Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 522/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός     522/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ναυτικό Τμήμα

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Λέκκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ανώνυμης Ναυτιλιακής εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία εδρεύει στο ……… Κρήτης και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η πληρεξουσία δικηγόρος της Ευαγγελία Μηλολιδάκη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …….., κατοίκου …… Κρήτης, τον οποίο εκπροσώπησε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Ανδρέας Τσάκος, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Ο εκκαλών – εφεσίβλητος, Βασίλειος Μπαϊρακτάρης του Γεωργίου, ήγειρε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 20.12.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ……../21.12.2021 αγωγή, σε βάρος της ήδη εκκαλούσας – εφεσίβλητης εταιρείας, επί της οποίας, συζητήσεως γενομένης την 12.4.2022, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, η με αριθμό 3533/2022 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή  έγινε εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη.

Η εν μέρει ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό εναγομένη, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……..», με την από 09.01.2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……./09-01-2023 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……../13-01-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή της, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση αρχικά για τη δικάσιμο της 21.09.2023, οπότε αυτή δεν εισήχθη προς συζήτηση λόγω ανωτέρας βίας, επαναπροσδιορίσθηκε δε αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 260 παρ.4 του ΚΠολΔ, με τη με αριθμό 75/27.9.2023 Πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου.

Την ίδια απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, προσβάλλει και ο εν μέρει ηττηθείς στον πρώτο βαθμό ενάγων, ……………, με την από 08.02.2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……./24-02-2023 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……./28-02-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή του, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση αρχικά για τη δικάσιμο της 21.09.2023, οπότε αυτή δεν εισήχθη προς συζήτηση λόγω ανωτέρας βίας, επαναπροσδιορίσθηκε δε αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 260 παρ.4 του ΚΠολΔ, με τη με αριθμό 75/27.9.2023 Πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, τα οποία συνεκφωνήθηκαν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΙΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οι κρινόμενες αντίθετες α) από 09.01.2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……./09-01-2023 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……./13-01-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της εκκαλούσας – εναγομένης [Α έφεση] και β) από 08.02.2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου …./24-02-2023 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……./28-02-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος [Β έφεση], που στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 3533/21.11.2022 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε επί της από 20.12.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ……/21.12.2021 αγωγής, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αρ. 3, 621 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ), με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η ανωτέρω αγωγή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία των δύο ετών από της δημοσιεύσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως στις 21.11.2022, ενώ για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω Νόμο, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής. Εφόσον δε, οι ένδικες εφέσεις, αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που είναι καθ’ ύλην, κατά τόπο και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή τους (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ. α΄ του N.2172/1993), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό τη διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω, κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθεί το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.

ΙΙ. Ο ενάγων, ………, με την ένδικη αγωγή του, όπως το περιεχόμενο αυτής παραδεκτώς διορθώθηκε (άρθρο 224 ΚΠολΔ), ισχυρίσθηκε ότι, κατόπιν συμβάσεων ναυτικής εργασίας που κατήρτισε με την εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «……», ναυτολογήθηκε επτά (7) φορές με την ειδικότητα της Θαλαμηπόλου και απασχολήθηκε, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή, χρονικά διαστήματα, εντός της χρονικής περιόδου από 11.12.2019 έως 31.10.2020, στα υπό ελληνική σημαία επιβατηγά – οχηματαγωγά (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοία «ΚΠΣ» κοχ 26172,2,92 (πρώτη, έκτη και έβδομη των ενδίκων ναυτολογήσεων), «ΦΠ» κοχ 21094,52 (δεύτερη, τέταρτη και πέμπτη των ενδίκων ναυτολογήσεων) και «ΚΠΣ» (τρίτη των ενδίκων ναυτολογήσεων), αντί συμφωνηθείσας αμοιβής των προβλεπομένων αποδοχών (μηνιαίου μισθού και επιδομάτων) από τη Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) για τα μέλη των πληρωμάτων των  Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019. Ο ίδιος ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι, ενόψει των ανωτέρω συμβάσεων, ναυτολογήθηκε και εργάσθηκε καθόλα τα αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, με την ανωτέρω ειδικότητα, παρείχε δε τις υπηρεσίες του στα εν λόγω πλοία, που εκτελούσαν καθημερινά, κατά τον ένδικο χρόνο, τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο δρομολόγια μεταξύ ελληνικών λιμένων, εργαζόμενος στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων επί δέκα έξι (16) ώρες ημερησίως, στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων κατά το χρονικό διάστημα από 24.6.2020 έως 9.9.2020 επί δέκα τρεις (13) ώρες ημερησίως, πλην των αναφερομένων στην αγωγή ημερών, κατά τις οποίες το πλοίο εκτελούσε και ημερήσια δρομολόγια, οπότε εργάσθηκε επί δέκα επτά (17) ώρες ημερησίως και κατά το χρονικό διάστημα από 10.9.2020 έως 12.10.2020 επί δέκα έξι (16) ώρες ημερησίως, στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων επί δέκα τρεις (13) ώρες ημερησίως, στα πλαίσια της τέταρτης των ενδίκων ναυτολογήσεων επί δέκα τέσσερις (14) ώρες ημερησίως, στα πλαίσια της πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων κατά το χρονικό διάστημα από 16.3.2021 έως 25.3.2021 επί δέκα τέσσερις (14) ώρες ημερησίως και κατά το χρονικό διάστημα από 26.3.2021 έως 12.5.2021 επί δέκα τρεις (13) ώρες ημερησίως, στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων επί δέκα τρεις (13) ώρες ημερησίως, πλην των ημερών που ειδικότερα αναφέρονται στην αγωγή και το πλοίο εκτελούσε ημερήσια δρομολόγια, οπότε εργάσθηκε επί δέκα έξι (16) ώρες ημερησίως και στα πλαίσια της έβδομης των ενδίκων ναυτολογήσεων επί δέκα τρεις (13) ώρες ημερησίως. Με βάση τα περιστατικά αυτά και υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι, απασχολήθηκε χωρίς να λάβει το σύνολο των συμφωνημένων αποδοχών του, που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών, το σύνολο των αναλογούντων στον χρόνο εργασίας του επιδομάτων εορτών, χωρίς να λάβει αποζημίωση απολύσεως λόγω της μονομερούς, εκ μέρους του Πλοιάρχου του ανωτέρω πλοίου «ΚΠΣ», καταγγελίας της τελευταίας των ενδίκων συμβάσεων εργασίας του, την 31.10.2021, συνεπεία της ετήσιας επιθεωρήσεως του πλοίου, ανερχομένης στις αποδοχές δεκαπέντε ημερών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 72 επ. του ΚΙΝΔ, τις πλήρεις αποδοχές ενός μηνός, κατά τις διατάξεις του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, διότι αν και την 5.10.2021, προσελήφθη αντί μισθού συμφωνημένου κατά μήνα, απολύθηκε προ της συμπληρώσεως ενός μηνός εργασίας του και δη την 31.10.2021, λόγω διακοπής των δρομολογίων του πλοίου, συνεπεία επιθεώρησης αυτού και αποζημίωση για μη χορήγηση έξι αδειών διανυκτέρευσης που εδικαιούτο, καθώς επίσης και το σύνολο της δικαιούμενης από αυτόν αμοιβής για δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσαν τα πλοία, στα πλαίσια της δεύτερης και έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, ζητούσε, όπως παραδεκτά, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και επαναλήφθηκε στις πρωτόδικες προτάσεις του [άρθρα 223, 295§1 και 297 ΚΠολΔ], να του επιδικαστεί, δι’ αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής, καταψηφιστικώς το ποσό των ευρώ 20.393,67 για διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησής του κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών στα πλαίσια των πέντε πρώτων, εκ των ενδίκων, συμβάσεων ναυτολόγησης, καθώς επίσης για αναλογία Δώρου Πάσχα 2020 στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων συμβάσεων ναυτολόγησης, για αμοιβή δρομολογίων εξπρές και αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2020 στα πλαίσια της δεύτερης και τρίτης των ενδίκων συμβάσεων ναυτολογήσεως, για αναλογία δώρων εορτών έτους 2021 στα πλαίσια της τέταρτης και πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, καθώς επίσης και για αποζημίωση για μη χορήγηση δύο αδειών διανυκτέρευσης που εδικαιούτο κατά τον μήνα Απρίλιο 2021, αφετέρου δε αναγνωριστικώς το συνολικό ποσό των ευρώ 13.247,92 για απαιτήσεις του από την έκτη και έβδομη των ενδίκων ναυτολογήσεων και δη για διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησής του κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών, αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2021, για αποζημίωση λόγω μη χορήγησης τεσσάρων αδειών διανυκτέρευσης που εδικαιούτο κατά τους μήνες Ιούνιο έως και Αύγουστο του έτους 2021, για αμοιβή για δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσε το πλοίο στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, για τη δικαιούμενη υπ’ αυτού  αποζημίωση απολύσεως λόγω της μονομερούς, εκ μέρους του πλοιάρχου του ανωτέρω πλοίου, καταγγελίας της τελευταίας των ενδίκων συμβάσεως εργασίας του την 31.10.2021 και για τις υπολειπόμενες, έως της συμπληρώσεως αποδοχών ενός μηνός, αποδοχές του, κατά τις διατάξεις του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ. Τα ανωτέρω ποσά, ο ενάγων αξίωσε νομιμότοκα από της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του την 31.10.2021, άλλως από της επιδόσεως της ένδικης αγωγής. Ζητούσε, τέλος, να υποχρεωθεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η υπ’ αριθμ. 3533/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία αφού έγινε δεκτή, ως ορισμένη, απορριφθείσας σχετικής περί του αντιθέτου ενστάσεως της εναγομένης και νόμιμη η ένδικη αγωγή, ως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341 εδ. α’, 345 εδ. α’, 346, 361, 648 επ. και 904 επ. του ΑΚ, 53, 54, 57, 60, 74, 75 και 76 του Ν. 3816/1958 περί Κ.Ι.Ν.Δ., σε συνδυασμό με τις διατάξεις της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β 3170/12-8-2019, της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82 «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιούμενους ναυτικούς», 176, 907 και 908 παρ. 1 στοιχ. ε’ του ΚΠολΔ, πλην του παρεπόμενου αιτήματος περί κηρύξεως προσωρινώς εκτελεστής της αποφάσεως, το οποίο απερρίφθη ως μη νόμιμο, κατά το αναγνωριστικό της μέρος, ακολούθως αυτή (ένδικη αγωγή), έγινε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και στην ουσία της και επιδικάσθηκε στον ενάγοντα καταψηφιστικώς το ποσό των ευρώ 6.419,31 και δη στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων (α) το ποσό των ευρώ 51,39, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για την υπερωριακή αυτού απασχόληση κατά τις δώδεκα [12] ημέρες καθημερινές, τρεις [3] ημέρες Κυριακής, τρεις [3] ημέρες Σαββάτου και δύο [2] ημέρες αργίας που εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο «ΚΠΣ», διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργαζόταν επί ένδεκα [11] ώρες καθ’ εκάστη ημέρα, απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση δέκα έξι [16] ωρών ημερησίως και αφού δέχθηκε ως βάσιμη στην ουσία της τον περί μερικής αποσβέσεως της απαίτησης ισχυρισμό της εναγομένης και δη ένσταση μερικής καταβολής για το ποσό των ευρώ 643,32 και συμβατικού συμψηφισμού κατά το ποσό των ευρώ 270,99 που αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα με αιτιολογία «προμήθειες θαλαμηπόλων», διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα το ποσό αυτό κατέβαλε η εναγομένη έναντι της αμοιβής του ενάγοντος για την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση και (β) το ποσό των ευρώ 342,94, ως αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα έτους 2020, στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων (α) το ποσό των ευρώ 1.481,40 ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις εξήντα μία [61] ημέρες καθημερινές, δέκα [10] ημέρες Κυριακής, δέκα έξι [16] ημέρες Σαββάτου και μίας [1] ημέρας αργίας που εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο «ΦΠ», διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργάσθηκε επί ένδεκα [11] ώρες καθ’ εκάστη ημέρα, κατά τις πέντε [5] ημέρες Σαββάτου, τριάντα εννέα [39] καθημερινές ημέρες και πέντε [5] ημέρες Κυριακής, οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και επί δέκα τέσσερις [14] ώρες καθ’ εκάστη ημέρα, κατά τις ένδεκα [11] ημέρες Σαββάτου, μίας [1] ημέρας αργίας, είκοσι δύο [22] καθημερινές ημέρες και πέντε [5] ημέρες Κυριακής, οπότε το πλοίο εκτελούσε επιπλέον του ανωτέρω δρομολογίου (Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή) και επιπρόσθετο ημερήσιο δρομολόγιο,  απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση δέκα τριών [13] ωρών ημερησίως, καθόν χρόνο το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και δέκα έξι [16] ωρών ημερησίως, καθόν χρόνο το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε   επιπλέον του ανωτέρω δρομολογίου (Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή) και επιπρόσθετο ημερήσιο δρομολόγιο και αφού δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της την, περί μερικής καταβολής ένσταση της εναγομένης, για το ποσό των ευρώ 2.747,56 και τον περί αποσβέσεως του χρέους ισχυρισμό αυτής κατά του ποσό των ευρώ 656,96 που αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα με αιτιολογία «προμήθειες θαλαμηπόλων», δια συμβατικού συμψηφισμού, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, το ποσό αυτό κατέβαλε η εναγομένη έναντι της αμοιβής του ενάγοντος για την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση, (β) το ποσό των ευρώ 958,84 για 6,84 δρομολόγια εξπρές, διάρκειας άνω των δώδεκα ωρών που, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, εκτέλεσε το εν λόγω πλοίο στα πλαίσια της εν λόγω (δεύτερης) σύμβασης ναυτολόγησης και (γ) το ποσό των ευρώ 1.964,79 για αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων έτους 2020, στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων (α) το ποσό των ευρώ 260,38, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις δέκα [10] ημέρες καθημερινές, τρεις [3] ημέρες Κυριακής, τρεις [3] ημέρες Σαββάτου και μίας [1] ημέρας αργίας που εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο «ΚΠ», διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργαζόταν επί ένδεκα [11] ώρες καθ’ εκάστη ημέρα, απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση δέκα τριών [13] ωρών ημερησίως και αφού δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της την, περί μερικής καταβολής ένσταση της εναγομένης, για το ποσό των ευρώ 475,72 και τον περί αποσβέσεως του χρέους ισχυρισμό αυτής κατά του ποσό των ευρώ 62,56, που αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα, με αιτιολογία «προμήθειες θαλαμηπόλων», δια συμβατικού συμψηφισμού, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα το ποσό αυτό κατέβαλε η εναγομένη έναντι της αμοιβής του ενάγοντος για την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση και (β) το ποσό των ευρώ 282,44, ως αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων έτους 2020, στα πλαίσια της τέταρτης και πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων (α) το ποσό των ευρώ 617,78 ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή αυτού απασχόληση κατά τις σαράντα οκτώ [48] ημέρες καθημερινές και Κυριακής, οκτώ [8] ημέρες Σαββάτου και τρεις [3] ημέρες αργίας που εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο «ΦΠ», διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργαζόταν επί ένδεκα [11] ώρες καθ’ εκάστη ημέρα, απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση δέκα τριών [13] ωρών ημερησίως κατά το χρονικό διάστημα από 26.3.2021 έως 12.5.2021 και δέκα τεσσάρων [14] ωρών κατά τις υπόλοιπες ημέρες των εν λόγω ναυτολογήσεων και αφού δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της την, περί μερικής καταβολής, ένσταση της εναγομένης, για το ποσό των ευρώ 1.706,48 και τον περί αποσβέσεως του χρέους ισχυρισμός αυτής κατά του ποσό των ευρώ 191,78 που αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα με αιτιολογία «προμήθειες θαλαμηπόλων», δια συμβατικού συμψηφισμού, διότι, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, το ποσό αυτό κατέβαλε η εναγομένη έναντι της αμοιβής του ενάγοντος για την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση, (β) το ποσό των ευρώ 211,83 για υπόλοιπο αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα έτους 2021, (γ) το ποσό των ευρώ 192,76 (αν και κατά το αποδεικτικό της πόρισμα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 192,79) για αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων έτους 2020 και (δ) το ποσό των ευρώ 54,76 για αποζημίωση λόγω μη χορηγηθείσας μίας άδειας διανυκτερεύσεως εκτός πλοίου, κατά τον μήνα Απρίλιο του έτους 2021 και αναγνωριστικώς το συνολικό ποσό των ευρώ  7.513,82 και δη (α) το ποσό των ευρώ 1.421,74, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για την υπερωριακή αυτού απασχόληση κατά τις εκατόν είκοσι δύο [122] ημέρες καθημερινές και Κυριακής, είκοσι μία [21] ημέρες Σαββάτου και τρεις [3] ημέρες αργίας που εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο «ΚΠΣ», στα πλαίσια της έκτης και έβδομης των ενδίκων ναυτολογήσεων, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργαζόταν επί ένδεκα [11] ώρες καθ’ εκάστη ημέρα, κατά τις ένδεκα [11] ημέρες Σαββάτου, τρεις [3] ημέρες αργίας και εκατόν δώδεκα [112] καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής, οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Χανιά, με επιστροφή και επί δέκα τέσσερις [14] ώρες καθ’ εκάστη ημέρα, κατά τις δέκα [10] ημέρες Σαββάτου και δέκα [10] ημέρες Κυριακής, οπότε το πλοίο εκτελούσε επιπλέον του ανωτέρω δρομολογίου (Πειραιάς – Ηράκλειο, με επιστροφή) και επιπρόσθετο ημερήσιο δρομολόγιο, απορριφθείσας της αγωγής ως αβάσιμης στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση δέκα τριών [13] ωρών ημερησίως, καθόν χρόνο το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Χανιά με επιστροφή και δέκα έξι [16] ωρών ημερησίως, καθόν χρόνο το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε επιπλέον του ανωτέρω δρομολογίου (Πειραιάς – Χανιά με επιστροφή) και επιπρόσθετο ημερήσιο δρομολόγιο και αφού δέχθηκε ως βάσιμη στην ουσία της την περί μερικής καταβολής ένσταση της εναγομένης για το ποσό των ευρώ 4.001,33 και τον περί αποσβέσεως του χρέους ισχυρισμό αυτής κατά το ποσό των ευρώ 1.091,49 που αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα, με αιτιολογία «προμήθειες θαλαμηπόλων», δια συμβατικού συμψηφισμού, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα το ποσό αυτό κατέβαλε η εναγομένη έναντι της αμοιβής του ενάγοντος για την τυχόν υπερωριακή του απασχόληση, (β) το ποσό των ευρώ 649,22 (αν και κατά το αποδεικτικό της πόρισμα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 694,22) για υπόλοιπο αμοιβής 13,33 δρομολογίων εξπρές, διάρκειας άνω των δώδεκα ωρών που, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, εκτέλεσε το εν λόγω πλοίο στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων συμβάσεως ναυτολόγησης, (γ) το ποσό των ευρώ 2.367,69 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2021, αφού απέρριψε σιωπηρά ως αβάσιμη στην ουσία της την, περί μερικής καταβολής, έναντι της εν λόγω απαίτησης του ενάγοντος του ποσού των ευρώ 1.796,85, ένσταση της εναγομένης, (δ) το ποσό των ευρώ 219,04 ως αποζημίωση λόγω μη χορηγηθεισών τεσσάρων ημερών διανυκτέρευσης εκτός πλοίου και δη δύο κατά τον μήνα Ιούνιο 2021, μίας κατά τον μήνα Ιούλιο 2021 και μίας κατά τον μήνα Αύγουστο του 2021, (ε) το ποσό των ευρώ 1.932,20, ήτοι το ήμισυ του συνομολογηθέντος μισθού, ως αποζημίωση για την απόλυσή του, την 31.10.2021, λόγω της ετήσιας επιθεωρήσεως του πλοίου και της μη επαναπρόσληψής του και (στ) το ποσό των ευρώ 916,90 ως υπόλοιπο αποδοχών του, έως της συμπληρώσεως αποδοχών ενός μηνιαίου μισθού, κατά τους ορισμούς του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων προσελήφθη την 5.10.2021, προκειμένου να εργασθεί στο ανωτέρω πλοίο, πλην όμως η εν λόγω (έβδομη) σύμβαση ναυτολογήσεως ελύθη την 31.10.2021, ήτοι πριν την πάροδο ενός μηνός από της ναυτολογήσεώς του, λόγω ετήσιας επιθεωρήσεως του εν λόγω πλοίου, υπολαμβάνοντας ότι ο ενάγων προσελήφθη με μηνιαίο μισθό και αφού, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, έναντι των αποδοχών του για τον εν λόγω μήνα ο ενάγων είχε λάβει το ποσό των ευρώ 1.681,68, απορρίπτοντας ως αβάσιμο στην ουσία του τον ισχυρισμό της εναγομένης ότι, έναντι της αμοιβής του ενάγοντος για την εργασία του τον εν λόγω μήνα, είχε καταβάλει σε αυτόν το ποσό των ευρώ 2.406,06, ήτοι, κατά το επιπλέον ποσό των 724,38. Τα ανωτέρω ποσά επεδίκασε με το νόμιμο τόκο από την 31.10.2021, ήτοι την ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος, αφού απέρριψε το αίτημα της εναγομένης περί επιδικάσεως, μετά την επίδοση της αγωγής, μόνον τόκων υπερημερίας και όχι επιδικίας, κήρυξε δε την απόφαση προσωρινώς εκτελεστή για το σύνολο της καταψηφιστικής της διατάξεως και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα μέρος της δικαστικής του δαπάνης και δη το ποσό των ευρώ εξακοσίων (600). Κατά της απόφασης αυτής, παραπονούνται τόσο ο ενάγων όσο και η εναγομένη, ως εν μέρει ηττηθέντες στον πρώτο βαθμό, έχοντες έννομο συμφέρον, που απορρέει από τη βλάβη τους, η οποία προκύπτει αμέσως από το διατακτικό της εκκαλουμένης αποφάσεως, με τις συνεκδικαζόμενες, με την παρούσα απόφαση, εφέσεις τους. Ειδικότερα: 1) η εναγόμενη άσκησε την υπό στοιχείο Α έφεσή της, με την οποία πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, αναφορικά με την κρίση του α) επί του κονδυλίου της διαφοράς της αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, ως προς το οποίο (κονδύλιο) με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης κατά το πρώτο σκέλος του, ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι, εάν είχαν εκτιμηθεί ορθά οι αποδείξεις θα είχε γίνει δεκτό ότι αυτός (ενάγων) δεν εργαζόταν πέραν των δέκα (1ο) ωρών ημερησίως, ενόψει του ότι, το αντικείμενο της απασχόλησής του ήταν μόνον τα καθήκοντα του νυχτερινού θαλαμηπόλου στη reception του πλοίου, εργαζόμενος από ώρας 21.00 έως ώρας 07.00 – ο7.30, επιπροσθέτως δε, με το δεύτερο σκέλος του δευτέρου λόγου έφεσης, ισχυρίζεται ότι, εάν είχαν εκτιμηθεί ορθά οι αποδείξεις θα είχε γίνει δεκτό ότι ο ενάγων δεν εργάσθηκε υπερωριακά την 10.4.2021, 11.4.2021, 30.4.2021, 3.6.2021, 4.6.2021, 28.6.2021, 29.6.2021, 18.7.2021, 19.7.2021, 20.7.2021, 29.8.2021 και 30.8.2021, οπότε έλαβε άδεια διανυκτέρευσης και δεν εργάσθηκε επί του πλοίου, με το δεύτερο σκέλος του τρίτου λόγου έφεσης, ισχυρίζεται ότι, εάν είχαν εκτιμηθεί ορθά οι αποδείξεις θα είχε γίνει δεκτό ότι ο ενάγων δεν εργάσθηκε υπερωριακά ούτε την 6.9.2020 ημέρα Κυριακή, καθόσον το εν λόγω πλοίο δεν πραγματοποίησε ημερήσιο δρομολόγιο με ενδιάμεση προσέγγιση τη νήσο Μήλο. Επιπλέον, με τον ίδιο (πρώτο) λόγο έφεσης, πλήττει το αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως, επί των επίσης γενομένων εν μέρει δεκτών ως κατ’ ουσίαν βασίμων αγωγικών κονδυλίων της διαφοράς επιδομάτων εορτών ετών 2020 και 2021 και συγκεκριμένα, όσον αφορά στα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως και δη στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, το οποίο έγινε δεκτό ότι οφείλει στον ενάγοντα ως τέτοια αμοιβή, διότι, όπως διατείνεται, τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μεγαλύτερων συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συμπεριληφθέντος σ’ αυτό, υψηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο, β) επί του κονδυλίου της αποζημίωσης για μη χορηγηθείσες υπ’ αυτής στον ενάγοντα δικαιούμενες άδειες διανυκτέρευσης κατά τους μήνες Απρίλιο, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο 2021, ως προς το οποίο (κονδύλιο) με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι, εάν είχαν εκτιμηθεί ορθά οι αποδείξεις, θα είχε γίνει δεκτό ότι αυτός (ενάγων) έλαβε πράγματι όλες τις δικαιούμενες υπ’ αυτού άδειες διανυκτέρευσης κατά τους ανωτέρω μήνες και κανένα ποσό δεν δικαιούται ως αποζημίωση για την εν λόγω αιτία, γ) επί του κονδυλίου της αμοιβής για δρομολόγια εξπρές, ως προς το οποίο (κονδύλιο) με τον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι, εάν είχαν εκτιμηθεί ορθά οι αποδείξεις, θα είχε γίνει δεκτό ότι, την 6.9.2020, το πλοίο ΦΠ στο οποίο εργάζονταν ο ενάγων, δεν πραγματοποίησε επιπλέον ημερήσιο δρομολόγιο εξπρές, επιπροσθέτως, με τον έκτο λόγο της ένδικης έφεσής της ισχυρίζεται ότι η αμοιβή του ενάγοντος για τα δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσε το πλοίο ΚΠΣ το έτος 2021, υπολογίσθηκε εσφαλμένως επί τη βάσει, συμπεριληφθέντος σ’ αυτά μη ανταποκρινόμενο στην πραγματικότητα, ποσού ως μέσου όρου αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση, κονδύλιο που πλήττει και για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, διότι, με την εκκαλουμένη απόφαση, στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος περιελήφθη και το επίδομα τροφής, αν και η ίδια παρείχε στν ενάγοντα τροφή σε είδος, δ) επί του κονδυλίου της αναλογίας επιδόματος των εορτών των Χριστουγέννων του έτους 2021, ως προς το οποίο (κονδύλιο) πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση, με τον τέταρτο λόγο έφεσης, εκ του λόγου ότι, απέρριψε την περί μερικής καταβολής ένσταση αυτής, για το ποσό των ευρώ 1.796,85 και ε) επί του κονδυλίου που επεδίκασε ως υπόλοιπο αποδοχών του ενάγοντος, έως της συμπληρώσεως αποδοχών ενός μηνιαίου μισθού, κατά τους ορισμούς του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, όσον αφορά στο χρονικό διάστημα απασχόλησής του από 5.10.2021 έως 31.10.2021, εκ του λόγου ότι, δέχθηκε ότι αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον εναγοντα για τον εν λόγω μήνα ως αποδοχές μόνον το ποσό των ευρώ 1.681,68, ενώ εάν είχε εκτιμήσει ορθά τις αποδείξεις θα είχε δεχθεί ότι για την εν λόγω αιτία, αυτή (εναγομένη) είχε καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 2.406,06, κονδύλιο για το οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση και για κακή εφαρμογή του νόμου, εφόσον στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος περιέλαβε και το ποσό των 58,78 ευρώ, ήτοι το επίδομα ιματισμού, αν και τον ιματισμό η ίδια παρείχε σε είδος στο πλήρωμά της και εν προκειμένω στον ενάγοντα. Ζήτησε δε με την έφεσή της, την εξαφάνιση, άλλως μεταρρύθμιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτως ώστε ν’ απορριφθεί στο σύνολό της η, σε βάρος της ασκηθείσα ανωτέρω, αγωγή, καθώς επίσης την καταδίκη του ενάγοντος στη δικαστική της δαπάνη, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας. Επιπλέον, η εκκαλούσα δια των εγγράφων προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, υποβάλλει αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη της εκτέλεσης κατάσταση, κατ’ άρθρο 914 Κ.Πολ.Δ. επειδή, όπως ισχυρίζεται, κατέβαλε στον αντίδικό της το χρηματικό ποσό των (7.106,01) ευρώ, το οποίο η εκκαλουμένη απόφαση του επιδίκασε και ως προς το οποίο κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή. Το τελευταίο αυτό αίτημα, ήτοι το αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, τυγχάνει νόμιμο, ως θεμελιούμενο στις διατάξεις του άρθρου 914 ΚΠολΔ. 2) Ο ενάγων άσκησε κατά της ως άνω απόφασης την ανωτέρω, υπό στοιχείο Β, έφεσή του, με την οποία πλήττει αυτήν για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες εκτιμώμενες, ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, αναφορικά με την κρίση του επί α) της παραδοχής ως ουσιαστικά βασίμου του ισχυρισμού της εναγομένης  περί συμβατικού συμψηφισμού, των ποσών που αυτή (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα, με αιτιολογία «προμήθεια θαλαμηπόλων, με μέρος των ενδίκων απαιτήσεων του ενάγοντος για καταβολή αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση, αποδεικτικό πόρισμα που πλήττεται και για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και δη των διατάξεων των άρθρων 440 και 441 ΑΚ και για πλημμελή αιτιολογία με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης, β) του αγωγικού κονδυλίου της διαφοράς της αμοιβής του για την παρασχεθείσα υπ’ αυτού υπερωριακή εργασία και συγκεκριμένα, με τον δεύτερο λόγο έφεσης όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως επί των ωρών της ημερήσιας απασχόλησής του στα πλοία της εναγομένης, κατά το χρονικό διάστημα των ναυτολογήσεών του σ’ αυτά, με αποτέλεσμα το ως άνω κονδύλιο να γίνει εν μέρει δεκτό ως κατ’ ουσίαν βάσιμο, καθώς επίσης, με τον ίδιο λόγο έφεσης διότι δεν συνυπολογίσθηκαν κατά τον υπολογισμό της εν λόγω αμοιβής, αλλά και της αμοιβής για δρομολόγια εξπρές, οκτώ καθημερινές ημέρες, ως αναφέροντα στον δεύτερο λόγο έφεσης, κατά τις οποίες εκτελέσθηκαν ημερήσια δρομολόγια, αν και η εναγομένη δεν αμφισβήτησε ειδικώς τούτο, γ) επί των επίσης γενομένων εν μέρει δεκτών ως κατ’ ουσίαν βασίμων αγωγικών κονδυλίων διαφοράς επιδομάτων εορτών ετών 2020 και 2021 και συγκεκριμένα, με τον τρίτο λόγο έφεσης, όσον αφορά στα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως και δη στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, το οποίο έγινε δεκτό ότι του οφείλεται ως τέτοια αμοιβή, διότι, όπως διατείνεται, τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερων συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών, συμπεριληφθέντος σ’ αυτό, χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο, δ) επί του επίσης γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου αμοιβής του για δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσαν τα ανωτέρω πλοία, και συγκεκριμένα με τον τέταρτο λόγο έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, όσον αφορά στα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως και δη στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, το οποίο έγινε δεκτό ότι του οφείλεται ως τέτοια αμοιβή, διότι, όπως διατείνεται, τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερων συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών, συμπεριληφθέντος σ’ αυτό, χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο και κατά το δεύτερο σκέλος του όσον αφορά στον αριθμό των ημερησίων δρομολογίων που εκτέλεσε το πλοίο ΦΠ το καλοκαίρι του έτους 2020, καθόσον δεν ελήφθησαν υπόψη οκτώ δρομολόγια εξπρές, μη αμφισβητούμενα μάλιστα ειδικώς υπό της εναγομένης και ε) επί του επίσης γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου αποζημιώσεως απολύσεως για τη λύση της συμβάσεως ναυτολογήσεώς του την 31.10.2021, με τον πέμπτο λόγο εφέσεως, όσον αφορά στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, το οποίο έγινε δεκτό ότι του οφείλεται ως αποζημίωση, διότι, όπως διατείνεται, τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερων συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών, συμπεριληφθέντος σ’ αυτό, χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο. Ζήτησε δε, με την εν λόγω έφεση, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια αυτής, ούτως ώστε, να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του και να καταδικασθεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης και της αμοιβής του πληρεξουσίου του δικηγόρου, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

