ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός: 421/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον δικαστικό πληρεξούσιο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Ηλία Βασιλειάδη.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ : 1) ………… με την ιδιότητα της κληρονόμου της αποβιωσάσης μητέρα της, ……….., 2) ………… ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου του αποβιώσαντος πατρός του …………., 3) ……….., ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου του αποβιώσαντος πατρός του …………., 4) ……………, εκ των οποίων οι 1η, 2ος, 4ος, παραστάθηκαν μετά και ο 3ος παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου Αλεξάνδρας Κρεμιζά.
Κοινοποιούμενη προς : ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΠΑΛΑΙΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ» (Π.Ε.Τ.), νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, κατοικοεδρεύοντος στην Αθήνα.
Οι εφεσίβλητες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 27.10.2014 (με αριθμό κατάθεσης ……./2014) αγωγή, κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ήδη εκκαλούντος, με την οποία ζητούσαν με την ιδιότητα τους ως συγκληρονόμων του αποβιώσαντος στις 13.10.1971 πατέρα του, ………, την αναγνώρισή τους ως συγκυρίων, κατά ποσοστό 1/3 εξ΄ αδιαιρέτου εκάστη επί ακινήτου (οικοπέδου μετά των επ΄ αυτού κτησμάτων) ευρισκομένου στη Νίκαια Πειραιά και τη διόρθωση της αρχικής εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Νίκαιας. Το κυρίως παρεμβαίνων ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΠΑΛΑΙΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ» (Π.Ε.Τ.) με την με αριθμό …../2014 κύρια παρέμβαση του ζητούσε να αναγνωριστεί η κυριότητα του στο επίδικο οικόπεδο επιφανείας 249 τ.μ, να διαταχθεί η διόρθωση της εσφαλμένης ανακριβούς αρχικής εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Νίκαιας, ώστε να καταχωρισθεί το ίδιο αποκλειστικός και πλήρης κύριος του παραπάνω ακινήτου, κατά ποσοστό 100% εξ΄ αδιαιρέτου ως τμήμα τόσο της ευρύτερης έκτασης των 1.082, 546 στρεμμάτων του <<………>> και να καταδικαστούν οι αντίδικοι στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, με την τακτική διαδικασία, εξέδωσε την υπ΄ αρ. 380/2021 μη οριστική απόφαση και στη συνέχεια την υπ΄ αριθμό 3036/2022 οριστική απόφασή του, με την οποία αφού απέρριψε ό,τι έκρινε απορριπτέο, δέχθηκε κατά τα λοιπά την αγωγή.
Την παραπάνω απόφαση προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το εναγόμενο και ήδη εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο με την από 01.11.2022, με Γ.Α.Κ…./2022 και με Ε.Α.Κ. …./2022 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 01.11.2022 έφεση. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 02.11.2022 με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …/2022, οπότε δικάσιμος ορίστηκε για τη συζήτηση της έφεσης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των παραπάνω διαδίκων, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 01.11.2022 με Γ.Α.Κ…/2022 και με Ε.Α.Κ. …./2022 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 02.11.2022 με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …/2022, του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου κατά των εφεσίβλητων, προς εξαφάνιση της υπ΄ αριθμό 3036/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και κατά της προηγηθείσας υπ’ αριθμ. 380/2021 μη οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που θεωρείται ότι έχει προσβληθεί μαζί με αυτήν, παρ’ ότι η ένδικη έφεση δεν στρέφεται και κατ’ αυτής (άρθρο 513 § 2 του ΚΠολΔ), που δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία δέχθηκε κατά τα κύρια αιτήματά την από 27.10.2014 και με αριθμό κατάθεσης ………./2014 αγωγή των νυν εφεσίβλητων κατά του νυν εκκαλούντος. Η ανωτέρω έφεση έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως κατά τα άρθρα 495, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της με το άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 που εφαρμόζεται για τις εφέσεις που ασκούνται από την 1.1.2016, 499, 500, 511, 513 παρ1 εδ. β, 516 παρ. 1 εδ. β και 517 και 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το ανωτέρω άρθρο, δηλαδή πριν παρέλευση διετίας από τη δημοσίευση της, εφόσον δεν προκύπτει αλλά ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε προκύπτει άλλος λόγος απαραδέκτου, καθόσον η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 30.09.2022, το δε εφετήριο κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 01.11.2022. Πρέπει, λοιπόν, η έφεση που αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 του ΚΠολΔ εισάγεται για να δικασθεί από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία. Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό του ως άνω ενδίκου μέσου δεν απαιτείται η καταβολή του τασσόμενου από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ παραβόλου, αφού το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής κάθε τέλους και παραβόλου για την άσκηση ενδίκου μέσου σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ.1 του Καν. Δ/τος της 26 Ιουνίου/10 Ιουλίου 1944 “Περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου” (βλ. ΤρΕφΠειρ 50/2020 στο site του Εφετείου Πειραιά, efeteio-peir.gr).
