Αριθμός 571/2024
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη και Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………. ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας του δικηγόρου Βασιλικής Σκούφη.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) …………. και 2) ………….. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Ιωάννη Ροδίτη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Ο εκκαλών (………) καθώς και οι …………….. (ήδη αποβιώσασα), ……….. και ………., άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 3.11.2010 (αριθ εκθ καταθ ……../2010) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ 4474/2014 μη οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που διέταξε την διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, η υπ΄ αριθμ 1615/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που ανέβαλλε τη συζήτηση της αγωγής, για τους λόγους που αναφέρονται σε αυτήν (απόφαση) και η υπ΄ αριθμ 3026/2022 απόφαση αυτού, που διέταξε τα σε αυτήν αναφερόμενα.
Την τελευταία αυτή απόφαση προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο τέταρτος εκ των εναγόντων και ήδη εκκαλών με την από 5.7.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……/2023-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ……../2023) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εφεσιβλήτων, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 12.7.2023, με Γ.Α.Κ……/2023 και με Ε.Α.Κ. …/2023 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 12.07.2023 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 12.07.2023, με Γ.Α.Κ. …/2023 και Ε.Α.Κ…/2023, κατά των εφεσιβλήτων, προς εξαφάνιση της υπ΄ αριθμό 3026/2022 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και των προηγηθεισών υπ’ αριθμ. 4474/2012 και υπ΄ αριθμό 2820/2017 και υπ΄ αριθμό 1615/2020 μη οριστικών αποφάσεων του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που θεωρούνται ότι έχουν προσβληθεί μαζί με αυτήν, παρ’ ό,τι η ένδικη έφεση δεν στρέφεται και κατ’ αυτών (άρθρο 513 § 2 του ΚΠολΔ), που δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την από 3-11-2010 και με αριθμό κατάθεσης …./28.12.2010 αγωγή της μεταποβιώσασας ………. (αρχικής ενάγουσας), του ……… …….. και του …….. κατά των εναγομένων νυν εφεσιβλήτων ……. και …………… Η ανωτέρω έφεση έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως κατά τα άρθρα 495, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του με το άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 που εφαρμόζεται για τις εφέσεις που ασκούνται από την 1.1.2016, 499, 500 , 511, 513 παρ1 εδ. β , 516 παρ. 1 εδ. β και 517 και 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το ανωτέρω άρθρο, δηλαδή πριν παρέλευση διετίας από τη δημοσίευση της, εφόσον δεν προκύπτει αλλά ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε προκύπτει άλλος λόγος απαραδέκτου, καθόσον η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 30.09.2022, το δε εφετήριο κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 12.07.2023. Πρέπει, λοιπόν, η έφεση που αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 του ΚΠολΔ εισάγεται για να δικασθεί από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία. Αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ.), δεδομένου ότι κατά την κατάθεση της έφεσης έχει καταβληθεί το προβλεπόμενo από τη διάταξη του άρθρου 492 Α εδ. γ του ΚΠολΔ παράβολο Δημοσίου (με κωδικό ……….) ηλεκτρονικό παράβολο, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του Πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κάτωθεν της προαναφερθείσας έκθεσης κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης.
Με την από 03.11.2010 (με αριθμό κατάθεσης …./28.12.2010) αγωγή, οι ενάγοντες ………. (αρχική ενάγουσα), ……., ……. και ……….., όπως η αγωγή παραδεκτώς συμπληρώθηκε με τις προτάσεις (άρθρ.224 ΚΠολΔ), εξέθεσαν ότι ο αδελφός της πρώτης εξ΄ αυτών και θείος των λοιπών, ………, απεβίωσε στις 16.4.2010, έχοντας κατά το χρόνο θανάτου του στην κυριότητα του την λεπτομερώς περιγραφόμενη κληρονομιαία περιουσία του, συνολικής αξίας 215.276,31 ευρώ. Ότι, με επιμέλεια των εναγόντων δημοσιεύτηκε η μνημονευόμενη από 20.1.2003 φερόμενη ως ιδιόγραφη διαθήκη του κληρονομούμενου, δυνάμει της οποίας φέρεται ότι εγκατέστησε ως συγκληρονόμους κατ΄ ισομοιρία τους εναγόμενους, οι οποίοι αποδέχθηκαν την επαχθείσα σε αυτούς εκ διαθήκης κληρονομίας με την αναφερόμενη δήλωση αποδοχής κληρονομίας. Ότι η προμνησθείσα διαθήκη είναι άκυρη, διότι δεν έχει γραφεί εξ΄ ολοκλήρου με το χέρι του ούτε έχει υπογραφεί από αυτόν, παρά πλαστογραφήθηκε