Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 511/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  511/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

2ο ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Νικολέττα Λαμπρίδου, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την ………………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Των εκκαλούντων : 1) ……….., 2) ………… 3) Της κοινοπραξίας με την επωνυμία «…………..», που εδρεύει στα ….. Αττικής, οδός …………., νομίμως εκπροσωπούμενης, ΑΦΜ : ………. και 4) ……………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Φαλαγκαράκη (ΑΜΔΣA : ……).

Του εφεσίβλητου : ……………… ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ηλία Ιωάννου (ΑΜΔΣΠ : …..).

Επί της από 11-9-2018 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης γενικό …../2018  και ειδικό ……./2018 αγωγής του ενάγοντος κατά των εναγόμενων εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία η με αριθμό 560/2020 εν μέρει οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα σε αυτή (απόφαση).

Την απόφαση αυτή και κατά το οριστικό της μέρος προσβάλλουν οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες με την από 3-8-2020 έφεσή τους, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …../2020 και ειδικό ……/2020 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό έκθεσης κατάθεσης γενικό ……/2023 και ειδικό …../2023  για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσίβλητου  παραστάθηκε στο ακροατήριο και αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε,   αντίστοιχα.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση έφεση των εν μέρει ηττηθέντων εναγόμενων και ήδη εκκαλούντων κατά του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου και κατά της με αριθμό 560/2020 εν μέρει οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, αρμοδίως εισάγεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου ανήκει το εκδώσαν την εκκαλουμένη απόφαση Πρωτοδικείο (άρθρα 19, 495, 498 ΚΠολΔ), ασκήθηκε δε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση του ένδικου δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 7-9-2020, ήτοι εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης στον πρωτοδίκως παριστάμενο ως πληρεξούσιο δικηγόρο και νόμιμο αντίκλητο των εκκαλούντων, ………….., δικηγόρο Αθηνών (ΑΜΔΣΑ : …….) [άρθρο 143 ΚΠολΔ], με επιμέλεια του αντιδίκου τους, την 8-7-2020, όπως προκύπτει από τη με αριθμό ….. Δ/8-7-2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………….., που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο εφεσίβλητος (άρθρα 126 παρ. 1 στοιχ. α, 127 παρ. 1 ΚΠολΔ), ενόψει και του ότι το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται για την προθεσμία του άρθρου 518 παρ. 1 ΚΠολΔ, κατ’ άρθρο 147 παρ. 1 ΚΠολΔ, το γεγονός δε αυτό δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους και ούτε από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ). Επίσης, έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες, για το παραδεκτό της εφέσεως, το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 3 περ. Α (β) ΚΠολΔ παράβολο, ποσού 100,00 ευρώ (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ …../7-9-2020 έκθεση κατάθεσης του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αναφορά στο με αριθμό ………../2020 e-παράβολο ποσού 100,00 ευρώ). Πρέπει επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω από το παρόν Δικαστήριο, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των προβαλλόμενων λόγων της, μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτήν (άρθρα 522, 524 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την από 11-9-2018 με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018 αγωγή του ο ενάγων εξέθετε ότι με την τρίτη εναγόμενη κοινοπραξία, όπως αυτή εκπροσωπούνταν νόμιμα από τις δύο πρώτες εναγόμενες, κατάρτισε το με αριθμό ……./12-11-2010 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, το οποίο νόμιμα καταχωρήθηκε στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου του Δήμου Κερατσινίου, δυνάμει του οποίου ο ίδιος (ενάγων) απέκτησε κατά κυριότητα λόγω πώλησης από την τρίτη εναγόμενη μια μη ακόμα αποπερατωμένη οριζόντια ιδιοκτησία (διαμέρισμα) του Δ΄ ορόφου πολυκατοικίας, με την αποκλειστική χρήση της με αριθμό 6 θέσης στάθμευσης της πυλωτής, ότι ο τέταρτος εναγόμενος εγγυήθηκε ατομικά την τήρηση των όρων της σύμβασης ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος στο συμβόλαιο αυτό, καθώς και ότι το συμφωνηθέν τίμημα καταβλήθηκε από τον ίδιο (ενάγοντα) ολοσχερώς, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ακόμα, ισχυριζόταν ότι, αν και συμφωνήθηκε ότι το ένδικο διαμέρισμα θα παραδοθεί πλήρως αποπερατωμένο μέχρι την 31-1-2011 και οι κοινόχρηστοι χώροι ομοίως θα ήταν πλήρως αποπερατωμένοι μέχρι την 28-2-2011, εντούτοις οι εναγόμενοι, από αποκλειστική υπαιτιότητά τους, δεν τα αποπεράτωσαν ούτε τα παρέδωσαν μέχρι την 11-1-2016, οπότε ο ενάγων με κοινοποίηση σχετικού εξωδίκου κήρυξε έκπτωτους του έργου τους εναγόμενους, οι οποίοι δεν αμφισβήτησαν την έκπτωσή τους. Επίσης, επικαλούμενος αυτοψία που έγινε αρμοδίως από δημόσια υπηρεσία, ιστορούσε ότι διαπιστώθηκαν τόσο η μη αποπεράτωση του εν λόγω διαμερίσματος και της πολυκατοικίας όσο και οι υπολειπόμενες εργασίες, όπως αυτές αναλυτικά περιγράφονται στην αγωγή. Επιπλέον, ανέφερε ότι παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις του ενάγοντος προς τους εναγόμενους προκειμένου να συνεχίσουν τις εργασίες και να ολοκληρώσουν το έργο, οι τελευταίοι δεν ανταποκρίθηκαν και συνεπώς, οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στον ενάγοντα τις συμφωνηθείσες ποινικές ρήτρες λόγω της υπαίτιας μη παράδοσης των άνω ακινήτων αποπερατωμένων και συγκεκριμένα το ποσό των 15,00 ευρώ ημερησίως για κάθε ημέρα καθυστέρησης παράδοσης του διαμερίσματος και το ποσό των 5,00 ευρώ ημερησίως για κάθε ημέρα καθυστέρησης παράδοσης των κοινόχρηστων χώρων, με αποτέλεσμα η ποινική ρήτρα να ανέρχεται στο ποσό των 8.400,00 ευρώ και στο ποσό των 2.800,00 ευρώ αντίστοιχα, με έναρξη υπολογισμού την 1-7-2014 για το διαμέρισμα και τους κοινόχρηστους χώρους, μέχρι την 11-1-2016, οπότε κηρύχθηκαν οι εναγόμενοι έκπτωτοι και συνολικά στο ποσό των 11.200,00 ευρώ (ήτοι 18 μήνες και 10 ημέρες Χ 15,00 ευρώ και 18 μήνες και 10 ημέρες Χ 5,00 ευρώ, αντίστοιχα), ενώ για το προγενέστερο χρονικό διάστημα, του έχουν επιδικαστεί χρηματικά ποσά για την ίδια αιτία (ποινικές ρήτρες) με την ήδη τελεσίδικη με αριθμό 1369/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Περαιτέρω, ιστορούσε ότι, επειδή οι εναγόμενοι, μετά την έκπτωσή τους την 11-1-2016, δεν του παρέδωσαν τη νομή των χώρων της ένδικης πολυκατοικίας, ο ενάγων και ο …………. ως συνοικοπεδούχοι άσκησαν αγωγή νομής, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 1906/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία έκανε δεκτή την πιο πάνω αγωγή και αναγνωρίστηκε ο ενάγων νομέας, ότι κατά της ανωτέρω απόφασης ασκήθηκε από τους αντιδίκους του έφεση και ότι, επειδή η πιο πάνω απόφαση δεν κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή, οι εναγόμενοι συνεχίζουν να μην παραδίδουν την πολυκατοικία, προκειμένου το έργο να αποπερατωθεί πλήρως με άλλους εργολάβους. Έτι περαιτέρω, εξέθετε ότι εξαιτίας της υπερημερίας των εναγόμενων ο ενάγων έχει απολέσει κέρδη, τα οποία θα αποκόμιζε με βεβαιότητα σε περίπτωση εκμίσθωσης του διαμερίσματος, το οποίο φέρει τα αναφερόμενα στην αγωγή χαρακτηριστικά και συγκεκριμένα έχει απολέσει μισθώματα ύψους 350,00 ευρώ μηνιαίως και συνολικού ποσού 11.200 ευρώ, για χρονικό διάστημα 32 μηνών, ήτοι από την 11-1-2016 μέχρι το χρόνο άσκησης της ένδικης αγωγής. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος α) το ποσό των 11.200,00 ευρώ για ποινικές ρήτρες, με το νόμιμο τόκο από τότε που κατέστη απαιτητό, ήτοι 15,00 ευρώ για κάθε ημέρα, αρχής γενομένης από την 1-7-2014, για το διαμέρισμα και 5,00 ευρώ για κάθε ημέρα, αρχής γενομένης από την 1-7-2014, για τους κοινόχρηστους χώρους, άλλως επικουρικώς από την επίδοση της αγωγής και β) το ποσό των 11.200,00 ευρώ για την απώλεια των μισθωμάτων, που θα εισέπραττε κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων αν μετά την έκπτωση του είχε παραδοθεί το διαμέρισμα, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και συνολικά το ποσό των 22.400,00 ευρώ και να καταδικαστούν οι αντίδικοί του στην εν γένει δικαστική δαπάνη του. Επί της αγωγής αυτής το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εξέδωσε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία την εκκαλουμένη με αριθμό 560/2020 εν μέρει οριστική απόφασή του, δυνάμει της οποίας, αφενός ανεστάλη η πρόοδος της ανοιγείσας με την ένδικη αγωγή δίκης εν μέρει και δη ως προς το κονδύλιο των διαφυγόντων κερδών, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της με γενικό αριθμό κατάθεσης ……/2017 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης …../2017 αγωγής ασκηθείσας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και αφετέρου, κατά τα λοιπά έγινε εν μέρει δεκτή η ένδικη αγωγή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στον ενάγοντα το ποσό των 11.000,00 ευρώ για τις ποινικές ρήτρες που κατέπεσαν, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, ενώ επίσης, καταδικάστηκαν οι τελευταίοι (εναγόμενοι) στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος ύψους 450,00 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής (560/2020) και δη κατά το πιο πάνω οριστικό μέρος της, οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες άσκησαν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου την κρινόμενη έφεσή τους, ζητώντας να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, για τους αναφερόμενους στην έφεση λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, με σκοπό να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η εναντίον τους ασκηθείσα αγωγή.

