ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 610/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Αποτελούμενο από τoν Δικαστή Λάζαρο Γιαπαλάκη Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Προϊστάμενο της Τριμελούς Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Ε.Δ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Του …………….. και ο οποίος παραστάθηκε μαζί με την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Σαξώνη Λειβιδιώτου του Δ.Σ.Π. με Α.Μ. ………..
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ-ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……….. και ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Πέτσα του Δ.Σ.Π. με Α.Μ. ……….
Ο ενάγων άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 3-7-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης αγωγή ………../2020 η οποία εκδικάστηκε κατά την δικάσιμο της 2-6-2022 κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών-περιουσιακών διαφορών και εκδόθηκε η με αριθμό 1597/2024 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την με αριθ. εκθ. καταθ. ………./2024 έφεσή του ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και με αριθμό εκθ. κατ. δικ. …………./2024 ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο εναγόμενος και ήδη εφεσίβλητος με την με αριθ. εκθ. καταθ. ………../2024 έφεσή του ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και με αριθμό εκθ. κατ. δικ. …………./2024 ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν στο ακροατήριο του δικαστηρίου ως ανωτέρω και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εκκρεμούν: α) η από με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………../2024 έφεση και β) η από με αριθμό εκθ. κατ. δικ. ………../2024 έφεση οι οποίες αφορούν τους ίδιους διαδίκους εκδικάζονται κατά την ίδια διαδικασία και είναι συναφείς μεταξύ τους και για το λόγο αυτό θα πρέπει να συνεκδικαστούν επειδή με τη συνεκδίκασή τους διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρο 246ΚΠΟΛΔ).
Στην προκειμένη περίπτωση φέρονται προς συζήτηση οι με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……./2024 και ……/2024 εφέσεις κατά της με αριθμό 1597/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών αντιμωλία των διαδίκων, επί της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου αγωγής ………/2020 του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος-εφεσίβλητου.
Η με αριθμό ………../2024 έφεση έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα από τον εκκαλούντα σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495, 511, 513 § 1 β, 516 και 518 § 2 ΚΠολΔ δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση δημοσιεύτηκε στις 16-5-2024 ενώ η ένδικη έφεση ασκήθηκε από τον εκκαλούντα 28-6-2024 με την κατάθεση της στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά όπως προκύπτει από την παρά πόδας του εφετήριου δικογράφου υπ` αριθ. ……../2024 έκθεση κατάθεσης της Γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ασκήθηκε δηλαδή εντός της προθεσμίας του άρθρου 518 παρ.2 ΚΠΟΛΔ καθόσον δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης στην εκκαλούσα. Δεδομένου ότι δεν απαιτείται η καταβολή του νόμιμου παράβολου κατ’ άρθρο 495 ΚΠΟΛΔ καθόσον στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για εφαρμογή του άρθρου 614 παρ.3 ΚΠΟΛΔ πρέπει να γίνει αυτή τυπικά δεκτή (άρθρο 533 ΚΠΟΛΔ και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των κατ’ ιδίαν λόγων της(άρθρο 524 παρ.1 ΚΠΟΛΔ).
Η με αριθμό ……./2024 έφεση έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα από τον εκκαλούντα σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495, 511, 513 § 1 β, 516 και 518 § 2 ΚΠολΔ δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση δημοσιεύτηκε στις 16-5-2024 ενώ η ένδικη έφεση ασκήθηκε από τον εκκαλούντα 1-7-2024 με την κατάθεση της στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά στις 1-7-2024 όπως προκύπτει από την παρά πόδας του εφετήριου δικογράφου υπ` αριθ. …………/2024 έκθεση κατάθεσης της Γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ασκήθηκε δηλαδή εντός της προθεσμίας του άρθρου 518 παρ.2 ΚΠΟΛΔ καθόσον δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης στην εκκαλούσα. Δεδομένου ότι δεν απαιτείται η καταβολή του νόμιμου παράβολου κατ’ άρθρο 495 ΚΠΟΛΔ καθόσον στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για εφαρμογή του άρθρου 614 παρ.3 ΚΠΟΛΔ πλην όμως καταβλήθηκε το με αριθμό …………….. e-παράβολο πρέπει να γίνει αυτή τυπικά δεκτή(άρθρο 533 ΚΠΟΛΔ και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των κατ’ ιδίαν λόγων της(άρθρο 524 παρ.1 ΚΠΟΛΔ).
