Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 504/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  504/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, την ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: ……………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρου του, Βασιλική Κεντόγλου με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ,

Της εφεσίβλητης: …………… η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Παναγιώτη Χριστοφοράτο, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Ο νυν εκκαλών άσκησε κατά της νυν εφεσίβλητης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, την από 18.12.2020 (με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2020) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε, η 2171/2023 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου (τακτική διαδικασία), που απέρριψε την αγωγή.

Ο  ενάγων προσέβαλε την ανωτέρω οριστική απόφαση, κατά το μέρος που απορρίφθηκε η αγωγή του λόγω μη καταβολής δικαστικού ενσήμου, με την από 11.10.2023 έφεσή του, την οποία κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, στις 11.10.2023 με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …./2023. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε αυθημερόν στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ. …/2023, οπότε για τη συζήτησή της ορίσθηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η έφεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν. ΓπΟΗ/1912, όπως αυθεντικά ερμηνεύθηκε με το άρθρο 7 του ΝΔ 1544/1942 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 του ΝΔ 4189/1961, προκύπτει ότι επί παραλείψεως προκαταβολής του οφειλόμενου τέλους δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις ο ενάγων λογίζεται ότι δικάζεται ερήμην και η αγωγή του απορρίπτεται λόγω της [πλασματικής] ερημοδικίας του (ΑΠ 65/2022, ΑΠ 5/2020, ΑΠ 1337/2011, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά τις διατάξεις αυτές, που εντάσσονται στους κανόνες του δικονομικού δικαίου, το οποίο ρυθμίζει τον τρόπο, τα όργανα και τη μορφή της ένδικης προστασίας, η προηγούμενη καταβολή δικαστικού ενσήμου στις οριζόμενες από τις ίδιες υποθέσεις αποτελεί προϋπόθεση για την παροχή δικαστικής προστασίας (ΑΠ 1485/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η παράλειψή της δεν επιφέρει απαράδεκτο της αγωγής ή της συζητήσεώς της (ΑΠ 204/2014, ΕΠολΔ 2014/542, ΑΠ 901/2013, ΑΠ 1182/2012, ΑΠ 1669/2005, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 219/2005, Δνη 2006/479) αλλά συνιστά νόμιμο λόγο ερημοδικίας του ενάγοντος που λογίζεται ερήμην δικαζόμενος και προκαλεί την απόρριψη της αγωγής όχι για τυπικό αλλά για ουσιαστικό λόγο, γεγονός που συνεπάγεται τη δημιουργία δεδικασμένου περί της ουσιαστικής αβασιμότητάς της και απαράδεκτο επανεγέρσεώς της, εάν η απορριπτική απόφαση καταστεί τελεσίδικη (ΑΠ 491/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 181/2013, ΕφΑΔ 2013/779, ΑΠ 936/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 382/2011, ΝοΒ 2011/2158 = Δνη 2011/1009). Για να ανατρέψει το δυσμενές διατακτικό της πρωτοβάθμιας απόφασης που επιστηρίχθηκε μόνο στην εκ μέρους του παράλειψη καταβολής του δικαστικού ενσήμου ο ενάγων καταψηφιστικής αγωγής, που για το λόγο αυτό ερημοδικάστηκε πρωτοδίκως, δικαιούται στην άσκηση τακτικών ενδίκων μέσων και, συγκεκριμένα, μπορεί, εκτός από [αιτιολογημένη] ανακοπή ερημοδικίας (ΤριμΕφΘεσ. 