ΙΙΙ. Από την εκτίμηση των, περιεχομένων στις από 11-4-2022  ένορκες βεβαιώσεις που ελήφθησαν ενώπιον του Δικηγόρου Ηρακλείου Κρήτης ………., ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων ……… και ……., οι οποίες ελήφθησαν, με επιμέλεια του ενάγοντος και κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατά τα άρθρα 421 και 422 του ΚΠολΔ, κλητεύσεως της αντιδίκου του, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη υπ’ αριθμ. …/5-4-2022 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας Ηρακλείου Κρήτης, ….. ., χωρίς το γεγονός ότι αυτοί τυγχάνουν αντίδικοι της εναγομένης, εκ του λόγου ότι έχουν ασκήσει εναντίον της άλλη, ιδική τους, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο να αποκλείει την αποδεικτική αξία των λεγομένων τους (ΕφΑθ 3879/2012 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 698/2003 ΑχΝομ 2004.266), όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα – εφεσίβλητη, μη εξαρτώντας, εκ του λόγου τούτου, συμφέρον από την παρούσα δίκη, όπως η ίδια διατείνεται με τις έγγραφες προτάσεις, ενόψει μάλιστα του ότι, ήδη η διάταξη του άρθρου 400 αρ. 3 ΚΠολΔ κατά το οποίο «Δεν εξετάζονται, όταν κληθούν ως μάρτυρες,1) …,2) …, 3) πρόσωπα που μπορεί να έχουν συμφέρον από τη δίκη», καταργήθηκε με το άρθρο  δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, τις, περιεχομένες στις με αριθμό …./5-4-25022 και ……./6-4-2022 ένορκες βεβαιώσεις που ελήφθησαν ενώπιον του Συμβολαιογράφου Ηρακλείου Κρήτης …………., ένορκες καταθέσεις των  μαρτύρων ………. και …………., αντίστοιχα, οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της εναγομένης, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατά τα άρθρα 421 και 422 του ΚΠολΔ, κλήτευσης του αντιδίκου της, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη υπ’ αριθμ. …./30-3-2022 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Ανατολικής Κρήτης, ………, οι καταθέσεις των οποίων (ανωτέρω μαρτύρων) σταθμίζονται, κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας τους, καθώς και από το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά κατωτέρω, τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται κατά τα άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 του ΚΠολΔ, αλλά και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 του ΚΠολΔ), απεδείχθησαν, τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Με διαδοχικές, επτά (7) συνολικά, συμβάσεις παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκαν μεταξύ του ενάγοντος, Έλληνα, απογεγραμμένου ναυτικού και κατόχου του με αριθμό ……… ναυτικού φυλλαδίου και της εναγομένης, ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας, πλοιοκτήτριας των υπό ελληνική σημαία επιβατηγών – οχηματαγωγών (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοίων με την ονομασία «ΚΠ» κοχ 24003 με αριθμό νηολογίου Ηρακλείου …., «ΦΠ», κοχ 21904 με αριθμό νηολογίου Ηρακλείου …. και «ΚΠΣ» κοχ 26172 με αριθμό νηολογίου Πειραιά ….. (πρώην ΦΠ με αριθμό νηολογίου Ηρακλείου ….), ο ενάγων ναυτολογήθηκε και απασχολήθηκε στα ανωτέρω πλοία με την ειδικότητα της Θαλαμηπόλου. Ειδικότερα, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, τα αποδεικτικά πορίσματα της οποίας δεν πλήττονται, κατά τούτο, με τις ένδικες εφέσεις, ο ενάγων ναυτολογήθηκε (α) στο πλοίο «ΚΠΣ», ΝΠ …., την 12-12-2019 και εργάσθηκε σε αυτό με την ανωτέρω ειδικότητα, ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του, έως την 23-1-2020, οπότε απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του Πλοιάρχου, (β) στο πλοίο «ΦΠ», Ν.Η. …, την 24-6-2020 και εργάσθηκε σε αυτό με την ανωτέρω ειδικότητα, ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του, έως την 12-10-2020, οπότε απολύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου, (γ) στο πλοίο «ΚΠ», την 16-10-2020 και εργάσθηκε σε αυτό με την ανωτέρω ειδικότητα, ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του, έως την 1-11-2020, οπότε απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του Πλοιάρχου, (δ) στο πλοίο «ΦΠ», Ν.Η. …., την  1-3-2021 και εργάσθηκε σε αυτό με την ανωτέρω ειδικότητα, ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του, έως την 3-3-2021, οπότε απολύθηκε λόγω διακοπής των δρομολογίων του εν λόγω πλοίου, (ε) στο πλοίο «ΦΠ», Ν.Η. …, την 16-3-2021 και εργάσθηκε σε αυτό με την ανωτέρω ειδικότητα, ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του, έως την 12-5-2021, οπότε απολύθηκε λόγω μετάθεσης, (στ) στο πλοίο «ΚΠΣ» ΝΠ …., την 12-5-2021 και εργάσθηκε σε αυτό με την ανωτέρω ειδικότητα, ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του, έως την 7-9-2021, οπότε απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του Πλοιάρχου και (ζ) στο πλοίο «ΚΠ», ΝΠ….., την 5-10-2021 και εργάσθηκε σε αυτό με την ανωτέρω ειδικότητα, ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του, έως την 31-10-2021, οπότε απολύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, πλην της τέταρτης, για τις λοιπές των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, καταρτίσθηκε έγγραφη σύμβαση εργασίας μεταξύ των διαδίκων, στα πλαίσια της οποίας περιελήφθη έγγραφο όρος και δη ο όρος 4, ο οποίος όριζε τις συμφωνημένες αποδοχές του ενάγοντος. Κατά την ακριβή διατύπωση του εν λόγω όρου, προβλέφθηκε ότι «4. ΑΠΟΔΟΧΕΣ Οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του Ναυτικού συμφωνείται ότι θα υπολογίζονται και θα καταβάλλονται σε Ευρώ (€) και θα περιλαμβάνουν: A) τις νόμιμες αποδοχές της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2019 που έχει κυρωθεί με την υπ’ αριθμ. No. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ 3170/Β/12-08-2019, ήτοι μισθό ενεργείας ΧΙΛΙΙΑ ΔΙΑΚΟΣΙΕΣ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΠΤΑ ΛΕΠΤΑ (EUR 1.204,77), επιδόματα Επίδ.Κυριακής ΔΙΑΚΟΣΙΕΣ ΕΞΗΝΤΑ ΠΕΝΤΕ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΠΕΝΤΕ ΛΕΠΤΑ (EUR 265,05), Ανθυγιεινό ΤΡΙΑΝΤΑ ΕΞΙ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΕΞΗΝΤΑ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΛΕΠΤΑ (EUR 36,64), άδεια ΤΕΤΡΑΚΟΣΙΕΣ ΤΡΙΑΝΤΑ ΤΡΕΙΣ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΠΕΝΤΕ ΛΕΠΤΑ (EUR 433,95), καθώς και αμοιβή για πρόσθετες εργασίες που προβλέπονται στην ανωτέρω Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. B) Αμοιβή για συνολικά ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΞΙ (76) υπερωρίες μηνός εκ των οποίων ΤΡΙΑΝΤΑ ΟΚΤΩ (38) υπερωρίες αμειβόμενες ως καθημερινές, ήτοι ποσό ΤΡΙΑΚΟΣΙΑ ΤΡΙΑΝΤΑ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΝΝΕΑ ΛΕΠΤΑ (EUR 330,79), πλέον ΤΡΙΑΝΤΑ ΟΚΤΩ (38) υπερωριών αμειβόμενες με την εκάστοτε ισχύουσα προσαύξηση που ισχύει για την εργασία του Σαββάτου και αργιών, ήτοι ποσό ΤΡΙΑΚΟΣΙΑ ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΕΞΙ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΠΕΝΤΕ ΛΕΠΤΑ (EUR 396,95) και συνολικά ΕΠΤΑΚΟΣΙΑ ΕΙΚΟΣΙ ΕΠΤΑ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΛΕΠΤΑ (EUR 727,74). Η εργασία των αργιών θα αμείβεται ως οχτάωρο σε κάθε περίπτωση υπερωριακά, επιπλέον των ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΞΙ (76) υπερωριών. Γ) Τα ποσοστά τα οποία αναφέρονται συνολικά για τη συγκεκριμένη Επιστασία στο Παράρτημα 1 του παρόντος, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της Σύμβασης, και τα οποία (ποσοστά) κατανέμονται με ευθύνη του εκάστοτε Προϊστάμενου της Επιστασίας στα μέλη της, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Εργασιών του Πλοιοκτήτη. Οι ως άνω αμοιβές παροχές υπό στοιχείο β’ και γ’, καθώς και οποιοδήποτε ποσό ήθελε καταβληθεί στον Ναυτικό πέραν των προαναφερομένων, υπόκειται σε συμψηφισμό με τυχόν αξιώσεις του για παροχή υπερωριακής εργασίας.». Στο τέλος δε των εν λόγω συμβάσεων, επισυνάπτεται το Παράρτημα Ι, στο οποίο, υπό του τίτλου «Επιστασία Ξενοδοχειακού», αναφέρεται «Εισπράξεις από μπαρ, τραπεζαρία και self service» και κατάλογος με είδη προϊόντων και αντίστοιχο ποσοστό για έκαστο προϊόν με αναφορά στο τέλος ότι τα ποσοστά υπολογίζονται επί των καθαρών εισπράξεων ήτοι κατόπιν της αφαίρεσης του ΦΠΑ. Όσον αφορά, επομένως, στις αποδοχές και στους εν γένει όρους παροχής της εργασίας του ενάγοντος, προβλέφθηκε ότι θα ισχύει κατ’ αρχήν η ΣΣΝΕ των μελών των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, η οποία υπεγράφη την 8.7.2019 και κυρώθηκε την 24.7.2019, με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β΄ 3170/2019). Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 § 1 της ως άνω εφαρμοζομένης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα, ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά την Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού (μισθού ενέργειας). Όπως διευκρινίζεται δε με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜΕΠειρ 328/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΕΠειρ 626/2014 ΕλλΔνη 2015.508, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νμλγ), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,  ΕφΠειρ. 735/2006 ΕΝαυτΔ 34/351, ΕφΠειρ. 567/2005 ΕΝαυτΔ 33/345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες (άρθρα 11 και 13 § 5), δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου (άρθρο 18). Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες αμείβεται ανά ώρα με βάση το ωρομίσθιο, που κατ’ άρθρο 13 § 1 εδαφ. β και γ της ίδιας ΣΣΝΕ υπολογίζεται ως πηλίκο της διαιρέσεως του μισθού ενέργειας, όπως αυτός καθορίζεται στη διάταξη του άρθρου 1 § 1 αυτής, δια του αριθμού των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης των ναυτικών, δηλαδή δια του αριθμού εκατόν εβδομήντα τρία (52 εβδομάδες του έτους ÷ 12 μήνες = 4,33 Χ 40 ώρες εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης = 173). Ακολούθως, το ωρομίσθιο προσαυξάνεται κατά 50% (άρθρο 13 § 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 § 2), ενώ, κατά το άρθρο 18 § 2, για τον υπολογισμό των ωρών εργασίας κατά τις ημέρες αργίας ανά μήνα πολλαπλασιάζεται ο μέσος μηνιαίος όρος αργιών (16 αργίες ετησίως δια 12 μήνες = 1,33) με τον αριθμό των ωρών της ημερήσιας απασχόλησης για κάθε αργία (1,33 Χ 8 ώρες = 10,67 ώρες μηνιαίως). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, κατά τη ΣΣΝΕ του έτους 2019 (άρθρα 1, 3, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 §§ 1, 2), η οποία εφαρμόζεται επί των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, ο μηνιαίος μισθός ενεργείας του Θαλαμηπόλου ορίστηκε σε χίλια διακόσια τέσσερα ευρώ και εβδομήντα επτά λεπτά (1.204,77 €), το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας, δηλαδή σε διακόσια εξήντα πέντε ευρώ και πέντε λεπτά (265,05 €), το ημερήσιο αντίτιμο της σε είδος παρεχομένης τροφοδοσίας σε δεκαεννέα ευρώ και ενενήντα οκτώ λεπτά (19,98 €), δηλαδή σε πεντακόσια ενενήντα εννέα ευρώ και σαράντα λεπτά (19,98 € Χ 30 ημέρες = 599,40 €) μηνιαίως, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε τριάντα έξι ευρώ και εξήντα τέσσερα λεπτά του ευρώ (36,64 €), οι αποδοχές της αδείας μετά τροφοδοσίας σε τετρακόσια τέσσερα ευρώ και τέσσερα λεπτά {(1.204,77 € + 265,05 + 599,40 €: 22 Χ 5 ημέρες = 470,28 € (κατόπιν στρογγυλοποίησης)}, το ωρομίσθιο του Θαλαμηπόλου καθορίσθηκε στο χρηματικό ποσό των έξι ευρώ και ενενήντα έξι λεπτών (6,96 €) και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε οκτώ ευρώ και εβδομήντα λεπτά (8,70 €) και σε δέκα ευρώ και σαράντα τέσσερα λεπτά (10,44 €), αντίστοιχα. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος, κατά τις ένδικες ναυτολογήσεις του, στα ανωτέρω πλοία της εναγομένης, ανέρχονταν σε (1.204,77 € + 265,05  € + 599,40 € + 36,64 € + 470,28 =) δύο χιλιάδες πεντακόσια εβδομήντα έξι ευρώ και δέκα τέσσερα λεπτά (2.576,14 ευρώ), πλην όμως, ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του προσδιορίζει το επίδομα αδείας σε ευρώ 433,95 μηνιαίως, με αποτέλεσμα, κατά την αγωγή, οι ελάχιστες νόμιμες αποδοχές αυτού (ενάγοντος), κατά το επίδικο διάστημα, να ανέρχονται σε (1.204,77 € + 265,05  € + 599,40 € + 36,64 € + 433,95 =)  δύο χιλιάδες πεντακόσια τριάντα εννέα ευρώ και ογδόντα ένα λεπτά (2.539,81 ευρώ), επί του οποίου ποσού υπολογίσθηκαν με την εκκαλουμένη απόφαση και οι επίδικες απαιτήσεις (άρθρο 106 ΚΠολΔ). Αποδείχθηκε, επίσης, ότι τα ανωτέρω πλοία, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, διενεργούσαν τακτικούς ακτοπλοϊκούς πλόες και συγκεκριμένα: (α) το πλοίο «ΚΠΣ», Ν.Η. …, κατά το χρονικό διάστημα από 1/1/2020 έως 23/1/2020, ήτοι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα με επιστροφή, και συγκεκριμένα, το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00, για Ηράκλειο (αφ. 06.00 της επομένης ημέρας), απ’ όπου αναχωρούσε εκ νέου και κατέπλεε ώρα 09.15 στο λιμάνι της Σούδας (Χανιά), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 18.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Ηρακλείου όπου κατέπλεε περίπου ώρα 19.00 και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.30 για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας. (β) Το πλοίο «ΦΠ» Ν.Η. …., κατά το χρονικό διάστημα από 24.6.2020 έως 12.10.2020, ήτοι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος (ι) κατά το χρονικό διάστημα από 24.6.2020 έως 9.9.2020, εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, και συγκεκριμένα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00 για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας και (ιι) κατά το χρονικό διάστημα από 10/9/2020 έως 12/10/2020, εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα με επιστροφή, και συγκεκριμένα το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00, για Ηράκλειο (αφ. 06.00 της επομένης ημέρας), απ’ όπου αναχωρούσε εκ νέου και κατέπλεε ώρα 09.15 στο λιμάνι της Σούδας (Χανιά), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 18.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε περίπου ώρα 19.00 και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.30 για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας. Επιπλέον, το εν λόγω πλοίο («ΦΠ» Ν.Η. ….) κατά τις ημερομηνίες 31/7/2020 (Παρασκευή), 1/8/2020 (Σάββατο), 7/8/2020 (Παρασκευή), 8/8/2020 (Σάββατο), 14/8/2020 (Παρασκευή), 22/8/2020 (Σάββατο) και 29/8/2020 (Σάββατο), πέραν του ανωτέρω τακτικού δρομολογίου [Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή με αναχώρηση από το λιμάνι του Πειραιά στις 21:00, άφιξη στο λιμάνι του Ηρακλείου στις 06:30 της επομένης ημέρας, αναχώρηση από το Ηράκλειο στις 21:00 και άφιξη στον Πειραιά στις 06:30 της επομένης], εκτέλεσε και ημερήσια δρομολόγια, στη γραμμή Πειραιά – Ηράκλειο, δηλαδή, επιπλέον του τακτικού του δρομολογίου, τις ανωτέρω ημερομηνίες, το ως άνω πλοίο αναχωρούσε καθημερινά από το εκάστοτε λιμάνι (Πειραιάς ή Ηράκλειο) ώρα 11:00 και έφθανε σε κάθε λιμάνι (Πειραιάς ή Ηράκλειο) ώρα 18:30 και ακολούθως, αναχωρούσε εκ νέου στις 21:00, προς εκτέλεση του τακτικού του δρομολογίου. Επιπλέον, κατά τον βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, το ανωτέρω πλοίο εκτέλεσε το αμέσως ανωτέρω δρομολόγιο και την 25.7.2020 (σχετικά προσκομιζόμενη βεβαίωση Λιμεναρχείου Ηρακλείου ως σχετικό 15 α από την εναγομένη). Επιπροσθέτως, το ως άνω πλοίο («ΦΠ» Ν.Η. ….) κατά τις ημερομηνίες 30/7/2020 (Πέμπτη), 2/8/2020 (Κυριακή), 6/8/2020 (Πέμπτη), 9/8/2020 (Κυριακή), 13/8/2020 (Πέμπτη), 16/8/2020, (Κυριακή), 20/8/2020 (Πέμπτη), 23/8/2020 (Κυριακή), 27/8/2020 (Πέμπτη), 30/8/2020 (Κυριακή) και 3.9.2020 (Πέμπτη), εκτός του ανωτέρω τακτικού του δρομολογίου [Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή με αναχώρηση από το λιμάνι του Πειραιά στις 21:00, άφιξη στο λιμάνι του Ηρακλείου στις 06:30 της επομένης ημέρας, αναχώρηση από το Ηράκλειο στις 21:00 και άφιξη στον Πειραιά στις 06:30 της επομένης ημέρας] εκτέλεσε και ημερήσια δρομολόγια στη γραμμή Ηράκλειο – Μήλος – Πειραιάς – Μήλος – Ηράκλειο. Συγκεκριμένα, αναχωρούσε από το λιμάνι του Ηρακλείου ή από τον Πειραιά ώρα 11:00 για Μήλο, όπου κατέπλεε ώρα 15:00, ακολούθως δε απέπλεε από το λιμάνι της Μήλου για Πειραιά ή Ηράκλειο, όπου κατέπλεε στις 18:45. Ακολούθως, το πλοίο αναχωρούσε ώρα 22:00 από Ηράκλειο ή Πειραιά, με προορισμό τον Πειραιά ή το Ηράκλειο, αντίστοιχα όπου κατέπλεε ώρα 6:30 της επόμενης μέρας, εκτελώντας ακολούθως το κανονικό του δρομολόγιο. Αντίθετα, δεν αποδείχθηκε, ότι το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε ημερήσιο δρομολόγιο την 24.7.2020, όπως όμοια έκρινε και η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου, κατά τούτο, ως αβασίμου στην ουσία του του δευτέρου λόγου έφεσης του ενάγοντος, κατά τον βάσιμο δε κατά τούτο τρίτο λόγο έφεσης της εναγομένης, δεν απεδείχθη, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ότι, το ως άνω ημερήσιο δρομολόγιο εκτέλεσε το ανωτέρω πλοίο και την 6.9.2020, ημέρα Κυριακή. Περαιτέρω, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, με τη σημείωση ότι, στην περίπτωση, που με την έφεση πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, δεν είναι αναγκαίο να εξειδικεύονται στο εφετήριο τα επί μέρους σφάλματα αυτής ως προς την εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, αλλά αρκεί να μνημονεύεται ότι εξ αιτίας της κακής εκτίμησης αυτού το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατέληξε σε εσφαλμένο πόρισμα και διατακτικό, αφού το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, λόγω του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, επανεκτιμά από την αρχή την ουσία της υπόθεσης και κρίνει την ορθότητα του διατακτικού με βάση τη καθολική αυτή επανεκτίμηση και όχι με βάση τα συνδεόμενα με αυτήν μερικότερα παράπονα του εκκαλούντος (ΑΠ 291/2020, ΑΠ 1284/2019, ΑΠ 374/2019, ΑΠ 1003/2017), έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση περί την εκτίμηση των αποδείξεων, η οποία δέχθηκε ότι το ανωτέρω πλοίο εκτέλεσε ημερήσιο δρομολόγιο την 15.8.2020, την 21.8.2020 και την 28.8.2020, δεδομένου ότι τις ημέρες αυτές, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες από την εναγομένη ως σχετικά 15α και 15β βεβαιώσεις των Κεντρικών Λιμεναρχείων Ηρακλείου και Πειραιώς, το ανωτέρω πλοίο δεν εκτέλεσε και ημερήσιο δρομολόγιο. Επίσης, δεν απεδείχθη, ότι το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε επιπλέον ημερήσιο δρομολόγιο την 25.6.2020, την 28.6.2020, την 2.7.2020 και την 3.9.2020, όπως ο ενάγων υποστήριξε με την αγωγή του και όσον αφορά στις τρεις πρώτες ανωτέρω ημερομηνίες και με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής του, με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ενόψει του ότι, από τα προσκομιζόμενα από την εναγομένη ως σχετικά 15α και 15β έγγραφα και δη τις από 20.12.2022 και 10.1.2023 βεβαιώσεις των Κεντρικών Λιμεναρχείων Ηρακλείου και Πειραιώς αντίστοιχα, αποδεικνύεται ότι, τις ανωτέρω ημερομηνίες το πλοίο δεν εκτέλεσε ημερήσιο δρομολόγιο. Και πράγματι, όπως αναλύεται και κατωτέρω, στα πλαίσια της διερεύνησης των δρομολογίων εξπρές που το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε κατά το χρονικό διάστημα από μηνός Ιουλίου 2020 έως και μηνός Αυγούστου 2020, η εναγομένη σε ανύποπτο χρόνο και δη κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο του έτους 2020 αναγνώρισε ότι ο ενάγων πραγματοποίησε κατά τον μήνα Ιούλιο 2020 [2,00] δρομολόγια εξπρές και κατά τον μήνα Αύγουστο 2020 [9,99] δρομολόγια εξπρές, εφόσον τον αριθμό αυτό δρομολογίων αναφέρει στην αναλυτική κατάσταση μισθοδοσίας του ενάγοντος που η ίδια συνέταξε και προσκομίζει και για τον αριθμό αυτό δρομολογίων αναγνώρισε ότι ο ενάγων εδικαιούτο αμοιβής, ως αναλύεται και κατωτέρω. Πλην όμως, από την εν λόγω κατάσταση μισθοδοσίας, δεν προκύπτουν και οι ακριβείς ημέρες εκτέλεσης των εν λόγω δρομολογίων εξπρές. Επιπροσθέτως, προς αντίκρουση των ανωτέρω προσκομιζομένων, ως σχετικά 15α και 15β, βεβαιώσεων των Κεντρικών Λιμεναρχείων Ηρακλείου και Πειραιώς, που αποτελούν δημόσια έγγραφα, ο ενάγων καμία απόδειξη δεν προσεκόμισε. (γ) Το πλοίο «ΚΠ», κατά το χρονικό διάστημα από 16.10.2020 έως 1.11.2020, ήτοι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, και συγκεκριμένα, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00 για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας. (δ) Το πλοίο «ΦΠ» Ν.Η. …., κατά το χρονικό διάστημα από 1.3.2021 έως 3.3.2021, ήτοι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα της τέταρτης των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα με επιστροφή, και συγκεκριμένα, το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00, για Ηράκλειο (αφ. 06.00 της επομένης ημέρας), απ’ όπου αναχωρούσε εκ νέου και κατέπλεε ώρα 09.15 στο λιμάνι της Σούδας (Χανιά), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 18.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε περίπου ώρα 19.00 και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.30 για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας. (ε) Το πλοίο «ΦΠ» Ν.Η. …., κατά το χρονικό διάστημα από 16.3.2020 έως 12.5.2021, ήτοι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα της πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος (ι) κατά το χρονικό διάστημα από 16.3.2021 έως 25.3.2021, εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα με επιστροφή, και συγκεκριμένα, το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00, για Ηράκλειο (αφ. 06.00 της επομένης ημέρας), απ’ όπου αναχωρούσε εκ νέου και κατέπλεε ώρα 09.15 στο λιμάνι της Σούδας (Χανιά), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 18.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε περίπου ώρα 19.00 και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.30 για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας και (ιι) κατά το χρονικό διάστημα από 26.3.2021 έως 12.5.2021, εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, και συγκεκριμένα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00 για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας. (στ) Το πλοίο «ΚΠΣ», κατά το χρονικό διάστημα από 12.5.2021 έως 7.9.2021 και από 5.10.2021 έως 31.10.2021, ήτοι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα της έκτης και έβδομης των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Χανιά (Σούδα) με επιστροφή, με ώρα αναχώρησης από το κάθε λιμάνι 21:30 και ώρα άφιξης σε κάθε λιμάνι 06:30. Επιπλέον, κατά το χρονικό διάστημα από 3.7.2021 έως 7.9.2021 (έκτη των ενδίκων ναυτολογήσεων), το εν λόγω πλοίο εκτελούσε και ημερήσια δρομολόγια και δη κάθε Σάββατο, το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 10:00 (όπου είχε καταπλεύσει ώρα 06:30), κατέπλεε στο λιμάνι της Μήλου ώρα 13:45, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 14:00 για Χανιά, όπου κατέπλεε ώρα 17:45 και απέπλεε εκ νέου ώρα 20:00, για Μήλο (αφ. ώρα 23:30 – αναχ. 23:45) – Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 06:00 της επομένης ημέρας Κυριακής. Κάθε Κυριακή, το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 10:00 (όπου είχε καταπλεύσει ώρα 06:30 της ίδιας ημέρας) για Μήλο (αφ. 13.45 – αναχ. 14:00) – Χανιά, όπου κατέπλεε ώρα 17:45 και απέπλεε εκ νέου ώρα 22:30 για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας Δευτέρας. Επιπλέον, από 17.8.2021 έως 7.9.2021, το πλοίο εκτελούσε ημερήσιο δρομολόγιο και κάθε ημέρα  Τρίτης και δη το πλοίο απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 14:00 (όπου είχε καταπλεύσει ώρα 06:30 της ίδιας ημέρας) για Μήλος (αφ. 18:00 – αναχ. 22:30) – Χανιά. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα από 3.7.2021 έως 7.9.2021, το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε ημερήσια δρομολόγια ως άνω, κατά τις ημερομηνίες 3.7, 4.7, 10.7, 11.7, 17.7, 18.7, 24.7, 25.7, 31.7, 1.8, 7.8, 8.8, 14.8, 15.8, 21.8, 22.8, 28.8, 29.8, 4.9 και 5.9, όπως έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των διαδίκων, με τη σημείωση ότι από προφανή παραδρομή οι ημέρες 24.7 και 25.7. αναφέρθηκαν, στην εκκαλουμένη απόφαση, ως 14.7 και 15.7, αντίστοιχα. Περαιτέρω, τα γενικά καθήκοντα των θαλαμηπόλων στα υπό ελληνική σημαία επιβατηγά πλοία προβλέπονται από το ΒΔ 683/1960 «Περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων πεντακοσίων κ.ο.χ. και άνω» (ΦΕΚ Α 158/4.10.1960), κατά τις διατάξεις των άρθρων 116 και 118 του οποίου, οι θαλαμηπόλοι διακρίνονται ανάλογα με την εκτελούμενη από αυτούς ειδική υπηρεσία σε θαλαμηπόλους ενδιαιτημάτων, εστιατορίων και κυλικείων, τελούν υπό τις άμεσες διαταγές και τον έλεγχο του αρχιθαλαμηπόλου της θέσης στην οποία ανήκουν και τον βοηθούν στην εκτέλεση των καθηκόντων του, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 117, στα ειδικότερα καθήκοντά τους περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων η επιμέλεια της απόλυτης καθαριότητας, της καλής συντήρησης και της ευπρέπειας των ανατιθεμένων σε αυτούς ενδιαιτημάτων των θέσεων, η καταβολή ιδιαίτερης μέριμνας προς εξυπηρέτηση των επιβατών και η εκτέλεση φυλακών αναλόγως των προσεγγίσεων του εκτελούμενου δρομολογίου. Ειδικότερα, στη διάταξη του άρθρου 118 του ιδίου ως άνω β.δ./τος, που επίσης αναφέρεται στα ειδικότερα καθήκοντα των θαλαμηπόλων ενδιαιτημάτων, εστιατορίων, και κυλικείων, προβλέπεται ότι: «1…2. Οι θαλαμηπόλοι εστιατορίων βοηθούμενοι υπό επικούρων και υπό την άμεσον εποπτείαν και διεύθυνσιν του Αρχιθαλαμηπόλου επιμελούνται του ευπρεπισμού των αιθουσών των επιβατών (φαγητού, υποδοχής, χορού, μουσικής, αναγνωστηρίου, καπνιστηρίου κ.λ.π.) και της κοινωνικής προετοιμασίας των τραπεζών διά το πρωϊνόν ρόφημα, πρόγευμα, γεύμα, πρόδειπνον και δείπνον και εξυπηρετούσι τους εν αυταίς επιβάτας μετά προθυμίας και συμφώνως προς τους κανόνας της καλής συμπεριφοράς και της ξενοδοχειακής εθιμοτυπίας. 3. Οι θαλαμηπόλοι κυλικείων βοηθούμενοι υπό επικούρων επιμελούνται του ευπρεπισμού του κυλικείου και εξυπηρετούσι τους επιβάτας, παρέχοντες αυτοίς κατά την παραγγελίαν των αφεψήματα, ποτά και είδη κυλικείου, εις την κεκανονισμένην ποσότητα και τιμήν, βάσει τιμολογίου μονίμως ανηρτημένου εις πινακίδα. 4. Οι θαλαμηπόλοι ενδιαιτημάτων βοηθούμενοι υπό επικούρων επιμελούνται του ευπρεπισμού των κοιτωνίσκων των επιβατών και τίθενται προθύμως, και ανελλιπώς εις την διάθεσίν των διά την αρτιωτέραν εξυπηρέτησίν των κατά την διάρκειαν του ταξειδίου εξασφαλίζουσι την ησυχίαν κατά την νυκτερινήν φυλακήν των, και επιμελούνται της παραλαβής και μεταφοράς των αποσκευών των επιβατών από του καταστρώματος εις τας θέσεις και τανάπαλιν κατά την επιβίβασιν και αποβίβασίν των». Ο ενάγων, με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίζεται ότι, κατά τον επίδικο χρόνο, απασχολείτο καθημερινά επί δέκα τρεις ώρες καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε δρομολόγιο το Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή ή Πειραιάς – Χανιά με επιστροφή, επί δέκα τέσσερις κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.3.2021 έως 3.3.2021 και από 16.3.2021 έως 25.3.2021, οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς  – Ηράκλειο – Σούδα με επιστροφή καθόσον υπηρετούσε ως νυχτερινός, επί δέκα έξι ώρες καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα, με επιστροφή και καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε ημερήσια δρομολόγια επί δέκα επτά ώρες, απασχολούμενος [πλην του χρονικού διαστήματος από 1/3/2021 έως 3/3/2021 και από 16/3/2021 έως 25/3/2021, οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα και αυτός απασχολείτο ως νυχτερινός] στον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και των λοιπών ξενοδοχειακών χώρων του πλοίου (σαλόνια και διαδρόμους), στην υποδοχή των επιβατών στα λιμάνια προσέγγισης, καθώς επίσης στη ρεσεψιόν του πλοίου, στις τραπεζαρίες  self – service αυτού, στο σερβίρισμα των γευμάτων των επιβατών και στον καθαρισμό των εν λόγω χώρων. Η εναγομένη, με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αρνήθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν τις ώρες που αναφέρει στην αγωγή του, ισχυρίσθηκε δε περαιτέρω ότι, κατά τη διάρκεια όλων των ενδίκων ναυτολογήσεων, ο ενάγων απασχολείτο μόνον ως «νυκτερινός θαλαμηπόλος» στη Reception του πλοίου, με αποτέλεσμα ο χρόνος της ημερήσιας απασχόλησής του να μην ξεπερνά τις δέκα ώρες ημερησίως, αναφέροντας παράλληλα ότι απασχολείτο από ώρας 21:00 έως ώρας 07:00 – 07:30. Η ίδια αναφέρει ότι τα καθήκοντα του ενάγοντος και οι ώρες απασχόλησης του δεν επηρεάζονταν από τα δρομολόγια του πλοίου, τον αριθμό των επιβατών και τις καιρικές συνθήκες, επιπλέον δε, κατά τη διάρκεια της βάρδιάς του εξυπηρετούσε τους επιβάτες, παραλάμβανε τα κλειδιά των καμπινών των επιβατών, απασχολείτο με την καθαριότητα του χώρου της Reception, εκτελώντας τη συγκεκριμένη εργασία κατά τη διάρκεια της βάρδιας του. Η εναγομένη αρνήθηκε ότι ο ενάγων απασχολείτο στην καθαριότητα των καμπινών, καθόσον αυτές πραγματοποιούντο με την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι, οπότε έληγε η βάρδια του ενάγοντος ως «νυχτερινός θαλαμηπόλος», ούτε στο εστιατόριο του πλοίου, καθώς κατά το χρόνο λειτουργίας του αυτός απασχολείτο στη reception του πλοίου. Ως προς τις συνθήκες και τις ώρες εργασίας του ενάγοντος κατέθεσαν σχετικά δύο μάρτυρες από κάθε διάδικη πλευρά. Συγκεκριμένα, με επιμέλεια του ενάγοντος, εξετάσθηκαν οι μάρτυρες …………. και ……….. και με επιμέλεια της εναγομένης εξετάσθηκαν οι μάρτυρες ……….. και ………….., οι καταθέσεις των οποίων περιέχονται στις αναφερόμενες ανωτέρω ένορκες βεβαιώσεις. Σύμφωνα με τη μαρτυρική κατάθεση του ………., κατά τη μη αμφισβητούμενη από την εναγομένη ως προς τούτο κατάθεσή του, αυτός (μάρτυρας) συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα στα ανωτέρω πλοία, με την ειδικότητα ομοίως του θαλαμηπόλου, κατά τα χρονικά διαστήματα από 24.6.2020 έως 12.10.2020, από 16.10.2020 έως 1.11.2020, από 1.3.2021 έως 3.3.2021 και από 16.3.2021 έως 12.5.2021. Κατά την εν λόγω μαρτυρική κατάθεση, κατά το χρόνο που ο μάρτυρας συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα στο πλοίο ΚΠ, αυτό (πλοίο) εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο, με επιστροφή, αναχωρούσε δε από το λιμάνι ώρα 21.00 και κατέπλεε στο λιμάνι προορισμού ώρα 06.30. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, αλλά και καθόν χρόνο συνυπηρέτησαν στο πλοίο ΦΠ και αυτό εκτελούσε ομοίως το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, ο ενάγων απασχολείτο καθημερινά από ώρας 06.00 έως ώρας 11.30 με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και με τον καθαρισμό των εσωτερικών κοινόχρηστων χώρων του πλοίου. Ακολούθως, απασχολείτο από ώρας 16.30 έως ώρας 21.00 με εργασίες προετοιμασίας των χώρων υποδοχής των επιβατών και δη καθαρισμό και ενημέρωση από τον Αρχιθαλαμηπόλο, με την παραλαβή των επιβατών και τη μεταφορά των επισκευών στις καμπίνες, ακολούθως δε, από ώρας 21.00 έως ώρας 00.30 της επομένης ημέρας, απασχολείτο στην τραπεζαρία του πλοίου και στην καθαριότητα του εστιατορίου με το πέρας λειτουργίας του. Κατά τον ίδιο μάρτυρα, καθόν χρόνο το πλοίο ΦΠ εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα με επιστροφή, ο ενάγων ξεκινούσε την εργασία του περί ώρας 05.30, απασχολούμενος έως ώρας 14.00 με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών, τόσο στο λιμάνι του Ηρακλείου όσο και στο λιμάνι της Σούδας και με τον καθαρισμό των κοινοχρήστων χώρων, ακολούθως δε, από ώρας 15.00 έως ώρας 18.30, απασχολείτο στο λιμάνι της Σούδας με την παραλαβή των επιβατών, την τακτοποίηση των αποσκευών και την παραλαβή των ασυνόδευτων δεμάτων και αποσκευών, από ώρας 19.00 έως 21.30 απασχολείτο με την αποβίβαση και επιβίβαση των επιβατών στο λιμάνι του Ηρακλείου και την παραλαβή ασυνόδευτων δεμάτων και από ώρας 21.30 έως 00.30 – 01.00 απασχολείτο στο εστιατόριο self service του πλοίου, με το πέρας δε λειτουργίας του εν λόγω εστιατορίου, για τουλάχιστον μισή με μία ώρα, με τον καθαρισμό του χώρου αυτού, εργαζόμενος τοιουτοτρόπως περίπου 17,5 ώρες. Με την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά την επομένη ημέρα, ο ενάγων απασχολείτο από ώρας 06.00 έως ώρας 11.30 με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου. Ακολούθως, περί ώρας 16.30, μετέβαινε στη ρεσεψιόν του πλοίου όπου ενημερωνόταν από τον Αρχιθαλαμηπόλο σχετικά με την παραλαβή των επιβατών και αφού προέβαινε στον καθαρισμό του χώρου αυτού, απασχολείτο, έως ώρας 21.00, στην υποδοχή των επιβατών και στη μεταφορά των αποσκευών τους στις καμπίνες αυτών, από ώρας δε 21.00 έως ώρας 00.30 – 01.00 της επομένης ημέρας, εργαζόταν στο εστιατόριο του πλοίου και με το πέρας λειτουργίας του, επί τουλάχιστον μισή ώρα, με την καθαριότητα αυτού, εργαζόμενος τοιουτοτρόπως επί 13,5 ώρες. Κατά τον ίδιο μάρτυρα, καθόν χρόνο το πλοίο ΦΠ εκτελούσε διπλό δρομολόγιο, ήτοι με την άφιξή του στο λιμάνι, αναχωρούσε εκ νέου ώρα 11.00 από το λιμάνι, με προορισμό τον Πειραιά ή το Ηράκλειο, κατά περίπτωση, όπου κατέπλεε ώρα 18.30 και αναχωρούσε εκ νέου ώρα 21.30, με προορισμό αντίστοιχα το λιμάνι Ηράκλειο ή Πειραιά, καθώς επίσης και κατά τις ημέρες που το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Ηράκλειο – Μήλος – Πειραιάς – Μήλος – Ηράκλειο, ο ενάγων εργαζόταν επί δέκα επτά ώρες. Ειδικότερα, κατέθεσε ότι, καθόν χρόνο το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε και ημερήσιο δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, ο ενάγων από ώρας 06.00 έως ώρας 08.30, απασχολείτο με τον καθαρισμό των καμπινών και τον καθαρισμό των κοινοχρήστων χώρων, από ώρας 08.30 έως 11.30 στην επιβίβαση των επιβατών οπότε μετέφερε και τις αποσκευές τους στις καμπίνες τους, από ώρας 12.30 έως 15.00 απασχολείτο στην τραπεζαρία – self service του πλοίου, από ώρας 15.00 έως ώρας 17.00 με τον καθαρισμό των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου, από ώρας 18.00 έως 19.00 με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών, από ώρας 19.00 έως 21.00 με την επιβίβαση των επιβατών και στη μεταφορά των αποσκευών τους και από ώρας 21.00 έως ώρας τουλάχιστον 01.00 της επομένης ημέρας, στην τραπεζαρία του πλοίου. Καθόν χρόνο το ανωτέρω πλοίο προσέγγιζε και τη νήσο Μήλο, ο ενάγων απασχολείτο από ώρας 06.00 έως ώρας 08.00 με τον καθαρισμό των καμπινών και των κοινοχρήστων χώρων, από ώρας 08.30 έως ώρας 11.30 στην υποδοχή των επιβατών, οπότε μετέφερε και τις αποσκευές τους στις καμπίνες τους, από ώρας 12.30 έως ώρας 15.00 απασχολείτο στην τραπεζαρία – self service  του πλοίου, από ώρας 15.00 έως ώρας 16.00 στην υποδοχή των επιβατών στο λιμάνι της Μήλου, από ώρας 16.00 έως ώρας 18.00 με τον καθαρισμό των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου, από ώρας 18.30 έως 19.30 με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών, από ώρας 19.30 έως 22.00 στην υποδοχή των επιβατών κατά την επιβίβασή τους και τη μεταφορά των αποσκευών τους και από ώρας 22.00 έως ώρας τουλάχιστον 01.00 στην τραπεζαρία του πλοίου. Κατά τον ίδιο μάρτυρα, ο ενάγων εργάσθηκε ως νυχτερινός θαλαμηπόλος μόνον κατά το χρονικό διάστημα από 1.3.2021 έως 3.3.2021 και από 16.3.2021 έως 25.3.2021, οπότε εργαζόταν επί δέκα τέσσερις ώρες καθημερινά, απασχολούμενος από ώρας 20.00 έως ώρας 10.00 της επομένης ημέρας, οπότε ευρίσκετο στη ρεσεψιόν του πλοίου προς εξυπηρέτηση των επιβατών, κατά δε τη διάρκεια της βάρδιάς του απασχολείτο με τον καθαρισμό των γραφείων, της ρεσεψιόν και των χώρων επιβίβασης και υποδοχής. Με την άφιξη δε του πλοίου στο λιμάνι, μετείχε και στην υποδοχή των επιβατών. Κατά την ένορκη κατάθεση του εξετασθέντος με επιμέλεια του ενάγοντος μάρτυρα, ………., αυτός (μάρτυρας) συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα στα ανωτέρω πλοία, με την αυτή ειδικότητα του θαλαμηπόλου κατάθεση που κατά τούτο δεν αμφισβητείται υπό της εναγομένης, και δη στο πλοίο «ΚΠ» κατά το χρονικό διάστημα από 16.10.2020 έως 1.11.2020 και στο πλοίο «ΦΠ» κατά τα χρονικά διαστήματα από 24.6.2020 έως 12.10.2020, από 1.3.2021 έως 3.3.2021 και από 16.3.2021 έως 12.5.2021. Κατά τον εν λόγω μάρτυρα, καθόν χρόνο συνυπηρέτησαν μετά του ενάγοντος στο πλοίο «ΚΠ», το πλοίο εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο Πειραιά – Ηράκλειο Κρήτης με επιστροφή και αναχωρούσε από τα ανωτέρω λιμάνια (Πειραιάς – Ηράκλειο) ώρα 21:00, κατέπλεε δε στο αντίστοιχο λιμάνι προορισμού ώρα 6:30. Κατά το χρόνο που ο ενάγων εργάσθηκε σε αυτό το πλοίο, εργαζόταν καθημερινά  13 – 13,50 ώρες και δη από ώρας 6:00 έως ώρας 11.30 απασχολείτο με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και των εσωτερικών κοινοχρήστων χώρων του πλοίου, ακολούθως, ευρίσκετο υποχρεωτικά στην ρεσεψιόν του πλοίου από ώρας 16:30 έως ώρας 21:00, απασχολούμενος με τις απαιτούμενες ετοιμασίες στους χώρους υποδοχής των επιβατών και δη τον καθαρισμό και την ενημέρωση από τον Αρχιθαλαμηπόλο, με την υποδοχή των επιβατών και τη μεταφορά των αποσκευών τους στις καμπίνες τους. Από ώρας 21:00 έως ώρας 00:30, απασχολείτο στην τραπεζαρία του πλοίου, στην εξυπηρέτηση των επιβατών – πελατών και με το πέρας λειτουργίας του εστιατορίου, επί μισή ώρα τουλάχιστον, με την καθαριότητα του χώρου. Κατά την εν λόγω μαρτυρική κατάθεση, καθόν χρόνο ο ενάγων συνυπηρέτησε μετά του μάρτυρος στο πλοίο «ΦΠ», οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, αυτός (ενάγων) εργαζόταν επί δέκα τρεις ώρες ημερησίως, όταν δε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο -Σούδα Χανίων με επιστροφή, οπότε αυτό απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00 για Ηράκλειο, όπου κατέπλεε ώρα 06:00 της επομένης μέρας και ακολούθως, αναχωρούσε για το λιμάνι της Σούδας, όπου κατέπλεε ώρα 09:15 και απέπλεε εκ νέου ώρα 18:00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε περί ώρας 19:00 και ακολούθως, απέπλεε εκ νέου την ίδια ημέρα ώρα 21:30 για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 07:00 της επόμενης μέρας, ο ενάγων εργαζόταν επί δέκα έξι τουλάχιστον ώρες ημερησίως, κατά μέσο όρο. Ειδικότερα, κατά τον εν λόγω μάρτυρα, όταν το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα, ο ενάγων, την ημέρα που το πλοίο έφθανε στο λιμάνι του Ηράκλειου ώρα 6:00, ξεκινούσε την εργασία του ώρα 5:30, απασχολούμενος μέχρι ώρας 14:00 με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου. Ακολούθως, από ώρας 15:00 έως ώρας 18:30, απασχολείτο στο λιμάνι της Σούδας, στην υποδοχή των επιβατών και τακτοποίησή των αποσκευών τους στις καμπίνες και στις θέσεις τους, καθώς και με την παραλαβή ασυνόδευτων δεμάτων και αποσκευών. Από ώρας 19:00 έως ώρας 21:30, απασχολείτο στην αποβίβαση και επιβίβαση των επιβατών στο λιμάνι του Ηράκλειου, καθώς επίσης και με την παραλαβή των ασυνόδευτων δεμάτων και αποσκευών. Τέλος, από ώρας 21:30 έως ώρας 00:30 – 1:00 της επομένης ημέρας σε συνέχεια της εργασίας του, απασχολείτο στο εστιατόριο self – service του πλοίου στην εξυπηρέτηση των πελατών, αλλά και στην καθαριότητα του χώρου. Την επομένη ημέρα, οπότε το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά, ο ενάγων εργαζόταν επί 13,5 ώρες και συγκεκριμένα, από ώρας 6:00 έως ώρας 11.30, απασχολείτο στην καθαριότητα των καμπινών των επιβατών και των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου, ώρα 16.30 μετέβαινε στη ρεσεψιόν του πλοίου, οπότε ενημερωνόταν από τον Αρχιθαλαμηπόλο σχετικά με την παραλαβή των επιβατών, απασχολούμενος και με την καθαριότητα του χώρου αυτού, ακολούθως δε έως ώρας 21:00, απασχολείτο στην υποδοχή των επιβατών και στη μεταφορά των αποσκευών τους στις καμπίνες τους και από ώρας 21.00 έως ώρας 00.30 έως 01.00, εργαζόταν στην τραπεζαρία του πλοίου και με το πέρας της λειτουργίας του και στην καθαριότητα του χώρου αυτού. Όταν το πλοίο «ΦΠ» εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και το πλοίο πραγματοποιούσε μονό δρομολόγιο, ο ενάγων ξεκινούσε την εργασία του ώρα 6.00 και έως ώρας 11.30, απασχολείτο με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και ακολούθως των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου, μετέβαινε δε εκ νέου ώρα 16.30 στη ρεσεψιόν του πλοίου, όπου ενημερωνόταν από τον Αρχιθαλαμηπόλο σχετικά με την παραλαβή των επιβατών και αφού απασχολείτο και με τον καθαρισμό του εν λόγω χώρου, ακολούθως έως ώρας 21.00 απασχολείτο στην υποδοχή των επιβατών και τη μεταφορά των αποσκευών τους στις καμπίνες τους και από ώρας 21:00 έως ώρας 00.30, εργαζόταν στην τραπεζαρία του πλοίου, με το πέρας δε λειτουργίας του εστιατορίου, τουλάχιστον επί μισή ώρα, απασχολείτο και με την καθαριότητα του χώρου αυτού. Κατά τον εν λόγω μάρτυρα, καθόν χρόνο το εν λόγω πλοίο εκτελούσε διπλό δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, ο ενάγων εργαζόταν τουλάχιστον δέκα επτά ώρες ημερησίως. Συγκεκριμένα, εργαζόταν από ώρας 6:00 έως ώρας 8:30 στον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου, από ώρας 8:30 έως ώρας 11:30 στην επιβίβαση των επιβατών και μεταφορά των αποσκευών τους στις καμπίνες τους, από ώρας 12.30 έως ώρας 15.00 απασχολείτο στην τραπεζαρία – self service του πλοίου, από ώρας 15:00 έως ώρας 17:00 στον καθαρισμό των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου, από ώρας 18:00 έως ώρας 19:00 στον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών που αποβιβάζονταν στο λιμάνι του Ηρακλείου ή του Πειραιά, από ώρας 19:00 έως ώρας 21:00 στην υποδοχή των επιβατών και από ώρας 21:00 έως τουλάχιστον ώρας 01:00 εργαζόταν στην τραπεζαρία του πλοίου. Ομοίως, επί δέκα επτά ώρες, ο ενάγων εργαζόταν και καθόν χρόνο το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε το ημερήσιο δρομολόγιο Πειραιάς – Μήλος – Ηράκλειο. Συγκεκριμένα, ο ενάγων απασχολείτο από ώρας 6.00 έως ώρας 8.00 με τον καθαρισμό των διαδρόμων του πλοίου και των καμπινών των επιβατών, από ώρας 8.30 έως ώρας 11.30 στην υποδοχή των επιβατών και τη μεταφορά των αποσκευών τους, από ώρας 12.30 έως ώρας 15.00 εργαζόταν στην τραπεζαρία – self – service του πλοίου, από ώρας 15.00 έως ώρας 16.00 στην υποδοχή των επιβατών στο λιμάνι της Μήλου, από ώρας 16.00 έως ώρας 18.00 με τον καθαρισμό των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου, από ώρας 18.30 έως ώρας 19.30 με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών που αποβιβάζονταν, από ώρας 19.30 έως ώρας 22.00 στην υποδοχή των επιβατών και από ώρας 22.00 έως τουλάχιστον ώρας 01:00 εργαζόταν στην τραπεζαρία του πλοίου. Ο ενάγων, ως νυχτερινός θαλαμηπόλος, κατά τον εν λόγω μάρτυρα, εργάσθηκε μόνον στο πλοίο «ΦΠ», κατά το χρονικό διάστημα από 1/3/2021 έως 3/3/2021 και από 16/3/2021 έως 25/3/2021, οπότε απασχολείτο επί δέκα τέσσερις ώρες ημερησίως, από ώρας 20:00 έως ώρας 10:00 της επομένης ημέρας. Κατά τη διάρκεια της απασχόλησής του αυτής, ευρίσκετο διαρκώς στη ρεσεψιόν του πλοίου και καθόν δε χρόνο δεν παρίστατο στο χώρο ο προϊστάμενος αυτού, ο ενάγων εξυπηρετούσε τους επιβάτες, επίσης απασχολείτο με τον καθαρισμό της ρεσεψιόν, των γραφείων και του χώρου επιβίβασης και υποδοχής, καθόν δε χρόνο το πλοίο κατέπλεε σε λιμάνι, κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας του, συμμετείχε και στην υποδοχή των επιβατών. Κατά την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ………, ο οποίος εξετάσθηκε με επιμέλεια της εναγομένης, αυτός υπηρέτησε στα ανωτέρω τρία πλοία της εναγομένης, χωρίς να προσδιορίζει ειδικότερα τον χρόνο που υπηρέτησε σε έκαστο εξ αυτών, κατά τα χρονικά διαστήματα από α) από 24/10/2019 έως 12/01/2020, β) από 15/01/2020 έως 02/02/2020, γ) από 01/03/2020 έως 20/06/2020, δ) από 21/06/2020 έως 23/06/2020, από 15/07/2020 έως 13/10/2020, από 01/11/2020 έως 07/01/2021 και από 16/01/2021 έως 29/11/2021 με την ειδικότητα του Προϊσταμένου Αρχιθαλαμηπόλου. Κατά τη εν λόγω ένορκη κατάθεση, ο ενάγων απασχολείτο μόνον ως «νυχτερινός αρχιθαλαμηπόλος» στη Reception του πλοίου, απασχολούμενος  όχι πέραν των δέκα ωρών και δη από ώρας 21:00 έως ώρας 07:30. Κατά τη διάρκεια της βάρδιάς του, ο ενάγων φρόντιζε για την καθαριότητα του χώρου της Reception και δεν απασχολούνταν με την καθαριότητα των καμπινών, διότι όταν το πλοίο έφθανε το πρωί στον προορισμό του είχε ολοκληρωθεί η βάρδιά του. Επίσης, κατά την ίδια κατάθεση, ο ενάγων δεν απασχολούνταν ούτε στο εστιατόριο του πλοίου, διότι καθόν χρόνο αυτό λειτουργούσε, ο ενάγων εργαζόταν στη Reception του πλοίου. Επίσης, ο εν λόγω μάρτυρας κατέθεσε ότι, τα καθήκοντα του νυκτερινού Θαλαμηπόλου δεν μεταβάλλονταν καθ’ εκάστη ημέρα και από την ενημέρωση που έλαβε από τους λοιπούς Προϊσταμένους Αρχιθαλαμηπόλους και δη τον …… και τον ……., οι οποίοι συνυπηρέτησαν με τον ενάγοντα, κατά την περίοδο 2019-2021, βεβαίωσε ότι η απασχόληση του ενάγοντος ήταν ανάλογη και κατά τα διαστήματα που δεν συνυπηρετήσε αυτός (εξετασθείς μάρτυρας) με τον ενάγοντα. Κατά τον ίδιο μάρτυρα, ο ισχυρισμός του ενάγοντος περί απασχόλησής του από δέκα τρεις (13) έως και δέκα έξι (16) ώρες ημερησίως, είναι αναληθής και προσκρούει στη λογική, διότι καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο, το πλοίο ευρίσκετο εν πλω μόλις για 9,5 ώρες. Από ώρας 06:30 το πρωί οπότε ελάμβανε χώρα η αποβίβαση των επιβατών έως ώρας 18:00, οπότε εκκινούσε εκ νέου η επιβίβαση, δηλαδή επί 11,5 ώρες, το πλοίο ήταν κενό επιβατών και δεν λειτουργούσε το εστιατόριο. Και από ώρας 23:00 οπότε ολοκληρωνόταν οι εργασίες καθαριότητας του εστιατορίου, έως ώρας 06:00 της επομένης ημέρας, οπότε οι επιβάτες άρχιζαν να παραδίδουν τις καμπίνες τους, δηλαδή επί επτά ώρες, οι θαλαμηπόλοι δεν είχαν αντικείμενο απασχόλησης. Η ένορκη κατάθεση του μάρτυρος, που εξετάσθηκε με επιμέλεια της, εναγομένης ………, ο οποίος εργάζεται ως Διευθυντής του λογιστηρίου της εναγομένης, δεν εισέφερε ως προς τις συνθήκες εργασίας του ενάγοντος, επί των ανωτέρω πλοίων, εφόσον ο εν λόγω μάρτυρας κατέθεσε σχετικά με τα ποσά που κατεβλήθησαν στον ενάγοντα κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων, καθώς επίσης και τις συμφωνίες μεταξύ των διαδίκων ως προς το ύψος της αμοιβής του ενάγοντος. Επιπλέον, απεδείχθη ότι, με συμφωνία των διαδίκων, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα πάγια μηνιαίως ορισμένη αμοιβή, όπως το περιεχόμενο της έγγραφης συμφωνίας παρατίθεται ανωτέρω, για την υπερωριακή του απασχόληση, αναγνωρίζοντας, τοιουτοτρόπως, εκ προοιμίου την ανάγκη για υπερωριακή απασχόληση αυτού. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, αποδείχθηκε ότι, κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.3.2021 έως 3.3.2021 και από 16.3.2021 έως 25.3.2021, οπότε το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00, για το λιμάνι του Ηρακλείου (αφ. 06.00 της επομένης ημέρας), απ’ όπου μετά την αποβίβαση των επιβατών, αναχωρούσε εκ νέου και κατέπλεε ώρα 09.15 στο λιμάνι της Σούδας (Χανιά), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 18.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε περίπου ώρα 19.00 και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.30 για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας, ο ενάγων απασχολείτο ως «νυχτερινός θαλαμηπόλος» στη ρεσεψιόν του πλοίου «ΦΠ», με έναρξη της απασχόλησής του, με τον απόπλου του πλοίου, από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21.00. Κατά τη διάρκεια της εν λόγω απασχόλησής του, ευρίσκετο στη ρεσεψιόν του πλοίου απασχολούμενος με τον καθαρισμό της ρεσεψιόν, των γραφείων και του χώρου επιβίβασης και υποδοχής του πλοίου και την εξυπηρέτηση των επιβατών, καθόν χρόνο δεν παρίστατο ο προϊστάμενος του στο χώρο της ρεσεψιόν. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της βάρδιάς του μετείχε και στην επιβίβαση των επιβατών. Κατά τα χρονικά διαστήματα, κατά τα οποία το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, οπότε, όπως απεδείχθη, το πλοίο απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00 για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας, ή Πειραιάς – Χανιά με επιστροφή, οπότε, όπως απεδείχθη, το πλοίο απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:30 για το λιμάνι Σούδας (Χανιά), όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.30 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 06:30 της επομένης ημέρας, ο ενάγων απασχολείτο με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου αμέσως μετά την αποβίβαση των επιβατών, εργασία που ξεκινούσε μισή ώρα προ της αφίξεως του πλοίου στο λιμάνι. Ακολούθως, ο ενάγων αναπαύονταν και απασχολείτο εκ νέου αρχικά στις εργασίες επιβίβασης των επιβατών και με το πέρας της εν λόγω εργασίας του, στο εστιατόριο self – service του πλοίου. Με την ολοκλήρωση δε της λειτουργίας αυτού, επί μισή τουλάχιστον ώρα απασχολείτο και με την καθαριότητα του χώρου του εστιατορίου. Καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα (Χανίων) – Ηράκλειο με επιστροφή, οπότε το πλοίο, όπως απεδείχθη, αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 21:00, για Ηράκλειο (αφ. 06.00 της επομένης ημέρας), απ’ όπου αναχωρούσε εκ νέου και κατέπλεε ώρα 09.15 στο λιμάνι της Σούδας (Χανιά), απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 18.00 της ίδιας ημέρας για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου κατέπλεε περίπου ώρα 19.00 και απέπλεε εκ νέου ώρα 21.30 για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας, ο ενάγων απασχολείτο με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου αμέσως μετά την αποβίβαση των επιβατών στους λιμένες Πειραιά και Ηράκλειο, εργασία που ξεκινούσε μισή ώρα προ της αφίξεως του πλοίου στο λιμάνι και την οποία εργασία συνέχιζε μετά την άφιξη στο λιμάνι της Σούδας. Ακολούθως, απασχολείτο στην επιβίβαση των επιβατών και την τακτοποίησή των αποσκευών τους στις καμπίνες και στις θέσεις τους, καθώς και με την παραλαβή ασυνόδευτων δεμάτων και αποσκευών στο λιμάνι της Σούδας, με τις ίδιες δε εργασίες (στην επιβίβαση των επιβατών και την τακτοποίησή των αποσκευών τους στις καμπίνες και στις θέσεις τους, καθώς και με την παραλαβή ασυνόδευτων δεμάτων και αποσκευών) απασχολείτο και κατά την προσέγγιση ακολούθως του πλοίου στο λιμάνι του Ηρακλείου. Ακολούθως, με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι, ήτοι από ώρας 21.30 στο λιμάνι του Ηρακλείου και από ώρας 21.00 στο λιμάνι του Πειραιά, απασχολείτο στο εστιατόριο self – service του πλοίου στην εξυπηρέτηση των πελατών. Με την ολοκλήρωση δε της λειτουργίας του απασχολείτο επί μισή ώρα τουλάχιστον, στην καθαριότητα του χώρου του εστιατορίου. Κατά τις ημέρες που το πλοίο εκτελούσε επιπλέον του εκάστοτε τακτικού δρομολογίου Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή (αναχώρηση από το εκάστοτε λιμάνι ώρα 21.00 και άφιξη στο λιμάνι προορισμού ώρα 06.30 της επομένης ημέρας, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 21.00 της ιδίας ημέρας) και ημερήσιο δρομολόγιο, ήτοι με την άφιξή του στο λιμάνι ώρα 06.30 απέπλεε ώρα 11.00 εκ νέου από το λιμάνι (Ηρακλείου ή Πειραιώς) και κατέπλεε στο αντίστοιχο λιμάνι (Πειραιώς ή Ηρακλείου κατά περίπτωση) ώρα 18.30, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου, προς εκτέλεσε του τακτικού δρομολογίου ώρα 21.00 την ίδια ημέρα, ο ενάγων απασχολείτο με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου, αμέσως μετά την αποβίβαση των επιβατών στους λιμένες Πειραιά και Ηράκλειο, εργασία που ξεκινούσε μισή ώρα προ της αφίξεως του πλοίου στο λιμάνι και ακολούθως, απασχολείτο στην επιβίβαση των επιβατών και μεταφορά των αποσκευών τους στις καμπίνες τους. Περί ώρας 12.30, ξεκινούσε η απασχόλησή του στην τραπεζαρία – self service του πλοίου. Με την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι ώρα 18.30 και την αποβίβαση των επιβατών, απασχολείτο στον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και με το πέρας της εν λόγω εργασίας στην υποδοχή των επιβατών. Από ώρας δε 21:00 απασχολείτο στην τραπεζαρία του πλοίου έως πέρατος λειτουργίας αυτού. Κατά τις ημέρες που το πλοίο εκτελούσε επιπλέον του εκάστοτε τακτικού δρομολογίου Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή (αναχώρηση από το εκάστοτε λιμάνι ώρα 21.00 και άφιξη στο λιμάνι ώρα 06.30 της επομένης ημέρας απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 21.00 της ιδίας ημέρας) και ημερήσιο δρομολόγιο Ηράκλειο – Μήλος – Πειραιάς – Μήλος – Ηράκλειο, οπότε το πλοίο όπως απεδείχθη, αναχωρούσε από το λιμάνι του Ηρακλείου ή από τον Πειραιά ώρα 11.00 για Μήλο, όπου κατέπλεε ώρα 15.00, ακολούθως δε απέπλεε από το λιμάνι της Μήλου για Πειραιά ή Ηράκλειο, όπου κατέπλεε ώρα 18.45 και ακολούθως, το πλοίο, προς εκτέλεση του τακτικού δρομολογίου Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, αναχωρούσε εκ νέου ώρα 22.00 της ιδίας ημέρας από Ηράκλειο ή Πειραιά, με προορισμό τον Πειραιά ή το Ηράκλειο, αντίστοιχα, όπου κατέπλεε ώρα 6.30 της επόμενης μέρας, ο ενάγων, απασχολείτο με τον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών και των κοινοχρήστων χώρων του πλοίου αμέσως μετά την αποβίβαση των επιβατών στους λιμένες Πειραιά και Ηράκλειο, εργασία που ξεκινούσε μισή ώρα προ της αφίξεως του πλοίου στο λιμάνι. Ακολούθως, από ώρας 08.30 απασχολείτο στην υποδοχή των επιβατών και μεταφορά των αποσκευών τους. Από ώρας 12.30 απασχολείτο στην τραπεζαρία – self – service του πλοίου έως πέρατος λειτουργίας αυτού περί ώρας 15.00. Ακολούθως, απασχολείτο στην επιβίβαση των επιβατών από το λιμάνι της Μήλου και με την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά ή του Ηρακλείου κατά περίπτωση, απασχολείτο στον καθαρισμό των καμπινών των επιβατών. Ακολούθως, από ώρας 19.30 έως ώρας 22.00 απασχολείτο στην υποδοχή των επιβατών και με τον απόπλου του πλοίου απασχολείτο στην τραπεζαρία του πλοίου έως πέρατος της λειτουργίας αυτού. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, αποδείχθηκε ότι, ο ενάγων  δεν εργάσθηκε και μάλιστα υπερωριακά την 23.7.2020, 7.9.2020, 7.10.2020, 10.4.2021, και την 30.4.2021, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, ενόψει του ότι ο ενάγων έλαβε άδεια διανυκτέρευσης, χωρίς κατά τούτο να πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση ειδικώς από τον ενάγοντα. Επιπλέον των ανωτέρω ημερών, όπως αποδεικνύεται από το προσκομιζόμενο, ως σχετικό 4β από την εναγομένη, απόσπασμα του ημερολογίου γέφυρας του πλοίου, ο ενάγων έλαβε άδεια διανυκτέρευσης και κατά τις ημερομηνίες 13.10.2021 και 14.10.2021, κατά τον βάσιμο πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση, για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, με αποτέλεσμα να αποδεικνύεται ότι κατά τις εν λόγω ημέρες (13.10.2021 και 14.10.2021) ο ενάγων δεν εργάσθηκε υπερωριακά. Αντίθετα, δεν απεδείχθη, όπως η εναγομένη ισχυρίσθηκε στα πλαίσια του δευτέρου λόγου της ένδικης έφεσής της, ότι ο ενάγων ευρίσκετο εκτός πλοίου λόγω άδειας διανυκτέρευσης, επιπλέον των ανωτέρω ημερών και τις ημέρες 11.4.2021, 3.6.2021, 4.6.2021, 28.6.2021, 29.6.2021, 18.7.2021, 19.7.2021, 20.7.2021, 29.8.2021 και 30.8.2021, ενόψει του ότι η εναγομένη δεν προσκομίζει για τις ανωτέρω ημερομηνίες αντίγραφα του ημερολογίου γέφυρας των πλοίων της. Κατά τις υπόλοιπες ημέρες εργασίας του ενάγοντος επί των ανωτέρω πλοίων της εναγομένης, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, αποδεικνύεται ότι, ο ενάγων, κατ’ εντολή του προϊσταμένου αρχιθαλαμηπόλου του εκάστοτε πλοίου στο οποίο εργαζόταν, απασχολείτο και πέραν του νομίμου ωραρίου, γεγονός άλλωστε που επιβεβαιώνεται και από ότι η εναγομένη, με τις έγγραφες συμβάσεις ναυτολόγησης, είχε αναλάβει να καταβάλει παγίως αμοιβή στον ενάγοντα για υπερωριακή απασχόληση κατά τις καθημερινές ημέρες, τις ημέρες Σαββάτου και αργιών. Λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί των ανωτέρω πλοίων της εναγομένης, τα οποία εκτελούσαν τα δρομολόγια που προαναφέρθηκαν ανά συγκεκριμένες περιόδους εντός των διαστημάτων των ναυτολογήσεών του, της αυξομείωσης της επιβατικής κίνησης αναλόγως των περιόδων του έτους, κατά τις οποίες ο ενάγων ήταν ναυτολογημένος (σχετικά μειωμένη τη χειμερινή, περισσότερο αυξημένη κατά τη θερινή), των χαρακτηριστικών των ανωτέρω πλοίων, της σταθερής και ανελλιπούς καταβολής στον ενάγοντα κάθε μήνα από την εναγόμενη χρηματικών ποσών ως αμοιβή για την εκτέλεση υπερωριών και κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και όχι μόνον για την παροχή εργασίας κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, όπερ εκ των πραγμάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αντίδικός του αναγνώριζε στην πράξη την ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης των μελών του πληρώματος της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων των πλοίων της για την εύρυθμη λειτουργία τους, της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος και των καθηκόντων της ειδικότητάς του, όπως αυτά επίσης εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω, της οργανικής πληρότητας του πλοίου κατά τις ίδιες χρονικές περιόδους και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το παρόν Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι, ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας εργασίας του ενάγοντος στο πλοίο της εναγομένης, ανερχόταν σε ένδεκα (11) ώρες καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και Πειραιάς – Χανιά με επιστροφή, σε δώδεκα (12) ώρες καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και προσέγγιζε και το λιμάνι των Χανίων και σε δέκα τέσσερις (14) ώρες καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε ημερήσια δρομολόγια, κατά τη διάρκεια των οποίων, ορισμένες ημέρες, προσέγγιζε και το λιμάνι της Μήλου. Κατά συνέπεια, η πέραν των οκτώ ωρών εργασίας, κατά τις καθημερινές και ημέρες Κυριακής, εργασία του ενάγοντος και η κατά περίπτωση ένδεκα, δώδεκα και δέκα τεσσάρων ωρών ημερήσια εργασία αυτού στα ανωτέρω πλοία της εναγομένης κατά τα Σάββατα και τις αργίες, θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην εν προκειμένω εφαρμοστέα ΣΣΝΕ, με αποτέλεσμα ο ενάγων να δικαιούται την προβλεπομένη στην ίδια ΣΣΝΕ αμοιβή για κάθε ώρα τέτοιας εργασίας. Οι ισχυρισμοί της εναγομένης που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις της ότι, κάθε μήνα υπέβαλε προς το οικείο Λιμεναρχείο το αρχείο των ωρών αναπαύσεως ναυτικών, στο οποίο αποτυπώνονταν οι ώρες εργασίας και ανάπαυσης εκάστου ναυτολογημένου στα ανωτέρω πλοία της καθ’ εκάστη ημέρα και ουδέποτε το οικείο Λιμεναρχείο αμφισβήτησε τα στοιχεία που αυτή κατέθεσε ότι δηλαδή ο ενάγων εργαζόταν επί δέκα ώρες ημερησίως, όπως επίσης ότι σε έκτακτες επιθεωρήσεις του οικείου Λιμεναρχείου δεν διεπιστώθησαν παραβάσεις ως προς τις ώρες λειτουργίας των ναυτολογημένων στα ανωτέρω πλοία της, δεν δύνανται να οδηγήσουν σε διαφορετική κρίση το παρόν Δικαστήριο, εφόσον μάλιστα το αρχείο των ωρών αναπαύσεως ναυτικών, δεν προσκομίζεται από την εναγομένη, από την οποία εξάλλου αυτό συνετάσσετο. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε, με την εκκαλουμένη απόφασή του, ότι ο ενάγων απασχολείτο στα ανωτέρω πλοία της εναγομένης ως θαλαμηπόλος επί ένδεκα ώρες ημερησίως, καθόν χρόνο τα ανωτέρω πλοία εκτελούσαν τα δρομολόγια Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και Πειραιάς – Χανιά (Σούδα) με επιστροφή και επί δέκα τέσσερις ώρες καθόν χρόνο τα ανωτέρω πλοία της εναγομένης εκτελούσαν, επιπλέον των τακτικών δρομολογίων και ημερήσια δρομολόγια, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου δευτέρου λόγου της έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, εκ του λόγου ότι, έγιναν δεκτοί ως βάσιμοι στην ουσία τους οι ανωτέρω αγωγικοί ισχυρισμοί του ως προς τις ώρες εργασίας του και του πρώτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση, για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, καθό μέρος δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν πέραν των δέκα ωρών ημερησίως. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αναφορά στο έκτο φύλλο της εκκαλουμένης αποφάσεως περί εργασίας του ενάγοντος, κατά τις καθημερινές και Κυριακές ημέρες, επιπλέον του νομίμου ωραρίου, επί επτά ώρες, έγινε από προφανή παραδρομή, εφόσον στην ίδια σελίδα, προσδιορίζονται και αριθμητικά οι, πέραν του νομίμου ωραρίου, ώρες εργασίας του ενάγοντος. Εν τούτοις, καθό μέρος, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν επί ένδεκα ώρες και καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα – Ηράκλειο – Πειραιάς, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει ο δεύτερος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση εκ του λόγου ότι δεν έγινε δεκτός ο αγωγικός του ισχυρισμός ως προς τις ώρες απασχόλησής του, να γίνει δεκτός ως εν μέρει βάσιμος στην ουσία του, απορριπτομένου, κατά τούτο, του περί του αντιθέτου πρώτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων εκ του λόγου ότι δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν πέραν των δέκα ωρών ημερησίως, εφόσον απεδείχθη ότι, καθόν χρόνο τα ανωτέρω πλοία της εναγομένης εκτελούσαν το ανωτέρω δρομολόγιο (Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα – Ηράκλειο – Πειραιάς), ο ενάγων εργαζόταν επί δώδεκα ώρες ημερησίως. Κατόπιν των ανωτέρω, ο ενάγων για την απασχόλησή του στα ανωτέρω πλοία της εναγομένης, κατά τις ένδικες περιόδους, εδικαιούτο ως αμοιβή για την ανωτέρω υπερωριακή εργασία του, τα ακόλουθα χρηματικά ποσά: [Ι] Στα πλαίσια της πρώτης ναυτολόγησης και δη για το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 21.1.2020, οπότε το ανωτέρω πλοίο ΚΠΣ εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα – Ηράκλειο – Πειραιάς και ο ενάγων εργαζόταν επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη ημέρα, συνολικά το ποσό των ευρώ (522,00 + 626,40 =) 1.148,40 και όχι το ποσό των ευρώ 965,70, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και δη α) για 12 ημέρες καθημερινές και 3 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 522,00 (15 καθημερινές και Κυριακές Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 60 ώρες  Χ 8,70 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του θαλαμηπόλου, με βάση την ισχύσασα κατά τον επίδικο χρόνο, κατά τη συμφωνία των διαδίκων, Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019 για τις καθημερινές και τις Κυριακές) και β) για 3 ημέρες Σαββάτου και 2 ημέρες αργίας (1.1.2020 και 6.1.2020), του εν λόγω χρονικού διαστήματος κατά τις οποίες απεδείχθη ότι εργάσθηκε επί 12 ώρες ημερησίως εκάστη, το ποσό των 626,40 ευρώ (5 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα = 60 ώρες Χ 10,44 ευρώ, που προβλέπεται από την προαναφερθείσα ΣΣΝΕ για κάθε ώρα εργασίας του θαλαμηπόλου κατά τα Σάββατα και τις αργίες). Περαιτέρω, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, αφού δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της σχετική περί μερικής καταβολής ένσταση της εναγομένης, έναντι του ανωτέρω ποσού των ευρώ 1.148,40, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 914,70, εκ του οποίου ποσό ευρώ 643,71 ως συμβατικές υπερωρίες, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. β΄ της ανωτέρω από 12.12.2019 έγγραφης σύμβασης εργασίας που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων και ποσό ευρώ 270,99 ως «ποσοστά» επί των καθαρών πωλήσεων ειδών κυλικείου και εστιατορίου στο ανωτέρω πλοίο που αυτός (ενάγων) απασχολήθηκε, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. γ΄ της ανωτέρω ατομικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας. Την καταβολή του ποσού των ευρώ 643,71 έναντι της εν λόγω απαίτησης και επιπλέον, την καταβολή του ποσού των ευρώ 270,99, με αιτιολογία «προμήθεια θαλαμηπόλων» ο ενάγων δεν αμφισβητεί με την ένδικη έφεσή του, αμφισβητεί, εν τούτοις, με τον πρώτο λόγω της ένδικης έφεσής του, τον συνυπολογισμό του ποσού των ευρώ 270,99, που του κατεβλήθη με αιτιολογία «προμήθεια θαλαμηπόλων», στις ένδικες απαιτήσεις του για καταβολή της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση. Ειδικότερα, στα πλαίσια του πρώτου λόγου έφεσης, ισχυρίζεται ότι, εσφαλμένως και δη, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και δη των διατάξεων των άρθρων 440 και 441 ΑΚ, η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ως βάσιμη στην ουσία της την, περί συμψηφισμού, ένσταση της εναγομένης, στις επίδικες απαιτήσεις του για καταβολή υπολοίπου αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση, του ποσού που αυτός (ενάγων) ελάμβανε ως ποσοστά επί των καθαρών εσόδων της τραπεζαρίας – εστιατορίου a la carte, του εστιατορίου self – service και των μπαρ του ανωτέρω πλοίου. Τούτο διότι η εναγομένη δεν έχει αξίωση επιστροφής του ανωτέρω ποσού ως αχρεωστήτως καταβληθέντος. Το εν λόγω ποσό, κατά τον ίδιο λόγο έφεσης, δεν καταβάλλονταν από την εναγομένη, αλλά εδίδετο ως φιλοδώρημα από τους επιβάτες του πλοίου και ως ποσοστό επί των πωλήσεων του μπαρ του πλοίου, κατόπιν σχετικής συμφωνίας του σωματείου των θαλαμηπόλων με την εταιρεία εστίασης των μπαρ, με αποτέλεσμα να μην επιδέχεται συμψηφισμού με της απαίτησή του για καταβολή αμοιβής από την εναγομένη για την υπερωριακή του απασχόληση επί του ανωτέρω πλοίου. Το εν λόγω ποσό, κατά τον ενάγοντα, δεν θα πρέπει να εκτιμηθεί ούτε ως «επιμίσθιο», διότι δεν καταβάλλονταν τακτικώς και παγίως, αλλά κάθε μήνα ήταν διαφορετικού ύψους, ούτε του καταβάλλονταν ως αντάλλαγμα για την παρασχεθείσα υπ’ αυτού εργασία, αφού δεν συνυπολογίζονταν από την εναγομένη στις αποδοχές του ενάγοντος, κατά τον υπολογισμό των δώρων εορτών. Μάλιστα, κατά τον ενάγοντα, η ίδια η εναγομένη στις αποδείξεις μισθοδοσίας που εξέδιδε δεν ανέγραφε ως αιτιολογία καταβολής του την αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος. Επί των ανωτέρω ισχυρισμών πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: Σύμφωνα με το άρθρο 3 § 1 του Ν. 3239/1955, η ατομική σύμβαση εργασίας, που καταρτίζεται από πρόσωπο δεσμευόμενο από συλλογική σύμβαση εργασίας, θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους θεσπισθέντες με  την τελευταία όρους, οι δε αντίθετες ατομικές συμφωνίες είναι άκυρες.  Ωστόσο, όροι ατομικής εργασιακής σύμβασης ευνοϊκότεροι για το μισθωτό, από εκείνους  της συλλογικής σύμβασης, είναι επικρατέστεροι. Επομένως, αν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπόμενων από τη συλλογική σύμβαση και περιελήφθη όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις πέραν των νομίμων καταβαλλόμενες, ο όρος είναι ισχυρός. Αυτό μάλιστα  ισχύει όχι μόνο για τις αποδοχές που υφίστανται κατά το χρόνο σύναψης της ατομικής εργασιακής σύμβασης, αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες που θα θεσπιστούν μετά την κατάρτιση της ατομικής σύμβασης. Τα ανωτέρω ισχύουν ομοίως και για αξιώσεις από ναυτική εργασία, που θεμελιώνονται σε ειδικές διατάξεις (ΑΠ 516/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕΠ 465/2009, ΕΝαυτΔ 2009/276). Μάλιστα, στη ναυτική πρακτική, η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, στον οποίο περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές που προβλέπονται από την οικεία ΣΣΝΕ, ονομάζεται «κλειστός μισθός» και είναι έγκυρη κατ’ άρθρο 361 ΑΚ, με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον συμβατικό «κλειστό» μισθό, διαφορετικά, αν δηλαδή ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η σχετική συμφωνία δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ 361/2013 ΕΝαυτΔ 2013/208, ΕφΠειρ 391/2009 ΕΝαυτΔ 2009/283, ΕφΠειρ 429/2008, ΕΝαυτΔ 2008/284, ΕφΠειρ 30/2008, ΕΝαυτΔ 2008/106). Η έννοια του «κλειστού» μισθού, που προϋποθέτει υφιστάμενο ένα νόμιμα καθοριζόμενο όριο ελάχιστων αποδοχών του εργαζομένου, περιλαμβάνει και τη συμφωνία ότι οι υπέρτερες αποδοχές καταλογίζονται στα τυχόν ήδη καταβαλλόμενα ή και μελλοντικά επιδόματα (ΜονΕφΠειρ. 369/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, εάν συμφωνηθεί στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται στο ναυτικό, κατά τρόπο τακτικό και πάγιο, κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπόμενου από την οικεία ΣΣΝΕ μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία «επιμίσθιο», ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του, της δραστηριότητας και του ζήλου του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, χωρίς πρόβλεψη περί καταλογισμού αυτού προς άλλες αποδοχές, το εν λόγω πρόσθετο ποσόν αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του εργοδότη,  ελεύθερα  ανακλητή ή δυνάμενη να καταλογιστεί μονομερώς προς άλλες συμβατικές αξιώσεις του ναυτικού. Το εν λόγω  πρόσθετο χρηματικό ποσό («επιμίσθιο») μπορεί όμως να συμψηφιστεί προς τις προβλεπόμενες από τις οικείες ΣΣΝΕ αποδοχές στην περίπτωση,  κατά την οποία υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση ναυτικής εργασίας περί καταλογισμού του στις καταβαλλόμενες συμβατικές αποδοχές. Άλλως, αν δηλαδή δεν έχει κάτι τέτοιο συμφωνηθεί, ειδικά και ορισμένα, ο εργοδότης δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί στον  συμψηφισμό του, γιατί με τον τρόπο αυτό θα περιόριζε μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (ΑΠ 1013/2003, ο.π., ΑΠ 225/2002, ΕΕΔ 2003/1166 = ΔΕΝ 2002/1314, ΜονΕφΠειρ. 202/2021, ΜονΕφΠειρ. 464/2021, ΜονΕφΠειρ. 218/2020, ΜονΕφΠειρ. 213/2016, ΜονΕφΠειρ. 50/2016, ΜονΕφΠειρ. 496/2015,  ΜονΕφΠειρ. 322/2015, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 221/2015, Δνη 2016/1405, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΕφΠειρ 185/2012, ΕΝαυτΔ 2012/397, ΕφΠειρ 471/2011, ΕΝαυτΔ 2011/257, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 205, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος πρώτος, 2004, άρθρο 60, σελ. 326). Εξάλλου, για τη συγκρότηση της έννοια του επιμίσθιου γενικά αρκεί η καταβολή σε τακτική και μόνιμη βάση ενός πρόσθετου χρηματικού ποσού στον εργαζόμενο και δεν απαιτείται αυτό να είναι του ιδίου ύψους ανά μήνα (ΜονΕφΠειρ. 177/2024, ΜονΕφΠειρ. 463/2022, διαθέσιμες στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου στο Διαδίκτυο). Εν προκειμένω, πράγματι, δυνάμει όρου της από 12.12.2019 έγγραφης συμβάσεως εργασίας που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων, και δη του όρο [4] αυτής, υπό του τίτλου «Αποδοχές», προβλέφθηκε ότι, οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος θα περιλαμβάνουν (α) τις νόμιμες αποδοχές της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2019 που έχει κυρωθεί με την υπ’ αριθμ. No. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ 3170/Β/12-08-2019), πλέον υπό στοιχείο (β) συμβατικές υπερωρίες εκ ποσού ευρώ 727,74 συνολικά, αφορώσες (76) υπερωρίες μηνός, εκ των οποίων (38) υπερωρίες αμειβόμενες ως καθημερινές, ήτοι με ποσό ευρώ 330,79, πλέον (38) υπερωρίες αμειβόμενες με την εκάστοτε ισχύουσα προσαύξηση που ισχύει για την εργασία του Σαββάτου και των αργιών, ήτοι ποσό ευρώ 396,95, με την ειδικότερη πρόβλεψη ότι η εργασία των αργιών θα αμείβεται ως οχτάωρο σε κάθε περίπτωση υπερωριακά, επιπλέον των (76) υπερωριών πλέον, υπό στοιχείο (γ) τα αναφερόμενα στο επισυναπτόμενο στην εν λόγω έγγραφη σύμβαση, Παράρτημα 1 ποσοστά, στο οποίο (Παράρτημα 1), υπό του τίτλου «Επιστασία Ξενοδοχειακού», αναφέρεται «Εισπράξεις από μπαρ, τραπεζαρία και self service» και κατάλογος με είδη προϊόντων και αντίστοιχο ποσοστό για έκαστο προϊόν, με αναφορά στο τέλος ότι, τα ποσοστά υπολογίζονται επί των καθαρών εισπράξεων, ήτοι κατόπιν της αφαίρεσης του ΦΠΑ. Προβλέφθηκε επίσης ρητά ότι, οι ως άνω αμοιβές – παροχές υπό στοιχείο β’ και γ’, καθώς και οποιοδήποτε ποσό ήθελε καταβληθεί στον Ναυτικό πέραν των προαναφερομένων, υπόκεινται σε συμψηφισμό με τυχόν αξιώσεις του ενάγοντος για παροχή υπερωριακής εργασίας. Με την τελευταία αυτή συμφωνία, προβλέφθηκε δηλαδή μεταξύ των διαδίκων ότι, τα εκάστοτε καταβαλλόμενα και προβλεπόμενα στο Παράρτημα 1 ποσοστά επί των καθαρών πωλήσεων των αναφερομένων στο παράρτημα προϊόντων κυλικείου και εστιατορίου του ανωτέρω πλοίου, θα συμψηφίζονται με τυχόν απαιτήσεις του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση. Ο σχετικός όρος στην επίδικη ατομική σύμβαση εργασίας επομένως, επέτρεπε τον καταλογισμό των, υπέρτερων των νόμιμων αποδοχών του, καταβαλλόμενων στον ενάγοντα από την εργοδότριά του χρηματικών ποσών, την αιτία καταβολής των οποίων η συμφωνία προσδιόριζε κατά τρόπο ορισμένο και ειδικό. Επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία κατά παραδοχή ως και ουσιαστικά βάσιμης σχετικής, περί μερικής αποσβέσεως της ένδικης απαίτησης του ενάγοντος για αμοιβή του για την υπερωριακή του απασχόληση, ένστασης της εναγομένης, πλέον του ποσού των ευρώ 643,71, το οποίο αυτή (εναγομένη) του κατέβαλε ως συμβατικές υπερωρίες, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. β΄ της ανωτέρω από 12.12.2019 έγγραφης σύμβασης εργασίας που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων και του ποσού των ευρώ 270,99, ως «ποσοστά» επί των καθαρών πωλήσεων ειδών κυλικείου και εστιατορίου στο ανωτέρω πλοίο που απασχολήθηκε ο ενάγων, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. γ΄ της ανωτέρω ατομικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας, δια συμβατικού συμψηφισμού, καθόσον θεώρησε το ανωτέρω ποσό των ευρώ 270,99 υποκείμενο στον προταθέντα συμβατικό συμψηφισμό και κατόπιν της προτάσεως του υπό της εναγομένης, καταλόγισε το ανωτέρω ποσό των ευρώ 270,99 στην αξίωση του ενάγοντος για αμοιβή της υπερωριακής του εργασίας στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ορθά εφάρμοσε το νόμο. Οι ισχυρισμοί του ενάγοντος που περιέχονται στον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης ότι δηλαδή το επίμαχο χρηματικό ποσό των ευρώ 270,99, δεν μπορούσε να συμψηφιστεί με τις αξιώσεις του επειδή, αφενός, δεν στοιχειοθετούσε την έννοια του «επιμίσθιου», αφού δεν καταβάλλονταν «τακτικώς και παγίως», καθώς τα ποσά που του καταβάλλονταν με αιτιολογία «προμήθεια θαλαμηπόλων» διέφεραν καθ’ ύψος ανά μήνα και, αφετέρου, επειδή δεν καταβάλλονταν από την εργοδότρια αλλά από τρίτον και, συγκεκριμένα, από τους επιβάτες ως φιλοδωρήματα και από την εταιρία εστίασης, με την οποία είχε συνάψει σχετική συμφωνία το σωματείο των θαλαμηπόλων, τυγχάνουν προεχόντως αόριστοι και ως τέτοιοι απορριπτέοι. Τούτο διότι, δεν διευκρινίζεται, στα πλαίσια του πρώτου λόγου έφεσης, ποια ήταν η εταιρία που είχε αναλάβει την παροχή υπηρεσιών εστίασης στα πλοία της εναγομένης, ούτε επεξηγείται αν τελικά καταβαλόντες τα επίδικα χρηματικά ποσά ήταν οι επιβάτες ή «η εταιρία εστίασης», ούτε αν επρόκειτο για «φιλοδωρήματα» για την παροχή των υπηρεσιών των θαλαμηπόλων στους επιβάτες ή για ποσοστά επί των πωλήσεων σ’ αυτούς ορισμένων προϊόντων επί του πλοίου. Επιπλέον, τυγχάνουν και νομικά αβάσιμοι διότι, όπως προελέχθη, για τη συγκρότηση της έννοια του «επιμίσθιου», αρκεί η καταβολή σε τακτική και μόνιμη βάση ενός πρόσθετου χρηματικού ποσού στον εργαζόμενο και δεν απαιτείται αυτό να είναι του ιδίου ύψους ανά μήνα. Τούτο μάλιστα, ανεξαρτήτως του ότι εν προκειμένω τα χρηματικά ποσά που η εργοδότρια εναγόμενη ανέλαβε τη συμβατική υποχρέωση να καταβάλλει σε μόνιμη βάση κάθε μήνα στον ενάγοντα προσδιορίστηκαν ως ποσοστά επί των καθαρών εισπράξεων από πωλήσεις διαφόρων καταναλωτικών ειδών, γεγονός που λογικώς αποκλείει την είσπραξη ενός σταθερού ποσού κάθε μήνα, αφού η βάση του υπολογισμού του (πωλήσεις προϊόντων) είναι εξ ορισμού ευμετάβλητη, εξαρτώμενη από περισσότερους αστάθμητους παράγοντες και, ιδίως, την εποχή του έτους και την επιβατική κίνηση, όπως άλλωστε αποτυπώνεται και στις αποδείξεις πληρωμής της μισθοδοσίας του ενάγοντος. Τέλος, πέραν της κατά τα ανωτέρω αοριστίας τους, τα όσα, περί αμοιβαιότητας των απαιτήσεων ως προϋπόθεσης του συμψηφισμού, επικαλείται ο εκκαλών προς θεμελίωση των ισχυρισμών του ότι ο συμψηφισμός εν προκειμένω ήταν ανεπίτρεπτος, επειδή η εναγόμενη ως οφειλέτρια της κύριας απαίτησης (διαφορές υπερωριακής αμοιβής), κατά της οποίας προτάθηκε ο ανωτέρω λόγος αποσβέσεως (συμβατικός συμψηφισμός), δεν ήταν συγχρόνως και ο δανειστής της ανταπαίτησης που προβλήθηκε σε συμψηφισμό, ισχύουν μόνον επί νόμιμου συμψηφισμού και δεν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση του επίμαχου, ο οποίος, ως απορρέων από ειδική, ορισμένη και έγκυρη συμφωνία των μερών, είναι συμβατικός και στο πλαίσιό του είναι καταρχήν δυνατός ο συμψηφισμός από τον οφειλέτη όχι μόνο δικών του απαιτήσεων αλλά και αλλότριων (ΜονΕφΠειρ. 177/2024 ο.π.). Επομένως, ο ερευνώμενος πρώτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Κατόπιν των ανωτέρω, έναντι της ανωτέρω αποδειχθείσας, εκ ποσού ευρώ 1.148,40, απαίτησης του ενάγοντος για αμοιβή του για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων συμβάσεων ναυτολόγησης, απεδείχθη ότι η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 914,70 συνολικά και επομένως συνεχίζει να του οφείλει για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (1.148,40 μείον 914,70 =) 233,70. Η εκκαλουμένη απόφαση η οποία για την ίδια αιτία δέχθηκε ότι η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 51,39, έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον βάσιμο εν μέρει στην ουσία του δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση αποδείξεων, απορριπτομένου του αντίστοιχου πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση ομοίως για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ως αβασίμου στην ουσία του. [ΙΙ] Στα πλαίσια της δεύτερης ναυτολόγησης και δη για το χρονικό διάστημα από 24.6.2020 έως 12.10.2020 συνολικά το ποσό των ευρώ (3.429,54 +  1.656,48 =) 5.086,02 και όχι το ποσό των ευρώ 4.885,92, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του αντίστοιχου πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και δη [Α] για το χρονικό διάστημα από 24.6.2020 έως 9.9.2020, το ποσό των ευρώ (1.331,10 + 678,60 + 689,04 + 730,80 =) 3.429,54 [ι] (α) για 46 ημέρες καθημερινές  (24.6, 25.6, 26.6, 29.6, 30.6, 1.7., 2.7, 3.7, 6.7, 7.7, 8.7, 9.7, 10.7, 13.7, 14.7, 15.7, 16.7, 17.7, 20.7, 21.7, 22.7, 24.7, 27.7, 28.7, 29.7, 3.8., 4.8, 5.8, 10.8, 11.8, 12.8, 17.8, 18.8, 19.8, 21.8, 24.8, 25.8, 26.8, 28.8, 31.8, 1.9, 2.9, 3.9, 4.9, 8.9 και 9.9) και 6 ημέρες Κυριακής (28.6, 5.7, 12.7, 19.7, 26.7 και 6.9) πλην όμως ο ενάγων αξιώνει αμοιβή με την ένδικη αγωγή του για 5 ημέρες Κυριακής, του εν λόγω χρονικού διαστήματος, οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και απεδείχθη ότι αυτός εργάσθηκε επί 11 ώρες ημερησίως, το ποσό των ευρώ 1.331,10 (51 καθημερινές και Κυριακές Χ 3 ώρες εργασίας του ημερησίως = 153 ώρες  Χ 8,70 ευρώ) και (β) για 8 ημέρες καθημερινές  (30.7., 31.7, 6.8, 7.8, 13.8, 14.8, 20.8, 27.8) και 5 ημέρες Κυριακής (2.8, 9.8, 16.8, 23.8, και 30.8), του εν λόγω χρονικού διαστήματος, οπότε το πλοίο εκτελούσε διπλά δρομολόγια, και απεδείχθη ότι αυτός εργάσθηκε επί 14 ώρες ημερησίως, το ποσό των ευρώ 678,60 (13 καθημερινές και Κυριακές Χ 6 ώρες εργασίας του ημερησίως = 78 ώρες  Χ 8,70 ευρώ) και [ιι] (α) για 6 ημέρες Σαββάτου (27.6, 4.7, 11.7, 18.7, 15.8, 5.9), οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή,  και απεδείχθη ότι αυτός εργάσθηκε επί 11 ώρες ημερησίως, το ποσό των 689,04 ευρώ (6 Σάββατα Χ 11 ώρες εργασίας του την ημέρα = 66 ώρες Χ 10,44 ευρώ) και (β) για 5 ημέρες Σαββάτου (25.7, 1.8, 8.8, 22.8, 29.8), οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, οπότε το πλοίο εκτελούσε διπλά δρομολόγια, και απεδείχθη ότι αυτός εργάσθηκε επί 14 ώρες ημερησίως, το ποσό των 730,80 ευρώ (5 Σάββατα Χ 14 ώρες εργασίας του την ημέρα = 70 ώρες Χ 10,44 ευρώ) και [Β] για το χρονικό διάστημα από 10.9.2020 έως 12.10.2020 οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα – Ηράκλειο – Πειραιάς και ο ενάγων αποδείχθηκε ότι εργάζονταν επί 12 ώρες ημερησίως, το ποσό των ευρώ (904,80 + 751,68=) 1.656,48 (α) για 21 ημέρες καθημερινές του εν λόγω χρονικού διαστήματος και όχι όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του είκοσι δύο ημέρες (ήτοι 10.9, 11.9, 15.9, 16.9, 17.9, 18.9, 21.9, 22.9, 23.9, 24.9, 25.9, 28.9, 29.9, 30.9, 1.10, 2.10, 5.10, 6.10, 8.10, 9.10, 12.10) και 5 ημέρες Κυριακής (13.9, 20.9, 27.9, 4.10, 11.10) το ποσό των ευρώ 904,80 (26 καθημερινές και Κυριακές Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 104 ώρες  Χ 8,70 ευρώ) και (β) για 5 ημέρες Σαββάτου (12.9., 19.9., 26.9, 3.10, και 10.10) και μία ημέρα αργίας (14.9), το ποσό των 751,68 ευρώ (6 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα = 72 ώρες Χ 10,44 ευρώ). Επομένως, πλέον των ανωτέρω, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση περί την εκτίμηση των αποδείξεων, η οποία, αν και ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του για το εν λόγω χρονικό διάστημα (από 24.6.2020 έως 12.10.2020) αξίωνε, μεταξύ άλλων, αμοιβή για 78 καθημερινές ημέρες και 15 ημέρες Κυριακής, αυτή (εκκαλουμένη απόφαση) δέχθηκε ότι το εν λόγω χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάσθηκε μόνον 61 ημέρες καθημερινές και 10 ημέρες Κυριακής, διότι όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω ο ενάγων εργάσθηκε επί [75] καθημερινές ημέρες και [15] ημέρες Κυριακής. Περαιτέρω, έναντι του ποσού των ευρώ 5.086,02, για την εν λόγω αιτία και δη την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, κατά τη διάρκεια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, κατ΄ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων και κατ’ ορθή εφαρμογή του νόμου, κατ’ αποδοχή ως εν μέρει βάσιμης στην ουσία της σχετικής περί μερικής αποσβέσεως της απαίτησης του ενάγοντος ένστασης της εναγομένης, η τελευταία (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 2.747,56 ως συμβατικές υπερωρίες, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. β΄ της ανωτέρω από 24.6.2020 έγγραφης συμβάσεως εργασίας που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων και το ποσό των ευρώ 656,96 με αιτιολογία «προμήθεια θαλαμηπόλων» ως «ποσοστά» επί των καθαρών πωλήσεων ειδών κυλικείου και εστιατορίου στο πλοίο που απασχολήθηκε ο ενάγων, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. γ΄ της ιδίας ως άνω ατομικής συμβάσεως εργασίας που κατήρτισαν οι διάδικοι, διότι όπως απεδείχθη, ο σχετικός όρος (4) στην επίδικη από 24.6.2020 ατομική σύμβαση εργασίας, το περιεχόμενο του οποίου αναφέρεται ανωτέρω και τυγχάνει όμοιο με τον όρο 4 της σύμβασης που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, επέτρεπε τον καταλογισμό των, υπέρτερων των νόμιμων αποδοχών του, καταβαλλόμενων στον ενάγοντα από την εργοδότριά του χρηματικών ποσών, την αιτία καταβολής των οποίων η συμφωνία προσδιόριζε κατά τρόπο ορισμένο και ειδικό. Τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, τυγχάνουν απορριπτέα ως αβάσιμα στην ουσία τους, ως ειδικότερα αναλύεται ανωτέρω στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, προς αποφυγή ασκόπων επαναλήψεων. Συνολικά, επομένως, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα έναντι της εν λόγω αιτίας το ποσό των ευρώ (2.747,56 + 656,96=) 3.404,52, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση και συνεχίζει να του οφείλει ως υπόλοιπο αμοιβής του, για την υπερωριακή του εργασία στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων, το ποσό των ευρώ (5.086,02 μείον 3.404,52 =) 1.681,50. Η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία για την ίδια αιτία, δέχθηκε ότι η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 1.481,40, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον βάσιμο εν μέρει στην ουσία του δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων. [ΙΙΙ] Στα πλαίσια της τρίτης ένδικης ναυτολόγησης του ενάγοντος και δη για το χρονικό διάστημα από 16.10.2020 έως 1.11.2020, οπότε το πλοίο ΚΠ εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και απεδείχθη ότι ο ενάγων εργαζόταν επί ένδεκα (11) ώρες ημερησίως, συνολικά το ποσό των ευρώ (339,30 +  459,36 =) 798,66, όπως κατ’ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου, δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος και πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης με τους οποίους πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και δη (α) για 10 ημέρες καθημερινές και 3 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 339,30 (13 καθημερινές και Κυριακές Χ 3 ώρες εργασίας του ημερησίως = 39 ώρες  Χ 8,70 ευρώ) και (β) για 3 ημέρες Σαββάτου και μία ημέρα αργίας (28.10), το ποσό των 459,36 ευρώ (4 Σάββατα και αργίες Χ 11 ώρες εργασίας του την ημέρα = 44 ώρες Χ 10,44 ευρώ). Έναντι του ποσού αυτού (των ευρώ 798,66), όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, κατ΄ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων και κατ’ ορθή εφαρμογή του νόμου, κατ’ αποδοχή ως εν μέρει βάσιμης στην ουσία της, σχετικής περί μερικής αποσβέσεως της απαίτησης του ενάγοντος ένστασης της εναγομένης, η τελευταία (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 475,72 ως συμβατικές υπερωρίες, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. β΄ της από 16.10.2020 έγγραφης ατομικής συμβάσεως εργασίας  που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων και το ποσό των ευρώ 62,56 ως «ποσοστά» επί των καθαρών πωλήσεων ειδών κυλικείου και εστιατορίου στο πλοίο που απασχολήθηκε ο ενάγων, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. γ΄ της ιδίας ως άνω ατομικής συμβάσεως εργασίας που κατήρτισαν οι διάδικοι, διότι όπως απεδείχθη, ο σχετικός όρος (4) στην επίδικη από 16.10.2020 ατομική σύμβαση εργασίας, το περιεχόμενο του οποίου αναφέρεται ανωτέρω και τυγχάνει όμοιο με τον όρο 4 της σύμβασης που καταρτίσθηκε στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, επέτρεπε τον καταλογισμό των, υπέρτερων των νόμιμων αποδοχών του, καταβαλλόμενων στον ενάγοντα από την εργοδότριά του χρηματικών ποσών, την αιτία καταβολής των οποίων η συμφωνία προσδιόριζε κατά τρόπο ορισμένο και ειδικό. Τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, τυγχάνουν απορριπτέα ως αβάσιμα στην ουσία τους, ως ειδικότερα αναλύεται ανωτέρω στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, προς αποφυγή ασκόπων επαναλήψεων. Συνολικά, επομένως, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα έναντι της εν λόγω αιτίας το ποσό των ευρώ (475,72 + 62,56 =) 538,28 και συνεχίζει να του οφείλει ως υπόλοιπο αμοιβής του για την υπερωριακή του εργασία στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, το ποσό των ευρώ (798,66 μείον 538,28 =) 260,38. Όμοια κρίνοντας και η εκκαλουμένη απόφαση, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένων ως αβασίμων στην ουσία τους του πρώτου λόγου της ένδικης έφεσης της εναγομένης και του δευτέρου λόγου της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, με τους οποίους πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων. [ΙV] Στα πλαίσια της τέταρτης και πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων και δη για τα χρονικά διαστήματα από 1.3.2021 έως 3.3.2021 και από 16.3.2021 έως 12.5.2021, συνολικά το ποσό των ευρώ (633,36 + 1.242,36 + 579,42 =) 2.455,14 και όχι το ποσό των ευρώ 2.516,04, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του, πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση απορριπτομένου του αντίστοιχου δευτέρου λόγου έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και δη [Α] για τα χρονικά διαστήματα από 1.3.2021 έως 3.3.2021 και από 16.3.2021 έως 25.3.2021, οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο – Σούδα – Ηράκλειο – Πειραιάς και ο ενάγων εργάσθηκε επί 12 ώρες ημερησίως, το ποσό των ευρώ (382,80 + 250,56 =) 633,36 (α) για 10 ημέρες καθημερινές  και 1 ημέρα Κυριακής, το ποσό των ευρώ 382,80 (11 καθημερινές και Κυριακές Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 44 ώρες  Χ 8,70 ευρώ) και (β) για μία ημέρα Σαββάτου και μία ημέρα αργίας (25.3) το ποσό των 250,56 ευρώ (2 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα = 24 ώρες Χ 10,44 ευρώ) και [Β] για το χρονικό διάστημα από 26.3.2021 έως 30.4.2021, οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και ο ενάγων εργάζονταν επί 11 ώρες ημερησίως, το ποσό των ευρώ (783,00 + 459,36 =) 1.242,36 (α) για 25 ημέρες καθημερινές και 5 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 783,00 (30 καθημερινές και Κυριακές Χ 3 ώρες εργασίας του ημερησίως = 90 ώρες  Χ 8,70 ευρώ) και (β) για 4 ημέρες Σαββάτου, δεδομένου ότι απεδείχθη ότι ο ενάγων δεν εργάσθηκε την 10.4.2021 και την 30.4.2021 ημέρα αργίας (Μ. Παρασκευή) πέραν του νομίμου ωραρίου, διότι έλαβε άδεια διανυκτέρευσης εκτός πλοίου, το ποσό των 459,36 ευρώ (4 Σάββατα Χ 11 ώρες εργασίας του την ημέρα = 44 ώρες Χ 10,44 ευρώ) και [Γ] για το χρονικό διάστημα από 1.5.2021 έως 12.5.2021, οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και ο ενάγων εργάζονταν επί 11 ώρες ημερησίως, το ποσό των ευρώ (234,90 + 344,52 =) 579,42 (α) για 7 ημέρες καθημερινές και 2 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 234,90 (9 καθημερινές και Κυριακές Χ 3 ώρες εργασίας του ημερησίως = 27 ώρες  Χ 8,70 ευρώ) και (β) για 2 ημέρες Σαββάτου και μία ημέρα αργίας (3.5 Δευτέρα του Πάσχα), το ποσό των 344,52 ευρώ (3 Σάββατα και αργίες Χ 11 ώρες εργασίας του την ημέρα = 33 ώρες Χ 10,44 ευρώ). Περαιτέρω, έναντι του ανωτέρω ποσού των ευρώ 2.455,14, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, κατ΄ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων και κατ’ ορθή εφαρμογή του νόμου, κατ’ αποδοχή ως εν μέρει βάσιμης στην ουσία της σχετικής περί μερικής αποσβέσεως της ένδικης απαίτησης ένστασης της εναγομένης, η τελευταία (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 1.706,48 ως συμβατικές υπερωρίες, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. β΄ της ανωτέρω από 16.3.2021 ατομικής συμβάσεως εργασίας  και το ποσό των ευρώ 191,78 κατά το χρονικό διάστημα απασχόλησής του στα πλαίσια της πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, ως «ποσοστά» επί των καθαρών πωλήσεων ειδών κυλικείου και εστιατορίου στο πλοίο που απασχολήθηκε ο ενάγων, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. γ΄ της ιδίας ως άνω ατομικής συμβάσεως εργασίας που κατήρτισαν οι διάδικοι, διότι όπως απεδείχθη, ο σχετικός όρος (4) στην επίδικη από 16.3.2021 ατομική σύμβαση εργασίας, το περιεχόμενο του οποίου αναφέρεται ανωτέρω και τυγχάνει όμοιος με τον όρο 4 της σύμβασης που καταρτίσθηκε στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, επέτρεπε τον καταλογισμό των, υπέρτερων των νόμιμων αποδοχών του, καταβαλλόμενων στον ενάγοντα από την εργοδότριά του χρηματικών ποσών, την αιτία καταβολής των οποίων η συμφωνία προσδιόριζε κατά τρόπο ορισμένο και ειδικό. Τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, τυγχάνουν απορριπτέα ως αβάσιμα στην ουσία τους, ως ειδικότερα αναλύεται ανωτέρω στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, προς αποφυγή ασκόπων επαναλήψεων. Συνολικά, επομένως, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα έναντι της εν λόγω αιτίας το ποσό των ευρώ (1.706,48 + 191,78 =) 1.898,26 και συνεχίζει να του οφείλει ως υπόλοιπο αμοιβής του για την υπερωριακή του εργασία στα πλαίσια της τέταρτης και πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, το ποσό των ευρώ (2.455,14 μείον 1.898,26 =) 556,88 και όχι το ποσό των ευρώ 617,78, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον βάσιμο εν μέρει στην ουσία του πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου του αντιστοίχου δευτέρου λόγου έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων ως αβασίμου στην ουσία του. [V] Στα πλαίσια της έκτης και έβδομης των ενδίκων ναυτολογήσεων και δη για τα χρονικά διαστήματα από 12.5.2021 έως 7.9.2021 και από 5.10.2021 έως 31.10.2021, συνολικά το ποσό των ευρώ (2.897,10 + 522,00 + 1.492,92  + 1.461,60 =) 6.373,62 και όχι το ποσό των ευρώ 6.514,56, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά τούτο του αντίστοιχου δευτέρου λόγου έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και δη (α) για 100 ημέρες καθημερινές [και όχι 112 καθημερινές ημέρες, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κάνοντας δεκτό σχετικό αγωγικό ισχυρισμό, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του δεύτερο λόγο έφεσης της εναγομένης που πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση αποδείξεων, δεδομένου ότι οι καθημερινές ημέρες του εν λόγω χρονικού διαστήματος ανέρχονται σε 102 ημέρες, επιπλέον δε απεδείχθη ότι ο ενάγων δεν εργάσθηκε και μάλιστα πέραν του νομίμου ωραρίου τις ημέρες 13.10 και 14.10, εφόσον δεν επέβαινε επί του εν λόγω πλοίου αλλά είχε λάβει άδεια διανυκτέρευσης] και 11 ημέρες Κυριακής οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς Χανιά με επιστροφή, οπότε απεδείχθη ότι ο ενάγων εργαζόταν επί ένδεκα ώρες ημερησίως, το ποσό των ευρώ 2.897,10 (111 καθημερινές και Κυριακές Χ 3 ώρες εργασίας του ημερησίως = 333 ώρες  Χ 8,70 ευρώ), (β) για 10 ημέρες Κυριακής (4.7, 11.7, 18.7, 25.7, 1.8, 8.8, 15.8, 22.8, 29.8, 5.9), δεδομένου ότι ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του δεν αξιώνει αμοιβή για την ημέρα της 15.8.2021 ως ημέρα αργίας, οπότε το πλοίο εκτελούσε διπλά δρομολόγια και ο ενάγων απεδείχθη ότι εργαζόταν επί 14 ώρες ημερησίως, το ποσό των ευρώ 522,00 (10 ημέρες Κυριακής Χ 6 ώρες εργασίας του ημερησίως = 60 ώρες Χ 8,70 ευρώ), (γ) για 11 ημέρες Σαββάτου και δύο ημέρες αργίας (10.6.2021 ημέρα εορτής της Αναλήψεως και 28.10), οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Σούδα με επιστροφή,  οπότε απεδείχθη ότι ο ενάγων εργαζόταν επί 11 ώρες ημερησίως, το ποσό των 1.492,92 ευρώ (13 Σάββατα και αργίες Χ 11 ώρες εργασίας του την ημέρα = 143 ώρες Χ 10,44 ευρώ) και (δ) για 10 ημέρες Σαββάτου (3.7, 10.7, 17.7, 24.7, 31.7, 7.8, 14.8, 21.8, 28.8 και 4.9), οπότε το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, οπότε το πλοίο εκτελούσε διπλά δρομολόγια και ο ενάγων απεδείχθη ότι εργαζόταν επί 14 ώρες ημερησίως, το ποσό των 1.461,60 ευρώ (10 Σάββατα Χ 14 ώρες εργασίας του την ημέρα = 140 ώρες Χ 10,44 ευρώ). Περαιτέρω, έναντι του ανωτέρω ποσού των ευρώ 6.373,62, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, κατ΄ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων και κατ’ ορθή εφαρμογή του νόμου, κατ’ αποδοχή ως εν μέρει βάσιμης σχετικής περί αποσβέσεως της απαίτησης ένστασης της εναγομένης, η τελευταία (εναγομένη) κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 4.001,33 ως συμβατικές υπερωρίες, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. β΄ των ανωτέρω από 13.5.2021 και 5.10.2021 δύο ατομικών συμβάσεων εργασίας που κατήρτισαν οι διάδικοι ενόψει των εν λόγω ναυτολογήσεων του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο και το ποσό των ευρώ 1.091,49, ως «ποσοστά» επί των καθαρών πωλήσεων ειδών κυλικείου και εστιατορίου στο πλοίο που απασχολήθηκε ο ενάγων, κατ’ εφαρμογή του όρου 4 στοιχ. γ΄ των ιδίων ως άνω ατομικών συμβάσεων εργασίας που κατήρτισαν οι διάδικοι, διότι όπως απεδείχθη, ο σχετικός όρος (4) στις επίδικες (από 13.5.2021 και 5.10.2021, αντίστοιχα) ατομικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας, το περιεχόμενο του οποίου αναφέρεται ανωτέρω και τυγχάνει όμοιο με τον όρο 4 της σύμβασης που καταρτίσθηκε στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, επέτρεπε τον καταλογισμό των, υπέρτερων των νόμιμων αποδοχών του, καταβαλλόμενων στον ενάγοντα από την εργοδότριά του χρηματικών ποσών, την αιτία καταβολής των οποίων η συμφωνία προσδιόριζε κατά τρόπο ορισμένο και ειδικό. Τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, τυγχάνουν απορριπτέα ως αβάσιμα στην ουσία τους, ως ειδικότερα αναλύεται ανωτέρω στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, προς αποφυγή ασκόπων επαναλήψεων. Συνολικά, επομένως, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα έναντι της εν λόγω αιτίας το ποσό των ευρώ (4.001,33 + 1.091,49 =) 5.092,82 και συνεχίζει να του οφείλει ως υπόλοιπο αμοιβής του για την υπερωριακή του εργασία στα πλαίσια της έκτης και έβδομης των ενδίκων ναυτολογήσεων το ποσό των ευρώ (6.373,62 μείον 5.092,82 =) 1.280,80 και όχι το ποσό των ευρώ 1.421,74, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον βάσιμο εν μέρει στην ουσία του πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου του αντιστοίχου δευτέρου λόγου έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ως αβασίμου στην ουσία του.