Με την ένδικη αγωγή του ο ενάγων ισχυρίζεται ότι κατήρτισε στις 28-12-2016 με τον εναγόμενο προφορική σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου για να εργαστεί στο κατάστημα του ως ψήστης με καθεστώς πλήρους απασχόλησης με του όρους της της οικείας σ.σ.ε. Ότι σύμφωνα με την σύμβαση και το ωράριο εργασίας του ήταν επί 40 ώρες εβδομαδιαίως με καθεστώς πενθήμερης απασχόλησης από Τρίτη έως Σάββατο για 8 ώρες ημερησίως από 17.00- 0.1 π.μ. έναντι καθαρού ημερομισθίου 60 ευρώ. Ότι εργάστηκε διαρκώς έως τις 5-10-2019 οπότε ο εναγόμενος διέκοψε την συνεργασία χωρίς η καταγγελία να γίνει εγγράφως και χωρίς την καταβολή αποζημίωσης. Ότι στην πραγματικότητα εργαζόταν όλες τις καθημερινές, τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες με ωράριο από 11.00-01.00 π.μ. δηλαδή επί 14 ώρες χωρίς ο εναγόμενος να τηρήσει τις νόμιμες διατυπώσεις για την υπερωριακή εργασία. Ότι έπρεπε να λάβει για το χρονικό διάστημα από 29-12-2016 έως την 5-10-2019, ως αμοιβή για υπερεργασία το ποσό των 7.690,68 ευρώ, ως αποζημίωση κατ’ εξαίρεση υπερωρίας το ποσό των 48.451,28 ευρώ, ως αμοιβή για την εργασία τις Κυριακές και τις αργίες το ποσό των 26.584,80 ευρώ ως αμοιβή για την νυχτερινή εργασία το ποσό των 83.621,25 ευρώ, για επίδομα Πάσχα 2017,2018 και 2019 το ποσό των 2.112,57 ευρώ, ως επίδομα Χριστουγέννων 2017, 2018 και 2.019 το ποσό των 2.180,12 ευρώ, ως αποζημίωση άδειας ετών 2017,2018,2019 το ποσό των 1.461,21 ευρώ και ως επίδομα άδειας ετών 2017,2018 και 2019 το ποσό των 4.440 ευρώ κατά τα ειδικότερα αναλυόμενα στην αγωγή. Με βάση τα παραπάνω και επικαλούμενος τις διατάξεις περί ενδοσυμβατικής ευθύνης άλλως τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού και κατόπιν τροπής των αγωγικών αιτημάτων από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά που έλαβε χώρα με τις προτάσεις του ενάγοντος αλλά και με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης (άρθρα 223 εδ.β,295 παρ.1 εδ.β, 297 ΚΠΟΛΔ), ζητεί να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος του οφείλει το ποσό των 48.451,28 ευρώ ως αποζημίωση για την κατ’ εξαίρεση υπερωρία, το ποσό των 26.584,80 ευρώ ως αμοιβή για την εργασία τις Κυριακές και τις αργίες το ποσό των 83.621,25 ευρώ ως αμοιβή για την νυχτερινή εργασία και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλλει το υπόλοιπο ποσό των 17.884,58 ευρώ με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους ποσό κατέστη απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή καθώς επίσης να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην δικαστική του δαπάνη. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εκδικάζοντας την ένδικη αγωγή κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών την έκρινε ορισμένη και νόμιμη κατά την επικουρική βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού και την έκανε εν μέρει δεκτή αναγνωρίζοντας ότι υποχρεούται ο εναγόμενος να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των 51.908,19 ευρώ με τον νόμιμο τόκο όσον αφορά τα κονδύλια της αποζημίωσης για κατ’ εξαίρεση υπερωρία τις καθημερινές, της αμοιβής για την εργασία της Κυριακής και των αργιών και της αμοιβής για την νυχτερινή εργασία από την επόμενη της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης καθώς επίσης ότι υποχρεούται ο εναγόμενος να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των 23.083,77 ευρώ με τον νόμιμο τόκο όσον αφορά τα κονδύλια για την αμοιβή για την υπερεργασία από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής, τα οφειλόμενα ποσά του δώρου Χριστουγέννων από τις 31-12 εκάστου έτους, του δώρου Πάσχα από την Μεγάλη Πέμπτη εκάστου έτους και όσον αφορά το επίδομα αδείας και την αποζημίωση άδειας από το τέλος του έτους στο οποίο αφορούν και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης. Κατά της απόφασης αυτής με την από με αριθμ. Εκθ. Καταθ. ………../2024 έφεση του παραπονείται ο ενάγων και ήδη εκκαλών για τους περιεχόμενους στην ανωτέρω έφεση του λόγους οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου και σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης έτσι ώστε να γίνει εν όλω δεκτή η αγωγή του. Περαιτέρω με την με αριθμ. εκθ. καταθ. …………./2024 έφεση του παραπονείται ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών για τους περιεχόμενους στην ανωτέρω έφεση του λόγους οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου και σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης έτσι να απορριφθεί η ένδικη αγωγή.