126/2014, Αρμ. 2014/1675 = ΕΕμπΔ 2015/137, Στ. Ματθίας, Ανακοπή ερημοδικίας και έφεση κατά των ερήμην αποφάσεων, σε Δνη 1995/11 επομ.), να ασκήσει έφεση κατά της ερήμην του εκδοθείσας απορριπτικής απόφασης, από της δημοσιεύσεως αυτής κατ’ άρθρο 513 § 1 περ. β΄, εδαφ. β΄ ΚΠολΔ (ΤριμΕφΠειρ. 811/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ. 1589/2005, Δνη 2006/241, ΕφΑθ. 1601/2001, ΑρχΝ 2001/915, ΕφΑθ. 5906/1999, Δνη 2001/783, ΜονΕφΑθ. 4337/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), επιδιώκοντας να επανορθώσει το δικό του σφάλμα που οδήγησε στην απόρριψη της αγωγής του (περί του ότι το ένδικο μέσο της έφεσης ασκείται και προς διόρθωση παραδρομών των διαδίκων βλ. ΑΠ 574/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Κ. Κεραμέα/Δ. Κονδύλη/Ν. Νίκα [-Μ. Μαργαρίτη], Ερμηνεία ΚΠολΔ, Ι, 2000, άρθρο 520, αρ. 9 και 25, σελ. 926 και 929, Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση κατά τον ΚΠολΔ, 2009, αρ. 540, σελ. 114 επομ., Ι. Πετρόπουλο, Αόριστοι, αλυσιτελείς και ανεπίτρεπτοι λόγοι εφέσεως, σε ΝοΒ 2018/1619 επομ. [1621]). Στην έφεση αυτή εφαρμόζεται μεν η διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, πλην όμως αναλόγως (ΤριμΕφΠειρ. 331/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 55/2009, Δ 2009/246, Ν. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, 2018, σελ. 728). Η ανάλογη και όχι ευθεία εφαρμογή της οφείλεται στο ότι για την εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά την ως άνω διάταξη επί μεν ερημοδικίας του ενάγοντος οφειλομένης σε άλλους λόγους, όπως η μη εμφάνιση ή μη προσήκουσα παράστασή του στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, δεν απαιτείται η επίκληση και η απόδειξη της βασιμότητας κάποιου λόγου εφέσεως αλλά αρκεί καταρχήν η τυπική παραδοχή της εφέσεως ως νομοτύπως και εμπροθέσμως ασκηθείσας (ΑΠ 2150/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 280/2012, ΝοΒ 2013/132, ΑΠ 1906/2008, ΝοΒ 2009/927, ΑΠ 884/2007, ΧρΙΔ 2008/52, ΤριμΕφΠειρ. 27/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΑθ. 933/2011, ΕΔΠ 2011/143, ΤριμΕφΠειρ. 195/2016, ΜονΕφΑθ. 302/2018, ΜονΕφΠειρ. 95/2017, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ενώ επί πλασματικής ερημοδικίας του ενάγοντος λόγω μη καταβολής του δικαστικού ενσήμου απαιτείται η πρόταση και η ευδοκίμηση λόγου εφέσεως, ο οποίος πρέπει ευλόγως να αναφέρεται στη νόμιμη αιτία που οδήγησε στη διαμόρφωση του διατακτικού της εκκαλούμενης απόφασης. Πράγματι, αν όντως το δικαστικό ένσημο δεν είχε πρωτοδίκως καταβληθεί, ο μοναδικός κατά νομική και λογική αναγκαιότητα λόγος που μπορεί να προταθεί λυσιτελώς με την έφεση κατά της απορριπτικής απόφασης είναι η άρση της παράλειψης του εκκαλούντος – ενάγοντος, που προκάλεσε την πλασματική ερημοδικία του και την απόρριψη της αγωγής του ως αβάσιμης. Έτσι, η έφεσή του πρέπει να περιέχει ως [μοναδικό έστω] λόγο την άρση αυτής του της παράλειψης, τον ισχυρισμό δηλαδή περί της εκ των υστέρων καταβολής του τέλους δικαστικού ενσήμου (Κ. Παναγόπουλος, ο.