από τους εναγόμενους. Με βάση το ως άνω ιστορικό ζητούσαν, κατ΄ ορθή εκτίμηση του δικογράφου : α) να αναγνωριστεί η ακυρότητα της ως άνω φερόμενης ως ιδιόγραφης διαθήκης, επικαλούμενοι έννομο συμφέρον ως εξ΄ αδιαθέτου συγκληρονόμοι του κληρονομούμενου στη δεύτερη τάξη της κληρονομικής διαδοχής, κατά ποσοστό εξ΄ αδιαιρέτου 1/3 ή 4/12 η πρώτη και 1/12 έκαστος των λοιπών και στους οποίους θα περιέλθει η κληρονομία σε περίπτωση αναγνώρισης της ακυρότητας της διαθήκης, β) να αναγνωριστεί το εξ΄ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα στην κληρονομιαία περιουσία του αποβιώσαντος, κατά τα προαναφερόμενα ποσοστά, εξ΄ αδιαιρέτου αξίας (των ιδανικών μεριδίων τους με βάση την ανωτέρω συνολική αξία της κληρονομίας) ποσού 71.758,77 ευρώ για την πρώτη εξ΄ αυτών και ποσού 17.939,77 ευρώ για έκαστο των λοιπών, καθώς και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική τους δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την υπ’ αρ. 4474/2014 μη οριστική απόφαση του, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, ανέστειλε την εκδίκαση της σωρευόμενης στο από 3.11.2010 (αρ. εκ. κατ. ………../28.12.2010) δικόγραφο αγωγής αναγνώρισης εξ΄ αδιαθέτου κληρονομικού δικαιώματος, εωσότου προσκομιστεί με επιμέλεια των εναγόντων πιστοποιητικό του Προϊσταμένου της αρμόδιας Οικονομικής υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ) περί υποβολής σε αυτόν της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του ν. 2961/202 ο 1 δηλώσεως φόρου κληρονομίας ή εκδόσεως από αυτόν πράξης επιβολής φόρου για την κληρονομιαία περιουσία του αποβιώσαντος την 16.4.2010 …… .. Διέταξε, κατά τα λοιπά την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο της σωρευμένης στο ως άνω αγωγικό δικόγραφο αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής ακυρότητας διαθήκης, προκειμένου να διενεργηθεί από πραγματογνώμονα (δικαστικό γραφολόγο) πραγματογνωμοσύνη με μέριμνα του επιμελέστερου των διαδίκων, διόρισε ως πραγματογνώμονα τον ……., δικαστικό γραφολόγο, προκειμένου να γνωμοδοτήσει περί του αν η από 20.1.2003 ιδιόγραφη διαθήκη του αποβιώσαντος την 16.4.2010, ….. …., η οποία δημοσιεύτηκε με τα υπ΄ αριθμό 552/30.4.2010 πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς γράφτηκε καθ΄ ολοκληρία ιδιοχείρως και υπογράφτηκε από αυτόν. Επί της από 12.12.2016 με αρ. εκ. κατ. ………/15.12.2016 αίτησης του τέταρτου ενάγοντα και νυν εκκαλούντος εκδόθηκε η με αριθμό 2820/2017 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία έγινε δεκτή η ως άνω αίτηση και διατάχθηκε η αντικατάσταση του ως άνω ορισθέντος πραγματογνώμονα από τον πραγματογνώμονα …………. Δικαστικό Γραφολόγο (Αστυνομικό Υποδιευθυντή ΕΛΑΣ), προκειμένου να διενεργήσει την διαταχθείσα πραγματογνωμοσύνη. Στη συνέχεια ο τέταρτος ενάγων και ήδη εκκαλών επανέφερε την ως άνω αγωγή προς συζήτηση με την από 20.2.2019 με ΓΑΚ……/2019 κλήση, μετά την σύνταξη της από 2.10.2018 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, η οποία κατετέθη την 5.8.2018 στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, στη συνέχεια εκδόθηκε η με αριθμό 1615/2020 μη οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία αναβλήθηκε η συζήτηση της αγωγής, και διατάχθηκε η κλήτευση στην μετ΄ απόδειξη δίκη των λοιπών εναγόντων : 1) …….., 2) ……. και 3) …….., με την επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων, εφόσον η επανάληψη της δίκης μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης επισπεύδετο μόνο από τον ενάγοντα και νυν εκκαλούντα ……….., διότι κρίθηκε αναγκαία η κλήτευση και των υπολοίπων εναγόντων για την ενιαία διεξαγωγή της δίκης κατ’ άρθρο 75 παρ. 2 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι άπαντες οι διάδικοι ενάγοντες, που συνδέονται μεταξύ τους ως απλοί ομόδικοι, είχαν παρασταθεί στην αρχική (πρώτη) συζήτηση της υπόθεσης νομοτύπως, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την ως άνω μη οριστική) απόφαση πρακτικά της δίκης αυτής. Με την από 12-7-2021 και με αριθμό κατάθεσης ……./2021 κλήση, η υπό κρίση από 3-11-2010 και με αριθμό κατάθεσης ………../2019 αγωγή των: 1) …….., 2) ………, 3) ………. και 4) ………., κατά των: 1) ……….. και 2) ……….. ., νομίμως επαναφέρθηκε προς συζήτηση, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Κατά την εκφώνηση της υποθέσεως (αγωγής) από το οικείο πινάκιο, η εκ των εναγόντων ………., ως καθολική διάδοχος της αρχικής ενάγουσας ………….., ήδη αποβιωσάσης την 21-11 -2017 στον Πειραιά, στη θέση της οποίας υπεισήλθε νομίμως και συνέχισε τη διακοπείσα βιαίως με το θάνατό της δίκη, ως μόνη νόμιμη εκ διαθήκης κληρονόμος της, κατόπιν της σχετικής