Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 469/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

3ο ΤΜΗΜΑ

Αριθμός αποφάσεως  469 /2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Βασιλική Παπιγκιώτη, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών, και από τον Γραμματέα Σ.Τ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του  καλούντος- εκκαλούντος: Νομικού προσώπου με την επωνυμία «…………..», που εδρεύει στο … του Δήμου …. του Νομού …., με Α.Φ.Μ. …., που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. του Ιδρύματος, ……………., κάτοικο …….., οδός ………, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Μαρία Πράντζου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Των καθών η κλήση – εφεσίβλητων: 1) ………… και 2) ……………, οι οποίοι δεν εκπροσωπήθηκαν από  πληρεξούσιο δικηγόρο.

Το ενάγων άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 12-10-2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2021 αγωγή του, ζητώντας τα διαλαμβανόμενα σε αυτή. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 1737/2023 οριστική απόφασή του, με την οποία απέρριψε την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε  το εκκαλούν, με την από 4-7-2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά ……../2023 έφεσή του (αριθμός κατάθεσης δικογράφου και προσδιορισμού δικασίμου ενώπιον του Εφετείου Πειραιά, ……../2023), δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η 7-12-2023, οπότε και αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 4-4-2024, οπότε  και ματαιώθηκε. Ήδη, με την από 5-4-2024 κλήση του με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του Εφετείου Πειραιά …………../2024, δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας, το εκκαλούν επαναφέρει προς συζήτηση την παραπάνω έφεση.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο,  η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσε προτάσεις, με τις οποίες ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την από 5-4-2024 κλήση του εκκαλούντος νόμιμα επαναφέρεται προς συζήτηση η από 4-7-2023 έφεσή του, η οποία είχε ματαιωθεί κατά τη προσδιορισθείσα, μετά από αναβολή, δικάσιμο.

Από τις υπ’ αριθμ. …., …./11-4-2024 και ….,…./24-7-2023 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά …………., προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης έφεσης, αλλά και της κλήσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας (όσον αφορά στην κλήση), επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στους εναγόμενους εφεσίβλητους. Οι τελευταίοι, όμως, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε κατέθεσαν έγγραφη δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ότι επιθυμούν να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς την εμφάνισή τους στο ακροατήριο, με έγγραφες προτάσεις. Έτσι, η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτοί παρόντες, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της προσκομίστηκαν τα πρακτικά και οι προτάσεις των απολειπόμενων εφεσιβλήτων, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη (άρθρο 524 παρ. 4 εδ. γ και δ ΚΠολΔ).

Η φερόμενη προς συζήτηση και κρίση ενώπιον του παρόντος, αρμοδίου, καθ’ ύλην και κατά τόπον, Δικαστηρίου (άρθρα 19 και 29 ΚΠολΔ), παραπάνω έφεση, ασκήθηκε από τον, κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, πρωτοδίκως ηττηθέν διάδικο νομίμως και εμπροθέσμως με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 14-7-2023 και εντός προθεσμίας δύο ετών από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (31-5-2023), δοθέντος ότι δεν προκύπτει, ούτε το εκκαλούν επικαλείται επίδοση αυτής (άρθρα 495 – 499, 511, 513 παρ. 1β, 516, 517, 518 παρ. 2 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ. 1 εδαφ. α΄ και παρ. 7 εδαφ. α΄ του ΚΠολΔ, όπως αυτές ισχύουν μετά την – κατά περίπτωση – αντικατάσταση και τροποποίησή τους από τις διατάξεις του ν. 4335/2015). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατά το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την αυτή ειδική διαδικασία που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ήτοι των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών (άρθρο 533, 614 παρ. 1  ΚΠολΔικ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό της, καταβλήθηκε το υπ΄αριθμ.  …… e-παράβολο, ποσού 100 ευρώ (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ).

