Αριθμός απόφασης 594/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Μονοπρόσωπης ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «……….» και το διακριτικό τίτλο «…………», εδρεύουσας στη …….. Αττικής, οδός …….., με ΑΦΜ …….., νόμιμα εκπροσωπούμενης, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Ιωάννη Γεωργάκη, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «……….» (με τις πρώην επωνυμίες «………….» – «………» και «………….» – «……….»], εδρεύουσας στον Πειραιά, οδός ………., με ΑΦΜ ………. και ΓΕΜΗ …….., νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Κωνσταντίνας Μιχοπούλου, με δήλωση κατ΄ άρθρο 242ΚΠΟΛΔ και 2) αλλοδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………», εδρεύουσας στη …… Κύπρου, οδός ……….., διατηρούσας νόμιμο υποκατάστημα στην Ελλάδα, στο δήμο …. Φθιώτιδας, ……….., με ΑΦΜ ………, όπως εκπροσωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από την κα. ……….., κάτοικο ………… Αττικής, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του Δημητρίου Πάσχου [ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ-ΔΙ ΠΑΣΧΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ], με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 ΚΠΟΛΔ.
Η νυν πρώτη εκ των εφεσιβλήτων άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 29.11.2019, με Γ.Α.Κ. …./2019 και Ε.Α.Κ……/2019 ανακοπή κατά της με αριθμό …./2019 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Το παραπάνω πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, εξέδωσε την με αριθμό 418/2022 οριστική απόφασή του, με την οποία- αφού συνεκδίκασε την ως άνω ανακοπή, τους με αριθμό κατάθεσης ………./2020 πρόσθετους λόγους αυτής και τη με αριθμό ………../2020 πρόσθετη παρέμβαση που άσκησε η δεύτερη εκ των εφεσιβλήτων-, δέχθηκε τυπικά και κατ΄ ουσία την ως άνω ανακοπή και ακύρωσε τη με αριθμό …../2019 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η καθ΄ ης η ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής, καθ΄ ης η πρόσθετη παρέμβαση και ήδη εκκαλούσα με την από 14.3.2022 (Γ.Α.Κ. …./2022 και με Ε.Α.Κ. …./2022) έφεση. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 16.3.2022 με Γ.Α.Κ. ……/2022 και Ε.Α.Κ…./2022 και η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμό της 02.03.2023, όποτε αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο με σχετική εγγραφή στο πινάκιο.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των εφεσιβλήτων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 14.3.2022 (με Γ.Α.Κ…./2022 και με Ε.Α.Κ…./2022 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 16.3.2022 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 16.2.2022 με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …./2022) της ηττηθείσας πρωτοδίκως καθ΄ ης η ανακοπή, προς εξαφάνιση της υπ΄ αριθμό 418/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (αρθρα 614 επ. ΚΠΟΛΔ), έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως κατά τα άρθρα 495, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της με το άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 που εφαρμόζεται για τις εφέσεις που ασκούνται από την 1.1.2016, 499, 500, 511, 513 παρ1 εδ. β, 516 παρ. 1 εδ. β και 517 και 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το ανωτέρω άρθρο, καθόσον η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 03.02.2022, το δε εφετήριο κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 21.3.2022. Είναι παραδεκτή εφόσον κατατέθηκε από την εκκαλούσα στο δημόσιο ταμείο παράβολο ποσού 100 ευρώ (με αριθμό …………/2022 ) για την άσκηση αυτής (βλ. άρθρ. 495 § 3Α περ. β΄ Κ.