη ισχυρίζεται ότι κατέβαλε σε αυτόν και συγκεκριμένα :1) κατά το έτος 2020: α) ποσό 4.742,77 ευρώ για υπερωριακή εργασία Σαββάτων και αργιών, Κυριακών και καθημερινών και β) ποσό 1.665,04 ευρώ για προμήθειες θαλαμηπόλων και 2) κατά το έτος 2021 : α) ποσό 3.318,45 ευρώ για υπερωριακή εργασία Σαββάτων και αργιών, Κυριακών και καθημερινών και β) ποσό 1.002,32 ευρώ για προμήθειες θαλαμηπόλων, ισχυριζόμενη ότι η εκκαλουμένη εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη της την προταθείσα ένσταση, από την οποία προκύπτει η εξόφληση όλων των αγωγικών απαιτήσεων. Η ως άνω ένσταση συμψηφισμού, η οποία απορρίφθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως απαράδεκτη, διότι δεν καταχωρήθηκε με δήλωση της εναγομένης στα πρακτικά δημόσιας συνδρίασης ώστε να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο, παραδεκτά επαναφέρεται και προβάλλεται με τον προαναφερόμενο (τρίτο) λόγο της έφεσης (Κεραμεύς – Κονδύλης – Νίκας, Ερμηνεία ΚΠολΔ, Ενδικά Μέσα και Ανακοπές, εκδ, Σακκουλα 2020, σελ. 170 με αναφορά σε ΑΠ 1630/1983, ΝοΒ 1984.1367, Εφ.Αθ. 462/2008, ΕλλΔνη 2009, 863), ο οποίος όμως εξεταζόμενος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος διότι: α) όσον αφορά τα ποσά που η εναγομένη ισχυρίζεται ότι κατέβαλε για υπερωριακή εργασία του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα των ετών 2020 και 2021, αυτά όντως λήφθηκαν υπόψη από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και αφαιρέθηκαν από τα αντίστοιχα κονδύλια, γενομένης δεκτής της αντίστοιχης ένστασης εξόφλησης εν όλω και εν μέρει κατά περίπτωση και β) όσον αφορά τα ποσά που καταβλήθηκαν για προμήθειες θαλαμηπόλων, από τις προσκομιζόμενες από 16.12.2019, 14.05.2020, 01.12.2020 και 01.04.2021 συμβάσεις εργασίας που καταρτίστηκαν μεταξύ των διαδίκων μερών (σχετ. 1γ’, 1δ’, 1ε’ και 1στ’), αποδεικνύεται ότι, συμπεριελήφθη όρος κατά τον οποίο συμφωνήθηκε ότι «οι ως άνω αμοιβές στοιχεία β (συγκεκριμένο σταθερό ποσό για υπερωριακή αμοιβή 38 και 76 ωρών αντίστοιχα) και γ (όπου στις εν λόγω συμβάσεις είναι κενό και δεν αντιστοιχεί σε συγκεκριμένη αμοιβή) καθώς και οποιοδήποτε ποσό ήθελε καταβληθεί στο ναυτικό πέραν των προαναφερόμενων υπόκειται σε συμψηφισμό με τυχόν αξιώσεις του για παροχή υπερωριακής εργασίας>>, διότι σύμφωνα προς όσα ανωτέρω αναφέρθηκαν, ο συμβατικός αυτός όρος, ερμηνευόμενος κατά τις υποδείξεις των διατάξεων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, επιτρέπει συμψηφισμό, μόνο ως προς το σταθερό ποσό που καταβαλλόταν για υπερωρίες καθώς και σε όποιο ποσό ρητά συμφωνήθηκε ο όρος αυτός, ενώ τα λοιπά καταβαλλόμενα ποσά, μεταξύ αυτών και οι εισπράξεις από το μπαρ (πέραν του ότι αυτές αφορούσαν επιστασία ξενοδοχειακού εξοπλισμού άσχετη προς την παροχή ναυτικής εργασίας) δεν επιτρέπεται να συμψηφιστούν με πραγματοποιούμενες υπερωρίες του ή με άλλες συμβατικές υποχρεώσεις της εργοδότριας. Κατόπιν αυτών, η υπό στοιχ. Β) έφεση πρέοει να απορριφθεί ως αβάσιμη στο σύνολό της, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αυτής προς εξέταση.
