ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 391/2024
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 2ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη – Εισηγήτρια και Χρυσή Φυντριλάκη – Εφέτη, και από την Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
A. Των εκκαλούντων – εναγόντων: 1) …………… 2) ……….3) ……….. και 4) ………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Αγγελική Πολυδώρου (ΑΜ ………. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Των εφεσίβλητων – εναγόμενων: 1) ………, 2) ……… και 3) εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………..» που εδρεύει στον …….., οδός …….. και εκπροσωπείται νόμιμα, από τους οποίους ο πρώτος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στυλιανό Κατσέλη (ΑΜ …… Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών), ο δεύτερος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Γεωργία Ροδίτη (ΑΜ ….. Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιώς) και η τρίτη εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Άννα Παπακωνσταντίνου (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιώς).
Β. Του εκκαλούντος – δεύτερου εναγόμενου – παρεμπιπτόντως ενάγοντος: …….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Γεωργία Ροδίτη (ΑΜ ……. Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιώς).
Της εφεσίβλητης – παρεμπιπτόντως εναγόμενης: ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………» που εδρεύει στην Αθήνα, …………. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Δημητροπούλου (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Δ. Του εκκαλούντος – πρώτου εναγόμενου – παρεμπιπτόντως ενάγοντος: ……….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στυλιανό Κατσέλη (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Της εφεσίβλητης – παρεμπιπτόντως εναγόμενης: ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….» που εδρεύει στο …….. Αττικής, …….. και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου λόγω συγχώνευσης με απορρόφηση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Κωνσταντίνα Μπουσκούτα (ΑΜ ……….. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Ε. Της προσθέτως παρεμβαίνουσας – παρεμπιπτόντως εναγόμενης: ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….» που εδρεύει στο …….. Αττικής, ……. και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου λόγω συγχώνευσης με απορρόφηση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Κωνσταντίνα Μπουσκούτα (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Του υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση – παρεμπιπτόντως ενάγοντος: ………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στυλιανό Κατσέλη (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 24.06.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2015 και ειδικό …/2015 αγωγή τους, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Ο προσεπικαλών – παρεμπιπτόντως ενάγων – πρώτος κυρίως εναγόμενος άσκησε την από 23.07.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2015 και ειδικό …./2015 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Ο προσεπικαλών – παρεμπιπτόντως ενάγων – δεύτερος κυρίως εναγόμενος άσκησε την από 02.11.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2015 και ειδικό …../2015 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Η προσθέτως παρεμβαίνουσα – καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη άσκησε την από 02.11.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2015 και ειδικό …../2015 πρόσθετη παρέμβασή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς υπέρ του πρώτου κυρίως εναγόμενου και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Η προσθέτως παρεμβαίνουσα – καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη άσκησε την από 21.12.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2015 και ειδικό …../2015 πρόσθετη παρέμβασή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς υπέρ του δεύτερου κυρίως εναγόμενου και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Το ως άνω Δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε αντιμωλία των διαδίκων την κύρια αγωγή, τις προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές και τις πρόσθετες παρεμβάσεις, με την υπ’ αριθ. 3334/2017 μη οριστική απόφασή του, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και διέταξε τη διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης, ενώ με την υπ’ αριθ. 240/2021 οριστική απόφασή του, απέρριψε την κύρια αγωγή καθώς και τις προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές και έκανε δεκτές τις πρόσθετες παρεμβάσεις. Την απόφαση αυτή εκκαλούν: (Α) οι ενάγοντες με την από 17.05.2022 έφεσή τους που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./19.05.2022 και ειδικό …/19.05.2022 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …../19.05.2022 και ειδικό …/19.05.2022, για τη δικάσιμο της 21.09.2023, κατά την οποία η υπόθεση δεν εισήχθη προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, που αφορά στη συμμετοχή των δικαστικών υπαλλήλων σε απεργία της ΑΔΕΔΥ και της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδας. Ήδη, η υπόθεση μεταφέρθηκε, οίκοθεν, προς συζήτηση, δυνάμει της υπ’ αριθ. 75/2023 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 260 παρ. 4 του ΚΠολΔ περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση των υποθέσεων, οι οποίες δεν εισήχθησαν προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, στη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο. (Β) ο δεύτερος εναγόμενος – παρεμπιπτόντως ενάγων με την από 02.08.2022 έφεσή του που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/03.08.2022 και ειδικό …/03.08.2022 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …/03.08.2022 και ειδικό …../03.08.2022, για τη δικάσιμο της 21.09.2023, κατά την οποία η υπόθεση δεν εισήχθη προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, που αφορά στη συμμετοχή των δικαστικών υπαλλήλων σε απεργία της ΑΔΕΔΥ και της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδας. Ήδη, η υπόθεση μεταφέρθηκε, οίκοθεν, προς συζήτηση, δυνάμει της υπ’ αριθ. 75/2023 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 260 παρ. 4 του ΚΠολΔ περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση των υποθέσεων, οι οποίες δεν εισήχθησαν προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, στη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο και (Γ) ο πρώτος εναγόμενος – παρεμπιπτόντως ενάγων με την από 30.06.2023 έφεσή του που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/30.06.2023 και ειδικό …/30.06.2023 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./30.06.2023 και ειδικό …/30.06.2023, για τη δικάσιμο της 21.09.2023, κατά την οποία η υπόθεση δεν εισήχθη προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, που αφορά στη συμμετοχή των δικαστικών υπαλλήλων σε απεργία της ΑΔΕΔΥ και της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδας. Ήδη, η υπόθεση μεταφέρθηκε, οίκοθεν, προς συζήτηση, δυνάμει της υπ’ αριθ. 75/2023 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 260 παρ. 4 του ΚΠολΔ περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση των υποθέσεων, οι οποίες δεν εισήχθησαν προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, στη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο. (Δ) Η προσθέτως παρεμβαίνουσα – παρεμπιπτόντως εναγόμενη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………….» ζήτησε να γίνει δεκτή η από 11.03.2024 πρόσθετη παρέμβασή της υπέρ του εκκαλούντος – πρώτου εναγόμενου – παρεμπιπτόντως ενάγοντος που κατατέθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./12.03.2024 και ειδικό …./12.03.2024 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των εκκαλούντων – εναγόντων, του εκκαλούντος – πρώτου εναγόμενου –- παρεμπιπτόντως ενάγοντος, της εφεσίβλητης – τρίτης εναγόμενης και της προσθέτως παρεμβαίνουσας-παρεμπιπτόντως εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..» αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτές, ενώ οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του εκκαλούντος – δεύτερου εναγόμενου –- παρεμπιπτόντως ενάγοντος και της εφεσίβλητης – παρεμπιπτόντως εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσαν δηλώσεις κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 260 παρ. 4 του ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 του Ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α’ 190/13.10.2021), με έναρξη ισχύος την 01.01.2022 κατ’ άρθρο 120 του Ν. 4842/2021, και εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις κατ’ άρθρο 116 παρ. 1β’ του Ν. 4842/2021, «Όταν οι υποθέσεις που είναι γραμμένες στο πινάκιο δεν εισάγονται προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, ορίζεται αυτεπαγγέλτως, με πράξη του διευθύνοντος το δικαστήριο, ημέρα και ώρα συζήτησης στο ακροατήριο σε σύντομη κατά το δυνατόν δικάσιμο. Η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Με πρωτοβουλία του γραμματέα μπορεί να γνωστοποιείται η νέα δικάσιμος με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων ή με ανάρτηση στην πύλη ψηφιακών υπηρεσιών δικαστηρίων solon.gov.gr για όσα δικαστήρια και διαδικασίες έχουν ενταχθεί στο εν λόγω σύστημα». Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 246 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι το δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης, μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων εκκρεμών ενώπιον του δικών ανάμεσα στους ίδιους ή διαφορετικούς διαδίκους, αν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων (ΑΠ 876/1996 ΕλλΔνη 1996. 1562, ΕφΑθ 2527/2009 ΕλλΔνη 2011. 200). Στην προκείμενη περίπτωση, νομίμως επανεισάγονται, οίκοθεν, προς συζήτηση, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, η υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεση, η υπό στοιχείο Β’ από 02.08.2022 έφεση και η υπό στοιχείο Γ’ από 30.06.2023 έφεση, οι οποίες δεν εισήχθησαν προς συζήτηση συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας, που αφορά στη συμμετοχή των δικαστικών υπαλλήλων σε απεργία της ΑΔΕΔΥ και της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδας, κατά τη δικάσιμο της 21.09.2023, δυνάμει του άρθρου 260 παρ. 4 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. 75/2023 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς. Οι ανωτέρω εφέσεις κατά της υπ’ αριθ. 240/2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, καθώς και η υπό στοιχείο Δ’ από 11.03.2024 πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του εκκαλούντος – πρώτου εναγόμενου – παρεμπιπτόντως ενάγοντος, πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, αφού στρέφονται κατά της ίδιας απόφασης και αναφέρονται στο ίδιο βιοτικό συμβάν, και, επιπρόσθετα, διότι με αυτό τον τρόπο διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων κατ’ άρθρο 246 του ΚΠολΔ.
Στην περίπτωση της προσεπίκλησης του δικονομικού εγγυητή, ο οποίος άσκησε πρόσθετη παρέμβαση, αν η κύρια αγωγή απορρίφθηκε σε πρώτο βαθμό, με άμεση δικονομική συνέπεια να καθίσταται αλυσιτελής, ελλείψει αντικειμένου, η έρευνα της ενωμένης με την προσεπίκληση παρεμπίπτουσας αγωγής αποζημίωσης, και ασκήσει έφεση ο ενάγων της κύριας δίκης, η οποία στρέφεται παραδεκτώς μόνο κατά του μέρους της απόφασης που απέρριψε την αγωγή του και κατά των αντιδίκων του στην πρωτοβάθμια δίκη, ήτοι του εναγόμενου και του υπέρ αυτού παρεμβάντος, ο προσεπικαλέσας – κυρίως εναγόμενος – παρεμπιπτόντως ενάγων νομιμοποιείται στην άσκηση επικουρικής έφεσης κατά του προσεπικληθέντος και παρεμπιπτόντως εναγόμενου, ζητώντας την επανεξέτασή της σε περίπτωση που γίνει δεκτή η έφεση του κυρίως ενάγοντος, καθώς σε αντίθετη περίπτωση δεν μεταβιβάζεται ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου η προσεπίκληση και η ενωμένη με αυτή παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης. Η τελευταία αυτή έφεση κατ’ ανάγκη θα είναι επικουρική, θα τελεί δηλαδή υπό την αίρεση ευδοκίμησης της έφεσης του κυρίως ενάγοντος, διότι αλλιώς δεν έχει ο προσεπικαλέσας – παρεμπιπτόντως ενάγων έννομο συμφέρον να προσβάλει την πρωτόδικη απόφαση. Το έννομο αυτό συμφέρον δημιουργείται το πρώτον με την παραδοχή της έφεσης του ενάγοντος, ανατρέχει, όμως, κατά τη φύση και το σκοπό της αίρεσης, υπό την οποία τελεί η έφεση του εναγόμενου, στο χρόνο άσκησης του ενδίκου αυτού μέσου (ΑΠ 450/2024 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1194/2021 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 693/2020 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1357/2018 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1601/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1315/1993 ΕλλΔνη 1994. 1593, ΕφΛαρ 75/2021 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 94/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 161/2012 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 1512/2011 ΕλλΔνη 2012. 534, ΜονΕφΛαρ 38/2014 Δικογραφία 2015. 148, Κ. Οικονόμου, Η έφεση, έκδ. 2017, άρθρ0 516, αριθ. 18, σελ. 78). Τούτο δε λόγω του ότι η προσεπίκληση και η ενωμένη με αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή έχει εκ των πραγμάτων επικουρικό χαρακτήρα, δηλαδή εξετάζονται μόνο σε περίπτωση παραδοχής της κύριας αγωγής, εάν δηλονότι η κύρια αγωγή απορριφθεί, το δικόγραφο της προσεπίκλησης και της ενωμένης μ’ αυτό παρεμπίπτουσας αγωγής δεν εξετάζεται ως άνευ αντικειμένου (ΑΠ 1353/2008 ΝΟΜΟΣ). Έτσι, για να μεταβιβαστεί η υπόθεση στο Εφετείο και κατά το μέρος αυτό, δηλαδή όσον αφορά την προσεπίκληση και την παρεμπίπτουσα αγωγή, πρέπει να ασκήσει έφεση (επικουρική) και ο ηττημένος προσεπικαλέσας – παρεμπιπτόντως ενάγων της αγωγής αυτής ζητώντας την επανεξέτασή της σε περίπτωση που γίνει δεκτή η έφεση του κυρίως ενάγοντος (ΕφΑθ 2416/2010 ΕλλΔνη 2011. 850, ΕφΑθ 6841/2008 ΕφΑΔ 2009.597, ΕφΛαρ 55/2007 Δικογραφία 2007. 110). Στην προκειμένη περίπτωση, με τις κρινόμενες υπό στοιχεία Α’, Β’ και Γ’ εφέσεις προσβάλλεται η υπ’ αριθ. 240/2021 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αναγκαίως δε και η συμπροσβαλλόμενη, κατ’ άρθρο 513 παρ. 2 του ΚΠολΔ, υπ’ αριθ. 3334/2017 μη οριστική απόφασή του, που διέταξε τη διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης, με τις οποίες, αφού συνεκδικάσθηκαν κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, η από 24.06.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2015 και ειδικό ../2015 κύρια αγωγή, η από 23.07.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2015 και ειδικό …/2015 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, η από 02.11.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2015 και ειδικό …/2015 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, η από 02.11.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2015 και ειδικό …/2015 πρόσθετη παρέμβαση και η από 21.12.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2015 και ειδικό …/2015 πρόσθετη παρέμβαση, απορρίφθηκε η κύρια αγωγή και οι προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές, ενώ έγιναν δεκτές οι πρόσθετες παρεμβάσεις. Ειδικότερα, την απόφαση αυτή εκκαλούν: (Α) οι ενάγοντες με την υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσή τους, στρεφόμενη κατά των εναγόμενων της κύριας αγωγής και κοινοποιούμενη στις προσεπικαλούμενες – παρεμπιπτόντως εναγόμενες, με την οποία ζητείται η εξαφάνιση της εκκαλουμένης με σκοπό να γίνει δεκτή η κύρια αγωγή τους. (Β) ο δεύτερος εναγόμενος – παρεμπιπτόντως ενάγων – υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση με την υπό στοιχείο Β’ από 02.08.2022 έφεσή του, στρεφόμενη κατά της παρεμπιπτόντως εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………», επικουρικά για την περίπτωση της παραδοχής της υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσης των εκκαλούντων – κυρίως εναγόντων και (Γ) ο πρώτος εναγόμενος – παρεμπιπτόντως ενάγων με την υπό στοιχείο Γ’ από 30.06.2023 έφεσή του, στρεφόμενη κατά της παρεμπιπτόντως εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…….», επικουρικά για την περίπτωση της παραδοχής της υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσης των εκκαλούντων – κυρίως εναγόντων. Οι ένδικες υπό στοιχεία Α’, Β’ και Γ’ εφέσεις έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον οι εφέσεις ασκήθηκαν μετά την 01.01.2016), εφόσον δεν προκύπτει από τα έγγραφα που προσκομίζονται, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, ότι έχει χωρήσει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, και ειδικότερα η κρινόμενη υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 19.05.2022, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …./19.05.2022 και ειδικό …../19.05.2022 της γραμματέως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση, η κρινόμενη υπό στοιχείο Β’ από 02.08.2022 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 03.08.2022, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …./03.08.2022 και ειδικό …./03.08.2022 της γραμματέως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση και η κρινόμενη υπό στοιχείο Γ’ από 30.06.2023 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 30.06.2023, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …./30.06.2023 και ειδικό …../30.06.2023 της γραμματέως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση, ήτοι εντός της προθεσμίας των δύο ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης την 27.01.2021, δεδομένου ότι από την επομένη της δημοσίευσης της εκκαλουμένης απόφασης άρχισε να τρέχει η διετής καταχρηστική προθεσμία του άρθρου 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, η οποία, χωρίς την προσωρινή αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας, θα έληγε την 27.01.2023, λόγω, όμως, της ως άνω αναστολής και του εξαιτίας αυτής μη υπολογισμού του χρονικού διαστήματος από την 07.11.2020 έως την 06.04.2021 (5 μήνες), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4790/2021, δεν είχε συμπληρωθεί αυτή η διετής προθεσμία κατά την άσκηση της ένδικης υπό στοιχείο Γ’ έφεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 30.06.2023, καθόσον το ανωτέρω χρονικό διάστημα προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας δεν υπολογίζεται στην καταχρηστική προθεσμία άσκησης της έφεσης, σύμφωνα και με τη ρητή πλέον πρόβλεψη του άρθρου 49 του Ν. 4963/2022, οι δε προθεσμίες που ανεστάλησαν δεν συμπληρώνονται, εάν δεν παρέλθουν επιπλέον δέκα (10) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους, κατ’ άρθρο 83 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4790/2021 (βλ. ΕφΑθ 302/2024 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, οι υπό στοιχεία Β’ και Γ’ εφέσεις επιτρεπτά, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, ασκήθηκαν επικουρικά κατά των παρεμπιπτόντως εναγόμενων, δικονομικών εγγυητριών – ασφαλιστικών εταιρειών, για την περίπτωση της παραδοχής της υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσης των εκκαλούντων – κυρίως εναγόντων.