ΙΙΙ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 404, 405 παρ. 1, 407, 340, 342 και 330 ΑΚ συνάγεται ότι η αγωγή για την καταβολή ποινικής ρήτρας, η οποία έχει συμφωνηθεί για την περίπτωση της μη εκπλήρωσης ή μη προσήκουσας εκπλήρωσης της παροχής, απορρίπτεται, αν ο εναγόμενος ισχυρισθεί και αποδείξει ότι η μη εκπλήρωση ή μη προσήκουσα εκπλήρωση της παροχής οφείλεται σε γεγονός, για το οποίο δεν έχει ευθύνη, αφού στην περίπτωση αυτή, δεν περιέρχεται σε υπερημερία, η οποία (υπερημερία) αποτελεί προϋπόθεση της κατάπτωσης της ποινικής ρήτρας. Γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη ο οφειλέτης είναι κάθε εύλογη αιτία λόγω της οποίας δικαιολογείται η μη εκπλήρωση ή η μη προσήκουσα εκπλήρωση της παροχής του, εφόσον όμως δεν μπορεί να αποδοθεί σε δόλο ή αμέλειά του, όταν δηλαδή την ίδια καθυστέρηση θα επεδείκνυε κάθε επιμελής άνθρωπος ευρισκόμενος υπό τις ίδιες συνθήκες, καταβάλλοντας τη συνήθη προσπάθεια εκπλήρωσης (ΑΠ 754/2017, ΑΠ 521/2014, ΑΠ 269/2012, ΑΠ 1484/2009 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ).

ΙV. Από την εκτίμηση των με αριθμό ……/7-12-2018, …../7-12-2018 και ……/7-12-2018 ένορκων βεβαιώσεων της …………., του ………… και του …………. ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς αντίστοιχα, που λήφθηκαν με επιμέλεια του ενάγοντος μετά τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των αντιδίκων του (άρθρο 422 παρ. 1 ΚΠολΔ), όπως προκύπτει από τις με αριθμό ……. Δ/10-10-2018, …… Δ/10-10-2018 και …… Δ/10-10-2018 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …………., που μετ’ επικλήσεως προσκομίζει ο ενάγων, της με αριθμό ……/20-12-2018 ένορκης βεβαίωσης του ………… ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, που λήφθηκε με επιμέλεια των εναγόμενων μετά τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου τους (άρθρο 422 παρ. 1 ΚΠολΔ), όπως προκύπτει από τη με αριθμό ……. Β/17-12-2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ……………, που μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι εναγόμενοι, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που επικαλούνται νόμιμα και προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 277/2020, ΑΠ 386/2015 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), από τις ένορκες βεβαιώσεις, που είχαν ληφθεί στο πλαίσιο προηγούμενων μεταξύ των διαδίκων δικών και προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως από αυτούς και οι οποίες παραδεκτά λαμβάνονται υπόψη από το παρόν Δικαστήριο για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 1028/2013, ΑΠ 343/2000 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), από τις αστικές και ποινικές αποφάσεις, που έχουν εκδοθεί σε προγενέστερες δίκες μεταξύ των ίδιων διαδίκων και προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως από αυτούς και οι οποίες ομοίως παραδεκτά λαμβάνονται υπόψη από το παρόν Δικαστήριο για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 681/2021, ΑΠ 1286/2003 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), από τις φωτογραφίες του ακινήτου, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 παρ. 1 στοιχ. γ, 448 παρ. 2, 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι εναγόμενες, που σύστησαν την κοινοπραξία με την επωνυμία «……………..», πώλησαν στον ενάγοντα με το με αριθμό ………/12-11-2010 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……………, το οποίο καταχωρήθηκε νόμιμα στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Κερατσινίου (με αριθμό ……., την 25-11-2010), το υπό στοιχεία Δ΄ όροφος διαμέρισμα, εμβαδού 55,60 τ.μ., του τέταρτου ορόφου πολυώροφης οικοδομής, που βρίσκεται στο Κερατσίνι επί της οδού ……….. (πρώην ……), με ΚΑΕΚ οικοπέδου …………. και ΚΑΕΚ διαμερίσματος ………….. και ως παρακολούθημά του την αποκλειστική χρήση της με αριθμό 6 θέσης στάθμευσης της πυλωτής. Κατά την υπογραφή του εν λόγω συμβολαίου παραστάθηκε για λογαριασμό των τριών πρώτων εναγόμενων, ο τέταρτος εναγόμενος δυνάμει του με αριθμό ……./21-5-2010 πληρεξουσίου της προαναφερθείσας συμβολαιογράφου και εγγυήθηκε προσωπικά την τήρηση των όρων της ως άνω σύμβασης ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος στο προαναφερθέν αγοραπωλητήριο συμβόλαιο (φύλλο 10ο, σελ. 1η), όπου αναγράφεται επί λέξει : «…Ο εκ τρίτου συμβαλλόμενος στο παρόν ……………… δηλώνει (ως ατομικά συμβαλλόμενος) ότι εγγυάται και προσωπικά την τήρηση των όρων της παρούσης συμβάσεως…». Σημειώνεται ότι ο ενάγων παραστάθηκε ως αγοραστής και ως οικοπεδούχος στο ανωτέρω αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, όχι αυτοπροσώπως, αλλά αντιπροσωπευόμενος από τη μητέρα του, …………….., διότι κατά το χρόνο της κατάρτισης της ως άνω συμφωνίας κατοικούσε στη Λεμεσό της Κύπρου, ενώ παραστάθηκε ως οικοπεδούχος – πωλητής και ο ……………. Οι ανωτέρω οικοπεδούχοι, …………….. και ………………, είχαν αποκτήσει έκαστος, κατά πλήρη συγκυριότητα, συννομή και συγκατοχή, κοινά, αδιαίρετα και κατ’ ισομοιρία, το παραπάνω οικόπεδο και με το με αριθμό ……./2007 προσύμφωνο μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου και εργολαβικό συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αμαρουσίου ………… και με τους όρους και τις συμφωνίες αυτού, οι ως άνω οικοπεδούχοι ήλθαν σε συμφωνία με την τρίτη εναγόμενη εργολήπτρια κοινοπραξία με την επωνυμία «…………..», στην οποία ανέθεσαν την ανέγερση πολυώροφης οικοδομής (πολυκατοικίας) με υπόγειο και δώμα στο οικόπεδό τους κατά τους κανόνες της αντιπαροχής, με δικές της δαπάνες, επιμέλεια και ευθύνη, με τους όρους και τις συμφωνίες που περιλαμβάνονται στο ως άνω εργολαβικό συμβόλαιο. Σε αυτό προέβλεπαν ειδικότερα την κατασκευή και αποπεράτωση τόσο των διαμερισμάτων, αποθηκών, θέσεων στάθμευσης αυτοκινήτων και λοιπών χώρων, που θα ανήκαν στους οικοπεδούχους, μετά των αντιστοιχούντων και αναλογούντων σε αυτές πεντακοσίων δέκα εννέα χιλιοστών (519/1000) εξ αδιαιρέτου, τα οποία αυτοί παρακράτησαν, όσο και την κατασκευή και αποπεράτωση των διαμερισμάτων, αποθηκών, θέσεων στάθμευσης αυτοκινήτων και λοιπών χώρων, που θα ανήκαν στην εργολήπτρια