Με την από 27.10.2014 και με αριθμό κατάθεσης ……/2014 αγωγή, οι αρχικοί ενάγοντες εξέθεσαν ότι είναι συγκύριοι , κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος, ενός ακινήτου ευρισκόμενου στη Νίκαια Αττικής εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως του Δήμου Νίκαιας – Αγίου Ιωάννη Ρέντη και περικλειομένου μεταξύ των οδών ….. , επί της φέρει τον αριθμό …, …., επί της οποίας φέρει τον αριθμό … , ……., ήτοι εντός ενός οικοπέδου εκτάσεως 232,12 ευρώ, σύμφωνα δε προς μέτρηση πραγματοποιηθείσα από τους τεχνικούς του ΟΚΧΕ εκτάσεως 249, τ.μ . Ότι το ακίνητο αυτό εμφαίνεται με τα κεφαλαία ΑΒΓΔΑ στο από 15 Ιουνίου 2011 τοπογραφικό διάγραμμα του Αρχιτέκτονος – Μηχανικού ……. , επί του οποίου υπάρχει και δήλωση του ως άνω μηχανικού κατά το ν. 651/1997 ότι αυτό ευρίσκεται εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχέδιο και συμφώνως προς τον οικοδομικό κανονισμό, είναι άρτιο και οικοδομήσιμο κατά παρέκκλιση, ρυμοτομούμενο δε βάσει του υπ΄ αριθμό 133Α/27.5.1995 διατάγματος ρυμοτoμίας, όπως ετροποποιήθη υπό του υπ΄αριθμό ΦΕΚ 195Δ/23.7.21974 αντίστοιχου διατάγματος. Ότι το επίδικο συνορεύει όπως λεπτομερώς αναφέρεται στην κρινόμενη αγωγή. Ότι επί του επιδίκου υφίστανται κτίσματα , επί μεν του ισογείου επιφανείας 225,88 τ.μ , επί δε του πρώτου ορόφου 38,67 τ.μ , συνολικώς δε κτίσματα 264,55 τ.μ. Ότι το επίδικο ακίνητο έχει καταχωρηθεί στα βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Νίκαιας με ΚΑΕΚ ……… . Ότι δυνάμει του με αριθμό …../4.1.1940 προσυμφώνου αγοραπωλησίας του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., σύζυγος ………. , το γένος ……. και ο ……… υποσχέθηκαν τόσο στον πατέρα τους , ……… όσο και στον …….. την πώληση του στο προσύμφωνο εκείνο περιγραφομένου οικοπέδου κειμένου εις την ………… (Νίκαια) – υπό κρίσιν ακινήτου αντί 114.300 δραχμών, εκ των οποίων, λόγω αρραβώνος, κατεβλήθη κατά την υπογραφή του προσυμφώνου, το ποσό των 35.00 δραχμών και μετά ταύτα, δυνάμει της υπ΄ αριθμό …../14.10.1941 πράξεως του ως άνω συμβολαιογράφου έτερο ποσό 30.000 δραχμών, παραταθείσας της προθεσμίας προς υπογραφή οριστικού συμβολαίου μέχρι της 15.4.1942. Ότι έκτοτε ουδέποτε καταρτίστηκε το οριστικό συμβόλαιο, ο δε ανωτέρω ………. επέστρεψε την ως άνω προκαταβολή των 35.000 δραχμών, δηλώσας συγχρόνως ότι δεν ηδύνατο να συνάψει το οριστικό συμβόλαιο, διότι το προπωληθέν οικόπεδο και η ευρύτερη περιοχή είχε ανυπέρβλητα νομικά κωλύματα ως διεκδικούμενα από το Δημόσιο. Ότι επί του συγκεκριμένου ακινήτου ο πατέρας του είχε ανεγείρει οικία, χωρίς ουδέποτε να ενοχληθεί από τον …….. και μετά το θάνατο αυτού από τους κληρονόμους του. Ότι σταδιακά μέχρι το έτος 1953 ο πατέρας τους είχε ανεγείρει επί του ανωτέρω οικοπέδου δυο ακόμη κατοικίες οικίες, με σκοπό να καλύψει τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας του. Ότι βάσει της με αριθμό καταθέσεως ………/1947 από 18.6.1947 αγωγής ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς των κληρονόμων ……… : 1 ) …………, 2 ) ……….., 3) ………., 4) ………, συζύγου …….., το γένος ………., 5 ) … , θυγατρός ……, 6 ) … ( …) συζύγου ……. , το ………, απάντων κατοίκων Αθηνών , κατά του πατρός τους εκείνοι ζητούσαν μεταξύ άλλων αιτημάτων να αναγνωριστούν κύριοι του ως άνω ακινήτου. Ότι επί της αγωγής αυτής εξεδόθη η με αριθμό 1964/1947 απόφαση η οποία απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη. Ότι οι τότε ενάγοντες κατόπιν υπέβαλαν ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου την από 18.12.1947 ανακοπή στα πλαίσια της οποίας το Δημόσιο άσκησε την από 12.4.1948 κύρια παρέμβαση και διεκδικητική αγωγή. Ότι επ΄ αυτών εξεδόθη η με αριθμό 86/1949 προδικαστική απόφαση του Πρωτοδικείου Πειραιά, σύμφωνα την οποία : α) ανακλήθηκε η με αριθμό 1964/1947 απόφαση, β) αναβλήθηκε η οριστική απόφασης και γ) υποχρεώθηκαν άπαντες οι τότε διάδικοι να αποδείξουν τα ταχθέντα προς απόδειξη θέματα. Ότι έκτοτε εξεδόθη η με αριθμό 2607/1959 προδικαστική απόφαση δια της οποίας αναβλήθηκε και πάλι επί της ουσίας η έκδοση