π., άρθρο 535, αρ. 11, σελ. 351). Η καταβολή αυτή συγκροτεί το πραγματικό του λόγου της έφεσης και ως αναγόμενη στο παραδεκτό της πρέπει να δηλώνεται στο εφετήριο (ΑΠ 1572/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ. 986/2008, ΑχΝομ 2009/403), χωρίς να αρκεί η αναφορά σ’ αυτό της πρόθεσης του εκκαλούντος να καταβάλει το δικαστικό ένσημο στο μέλλον. Μόνον τότε, όταν δηλαδή διαπιστωθεί πέραν της νομότυπης και εμπρόθεσμης άσκησης της εφέσεως και η βασιμότητα του επικαλούμενου λόγου της, είναι δυνατή η εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, ώστε να χωρήσει ενώπιον του εφετείου νέα συζήτηση της υπόθεσης, κατά την οποία ο ενάγων, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 528 ΚΠολΔ, να δυνηθεί να προτείνει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς τους οποίους και πρωτοδίκως μπορούσε να προτείνει (ΑΠ 538/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά την ορθότερη άποψη, η έφεση πρέπει κατά την κατάθεσή της να συνοδεύεται από το έγγραφο που αποδεικνύει την πληρωμή του δικαστικού ενσήμου, η οποία πρέπει μέχρι τότε να έχει πραγματοποιηθεί, χωρίς να αρκεί η μεταγενέστερη, μέχρι τη συζήτηση της εφέσεως, καταβολή του και η επίκληση αυτής το πρώτον με τις προτάσεις του εκκαλούντος ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (ΑΠ 1461/2021, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 § 2 ΚΠολΔ, όταν ασκείται έφεση κατ’ ερήμην εκδοθείσας αποφάσεως η συζήτηση είναι προφορική και για το λόγο αυτό δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 § 2 ΚΠολΔ, με αποτέλεσμα να μην είναι επιτρεπτή η παράσταση κατά τη συζήτηση της εφέσεως με κοινή δήλωση των διαδίκων, που υπογράφεται από τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους ή με μονομερή δήλωση κάποιου ή όλων από αυτούς ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση (ΑΠ 476/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 11/2016, Ε7 2016/855, ΑΠ 1040/2013, ΧρΙΔ 2014/128). Η ως άνω απαγόρευση της παραστάσεως με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του ισχύει όχι μόνο για το διάδικο που στον πρώτο βαθμό δικάστηκε ερήμην αλλά και για τον αντίδικό του, ο οποίος είχε παραστεί κανονικά, αφού διαφορετικά δε νοείται προφορική συζήτηση (ΑΠ 93/2013, ΑΠ 652/2011, ΑΠ 251/2009, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τούτο άλλωστε επιβάλλεται από την αρχή της δίκαιης δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ και για την ισότητα των όπλων (ΑΠ 1858/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 280/2012, ΝοΒ 2013/132, ΑΠ 866/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η υποβολή τέτοιας δήλωσης από πληρεξούσιο δικηγόρο διαδίκου, που έχει μεν καταθέσει προτάσεις, δεν παρίσταται όμως στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, για την οποία είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση, συνιστά μη προσήκουσα παράσταση, συνεπαγόμενη την ερημοδικία του διαδίκου (ΤριμΕφΠειρ. 