κοινοπραξία ή σε τρίτους υπ’ αυτής υποδειχθησόμενους, μετά των ανηκόντων και αντιστοιχούντων σε αυτές τετρακοσίων ογδόντα ενός χιλιοστών (481/1000) εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου και των αναλογούντων κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων της πολυκατοικίας, η οποία θα περιλάμβανε αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες κατά την έννοια του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, σε συνδυασμό με το ΝΔ 1024/1971, σύμφωνα με τα αναφερόμενα σχεδιαγράμματα και πίνακα ποσοστών του πολιτικού μηχανικού ……….. και με τους λοιπούς όρους και συμφωνίες, που αναφέρονταν στο προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο. Στη συνέχεια, υπεγράφη η με αριθμό ……/12-6-2009 πράξη σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας της συμβολαιογράφου Αμαρουσίου ……….. (που έχει καταχωρηθεί νόμιμα στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Κερατσινίου με αριθμό καταχώρησης …… της 20ης -11-2009), δυνάμει της οποίας το ακίνητο υπήχθη στις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, σε συνδυασμό με το ΝΔ 1024/1971, και καθορίστηκαν οι ανεξάρτητες και αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες και οι κοινόκτητοι και κοινόχρηστοι χώροι, πράγματα και εγκαταστάσεις, που αποτελούν την οικοδομή αυτή, καταρτίστηκε ο Κανονισμός, που ρυθμίζει τις σχέσεις των εκάστοτε συνιδιοκτητών και καθορίστηκαν οι οριζόντιες ιδιοκτησίες, που περιήλθαν στους οικοπεδούχους και εκείνες, που αυτοί θα υποχρεούνταν να μεταβιβάσουν προς την ως άνω εργολήπτρια ως εργολαβικό αντάλλαγμα. Η εργολήπτρια άρχισε να ανεγείρει την οικοδομή αυτή με βάση τις παραπάνω συμφωνίες και την υπ’ αριθμ. …./12-1-2009 άδεια οικοδομής του Πολεοδομικού Γραφείου Κερατσινίου, τα από μηνός Δεκεμβρίου 2007 σχεδιαγράμματα κατόψεων και τον από μηνός Ιανουαρίου 2009 πίνακα κατανομής ποσοστών του πολιτικού μηχανικού ………, που είχαν προσαρτηθεί στο προαναφερθέν με αριθμό ……./2007 προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο της προαναφερθείσας συμβολαιογράφου Αμαρουσίου και σύμφωνα με την από 8-2-2007 γενική συγγραφή, η οποία προσαρτήθηκε στην ως άνω με αριθμό ……/12-6-2009 πράξη σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου Αμαρουσίου. Περαιτέρω, στο ανωτέρω αγοραπωλητήριο συμβόλαιο με αριθμό ………/12-11-2010 της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……….., η εργολήπτρια εταιρία δήλωνε ότι οι εργασίες αποπεράτωσης της ένδικης πολυκατοικίας ήδη βρίσκονταν στο στάδιο της τοποθέτησης των δαπέδων του Δ΄ ορόφου. Στη συνέχεια, οι παραπάνω οικοπεδούχοι – πωλητές δήλωσαν ότι σε εκτέλεση σχετικού όρου του παραπάνω προσυμφώνου και εργολαβικού συμβολαίου και ειδικά σε μερική εκπλήρωση των υποχρεώσεων, που ανέλαβαν έναντι της εργολήπτριας κοινοπραξίας, πωλούν, παραχωρούν, μεταβιβάζουν και παραδίδουν κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή (ο δε εξ αυτών ……….., όπως κατά τα ανωτέρω εκπροσωπήθηκε από τη μητέρα του, με αυτοσύμβαση κατ’ άρθρο 235 ΑΚ), στον ενάγοντα ……………., με την ιδιότητά του ως αγοραστή υποδειχθέντα από την τρίτη εναγόμενη εργολήπτρια κοινοπραξία, ποσοστό εκατόν εβδομήντα επτά χιλιοστών (177/000) εξ αδιαιρέτου, που αντιστοιχούσαν στο διαμέρισμα του Δ΄ ορόφου, με το παρακολούθημά του, μαζί με την αναλογία του στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα πράγματα και εγκαταστάσεις της πολυκατοικίας. Το διαμέρισμα αυτό, με εμβαδόν 55,60 τ.μ., αποτελείται από σαλόνι μετά συνεχόμενης κουζίνας, ένα (1) κοιτώνα, λουτρό, διάδρομο, έναν (1) ημιϋπαίθριο χώρο, επιφάνειας 13,17 τ.μ. και εξώστη, κατά το ως άνω σχεδιάγραμμα. Για την πώληση και μεταβίβαση του διαμερίσματος αυτού με την αποκλειστική χρήση της ως άνω θέσης στάθμευσης της πυλωτής, συμφωνήθηκε μεταξύ της τρίτης εναγόμενης εργολήπτριας κοινοπραξίας και του ενάγοντος – αγοραστή το αναφερόμενο εντός του συμβολαίου τίμημα να ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 84.614,77 ευρώ. Σε αυτό συμπεριλήφθηκε και η αξία των μεταβιβαζόμενων ποσοστών εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου και ορίστηκε καταβλητέο απευθείας στην εργολήπτρια κοινοπραξία ως μόνη δικαιούχο ολόκληρου του τιμήματος, σε μερική εξόφληση του εργολαβικού ανταλλάγματος για την κατασκευή και αποπεράτωση των ως άνω οριζοντίων ιδιοκτησιών, που περιέρχονται στους οικοπεδούχους, σύμφωνα με τους όρους του ανωτέρω προσυμφώνου και εργολαβικού συμβολαίου, θεωρώντας και αναγνωρίζοντας την καταβολή αυτή προς την εργολήπτρια, πλήρη και τέλεια εξόφληση του ως άνω τιμήματος. Το ποσό αυτό αντιστοιχούσε στην αντικειμενική αξία του διαμερίσματος μαζί με τους ημιϋπαίθριους του (ανερχόμενης στο ποσό των 83.039,77 ευρώ συνολικά) και στη με αριθμό έξι (6) θέση στάθμευσης της πυλωτής (ανερχόμενη στο ποσό των 1.575,00 ευρώ). Σύμφωνα με το με αριθμό ……/12-11-2010 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, από το τίμημα αυτό ο ενάγων – αγοραστής εξόφλησε το ποσό των 25.385,23 ευρώ, πριν από την υπογραφή του και εκτός του συμβολαιογραφικού γραφείου και ανέλαβε την υποχρέωση να εξοφλήσει το υπόλοιπο ποσό των 59.229,54 ευρώ, ατόκως από ισόποσο δάνειο, που θα του χορηγούνταν από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιαδήποτε άλλη Τράπεζα ή άλλο Πιστωτικό Ίδρυμα ή Οργανισμό σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από της καταθέσεως όλων των απαιτούμενων εγγράφων στην εν λόγω Τράπεζα, καθώς και ότι σε περίπτωση που δεν χορηγούνταν το δάνειο αυτό στην ανωτέρω προθεσμία, για οποιοδήποτε λόγο και αιτία, το ποσό αυτό θα καταβαλλόταν από δικά του χρήματα σε προθεσμία δύο (2) επιπλέον μηνών, πέραν της ως άνω προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών. Συμφωνήθηκε επίσης ότι α) η καταβολή του οφειλόμενου τιμήματος θα αποδεικνυόταν από τον εν λόγω αγοραστή με έγγραφη απόδειξη της εργολήπτριας κοινοπραξίας, σε περίπτωση δε αρνήσεώς της να λάβει το ποσό αυτό, τότε με το αντίστοιχο γραμμάτιο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και ότι αποκλειόταν οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο, ακόμη και ο όρκος, β) σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής του υπολοίπου τιμήματος η εργολήπτρια κοινοπραξία θα δικαιούνταν να εισπράξει ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό του τιμήματος με εκτέλεση του συμβολαίου, που κηρυσσόταν από την κατάρτισή του τίτλος εκτελεστός και εκκαθαρισμένος, γ) για την εξασφάλιση της ως άνω εργολήπτριας ότι θα εξοφλούνταν εμπρόθεσμα το πιστωθέν ως άνω υπόλοιπο τίμημα, οι τυχόν τόκοι υπερημερίας και τα έξοδα, που θα γίνονταν σε περίπτωση εκτέλεσης του συμβολαίου, ο αγοραστής παραχωρούσε το δικαίωμα, μονομερώς και χωρίς τη μεσολάβησή του, να εγγραφεί υπέρ αυτής σε βάρος και με έξοδα του αγοραστή στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς, προσημείωση πρώτης (Α΄) υποθήκης και ότι, όταν εξοφλούνταν ολόκληρο το άνω πιστούμενο τίμημα, η πωλήτρια κοινοπραξία θα ήταν υποχρεωμένη να υπογράψει με έξοδα του αγοραστή πράξη εξόφλησης του τιμήματος και εξάλειψης της προσημείωσης υποθήκης, που τυχόν θα είχε εγγραφεί, σύμφωνα με τα παραπάνω, την πράξη δε αυτή θα μπορούσε να την υπογράψει ο ενάγων μονομερώς με αυτοσύμβαση κατ’ άρθρο 235 ΑΚ με την προϋπόθεση ότι θα προσκομίζονταν στη συμβολαιογράφο τα αποδεικτικά εξόφλησης του πιστωθέντος τιμήματος, δηλαδή ιδιωτική απόδειξη της πωλήτριας εργολήπτριας κοινοπραξίας ή γραμμάτιο σύστασης παρακαταθήκης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων. Περαιτέρω, οι ως άνω εκπρόσωποι της εργολήπτριας πωλήτριας κοινοπραξίας δήλωσαν στο προαναφερθέν αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του ένδικου διαμερίσματος ότι αναλάμβαναν την υποχρέωση να παραδώσουν το πωληθέν διαμέρισμα στον ως άνω αγοραστή μέχρι και την 31η Ιανουαρίου του έτους 2011, πλήρως αποπερατωμένο, τους δε κοινοχρήστους χώρους, εντός προθεσμίας ενός μηνός επιπλέον, δηλαδή μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2011 και ότι σε περίπτωση καθυστέρησης παράδοσης της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας εντός της παραπάνω προθεσμίας, η εργολήπτρια κοινοπραξία θα ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει στον αγοραστή για κάθε ημέρα καθυστέρησης το ποσό των δεκαπέντε (15) ευρώ για την οριζόντια ιδιοκτησία και πέντε (5) ευρώ για τους κοινόχρηστους χώρους. δ) Η εργολήπτρια κοινοπραξία αναλάμβανε με δικές της ευθύνες, δαπάνες και φροντίδες, μόνο με το παραπάνω τίμημα και χωρίς καμία άλλη επιβάρυνση του αγοραστή, να προβεί στην αποπεράτωση της παραπάνω οριζόντιας ιδιοκτησίας και των κοινόκτητων και κοινόχρηστων χώρων, πραγμάτων και εγκαταστάσεων της πολυκατοικίας, σύμφωνα με τους όρους της προαναφερόμενης γενικής συγγραφής υποχρεώσεων και σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης και με κατάλληλα υλικά, ε) ο αγοραστής είχε το δικαίωμα να αναθέσει την επίβλεψη των εργασιών αποπεράτωσης του διαμερίσματος και των κοινόκτητων και κοινόχρηστων χώρων σε πολιτικό μηχανικό ή σε αρχιτέκτονα που θα πληρωνόταν από τον ίδιο, υποχρεούμενης της εργολήπτριας να συμμορφώνεται στις υποδείξεις που θα της γίνονταν από αυτούς, εφόσον αυτές θα ήταν σύμφωνες με τα συμφωνηθέντα αναφορικά με την ανέγερση και στ) κάθε διένεξη ή διαφορά των συμβαλλομένων που μπορούσε να προέλθει από το παραπάνω αγοραπωλητήριο συμβόλαιο θα επιλυόταν από τα δικαστήρια του Πειραιά. Αποδείχθηκε περαιτέρω από τα ίδια αποδεικτικά μέσα, που ήδη αναφέρθηκαν, ότι το παραπάνω τίμημα των 84.614,77 ευρώ ανταποκρινόταν στην αντικειμενική αξία του πωληθέντος διαμερίσματος και του δικαιώματος της αποκλειστικής χρήσης του χώρου στάθμευσης της πυλωτής και ότι η πραγματική τους αξία προφορικά συμφωνήθηκε μεταξύ των συμβληθέντων μερών ότι θα ανερχόταν σε μεγαλύτερο ποσό και ειδικότερα στο ποσό των 103.502,58 ευρώ. Η αξία αυτή αποδείχθηκε από τις αποδείξεις που προσκόμισε ο ενάγων, σε συνδυασμό με τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων αυτού, που κρίνονται πειστικότερες από την ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα των εναγόμενων (υιού του τέταρτου εναγόμενου και αδελφού των δύο πρώτων εναγόμενων). Συνεπώς, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, σε εκτέλεση του με αριθμό ……./2010 συμβολαίου αγοραπωλησίας, όφειλε τελικά να καταβάλει στην τρίτη εναγόμενη κοινοπραξία το ποσό των 103.502,58 ευρώ, που ναι μεν υπερέβαινε την αντικειμενική αξία, που είχε συμφωνηθεί εγκύρως με το συμβολαιογραφικό έγγραφο της αγοραπωλησίας, όμως τέτοιου είδους συμφωνίες ήταν, κατά το χρόνο κατάρτισής της, πολύ συνηθισμένες, κατά τα συναλλακτικά ήθη, που κρατούσαν σε τέτοιου είδους συναλλαγές στον κύκλο των ως άνω συναλλασσόμενων. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι ο ενάγων – αγοραστής πράγματι κατέβαλε σταδιακά το συμφωνηθέν ως άνω τίμημα στην τρίτη εναγόμενη εργολήπτρια εταιρία. Ειδικότερα, α) την ιδία ημέρα (12-11-2010) και πριν την υπογραφή του με αριθμό ……../2010 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου, ο ενάγων κατέβαλε, μέσω της πληρεξούσιας δικηγόρου του και της μητέρας του, το ποσό των 25.385,23 ευρώ, εξ ημισείας, στην καθεμία, ήτοι στην ……… και στη …….., τα δε χρήματα έλαβε ο πατέρας τους, ……….. σε μετρητά πριν την υπογραφή του συμβολαίου, ως αναγράφεται ρητώς στο τελευταίο και κατόπιν δηλώσεως αμφοτέρων των συμβαλλομένων μερών στη συμβολαιογράφο. Στη συνέχεια, β) την ίδια ημέρα (12-11-2010), μετά την υπογραφή του ως άνω συμβολαίου ο ενάγων κατέβαλε στον τέταρτο εναγόμενο, που ενεργούσε ως αντιπρόσωπος των θυγατέρων του (πρώτης και δεύτερης των εναγόμενων) δυνάμει του με αριθμό ………./21-5-2010 πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………. (που μνημονευόταν στο ως άνω αγοραπωλητήριο συμβόλαιο), το ποσό των 54.000 ευρώ, το οποίο ο τέταρτος εναγόμενος έλαβε από την Τράπεζα Κύπρου στο κατάστημα …….. στον Πειραιά, γεγονός που αποδεικνύεται από το σχετικό δελτίο ανάληψης που φέρει την υπογραφή του τέταρτου εναγόμενου, προσκομισθέν με επίκληση από τον ενάγοντα, γ) την 21η-12-2010 ο ενάγων κατέβαλε στον τέταρτο εναγόμενο, με την παραπάνω ιδιότητά