Από τις διατάξεις των άρθρων 80 και 516 παρ. 1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι εκείνος που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση στην πρωτοβάθμια δίκη, αν η παρέμβαση αυτή απορρίφθηκε, μπορεί να ασκήσει και πάλι πρόσθετη παρέμβαση στο εφετείο για την υποστήριξη της έφεσης, που άσκησε ο διάδικος υπέρ του οποίου είχε παρέμβει πρωτοδίκως, ως προς τους προβαλλόμενους με την εν λόγω έφεση λόγους, εφόσον δεν έχει ασκήσει και ο ίδιος έφεση (ΑΠ 338/1973 ΝοΒ. 21.1170, ΕφΠειρ 510/2023 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2055/2022 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 1013/2011 ΕΠολΔ 2012. 395 με παρατηρήσεις Π. Γιαννόπουλου, ΕφΠειρ 830/2008 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 1235/2002 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 9231/2001 ΕλλΔνη 2004. 248, ΕφΑθ 579/2000 ΝΟΜΟΣ, Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση κατά τον ΚΠολΔ, έκδ. 2003, παρ. 303, σελ. 130). Στην προκειμένη περίπτωση, η προσθέτως παρεμβαίνουσα – παρεμπιπτόντως εναγόμενη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………», ως καθολική διάδοχος λόγω συγχώνευσης με απορρόφηση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….», η οποία κατά την πρωτοβάθμια δίκη είχε ασκήσει την από 02.11.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2015 και ειδικό …./2015 πρόσθετη παρέμβασή της υπέρ του πρώτου κυρίως εναγόμενου, η οποία έγινε δεκτή με την εκκαλουμένη απόφαση, με χωριστό δικόγραφο που κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης γενικό …./12.03.2024 και ειδικό …../12.03.2024, άσκησε την υπό στοιχείο Δ’ από 11.03.2024 πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του πρώτου κυρίως εναγόμενου και νυν εφεσίβλητου – εκκαλούντος. Ωστόσο, η παρέμβαση αυτή δεν είναι παραδεκτή και πρέπει να απορριφθεί, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη νομική σκέψη, καθόσον η από 02.11.2015 πρόσθετη παρέμβαση της ιδίας διαδίκου, κατά την πρωτοβάθμια δίκη, είχε γίνει δεκτή με την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 240/2021 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Τέλος, η προσθέτως παρεμβαίνουσα δεν πρέπει να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών εξόδων, εφόσον η εν λόγω παρέμβαση δεν δημιούργησε ιδιαίτερα τέτοια έξοδα σε κάποιον από τους διαδίκους (βλ. ΕφΠειρ 510/2023 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑιγ 132/2006 ΝΟΜΟΣ).
Οι ενάγοντες στην από 24.06.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2015 και ειδικό …/2015 αγωγή τους, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εξέθεταν ότι την 06.08.2014 απεβίωσε στον Πειραιά Αττικής, με αιτία θανάτου πολυοργανική ανεπάρκεια και σηψαιμία, νοσηλευόμενος στην ιδιωτική κλινική της τρίτης εναγόμενης, εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………..», που χρησιμοποιεί προς εκτέλεση του έργου της ελευθέρως συνεργαζόμενους με αυτήν ιατρούς και λοιπό νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό, ο ………….., σύζυγος της πρώτης και πατέρας των λοιπών εναγόντων, οι οποίοι τυγχάνουν μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αποβιώσαντος, ότι ο θάνατος του συγγενούς τους οφείλεται σε αμελείς πράξεις και παραλείψεις, καθώς και σε εσφαλμένους ιατρικούς χειρισμούς του πρώτου εναγόμενου, ιατρού γαστρεντερολόγου, και του δεύτερου εναγόμενου, ιατρού χειρουργού, καθώς και των θεραπόντων ιατρών της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, οι οποίοι διενεργούσαν σε ασθενείς τους ιατρικές πράξεις της ειδικότητάς τους, καθώς και τη νοσηλεία αυτών, χρησιμοποιώντας τις κτιριακές, μηχανολογικές και λοιπές εγκαταστάσεις της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, καθώς και το παραϊατρικό και βοηθητικό προσωπικό αυτής, ενώ η τρίτη εναγόμενη επιμελείτο της νοσηλείας των ασθενών και χορηγούσε τα απαραίτητα υλικά και φάρμακα για την διεκπεραίωση των ιατρικών πράξεων, και εισέπραττε από τους ασθενείς χωριστή αμοιβή για τις υπηρεσίες της, πλέον της εισπραττόμενης από τον πρώτο εναγόμενο και τον δεύτερο εναγόμενο αμοιβής, και ως εκ τούτου οι τελευταίοι ήταν προστηθέντες στην υπηρεσία της προστήσασας αυτούς τρίτης εναγόμενης, δεδομένου ότι από τη μεταξύ τους σύμβαση ελεύθερης συνεργασίας και τον επιδιωκόμενο από αυτή σκοπό, αφενός εξυπηρετούνταν ο πρώτος εναγόμενος και ο δεύτερος εναγόμενος που χρησιμοποιούσαν την υποδομή και τις υπηρεσίες της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, αφετέρου η τελευταία που χρησιμοποιούσε προς εκτέλεση του έργου της ελευθέρως συνεργαζόμενους με αυτήν ιατρούς, ότι ειδικότερα ο ……., επισκέφθηκε στις αρχές Ιουνίου του έτους 2014 την κλινική της τρίτης εναγόμενης, προκειμένου να υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις, λόγω των ενοχλήσεων που είχε στην κοιλιακή του χώρα, ότι ο πρώτος εναγόμενος, ιατρός γαστρεντερολόγος, του συνέστησε να υποβληθεί σε κολονοσκόπηση, χωρίς όμως να τον ενημερώσει, ως όφειλε, για τους πιθανούς κινδύνους και τις επιπλοκές αυτής της ιατρικής εξέτασης, ότι την 10.06.2014, ο πρώτος εναγόμενος διενήργησε πλημμελώς την εν λόγω ιατρική εξέταση (κολονοσκόπηση), καθότι κατά τη διάρκειά της προκάλεσε ρήξη του παχέος εντέρου του ασθενή, ………., η οποία οδήγησε τον τελευταίο επειγόντως στο χειρουργείο, ότι αυτός υποβλήθηκε σε ημικολεκτομή, την οποία διενήργησε ο δεύτερος εναγόμενος, ιατρός χειρουργός, ο οποίος, αν και όφειλε, δεν προέβη αφενός σε έλεγχο όλου του μήκους του παχέος εντέρου του, με αποτέλεσμα να μην αντιληφθεί την ύπαρξη και άλλων σημείων αυτού στα οποία υπήρχε ρήξη και διαφυγή υγρών αέρα από το παχύ έντερο στην κοιλιακή κοιλότητα, αφετέρου σε χολοκυστεκτομή (αφαίρεση χοληδόχου κύστεως), με αποτέλεσμα να μην αποτρέψει μία πιθανή φλεγμονή της χοληδόχου κύστης του, ότι κατά τη μετεγχειρητική του πορεία, ο ασθενής εμφάνισε πολλαπλά αποστήματα στην κοιλιακή του χώρα που συνιστούσαν περιτονίτιδα, η οποία αντιμετωπίσθηκε από τον δεύτερο εναγόμενο πλημμελώς, αφού αφενός δεν αναζήτησε την αιτία που τα προκαλούσε, αφετέρου προέβη σε διαδερμική παρακέντηση και παροχέτευση των αποστηματικών συλλογών, και όχι σε λαπαροτομία, όπως ήταν ο ιατρικά πρόσφορος και ενδεδειγμένος τρόπος αντιμετώπισης της ανωτέρω κατάστασης του ασθενούς, ότι η κατάσταση της υγείας του ασθενούς επιδεινώθηκε περαιτέρω λόγω της χορήγησης σε αυτόν κορτιζόνης από τον δεύτερο εναγόμενο σε συνεργασία με τους θεράποντες ιατρούς της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, οι οποίοι διέγνωσαν εσφαλμένα ότι είχε προσβληθεί από αγγειίτιδα. Με βάση αυτό το ιστορικό, ζήτησαν, όπως παραδεκτώς κατ’ άρθρα 223, 294, 295 και 297 του ΚΠολΔ περιορίσθηκαν εν μέρει τα αγωγικά κονδύλια με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την υπ’ αριθ. 3334/2017 μη οριστική απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του και επαναλήφθηκε στις κατατεθειμένες κοινές έγγραφες προτάσεις τους, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλλουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 179.956,00 ευρώ και σε καθέναν από τους λοιπούς ενάγοντες το ποσό των 139.956,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από το θάνατο του ………., συζύγου της πρώτης ενάγουσας και πατέρα των λοιπών εναγόντων, εξαιτίας της ανωτέρω αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των προστηθέντων από την τρίτη εναγόμενη ιατρών, πρώτου και δεύτερου των εναγόμενων, οι οποίοι από αμέλειά τους και όντας υπόχρεοι λόγω του επαγγέλματός τους να καταβάλουν ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, προκάλεσαν τον θάνατο του συγγενούς τους, επιφυλασσόμενοι να αξιώσουν το επιπλέον ποσό των 44,00 ευρώ παριστάμενοι ως πολιτικώς ενάγοντες ενώπιον των αρμοδίων ποινικών Δικαστηρίων, επιπλέον δε ζήτησαν κατά την κύρια βάση της αγωγής τους στηριζόμενη στις διατάξεις περί αδικοπραξίων, άλλως κατά την επικουρική βάση αυτής στηριζόμενη στις διατάξεις περί ενδοσυμβατικής ευθύνης, δυνάμει της καταρτισθείσας μεταξύ των εναγόμενων και του ασθενούς ……. σύμβασης παροχής ιατρικών υπηρεσιών, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλλουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, σε καθέναν από τους ενάγοντες το ποσό των 4.246,10 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στα έξοδα νοσηλείας του αποβιώσαντος συγγενούς τους, κατά το μέρος που τα έξοδα αυτά δεν έχουν επιδοτηθεί από τον ασφαλιστικό του φορέα, όλα δε τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, να διαταχθεί η προσωπική κράτηση διάρκειας ενός έτους σε βάρος του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στη δικαστική τους δαπάνη. Ο πρώτος εναγόμενος, στα πλαίσια της δίκης που ανοίχθηκε με την ως άνω κύρια αγωγή, με το από 23.07.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2015 και ειδικό …./2015 αυτοτελές δικόγραφο, που απηύθυνε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, στο οποίο ενσωμάτωσε το περιεχόμενο της κύριας αγωγής, που είχε ασκηθεί εναντίον του, προσεπικάλεσε την ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «……..», της οποίας καθολική διάδοχος λόγω συγχώνευσης με απορρόφηση είναι η ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………..», ως δικονομική του εγγυήτρια, να παρέμβει υπέρ αυτού και να τον υποστηρίξει στην ως άνω εκκρεμή δίκη, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, συνιστάμενο στο ότι αυτή είναι υπόχρεη σε αποζημίωση, δυνάμει έγκυρης ασφαλιστικής σύμβασης κάλυψης της επαγγελματικής αστικής του ευθύνης έναντι τρίτων ασθενών του, σωρεύοντας στο ίδιο δικόγραφο και παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης κατ’ αυτής, με την οποία ζήτησε, να υποχρεωθεί η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη να του καταβάλει οποιοδήποτε χρηματικό ποσό τυχόν υποχρεωθεί αυτός να καταβάλει στους ενάγοντες της ως άνω κύριας αγωγής, σε περίπτωση ευδοκίμησης αυτής, μετά των τόκων και των εξόδων, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση σ’ αυτόν της κύριας αγωγής, άλλως από την επίδοση στην καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη της προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής, άλλως από την καταβολή στους κυρίως ενάγοντες, να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η αντίδικός του στη δικαστική του δαπάνη. Η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη με το από 02.11.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2015 και ειδικό …../2015 ιδιαίτερο δικόγραφο, άσκησε παραδεκτώς πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του πρώτου εναγόμενου – προσεπικαλούντος, επικαλούμενη την ιδιότητά της ως δικονομικής εγγυήτριας του τελευταίου, με αίτημα να γίνει δεκτή η πρόσθετη παρέμβαση, να απορριφθεί η κύρια αγωγή και να καταδικασθούν οι κυρίως ενάγοντες στη δικαστική της δαπάνη. Ο δεύτερος εναγόμενος, στα πλαίσια της δίκης που ανοίχθηκε με την ως άνω κύρια αγωγή, με το από 02.11.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2015 και ειδικό …../2015 αυτοτελές δικόγραφο, που απηύθυνε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, στο οποίο ενσωμάτωσε το περιεχόμενο της κύριας αγωγής, που είχε ασκηθεί εναντίον του, προσεπικάλεσε την ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………», ως δικονομική του εγγυήτρια, να παρέμβει υπέρ αυτού και να τον υποστηρίξει στην ως άνω εκκρεμή δίκη, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, συνιστάμενο στο ότι αυτή είναι υπόχρεη σε αποζημίωση, δυνάμει έγκυρης ασφαλιστικής σύμβασης κάλυψης της επαγγελματικής αστικής του ευθύνης έναντι τρίτων ασθενών, σωρεύοντας στο ίδιο δικόγραφο και παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης κατ’ αυτής, με την οποία ζήτησε, μετά τον παραδεκτό κατ’ άρθρα 223, 294, 295 και 297 του ΚΠολΔ, περιορισμό του αρχικά καταψηφιστικού αιτήματος της παρεμπίπτουσας αγωγής, μόνο στο αναγνωριστικό της σκέλος, με σχετική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του στις προτάσεις του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, να αναγνωρισθεί ότι υποχρεούται η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη να του καταβάλει οποιοδήποτε χρηματικό ποσό τυχόν υποχρεωθεί αυτός να καταβάλει στους ενάγοντες, σε περίπτωση ευδοκίμησης της ως άνω κυρίας αγωγής, μετά των τόκων και των εξόδων, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της καταβολής στους τελευταίους, να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η αντίδικός του στη δικαστική του δαπάνη. Η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη με το από 21.12.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2015 και ειδικό ……/2015 ιδιαίτερο δικόγραφο, άσκησε παραδεκτώς πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του δεύτερου εναγόμενου-προσεπικαλούντος, επικαλούμενη την ιδιότητά της ως δικονομικής εγγυήτριας του τελευταίου, με αίτημα να γίνει δεκτή η πρόσθετη παρέμβαση, να απορριφθεί η κύρια αγωγή, επικουρικώς δε σε περίπτωση που γίνει δεκτή η κύρια αγωγή και η προσεπίκληση ενωμένη με παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης, να περιορισθεί η ευθύνη της έναντι του δεύτερου εναγόμενου – προσεπικαλούντος στο ανώτατο όριο της ασφαλιστικής της ευθύνης, και να καταδικασθούν οι αντίδικοί της στη δικαστική της δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε αντιμωλία των διαδίκων την κύρια αγωγή, τις προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές και τις πρόσθετες παρεμβάσεις, με την συμπροσβαλλόμενη υπ’ αριθ. 3334/2017 μη οριστική απόφασή του, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και διέταξε τη διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης, ενώ με την προσβαλλόμενη υπ’ αριθ. 240/2021 οριστική απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη ως προς την κύρια βάση της, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 24 του α.ν. 1565/1939, 5 του Ν. 2619/1998 και ήδη 11 και 12 του Ν. 3418/2005, 297, 299, 330, 340, 346, 481, 914, 922, 926 και 932 του ΑΚ, 6 και 8 του Ν. 2251/1994, 15, 28 και 302 του ΠΚ, 176, 907, 908 και 1047 του ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος καταβολής του ποσού των 4.246,10 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στα έξοδα νοσηλείας του αποβιώσαντος συγγενούς τους, κατά το μέρος που τα έξοδα αυτά δεν έχουν επιδοτηθεί από τον ασφαλιστικό του φορέα, και το οποίο κρίθηκε μη νόμιμο και απορριπτέο ως προς αμφότερες τις αγωγικές βάσεις, κύρια και επικουρική, στη συνέχεια απέρριψε την κύρια αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη καθώς και τις έχουσες επικουρικό χαρακτήρα προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές, ως άνευ αντικειμένου, και έκανε δεκτές ως και ουσιαστικά βάσιμες τις πρόσθετες παρεμβάσεις. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται: (Α) οι ενάγοντες με την υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσή τους, και ζητούν για τους λόγους που εκτίθενται σε αυτή και ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και να γίνει δεκτή η κύρια αγωγή τους. (Β) ο δεύτερος εναγόμενος – παρεμπιπτόντως ενάγων – υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση με την υπό στοιχείο Β’ από 02.08.2022 έφεσή του, στρεφόμενη κατά της παρεμπιπτόντως εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..», επικουρικά για την περίπτωση της παραδοχής της υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσης των εκκαλούντων – κυρίως εναγόντων, προκειμένου να γίνει δεκτή η από 02.11.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό ……/2015 και ειδικό …./2015 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης και (Γ) ο πρώτος εναγόμενος – παρεμπιπτόντως ενάγων με την υπό στοιχείο Γ’ από 30.06.2023 έφεσή του, στρεφόμενη κατά της παρεμπιπτόντως εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..», επικουρικά για την περίπτωση της παραδοχής της υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσης των εκκαλούντων – κυρίως εναγόντων, προκειμένου να γίνει δεκτή από 23.07.2015 και με αριθμό κατάθεσης γενικό ……/2015 και ειδικό …./2015 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης.