Ως προς τον πρώτο λόγο έφεσης της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………./2024 έφεσης που συνίσταται στο ότι πρέπει να γίνει δεκτή η κύρια βάση της αγωγής του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος και να επιδικαστούν τα αιτηθέντα ποσά σύμφωνα με τις διατάξεις περί ενδοσυμβατικής ευθύνης καθότι ο ενάγων είναι Έλληνας πολίτης γεγονός που δεν αμφισβητεί η εκκαλουμένη απόφαση και ως εκ τούτου δεν υποχρεούται προκειμένου να εργάζεται νόμιμα να κατέχει άδεια εργασίας λεκτέα είναι τα ακόλουθα:
Επειδή, στο άρθρο 167 του Βασιλικού Διατάγματος της 31 Δεκ. 1957/20 Ιαν. 1958 «Περί Κωδικοποιήσεως διατάξεων αφορωσών το Σώμα της Αστυνομίας Πόλεων.» (ΦΕΚ Α’11), ορίζεται ότι «Διά Δ/τος προκαλουμένου υπό του επί των Εσωτερικών Υπουργού, θέλουσι κανονισθή μερικώτερον ι) Τα της παροχής αδείας προς ίδρυσιν ή διατήρησιν 1) καταστημάτων πωλήσεως ή καταναλώσεως μεθυστικών ποτών και φαρμάκων ή άλλων τοιούτων ουσιών και 2) τόπων δημοσίας διασκεδάσεως η εξυπηρετήσεως του κοινού, εν οις πωλούνται ή καταναλίσκονται τρόφιμα, ποτά η αναψυκτικά. ια)…… ». Περαιτέρω, ο Ν. 1481/1984 περί Οργανισμού του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως (ΦΕΚ Α΄152) ορίζει στο άρθρο 12 παρ. 1 ότι με προεδρικά διατάγματα ρυθμίζονται θέματα αφορώντα, πλην άλλων, «α. τον έλεγχο της λειτουργίας δημοσίων κέντρων …, δημοσίων θεαμάτων και καταστημάτων, των οποίων οι άδειες λειτουργίας εκδίδονται από τις αστυνομικές υπηρεσίες » και στο άρθρο 54 παρ. 6 ότι με Π.Δ. κωδικοποιούνται σε κείμενο με τον τίτλο “Οργανισμός Υπουργείου Δημόσιας Τάξης” αι αυτόθι αναφερόμεναι διατάξεις. Ενόψει των διατάξεων τούτων, εκδόθηκαν το Π.Δ. 180/79«Περί των όρων λειτουργίας καταστημάτων πωλήσεως οινοπνευματωδών ποτών και κέντρων διασκεδάσεως», (ΦΕΚ Α’ 46), κατ’ επίκληση του άρθρου 167 περ. ι του β.δ. 31.12.57/20.1.58, και τα (κατ’ επίκλησιν όλων των ως άνω διατάξεων), τροποποιητικά του προηγουμένου, Π.Δ. 231/89(ΦΕΚ Α 109) και Π.Δ. 457/90(ΦΕΚ Α΄175). Ειδικότερα, με το άρθρο 1 παρ. 1 του Π.Δ. 180/79(όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο μόνο του Π.Δ.231/89) προβλέπονται τα προς χορήγηση άδειας λειτουργίας των ως άνω κέντρων υποβλητέα δικαιολογητικά και με το άρθρο 2 παρ. 2 του Π.Δ.180/79, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο μόνο του Π.Δ. 231/89(ΦΕΚ Α 109), από το άρθρο 1 παρ. 2 του Π.Δ. 457/1990(ΦΕΚ Α΄ 175) και τελικά από το άρθρο 3 του Π.Δ. 257/01(ΦΕΚ Α΄ 184), ορίζεται ότι «Η Αρχή που χορηγεί την άδεια λειτουργίας των κέντρων διασκεδάσεως και καταστημάτων που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος, καθώς και των λοιπών καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, στα οποία σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά Υγειονομικές Διατάξεις προσφέρονται οινοπνευματώδη ποτά για άμεση εντός αυτών κατανάλωση, αφαιρεί με απόφασή της τη χορηγηθείσα άδεια και σφραγίζει το κατάστημα για χρονικό διάστημα δέκα (10) μέχρι εξήντα (60) ημερών, εφόσον: α) βεβαιώθηκαν από αστυνομικούς ή άλλα αρμόδια όργανα τρεις (3) συνολικά παραβάσεις, εντός έτους, των διατάξεων του άρθρου 4 του παρόντος, των υγειονομικών διατάξεων που καθορίζουν μέτρα προστασίας της Δημόσιας Υγείας από θορύβους μουσικής των κέντρων διασκέδασης και των λοιπών καταστημάτων που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, των διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά για την κοινή ησυχία, τη λειτουργία μουσικής χωρίς άδεια, την παράβαση των όρων και προϋποθέσεων της κατεχόμενης άδειας λειτουργίας μουσικής και το ωράριο λειτουργίας του καταστήματος ή β)…» Τέλος, στο άρθρο 4 του ως άνω Π.