Με την από 12-10-2021 αγωγή του, το ενάγον και ήδη εκκαλούν αναφέρει ότι με το από 30-4-2013 ιδιωτικό συμφωνητικό εκμίσθωσε στην πρώτη εναγόμενη ένα ακίνητο επιφάνειας 442 τ.μ., που βρίσκεται στον Πειραιά επί των οδών . …… και …….., προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως γυμναστήριο για χρονικό διάστημα πέντε ετών, ο δε δεύτερος εναγόμενος συνεβλήθη στη μίσθωση ως εγγυητής. Ότι, στη συνέχεια, συμφωνήθηκε μεταξύ τους να παραταθεί η ως άνω μίσθωση για άλλα τρία έτη, ήτοι για το χρονικό διάστημα από 1-9-2019 έως 1-9-2022, αντί μηνιαίου μισθώματος 1.500 ευρώ προκαταβλητέου εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός. Ότι η πρώτη εναγόμενη μολονότι χρησιμοποιούσε ακωλύτως το μίσθιο ακίνητο οφείλει ληξιπρόθεσμα μισθώματα από 1-1-2018 μέχρι και 31-12-2019, καθώς και τα μισθώματα Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου, Μαρτίου, Ιουλίου, Αυγούστου και Οκτωβρίου του έτους 2020, Ιουνίου και Σεπτεμβρίου του έτους 2021, συνολικού ποσού 48.000 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω ζήτησε, μετά τον περιορισμό του αιτήματος και τη νόμιμη τροπή του κυρίου αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό με δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου του, η οποία έγινε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καταχωρήθηκε δε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και περιλαμβάνεται στις προτάσεις της (άρθρα 223, 294, 295 παρ. 1 και 591 παρ. 1 εδ. α του ΚΠολΔ.), και καταγγέλλοντας την μίσθωση δια της αγωγής, να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων να καταβάλουν εις ολόκληρον και αλληλεγγύως το συνολικό χρηματικό ποσό των 48.000 ευρώ για τα ως άνω οφειλόμενα μισθώματα για ολόκληρο το επίδικο χρονικό διάστημα, όπως αναλύεται στο ιστορικό της αγωγής νομιμότοκα από τότε που κατέστη κάθε οφειλόμενο μίσθωμα ληξιπρόθεσμο και σε κάθε περίπτωση, από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση, να υποχρεωθεί η πρώτη εναγόμενη, για την αιτία που αναφέρεται στο ιστορικό να αποδώσει στο ενάγον αυτή αλλά και κάθε τρίτος που έλκει δικαίωμα από αυτήν την χρήση του μισθίου από της επέλευσης των εννόμων αποτελεσμάτων της καταγγελίας, λόγω λήξης της ένδικης μίσθωσης, συνεπεία νομίμου καταγγελίας εκ μέρους του με την αγωγή και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Επί της αγωγής αυτής το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε την υπ΄αριθμ. 1737/2023 οριστική του απόφαση, με την οποία απέρριψε την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη το εκκαλούν και ζητεί, με τους δύο λόγους της έφεσής του, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ώστε εν τέλει να γίνει δεκτή η επίδικη αγωγή του.

Με τον πρώτο λόγο έφεσης, το εκκαλούν διαμαρτύρεται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του το άρθρο 422 ΑΚ, καθώς οι καταβολές που έγιναν εκ μέρους της πρώτης εφεσίβλητης, αφορούν σε μισθώματα προηγουμένων ετών, όπως ειδικότερα αναπτύσσεται στο δικόγραφό του.

Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος ανταπόδειξης που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από την υπ’ αριθμ. ……../11-5-2022 ένορκη κατάθεση της μάρτυρος απόδειξης …………., ενώπιον της συμβολαιογράφου Μουζακίου ……….., η οποία λήφθηκε μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγομένων κατ’ άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ (υπ’ αριθμ. ….. και …./6-5-2022 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς ………….) και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζει και επικαλείται το εκκαλούν αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του από 30-4-2013 ιδιωτικού συμφωνητικού επαγγελματικής μίσθωσης το ενάγον Ίδρυμα εκμίσθωσε στην πρώτη των εναγομένων, ένα διαμέρισμα του πρώτου και του δεύτερου ορόφου οικοδομής, που βρίσκεται στον Πειραιά, επί των οδών …. αρ. …. και ………….., επιφανείας 442 τ.μ. (ωφέλιμοι χώροι, αφού η συνολική έκτασή του είναι 667,70 τμ), ενώ ο δεύτερος των εναγομένων συμβλήθηκε ως εγγυητής στην εν λόγω μίσθωση. Το ως άνω μισθωτήριο καταχωρήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στη Δ.Ο.Υ Α’ Πειραιά με αριθμό …../9-5-2013 και έληγε μετά από πέντε έτη. Ειδικότερα, το μίσθωμα ήταν πληρωτέο την 1η εκάστου μισθωτικού μηνός είτε στα γραφεία του Ιδρύματος είτε σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρεί το Ίδρυμά  σε πιστωτικό ίδρυμα. Το μίσθωμα ίσχυε για δύο έτη και αναπροσαρμόζονταν ανά διετία επί του εκάστοτε καταβαλλομένου μέχρι τη λήξη της μίσθωσης καθώς και για κάθε χρόνο αναγκαστικής παράτασης αυτής σύμφωνα με το ΠΔ 34/1995, κατά το ποσοστό 10%, το δε μίσθιο θα χρησιμοποιούνταν ως επαγγελματική στέγη και δη ως γυμναστήριο. Το επιτευχθέν μίσθωμα ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 1.530 ευρώ μηνιαίως μαζί με το χαρτόσημο. Ο ως άνω εγγυητής-δεύτερος εναγόμενος ευθύνεται απεριόριστα, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με την πρώτη των εναγομένων- μισθώτρια. Η μισθώτρια κατέβαλε και χρηματική εγγύηση ποσού 1.530 δηλαδή, ίση με ένα μηνιαίο μίσθωμα. Ακολούθως, και ενώ η μίσθωση συνεχιζόταν αδιαλείπτως από τότε που υπογράφηκε το ως άνω αρχικό μισθωτήριο, το ενάγον – Ίδρυμα υπέγραψε και την από 1-9-2019 σύμβαση ανανέωσης (παράτασης) της αρχικής μίσθωσης με την πρώτη εναγόμενη, ενώ ο δεύτερος εναγόμενος συμβλήθηκε και πάλι ως εγγυητής. Η ως άνω μίσθωση πλέον διέπονταν από τον. ν. 4182/2013, όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4223/2013 και τον ν. 4261/2014 και η οποία εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμ. πρωτ. 1246/105517/3-7-2019 απόφαση του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Θεσσαλίας – Στ. Ελλάδας. Δυνάμει του τελευταίου, από 1-9-2019 συμφωνητικού, η μίσθωση συμφωνήθηκε να παραταθεί για άλλα τρία έτη και ειδικότερα, από την 1-9-2019 μέχρι την 1-9-2022, με δυνατότητα περαιτέρω παράτασης για άλλα τρία έτη. Το δε μίσθωμα συμφωνήθηκε να ανέρχεται στο χρηματικό ποσό των 1.500 ευρώ μηνιαίως, το οποίο θα προκαταβάλλεται από την πρώτη εναγόμενη μέσα στις πέντε πρώτες μέρες κάθε μισθωτικού μήνα, σε τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος. Όπως προελέχθη, με την ένδικη αγωγή το εκκαλούν ισχυρίζεται ότι η πρώτη εφεσίβλητη οφείλει ληξιπρόθεσμα μισθώματα από 1-1-2018 μέχρι και 31-12-2019, καθώς και τα μισθώματα Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου, Μαρτίου, Ιουλίου, Αυγούστου και Οκτωβρίου του έτους 2020, Ιουνίου και Σεπτεμβρίου του έτους 2021, συνολικού ποσού 48.000 ευρώ. Με την έφεσή του, αλλά και με τις προτάσεις, αναφέρει ότι οι καταβολές που έγιναν από την πρώτη εναγόμενη αφορούν σε προηγούμενα του επιδίκου χρονικά διαστήματα και συγκεκριμένα: α) Οι καταβολές κατά στο έτος 2017, συνολικού ποσού 13.500 ευρώ, αφορούσαν οφειλόμενα μισθώματα των ετών 2015 και 2016, β) Οι καταβολές κατά το έτος 2018, συνολικού ποσού 12.000 ευρώ, αφορούσαν οφειλόμενα μισθώματα των ετών 2016 και 2017, γ) Οι καταβολές κατά το έτος 2019, συνολικού ποσού 10.504, αφορούσαν οφειλόμενα μισθώματα του έτους 2017, δ) οι καταβολές κατά το έτος 2020, συνολικού ποσού 8.402, κάποιες εκ των οποίων ήταν μειωμένες λόγω των μέτρων που λήφθηκαν κατά την περίοδο της πανδημίας του covid -19, αφορούσαν οφειλόμενα μισθώματα του έτους 2017 και ειδικότερα τους εναπομείναντες μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο και τα λοιπά αφορούσαν μισθώματα του έτους 2020 και ε) οι καταβολές του έτους 2021 συνολικού ποσού 11.100 ευρώ, αφορούσαν μισθώματα του έτους 2020 (Νοέμβριο και Δεκέμβριο) και οι λοιπές μισθώματα του έτους 2021. Ωστόσο, οι ισχυρισμοί αυτοί του εκκαλούντος ουδόλως αποδεικνύονται. Συγκεκριμένα, το εκκαλούν προσκομίζει τα πρακτικά συνεδρίασης του Δ.