Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 362/2024

Αριθμός    362/2024

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη και Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη-Εισηγήτρια   και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την …………,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ετερόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «…………», η οποία εδρεύει στη …  (οδός ……..) (ΑΦΜ …..) κι εκπροσωπείται νόμιμα με το νόμιμο εκπρόσωπό της …………, που παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Νικόλαου Παϊπέτη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…….», η οποία εδρεύει στο ……. Αττικής (οδός ………) (ΑΦΜ  ……….) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Λεωνίδα Κουρμπανά (με δήλωση κατ’  άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), 2) Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «………», η οποία εδρεύει στις ……. Αττικής (οδός …….) (ΑΦΜ …..) κι εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Σωτήριο Μανιαδάκη (με δήλωση κατ’  άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.),  3) ……., δικηγόρου και κατοίκου Πειραιώς (οδός ………….), με την ιδιότητά της ως συνδίκου της πτώχευσης της εταιρίας, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 2647/2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,  η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η πρώτη εκ των εφεσιβλήτων άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 15.10.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2020)  πτωχευτική ανακοπή με  αίτημα  την ακύρωση της υπ΄αριθ 2647/2020 απόφασης του ως άνω Δικαστηρίου. Κατά τη συζήτηση της ως άνω ανακοπής στο ακροατήριο του ως άνω Δικαστηρίου, η δεύτερη εκ των εφεσιβλήτων κατέθεσε με τις προτάσεις της την από 24.5.2021 πρόσθετη παρέμβαση υπερ της πρώτης εξ αυτών.  Επί της προαναφερόμενης ανακοπής εκδόθηκε  αρχικά η υπ΄ αριθ 2649/2021 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία διατάχθηκε επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να προσκομισθεί το φύλλο δελτίου δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών και ακολούθως  η υπ΄ αριθμ. 60/2023 απόφαση του προαναφερόμενου Δικαστηρίου που δέχθηκε την ανακοπή και ακύρωσε την υπ΄ αριθμ. 2647/2020 απόφασή του.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η ήδη εκκαλούσα με την από  23.3.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……../2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ………../2023) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε   τον λόγο από τον Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των πρώτης και δεύτερης εκ των εφεσιβλήτων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η  με  αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του  Εφετείου Πειραιώς   …………/2023  έφεση  κατά της υπ΄αριθμόν 60/2023 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε  κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα  καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε  στις  11-1-2023 και  η  έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Πρωτοδικείου Πειραιά  στις  24-3-2023  δίχως να προηγηθεί επίδοση της απόφασης (άρθρα  495,  511,  513,  516  παρ 1, 517 εδαφ  α,  518  παρ 1  και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής  κατά την  αυτή  διαδικασία δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παράβολο άσκησης έφεσης (βλ  υπ΄αριθμόν …………./2023 e παράβολο).

Με την πτωχευτική ανακοπή  επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση η ανακόπτουσα εταιρεία ζήτησε ν΄ακυρωθεί η υπ΄αριθμόν 2647/2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου με την οποία κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης η εδρεύουσα στη ………. Αττικής εταιρεία «…………»   με δήλωση της ιδίας περί παύσης των πληρωμών της   καθώς  η εταιρεία αυτή δεν περιήλθε  σε μόνιμη και γενική αδυναμία να ανταπεξέλθει  στις οικονομικές  υποχρεώσεις της,  αλλά  υπέβαλε την σχετική  δήλωση  με σκοπό την δόλια αποφυγή των χρεών της. Επικουρικώς δε, ζήτηση την μεταρρύθμιση της απόφασης αυτής ως προς το χρόνο παύσης των  πληρωμών αυτής από 31-12-2018 που ορίστηκε με την  ανωτέρω  απόφαση  σε 31-3-2020 ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι με τις έγγραφες προτάσεις ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η ανακόπτουσα  παραιτήθηκε του αιτήματος περί  ορισμού ως χρόνου παύσης των πληρωμών  την 9-5-2019. Κατά την συζήτηση της υπόθεσης άσκησε πρόσθετη υπέρ της ανακόπτουσας παρέμβαση η εταιρεία «………..» που εδρεύει στις ………..  και ζήτησε  την παραδοχή της πτωχευτικής ανακοπής. Ανακοπή και πρόσθετη παρέμβαση συνεκδικάσθηκαν και εξεδόθη η  εκκαλουμένη απόφαση με την οποία ακυρώθηκε η ανακοπτομένη απόφαση.