απόφασης, β) ανακλήθηκε εν μέρει η με αριθμό 86/1949 απόφαση, γ) ορίστηκε Πρωτοδίκης ως διευθύνων Εισηγητής Δικαστής και αναπληρωτής αυτού, ορίστηκαν ως εισηγητές προς διεξαγωγή των εκτός έδρας του δικαστηρίου. Ότι άρχισε η διεξαγωγή των εμμάρτυρων αποδείξεων οι οποίες μετά από διαδοχικές παρατάσεις έως την 3.12.1969 διακόπηκαν άνευ περαιώσεως και εισαγωγής τους έως και της άσκηση της κρινόμενης αγωγής σε επαναληπτική δίκη προς έκδοση οριστικής απόφασης. Ότι σύμφωνα με το με αριθμό ………/11.6.1953 προσύμφωνο συστάσεως προικός του Συμβολαιογράφου …….., ο πατέρας τους συμβλήθηκε μετά του μέλλοντος τότε συζύγου της πρώτης εξ΄ αυτών εναγόντων ……….., υποσχόμενος την υπέρ της θυγατρός του …….. σύσταση προίκας, ήτοι υποσχέθηκε να παραχωρήσει και να μεταβιβάσει σε εκείνη την μια εκ των τριών κατοικιών, τις οποίες ο πατέρας τους είχε ανεγείρει έως τότε επί του ανωτέρω ακινήτου περιγραφέντος οικοπέδου. Ότι η ρηθείσα μεταβίβαση θα συντελούνταν μόλις περιέρχονταν σε εκείνον η κυριότητα του οικοπέδου αυτού, μετά το πέρας του δικαστικού αγώνα. Ότι η ως άνω οικία μετά του οικοπέδου κάλυπτε το 1/3 της επιφάνειας του συνολικού ακινήτου, μετά δε τη σύναψη του γάμου την 12.7.1953, η πρώτη εξ΄ αυτών εγκαταστάθηκε μετά του συζύγου της σ΄ αυτήν, όπου διέμεινε έως το έτος 1965 οπότε μετεγκαταστάθηκε στη σημερινή οικία της στη ……. Αττικής. Ότι έκτοτε ασκεί συνεχώς και αδιαλείπτως διάφορες πράξεις νομής επί του εν λόγω ακινήτου μέσω εκμισθώσεων, επισκευών και της γένει συντηρήσεως αυτού, Ότι στις αρχές του έτους 1960 ο δεύτερος και τρίτος των αρχικών εναγόντων έλαβαν εκ μέρους του πατρός του υπό μορφή ατύπου δωρεάς εν ζωή τη νομή, κατοχή και χρήση του εναπομείναντος οικοπέδου, το οποίο κάλυπτε τα 2/3 του προπεριγραφέντος συνολικού ακινήτου, προς χωριστή επαγγελματική αποκατάσταση, εντός δε του ως άνω οικοπέδου λειτούργησαν συνεργείο αυτοκινήτων ως το έτος 1965. Ότι από το έτος 1965 έως την άσκηση της κρινόμενης αγωγής εκμίσθωναν και εξακολουθούν να εκμισθώνουν το συγκεκριμένο ακίνητο ως ξυλουργείο. Ότι από το έτος 1960 έως την άσκηση της κρινόμενης αγωγής συνεχώς και αδιαλείπτως ασκούν διάφορες πράξεις νομής επί του συγκεκριμένου τμήματος ρου όλου ακινήτου μέσω είτε ιδιοχρήσεως, είτε εκμισθώσεως αυτού. Ότι ο δικαιοπάροχος και πατέρας των ιδίων βρισκόταν στη νομή, κατοχή και χρήση του συνολικού ακινήτου από το έτος 1940, εξακολουθούσε δε ευρισκόμενος σε αυτήν από τη έναρξη του δικαστικού αγώνα το έτος 1947 και μεταβίβασε αυτήν κατά μεν ποσοστό 1/3 εξ΄ αδιαιρέτου στην πρώτη εξ΄αυτών λόγω συστάσεως προικός κατά το έτος 1953, κατά δε ποσοστό 2/3 εξ ΄αδιαιρέτου στο δεύτερο και τρίτο εξ΄ αυτών, λόγω άτυπης δωρεάς εν ζωή το έτος 1960. Ότι η ευρύτερη έκταση, εντός της οποίας βρίσκεται το επίδικο, αποκτήθηκε νομίμως έναντι του Ελληνικού Δημοσίου από διφορους ιδιοκτήτες, δυνάμει των κατωτέρω τίτλων ιδιοκτησίας : α) από τον ……. , δυνάμει του με αριθμό …/1880 παραχωρητηρίου, β) από τον ……. δυνάμει της με αριθμό …/1892 κατακυρωτικής περίληψης του Συμβολαιογράφου Πειραιώς, …., γ) από τον ……. δυνάμει του υπ΄ αριθμό …/1904 συμβολαίου αγοραπωλησίας του Συμβολαιογράφου Πειραιώς …….., δ ) από τον ……. δυνάμει του υπ΄ αριθμό …/1904 συμβολαίου του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου. Ότι εξαιτίας της μακροχρόνιας νομικής εκκρεμότητας δεν κατέστη δυνατόν να υποβάλουν δήλωση ιδιοκτησίας όσον αφορά την ανήκουσα σε αυτούς αποκλειστική κυριότητα στο επίδικο ακίνητο, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου εκάστου εξ΄ αυτών το οποίο ουδέποτε αμφισβητήθηκε από οποιανδήποτε. Ότι ουδέν δικαίωμα κυριότητας και νομής έχει οποιοσδήποτε τρίτος ή το Ελληνικό Δημόσιο. Ενόψει των ανωτέρω οι αρχικοί ενάγοντες ζητούσαν : α) να αναγνωρισθούν ως ειδικοί διαδοχοι του θανόντος την 13.10.1071 πατρός τους ……. , αποκλειστικοί συγκύριοι, κατά ποσοστό 1/3 εξ΄ αδιαιρέτου έκαστος εξ΄ αυτών του ανωτέρω ακινήτου, β) να διαταχθεί η διόρθωση της ανακριβούς εσφαλμένης αρχικής κτηματολογικής εγγραφής στο κτηματολογικά βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Νίκαιας- Αγίου Ιωάννου Ρέντη Αττικής, με την ένδειξη <<αγνώστου ιδιοκτήτη>> σχετικά με το ακίνητο με ΚΑΕΚ ……. , ώστε να καταχωρισθούν το εμπράγματο δικαίωμά τους στο ανωτέρω ΚΑΕΚ, γ) να υποχρεωθεί ο προϊστάμενος του κτηματολογικού γραφείου Νίκαιας να προβεί σε όλες τις απαραίτητες διορθώσεις. Εξάλλου με την από 01.12.2014 (με αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου ΓΑΚ/Ε.