Πολ.Δ.) και συνεπώς πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, για να κριθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση από 29.11.2019, με Γ.Α.Κ. …../2019 και Ε.Α.Κ………/2019 ανακοπή και με τους με αριθμό κατάθεσης ……./2020 πρόσθετους λόγους αυτής η ανακόπτουσα ζήτησε, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, να ακυρωθεί η με αριθμό …../2019 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία η ανακόπτουσα διατάσσεται να καταβάλει στην καθ’ ης το ποσό των €161.677,68, δυνάμει των αναφερόμενων στην ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής τιμολογίων, εκδοθέντων σε εκτέλεση της από 31.01.2011 σύμβαση πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας που είχε συναφθεί μεταξύ της εταιρείας με την επωνυμία (………..), ως παραγωγού και πωλήτριας ηλεκτρικής ενέργειας, στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της οποίας ισχυρίζεται ότι υπεισήλθε η καθ΄ ης, και της ανακόπτουσας, ως αγοράστριας, νομιμοτόκως κατά τα προβλεπόμενα στην ως άνω σύμβαση. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά συνεκδίκασε την ως άνω ανακοπή, τους με αριθμό κατάθεσης ………../2020 πρόσθετους λόγους αυτής και τη με αριθμό ………../2020 πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της ανακόπτουσας, αντιμωλία των διαδίκων και με την με αριθμό 418/2022 απόφαση του δέχθηκε τυπικά και κατ΄ ουσία την ως άνω ανακοπή και ακύρωσε τη με αριθμό ……/2019 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Κατά της εν λόγω οριστικής αποφάσεως η καθ΄ης η ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής και καθ΄ ης η πρόσθετη παρέμβαση, ως ηττηθείσα διάδικος, παραπονείται με την ως άνω έφεσή της για τους αναφερόμενους ειδικότερα σε αυτήν λόγους, οι οποίοι συνοψίζονται, όπως αυτοί εκτιμώνται από το Δικαστήριο, σ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Ζητεί δε, να γίνει αυτή καθ’ ολοκληρία δεκτή, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, με σκοπό να απορριφθεί στο σύνολό της δεκτή η ως άνω ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής, να επικυρωθεί η ως άνω διαταγή πληρωμής και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.
Σε επίπεδο δικονομικού δικαίου, ο δημόσιος χαρακτήρας της δίκης και η αρχή της απαγόρευσης συμβατικής διεξαγωγής της δίκης (βλ. Μητσόπουλο, Διαδικαστικοί πράξεις σε Τιμ. Τόμο Ράμμου, II σελ. 625 επ. και ιδίως σελ. 647 επ.) συνιστούν ουσιώδεις περιορισμούς στην αρχή της ελευθερίας της ιδιωτικής βούλησης. Ο απαλλοτριωτός, όμως, χαρακτήρας των ιδιωτικών δικαιωμάτων, όπως αυτός αντανακλάται στη θεμελιώδη δικονομική αρχή της διαθέσεως, καθιστά δυνατή, σε ορισμένη έκταση, τη σύναψη δικονομικών συμβάσεων, πολλώ δε μάλλον που-και ο κοινός νομοθέτης ρητά προβλέπει τη δυνατότητα σύναψης ορισμένων εξ’ αυτών (άρθρα 42, 150 παρ. 2, 264, 293,867 ΚΠολΔ, για το έγκυρο των αποδεικτικών ιδίως συμβάσεων βλ. ενδεικτικά ΟλΑΠ 27/1993 Δ 1994.806, με παρατηρήσεις Κ. Μπέη, ΑΠ 1501/2008 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 398/2008 ΝΟΜΟΣ, ειδικά για την εγκυρότητα των δικονομικών συμβάσεων στο πεδίο της αναγκαστική εκτέλεσης βλ. ΕφΘεσ 815/1999 ΝΟΜΟΣ). Στο βαθμό