Ήδη κατά  της απόφασης αυτής   βάλλει η  εταιρεία «…………..»   παραπονούμενη για  εσφαλμένη  ερμηνεία και  εφαρμογή του νόμου και  πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και  ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης  και την απόρριψη της πτωχευτικής ανακοπής. Σημειώνεται ότι η ανωτέρω εταιρεία νομιμοποιείται ενεργητικά στη δίκη αυτή λόγω του κατεπείγοντα χαρακτήρα του αντικειμένου αυτής και της αδράνειας της συνδίκου, ………, η οποία αποδεικνύεται και από το γεγονός  ότι  μολονότι κλητεύθηκε με την ιδιότητα της συνδίκου από την εκκαλούσα εταιρεία για να παραστεί στη δίκη αυτή εκείνη δεν παρέστη (άρθρο 93 του ν 4738/2020 και υπ΄ αριθμόν ……/11-4-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ……… Ωστόσο, δεν νομιμοποιείται παθητικά η ανωτέρω σύνδικος και ως εκ τούτου πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η έφεση ως προς αυτή καθώς ο νομιμοποιούμενος ενεργητικά προς άσκηση εφέσεως δεν δύναται ταυτόχρονα να νομιμοποιείται και παθητικά ως προς αυτή (έφεση).

Κατά τη διάταξη του άρθρου 56 του Ν. 3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας) που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση  ενόψει του χρόνου υποβολής της αίτησης περί κήρυξης σε κατάσταση πτώχευσης  σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 265 παρ 1 του ν 4738/2020 «η Απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση, καθώς και εκείνη που μεταβάλλει χρόνο παύσης των πληρωμών, υπόκεινται σε ανακοπή. Η ανακοπή απευθύνεται κατά του συνδίκου και ασκείται ενώπιον του δικαστηρίου που εξέδωσε την Απόφαση από τον οφειλέτη και οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της Απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών». Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ότι η προβλεπόμενη «πτωχευτική ανακοπή» είναι ένα ειδικό ένδικο μέσο, στο οποίο υπόκειται η απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση, καθώς και η απόφαση που μεταβάλλει το χρόνο παύσης πληρωμών. Ασκείται από τον οφειλέτη ή οποιοδήποτε τρίτο με έννομο συμφέρον, που βλάπτεται δηλαδή από την πτώχευση ή το χρόνο παύσης πληρωμών. Η ανακοπή αυτή (η οποία «ομοιάζει» με την πτωχευτική ανακοπή του προϊσχύοντος άρθρου 10 του Α.Ν. 635/1937), όταν ασκείται από τρίτο, έχει το χαρακτήρα της τριτανακοπής των άρθρων 583 επ. ΚΠολΔ.  Ως «τρίτος με έννομο συμφέρον», που νομιμοποιείται ν` ασκήσει την ανακοπή αυτή νοείται, εκτός των άλλων, κάθε πτωχευτικός πιστωτής που στερείται του δικαιώματος να διώξει ατομικά τον πτωχό.  Εξάλλου, αντικείμενο της ανακοπής αυτής, με την οποία μπορεί ν` αμφισβητηθεί και η συνδρομή των προϋποθέσεων της πτώχευσης, είναι η εξαφάνιση της απόφασης που κήρυξε την πτώχευση,  σε περίπτωση δε  που γίνει δεκτή η ανακοπή  η απόφαση εξαφανίζεται έναντι παντός και η πτώχευση θεωρείται σαν να μην κηρύχθηκε ποτέ (βλ. Ευάγγελος Περάκης, Πτωχευτικό Δίκαιο, έκδ. 2012, παρ. 21, σελ. 148-149, Σταύρος Ψυχομάνης, Πτωχευτικό Δίκαιο, έκδ. Γ΄, σελ. 77-78).

Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ………., την κατάθεση του μάρτυρα ……….. ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (η οποία λαμβάνεται υπόψη καθόσον το Δικαστήριο δικαιούται σε αυτεπάγγελτη έρευνα γεγονότων κατ΄ άρθρο 744 ΚΠολΔ)  και  όλα  τα  έγγραφα  που προσκομίζουν  και επικαλούνται οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά, μέσα είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, πλην των φωτογραφιών που απεικονίζουν τον διαχειριστή της εκκαλούσας εντός και εκτός του φαρμακείου τις οποίες  προσκόμισε η εφεσίβλητη, καθόσον λήφθηκαν χωρίς την συναίνεση του απεικονιζόμενου, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ετερόρρυθμη εταιρεία «……….»  συνεστήθη  το έτος 2008 και δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της εμπορίας φαρμάκων διατηρώντας φαρμακείο στην ……… επί της οδού …….., στο οποίο απασχολούσε 17 υπαλλήλους κατανεμημένους σε δύο οκτάωρες βάρδιες με μεγάλο κύκλο εργασιών. Διαχειριστής και εκπρόσωπος  της εταιρείας ήταν ο ομόρρυθμος εταίρος  …….., ο οποίος κατείχε  το 75%  των εταιρικών μεριδίων ενώ το υπολοιπο 25% των εταιρικών μεριδίων ανήκει στον ετερόρρυθμο εταίρο ………….. ο οποίος απέκτησε  τα αντίστοιχα μερίδια κατόπιν  νομότυπης μεταβίβασης αυτών  από την έτερη ετερόρρυθμο   εταίρο  …. …  που έλαβε χώρα δυνάμει του από 1-7-2019 τροποποιητικού καταστατικού που καταχωρίστηκε στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο με κωδικό αριθμό ….. Η ανακόπτουσα αποτελεί επιχείρηση φαρμακαποθήκης και διατηρεί  κατάστημα στο  …. επί της οδού …….. στον  αριθμός ……..  αποτελώντας   τον μεγαλύτερο  προμηθευτή της ανωτέρω εταιρείας η οποία  όφειλε σ΄αυτόν  από  προμήθειες  φαρμάκων  μέχρι τις  αρχές του Φεβρουαρίου του έτους 2019 το ποσό των 300.000 ευρώ.  Προς  εξασφάλιση  του ποσού αυτού   η  εταιρεία  «………..» (ήδη εκκαλούσα)  εκπροσωπούμενη από τον διαχειριστή αυτής, ……… συνυπέγραψε  με την ανακόπτουσα  στις 11-2-2019 το με την αυτή ημερομηνία  συμφωνητικό  με το οποίο  αναγνώρισε  ότι όφειλε  στην τελευταία  («……..») από προμήθειες φαρμάκων το ποσό των 300.000 ευρώ και περαιτέρω παραχώρησε από κοινου με την εκ τρίτου συμβληθείσα ………….., η οποία ανέλαβε ευθύνη πρωτοφειλέτριας,  δικαίωμα εγγραφής προσημείωσης υποθήκης  στα παρακάτω ακίνητα συγκυριότητάς τους α) σ΄ένα κατάστημα του ισογείου ορόφου στην … Αττικής επί των οδών ……… και ……. αριθμός ….   και  β)  σ΄ένα οικόπεδο επιφανείας 10.210 τμ που βρίσκεται στη θέση «…» της κτηματικής περιφέρειας της τοπικής κοινότητας … . του Δήμου Κέρκυρας. Στη συνέχεια,  σε εκτέλεση των συμφωνηθέντων  η αιτούσα αιτήθηκε την εγγραφή προσημειώσεως στα ανωτέρω ακίνητα η οποία και διατάχθηκε  δυνάμει της υπ΄αριθμόν 539/19-2-2019 αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Κατόπιν, με την με ημερομηνία 8-6-2020 αίτηση της η εταιρεία  «………» ζήτησε από τον Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την έκδοση, βάσει του ανωτέρω συμφωνητικού, διαταγής πληρωμής και εξεδόθη η υπ΄αριθμόν ……../1-7-2020 διαταγή πληρωμής του ανωτέρω Δικαστή με την οποία υποχρεώθηκαν οι α) «………»,  β) ……. και γ) …… – ………,  να καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας στην τότε αιτούσα και ήδη ανακόπτουσα  το ποσό των 300.