του, το ποσό των 4.117,35 ευρώ με τραπεζική επιταγή της τράπεζας Κύπρου υπέρ ταμείου είσπραξης εσόδων ΙΚΑ – ΕΤΑΜ Πειραιά για την πληρωμή οφειλών της κοινοπραξίας προς το ΙΚΑ και δ) την 9η-2-2011 κατέβαλε στον τέταρτο εναγόμενο, με την παραπάνω ιδιότητά του, το ποσό των 20.000 ευρώ, το οποίο ο τελευταίος έλαβε από την Τράπεζα Κύπρου στο κατάστημα ……….. στον Πειραιά, γεγονός που αποδεικνύεται από το σχετικό δελτίο ανάληψης που φέρει την υπογραφή του τέταρτου εναγόμενου, που προσκόμισε με επίκληση ο ενάγων. Επομένως, έως την 9-2-2011, ο ενάγων συνολικά είχε καταβάλει το ποσό των 103.502,58 ευρώ, που αφορούσε στην πώληση της παραπάνω οριζόντιας ιδιοκτησίας πλήρως αποπερατωμένης, όπως επίσης και της αναλογίας της επί των κοινόχρηστων και κοινόκτητων μερών της ένδικης πολυκατοικίας. Τα ανωτέρω ενισχύονται ιδιαίτερα από την από 23-1-2017 επιστολή της τράπεζας Κύπρου (που υπογράφει η εκπρόσωπος του εν Ελλάδι υποκαταστήματος της Τράπεζας ….. Δημόσια Εταιρία Λίμιτεδ, ……..) προς τον ενάγοντα σε απάντηση της από 6-9-2016 επιστολής του προς την τράπεζα, σχετικά με την από 12-11-2010 απόδειξη εισπράξεως. Στην εν λόγω επιστολή, στο κρίσιμο σημείο της, αναφέρονται επί λέξει τα ακόλουθα : «…Κατά τις εσωτερικές διαδικασίες της Τράπεζας το πεδίο αυτό σε κάθε Δελτίο Ανάληψης συμπληρώνεται από τον αρμόδιο υπάλληλο της τράπεζας που διενεργεί την συναλλαγή, λαμβάνει αντίγραφο της ταυτότητας του προσερχόμενου στο ταμείο και εν συνεχεία σημειώνει τα στοιχεία του στην οικεία ως άνω θέση. Τις συναλλαγές αυτές διενεργεί ο ταμίας. Ο ταμίας έχει την υποχρέωση να ζητήσει την ταυτότητα του εξουσιοδοτημένου ατόμου και παραλήπτη του ποσού συναλλαγής και να κρατήσει φωτοαντίγραφο, όπερ και έγινε στη συγκεκριμένη συναλλαγή. Στο πεδίο κάτω αριστερά του Δελτίου στην θέση «ΕΚΔΟΣΗ» υπογράφει ο ταμίας που έχει κάνει την συναλλαγή και δίπλα στο σημείο που αναγράφεται η λέξη «ΕΛΕΓΧΟΣ» υπογράφει ο Αρχιταμίας του καταστήματος. Στο πεδίο «ΕΛΑΒΑ ΤΟ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΠΟΣΟ» το Δελτίο Ανάληψης φέρει την υπογραφή του …….., του οποίου η υπογραφή εν προκειμένω έχει τεθεί εκ νέου και στη θέση «ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕΤΡΗΤΩΝ», καθώς έγινε προφανώς εκ παραδρομής εσφαλμένη σημείωση και εν συνεχεία διόρθωση στην καταγραφή των χαρτονομισμάτων των 50€ που παρέλαβε. Πιο συγκεκριμένα, την 12-11-2010 ο ………….. παρέλαβε 800 χαρτονομίσματα των 20€, 740 χαρτονομίσματα των 50€, 5 χαρτονομίσματα των 200€ και δη Συνολικό Ποσό Μετρητών : 54.000€. Η ανάληψη του ποσού των ευρώ πενήντα τεσσάρων χιλιάδων (#54.000,00€#) αποτυπώνεται και στην κίνηση του υπ’ αριθμόν #…………# λογαριασμού σας. Η δε συναλλαγή έλαβε χώρα κατόπιν γραπτής εντολής σας προς την Τράπεζά μας την 12η Νοεμβρίου 2010, αφού προηγουμένως εγκρίθηκε εγγράφως από τον Προϊστάμενο του καταστήματος κ. …..…». Ενισχύεται επίσης, και από την από 7-2-2017 γραφολογική εξέταση της Ειδικής Δικαστικής Γραφολόγου …….. ότι η υπογραφή αναλήψεως του ποσού των 54.000 ευρώ είναι γνήσια υπογραφή του ……….. (βλ. σελ. 29 της γραφολογικής εξέτασης). Όσον αφορά δε το ποσό των 4.117,35 ευρώ, όπως προκύπτει από το υπ’ αριθμόν πρωτ. ……/2-11-2016 έγγραφο του ΚΕΑΟ ΙΚΑ, αυτό καταβλήθηκε, προκειμένου να ρυθμιστούν οφειλές της τρίτης εναγόμενης και όχι για οφειλές του ενάγοντος, όπως αβασίμως ισχυρίζονται οι εναγόμενοι. Επομένως, τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τους εναγόμενους και ήδη εκκαλούντες στα πλαίσια του πρώτου λόγου έφεσης, με τον οποίο ισχυρίζονται ότι ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος έχει περιέλθει σε υπερημερία καταβολής του τιμήματος της πώλησης, το οποίο δεν κατέβαλε σε πλήρη εξόφληση -ισχυρισμό που πρόβαλαν πρωτοδίκως και επαναφέρουν με την υπό κρίση έφεσή τους- πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν. Παρά όμως, το γεγονός ότι το διαμέρισμα συμφωνήθηκε παραδοτέο έως τις 31-1-2011 και οι λοιποί χώροι παραδοτέοι έως τις 28-2-2011, ουδέποτε παραδόθηκαν στον ενάγοντα από την εργολήπτρια κοινοπραξία. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, μαζί με τον έτερο οικοπεδούχο …….., με την από 7-1-2016 εξώδικη δήλωσή τους προς τις δύο πρώτες εναγόμενες, νομίμως επιδοθείσα στις τελευταίες την 11-1-2016, η οποία συνιστά καταγγελία της σύμβασης (Ολ ΑΠ 1033/1991 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ), κήρυξαν την εργολήπτρια κοινοπραξία έκπτωτη του έργου, καθότι δεν αποπεράτωσε πλήρως και δεν παρέδωσε μέχρι τον ανωτέρω χρόνο τις ιδιοκτησίες και τους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας, καλώντας αυτήν να τους παραδώσει, μεταξύ άλλων, τα κλειδιά της οικοδομής (βλ. τη με αριθμό ………. Γ/11-1-2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς …….., με συνημμένη την εξώδικη δήλωση έκπτωσης). Οι δε εναγόμενοι, κατά την προσήκουσα εκτίμηση των πρωτόδικων προτάσεών τους, ισχυρίζονται ότι είχε συμφωνηθεί να παραδοθεί το παραπάνω διαμέρισμα στον ενάγοντα αποπερατωμένο, αφού πρώτα εκείνος εξοφλούσε το ποσό που αντιστοιχούσε στην πραγματική αξία αγοράς του διαμερίσματος του Δ΄ ορόφου, σύμφωνα με τις τρέχουσες εμπορικές αξίες των διαμερισμάτων της περιοχής. Ειδικότερα, αρνούμενοι την περιέλευσή τους σε υπερημερία οφειλέτη, ισχυρίζονται ότι ο ενάγων δεν κατέβαλε το οφειλόμενο υπόλοιπο του συμφωνηθέντος τιμήματος για την αγορά του διαμερίσματος ούτε τις οφειλόμενες δαπάνες των παροχών ΔΕΗ – ΕΥΔΑΠ και ΟΤΕ, όπως επίσης, τη δαπάνη αγοράς και εγκατάστασης θερμοσίφωνα, απορροφητήρα ή εξαεριστήρα, θυροτηλεόρασης, κεντρικής κεραίας τηλεόρασης και τη δαπάνη φύτευσης καλλωπιστικών φυτών στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου κατ’ αναλογία ως και κάθε δαπάνη που σύμφωνα με την αναγραφή των υποχρεώσεων βαρύνει τον αγοραστή και εφόσον ο ενάγων δεν είχε εξοφλήσει πλήρως κανένα από τα παραπάνω οφειλόμενα ποσά, συνακόλουθα εκείνοι (εναγόμενοι) δεν ήταν υποχρεωμένοι να του παραδώσουν την οριζόντια ιδιοκτησία του Δ΄ ορόφου, αλλά ούτε και να του καταβάλουν τις αιτούμενες ποινικές ρήτρες. Ωστόσο, ο προρρηθείς ισχυρισμός