Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 569/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

4Ο ΤΜΗΜΑ-

ΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΕΚΤΈΛΕΣΗ

Aριθμός απόφασης  569/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» και το διακριτικό τίτλο «………», πρώην με την επωνυμία «……….» (………..) και διακριτικό τίτλο «…………..» (………….), η οποία εδρεύει στο ……….. Αττικής (………..), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με τον ν.4354/2015, ως μη δικαιούχου διαδίκου, ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………..» (………..), που εδρεύει στο ……….. της Ιρλανδίας (………..), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας υπό την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «………..», κατόπιν μεταβίβασης στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις Ν. 3156/2003, καθολικός διάδοχος της οποίας κατέστη η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία υπό την επωνυμία «…………» και το διακριτικό τίτλο «…….», που εδρεύει στην Αθήνα (…………), όπως νομίμως εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Νικόλαο Νάκη, με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : ………………. με διεύθυνση αντικλήτου στον ……….. Αττικής (οδός …………….), ο οποίος δεν εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Ο εφεσίβλητος και η ………, άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 30.12.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……../30.12.2021 ανακοπή και τους από 29.8.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …………/29.8.2022 πρόσθετους αυτής λόγους, επί των οποίων συνεκδικαζομένων εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 3066/2022 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που τα δέχθηκε εν μέρει.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η καθ’ης η ανακοπή-πρόσθετοι λόγοι και ήδη εκκαλούσα με την από 11.11.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……../11.11.2022 και προσδιορισμού στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου …………/11.5.2023 έφεση της, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για την δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, που παραστάθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξε τις απόψεις της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

I. Κατά το άρθρο 517 ΚΠολΔ, η έφεση απευθύνεται κατά εκείνων που ήταν διάδικοι στην πρωτόδικη δίκη ή των καθολικών διαδόχων ή των κληροδόχων τους. Αν υπάρχει αναγκαστική ομοδικία, η έφεση πρέπει να απευθύνεται κατά όλων των ομοδίκων, αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι διάδικοι είναι εκείνοι οι οποίοι από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι δικάσθηκαν με αυτή και ότι η έφεση πρέπει να απευθύνεται κατά εκείνου του διαδίκου, έναντι του οποίου ο εκκαλών έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει την εξαφάνιση της απόφασης, δηλαδή κατά εκείνου έναντι του οποίου ηττήθηκε, ανεξάρτητα από την ιδιότητα αυτού ως διαδίκου στον πρώτο βαθμό (ΟλΑΠ 11/1992, ΑΠ 602/2023, ΑΠ 338/2017, ΑΠ 51/2020, ΑΠ 666/2016, ΑΠ 807/2015).

Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 847, 850, 851 επ. ΑΚ και 328 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι από δίκη που έχει διεξαχθεί μεταξύ του δανειστή και είτε του πρωτοφειλέτη είτε του εγγυητή, προκύπτει δεδικασμένο υπέρ του ετέρου μόνο επωφελές και μόνο αν η αγωγή του δανειστή απορρίφθηκε λόγω ανυπαρξίας του χρέους. Από αυτήν την περιορισμένη και συγκυριακή καθ’ υποκείμενο επέκταση του ευμενούς μόνο δεδικασμένου, δεν έπεται ότι μεταξύ τους, δηλαδή μεταξύ πρωτοφειλέτη και εγγυητή υπάρχει γενικά και εκ προοιμίου δεσμός αναγκαστικής ομοδικίας, υπό την έννοια του άρθρου 76 § 1 περίπτ. β’ ΚΠολΔ (επέκταση της ισχύος της εκδιδόμενης απόφασης και στους δύο). Αντίθετη εκδοχή, θα διεύρυνε κατ’ αποτέλεσμα το άρθρο 328 ΚΠολΔ και θα υπερέτεινε αδικαιολογήτως το γράμμα και το σκοπό της διάταξης του άρθρου 76 § 1 περίπτ. β’ ΚΠολΔ, θα ήταν δε και ασυμβίβαστη προς την κατά το ουσιαστικό δίκαιο αυτοτέλεια της άμυνας του καθενός (853ΑΚ). Επιπλέον, η απόλυτη αυτή άποψη θα κατέληγε συχνά σε διαδικαστικές δυσχέρειες και θα επέφερε εκ προοιμίου και γενικώς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και απαράδεκτα. Επομένως, επιβάλλεται η εφαρμογή των αρχών της αναγκαίας ομοδικίας μόνο στις περιπτώσεις όπου το ζήτημα, που πρόκειται να κριθεί, αναφέρεται στην κοινή υπεράσπιση πρωτοφειλέτη και εγγυητή, ως προς την ύπαρξη του χρέους, ενώ, αντίθετα επιβάλλεται η εφαρμογή των κανόνων της απλής ομοδικίας όταν δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα, όπως στην περίπτωση που ο εγγυητής προβάλλει προσωπικές ενστάσεις (ΑΠ 338/2017, ΑΠ 1598/2000, ΑΠ 1264/1995 και ΑΠ 1223/1995).