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από 6-6-2020 μέχρις εξοφλήσεως. Η διαταγή αυτή έχει καταστεί τελεσίδικη καθώς δεν ασκήθηκε ανακοπή κατ΄αυτής  μολονότι επιδόθηκε δύο φορές στην τότε καθ΄ης και ήδη εκκαλούσα εταιρεία (βλ υπ΄αριθμόν …./17-9-2020 πιστοποιητικό του Πρωτοδικείου Αθηνών). Εν τω μεταξύ  εξ (6) μήνες μετά την υπογραφή του ανωτέρω συμφωνητικού και συγκεκριμένα στις  9-8-2019  η εταιρεία «…………» κατέθεσε στη γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την με αριθμό κατάθεσης ………/9-8-2019 αίτηση με την οποία  ισχυρίστηκε ότι  έχει περιέλθει σε μόνιμη και  γενική αδυναμία  πληρωμής των χρεών της καθώς  και ότι  από 31-12-2018 έπαυσε την πληρωμή των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών της  και  ζήτησε να κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης. Ειδικότερα, εξέθεσε ότι  όφειλε  προς την ΑΑΔΕ  6.385,81 ευρώ, προς ΕΦΚΑ 3.566 ευρώ  και προς προμηθευτές 472.755,76 ευρώ ενώ η αξία των εμπορεύματων που βρίσκονταν στις αποθήκες της ανερχόταν  σε 496.887,82 ευρώ  και τα πάγια, δηλαδή  ο εξοπλισμός, τα έπιπλα, ο ηλεκτρονικός υπολογιστής κλπ  της εταιρείας ανέρχονταν σε 88.319,34 ευρώ. Ακολούθως, κατέθεσε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την με αριθμό κατάθεσης  ………/3-9-2019 αίτησή με την οποία ζήτησε την αναστολή κάθε μέτρου ατομικής δίωξης και  αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της μέχρις εκδόσεως αποφάσεως επι της πτώχευσης, η οποία  με την υπ΄αριθμόν 1821/2-12-2019 αποφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου έγινε δεκτή και  απαγορεύτηκε  στην τότε αιτούσα και ήδη εκκαλούσα και στον διαχειριστή και ομορρύθμο μέλος αυτής, …………. κάθε διάθεση περιουσιακών στοιχείων αυτών και περαιτέρω απαγορεύτηκαν πράξεις ατομικής  αναγκαστικής εκτέλεσης  σε βάρος της τότε αιτούσας και ήδη εκκαλούσας και του ανωτέρω διαχειριστή και ομορρύθμου μέλους αυτής. Επτά μήνες αργότερα εξεδόθη  επί της αιτήσεως περί κήρυξης της σε κατάσταση πτώχευσης   κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας  η υπ΄αριθμόν 2647/28-7-2020 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου με την οποία  έγινε δεκτο ότι η ανωτέρω εταιρεία   όφειλε  στο Δημόσιο (ΑΑΔΕ)  το ποσό των 6.385,81 ευρώ,  στο ΕΦΚΑ  το ποσό των 3566 ευρώ  και σε προμηθευτές το συνολικό ποσό των 239.025,10 ευρώ  και για το λόγο αυτό  η εν λόγω εταιρεία κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης και ορίστηκε ημερομηνία παύσης των πληρωμών η 31-12-2018 ενώ διορίσθηκε σύνδικος της πτώχευσης αρχικά  η ……………, το όνομα της οποίας περιλαμβάνεται  στο Μητρώο Διαχειριστών Αφερεγγυότητας και ακολούθως, δυνάμει της υπ΄αριθμόν 3876/2020 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας) η ……….., το όνομα της οποίας, επίσης, περιλαμβάνεται  στο Μητρώο Διαχειριστών Αφερεγγυότητας. Ωστόσο, εκ των καταστάσεων των  οικονομικών στοιχείων των ετών 2015  και 2016  της εκκαλούσας, τα οποία προσκομίζει η τελευταία,  προκύπτει ότι ο κύκλος εργασιών της  εμφάνιζε αύξουσα πορεία καθώς ανερχόταν σε 3.101.132,09 ευρώ και σε 3200.803,12 ευρώ αντίστοιχα. Επιπρόσθετα, ενώ οι πωλήσεις της ανακόπτουσας προς την εκκαλούσα το έτος 2018 ανερχόταν σε 434.010,57 ευρώ, το έτος 2019 ανερχόταν σε 1.307.546,19 ευρώ και οι πληρωμές της εκκαλούσας προς την ανακόπτουσα για το έτος 2019 ανερχόταν σε 853.892,45 ευρώ. Επίσης, τα συνολικά έσοδα της  εκκαλούσας το έτος 2017 από πωλήσεις ανήλθαν στο ποσό των 3.543.640,05 ευρώ και τα συνολικά έξοδα σε 308.608,07 ευρώ, τα συνολικά έσοδα της εκκαλούσας