των εναγόμενων ότι ο ενάγων τους οφείλει υπόλοιπο τιμήματος και τη δαπάνη των προαναφερόμενων παροχών, τον οποίο πρόβαλαν πρωτοδίκως και επαναφέρουν με τον πρώτο λόγο έφεσης, αλυσιτελώς προβάλλεται και ως εκ τούτου είναι απορριπτέος, διότι με το ένδικο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο ουδέποτε συμφωνήθηκε ότι πρώτα θα γίνει η εξόφληση και στη συνέχεια η αποπεράτωση και η παράδοση, αντιθέτως όμως, συμφωνήθηκε ρητώς ότι θα γίνει η αποπεράτωση της ιδιοκτησίας και των κοινόχρηστων χώρων έως τις 31-1-2011 και 28-2-2011 αντιστοίχως, ανεξαρτήτως του χρόνου εξόφλησης του τιμήματος, όπως προκύπτει από το σχετικό όρο. Επίσης, ουδόλως αποδείχθηκε ότι ο χρόνος παράδοσης της ένδικης οριζόντιας ιδιοκτησίας του Δ΄ ορόφου είχε συνδεθεί με κάποιο τρόπο με την αποπληρωμή τυχόν άλλων (πλην του τιμήματος πώλησης, για το οποίο έγινε λόγος ανωτέρω) οικονομικών υποχρεώσεων του ενάγοντος προς τους εναγόμενους. Το γεγονός δε της μη αποπεράτωσης των εργασιών αποδείχθηκε από τις προσκομιζόμενες με επίκληση ένορκες βεβαιώσεις και φωτογραφίες από τον ενάγοντα, αλλά και από την από Σεπτεμβρίου 2012 τεχνική έκθεση αυτοψίας του πολιτικού μηχανικού ……….., που εκτιμάται ελεύθερα από το Δικαστήριο (άρθρο 390 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα. Συγκεκριμένα, ο τελευταίος, κατά τη μετάβασή του στην οικοδομή (κατά το πρώτο δεκαήμερο του μηνός Σεπτεμβρίου 2012) διαπίστωσε ότι οι εναγόμενοι είχαν αποπερατώσει μόνο το σκελετό οπλισμένου σκυροδέματος, την τοιχοποιία και τα επιχρίσματα και ότι όλες οι υπόλοιπες εργασίες βρίσκονταν σε ενδιάμεσα στάδια κατασκευής και ειδικότερα ότι υπολειπόταν η εκτέλεση των υδραυλικών εγκαταστάσεων, της αποχετευτικής εγκατάστασης, της ηλεκτρολογικής εγκατάστασης, της εγκατάστασης θέρμανσης, της εγκατάστασης ανελκυστήρα, της εγκατάστασης φυσικού αερίου, των εργασιών μόνωσης στο δώμα, των εργασιών τοποθέτησης πλακιδίων, των μαρμαρικών εργασιών, των κιγκλιδωμάτων, των εξωτερικών κουφωμάτων (αλουμίνια), των εσωτερικών κουφωμάτων, των ντουλαπών υπνοδωματίων και των επίπλων κουζίνας, των εξωτερικών και εσωτερικών χρωματισμών, της διαμόρφωσης πυλωτής και του ακάλυπτου χώρου. Το γεγονός δε της μη αποπεράτωσης των εργασιών αποδεικνύεται και από την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από τον ενάγοντα με αριθμό πρωτ. ……./29-11-2017 έγγραφη απάντηση, σε αίτηση του τελευταίου,  εκδοθείσα από τη Διεύθυνση Υπηρεσίας Δόμησης / Τμήμα Ελέγχου Κατασκευών του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, σύμφωνα με την οποία την 20-11-2017 διενεργήθηκε αυτοψία από την προειρημένη δημόσια υπηρεσία στην ένδικη οικοδομή, με την παρουσία δικαστικής λειτουργού, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι δεν έχουν αποπερατωθεί η διαμόρφωση περιβάλλοντος χώρου, καθώς και οι προβλεπόμενες θέσεις στάθμευσης, οι εγκαταστάσεις ύδρευσης – αποχέτευσης, η εγκατάσταση θέρμανσης, η εγκατάσταση ανυψωτικών συστημάτων και η εγκατάσταση φυσικού αερίου, και για το λόγο αυτό η εν λόγω οικοδομή δεν δύναται να συνδεθεί με τα δίκτυα κοινής ωφελείας. Άλλωστε, η πιο πάνω μη αποπεράτωση ενισχύεται και από την ομοίως προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από τον ενάγοντα από 26-11-2017 τεχνική έκθεση του πολιτικού μηχανικού ……… (συνταχθείσα μετά από αυτοψία, που έλαβε χώρα την 20-11-2017, όπου ήταν παρούσα και η Πολεοδομία Κερατσινίου), εκτιμώμενη ελεύθερα από το Δικαστήριο (άρθρο 390 ΚΠολΔ), κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι υπολειπόταν η εκτέλεση οικοδομικών εργασιών (όπως τοποθέτηση πορτών στο πατάρι, πλακιδίων και σοβατεπί εντός του διαμερίσματος, τοποθέτηση πατώματος στο υπόγειο και επιχρίσματα και χρωματισμοί στο υπόγειο και χρωματισμοί στο κλιμακοστάσιο), ηλεκτρολογικών εργασιών (τοποθέτηση όλων των πριζών, πριζών δικτύου και κεραίας στο διαμέρισμα, καθώς και ολοκλήρωση ηλεκτρικής εγκατάστασης και τοποθέτηση πριζών και διακοπτών στο υπόγειο, ολοκλήρωση ηλεκτρικής εγκατάστασης και τοποθέτηση φωτιστικών στην πυλωτή), καθώς και υδραυλικών εργασιών εντός της οικοδομής, η σύνδεση με το φυσικό αέριο, καθώς και η εγκατάσταση ανελκυστήρα, καθότι είναι κτισμένος μόνο ο περιμετρικός τοίχος με την πόρτα εισόδου, χωρίς να έχει ξεκινήσει η εγκατάσταση των μηχανημάτων (βλ. τα έγγραφα αυτά, με αναλυτική περιγραφή των υπολειπόμενων εν γένει εργασιών, που δεν αναιρούνται από άλλα στοιχεία της δικογραφίας). Συνακόλουθα, τα αντίθετα υποστηριζόμενα με το δεύτερο λόγο έφεσης, με τον οποίο επαναφέρεται ο πρωτοδίκως προβαλλόμενος ισχυρισμός των εναγόμενων ότι το διαμέρισμα του ενάγοντος ήταν εμπροθέσμως αποπερατωμένο, κρίνονται απορριπτέα ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν. Ακόμα, ουδόλως αποδείχθηκε ότι ο ενάγων όφειλε να καταβάλει για την αγορά του Δ΄ ορόφου της εν λόγω οικοδομής ποσό μεγαλύτερο των 103.502,58 ευρώ και συνεπώς, αποδείχθηκε ότι έχει πλήρως εξοφλήσει και το εκτός συμβολαίου συμφωνηθέν τίμημα για την απόκτηση του διαμερίσματος του Δ΄ ορόφου, κατά τα προεκτεθέντα. Επομένως και με βάση τις προδιαληφθείσες παραδοχές προέκυψε ότι οι εναγόμενοι πράγματι περιήλθαν σε υπερημερία λόγω της υπαίτιας μη παράδοσης στον ενάγοντα της ένδικης οριζόντιας ιδιοκτησίας μέσα στη συμφωνηθείσα προθεσμία. Η παραπάνω αντισυμβατική συμπεριφορά της τρίτης εναγόμενης, που την καθιστά υπερήμερη ως προς την παράδοση της πωληθείσας ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας στον ενάγοντα, έχει ως συνέπεια ότι ο τελευταίος δικαιούται να λάβει το ποσό των 8.250,00 ευρώ, ως ποινική ρήτρα, που κατέπεσε λόγω της μη προσήκουσας εκτέλεσης της σύμβασης έργου ως προς το διαμέρισμα και ειδικότερα, λόγω της υπαίτιας μη παράδοσης του διαμερίσματος αποπερατωμένου εντός της συμφωνηθείσας προθεσμίας, δηλαδή έως την 31-1-2011, με έναρξη υπολογισμού την 1-7-2014 έως την 11-1-2016, ημέρα κήρυξης της κοινοπραξίας έκπτωτης [(18 μήνες + 10 ημέρες =) 550 ημέρες Χ 15,00 ευρώ ημερησίως] και το ποσό των 2.750,00 ευρώ ως ποινική ρήτρα, που κατέπεσε λόγω της μη προσήκουσας εκτέλεσης της σύμβασης