IV. Από τη διάταξη του άρθρου 14 της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι, οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς έναν [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον, η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011/387), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 164/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ο.π., ΕφΠειρ. 177/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 517/2011, αδημ.) και συνυπολογίζεται μόνον αν πραγματοποιούνται τακτικά δρομολόγια εξπρές και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (ΤριμΕφΠειρ. 66/2013, ΜονΕφΠειρ. 590/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 364/2012, αδημ.). Ο ενάγων, ο οποίος εργάσθηκε στα ανωτέρω πλοία της εναγομένης, με την ανωτέρω ειδικότητα, ως απεδείχθη ανωτέρω, εδικαιούτο ως αναλογία επιδόματος εορτών, τα ακόλουθα ποσά: Ι. Για αναλογία Δώρου εορτών Πάσχα 2020 στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, η οποία διήρκησε από 1.1.2020 έως 21.1.2020, εδικαιούτο το ποσό των {[μισθός ενεργείας 204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €, + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της εν λόγω πρώτης ναυτολόγησης (ΑΠ 741/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) [(ευρώ 1.148,40 για υπερωριακή απασχόληση από 1-1-2020 έως 21-1-2020/21 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος από 1.1.2020 έως 21.1.2020 επί 30=) 1.640,57 και όχι το ποσό των ευρώ 2.684,57 κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς και τον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, ούτε το ποσό των ευρώ 1.379,57, όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του τρίτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, απορριπτομένου κατά τούτο του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση αποδείξεων =] 4.180,38 δια 2 επί 1/15  επί (21 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 8=) 2,625 οκταήμερα=} 365,78, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του τρίτο λόγο έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση αποδείξεων και όχι το ποσό των ευρώ 462,27 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό, ούτε το ποσό των ευρώ 342,94, όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως. ΙΙ. Για Δώρο Πάσχα 2021: στα πλαίσια της τέταρτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, η οποία διήρκησε από 1.3.2021 έως 3.3.2021, ο ενάγων εδικαιούτο αναλογίας Δώρου Πάσχα 2021, ανερχόμενη στο ποσό των {[μισθός ενεργείας 1.204,77  €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της εν λόγω τέταρτης ναυτολόγησης (ΑΠ 741/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) [(ευρώ 104,40 {3 ημέρες καθημερινές επί 4 ώρες καθ’ εκάστη = 12 επί Χ 8,70 ευρώ} για υπερωριακή απασχόληση από 1-3-2021 έως 3-3-2021/3 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος από 1-3-2021 έως 3-3-2021 επί 30=) 1.044,00 =] 3.583,81 δια 2 επί 1/15  επί (3 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 8=) 0,375 οκταήμερα=} 44,80 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και (β) στα πλαίσια της πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, η οποία διήρκησε από 16.3.2021 έως 12.5.2021, ο ενάγων εδικαιούτο αναλογίας Δώρου Πάσχα 2021, ανερχόμενη στο ποσό των {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της εν λόγω πέμπτης ναυτολόγησης (ΑΠ 741/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) κατά το χρονικό διάστημα από 16.3.2021 έως 30.4.2021 [(ευρώ 1.771,32 {(7 καθημερινές ημέρες και μία ημέρα Κυριακής επί 4 ώρες = 32 επί 8,70 =) 278,40 + (25 καθημερινές ημέρες και 5 ημέρες Κυριακής επί 3 ώρες = 90 επί 8,70 =) 783,00 + (μία ημέρα Σαββάτου (20.3) και μία ημέρα αργίας (25.3) επί 12 = 24 ώρες επί 10,44 =) 250,56 + (4 ημέρες Σαββάτου επί 11 ώρες = 44 επί 10,44 =) 459,36} 1.771,32 /46 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος από 16-3-2021 έως 30-4-2021 επί 30=) 1.155,21 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) =] 3.695,02 δια 2 επί 1/15  επί (46 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 8=) 5,75 οκταήμερα=} 708,21. Συνολικά για αμφότερες τις ανωτέρω δύο συμβάσεις ναυτολόγησης, ο ενάγων εδικαιούτο, ως αναλογία Δώρου Πάσχα 2021, το ποσό των ευρώ (44,80 + 708, 21 =) 753,01 και όχι το ποσό των 938,48 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό και τον τρίτο λόγο έφεσης του ενάγοντος, ούτε το ποσό των ευρώ 779,74 που δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο, κατά το δεύτερο σκέλος του, πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, καθό μέρος έλαβε υπόψη της προς υπολογισμό των δώρων εορτών τακτικές αποδοχές υψηλότερες των συμφωνημένων, καθόσον συνυπολόγισε μεγαλύτερο ποσό, σε σχέση με το πράγματι δικαιούμενο, μέσο όρο αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση. Έναντι του ανωτέρω ποσού, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και κατά τούτο δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 567,91 και επομένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, δικαιούται ως υπόλοιπο αναλογίας Δώρου εορτών Πάσχα 2021 το ποσό των ευρώ (753,01 μείον 567,91 =) 185,10 και όχι, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον βάσιμο πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, το ποσό των ευρώ 211,83. ΙΙΙ. Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2020 (α) στα πλαίσια της δεύτερης ναυτολόγησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, η οποία διήρκησε από 24.6.2020 έως 12.10.2020, αυτός (ενάγων) εδικαιούτο: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 € + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της εν λόγω τέταρτης ναυτολόγησης (ΑΠ 741/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) [(ευρώ 5.086,02 για υπερωριακή απασχόληση από 24.6.2020 έως 12.10.2020/111 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος από 24.6.2020 έως 12.10.2020 επί 30=) 1.374,60 και όχι το ποσό των ευρώ 2.282,40 κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, ούτε το ποσό των ευρώ 1.665,65, όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο της έφεσης της εναγομένης, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως =] 3.914,41 επί 2/25  επί (111 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19=) 5,842 δεκαεννιαήμερα=} 1.829,44 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι το ποσό των ευρώ 2.282,40 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό και τον τρίτο λόγο έφεσης του ενάγοντος, ούτε το ποσό των ευρώ 1.964,79, όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης της εναγομένης, με την οποία πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση αποδείξεων. (β) στα πλαίσια της τρίτης ναυτολόγησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, η οποία διήρκησε από 16.10.2020 έως 1.11.2020, αυτός (ενάγων) εδικαιούτο: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 € + επίδομα Κυριακών 265,05 € + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της εν λόγω τέταρτης ναυτολόγησης (ΑΠ 741/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) [(ευρώ 798,66 για υπερωριακή απασχόληση από 16.10.2020 έως 1.11.2020/17 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος από 16.10.2020 έως 1.11.2020 επί 30=) 1.409,40 όπως κατ’ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση και όχι το ποσό των ευρώ 1.955,96 κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς και τον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, απορριπτομένου του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, με το οποίο πλήττει το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως για κακή εκτίμηση των αποδείξεων =] 3.949,21 επί 2/25 επί (17 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19 =) 0,894 δεκαεννιαήμερα=} 282,45 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι το ποσό των ευρώ 282,44 όπως, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον τρίτο λόγο έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου κατά το επιπλέον του αγωγικού ισχυρισμού ότι η αναλογία του Δώρου εορτών Χριστουγέννων 2020, στα πλαίσια της εν λόγω τρίτης ναυτολόγησης, ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 325,74, που επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο έφεσης του ενάγοντος, απορριπτομένου του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττει το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως. ΙV. Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2021 (α) στα πλαίσια της πέμπτης ναυτολόγησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, η οποία διήρκησε από 1.5.2021 έως 12.5.2021, αυτός (ενάγων) εδικαιούτο: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 € + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της εν λόγω τέταρτης ναυτολόγησης (ΑΠ 741/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) [(ευρώ 579,42 {(7 ημέρες καθημερινές και 2 ημέρες Κυριακής = 9 ημέρες επί 3 ώρες = 27 επί 8,70=) 234,90 + (2 ημέρες Σαββάτου και μία αργίας (3.5.2021) = 3 ημέρες επί 11 ώρες = 33 επί 10,44=) 344,52=} 579,42 για υπερωριακή απασχόληση από 1.5.2021 έως 12.5.2021/12 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος από 1.5.2021 έως 12.5.2021 επί 30=) 1.448,55 και όχι το ποσό των ευρώ 2.282,40 κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, ούτε το ποσό των ευρώ 1.665,65, όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο της έφεσης της εναγομένης, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως =] 3.988,36 επί 2/25  επί (12 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19=) 0,631 δεκαεννιαήμερα=} 201,33 και όχι το ποσό των ευρώ 192,79, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του τρίτο λόγο έφεσης του ενάγοντος δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου δε κατά τα λοιπά του ιδίου λόγου έφεσης ως αβασίμου στην ουσία του όπως επίσης, απορριπτομένου ως αβάσιμου στην ουσία του και του πρώτου λόγου έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση αποδείξεων. Έναντι του ποσού αυτού, όπως η εναγομένη ισχυρίσθηκε ήδη κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου διαδικασία (σχετικά σελ. 21 προτάσεων ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου) ισχυρισμό που επαναφέρει με τον τέταρτο λόγο έφεσής της και όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας έτους 2021, σε συνδυασμό με την προσκομιζόμενη σχετική απόδειξη i-bank της ΕΤΕ, αυτή (εναγομένη) κατέβαλε σε τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος για το καθαρό ποσό των ευρώ 125,05 που αντιστοιχεί σε μεικτές αποδοχές για την εν λόγω αιτία ποσού ευρώ 138,95. Επομένως, έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία σιωπηρά απέρριψε την περί μερικής καταβολής, έναντι της εν λόγω απαίτησης από την εναγομένη στον ενάγοντα του ανωτέρω ποσού των ευρώ 138,95, ένσταση της εναγομένης, η οποία αποδεικνύεται και εγγράφως. Πρέπει, επομένως, κατά τούτο, να γίνει δεκτός ο σχετικός τέταρτος λόγος έφεσης της εναγομένης, ως βάσιμος και στην ουσία του. Επομένως, για την εν λόγω αιτία η εναγομένη συνεχίζει να οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (201,33 μείον 138,95=) 62,38 και (β) στα πλαίσια της έκτης και έβδομης των ενδίκων ναυτολόγησεων του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο Κ, οι οποίες διήρκησαν από 12.5.2021 έως 7.9.2021 και από 5.10.2021 έως 31.10.2021, αυτός (ενάγων) εδικαιούτο: {[μισθός ενεργείας 1.204,77  €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια των εν λόγω έκτης και έβδομης των ενδίκων ναυτολογήσεων [(ευρώ 6.373,62 για υπερωριακή απασχόληση από 12.5.2021 έως 7.9.2021 και από 5.10.2021 έως 31.10.2021/146 ημέρες εργασίας των ανωτέρω χρονικών διαστημάτων από 12.5.2021 έως 7.9.2021 και από 5.10.2021 έως 31.10.2021 επί 30=) 1.309,65 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι το ποσό των ευρώ 1.862,64 κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, ούτε το ποσό των ευρώ 1.338,60, όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο της έφεσης της εναγομένης, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως =] 3.849,46 επί 2/25  επί (146 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19=) 7,684 δεκαεννιαήμερα=} 2.366,34 και όχι το ποσό των ευρώ 2.367,69, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του πρώτο λόγο έφεσης της εναγομένης, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου του αντίστοιχου, κατά τούτο, τρίτου λόγου έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων ως αβάσιμου στην ουσία του. Έναντι του ποσού αυτού, όπως η εναγομένη ισχυρίσθηκε ήδη κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου διαδικασία (σχετικά σελ. 24 προτάσεων ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου) και επαναφέρει με τον τέταρτο λόγο έφεσής της και όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας 2021, σε συνδυασμό με την προσκομιζόμενη σχετική απόδειξη i-bank της ΕΤΕ, αυτή (εναγομένη) κατέβαλε σε τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος το καθαρό ποσό των ευρώ 1.492,11 που αντιστοιχεί σε μεικτές αποδοχές για την εν λόγω αιτία ποσού ευρώ 1.657,90. Επομένως, έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση η οποία σιωπηρά απέρριψε την περί μερικής καταβολής, έναντι της εν λόγω απαίτησης, από την εναγομένη στον ενάγοντα του ανωτέρω ποσού των ευρώ 1.657,90, ένσταση της εναγομένης, η οποία αποδεικνύεται και εγγράφως. Πρέπει, επομένως, κατά τούτο, να γίνει δεκτός ο σχετικός τέταρτος λόγος έφεσης της εναγομένης ως βάσιμος και στην ουσία του. Επομένως, για την εν λόγω αιτία η εναγομένη συνεχίζει να οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (2.366,34  μείον 1.657,90 =) 708,44.

V. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 της εφαρμοζομένης εν προκειμένω ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, υπό τον τίτλο «Δρομολόγια Εξπρές», προβλέπεται ότι, σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης, καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου τέτοια δρομολόγια (Express) για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου, η κατά την παρ. 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αμοιβής, αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. Όμως, σύμφωνα με τη παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ειδικά προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, του, κατά την προαναφερθείσα παρ. 2 προσδιορισμού. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή η μετάβαση στο λιμάνι ή τους λιμένας προορισμού και η επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7α). Εάν είναι μικρότερη των 12 ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της, ως άνω προβλεπόμενης (παρ. 7β). Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει ότι, καθόσον αφορά την προβλεπόμενη απ` αυτές πρόσθετη αμοιβή, αυτή καταβάλλεται εφόσον σε κάθε δρομολόγιο το πλοίο δεν παραμείνει τουλάχιστον έξι ώρες στο λιμάνι αφετηρίας πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο. Κατά τη σαφή δε έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 170 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου», στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέρα και ώρα ιδιαίτερο ταξίδι προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής”, ο δε λιμένας αφετηρίας ως “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η υποχρέωση δε εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 των πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει 6 ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται, όμως, η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί 6 ώρες σε κάθε πλήρες ταξίδι του, προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του (Εφ.Πειρ.546/2016 ΕΝΔ 44.323). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο εκτελεί έως πέντε κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, για τον προσδιορισμό της οφειλόμενης πρόσθετης αμοιβής αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή, εννοείται για τα δρομολόγια της εν λόγω εβδομάδας. Περαιτέρω, κατά την παράγραφο 6 του ίδιου ως άνω άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται σε ημερόπλοια, καθώς και σε πλοία τοπικών γραμμών, εκτός εάν τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή από 23.00 μέχρι 07.00 ώρας. Η παραπάνω έννοια της τοπικής γραμμής, ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται με το άρθρο 2 του προαναφερομένου Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, περίπτωση που δεν ενδιαφέρει εν προκειμένω. Εξάλλου, για την εφαρμογή της παραπάνω § 7 στο σύνολο των μηνιαίων αποδοχών του δικαιούχου συμπεριλαμβάνεται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από το ναυτικό εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικά (ΜονΕφΠειρ. 317/2018, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 265/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνυπολογίζονται, επομένως, ο μισθός ενέργειας, τα επιδόματα Κυριακών και βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, ο μέσος όρος της αμοιβής που καταβάλλεται τακτικά για επαναλαμβανόμενη υπερωριακή εργασία (ΤριμΕφΠειρ. 53/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 1/2003, ΕΝαυτΔ 2003/124), το επίδομα αδείας (ΜονΕφΠειρ. 317/2018, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 265/2016, ΜονΕφΠειρ. 51/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθώς και ο μέσος όρος των πρόσθετων αμοιβών που εισπράττει ο ναυτικός από τον εργοδότη του, αν αυτές του καταβάλλονται σταθερά και αδιαλείπτως κάθε μήνα (ΜονΕφΠειρ. 57/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 739/2015, ο.π.). Εν προκειμένω, ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του, υποστήριξε ότι, το ανωτέρω πλοίο ΦΠ, στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεών του και συγκεκριμένα, εντός του χρονικού διαστήματος από 24.6.2020 έως 6.9.2020, κατά τις αναφερόμενες στην αγωγή δώδεκα ημέρες Παρασκευής και Σαββάτου, αναχωρούσε πρόωρα κατά 3,5 ώρες προ της συμπληρώσεως έξι ωρών από τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι, καθώς επίσης, κατά τις αναφερόμενες στην αγωγή δέκα τέσσερις ημέρες Πέμπτης και Κυριακής, αναχωρούσε πρόωρα κατά 2,75 ώρες προ της συμπληρώσεως έξι ωρών από τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι, με αποτέλεσμα να έχει εκτελέσει 10,06 δρομολόγια εξπρές, διάρκειας άνω των δώδεκα ωρών, με συνέπεια να του οφείλεται ως αμοιβή για την εν λόγω αιτία, το ποσό των ευρώ 1.637,56. Το πλοίο δε ΚΠΣ, κατά τη διάρκεια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεών του, όπως αποτυπώθηκε εξάλλου και στους μισθοδοτικούς του λογαριασμούς, που συνέταξε η εναγομένη, πραγματοποίησε 13,33 δρομολόγια εξπρές, για τα οποία εδικαιούτο αμοιβής, εκ ποσού ευρώ 1.982,27, έναντι του οποίου η εναγομένη του κατέβαλε το ποσό των 1.029,08 ευρώ και συνεχίζει να του οφείλει το ποσό των ευρώ 953,19. Με την εκκαλουμένη απόφαση, ο ανωτέρω αγωγικός ισχυρισμός έγινε εν μέρει δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του και συγκεκριμένα, αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων έγινε δεκτό ότι το εν λόγω πλοίο αναχώρησε πρόωρα, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών από το λιμάνι, προς εκτέλεση νέου δρομολογίου κατά 3,5 ώρες την 31.7, 1.8, 7.8, 8.8, 14.8, 22.8 και 29.8 και κατά 2,75 ώρες την 30.7, 2.8, 6.8, 9.8, 13.8, 16.8, 20.8, 23.8, 27.8, 30.8 και 6.9 και επομένως, αναχώρησε πρόωρα συνολικά κατά 54,75 ώρες, πραγματοποιώντας τοιουτοτρόπως 6,84 δρομολόγια εξπρές, επεδίκασε στον ενάγοντα για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ 958,84. Περαιτέρω, στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, δέχθηκε ότι πράγματι το ανωτέρω πλοίο, κατά τα αναφερόμενα στις αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, εκτέλεσε 13,33 δρομολόγια εξπρές, για τα οποία ο ενάγων εδικαιούτο ως αμοιβή το ποσό των 1.723,30 ευρώ και δεχόμενο ότι έναντι του ποσού αυτού η εναγομένη του κατέβαλε το ποσό των ευρώ 1.029,08, όπως ο ίδιος ο ενάγων ισχυρίσθηκε με την αγωγή του, επεδίκασε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 694,22. Τα ανωτέρω αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως πλήττουν αμφότεροι οι διάδικοι και δη ο ενάγων με τον τέταρτο λόγο έφεσης, ισχυριζόμενος ότι, η εκκαλουμένη απόφαση έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, διότι (ι) η ανωτέρω αμοιβή του υπολογίσθηκε με βάση μειωμένες τακτικές αποδοχές, αφού συνυπολογίσθηκε μειωμένος, έναντι του πραγματικού, μέσος όρος της υπ’ αυτού δικαιούμενης αμοιβής για υπερωριακή απασχόληση και (ιι) εσφαλμένως απορρίφθηκε ως αβάσιμος στην ουσία του ο αγωγικός του ισχυρισμός ότι το ανωτέρω πλοίο πραγματοποίησε πρόωρες αναχωρήσεις και κατά τις ημερομηνίες 25.6.2020, 28.6.2020, 2.7.2020, 24.7.2020, 25.7.2020, 14.8.2020, 21.8.2020 και 28.8.2020, ενόψει μάλιστα του ότι τα εν λόγω δρομολόγια δεν αμφισβητήθηκαν υπό της εναγομένης, με αποτέλεσμα εσφαλμένως να γίνει δεκτό ότι, το ανωτέρω πλοίο, στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων, πραγματοποίησε 54,75 ώρες πρόωρης αναχώρησης, αντί του ορθού αριθμού των 80,50 ωρών. Η εναγομένη, με τον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσής της, πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση, διότι κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε ότι, το ανωτέρω πλοίο ΦΠ αναχώρησε πρόωρα την 6.9.2020 και με τον έκτο λόγο της ένδικης έφεσης (ο οποίος εκ παραδρομής αναγράφεται Ε ΛΟΓΟΣ) διότι, κατά τον υπολογισμό της αμοιβής του ενάγοντος για την εν λόγω αιτία, στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, έλαβε υπόψη του ανώτερες των πράγματι συμφωνημένων τακτικών αποδοχών, εκ του λόγου ότι, έλαβε υπόψη του, μέσο όρο αμοιβής για υπερωριακή του απασχόληση ανώτερη από την πράγματι οφειλομένη, ενόψει μάλιστα του ότι, η συμφωνημένη αμοιβή του ενάγοντος περιελάμβανε αμοιβή για υπερωρίες εκ ποσού ευρώ 635,46, επιπροσθέτως δε, πλήττοντας την εκκαλουμένη απόφαση και για κακή εφαρμογή του νόμου, διότι εσφαλμένως συνυπολόγισε στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος και το μηνιαίο αντίτιμο τροφής, αν και ο ενάγων δεν εδικαιούτο το εν λόγω αντίτιμο, εκ του λόγου ότι, ελάμβανε τροφή επί του πλοίου. Ο τέταρτος λόγος έφεσης του ενάγοντος, καθό μέρος πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση ότι, κατ΄ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, δεν συνυπολόγισε, κατά τον προσδιορισμό της αμοιβής του για δρομολόγια εξπρές του ανωτέρω πλοίου, την πρόωρη αναχώρηση αυτού από το λιμάνι, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι ωρών από την άφιξή του, κατά την 14.8.2020, τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του, δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση, πράγματι συνυπολόγισε, κατά τον προσδιορισμό της εν λόγω αμοιβής του ενάγοντος και την πρόωρη αναχώρηση από το λιμάνι του ανωτέρω πλοίου την εν λόγω ημερομηνία 14.8.2020. Περαιτέρω, ο έκτος λόγος έφεσης της εναγομένης, κατά το σκέλος που πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, εκ του λόγου, συνυπολόγισε στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος και το επίδομα τροφοδοσίας, αν και ο ενάγων ελάμβανε τροφή επί του πλοίου, τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του, διότι το αντίτιμο τροφής, είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, συνυπολογίζεται στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος ναυτικού, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών αυτού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212, ΜονΕφΠειρ. 48/2021, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, πράγματι, με τις προσκομιζόμενες από την εναγομένη, ως σχετικά 15α και 15β βεβαιώσεις των Κεντρικών Λιμεναρχείων Ηρακλείου και Πειραιώς, φέρουσες ημερομηνία 20.12.2022 και 10.1.2023 αντίστοιχα, βεβαιώνεται ότι, το ανωτέρω πλοίο ΦΠ, κατά το έτος 2020, εκτέλεσε επιπλέον του τακτικού δρομολογίου Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και ημερήσιο δρομολόγιο Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή, την 31/7/2020, 1/8/2020, 7/8/2020, 8/8/2020, 14/8/2020, 22/8/2020 και 29/8/2020, καθώς επίσης ότι εκτέλεσε επιπλέον του τακτικού δρομολογίου Πειραιάς – Ηράκλειο με επιστροφή και ημερήσιο δρομολόγιο Πειραιάς – Μήλος – Ηράκλειο με επιστροφή, την 25.7.2020, 30.7.2020, 2.8.2020, 6.8.2020, 9.8.2020, 13.8.2020, 16.8.2020, 20.8.2020, 23.8.2020, 27.8.2020 και 30.8.2020. Παράλληλα, εν τούτοις, από τις αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, τις οποίες προσκομίζει η ίδια η εναγομένη, προκύπτει ότι, αυτή (εναγομένη) καταχώρησε στις εν λόγω καταστάσεις που αφορούν τον ενάγοντα ως αμοιβή με αιτιολογία «ημερήσια», ήτοι για δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσε το πλοίο ΦΠ, τον μήνα Ιούλιο 2020 το ποσό των ευρώ 142,79 ως αναλογούσα σε 2,00 δρομολόγια εξπρές και τον μήνα Αύγουστο 2020 το ποσό των ευρώ 713,26 ως αναλογούσα σε 9,99 δρομολόγια εξπρές. Επιπλέον, καταχώρησε στις αναλυτική κατάσταση μισθοδοσίας που αφορά στον ενάγοντα με αιτιολογία «ημερήσια» ήτοι για δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσε το πλοίο ΚΠΣ, τον μήνα Ιούλιο 2021 το ποσό των ευρώ 463,20 ως αναλογούσα σε 6,00 δρομολόγια εξπρές, τον μήνα Αύγουστο 2021 το ποσό των ευρώ 463,20 ως αναλογούσα σε 6,00 δρομολόγια εξπρές και τον μήνα Σεπτέμβριο 2021 το ποσό των ευρώ 102,68 ως αναλογούσα σε 1,33 δρομολόγια εξπρές. Επομένως, η ίδια η εναγομένη, κατά τη λειτουργία των ενδίκων συμβάσεων ναυτολογήσεως και δη σε ανύποπτο χρόνο, αναγνώριζε ότι τα ανωτέρω πλοία της εκτέλεσαν τα ανωτέρω δρομολόγια εξπρές για τα οποία ο ενάγων εδικαιούτο αμοιβής και δη στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων καταχώρησε αμοιβή για 11,99 δρομολόγια εξπρές και δη για 2,00 δρομολόγια εξπρές κατά τον μήνα Ιούλιο 2020 και 9,99 δρομολόγια εξπρές κατά τον μήνα Αύγουστο 2020, καθώς επίσης στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων καταχώρησε αμοιβή για 13,33 δρομολόγια εξπρές και δη για 6,00 δρομολόγια εξπρές κατά τον μήνα Ιούλιο 2021, 6,00 δρομολόγια εξπρές κατά τον μήνα Αύγουστο 2021 και 1,33 δρομολόγια εξπρές κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2021. Εφόσον η ίδια η εναγομένη, στις ανωτέρω αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, καταχώρησε αμοιβή υπέρ του ενάγοντος για την εν λόγω αιτία (δρομολόγια εξπρές) και παρά το γεγονός ότι δεν προκύπτουν οι ακριβείς ημερομηνίες εκτέλεσης αυτών, αφού στις σχετικές από την εναγομένη αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας των ετών 2020 και 2021 δεν αναφέρονται οι ακριβείς ημέρες εκτέλεσης αυτών, κρίνεται ότι πράγματι ο ενάγων εδικαιούτο αμοιβής για τα αναφερόμενα στις εν λόγω καταστάσεις δρομολόγια εξπρές. Ως εκ τούτου, κρίνεται ότι τυγχάνει εν μέρει βάσιμος στην ουσία του ο αγωγικός ισχυρισμός ότι, στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, το ανωτέρω πλοίο ΦΠ της εναγομένης εκτέλεσε 10,06 δρομολόγια εξπρές για τα οποία ο ενάγων δικαιούται αμοιβής. Έσφαλε, επομένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του τέταρτο λόγο έφεσης του ενάγοντος, η εκκαλουμένη απόφαση η οποία δέχθηκε ότι το ανωτέρω πλοίο ΦΠ, κατά τη διάρκεια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, εκτέλεσε μόνον 6,84 δρομολόγια εξπρές. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, το ανωτέρω πλοίο ΚΠΣ εκτέλεσε πράγματι 13,33 δρομολόγια εξπρές, για τα οποία ο ενάγων εδικαιούτο αμοιβής, απορριπτομένων των τρίτου και τετάρτου λόγων έφεσης της εναγομένης, με τους οποίους πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση, κατά τούτο, για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Με δεδομένο ότι οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεών του στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης, ανήρχοντο στο συνολικό ποσό των 3.914,41 ευρώ [{[μισθός ενεργείας 204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της εν λόγω δεύτερης ναυτολόγησης [(ευρώ 5.086,02 για υπερωριακή απασχόληση από 24.6.2020 έως 12.10.2020/111 ημέρες εργασίας εν λόγω χρονικού διαστήματος από 24.6.2020 έως 12.10.2020 επί 30=) 1.374,60 =] 3.914,41 και όχι στο ποσό των ευρώ 4.883,62 κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, ούτε στο ποσό των ευρώ 4.205,46, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του έκτο λόγο έφεσης της εναγομένης με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ο ενάγων εδικαιούτο ως πρόσθετη αμοιβή για την εκτέλεση από το πλοίο ΦΠ στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων 10,06 δρομολογίων εξπρές συνολικά, διαρκείας εκάστου άνω των δώδεκα (12) ωρών, το συνολικό ποσό των 1.312,29 ευρώ, εφόσον για το καθένα εξ αυτών δικαιούται το 1/30 των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, όπως αναφέρθηκε στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη (3.914,41 ευρώ : 30 = 130,48 ευρώ η αμοιβή του για κάθε δρομολόγιο Χ 10,06 δρομολόγια εξπρές =) 1.312,29 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι το ποσό των ευρώ 1.637,56 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό, ούτε το ποσό των ευρώ 958,84, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του τέταρτο λόγο έφεσης του ενάγοντος, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εναγομένη δεν προέβαλε νόμιμο ισχυρισμό περί μερικής καταβολής έναντι της ένδικης απαίτησης του ενάγοντος. Περαιτέρω, όπως απεδείχθη και έγινε δεκτό και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, το ανωτέρω πλοίο, πραγματοποίησε 13,33 δρομολόγια εξπρές. Με δεδομένο ότι, οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, κατά την εν λόγω (έκτη) των ενδίκων ναυτολογήσεών του στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης, ανήρχοντο στο συνολικό ποσό των 3.849,46 ευρώ [{[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 € + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της εν λόγω έκτης ναυτολόγησης [(ευρώ 6.373,62 για υπερωριακή απασχόληση από 12.5.2021 έως 7.9.2021 και από 5.10.2021 έως 31.10.2021/146 ημέρες εργασίας των ανωτέρω χρονικών διαστημάτων από 12.5.2021 έως 7.9.2021 και από 5.10.2021 έως 31.10.2021 επί 30=) 1.309,65 =] 3.849,46 και όχι στο ποσό των 3.878,41, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του έκτο λόγο έφεσης της εναγομένης, ο ενάγων εδικαιούτο ως πρόσθετη αμοιβή για την εκτέλεση από το πλοίο αυτό 13,33 δρομολογίων εξπρές συνολικά στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, διαρκείας εκάστου άνω των δώδεκα (12) ωρών, το συνολικό ποσό των 1.710,37 ευρώ, εφόσον για το καθένα εξ αυτών δικαιούται το 1/30 των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, όπως αναφέρθηκε στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη (3.849,46 ευρώ : 30 = 128,31 ευρώ η αμοιβή του για κάθε δρομολόγιο Χ 13,33 δρομολόγια εξπρές = 1.710,37 και όχι, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του έκτο λόγο έφεσης δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, στο ποσό των ευρώ 1.723,30. Έναντι του ανωτέρω ποσού των ευρώ 1.710,37, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα, όπως ισχυρίσθηκε ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του και δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση και κατά τούτο δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, το ποσό των ευρώ 1.029,08 με αποτέλεσμα, για την εν λόγω αιτία να οφείλεται στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (1.710,37 μείον 1.029,08 =) 681,29 και όχι το ποσό των ευρώ 694,22 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του έκτο λόγο έφεσης της εναγομένης. Οι αιτιάσεις της εναγομένης που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις της ότι, σε κάθε περίπτωση, κατά τις ημέρες που το πλοίο εκτελούσε ημερήσιο δρομολόγιο παρέμενε στο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού επί έξι ώρες, δεν απεδείχθησαν, καθόσον, απεδείχθη ότι, το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε τα ημερήσια δρομολόγια επιπλέον του τακτικού δρομολογίου που εκτελούσε την ίδια ημέρα, όπως αποδείχθηκε και αναλύεται ανωτέρω. Εξάλλου, η ίδια δια σχετικών καταχωρήσεων στις αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας του ενάγοντος που αυτή συνέτασσε και τις οποίες η ίδια προσεκόμισε, έχει αναγνωρίσει τον αριθμό των δρομολογίων εξπρές που το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε, ως αναλύεται ανωτέρω.

