ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός 524/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε η πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, K.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ….. για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Α. Του εκκαλούντος: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται από τον διοικητή της (ΑΦΜ …..) και στην προκειμένη περίπτωση από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΙΓ’ Αθηνών, που εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξούσια Ν.Σ.Κ., Δέσποινα Ντουντουρέκα (με δήλωση κατ’ άρθρ. 242 ΚΠολΔ).
Της εφεσίβλητης: Εταιρείας με την επωνυμία «………» (Αριθμός ΓΕΜΗ ……), η οποία εδρεύει στη …….. Αττικής, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Β. Της προσθέτως παρεμβαίνουσας: Εταιρείας με την επωνυμία «…….» (Αριθμός ΓΕΜΗ …., ΑΦΜ …), η οποία εδρεύει στη ……. Αττικής, την οποία εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος, Ελένη Ζαννιά (Νικόλαος Ανδρικόπουλος και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία).
Υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση: Εταιρείας με την επωνυμία «………» (Αριθμός ΓΕΜΗ ……..), η οποία εδρεύει στη ……….., η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Καθ’ ου η πρόσθετη παρέμβαση: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται από τον διοικητή της (ΑΦΜ …..) και στην προκειμένη περίπτωση από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΙΓ’ Αθηνών, που εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξούσια Ν.Σ.Κ., Δέσποινα Ντουντουρέκα (με δήλωση κατ’ άρθρ. 242 ΚΠολΔ).
Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την με αρ. κατ. ………./2019 ανακοπή για τη μεταρρύθμιση πίνακα κατάταξης. Το ως άνω δικαστήριο με την με αρ. 2696/2020 απόφαση έκανε δεκτή αυτήν κατ’ ουσίαν.
Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε το καθ’ ου η ανακοπή με την με αρ. κατ. ……../2022 έφεση προς το δικαστήριο τούτο (αρ. εκθ κατ. Εφετ. ……../2022), η οποία ορίστηκε να συζητηθεί (με την με αρ. 81/2023 πράξη του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διοίκησης Εφετείου Πειραιώς), μαζί με την πρόσθετη παρέμβαση (αρ. κατ. ………./2024) τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.
Οι πληρεξούσιοι νομικοί παραστάτες των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η έφεση ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 2). Είναι λοιπόν τυπικά δεκτή και πρέπει να συνεκδικασθεί με την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, ερήμην της εφεσίβλητης, η οποία δεν παραστάθηκε, αν και κλήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα για να παραστεί κατά την αρχική δικάσιμο (της 5.10.2023, βλ την υπ’ αρ. ……../30.8.2022 έκθεση επίδοσης της δικ. επι. ……..), κατά την οποία ματαιώθηκε η συζήτηση λόγω της διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών και επαναπροσδιορίστηκε οίκοθεν για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, η εγγραφή δε στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (ΚΠολΔ 260 παρ. 4 ΚΠολΔ). Σε σχέση με την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, γιατί, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 80 και 83 ΚΠολΔ, μόνο τρίτος μπορεί να ασκήσει πρόσθετη αυτοτελή παρέμβαση σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ άλλων, και, εν προκειμένω, η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα είναι το ίδιο νομικό πρόσωπο (ίδιος αριθμός ΓΕΜΗ και ΑΦΜ) με την εφεσίβλητη, υπέρ της οποίας παρεμβαίνει, επομένως δεν είναι τρίτη στη δίκη της έφεσης που εκκρεμεί και φέρεται προς συζήτηση, για το παραδεκτό της οποίας προσκομίζονται οι προτάσεις της εφεσίβλητης και τα πρακτικά του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου (ΚΠολΔ 524 παρ. 4). Πρέπει, επίσης, να καταδικαστεί η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα στη δικαστική δαπάνη του καθ’ ου η παρέμβαση, υπό τον περιορισμό του άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 3693/1957 (ΚΠολΔ 182 παρ. 1). Η εφεσίβλητη, με την πρωτοδίκως κριθείσα ανακοπή της κατά του …./2019 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβ/φου Αθηνών, . ….., στρεφόμενη κατά του καθ’ ου εκκαλούντος, που κατατάχθηκε στο 1/3 του 10% του διανεμητέου στους εγχειρόγραφους δανειστές εκπλειστηριάσματος, ζήτησε να καταταγεί η ίδια στο ποσό αυτό, για την εξασφαλισμένη με υποθήκη δεύτερης τάξης (μέχρι του ποσού των 36.000 ευρώ) αναγγελθείσα απαίτησής της, εκ ποσού 43.510,36 ευρώ, ως προς το οποίο δεν κατατάχθηκε καθόλου. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη έκανε δεκτή την ανακοπή και μεταρρύθμισε τον πίνακα. Με την υπό κρίση έφεσή του το εκκαλούν παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να απορριφθεί η ανακοπή. Από το σύνολο των εγγράφων που προσκόμισε και επικαλέστηκε το εκκαλούν προέκυψαν τα ακόλουθα: Το εκκαλούν, δια του προϊσταμένου του Δ.Ο.Υ. ΙΓ Αθηνών, ανήγγειλε στην υπάλληλο του πλειστηριασμού, ενώπιον της οποίας διενεργήθηκε με επίσπευση της εφεσίβλητης με τις από 1.3.2018 (δύο) επιταγές προς εκτέλεση των με αρ. …/2015 και …/2015 διαταγών πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά του . ……, απαίτησή του σε βάρος του τελευταίου, ποσού 167.014,57 ευρώ, που αφορά φόρους (όχι ΦΠΑ), προκειμένου να καταταγεί προνομιακά (ΚΠολΔ 975 αρ. 5) στο επιτευχθέν εκπλειστηρίασμα των 167.015,86 ευρώ (αφαιρουμένων των εξόδων που δεν αμφισβητούνται). Στον ίδιον πλειστηριασμό αναγγέλθηκε η εφεσίβλητη για απαιτήσεις της σε βάρος του καθ’ ου η εκτέλεση, ποσών 131.046,43 ευρώ και 43.510,36 ευρώ, οι οποίες ήταν εξασφαλισμένες με υποθήκες, η πρώτη 1ης τάξης μέχρι του ποσού των 144.000 ευρώ και η δεύτερη 2ης τάξης μέχρι του ποσού των 36.000 ευρώ, για δε το μη ασφαλισμένο με υποθήκη ποσό των 7.510,36 ευρώ (43.510,36 – 36.000) αναγγέλθηκε ως εγχειρόγραφη δανείστρια. Ενόψει των ως άνω αναγγελιών, το εκπλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την πλήρη ικανοποίηση όλων των δανειστών και έτσι η υπάλληλος του πλειστηριασμού κατέταξε αυτούς στο 25%, 65% και 10% του εκπλειστηριάσματος (ΚΠολΔ 1007, 975, 976 αρ. 1-2), ενόψει του ότι οι επιστηρίζουσες τον πλειστηριασμό επιταγές προς εκτέλεση (1.3.2018) είχαν επιδοθεί μετά την 1.1.2016 (43 ν. 4715/2020, ΑΠ 224/2022, ΑΠ 1151/2021 δημ ΝΟΜΟΣ). Στο 25% του εκπλειστηριάσματος, ήτοι στο ποσό των (167.015,86 Χ 25%) 41.753,96 ευρώ, κατατάχθηκε το εκκαλούν, ως μόνος δανειστής έχων γενικό προνόμιο, εξαντλώντας το, απομένοντας υπόλοιπο απαίτησής του (167.014,57 – 41.753,96) 125.260,61 ευρώ. Στο 65% του εκπλειστηριάσματος, ήτοι στο ποσό των (167.015,86 