27/2016, ΜονΕφΑθ. 220/2022, ΜονΕφΠειρ. 45/2020, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως εκ τούτου, οι προτάσεις του, οι περιεχόμενοι σ’ αυτές ισχυρισμοί και τα υποβαλλόμενα δι’ αυτών αιτήματά του, όπως και τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα δεν λαμβάνονται υπόψη (ΑΠ 2150/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), εάν δε ο μη προσηκόντως παριστάμενος και γι’ αυτό ερήμην δικαζόμενος διάδικος είναι ο εκκαλών, η έφεσή του απορρίπτεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 § 3 εδαφ. α΄ ΚΠολΔ, που ορίζει ως συνέπεια της ερημοδικίας του εκκαλούντος την κατ’ ουσίαν απόρριψη της έφεσής του (ΑΠ 78/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ. 2219/2007, Δνη 2008/872, Κ. Παναγόπουλος, ο.π., άρθρο 524, αρ. 11, σελ. 223). Τα παραπάνω ισχύουν και επί της εφέσεως του ενάγοντος που δεν κατέβαλε το δικαστικό ένσημο και ερημοδικάστηκε, με αποτέλεσμα να απορριφθεί η αγωγή του, αφού ούτε τότε μπορεί να παραλειφθεί η προφορική συζήτηση στο εφετείο (βλ. ΤριμΕφΠατρ. 295/2011, ΑχΝομ 2012/464, ΕφΑθ. 3330/2009, Δ 2009/1114, ΜονΕφΠειρ. 471/2019, διαθέσιμη στην στην efeteio-peir.gr, βλ. για όλα τα ανωτέρω ΜονΕφΠειρ 124/2023 στην efeteio-peir.gr). Αν στην περίπτωση αυτή παρίστανται μη προσηκόντως κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο εφετείο τόσο ο εκκαλών, όσο και ο εφεσίβλητος με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ, θεωρούνται αμφότεροι δικονομικώς απόντες και τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 260 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως ισχύει και στην κατ’ έφεση δίκη κατ’ άρθρο 524 παρ.1 ίδιου Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο «αν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης δεν εμφανίζονται όλοι οι διάδικοι ή εμφανίζονται, αλλά δεν μετέχουν κανονικά στη συζήτηση, η συζήτηση ματαιώνεται». Τούτο δε ανεξάρτητα, αν με τη νέα τακτική διαδικασία και δη με το νέο άρθρο 237 παρ.6 ΚΠολΔ (όπως τροποποιήθηκε με το ν. 4335/2015) στον πρώτο βαθμό ουσιαστικά έχει καταργηθεί η προφορική συζήτηση της υπόθεσης και η συζήτηση διεξάγεται και χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, καθώς στο εφετείο προβλέπεται υποχρεωτική τέτοια προφορική συζήτηση της υπόθεσης κατά τις διατάξεις των άρθρων 524 παρ.2 και 528 ΚΠολΔ σε περίπτωση που κάποιος διάδικος δικάσθηκε ερήμην πρωτοδίκως και έχει ασκήσει έφεση κατά της εκδοθείσας οριστικής απόφασης (βλ. σχετικά Στ. Πανταζόπουλο σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, Δ. Κονδύλης/Στ. Πανταζόπουλος, άρθρο 495-590, άρθρο 528, σελ. 174, 175, παρ. 3, Αθ. Πανταζόπουλο σε Κυριάκου Οικονόμου, Η έφεση, άρθρο 528, σελ. 304 επ.).