Το άρθρο 346 του Α.Κ., που όριζε ότι “ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή για το ληξιπρόθεσμο χρέος”, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4055/2012, που ισχύει, κατά το άρθρο 113 του νόμου αυτού, από 02-04-2012, κατά το οποίο: “Ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή ή η διαταγή πληρωμής για το ληξιπρόθεσμο χρέος (τόκος επιδικίας). Το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας, όπως ο τελευταίος ορίζεται εκάστοτε από το νόμο ή με δικαιοπραξία. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει, εάν πριν από τη συζήτηση της αγωγής ο οφειλέτης αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως, ή εάν δεν ασκήσει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αντιστοίχως. Με αίτημα του εναγομένου το δικαστήριο δύναται κατ` εξαίρεση, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να επιδικάσει την απαίτηση με το νόμιμο ή συμβατικό τόκο υπερημερίας. Η εξαίρεση ισχύει ιδίως για τις κατ` εύλογη κρίση του δικαστηρίου επιδικαζόμενες απαιτήσεις. Από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης που επιδικάζει εντόκως χρηματική οφειλή ή απορρίπτει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει εάν δεν ασκηθεί ένδικο μέσο”. Σύμφωνα με τη νέα αυτή ρύθμιση αυξάνεται το ποσοστό των τόκων επιδικίας, προκειμένου να περιοριστούν η φιλοδικία και η άσκοπη απασχόληση των δικαστηρίων από δικαστικούς αγώνες που δεν έχουν ουσία, ενώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο οφειλέτης που, μεταξύ των άλλων, πριν από τη συζήτηση της αγωγής, αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως. Αν μάλιστα εμμένει να αντιδικεί, μολονότι ηττήθηκε πρωτοδίκως διακινδυνεύει περαιτέρω αύξηση του επιτοκίου επιδικίας, γι` αυτό και εδώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο διάδικος που ηττήθηκε, αν αποδεχθεί την οριστική απόφαση και τερματίσει την αντιδικία. Η εξαίρεση που προβλέπεται επιτρέπει στο δικαστή να σταθμίσει εκείνες τις περιπτώσεις που ο εναγόμενος ευλόγως αντιδικεί, επειδή πρόκειται για απαίτηση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης (π.χ. ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη) ή επειδή προβάλλει ένσταση συμψηφισμού (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4055/2012). Έτσι, ο νόμιμος τόκος, μετά την επίδοση της αγωγής είναι πλέον ο (αυξημένος) τόκος επιδικίας. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται ρητή μνεία γι` αυτό στη δικαστική απόφαση, ενώ, αντίθετα, απαιτείται ρητή αναφορά σ` αυτήν, όταν το δικαστήριο κατ` εξαίρεση επιδικάζει την απαίτηση με το νόμιμο ή το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας. Με βάση αυτά, σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, κατά τη σαφή πρόθεση του νομοθέτη, ο τόκος υπερημερίας πρέπει να επιδικάζεται κατ` εξαίρεση μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οφειλέτης χρηματικής απαίτησης ευλόγως αντιδικεί, δεδομένου ότι μοναδικό κριτήριο για την εξαίρεση από την επιδίκαση τόκου επιδικίας είναι το εύλογο ή όχι της αντιδικίας (ΑΠ 163/2022 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 79/2024 διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς www.efeteio-peir.gr). Με τον τελευταίο (5ο λόγο) της υπό στοιχ. Α), ο ενάγων – εκκαλών παραπονείται ότι η εκκαλουμένη απόφαση έκρινε εσφαλμένα το αποδεικτικό υλικό και επιδίκασε χωρίς ειδικότερη αιτιολογία, μόνο τόκους υπερημερίας και όχι επιδικίας. Ο λόγος αυτός όμως κρίνεται απορριπτέος διότι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ευλόγως αντιδίκησε η εναγομένη, η οποία αμφισβήτησε τόσο την ύπαρξη όσο και το ύψος των επίδικων κονδυλίων, ενώ πρόβαλλε και ένσταση συμψηφισμού. Η συγκεκριμένη υπόθεση πράγματι εμπίπτει σε αυτές τις περιπτώσεις που ο εναγόμενος ευλόγως αντιδικεί και επομένως κρίνοντας τα ίδια το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά ερμήνευσε τις προαναφερόμενες διατάξεις και εκτίμησε τις αποδείξεις ως προς το κεφάλαιο αυτό, και συνεπώς πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο σχετικός πέμπτος λόγος της υπό στοιχ. Α) έφεσης.
Κατ’ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων πρέπει να απορριφθεί η υπό στοιχ. Β) έφεση και να γίνει δεκτή εν μέρει η υπό στοιχ. Α) έφεση, κατά τους άνω ευδοκιμήσαντες λόγους αυτής, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη πληγέν και μη ανατραπέν μέρος της για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984, Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004, Πειρ. Νομ. 2004/160) και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και ουσιαστικά βάσιμη, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των (5,888,58 + 477,95 + 5.081,08 + 1.174,88 + 74,06 + 201,26 + 748,81 + 109,52 + 109,52 + 4.274,37 + 155,09 + 71,70=) 18.366,82 ευρώ και να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των (1.482,41 + 232,02 + 109,52=) 1.823,95 ευρώ με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της λήξεως της εργασιακής του σχέσης, ήτοι από 12.8.2021 μέχρις εξοφλήσεως. Τέλος, ενόψει του ότι με την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης εξαφανίζεται και η διάταξη αυτής με την οποία καθορίσθηκαν τα δικαστικά έξοδα πρέπει αυτά, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, να επιβληθούν κατά ένα μέρος σε βάρος της εναγομένης λόγω της ήττας της (άρθρα 106, 176, 178 αρ. 1, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων α) την από 29.06.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …/12-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/12-07-2022) έφεση και β) την από 04.07.2022 (στο εκδόν δικαστήριο με γεν.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/08-07-2022 και στο Εφετείο με γεν.αριθ.καταθ. …./08-07-2022 και ειδ.αριθ.καταθ. …/08-07-2022) έφεση, στρεφόμενες κατά της υπ’αριθ. 1542/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία περιουσιακών – εργατικών διαφορών).
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την από 04.07.2022 έφεση.
Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ουσίαν την από 29.06.2022 έφεση.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση.
Κρατεί και δικάζει την αγωγή κατ’ουσίαν.
Δέχεται αυτήν εν μέρει.
Αναγνωρίζει ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δεκαοκτώ χιλιάδων τριακοσίων εξήντα έξι και ογδόντα δύο λεπτών (18.366,82) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την 12.8.2021.
Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των χιλίων οκτακοσίων είκοσι τριών και ενενήντα πέντε λεπτών (1.823,95) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την 12.8.2021.
Επιβάλλει σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 14 Οκτωβρίου 2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