δήλωσής της περί του γεγονότος της διακοπής και της συνέχισης της δίκης από αυτήν (άρθρα 286, 287 και 290 ΚΠολΔ) προς τους αντιδίκους της που έγινε στο ακροατήριο πριν την έναρξη της συζήτησης της ουσίας υπόθεσης και η οποία καταχωρήθηκε στα πρακτικά, δήλωσε δια της εφοδιασμένης με ειδική πληρεξουσιότητα συνηγόρου της ……. (ΑΜ/ΔΣΠ ………) δυνάμει του με αριθμόν ……./4-11-2021 ειδικού πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Ρόδου ……….., ότι παραιτείται από το δικόγραφο και το δικαίωμα της αγωγής, σύμφωνα επίσης με τα όσα καταχωρήθηκαν στα πρακτικά. Επομένως, ως προς αυτήν η ως άνω αγωγή θεωρείται ότι δεν ασκήθηκε και θεωρείται καταργημένη η οικεία δίκη. Το πρωτόδικο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη με αριθμό 3026/2022 απόφαση του, ανακάλεσε την με αριθμό 4474/2014 μη οριστική απόφαση του, ως προς τη διάταξη της περί αναστολής της σωρευμένης στο ίδιο δικόγραφο αγωγής περί αναγνώρισης του κληρονομικού δικαιώματος των εναγόντων και απέρριψε τις σωρευόμενες στο ίδιο δικόγραφο αγωγές περί αναγνώρισης ακυρότητας διαθήκης και αναγνώρισης κληρονομικού δικαιώματος. Ήδη ο καλών – ενάγων – εκκαλών …….., με την υπό κρίση έφεσή του, ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και ακολούθως να γίνει δεκτή η από 03.11.2010 (με αριθμό κατάθεσης ………./2019) αγωγή για τους λόγους που αναφέρει και ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και λανθασμένη εκτίμηση των αποδείξεων.
Από την εκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων και δη από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων …………, για τους ενάγοντες, εκ των οποίων ο τέταρτος είναι ήδη εκκαλών και ………. για τους εναγόμενους και ήδη εφεσιβλήτους, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο και περιέχονται στα ταυτάριθμά πρακτικά με την με αριθμό 4474/2014 μη οριστική συνεκκαλουμένη απόφαση του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από την με αριθμό …../5-10-2018 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονος ……., ειδικού δικαστικού γραφολόγου, που διορίστηκε δυνάμει της με αριθμό 2820/2017 μη οριστικής αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, σε αντικατάσταση του αρχικώς διορισθέντα με την ως άνω με αριθμό 4474/2014 μη οριστική απόφαση αυτού, που εκτιμάται ελευθέρως από το δικαστήριο κατ’ άρθρο 387 ΚΠολΔ, από την εκτιμώμενη ελευθέρως κατ’ άρθρο 390 ΚΠολΔ από 23-2-2012 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης του ειδικού δικαστικού γραφολόγου ………., που συντάχθηκε επιμελεία των εναγόντων και προσκομίζεται με επίκληση από αυτούς, καθώς και από την υπ΄ αριθμ. ………../2024 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα του εκκαλούντος ………., ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά ……….., η οποία ελήφθη μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγόμενων και ήδη εφεσιβλήτων (βλ. την υπ΄ τις με αριθμ. ……. και ……. εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιά ………), που έχει ληφθεί μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης και πριν τη συζήτηση της έφεσης και συνεπώς είναι παραδεκτή και νόμιμη (ΑΠ 1116/2013, ΕφΔωδ 27/2012 Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ) και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν είτε προς άμεση απόδειξη είτε ως δικαστικά τεκμήρια, καθώς επίσης και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, τα οποία λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (336 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 16η Απριλίου 2010 απεβίωσε στον Πειραιά Αττικής ο ………., κάτοικος εν ζωή Πειραιώς, επί της οδού ……….. Ο αποβιώσας κατά το χρόνο του θανάτου του κατέλιπε πλησιέστερους συγγενείς του την αδελφή του, ………., πρώτη ενάγουσα και ήδη αποβιώσασα, την 21-11-2017, στη θέση της οποίας υπεισήλθε νομίμως η ………. που συνέχισε τη δίκη ως μόνη νόμιμη εκ διαθήκης κληρονόμος, η οποία κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα δήλωσε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ότι παραιτείται από το δικόγραφο και το δικαίωμα της αγωγής, σύμφωνα επίσης με τα όσα καταχωρήθηκαν στα πρακτικά, τα ανίψια του, τέκνα της προαποβιωσάσης αδελφής του …………., ήτοι τον ………, πρώτο εναγόμενο, τον ………., ………. και ………. (δεύτερο, τρίτο και τέταρτο των εναγόντων) καθώς και τα ανίψια του, τέκνα της προαποβιωσάσης αδελφής του ……., ………., ήτοι τους ………. και ………. Με την από 20-1-2003 ιδιόγραφη διαθήκη του ο ανωτέρω αποβιώσας εγκατέστησε ως μοναδικούς εκ διαθήκης κληρονόμους σε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του και δη όπως αναφέρεται στο κείμενο αυτής «κατ’ ισομοιρία» τον ανιψιό του …….., τέκνο της προαποβιωσάσης αδελφής του ………, χήρας ……….. και την σύζυγο του ως άνω ανιψιού του, ………… (εναγόμενους και ήδη εφεσίβλητους). Περαιτέρω με επιμέλεια των εναγόμενων δημοσιεύθηκε νομίμως με τα με αριθμό 552/30-4- 2010 πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η από 20-1-2003 φερόμενη ως ιδιόγραφη διαθήκη (σε κλειστό φάκελο) του ανωτέρω αποβιώσαντος. Η ακίνητη περιουσία που ο ως άνω αποβιώσας κατέλιπε κατά το χρόνο του θανάτου του περιλάμβανε τα εξής ακίνητα: α) δυο οριζόντιες ιδιοκτησίες, ήτοι το υπό στοιχεία έψιλον δυο (Ε- 2) διαμέρισμα του πέμπτου (Ε ορόφου, επιφάνειας 95 τ.