Εκ τούτων παρέπεται, ότι όταν ασκείται κοινή αγωγή παθητικώς κατά του πρωτοφειλέτου και του εγγυητού υφίσταται αναγκαία ομοδικία μεταξύ τους, καθ’ ο μέρος αντικείμενο της δίκης, ως προς τον καθένα, είναι η ύπαρξη της κύριας οφειλής, όντας αδιάφορο αν η επέκταση του δεδικασμένου είναι περιορισμένη, εξαρτώμενη από την νίκη ή ήττα του διαδίκου, όπως στην περίπτωση κατά την οποία δημιουργείται μόνον επί της ανυπαρξίας του χρέους (ΑΠ 1281/2017, ΑΠ 1280/2017). Εξάλλου, με την ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, η οποία υπόκειται και στη ρύθμιση των άρθρων 583 επ. ΚΠολΔ, προβάλλονται λόγοι, είτε κατά του κύρους της διαταγής πληρωμής για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης, είτε κατά της υπάρξεως της απαιτήσεως (ΟλΑΠ 10/1997). Όταν δε με το λόγο της ανακοπής αμφισβητείται η ύπαρξη ή το ύψος της απαιτήσεως, ο λόγος αυτός έχει αρνητικό χαρακτήρα, αφού ο καθ’ου η ανακοπή, ο οποίος επέχει θέση ενάγοντος (ΑΠ 908/2005), έχει το υποκειμενικό βάρος, κατά το γενικό δικονομικό κανόνα του άρθρου 338 παρ.1 ΚΠολΔ, για την απόδειξη, με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, της υπάρξεως και του ύψους της απαιτήσεως του (ΑΠ 15/2007). Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, εφόσον ο πρωτοφειλέτης και ο εγγυητής του ασκούν ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, που εκδόθηκε σε βάρος τους με βάση το κατάλοιπο συμβάσεως πιστώσεως ή δανείου, που καταγγέλθηκε από τον δανειστή, υφίσταται αναγκαία ομοδικία μεταξύ τους καθ’ ο μέρος αντικείμενο της δίκης, ως προς τον καθένα, είναι η ύπαρξη και η έκταση της κύριας σε βάρος τους οφειλής (ΑΠ 1946/2017).

Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 524 παρ.4 εδαφ.α΄ ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 44 παρ. 1 του ν.3994/2011 και η συγκεκριμένη παράγραφος εξακολουθεί να ισχύει υπό τον Ν.4335/2015, που εφαρμόζεται για τα κατατεθειμένα από 1.1.2016 ένδικα μέσα, σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 271 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ (όπως οι παράγραφοι αυτές αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν.4335/2015 – ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015) και τις διατάξεις του άρθρου 591 παρ.1 α΄ ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν.4335/2015), που εφαρμόζονται στην διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης και όσον αφορά και τις ειδικές διαδικασίες, κατ’εφαρμογή του άρθρου 524 παρ.1 ΚΠολΔ (όπως η παρ. 1 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015), προκύπτει, ότι, αν κατά τη συζήτηση της εφέσεως, ο εφεσίβλητος δεν εμφανιστεί ή εμφανιστεί αλλά δεν μετάσχει με τον προσήκοντα τρόπο στη συζήτηση της, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως. ποιος από τους διαδίκους επέσπευσε τη συζήτηση της εφέσεως και αν μεν τη συζήτηση της επέσπευσε εγκύρως ο απολειπόμενος διάδικος κλητεύοντας νόμιμα και εμπρόθεσμα τους λοιπούς ή κλητεύθηκε ο ίδιος νόμιμα και εμπρόθεσμα από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση άλλο διάδικο, η διαδικασία προχωρεί και η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρών, διαφορετικά, αν δηλαδή δεν προκύπτει έγκυρη επίσπευση της συζητήσεως της ή δεν έχει κλητευθεί νομίμως, αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους τους διαδίκους.