Α.Κ ………/2014) κύρια παρέμβαση, που άσκησε το παρεμβαίνων με ιδιαίτερο δικόγραφο Ν.Π.Δ.Δ με την επωνυμία «ΠΑΛΑΙΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ» (Π.Ε.Τ.), νομίμως εκπροσωπούμενου, εκξέθετε ότι η επίδικη έκταση αποτελεί τμήμα ευρύτερης έκτασης 10.000 στρεμμάτων με την ονομασία <<……>> που είχε περιέλθει στο ίδιο από δωρεές και κληρονομίες στην Ιερά Μονή Αγίου Σπυρίδωνος από του έτους 1700, την οποία κατείχε και νεμόταν με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας μέχρι της κατά το έτος 1936 διαλύσεως της, ώστε περιήλθε σε αυτό (Π.Ε.Τ) με βάση το Β.Δ 19/8/25/9/1833, έκτοτε δε νεμήθηκε αυτήν με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του β.ρ δικαίου μέχρι 23.2.1946 και στη συνέχεια με τα προβλεπόμενα από τον Α.Κ αντίστοιχα προσόντα. Με βάση το προεκτεθέν ιστορικό και επικαλούμενο έννομο συμφέρον το κυρίως παρεμβαίνων ζητούσε να αναγνωριστεί η κυριότητα του στο επίδικο οικόπεδο επιφανείας 249 τ.μ, να διαταχθεί η διόρθωση της εσφαλμένης ανακριβούς αρχικής εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Νίκαιας, ώστε να καταχωρισθεί το ίδιο αποκλειστικός και πλήρης κύριος του παραπάνω ακινήτου, κατά ποσοστό 100% εξ΄ αδιαιρέτου ως τμήμα τόσο της ευρύτερης έκτασης των 1.082, 546 στρεμμάτων του <<……>> και να καταδικαστούν οι αντίδικοι στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την υπ΄ αρ. 380/2021 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου, αφού συνεκδίκασε την ως άνω αγωγή και την ως άνω κύρια παρέμβαση, αντιμωλία των διαδίκων, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης, διέταξε επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη με επιμέλεια του επιμελεστέρου των διαδίκων, διόρισε πραγματογνώμονα τον αγρονόμο – τοπογράφο Μηχανικό, …………, προκειμένου να αποφανθεί με έγγραφη αιτιολογημένη έκθεση επί των οριζομένων στο διατακτικό της ως άνω απόφασης ζητημάτων, ο οποίος κατέθεσε την με αριθμό κατάθεσης …../2021 έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του, απέρριψε την κύρια παρέμβαση και έγινε δεκτή την ως άνω αγωγή ως βάσιμη και κατ΄ ουσιάν . Ειδικότερα, το Δικαστήριο αναγνώρισε με την εκκαλουμένη οριστική απόφαση του, ότι κατά την έναρξη λειτουργίας του κτηματολογικού γραφείου στη Νίκαια οι ενάγοντες τυγχάνουν συγκύριοι, κατά ποσοστό 1/3 εξ΄ αδιαιρέτου έκαστος του ακινήτου με ΚΑΕΚ ………. , στα κτηματολογικά βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Νίκαιας, όπως αυτό περιγράφεται στην ως άνω απόφαση, διέταξε τη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης κτηματολογικής εγγραφής στο κτηματολογικό γραφείο Νίκαιας, ώστε να καταχωρισθεί το εμπράγματο δικαίωμά των εναγόντων στο ανωτέρω ΚΑΕΚ, με την καταχώριση στο κτηματολογικό φύλλο του ανωτέρω ΚΑΕΚ των εναγόντων ως συγκυρίων, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος, δυνάμει έκτακτης χρησικτησίας, αντί της καταχώρησης άγνωστος ιδιοκτήτης. Ήδη το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο με την υπό κρίση έφεσή του ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και η προηγηθείσα υπ’ αριθμ. 380/2021 μη οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που θεωρείται ότι έχει προσβληθεί μαζί με αυτήν, παρ’ ότι η ένδικη έφεση δεν στρέφεται και κατ’ αυτής (άρθρο 513 § 2 του ΚΠολΔ) και ακολούθως να απορριφθεί η από 27.10.2014 και με αριθμό κατάθεσης ……/2014 αγωγή των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητων για τους λόγους που αναφέρει και ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και λανθασμένη εκτίμηση των αποδείξεων.