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 298, 299, 330 εδ. β’, 914 και 932 του ΑΚ, η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση και ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση περιουσιακής ζημίας ή και ηθικής βλάβης και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας. Παράνομη είναι η συμπεριφορά, που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, μπορεί, δε, η συμπεριφορά αυτή να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης. Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα, της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της κοινωνικώς επιβεβλημένης και εκ της θεμελιώδους δικαιϊκής αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας υποχρέωσης λήψης ορισμένων μέτρων επιμελείας για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων. Αμέλεια, ως μορφή υπαιτιότητας, υπάρχει όταν, εξαιτίας της παράλειψης του δράστη να καταβάλει την επιμέλεια, που αν κατέβαλε, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς εκπροσώπου του κύκλου δραστηριότητάς του, θα ήταν δυνατή η αποτροπή του ζημιογόνου αποτελέσματος, αυτός (δράστης) είτε δεν προέβλεψε την επέλευση του εν λόγω αποτελέσματος είτε προέβλεψε, μεν, το ενδεχόμενο επέλευσής του, ήλπιζε, όμως, ότι θα το αποφύγει. Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η συνδρομή των πιο πάνω προϋποθέσεων θεμελιώνει και την αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού για ζημία, που προκαλείται από αυτόν κατά την παροχή των ιατρικών υπηρεσιών του (ΑΠ 655/2019 ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, κατ’ άρθρο 24 του α.ν. 1565/1939 «περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος», που διατηρήθηκε σε ισχύ κατά το άρθρο 47 του ΕισΝΑΚ, ο ιατρός οφείλει να παρέχει με ζήλο, ευσυνειδησία και αφοσίωση την ιατρική του συνδρομή, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης και της κτηθείσας πείρας τηρώντας τις ισχύουσες διατάξεις για τη διαφύλαξη των ασθενών και προστασίας των υγιών. Το άρθρο 3 του Ν. 3418/2005 (Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας) ορίζει ότι το ιατρικό λειτούργημα ασκείται, σύμφωνα με τους γενικά αποδεκτούς και ισχύοντες κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων με τα άρθρα 652, 330 και 914 του ΑΚ και 441 του ΠΚ, προκύπτει ότι ο ιατρός ευθύνεται σε αποζημίωση για τη ζημία, που έπαθε ο ασθενής πελάτης του από κάθε αμέλειά του, ακόμη και ελαφρά, εάν κατά την εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων παρέβη την υποχρέωση επιμέλειας του να ενεργήσει, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης, μη εκπληρώνοντας το καθήκον ιατρικής μέριμνας και επιμέλειας (ΣτΕ 330/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1659/2003 ΠοινΔικ 2004. 227). Έτσι, το ιατρικό σφάλμα, που αντιμετωπίζεται στο Ελληνικό δίκαιο, ως περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 914 του ΑΚ, συνιστά παρανομία, ως συμπεριφορά, που αντίκειται τόσο στο θετικό δίκαιο και συγκεκριμένα, στην προαναφερομένη διάταξη του άρθρου 24 του α.ν. 1565/1939, η οποία μπορεί να ερμηνευθεί, ως κανόνας συμπεριφοράς και όχι απλώς, ως εξειδίκευση του κατά το άρθρο 330 του ΑΚ μέτρου της απαιτουμένης επιμέλειας, όσο και στους γενικούς (άγραφους) κανόνες επιμέλειας, που ρυθμίζουν τον τρόπο ενεργείας των ιατρών σε συγκεκριμένη περίπτωση, δεδομένου ότι, όπως είναι γνωστό, παρανομία δεν συνιστά, μόνον, η συμπεριφορά προσώπου, που αντίκειται σε ειδική διάταξη νόμου, αλλά και αυτή, που παραβιάζει τις υποχρεώσεις επιμελείας, τις οποίες οφείλει να εκπληρώνει κάθε κοινωνός προς το σκοπό της αποφυγής πρόκλησης ζημίας σε αγαθά άλλων προσώπων. Το δίκαιο, δηλαδή, απαγορεύει την αμελή συμπεριφορά και το ιατρικό σφάλμα συνιστά μία τέτοια συμπεριφορά (βλ. Κ. Φουντεδάκη, Αστική ιατρική ευθύνη, έκδ. 2003, σελ. 327, 328). Το ιατρικό σφάλμα, αποτελώντας την αντικειμενική και υποκειμενική προϋπόθεση της ευθύνης του ιατρού εμφανίζεται με τη μορφή της εκδήλωσης ορισμένης συμπεριφοράς, χαρακτηριζόμενης, ως αποκλίνουσας, σε σχέση με αυτή, την οποία ο μέσος ιατρός της αντίστοιχης ειδικότητας επιβάλλεται να επιδείξει υπό τις ίδιες συνθήκες και περιστάσεις, τηρώντας τους αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης (ΑΠ 1337/2005 ΠοινΔ 2006. 135, ΑΠ 1569/2003 ΠοινΔ 2003. 386). Ειδικότερα, στην περιοχή της ιατρικής αμέλειας αυτή μπορεί να εμφανίζεται υπό τις εξής μορφές: α) είτε ως εσφαλμένη διάγνωση ή μη διάγνωση μίας νόσου, που οφείλεται στην μη συμμόρφωση προς τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, β) είτε ως εσφαλμένη – πλημμελής θεραπευτική αγωγή (φαρμακευτική, διαιτητική, εγχειρηματική), διαδικασία, δηλαδή, που αποσκοπεί στην ίαση του ασθενούς, κατά τρόπο, που παρακάμπτονται οι κοινώς αναγνωρισμένοι κανόνες της ιατρικής επιστήμης (όπως εγκατάλειψη εργαλείων ή άλλων αντικειμένων στο σώμα του ασθενούς μετά την εγχείρηση, μη έγκαιρη επέμβαση, χορήγηση υπερβολικής δόσης φαρμάκου), δηλαδή, στην περίπτωση αυτή, η αμέλεια του ιατρού μπορεί να θεμελιωθεί σε σφάλμα περί την εκλογή της θεραπείας, λόγω της οποίας και επέρχεται κακό στον ασθενή, είτε αυτό οφείλεται σε άγνοια της προσήκουσας για την περίπτωση θεραπείας ή γενικά ενεργείας, είτε διότι επέλεξε μέθοδο και θεραπεία, η οποία, κατά τις γενικά κρατούσες αρχές της ιατρικής επιστήμης, δεν ήταν η ενδεδειγμένη για την περίπτωση, γ) είτε ως μη παραπομπή του ασθενούς σε ειδικό θάλαμο και την ανάληψη της διεξαγωγής ενός διαγνωστικού ή θεραπευτικού εγχειρήματος, χωρίς να υπάρχουν οι απαραίτητες ειδικές γνώσεις και ικανότητες ή τα κατάλληλα διαγνωστικά μέσα και δ) είτε ως μη εκπλήρωση καθήκοντος ιατρικής μέριμνας και επιμέλειας (ΕφΑθ 550/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 197/1988 ΑρχΝομ 1988. 139). Ωστόσο, ουδεμία ευθύνη φέρει ο ιατρός, αν ενήργησε, κατά τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης (lege artis) και ειδικότερα, όπως θα ενεργούσε κάτω από τις ίδιες συνθήκες και περιστάσεις και με τα στη διάθεσή του μέσα, ένας συνετός και επιμελής ιατρός. Λαμβάνεται υπόψη, ιδίως, η συνδρομή ειδικότητας στο πρόσωπο του ιατρού, η οποία συνιστά το λόγο της βαρύτερης ευθύνης του ειδικού, διότι ο ασθενής προσφεύγει στις υπηρεσίες του, συνήθως, με βαρύτερη οικονομική επιβάρυνση, λόγω αυτής της ειδικότητάς του. Η αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού ρυθμίζεται, ως προς ορισμένα ζητήματα και από το άρθρο 8 του Ν. 2251/1994 για την “προστασία των καταναλωτών”, όπως ισχύει μετά το Ν. 3587/2007, το οποίο ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι “ο παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη, που προκάλεσε παράνομα και υπαίτια, με πράξη ή παράλειψή του, κατά την παροχή αυτών στον καταναλωτή. Ως παρέχων υπηρεσίες νοείται όποιος, στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, παρέχει υπηρεσία, κατά τρόπο ανεξάρτητο” (παρ. 1 και 2), ότι “ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας” (παρ. 3), ότι “ο παρέχων τις υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης για την έλλειψη παρανομίας και υπαιτιότητάς του” (παρ. 4 εδ. α’), ότι “για την έλλειψη υπαιτιότητας λαμβάνονται υπόψη η ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια και το σύνολο των ειδικών συνθηκών και ιδίως: α) η φύση και το αντικείμενο της υπηρεσίας, ιδίως σε σχέση με τον βαθμό επικινδυνότητάς της, β) η παρουσίαση και ο τρόπος παροχής της, γ) ο χρόνος παροχής της, δ) η αξία της παρεχόμενης υπηρεσίας, ε) η ελευθερία δράσης, που καταλείπεται στο ζημιωθέντα στο πλαίσιο της υπηρεσίας, στ) αν ο ζημιωθείς ανήκει σε κατηγορία μειονεκτούντων ή ευπρόσβλητων προσώπων και ζ) αν η παρεχόμενη υπηρεσία αποτελεί εθελοντική προσφορά του παρέχοντος αυτήν” (παρ. 4 εδ. β) και ότι “η ύπαρξη ή η δυνατότητα παροχής τελειότερης υπηρεσίας, κατά το χρόνο παροχής της συγκεκριμένης υπηρεσίας ή μεταγενέστερα δεν θεμελιώνει χωρίς άλλο λόγο υπαιτιότητα” (παρ. 5). Από τις διατάξεις αυτού του άρθρου προκύπτει ότι στο πεδίο εφαρμογής του εμπίπτουν και οι ιατρικές υπηρεσίες, διότι ο παρέχων αυτές ιατρός ενεργεί κατά τρόπο ανεξάρτητο, δεν υπόκειται, δηλαδή, σε συγκεκριμένες υποδείξεις ή οδηγίες του αποδέκτη των υπηρεσιών (ασθενούς), αλλά έχει την πρωτοβουλία και την ευχέρεια να προσδιορίζει τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών του. Για τη θεμελίωση της ιατρικής ευθύνης απαιτείται παράνομη και υπαίτια πρόκληση ζημίας. Οι προϋποθέσεις αυτές (παρανομία και υπαιτιότητα) συντρέχουν ταυτοχρόνως, με βάση τη θεώρηση της αμέλειας, ως μορφής πταίσματος και ως μορφής παρανομίας (“διπλή λειτουργία της αμέλειας”). Έτσι, αν, στο πλαίσιο μίας ιατρικής πράξης, παραβιαστούν οι κανόνες και αρχές της ιατρικής επιστήμης και εμπειρίας ή και οι απορρέουσες από το γενικό καθήκον πρόνοιας και ασφάλειας υποχρεώσεις επιμελείας του μέσου συνετού ιατρού της ειδικότητας του ζημιώσαντος, τότε η συμπεριφορά αυτή είναι παράνομη και συγχρόνως, υπαίτια. Ενόψει, δε, της καθιερουμένης, συναφώς, νόθου αντικειμενικής ευθύνης, με την έννοια της αντιστροφής του βάρους απόδειξης, τόσο, ως προς την υπαιτιότητα όσο και, ως προς την παρανομία, ο ζημιωθείς φέρει το βάρος να αποδείξει την παροχή των υπηρεσιών, τη ζημία του και τον αιτιώδη σύνδεσμο της ζημίας με την εν γένει παροχή των υπηρεσιών, ενώ ο παρέχων τις υπηρεσίες ιατρός, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη, πρέπει να αποδείξει είτε την ανυπαρξία παράνομης και υπαίτιας πράξης του, είτε την έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου της ζημίας με την παράνομη και υπαίτια πράξη του. Η παραπάνω διάταξη λειτουργεί, ως ειδικότερος κανόνας, ο οποίος εντασσόμενος στο γενικότερο σύστημα θεμελίωσης της αστικής ευθύνης, διαμορφώνει την ενοχή, που καταλαμβάνεται από αυτόν, κατά τρόπο, ώστε κύριο χαρακτηριστικό της να είναι η απομάκρυνση από την αρχή της υποκειμενικής ευθύνης με την αντιστροφή του σχετικού βάρους απόδειξης (ΑΠ 974/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1693/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 10/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 726/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 424/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1227/2007 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 922 του ΑΚ, ο προστήσας κάποιον άλλον σε μία υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία, που ο προστηθείς προξένησε σε τρίτο κατά την υπηρεσία του. Η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή επί προστήσαντος φυσικού ή νομικού προσώπου, το οποίο δεν συνδέεται συμβατικά με το ζημιωθέντα τρίτο, προστηθείς, δε, μπορεί να είναι νομικό ή φυσικό πρόσωπο. Η εφαρμογή της προϋποθέτει: α) σχέση πρόστησης, η οποία είναι η τοποθέτηση, διορισμός, χρησιμοποίηση από κάποιο πρόσωπο (του προστήσαντος), ενός άλλου προσώπου φυσικού ή νομικού (του προστηθέντος), σε θέση ή απασχόληση (διαρκή ή μεμονωμένη εργασία), που αποβλέπει στη διεκπεραίωση υπόθεσης και γενικότερα, στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών οικονομικών ή άλλων συμφερόντων του πρώτου, β) ενέργεια του προστηθέντος παράνομη και υπαίτια, δηλαδή αδικοπραξία, πληρούσα τις προϋποθέσεις του άρθρου 914 του ΑΚ και γ) η ενέργεια αυτή του προστηθέντος να έγινε κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας, που του είχε ανατεθεί ή επ’ ευκαιρία ή εξ αφορμής της υπηρεσίας του ή ακόμα και κατά κατάχρηση της υπηρεσίας του αυτής. Η τελευταία (κατάχρηση υπηρεσίας) υπάρχει, όταν η ζημιογόνος πράξη τελέστηκε καθ’ υπέρβαση των ορίων των καθηκόντων του προστηθέντος και κατά παράβαση των εντολών και οδηγιών του προστήσαντος. Ωστόσο, θα πρέπει μεταξύ της ζημιογόνου ενεργείας και της υπηρεσίας, που έχει ανατεθεί στον προστηθέντα, να υφίσταται εσωτερική συνάφεια, υπό την έννοια ότι αυτή (πράξη) δεν θα μπορούσε να υπάρξει, χωρίς την πρόστηση ή ότι η τελευταία υπήρξε το αναγκαίο μέσο για την τέλεση της αδικοπραξίας (ΑΠ 337/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 331/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1507/2005 ΕλλΔνη 2006. 92, ΑΠ 959/2004 ΕλλΔνη 2004. 1602, ΑΠ 926/2004, ΕλλΔνη 2005. 1659). Δικαιολογητικός λόγος της καθιέρωσης της ευθύνης από αλλότριες πράξεις είναι η ωφέλεια, την οποία ο προστήσας αποκομίζει από την ανάμιξη του ενδιάμεσου προσώπου, το οποίο εντάσσει στο πεδίο της δραστηριότητάς του (επαγγελματικής, επιχειρηματικής). Με τη χρησιμοποίηση τρίτων προσώπων ο προστήσας επεκτείνει το πεδίο της επιχειρηματικής κυρίως δράσης του, το πεδίο εξουσίας και επιρροής του και κατά συνέπεια, διευρύνει και τη δυνατότητα κερδών του. Είναι, επομένως, εύλογο να φέρει αυτός την ευθύνη και τους κινδύνους, που προκύπτουν από τη δραστηριότητα των χρησιμοποιουμένων προσώπων, αφού αυτός καρπώνεται και τα οφέλη της. Άλλωστε, με την καθιέρωση της ευθύνης του προστήσαντος εξυπηρετείται και η ιδέα της ασφάλειας των ζημιωθέντων, οι οποίοι αποκτούν ένα επιπλέον οφειλέτη, εκτός από τον προστηθέντα, συνήθως οικονομικά ισχυρότερο και πιο φερέγγυο από αυτόν (ΑΠ 1683/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1988/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 687/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1429/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 181/2011 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1288/2010 ΝΟΜΟΣ). Έτσι, πρόστηση μπορεί να υπάρχει και σε περίπτωση σύμβασης παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών. Πάντως, όταν η εκτέλεση μιας υπηρεσίας έχει ανατεθεί σε πρόσωπα με εξειδικευμένες επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις, ο άνω έλεγχος δεν είναι απαραίτητο να εκτείνεται στον τρόπο εργασίας των εν λόγω προσώπων, ως προς τον οποίο, άλλωστε, ο κύριος της υπόθεσης, ελλείψει των σχετικών γνώσεων, δεν είναι σε θέση να τα ελέγξει, αλλά μπορεί και αρκεί ο έλεγχος αυτός να αφορά στην παροχή οδηγιών, έστω και γενικού περιεχομένου ως προς τον τόπο, τον χρόνο και τους λοιπούς όρους εργασίας των ειδικευμένων προσώπων. Ειδικότερα, στην περίπτωση νοσηλείας ασθενούς από ιατρό σε ιδιωτική κλινική ή άλλο ιατρικό κέντρο αρκεί, για τον χαρακτηρισμό τους, ως προστησάντων, η εκ μέρους τους παροχή γενικών μόνο οδηγιών στον ιατρό ως προς τον τόπο, τον χρόνο και τους όρους εργασίας του τελευταίου. Και τούτο διότι η παροχή ειδικών οδηγιών στον ιατρό, για τον τρόπο διενέργειας των ιατρικών πράξεων (διαγνωστικών ή θεραπευτικών), δεν είναι δυνατή, αφού, όπως προκύπτει από το άρθρο 24 του α.