το έτος 2018 από πωλησεις ανήλθαν σε 4.035.837,38 ευρώ και τα συνολικά έξοδα σε 339.134,93 ευρώ (βλ καταστάσεις οικονομικών στοιχείων της εκκαλούσας  φορολογικών ετών 2017 και 2018). Εξάλλου, κατά  τους πρώτους τρείς μήνες του έτους 2020  η εκκαλούσα αγόρασε από την ανακόπτουσα εμπορεύματα αξίας 104.288,76 ευρώ  και κατέβαλε σ΄αυτήν  το ποσό των 91.109,74 ευρώ αφήνοντας εναπομείναν υπόλοιπο ύψους 461.998,87 ευρώ, μολονότι με την προαναφερόμενη υπ΄αριθμόν 1821/2-12-2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς είχε απαγορευθεί στην εκκαλούσα και τον διαχειριστή αυτής, ……… κάθε διάθεση των περιουσιακών τους στοιχείων.  Πέραν των ανωτέρω το έτος 2019 η εκκαλούσα  πραγματοποίησε αγορές ύψους  1722,020,41 ευρώ όπως προκύπτει από την κατάσταση οικονομικών στοιχείων του οικείου έτους (φορολογικό έτος 2019) εκ των οποίων αγορές αξίας 325.218 ευρώ πραγματοποιήθηκαν από τον «… ………».  Κρίνεται δε, απορριπτέος ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι οι καταβολές αυτές έχουν γίνει  μέσω εκχωρήσεων  απαιτήσεών της  από  το  ΕΟΠΥΥ  και ως εκ τούτου η ίδια δεν εισέπραξε χρήματα καθόσον εκ των μηχανογραφημένων βιβλίων έτους 2019 της ανακόπτουσας προκύπτει ότι  κατά το οικείο έτος (2019) κατά το οποίο η εκκαλούσα πραγματοποίησε αγορές φαρμάκων από την ανακόπτουσα ύψους 1307.546 ευρώ όπως προαναφέρθηκε, κατέβαλε  σ΄αυτήν σε μετρητά το ποσό των 274.014,80 ευρώ και μέσω εκχωρήσεων απαιτήσεων της από τον  ΕΟΠΥΥ το ποσό των 579.877,65 ευρώ και συνολικά το ποσό των 853.892,45 ευρώ. Δηλαδή, κατέβαλε στην ανακόπτουσα το έτος 2019 σε μετρητά  μεγαλύτερο ποσό απ΄αυτό που αναφέρεται στην απόφαση με την οποία κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης ότι όφειλε συνολικά σε προμηθευτές και ανέρχεται σε  239.025 ευρώ ένεκα του οποίου θεωρήθηκε ότι βρίσκεται σε μόνιμη και γενική αδυναμίας πληρωμής των χρεών της. Τέλος, από την προσκομιζόμενη καρτέλα που προσκόμισε η εταιρεία «………….» η οποία  άσκησε πρόσθετη  υπέρ της ανακόπτουσας παρέμβαση  ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και παραστάθηκε στην κατ΄εφεση δίκη, προκύπτει ότι από Ιανουάριο 2019 μέχρι και Σεπτέμβριο 2019 η εκκαλούσα πλήρωνε  άμεσα  τις μηνιαίες  οφειλές της στην εταιρεία αυτή, γεγονός που δεν αμφισβήτησε η εκκαλούσα. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η εκκαλούσα δεν είχε παύσει τις πληρωμές της την 31-12-2018 αλλά συνέχιζε αξιοσημείωτες καταβολές  σε  προμηθευτές της, ενώ προέβαινε και σε αγορές φαρμάκων συνεχίζοντας την δραστηριότητα της  και μετά την υποβολή της δήλωσης για παύση πληρωμών που έλαβε χώρα στις 9-8-2019 και επομένως δεν δύναται να θεωρηθεί  ότι από 31-12-2008 είχε περιέλθει σε μόνιμη και γενική αδυναμία εξόφλησης των οφειλών της, όπως δέχτηκε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά με την υπ΄αριθμόν 2647/2020 απόφασή του. Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται  και από το γεγονός ότι μικρό χρονικό διάστημα μετά την σφράγιση του χώρου όπου φυλάσσονταν τα εμπορεύματα  της εταιρίας «………..»  επι της  συμβολής των οδών ……. και …..   στη ….. από την σύνδικο της πτώχευσης ……,  η οποία (σφράγιση) έλαβε χώρα στις 11-1-2021, άρχισε να λειτουργεί επι της αυτής οδού …….  