μάλιστα που οι συμβάσεις αυτές δεν αλλοιώνουν τις εξουσίες του δικαστή, ούτε οδηγούν σε καταστρατήγηση κανόνων δημόσιας τάξης, ούτε διαστρεβλώνουν την ουσία και το περιεχόμενο της διαδικασίας, ούτε εμποδίζουν εν τέλει την πρόσβαση στο Δικαστήμο, είναι έγκυρες (Νικάς, – Πολιτική Δικονομία Κ σελ. 18-19, Δεληκωστόπουλος, Η αυτονομία της ιδιωτικής βουλήσεως εν τη πολιτική δικονομία. Αι δικονομικαί συμβάσεις, σελ. 17, 94- 113 και 152 εττ., Φαλτσή/Καΐσης, Η πολιτική δίκη σε κίνηση, έκδ. Β’, σελ. 134-136). Στο πλαίσιο αυτό, συνεπώς, εγκύρως θεσπίζεται από τα συμβαλλόμενα μέρη ως συμβατικός όρος η ανάγκη τήρησης ορισμένης προδικασίας πριν τη δικαστική διεκδίκηση ενός δικαιώματος, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι ο όρος αυτός δεν είναι τέτοιας έκτασης ή τέτοιας φύσης ως προς την ειδικότερη διαμόρφωση του, ώστε να καθιστά εξαιρετικά δυσχερή την πρόσβαση στο δικαστήριο, θίγοντας εν τέλει το δικαίωμα δικαστικής ακρόασης του αντισυμβαλλομένου (άρθρο 20 του Συντάγματος). Επιχείρημα υπέρ της ανωτέρω θέσης αντλείται, άλλωστε, και από τον ίδιο τον νόμο, που, με τις διατάξεις των άρθρων 867 επ. ΚΠολΔ, θεσπίζει ως εναλλακτικό τρόπο επίλυσης της διαφοράς την υπαγωγή της σε διαιτησία. Αν όμως, τα μέρη δια της συμφωνίας τους μπορούν – υπό τις προϋποθέσεις του νόμου- να κανουν το μείζον, ή την παράκαμψη της διαγνωστικής δίκης και την υποκατάσταση της από το θεσμό της διαιτησίας, τότε δύνανται να κάνουν και το έλασσον, ήτοι τη θέσπιση προδικασίας, που δεν εμποδίζει την πρόσβαση στο φυσικό δικαστή, αλλά απλώς στοχεύει στην καταρχήν εξωδικαστική επίλυση της διαφοράς κατά τρόπο ανάλογο με τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς του άρθρου 214 Α ΚΠολΔ (ΠολΠρΑθ 5336/2009 ΝΟΜΟΣ). Μια τέτοια συμφωνία δεν αποστερεί τα μέρη από τη δυνατότητα πρόσβασης στη Δικαιοσύνη και είναι έγκυρη (πρβλ. ΑΠ 1558/2014, ΑΠ 32/2009, δημοσιευμένες σε ΝΟΜΟΣ). Βάσει, λοιπόν, των ανωτέρω, σε περίπτωση υποβολής αίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής, χωρίς να έχει προηγηθεί η συμφωνηθείσα προδικασία εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς, ο επιληφθείς Δικαστής δεν δύναται να προχωρήσει στην έκδοση διαταγής πληρωμής, για το λόγο ότι κάτι τέτοιο θα παραγνώριζε τη φύση της συμφωνίας ως έγκυρης δικονομικής σύμβασης και θα καθιστούσε αυτή κενή περιεχομένου.
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο και δεύτερο λόγους της έφεσης της η εκκαλούσα παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δέχθηκε ότι η ισχύς της περιλαμβανόμενης στη σύμβαση ρήτρα παρέκτασης αρμοδιότητας τελούσε υπό τον όρο της τήρησης της προβλεπόμενης στη σύμβαση διαδικασίας εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς και ότι από την αναφερόμενη συμπεριφορά της ανακόπτουσας και ήδη εφεσίβλητης δεν είχε νόημα η προσπάθεια εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς. Επί των λόγων αυτών λεκτέα είναι τα εξής : Η προσθέτως παρεμβαίνουσα κυπριακή εταιρεία με την επωνυμία «……..», συνήψε, ως παραγωγός και πωλήτρια ηλεκτρικής ενέργειας, με την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…….. ……..» και το διακριτικό τίτλο «……………..», ως αγοράστρια, τη με αριθμό ……/31.01.2011 Σύμβαση Πώλησης Ηλεκτρικής Ενέργειας. Σύμφωνα με το άρθρο 21 της ένδικης σύμβασης πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας <<1.0 …. και ο παραγωγός συμφωνούν ότι καθ΄ όλη τη διάρκεια ισχύος της παρούσας σύμβασης θα συνεργάζονται αρμονικά και με πνεύμα καλής πίστης, έχοντας ως αποκλειστικό στόχο την υλοποίηση της παρούσας σύμβασης. 