Δ/τος 180/1979 ορίζεται ότι :. «Η εργασία με οποιαδήποτε ιδιότητα στα καταστήματα των κέντρων διασκεδάσεως, μπαρ, καφετεριών,…, απαγορεύεται χωρίς άδεια της αστυνομικής αρχής. Η άδεια εκδίδεται από την αρμόδια αστυνομική αρχή του τόπου κατοικίας του ενδιαφερομένου και ισχύει για όλη την επικράτεια, χωρίς χρονικό περιορισμό… .2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο άδεια χορηγείται από την οικεία Υπηρεσία Ασφαλείας κατόπιν υποβολής από τον ενδιαφερόμενο των εξής δικαιολογητικών….· 3. Οι εργαζόμενοι χωρίς την προβλεπόμενη από το παρόν άρθρο άδεια, καθώς και οι απασχολούντες τέτοιο προσωπικό, τιμωρούνται με τις ποινές του άρθρου 458 του Π.Κ., εάν η παράβαση δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Επειδή το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη όσα έγιναν ερμηνευτικά δεκτά ανωτέρω (σκέψεις 3- 4), κρίνει ότι η διάταξη του άρθρου 4 του Π.Δ/τος180/1979, με την οποία θεσπίζεται απαγόρευση εργασίας σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, χωρίς άδεια της αστυνομικής αρχής, κείται εντός νομοθετικής εξουσιοδότησης και επομένως, νομίμως βεβαιώθηκαν από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα οι σχετικές παραβάσεις.(ΔΕΦ 97/2016, ΣΤΕ 1298/2012 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Μετά ταύτα η άδεια εργασίας των εργαζομένων σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος είτε ημεδαπών είτε αλλοδαπών είναι απαραίτητη για το κύρος της σύμβασης εργασίας καθόσον το άρθρο 4 του π.δ. 180/79 ισχύει δεν έχει καταργηθεί, σε κάθε δε περίπτωση η έλλειψη της καθιστά την σύμβαση εργασίας είτε αλλοδαπού είτε ημεδαπού άκυρη ελλείψει της ανωτέρω προϋπόθεσης. Συνεπώς το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έστω και με ατελή αιτιολογία ορθώς ερμήνευσε το νόμο και έκρινε την σύμβαση του ενάγοντος με τον εναγόμενο ελλείψει της παραπάνω προϋπόθεσης ως άκυρη.
Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης που εξετάστηκαν ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, όλων των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι και την εν γένει αποδεικτική διαδικασία αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι η με αριθμό ………./2024 ένορκη βεβαίωση ενός μάρτυρος που λήφθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ……….. που προσκομίζεται ως νέο αποδεικτικό μέσο κατ’ άρθρο 527 ΚΠΟΛΔ δεν θα ληφθεί υπόψη διότι συντρέχουν οι όροι του άρθρου 424β ΚΠΟΔ, καθόσον ο μάρτυρας του εναγόμενου ………. είναι κάτοικος Κερατσινίου Αττικής οδός ………. και ως εκ τούτου η ένορκη βεβαίωση που προσκομίζεται έχει ληφθεί από την συμβολαιογράφο Αθηνών ………. και δη από τοπικά αναρμόδιο όργανο καθόσον αρμόδια για την ένδικη διαφορά είναι τα δικαστήρια του Πειραιώς. Ο ενάγων κατάρτισε προφορική σύμβαση εργασίας με τον εναγόμενο στις 29-12-2016 για να εργαστεί ως ψήστης στο κατάστημα ψητοπωλείο του. Ο ενάγων δεν επικαλείται, ούτε και αποδεικνύει την κατοχή εκ μέρους του ισχύουσας άδειας εργασίας που είναι απαραίτητη προϋπόθεση πέραν της κατοχής ισχύοντος πιστοποιητικού υγείας κατά τον επίδικο χρόνο προκειμένου η σύμβαση εργασίας του να είναι έγκυρη. Συνεπώς εκ του λόγου