και σε μικρή απόσταση  και συγκεκριμένα στον αριθμό ….. έτερο φαρμακείο υπό τον διακριτικό τίτλο «…………»,  το οποίο εκμεταλλεύεται ο μέχρι τότε  διαχειριστής και εκπρόσωπος της ανωτέρω εταιρείας και ομόρρυθμο μέλος αυτής, …….. έχοντας  εκδώσει  κάρτες στις οποίες αναφέρεται το ονοματεπώνυμό του,  η ιδιότητά του (φαρμακοποιός), τα  τηλέφωνα του (σταθερά και κινητό), η διεύθυνση του φαρμακείου και η διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αυτού.  Κρίνεται δε, απορριπτέος ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι ο ……… παρέχει τις υπηρεσίες του στο ανωτέρω φαρμακείο ως υπεύθυνος φαρμακοποιός  του φαρμακείου «………» δυνάμει συμβάσεως εργασίας  και όχι ως ιδιοκτήτης του φαρμακείου αυτού  καθώς  με την υπ΄αριθμόν πρωτ. …./1-3-2021 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιώς και Νήσων (Τμήμα Φαρμάκων και Φαρμακείων) ορίστηκε υπεύθυνος λειτουργίας του συγκεκριμένου φαρμακείου καθόσον η ιδιότητα αυτή  όχι μόνο δεν αποκλείει  την από μέρους του εκμετάλλευση του φαρμακείου αυτού αλλά αντιθέτως παρέχει τις προϋποθέσεις για την υλοποίηση αυτής.    Επιβεβαιώνονται, επίσης, και από την  προαναφερόμενη  Έκθεση Σφράγισης της συνδίκου …………. στην οποία αναφέρεται ότι εντός του χώρου  όπου φυλάσσονταν τα εμπορεύματα της εταιρείας «………..», τα οποία σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αίτηση της  περί κήρυξης  της σε κατάσταση πτώχευσης  ανέρχονταν σε 496.88782 ευρώ, βρέθηκαν  «κούτες στοιβαγμένες ατάκτως, άλλες ανοικτές και άλλες κλειστές, κυρίως παραφαρμακευτικά είδη τα οποία φαίνονται πεπαλαιωμένα …. Στην μεγάλη τους πλειονότητα είναι ληγμένα δηλαδή έχει παρέλθει η ημερομηνία λήξέως τους. Ενδεικτικά αναφέρω κούτες  με σύριγγες  ληγμένες  ήδη από το 2017». Αναφέρεται, επίσης,  ότι στο χώρο αυτό, ο οποίος σημειωτέον υποδείχθηκε από τον διαχειριστή της εταιρίας, ………., δεν βρέθηκαν πάγια δηλαδή δεν βρέθηκε εξοπλισμός, ηλεκτρονικός υπολογιστής ή έπιπλα  του φαρμακείου. Καθίσταται, δηλαδή,  σαφές ότι εντός του χώρου αυτού δεν βρίσκονταν τα εμπορεύματα της εταιρείας, ούτε τα πάγια του φαρμακείου αλλά είχαν μεταφερθεί πεπαλαιωμένα  είδη άνευ αξίας. Προς απόδειξη  του ότι είχε περιέλθει σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των χρεών της η εκκαλούσα  επικαλείται : α) την  με αριθμό καταθ……/1230/2020 αγωγή με την οποια ζητείται το ποσο των 44367,28 ευρώ προερχόμενο από συναλλαγματικές ληξεως 31-1-2019 και 31-3-2019 β) την με αριθμό 1189/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία απορρίφθηκε η ανακοπή που είχε ασκήσει κατά της υπ΄αριθμόν …./2019 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά λόγω μη προσκόμισης του γραμματίου προκαταβολής κατ΄αρθρο 61 του ν 4194/2013. γ) η με αριθμό καταθεσης …/…/2020 αγωγή ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αχαρνών με την οποία η ενάγουσα διεκδικούσε από την ήδη  εκκαλούσα  το ποσό των 3.374,13 ευρώ δ) το με ημερομηνία 23-6-2020 κατασχετήριο εις χείρας τρίτου με το οποίο κατασχέθηκε εις χείρας τρίτων το ποσό των 37.799,34 ευρώ ε) την με αριθμό …./2020 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδίκη Πειραιά με το οποίο διατάχθηκε η εκκαλούσα να καταβάλει το ποσό των 6.221,16 ευρώ που προέρχεται από απαιτήσεις που γεννήθηκαν τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο 2018 στ) την με αριθμό …../2019 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Πειραιώς με την οποία υποχρεώθηκε η εκκαλούσα να καταβάλει το ποσό των 2676,79 ευρώ που προέρχεται από επιταγή  που φέρει ημερομηνία έκδοσης 20-5-2019 ζ) την με αριθμό 