ν. 1565/1939, ο ιατρός είναι υποχρεωμένος, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, να ενεργήσει όχι σύμφωνα με τις τυχόν αυτές οδηγίες, αλλά σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης, ήτοι τα διδάγματα της εν λόγω επιστήμης και την αποκτηθείσα συναφώς ειδική πείρα (ΑΠ 1988/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 687/2013 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, αν από αμελή, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, συμπεριφορά του προστηθέντος ιατρού επήλθε η σωματική βλάβη προσώπου νοσηλευόμενου σε ιδιωτική κλινική, η προστήσασα τον ιατρό κλινική ευθύνεται για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας και της ηθικής βλάβης που υπέστη το πιο πάνω πρόσωπο. Πρόκειται για γνήσια αντικειμενική ευθύνη, δικαιολογητικό λόγο της οποίας αποτελεί το γεγονός ότι ο προστήσας ωφελείται από τις υπηρεσίες του προστηθέντος, διευρύνοντας το πεδίο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, και ως εκ τούτου είναι εύλογο να φέρει την ευθύνη για τους κινδύνους που προκύπτουν από τη δραστηριότητα του προστηθέντος (ΑΠ 418/2018 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 687/2013 ό.π., ΑΠ 1226/2007 ΧρΙΔ 2008. 324, ΕφΑθ 26/2019 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 932 του ΑΚ, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλομένης γι’ αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας υπόψη τα πραγματικά περιστατικά, που οι διάδικοι έθεσαν υπόψη του, ήτοι το είδος και τη βαρύτητα της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των μερών. Όλες, δε, οι προαναφερόμενες συνθήκες λαμβάνονται υπόψη για να καθορισθεί το εύλογο χρηματικό ποσό για την ικανοποίηση του παθόντος και δεν αποτελούν ιδιαίτερα και αυτοτελή στοιχεία, των οποίων η παράθεση να είναι αναγκαία για την πληρότητα της αιτιολογίας, αλλά το δικαστήριο αποφασίζει γι’ αυτά με ελεύθερη κρίση, τηρουμένης, όμως, της αρχής της αναλογικότητας, ως γενικής νομικής αρχής και δη, αυξημένης τυπικής ισχύος κατ’ άρθρο 2 παρ. 1 και 25 του ισχύοντος Συντάγματος (ΟλΑΠ 9/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 55/2023 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, οι διατάξεις των άρθρων 421, 422 και 424 του ΚΠολΔ, οι οποίες προστέθηκαν με την παρ. 3 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 και τροποποιήθηκαν, εν συνεχεία, με τα άρθρα 21, 22 και 23 του Ν. 4842/2021, τα οποία ισχύουν από την 01.01.2022 (άρθρο 120 του Ν. 4842/2021), εφαρμόζονται και επί των εκκρεμών υποθέσεων (άρθρο 116 παρ. 1β του Ν. 4842/2021), κατά το χρόνο έναρξης της ισχύος του ανωτέρω νόμου, εφόσον, όμως, αφορούν σε ένορκες βεβαιώσεις ληφθείσες μετά την έναρξη ισχύος του Νόμου αυτού, κατά τη γενικότερη αρχή του διαχρονικού δικονομικού δικαίου, που εκφράζεται από τις διατάξεις των άρθρων 12, 21 εδ. β’ και 24 παρ. 1 εδ. α’ του ΕισΝΚΠολΔ, σύμφωνα με τις οποίες, διαδικαστικές πράξεις απόδειξης του ΚΠολΔ (άρθρα 415 έως 420 και 421 έως 431) ρυθμίζονται και διέπονται από το δίκαιο που ισχύει κατά το χρόνο διενέργειάς τους, έστω και αν οι σχετικές αγωγές ή τα ένδικα βοηθήματα ή τα ένδικα μέσα έχουν ασκηθεί προ της εν λόγω ημερομηνίας (ΕφΑθ 334/2024 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 112/2022 NOMOΣ). Επομένως, μετά την ισχύ των διατάξεων των άρθρων 421, 422 και 424 του ΚΠολΔ, υπό την ισχύ του Ν. 4335/2015 (από την 01.01.2016) και προ της ισχύος αυτών υπό το Ν. 4842/2021 (από την 01.01.2022), το Δικαστήριο της ουσίας λαμβάνει υπόψη του, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και ένορκες βεβαιώσεις, υπό τις σε αυτές οριζόμενες προϋποθέσεις, την τήρηση των οποίων έχει υποχρέωση να ερευνήσει όχι μόνο κατ’ ένσταση, αλλά και αυτεπαγγέλτως, διότι η έλλειψή τους έχει ως συνέπεια ότι η ένορκη βεβαίωση δεν είναι απλώς άκυρη, αλλά ανύπαρκτη ως αποδεικτικό μέσο (ΑΠ 23/2022 NOMOΣ, ΑΠ 1175/2019 NOMOΣ). Ακολούθως, σύμφωνα με την προδιαληφθείσα, υπό την ισχύ του Ν. 4335/2015, διάταξη του άρθρου 421 του ΚΠολΔ, «Οι διάδικοι μπορούν να προσάγουν προαποδεικτικά ένορκες βεβαιώσεις, εφόσον αυτές λαμβάνονται ενώπιον του ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου της έδρας του δικαστηρίου ή της κατοικίας ή της διαμονής του μάρτυρα ή ενώπιον του προξένου της κατοικίας ή της διαμονής του μάρτυρα κατά τη διαδικασία των επομένων άρθρων» και κατά τη διάταξη του άρθρου 422 του ίδιου Κώδικα, η οποία προστέθηκε και ισχύει κατά τα αμέσως προεκτιθέμενα «1.O διάδικος που επιδιώκει τη λήψη ένορκης βεβαίωσης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο προηγούμενο άρθρο, επιδίδει δύο (2) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση στον αντίδικο κλήση, η οποία αναφέρει την αγωγή, το ένδικο βοήθημα ή μέσο, που αφορά η βεβαίωση, τόπο, ημέρα και ώρα που θα δοθεί, το ονοματεπώνυμο, το επάγγελμα και τη διεύθυνση της κατοικίας του μάρτυρα. 2. Κατά τη βεβαίωση παρίστανται, εφόσον το επιθυμούν, οι διάδικοι. 3. Δεν επιτρέπεται η λήψη ενόρκων βεβαιώσεων πάνω από πέντε (5) για κάθε διάδικο και τρεις (3) για την αντίκρουση», ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 424 του ίδιου Κώδικα, η οποία προστέθηκε και ισχύει κατά τα ανωτέρω, «Ένορκη βεβαίωση, που δίδεται κατά παράβαση των προηγουμένων διατάξεων, δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη στο πλαίσιο της δίκης, για την οποία δόθηκε, ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων». Η επίκληση της ένορκης βεβαίωσης πρέπει να γίνεται με τις προτάσεις κατά τη συζήτηση μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση και, συνακόλουθα, αν προσκομίζεται, πρώτη φορά, στο Εφετείο, η επίκληση πρέπει να γίνεται με τις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης (ΑΠ 204/2017 NOMOΣ, ΑΠ 1461/2013 NOMOΣ) και να είναι ειδική, έτσι ώστε να προκύπτει από αυτήν ο αριθμός, ο μάρτυρας που εξετάστηκε και εκείνος που τον εξέτασε και, επιπλέον, να καθορίζεται ότι έλαβε χώρα νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου ή ότι αυτός παραστάθηκε, οπότε, στην τελευταία αυτή περίπτωση, η ακυρότητα από τη μη κλήτευσή του θεραπεύεται (ΑΠ 18/2021 NOMOΣ, ΑΠ 26/2020 NOMOΣ). Αν λείπει η προϋπόθεση αυτή, οι ένορκες βεβαιώσεις δεν είναι απλώς άκυρες, αλλά ανύπαρκτες ως αποδεικτικά μέσα και δεν λαμβάνονται υπόψη. Οι ως άνω ένορκες βεβαιώσεις αποτελούν ιδιαίτερο και αυτοτελές αποδεικτικό μέσο σε σχέση με τα έγγραφα και πρέπει να μνημονεύονται ειδικά στην απόφαση (ΑΠ 5/2020 NOMOΣ, ΑΠ 1016/2020 NOMOΣ). Το όριο των πέντε ενόρκων βεβαιώσεων ισχύει αθροιστικά και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας και για το σύνολο των αντικειμένων της δίκης, που κάθε διάδικο μέρος αποσκοπεί να υποστηρίξει ή να αντικρούσει με τις ένορκες βεβαιώσεις (ΑΠ 430/2021 NOMOΣ), όπως συμβαίνει στην περίπτωση της αντικειμενικής σώρευσης αγωγών (άρθρο 218 του ΚΠολΔ) ή της ανταγωγής (άρθρο 268 του ΚΠολΔ), δηλαδή και στις περιπτώσεις αυτές πέντε συνολικά ένορκες βεβαιώσεις επιτρέπεται σε κάθε διάδικο μέρος να επικαλεσθεί και να προσκομίσει (ΑΠ 159/2019 NOMOΣ). Αν προσκομιστούν από ένα διάδικο μέρος περισσότερες από πέντε ένορκες βεβαιώσεις, το Δικαστήριο υποχρεούται να λάβει υπόψη τις πέντε πρώτες κατά τη σειρά επίκλησής τους, διότι οι πέραν των πέντε ένορκες βεβαιώσεις δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 155/2020 NOMOΣ, ΑΠ 159/2019 NOMOΣ). Ο περιορισμός αυτός δεν έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνουν, μεν, το δικαίωμα έννομης προστασίας στο πλαίσιο δίκαιης δίκης, δεν αποκλείουν, όμως, τη θέσπιση περιορισμών στην απόδειξη, εφόσον αυτοί δεν καταστρατηγούν, αλλά διασφαλίζουν τις αρχές της δίκαιης δίκης, όπως ακριβώς συμβαίνει με τον περιορισμό των ενόρκων βεβαιώσεων, που στόχο έχει, εξαιτίας του επισφαλούς χαρακτήρα του αποδεικτικού αυτού μέσου, τη μεγαλύτερη δικαιϊκή ασφάλεια στις σοβαρές, κατά κανόνα, υποθέσεις της τακτικής διαδικασίας (ΑΠ 1286/2022 NOMOΣ, ΑΠ 1470/2021 NOMOΣ, ΑΠ 514/2018 NOMOΣ). Τέλος, σε περίπτωση που τυχόν ο διάδικος προσκομίζει ενώπιον του Δικαστηρίου περισσότερες από τις κατά ανώτατο όριο προβλεπόμενες στο αντίστοιχο δικονομικό στάδιο προσκομιδής τους, κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα, οι επιπλέον προσκομιζόμενες δεν λαμβάνονται υπόψη. Για το λόγο αυτό, πρέπει, να διευκρινίσει ποιες επιθυμεί να ληφθούν υπόψη, αποσύροντας ουσιαστικά, με αυτήν τη διευκρίνιση του, τις υπόλοιπες. Εάν δεν συμβεί αυτό, πρέπει το δικαστήριο να μη λάβει υπόψη του τις επικαλούμενες με τις προτάσεις πέραν του ανώτατου επιτρεπόμενου αριθμού των ένορκων βεβαιώσεων κατά τη σειρά επίκλησής τους από το διάδικο, η οποία αποτελεί ασφαλές κριτήριο για τη σχετική βούληση του, θεωρώντας τις επικληθείσες τελευταίες ως απαράδεκτες (ΑΠ 3/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1703/2008 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 503/2023 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 424/2010 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 438/2008 ΝΟΜΟΣ).
Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης και της ανωμοτί εξέτασης του τρίτου ενάγοντος, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την υπ’ αριθ. 3334/2017 μη οριστική απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, ήτοι της μάρτυρος ………… για τους ενάγοντες, της μάρτυρος …….. για τον πρώτο εναγόμενο, του μάρτυρος ………. για τον δεύτερο εναγόμενο, του μάρτυρος . …. για την τρίτη εναγόμενη και του μάρτυρος . …. για την προσθέτως παρεμβαίνουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «. …….», των ακόλουθων πέντε (5) ενόρκων βεβαιώσεων, τις οποίες προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι ενάγοντες και ελήφθησαν με δική τους πρωτοβουλία και μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγόμενων και των προσθέτων παρεμβαινόντων ανωνύμων ασφαλιστικών εταιρειών, ήτοι της υπ’ αριθ. …/09.02.2016 ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρος ………, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, της υπ’ αριθ. …/09.02.2016 ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρος ……., ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, της υπ’ αριθ. …/09.02.2016 ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρος ………, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς (βλ. τις υπ’ αριθ. …/03.02.2016, …/03.02.2016, …/03.02.2016 και …/03.02.2016 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ……., και την υπ’ αριθ. …/03.02.2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών … …), της υπ’ αριθ. …./15.11.2016 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα, ……., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς και της υπ’ αριθ. …/15.11.2016 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα . ..…., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς (βλ. τις υπ’ αριθ. …/09.11.2016, …/09.11.2016 και ……./09.11.2016 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά ………., και τις υπ’ αριθ. …/09.11.2016 και …/09.11.2016 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……….., εξαιρουμένων ως υπερβαινόντων τον συνολικό ανώτατο επιτρεπόμενο αριθμό των πέντε προσκομιζομένων ενόρκων βεβαιώσεων, οι οποίες δεν λαμβάνονται υπόψη, δοθέντος ότι η ισχύουσα διάταξη του άρθρου 422 παρ. 3 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση υπό το Ν. 4335/2015, κατά τα αναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, επιτρέπει σε κάθε διάδικο μέρος την επίκληση και προσκομιδή έως πέντε ενόρκων βεβαιώσεων, όριο το οποίο ισχύει αθροιστικά και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας: (α) της υπ’ αριθ. …./15.11.2016 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ……., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς και (β) της υπ’ αριθ. …./14.11.2016 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ……, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, οι οποίες είναι τελευταίες κατά τη σειρά επίκλησης και ως προς τις οποίες οι ενάγοντες δήλωσαν με τις προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ότι δεν επιθυμούν να ληφθούν υπόψη, των ακόλουθων δύο (2) ενόρκων βεβαιώσεων που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο πρώτος εναγόμενος και ελήφθησαν με δική του πρωτοβουλία και μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγόντων, ήτοι της υπ’ αριθ. …/10.02.2016 ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρος …., ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς και της υπ’ αριθ. …/10.02.2016 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ………, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς (βλ. την υπ’ αριθ. …/05.02.2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …….), των ακόλουθων τριών (3) ενόρκων βεβαιώσεων που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο δεύτερος εναγόμενος και ελήφθησαν με δική του πρωτοβουλία και μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγόντων, ήτοι της υπ’ αριθ. …/15.02.2016 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα …., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, της υπ’ αριθ. …../15.02.2016 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ….., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς (βλ. την υπ’ αριθ. …/10.02.2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ………), και της υπ’ αριθ. …./21.11.2016 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα …….., ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς (βλ. την υπ’ αριθ. ……./16.11.2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ……. …….., ιατρού χειρουργού, που κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 25.02.2019 και έλαβε τον αριθμό …../2019, καθώς και της από 03.05.2019 έκθεσης ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ……………, ιατρού γαστρεντερολόγου, που κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 10.06.2019 και έλαβε τον αριθμό …./2019, οι οποίες συντάχθηκαν σε εκτέλεση της υπ’ αριθ. 3334/2017 μη οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και οι οποίες εκτιμώνται ελεύθερα από το Δικαστήριο, κατ’ άρθρο 387 του ΚΠολΔ (βλ. ΑΠ 110/2023 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 919/2020 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 555/2019 ΝΟΜΟΣ), από τις επίσης ελευθέρως εκτιμώμενες από το Δικαστήριο, κατ’ άρθρο 390 του ΚΠολΔ (βλ. ΑΠ 110/2023 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 919/2020 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 555/2019 ΝΟΜΟΣ), γνωμοδοτήσεις προσώπων που έχουν ειδικές γνώσεις επιστήμης, ήτοι την από 30.09.2019 έγγραφη γνωμοδότηση του ………, Χειρουργού – Διευθυντή της Α’ Χειρουργικής Κλινικής του Γ.Ν. Πειραιά «ΤΖΑΝΕΙΟ», ο οποίος διορίστηκε ως τεχνικός σύμβουλος του δεύτερου εναγόμενου, κατ’ άρθρο 392 του ΚΠολΔ (βλ. την υπ’ αριθ. …../25.09.2019 πράξη κατάθεσης του Πρωτοδικείου Πειραιώς), την από 09.02.2016 ιατροδικαστική γνωμοδότηση του ………, ιατρού – ειδικού ιατροδικαστή, που προσκομίζεται με επίκληση από την προσθέτως παρεμβαίνουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «……….» και την από 01.03.2019 έγγραφη έκθεση του ………, ιατρού – ειδικού ιατροδικαστή, ο οποίος διορίστηκε ως τεχνικός σύμβουλος της προσθέτως παρεμβαίνουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», κατ’ άρθρο 392 του ΚΠολΔ (βλ. το υπ’ αριθ. ………/06.06.2018 πρακτικό ορκοδοσίας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), από τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη όλα ανεξαιρέτως, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και τα έγγραφα της σχηματισθείσας ποινικής δικογραφίας υπό ……….. που αφορά στο ένδικο ιατρικό περιστατικό, τα οποία εκτιμώνται ελευθέρως στην προκειμένη δίκη ως δικαστικά τεκμήρια (βλ. ΑΠ 681/2021 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1656/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1396/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 325/2009 ΝΟΜΟΣ), στα οποία περιλαμβάνονται η από 20.11.2015 κατατεθείσα στο Πταισματοδικείο Πειραιώς την 20.11.2015 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ………, γενικού χειρουργού – Διευθυντή της Α’ Χειρουργικής Κλινικής του Ειδικού Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Πειραιά «ΜΕΤΑΞΑ», καθώς και η από 10.11.2015 κατατεθείσα στο Πταισματοδικείο Πειραιώς την 12.11.2015 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ………, γαστρεντερολόγου – Διευθυντή του Γαστρεντερολογικού Τμήματος του Γ.