μ. με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου ογδόντα χιλιοστά (80/1000), και την υπ’ αριθμ. 7 θέση σταθμεύσεως αυτοκινήτου του πρώτου (Α) υπογείου, επιφάνειας δέκα (10) τ.μ. και με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ΄ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου ένα χιλιοστό (1/1000), που βρίσκονται σε πολυκατοικία κτισμένη επί οικοπέδου κείμενου στον Πειραιά, στην Πειραϊκή χερσόνησο και επί των οδών …. και ……, στην οποία φέρει τους αριθμούς 75-77, εκτάσεως του οικοπέδου τούτου 461,85 τ.μ. και αντικειμενικής αξίας κατά το θάνατο του κληρονομούμενου, όπως προσδιορίζεται στην αγωγή, του μεν διαμερίσματος τούτου 142.443 Ευρώ, της δε θέσεως σταθμεύσεως 2.720 Ευρώ. Οι ως άνω οριζόντιες ιδιοκτησίες είχαν περιέλθει στον κληρονομούμενο από αγορά με το με αριθμό ………./7-10-1993 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Πειραιά ………., νομίμως μεταγεγραμμένου και β) δυο οριζόντιες ιδιοκτησίες, ήτοι το υπό στοιχεία Βήτα αριθμός δύο (Β2) διαμέρισμα του δεύτερου (Β) ορόφου, επιφάνειας 47 τ.μ, με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ΄ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου πενήντα τέσσερα χιλιοστά (54/1000), και την υπό στοιχεία Ύψιλον Ρο 2 (ΥΡ2) θέση σταθμεύσεως αυτοκινήτου του υπογείου, επιφάνειας δεκατεσσάρων (14) τ.μ. και με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου δύο χιλιοστά (2/1000), που βρίσκονται σε πολυκατοικία κτισμένη επί οικοπέδου κείμενου στον Πειραιά, στην συνοικία …… και στη διασταύρωση των οδών …….., στην οποία φέρει τους αριθμούς ……. και ……., στην οποία φέρει τον αριθμό …….., εκτάσεως του οικοπέδου τούτου 321,50 τ.μ,, αντικειμενικής κατά το θάνατο του κληρονομούμενου αξίας, σύμφωνα με τα όσα προσδιορίζονται στην αγωγή, 66.067,31 Ευρώ, της δε θέσεως στάθμευσης 4.046 Ευρώ. Οι ως άνω οριζόντιες ιδιοκτησίες είχαν περιέλθει στον κληρονομούμενο από αγορά με το με αριθμό …………/30-12-1996 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………., νομίμως μεταγεγραμμένου. Για το αμφισβητούμενο ζήτημα της γνησιότητας ή μη της επίδικης διαθήκης και δη του αν γράφηκε στο σύνολο της και υπογράφηκε από τον ως άνω αποβιώσαντα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο διέταξε τη διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης με την με αριθμό 4474/2014 μη οριστική απόφασή του, συνταχθείσας της με αριθμό ……/5-10-2018 εκθέσεως γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης του ειδικού δικαστικού γραφολόγου …….., διορισθέντος με την με αριθμόν 2820/2017 απόφαση του αυτού Δικαστηρίου σε αντικατάσταση του αρχικώς διορισθέντος πραγματογνώμονα ……. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της συνταχθείσας με αριθμό ……./5-10-2018 έκθεσης γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης του ως άνω ειδικού δικαστικού γραφολόγου, όσον αφορά στην από 20-1-2003 υπογραφή της επίδικης διαθήκης, αυτή έχει χαραχθεί από τον διαθέτη ………, στον οποίο αποδίδεται, κατά τρόπο φυσιολογικό και αυθόρμητο και συνιστά γνήσια υπογραφή του, ενώ όσον αφορά στην υπογραφή επί της κύριας όψης του επιστολικού φακέλου [ΥΕ2 ] που συνοδεύει τις ενδείξεις : Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ – ………., καθώς και οι δυο υπογραφές που έχουν τεθεί στην πίσω όψη του φακέλου, στο σημείο της σφράγισης του, έχουν -συνδυαστικά – μεταξύ τους όσο και με την υπογραφή της διαθήκης κοινή προέλευση και σχέση χειρός χαράξεως. Ειδικότερα, ο ως άνω πραγματογνώμονας αφού έλαβε υπόψη του τα κατάλληλα δείγματα της γνήσιας γραφής και υπογραφής του θανόντος, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η υπογραφή της από 20- 1-2003 επίδικης διαθήκης έχει χαραχθεί από τον ………., στον οποίο αποδίδεται, κατά τρόπο φυσιολογικό και αυθόρμητο και συνιστά γνήσια υπογραφή του (βεβαιότητα /ταυτοποίηση – identification/define conclusion of indentity), διότι κατά τη συγκριτική εξέταση της υπογραφής της υπό έλεγχο διαθήκης σε σχέση με τις δειγματικές