ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός 549/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
3° Τμήμα
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χριστίνα Λίμουρα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Εραμματέα Δ.Π..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α) Του εκκαλούντος: ………., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Μαρίας Λειβιδιώτου Σαξώνη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2ΚΠολΔ.
Της εφεσίβλητης: Της εταιρείας με την επωνυμία «……», η οποία εδρεύει στα νησιά Μάρσαλ και διατηρεί γραφείο στο ……. Αττικής, νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Γεώργιου Παπαθεοδωρόπουλου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ .
Β) Της εκκαλούσας: Της εταιρείας με την επωνυμία «…….», η οποία εδρεύει στα νησιά Μάρσαλ και διατηρεί γραφείο στο ……. Αττικής, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Γεώργιου Παπαθεοδωρόπουλου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ .
Του εφεσίβλητου: ……….., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Μαρίας Λειβιδιώτου Σαξώνη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2ΚΠολΔ.
Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησε ο εκκαλών την με αριθμό εκθ. καταθ. ……../2022 αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 42/2023 απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου οι εκκαλούντες με τις με αριθμ. εκθ. καταθ. …../2023 και …./2023 εφέσεις τους, δικάσιμος επί της οποίας ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των εκκαλούντων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις τους ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΕΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου οι υπό κρίση εφέσεις οι οποίες στρέφονται αμφότερες κατά της υπ’ αριθμ. 42/2023 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ), αντιμωλία των διαδίκων και οι οποίες πρέπει να ενωθούν και συνεκδικαστούν λόγω της φανερής συνάφειας τους και για οικονομία χρόνου και δαπάνης (άρθρα 31, 246, 524 παρ. 1 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Οι υπό κρίση εφέσεις ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ). Επομένως, εφόσον φέρονται παραδεκτά προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου (άρθρα 19, 511 ΚΠολΔ), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές οι εφέσεις και να ερευνηθούν περαιτέρω μέσα στα όρια που καθορίζονται με αυτές, κατά την ίδια ανωτέρω ειδική διαδικασία, για το παραδεκτό και βάσιμο των προβαλλομένων λόγων τους (άρθρα 522, 533 σε συνδ. με 591 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αγωγή του ισχυριζόμενος ο ενάγων ότι προσλήφθηκε από την εναγομένη εταιρεία με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου ως βοηθός λογιστή απασχολούμενος έκτοτε με την προαναφερόμενη ιδιότητα μέχρι την οικειοθελή αποχώρησή του και ότι συμφώνησε με την εναγομένη την δημιουργία υπέρ αυτού ενός αποθεματικού κεφαλαίου, το οποίο θα σχηματιζόταν με την παρακράτηση από την εναγομένη μέρους των αποδοχών του, ώστε να του αποδοθεί με την αποχώρησή του από την εργασία του, το οποίο η εναγομένη παρά τις συνεχείς οχλήσεις του δεν του έχει καταβάλει, ζητεί με την υπό κρίση αγωγή να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το αναφερόμενο στην αγωγή ποσό, που αποτελεί το μερίδιο του δημιουργηθέντος από αυτήν αποθεματικού του.
Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες με τις κρινόμενες εφέσεις τους, επικαλούμενοι εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων.
Ισχυρίζεται η εκκαλούσα ότι κατά πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε η εκκαλουμένη ότι υπήρξε συμφωνία μεταξύ της εναγομένης εταιρείας και του ενάγοντος για τη δημιουργία αποθεματικού κεφαλαίου αποδοτέο στον ενάγοντα με την λύση της εργασιακής του σύμβασης, όπως ισχυρίζεται ο ενάγων.
Από τις ένορκες όμως καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάστηκαν ενώπιον του Πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν αποδεικνύεται ότι η εκκαλουμένη σωστά εκτίμησε τις αποδείξεις κρίνοντας ότι ο ενάγων, ο οποίος προσλήφθηκε από την εναγομένη εταιρεία το έτος 2006 με την ειδικότητα του βοηθού λογιστή, εργαζόμενος ανελλιπώς στην εναγομένη εταιρεία, δικαιούται την επίδικη παροχή. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η ανωτέρω παροχή δημιουργήθηκε από τον εκπρόσωπο της εταιρείας «………….», για τις εταιρείες συμφερόντων του στις οποίες ανήκει και η εναγομένη εταιρεία, η οποία συστεγάζεται στον ίδιο χώρο και ο οποίος εξήγγειλε στους εργαζομένους του τη δημιουργία αποθεματικού κεφαλαίου υπέρ αυτών, εκ του οποίου θα τους χορηγείται εφάπαξ παροχή κατά τη λύση της εργασιακής τους σύμβασης, εξειδικεύοντας τους όρους της επίδικης παροχής με έγγραφο που χορηγήθηκε στους εργαζόμενους το έτος 1988 και στο οποίο διευκρινίζεται ότι η επίμαχη παροχή δεν αποτελεί μισθό αλλά δίνεται από ελευθεριότητα και μπορεί η χορήγησή της να διακοπεί από τις εταιρείες προσωρινά ή και μόνιμα. Το ανωτέρω έγγραφο χορηγήθηκε και στον ενάγοντα κατά την πρόσληψή του, γεγονός που αποδεικνύει ότι η επίδικη παροχή αφορούσε και τους εργαζόμενους στην εναγομένη εταιρεία, η οποία το έτος 2016 ανακάλεσε την ανωτέρω παροχή με έγγραφό της που απευθυνόταν σε όλους τους εργαζόμενους μεταξύ των οποίων και στον ενάγοντα, απαλλασσόμενη έκτοτε από την ανωτέρω συμβατική της υποχρέωση. Το γεγονός ότι ο ενάγων κατά την αποχώρησή του από την εναγομένη εταιρεία δήλωσε εγγράφως ότι δεν διατηρεί καμία αξίωση από την εναγομένη για οποιαδήποτε αιτία, δεν ασκεί έννομη επιρροή λόγω της αοριστίας της, αφού δεν αναφέρεται το είδος και το ποσό της ένδικης αξίωσης από τη διεκδίκηση του οποίου παραιτείται ο ενάγων. Επομένως η εκκαλουμένη υποχρεώνοντας την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το επιδικαζόμενο ποσό, με το νόμιμο τόκο, για το χρονικό διάστημα από την πρόσληψή του μέχρι την ανάκληση της ανωτέρω παροχής, ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της έφεσης των εκκαλούντων με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να απορριφθούν οι εφέσεις στο σύνολό τους ως ουσιαστικά αβάσιμες και να καταδικαστούν οι εκκαλούντες, λόγω της ήττας τους, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων (άρθρο 176 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις υπό κρίση εφέσεις.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την με αριθμ. εκθ. καταθ. …./2023 έφεση.
Καταδικάζει τον εκκαλούντα στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την με αριθμ. εκθ. καταθ. …../2023 έφεση.
Καταδικάζει την εκκαλούσα στη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 14.11.2024 χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
H ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