Εξάλλου, στη διάταξη του άρθρου 76 παρ. 1 ΚΠολΔ, ορίζεται ότι σε περίπτωση αναγκαστικής ομοδικίας, οι πράξεις του καθενός αναγκαίου ομοδίκου ωφελούν και βλάπτουν τους άλλους, οι δε ομόδικοι που μετέχουν νόμιμα στη δίκη ή έχουν προσεπικληθεί, αν δεν παραστούν, θεωρούνται ότι αντιπροσωπεύονται από εκείνους που παρίστανται. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται, ότι, σε περίπτωση αναγκαστικής ομοδικίας στη δίκη επί της εφέσεως, όπως και επί της αιτήσεως αναιρέσεως, εάν δεν κλητεύθηκε κάποιος από τους αναγκαίους ομοδίκους, η συζήτηση της αιτήσεως κηρύσσεται απαράδεκτη για όλους, εάν όμως κλητεύθηκε αυτός είτε από τον αντίδικο του, είτε από αναγκαίο ομόδικο του, τότε η συζήτηση χωρεί νομίμως και ως προς τον απολειπόμενο (ΑΠ 679/2020, ΑΠ 756/2017).

IΙ. Η κρινόμενη από 11.11.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ………../11.11.2022 και προσδιορισμού στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ……./11.5.2023 έφεση, της καθ’ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσας ανώνυμης εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων, που στρέφεται κατά της υπ’αριθμ.3066/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ), επί της από 30.12.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………../30.12.2021 ανακοπής και των από 29.8.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……../29.8.2022 πρόσθετων αυτής λόγων, κατ’ άρθρα 632 και 933 ΚΠολΔ, των ανακοπτόντων, ………… ήδη εφεσιβλήτου και της ……….., μη διαδίκου στην παρούσα δίκη, για την ακύρωση, αφενός της υπ’αριθμ…………../2010 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε σε βάρος τους και τους υποχρέωσε εις ολόκληρον, τον μεν πρώτο, ως οφειλέτη, την δε δεύτερη, ως εγγυήτρια, να καταβάλουν στην δανείστρια τράπεζα “………..” το ισόποσο των 67.697,27 ελβετικών φράγκων, πλέον τόκων και εξόδων, βάσει της αναφερομένης σύμβασης δανείου και αφετέρου, της από 30.11.2021 επιταγής προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου αυτής, που τους επιδόθηκε από την επισπεύδουσα, καθ’ης η ανακοπή, ήδη εκκαλούσα, με την ιδιότητα της διαχειρίστριας των απαιτήσεων της νέας δικαιούχου της εκτελούμενης απαίτησης, αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού «…………..», που εδρεύει στο ………. της Ιρλανδίας, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως ειδικής διαδόχου της πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας υπό την επωνυμία «…………», κατόπιν μεταβίβασης στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις Ν. 3156/2003, καθολικός διάδοχος της οποίας κατέστη η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία υπό την επωνυμία «………….» και επικύρωσε την προσβαλλομένη διαταγή πληρωμής απορρίπτοντας την κατ’αυτής ανακοπή και τους πρόσθετους λόγους και ακύρωσε την ανακοπτόμενη επιταγή προς εκτέλεση κάνοντας δεκτή την εναντίον της ανακοπή και τους πρόσθετους λόγους, ελλείψει νομιμοποίησης της καθ’ης, ως μη δικαιούχου διαδίκου, με την ιδιότητα της διαχειρίστριας απαιτήσεων, στην επισπευδομένη εκτέλεση, κατά παραδοχή του πρώτου σκέλους του πέμπτου λόγου της ανακοπής και του συναφούς ενδέκατου πρόσθετου λόγου, παρελκομένης της εξέτασης των λοιπών,  ασκήθηκε  νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρα 495, 496, 498, 499, 511, 513 § 1 στοιχ. β΄, 516 § 1, 517 εδαφ.α΄, 518 § 1 και 520 § 1  ΚΠολΔ,  καθόσον από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι έγινε νομότυπη επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, επιμελεία της καθ’ης η ανακοπή – εκκαλούσας, στις 20.10.2022 στον πληρεξούσιο δικηγόρο των ανακοπτόντων στην πρωτοβάθμια δίκη, . ……….., ως αντίκλητο, συντασσομένης της υπ’αριθμ……../20.10.2022 έκθεσης επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, …………., που προσκομίζεται από την εκκαλούσα, το δε πρωτότυπο του δικογράφου της εφέσεως κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 11.11.2022, αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011) και για το παραδεκτό της έχει κατατεθεί το αναλογούν παράβολο υπέρ του Δημοσίου και ΤΑΧΔΙΚ (άρθρο 495 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ, όπως η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.4055/2012 και αντικαταστάθηκε εκ νέου το άρθρο από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015, ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015).