υπογραφές του φερόμενου διαθέτη …… ., διαπιστώθηκε ότι εμφανίζουν μεταξύ τους συνδυαστικά, ουσιώδεις ομοιότητες σε επιμέρους γραφολογικά τους χαρακτηριστικά (δομικά και ποιοτικά) και σε λεπτομέρειες χαράξεως. Οι κυριότερες ομοιότητες που εντόπισε ο ως άνω πραγματογνώμονας είναι οι εξής : α) ομοιότητα στη γενική τους εμφάνιση και στον τύπο τους (γραμματικού τύπου υπογραφές αποτελούμενες από ιδιόμορφο εναρκτήριο σύμπλεγμα των γραμμάτων «ΕΑ» σε συνδυασμό με τους λοιπούς γραμματικούς χαρακτήρες «….» του επωνύμου «…….»), β) ομοιότητα στα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά (καλή ποιοτική απόδοση της σχηματιστικής γραμμής μελάνωσης, ικανή ταχύτητα και ευχέρεια χάραξης, καλός ρυθμός και αυτοματισμός, ομαλή κατανομή της γραφικής πίεσης με φυσιολογικές/αρμονικές αυξομειώσεις), γ) ομοιότητα στο σχετικό μέγεθος των χαρακτήρων, δ) ομοιότητα στη μεταβαλλόμενη κλίση των επί μέρους γραμματικών τους χαρακτήρων (σε σχέση με το νοητό «κάθετο» άξονα), ε) ομοιότητα στην ασκούμενη κατά την απόδοσή τους μέτρια προς ελαφρά ισχυρή γραφική πίεση, στ) ομοιότητα στην ακολουθούμενη υπογραφική τους πορεία (σύμφωνα με το νοητό οριζόντιο άξονα), ζ) ομοιότητα στον τρόπο σχηματισμού των γραμμάτων που τις απαρτίζουν, στο βαθμό και το είδος των συνδέσεων «ΕΑ», «τα», «λής», η) ομοιότητα στο σκεπτικό σύνθεσης, την αντιστοιχία και αλληλουχία εγχάραξης των επιμέρους χαρακτήρων της και την υψομετρική αναλογία αυτών, θ) ομοιότητα στα μικρά μεσογραμματικά διαστήματα, ι) ομοιότητα στη μορφή και τον τρόπο σχηματισμού του εναρκτήριου μορφώματος με το οποίο αποδίδεται σύμπλεγμα των γραμμάτων «ΕΑ» με το οποίο προφανώς αποδίδονται οι αρχικοί χαρακτήρες του ονοματεπωνύμου «. ……», ια) ομοιότητα στη μορφή και στον τρόπο απόδοσης του ενδιάμεσου αναπτύγματος με το οποίο αποδίδονται οι γραμματικοί χαρακτήρες «….», ιβ) ομοιότητα στη μορφή και τον τρόπο απόδοσης του καταληκτικού τμήματος με το οποίο αποδίδονται οι γραμματικοί χαρακτήρες «ής» σε σύνδεση με την οξεία, καθώς και στο μεγάλο μέγεθος της οξείας και στο πέρας αυτής χαμηλά στη βάση του «η», ιγ) ομοιότητα στην πλοκή και την εν γένει ανάπτυξη και δομή τους. Στο σκέλος των επισημάνσεων της ως άνω έκθεσης αναφέρονται τα εξής: H υπογραφή επί της κύριας όψης του επιστολικού φακέλου [ΥΕ2 ] που συνοδεύει τις ενδείξεις : Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ ………….. και οι δυο υπογραφές που έχουν τεθεί στην πίσω όψη του φακέλου, στο σημείο της σφράγισης του, παρουσιάζουν – συνδυαστικά – μεταξύ τους όσο και με την υπογραφή της διαθήκης (αλλά και με τις διατεθείσες δειγματικές υπογραφές) ουσιώδεις ομοιότητες σε επί μέρους γραφολογικά τους χαρακτηριστικά, ευρήματα τα οποία – παρά τις διαφορετικές συνθήκες χάραξης των υπογραφών του φακέλου δηλ. την έλλειψη επιμέλειας λόγω του ανεπίσημου χαρακτήρα του φακέλου και τη μη ομαλότητα στο γραφικό του υπόστρωμα στο σημείο σφράγισης – καταδεικνύουν σύμφωνα με τους ισχύοντες γραφολογικούς κανόνες την κοινή προέλευση τους και τη μεταξύ τους σχέση χειρός χαράξεως. Περαιτέρω σύμφωνα με συμπέρασμα της ως άνω έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, περί της γραφής της επίδικης διαθήκης από το χέρι του διαθέτη ο ως άνω πραγματογνώμονας διαπίστωσε ότι δεν μπορεί να θεμελιωθεί οποιοσδήποτε αξιόπιστος γραφολογικός συσχετισμός ή αποκλεισμός μεταξύ της γραφής της από 10-1-2003 επίδικης διαθήκης και του συγκεκριμένου δειγματικού υλικού γραφής του θανόντος, . ……., που διατέθηκε προς σύγκριση. (Δεν εξάγεται συμπέρασμα – no conclusion, totally inconclusive, indeterminable), διότι το παρασχεθέν δειγματικό υλικό γραφής του ως άνω διαθέτη κρίθηκε ποσοτικά ανεπαρκές και ποιοτικά ακατάλληλο και επομένως απρόσφορο για την αιτούμενη συγκριτική εξέταση στο κείμενο της υπό έλεγχο διαθήκης ,όπως αναλύεται στο κεφ. Η αυτής, σελ. 17. Όπως ειδικότερα αναφέρεται στην ως άνω έκθεση, τα δειγματικά έγγραφα που χρησιμοποιήθηκαν προς εξέταση και περιέχουν δειγματικά στοιχεία γραφής είναι τα εξής: α) πρωτότυπη φωτογραφία η οποία φέρει στην κύρια όψη της ασπρόμαυρη απεικόνιση νεαρού άνδρα και στην πίσω όψη της χειρόγραφες σημειώσεις φερόμενες να έχουν συνταχθεί από τον ……, β ) πρωτότυπη φωτογραφία η οποία φέρει στην κύρια όψη της έγχρωμη απεικόνιση κτιρίου στην πίσω όψη της πρωτότυπες χειρόγραφες σημειώσεις φερόμενες να έχουν συνταχθεί από τον …………. Ο ως άνω πραγματογνώμονας σημειώνει ότι η φερόμενη πρωτότυπη γραφή σε παλιές φωτογραφίες, ήτοι σε χρόνο προγενέστερο της σύνταξης της υπό έλεγχο διαθήκης το έτος 2003 δεν επιτρέπει να σχηματιστεί ασφαλής και ξεκάθαρη εικόνα των γραφικών συνηθειών και της