2. Με την επιφύλαξη κάθε αντίθετης διάταξης του Κώδικά Διαχείρισης του Συστήματος Συναλλαγών Ηλεκτρικής ενέργειας, για την επίλυση οποιασδήποτε διαφοράς που τυχόν ανακύψει κατά την εκτέλεση ή την ερμηνεία της παρούσας, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ρητά ότι, για την επίλυση οποιοσδήποτε διαφοράς που τυχόν ανακύψει κατά την εκτέλεση ή ερμηνεία της σύμβασης, να επιδιώξουν την επίλυση της διαφωνίας τους με φιλικές διαπραγματεύσεις. Στην περίπτωση αυτή συγκροτείται τριμελής επιτροπή εξώδικης επίλυσης της διαφοράς, αποτελούμενη από έναν εκπρόσωπο κάθε συμβαλλόμενου μέρους και έναν εκπρόσωπο της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. Το αποτέλεσμα των φιλικών διαπραγματεύσεων διατυπώνεται σε πρακτικό που υπογράφουν τα μέλη της επιτροπής. 4.Σε περίπτωση αδυναμίας φιλικής επίλυσης της διαφοράς, μέσω της τριμελούς επιτροπής, ή μέσω τεχνικής πραγματογνωμοσύνης που προβλέπεται στην παρ. 3, συμφωνείται ότι τα μέρη δύνανται να υπαγάγουν με έγγραφη συμφωνία τους τη διάγνωση της διαφοράς σε διαιτησία της ΠΑΕ σύμφωνα με τα οριζόμενα στον κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργείας και διαχείρισης της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, (Π.Δ 139/2001), άλλως ως αρμόδια για την επίλυση αυτής συμφωνούνται τα πολιτικά Δικαστήρια Αθηνών >> . Από την διατύπωση του εν λόγω συμβατικού όρου που ταυτίζεται με το ταυτάριθμό άρθρο της πρωτότυπης σύμβασης του άρθρου 1 της απόφασης του υπουργού ανάπτυξης Δ6/Φ1/06.02.2002 (ΦΕΚ B‘ 158) και ήδη απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και κλιματικής αλλαγής ΑΥ./ΦΙ/οικ. 17149/2010,Β΄1497) , σαφώς προκύπτει ότι οι εν λόγω συμβάσεις συνάπτονται με το συγκεκριμένο τύπο που ορίζει η διάταξη αυτή, στον οποίο (τύπο) ρητά προβλέπεται η τήρηση της συγκεκριμένης αυτής προδικασίας. Δυνάμει του άρθρου 117 τταρ. 1 Ν. 4001/2011, η κατά τα ως άνω αγοράστρια εταιρεία μετονομάσθηκε σε «………….» (δ.τ. «…………..»), εν συνεχεία δε, κατόπιν έκδοσης του Ν. 4512/2018 [με το άρθρα 96 του οποίου προστέθηκε στο Ν. 4001/2011 το άρθρο 117Α, που προέβλεπε την ίδρυση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία (………» και το διακριτικό τίτλο «………», και το άρθρο 117Β, με το οποίο ορίσθηκε ότι η ……… εισφέρει στην ………. τη λειτουργία και διαχείριση του κλάδου της που περιλαμβάνει τις αναφερόμενες στην παρ. 1 του άρθρου 1Ι7Β δραστηριότητες, «με τη διαδικασία της απόσχισης και εισφοράς κλάδου», ενώ, με το άρθρο 98 παρ. 5 του οποίου προβλέφθηκε ότι, μετά την ολοκλήρωση της απόσχισης του κλάδου της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και της μεταφοράς των δραστηριοτήτων από τη …….. στην …….., η ……… μετονομάζεται σε «……….» (διακριτικός τίτλος «……..»), η οποία είναι πλέον αρμόδια, μεταξύ άλλων, και για τη σύναψη συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας και την καταβολή των πληρωμών που προβλέπονται στις συμβάσεις αυτές από τον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ], η αγοράστρια εταιρεία με την επωνυμία «………» (διακριτικός τίτλος «…………»], μετονομάσθηκε σε «………» (διακριτικό τίτλος «……..»). Περαιτέρω, με το από 01.10.2015 συμπλήρωμα της προαναφερθείσας με αριθμό …./31.01.2011 