VI. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω Συλλογικής Συμβάσεως Εργασίας των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, υπό του τίτλου «Διανυκτέρευση εις λιμένα» «1. Κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει τα της υπηρεσίας των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά τον μήνα κατά τους μήνας Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους υπόλοιπους μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν. 2. Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο ήτοι το 1/22 του υπό της Συλλογικής Συμβάσεως προβλεπομένου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1. 3. Για την παρεχομένη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή.». Η μνεία στο ημερολόγιο γέφυρας των χορηγούμενων στα μέλη του πληρώματος αδειών διανυκτέρευσης, συνιστά νόμιμη υποχρέωση του πλοιάρχου κάθε ακτοπλοϊκού πλοίου, που θεσπίστηκε όχι μόνο για λόγους ασφάλειας των πλόων του, δια της συμμετοχής σ’ αυτούς επαρκούς για την αξιοπλοΐα του αριθμού ναυτικών, αλλά και για αποδεικτικούς λόγους (ΕΠ 464/2021 Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς). Εν προκειμένω, ο ενάγων με την αγωγή του, ισχυρίσθηκε ότι, δεν έλαβε, ως εδικαιούτο, κατά τις διατάξεις του άρθρου 33 της εφαρμοζομένης εν προκειμένω ΣΣΕ, τον μήνα Απρίλιο 2021 δύο άδειες διανυκτέρευσης, τον μήνα Ιούνιο 2021 δύο άδειες διανυκτέρευσης, τον μήνα Ιούλιο 2021 μία άδεια διανυκτέρευσης και τον μήνα Αύγουστο 2021 μία άδεια διανυκτέρευσης και, ως εκ τούτου, δικαιούται αποζημιώσεως, ανερχομένη στο ποσό των 54,76 για εκάστη των ημερών αυτών. Με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτό ότι ο ενάγων, τον μήνα Απρίλιο 2021, έλαβε μία άδεια διανυκτέρευσης και δη την 30.4.2021 και κατά τα λοιπά έγινε δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του ο ανωτέρω αγωγικός ισχυρισμός. Το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως πλήττει η εναγομένη με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής της, επικαλούμενη κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Πράγματι, από τα προσκομιζόμενα υπ’ αυτής (εναγομένης) αντίγραφα του ημερολογίου γέφυρας των ανωτέρω πλοίων, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων έλαβε δύο άδειες διανυκτέρευσης τον μήνα Απρίλιο 2021 και δη την 10.4.2021 και 30.4.2021. Έσφαλε, επομένως η εκκαλουμένη απόφαση, καθό μέρος επεδίκασε το ποσό των ευρώ 54,76 ως αποζημίωση του ενάγοντος για μη λήψη μίας άδειας διανυκτέρευσης κατά τον μήνα Απρίλιο 2021. Περαιτέρω, εν τούτοις, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, απεδείχθη ότι, ο ενάγων, εργάσθηκε με την ανωτέρω ειδικότητα στο προαναφερόμενο πλοίο της εναγομένης στα πλαίσια της έκτης συμβάσεως ναυτολογήσεως ολόκληρους τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο 2021, σύμφωνα δε με την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 16 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, εδικαιούτο δύο άδειες διανυκτέρευσης για τον μήνα Ιούνιο 2021 και από μία άδεια διανυκτέρευσης για έκαστο των μηνών Ιούλιο και Αύγουστο 2021. Αποδείχθηκε δε ότι, οι εν λόγω τέσσερις άδειες διανυκτέρευσης δεν χορηγήθηκαν στον ενάγοντα. Η εναγομένη, στα πλαίσια του υπό κρίση (δευτέρου) λόγου εφέσεώς της, αναφέρει ότι, ο ενάγων έλαβε τον μήνα Ιούνιο 2021 τέσσερις άδειες διανυκτέρευσης και δη την 3.6, την 4.6, την 28.6 και την 29.6, τον μήνα Ιούλιο 2021 τρεις άδειες διανυκτέρευσης και δη την 18.7, την 19.7 και την 20.7 και τον μήνα Αύγουστο 2021 δύο άδειες διανυκτέρευσης και δη την 29.8.2021 και την 30.8.2021. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός δεν αποδεικνύεται, αφού από τα προσκομιζόμενα ως σχετικά 4α και 4β αντίγραφα του ημερολογίου γέφυρας του πλοίου, δεν προκύπτει, σχετική καταχώρηση άδειας διανυκτέρευσης του ενάγοντος κατά τις ανωτέρω ημερομηνίες. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων και δεδομένου ότι, από τα προσκομιζόμενα αποσπάσματα του ημερολογίου γέφυρας των πλοίων της εναγομένης, προκύπτει ότι η τελευταία, κάθε φορά που χορηγούσε άδεια διανυκτέρευσης στον ενάγοντα, καταχωρούσε τούτο στο ημερολόγιο γέφυρας, αποδεικνύεται ότι, η εναγόμενη δεν είχε ρυθμίσει τις υπηρεσίες των μελών του πληρώματος, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η διανυκτέρευση του ενάγοντος στο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά τους ανωτέρω μήνες που απεδείχθη ότι ο ενάγων εδικαιούτο άδειας διανυκτέρευσης. Εκ του λόγου τούτου, οφείλεται σ΄ αυτόν (ενάγων) η προβλεπόμενη αποζημίωση διανυκτέρευσης (άρθρο 16 παρ. 2 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε.) για τις ανωτέρω αποδειχθείσες τέσσερις (4) ημέρες, στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, οπότε ο ενάγων εδικαιούτο άδειας διανυκτέρευσης, τις οποίες απεδείχθη ότι δεν έλαβε. Ειδικότερα, ο ενάγων εδικαιούτο για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ [(μισθός ενεργείας 204,77 επί 1/22=) 54,76 ευρώ Χ 4 μη χορηγηθείσες άδειες διανυκτερεύσεως =] 219,04, όπως κατ’ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου, κατά τούτο, ως αβασίμου στην ουσία του του δευτέρου λόγου έφεσης της εναγομένης.

VΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ “εάν ο μισθός συνωμολογήθη κατά μήνα ο ναυτικός δικαιούται εις τον μισθόν των μηνών και ημερών, καθ’ ας διήρκεσεν η ναυτολόγησις. Εάν όμως αύτη διήρκεσεν έλασσον του μηνός ο ναυτικός δικαιούται εις πλήρη μηνιαίον μισθόν. Ως πλήρης ημέρα θεωρείται και η απλώς αρξαμένη”. Από τη διάταξη αυτή, η οποία δεν κάνει διάκριση ως προς τον τρόπο λύσεως της συμβάσεως ναυτολογήσεως προ τη παρελεύσεως μηνός από της καταρτίσεως της, σε συνδυασμό και με τη διάταξη του άρθρου 65 του ιδίου Κώδικα, κατά την οποία ο ναυτικός που αδικαιολόγητα δεν παρέχει τις υπηρεσίες του στερείται του αναλόγου μισθού, σαφώς συνάγεται, ότι μόνο εάν η λύση της συμβάσεως προήλθε εξ υπαιτιότητας ή εκ της αποκλειστικής βουλήσεως του ιδίου του ναυτικού, δεν δικαιούται αυτός πλήρους μισθού [ΑΠ 326/2017 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ]. Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων, στην ένδικη αγωγή του, μεταξύ άλλων, εξέθετε ότι, με την εναγομένη κατήρτισε, την 5.10.2021, σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, στα πλαίσια της οποίας ναυτολογήθηκε στο πλοίο ΚΠΣ την ίδια ημέρα με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, σύμφωνα με τους όρους της ΣΣΝΕ για τα πληρώματα των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων. Περαιτέρω, ότι η εν λόγω σύμβαση λύθηκε την 31.10.2021, λόγω της ετήσιας επιθεωρήσεως του πλοίου. Με βάση το ιστορικό αυτό και την επίκληση ότι για το διάστημα που εργάσθηκε με βάση τη σύμβαση αυτή, έλαβε ως αποδοχές το ποσό των 1.681,68 ευρώ, ενώ ο μηνιαίος συμφωνημένος μισθός του, συμπεριλαμβανομένου του επιδόματος ιματισμού, ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 2.598,59, ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη οφείλει να του καταβάλει τη διαφορά μεταξύ του καταβληθέντος ποσού και της δικαιούμενης υπ’ αυτού αμοιβής για έναν μήνα, ανερχόμενη σε 916,90 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλομένη απόφασή του, αφού δέχθηκε ως νόμιμο το εν λόγω αίτημα, ακολούθως δέχθηκε αυτό ως βάσιμο στην ουσία του. Το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως πλήττει η εναγομένη με τον πέμπτο λόγο έφεσης αφενός μεν για κακή εφαρμογή του νόμου εκ του λόγου ότι στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, με την εκκαλουμένη απόφαση, έγινε δεκτό ότι περιλαμβάνεται και το επίδομα ιματισμού αν και αυτό δεν περιλαμβάνεται, αλλά και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εκ του λόγου ότι απέρριψε τον ισχυρισμό της περί μερικής καταβολής έναντι του ποσού αυτού, του ποσού των ευρώ 2.406,06, όπως η ίδια ισχυρίσθηκε κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, προέκυψε ότι, ο ενάγων πράγματι, την 5.10.2021, με σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που κατήρτισε με την εναγομένη, προσελήφθη με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου στο ανωτέρω πλοίο, σύμφωνα με τους όρους της ΣΣΝΕ για τα πληρώματα των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων 2019. Την τελευταία αυτή συμφωνία δεν αμφισβητεί ειδικώς η εναγομένη, όπως επίσης δεν αμφισβητεί και τον αγωγικό ισχυρισμό ότι, κατά την πρόσληψη του ενάγοντος, είχε συμφωνηθεί ο μισθός αυτού (ενάγοντος) κατά μήνα. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, ο ενάγων αποναυτολογήθηκε την 31.10.2021, ήτοι προ της συμπληρώσεως ενός μηνός από την ναυτολόγησή του, άνευ υπαιτιότητός του και δη λόγω της ετήσιας επιθεωρήσεως του ανωτέρω πλοίου. Κατά συνέπεια, αυτός (ενάγων) εδικαιούτο όπως λάβει τις συμφωνημένες αποδοχές ενός μηνός, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 60 του ΚΙΝΔ. Περαιτέρω, οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, υπολογιζόμενες με βάση την ανωτέρω εφαρμοζόμενη εν προκειμένω ΣΣΝΕ για τα μέλη των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, άνευ αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης, αφού ο ενάγων δεν υπολογίζει αυτή, χωρίς τον υπολογισμό του επιδόματος ιματισμού, κατά τον βάσιμο κατά τούτο πέμπτο λόγο έφεσης της εναγομένης, εφόσον το εν λόγω επίδομα δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του, αφού αιτία της χορηγήσεώς του αποτελεί η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003 ΔΕΝ 59/1300, ΑΠ 226/2003 ΔΕΝ 59/1138), ανήρχοντο στο συνολικό ποσό των [μισθός ενεργείας 1.204,77  €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € =] 2.539,81 και όχι στο ποσό των 2.598,90, κατά τον αγωγικό ισχυρισμό, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, κατά κακή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, εφόσον για τον προσδιορισμό των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος συνυπολόγισε και το επίδομα ιματισμού. Επιπλέον, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ο ενάγων πραγματοποίησε υπερωριακή εργασία για την οποία εδικαιούτο το ποσό των ευρώ [(16 καθημερινές και 4 ημέρες Κυριακής ήτοι 20 επί 3= 60 επί 8,70=) 522 + (4 ημέρες Σαββάτου και μία ημέρα αργίας (28.10) ήτοι 5 επί 11 = 55 επί 10,44=) 574,20 =] 1.096,20. Η εναγομένη, κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, υποστήριξε ότι κατέβαλε στον ενάγοντα, το ποσό των ευρώ 2.406,06 συνολικά (σχετικά σελ. 24 εγγράφων προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου) ως αμοιβή του για την απασχόλησή του κατά τον μήνα Οκτώβριο 2021 και συγκεκριμένα ποσό ευρώ 1.084,29 για βασικό μισθό, ποσό ευρώ 238,55 για επίδομα Κυριακών, ποσό ευρώ 32,98 ως ανθυγιεινό επίδομα, ποσό ευρώ 77,49 για προμήθεια θαλαμηπόλων, ποσό ευρώ 242,87 για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών, ποσό ευρώ 329,05 για υπερωρίες ημερών Σαββάτου και αργιών και επιπλέον ποσό ευρώ 100,28 για εργασία αργιών, ποσό ευρώ 300,64 για αποζημίωση αδείας και ποσό ευρώ 89,91 για επίδομα τροφής. Κατά τον ανωτέρω ισχυρισμό, η ίδια η εναγομένη υποστηρίζει ότι, εκ του ανωτέρω ποσού των 2.406,06, ποσό ευρώ 749,69, αφορούσε συμφωνημένη μηνιαία αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση, ποσό που δεν μπορεί να συνυπολογισθεί ως καταβολή έναντι της εν λόγω απαίτησης του ενάγοντος, εφόσον ο ενάγων αφενός μεν δεν συμπεριέλαβε στις τακτικές αποδοχές του και τη δικαιούμενη αμοιβή για την υπερωριακή του απασχόληση, επιπροσθέτως δε, ενόψει της υπερωριακής, κατά τα άνω, απασχόλησης του ενάγοντος, το ποσό των ευρώ 749,69 που, κατά την εναγομένη, αυτή κατέβαλε στον ενάγοντα για την εν λόγω αιτία, υπολείπεται του ποσού των ευρώ 1.096,20, που ο ενάγων εδικαιούτο για την αιτία αυτή. Επομένως, κατ’ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων, η εκκαλουμένη απόφαση δεν δέχθηκε ως βάσιμη στην ουσία της την ανωτέρω ένσταση καταβολής της εναγομένης για την εν λόγω απαίτηση του ενάγοντος, κατά το ποσό των ευρώ (ποσό ευρώ 77,49 για προμήθεια θαλαμηπόλων + ποσό ευρώ 242,87 για υπερωρίες καθημερινών και Κυριακών + ποσό ευρώ 329,05 για υπερωρίες ημερών Σαββάτου και αργιών + ποσό ευρώ 100,28 για εργασία αργιών =) 749,69. Επομένως, απομένει υπόλοιπο προς διερεύνηση της, περί καταβολής ένστασης της εναγομένης, το ποσό των ευρώ [(2.406,06 μείον 749,69 =) 1.656,37 μείον 916,60=] 739,77. Η εναγομένη δεν προσκομίζει τις αποδείξεις μισθοδοσίας που εξέδωσε και αφορούν τον ενάγοντα. Προσκομίζει εν τούτοις την αναλυτική κατάσταση μισθοδοσίας, σύμφωνα με την οποία, για τον μήνα Οκτώβριο 2021 ο ενάγων εδικαιούτο μεικτές αποδοχές 2.105,51 και δη ευρώ 1.084,29 για βασικό μισθό, ευρώ 238,55 για επίδομα Κυριακής, ευρώ 32,98 για επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, ευρώ 77,49 για προμήθεια θαλαμηπόλων, ευρώ 242,87 για υπερωρίες εταιρείας, ευρώ 329,05 για εργασία κατά τις ημέρες Σαββάτου, ευρώ 100,28 για εργασία αργίας και επιπλέον ευρώ 390,55 για επίδομα αδείας, συνολικά δε μεικτές αποδοχές εκ ποσού 2.496,06, εκ των οποίων, οι καθαρές αποδοχές, ανήρχοντο σε ευρώ 1.960,87. Για την καταβολή του αμέσως προηγουμένου ποσού καθαρών αποδοχών (ευρώ 1.960,87), η εναγομένη επικαλείται και προσκομίζει, απόδειξη διατραπεζικής συναλλαγής κατάθεσης στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος του ανωτέρω ποσού των 1.960,87 την 3.11.2021, τραπεζική κατάθεση που ο ενάγων δεν αμφισβητεί ειδικώς. Ως εκ τούτου, εκ των ανωτέρω μεικτών αποδοχών, εκ ποσού ευρώ 2.496,06, αφαιρουμένου του ποσού των ευρώ 749,69 που, όπως απεδείχθη η εναγομένη, κατέβαλε στον ενάγοντα ως αμοιβή για την υπερωριακή του απασχόληση, αποδεικνύεται ότι η εναγομένη για τακτικές αποδοχές του ενάγοντος κατά τον μήνα Οκτώβριο 2021, πλέον της αμοιβής του για υπερωριακή απασχόληση, για την οποία έγινε αναφορά ανωτέρω, κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (2.496,06 μείον 749,69 =) 1.746,37. Επομένως, για την υπό κρίση αιτία (υπόλοιπο αμοιβής μηνός Οκτωβρίου 2021 έως της συμπληρώσεως αποδοχών ενός μηνός) η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (2.539,81 μείον 1.746,37=) 793,44 και όχι το ποσό των ευρώ 916,90, όπως έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη απόφαση. Κατά τον εν μέρει βάσιμο, επομένως, στην ουσία του πέμπτο λόγο της έφεσης της εναγομένης, έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, η οποία απέρριψε σιωπηρά την περί μερικής καταβολής ένσταση της εναγομένης για το ποσό των ευρώ (916,90 μείον 793,44=) 123,46 και πρέπει, κατά τούτο, αφού εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και το παρόν Δικαστήριο κρατήσει και δικάσει την ένδικη υπόθεση (άρθρο 535 ΚΠολΔ), να γίνει δεκτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της η περί μερικής καταβολής ένσταση της εναγομένης για το ανωτέρω ποσό των ευρώ 123,46 και περαιτέρω, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη, οφείλει στον ενάγοντα ως υπόλοιπο αμοιβής μηνός Οκτωβρίου 2021, κατά τις διατάξεις του του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, το ποσό των ευρώ 793, 44.