εξέλιξης του γραφικού χαρακτήρα και της ποιότητας χάραξης της γραφής κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο που συντάχθηκε η υπό έλεγχο διαθήκη. Περαιτέρω αναφέρει ότι η δειγματική γραφή έχει χαραχθεί σε διαφορετικές συνθήκες από εκείνες της υπό έλεγχο διαθήκης καθώς συνίσταται σε μικρής έκτασης πρόχειρες σημειώσεις στην πίσω όψη φωτογραφιών δηλ. σε περιορισμένο γραφικό πεδίο και αποτελείται στη συντριπτική της μειονότητα από μικρογράμματης μορφής χαρακτήρες, ενώ η γραφή της υπό έλεγχο διαθήκης αποδίδεται κατά τρόπο πιο επιμελημένο, χαράσσεται σε μεγάλο γραφικό πεδίο και αποτελείται από χαρακτήρες μεγαλογράμματης μορφής, ενώ οι κοινοί κεφαλαιογράμματοι συγκρίσιμοι χαρακτήρες είναι ελάχιστοι. Ο ως άνω πραγματογνώμονας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μη εξαγωγή συμπεράσματος οφείλεται στο γεγονός ότι δεν κατέστη δυνατό να πραγματοποιηθεί συγκριτική εξέταση της γραφής της υπό έλεγχο διαθήκης [ΥΕ1] με τη συγκεκριμένη δειγματική γραφή του …………… (που διαλαμβάνεται στην πίσω όψη των δυο- χρονολογικά αρκετά παλαιότερων – δειγματικών φωτογραφιών (Δ1 & Δ2), καθόσον η δειγματική γραφή του ανωτέρω κρίθηκε απρόσφορη προς αντιπαραβολή για τους λόγους που αναφέρονται στο κεφ. Η σελ. 17 της έκθεσης. Στο σκέλος των επισημάνσεων της ως άνω έκθεσης αναφέρονται τα εξής : το κείμενο της διαθήκης έχει καταρτιστεί πρωτότυπα επί της μίας όψης χάρτου με έντυπες οριζόντιες διαγραμμίσεις μπλε χρώματος (τύπου κόλλας αναφοράς) με χρήση στυλογράφου σφαιριδίου (bollpoint pen) χρώματος μπλε μελάνης (εξαιρουμένης της φράσης ΚΑΤ΄ΙΣΟΜΟΙΡΙΑ στον 9 ο στίχο, η οποία αρχικά με μολύβι και ύστερα με στυλογράφο σφαιριδίου μαύρης μελάνης χαράχθηκε σε διαφορετικό χρόνο (εκ των υστέρων) από εκείνο των λοιπών ενδείξεων του κειμένου και αναπτύσσεται συνολικά σε δέκα επτά (17 ) γραφικούς στίχους, αρχίζοντας με τις ενδείξεις : Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ Ο ΥΠΟΓΡΑΦΩΝ …….. … και τελειώνοντας με τις ενδείξεις : … ΚΑΙ ΥΠΟΓΡΑΦΩ Ο ΔΙΑΘΕΤΗΣ ……… Πέραν όμως της προαναφερθείσας διαφοροποίησης του γραφικού μέσου, η φράση ΚΑΤ΄ ΙΣΟΜΟΙΡΙΑ έχει χαραχθεί από το ίδιο πρόσωπο που συνέταξε και το λοιπό κείμενο της επίδικης διαθήκης. Από το ίδιο πρόσωπο έχουν χαραχθεί και οι χειρόγραφες ενδείξεις: Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ ………. που διαλαμβάνεται στην κύρια όψη του επιστολικού φακέλου [ΥΕ2]. Σύμφωνα δε με την από 23-2-2012 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης του ειδικού δικαστικού γραφολόγου . …….., που συντάχθηκε κατόπιν εντολής και επιμέλειας των εναγόντων, εκ των οποίων ο τέταρτος είναι ήδη εκκαλών, χρησιμοποιήθηκαν ως δειγματικό υλικό προς εξέταση της γνησιότητας ή μη της γραφής της υπό έλεγχο διαθήκης τα εξής έγγραφα : α) μια καρτ – ποστάλ εν πρωτοτύπω, η οποία στην εμπρόσθια όψη της φέρει ασπρόμαυρη φωτογραφία του ανωτέρω αποβιώσαντος και στην οπίσθια όψη φέρει γνήσια γραφή αυτού, β ) καρτ- ποστάλ εν πρωτοτύπω, η οποία στην εμπρόσθια όψη φέρει μια έγχρωμη απεικόνιση κτιρίου και στην οπίσθια όψη αυτής φέρει γνήσια γραφή αυτού. Τα ανωτέρω δείγματα γραφής του ως άνω αποβιώσαντος ταυτίζονται με τα δείγματα γραφής που έλαβε υπόψη του ο διορισθείς με την ως άνω μη οριστική απόφαση δικαστικός πραγματογνώμονας. Ο ως άνω ειδικός δικαστικός γραφολόγος αναφέρει ότι τα έγγραφα αυτά σύμφωνα με τη δεοντολογία της επιστήμης της δικαστικής γραφολογίας, δεν επαρκούν ποσοτικώς και εξ΄ αυτού του λόγου το τελικό συμπέρασμα, ως προς το γραπτό κείμενο του υπό εξέταση εγγράφου, θα διατυπωθεί με την επιφύλαξη της εξετάσεως και άλλων δειγμάτων γνήσιων γραφών του . …… Στη συνέχεια δε, μετά από συγκριτική αξιολόγηση της υπό έλεγχο διαθήκης και των δειγματικών γραφών, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η επίδικη διαθήκη δεν έχει γραφεί με το χέρι του διαθέτη, καθώς εντοπίστηκαν αδιαμφισβήτητες διαφορές, οι οποίες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το γραπτό κείμενο του υπό έλεγχο έγγραφου δεν έχει γραφεί με το χέρι του ……… Σημειώνει, όμως, ότι για το λόγο ότι τα έγγραφα του συγκριτικού υλικού δεν επαρκούν ποσοτικώς, το ως άνω συμπέρασμα διατυπώνεται με την επιφύλαξη εξετάσεως και άλλων δειγμάτων γνήσιων γραφών του ………., τα οποία αφού εξετάσει θα αναπτύξει τις παρατηρήσεις του σε ιδιαίτερη γραφολογική έκθεση. Στη συνέχεια δε, μετά από συγκριτική αξιολόγηση της υπό έλεγχο διαθήκης και των δειγματικών υπογραφών, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η επίδικη υπογραφή δεν χαράχθηκε από το χέρι του ……., αλλά από άλλο πρόσωπο που προσπάθησε να μιμηθεί κάποια γνήσια υπογραφή του (σχεδιαστική