Ν.Α. «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ», οι οποίες συντάχθηκαν στα πλαίσια της διενεργηθείσας προκαταρκτικής εξέτασης, κατ’ άρθρο 183 του ΚΠΔ (βλ. τα υπ’ αριθ. πρωτοκόλλου ../20.10.2015 και …./03.11.2015 έγγραφα του 7ου προανακριτικού τμήματος του Πταισματοδικείου Πειραιώς), καθώς επίσης οι φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 παρ. 1 περ. γ’, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με τα νέα αποδεικτικά μέσα, που παραδεκτά προσκομίζονται το πρώτον ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 529 παρ. 1 του ΚΠολΔ, και λαμβάνονται υπόψη, αφού δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι κατά την παρ. 2 του άρθρου 529 του ΚΠολΔ λόγοι απόκρουσής τους, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ, βλ. ΑΠ 48/2009 ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο …………., που γεννήθηκε την 31.07.1940, εν ζωή ήταν σύζυγος της πρώτης ενάγουσας και πατέρας των λοιπών εναγόντων. Αρχές του έτους 2014, ο …….. αισθανόταν ενοχλήσεις στην κοιλιακή του χώρα και για τον λόγο αυτό επισκέφθηκε, την 14.02.2014, την «……..», όπου υποβλήθηκε σε γαστροσκόπηση, από την οποία προέκυψε η ύπαρξη μικρής διαφραγματοκήλης, γαστρίτιδα του άντρου και χαίνουσα γαστροοισοφαγική συμβολή, καθώς και σε υπερηχογράφημα άνω – κάτω κοιλίας, από το οποίο δεν προέκυψαν εμφανή εστιακά ευρήματα. Το άλγος που αισθανόταν ο ……. στην κοιλιακή του χώρα δεν υποχωρούσε και για τον λόγο αυτό επισκέφθηκε, τον Απρίλιο του έτους 2014, την ιδιωτική γενική κλινική που διατηρεί και εκμεταλλεύεται η τρίτη εναγόμενη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………», προκειμένου να υποβληθεί σε νέες ιατρικές εξετάσεις για την διακρίβωση της αιτίας του άλγους. Έτσι την 12.04.2014, εισήχθη στην κλινική της τρίτης εναγόμενης με διάγνωση εκκολπωματώδης νόσος του εντέρου, διάχυτο κοιλιακό άλγος, εκκολπώματα εντέρου και υποβλήθηκε σε πλήρη αιματολογικό και απεικονιστικό έλεγχο κοιλίας με υπερηχογράφημα άνω και κάτω κοιλίας και αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας (βλ. το προσκομιζόμενο από 18.04.2014 εξιτήριο που εκδόθηκε από τον δεύτερο εναγόμενο ως Διευθυντή της κλινικής της τρίτης εναγόμενης). Όπως δε προκύπτει από τις προσκομιζόμενες από 12.04.2014 γενικές εξετάσεις ούρων και από 30.04.2014 βιοχημικές εξετάσεις, ο αιματολογικός έλεγχος έδειξε μικρή αύξηση στις τιμές ουρίας και κρεατινίνης, ενώ ο απεικονιστικός έλεγχος έδειξε υπέρπυκνο περιεχόμενο εντός του αυλού της χοληδόχου κύστης, ως επί χολικής λάσπης, μικροχολολιθίαση, μικρή ολισθαίνουσα διαφραγματοκήλη, μικρή οζώδη πάχυνση διαμέτρου 9 mm στο έξω σκέλος του αριστερού επινεφριδίου, νεφρούς με παρουσία πολλαπλών φλοιϊκών κύστεων αμφοτερόπλευρα, η μεγαλύτερη με διάμετρο 55 mm αριστερά, ήπια διόγκωση του προστάτη αδένα, πολλαπλή εκκολπωμάτωση του σιγμοειδούς κόλου, χωρίς απεικονιστική σημειολογία οξείας φλεγμονής, διάταση της υπονεφρικής μοίρας της κοιλιακής αορτής που έχει μέγιστη εγκάρσια διάμετρο 31 mm, με αθηρωματικές αλλοιώσεις αυτής και των κλάδων της, ομφαλοκήλη με περιεχόμενο επιπλοϊκό λίπος και μικρές λιποβουβωνοκήλες άμφω, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από 14.04.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας και το προσκομιζόμενο από 14.04.2014 υπερηχογράφημα άνω και κάτω κοιλίας. Την 15.04.2014, ο ……… εξήλθε από την κλινική της τρίτης εναγόμενης με διάγνωση εκκολπωματώδης νόσος του εντέρου, εκκολπωματίτις και του συστήθηκε συντηρητική αντιμετώπιση της νόσου (βλ. το προσκομιζόμενο από 18.04.2014 εξιτήριο που εκδόθηκε από τον δεύτερο εναγόμενο ως Διευθυντή της κλινικής της τρίτης εναγόμενης). Αποδείχθηκε επίσης ότι ο πρώτος εναγόμενος ιατρός – γαστρεντερολόγος και ο δεύτερος εναγόμενος ιατρός – γενικός χειρουργός διενεργούσαν σε ασθενείς τους ιατρικές πράξεις της ειδικότητάς τους, καθώς και τη νοσηλεία αυτών, χρησιμοποιώντας τις κτιριακές, μηχανολογικές και λοιπές εγκαταστάσεις της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, καθώς και το παραϊατρικό και βοηθητικό προσωπικό αυτής, ενώ η τρίτη εναγόμενη επιμελείτο της νοσηλείας των ασθενών και χορηγούσε τα απαραίτητα υλικά και φάρμακα για τη διεκπεραίωση των ιατρικών πράξεων, και εισέπραττε από τους ασθενείς χωριστή αμοιβή για τις υπηρεσίες της, πλέον της εισπραττόμενης από τον πρώτο εναγόμενο και τον δεύτερο εναγόμενο αμοιβής, και ως εκ τούτου οι τελευταίοι ήταν προστηθέντες στην υπηρεσία της προστήσασας αυτούς τρίτης εναγόμενης, δεδομένου ότι από τη μεταξύ τους σύμβαση ελεύθερης συνεργασίας και τον επιδιωκόμενο από αυτή σκοπό, αφενός εξυπηρετούνταν ο πρώτος εναγόμενος και ο δεύτερος εναγόμενος που χρησιμοποιούσαν την υποδομή και τις υπηρεσίες της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, αφετέρου η τελευταία που χρησιμοποιούσε προς εκτέλεση του έργου της ελευθέρως συνεργαζόμενους με αυτήν ιατρούς. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι αρχές Ιουνίου του έτους 2014, επανεμφανίστηκαν οι ενοχλήσεις στην κοιλιακή χώρα του ασθενούς και δη στο ως άνω δεξί πλάγιο της κοιλιάς του, και για τον λόγο αυτό επισκέφθηκε εκ νέου την κλινική της τρίτης εναγόμενης, την 03.06.2014, συνοδευόμενος από την πρώτη ενάγουσα, σύζυγό του, και ένα φιλικό του πρόσωπο που ήταν πρώην ασθενής του πρώτου εναγόμενου ιατρού – γαστρεντερολόγου, και κατόπιν σύστασης αυτού, αναζήτησε τον πρώτο εναγόμενο, προκειμένου να υποβληθεί σε κολονοσκόπηση προς ανεύρεση της αιτίας του κοιλιακού άλγους. Όπως δε προκύπτει από την κατάθεση της μάρτυρος ……., στην υπ’ αριθ. ……./10.02.2016 ένορκη βεβαίωσή της ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, η οποία εργάζεται ως νοσηλεύτρια στην κλινική της τρίτης εναγόμενης και ήταν παρούσα κατά τη διάρκεια της εξέτασης του …….. από τον πρώτο εναγόμενο, κατά τη λήψη του ιατρικού ιστορικού του ασθενούς, γνωστοποιήθηκε από αυτόν αφενός ότι είχε υποβληθεί σε επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης (διπλό by-pass) και σε χειρουργική αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας με μεταλλική, αφετέρου ότι είχε υποβληθεί σε κολονοσκόπηση δύο φορές κατά το παρελθόν (μία στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και μία στην ιδιωτική κλινική «……….»). Ακολούθως, ο πρώτος εναγόμενος ανέτρεξε και συμβουλεύτηκε τον ιατρικό φάκελο του ασθενούς, που τηρείτο στη γραμματεία της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, από τον οποίο προέκυπτε η κατά το μήνα Απρίλιο του έτους 2014 νοσηλεία του για εκκολπωματώδη νόσο του εντέρου, καθώς και τα αποτελέσματα των ανωτέρω αιματολογικών και απεικονιστικών εξετάσεων, στις οποίες είχε υποβληθεί. Λόγω δε του βεβαρυμένου ιατρικού ιστορικού του ασθενούς, ο οποίος, πέραν των ανωτέρω σοβαρών καρδιολογικών προβλημάτων, αντιμετώπιζε πνευμονολογικά προβλήματα (περιφερειακό πνευμονικό εμφύσημα), ηπατολογικά προβλήματα (κεντρική φλεβική στάση ήπατος), νεφρολογικά προβλήματα (αλλοιώσεις χρόνιας πυελονεφρίτιδας και κύστη νεφρού από παρακράτηση) και προβλήματα με τη χοληδόχο κύστη (χρόνια λιθισιακή χολοκυστίτιδα), πραγματοποιήθηκε συζήτηση μεταξύ αυτού, της πρώτης ενάγουσας και του πρώτου εναγόμενου, σχετικά με την επικινδυνότητα της εξέτασης της κολονοσκόπησης, αλλά και τις τυχόν επιπλοκές αυτής, για τις οποίες, άλλωστε, ο ασθενής ήταν ήδη ενήμερος, μετά τις προηγηθείσες δύο κολονοσκοπήσεις, στις οποίες είχε υποβληθεί κατά το παρελθόν. Μετά την κλινική εξέταση του ασθενούς και την έρευνα του ιατρικού του ιστορικού, κατά τα προαναφερθέντα, ο πρώτος εναγόμενος ενημέρωσε τον ασθενή και την πρώτη ενάγουσα ότι μπορούσε να πραγματοποιηθεί η κολονοσκόπηση, δεδομένου ότι αφενός τα εκκολπώματα που είχαν ανευρεθεί στο σιγμοειδές κόλον του παχέος εντέρου από μόνα τους δεν αποτελούσαν παράγοντα αποτρεπτικό για τη διενέργεια της εν λόγω εξέτασης, αφού δεν εντοπιζόταν οξεία φλεγμονή του εντέρου, ούτε είχε προκύψει άλλη συμπτωματολογία που να συνιστούσε σαφή αντένδειξη για την εν λόγω εξέταση, αφετέρου η κολονοσκόπηση αποτελούσε την μοναδική εξέταση που θα μπορούσε να καταδείξει την αιτία του πολύμηνου, έντονου, κοιλιακού άλγους που αισθανόταν ο ασθενής, αλλά και τον τρόπο για την αντιμετώπισή του. Ακολούθως, προγραμματίσθηκε η διενέργεια της εξέτασης την 10.06.2014, αφού δόθηκαν από τον πρώτο εναγόμενο οι ενδεδειγμένες ιατρικές οδηγίες για την προετοιμασία του ασθενούς με την κένωση του εντέρου του, αλλά και την αιμοδυναμική ρύθμισή του με τη διακοπή της λήψης των αντιπηκτικών φαρμάκων που αυτός λάμβανε, εξαιτίας του ανωτέρω καρδιολογικού ιστορικού του. Κατόπιν τούτων, αποδείχθηκε ότι έλαβε χώρα προφορική ενημέρωση του ασθενούς ………. σχετικά με την δυνατότητα και την αναγκαιότητα πραγματοποίησης της εξέτασης της κολονοσκόπησης, από τον πρώτο εναγόμενο, κατ’ άρθρο 11 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005) που ορίζει ότι ο ιατρός έχει υποχρέωση, μεταξύ άλλων, να ενημερώνει πλήρως τον ασθενή για το περιεχόμενο της προτεινόμενης ιατρικής πράξης, για τις συνέπειες και τους ενδεχόμενους κινδύνους ή επιπλοκές από την εκτέλεσή της (βλ. ΑΠ 368/2021 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1344/2021 ΝΟΜΟΣ), ο δε ασθενής συναίνεσε προφορικά στην πραγματοποίηση της εξέτασης, κατ’ άρθρο 12 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005), που ορίζει ότι ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενή και ότι προϋποθέσεις της έγκυρης συναίνεσης του ασθενή είναι (α) να παρέχεται μετά από πλήρη, σαφή και κατανοητή ενημέρωση, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, (β) ο ασθενής να έχει ικανότητα για συναίνεση, (γ) η συναίνεση να μην είναι αποτέλεσμα πλάνης, απάτης ή απειλής και να μην έρχεται σε σύγκρουση με τα χρηστά ήθη και (δ) η συναίνεση να καλύπτει πλήρως την ιατρική πράξη και κατά το συγκεκριμένο περιεχόμενό της και κατά το χρόνο της εκτέλεσής της (βλ. ΑΠ (ΠΟΙΝ) 1209/2019 ΝΟΜΟΣ), λαμβανομένου, μάλιστα, υπόψη ότι ο ασθενής είχε ήδη υποβληθεί στην εν λόγω εξέταση δύο φορές κατά το παρελθόν, και ως εκ τούτου γνώριζε ήδη τον σκοπό, αλλά και την φύση αυτής της ιατρικής πράξης. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, το ποσοστό της διάτρησης του παχέος εντέρου σε διαγνωστική κολονοσκόπηση είναι 0,3% (βλ. την προσκομιζόμενη από 10.11.2015 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ……….., γαστρεντερολόγου – Διευθυντή του Γαστρεντερολογικού Τμήματος του Γ.Ν.Α. «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ»), και ως εκ τούτου, ακόμη και αν υποτεθεί ότι δεν υπήρξε ρητή ενημέρωση του ασθενούς για το ανωτέρω γενικό, στατιστικό ενδεχόμενο διάτρησης, δεν δύναται αυτή από μόνη της να θεμελιώσει αμελή συμπεριφορά του θεράποντος ιατρού πρώτου εναγόμενου, χωρίς την ύπαρξη και άλλων ευρημάτων που να παραπέμπουν σε ιατρικώς διαπιστωθέντα κίνδυνο, τα οποία, όμως, δεν υφίστατο εν προκειμένω, αφού η εικόνα του εντέρου του ασθενούς, κατά τον χρόνο πριν την πραγματοποίηση της εξέτασης, ήταν καλή και επέτρεπε τη διενέργεια αυτής, κατά τα προαναφερθέντα. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι την 10.06.2014, ο ασθενής ………, συνοδευόμενος από την πρώτη ενάγουσα, μετέβη στην κλινική της τρίτης εναγόμενης, και αφού υποβλήθηκε στην απαιτούμενη καρδιολογική εξέταση (ηλεκτροκαρδιογράφημα) και στην προβλεπόμενη προετοιμασία από την ανωτέρω νοσηλεύτρια, μάρτυρα ανταπόδειξης, ………, του χορηγήθηκε αναισθησία από την ιατρό – αναισθησιολόγο … …, εξετασθείσα μάρτυρα ανταπόδειξης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, μετά και τη λήψη του ιατρικού του ιστορικού. Κατά τη διενέργεια της κολονοσκόπησης από τον πρώτο εναγόμενο, εντοπίσθηκαν πολυάριθμα στόμια εκκολπωμάτων στο σιγμοειδές και το κατιόν, χωρίς σημεία φλεγμονής, όπως, άλλωστε, αναμενόταν σύμφωνα με τα ευρήματα της ανωτέρω αξονικής τομογραφίας άνω και κάτω κοιλίας, ενώ στο κατιόν κόλον εντοπίσθηκε έμισχος πολύποδας διαστάσεων 0,8 εκ. που αποκόπηκε με βρόχο πολυποδεκτομής και στάλθηκε για ιστολογική εξέταση, κατόπιν ενημέρωσης και συναίνεσης της συζύγου του ασθενούς πρώτης ενάγουσας (βλ. την προσκομιζόμενη από 10.06.2014 έκθεση κολοσκόπησης). Σε χρόνο κατά τον οποίο το ενδοσκόπιο είχε ήδη διέλθει της περιοχής του σιγμοειδούς και του κατιόν κόλον, όπου εμφανίζονταν τα εκκολπώματα, και πλησίαζε την ηπατική καμπή στο εγγύς εγκάρσιο, περιοχή στην οποία εντοπιζόταν το κοιλιακό άλγος από τον ασθενή, ο πρώτος εναγόμενος διαπίστωσε έντονη ερυθρότητα και αιμορραγική διάθεση, ενώ αντίκρυσε αμέσως μετά την ηπατική καμπή δύο μαύρα στόμια, τα οποία εκτίμησε ως υποδεικνύοντα λύση της συνέχειας του βλεννογόνου και πιθανή ρήξη του τοιχώματος του εντέρου, και δίχως να τα προσεγγίσει, ζήτησε ευθύς αμέσως από τις παριστάμενες κατά την εξέταση ………., νοσηλεύτρια και ………, ιατρό – αναισθησιολόγο, να προβούν σε έλεγχο της κοιλιάς του ασθενούς, για τυχόν διάταση από διαφυγή αέρα. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται από τις σαφείς καταθέσεις τόσο της μάρτυρος ………., στην υπ’ αριθ…….. ……/10.02.2016 ένορκη βεβαίωσή της ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, όσο και της μάρτυρος ………., ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την υπ’ αριθ. 3334/2017 απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του. Αφού διαπιστώθηκε ότι η κοιλία του ασθενούς ήταν πολύ διατεταμένη, ένδειξη που καταδείκνυε διαφυγή αέρα εντός αυτής, ο πρώτος εναγόμενος διέκοψε άμεσα την κολονοσκόπηση και παρέπεμψε κατεπειγόντως τον ασθενή για διενέργεια αξονικής τομογραφίας άνω και κάτω κοιλίας και χειρουργική εκτίμηση, ενημερώνοντας ταυτόχρονα για τις εξελίξεις την πρώτη ενάγουσα, ενώ απέστειλε το βιοπτικό υλικό κολονοσκόπησης για ιστολογική εξέταση. Όπως δε προκύπτει από την προσκομιζόμενη από 10.06.2014, υπ’ αριθ. πρωτ. …../14, έκθεση ιστολογικής εξέτασης βιοπτικού υλικού κολονοσκόπησης του …….. ιατρού – παθολογοανατόμου, αναφορικά με τα τεμαχίδια βλεννογόνου παχέος εντέρου του ασθενούς, διαπιστώθηκαν ήπιες έως κυρίως μέτριες φλεγμονώδεις διηθήσεις στο χόριο, αποτελούμενες από λεμφοκύτταρα, πλασματοκύτταρα και αρκετά ηωσινόφιλα πολυμορφοπύρηνα λευκοκύτταρα και ο σχηματισμός μεμονωμένου λεμφοζιδίου. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι ο ασθενής υποβλήθηκε αμέσως σε αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας, με την οποία διαπιστώθηκε παρουσία σημαντικής ποσότητας ελεύθερου αέρα στην ενδοπεριτοναϊκή κοιλότητα, καθώς και φυσαλίδες αέρα στο μεσεντέριο, ευρήματα ενδεικτικά διατρήσεως κοίλου σπλάχνου (βλ. την προσκομιζόμενη από 10.06.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας), καθώς και σε ακτινογραφία κοιλιάς (σε όρθια θέση), με την οποία διαπιστώθηκε έντονη παρουσία αέρα εντός του κόλου με ήπια διάταση αυτού. Ακολούθως, κλήθηκε επειγόντως ο δεύτερος εναγόμενος ιατρός – γενικός χειρουργός, ο οποίος, αφού ζήτησε και έλαβε από την πρώτη ενάγουσα την προσκομιζόμενη από 10.06.2014 έγγραφη δήλωση συναίνεσης ενημερωμένου ασθενούς για χειρουργική/επεμβατική πράξη και αναισθησία, εισήγαγε τον ασθενή εσπευσμένα στο χειρουργείο προς ανεύρεση και αντιμετώπιση της υποδειχθείσας από τις ως άνω απεικονιστικές εξετάσεις διάτρησης κοίλου σπλάχνου. Τελώντας ήδη ο ασθενής υπό γενική αναισθησία και υπό τη συνεχή παρουσία της …… ιατρού – αναισθησιολόγου, υποβλήθηκε σε επέμβαση ερευνητικής λαπαροτομίας από τον δεύτερο εναγόμενο, με βοηθούς αυτού δύο χειρουργούς, ήτοι τον ……., ο οποίος εκτέλεσε καθήκοντα πρώτου βοηθού, και τον ………, ο οποίος εκτέλεσε καθήκοντα δεύτερου βοηθού. Όπως δε προκύπτει από το προσκομιζόμενο από 10.06.2014 πρακτικό χειρουργείου – πρακτικό επέμβασης, ο δεύτερος εναγόμενος προέβη σε χειρουργική τομή της κοιλιάς του ασθενούς ……. και, αφού εισήλθε στην περιτοναϊκή κοιλότητα, από την οποία εξήλθε αέρας, έλεγξε όλα τα όργανα που βρίσκονταν εντός αυτής και εντόπισε αμέσως μετά τη δεξιά κολπική καμπή του παχέος εντέρου, εκτεταμένη ρήξη, με σαθρότητα και αιμορραγία της περιοχής, καθώς και επινέμηση της φλεγμονής στο γειτνιάζον τμήμα του μείζονος επιπλόου. Εξαιτίας του εκτεταμένου της ανευρεθείσας ρήξης και της ανωτέρω εικόνας που παρουσίαζε η περιοχή (σαθρότητα στα τοιχώματα του εντέρου), η οποία ήταν ενδεικτική φλεγμονής, ο δεύτερος εναγόμενος έκρινε ότι ήταν ιατρικώς ενδεδειγμένη η διενέργεια δεξιάς ημικολεκτομής και πλαγιοπλάγιας ισοπερισταλτικής ειλεο-εγκάρσιας αναστόμωσης, και όχι η απλή συρραφή του παχέος εντέρου του ασθενούς, η οποία θα είχε επισφαλή αποτελέσματα, αφού τα τοιχώματά του ήταν σε μεγάλο μήκος σαθρά και καθόλου σταθερά ώστε να την κρατήσουν. Έτσι ο δεύτερος εναγόμενος, με την βοήθεια των ανωτέρω δύο χειρουργών και με την παρουσία της ως άνω αναισθησιολόγου, αφαίρεσε τμήμα εντέρου του ασθενούς, συνολικού μήκους 32 εκατοστών, αποτελούμενο από τμήμα τελικού ειλεού, μήκους 7 εκατοστών που συνείχετο δια μέσου της ειλεοτυφλικής βαλβίδας με τμήμα παχέος εντέρου (τυφλού ανιόντος – τμήματος εγκαρσίου κόλου) μήκους 25 εκατοστών, το οποίο συνεξαιρέθηκε με τμήμα μείζονος επιπλόου, εκτάσεως 25 X 18 εκατοστών. Κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης, ο δεύτερος εναγόμενος εκτέλεσε πλαγιοπλάγια ισοπερισταλτική ειλεο-εγκάρσια αναστόμωση, ήτοι ένωση των στομίων που δημιουργηθήκαν μετά την εκτομή – αφαίρεση του ως άνω τμήματος του εντέρου του ασθενούς, ενώ χορηγήθηκαν στον ασθενή 4 μονάδες FFP (φρέσκου κατεψυγμένου πλάσματος), 1 μονάδα RBC (αίματος), καθώς και ενδοφλέβια υγρά, διότι αυτός εκδήλωσε έντονη αιμορραγική διάθεση, η οποία καταδείκνυε διαταραχή της πηκτικότητάς του. Στη συνέχεια, ο δεύτερος εναγόμενος προέβη σε επιμελή έκπλυση όλης της περιτοναϊκής κοιλότητας του ασθενούς για την απομείωση του μικροβιακού της φορτίου, συνεπεία της ως άνω ρήξης, σε τοποθέτηση δύο (2) παροχετεύσεων, μία στον δουγλάσειο και μία δεξιά, παρακολικά και υφηπατικά, ώστε να παροχετεύονται προς τα έξω τα υγρά που δημιουργούνταν, και συγκεκριμένα τοποθετήθηκαν οι ενδεδειγμένοι για την περίπτωση μαλακοί και εύκαμπτοι σωλήνες παροχέτευσης τύπου «Penrose», σε σύγκλειση του χειρουργικού τραύματος, ενώ απέστειλε το εγχειρητικό παρασκεύασμα της δεξιάς ημικολεκτομής για ιστολογική εξέταση. Όπως δε προκύπτει από την προσκομιζόμενη από 10.06.2014, υπ’ αριθ. πρωτ. …../14, έκθεση ιστολογικής εξέτασης εγχειρητικού παρασκευάσματος δεξιάς ημικολεκτομής του ……….. ιατρού – παθολογοανατόμου, στο εγχειρητικό παρασκεύασμα της δεξιάς κολεκτομής του ασθενούς διαπιστώθηκε από τη μεν μακροσκοπική περιγραφή, σε απόσταση 18 εκατοστών από την ειλειοτυφλική βαλβίδα, καστανέρυθρη περιοχή στον υποβλεννογόνιο χιτώνα μεγαλύτερης διαμέτρου 2 εκατοστών που αποτελείτο από πήγματα αίματος και στην ορογονική επιφάνεια, καστανόφαιη περιοχή ελλείματος ενδεικτική πιθανής ρήξεως, από τη δε ιστολογική εξέταση, αιμάτωμα στον υποβλεννογόνιο χιτώνα σε έδαφος πιθανής αγγειοδυσπλασίας, στην περιοχή της ηπατικής καμπής, στα 18 εκατοστά από την ειλεοτυφλική βαλβίδα, συνοδός παρουσία υποξείας φλεγμονώδους διηθήσεως από ουδετερόφιλα πολυμορφοπύρηνα λευκοκύτταρα, με πρόσμειξη και ηωσινοφίλων πολυμορφοπύρηνων λευκοκυττάρων, που διαπερνούσαν το τοίχωμα του παχέος εντέρου και επεκτείνονταν στον ορογόνο χιτώνα υπό μορφή ινιδοπυώδους εξιδρώματος, καθώς επίσης ότι ο υπερκείμενος βλεννογόνος του παχέος εντέρου λεπτυνόταν και παρουσίαζε αιμορραγικές διαποτίσεις και επινέμηση της υποξείας φλεγμονώδους διηθήσεως, και συνυπάρχουσες αιμορραγικές διαποτίσεις στο τοίχωμα και στο περικολικό λίπος. Από τα αποδειχθέντα ως άνω πραγματικά περιστατικά δεν προέκυψε ότι η διάτρηση – ρήξη του εντέρου του ασθενούς που συνέβη κατά την διάρκεια της κολονοσκόπησης οφειλόταν σε πλημμελή διενέργεια της εξέτασης εκ μέρους του πρώτου εναγόμενου ιατρού, και δη σε εσφαλμένο χειρισμό αυτού κατά την προώθηση του ενδοσκοπίου, όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι ενάγοντες, αλλά αντιθέτως προέκυψε ότι οφειλόταν στις παθολογικές αλλοιώσεις – νοσηρότητα, την οποία εμφάνιζε το παχύ έντερο του ασθενούς πλησίον της ηπατικής καμπής, λόγω της σαθρότητας και της ύπαρξης φλεγμονής των τοιχωμάτων του εντέρου στο συγκεκριμένο σημείο, η οποία είχε αλλοιώσει τα τοιχώματα του εντέρου δημιουργώντας ευπάθεια και συνθήκες ρήξης και η οποία προκάλεσε τη λύση της συνέχειας του βλεννογόνου, σε συνδυασμό και με τον αέρα που είχε διοχετευθεί δια του πρωκτού για την διαστολή του εντέρου κατά την πρόοδο της κολονοσκόπησης. Αποδείχθηκε επίσης ότι ο πρώτος εναγόμενος αναγνώρισε αμέσως τη διάτρηση – ρήξη του εντέρου του ασθενούς, που συνέβη κατά την διάρκεια της κολονοσκόπησης, και παρέπεμψε αμελλητί τον ασθενή, ως όφειλε, για τη διενέργεια αξονικής τομογραφίας και χειρουργική αντιμετώπιση. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται, μεταξύ άλλων, από τα ευρήματα της ανωτέρω από 10.06.2014, υπ’ αριθ. πρωτ. …../14, έκθεσης ιστολογικής εξέτασης βιοπτικού υλικού κολονοσκόπησης και της ανωτέρω από 10.06.2014, υπ’ αριθ. πρωτ. …./14, έκθεσης ιστολογικής εξέτασης εγχειρητικού παρασκευάσματος δεξιάς ημικολεκτομής, του ιατρού – παθολογοανατόμου ….., με τα οποία επιβεβαιώνεται η ύπαρξη φλεγμονής των τοιχωμάτων του εντέρου του ασθενούς στην περιοχή της ηπατικής καμπής, καθώς και από τα ευρήματα της προσκομιζόμενης υπ’ αριθ. πρωτ. …/30.10.2014 ιατροδικαστικής έκθεσης νεκροψίας – νεκροτομίας της ιατροδικαστή …… της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πειραιώς, με τα οποία επιβεβαιώνεται η ανυπαρξία τρώσης σε άλλο σημείο του εντέρου του ασθενούς, αφού η περιοχή του λεπτού και παχέος εντέρου βρέθηκε άνευ κακώσεων. Ενισχύεται επίσης από το γεγονός ότι κατά την διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης, στην οποία υποβλήθηκε ο ασθενής επειγόντως, κατά τα προαναφερθέντα, κρίθηκε αναγκαία και επιβεβλημένη η αφαίρεση τμήματος εντέρου του ασθενούς συνολικού μήκους 32 εκατοστών, ενώ σε περίπτωση που η ένδικη διάτρηση- ρήξη είχε προκληθεί από εσφαλμένο χειρισμό του ενδοσκοπίου εκ μέρους του πρώτου εναγόμενου, θα αρκούσε μία απλή συρραφή για να την αποκαταστήσει, σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, αλλά και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής. Επιπλέον, η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ότι ο πρώτος εναγόμενος επέδειξε, τόσο πριν, όσο και κατά την διάρκεια της κολονοσκόπησης, τη δέουσα επιμέλεια και προσοχή, την οποία όφειλε και μπορούσε, υπό τις περιστάσεις, να καταβάλει, σύμφωνα με τις ιατρικές του γνώσεις, τους κοινώς αποδεκτούς ιατρικούς κανόνες, την πείρα του και τις εν γένει ικανότητές του, και την οποία συνήθως θα κατέβαλε κάθε μέσος, συνετός ιατρός της ειδικότητάς του, ενισχύεται από τις προσκομιζόμενες ιατρικές πραγματογνωμοσύνες, και δη (α) την από 20.02.2019 ιατρική έκθεση πραγματογνωμοσύνης του … …, ιατρού – χειρουργού, σύμφωνα με την οποία δεν διαπιστώνονται πλημμέλειες κατά τη διενέργεια της κολονοσκόπησης, (β) την από 03.05.2019 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ……., ιατρού – γαστρεντερολόγου, σύμφωνα με την οποία η διάτρηση του εντέρου μετά από κολονοσκόπηση συγκαταλέγεται στις επιπλοκές της εξέτασης, με συχνότητα μικρότερη του 0,1% στη διεθνή βιβλιογραφία, και όχι στα ιατρικά λάθη, ενώ συνιστά ιατρικό λάθος η μη αναγνώριση της διάτρησης, είτε κατά τη διάρκεια της κολονοσκόπησης, είτε μετά το πέρας αυτής, αφού εάν καθυστερήσει η αναγνώριση, ο ασθενής θα εμφανίσει περιτονίτιδα, στην ένδικη δε περίπτωση η κολονοσκόπηση έγινε με τον ιατρικώς ενδεδειγμένο τρόπο, η επιπλοκή αναγνωρίσθηκε και τεκμηριώθηκε άμεσα, μέσω αξονικής τομογραφίας κοιλίας, και ο ασθενής αξιολογήθηκε άμεσα από χειρουργό, (γ) την από 12.11.2015 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ………, γαστρεντερολόγου – Διευθυντή του Γαστρεντερολογικού Τμήματος του Γ.Ν.Α. «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ», σύμφωνα με την οποία είναι δυνατό να συμβούν επιπλοκές κατά τη διάρκεια της κολονοσκόπησης, και μία από αυτές είναι η διάτρηση του παχέος εντέρου, ενώ σύμφωνα με τα δεδομένα από τη διεθνή βιβλιογραφία, το ποσοστό διάτρησης σε διαγνωστική κολονοσκόπηση ανέρχεται σε 0,3% και το ποσοστό αυτό επταπλασιάζεται σε περιπτώσεις επεμβατικής κολονοσκόπησης, στην ένδικη δε περίπτωση η πρόκληση διάτρησης, κατά τη διάρκεια της κολονοσκόπησης, δεν συνιστά αμέλεια από την πλευρά του γαστρεντερολόγου, διότι είναι κάτι που μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε διαγνωστική ή επεμβατική κολονοσκόπηση, και ο γαστρεντερολόγος αναγνώρισε αμέσως τη συγκεκριμένη επιπλοκή και παρέπεμψε ταχύτατα τον ασθενή για την διενέργεια αξονικής τομογραφίας και χειρουργική αντιμετώπιση, ως όφειλε. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι μετά το πέρας της επέμβασης, ο ασθενής μεταφέρθηκε στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (Μ.Ε.Θ.) της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, ώστε να γίνει εντατική παρακολούθηση της μετεγχειρητικής του πορείας, ιδίως λόγω της συνεχιζόμενης έντονης αιμορραγικής του διάθεσης, εξαιτίας της οποίας του χορηγήθηκαν επιπλέον 4 μονάδες FFP (φρέσκου κατεψυγμένου πλάσματος) και 1 μονάδα RBC (αίματος) (βλ. το προσκομιζόμενο από 10.06.2014 ατομικό ιστορικό ασθενούς). Η άμεση μετεγχειρητική πορεία του ασθενούς ήταν ομαλή, με αιμοδυναμική και αναπνευστική σταθεροποίησή του, και αφού αποσωληνώθηκε την 11.06.2014, μεταφέρθηκε σε απλό θάλαμο νοσηλείας την 12.06.2014. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο θάλαμο νοσηλείας, ο ασθενής ετέθη υπό συνεχή κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο και η πορεία του ήταν ομαλή, καθόσον άρχισε να λαμβάνει νερό, να έχει κενώσεις και εντερικούς ήχους άνευ σημείων περιτοναϊσμού, οι δε παροχετεύσεις του «έδιναν» στους σάκους την ποσότητα υγρών (σε cc) που καταγράφεται στα προσκομιζόμενα τηρούμενα φύλλα νοσηλείας του ασθενούς. Την 15.06.2014, του αφαιρέθηκε ο σωλήνας σίτισης (levin), οπότε ο ασθενής άρχισε να σιτίζεται προοδευτικά κανονικά από το στόμα, ενώ ήταν κινητικός και απύρετος έως και το απόγευμα της 14.06.2014, οπότε εμφάνισε πυρετό 38,4 βαθμών Κελσίου, που αντιμετωπίστηκε με τη χορήγηση παρακεταμόλης και υφέθη (βλ. τα προσκομιζόμενα από 12.06.2014, 13.06.2014, 14.06.2014 και 15.06.2014 φύλλα πορείας νόσου). Την 16.06.2014 διενεργήθηκε αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας, η οποία κατέδειξε την παρουσία συλλογής υγρού με φυσαλίδες αέρα εντός αυτής, η οποία εντοπιζόταν στον δεξιό υποδιαφραγματικό χώρο και συνεχιζόταν στη σύστοιχη παρακολική αύλακα και υφηπατικά, μεγίστης κεφαλουραίας διαμέτρου 24 cm και μεγίστης εγκάρσιάς διαμέτρου περίπου 5 cm, την εγκυστωμένη συλλογή υγρού στον ελάσσονα επιπλοϊκό θύλακο, με μέγιστη διάμετρο περίπου 11 cm, καθώς μικρότερη ποσότητα ενδοπεριτοναϊκής συλλογής υγρού αριστερά υποδιαφραγματικά – περισπληνικά και μεταξύ των πυελικών εντερικών ελίκων ως και στο ευθυκυστικό περιτοναϊκό κόλπωμα, ενώ δεν εντοπίστηκε διαφυγή από το σημείο της αναστόμωσης ή από άλλο σημείο του παχέος εντέρου του ασθενούς (βλ. την προσκομιζόμενη από 16.06.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας). Την ίδια ημέρα (16.06.2014) ελήφθη δείγμα από τις παροχετεύσεις που είχαν τοποθετηθεί στον ασθενή κατά την διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης της ημικολεκτομής και αναστόμωσης, προκειμένου να βρεθεί η αιτία των ως άνω συλλογών, ενώ από την καλλιέργεια προέκυψε αερόβιο μικρόβιο Escherichia Coli (E-Coli). Ο ασθενής μεταφέρθηκε αυθημερόν στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας (Μ.Α.Φ.) της κλινικής της τρίτης εναγόμενης και η κατάστασή του αντιμετωπίστηκε συνδυαστικά με τη χορήγηση των κατάλληλων αντιβιοτικών σχημάτων, που τροποποιούνταν ανάλογα με τα αντιβιογράμματα των καλλιεργειών, αλλά και με τις παροχετεύσεις, οι οποίες «έδιναν» ποσότητα υγρών. Ο ασθενής παρέμεινε απύρετος, αιμοδυναμικά και αναπνευστικά σταθερός, με καλή διούρηση, σιτιζόμενος προοδευτικά, με κενώσεις, ενώ συνεχιζόταν ανελλιπώς ο εργαστηριακός έλεγχος με καθημερινές αιματολογικές εξετάσεις, γενικής αίματος, ουρίας, κρεατινίνης, CRP, αλλά και ο έλεγχος με ηλεκτροκαρδιογραφήματα και ακτινογραφίες θώρακος. Την 18.06.2014 διενεργήθηκε νέα αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας, η οποία κατέδειξε μειωμένη σε ποσότητα, συγκριτικά με την προηγούμενη εξέταση, ασκιτική συλλογή στη δεξιά παρακολική αύλακα (βλ. την προσκομιζόμενη από 18.06.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας). Την 23.06.2014 διενεργήθηκε νέα αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας του ασθενούς, όπου παρατηρήθηκε, συγκριτικά με την προηγούμενη εξέταση, μικρή αύξηση της ποσότητας των περιτοναϊκών συλλογών στον δεξιό υποδιαφραγματικό χώρο – στη δεξιά παρακολική αύλακα, στην ελάσσονα πύελο, ιδιαίτερα το ευθυκυστικό κόλπωμα και περισπληνικά, ενώ πρακτικά αμετάβλητη ελέγχθηκε η συλλογή στον ελάσσονα επιπλοϊκό θύλακο, χωρίς να αναγνωριστούν ελεύθερες φυσαλίδες αέρα στην περιτοναϊκή κοιλότητα του ασθενούς (βλ. την προσκομιζόμενη από 23.06.