αυτού ως αναλύθηκε ανωτέρω η μεταξύ τους σύμβαση εργασίας είναι άκυρη η δε σχέση εργασίας που τους συνδέει ήταν αυτή της απλής σχέσης εργασίας. Ακόμη συμφωνήθηκε η παροχή εξάωρης ημερήσιας εργασίας για τρεις ημέρες εβδομαδιαίως με συμφωνημένο ημερομίσθιο 35 ευρώ σύμφωνα με το έγγραφο των όρων της ατομικής του σύμβασης εργασίας. Αποδείχτηκε όμως ότι αυτός απασχολήθηκε πέραν του συμφωνηθέντος ωραρίου εργασίας καθώς εργαζόταν επί πέντε ημέρες εβδομαδιαίως και δη από Δευτέρα έως Παρασκευή, Σάββατα και Κυριακές από ώρα 13:00 που ξεκινούσε την λειτουργία του το κατάστημα του εναγόμενου και έως ώρα 0:100 π.μ. που έκλεινε. Ακόμη αποδείχτηκε ότι ο ενάγων ήταν ο μοναδικός ψήστης που εργαζόταν από κοινού με τον εναγόμενο ιδιοκτήτη της επιχείρησης. Τα παραπάνω αποδεικνύονται από την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης ο οποίος πολλές φορές μετέφερε τον ενάγοντα στην εργασία του καθώς επίσης αυτός επισκεπτόταν το κατάστημα ως πελάτης διότι ο ενάγων δεν διέθετε μεταφορικό μέσο, απορριπτόμενου του ισχυρισμού του εναγόμενου ότι ο ενάγων διέθετε ιδιόκτητο αυτοκίνητο καθόσον δεν επικαλείται αυτός ούτε την μάρκα του, ούτε και τον αριθμό κυκλοφορίας του, αλλά ούτε και προσκομίζει κάποια φωτογραφία προκειμένου να αποδείξει ότι ενάγων προσερχόταν στην εργασία του με το δικό του αυτοκίνητο και όχι με την μηχανή του φίλου του και μάρτυρα απόδειξης. Επίσης η κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης δεν κρίνεται πειστική διότι δεν διαθέτει προσωπική αντίληψη, δεν γνώριζε αν η επιχείρηση απασχολεί ένα ή δύο ψήστες, αν ο ενάγων είναι ο μοναδικός ψήστης της επιχείρησης, η δε εικόνα που έχει είναι από τα λογιστικά έγγραφα της επιχείρησης. Για την λειτουργία του καταστήματος απαιτείτο κάποια προεργασία αλλά δεν αποδείχτηκε αν την πραγματοποιούσε ο ενάγων ή ο εναγόμενος και πόσες ώρες εργαζόταν για αυτό τον σκοπό. Εν’ όψει των παραπάνω και δεδομένου ότι αυτός εργαζόταν εβδομαδιαίως για 60 ώρες ήτοι πλέον των 40 ωρών εβδομαδιαίως, δικαιούται πρόσθετης αμοιβής για υπερεργασία επί 5 ώρες εβδομαδιαίως και αποζημίωση για κατ’ εξαίρεση υπερωριακή απασχόληση επί 15 ώρες εβδομαδιαίως δεδομένου ότι η υπερωριακή εργασία παρείχετο τακτικά και όχι για την κάλυψη εκτάκτων αναγκών ενώ επίσης δεν αποδείχτηκε ότι ο εναγόμενος τηρούσε τους όρους της νομιμότητας με την αναγγελία της υπερωριακής απασχόλησης του στην Επιθεώρηση Εργασίας και μετέπειτα στο πληροφοριακό σύστημα Εργάνη. Γεγονός είναι ότι προσκομίζεται από τον εναγόμενο το με αριθμό πρωτοκόλλου ………/2020 σύμφωνα με το οποίο απορρίφθηκε η καταγγελία του ενάγοντος κατά του εναγόμενου από τον Διευθυντή του Περιφερειακού Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Αττικής διότι η επιχείρηση του εναγόμενου προσκόμισε για την μειωμένη απασχόληση του εναγόμενου που τον ασφάλισε όλα τα απαραίτητα έγγραφα και δη την σύμβαση εργασίας του με τον εργοδότη του που την συνοδεύουν με υπογραφές του καταγγέλλοντα για τις ληφθείσες αμοιβές του. Όμως όπως αποδείχτηκε από την κατάθεση του μάρτυρα του ενάγοντος που κρίνεται ως αξιόπιστη ο ενάγων δεν απασχολείτο στην επιχείρηση του εναγόμενου με μειωμένο ωράριο και δη για εξάωρη εργασία ημερησίως για τρεις ημέρες την εβδομάδα, με συμφωνημένο ημερομίσθιο 35 ευρώ σύμφωνα με την έγγραφο της ατομικής σύμβασης εργασίας του, αλλά με πλήρες ωράριο εργαζόμενος καθημερινά δώδεκα ώρες και δη από τις 13:00 που ξεκινούσε την λειτουργία της η επιχείρηση του εναγόμενου μέχρι το κλείσιμο αυτής στις 0:100 π.