έργου ως προς τους κοινόχρηστους χώρους και τα κοινόκτητα της οικοδομής μέρη και ειδικότερα, λόγω της υπαίτιας μη παράδοσής τους αποπερατωμένων εντός της συμφωνηθείσας προθεσμίας, δηλαδή έως την 28-2-2011, με έναρξη υπολογισμού την 1-7-2014 έως την 11-1-2016, ημέρα κήρυξης της κοινοπραξίας έκπτωτης [(18 μήνες + 10 ημέρες =) 550 ημέρες Χ 5,00 ευρώ ημερησίως]. Δηλαδή συνολικά πρέπει έκαστος των εναγόμενων, ευθυνόμενος εις ολόκληρον, να καταβάλει το συνολικό ποσό των 11.000,00 (8.250,00 + 2.750,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, για τις καταπεσούσες ποινικές ρήτρες, της πρώτης και της δεύτερης των εναγόμενων, ευθυνομένων εις ολόκληρον, λόγω της ιδιότητάς τους, ως μελών της τρίτης εναγόμενης εργολήπτριας κοινοπραξίας και του τέταρτου εναγόμενου λόγω της ρητής εγγυητικής του ευθύνης ως προς τις απορρέουσες από τη σύμβαση αγοραπωλησίας και τη σύμβαση έργου υποχρεώσεις της εργολήπτριας κοινοπραξίας. Έτι περαιτέρω, με τον πρώτο και το δεύτερο λόγο της έφεσής τους οι εκκαλούντες ισχυρίζονται αφενός ότι είναι εσφαλμένη η κρίση της εκκαλουμένης απόφασης περί δήθεν υπερημερίας τους αναφορικά με την παράδοση του ένδικου διαμερίσματος μετά των λοιπών αυτού χώρων, η οποία δήθεν δικαιολογεί την κατάπτωση σε βάρος τους των ποινικών ρητρών, που αναφέρονται στο ένδικο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, αφετέρου ότι το ένδικο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο (……/2010) μεταξύ των εκκαλούντων και του εφεσίβλητου συνιστά μία αμφοτεροβαρή σύμβαση κατά την έννοια των άρθρων 374 επ. ΑΚ, σύμφωνα με την οποία η υποχρέωση του εφεσίβλητου συνίσταται στην εκ μέρους του εξόφληση του συμφωνημένου ως άνω τιμήματος, η δε δική τους στην εκ μέρους τους παράδοση σε εκείνον του ένδικου διαμερίσματος και ότι συνεπώς, από τη στιγμή που ο εφεσίβλητος είχε ήδη καταστεί υπερήμερος αναφορικά με την εξόφληση του τιμήματος, προ της 31-1-2011, οι εκκαλούντες δεν κατέστησαν υπερήμεροι αναφορικά με την παράδοση του διαμερίσματος. Επί των συναφών αυτών λόγων της εφέσεως, λεκτέα τα ακόλουθα : Σύμφωνα με τη σχετική διάταξη του με αριθμό ……./12-11-2010 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………….. ορίζεται επί λέξει στο κρίσιμο σημείο της : «…Οι ως άνω εκπρόσωποι της εργολήπτριας – πωλήτριας κοινοπραξίας δηλώνουν ότι αναλαμβάνουν την υποχρέωση να παραδώσουν την ως άνω πωλούμενη οριζόντια ιδιοκτησία στον ως άνω αγοραστή μέχρι και την 31η Ιανουαρίου του έτους 2011, πλήρως αποπερατωμένη (με το κλειδί), τους δε κοινοχρήστους χώρους εντός προθεσμίας ενός μηνός επί πλέον δηλαδή μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2011. Σε περίπτωση δε καθυστέρησης παράδοσης της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας, εντός της παραπάνω προθεσμίας, η εργολήπτρια κοινοπραξία θα είναι υποχρεωμένη να καταβάλει στον αγοραστή για κάθε ημέρα καθυστέρησης το ποσόν των δέκα πέντε (15) ευρώ για την οριζόντια ιδιοκτησία και πέντε (5) ευρώ για τους κοινόχρηστους χώρους…» (φύλλο 9ο). Από την ως άνω διάταξη του ένδικου αγοραπωλητηρίου συμβολαίου, βάσει της οποίας θεσπίστηκε ποινική ρήτρα σε βάρος του εργολάβου, στην περίπτωση μη έγκαιρης εκπλήρωσης της παροχής του, κατ’ άρθρο 407 ΑΚ, προκύπτει ότι αυτή (ποινική ρήτρα) δεν εξαρτήθηκε από κάποιο όρο, αίρεση, αναβλητική ή διαλυτική, ή προθεσμία, πόσο δε μάλλον από την προγενέστερη ολική εξόφληση του τιμήματος του ένδικου διαμερίσματος (η οποία αν και απεδείχθη, ως προελέχθη),  αφού ναι μεν η σύμβαση πωλήσεως κατά τον ΑΚ τυγχάνει μία αμφοτεροβαρής σύμβαση, με την έννοια ότι ο πωλητής πρέπει να παραδώσει το πράγμα, ο δε αγοραστής να καταβάλει το τίμημα, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και στην περίπτωση της ποινικής ρήτρας, που τυγχάνει ετεροβαρής σύμβαση, ήτοι δημιουργείται υποχρέωση στο πρόσωπο του υπερήμερου εργολάβου της ΑΚ 681 με συνακόλουθο δικαίωμα του αγοραστή, μη εφαρμοζόμενης της διάταξης του άρθρου 374 ΑΚ, η οποία εφαρμόζεται μόνο επί αμφοτεροβαρών συμβάσεων, τέτοια όμως, δεν είναι η περίπτωση της ποινικής ρήτρας. Πρέπει συνεπώς, ο πρώτος λόγος έφεσης, κατά το σκέλος του με το οποίο επαναφέρεται η πρωτοδίκως προβληθείσα ένσταση του μη εκπληρωθέντος συναλλάγματος, να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος, ενώ ο ίδιος λόγος έφεσης, κατά το έτερο σκέλος του, με το οποίο επαναφέρεται ο πρωτοδίκως προβαλλόμενος ισχυρισμός της υπερημερίας του εφεσίβλητου ως προς την καταβολή του οφειλόμενου υπολοίπου του συμφωνηθέντος τιμήματος για την αγορά του ένδικου διαμερίσματος, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν, αφού, όπως προελέχθη, αποδείχθηκε η εκ μέρους του εφεσίβλητου – αγοραστή ολική εξόφληση του τιμήματος κατά τον αναλυτικά προπεριγραφόμενο τρόπο. Επιπρόσθετα, και ο δεύτερος λόγος έφεσης, με τον οποίο επαναφέρεται ο πρωτοδίκως προβαλλόμενος ισχυρισμός της άρνησης της υπερημερίας των εκκαλούντων ως προς την παράδοση του διαμερίσματος αποπερατωμένου μέσα στη συμφωνημένη προθεσμία, τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν, καθότι, όπως προεκτέθηκε, αποδείχθηκε πλήρως ότι το ένδικο διαμέρισμα ουδόλως παραδόθηκε πλήρως αποπερατωμένο (με το κλειδί) μέχρι και την 31η Ιανουαρίου 2011, όπως άλλωστε είχε συμφωνηθεί με το ένδικο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο. Σημειωτέον ότι ο ενάγων έχει ασκήσει προηγούμενες αγωγές καταβολής ποινικών ρητρών για το ίδιο διαμέρισμα και για προγενέστερα, από το ένδικο, χρονικά διαστήματα, οι οποίες έχουν γίνει δεκτές. Ειδικότερα, με τη με αριθμό 1369/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  (Τακτική Διαδικασία), η οποία εκδόθηκε επί της από 4-11-2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2013 αγωγής μεταξύ των ίδιων διαδίκων και η οποία κατέστη τελεσίδικη μετά την απόρριψη της εναντίον της ασκηθείσας από τους εκκαλούντες έφεσης με τη με αριθμό 527/2017 απόφαση του αυτού Δικαστηρίου (Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς), επιδικάστηκε στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 19.650,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, για καταπεσούσες ποινικές ρήτρες για το χρονικό διάστημα από την 1-2-2011 έως και τον Οκτώβριο 2013. Εξάλλου, η εν λόγω απόφαση (1369/2016) ήδη κατέστη αμετάκλητη, αφού με τη με αριθμό 1114/2019 απόφαση του ΑΠ απορρίφθηκε η από 10-10-2017 αίτηση των εκκαλούντων για αναίρεση της πιο πάνω με αριθμό 527/2017 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς. Στη συνέχεια, για το μεταγενέστερο χρονικό διάστημα, από την 1-11-2013 μέχρι την 30-6-2014, έχει εκδοθεί η με αριθμό 237/2017 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς επί της από 4-7-2014 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2014 αγωγής μεταξύ των ίδιων διαδίκων, με την οποία (απόφαση) επιδικάστηκε στον ενάγοντα για την ίδια αιτία (ποινική ρήτρα) το συνολικό ποσό των 4.800,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής (βλ. τις εν λόγω αποφάσεις).