Στην προκειμένη περίπτωση, φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, η από 11.10.2023 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ. …/2023 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ. …/2023) έφεση του ……… κατά της ……. κατά της 2171/2023 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), που δικάζοντας την από 18.1.2020  (με Γ.Α.Κ. …/2020 και Ε.Α.Κ. …./2020) αγωγή του πρώτου κατά της δεύτερης, απέρριψε αυτή. Με την αγωγή του αυτή, ο ενάγων ισχυρίσθηκε ότι έχει την πλήρη και αποκλειστική κυριότητα ενός διαμερίσματος ισογείου ορόφου διώροφης οικοδομής επί της συμβολής των οδών …. και ………. στο Κερατσίνι Αττικής, όπως ειδικότερα περιγράφεται στο αγωγικό δικόγραφο. Ότι το ανωτέρω διαμέρισμα αξίας (αντικειμενικής και εμπορικής) κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής 35.588,61 ευρώ, περιήλθε σε αυτόν δυνάμει του υπ’ αριθ. …………/1990 συμβολαίου γονικής παροχής της συμβ/φου Πειραιώς, …….., νομίμως μεταγεγραμμένου από τη μητέρα του, στην οποία είχε περιέλθει κατά κυριότητα δυνάμει του υπ’ αριθ. ……../1959 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβ/φου Πειραιώς, ……… σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. ………/1986 πράξη σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας της πιο πάνω συμβ/φου Πειραιώς, ομοίως νομίμως μεταγεγραμμένων. Ότι το διαμέρισμα αυτό αποτέλεσε από την τέλεση του γάμου του με την εναγόμενη στις 17.7.1991 την οικογενειακή τους στέγη και από τις 11.10.1992 και του κατά τον χρόνο εκείνο γεννηθέντος υιού τους, ……….. Ότι το Νοέμβριο του 2013, η έγγαμη συμβίωσή του με την εναγόμενη διασπάστηκε και ότι ο ίδιος επέλεξε να αποχωρήσει από την οικογενειακή στέγη, παραχωρώντας χωρίς αντάλλαγμα τη χρήση αυτής στην εναγόμενη και στον τότε 21 ετών και φοιτητή υιό τους, …. Ότι ειδικότερα συμφωνήθηκε προφορικά μεταξύ τους να παραμείνουν στο διαμέρισμα αυτό η εναγόμενη και ο ανωτέρω υιός τους, για ορισμένο χρόνο και δη μέχρι ο τελευταίος να ολοκληρώσει τις σπουδές του και να αποκατασταθεί επαγγελματικά. Ότι περί τα τέλη του έτους 2018, κι ενώ ο υιός τους, ….. είχε ήδη ανεξαρτητοποιηθεί και τελέσει γάμο, διαμένοντας σε άλλη πλέον οικία με τη δική του οικογένεια, ο ενάγων λόγω των μνημονευόμενων στο αγωγικό δικόγραφο προβλημάτων της υγείας του, αλλά και οικονομικών προβλημάτων του, ζήτησε από την εναγόμενη να του αποδώσει εντός εύλογου χρόνου το επίδικο διαμέρισμα, πλην όμως εκείνη, αν και δεν αρνήθηκε να του το αποδώσει ούτε πρόβαλε κάποια αξίωση επ’ αυτού, συνέχισε να κάνει χρήση του, προφασιζόμενη δυσκολία στη μετακίνηση της υπέργηρης μητέρας της, την οποία φρόντιζε στο εν λόγω διαμέρισμα και μάλιστα χωρίς τη συναίνεση του ιδίου. Ότι στις 7.5.2019, όμως, η εναγόμενη του δήλωσε ρητώς ότι δεν πρόκειται να του αποδώσει το επίδικο διαμέρισμα, έχοντας εν τω μεταξύ, προβεί σε αλλαγή της κλειδαριάς του και ότι για τον λόγο αυτό ο ίδιος επέδωσε σε αυτήν και στον υιό τους, ……, στις 13.5.2019, την από 9.5.2019 εξώδικη δήλωση- πρόσκληση- διαμαρτυρία του, με την οποία τους καλούσε όπως εντός είκοσι ημερών του το αποδώσουν. Ότι μολονότι ο υιός τους έχει εν τοις πράγμασι συμμορφωθεί, αφού έχει μετακομίσει από το επίδικο διαμέρισμα, η εναγόμενη κοινοποίησε