Χ 65%) 108.560,31 ευρώ, κατατάχθηκε η εφεσίβλητη για την απαίτησή της που ήταν ασφαλισμένη με υποθήκη 1ης τάξης, εξαντλώντας το, αποκλείοντας την άλλη απαίτησή της που ήταν ασφαλισμένη με υποθήκη 2ης τάξης, απομένοντας υπόλοιπο απαίτησης της (131.046,43 – 108.560,31) 22.486,12 ευρώ. Στο 10% του εκπλειστηριάσματος, ήτοι στο ποσό των (167.014,57 Χ 10%) 16.701,59 ευρώ, κατατάχθηκε η εφεσίβλητη για την απαίτησή της, ποσού 7.510,36 ευρώ, που είχε αναγγελθεί ως εγχειρόγραφη δανείστρια, απομένοντας έτσι υπόλοιπο εκ του 10%, ποσό (16.701,59 – 7.510,36) 9.191,23 ευρώ. Στο υπόλοιπο αυτό ποσό η υπάλληλος του πλειστηριασμού κατέταξε, στο 1/3, ήτοι στο ποσό των (9.191,23 : 3) 3.063,74 ευρώ το εκκαλούν, που είχε υπόλοιπο από την προνομιακή απαίτησή του (125.260,61 ευρώ) και στα 2/3, ήτοι στο ποσό των (9.191,23 Χ 2 : 3) 6.127,49 ευρώ, την εφεσίβλητη, που είχε υπόλοιπο από την εξασφαλισμένη με υποθήκη 1ης τάξης απαίτησή της (22.486,12 ευρώ), μην απομένοντας άλλο ποσό εκπλειστηριάσματος. Η άλλη απαίτηση της εφεσίβλητης, η οποία ήταν εξασφαλισμένη με υποθήκη 2ης τάξης δεν κατατάχθηκε καθόλου και ορθώς, γιατί προτιμήθηκε (στο 65%) η εξασφαλισμένη με 1η τάξη υποθήκης απαίτησή της που προηγούνταν, ενώ αυτή (η απαίτηση με υποθήκη 2ης τάξης) δεν δύναται να θεωρηθεί ως εγχειρόγραφη για το λόγο ότι δεν ικανοποιήθηκε ως εξασφαλισμένη με υποθήκη στο 65% του εκπλειστηριάσματος. Επομένως καλώς έγινε η κατάταξη των δανειστών με τον προσβαλλόμενο πίνακα της υπαλλήλου του πλειστηριασμού και η ένδικη ανακοπή κατ’ αυτής, με την οποία η εφεσίβλητη ζητούσε να αποβληθεί το εκκαλούν από το 1/3 του υπολοίπου του 10% του εκπλειστηριάσματος και να καταταγεί αυτή σ’ αυτό για την άλλη απαίτησή της με υποθήκη 2ης τάξης, ήταν μη νόμιμη και έπρεπε να απορριφθεί. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που την έκανε δεκτή κατ’ ουσίαν έσφαλε στην ερμηνεία και στην εφαρμογή του νόμου, γι’ αυτό και θα πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση κατ’ ουσία, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να διακρατηθεί η υπόθεση, να απορριφθεί η ανακοπή και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στη δικαστική δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, υπό τον περιορισμό του άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 3693/1957.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει την έφεση και την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση ερήμην της εφεσίβλητης – υπέρ ης η πρόσθετης παρέμβαση.
Απορρίπτει την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.
Καταδικάζει την αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα στη δικαστική δαπάνη του καθ’ ου, που ορίζει σε 300 ευρώ.
Δέχεται την έφεση.
Εξαφανίζει την 2696/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Διακρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της ανακοπής.
Απορρίπτει την ανακοπή.
Καταδικάζει την εφεσίβλητη ανακόπτουσα στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του εκκαλούντος καθ’ ου η ανακοπή αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας που καθορίζει σε 300 ευρώ για κάθε βαθμό.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους και νομικούς παραστάτες, στον Πειραιά στις 5 Νοεμβρίου 2024.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