μ. Επομένως το χρονικό διάστημα από έως τις 29-12-2016-5-10-2019 το ημερομίσθιο του ανερχόταν στο ποσό των 35 ευρώ και όχι στο ποσό των 60 ευρώ όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο μάρτυρας του ενάγοντος καθόσον πέραν της ανωτέρω μαρτυρικής κατάθεσης ο παραπάνω ισχυρισμός δεν επιβεβαιώνεται με κάποιο δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο. Το ωρομίσθιο του για το χρονικό διάστημα από 29-12-2016-5-10-2019 ανερχόταν στο ποσό των 5,25 ευρώ(35 Ε * 0,15) δικαιούται για αμοιβή για υπερεργασία δηλαδή την απασχόληση του τις 41 ην-45 ώρες, κατά τις εργάσιμες ημέρες επί 142,42 εβδομάδες, ποσού 4.486,23 ευρώ(5,25 Ε ωρομίσθιο +20% =6,30 Ε προσαυξημένο ημερομίσθιο * 5 ώρες εβδομαδιαίως =31,50 Ε * 142,42 εβδομάδες), αποζημίωση για την κατ’ εξαίρεση υπερωρία των 46 έως 60 ωρών ποσού 20.188,03 Ε( 5,25 Ε ωρομίσθιο +80% =9,45 Ε προσαυξημένο ωρομίσθιο * 15 ώρες= 141,75 Ε *142,42 εβδομάδες, αμοιβή για την εργασία του τα Σάββατα επί 12 ώρες ποσού 13.901,16 Ε και δη 7.316,40 Ε = 5,25 Ε + 30% * 8 ώρες * 134 Σάββατα για τις 8 ώρες εργασίας και 6.584,76 Ε και δη 5,25 Ε + 30% + 80% *4 ώρες* 134 Σάββατα για τις επί πλέον των 8 ωρών εργασίας, αμοιβή για την εργασία του την Κυριακή και τις αργίες ποσού 10.440,32 Ε καθόσον αυτός δικαιούται το ποσό των 21.000,32 Ε (12.925,44 Ε=5,25 Ε ωρομίσθιο + 75% = 9,18 Ε προσαυξημένο ωρομίσθιο * 8 ώρες=73,50 Ε * 176 Κυριακές και αργίες + 8.074,88 Ε (5,25 Ε ωρομίσθιο +75% + 25%= 11,47 Ε προσαυξημένο ημερομίσθιο * 4 ώρες= 45,88 Ε * 176 Κυριακές και αργίες και έλαβε όπως αυτός συνομολογεί το ποσό των 10.560 Ε, αμοιβή για την νυχτερινή εργασία ποσού 21.279,84 ευρώ(16.432,80=5,25+25%=6,56 Ε* 2.505 ώρες( 3 ώρες * 696 τις καθημερινές και 139 Σάββατα)+ 4.847,04 Ε (5,25 Ε+75% =9,18 Ε(προσαυξημένο ωρομίσθιο * 528 ώρες (3 ώρες*134 Κυριακές και 42 αργίες) επίδομα Πάσχα 2017 ποσού 214,16 Ε (15 ημερομίσθια * 35 Ε =525 Ε)-310,84 Ε επίδομα Πάσχα έτους 2018 που δεν πρέπει να του καταβληθεί διότι αυτός δικαιούταν το ποσό των 525 Ε (15 ημερομίσθια * 35 Ε) και έλαβε το ποσό των 623,41 Ε, επίδομα Πάσχα έτους 2.019 ποσού 525 Ε ( 15 ημερομίσθια * 35 Ε) και συνολικά ποσού 739,16 Ε (214,16+525), για επίδομα Χριστουγέννων 2017 ποσού 374,61 Ε (=875(25 ημερομίσθια * 35 Ε-500,39 Ε), για επίδομα Χριστουγέννων 2018 ποσού 466,37 Ε (875 (=25 ημερομίσθια * 35 Ε) -408,63 Ε και συνολικά για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2019 δεν πρέπει να του καταβληθεί διότι αυτός δικαιούτο το ποσό των 606,35 Ε και έλαβε το ποσό των 950,32 Ε, αποζημίωση άδειας ποσού 2.590 Ε (840 Ε (=24 ημερομίσθια * 35 Ε )για το χρονικό διάστημα από 1-7-2017 έως 31-12-2017) +875 Ε(25 ημερομίσθια * 35 Ε *2*41 Ε για το χρονικό διάστημα από 1-1-2018-31-12-2018+875 Ε(25 ημερομίσθια * 35 Ε), για το χρονικό διάστημα από 1-1-2019- 5-10-2019, για επίδομα άδειας για το χρονικό διάστημα από 1-1-2017-31-12-2017 δεν πρέπει να του καταβληθεί διότι δικαιούτο το ποσό των 455 Ε (13 ημερομίσθια* 35 Ε) αλλά έλαβε το ποσό των 482,55 Ε, για επίδομα άδειας για το χρονικό διάστημα από 1-1-2018-31-12-2018 ποσού 455 Ε (13 ημερομίσθια * 35 Ε) και επίδομα άδειας για το χρονικό διάστημα από 1-1-2019-5-10-2019 ποσού 71,24 Ε (455 Ε (13 ημερομίσθια * 35 Ε -383,76 Ε) και συνολικά το ποσό των 526,24 Ε(455+71,24 Ε).