1591/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει το ποσό των 25.978,66 ευρώ που αποτελεί τίμημα για αγορά προϊόντων που έγινε τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο του έτους 2018, η οποία ωστόσο στηρίχθηκε σε ομολογία της εκκαλούσας καθώς δεν είχε παρασταθεί στο δικαστήριο. η)  την με αριθμό …/25-6-2019 έκθεση κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή …….. με την οποία κατασχεθηκε ακίνητη περιουσία του …….. προς  ικανοποίηση απαιτήσεως ύψους 10.000 ευρώ για την οποία εξεδόθη η υπ΄αριθμόν …../2019 διαταγή πληρωμής  του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά θ) την προαναφερόμενη υπ΄αριθμόν …./2020 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει στην ανακόπτουσα το ποσό των 300.000 ευρώ απαίτηση η οποία  απορρέει από το με ημερομηνία 11-2-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης οφειλής  που συνήφθη μεταξύ τους. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι αφενός μεν  τα  διεκδικούμενα ποσά είναι μικρά σε σχέση με τα έσοδα της εκκαλούσας πλην του ποσού των 300.000 ευρώ που διεκδικεί η ανακόπτουσα, αφετέρου δε ότι οι περισσότερες  οφειλές γεννήθηκαν το έτος που η εκκαλούσα κατέθεσε την αίτηση περί κήρυξής της σε κατάσταση πτώχευσης και μετά την ημερομηνία που ισχυρίζεται ότι έπαυσε την πληρωμή των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών της  κατά τρόπο γενικό και μόνιμο (31-12-2018). Κατόπιν αυτών, δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι δεν συνέτρεχαν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την κήρυξη της εταιρείας «………», σε κατάσταση πτώχευσης και επομένως πρέπει ν΄ακυρωθεί η υπ΄αριθμόν 2647/2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία κηρύχθηκε η   εκκαλούσα σε κατάσταση πτώχευσης και ορίστηκε  ημερομηνία παύσης πληρωμών η 31-12-2018.  Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια και ακύρωσε την απόφαση αυτή  ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και χωρίς πλημμέλεια εκτίμησε τις αποδείξεις και όλα όσα αντίθετα υποστηρίζονται με τους λόγους έφεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, όπως και η έφεση στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας των δυο πρώτων των εφεσιβλήτων πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας  λόγω της ήττας αυτής  (άρθρα 183 και 176, 191 παρ 2 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Πρέπει, επίσης, να διαταχθεί  και η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο λόγω της απόρριψης της έφεσης (άρθρο 495 παρ 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ   ερήμην της τρίτης εφεσίβλητης και αντιμωλία των λοιπών.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ  ως απαράδεκτη την έφεση ως προς την τρίτη των εφεσιβλήτων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ουσία την έφεση ως προς τους λοιπούς

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα των πρώτης και δεύτερης των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού  δικαιοδοσίας τα οποία ορίζει  στο  ποσό των  εξακοσίων   (600)  ευρώ  για καθένα εξ αυτών.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την εισαγωγή  του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 14η Ιουνίου 2024 και δημοσιεύθηκε στις 18 Ιουλίου 2024 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.

    Ο   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