Πλην όμως, εφόσον οι ανακόπτοντες, ως πρωτοφειλέτης δανειολήπτης και εγγυήτρια ευθυνόμενη ως πρωτοφειλέτης, αντίστοιχα, έχουν ασκήσει την κρινόμενη κοινή ανακοπή και τους πρόσθετους αυτής λόγους, κατά του κύρους της διαταγής πληρωμής, που εκδόθηκε σε βάρος τους με βάση το χρεωστικό υπόλοιπο της καταγγελθείσης από την δανείστρια τράπεζα αναφερομένης σύμβασης στεγαστικού έντοκου δανείου, για έλλειψη των διαδικαστικών προϋποθέσεων έκδοσης της, αμφισβητώντας την ύπαρξη και το ύψος της ενσωματωμένης απαίτησης και την νομιμοποίηση της καθ’ης η ανακοπή στην επισπευδομένη εκτέλεση, τυγχάνουν μεταξύ τους αναγκαίοι ομόδικοι, δεδομένου ότι αντικείμενο της δίκης, ως προς τον καθένα, είναι η ύπαρξη και η έκταση της σε βάρος τους οφειλής, κατά κεφάλαιο, τόκους και ανατοκισμό των τόκων, προς την ιρλανδική εταιρεία ειδικού σκοπού και η νομότυπη μεταβίβαση της εκτελούμενης απαίτησης σ’αυτήν, καθώς και το δικαίωμα της καθ’ης, με την ιδιότητα της διαχειρίστριας των απαιτήσεων της, να επιδιώξει με την διενεργούμενη εκτέλεση την είσπραξη της για λογαριασμό της δικαιούχου της απαίτησης αλλοδαπής εταιρείας και να διεξάγει την παρούσα δίκη, ως μη δικαιούχος διάδικος, προβάλλοντας από κοινού υπερασπιστικούς ισχυρισμούς με τους λόγους ανακοπής και τους πρόσθετους αυτής. Εντούτοις, η κρινόμενη έφεση δεν απευθύνθηκε και κατά της αναγκαίας ομοδίκου και διαδίκου στην πρωτοβάθμια δίκη, …………, μήτε προκύπτει από την έρευνα του φακέλου της δικογραφίας ότι αυτή κλητεύθηκε για να παρασταθεί κατά τη συζήτηση της προκείμενης εφετειακής δίκης, ούτε γίνεται επίκληση τέτοιας κλήτευσης από την παρισταμένη εκκαλούσα, που επισπεύδει την συζήτηση της, ούτε θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται από τον αναγκαίο ομόδικο της, εφόσον απαραίτητη προϋπόθεση προς τούτο είναι να μετέχει νόμιμα στη δίκη, ήτοι να έχει κλητευθεί προσηκόντως είτε από την αντίδικο της εκκαλούσα, είτε από τον αναγκαίο ομόδικο της εφεσίβλητο και αυτός να παρίσταται, προϋποθέσεις που δεν συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση, με συνέπεια να καθίσταται η έφεση απαράδεκτη (517 ΚΠολΔ).

Εξάλλου, όπως προκύπτει από την υπ’αριθμ……../22.5.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, …………, που προσκομίζει και επικαλείται η εκκαλούσα, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της ανωτέρω έφεσης, με την πράξη καταθέσεως και προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την στην αρχή της παρούσας αναφερομένη δικάσιμο, επιχειρήθηκε να επιδοθεί στον πληρεξούσιο δικηγόρο, ………., ως αντίκλητο, του απολειπομένου εφεσιβλήτου, ……………, κατοίκου Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, που αναζητήθηκε και δεν ανευρέθηκε στην διεύθυνση επί της οδού ……….. στον ………… Αττικής, που επιγράφεται στο δικόγραφο, ως διεύθυνση αντικλήτου του εφεσιβλήτου, χωρίς όμως να προσδιορίζεται ποίος είναι ο αντίκλητος και το ονοματεπώνυμο τούτου, πλην όμως η εν λόγω διεύθυνση που έγινε η επίδοση με θυροκόλληση, δεν αποτελεί την διεύθυνση του ανωτέρω πληρεξουσίου δικηγόρου του ανακόπτοντος-εφεσιβλήτου, που είναι κάτοικος Αθηνών επί της οδού ………….., όπως προκύπτει ιδίως από την ως άνω έκθεση επίδοσης της εκκαλουμένης στους ανακόπτοντες σε συνδυασμό με τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης (εισαγωγικά δικόγραφα και πρωτόδικες προτάσεις) και συνεπώς, η γενόμενη επίδοση πάσχει ακυρότητας και καθιστά ούτως ή άλλως απαράδεκτη την συζήτηση της έφεσης.

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η έφεση πρέπει, προεχόντως, να απορριφθεί, ως απαράδεκτη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την ένδικη έφεση, ως απαράδεκτη.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 21.11.2024.

    Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, με άλλη σύνθεση, λόγω μετάθεσης και αποχώρησης της Δικαστού Ελένης Νικολακοπούλου, Εφέτη, αποτελούμενη από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Φεβρωνία Τσερκέζογλου, Πρόεδρο Εφετών και με την ίδια Γραμματέα, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 22 Νοεμβρίου 2024.

 Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