Σύμβασης Πώλησης Ηλεκτρικής Ενέργειας, στη θέση της «…….» στην ως άνω σύμβαση, ως παραγωγού και πωλήτριας ηλεκτρικής ενέργειας, φέρεται να υπεισήλθε η νυν καθ’ ης η ανακοπή μονοπρόσωπη ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία «…….» και το διακριτικό τίτλο «……………», η οποία, υπό την ως άνω ιδιότητα (της παραγωγού και πωλήτριας ηλεκτρικής ενέργειας και δικαιούχου του τιμήματος από τη πώλησή της στην ανακόπτουσα) πέτυχε, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης, την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής. Σύμφωνα με την με αριθμό 590/2022 απόφαση του Εφετείου Πειραιά που εκδόθηκε επί ασκηθεισών εφέσεων κατά της με αριθμό 993/2021 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά επί της 10.2.2020 αγωγής κρίθηκε τελεσιδίκως : <<ότι o σκοπός της παροχής του από 27.7.2011 πληρεξουσίου προς τον δεύτερο εκκαλούντα ήταν η εκπροσώπηση της τότε για την λειτουργία υποκαταστήματος της στην Ελλάδα και η υπεράσπιση των συμφερόντων της ως προς το υποκατάστημα σαυτό και όχι για την παύση της λειτουργείας του όπως με την πώληση του κλάδου των φωταβολταικών (και μάλιστα χωρίς την είσπραξη τιμήματος) … Κατά συνέπεια ο δεύτερος εκκαλών προέβη στη σύναψη της από 10.9.2015 σύμβασης για λογαριασμό της πρώτης εκκαλούσας, χωρίς προηγούμενη απόφαση του τότε νόμιμου εκπροσώπου της τότε εφεσίβλητης, η οποία ήταν τυπικώς αναγκαία με βάση το νομικό και φορολογικό καθεστώς της Κύπρου, γεγονός που οι οικονομικοί σύμβουλοι της του είχαν γνωστοποιήσει, άρα άνευ εντολής και πληρεξουσιότητας και χωρίς μεταγενέστερη έγκριση της αυθαίρετης αυτής ενέργειας από την εφεσίβλητη>>. Από την διατύπωση του εν λόγω συμβατικού όρου προκύπτει σαφώς χωρίς να απαιτείται προσφυγή στους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρων 173 και 200 του Α.Κ ότι η αληθής βούληση των μερών και του νομοθέτη της ως άνω υπουργικής απόφασης ήταν η σύναψη νομικά δεσμευτικής για τα μέρη δικονομικής σύμβασης, ως προς την καθιέρωση συγκεκριμένης προδικασίας επίλυσης της διαφοράς πριν την προσφυγή στα Δικαστήρια και συγκεκριμένα με τον όρο αυτό τα συμβαλλόμενα μέρη εξάρτησαν τη δυνατότητα προσφυγής τους στη Δικαιοσύνη από την προηγούμενη αδυναμία εξωδικαστικής επίλυσης της εκάστοτε ανακύψασας μεταξύ τους διαφοράς, ως προς την εκτέλεση της επίδικης σύμβασης. Δεν αναιρεί την νομική δεσμευτικότητα του ως άνω όρου η μη αναφορά της λέξης << υποχρεούνται>> ήτοι η πρόβλεψη περί υποχρέωσης των μερών ως προς την τήρηση συγκεκριμένης προδικασίας επίλυσης της διαφοράς πριν την προσφυγή στα Δικαστήρια, καθόσον αναφέρεται η ρητή συμφωνία των συμβαλλομένων μερών περί της σύναψης του συγκεκριμένου όρου. Εξάλλου η μόνη επιφύλαξη που διατυπώνεται κατά την κατάρτιση του όρου αφορά την τυχόν ύπαρξη κάθε αντίθετης διάταξης του Κώδικά Διαχείρισης του Συστήματος Συναλλαγών Ηλεκτρικής ενέργειας. Περαιτέρω, εφόσον αναφέρεται η ρητή συμφωνία των μερών για τη σύναψη του συγκεκριμένου όρου δεν αναιρείται η νομική δεσμευτικότητα του όρου αυτού ως δικονομικής σύμβασης, από τη μη πρόβλεψη ποινής ακυρότητας ως προς την προσφυγή στα Δικαστήρια σε περίπτωση μη τήρησης του, καθόσον αν η μη τήρηση του ως άνω όρου δεν επάγονταν καμία συνέπεια θα προβλέπονταν ως δυνητική η τήρηση της συγκεκριμένης προδικασίας, όπως ως δυνητική προβλέπεται η προσφυγή στη διαιτησία, σε περίπτωση αδυναμίας φιλικής επίλυσης της διαφοράς, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 21 της ως άνω σύμβασης. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από τα προβλεπόμενα στην παρ. 4 του αυτού άρθρου της άνω σύμβαση περί του τα συμβαλλόμενα μέρη ρητά συμφωνούν ότι για την επίλυση διαφορών επί τεχνικών θεμάτων υποχρεούνται να προσφύγουν σε διαδικασία πραγματογνωμοσύνης Ρ.Α.Ε της οποίας το πόρισμα είναι υποχρεωτικό, καθόσον με τον ως άνω όρο ρυθμίζεται η διαδικασία επίλυσης εξειδικευμένων ζητημάτων και δη τεχνικών δια της διαδικασίας της πραγματογνωμοσύνης και δεν θεσπίζεται στάδιο προγενέστερο της προσφυγής σε ένα θεσμό όπως η Δικαιοσύνη. Συνεπώς, η ως άνω συμφωνία συνιστά έγκυρη δικονομική σύμβαση, διότι η συμφωνία αυτή αποσκοπεί στην εξωδικαστική επίλυση της διαφοράς, χωρίς την ανάγκη διεξαγωγής χρονοβόρων και δαπανηρών δικαστικών αγώνων, με την πρόβλεψη μίας σχετικά απλής προδικασίας για την κίνησή της οποίας την κύρια ευθύνη έχουν τα συμβαλλόμενα μέρη και ουδόλως παρεμποδίζει την πρόσβαση των συμβαλλόμενων μερών στο φυσικό Δικαστή. Ως εκ τούτου, για να ισχύσει και να εφαρμοστεί η περιληφθείσα στη σύμβαση ρήτρα παρέκτασης αρμοδιότητας ήταν αναγκαίο να έχει προηγουμένως τηρηθεί η προβλεπόμενη στο άρθρο αυτό της σύμβασης διαδικασία του φιλικού διακανονισμού και στην προκειμένη περίπτωση για την υποβολή αίτησης από τη δανείστρια για την έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος της οφειλέτριας, έπρεπε να έχει προηγηθεί η συμφωνηθείσα προδικασία εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς. Περαιτέρω, αποδείχθηκε από κανένα στοιχείο ότι ήταν ότι ήταν άνευ αντικειμένου η τήρηση της συμφωνηθείσας προδικασίας, λόγω της αναφερόμενης στάσης της ανακόπτουσας και δη εφεσίβλητης, καθόσον η διαδικασία αυτή έχει προβλεφθεί για την επίλυση διαφωνιών. Συνεπώς, οι κρινόμενοι λόγοι έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια με εν μέρει ελλιπείς αιτιολογίες που συμπληρώνονται με αυτές της παρούσας, κατ΄ άρθρο 534 ΚΠολΔ, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, τα αντίθετα δε υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα με την υπό κρίση έφεση κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και η υπό κρίση έφεση στο σύνολο της, καθώς δεν απομένει προς εξέταση άλλος λόγος έφεσης. Τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματός τους, να επιβληθούν σε βάρος της ηττηθείσας εκκαλούσας κατά τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο διατακτικό και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο, κατά τα εκτιθέμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 14.3.2022 (με Γ.Α.Κ……/2022 και με Ε.Α.Κ……/2022 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 16.3.2022 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 16.2.2022 με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …../2022) προς εξαφάνιση της υπ΄ αριθμό 418/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών ( αρθρα 614 επ. ΚΠΟΛΔ )
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ ουσίαν την έφεση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας και ορίζει αυτά στο ποσό των τριακοσίων (300,00 ) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του αναφερομένου στο σκεπτικό παραβόλου, ποσού εκατό (100 )ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 5.12.2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