Ως προς τον λόγο έφεσης του εκκαλούντος της με αριθμό ………./2024 έφεσης που αναφέρεται σε εσφαλμένη απόρριψη της προβληθείσης εκ μέρους του εναγόμενου ένστασης εξόφλησης λεκτέα είναι τα εξής:
Σύμφωνα με το άρθρο 262 παρ. 1 ΚΠΟΛΔ, η ένσταση, όπως και η αγωγή (άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠΟΛΔ), πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένο αίτημα και σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν, άλλως απορρίπτεται και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Επομένως, για να είναι ορισμένη η ένσταση εξόφλησης χρηματικής απαίτησης, που έχει ως βάση είτε περισσότερες της μιας καταβολές, είτε το συμψηφισμό περισσότερων της μιας ανταπαιτήσεων του ενιστάμενου κατά του ενάγοντος, πρέπει να διαλαμβάνει αναλυτικώς τα επιμέρους ποσά που απαρτίζουν το συνολικό ποσό που φέρεται καταβληθέν ή προταθέν σε συμψηφισμό (ΑΠ 1522/2011, ΑΠ 1163/2011, ΑΠ 960/2011, ΑΠ 178/2010 ΑΠ 1977/2009, ΑΠ 1927/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 361/2013 (Μον.) ΕΝΔ 2013.208, ΕφΑθ 721/2011 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) και ειδικώς, για να είναι ορισμένη η υποβαλλόμενη από τον εργοδότη ένσταση εξόφλησης των πάσης φύσεως αποδοχών και αξιώσεων του εργαζόμενου από τη σχέση εργασίας, με την επίκληση σχετικής έγγραφης απόδειξης του μισθωτού περί πληρωμής όλων των απαιτήσεών του, δεν αρκεί να διαλαμβάνεται, κατά τρόπο γενικό, το συνολικό ποσό που καταβλήθηκε στο μισθωτό για την παρεχόμενη εργασία του, εκτός αν πρόκειται για μία και μόνη απαίτηση και προσδιορίζεται το ποσό και η αιτία της καταβολής, αλλά πρέπει να μνημονεύονται και τα επιμέρους ποσά που καταβλήθηκαν για κάθε αιτία και ο χρόνος καταβολής αυτών, διότι έτσι μόνο προστατεύεται ο εργαζόμενος από τυχόν καταστρατήγηση των εργατικών νόμων που απαγορεύουν τον περιορισμό των δικαιωμάτων του για την απόληψη των ελάχιστων ορίων αποδοχών. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, με τα άρθρα 18 του Ν. 1082/1980 και 20 παρ. 2 του Ν. 1469/1984 (με την οποία παρ. 2 προστέθηκε εδάφιο ε` στο τέλος της παρ. 9 του άρθρου 26 του Α.Ν.1846/1951) επιβάλλεται στους εργοδότες η υποχρέωση να χορηγούν, εφόσον πρόκειται περί φυσικών ή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, κατά την εξόφληση των αποδοχών του προσωπικού τους, εκκαθαριστικό σημείωμα ή, σε περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος, ανάλυση μισθοδοσίας. Και στις δύο περιπτώσεις πρέπει να απεικονίζονται αναλυτικά οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού, καθώς και οι κρατήσεις που έγιναν σε αυτές (ΑΠ 3/2021, ΑΠ 123/2020, ΑΠ 1069/2014, ΑΠ 381/2014, ΑΠ 1208/2013, ΑΠ 178/2010, ΑΠ 1320/2008, ΕφΑθ 1826/2011 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση, ο εκκαλών-εναγόμενος, με το δικόγραφο της έφεσής του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, επαναφέρει τον πρωτοδίκως προβληθέντα ισχυρισμό του(ένσταση) περί εξόφλησης, δια καταβολής, των επίδικων αξιώσεων, που αφορούν των πάσης φύσεως οφειλόμενων αποδοχών του ενάγοντος καθόσον αυτός προσκομίζει δήλωση του ίδιου περί του ότι αυτός πληρώθηκε για όλες τις απαιτήσεις του προσάγοντας και τις σχετικές αποδείξεις πληρωμής εκάστου χρηματικού ποσού της επίδικης περιόδου. Η ένσταση, όμως, αυτή, τυγχάνει απορριπτέα ως αόριστη γιατί, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, ο εναγόμενος ισχυρίζεται μεν ότι εξόφλησε τις ένδικες περισσότερες της μίας αξιώσεις, πλην όμως δεν αναφέρει στην ένσταση του το συνολικό ποσό που κατέβαλε, ούτε προσδιορίζει τα επιμέρους ποσά που απαρτίζουν το συνολικό ποσό και την αιτία της καταβολής τους, ήτοι για δεδουλευμένες αποδοχές, εργασία τα Σάββατα, τις Κυριακές, νυκτερινή εργασία, υπερεργασία, υπερωρίες και δώρα εορτών, αδείας και ειδικότερα των απαιτήσεων για τις οποίες καταβλήθηκε κάθε επιμέρους ποσό, πλην