VΙΙΙ. Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 72, 75 εδαφ. δ΄ και 76 του Ν. 3816/1958 «Περί κυρώσεως του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου» (ΦΕΚ Α΄ 32/28.2.1958), όπως ίσχυσαν από της εισαγωγής του ΚΙΝΔ, προκύπτει ότι, στον ναυτικό του οποίου, χωρίς να βαρύνεται με υπαιτιότητα, η σύμβαση εργασίας καταγγέλλεται από τον πλοίαρχο, οφείλεται αποζημίωση ίση προς τις πάσης φύσεως πάγιες και σταθερές αποδοχές του δεκαπέντε (15) ημερών κατά το χρόνο της απόλυσής του. Μειωμένη αποζημίωση, πάντως όχι κατώτερη του μισθού δεκαπέντε (15) ημερών, προέβλεπε και η διάταξη του άρθρου 77 του ΚΙΝΔ, για την περίπτωση, μεταξύ άλλων και του, επί δεκαπενθήμερο τουλάχιστον, παροπλισμού του πλοίου, ο οποίος (παροπλισμός) έχει την έννοια της παραμονής του πλοίου αργού στο λιμένα, είτε ελλείψει συμφέροντος ναύλου, είτε προς διενέργεια επισκευών για τη διατήρηση ή ανανέωση της κλάσης του (ΕφΠειρ. 346/2011, ΕΝαυτΔ 2011/271, ΕφΠειρ. 929/2001, ΕΝαυτΔ 2001/15, ΕφΠειρ. 1252/1997, ΕΝαυτΔ 1997/461, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος πρώτος, 2004, άρθρο 77, σελ. 389, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 359, ο ίδιος, Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο, 1982, άρθρο 77, σελ. 268). Στις περιπτώσεις παροπλισμού του πλοίου, έχει γίνει νομολογιακώς δεκτό ότι, υπάγεται και η υποβολή του σε ετήσια επιθεώρηση, διενεργούμενη προς ανανέωση των πιστοποιητικών της αξιοπλοΐας του και η, για την αιτία αυτή, διακοπή των πλόων του (ΜονΕφΠειρ. 429/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 440/2006, ΕΝαυτΔ 2006/367). Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η παύση (οριστική ή προσωρινή) των δρομολογίων του πλοίου, δηλαδή η ακινητοποίησή του, συνιστά ανυπαίτιο για το ναυτικό λόγο καταγγελίας της σύμβασής του, εφόσον αυτή δεν είχε συμφωνηθεί κατά πλου ή για ορισμένο αριθμό ταξιδιών, με αποτέλεσμα να του οφείλεται η παραπάνω αποζημίωση. Με τη διάταξη του άρθρου 174 § 3 του μεταγενέστερου Ν.Δ. 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (ΦΕΚ Α 261/3.10.1973), που αναφέρεται στην επιτρεπτή διακοπή [μεταξύ άλλων και] των τακτικών δρομολογίων του πλοίου, εκείνων δηλαδή που έχουν εγκριθεί με διοικητική πράξη για ορισμένη χρονική περίοδο, ορίστηκε ότι, δεν δικαιούνται της, κατά τα άρθρα 75 και 76 ΚΙΝΔ, αποζημιώσεως, οι ναυτικοί που απολύονται λόγω διακοπής των δρομολογίων αυτών, εφόσον ναυτολογηθούν στο ίδιο πλοίο ή δεν αποδεχθούν την προσφερόμενη από τον εργοδότη επαναναυτολόγησή τους υπό τους αυτούς, όπως και προηγουμένως, όρους, εντός ορισμένης προθεσμίας από της απόλυσής τους. Η εν λόγω διάταξη αφορούσε μόνο στις περιπτώσεις διακοπής των εγκεκριμένων δρομολογίων, δηλαδή της προσωρινής παύσης εκτέλεσής τους, μολονότι υφίσταται δυνατότητα επανάληψής τους. Η δε νομοθετική αποστέρηση του δικαιώματος της αποζημίωσης των άρθρων 75 και 76 του ΚΙΝΔ αλλά, για την ταυτότητα του νομικού λόγου και της διάταξης του άρθρου 77 του ιδίου Κώδικα, όταν ο παροπλισμός του πλοίου οφείλεται στην υποβολή του σε ετήσια επιθεώρηση, θεμελιώθηκε στην αντίληψη ότι, στις προβλεπόμενες από το άρθρο 173 του ΚΔΝΔ περιπτώσεις διακοπής των τακτικών δρομολογίων και, συγκεκριμένα, στις περιπτώσεις της ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου για χρονικό διάστημα μέχρι εξήντα [60] ημερών, δυνάμενο υπό τους νομίμους όρους να παραταθεί επί τριάντα [30] ακόμη ημέρες, της ανάγκης αποκατάστασης ζημίας ή βλάβης και της συνδρομής εξαιρετικών αναγκών ή ανώτερης βίας ή άλλης σοβαρής αιτίας, όπως οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, η απόλυση του ναυτικού δεν πρέπει να αποδοθεί σε υπαιτιότητα του εργοδότη, αφού η μεν υποβολή του πλοίου σε ετήσια επιθεώρηση αποτελεί νόμιμη υποχρέωσή του, οι δε λοιπές περιστάσεις που επιβάλλουν τη διακοπή των εγκεκριμένων δρομολογίων του πλοίου, δεν προκαλούνται από τον ίδιο, ούτε ανάγονται στη σφαίρα ευθύνης του. Για το λόγο αυτό, ορίστηκε με την ανωτέρω διάταξη ότι, ο εργοδότης (πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής) ενέχεται σε αποζημίωση του απολυόμενου για τις αιτίες αυτές ναυτικού, μόνον εφόσον δεν τον επαναπροσλάβει εντός σαράντα [40] ημερών από την απόλυσή του συνεπεία, είτε της υποβολής του πλοίου στην ετήσια επιθεώρησή του, είτε της επέλευσης των λοιπών γεγονότων, αν και μετά την πάροδο του προσωρινού κωλύματος ναυσιπλοΐας, το πλοίο δύναται να επαναλάβει τα δρομολόγιά του, σύμφωνα με την εγκριτική αυτών διοικητική πράξη. Αν η διάταξη αυτή δεν είχε θεσπιστεί, θα παραγόταν υποχρέωση του εργοδότη να αποζημιώσει τον απολυόμενο ναυτικό, κατά τα άρθρα 75 εδαφ. δ΄ και 77 του ΚΙΝΔ, σε κάθε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασής του από τον πλοίαρχο λόγω παύσης των δρομολογίων του πλοίου, εγκεκριμένων ή μη, οριστικής ή ακόμα και προσωρινής, διαρκούσης βέβαια, στη δεύτερη περίπτωση, δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες. Αντιθέτως, με την εν λόγω διάταξη του ΚΔΝΔ, ο απολυόμενος ναυτικός αποκτά δικαίωμα αποζημίωσης μετά την πάροδο ορισμένου χρόνου από την απόλυσή του και με τη συνδρομή μιας αρνητικής προϋποθέσεως, της μη επαναπρόσληψής του μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας και, επιπλέον, εφόσον τα δρομολόγια που εκτελούσε πριν την απόλυσή του ήταν διοικητικώς εγκεκριμένα. Ειδικώς, επί επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων οι ΣΣΝΕ, που συνάπτονται για να καθορίσουν τους όρους εργασίας και αμοιβής των πληρωμάτων τους, περιλαμβάνουν παγίως, από το έτος 1993 τουλάχιστον, διάταξη (άρθρο 27), η οποία επαναλήφθηκε και ΣΣΝΕ 2019, ορίζουσα ότι: «Σε περίπτωση διακοπής των πλόων για οποιονδήποτε λόγο, πέραν των εξήκοντα [60] ημερών, καταβάλλεται στο πλήρωμα σε περίπτωση απόλυσής του αποζημίωση ίση προς τις αποδοχές είκοσι δύο [22] ημερών». Ο όρος «διακοπή των πλόων», του οποίου γίνεται χρήση στη διάταξη αυτή, έχει την ίδια έννοια με τον όρο «διακοπή των εγκεκριμένων δρομολογίων» του άρθρου 174 ΚΔΝΔ και σημαίνει την προσωρινή παύση των δρομολογίων που έχουν εγκριθεί για συγκεκριμένη χρονική περίοδο και, αν δεν είχε μεσολαβήσει ο λόγος της διακοπής τους που προβλέπεται στο άρθρο 173 ΚΔΝΔ, θα μπορούσαν να συνεχιστούν μέχρι του πέρατος ισχύος της εγκριτικής τους πράξης (ΜονΕφΠειρ. 138/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 329/2003, ΔΕΕ 2004/82). Εν τούτοις, όπως ορίζεται και στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 4948/2022, η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 173 του ΚΔΝΔ (ΝΔ 187/1973), καταργήθηκε σιωπηρά με τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου παρ. 4 και άρθρου έκτου παρ. 1 έως και 5 του Ν. 2932/2001, καθώς επίσης καταργήθηκε και η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 174 του ΚΔΝΔ (ΝΔ 187/1973) με τις διατάξεις του άρθρου τετάρτου α παρ.6 και άρθρου έκτου παρ.6 έως 8 του Ν. 2932/2001, διατάξεις (άρθρα πρώτο έως ένατο, ενδέκατο και εικοστό όγδοο παρ.1 του Ν. 2932/2001), οι οποίες ήδη καταργήθηκαν με το άρθρο 48 περ. γ του Ν. 4948/2022. Ειδικότερα, κατά τις διατάξεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου πρώτου του Ν. 2932/2001, υπό του τίτλου «Θαλάσσιες μεταφορές από ή προς λιμένες νησιών», προβλέφθηκε ότι «1. Από την 1η Νοεμβρίου 2002 είναι ελεύθερη η παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών που: α) παρέχονται έναντι αμοιβής από πλοιοκτήτη Κράτους – Μέλους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Ε.Κ.) ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.) ή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (Ε.Ζ.Ε.Σ.), εκτός από την Ελβετία, και β) εκτελούνται μεταξύ λιμένων της ηπειρωτικής χώρας και νησιών ή μεταξύ λιμένων νησιών, από επιβατηγά και οχηματαγωγά πλοία, επιβατηγά ή φορτηγά, δρομολογημένα σε τακτική γραμμή επιβατικών μεταφορών και πορθμείων, καθώς και από πλοία που έχουν ολική χωρητικότητα μέχρι εξακόσιες πενήντα μονάδες υπολογισμού, σύμφωνα με τη διεθνή σύμβαση “Για την καταμέτρηση της χωρητικότητας των πλοίων του 1969″, την οποία κύρωσε ο ν, 1373/1983 (ΦΕΚ 92 Α), εφόσον τα πλοία αυτά είναι νηολογημένα στην Ελλάδα ή άλλο Κράτος – Μέλος της Ε.Κ. ή του Ε.Ο.Χ. ή της Ε,Ζ,Ε,Σ” εκτός από την Ελβετία, και φέρουν τη σημαία του.». Κατά τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου Τρίτου του ιδίου Νόμου υπό τον τίτλο «Τακτική δρομολόγηση – Προϋποθέσεις», προβλέφθηκε ότι «1. Η δρομολόγηση επιβατηγού και οχηματαγωγού, επιβατηγού ή φορτηγού πλοίου γίνεται για περίοδο ενός έτους, που αρχίζει την 1η Νοεμβρίου (τακτική δρομολόγηση).». Κατά τις διατάξεις του άρθρου έκτου του ιδίου Νόμου, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 Ν. 4676/2020 (ΦΕΚ A 67/19.3.2020) υπό τον τίτλο «Εκτέλεση και διακοπή δρομολογίων» «1. Η εκτέλεση των δρομολογίων που ανακοινώνονται είναι υποχρεωτική. 2. Ο πλοιοκτήτης ή περισσότεροι πλοιοκτήτες από κοινού δεν μπορούν να μεταβάλουν μονομερώς τα δρομολόγια, ούτε τον προγραμματισμένο χρόνο διακοπής τους. Η μεταβολή των δρομολογίων, συμπεριλαμβανομένης της δρομολογιακής γραμμής και του προγραμματισμένου χρόνου διακοπής τους, επιτρέπεται αν υποβάλλουν σχετικό αίτημα και κριθεί, με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από γνώμη του Σ.Α.Σ., ότι δεν διαταράσσεται η εξυπηρέτηση της γραμμής, ούτε δημιουργούνται διακρίσεις σε βάρος άλλων πλοιοκτητών, με την αποδοχή του αιτήματος. Για τη διατύπωση της γνώμης προς το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, το Σ.Α.Σ. δεσμεύεται από τις αρχές που προβλέπονται στον Κανονισμό Αρχών και Λειτουργίας του Σ.Α.Σ. … 3. Διακοπή εκτέλεσης των δρομολογίων επιτρέπεται: α) Για χρονικό διάστημα μέχρι 60 ημέρες εντός του οποίου διενεργείται υποχρεωτικά, εφόσον απαιτείται, και η ετήσια επιθεώρηση του πλοίου. Το χρονικό αυτό διάστημα δύναται: i) Να αυξηθεί με απόφαση των αρμόδιων αρχών για λόγους ανωτέρας βίας, όπως γενική ή μερική απεργία, εμπορικός αποκλεισμός εισαγωγής ή μεταφοράς αναγκαίων υλικών, φυσικές καταστροφές, που επηρεάζουν άμεσα την πρόοδο και την αποπεράτωση των εργασιών του πλοίου, για ίσο χρονικό διάστημα διάρκειας των λόγων αυτών, ύστερα από αίτημα του πλοιοκτήτη από το οποίο προκύπτει επαρκώς και τεκμηριωμένα η επέλευση και η διάρκεια των λόγων ανωτέρας βίας. ii) Να κατανεμηθεί ανεξαρτήτως του συνολικού αριθμού ημερών ανά πλοίο ως ακολούθως: … β) Για αποκατάσταση ζημίας ή βλάβης και για χρονικό διάστημα που κρίνεται αναγκαίο γι` αυτήν. γ) Για εκτέλεση μετασκευών ή διαρρυθμίσεων ή αντικατάσταση των κύριων μηχανών πρόωσης ή εργασιών ευρείας έκτασης συντήρησης του πλοίου. Οι εργασίες αυτές πρέπει να εκτελούνται μόνο κατά τη διάρκεια της προγραμματισμένης ακινησίας για ετήσια επιθεώρηση και κατά παράταση αυτής για τριάντα (30) ακόμα ημέρες, αν κρίνεται αναγκαία η συνέχιση τους και εφόσον οι συγκοινωνιακές ανάγκες της γραμμής το επιτρέπουν. Το χρονικό αυτό διάστημα μπορεί να αυξηθεί με απόφαση των αρμόδιων αρχών για λόγους ανωτέρας βίας, όπως γενική ή μερική απεργία, εμπορικός αποκλεισμός εισαγωγής ή μεταφοράς αναγκαίων υλικών, φυσικές καταστροφές, που επηρεάζουν άμεσα την πρόοδο και την αποπεράτωση των εργασιών του πλοίου, για ίσο χρονικό διάστημα διάρκειας των λόγων αυτών, ύστερα από αίτημα του πλοιοκτήτη από το οποίο προκύπτει επαρκώς και τεκμηριωμένα η επέλευση και η διάρκεια των λόγων ανωτέρας βίας. δ) Λόγω εξαιρετικής ανάγκης ή ανωτέρας βίας ή άλλης σοβαρής αιτίας, όπως δυσμενών καιρικών συνθηκών ή έκτακτης επιθεώρησης. Αμέσως μετά την άρση του γεγονότος το πλοίο εκτελεί τα δρομολόγια του κατά τον ενδεδειγμένο σύμφωνα με τις περιστάσεις τρόπο. 4. Για την ακινησία του πλοίου στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, απαιτείται εγγραφή στο ημερολόγιο του πλοίου και θεώρηση αυτής από τη λιμενική αρχή. Για τις περιπτώσεις β` και γ` απαιτείται και αίτηση του πλοιοκτήτη, καθώς και έγκριση του Υπουργείου, η οποία δίνεται ύστερα από γνωμάτευση του Κλάδου Ελέγχου Εμπορικών Πλοίων ότι συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν την ακινησία. 5. Με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από αίτηση του πλοιοκτήτη και γνώμη του Σ.Α.Σ., μπορεί να ορίζεται ειδικότερα η διακοπή εκτέλεσης δρομολογίων: α) μέχρι σαράντα πέντε συνεχόμενες ημέρες, εφόσον οι συγκοινωνιακές ανάγκες της γραμμής καλύπτονται από τα ήδη δρομολογημένα πλοία, β) σε γραμμή ή γραμμές μικρών αποστάσεων με εποχιακή μόνο κίνηση. Το αίτημα διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων της περίπτωσης α` της παραγράφου αυτής και μέχρι τη σύγκληση του Σ.Α.Σ. μπορεί να γίνεται αποδεκτό από υφιστάμενα όργανα, εξουσιοδοτημένα με απόφαση του Υπουργού. 6. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να έχει το πλοίο στελεχωμένο, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί οργανικής σύνθεσης πληρώματος κατά το χρόνο δραστηριοποίησης του, εκτός από το χρονικό διάστημα διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων της παραγράφου 5, των περιπτώσεων α` και γ` της παραγράφου 3 και της περίπτωσης β` της παραγράφου 3 μετά την πάροδο τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημερών και εφόσον διαρκεί η βλάβη ή η ζημία. 7. Εάν ο πλοιοκτήτης παραβεί τις πιο πάνω υποχρεώσεις, ανεξάρτητα από την επιβολή άλλων κυρώσεων, επιβάλλεται κάθε μήνα στον πλοιοκτήτη, με απόφαση της Λιμενικής Αρχής του αφετήριου λιμένα δρομολογίων του πλοίου, πρόστιμο ίσο προς τη μισθοδοσία, που θα καταβαλλόταν με βάση την οικεία Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας, στους ελλείποντες από την οργανική σύνθεση πληρώματος ναυτικούς, προσαυξημένο κατά είκοσι τοις εκατό (20%). Από το ποσό του προστίμου ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) αποδίδεται στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (Ν.Α.Τ.) υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθένειας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.). 8. Οι ναυτικοί που απολύονται λόγω διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων δεν δικαιούνται την προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις αποζημίωση, αν ναυτολογηθούν στο πλοίο αμέσως μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων ή αν δεν αποδεχθούν την επαναυτολόγησή τους με τους ίδιους, όπως πριν την απόλυση τους, όρους.». Με την αμέσως ανωτέρω διάταξη επομένως, σε περίπτωση διακοπής των πλόων δρομολογημένου πλοίου, όπως εν προκειμένω, ο εργοδότης (πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής) ενέχεται σε αποζημίωση του απολυόμενου, μόνον εφόσον δεν τον επαναπροσλάβει αμέσως μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος για το οποίο ενεκρίθη, κατόπιν αιτήσεώς του, η διακοπή των πλόων του.