στον ενάγοντα στις 16.5.2019, την από 15.5.2019 εξώδικη διαμαρτυρία- πρόσκληση- δήλωσή της με την οποία αρνήθηκε να του αποδώσει το εν λόγω διαμέρισμα, ισχυριζόμενη ότι, πέραν του ότι αυτό ανακατασκευάστηκε πλήρως με χρήματα των γονέων της, σε κάθε περίπτωση, δυνάμει της μεταξύ τους καταρτισθείσας συμφωνίας, η ίδια είχε δήθεν δικαίωμα να το χρησιμοποιεί εφ’ όρου ζωής της και δη χωρίς καταβολή μισθώματος. Ότι εξαιτίας της δήλωσης αυτής της εναγόμενης με την οποία του γνωστοποίησε ρητώς την εκ μέρους της αντιποίηση της νομής του επί του επίδικου διαμερίσματος, την άσκηση νομής επ’ αυτού για δικό της λογαριασμό με τη σύγχρονη παράνομη αποβολή του ιδίου (ενάγοντος) από την νομή του επ’ αυτού, αλλά και την αμφισβήτηση της εν γένει κυριότητας εκείνου επ’ αυτού, ο ενάγων κατέθεσε εναντίον της τη με αριθμό ………./2.7.2019 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων στο Ειρηνοδικείο Πειραιώς, επί της οποίας εξεδόθη η 19/2020 απορριπτική απόφαση. Με βάση το ιστορικό αυτό, ο ενάγων, κατά την προσήκουσα εκτίμηση των αιτημάτων του, ζητούσε: 1. να αναγνωριστεί κύριος του ως άνω διαμερίσματος, 2. να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του αποδώσει τη νομή και την κατοχή του ως άνω επίδικου διαμερίσματος λόγω λήξης της μεταξύ τους σύμβασης χρησιδανείου συνεπεία της παρόδου του συμφωνηθέντος χρόνου, άλλως και για την περίπτωση που αυτή κριθεί αορίστου χρόνου λόγω καταγγελίας της, η οποία σύμφωνα με την αγωγή έλαβε χώρα με την επίδοση στην εναγόμενη στις 13.5.2019, της από 9.5.2019 εξώδικης δήλωσης- πρόσκλησης- διαμαρτυρίας του, άλλως με την κοινοποίηση στην εναγόμενη της υπ’ αριθ. κατ. …./87/2.7.2019 αίτησης ασφαλιστικών μέτρων στο Ειρηνοδικείο Πειραιώς, άλλως με την επίδοση της υπό κρίση αγωγής του σε αυτήν, αφού (και) δι’ αυτής (αγωγής) καταγγέλλει την επίδικη σύμβαση χρησιδανείου, διατασσομένης της αποβολής της εναγόμενης και οποιουδήποτε τρίτου έλκει δικαιώματα από αυτήν και της εγκατάστασης του ίδιου στο επίδικο και 3. να απαγορευτεί στην εναγόμενη κάθε μελλοντική διατάραξη της νομής του επί του ως άνω ακινήτου και να απαγγελθεί κατά αυτής προσωπική κράτηση έξι μηνών και χρηματική ποινή 1.000 ευρώ για κάθε μελλοντική διατάραξη. Με την εκκαλούμενη απόφαση, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε κατόπιν εκτίμησης των αποδείξεων, στην ουσία του το αίτημα αναγνώρισης κυριότητας του ενάγοντος στο επίδικο, διότι η εναγομένη δεν προσβάλλει το απόλυτο αυτό δικαίωμα του ενάγοντος ούτε το αμφισβητεί με οποιονδήποτε τρόπο, αλλά αντιθέτως αναγνωρίζει τον ενάγοντα με τις προτάσεις της ως τον αποκλειστικό και πλήρη κύριο του επίδικου διαμερίσματος. Επίσης απέρριψε ως μη νόμιμα: α) το αίτημα να διαταχθεί η αποβολή της εναγόμενης και κάθε τρίτου που έλκει δικαιώματα από αυτή από το επίδικο ακίνητο και η εγκατάσταση του ενάγοντος σε αυτό, β) το αίτημα περί απαγόρευσης κάθε μελλοντικής διατάραξης της νομής του ενάγοντος στο επίδικο εκ μέρους της εναγόμενης και γ) το μερικότερο αίτημα περί απειλής κατά της εναγόμενης προσωπικής κράτησης και χρηματικής ποινής. Ειδικά, όμως, ως προς το αίτημα να υποχρεωθεί η εναγόμενη να αποδώσει τη νομή του επίδικου διαμερίσματος στον ενάγοντα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, επειδή