όμως αναφέρει ότι από τις προσκομισθείσες αποδείξεις της επίδικης περιόδου που έχει υπογράψει ο ενάγων αποδεικνύεται ότι αυτός έχει εξοφληθεί πλήρως. Σε κάθε δε περίπτωση πρέπει να απορριφθεί και ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη διότι ως προελέχθη ανωτέρω ο ενάγων δεν εργαζόταν με μειωμένο ωράριο στην επιχείρηση του εναγόμενου όπως ισχυρίζεται ο ίδιος και που αφορούν οι εξοφλητικές αποδείξεις που προσάγει αλλά πλήρες ωράριο 12 ωρών ημερησίως, το γεγονός ότι αυτός σύμφωνα με την από 8-10-2019 δήλωση του σχετικά με το ότι αυτός έχει λάβει όλες τις νόμιμες αποδοχές του δεν παράγει έννομα αποτελέσματα διότι η ανωτέρω δήλωση του δεν ισοδυναμεί με παραίτηση του από τα νόμιμα δικαιώματα του. Μετά ταύτα το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε την σύμβαση εργασίας του ενάγοντος με τον εναγόμενο ως άκυρη συνεπεία έλλειψης της άδειας εργασίας που απαιτείται για την εργασία του στο κατάστημα ψητοπωλείο του εναγόμενου, την απόρριψη της ένστασης εξόφλησης που πρότεινε ο εναγόμενος και έκανε εν μέρει δεκτή την ένδικη αγωγή αναγνωρίζοντας ότι υποχρεούται ο εναγόμενος να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των 51.908,19 ευρώ με τον νόμιμο τόκο όσον αφορά τα κονδύλια της αποζημίωσης για κατ’ εξαίρεση υπερωρία τις καθημερινές, της αμοιβής για την εργασία της Κυριακής και των αργιών και της αμοιβής για την νυχτερινή εργασία από την επόμενη της επίδοσης της ένδικης αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης καθώς επίσης ότι υποχρεούται ο εναγόμενος να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των 23.083,77 ευρώ με τον νόμιμο τόκο όσον αφορά τα οφειλόμενα ποσά και δη της υπερεργασίας από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής, του δώρου Χριστουγέννων από τις 31-12 εκάστου έτους, του δώρου Πάσχα από την Μεγάλη Πέμπτη εκάστου έτους και όσον αφορά το επίδομα αδείας και την αποζημίωση άδειας από το τέλος του έτους στο οποίο αφορούν και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ερμήνευσε τον νόμο. Συνεπώς με βάσει τα παραπάνω πρέπει να απορριφθούν οι λόγοι έφεσης των με αριθμό ………../2024 και ………/2024 εφέσεων και αμφότερες οι ανωτέρω εφέσεις στο σύνολο τους καθώς επίσης να καταδικαστεί ο εκκαλών της με αριθμό ……../2024 έφεσης στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του εφεσίβλητου της ως άνω έφεσης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 ΚΠΟΛΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσης. Ακόμη πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του με αριθμό ……….. e-παράβολου στον εκκαλούντα της με αριθμό ………../2024 έφεσης καθόσον ως προελέχθη ανωτέρω καταβλήθηκε χωρίς να απαιτείται καταβολή νόμιμου παράβολου διότι στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για εφαρμογή του άρθρου 614 παρ.3 ΚΠΟΛΔ. όπως επίσης να καταδικαστεί ο εκκαλών της με αριθμό ………/2024 έφεσης στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του εφεσίβλητου της ανωτέρω έφεσης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 ΚΠΟΛΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την με αριθμό ………/2024 και ………./2024 έφεση.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ` ουσίαν την με αριθμό ………/2024 έφεση κατά της με αριθμό 1597/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.ΕΠΙΒΑΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος την δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ` ουσίαν την με αριθμό ………../2024 έφεση κατά της με αριθμό 1597/2024 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παράβολου της παραπάνω έφεσης (με αριθμό …………… e-παράβολο) στον καταθέσαντα εκκαλούντα.
ΕΠΙΒΑΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος την δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του στον Πειραιά στις 13-12-2024 απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