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας). Εξαιτίας αυτής της αύξησης της ποσότητας των περιτοναϊκών συλλογών, την 26.06.2014, ο ασθενής υποβλήθηκε από τον δεύτερο εναγόμενο σε διαδερμική παρακέντηση και παροχέτευση των συλλογών, υπό την καθοδήγηση αξονικού τομογράφου και σε συνεργασία με τον ιατρό – επεμβατικό ακτινοδιαγνώστη …….., και τοποθετήθηκαν δύο (2) καθετήρες – παροχετεύσεις στον ελάσσονα επιπλοϊκό θύλακο και στη συλλογή μεταξύ των εντερικών ελίκων, ενώ στις λοιπές συλλογές έγινε εκκενωτική παρακέντηση (βλ. το προσκομιζόμενο από 26.06.2014 φύλλο πορείας νόσου), αφού λήφθηκε από την δεύτερη ενάγουσα, θυγατέρα του ασθενούς, η προσκομιζόμενη από 26.06.2014 έγγραφη δήλωση συναίνεσης ενημερωμένου ασθενούς για χειρουργική/επεμβατική πράξη και αναισθησία. Αυθημερόν διενεργήθηκε καλλιέργεια του υλικού που αναρροφήθηκε από τις παρακεντήσεις και τα αποτελέσματα ανέδειξαν το ίδιο ως άνω μικρόβιο Escherichia Coli (E-Coli). Ο ασθενής συνέχισε να λαμβάνει αντιβίωση, να σιτίζεται και να υποβάλλεται σε καθημερινό εργαστηριακό έλεγχο, ενώ οι ως άνω παροχετεύσεις «έδιναν» ποσότητα υγρών. Την 30.06.2014 διενεργήθηκε νέα αξονική τομογραφία, η οποία κατέδειξε ότι στα σημεία στα οποία είχαν τοποθετηθεί οι παροχετευτικοί σωλήνες, οι συλλογές υγρού είχαν σχεδόν εξαλειφθεί πλήρως, και συγκεκριμένα ο παροχετευτικός σωλήνας στον ελάσσονα επιπλοϊκό θύλακο αναγνωρίστηκε με σχεδόν πλήρη εξάλειψη της συλλογής στην περιοχή και ο παροχετευτικός σωλήνας μεταξύ μερικών πυελικών ελίκων με εξάλειψη της συλλογής στην περιοχή, εκτός από τις συλλογές υγρού υφηπατικά δεξιά και στο ανώτερο τμήμα της συστοίχου παρακολικής αύλακας, περισπληνικά και στο ευθυκυστικό περιτοναϊκό κόλπωμα, που ήταν αυξημένες σε ποσότητα (βλ. την προσκομιζόμενη από 30.06.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας). Για τον λόγο αυτό, την 02.07.2014, ο ασθενής υποβλήθηκε εκ νέου σε διαδερμική παρακέντηση και παροχέτευση των συλλογών από τον δεύτερο εναγόμενο και τοποθετήθηκαν επιπλέον παροχετεύσεις – καθετήρες υποδιαφραγματικά – δεξιά παρακολικά, στον δουγλάσειο και περισπληνικά (βλ. το προσκομιζόμενο από 02.07.2014 φύλλο πορείας νόσου), ενώ σε κάθε αυλό παροχετεύσεων γίνονταν πλύσεις δύο φορές την ημέρα με 15 cc φυσιολογικού ορού και κένωση του περιεχομένου τους κάθε μεσημέρι. Ο ασθενής συνέχισε να βρίσκεται υπό καθημερινό κλινικό – εργαστηριακό έλεγχο και φροντίδα, να λαμβάνει αντιβίωση, να είναι αιμοδυναμικά σταθερός, απύρετος και να σιτίζεται. Έκτοτε, η πορεία των συλλογών του ασθενούς έβαινε αργά, πλην όμως διαρκώς και σταθερώς μειούμενη, σύμφωνα με τα ευρήματα των αξονικών τομογραφιών άνω και κάτω κοιλίας που διενεργούνταν επανειλημμένως προς επανέλεγχο των παροχετευτικών σωλήνων στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Ειδικότερα, σύμφωνα με την προσκομιζόμενη από 07.07.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας, ο παροχετευτικός σωλήνας στον ελάσσονα επιπλοϊκό θύλακο επανελέγχεται με σχεδόν πλήρη εξάλειψη της συλλογής στην περιοχή, ο παροχετευτικός σωλήνας μεταξύ μερικών πυελικών ελίκων επανελέγχεται με εξάλειψη της συλλογής στην περιοχή, ο παροχετευτικός σωλήνας περισπληνικά επανελέγχεται με υποχώρηση της συλλογής και ο σωλήνας στο ευθυκυστικό περιτοναϊκό κόλπωμα επανελέγχεται με πλήρη εξάλειψη της συλλογής, ενώ υπήρχε ελάχιστη ποσότητα υγρού στον δεξιό λαγόνιο βόθρο (ΔΛΒ), οι δε παροχετευτικοί σωλήνες υποδιαφραγματικά δεξιά και υφηπατικά εμφάνιζαν παραμονή συλλογής με φυσαλίδες αέρα εντός. Επιπλέον, σύμφωνα με την προσκομιζόμενη από 14.07.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας, επανελέγχονται πολλαπλοί παροχευτικοί σωλήνες στην περιτοναϊκή κοιλότητα με μείωση της ποσότητας της συλλογής υφηπατικά, συγκριτικά με την προηγούμενη εξέταση, μικρές υπολειπόμενες συλλογές δεξιά υποδιαφραγματικά και περισπληνικά, σχεδόν πλήρη εξάλειψη των συλλογών στον ελάσσονα επιπλοϊκό θύλακο, μεταξύ των πυελικών εντερικών ελίκων και στον δουγλάσειο, μικρή συλλογή υγρού στον δεξιό λαγόνιο βόθρο (ΔΛΒ), μεγίστης διαμέτρου περίπου 2 cm, ενώ κάτωθεν της χειρουργικής τομής κατά το υποδόριο, στον υπομφάλιο χώρο, παρατηρείται περιχαρακωμένη συλλογή υγρού μεγίστης εγκάρσιας διαμέτρου περίπου 55 mm. Λόγω αυτής της σημαντικής μείωσης των συλλογών του ασθενούς, σε συνδυασμό και με την καλή λειτουργία των οργανικών του συστημάτων, ήτοι του καρδιαγγειακού, αναπνευστικού, ουροποιητικού και γαστρεντερικού, καθόσον ο ασθενής σιτιζόταν καθημερινώς και είχε φυσιολογικές κενώσεις, την 16.07.2014, αφαιρέθηκαν τρεις (3) παροχετεύσεις (μεταξύ των εντερικών ελίκων, περισπληνικά και στον δουγλάσειο). Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι αρχές Ιουλίου του έτους 2014, ο ασθενής παρουσίασε αιφνιδίως διαταραχές της οράσεώς του και για τον λόγο αυτό, την 10.07.2014, υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία εγκεφάλου, σύμφωνα με την οποία παρατηρήθηκε, από τον έλεγχο των εγκεφαλικών ημισφαιρίων και των δομών του οπίσθιου κρανιακού βόθρου, υπόπυκνη απεικόνιση της περικοιλιακής και υποφλοιώδους λευκής ουσίας στο έδαφος της οποίας υποκρύπτονταν πολλαπλά διαφόρου χρονιότητας μικρά ισχαιμικά έμφρακτα επί μικροϊσχαιμικής λευκοεγκεφαλοπάθειας (βλ. την προσκομιζόμενη από 10.07.2014 αξονική τομογραφία εγκεφάλου), και παραπέμφθηκε για οφθαλμολογική εξέταση από τον …….. ιατρό – χειρουργό οφθαλμίατρο της κλινικής της τρίτης εναγόμενης. Κατόπιν διενέργειας βυθοσκόπησης, παρατηρήθηκε αμφοτερόπλευρο οίδημα των οπτικών θηλών, πιθανή αρτηριτιδική πρόσθια ισχαιμική οπτική νευροπάθεια, σε υπόβαθρο γιγαντοκυτταρικής αρτηρίτιδας, προς αντιμετώπιση της οποίας χορηγήθηκε στον ασθενή ενδοφλέβια αγωγή με κορτικοστεροειδή (βλ. το προσκομιζόμενο από 18.07.2014 έγγραφο που υπογράφεται από τον …… ιατρό – χειρουργό οφθαλμίατρο). Ο ασθενής, που ήταν και υπό την επίβλεψη του …….., ιατρού – ειδικού παθολόγου – εντατικολόγου της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (Μ.Ε.Θ.) της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, την 21.07.2014, μία ώρα μετά τη σίτισή του, εκδήλωσε εμετικό επεισόδιο, το οποίο κατέληξε σε εισρόφηση τροφής και πυροδότησε την ραγδαία επιδείνωση της υγείας του, αφού προκάλεσε πνευμονίτιδα – βρογχοπνευμονία και σοβαρή σήψη, δοθέντος ότι τα υγρά του στομάχου είναι καυστικά και δύνανται να καταστρέψουν τον πνεύμονα του ασθενούς. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου περί της αιτίας της ραγδαίας επιδείνωσης της υγείας του ασθενούς, ενισχύεται και από την από 20.02.2019 ιατρική έκθεση πραγματογνωμοσύνης του …….., ιατρού – χειρουργού, σύμφωνα με την οποία είναι πιθανό η επιδείνωση της υγείας του ασθενούς να οφείλεται σε εισρόφηση τροφής μετά από επεισόδιο εμετού που αναφέρεται στα έγγραφα νοσηλείας του, την 21.07.2014, ενώ η ύπαρξη πνευμονικής πύκνωσης ενισχύει την υπόθεση ότι η εισρόφηση τροφής πυροδότησε την ραγδαία επιδείνωση του ασθενούς. Ακολούθως, την 22.07.2014, ο ασθενής παρουσίασε ιδιαιτέρως επιβαρυμένη κλινική εικόνα, με σοβαρή σήψη, ασταθή και μειωμένη αρτηριακή πίεση, και για τον λόγο αυτό διασωληνώθηκε επειγόντως και εισήχθη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (Μ.Ε.Θ.) της κλινικής της τρίτης εναγόμενης. Κατά την παραμονή του ασθενούς στη Μ.Ε.Θ., υποβλήθηκε σε νέα αξονική τομογραφία εγκεφάλου με τα ίδια αποτελέσματα, όπως και η προγενέστερη από 10.07.2014 αξονική τομογραφία εγκεφάλου (βλ. την προσκομιζόμενη από 14.07.2014 αξονική τομογραφία εγκεφάλου), υποβλήθηκε σε νέα οφθαλμολογική εξέταση, από την οποία διαπιστώθηκε η μη καλή σύγκλιση των βλεφάρων λόγω απώλειας συνειδήσεως – έκθεση κερατοειδούς – κερατοειδοπάθεια και του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή, ενώ διενεργούνταν συνεχείς βρογχοαναρροφήσεις του ασθενούς και η σίτισή του γινόταν με αλεσμένη τροφή μέσω σωλήνα σίτισης (levin). Εντούτοις, οι συλλογές των υγρών του ασθενούς συνέχιζαν να βελτιώνονται, καθόσον από το προσκομιζόμενο από 11.07.2024 υπερηχογράφημα άνω και κάτω κοιλίας προέκυψε ότι υπήρχε μικρή ποσότητα συλλογής υφηπατικά και ελάχιστη ποσότητα συλλογής περισπληνικά, ενώ από το προσκομιζόμενο από 23.07.2024 υπερηχογράφημα άνω και κάτω κοιλίας προέκυψε ότι υπήρχε ελάχιστη ποσότητα συλλογής περισπληνικά, χωρίς σαφή εικόνα συλλογής υφηπατικά και κατά την ελάσσονα πύελο, και ότι σε σύγκριση με την προηγούμενη εξέταση, παρατηρήθηκε βελτίωση της υπερηχοτομογραφικής εικόνας των συλλογών. Επίσης, σύμφωνα με την προσκομιζόμενη από 31.07.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας, διαπιστώθηκε η αφαίρεση των παροχετευτικών σωλήνων στην κάτω κοιλία, ο παροχετευτικός σωλήνας δεξιά υποδιαφραγματικά με μικρή ποσότητα συλλογής, ο παροχετευτικός σωλήνας υφηπατικά με ελάχιστη συλλογή και ο παροχετευτικός σωλήνας περισπληνικά με μικρή συλλογή, ενώ διαπιστώθηκε πύκνωση του δεξιού κάτω πνευμονικού λοβού, η οποία εκτιμήθηκε ως απότοκος εισρόφησης. Την 26.07.2014, μετά την άρση της αρχικής άρνησης των συγγενών του ασθενούς να συναινέσουν στη διενέργεια βιοψίας – ιστολογικής εξέτασης τμήματος της κροταφικής αρτηρίας, πραγματοποιήθηκε η εξέταση, από την οποία δεν παρατηρήθηκαν στοιχεία κλασσικής γιγαντοκυτταρικής κροταφικής αρτηρίτιδας (βλ. την προσκομιζόμενη από 26.07.2014 και υπ’ αριθ. πρωτ. …./14 έκθεση ιστολογικής εξέτασης τμήματος κροταφικής αρτηρίας μήκους 1,3 εκατοστών του ………. ιατρού – παθολογοανατόμου). Κατά το χρονικό διάστημα από την 01.08.2014 έως την 05.08.2014, ο ασθενής εμφάνισε αιμοδυναμική αποσταθεροποίηση με έντονες διακυμάνσεις της αρτηριακής του πίεσης και βραδυκαρδία, ενώ προσβλήθηκε από ενδονοσοκομειακή λοίμωξη, αφού εντοπίσθηκε στις βρογχικές εκκρίσεις και στα ούρα του το μικρόβιο Klebsiella spp (βλ. την προσκομιζόμενη από 04.08.2014 καλλιέργεια – αντιβιόγραμμα ούρων και την προσκομιζόμενη από 04.08.2014 καλλιέργεια – αντιβιόγραμμα βρογχικών εκκρίσεων). Την 06.08.2014 και ώρα 18.00 μ.μ., ο ασθενής παρουσίασε χαμηλούς σφυγμούς, και, παρότι του χορηγήθηκαν ατροπίνη (atropine) και αδρεναλίνη (adrenaline) και έγιναν προσπάθειες ανάνηψής του (ΚΑΡΠΑ), δεν υπήρξε αποτέλεσμα, και τελικώς ο ασθενής κατέληξε ώρα 18.38 μ.μ. (βλ. την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. 12/4/2014 ληξιαρχική πράξη θανάτου του ληξιάρχου του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας Αττικής). Κατόπιν επιθυμίας των συγγενών του θανόντος, παραπέμφθηκε για ιατροδικαστική εξέταση (νεκροψία -νεκροτομή), στη δε προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. έκθεσης … και υπ’ αριθ. πρωτοκόλλου …/30.10.2014 ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας-νεκροτομίας της ιατροδικαστή ……… της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πειραιώς, ως αιτία θανάτου αναφέρεται ότι «ο θάνατος του ……… επήλθε συνεπεία πολυοργανικής ανεπάρκειας, σηψαιμία». Σύμφωνα δε με την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. πρωτοκόλλου …../14 ιστολογική εξέταση, την οποία διενήργησε ο ……., Καθηγητής στο Α’ Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και στην οποία παραπέμπει η ανωτέρω ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας-νεκροτομίας, έγινε ιστολογική εξέταση του εγκεφάλου (βάρους 1.172 γρ.), της καρδιάς (βάρους 681 γρ.), των επινεφριδίων (βάρους 8 γρ.), (4) ιστοτεμαχίων πνευμόνων (συνολικών διαστάσεων 19Χ19Χ4 εκ.), παγκρέατος (διαστάσεων 5Χ3Χ2 εκ.) και νεφρού (διαστάσεων 7Χ5Χ3 εκ.) με κύστη από κατακράτηση διαμέτρου 6 εκ., τμήματος ήπατος (διαστάσεων 13Χ12Χ7 εκ.), τμήματος διαφράγματος (εκτάσεως 20Χ17 εκ.), τμήματος χοληδόχου κύστης (μήκους 6 εκ. και διαμέτρου 3 εκ.) πλήρη χολολίθων, τμήματος κοιλιακού τοιχώματος με δέρμα (διαστάσεων 23Χ9Χ7 εκ.) και δύο τμημάτων του λεπτού εντέρου (συνολικού μήκους 80 εκατοστών), ενώ η μακροσκοπική και μικροσκοπική διερεύνηση των ανωτέρω οργάνων κατέδειξε «Εκτεταμένο υποδιαφραγματικό απόστημα δεξιά, Αλλοιώσεις λοβώδους πνευμονίας (στάδιο ερυθρός ηπάτωσης), Περιφερικό πνευμονικό εμφύσημα, Εκτεταμένη πρόσφατη ενδοκοιλιακή εγκεφαλική αιμορραγία, άμφω, σε έδαφος κυτταροκλαστικής αγγειίτιδας, Ήπια ατροφία του εγκεφάλου, Δευτεροπαθής υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια, Συμφυτική περικαρδίτις, Χειρουργική αντικατάσταση αορτικής βαλβίδας με μεταλλική, Δύο αορτοστεφανιαία παρακαμπτήριο μοσχεύματα, Αλλοιώσεις ασβεστοποιού εκφυλιστικής βαλβιδοπάθειας μιτροειδούς βαλβίδας με μερική καθήλωση, Αλλοιώσεις περιτονίτιδας, Διαπυηθέντες συριγγώδεις πόροι κοιλιακού τοιχώματος, Αλλοιώσεις χρόνιας λιθιασικής χολοκυστίτιδας, Συμφόρηση ερυθρού πολφού σπληνός και κεντρικών μοιρών επινεφριδίων, Κεντρική φλεβική στάση ήπατος, Αλλοιώσεις χρόνιας πυελονεφρίτιδας, Ευμεγέθη κύστη νεφρού από κατακράτηση, Αρχόμενες αυτολυτικές αλλοιώσεις παγκρέατος». Από τα αποδειχθέντα ως άνω πραγματικά περιστατικά δεν προέκυψε ότι ο δεύτερος εναγόμενος από αμέλειά του, κατά την εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων, είτε κατά το προεγχειρητικό, είτε κατά το εγχειρητικό και μετεγχειρητικό στάδιο αντιμετώπισης των ανωτέρω προβλημάτων υγείας του ασθενούς, παρέβη την υποχρέωση επιμέλειας να ενεργήσει, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης, μη εκπληρώνοντας το καθήκον ιατρικής μέριμνας και επιμέλειας, όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι ενάγοντες. Ειδικότερα, δεν αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος εναγόμενος, κατά την διάρκεια της ερευνητικής λαπαροτομίας, προέβη σε πλημμελή έλεγχο όλου του μήκους του παχέος εντέρου του ασθενούς, με αποτέλεσμα να μην αντιληφθεί την ύπαρξη και άλλων σημείων αυτού στα οποία υπήρχε ρήξη και διαφυγή υγρών αέρα από το παχύ έντερο στην κοιλιακή κοιλότητα. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται και από την από 20.02.2019 ιατρική έκθεση πραγματογνωμοσύνης του … …, ιατρού – χειρουργού, σύμφωνα με την οποία στο πρακτικό χειρουργείου δεν αναφέρεται μεν έλεγχος του παχέος εντέρου από το σημείο της ρήξης του έως το σιγμοειδές και το ενδοπεριτοναϊκό τμήμα του ορθού, ενώ αναφέρεται έλεγχος σε όλο το υπόλοιπο έντερο και μάλιστα σε όλο το μήκος του λεπτού εντέρου, πλην όμως αυτή η έλλειψη αναφοράς αναιρείται από την κατάθεση του μάρτυρα, βοηθού χειρουργού και παρόντος κατά την επέμβαση, ……, ο οποίος ενόρκως βεβαιώνει έλεγχο ολόκληρου του μήκους του εντέρου. Ενισχύεται επίσης από την από 20.11.2015 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ……, γενικού χειρουργού – Διευθυντή της Α’ Χειρουργικής Κλινικής του Ειδικού Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Πειραιά «ΜΕΤΑΞΑ», σύμφωνα με την οποία προκύπτει ότι δεν υπήρχε άλλο σημείο ρήξης του εντέρου, διότι η πρώτη μετά την επέμβαση, από 16.06.2014 αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας δεν αναδεικνύει ελεύθερη γαστρογραφίνη στην περιτοναϊκή κοιλότητα, ούτε ύπαρξη αέρα, στοιχεία που θα ενυπήρχαν σε περίπτωση ενδοπεριτοναϊκής ρήξης, ενώ το ίδιο ισχύει και για όλες τις μεταγενέστερες, από 18.06.2014, 23.06.2014, 30.06.2014, 07.07.2014, 14.07.2014 και 31.07.2014, αντίστοιχα, αξονικές τομογραφίες άνω και κάτω κοιλίας. Επιπλέον δεν αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος εναγόμενος από αμέλειά του, κατά την διάρκεια της ερευνητικής λαπαροτομίας, δεν προέβη σε χολοκυστεκτομή (αφαίρεση χοληδόχου κύστεως), με αποτέλεσμα να μην αποτρέψει μία πιθανή φλεγμονή της χοληδόχου κύστης του ασθενούς. Αντιθέτως αποδείχθηκε ότι η επείγουσα διάνοιξη του ασθενούς προκειμένου να αντιμετωπισθεί η ρήξη κοίλου σπλάχνου, κατά τα προαναφερθέντα, επέβαλε την άμεση αποκατάσταση αυτού του επείγοντος και επιτακτικού προβλήματος, και όχι την υποβολή του ασθενούς και σε άλλες χειρουργικές επεμβάσεις, όπως αυτή της χολοκυστεκτομής, οι οποίες θα οδηγούσαν σε παράταση του χειρουργικού χρόνου και σε έκθεση του ασθενούς σε υψηλότερα ποσοστά κινδύνου. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται τόσο από την από 20.02.2019 ιατρική έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ……., ιατρού – χειρουργού, σύμφωνα με την οποία η αφαίρεση της χοληδόχου κύστεως την δεδομένη στιγμή δεν κρίνεται ότι ήταν αναγκαία, όσο και από την από 20.11.2015 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του …. …, γενικού χειρουργού – Διευθυντή της Α’ Χειρουργικής Κλινικής του Ειδικού Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Πειραιά «ΜΕΤΑΞΑ», σύμφωνα με την οποία, από τη νοσηλεία του ασθενούς, δεν προέκυψε ότι εμφάνισε πρόβλημα σχετιζόμενο με την εκ των υστέρων ανευρεθείσα απεικονιστικά και ιατροδικαστικά χρόνια χολολιθίαση. Περαιτέρω δεν αποδείχθηκαν οι ισχυρισμοί των εναγόντων ότι κατά την μετεγχειρητική πορεία του ασθενούς, αντιμετωπίσθηκαν πλημμελώς από τον δεύτερο εναγόμενο, τα πολλαπλά αποστήματα στην κοιλιακή του χώρα, τα οποία συνιστούσαν περιτονίτιδα, διότι αφενός δεν αναζήτησε την αιτία που τα προκαλούσε, αφετέρου προέβη σε διαδερμική παρακέντηση και παροχέτευση των αποστηματικών συλλογών, και όχι σε λαπαροτομία, όπως ήταν ο ιατρικά πρόσφορος και ενδεδειγμένος τρόπος αντιμετώπισης της ανωτέρω κατάστασης του ασθενούς. Αντιθέτως αποδείχθηκε ότι η επιλογή από τον δεύτερο εναγόμενο της μεθόδου της διαδερμικής παρακέντησης και παροχέτευσης των αποστηματικών συλλογών υπήρξε, εν προκειμένω, ιατρικά ενδεδειγμένη και αποτελεσματική, καθόσον από τις προαναφερόμενες από 16.06.2014, 18.06.2014, 23.06.2014, 30.06.2014, 07.07.2014, 14.07.2014 και 31.07.2014, αντίστοιχα, αξονικές τομογραφίες άνω και κάτω κοιλίας προκύπτει σαφώς σταδιακή εξάλειψη των συλλογών, ενώ την 31.07.2014 έγινε αφαίρεση των παροχετευτικών σωλήνων στην κάτω κοιλία του ασθενούς. Επιπλέον από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι υπήρχε διάχυτη περιτονίτιδα, υποδηλούμενη με κλινικά σημεία και συμπτώματα, ούτε πολλαπλές και διάχυτες αποστηματικές συλλογές ή ιδιαίτερα παχύρευστο ή και νεκρωτικό περιεχόμενο στις συλλογές ή κλινική επιδείνωση του ασθενούς, εξαιτίας των αυξανόμενων συλλογών, που θα δικαιολογούσαν την υποβολή του ασθενούς σε μία νέα χειρουργική επέμβαση, λαμβανομένης υπόψη και συνεκτιμώμενης και της γενικότερης επιβαρυμένης κατάστασης της υγείας του, καθόσον ο ασθενής αντιμετώπιζε σοβαρά καρδιολογικά προβλήματα, αλλά και τα προβλήματα αιμοραγικής διάθεσης, τα οποία ήδη εμφανίσθηκαν κατά την διάρκεια της επέμβασης ημικολεκτομής – αναστόμωσης, στην οποία υποβλήθηκε. Η κρίση αυτή Δικαστηρίου ενισχύεται και από την από 20.11.2015 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ………, γενικού χειρουργού – Διευθυντή της Α’ Χειρουργικής Κλινικής του Ειδικού Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Πειραιά «ΜΕΤΑΞΑ», σύμφωνα με την οποία ήταν ορθή η επιλογή από τον δεύτερο εναγόμενο της διαδερμικής παρακέντησης και παροχέτευσης, βάσει των κλινικών, εργαστηριακών και απεικονιστικών ευρημάτων του ασθενούς, αλλά και σύμφωνα με την σύγχρονη άποψη της χειρουργικής επιστήμης που είναι αυτή της ελάχιστης επεμβατικότητας σε περιπτώσεις που δύνανται να αντιμετωπισθούν κατ’ άλλο τρόπο, ήτοι με διαδερμική παρακέντηση και παροχέτευση. Ενισχύεται επίσης από την από 20.02.2019 ιατρική έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ………, ιατρού – χειρουργού, κατά την οποία η επιλογή της διαδερμικής παρακέντησης και παροχέτευσης στη συγκεκριμένη περίπτωση και σύμφωνα με τις διεθνείς ιατρικές οδηγίες, παρότι δεν είναι αποτελεσματικότερη, δικαιολογείται λόγω της επικινδυνότητας της ανοικτής επανεπέμβασης – λαπαροτομίας, ενώ δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί η κρίση του δεύτερου εναγόμενου ως θεράποντος χειρουργού, που ήδη από την πρώτη επέμβαση γνώριζε τις ανατομικές και τεχνικές δυσκολίες που μπορεί να προκύψουν σε μία επανεπέμβαση. Εξάλλου, από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδείχθηκε ότι η επελθούσα σηψαιμία που αναφέρεται ως αιτία θανάτου του ασθενούς στην υπ’ αριθ. έκθεσης 401 και υπ’ αριθ. πρωτοκόλλου …./30.10.2014 ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας-νεκροτομίας της ιατροδικαστή ……. της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πειραιώς, οφείλεται στη θεραπευτική αγωγή, είτε φαρμακευτική, είτε εγχειρητική, που ακολούθησε ο δεύτερος εναγόμενος, λαμβανομένου, μάλιστα, υπόψη ότι, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, η σηψαιμία και κατ’ επέκταση η πολυοργανική ανεπάρκεια του ασθενούς οφειλόταν πιθανότατα σε εισρόφηση τροφής μετά από επεισόδιο εμετού, το οποίο αναφέρεται στα έγγραφα νοσηλείας του ασθενούς την 21.07.2014 και το οποίο προκάλεσε πνευμονίτιδα – βρογχοπνευμονία και σοβαρή σήψη. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι τα υποστηριζόμενα στα συμπεράσματα (σελίδα 8) της από 20.02.2019 ιατρικής έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του …….., ιατρού – χειρουργού, ότι δηλαδή η παρέμβαση του δεύτερου εναγόμενου για τον έλεγχο της σηπτικής εστίας, μέσω της πρώτης διαδερμικής παρακέντησης, καθυστέρησε τουλάχιστον 48 ώρες, και ότι η αδυναμία της διαδερμικής παροχέτευσης να επιτύχει τον άμεσο έλεγχο της σηπτικής εστίας – των συλλογών και την ταχεία αποστράγγισή τους, οδήγησε τον μεν ασθενή σε παρατεταμένη σηπτική κατάσταση, φθορά και καταπόνηση, τον δε δεύτερο εναγόμενο – χειρουργό στην επαναφορά του διλήμματος της επιλογής της ανοικτής χειρουργικής επέμβασης, που ήταν πλέον σαφώς ενδεδειγμένη, λόγω της ταχείας αποτελεσματικότητάς της, αναιρούνται από τα αποδειχθέντα ως άνω πραγματικά περιστατικά, τόσο αναφορικά με την αιτία της επελθούσας σηψαιμίας του ασθενούς, όσο και αναφορικά με την αποτελεσματικότητα και το ιατρικώς ενδεδειγμένο της επιλογής από τον δεύτερο εναγόμενο της μεθόδου της διαδερμικής παρακέντησης και παροχέτευσης των αποστηματικών συλλογών, αντί της ανοικτής επανεπέμβασης – λαπαροτομίας. Αναιρούνται επίσης από τα υποστηριζόμενα από τον ίδιο τον πραγματογνώμονα …….., ιατρό – χειρουργό, σε άλλα σημεία της από 20.02.2019 ιατρικής έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, και ειδικότερα από την προαναφερθείσα άποψή του ότι είναι πιθανό η επιδείνωση της υγείας του ασθενούς να οφείλεται σε εισρόφηση τροφής μετά από επεισόδιο εμετού που αναφέρεται στα έγγραφα νοσηλείας του την 21.07.2014 και ότι η ύπαρξη πνευμονικής πύκνωσης ενισχύει την υπόθεση ότι η εισρόφηση τροφής πυροδότησε τη ραγδαία επιδείνωση του ασθενούς (σελίδα 7), καθώς και από την προαναφερθείσα άποψή του ότι η επιλογή της διαδερμικής παρακέντησης και παροχέτευσης στη συγκεκριμένη περίπτωση και σύμφωνα με τις διεθνείς ιατρικές οδηγίες, παρότι δεν είναι αποτελεσματικότερη, δικαιολογείται λόγω της επικινδυνότητας της ανοικτής επανεπέμβασης – λαπαροτομίας, και ότι δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί η κρίση του δεύτερου εναγόμενου ως θεράποντος χειρουργού, που ήδη από την πρώτη επέμβαση γνώριζε τις ανατομικές και τεχνικές δυσκολίες που μπορεί να προκύψουν σε μία επανεπέμβαση (σελίδα 7). Περαιτέρω από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε ότι η κατάσταση της υγείας του ασθενούς επιδεινώθηκε περαιτέρω, λόγω της χορήγησης σε αυτόν κορτιζόνης από τον δεύτερο εναγόμενο σε συνεργασία με τους θεράποντες ιατρούς της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, οι οποίοι διέγνωσαν εσφαλμένα ότι είχε προσβληθεί από αγγειίτιδα, όπως αβάσιμα υποστηρίζουν οι ενάγοντες. Η κρίση αυτή Δικαστηρίου ενισχύεται και από την από 20.02.2019 ιατρική έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ………, ιατρού – χειρουργού, σύμφωνα με την οποία η χορήγηση κορτιζόνης στην προκειμένη περίπτωση ήταν ενδεδειγμένη αναφορικά με την οπτική νευρίτιδα και δεν ήταν απαγορευτική αναφορικά με την σηπτική κατάσταση του ασθενούς, και ότι επιπλέον δεν δύναται να αποδειχθεί ότι η χορηγούμενη κορτιζόνη στη συγκεκριμένη δοσολογία, των 100 έως 150 mg ανά εικοσιτετράωρο, επιβάρυνε την υγεία και προκάλεσε τον θάνατο του ασθενούς. Σε κάθε δε περίπτωση πρέπει να επισημανθεί ότι η χορήγηση κορτιζόνης αποφασίσθηκε από τους θεράποντες ιατρούς της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας της κλινικής της τρίτης εναγόμενης, προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα ανωτέρω προβλήματα οράσεως του ασθενούς, οι οποίοι, σε αντίθεση με τον δεύτερο εναγόμενο, διέθεταν την απαιτούμενη εξειδίκευση και ήταν πλέον αρμόδιοι, ώστε να αποφασίσουν σχετικά με την αντιμετώπιση των κλινικών και εργαστηριακών συμπτωμάτων που εμφάνιζε ο νοσηλεύομενος στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας ασθενής. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι σε βάρος του πρώτου και του δεύτερου των εναγόμενων ασκήθηκε ποινική δίωξη για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια από υπόχρεους (άρθρα 28 και 302 του ΠΚ) και σχηματίσθηκε ποινική δικογραφία υπό …….., ενώ με την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. ΑΤ 88-105-107-137-169/2021 απόφαση του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, που κατέστη αμετάκλητη (βλ. την προσκομιζόμενη από 16.04.2024 βεβαίωση του Γραμματέως του Τμήματος Ποινικού Αρχείου – Ένδικα Μέσα – Πειστήρια του Πρωτοδικείου Πειραιώς), οι κατηγορούμενοι απαλλάχθηκαν της αποδιδόμενης σε αυτούς πράξης. Κατόπιν τούτων, δεν αποδείχθηκε ότι ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγόμενων παρέβησαν τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, ώστε να δύναται να θεμελιωθεί συγκλίνουσα αμέλεια αυτών που οδήγησε στο θάνατο του ασθενούς ………, αλλά αντιθέτως αποδείχθηκε ότι αυτοί ενήργησαν, κατά τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης (lege artis) και ειδικότερα, όπως θα ενεργούσε κάτω από τις ίδιες συνθήκες και περιστάσεις και με τα στη διάθεσή του μέσα, ένας συνετός και επιμελής ιατρός, και συνεπώς δεν ιδρύεται αντικειμενική ευθύνη της προστήσασας τους ως άνω ιατρούς τρίτης εναγόμενης, αφού αυτοί δεν υπέπεσαν στο αποδιδόμενο σε αυτούς εκ μέρους των εναγόντων ιατρικό σφάλμα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια για όλα τα ανωτέρω δεν έσφαλε, αλλά ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των εκκαλούντων – εναγόντων που διαλαμβάνονται στον πρώτο, στον δεύτερο, στον τρίτο και στον τέταρτο λόγο της υπό στοιχείο Α’ έφεσης, με τον οποίο παραπονούνται για την ουσιαστική απόρριψη της αγωγής τους, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί κατ’ ουσίαν η υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεση των κυρίως εναγόντων. Όσον αφορά στην υπό στοιχείο Β’ από 02.08.2022 έφεση του δεύτερου κυρίως εναγόμενου και στην υπό στοιχείο Γ’ από 30.06.2023 έφεση του πρώτου κυρίως εναγόμενου, οι οποίες ασκήθηκαν επικουρικά, για την περίπτωση της παραδοχής της υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσης των κυρίως εναγόντων και της συνακόλουθης ουσιαστικής έρευνας της αγωγής, οπότε με τις επικουρικές εφέσεις θα καθίστατο δυνατή η μεταβίβαση και η έρευνα από το παρόν Δικαστήριο των παρεμπιπτόντων αγωγών, εφόσον αυτό δεν συνέβη, καθίστανται πλέον άνευ αντικειμένου, διότι δεν πληρώθηκε η αίρεση υπό την οποία ασκήθηκαν. Επομένως, το Δικαστήριο τούτο δεν θα ασχοληθεί περαιτέρω με τις επικουρικές υπό στοιχείο Β’ και Γ’ εφέσεις (βλ. ΕφΠειρ 452/2023 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘες 642/2021 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 117/2018 στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς, ΕφΠειρ 145/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 534/2014 ΤΝΠ Ισοκράτης, ΜονΕφΑθ 1407/2024 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 54/2023 ΝΟΜΟΣ), ούτε τίθεται ζήτημα να περιληφθεί διάταξη περί δικαστικής δαπάνης, ενώ το κατατεθέν από τον εκκαλούντα – δεύτερο εναγόμενο παράβολο κατά την άσκηση της υπό στοιχείο Β’ έφεσής του, καθώς και το κατατεθέν από τον εκκαλούντα – πρώτο εναγόμενο παράβολο κατά την άσκηση της υπό στοιχείο Γ’ έφεσής του, πρέπει να επιστραφούν σε αυτούς (Αθ. Κρητικού, Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα, έκδ. 2019, τόμος II, σελ. 592 παρ. 25, ΕφΠειρ 452/2023 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 789/2014 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 54/2023 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων της υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσης, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων που εφαρμόστηκαν, αλλά και διότι εκτιμωμένων των περιστάσεων υπήρχε εύλογη αμφιβολία ως προς την έκβαση της δίκης (άρθρα 179 και 183 του ΚΠολΔ, όπως το πρώτο άρθρο τροποποιήθηκε με το άρθρο 116 παρ. 1β’ του Ν. 4842/2021 και διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του Ν. 4871/2021 ΦΕΚ Α’ 246/10.12.2021 και εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις ως ειδικότερο του άρθρου 533 παρ. 2 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων, την υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεση, την υπό στοιχείο Β’ από 02.08.2022 έφεση και την υπό στοιχείο Γ’ από 30.06.2023 έφεση, κατά της υπ’ αριθ. 240/2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και την υπό στοιχείο Δ’ από 11.03.2024 πρόσθετη παρέμβαση.
Απορρίπτει ως απαράδεκτη την υπό στοιχείο Δ’ από 11.03.2024 πρόσθετη παρέμβαση.
Δέχεται τυπικά την υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεση, την υπό στοιχείο Β’ από 02.08.2022 έφεση και την υπό στοιχείο Γ’ από 30.06.2023 έφεση.
Απορρίπτει κατ’ ουσίαν την υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεση.
Συμψηφίζει στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων της υπό στοιχείο Α’ από 17.05.2022 έφεσης, τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ, που καταβλήθηκε από τους εκκαλούντες – ενάγοντες κατά την άσκηση της υπό στοιχείο Α’ έφεσής τους με το υπ’ αριθ. ………../2022 ηλεκτρονικό παράβολο.
Κρίνει ότι παρέλκει η περαιτέρω εξέταση της υπό στοιχείο Β’ από 02.08.2022 επικουρικής έφεσης, καθώς και της υπό στοιχείο Γ’ από 30.06.2023 επικουρικής έφεσης.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου, ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ, στον εκκαλούντα – δεύτερο εναγόμενο που καταβλήθηκε από αυτόν κατά την άσκηση της υπό στοιχείο Β’ έφεσής του με το υπ’ αριθ. ………/2022 ηλεκτρονικό παράβολο.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου, ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ, στον εκκαλούντα – πρώτο εναγόμενο που καταβλήθηκε από αυτόν κατά την άσκηση της υπό στοιχείο Γ’ έφεσής του με το υπ’ αριθ. ………./2023 ηλεκτρονικό παράβολο.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 18.07.2024 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 05.08.2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