ο ενάγων δεν προσκόμισε, ούτε επικαλέστηκε στις έγγραφες προτάσεις του το απαιτούμενο δικαστικό ένσημο στο οποίο υπόκειται η έχουσα καταψηφιστικό χαρακτήρα αγωγή αποδόσεως νομής ακινήτου και όπως το αναλογούν δικαστικό ένσημο έπρεπε να προσκομίσει ο ενάγων το αργότερο μέχρι τη συζήτηση της αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που ολοκληρώθηκε με την εκφώνηση της υπόθεσης κατά τη σειρά του πινακίου (άρθρο 237 παρ.1 ΚΠολΔ, ως ισχύει μετά το ν. 4354/2015). Κατά συνέπεια, το εν λόγω αγωγικό αίτημα απορρίφθηκε, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, λόγω πλασματικής ερημοδικίας του ενάγοντος, συνεπεία της μη καταβολής από αυτόν του οφειλόμενου τέλους δικαστικού ενσήμου. Ήδη με την ένδικη έφεσή του ο εκκαλών αναφορικά με το ως άνω απορριφθέν αγωγικό αίτημα, αιτείται την εξαφάνιση της εκκαλούμενης, με μοναδικό λόγο έφεσης την προσκόμιση του δικαστικού ενσήμου, την άρση της παραλείψεώς του και την εκ νέου συζήτηση της υπόθεσης, προκειμένου το παραπάνω αγωγικό αίτημα να γίνει δεκτό. Ωστόσο, κατά την εκφώνηση της ένδικης εφέσεως στη σειρά της στο οικείο πινάκιο, στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, ο μεν εκκαλών εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του, …………… με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και συγκεκριμένα με την από 8.10.2024 συνημμένη στη δικογραφία δήλωση που κατατέθηκε στη γραμματέα αυτού του Δικαστηρίου στις 9.10.2024 ότι συμφωνεί ως πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος να συζητηθεί στην υπόθεση χωρίς να παραστεί κατά την εκφώνησή της, η δε εφεσίβλητη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, ………… ομοίως με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και δη με την από 9.10.2024 συνημμένη στη δικογραφία δήλωση που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 9.10.2024 ότι συμφωνεί ως πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς να παραστεί κατά την εκφώνησή της.  Όμως με βάση τα όσα προεκτέθηκαν, αφού η εκκαλούμενη  απόφαση ως προς το σχετικό αίτημα εκδόθηκε κατόπιν συζητήσεως ερήμην του ενάγοντος [έστω πλασματικώς κι έστω κι αν στο διατακτικό διαλαμβάνεται ότι «δικάζει αντιμωλία των διαδίκων», δεδομένου ότι ως προς τα υπόλοιπα αγωγικά αιτήματα δεν απαιτείτο δικαστικό ένσημο και άρα ως προς αυτά ο ενάγων δεν ερημοδικούσε] η συζήτηση στο εφετείο ως προς το παραπάνω εκκληθέν κεφάλαιο είναι υποχρεωτικά προφορική, ώστε η χρήση των παραπάνω δηλώσεων των πληρεξουσίων δικηγόρων των διαδίκων κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ ότι θα συζητηθεί η υπόθεση χωρίς την παρουσία τους στο ακροατήριο καθιστά τις παραστάσεις τους  μη προσήκουσες, με συνέπεια οι διάδικοι να τυγχάνουν δικονομικώς απόντες και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 260 παρ.1 σε συνδυασμό με το άρθρο 524 παρ.1 ΚΠολΔ, να πρέπει να κηρυχθεί η συζήτηση της έφεσης ματαιωμένη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Κηρύσσει τη συζήτηση της έφεσης ματαιωμένη.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 30.10.2024.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                     Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