απομίμηση), χωρίς να επιτύχει στο εγχείρημα του αυτό. Περαιτέρω, η εξετασθείσα ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μάρτυρας των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων, ………….., κατέθεσε ότι έχει δει αλλά δεν έχει διαβάσει την επίδικη διαθήκη και βεβαίωσε ότι αναγνωρίζει ως αντιστοιχούσα στη γνήσια γραφή του θανόντος εκείνη την γραφή που έχει χαραχθεί στην επίδικη διαθήκη, διότι στα πλαίσια της προσωπικής σχέσης που διατηρούσε με τον ως άνω αποβιώσαντα, ο οποίος ήταν επαγγελματίας μάγειρας στην Αμερική, αντάλλασσαν συνταγές μαγειρικής, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και μια συνταγή για γαλακτομπούρεκο που αυτός της είχε δώσει και είναι γραμμένη με κεφαλαία γράμματα, καθώς ο ως άνω αποβιώσας χρησιμοποιούσε πάντα κεφαλαία γράμματα, την οποία (συνταγή) προσκομίζουν οι εναγόμενοι και νυν εφεσίβλητοι στα σχετικά έγγραφά τους. Εκ των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι η επίδικη διαθήκη έχει γραφεί εξ΄ ολοκλήρου, έχει χρονολογηθεί και φέρει την γνήσια υπογραφή του ανωτέρω διαθέτη και αποτελεί ως εκ τούτου γνήσια διαθήκη του διαθέτη. Περί της γνησιότητας, τόσο της υπογραφής της επίδικης διαθήκης, όσο και της υπογραφής επί της κύριας όψης του επιστολικού φακέλου που συνοδεύει τις ενδείξεις «Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ – ……….», καθώς και των δυο υπογραφών που έχουν τεθεί στην πίσω όψη του φακέλου, στο σημείο της σφράγισης του, έχει αποφανθεί με βεβαιότητα ο διορισθείς από το Δικαστήριο πραγματογνώμονας γραφολόγος, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η υπογραφή της από 20-1-2003 επίδικης διαθήκης έχει χαραχθεί από τον ……………., στον οποίο αποδίδεται, κατά τρόπο φυσιολογικό και αυθόρμητο και συνιστά γνήσια υπογραφή του και ότι η υπογραφή επί της κύριας όψης του επιστολικού φακέλου [ΥΕ2 ] που συνοδεύει τις ενδείξεις «Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ – …………» και οι δυο υπογραφές που έχουν τεθεί στην πίσω όψη του φακέλου, στο σημείο της σφράγισης του, έχουν -συνδυαστικά- μεταξύ τους όσο και με την υπογραφή της διαθήκης κοινή προέλευση και σχέση χειρός χαράξεως. Πρέπει να σημειωθεί, ότι μολονότι ο ανωτέρω πραγματογνώμονας δεν αποφάνθηκε περί της γνησιότητας η μη της γραφής της επίδικης διαθήκης, και συναφώς περί της χρονολογίας που αυτή φέρει, για το λόγο ότι το δειγματικό υλικό της γραφής του διαθέτη που διατέθηκε προς σύγκριση, ήτοι δυο πρωτότυπες φωτογραφίες που στην πίσω όψη φέρουν χειρόγραφες σημειώσεις που έχουν συνταχθεί από τον ως άνω αποβιώσαντα σε άγνωστο χρόνο και πάντως πριν το έτος 2003, οπότε συντάχθηκε η επίδικη διαθήκη, κρίθηκε ποσοτικά ανεπαρκές και ποιοτικά ακατάλληλο. Παρά ταύτα, ο ως άνω πραγματογνώμονας επισημαίνει ότι το κείμενο της επίδικης διαθήκης έχει χαραχθεί από το ίδιο πρόσωπο που συνέταξε τις χειρόγραφες ενδείξεις: «Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ ………..», που διαλαμβάνονται στην κύρια όψη του επιστολικού φακέλου. Εξάλλου, η εξετασθείσα ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου μάρτυρας των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων ……………, κατέθεσε ανεπιφύλακτα ότι αναγνωρίζει ως αντιστοιχούσα στη γνήσια γραφή και την υπογραφή του θανόντος εκείνη τη γραφή και την υπογραφή που έχουν χαραχθεί στην επίμαχη διαθήκη. Τα ανωτέρω αποδειχθέντα δεν αναιρούνται από τα εκτιθέμενα στο ιστορικό και τα συμπεράσματα της από 23-2-2012 έκθεσης γραφολογικής γνωμοδότησης του ειδικού δικαστικού γραφολόγου ……, που συντάχθηκε κατόπιν εντολής και με επιμέλεια των εναγόντων, καθώς το συμπέρασμά του περί του ότι το γραπτό κείμενο του υπό έλεγχο εγγράφου δεν έχει γραφεί με το χέρι του διαθέτη είναι διατυπωμένο με επιφύλαξη. Τούτο, διότι στη σχετική σημείωση του, που ακολουθεί το συμπέρασμα αυτό, αναφέρει ότι τα έγγραφα του συγκριτικού υλικού που χρησιμοποίησε δεν επαρκούν ποσοτικώς και επιφυλάσσεται ως προς την εξέταση και άλλων δειγμάτων γνήσιων γραφών του διαθέτη. Τα δε διατυπωθέντα από τον ίδιο ανωτέρω γραφολόγο, σχετικά με τη μη γνησιότητα της υπογραφής της επίδικης διαθήκης, δεν κρίνονται βάσιμα, διότι αναιρούνται, τόσο από τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στο ιστορικό και στο τεκμηριωμένο επιστημονικά και διατυπωθέν με βεβαιότητα συμπέρασμα της συνταχθείσας από τον διορισμένο από το Δικαστήριο πραγματογνώμονα περί της διαπιστωθεισών ουσιωδών ομοιοτήτων ανάμεσα στο εξετασθέν δειγματικό υλικό και την επίδικη διαθήκη σε επιμέρους γραφολογικά τους χαρακτηριστικά (δομικά και ποιοτικά) και σε λεπτομέρειες χαράξεως, όσο και από την κατάθεση της εξετασθείσας στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μάρτυρος, αλλά και από την ύπαρξη στενών σχέσεων μεταξύ του διαθέτη και των εναγομένων. Δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός του τετάρτου των εναγόντων και ήδη του εκκαλούντος περί του ότι ο θανών ουδέποτε τους είχε πληροφορήσει ότι είχε συντάξει διαθήκη και ότι τους είχε εκφράσει την πρόθεσή του να μοιραστεί η περιουσία του μετά το θάνατό του προς όλους τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του. Τούτο, διότι, κατά τα ανωτέρω αποδείχθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας η ύπαρξη ιδιαίτερων και στενών σχέσεων του ως άνω αποβιώσαντος με τους εναγομένους και ήδη εφεσιβλήτους, τους οποίους ο διαθέτης είχε καταστήσει κατά καιρούς πληρεξουσίους του για τη διεκπεραίωση νομικών υποθέσεων του και είχε ορίσει τον πρώτο εξ αυτών ως συνδικαιούχο σε τραπεζικούς του λογαριασμούς. Εκ των ανωτέρω αποδεικνύονται πλήρως οι ισχυρισμοί των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων περί του ότι η γραφή και υπογραφή στην επίμαχη διαθήκη ανήκει στον αποβιώσαντα ………. Το γεγονός ότι οι εναγόμενοι και ήδη εφεσίβλητοι δεν κήρυξαν κυρία την επίμαχη ιδιόγραφη διαθήκη δεν αναιρεί τα ανωτέρω αποδειχθέντα, δεδομένου ότι η εξετασθείσα ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου μάρτυρας των εναγομένων …………, κατέθεσε με βεβαιότητα ότι αναγνωρίζει ως αντιστοιχούσα στη γνήσια γραφή και την υπογραφή του θανόντος τη γραφή και την υπογραφή που έχουν χαραχθεί στην επίμαχη διαθήκη. Σημειωτέον, ότι η αρχικώς ενάγουσα ……… και οι λοιποί των εναγόντων αθωώθηκαν δυνάμει της με αριθμόν ΒΤ …/2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, για τα αδικήματα της ψευδούς καταμηνύσεως κατά συναυτουργία και κατά συρροή ως και για συκοφαντική δυσφήμιση κατά συναυτουργία κατά συρροή, για όσα διέλαβαν στην κρινόμενη αγωγή τους για το πρόσωπο των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων, περί του ότι αυτοί συνέταξαν πλαστή διαθήκη, καθόσον σύμφωνα με το σκεπτικό της ως άνω απόφασης το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχαν δόλο τέλεσης των αδικημάτων αυτών αλλά είχαν την σχετική εύλογη πεποίθηση. Συνεπώς, η δικαστική αυτή κρίση δεν ενισχύει τους ισχυρισμούς του εκκαλούντος επί του ζητήματος της ακυρότητας της ιδιόγραφης διαθήκης, αλλά καταδεικνύει μόνο την έλλειψη δόλου των τότε κατηγορουμένων σε βάρος των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων για την τέλεση των ως άνω αδικημάτων. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια πραγματικά περιστατικά, με εν μέρει ελλιπείς αιτιολογίες που συμπληρώνονται με αυτές της παρούσας, κατ΄ άρθρο 534 ΚΠολΔ, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, τα αντίθετα δε υποστηριζόμενα από τον εκκαλούντα με την υπό κρίση έφεση κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και η υπό κρίση έφεση στο σύνολο της, καθώς δεν απομένει προς εξέταση άλλος λόγος έφεσης. Τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματός τους, να επιβληθούν σε βάρος του ηττηθέντος εκκαλούντος, κατά τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο διατακτικό και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο, κατά τα εκτιθέμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 12.7.2023, με Γ.Α.Κ…./2023 και με Ε.Α.Κ. …/2023 κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 12.07.2023 έφεση, επικυρωμένο αντίγραφο της οποίας για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 12.07.2023 με Γ.Α.Κ. …./2023 και Ε.Α.Κ……/2023, κατά των εφεσιβλήτων, προς εξαφάνιση της υπ΄ αριθμ. 3026/2022 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και των προηγηθεισών υπ’ αριθμ. 4474/2012 και υπ΄ αριθμ. 2820/2017 και υπ΄ αριθμ. 1615/2020 μη οριστικών αποφάσεων του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που θεωρούνται ότι έχουν συμπροσβληθεί, που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.
Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας και ορίζει αυτά στο ποσό των τριακοσίων (300,00 ) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του αναφερομένου στο σκεπτικό παραβόλου, ποσού εκατό πενήντα (150) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 7 Νοεμβρίου 2024.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, την 26η Νοεμβρίου 2024, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Εφέτου Ελένης Νικολακοπούλου, αποτελούμενη από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Σοφία Καλούδη και Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτες και τη Γραμματέα Κ.Σ, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