Από την επανεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων και δη από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο και περιέχονται στα ταυτάριθμά πρακτικά με την με αριθμό 380/2021 μη οριστική συνεκκαλουμένη απόφαση του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από τις με αριθμούς …/29.4.2015 και …./29.4.2015 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης ……… και …….., που δόθηκαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά και λήφθησαν νομότυπα κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης των αντιδίκων (βλ. τις με αριθμούς …./11.3.2015 και …/11.03.2015 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά ………), από την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στο Πρωτοδικείο Πειραιά …./2021 πραγματογνωμοσύνη του τοπογράφου – μηχανικού ……… και από όλα τα έγγραφα που νομίμως προσκομίζονται μετ΄ επικλήσεως, για μερικά των οποίων γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλειφθεί κανένα από την κρίση του Δικαστηρίου για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, άλλα από τα οποία λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), καθώς και όσα συνομολογούν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Το επίδικο ακίνητο αποτελείται από οικόπεδο, έκτασης 232,12 τ.μ. μετά των επ΄ αυτού κτισμάτων με επιφάνεια ισογείου εμβαδού 225,88 τ.μ. και πρώτου ορόφου εμβαδού 38,67 τ.μ., σύμφωνα δε με την μέτρηση των τεχνικών υπηρεσιών του <<ΕΚΧΑ>>, έκτασης του οικοπέδου 249,00 τ.μ. Το επίδικο έχει καταχωρηθεί στο κτηματολογικό γραφείο Νίκαιας που ξεκίνησε να λειτουργεί την 12.9.2005 με ΚΑΕΚ …….., κείμενο στη διεύθυνση ….. με Τ.Κ …….. στο Δήμο Νίκαιας με έκταση 249 τ.μ, με δικαιούχο άγνωστο ιδιοκτήτη και έχει αποτυπωθεί στο από Ιούνιο του 2011 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ……… υπό στοιχεία ΑΒΓΔΑ, έκτασης 232,12 τ.μ. με επιφάνεια κτισμάτων επί αυτού, ισογείου έκτασης 225,88 τ.μ. και πρώτου ορόφου εμβαδού 38,67 τ.μ., κείμενο εντός εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου πόλης (ΦΕΚ 133 Α /27.5.1955 και ΦΕΚ 195Δ/23.7.1974), άρτιο και οικοδομήσιμο κατά παρέκκλιση. Είναι ενταγμένο στο σχέδιο πόλης και αποτελεί οικοδομικό τετράγωνο περιβαλλόμενο από τις οδού … στην οποία φέρει τον αριθμό …, … επί της οποίας φέρει τον αριθμό …., .. και ….. Το επίδικο ακίνητο αποτυπώθηκε στο από Ιούλιο του 2021 τοπογραφικό διάγραμμα που συνοδεύει την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του τοπογράφου μηχανικού ……….., υπό στοιχεία ΑΒΓΔΑ με εμβαδόν 233,05 τ.μ. και με εμβαδόν κτισμάτων 226,95 τ.μ. του ισογείου και 39,05 τ.μ. του πρώτου ορόφου. Από τις συνημμένες δε στο ανωτέρω τοπογραφικό φωτογραφική και δορυφορική απεικονίσεις, προκύπτει η ένταξή του εντός της πυκνοδομημένης και ρυμοτομημένης οικιστικής περιοχής της Νίκαιας. Το επίδικο ακίνητο ευρίσκεται εντός ευρύτερης περιοχής, όπου υπάρχουν καταγεγραμμένα στην Κτηματική Υπηρεσία μεγάλα δημόσια κτήματα αλλά και πυκνοδομημένος οικιστικός ιστός (σε κάποια τμήματα επικαλυπτόμενα), προερχόμενος από κατάτμηση μεγάλων γεωτεμαχίων σε οικοπεδοποιημένα μικρά τμήματα, τα οποία μεταβιβάστηκαν είτε δυνάμει παραχωρητηρίων του Ελληνικού Δημοσίου, είτε λόγω πώλησης από ιδιώτες σε τρίτους . Το επίδικο ακίνητο εμφαίνεται στο από 16.3.2012 διάγραμμα του τεχνικού τμήματος της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά, ως ευρισκόμενο εντός ρυμοτομημένου αστικού ιστού και εντός της ευρύτερης διεκδικούμενης έκτασης του Δημοσίου Κτήματος με Α.Β.