Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 548/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός 548/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

3° Τμήμα

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χριστίνα Λίμουρα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Δ.Π.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α) Του εκκαλούντος: ……….. ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Αικατερίνης Κυλάκου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ .

Της εφεσίβλητης: Ετερόρρυθμης Εταιρείας με την επωνυμία «………..», η οποία εδρεύει στη ………. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Αντώνιου Παπαντωνίου με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2ΚΠολΔ.

Β) Της εκκαλούσας: Ετερόρρυθμης Εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία εδρεύει στη …… Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Αντώνιου Παπαντωνίου με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2ΚΠολΔ.

Του εφεσίβλητου: …………., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Αικατερίνης Κυλάκου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ .

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησε ο εκκαλών Ahmed Hassanin την με αριθμό εκθ. καταθ. …./2020 αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 1844/2022 απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου οι εκκαλούντες με τις με αριθμ. εκθ. καταθ. …/2023 και …./2023 εφέσεις τους, δικάσιμος επί της οποίας ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των εκκαλούντων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις τους ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου οι υπό κρίση εφέσεις οι οποίες στρέφονται αμφότερες κατά της υπ’ αριθμ. 1844/2022 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών ( άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ ), αντιμωλία των διαδίκων και οι οποίες πρέπει να ενωθούν και συνεκδικαστούν λόγω της φανερής συνάφειας τους και για οικονομία χρόνου και δαπάνης (άρθρα 31, 246, 524 παρ. 1 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Οι υπό κρίση εφέσεις ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ). Επομένως, εφόσον φέρονται παραδεκτά προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου  (άρθρα 19, 511 ΚΠολΔ), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές οι εφέσεις και να ερευνηθούν περαιτέρω μέσα στα όρια που καθορίζονται με αυτές, κατά την ίδια ανωτέρω ειδική διαδικασία, για το παραδεκτό και βάσιμο των προβαλλομένων λόγων τους (άρθρα 522, 533 σε συνδ. με 591 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Με την υπό κρίση αγωγή του ισχυρίζεται ο ενάγων ότι ενώ εργάστηκε στην εναγομένη, που διατηρεί αρτοποιείο στην οποία προσλήφθηκε με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου ως αρτεργάτης, το αναφερόμενο στην αγωγή χρονικό διάστημα, η εναγομένη αφού τον απέλυσε δεν του κατέβαλε τη νόμιμη αποζημίωση, ενώ του οφείλει και διαφορές αποδοχών. Ζητεί να αναγνωριστεί με βάση τη σύμβαση εργασίας του, άλλως σε περίπτωση ακυρότητας της σύμβασης με βάση τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού, η υποχρέωση της εναγομένης να του καταβάλει τα αναφερόμενα στην αγωγή κονδύλια για διαφορές αποδοχών καθώς και χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από τη μη καταβολή των αποδοχών του, με το νόμιμο τόκο.

Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες με τις κρινόμενες εφέσεις τους, επικαλούμενοι εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων.

Ισχυρίζεται ο εκκαλών ότι κατά πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων η εκκαλουμένη αφενός έκανε δεκτή την ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, που προέβαλε η εφεσίβλητη και απέρριψε το αίτημά του για καταβολή της αποζημίωσης απόλυσής του και αφετέρου απέρριψε ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας το αίτημά του για την καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης.

Από τις ένορκες όμως καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάστηκαν ενώπιον του Πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν και τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της εναγομένης, κατόπιν νομίμου κλητεύσεως του αντιδίκου αποδεικνύεται ότι η εκκαλουμένη σωστά εκτίμησε τις αποδείξεις κρίνοντας ότι ο ενάγων, ο οποίος προσλήφθηκε από την εναγόμενη ετερρόρυθμη εταιρεία με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, προκειμένου να εργαστεί ως αρτεργάτης σε αρτοποιείο που διατηρεί η εναγομένη, προκάλεσε στην εργοδότριά του την απόφαση να τον απολύσει, αφού συμπεριφερόταν για μακρό χρονικό διάστημα αντισυμβατικά και κατά τρόπο απρεπή απέναντι στους συναδέλφους του, γενομένης δεκτής της νομίμως προβαλλόμενης από την εναγομένη ένστασης καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος του (281 ΑΚ), ενώ το αίτημά του για την καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από την καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, κρίνεται απαράδεκτο λόγω αοριστίας, καθόσον ο ενάγων, αναφερόμενος μόνο στο γεγονός της απόλυσής του, δεν επικαλείται περιστατικά που να συνιστούν παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητάς του από την εναγομένη, όπως ισχυρίζεται. Περαιτέρω ο ενάγων, ο οποίος εργάστηκε στην εναγομένη με την προαναφερόμενη ιδιότητα δεν κατείχε πιστοποιητικό υγείας, το οποίο άλλωστε δεν προσκομίζει, γεγονός που καθιστά τη σύμβαση εργασίας του άκυρη. Επομένως δεν δικαιούται να λάβει τις συμφωνηθείσες ή νόμιμες αποδοχές αλλά έχει αξίωση με βάση τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. ΑΚ ) για απόδοση της ωφέλειας που αποκόμισε ο εργοδότης από την παροχή της εργασίας του, λόγω ακυρότητας της σύμβασής του, ως προς τις αιτούμενες με την υπό κρίση αγωγή του αποδοχές. Επομένως η εκκαλουμένη αναγνωρίζοντας την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το επιδικαζόμενο ποσό, με το νόμιμο τόκο, ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της έφεσης των εκκαλούντων με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να απορριφθούν οι εφέσεις στο σύνολό τους ως ουσιαστικά αβάσιμες και να καταδικαστούν οι εκκαλούντες, λόγω της ήττας τους, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων (άρθρο 176 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις υπό κρίση εφέσεις.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την με αριθμ. εκθ. καταθ. …./2023 έφεση.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την με αριθμ. εκθ. καταθ. …./2023 έφεση.

Καταδικάζει την εκκαλούσα στη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις  14.11.2024 χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.

H ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