Σ. του Ιδρύματος, με τα οποία εγκρίθηκε ο ισολογισμός – απολογισμός των ετών 2016-2020. Στην έκθεση για τον απολογισμό του έτους 2016 αναφέρεται σχετικά με την επίδικη μίσθωση: «….ενώ και οι άλλοι δύο μισθωτές μας σε ακίνητα του Ιδρύματος στον Πειραιά οφείλουν και αυτοί μέρος των οφειλόμενων μισθωμάτων, παρά τις οχλήσεις μας. Έτσι, παρατηρείται μια απόκλιση μικρή μεταξύ των κονδυλίων για τα μισθώματα στον ισολογισμό και στον προϋπολογισμό του έτους 2016 και συγκεκριμένα τα έσοδα από μισθώματα για το έτος 2016 είναι 48.029, 68 ευρώ, ενώ στον αντίστοιχο προϋπολογισμό είχε προβλεφθεί να είναι 48.985,44 ευρώ..». Στην έκθεση για τον απολογισμό του έτους 2017 αναφέρεται μεταξύ άλλων «…ενώ και οι άλλοι δύο μισθωτές μας σε ακίνητα του Ιδρύματος στον Πειραιά οφείλουν ελάχιστα και αυτοί μέρος των οφειλόμενων μισθωμάτων». Στην έκθεση για τον απολογισμό του έτους 2018 αναγράφεται ότι «…από τους άλλους δύο μισθωτές μας (σημ. εννοεί και την επίδικη μίσθωση), υπάρχει μια μικρή καθυστέρηση των ενοικίων του έτους 2018…». Ακόμη, στην έκθεση για τον απολογισμού του έτους 2019, αφού σημειώνεται ότι «δεν υπάρχει καμία απόκλιση σχετικά με τις προβλέψεις του αντίστοιχου προϋπολογισμού του έτους 2019», στη συνέχεια γίνεται λόγος ότι «υπάρχει απόκλιση στα έσοδα και δη στην είσπραξη των μισθωμάτων, διότι παρά τις συνεχείς οχλήσεις μας προς τους μισθωτές μας, οι τελευταίοι καθυστερούν στην καταβολή αυτών..». Τέλος, στην έκθεση απολογισμού του έτους 2020, η οποία συντάχθηκε στις 21-4-2021, ήτοι λίγους μήνες πριν την κατάθεση της υπό κρίση αγωγής, αναγράφεται ότι «Η μισθώτριά μας στον Πειραιά που λειτουργεί το μίσθιο ως Γυμναστήριο μας οφείλει μισθώματα των ετών 2018, 2019 και για το έτος 2020 μας χρωστάει τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Μάρτιο Ιούλιο, Αύγουστο και Οκτώβριο». Στις ανωτέρω εκθέσεις απολογισμού ουδόλως αναφέρεται, κατά τα έτη 2016-2019, ότι τα καταβαλλόμενα μισθώματα από την πρώτη εναγόμενη αφορούσαν σε μισθώματα προηγουμένων ετών. Αντιθέτως, γίνεται λόγος για μικρές καθυστερήσεις στην καταβολή των μισθωμάτων. Μόνο στην έκθεση απολογισμού του έτους 2020, αναφέρεται ότι οφείλονται τα μισθώματα των ετών 2018 και 2019 και κάποια του έτους 2020, πλην όμως αυτή συντάχθηκε λίγους μήνες πριν την κατάθεση της επίδικης αγωγής, έρχεται δε σε ευθεία αντίθεση με τις εκθέσεις απολογισμών των προηγουμένων ετών. Πέραν τούτων, δεν προσκομίζονται ούτε ισολογισμοί – απολογισμοί του Ιδρύματος για τα προγενέστερα έτη, ούτε αναλυτική κατάσταση των συναλλαγών από το τραπεζικό ίδρυμα, στο οποίο γίνονταν οι καταβολές από την πρώτη εναγόμενη (συγκεκριμένα προσκομίζονται καταστάσεις από τον Δεκέμβριο του έτους 2016 και εφεξής). Σε κάθε περίπτωση στις αναφερόμενες στην εκκαλουμένη καταβολές, ορθώς λογίζεται ότι αφορούν στο μίσθωμα του τρέχοντος με την καταβολή μηνός, εφόσον υπάρχει απλώς η ένδειξη «ενοίκιο». Τούτο, διότι ουδόλως προκύπτει συγκεκριμένα ότι εκάστη καταβολή αφορά συγκεκριμένο παλαιότερο μίσθωμα, ενώ, επιπλέον, από τα διδάγματα της κοινής πείρας, στις συναλλαγές όταν υπάρχουν παλαιότερες οφειλές και μάλιστα σε βάθος διετίας, τούτο πρέπει να προκύπτει ρητά σε κάθε καταβολή. Πέραν των ανωτέρω, οι διάδικοι υπέγραψαν εκ νέου την από 1-9-2019 σύμβαση παράτασης της μίσθωσης του εν λόγω ακινήτου, στο οποίο ουδέν αναφέρεται περί προηγούμενων οφειλών. Εφ’ όσον η πρώτη εναγομένη είχε καταστεί υπερήμερη στην καταβολή των μισθωμάτων, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, τα ενδεχόμενα ήταν πρωτίστως να μην χορηγηθεί παράταση λόγω αναξιοπιστίας, άλλως να μνημονεύεται το χρεωστικό υπόλοιπο στη σύμβαση. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τα αναφερόμενα ανωτέρω, καταδεικνύει την εξόφληση των μισθωμάτων των παρελθόντων ετών. Επιπλέον, κατά τους μήνες της πανδημίας του covid -19, κατά τους οποίους, δυνάμει υπουργικών αποφάσεων οι μισθωτές απαλλάσσονταν από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος, η πρώτη εναγόμενη κατέβαλε στο τραπεζικό ίδρυμα το ποσό των 900 ευρώ, που αντιστοιχούσε στο 60% του συμφωνηθέντος μισθώματος (1.500 Χ 60%), γεγονός που, επίσης, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κάθε καταβολή αφορούσε στον αντίστοιχο μήνα. Κατόπιν τούτων το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο, δεν ετίθετο δε θέμα παραβίασης του άρθρου 422 ΑΚ. Συνεπώς, ο πρώτος λόγος της υπό κρίση έφεσης τυγχάνει απορριπτέος.