V. Κατά το άρθρο 409 ΑΚ, αν η ποινή που συμφωνήθηκε είναι δυσανάλογα μεγάλη μειώνεται, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, από το δικαστήριο στο μέτρο που αρμόζει. Η περί μειώσεως της ποινής, κατά την ως άνω διάταξη, αίτηση μπορεί να ασκηθεί είτε με αγωγή ή ανταγωγή είτε με ένσταση, για να κριθεί δε το βάσιμο ή μη αυτής το δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα σε κάθε περίπτωση συντρέχοντα περιστατικά, ιδίως δε το μέγεθος της ποινής σε σύγκριση προς την αξία της αντιπαροχής του δανειστή, την οικονομική κατάσταση των μερών, τα εκ της αθετήσεως της συμβάσεως πληγέντα συμφέροντα του δανειστή και μάλιστα όχι μόνο την περιουσιακή αλλά και την τυχόν ηθική βλάβη αυτού, την έκταση της συμβατικής παραβάσεως του οφειλέτη, τον βαθμό του πταίσματος αυτού και το γεγονός της τυχόν ωφελείας του εκ της μη εκπληρώσεως της παροχής, καθώς και κάθε δικαιολογημένο συμφέρον του δανειστή και τα απώτερα ακόμη επιβλαβή γενικώς αποτελέσματα, τα οποία είχε γι’ αυτόν η μη εκπλήρωση ή μη προσήκουσα εκπλήρωση της παροχής, όχι δε απλώς τη μη επέλευση σ’ αυτόν ζημίας ή το μέγεθος αυτής, αφού, κατά το άρθρο 405 ΑΚ, η κατάπτωση της ποινής επέρχεται και αν ακόμη ο δανειστής δεν υπέστη ζημία. Εκ τούτων προκύπτει ότι ο ζητών τη μείωση της ποινής ως υπέρμετρης πρέπει να επικαλεσθεί στην αίτησή του ορισμένα περιστατικά, εξαιτίας των οποίων παρίσταται υπέρμετρη η ποινή και σε περίπτωση αμφισβητήσεως τους, να αποδείξει αυτά, μη αρκούντος μόνο του περιστατικού ότι η ζημία του δανειστή είναι μικρότερη της συμφωνημένης ποινής (ΑΠ 811/2013, ΑΠ 1460/2005, ΑΠ 303/1982 Τ.Ν.Π.ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον τρίτο λόγο έφεσης οι εκκαλούντες επαναφέρουν την πρωτοδίκως προβληθείσα ένσταση περιορισμού της ποινικής ρήτρας στο προσήκον μέτρο, διότι, κατά τους ισχυρισμούς τους, η συμφωνηθείσα ποινή ποσού 600,00 ευρώ μηνιαίως ορίστηκε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, καθότι είναι δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με τη μισθωτική αξία του διαμερίσματος, η οποία δεν υπερβαίνει το ποσό των 150,00 ευρώ μηνιαίως. Πλην όμως, ο προβαλλόμενος αυτός ισχυρισμός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν, καθώς, λαμβανομένων υπόψη κυρίως του μεγέθους της ζημίας του ενάγοντος από τη μη έγκαιρη εκπλήρωση της σύμβασης, αλλά και των λοιπών συνθηκών, αφού η ποινική ρήτρα δεν έχει μόνον αποζημιωτικό χαρακτήρα, όπως της έκτασης της παράβασης της συμβατικής υποχρέωσης των εναγόμενων, του βαθμού του πταίσματος των τελευταίων, της περιουσιακής κατάστασης των μερών, της ηθικής και κοινωνικής μεταξύ τους σχέσης, των απώτερων επιβλαβών αποτελεσμάτων σε βάρος του ενάγοντος από τη μη εκπλήρωση της σύμβασης, καθώς και της αξίας του επίδικου ακινήτου και του συμφωνηθέντος τιμήματος, το Δικαστήριο κρίνει, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην παραπάνω σχετική μείζονα σκέψη, ότι η συμφωνηθείσα ποινική ρήτρα δεν είναι δυσανάλογα μεγάλη, παρά τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τους εκκαλούντες.

VΙ. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του (560/2020) έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και υποχρέωσε τους εναγόμενους να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στον ενάγοντα για το επίδικο χρονικό διάστημα (1-7-2014 έως 11-1-2016) το ποσό των 11.000,00 ευρώ για τις ποινικές ρήτρες που κατέπεσαν, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν έσφαλε και ορθά κατ’ αποτέλεσμα εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις, έστω και με εν μέρει ελλιπείς αιτιολογίες, που παραδεκτά συμπληρώνονται και αντικαθίστανται με τις αιτιολογίες της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 ΚΠολΔ). Κατ’ ακολουθίαν, τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τους εκκαλούντες με τους πρώτο, δεύτερο και τρίτο λόγους έφεσης, κατά τα προεκτεθέντα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν, όπως και η υπό κρίση έφεσή τους στο σύνολό τους. Τέλος, πρέπει τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του νόμιμου σχετικού αιτήματός του, να επιβληθούν σε βάρος των εκκαλούντων, λόγω της ήττας των τελευταίων (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, ενώ επίσης, πρέπει και να διαταχθεί η εισαγωγή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε από τους εκκαλούντες για την άσκηση της έφεσης (βλ. τη με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/7-9-2020 έκθεση κατάθεσης του αρμόδιου γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), στο Δημόσιο Ταμείο, καθότι η ένδικη έφεσή τους απορρίφθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ ουσίαν την έφεση κατά της με αριθμό 560/2020 εν μέρει οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία).

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του αναφερόμενου στο σκεπτικό παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των  εξακοσίων (600,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την 31η Οκτωβρίου 2024, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                     Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