Κ. ……… . Το επίδικο ακίνητο περιήλθε στον δικαιοπάροχο των εναγόντων …….. με το με αριθμό …../4.1.1940 προσύμφωνο του συμβολαιογράφου Πειραιά …….., δυνάμει του οποίου οι πωλητές ……. και ……. υποσχέθηκαν την πώληση του ανωτέρω περιγραφόμενου οικοπέδου στον δικαιοπάροχο των εναγόντων ……. και ο τελευταίος αφού εγκαταστάθηκε στη νομή αυτού, ανήγειρε σε αυτό τρεις οικίες. Το έτος 1963 με το με αριθμό ……./11.6.1953 προσύμφωνο του συμβολαιογράφου Αθηνών ……. ο ως άνω δικαιοπάροχος των εναγόντων υποσχέθηκε στον ….., μέλλοντα σύζυγο της κόρης του ……., να συστήσει προίκα υπέρ του με την παραχώρηση μιας εκ των τριών οικιών. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο …….. δεν προέβη στην κατάρτιση του οριστικού συμβολαίου αγοράς του ακινήτου μετά των πωλητών, επειδή οι ως άνω πωλητές υπαναχώρησαν λίγο μετά την υπογραφή του προσυμφώνου και επέστρεψαν την καταβληθείσα προκαταβολή των 35.000 δραχμών που είχε καταβάλλει ο …….., με την επίκληση νομικών ελαττωμάτων του επιδίκου αλλά και της ευρύτερης περιοχής λόγω της διεκδίκησής της από το Ελληνικό Δημόσιο, ούτε στην προικοδότηση της θυγατέρας του με συμβολαιογραφική σύμβαση. Η πρώτη ενάγουσα εγκαταστάθηκε έκτοτε εν τοις πράγμασι στην εν λόγω οικία, όπου διέμεινε με την οικογένειά της μέχρι και το έτος 1965, οπότε μετακόμισε στην …….. της Αττικής. Εξάλλου, ο ως άνω δικαιοπάροχος των εναγόντων, ……. παραχώρησε τη νομή των έτερων δύο οικιών στους υιούς του (δεύτερο και τρίτο των εναγόντων), μηχανικούς αυτοκινήτων, οι οποίοι τις χρησιμοποιήσαν ως συνεργείο επισκευής αυτοκινήτων μέχρι περίπου το έτος 1965, οπότε ναυτολογήθηκαν. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το μεταγενέστερο του έτους 1965 χρονικό διάστημα τα προαναφερόμενα τρία τέκνα του ………. το εκμίσθωσαν ως επαγγελματική στέγη και συγκεκριμένα στο ανωτέρω ακίνητα στεγάζονταν το ξυλουργείο του …. στο οποίο λειτουργούσε βιοτεχνία υλικών ξύλου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κληρονόμοι του ιδιώτη …… το έτος 1947 άσκησαν κατά του …….. αγωγή για την αναγνώρισή τους ως συγκυρίων του επιδίκου ακινήτου, επικαλούμενοι ότι αυτό περιλαμβανόταν σε ευρύτερη έκταση 61 στρεμμάτων την οποία είχε αποκτήσει ο ….. . από τον ……. με το με αριθμό ……../1904 συμβόλαιο αγοραπωλησίας του Συμβολαιογράφου Πειραιά …….. και ότι ο εν λόγω πωλητής το είχε αποκτήσει με τη σειρά του με το με αριθμό …../1904 συμβόλαιο του ιδίου συμβολαιογράφου, ως τμήμα έκτασης 2.500 στρεμμάτων κείμενη στη θέση «…» αγορασθείσα από τον ……. στον οποίο είχε περιέλθει με την με αριθμό ……./1892 κατακυρωτική έκθεση. Επί της ως άνω αγωγής εκδόθηκε ερήμην των εναγόντων η με αριθμό 1964/1947 απόφαση του δικαστηρίου με την οποία η αγωγή απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εν συνεχεία οι ενάγοντες κατέθεσαν ανακοπή στα πλαίσια της οποίας το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε κύρια παρέμβαση διεκδικώντας το επίδικο. Έκτοτε εκδόθηκαν οι με αριθμούς 86/1949 και 26076/1959 προδικαστικές αποφάσεις που διέτασσαν τη διεξαγωγή αποδείξεων και δη την εξέταση μαρτύρων, η οποία διήρκεσε μέχρι το έτος 1969, χωρίς να ολοκληρωθούν και ουδέποτε εκδόθηκε οριστική απόφαση στην υπόθεση. Σύμφωνα με το έγγραφο του προϊσταμένου του δικαστικού γραφείου Πειραιά προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους η εξέλιξη της υπόθεσης από πλευράς δημοσίου ήταν δυσμενής και ότι δεν αναμενόταν η ευδοκίμηση της παρέμβασης και της διεκδικητικής αγωγής, λόγω του γεγονότος ότι οι ενάγοντες κληρονόμοι του ………. επικαλούνταν συμβόλαια με τα οποία ο άμεσος και οι απώτεροι δικαιοπαροχοί τους απέκτησαν την επίδικη έκταση με παραχωρητήρια από το Ελληνικό Δημόσιο και επιπλέον διότι οι καταθέσεις των μαρτύρων