Με τον δεύτερο λόγο, το εκκαλούν διαμαρτύρεται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το αποδεικτικό υλικό που προσκομίστηκε από το ίδιο, δεν εκτίμησε ορθά τα προσκομισθέντα έγγραφα, ούτε ερμήνευσε σωστά το περιεχόμενο της υπ’ αριθμ. ……/11-5-2022 ένορκης βεβαίωσης. Επί του λόγου αυτού, λεκτέα είναι τα εξής: Όπως προκύπτει από το κείμενο της εκκαλουμένης το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη του όλα τα έγγραφα των διαδίκων, αλλά και την προαναφερόμενη ένορκη βεβαίωση. Δεδομένου ότι δεν γίνεται χωριστή αναφορά σε έκαστο των εγγράφων, ουδόλως σημαίνει ότι αυτό δεν συνεκτιμήθηκε από το Δικαστήριο. Όσον αφορά στην παραπάνω ένορκη κατάθεση της ……………., πρόκειται για τη σύζυγο του Προέδρου του ΔΣ του Ιδρύματος και δεν δύναται, δίχως άλλα αποδεικτικά στοιχεία, να οδηγήσει το Δικαστήριο σε αποδοχή των αγωγικών ισχυρισμών. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στον πρώτο λόγο έφεσης, το Δικαστήριο ορθά εκτίμησε το αποδεικτικό υλικό και πρέπει και ο υπό κρίση λόγος έφεσης να απορριφθεί στην ουσία του.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε όσα και το παρόν ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε τον νόμο, αλλά και εκτίμησε τις αποδείξεις, με όμοια αιτιολογία η οποία συμπληρώνεται με αυτή της παρούσας (534 ΚΠολΔ) και πρέπει η υπό κρίση να απορριφθεί κατ’ ουσίαν, στο σύνολό της. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου που κατέθεσε το εκκαλούν κατά την άσκηση του ενδίκου μέσου στο Δημόσιο Ταμείο. Δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται λόγω της ερημοδικίας των εφεσιβλήτων.

ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση ερήμην των εφεσιβλήτων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του ηλεκτρονικού παράβολου κατάθεσης της έφεσης, ποσού 100 ευρώ.

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στον Πειραιά, στις   2.10.2024

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                 Ο ΓPAMMATEAΣ