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων, με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίσθηκε ότι, η από 5.10.2021 σύμβαση ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο, ελύθη χωρίς υπαιτιότητά του και δη λόγω διακοπής των δρομολογίων του ανωτέρω πλοίου, συνεπεία της ετήσιας επιθεωρήσεώς του, επικαλούμενος δε τις διατάξεις του άρθρου 72, 75 και 76 του ΚΙΝΔ αξίωσε όπως η εναγομένη του καταβάλει ως αποζημίωση το ήμισυ των τακτικών του αποδοχών. Με την εκκαλουμένη απόφαση, έγινε δεκτό ότι το εν λόγω αίτημα τυγχάνει νόμιμο, ως θεμελιούμενο στις διατάξεις των ανωτέρω άρθρων 72, 75 και 76 του ΚΙΝΔ, ακολούθως δε, το αίτημα αυτό έγινε δεκτό ως βάσιμο και στην ουσία του, καθόσον κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, πράγματι η εν λόγω (έβδομη) των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος λύθηκε χωρίς υπαιτιότητα αυτού (ενάγοντος ναυτικού), ενόψει δε του ότι η εναγομένη δεν επικαλέσθηκε, αλλά ούτε απέδειξε ότι επαναπροσέλαβε τον ενάγοντα και αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, ανήρχοντο σε ευρώ 3.878,41, επεδίκασε το ήμισυ αυτών και δη το ποσό των ευρώ 1.939,20. Εν προκειμένω, πράγματι απεδείχθη ότι άνευ υπαιτιότητος του ενάγοντος, ελύθη η από 5.10.2021 ένδικη έβδομη σύμβαση ναυτολόγησης του ενάγοντος και αυτός (ενάγων) αποναυτολογήθηκε την 31.10.2021, δίχως να επαναπροσληφθεί με το πέρας της προθεσμίας διακοπής των δρομολογίων του ανωτέρω πλοίου στο ανωτέρω πλοίο ΚΠΣ ή σε έτερο πλοίο της εναγομένης και χωρίς να αποδεικνύεται ότι κλήθηκε προς τούτο. Ο ενάγων, επομένως, κατά το νόμιμο αίτημά του, δικαιούται αποζημιώσεως ανερχομένη, κατά τις διατάξεις 77 του ΚΙΝΔ σ τις αποδοχές του δέκα πέντε ημερών. Για τον υπολογισμό της εν λόγω αποζημιώσεως λαμβάνονται υπόψη ο καταβαλλόμενος μισθός κατά τον τελευταίο μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης και δη ο μισθός ενέργειας, το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, καθώς επίσης και το αντίτιμο τροφής και η αποζημίωση άδειας, η υπερωριακή αμοιβή του και τα επιδόματα εορτών, καθώς και κάθε άλλη παροχή καταβαλλομένη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του τακτικώς καθ’ έκαστο μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς καθ’ ορισμένα χρονικά διαστήματα (ΑΠ 1224/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Εν προκειμένω, ο ενάγων ως εκκαλών μόνος αυτός πλήττει με τον πέμπτο λόγο της ένδικης έφεσής του, την εκκαλουμένη απόφαση, εκ του λόγου ότι, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, για τον υπολογισμό της εν λόγω αποζημίωσης απολύσεως την οποία η εκκαλουμένη απόφαση όρισε στο ποσό των ευρώ 1.939,20, έλαβε υπόψη της μειωμένες αποδοχές και δη όσον αφορά στο μέσο όρο της δικαιούμενης υπ’ αυτού αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση έλαβε υπό του το ποσό των ευρώ 1.338,60 και όχι το ποσό των ευρώ 1.862,64 κατά τον αγωγικό του ισχυρισμό. Εν τούτοις, όπως απεδείχθη, η αναλογούσα αμοιβή του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τον μήνα Οκτώβριο 2021, εφόσον η ένδικη (έβδομη) σύμβαση εργασία διήρκησε από 5.10.2021 έως 31.10.2021, ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 1.218,00 [{(16 καθημερινές και 4 ημέρες Κυριακής ήτοι 20 επί 3= 60 επί 8,70=) 522 + (4 ημέρες Σαββάτου και μία ημέρα αργίας (28.10) ήτοι 5 επί 11 = 55 επί 10,44=) 574,20 =} 1.096,20/27 επί 30=)] και όχι στο ποσό των 1.862,64 κατά τον αγωγικό ισχυρισμό και τον πέμπτο λόγο έφεσης του ενάγοντος. Η εκκαλουμένη απόφαση, επομένως, η οποία κατά τον υπολογισμό της αποζημιώσεως απολύσεως του ενάγοντος, συμπεριέλαβε στις τακτικές αποδοχές αυτού μέσο όρο αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση το ανωτέρω ποσό των 1.338,60 ευρώ, απορρίπτοντας κατά το επιπλέον ποσό, τον ανωτέρω αγωγικό ισχυρισμό του ενάγοντος, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου πέμπτου λόγου της ένδικης έφεσης του ενάγοντος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εναγομένη δεν πλήττει με ειδικό λόγο έφεσης το εν λόγω κονδύλιο.

Κατ’ ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων, και μη υπάρχοντος ετέρου λόγου εφέσεως προς διερεύνηση, πρέπει να γίνουν δεκτές ως εν μέρει βάσιμες στην ουσία τους αμφότερες οι ένδικες εφέσεις, απορριπτομένων αυτών, κατά τα λοιπά, ως αβασίμων στην ουσία τους, ως ειδικότερα αναλύεται στο σκεπτικό της παρούσας και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη με αριθμό 3533/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εξεδόθη με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών στο σύνολό της για το ενιαίο της εκτέλεσης, ήτοι και ως προ το ποσό των ευρώ 260,38 που επιδικάστηκε με την εκκαλουμένη απόφαση ως υπόλοιπο αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων συμβάσεων ναυτολόγησής του, ως προς το ποσό των ευρώ 219,04 που επιδικάστηκε ως αποζημίωση του ενάγοντος για μη χορηγηθείσες άδειες διανυκτέρευσης κατά τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο 2021 και ως προς το ποσό των ευρώ 1.939,20 που επιδικάστηκε ως αποζημίωση απολύσεως στα πλαίσια της έβδομης των ενδίκων ναυτολογήσεων, αν και οι λόγοι έφεσης που αφορούσαν τα ανωτέρω κονδύλια απερρίφθησαν ως αβάσιμοι στην ουσία τους, ως αναλύεται στο σκεπτικό της παρούσας, αφού δε κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 535 παρ.1 ΚΠολΔ, προς εκδίκαση κατ’ ουσίαν, πρέπει η υπό κρίση αγωγή, η οποία είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις ως άνω μνημονευόμενες διατάξεις, καθώς και σε αυτές των άρθρων 53, 54, 60 ΚΙΝΔ, 648, 653, 655, 341, 345, 346 ΑΚ και επαρκώς ορισμένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγομένης που περιέχεται στις έγγραφες προτάσεις της, να γίνει μερικώς δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη – εκκαλούσα – εφεσίβλητη [Α] να καταβάλει στον ενάγοντα, κατά τα προεκτεθέντα, το συνολικό ποσό των ευρώ 6.769,90 [ευρώ 233,70 ως υπόλοιπο αμοιβής υπερωριακής του απασχόλησης στα πλαίσια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 365,78 ως υπόλοιπο αναλογίας Δώρου εορτών Πάσχα 2020 + ευρώ 1.681,50 ως υπόλοιπο αμοιβής υπερωριακής του απασχόλησης στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 1.829,44 ως υπόλοιπο αναλογίας Δώρου εορτών Χριστουγέννων 2020 στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 1.312,29 ως αμοιβή για εκτέλεση δρομολογίων εξπρές στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 260,38 ως υπόλοιπο αμοιβής υπερωριακής του απασχόλησης στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 282,45 ως υπόλοιπο αναλογίας Δώρου εορτών Χριστουγέννων 2020 στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 556,88 ως υπόλοιπο αμοιβής υπερωριακής του απασχόλησης στα πλαίσια της τέταρτης και πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 185,10 ως υπόλοιπο αναλογίας Δώρου εορτών Πάσχα 2021 στα πλαίσια της τέταρτης και πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 62,38 ως υπόλοιπο αναλογίας Δώρου εορτών Χριστουγέννων 2021 στα πλαίσια των τέταρτης και πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων) και [Β] να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των ευρώ 5.622,21 [ευρώ 1.280,80 ως υπόλοιπο αμοιβής υπερωριακής του απασχόλησης στα πλαίσια των έκτης και έβδομης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 708,44 ως υπόλοιπο αναλογίας Δώρου εορτών Χριστουγέννων 2021 στα πλαίσια των έκτης και έβδομης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 681,29 ως αμοιβή για εκτέλεση δρομολογίων εξπρές στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 219,04 ως αμοιβή για μη χορήγηση αδειών διανυκτέρευσης στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων + ευρώ 793,90 ως υπόλοιπο αμοιβής εργασίας κατά τις διατάξεις του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ + ευρώ 1.939,20 ως αποζημίωση απολύσεως]. Περαιτέρω, η εναγομένη, δια των εγγράφων προτάσεών της που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, επαναφέροντας τους στον πρώτο βαθμό προβληθέντες ισχυρισμούς τους, εζήτησε όπως απορριφθεί το αίτημα του ενάγοντος περί επιδίκασης τόκων επιδικίας. Ενόψει του ότι, με την ένδικη (πρώτη) κρινόμενη έφεση αυτής (εναγομένης), όπως το δικόγραφο αυτής εκτιμάται, αφού με αυτή ζητείται η απόρριψη του συνόλου της ένδικης αγωγής του ενάγοντος, με αποτέλεσμα να κρίνεται ότι προσβάλλεται και το κεφάλαιο των τόκων (όμοια ΑΠ 15/2020 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου), παραδεκτώς επαναφέρεται ο εν λόγω ισχυρισμός υπό της εναγομένης. Ειδικότερα η εναγομένη αξίωσε να απορριφθεί το αίτημα επιδίκασης τόκων επιδικίας για τον μετά την επίδοση της ένδικης αγωγής χρόνο, εκ του λόγου ότι, συντρέχει εν προκειμένω λόγος εύλογης αντιδικίας μεταξύ των διαδίκων για τον αριθμό των υπερωριών που πραγματοποίησε ο ενάγων, καθώς επίσης ως προς την πραγματοποίηση ή μη δρομολογίων εξπρές από τα ένδικα πλοία της στα πλαίσια της δεύτερης και έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, αλλά και ως προς το ύψος των επιδικαζομένων απαιτήσεων. Εν τούτοις, στην εξεταζόμενη περίπτωση, δεν απεδείχθη ότι, πριν από τη συζήτηση της αγωγής η εναγομένη αναγνώρισε εγγράφως την οφειλή ή συμβιβάστηκε εξωδίκως με τον ενάγοντα, όπως επίσης δεν προέκυψε η ύπαρξη εύλογης αντιδικίας που να δικαιολογεί, την εφαρμογή του άρθρου 346 εδαφ. δ΄ και ε΄ του ΑΚ και πρέπει το ανωτέρω αίτημα της εναγομένης να απορριφθεί ως αβάσιμο στην ουσία του. Πράγματι, περίπτωση εύλογης αμφιβολίας, γίνεται δεκτό ότι, συντρέχει όταν πρόκειται για απαίτηση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης (π.χ. ηθική βλάβη) ή επειδή ο εναγόμενος προβάλλει ένσταση συμψηφισμού (αιτιολογική έκθεση Ν. 4055/2012), περιπτώσεις εν τούτοις, οι οποίες εν προκειμένω δεν συντρέχουν, εφόσον η, κατά το αποδεικτικό πόρισμα της παρούσας, απόσβεση μέρους της απαίτησης του ενάγοντος δια συμβατικού συμψηφισμού, όπως στην οικεία θέση αναλύεται, δεν αποτελεί στην πραγματικότητα ένσταση συμψηφισμού, αλλά ένσταση αποσβέσεως της οφειλής (ΑΠ 1010/2019 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου). Επιπλέον, στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων εργαζόταν, κατά τα ανωτέρω, στα ως άνω πλοία της εναγομένης και αυτή (εναγομένη), ως εργοδότρια του ενάγοντος εγνώριζε τις ώρες εργασίας του, τα δρομολόγια εξπρές που εκτελούσε το εν λόγω πλοίο, καθώς επίσης εγνώριζε και το οφειλόμενο υπ’ αυτής ποσό στον ενάγοντα (βλ. ΑΠ 163/2022, ΝΟΜΟΣ). Κατόπιν των ανωτέρω, τα ως άνω επιδικαζόμενα ποσά, κρίνεται ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα, με το νόμιμο τόκο, από της τελευταίας αποναυτολογήσεως αυτού (ενάγοντος), ήτοι από την 31.10.2021, πλην του ποσού των ευρώ 1.939,20, που αφορά την οφειλόμενη σε αυτόν (ενάγοντα) αποζημίωση, λόγω της απολύσεώς του την 31.10.2020, το οποίο πρέπει να επιδικασθεί με το νόμιμο τόκο από της επομένης ημέρας της επιδόσεως της ένδικης αγωγής. Τούτο διότι, η αποζημίωση απολύσεως δεν θεωρείται μισθός και δεν υφίσταται ως προς αυτή δήλη ημέρα καταβολής, αλλά ο τόκος άρχεται από της οχλήσεως και κατά πάσα περίπτωση από της επιδόσεως της αγωγής (ΕφΠειρ 8/2023, Εφ.Πειρ. 743/2022 Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς, ΕφΠειρ 19/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 231/2013, ΕΝαυτΔ 2013, 220, ΕφΠειρ 66/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 346/2011, ΕΝαυτΔ 2011, 271, ΕφΠειρ 676/2010, ΕΝαυτΔ 2011, 105, ΕφΠειρ 283/2009, ΕΝαυτΔ 2009, 102), ενόψει του ότι οι διατάξεις του άρθρου 74 του Ν. 3863/2010, με την οποία ορίζεται προθεσμία καταβολής της αποζημιώσεως απολύσεως στις χερσαίες συμβάσεις εργασίας, δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω, αντίστοιχη δε διάταξη δεν προβλέπεται στον ΚΙΝΔ. Επιπλέον δε, με την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 27 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, δεν ορίζεται δήλη ημέρα καταβολής της εν λόγω αποζημίωσης, η διάταξη δε της παραγράφου 1 του άρθρου 10 της ίδιας ΣΣΝΕ, κατά την οποία, υπό τον τίτλο «Εξόφληση μισθού και λοιπών αποδοχών» «Η εξόφληση του μισθού και των πάσης φύσεως αποδοχών των ναυτικών γίνεται στο τέλος κάθε ημερολογιακού μηνός …» δεν ρυθμίζει και την περίπτωση του χρόνου καταβολής της αποζημίωσης απολύσεως. Εξάλλου, εν προκειμένω, δεν απεδείχθη προηγούμενη της επιδόσεως της ένδικης αγωγής όχληση της εναγομένης προς καταβολή της εν λόγω απαίτησης υπό του ενάγοντος. Περαιτέρω, το αίτημα της εκκαλούσας – εναγόμενης για επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση που βρίσκονταν πριν από την εκ μέρους της καταβολή στον ενάγοντα του χρηματικού ποσού των 7.106,01 ευρώ εκ των οποίων ποσό 6.419,31 ευρώ για προσωρινά επιδικασθέν κεφάλαιο και ποσό 686,70 ευρώ για επιδικασθέντες τόκους, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελές, ενόψει του ότι το χρηματικό ποσό της τελεσίδικης επιδίκασης υπερβαίνει το καταβληθέν. Τέλος, μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση της οποίας ο ανωτέρω, που νίκησε εν μέρει, υπέβαλε σχετικό αίτημα με την έφεσή του, καθώς και τις προτάσεις, που κατέθεσε επί της αντίθετης έφεσης της εναγομένης, ανάλογο με την έκταση της νίκης και της ήττας των διαδίκων της αγωγής πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης, η οποία, παρά την παραδοχή της έφεσής της, ηττήθηκε εν μέρει στην ουσία της υπόθεσης (άρθρα 106, 178 παρ.1, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ και άρθρα 63, 68 και 69 του Κώδικα περί Δικηγόρων (Ν. 4194/2017), κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης οριζόμενα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, τις ένδικες εφέσεις.

Δέχεται αυτές τυπικά και εν μέρει στην ουσία τους, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη, υπ’ αριθμ. 3533/2022, απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

Κρατεί και δικάζει, την ένδικη από 20.12.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ………./21.12.2021 αγωγή.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

Δέχεται, κατά τα λοιπά, την ένδικη αγωγή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της.

Υποχρεώνει την εναγομένη, να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των έξι χιλιάδων επτακοσίων εξήντα εννέα ευρώ και ενενήντα λεπτών (ευρώ 6.769,90), νομιμοτόκως από την 31-10-2021.

Αναγνωρίζει ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα, επιπλέον του αμέσως ανωτέρω ποσού και το ποσό των πέντε χιλιάδων εξακοσίων είκοσι δύο ευρώ και είκοσι ενός λεπτών (ευρώ 5.622,21),  εκ του οποίου το ποσό των τριών χιλιάδων εξακοσίων ογδόντα τριών ευρώ και ενός λεπτού (ευρώ 3.683,01) νομιμοτόκως από την 31-10-2021 και το ποσό των χιλίων εννιακοσίων τριάντα εννέα ευρώ και είκοσι λεπτών (ευρώ 1.939,20),νομιμοτόκως από της επομένης ημέρας της επιδόσεως της ένδικης αγωγής.

Καταδικάζει την εναγομένη στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των εξακοσίων είκοσι (620) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 5.11.2024.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                      Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