τους υπερείχαν του μάρτυρα της πλευράς του Ελληνικού Δημοσίου, Επιθεωρητή της Διεύθυνσης Δημοσίων Κτημάτων, ο οποίος και απεβίωσε κατά τη διάρκεια της αποδεικτικής διαδικασίας. Περαιτέρω, το έτος 1970 συντάχθηκε από τον Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου ……… πόρισμα, στο πλαίσιο της εκτέλεσης ……/28.12.1968 παραγγελίας του Υπουργού Οικονομικών με αφορμή τα διατυπωθέντα από τον ……. παράπονα για την εξέλιξη της υπόθεσης, σύμφωνα με το οποίο διαπιστώθηκε η μακροχρόνια παράταση της διεξαγωγής αποδείξεων της ένδικης διαφοράς μεταξύ ……, των κληρονόμων ……….. και Ελληνικού Δημοσίου, που επισήμανε την ανεπάρκεια των αποδεικτικών στοιχείων από πλευράς Δημοσίου, την προσέλευση του πρώην επιθεωρητή δημοσίων κτημάτων …… ως μάρτυρα των αντιδίκων του Δημοσίου. Σύμφωνα με το με αριθμό …./1.4.1959 πόρισμα του Πρωτόδικη Πειραιά …. . ως διευθύνοντα Εισηγητή, διαπιστώθηκε ότι υπάρχει αδυναμία εφαρμογής επί του εδάφους, των σχεδιαγραμμάτων των με αριθμούς …/1880, …/1880 και …/1880 παραχωρητηρίων στα οποία στηρίζει τα δικαιώματά του ο δικαιοπάροχος των κληρονόμων …, ……, λόγω του ότι δεν υπάρχουν σταθερά σημεία και ότι το Ελληνικό Δημόσιο έχει απωλέσει τις αποδείξεις εκμίσθωσης ως βοσκοτόπου της έκτασης των 10.000 στρεμμάτων «…….» ή «……….» εντός της οποίας εμπίπτει και το επίδικο ακίνητο και έχει καταπατηθεί σύμφωνα με τον διευθυντή της διεύθυνσης δημοσίων κτημάτων ……. Δυνάμει της με αριθμό 465/1981 απόφασης του Εφετείου Πειραιά η οποία έχει καταστεί αμετάκλητη απορρίφθηκε η από 20.12.1979 έφεση που άσκησε το Δημόσιο κατά της με αριθμό 1869/1979 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς δυνάμει της οποίας απορρίφθηκε αγωγή του Ελληνικού Δημοσίου, με αίτημα την αναγνώριση κυριότητας σε ακίνητο φερόμενο ως κείμενο εντός του …… που βρίσκεται σε απόσταση 62 μέτρα από το τότε επίδικο, κατεχόμενο από τους ……. και ………. και με δικαιοπαρόχους του κληρονόμους του . ……., δυνάμει του με αριθμό …../1904 συμβολαίου, επειδή κρίθηκε ότι συνιστά ιδιωτική έκταση και δεν ανήκει στο Δημόσιο. Ειδικότερα, κρίθηκε τελεσιδίκως ότι η μείζονα έκταση στην οποία περιλαμβάνονταν το τότε επίδικο – στην οποία περιλαμβάνεται και η νυν επίδικη έκταση, η οποία απέχει 62 τ.μ από το κέντρο του τότε επίδικου ακινήτου, όπως εμφαίνεται στο από Νοεμβρίου 2018 τοπογραφικό διάγραμμα, <<είχε παραχωρηθεί από το Δημόσιο σύμφωνα με το ν. ΥΛΑ/1871 <<περί διαθέσεως και διανομής της Εθνικής γης>> στους ………. και …… δυνάμει των με αριθμούς …../1880 και …/1881 παραχωρητηρίων αντιστοίχως, δυνάμει δε του υπ΄ αριθμό …./1880 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πειραιώς ……, ο ….. είχε προπωλήσει στον ……… την υπ΄ αυτού ως εθνικής δηλωθείσα και μετά ταύτα δια του δεύτερο των ανωτέρω παραχωρητηρίων παραχωρηθείσα εις αυτόν έκταση. Το ότι το επίδικον διαλαμβάνεται εις την δια των ανωτέρω παραχωρητηρίων και παραχωρηθείσα έκταση και δη εις ο κέντρο αυτής αποδεικνύεται κυρίως εκ της προμνησθείσης έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, καθ΄ην, παρ΄ όλον ότι δεν είναι δυνατή η προσαρμογή των ανωτέρω παραχωρητηρίων, επί του εδάφους, καθίσταται εφικτός ο εντοπισμός της εκτάσεως τούτων και τεκμαίρεται μετά βεβαιότητας ότι το επίδικο βρίσκεται εις το κέντρο αυτής …>>. Συνεπώς, λαμβανομένου υπόψη ότι δεν αποδείχθηκε ότι εκδόθηκε απόφαση επί της ανωτέρω αναφερόμενης αγωγής για το ιδιοκτησιακό καθεστώς του επιδίκου και ότι κρίθηκε έκτοτε αδύνατο να πραγματοποιηθεί εφαρμογή επί εδάφους του με αριθμό …../1880 παραχωρητηρίου και των με αριθμό …/1904 και …/1904 συμβολαίων αγοραπωλησίας του Συμβολαιογράφου Πειραιά …. για τον ακριβή εντοπισμό των εκτάσεων που αφορούν, σύμφωνα με το αριθμό ……/1959 πόρισμα του Εισηγητή Πρωτόδικη ….. στο οποίο αναφέρεται το πόρισμα Λαμπρόπουλου σε συνδυασμό με όσα κρίθηκαν την με αριθμό 465/1981 απόφαση του Εφετείου Πειραιά, περί του ότι το αποτελεί ιδιωτική έκταση η τότε επιδικη που γειτνιάζει με τη νυν επίδικη, αποδείχθηκε ότι το επίδικο ακίνητο που κατείχε ο …… ήδη από το έτος 1940 εμπίπτει εντός της ευρύτερης έκτασης των 61 στρεμμάτων που ανήκε στον ….., δυνάμει του με αριθμό ……../1904 συμβολαίου αγοραπωλησίας του συμβολαιογράφου Πειραιά ……., σύμφωνα και με το πόρισμα της συνταχθείσας έκθεσης δικαστικής πραγματογνωμοσύνης . Το επίδικο ακίνητο εμπίπτει μεν στο καταγεγραμμένο από την Κτηματική Υπηρεσία δημόσιο κτήμα με …….., ωστόσο δεν αποδείχθηκε από την πλευρά του Ελληνικού Δημοσίου ο δημόσιος χαρακτήρα του. Άλλωστε, κατά την κτηματογράφηση της περιοχής, παρότι το Ελληνικό Δημόσιο υπέβαλε την με αριθμό …/5.10.1999 δήλωση ιδιοκτησίας στο Εθνικό Κτηματολόγιο για το ΑΒΚ … και την με αριθμό …../9.3.2001 ένστασή του ενώπιον του Ο.Κ.Χ.Ε. το επίδικο ακίνητο δεν καταχωρήθηκε ως δημόσιο κτήμα αλλά ως «αγνώστου» ιδιοκτήτη. Συνεπώς, ως προερχόμενο από μία ιδιωτική έκταση το επίδικο ακίνητο τυγχάνει δεκτικό χρησικτησίας και οι ενάγοντες έχοντας χρησιδεσπόσει αυτήν με διανοία συγκυριών σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος εξ αυτών, εφεξής του έτους 1965, αρχικά με την εκ μέρους τους χρήση του ακινήτου για οικογενειακής στέγης η πρώτη εξ αυτών και επαγγελματικής στέγη οι έτεροι αδελφοί της και εν συνεχεία με την εκμίσθωση του ακινήτου σε τρίτο μέχρι σήμερα, ήδη από το έτος 1985 απέκτησαν με έκτακτη χρησικτησία το επίδικο οικόπεδο σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος. Κατά την έναρξη λειτουργίας του κτηματολογίου στις 12.9.2005 το επίδικο ακίνητο έλαβε ΚΑΕΚ …. και καταχωρήθηκε ως αγνώστου ιδιοκτήτη, πλην όμως η εν λόγω καταχώρηση, κατόπιν όσων ανωτέρω αποδείχθηκαν, ελέγχεται ως ανακριβής, διότι κατά τον κρίσιμο χρόνο έναρξης, οι ενάγοντες με έκτακτη χρησικτησία είχαν ήδη καταστεί συγκύριοι σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου. Τα ίδια που έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, τα αντίθετα δε υποστηριζόμενα από το εκκαλούν με την υπό κρίση έφεση κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και η υπό κρίση έφεση στο σύνολο της , καθώς δεν απομένει προς εξέταση άλλος λόγος έφεσης. Τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματός του, να επιβληθούν σε βάρος του ηττηθέντος εκκαλούντος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ, μειωμένα όμως κατ’ άρθρο 22 του ν. 3693/1957, σύμφωνα με όσα ειδικότερα αναφέρονται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 01.11.2022 (με Γ.Α.Κ…../2022 και με Ε.Α.Κ. ../2022 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά , επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά στις 02.11.2022 με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …/2022, ) έφεση προς εξαφάνιση της υπ΄ αριθμό 3036/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία και της προηγηθείσας υπ’ αριθμ. 380/2021 μη οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που θεωρείται ότι έχει προσβληθεί μαζί με αυτήν, παρ’ ότι η ένδικη έφεση δεν στρέφεται και κατ’ αυτής (άρθρο 513 § 2 του ΚΠολΔ).
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.
Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας και ορίζει αυτά στο ποσό των διακοσίων (200,00 ) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 30.8.2024 .
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